ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 4871 / ΦΕΚ Α 246 / 10.12.2021

 

Μεταρρυθμίσεις στο νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και άλλες επείγουσες διατάξεις.

 

H ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

   Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΜΕΡΟΣ Α': ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α': ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

   ’ρθρο 1:Σκοπός

   ’ρθρο 2: Αντικείμενο

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

 

   ’ρθρο 3: Νομική φύση - Έδρα

   ’ρθρο 4: Πόροι - Οικονομική λειτουργία

   ’ρθρο 5: Όργανα διοίκησης

   ’ρθρο 6: Διοικητικό Συμβούλιο

   ’ρθρο 7: Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου

   ’ρθρο 8: Γενικός Διευθυντής

   ’ρθρο 9: Αρμοδιότητες Γενικού Διευθυντή

   ’ρθρο 10: Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων

   ’ρθρο 11: Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης

   ’ρθρο 12: Αρμοδιότητες Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης

   ’ρθρο 13: Συμβούλια Σπουδών

   ’ρθρα 14: Αρμοδιότητες Συμβουλίων Σπουδών

   ’ρθρο 15: Συμβούλια Διδασκόντων

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ': ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΩΝ

 

   ’ρθρο 16: Προκήρυξη διαγωνισμού

   ’ρθρο 17: Απαιτούμενα προσόντα συμμετοχής στον διαγωνισμό - Αιτήσεις συμμετοχής

   ’ρθρο 18: Επιτροπή εισαγωγικού διαγωνισμού

   ’ρθρο 19: Χρόνος και τόπος διεξαγωγής των εξετάσεων - Στάδια του διαγωνισμού

   ’ρθρο 20: Βαθμολόγηση υποψηφίων

   ’ρθρο 21: Εγγραφή επιτυχόντων

   ’ρθρο 22: Αποδοχές εκπαιδευομένων - Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη - Επιστροφή αποδοχών - Αναστολή δικηγορικής ιδιότητας

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ': ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

 

   ’ρθρο 23: Στάδια κατάρτισης - Όρκος

   ’ρθρο 24: Εκλογή εκπροσώπων εκπαιδευομένων

   ’ρθρο 25: Προγράμματα Σπουδών

   ’ρθρο 26: Διάρκεια πρώτου σταδίου κατάρτισης - Απουσίες

   ’ρθρο 27: Αξιολόγηση κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης

   ’ρθρο 28: Εξετάσεις αποφοίτησης

   ’ρθρο 29: Πίνακες επιτυχόντων μετά από το τέλος του πρώτου σταδίου κατάρτισης

   ’ρθρο 30: Κατανομή στα τμήματα στην κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης

   ’ρθρο 31: Πρακτική άσκηση - Αξιολόγηση - Πίνακες επιτυχόντων μετά από το τέλος του δευτέρου σταδίου κατάρτισης

   ’ρθρο 32: Καθορισμός σειράς στους πίνακες αρχαιότητας

   ’ρθρο 33: Υποχρεωτική διακοπή της εκπαίδευσης

   ’ρθρο 34: Αξιολόγηση ήθους και συμπεριφοράς - Ψυχιατρική διερεύνηση

   ’ρθρο 35: Παράταση δευτέρου σταδίου κατάρτισης

   ’ρθρο 36: Διορισμός - Μη αποδοχή - Δοκιμαστική υπηρεσία

   ’ρθρο 37: Πειθαρχικά παραπτώματα - Πειθαρχικά όργανα - Πειθαρχική διαδικασία

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε': ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

 

   ’ρθρο 38: Σκοπός διαρκούς επιμόρφωσης

   ’ρθρο 39: Προγράμματα επιμόρφωσης

   ’ρθρο 40: Τακτικά και έκτακτα προγράμματα επιμόρφωσης

   ’ρθρο 41: Επιλογή των δικαστικών λειτουργών που επιμορφώνονται

   ’ρθρο 42: Θεματολόγιο προγραμμάτων υποχρεωτικής επιμόρφωσης

   ’ρθρο 43: Αξιολόγηση προγραμμάτων επιμόρφωσης

   ’ρθρο 44: Τόπος και χρόνος διεξαγωγής των προγραμμάτων επιμόρφωσης

   ’ρθρο 45: Υπεύθυνος προγράμματος επιμόρφωσης - Εισηγητές - Προσωπικό υποστήριξης

   ’ρθρο 46: Μέθοδοι επιμόρφωσης

   ’ρθρο 47: Διεθνή εκπαιδευτικά προγράμματα

   ’ρθρο 48: Διεθνείς εκπαιδευτικές ανταλλαγές

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ': ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ - ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΩΝ - ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ

 

   ’ρθρο 49: Εκπαιδευτικό προσωπικό

   ’ρθρο 50: Εκπαίδευση των εκπαιδευτών

   ’ρθρο 51: Διοικητικό προσωπικό - Οργανικές μονάδες

   ’ρθρο 52: Αποζημιώσεις και δαπάνες που αφορούν την κατάρτιση και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση - Εκκαθάριση αρχείων - Νομικές υποθέσεις της Σχολής

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ': ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   ’ρθρο 53: Εξουσιοδοτικές διατάξεις

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η': ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   ’ρθρο 54: Μεταβατικές διατάξεις

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ': ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   ’ρθρο 55: Καταργούμενες διατάξεις

 

ΜΕΡΟΣ Β': ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

 

   ’ρθρο 56: Επείγουσες ρυθμίσεις για τη λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων

   ’ρθρο 57: Συναινετική εγγραφή, ανάκληση, εξάλειψη και μεταρρύθμιση προσημείωσης υποθήκης

   ’ρθρο 58: Ρυθμίσεις θεμάτων παροχής κοινωφελούς εργασίας - Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 81 ΠΚ, της παρ. 4 του άρθρου 104Α ΠΚ και της παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ

   ’ρθρο 59: Απόλυση υπό όρο - Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 129 ΠΚ

   ’ρθρο 60: Εμπρησμός - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 264 ΠΚ

   ’ρθρο 61: Μεταβατικές διατάξεις - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 463 ΠΚ και τροποποίηση της παρ. 2 και κατάργηση της παρ. 3 του άρθρου 465 ΠΚ

   ’ρθρο 62: Αρμοδιότητα για την άρση κατάσχεσης - Δυνατότητα προσφυγής κατά της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 269 ΚΠΔ

   ’ρθρο 63: Προσωρινή κράτηση ανηλίκων - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 287 ΚΠΔ

   ’ρθρο 64: Περάτωση της κύριας ανάκρισης - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 308 ΚΠΔ

   ’ρθρο 65: Μεταβατικές διατάξεις - Τροποποίηση των παρ. 1 και 3 του άρθρου 116 του ν. 4842/2021

   ’ρθρο 66: Διαδικασία άρσης απορρήτου - Τροποποίηση του άρθρου 5 του ν. 2225/1994 και της παρ. 3 του άρθρου 37 του ν. 4786/2021

   ’ρθρο 67: Παρατάσεις ισχύος πινάκων διοριστέων με βάση τις 1Κ/2017, 2Κ/2017 και 8Κ/2017 προκηρύξεις του Α.Σ.Ε.Π.

   ’ρθρο 68: Παράταση προθεσμίας υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων

   ’ρθρο 69: Απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων στις περιπτώσεις μετόχων εταιρειών που εξαιρούνται από την υποχρέωση ονομαστικοποίησης - Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3310/2005 και της περ. λθ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003

   ’ρθρο 70: Ποινική ευθύνη μελών οργάνων επίλυσης φορολογικών διάφορων - Τροποποίηση της παρ. 9 και προσθήκη παρ. 13 και 14 στο άρθρο 16 του ν. 4714/2020

 

MEΡΟΣ Γ': ΑΛΛΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   ’ρθρο 71: Επιχορήγηση για αντιμετώπιση ζημιών - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 72: Ενίσχυση πρώτης αρωγής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 73: Διαδικασία επιχορήγησης επιχειρήσεων και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορέων - Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 74: Προκαταβολή επιχορήγησης επιχειρήσεων και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορέων - Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 75: Διαδικασία ενίσχυσης πρώτης αρωγής - Αντικατάσταση του άρθρου 9 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 76: Επιχορήγηση αγροτών - Τροποποίηση του άρθρου 12 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 77: Διαδικασία επιχορήγησης αγροτικών εκμεταλλεύσεων για ζημιές σε φυτικά μέσα παραγωγής - Προσθήκη άρθρου 12Β στον ν. 4797/2021

   ’ρθρο 78: Κυβερνητική Επιτροπή Κρατικής Αρωγής - Τροποποίηση του άρθρου 13 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 79: Περιφερειακός συντονιστής κρατικής αρωγής - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 80: Επιτροπές Κρατικής Αρωγής - Προσθήκη παρ. 9 στο άρθρο 16 ν. 4797/2021

   ’ρθρο 81: Ηλεκτρονική πλατφόρμα κρατικής αρωγής και υλικές ζημιές σε κτιριακές εγκαταστάσεις - Τροποποίηση της παρ. 4 και προσθήκη παρ. 9 στο άρθρο 24 του ν. 4797/2021

   ’ρθρο 82: Πρώτη αρωγή έναντι στεγαστικής συνδρομής

   ’ρθρο 83: Ενίσχυση πρώτης αρωγής έναντι στεγαστικής συνδρομής

   ’ρθρο 84: Διαδικασία ενίσχυσης πρώτης αρωγής έναντι στεγαστικής συνδρομής

   ’ρθρο 85: Παράταση της προθεσμίας εξέτασης αιτήσεων για την απόδειξη ύπαρξης διαδόχων και για την παραχώρηση σε αυτούς ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και ευρίσκονται εντός του εγκεκριμένου με το β.δ. της 29ης.7.1894 ρυμοτομικού σχεδίου στις θέσεις «Ράχη και Μαχάλα» Μαλεσίνας - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4778/2021

   ’ρθρο 86: Προθεσμία μετατροπής των Κέντρων Διά Βίου Μάθησης - Προθεσμία υποβολής προγραμμάτων των Κέντρων Δια Βίου Μάθησης για πιστοποίηση - Τροποποίηση των περ. α) και β) της παρ. 17 του άρθρου 169 του ν. 4763/2020

   ’ρθρο 87: Δυνατότητα παράτασης συμβάσεων καθαριότητας, απολύμανσης και φύλαξης των κτιρίων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων

   ’ρθρο 88: Υποχρεωτικότητα φοίτησης στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο - Τροποποίηση δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1566/1985

 

ΜΕΡΟΣ Δ': ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ

 

   ’ρθρο 89: Έναρξη ισχύος

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΟΓΡΑΜΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΔΙΚΑΣΤΩΝ

 

ΜΕΡΟΣ Α'

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

 

’ρθρο 1

Σκοπός

 

   Σκοπός του παρόντος είναι η μεταρρύθμιση της οργάνωσης και λειτουργίας της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα της δικαιοσύνης και να περιοριστεί ο χρόνος που απαιτείται για την απονομή της.

 

’ρθρο 2

Αντικείμενο

 

   Αντικείμενο του παρόντος είναι η θέσπιση ενός νέου νομοθετικού πλαισίου για την οργάνωση και λειτουργία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

 

’ρθρο 3

Νομική φύση - Έδρα

 

   1. Η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών (ΕΣΔι) είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, έχει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια και εποπτεύεται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Η ΕΣΔι έχει έδρα και λειτουργεί στον Δήμο Καλαμαριάς της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

 

   2. Σκοπός της Σχολής είναι η επιλογή, η κατάρτιση και η αξιολόγηση των εκπαιδευομένων, οι οποίοι πρόκειται να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και η διαρκής επιμόρφωση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών.

 

   3. Η Σχολή, για την επίτευξη του σκοπού της, μπορεί να: α) συνεργάζεται με ημεδαπά ή αλλοδαπά εκπαιδευτικά ιδρύματα, με φορείς εκπαίδευσης ή επαγγελματικής κατάρτισης του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, καθώς και με φυσικά ή νομικά πρόσωπα αναγνωρισμένου επιστημονικού κύρους, β) συμμετέχει στα ευρωπαϊκά προγράμματα και τα δίκτυα κατάρτισης και επιμόρφωσης των δικαστικών λειτουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης, γ) διοργανώνει ή συνδιοργανώνει ειδικά προγράμματα κατάρτισης για τους δικαστικούς λειτουργούς των χωρών αυτών, καθώς και συνέδρια, σεμινάρια, διαλέξεις και ημερίδες, δ) συμμετέχει σε επιστημονικές έρευνες και μελέτες, τα πορίσματα των οποίων δύνανται να αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Σχολής και ε) συνεργάζεται για τα θέματα της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευόμενων με οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού, νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα, διεθνείς οργανισμούς, διεθνή δικαστήρια και δικαστήρια ξένων χωρών.

 

’ρθρο 4

Πόροι - Οικονομική λειτουργία

 

   1. Η Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών, επιμορφωτικών και λειτουργικών αναγκών της, έχει τους ακόλουθους πόρους:

 

   α) Την ετήσια κρατική επιχορήγηση από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, στον οποίο εγγράφεται με ιδιαίτερο κωδικό αριθμό με τίτλο «Επιχορήγηση Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών»,

 

   β) τις προσόδους από την περιουσία της και έσοδα από τη διάθεση εκδόσεων και δημοσιευμάτων, καθώς και από την παροχή υπηρεσιών σε τρίτους έναντι αμοιβής,

 

   γ) τις χρηματοδοτήσεις από το Ταμείο Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.), για την κάλυψη δαπανών:

 

   γα) κατασκευής, συντήρησης και επισκευής κτιριακών εγκαταστάσεων,

 

   γβ) προμήθειας, εγκατάστασης και συντήρησης του πάσης φύσεως εξοπλισμού, που είναι απαραίτητος για τη λειτουργία της και

 

   γγ) διαμόρφωσης και συντήρησης του περιβάλλοντος χώρου.

 

   δ) Τις επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομίες, κληροδοσίες και κάθε είδους εισφορές νομικών ή φυσικών προσώπων, ημεδαπών ή αλλοδαπών,

 

   ε) τις επιχορηγήσεις από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Δικαιοσύνης εντός των εκάστοτε ετησίων ορίων του και τις χρηματοδοτήσεις από τα Προγράμματα του Εταιρικού Συμφώνου για το Πλαίσιο Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) και από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

 

   2. Η οικονομική διαχείριση της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (Α' 143) με τον τρόπο και τα όργανα που καθορίζει ειδικός κανονισμός, ο οποίος καταρτίζεται, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, από το Διοικητικό Συμβούλιο και κυρώνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.

 

   3. Ο ετήσιος προϋπολογισμός της Σχολής και οι τροποποιήσεις του υιοθετούνται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων και σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή, και εγκρίνονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Ο ετήσιος ισολογισμός και απολογισμός της συντάσσονται με τη λήξη του λογιστικού έτους και συνοδεύονται από έκθεση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, με τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή. Ο ισολογισμός και ο απολογισμός υιοθετούνται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής και εγκρίνονται από τον Υπουργό Δικαιοσύνης.

 

   4. Το λογιστικό και οικονομικό έτος της Σχολής ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος και συγκεκριμένα διαρκεί από την 1η Ιανουαρίου έως την 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους.

 

’ρθρο 5

Όργανα διοίκησης

 

   Όργανα διοίκησης της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Γενικός Διευθυντής και ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

 

’ρθρο 6

Διοικητικό Συμβούλιο

 

   1. Το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, αποτελείται από έντεκα (11) μέλη και συγκεκριμένα:

 

   α) Τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

 

   β) τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου,

 

   γ) τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων,

 

   δ) τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

   ε) τον Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών,

 

   στ) τον Πρόεδρο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ή της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία,

 

   ζ) τον Πρόεδρο της Ένωσης των Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία,

 

   η) ένα μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) από τη βαθμίδα του Καθηγητή των Νομικών Σχολών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης που ορίζεται με τον αναπληρωτή του, με απόφαση της οικείας Γενικής Συνέλευσης εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία και

 

   θ) τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών ή Πειραιώς ή Θεσσαλονίκης, εκ περιτροπής, με ενιαύσια θητεία.

 

   2. Αν η ημερήσια διάταξη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών περιλαμβάνει ζητήματα που αφορούν αμιγώς στην οικονομική διαχείριση, όπως ιδίως θέματα προϋπολογισμού, ισολογισμού και απολογισμού, στο Διοικητικό Συμβούλιο αντί του Γενικού Διευθυντή μετέχει ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

 

   3. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου προεδρεύει ο αρχαιότερος από τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

 

   4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον απουσιάζουν ή κωλύονται, αναπληρώνονται από τους νόμιμους αναπληρωτές τους.

 

   5. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντα τουλάχιστον έξι (6) μέλη. Οι αποφάσεις του λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

 

   6. Το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου του, τουλάχιστον πέντε (5) φορές κάθε ημερολογιακό έτος και συγκαλείται εκτάκτως από αυτόν, όταν το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών του.

 

   7. Οι συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου πραγματοποιούνται στην Αθήνα ή στη Θεσσαλονίκη, είτε με φυσική παρουσία είτε διαδικτυακά με τη χρήση υπηρεσιακών τεχνολογικών μέσων.

 

’ρθρο 7

Αρμοδιότητες Διοικητικού Συμβουλίου

 

   Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι το ανώτατο όργανο διοίκησης, το οποίο έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

 

   α) Ορίζει το σήμα, τη σφραγίδα, τη μορφή της ιστοσελίδας και το ψηφιακό αποτύπωμα δεδομένων της ΕΣΔι,

 

   β) χαράσσει τις γενικές κατευθύνσεις της κατάρτισης και της επιμόρφωσης και εποπτεύει την εφαρμογή τους,

 

   γ) εγκρίνει τα προγράμματα κατάρτισης όλων των κατευθύνσεων που περιλαμβάνουν τα διδασκόμενα μαθήματα, τους διδάσκοντες, τις προγραμματισμένες ημερίδες και τις επισκέψεις σε ημεδαπά ή αλλοδαπά δικαστήρια και εισαγγελίες, καθώς και σε άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς,

 

   δ) εγκρίνει τα προγράμματα επιμόρφωσης είτε αφορούν σε κάθε κατεύθυνση ξεχωριστά είτε είναι κοινά περισσοτέρων κατευθύνσεων,

 

   ε) εγκρίνει τα επιμορφωτικά προγράμματα που συνδέονται με τις διεθνείς σχέσεις της Σχολής,

 

   στ) υιοθετεί τον ετήσιο προϋπολογισμό και οποιαδήποτε τροποποίησή του, τον ισολογισμό και τον απολογισμό της Σχολής,

 

   ζ) δια του Γενικού Διευθυντή υποβάλλει, μετά από το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους, αναλυτική έκθεση για τις δραστηριότητες και τις προοπτικές της Σχολής στον Υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος την καταθέτει στη Βουλή,

 

   η) εξουσιοδοτεί τον Γενικό Διευθυντή για σημειακές τροποποιήσεις των προγραμμάτων κατάρτισης και επιμόρφωσης ή, ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή, μπορεί να εξουσιοδοτήσει άλλα όργανα της Σχολής, προκειμένου να ασκήσουν είτε συγκεκριμένες αρμοδιότητες του Γενικού Διευθυντή είτε να υπογράφουν με εντολή του κάθε είδους πράξεις, έγγραφα ή αποφάσεις, οι οποίες ανήκουν στην αρμοδιότητά του. Οι αποφάσεις αυτές του Διοικητικού Συμβουλίου αναρτώνται στη Διαύγεια και επί είκοσι (20) ημέρες στην ιστοσελίδα της Σχολής,

 

   θ) ορίζει, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, τον γραμματέα του με τον νόμιμο αναπληρωτή του, από υπαλλήλους της Σχολής για μία μόνο θητεία τριών (3) ετών,

 

   ι) αποφασίζει επί ενστάσεων κατά αποφάσεων του οικείου Συμβουλίου Σπουδών που αφορούν είτε στη διαγραφή εκπαιδευομένων από τη Σχολή λόγω υπέρβασης του αριθμού των αδικαιολόγητων απουσιών είτε στην επανάληψη του πρώτου σταδίου κατάρτισης από εκπαιδευόμενους λόγω υπέρβασης του αριθμού των δικαιολογημένων απουσιών,

 

   ια) αποφασίζει επί έγγραφης διαφωνίας δύο (2) μελών του οικείου Συμβουλίου Σπουδών της Σχολής σε απόφαση του τελευταίου, εφόσον εισαχθεί το θέμα προς συζήτηση από τον Γενικό Διευθυντή της Σχολής,

   ιβ) αποφασίζει επί ενστάσεως διδάσκοντος κατά απόφασης του οικείου Συμβουλίου Σπουδών περί διαγραφής του από τον πίνακα διδασκόντων, ανάκλησης της ανάθεσης διδασκαλίας του και αντικατάστασής του από άλλον διδάσκοντα,

 

   ιγ) αποφασίζει για τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων των οργανικών μονάδων της Σχολής, καθώς και για τη σύσταση, αναδιάρθρωση, συγχώνευση, ή κατάργηση κλάδων και θέσεων κάθε βαθμού ή ειδικότητας μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και τον προσδιορισμό ειδικών τυπικών προσόντων κάθε κλάδου ή ειδικότητας,

 

   ιδ) εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση για την απόσπαση υπαλλήλων στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών ή για την ανανέωση ή για τη διακοπή της απόσπασής τους,

 

   ιε) εγκρίνει το ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης των εκπαιδευτών και

 

   ιστ) εισηγείται στους Υπουργούς Οικονομικών και Δικαιοσύνης την έκδοση κοινής απόφασης, με την οποία καθορίζονται οι κάθε είδους αποζημιώσεις και αμοιβές, δαπάνες μετακίνησης, διαμονής, υπερωριακής εργασίας και γενικώς κάθε δαπάνη σχετική με την κατάρτιση των εκπαιδευομένων και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, στα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 52.

 

’ρθρο 8

Γενικός Διευθυντής

 

   1. Γενικός Διευθυντής τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, εκ περιτροπής ανώτατος δικαστικός λειτουργός του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου μεταξύ εκείνων που έχουν ακόμη τουλάχιστον τριετή ενεργό υπηρεσία, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου. Αποκλείεται ο ορισμός ως Γενικού Διευθυντή ενός εκ των Προέδρων του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο τοποθετούμενος δικαστικός λειτουργός παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση, αν με οποιονδήποτε τρόπο στερηθεί τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζεται με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση για μία μόνο θητεία τριών (3) ετών, η οποία, κατ' εξαίρεση, παρατείνεται μέχρι την ολοκλήρωση της προβλεπόμενης διαδικασίας τοποθέτησης του νέου Γενικού Διευθυντή.

 

   2. Αν ο Γενικός Διευθυντής ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται κατά τη διάρκεια της θητείας του, τον αναπληρώνει ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.

 

’ρθρο 9

Αρμοδιότητες Γενικού Διευθυντή

 

   Ο Γενικός Διευθυντής αποτελεί όργανο Διοίκησης της Σχολής και οι αρμοδιότητές του είναι οι εξής:

 

   α) Έχει το τεκμήριο της αρμοδιότητας για όλα τα θέματα της Σχολής, εκτός από εκείνα, τα οποία έχουν ανατεθεί ειδικώς σε άλλα όργανά της,

 

   β) προΐσταται του διοικητικού προσωπικού της Σχολής, το οποίο τοποθετεί και κατανέμει ανάλογα με τις ανάγκες,

 

   γ) ασκεί τον πειθαρχικό έλεγχο του διοικητικού προσωπικού της Σχολής και των εκπαιδευομένων, κατά το μέρος που έχει τη σχετική αρμοδιότητα,

 

   δ) μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου,

 

   ε) εκπροσωπεί τη Σχολή δικαστικώς και εξωδίκως, ,

 

   στ) προωθεί τις διεθνείς σχέσεις της Σχολής,

 

   ζ) εποπτεύει το έργο των Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και επιλύει διαφωνίες που ανακύπτουν σχετικά με τις αρμοδιότητές τους, καθώς και τις ανατεθειμένες από αυτόν αρμοδιότητες μεταξύ των οργανικών μονάδων της Σχολής και των υπαλλήλων,

 

   η) προεδρεύει των οικείων Συμβουλίων Σπουδών της Σχολής,

 

   θ) προτείνει τους γραμματείς του Διοικητικού Συμβουλίου και των Συμβουλίων Σπουδών της Σχολής με τους νόμιμους αναπληρωτές τους,

 

   ι) προβαίνει στις αναθέσεις διδασκαλίας των διδασκόντων όλων των κατευθύνσεων, στις οποίες επισυνάπτει οδηγίες που έχουν σχέση με τον χρόνο και τον τρόπο διενέργειας των μαθημάτων, όπως έχει αποφασισθεί από τα οικεία Συμβούλια Σπουδών,

 

   ια) εγκρίνει τους πίνακες όσων από τους υποψηφίους γίνονται δεκτοί για να συμμετάσχουν στον εισαγωγικό διαγωνισμό, καθώς και όσων αποκλείονται από αυτόν,

 

   ιβ) διενεργεί τις κληρώσεις των επιτροπών του εισαγωγικού διαγωνισμού της Σχολής, σύμφωνα με όσα ορίζονται στις παρ. 5 και 6 του άρθρου 18,

 

   ιγ) προτείνει προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης τη μεταβολή των εξεταζόμενων ξένων γλωσσών και θεματικών που περιλαμβάνονται στα τρία (3) στάδια του εισαγωγικού διαγωνισμού,

 

   ιδ) προτείνει προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης τους γραμματείς του εισαγωγικού διαγωνισμού, καθώς και των εξετάσεων αποφοίτησης με τους νόμιμους αναπληρωτές τους, όταν ο διαγωνισμός διενεργείται στην έδρα της Σχολής,

 

   ιε) αίρει την αμφιβολία ή την αμφισβήτηση που δημιουργείται για το νομότυπο των αιτήσεων εγγραφής των επιτυχόντων και την πληρότητα των σχετικών δικαιολογητικών,

 

   ιστ) εισάγει προς επίλυση στο Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής τη διαφωνία δύο (2) μελών του οικείου Συμβουλίου Σπουδών, κατόπιν έγγραφης αίτησής τους, για απόφαση που έλαβε το τελευταίο,

 

   ιζ) ζητεί ενημέρωση από τους εποπτεύοντες και τους εκπαιδευτές δικαστικούς λειτουργούς, καθώς και από τους εκπαιδευόμενους για την πρόοδο της πρακτικής άσκησης,

 

   ιη) ορίζει για διετή θητεία τους εποπτεύοντες δικαστικούς λειτουργούς, καθώς και τους εκπαιδευτές για την πραγματοποίηση της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων,

 

   ιθ) προσκαλεί στα αρμόδια Συμβούλια Σπουδών έναν (1) ή περισσότερους βασικούς διδάσκοντες της οικείας κατεύθυνσης, καθώς και τον εποπτεύοντα δικαστικό ή εισαγγελία, οι οποίοι διατύπωσαν γνώμη περί ακαταλληλότητας εκπαιδευομένου να ασκήσει καθήκοντα δικαστικού λειτουργού,

 

   κ) υπογράφει τα δελτία υπηρεσιακής ταυτότητας, που χορηγούνται στους εκπαιδευόμενους μετά από την ορκωμοσία τους,

 

   κα) αποφασίζει για την υποχρεωτική διακοπή της εκπαίδευσης, εφόσον συντρέχουν οι λόγοι που αναφέρονται στο άρθρο 31,

 

   κβ) παραπέμπει απευθείας στο αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών την πρόταση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης να επιβληθεί σε εκπαιδευόμενο η πειθαρχική ποινή της διαγραφής από τη Σχολή,

 

   κγ) αποφασίζει για τη διενέργεια συμπληρωματικής διοικητικής ανάκρισης,

 

   κδ) αποφασίζει για την απαλλαγή του εγκαλούμενου από την επιβολή πειθαρχικής ποινής,

 

   κε) αποφασίζει για την επιβολή των πειθαρχικών ποινών της έγγραφης επίπληξης και του προστίμου έως τις αποδοχές των έξι (6) μηνών,

 

   κστ) προτείνει προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής τον καθορισμό των αρμοδιοτήτων των οργανικών της μονάδων, καθώς και τη σύσταση, αναδιάρθρωση, συγχώνευση, ή κατάργηση κλάδων και θέσεων κάθε βαθμού ή ειδικότητας μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και τον προσδιορισμό των ειδικών τυπικών προσόντων κάθε κλάδου ή ειδικότητας,

 

   κζ) εισάγει στο αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών την πρόταση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης περί διαγραφής διδάσκοντα από τον πίνακα διδασκόντων, ο οποίος δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, περί ανάκλησης της πράξης ανάθεσης διδασκαλίας του και περί αντικατάστασής του από άλλον διδάσκοντα,

 

   κη) αποφασίζει για την κατάρτιση του προγράμματος διδασκαλίας μετά από εισήγηση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης,

 

   κθ) προτείνει προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής τους προς απόσπαση υπαλλήλους σε αυτή ή την ανανέωση ή τη διακοπή της απόσπασής τους από αυτήν,

 

   κι) προτείνει προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής την έκδοση κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, με την οποία καθορίζονται, κατά τις κείμενες διατάξεις, οι κάθε είδους αποζημιώσεις και αμοιβές, δαπάνες μετακίνησης, διαμονής, υπερωριακής εργασίας και γενικώς κάθε δαπάνη σχετική με την κατάρτιση των εκπαιδευομένων και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, στα αναφερόμενα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 52,

 

   κια) προτείνει στον Υπουργό Δικαιοσύνης την έκδοση απόφασης για την εκκαθάριση των αρχείων της Σχολής και, εφόσον αυτή εκδοθεί, συγκροτεί τη σχετική επιτροπή,

 

   κιβ) διατυπώνει τη σύμφωνη γνώμη του για τα ζητήματα που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρθρου 6 και

 

   κιγ) υποβάλλει ερωτήματα προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) και αποδέχεται ή μη τις σχετικές γνωμοδοτήσεις, καθώς και εγκρίνει ή μη τα πρακτικά του ΝΣΚ επί των δικαστικών και εξωδίκων υποθέσεων της Σχολής.

 

’ρθρο 10

Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων

 

   1. Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Δικαστικού Συμβουλίου, Σύμβουλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει τουλάχιστον τριετή ενεργό υπηρεσία. Παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση αυτή, αν προαχθεί ή με οποιονδήποτε τρόπο στερηθεί τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζεται με μερική απασχόληση και μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης του για θητεία τριών (3) ετών. Η θητεία του παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι την ανάληψη καθηκόντων από τον αντικαταστάτη του. Εφόσον ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης.

 

   2. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων:

 

   α) Είναι ο διατάκτης των δαπανών της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και υπεύθυνος για την αποτελεσματική διοίκηση των οικονομικών της υποθέσεων,

 

   β) λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής λειτουργίας της και εποπτεύει τις διαδικασίες που αφορούν στην ορθή εκτέλεση του προϋπολογισμού της και στην οικονομική λειτουργία της, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες που δίνει σε αυτόν το Διοικητικό Συμβούλιο και τη σύμφωνη γνώμη του Γενικού Διευθυντή.

 

   3. Ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων:

 

   α) Μεριμνά για την, κατά τον νόμο, αξιοποίηση των πόρων της Σχολής,

 

   β) σχεδιάζει και εφαρμόζει τα προγράμματα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και από πόρους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων,

 

   γ) προγραμματίζει τις οικονομικές υποθέσεις της Σχολής και εποπτεύει τη διαδικασία εκτέλεσής τους,

 

   δ) εγκρίνει την πραγματοποίηση των δαπανών της Σχολής, αναλαμβάνει τις σχετικές υποχρεώσεις σε βάρος των πιστώσεών της και συνάπτει τις σχετικές συμβάσεις,

 

   ε) εκδίδει τις πράξεις καταλογισμού αποδοχών, όπως προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρου 22, την παρ. 4 του άρθρου 26 και την παρ. 2 του άρθρου 36.

 

’ρθρο 11

Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης

 

   1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών τοποθετούνται τρεις (3) Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, ένας (1) για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, ένας (1) για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων, και ένας (1) για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης.

 

   2. Ως Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου: α) ένας  (1) Σύμβουλος Επικρατείας για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, όταν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από τον ’ρειο Πάγο, β) ένας (1) Αρεοπαγίτης για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, όταν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας και γ) ένας (1) Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων, όταν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Αν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας, Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης ορίζεται Πρόεδρος Εφετών που υπηρετεί στα διοικητικά δικαστήρια. Αν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από τον ’ρειο Πάγο, Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών ορίζεται Πρόεδρος Εφετών των πολιτικών δικαστηρίων στην περίπτωση αυτή, Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης στην κατεύθυνση των Εισαγγελέων, ορίζεται Εισαγγελέας Εφετών από τις αντίστοιχες εισαγγελίες της Χώρας.

 

   3. Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης όλων των κατευθύνσεων παύουν αυτοδικαίως να κατέχουν τις θέσεις τους, αν προαχθούν ή στερηθούν με οποιονδήποτε τρόπο τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζονται με μερική απασχόληση, η οποία δεν μπορεί να είναι λιγότερη από δύο (2) ημέρες την εβδομάδα, και έχουν μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης τους. Η τοποθέτησή τους αφορά σε μία μόνο θητεία τριών (3) ετών, η οποία, κατ' εξαίρεση, παρατείνεται μέχρι την ολοκλήρωση της προβλεπόμενης διαδικασίας τοποθέτησης του νέου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κάθε κατεύθυνσης.

 

   4. Εφόσον ελλείπουν, απουσιάζουν ή κωλύονται, ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών αναπληρώνεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων και αντιστρόφως και ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών.

 

’ρθρο 12

Αρμοδιότητες Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης

 

   1. Οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της οικείας κατεύθυνσης έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

 

   α) Συμμετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στο Διοικητικό Συμβούλιο και εισηγούνται τα θέματα της αρμοδιότητάς τους,

 

   β) συντονίζουν το διοικητικό προσωπικό για θέματα των αρμοδιοτήτων τους,

 

   γ) συνεπικουρούν τον Γενικό Διευθυντή στην προώθηση των διεθνών σχέσεων της Σχολής,

 

   δ) εγγράφουν τους εκπαιδευόμενους,

 

   ε) επιβλέπουν την προεισαγωγική εκπαίδευσή τους,

 

   στ) αξιολογούν τους εκπαιδευόμενους και επιμορφούμενους, όπου αυτό απαιτείται,

 

   ζ) μεριμνούν για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή του προγράμματος κατάρτισης και τον συντονισμό των συναφών εκπαιδευτικών διαδικασιών,

 

   η) επιβλέπουν την επιμόρφωση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών,

 

   θ) μεριμνούν για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή του προγράμματος επιμόρφωσης και τον συντονισμό των συναφών εκπαιδευτικών διαδικασιών,

 

   ι) παρακολουθούν το νομοθετικό έργο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη νομολογία των δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένης και της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, για την άρτια οργάνωση σεμιναρίων ειδικά για ζητήματα ευρωπαϊκού δικαίου που αφορούν στα στάδια της κατάρτισης και επιμόρφωσης,

 

   ια) ορίζουν τους γραμματείς των Συμβουλίων Διδασκόντων με τους νόμιμους αναπληρωτές τους,

 

   ιβ) ελέγχουν την πληρότητα των δικαιολογητικών των υποψηφίων του εισαγωγικού διαγωνισμού και τάσσουν, αν το κρίνουν, εύλογη προθεσμία στον ενδιαφερόμενο για τη συμπλήρωση ελλείψεων που του έχουν επισημανθεί, ενώ, περαιτέρω, καταρτίζουν τους πίνακες για κάθε κατεύθυνση όσων υποψηφίων γίνονται δεκτοί στον διαγωνισμό, καθώς και όσων αποκλείονται από αυτόν,

 

   ιγ) υποβάλλουν στα Συμβούλια Σπουδών αιτιολογημένη πρόταση για τη διαγραφή εκπαιδευομένων, οι οποίοι απουσιάζουν αδικαιολόγητα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριάντα (30) ημερών σε αμφότερα τα στάδια κατάρτισης,

 

   ιδ) υποβάλλουν στα Συμβούλια Σπουδών αιτιολογημένη πρόταση για επανάληψη του πρώτου σταδίου κατάρτισης των εκπαιδευομένων, οι οποίοι απουσιάζουν δικαιολογημένα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών συνολικά,

 

   ιε) ζητούν ενημέρωση από τους εποπτεύοντες και τους εκπαιδευτές δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, καθώς και από τους εκπαιδευόμενους για την πρόοδο της πρακτικής άσκησης,

 

   ιστ) χορηγούν τις άδειες της παρ. 7 του άρθρου 26,

 

   ιζ) κρίνουν αν συντρέχει ή όχι σπουδαίος λόγος για την απουσία των εκπαιδευομένων κατά τη διάρκεια της φοίτησης στη Σχολή,

 

   ιη) ασκούν πειθαρχική εξουσία στους εκπαιδευόμενους, κατά το μέρος που έχουν τη σχετική αρμοδιότητα,

 

   ιθ) ασκούν πειθαρχική δίωξη κατά των εκπαιδευόμενων, εφόσον, κατά την κρίση τους, έχουν διαπράξει πειθαρχικά παραπτώματα,

 

   κ) διενεργούν διοικητική ανάκριση ή αναθέτουν τη διενέργειά της σε διδάσκοντα, ο οποίος έχει την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού,

 

   κα) διενεργούν συμπληρωματική διοικητική ανάκριση κατόπιν αποφάσεως του Γενικού Διευθυντή,

 

   κβ) υποβάλλουν στον Γενικό Διευθυντή πρόταση για την επιβολή πειθαρχικής ποινής σε εκπαιδευόμενο,

 

   κγ) προετοιμάζουν και αξιολογούν τα έντυπα με τις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής των τεσσάρων κύκλων των υποχρεωτικών προγραμμάτων επιμόρφωσης,

 

   κδ) επιλέγουν τους κατάλληλους χώρους για την πραγματοποίηση των προγραμμάτων επιμόρφωσης στην Κομοτηνή και στην Αθήνα έχοντας την ευθύνη πραγματοποίησής τους. Στις κατά τόπους εφετειακές περιφέρειες συνεργάζονται με τους Προέδρους ή Εισαγγελείς Εφετών που έχουν, στην περίπτωση αυτή, την ευθύνη για την ανεύρεση των κατάλληλων χώρων και για την πραγματοποίηση των συγκεκριμένων επιμορφωτικών προγραμμάτων,

 

   κε) εισηγούνται προς τον Γενικό Διευθυντή, προκειμένου να εισαχθεί στο οικείο Συμβούλιο Σπουδών η πρότασή τους περί διαγραφής διδάσκοντα από τον πίνακα διδασκόντων, ο οποίος δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, περί ανάκλησης της πράξης ανάθεσης διδασκαλίας του και περί αντικατάστασής του από άλλον διδάσκοντα,

 

   κστ) εισηγούνται προς τον Γενικό Διευθυντή την κατάρτιση του προγράμματος διδασκαλίας και

 

   κζ) εισηγούνται στο Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης το ειδικό επιμορφωτικό πρόγραμμα που αφορά στην εκπαίδευση των εκπαιδευτών.

 

   2. Ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων συνεπικουρεί επιπλέον τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών σε θέματα προεισαγωγικής εκπαίδευσης και επιμόρφωσης που αφορούν στο ουσιαστικό και δικονομικό ποινικό δίκαιο.

 

’ρθρο 13

Συμβούλια Σπουδών

 

   1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργούν δύο (2) Συμβούλια Σπουδών, ένα (1) για τις κατευθύνσεις Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών καθώς και των Εισαγγελέων και ένα (1) για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης.

 

   2. Κάθε Συμβούλιο Σπουδών αποτελείται από πέντε (5) μέλη και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

 

   3. Στο Συμβούλιο Σπουδών των κατευθύνσεων της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, καθώς και των Εισαγγελέων μετέχουν: α) Ο Γενικός Διευθυντής, β) o Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, γ) ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης των Εισαγγελέων, δ) ένα (1) μέλος Δ.Ε.Π. από τη βαθμίδα του Καθηγητή των Νομικών Σχολών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, το οποίο έχει την ιδιότητα του δικηγόρου στον ’ρειο Πάγο, που ορίζεται εκ περιτροπής με απόφαση της οικείας Γενικής Συνέλευσης μαζί με τον αναπληρωτή του για θητεία δύο (2) ετών και ε) ένας (1) εκπρόσωπος των εκπαιδευομένων, ο οποίος εκλέγεται με τον αναπληρωτή του από όλους τους εκπαιδευόμενους των κατευθύνσεων της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, καθώς και των Εισαγγελέων, τον μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους.

 

   4. Στο Συμβούλιο Σπουδών της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης μετέχουν: α) Ο Γενικός Διευθυντής, β) ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης, γ) ο Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, δ) ένα (1) μέλος Δ.Ε.Π. από τη βαθμίδα του Καθηγητή των Νομικών Σχολών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, το οποίο έχει την ιδιότητα του δικηγόρου στον ’ρειο Πάγο, οριζόμενο εκ περιτροπής με απόφαση της οικείας Γενικής Συνέλευσης μαζί με τον αναπληρωτή του για θητεία δύο (2) ετών και ε) ένας (1) εκπρόσωπος των εκπαιδευομένων, ο οποίος εκλέγεται με τον αναπληρωτή του από όλους τους εκπαιδευόμενους της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης, τον Φεβρουάριο κάθε έτους.

 

   5. Η θητεία των μελών των Συμβουλίων Σπουδών λήγει, αν με οποιονδήποτε τρόπο στερηθούν την ιδιότητα, με την οποία συμμετέχουν σε αυτά.

 

   6. Τα Συμβούλια Σπουδών βρίσκονται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντα τρία (3) τουλάχιστον μέλη. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με την πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

 

   7. Οι τακτικές συνεδριάσεις των Συμβουλίων Σπουδών πραγματοποιούνται στην έδρα της Σχολής στη Θεσσαλονίκη είτε με φυσική παρουσία είτε διαδικτυακά με τη χρήση υπηρεσιακών τεχνολογικών μέσων τέσσερις (4) φορές τον χρόνο κατά τους μήνες Μάρτιο, Μάιο, Σεπτέμβριο και Νοέμβριο, εκτάκτως δε οποτεδήποτε άλλοτε, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου τους ή όταν το ζητήσουν τρία (3) από τα μέλη τους.

 

   8. Τα Συμβούλια Σπουδών ορίζουν, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, τον γραμματέα αυτών και τον αναπληρωτή του από τους υπαλλήλους της Σχολής για θητεία δύο (2) ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία μόνο φορά.

 

’ρθρο 14

Αρμοδιότητες Συμβουλίων Σπουδών

 

   1. Τα Συμβούλια Σπουδών έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

 

   α) Καταρτίζουν τα προγράμματα σπουδών, τους πίνακες διδασκόντων και τις ώρες διδασκαλίας συνολικά σε κάθε Τμήμα ανά μάθημα,

 

   β) καταρτίζουν τα προγράμματα επιμόρφωσης των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, την ευθύνη εφαρμογής των οποίων έχουν οι αρμόδιοι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και στις περιπτώσεις των προγραμμάτων που πραγματοποιούνται στις κατά τόπον εφετειακές περιφέρειες οι οικείοι Πρόεδροι ή Εισαγγελείς Εφετών,

 

   γ) εγκρίνουν ή προτείνουν, ανάλογα με την περίπτωση, τη συμμετοχή των εκπαιδευομένων ή των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών σε προγράμματα που προάγουν τις διεθνείς σχέσεις της Σχολής,

 

   δ) εγκρίνουν τη συνεργασία με ημεδαπούς ή αλλοδαπούς φορείς εγνωσμένου κύρους,

 

   ε) παρακολουθούν την εφαρμογή των προγραμμάτων σπουδών και της επιμόρφωσης,

 

   στ) αξιολογούν τα στάδια της προεισαγωγικής κατάρτισης που παρέχεται από τη Σχολή και της επιμόρφωσης των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών,

 

   ζ) αποστέλλουν μέσω των Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τα προγράμματα σπουδών και επιμόρφωσης στους διδάσκοντες,

 

   η) αξιολογούν την καταλληλότητα των υποδομών, των σπουδών, του εκπαιδευτικού υλικού και εξοπλισμού για τα άτομα με αναπηρία όλων των κατηγοριών και μεριμνούν για την αποκατάσταση και διασφάλισή της, καθώς και για την ευαισθητοποίηση των εκπαιδευομένων στα θέματα αυτά,

 

   θ) αποφασίζουν τη διαγραφή των εκπαιδευομένων, οι οποίοι απουσιάζουν αδικαιολόγητα για συνολικό χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών και άνω,

 

   ι) αποφασίζουν την επανάληψη από τους εκπαιδευόμενους του πρώτου σταδίου κατάρτισης της Σχολής, εφόσον απουσιάζουν δικαιολογημένα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών συνολικά,

 

   ια) αποφασίζουν είτε για την απαλλαγή του εγκαλούμενου από την επιβολή πειθαρχικής ποινής είτε για την επιβολή οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής,

 

   ιβ) αποφασίζουν για τη διαγραφή διδάσκοντα από τον πίνακα διδασκόντων, εφόσον αυτός δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, την ανάκληση της ανάθεσης διδασκαλίας σε αυτόν και την αντικατάστασή του με άλλον διδάσκοντα και

 

   ιγ) καταρτίζουν το ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης για την εκπαίδευση των εκπαιδευτών.

 

   2. Αν τουλάχιστον δύο (2) από τα μέλη του Συμβουλίου Σπουδών διαφωνούν με απόφαση που έχει ληφθεί και έχουν διατυπώσει μειοψηφία εγγράφως, μπορούν, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από το πέρας της συνεδρίασης, κατά την οποία ελήφθη η απόφαση, στην οποία διαφώνησαν, να ζητήσουν εγγράφως από τον Γενικό Διευθυντή να εισαγάγει το θέμα προς συζήτηση στο Διοικητικό Συμβούλιο σε τακτή συνεδρίαση. Τα μέλη που διαφώνησαν στο Συμβούλιο Σπουδών καλούνται στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου για να αναπτύξουν τις απόψεις τους και ακολούθως αποχωρούν.

 

’ρθρο 15

Συμβούλια Διδασκόντων

 

   1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργούν τρία (3) Συμβούλια Διδασκόντων, ένα (1) για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, ένα (1) για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης και ένα (1) για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων.

 

   2. Τα Συμβούλια Διδασκόντων αποτελούνται από όλους τους διδάσκοντες, οι οποίοι παρέχουν κάθε φορά τις υπηρεσίες τους σε κάθε κατεύθυνση.

 

   3. Έργο των Συμβουλίων Διδασκόντων είναι η υποβολή προς τα Συμβούλια Σπουδών γραπτών προτάσεων για τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου της Σχολής και ειδικότερα για αλλαγές του εφαρμοζόμενου προγράμματος σπουδών κατά την προεισαγωγική εκπαίδευση.

 

   4. Τα Συμβούλια Διδασκόντων συνέρχονται σε συνεδρίαση κάθε Οκτώβριο ύστερα από πρόσκληση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Προεδρεύει στη σχετική συνεδρίαση ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός από τους διδάσκοντες. Τα Συμβούλια Διδασκόντων βρίσκονται σε απαρτία, εφόσον είναι παρόντες τουλάχιστον επτά (7) διδάσκοντες και απαιτείται για την έγκυρη λήψη αποφάσεων η πλειοψηφία των παρόντων μελών. Επί ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

 

   5. Με απόφαση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης ορίζονται οι γραμματείς των Συμβουλίων Διδασκόντων με τους νόμιμους αναπληρωτές τους από τους υπαλλήλους της Σχολής για θητεία δύο (2) ετών, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία (1) μόνο φορά.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΟΜΕΝΩΝ

 

’ρθρο 16

Προκήρυξη διαγωνισμού

 

   1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως έως το τέλος Μαΐου κάθε έτους, προκηρύσσεται εισαγωγικός διαγωνισμός στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών για τις ακόλουθες κατευθύνσεις: α) Διοικητικής Δικαιοσύνης, για την πλήρωση θέσεων δοκίμων δικαστικών λειτουργών, αα) του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αβ) του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, β) Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης για την πλήρωση θέσεων δοκίμων δικαστικών λειτουργών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, γ) Εισαγγελέων για την πλήρωση θέσεων δοκίμων εισαγγελικών παρέδρων και δ) Ειρηνοδικών για την πλήρωση θέσεων δοκίμων Ειρηνοδικών.

 

   2. Ο διαγωνισμός που αφορά στην πλήρωση θέσεων της κατεύθυνσης Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και της κατεύθυνσης Ειρηνοδικών είναι κοινός και οδηγεί στην κατάρτιση ενιαίου πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 6 του άρθρου 20.

 

   3. Στην προκήρυξη ορίζονται: α) Ο αριθμός των εκπαιδευομένων που κατανέμονται στις κατευθύνσεις και στα προβλεπόμενα τμήματα, β) ο ακριβής χρόνος έναρξης του διαγωνισμού και γ) η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.

 

   4. Το πρόγραμμα, η διαδικασία, ο ορισμός επιτηρητών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα, το οποίο αναφέρεται στους υποψηφίους, στους όρους και στον τρόπο διεξαγωγής του διαγωνισμού, καθορίζονται με απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 18, πλην των εξεταστικών κέντρων που ορίζονται από τη Σχολή.

 

   5. Οι αποφάσεις της Επιτροπής του άρθρου 18 αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

’ρθρο 17

Απαιτούμενα προσόντα συμμετοχής στον διαγωνισμό - Αιτήσεις συμμετοχής

 

   1. Στον διαγωνισμό γίνονται δεκτοί όσοι:

 

   α) Έχουν ή είχαν συμπληρώσει δύο (2) έτη άσκησης δικηγορίας ή είναι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος νομικού τμήματος με μονοετή άσκηση δικηγορίας ή είναι δικαστικοί υπάλληλοι με πτυχίο νομικής σχολής της ημεδαπής ή ισότιμο και αντίστοιχο ή αρμοδίως αναγνωρισμένο της αλλοδαπής και έχουν συμπληρώσει τρία (3) έτη υπηρεσίας στη θέση αυτή ή έχουν την ιδιότητα του Ειρηνοδίκη ή του μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

   β) έχουν συμπληρώσει το εικοστό όγδοο (28ο) και δεν έχουν υπερβεί το τεσσαρακοστό (40ο) έτος της ηλικίας τους την 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο προκηρύσσεται ο διαγωνισμός. Η ηλικία του υποψηφίου αποδεικνύεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού των Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών [ν. 1756/1988 (Α' 35)] και

 

   γ) έχουν τα προσόντα που ορίζονται στις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 36 και δεν έχουν τα κωλύματα που προ- βλέπονται στα άρθρα 37 και 38 του ανωτέρω Κώδικα, για τον διορισμό τους ως δικαστικών λειτουργών. Τα απαιτούμενα προσόντα, εκτός από το όριο ηλικίας, πρέπει να συντρέχουν κατά τον χρόνο έναρξης του διαγωνισμού. Τα κωλύματα πρέπει να μην υπάρχουν τόσο κατά τον χρόνο έναρξης του διαγωνισμού όσο και κατά τον χρόνο εγγραφής στη Σχολή.

 

   2. Οι υποψήφιοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά στη γραμματεία της Σχολής αιτήσεις συμμετοχής στον διαγωνισμό, οι οποίες έχουν τον χαρακτήρα υπεύθυνων δηλώσεων. Με τις ως άνω αιτήσεις δηλώνουν επίσης την κατεύθυνση στην οποία επιθυμούν να διαγωνιστούν, ήτοι κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης, κατευθύνσεις Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών και κατεύθυνση Εισαγγελέων. Περαιτέρω, οι υποψήφιοι δηλώνουν υποχρεωτικά μία (1) ξένη γλώσσα μεταξύ της αγγλικής, γαλλικής, γερμανικής και ιταλικής. Με τις αιτήσεις συμμετοχής συνυποβάλλουν τα δικαιολογητικά, με τα οποία αποδεικνύεται η συνδρομή των απαιτούμενων προσόντων και η έλλειψη των κωλυμάτων, με εξαίρεση τα πιστοποιητικά σωματικής και ψυχικής υγείας, τα οποία υποβάλλονται ηλεκτρονικά στη γραμματεία της Σχολής το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου του έτους που προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός. Το πιστοποιητικό της σωματικής υγείας εκδίδεται από παθολόγο ή γενικό ιατρό, σύμφωνα με όσα ισχύουν για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους, ενώ το πιστοποιητικό ψυχικής υγείας από διευθυντή ψυχιατρικής κλινικής κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου ή τον νόμιμο αναπληρωτή του.

 

   3. Σε περίπτωση διαπίστωσης έλλειψης φυσικών σωματικών δεξιοτήτων υποψηφίου, εξετάζεται από τον παθολόγο ή γενικό ιατρό της παρ. 2 κατά πόσο η έλλειψη αυτή εμποδίζει ή όχι την άσκηση των δικαστικών του καθηκόντων. Εφόσον πιστοποιηθούν από τον ιατρό η υγεία και η σωματική καταλληλότητά του για την άσκηση των ανωτέρω καθηκόντων, λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διευκόλυνση της συμμετοχής του υποψηφίου στον εισαγωγικό διαγωνισμό. Στα μέτρα διευκόλυνσης μπορεί να περιλαμβάνεται και η παροχή παράτασης για την ολοκλήρωση της εξέτασης. Η παράταση αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα δεύτερο του προβλεπόμενου χρόνου για την ολοκλήρωση της εξέτασης.

 

   4. Το πρώτο πενθήμερο του μηνός Ιουλίου του έτους που προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός, οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κάθε κατεύθυνσης, με τη συνδρομή υπαλλήλων της Σχολής, ελέγχουν την πληρότητα των δικαιολογητικών που υπέβαλε κάθε υποψήφιος και καταρτίζουν για κάθε κατεύθυνση πίνακα υποψηφίων, οι οποίοι γίνονται δεκτοί για να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό, καθώς και πίνακα υποψηφίων, οι οποίοι αποκλείονται από αυτόν. Οι ανωτέρω πίνακες αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Σχολής. Ένσταση κατά του πίνακα υποψηφίων, από όσους αποκλείονται του εισαγωγικού διαγωνισμού, ασκείται ηλεκτρονικά από τον αποκλειόμενο εντός δύο (2) ημερών από την ανάρτησή του. Επί της ενστάσεως αποφαίνεται η οικεία επιτροπή εντός της ίδιας ή το αργότερο της επόμενης ημέρας από την υποβολή της. Ο Γενικός Διευθυντής εγκρίνει τους τελικούς πίνακες, οι οποίοι υποβάλλονται στον Πρόεδρο της οικείας Επιτροπής Διαγωνισμού το αργότερο την τελευταία ημέρα του δεύτερου πενθημέρου του μηνός Ιουλίου του έτους που προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός και αναρτώνται στις ιστοσελίδες του Υπουργείου Δικαιοσύνης και της Σχολής, αντίστοιχα.

 

’ρθρο 18

Επιτροπή εισαγωγικού διαγωνισμού

 

   1. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός διενεργείται από επιτροπή, η οποία συγκροτείται για κάθε κατεύθυνση χωριστά, με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εντός του μηνός Ιουλίου. Κατ' εξαίρεση, η επιτροπή για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και την κατεύθυνση των Ειρηνοδικών είναι κοινή.

 

   2. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποτελείται από:

 

   α) Έναν Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας,

 

   β) έναν Σύμβουλο Επικρατείας,

 

   γ) έναν Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

 

   δ) έναν Πρόεδρο Εφετών των Διοικητικών Δικαστηρίων Αθηνών,

 

   ε) ένα μέλος Δ.Ε.Π. από τη βαθμίδα του Καθηγητή δημοσίου δικαίου των Νομικών Σχολών της Χώρας και

 

   στ) έναν δικηγόρο με εικοσιπενταετή τουλάχιστον πραγματική δικηγορική υπηρεσία με ειδική ενασχόληση στο δημόσιο δίκαιο.

 

   3. Η επιτροπή για την κατεύθυνση Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, καθώς και για την κατεύθυνση των Ειρηνοδικών αποτελείται από:

 

   α) Έναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

 

   β) έναν Αρεοπαγίτη,

 

   γ) έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου,

 

   δ) ένα μέλος Δ.Ε.Π. από τη βαθμίδα του Καθηγητή ιδιωτικού ή ποινικού δικαίου των Νομικών Σχολών της Χώρας και

 

   ε) έναν δικηγόρο με εικοσιπενταετή τουλάχιστον πραγματική δικηγορική υπηρεσία με ειδική ενασχόληση στο ιδιωτικό δίκαιο.

 

   4. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων αποτελείται από:

 

   α) Έναν Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

 

   β) έναν Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου,

 

   γ) έναν Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών,

 

   δ) ένα μέλος Δ.Ε.Π. από τη βαθμίδα του Καθηγητή ιδιωτικού δικαίου των Νομικών Σχολών της Χώρας και

 

   ε) έναν δικηγόρο με εικοσιπενταετή τουλάχιστον πραγματική δικηγορική υπηρεσία με ειδική ενασχόληση στο ποινικό δίκαιο.

 

   5. Τα μέλη των ανωτέρω επιτροπών που έχουν την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από τους Προϊσταμένους του οικείου Δικαστηρίου και της οικείας Εισαγγελίας. Τα μέλη που έχουν την ιδιότητα μέλους Δ.Ε.Π. ορίζονται με τους αναπληρωτές τους, ύστερα από κλήρωση που διενεργείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης από τον Γενικό Διευθυντή της Σχολής μεταξύ όλων των καθηγητών των Νομικών Σχολών της χώρας, των οποίων το γνωστικό αντικείμενο είναι σχετικό με τα εξεταζόμενα μαθήματα. Τα μέλη που έχουν την ιδιότητα του δικηγόρου ορίζονται με τους αναπληρωτές τους ύστερα από κλήρωση που διενεργείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης από τον Γενικό Διευθυντή της Σχολής μεταξύ είκοσι (20) δικηγόρων που προτείνονται από τον Πρόεδρο της Ολομέλειας των Προέδρων των δικηγορικών συλλόγων της Χώρας. Όσοι διετέλεσαν μέλη επιτροπών εισαγωγικού διαγωνισμού οποιασδήποτε κατεύθυνσης δεν μπορούν να ορισθούν εκ νέου πριν από την πάροδο διετίας για την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων. Αντιθέτως, μπορούν να ορισθούν πριν από την πάροδο του ανωτέρω χρονικού διαστήματος μέλη επιτροπών των εξετάσεων αποφοίτησης. Τα μέλη αμφοτέρων των επιτροπών αυτών δεν επιτρέπεται να έχουν την ιδιότητα του διδάσκοντος στη Σχολή ή να μετέχουν στα όργανα Διοίκησης αυτής.

 

   6. Σε κάθε μία από τις εξεταζόμενες ξένες γλώσσες ορίζονται τέσσερις (4) εξεταστές εκ των οποίων δύο (2) τακτικοί και δύο (2) αναπληρωματικοί, ύστερα από κλήρωση που διενεργείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης από τον Γενικό Διευθυντή της Σχολής μεταξύ δικαστικών λειτουργών των οικείων κατευθύνσεων, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον πενταετή υπηρεσία και γνωρίζουν αποδεδειγμένα την εξεταζόμενη ξένη γλώσσα.

 

   7. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου οι εξεταστές των ξένων γλωσσών με τους αναπληρωτές τους. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο γραμματέας και ο αναπληρωτής του για τη διεξαγωγή της εξέτασης της ξένης γλώσσας. Καθήκοντα γραμματέα ανατίθενται σε υπάλληλο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

’ρθρο 19

Χρόνος και τόπος διεξαγωγής των εξετάσεων - Στάδια του διαγωνισμού

 

   1. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός περιλαμβάνει τρία (3) στάδια. Το πρώτο στάδιο, το οποίο διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη από τη 15η έως τη 18η Ιουλίου, περιλαμβάνει γραπτή εξέταση ξένης γλώσσας, η οποία συνίσταται στη μετάφραση ενός νομικού κειμένου δέκα (10) σειρών από την ξένη γλώσσα στην ελληνική και ενός δεύτερου κειμένου της ίδιας έκτασης από την ελληνική γλώσσα στην ξένη. Τα κείμενα αυτά είναι κοινά για όλες τις γλώσσες. Οι εξεταστές της ξένης γλώσσας που έχει τον μεγαλύτερο αριθμό συμμετοχών προετοιμάζουν τα υποψήφια προς εξέταση κείμενα, τα οποία είναι δύο (2) για τη μετάφραση από την ξένη γλώσσα στην ελληνική και δύο (2) για τη μετάφραση από την ελληνική στην ξένη γλώσσα. Κατά την ημέρα των γραπτών εξετάσεων διενεργείται κλήρωση ενώπιον του Γενικού Διευθυντή της Σχολής και των εξεταστών και εξάγονται από την κληρωτίδα δύο (2) θέματα προς μετάφραση, ένα (1) από την ξένη γλώσσα στην ελληνική, το οποίο εν συνεχεία διατυπώνεται από τους υπόλοιπους εξεταστές στην γλώσσα την οποία αυτοί εξετάζουν και ένα από την ελληνική στην ξένη. Επιτυχών θεωρείται ο υποψήφιος που συγκέντρωσε μέσο όρο γραπτών τουλάχιστον οκτώ (8) με άριστα το δεκαπέντε (15). Τα αποτελέσματα στην ξένη γλώσσα αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών το αργότερο έως την 30ή Ιουλίου. Οι επιτυχόντες του πρώτου σταδίου συμμετέχουν στο δεύτερο στάδιο, ο δε βαθμός που συγκέντρωσαν στην ξένη γλώσσα δεν υπολογίζεται στα επόμενα στάδια.

 

   2. Το δεύτερο στάδιο, το οποίο διεξάγεται εντός του μηνός Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, περιλαμβάνει γραπτή εξέταση η οποία είναι κοινή στην κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και στην κατεύθυνση των Ειρηνοδικών για όλους τους υποψηφίους. Η γραπτή αυτή εξέταση περιλαμβάνει τα εξής αντικείμενα, που εξετάζονται ένα (1) ανά ημέρα, ως ακολούθως:

 

   α) Κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης: αα) Γενική νομική παιδεία, αβ) πρακτικό με έμφαση στο συνταγματικό δίκαιο, σε θεματικές του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αγ) πρακτικό με έμφαση στο διοικητικό δίκαιο και αδ) πρακτικό με έμφαση στο δίκαιο διοικητικών διαφορών ουσίας.

 

   β) Κατεύθυνση Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Κατεύθυνση Ειρηνοδικών: βα) Γενική νομική παιδεία, ββ) πρακτικό με έμφαση στο αστικό δίκαιο, στο εμπορικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία, βγ) πρακτικό με έμφαση στο αστικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία και βδ) πρακτικό με έμφαση στο ποινικό δίκαιο και στην ποινική δικονομία.

 

   γ) Κατεύθυνση Εισαγγελέων: γα) γενική νομική παιδεία, γβ) πρακτικό με έμφαση στο ποινικό δίκαιο και στην ποινική δικονομία, γγ) πρακτικό με έμφαση στο ευρωπαϊκό ποινικό δίκαιο και γδ) πρακτικό με έμφαση στο αστικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία που αφορά στην κατεύθυνση των εισαγγελέων.

 

   Τα πρακτικά θέματα διορθώνονται αποκλειστικά από τα μέλη των οικείων Επιτροπών, που είναι δικαστικοί λειτουργοί, και η γενική νομική παιδεία από έναν Καθηγητή και έναν δικηγόρο που αποτελούν μέλη των οικείων Επιτροπών. Ο Πρόεδρος της οικείας Επιτροπής κατανέμει την εξέταση των αντικειμένων κατά τέτοιο τρόπο, ώστε σε κάθε εξεταζόμενο αντικείμενο να αντιστοιχούν δύο  (2) εξεταστές. Σε περίπτωση αναβαθμολόγησης γραπτών, τα πρακτικά θέματα διορθώνονται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής ή τον νόμιμο αναπληρωτή του και η γενική νομική παιδεία από τον αρχαιότερο σε βαθμίδα Καθηγητή. Η αναβαθμολόγηση των γραπτών είναι υποχρεωτική, αν η διαφορά της βαθμολογίας μεταξύ των εξεταστών είναι από τρεις (3) μονάδες και άνω. Οι εξεταστές οφείλουν να προετοιμάσουν ο καθένας από δύο (2) θέματα για το προς εξέταση αντικείμενο. Την ημέρα των εξετάσεων συνέρχεται η εξεταστική επιτροπή, εγκρίνει κατά πλειοψηφία δύο (2) από τα θέματα αυτά και ο Πρόεδρος αυτής, ενώπιον όλων των μελών της Επιτροπής, διενεργεί κλήρωση και το θέμα που εξάγεται από την κληρωτίδα τίθεται στις εξετάσεις. Τα αποτελέσματα του δεύτερου σταδίου ανακοινώνονται το αργότερο μέχρι την 30ή Νοεμβρίου και αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών. Οι επιτυχόντες του δεύτερου σταδίου συμμετέχουν στο τρίτο στάδιο. Για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και για την κατεύθυνση των Ειρηνοδικών, για τις οποίες ο εισαγωγικός διαγωνισμός είναι κοινός, καταρτίζεται ένας ενιαίος πίνακας επιτυχόντων.

 

   3. Το τρίτο στάδιο, το οποίο διεξάγεται από την 1η Δεκεμβρίου έως την 20ή Δεκεμβρίου στην Αθήνα, περιλαμβάνει προφορική εξέταση των υποψηφίων, σε αντικείμενα στα οποία αυτοί εξετάστηκαν γραπτώς και επιπροσθέτως στο αντικείμενο του ευρωπαϊκού δικαίου. Ο Πρόεδρος της οικείας επιτροπής κατανέμει την εξέταση των θεματικών ενοτήτων σε όλα τα μέλη της επιτροπής που διενεργούν τις προφορικές εξετάσεις.

 

   4. Τα τελικά αποτελέσματα ανακοινώνονται το αργότερο μέχρι και την 22α Δεκεμβρίου και αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

   5. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, δύναται να μεταβάλλονται οι εξεταζόμενες ξένες γλώσσες και θεματικές που περιλαμβάνονται στα τρία (3) στάδια του εισαγωγικού διαγωνισμού.

 

’ρθρο 20

Βαθμολόγηση υποψηφίων

 

   1. Η βαθμολογική κλίμακα των εισαγωγικών εξετάσεων για όλα τα στάδια του διαγωνισμού εκτείνεται από μηδέν (0) έως δεκαπέντε (15).

 

   2. Η βαθμολόγηση της γραπτής επίδοσης της ξένης γλώσσας στο πρώτο στάδιο του διαγωνισμού διενεργείται από τους εξεταστές, τακτικούς ή αναπληρωματικούς, όπως ορίσθηκαν κατ' εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 18. Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων του δεύτερου σταδίου διενεργείται από δύο (2) βαθμολογητές, μέλη της επιτροπής, τακτικά ή αναπληρωματικά. Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των διαγωνιζομένων στα γραπτά δοκίμια και η βαθμολογία του πρώτου εξεταστή καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά από την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε όλες τις θεματικές ενότητες. Απαγορεύονται οποιεσδήποτε σημειώσεις επάνω στο γραπτό. Ο μέσος όρος των βαθμών των δύο (2) βαθμολογητών αποτελεί τον βαθμό του υποψηφίου στο γραπτό δοκίμιο, όταν δεν συντρέχει περίπτωση αναβαθμολόγησης, βάσει της παρ. 2 του άρθρου 19. Αν συντρέχει περίπτωση αναβαθμολόγησης, ο βαθμός του γραπτού δοκιμίου είναι ο μέσος όρος των βαθμών των τριών (3) βαθμολογητών. Ως επιτυχόντες στο δεύτερο στάδιο του εισαγωγικού διαγωνισμού θεωρούνται όσοι υποψήφιοι έλαβαν μέσο όρο βαθμολογίας στις γραπτές δοκιμασίες τουλάχιστον οκτώ (8) και σε καμία κάτω από έξι (6). Ο τελικός βαθμός κάθε υποψηφίου στο δεύτερο στάδιο προκύπτει από τον συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε στις τέσσερις (4) γραπτές δοκιμασίες του σταδίου αυτού, οι οποίες έχουν τον ίδιο συντελεστή βαρύτητας, ένα (1), για όλες τις κατευθύνσεις.

 

   3. Η αξιολόγηση της επίδοσης του υποψηφίου στην προφορική δοκιμασία γίνεται από κάθε μέλος της επιτροπής, το οποίο, μετά από το τέλος της εξέτασης, βαθμολογεί ιδιαιτέρως την επίδοση του υποψηφίου με έναν βαθμό για ολόκληρη την εξεταστέα ύλη. Ο μέσος όρος των πέντε (5) βαθμών αποτελεί τον βαθμό του υποψηφίου στην προφορική δοκιμασία, δηλαδή στο τρίτο στάδιο του εισαγωγικού διαγωνισμού.

 

   4. Ο τελικός βαθμός επιτυχίας κάθε υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα του μέσου όρου της γραπτής δοκιμασίας, με συντελεστή βαρύτητας εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) και του μέσου όρου της προφορικής δοκιμασίας, με συντελεστή βαρύτητας είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

 

   5. Ο τελικός βαθμός επιτυχίας προσαυξάνεται κατά ένα δέκατο (1/10) της μονάδας για κάθε ένα μεταπτυχιακό δίπλωμα, και, πάντως, όχι περισσότερα από δύο (2), Νομικής Σχολής της ημεδαπής ή ως ισότιμο ή αρμοδίως αναγνωρισμένο της αλλοδαπής και κατά τρία δέκατα (3/10) της μονάδας για ένα διδακτορικό δίπλωμα Νομικής Σχολής της ημεδαπής ή ισότιμο ή αρμοδίως αναγνωρισμένο της αλλοδαπής. Σε περίπτωση κατοχής διδακτορικού διπλώματος δεν προστίθεται η προσαύξηση μεταπτυχιακού διπλώματος. Τα μέλη της επιτροπής του εισαγωγικού διαγωνισμού αποφαίνονται αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις προσαύξησης λόγω μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος. Η συνάφεια ή μη της κατεύθυνσης, στην οποία ο υποψήφιος επιλέγει να λάβει μέρος, δεν ασκεί επιρροή για την κρίση αυτή της επιτροπής.

 

   6. Στους πίνακες οριστικών αποτελεσμάτων περιλαμβάνονται μόνο οι υποψήφιοι οι οποίοι έλαβαν τελικό βαθμό επιτυχίας τουλάχιστον οκτώ (8), μετά δε από τον υπολογισμό των προσαυξήσεων της παρ. 5 κατατάσσονται κατά βαθμολογική σειρά στους πίνακες αυτούς. Για τις κατευθύνσεις Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών, για τις οποίες διενεργείται κοινός διαγωνισμός, καταρτίζεται ένας ενιαίος πίνακας οριστικών αποτελεσμάτων. Ακολούθως, οι πίνακες αυτοί επικυρώνονται από την επιτροπή διαγωνισμού, αποστέλλονται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

’ρθρο 21

Εγγραφή επιτυχόντων

 

   1. Στη Σχολή εγγράφονται οι υποψήφιοι, οι οποίοι περιλαμβάνονται στον πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων κατά σειρά επιτυχίας, έως ότου καλυφθεί ο αριθμός των θέσεων, ο οποίος αναφέρεται στην προκήρυξη. Σε περίπτωση ισοβαθμίας, για την πλήρωση της τελευταίας θέσης, οι υποψήφιοι, οι οποίοι ισοβάθμησαν, εγγράφονται ως υπεράριθμοι.

 

   2. Στην κατεύθυνση Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και στην κατεύθυνση Ειρηνοδικών, όπου έχει συνταχθεί ένας ενιαίος πίνακας οριστικών αποτελεσμάτων, η πλήρωση των θέσεων που έχουν προκηρυχθεί για την κάθε κατεύθυνση γίνεται με κριτήριο τη σειρά επιτυχίας και τη δήλωση προτίμησης του επιτυχόντος. Οι επιτυχόντες με την καλύτερη επίδοση καταλαμβάνουν, εφόσον το επιλέξουν, τις θέσεις υποψηφίων δοκίμων παρέδρων της Κατεύθυνσης Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, ενώ έπονται οι λοιποί επιτυχόντες για την κατάληψη θέσεων δοκίμων Ειρηνοδικών της Κατεύθυνσης Ειρηνοδικών. Η παραπάνω δήλωση επιλογής των υποψηφίων γίνεται κατά το στάδιο της εγγραφής τους στην Σχολή.

 

   3. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη δημοσίευση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων, ο αριθμός των εγγραφόμενων υπεραρίθμων κατανέμεται στα προβλεπόμενα τμήματα των οικείων κατευθύνσεων. Εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου, αν ο αριθμός των επιτυχόντων είναι μικρότερος από τον αριθμό των θέσεων, που προβλέπονται στην προκήρυξη, γίνεται ανακατανομή των θέσεων της οικείας κατεύθυνσης.

 

   4. Η αίτηση για την εγγραφή στη Σχολή υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη γραμματεία της μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την ανάρτηση στην ιστοσελίδα της Σχολής του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων.

 

   5. Τα δικαιολογητικά, τα οποία αποδεικνύουν τη συνδρομή των προσόντων, που ορίζονται στις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 36, και την έλλειψη κωλυμάτων, που προβλέπονται στα άρθρα 37 και 38 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, Α' 35), καταχωρίζονται σε τηρούμενο για κάθε εκπαιδευόμενο ατομικό φάκελο, στον οποίο φυλάσσονται όλα τα στοιχεία που τον αφορούν. Δεν απαιτείται να υποβληθούν τα στοιχεία, τα οποία έχουν ήδη κατατεθεί, για τη συμμετοχή στον εισαγωγικό διαγωνισμό, εκτός αν αυτά είχαν περιορισμένη χρονική ισχύ και έχει παρέλθει η διάρκειά της ή εμφανίζουν ελλείψεις. Τα πρακτικά που έχουν συνταχθεί από τις οικείες επιτροπές του εισαγωγικού διαγωνισμού και αφορούν τα θέματα, τα οποία είναι σχετικά με τη διεξαγωγή του διαγωνισμού και την κατάρτιση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων, διαβιβάζονται στη Σχολή από τον γραμματέα της επιτροπής του εισαγωγικού διαγωνισμού αμέσως μετά από την επικύρωση του πίνακα αυτού.

 

   6. Το νομότυπο των αιτήσεων εγγραφής και η πληρότητα των σχετικών δικαιολογητικών ελέγχονται από τον οικείο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, ο οποίος μπορεί να τάξει εύλογη προθεσμία στον ενδιαφερόμενο για τη συμπλήρωση ελλείψεων που του έχουν επισημανθεί. Σε περίπτωση αμφιβολίας ή αμφισβήτησης, αυτή αίρεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή της Σχολής.

 

   7. Αν ορισμένοι από τους επιτυχόντες δεν υποβάλλουν αίτηση εγγραφής μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την ανάρτηση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων στην ιστοσελίδα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, εφόσον ο αριθμός των θέσεων που έχουν προκηρυχθεί δεν καλύπτεται με την εγγραφή υπεράριθμων, προσκαλείται, με απόφαση του Γενικού Διευθυντή της Σχολής, ίσος αριθμός επιτυχόντων, κατά σειρά επιτυχίας, με βάση τον πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων να υποβάλει αίτηση εγγραφής μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση της πρόσκλησης.

 

   8. Η ιδιότητα του εκπαιδευομένου αποκτάται από όσους εγγράφονται νομοτύπως, από την ημέρα της ορκωμοσίας τους. Η μισθοδοσία των εκπαιδευομένων αρχίζει την 1η Φεβρουαρίου, ημερομηνία έναρξης της κατάρτισής τους κατά το στάδιο της προεισαγωγικής εκπαίδευσης, εφόσον δώσουν σε ειδική τελετή τον νόμιμο όρκο της παρ. 2 του άρθρου 23.

 

’ρθρο 22

Αποδοχές εκπαιδευομένων - Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη - Επιστροφή αποδοχών - Αναστολή δικηγορικής ιδιότητας

 

   1. Οι εκπαιδευόμενοι κατά τη διάρκεια της κατάρτισής τους στη Σχολή λαμβάνουν κάθε μήνα αποδοχές ίσες με το ήμισυ των συνολικών αποδοχών του παρέδρου πρωτοδικείου. Οι δαπάνες μετακίνησής τους για εκπαιδευτικούς λόγους βαρύνουν τη Σχολή. Επί των αποδοχών των εκπαιδευομένων διενεργούνται και αποδίδονται στον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Θ-Ε.Φ.Κ.Α.) ασφαλιστικές εισφορές κύριας ασφάλισης, επικουρικής ασφάλισης, εφάπαξ παροχής και υγειονομικής περίθαλψης.

 

   2. Οι εκπαιδευόμενοι υποχρεούνται να επιστρέψουν τις αποδοχές, που έχουν λάβει, αν με υπαιτιότητά τους διακοπεί η κατάρτισή τους στη Σχολή. Ο καταλογισμός γίνεται με πράξη του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

 

   3. Όσοι εκπαιδευόμενοι έχουν την ιδιότητα του δικηγόρου τελούν, από την εγγραφή τους στη Σχολή, σε αναστολή της ιδιότητας αυτής και οι εισφορές υπολογίζονται επί των αποδοχών που λαμβάνουν σύμφωνα με την παρ. 1. Όσοι έχουν την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού, του καθηγητή οποιασδήποτε βαθμίδας Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, του μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, του δημόσιου υπαλλήλου ή του υπαλλήλου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου θεωρείται αυτοδικαίως, ότι τελούν σε απόσπαση από την ημερομηνία απόκτησης της ιδιότητας του σπουδαστή και καθόλη τη διάρκεια της κατάρτισής τους στη Σχολή. Οι εκπαιδευόμενοι αυτοί λαμβάνουν τις αποδοχές, που προβλέπονται από την παρ. 1. Αν επιλέξουν να επανέλθουν στην αρχική τους θέση, διακόπτοντας την εκπαίδευσή τους στη Σχολή, υποχρεούνται να επιστρέψουν τη διαφορά μεταξύ των αποδοχών που έλαβαν και του βασικού μισθού που θα ελάμβαναν, αν παρέμεναν στην Υπηρεσία τους.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΠΡΟΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ -

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ - ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

 

’ρθρο 23

Στάδια κατάρτισης - Όρκος

 

   1. Η κατάρτιση των εκπαιδευομένων κατανέμεται σε δύο (2) διαδοχικά στάδια, από τα οποία το πρώτο περιλαμβάνει διδασκαλία μαθημάτων στη Σχολή και το δεύτερο πρακτική άσκηση στα δικαστικά καταστήματα. Η κατάρτιση αυτή παρέχεται ξεχωριστά για κάθε μία κατεύθυνση και διαρκεί δεκαέξι (16) μήνες. Αρχίζει την 1η Φεβρουαρίου του έτους εγγραφής στη Σχολή και περατώνεται την 31η Μαΐου του επόμενου έτους.

 

   Η κοινή εκπαίδευση διαρκεί από την 1η Φεβρουαρίου μέχρι την 30ή Ιουνίου του έτους εγγραφής. Στη συνέχεια, από την 1η Ιουλίου μέχρι την 31η Οκτωβρίου, η Διοικητική Κατεύθυνση χωρίζεται σε δύο (2) τμήματα. Στο ένα εντάσσονται οι σπουδαστές που επιλέγουν με ηλεκτρονική δήλωσή τους στη γραμματεία της Σχολής να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων εισηγητών του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας αυτού, στο άλλο δε εντάσσονται οι σπουδαστές που επιλέγουν με ηλεκτρονική δήλωσή τους στη γραμματεία της Σχολής να διοριστούν σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Για την επιλογή αυτή λαμβάνεται υπόψη η βαθμολογία των σπουδαστών στον εισαγωγικό διαγωνισμό σε ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) και η βαθμολογία τους στο πρώτο επιμέρους στάδιο κατάρτισης σε ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%). Ομοίως, κοινή εκπαίδευση για το ίδιο χρονικό διάστημα, ήτοι για το διάστημα από την 1η Φεβρουαρίου μέχρι την 30ή Ιουνίου, έχουν και οι σπουδαστές των κατευθύνσεων Πολιτικής - Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών. Στη συνέχεια, από την 1η Ιουλίου μέχρι την 31η Οκτωβρίου, οι παραπάνω δύο (2) κατευθύνσεις χωρίζονται και οι σπουδαστές τους καταρτίζονται πλέον στα ειδικά, ανά κατεύθυνση, γνωστικά αντικείμενα. Η κατάρτιση στη Σχολή διακόπτεται κατά τον μήνα Αύγουστο, την 3η, 26η και 28η Οκτωβρίου, τη 17η Νοεμβρίου, από την 24η Δεκεμβρίου έως και τη 2α Ιανουαρίου, την 6η Ιανουαρίου, την Καθαρά Δευτέρα, την 25η Μαρτίου, από τη Μεγάλη Πέμπτη έως και τη Δευτέρα του Πάσχα, την 1η Μαΐου και του Αγίου Πνεύματος.

 

   2. Οι εκπαιδευόμενοι κατά την έναρξη της κατάρτισης δίνουν σε ειδική τελετή ενώπιον των διευθυντικών στελεχών της Σχολής τον ακόλουθο θρησκευτικό όρκο: «Ορκίζομαι να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου και να απέχω από κάθε ενέργεια που αντίκειται στην ιδιότητα και το ήθος του υποψήφιου δικαστικού λειτουργού» ή τον ακόλουθο πολιτικό όρκο: «Δηλώνω στην τιμή και τη συνείδησή μου να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου και να απέχω από κάθε ενέργεια που αντίκειται στην ιδιότητα και το ήθος του υποψήφιου δικαστικού λειτουργού».

 

   3. Σε κάθε εκπαιδευόμενο μετά από την ορκωμοσία, χορηγείται δελτίο υπηρεσιακής ταυτότητας, το οποίο υπογράφεται από τον Γενικό Διευθυντή.

 

’ρθρο 24

Εκλογή εκπροσώπων εκπαιδευομένων

 

   1. Οι εκπαιδευόμενοι εντός του μηνός Φεβρουαρίου του έτους της εγγραφής τους εκλέγουν τους εκπροσώπους τους με τους αναπληρωτές τους. Όσοι από τους εκπαιδευόμενους επιθυμούν να είναι υποψήφιοι υποβάλλουν με ηλεκτρονικό μήνυμα τις υποψηφιότητές τους ενώπιον της γραμματείας της Σχολής, η οποία τις γνωστοποιεί στην τριμελή εφορευτική επιτροπή που ορίζουν οι εκπαιδευόμενοι, η οποία, ακολούθως, διεξάγει τις εργασίες της ψηφοφορίας στο κατάστημα της Σχολής σε χώρο και χρόνο που καθορίζεται κάθε φορά από τον Διευθυντή Διοίκησης και Οικονομικού της Σχολής και συντάσσει προς τούτο σχετικό πρακτικό.

 

   2. Η ψηφοφορία είναι μυστική και χρησιμοποιούνται ψηφοδέλτια λευκού χρώματος, στα οποία αναγράφονται τα ονοματεπώνυμα των υποψηφίων, καθώς και ένα χωρίς αναγραφή αυτών, κάθε δε εκλογέας δύναται να ψηφίσει έως δύο (2) το πολύ υποψηφίους. Ως εκπρόσωπος εκλέγεται αυτός που λαμβάνει τον μεγαλύτερο αριθμό ψήφων. Αναπληρωματικοί εκπρόσωποι εκλέγονται οι λοιποί υποψήφιοι κατά τη σειρά του αριθμού των ψήφων που έλαβαν. Σε περίπτωση ισοψηφίας μεταξύ των υποψηφίων διενεργείται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας αποτυπώνεται από την εφορευτική επιτροπή ηλεκτρονικά στο οικείο πρακτικό ψηφοφορίας, το οποίο, μαζί με τα ψηφοδέλτια, υπογράφονται και παραδίδονται στη γραμματεία της Σχολής, η οποία τα φυλάσσει σε ειδικό φάκελο.

 

   3. Η ψηφοφορία δύναται να διεξαχθεί και με τη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών.

 

’ρθρο 25

Προγράμματα σπουδών

 

   1. Τα Συμβούλια Σπουδών από την 20ή Σεπτεμβρίου έως τη 10η Οκτωβρίου κάθε έτους καταρτίζουν τα προγράμματα σπουδών του επομένου έτους, μετά από εισήγηση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης με τον επακριβή καθορισμό των διδακτικών ενοτήτων, της διδακτέας ύλης, των διδασκόντων για κάθε κατεύθυνση σπουδών, των ωρών διδασκαλίας και της μεθόδου διδασκαλίας κάθε διδακτικής ενότητας, των εκπαιδευτικών επισκέψεων στα δικαστικά καταστήματα με παρακολούθηση δικών ή διασκέψεων, των σεμιναρίων, στα οποία περιλαμβάνονται και αυτά που πραγματοποιούνται από όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Συμβουλίου της Ευρώπης, των ημερίδων, καθώς και των λεπτομερειών ως προς την πραγματοποίηση της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων. Έμφαση πρέπει να δίδεται σε θέματα που αφορούν ιδίως: α) στην καλλιέργεια του ελεύθερου φρονήματος των δικαστικών λειτουργών και στην ανάδειξη της ανάγκης προσήλωσης στις θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος, β) στη μεθοδολογία επεξεργασίας φακέλων, γ) στη σύνταξη εισηγήσεων ή σχεδίων αποφάσεων ή προσωρινής δικαστικής προστασίας ή κατηγορητηρίων ή εγγράφων προτάσεων σε Δικαστικά Συμβούλια ή βουλευμάτων ή διατάξεων, δ) στη συμμετοχή σε εικονικές δίκες με την επεξεργασία πραγματικών υποθέσεων και στην αντιμετώπιση ζητημάτων που ανακύπτουν ενώπιον του ακροατηρίου, ε) στη συμμετοχή σε εικονικές διασκέψεις με ανάλυση και εμβάθυνση υποθέσεων που ήδη έχουν απασχολήσει τη νομολογία ή υποθέσεων που έχουν συζητηθεί, αλλά εκκρεμεί η σχετική διάσκεψη, στ) σε τομείς όπου υπάρχουν ουσιώδεις αλλαγές της νομοθεσίας και της νομολογίας κατά τα τελευταία έτη, ζ) σε πρακτικά ζητήματα που συνδέονται με τη άσκηση των καθηκόντων τους, όπως η διαχείριση του χρόνου για την επεξεργασία των υποθέσεων, η συμπεριφορά προς τους συναδέλφους, τους δικαστικούς υπαλλήλους, τους δικηγόρους και τους διαδίκους, η) στη δημιουργία ομάδων εργασίας και την ανάθεση ρόλων σε αυτές (workshops) και θ) σε θέματα τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων τεχνητής νοημοσύνης, που σχετίζονται με τη νομική επιστήμη.

 

   2. Αν συντρέχει σοβαρός λόγος, είναι δυνατή η αλλαγή στα προγράμματα σπουδών κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του οικείου Συμβουλίου Σπουδών.

 

’ρθρο 26

Διάρκεια πρώτου σταδίου κατάρτισης - Απουσίες

 

   1. Το πρώτο στάδιο κατάρτισης με τα δύο (2) επιμέρους στάδια, όπως προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 23, διαρκεί από την 1η Φεβρουαρίου έως την 31η Οκτωβρίου του ίδιου έτους.

 

   2. Η συμμετοχή των εκπαιδευομένων στην κατάρτιση είναι υποχρεωτική. Γ ια τον λόγο αυτόν οι εκπαιδευόμενοι υπογράφουν καθημερινά στο δελτίο παρακολούθησης, το οποίο έχει συνταχθεί από τη γραμματεία της Σχολής, φέρει δε και την υπογραφή του διδάσκοντος.

 

   3. Κατά τη διάρκεια της φοίτησης στη σχολή λαμβάνονται από τον διδάσκοντα για κάθε διδακτικό δίωρο παρουσίες. Σε περίπτωση καθυστερημένης προσέλευσης, ο διδάσκων δικαιούται να απαγορεύσει στον εκπαιδευόμενο την είσοδο στην αίθουσα και ο τελευταίος θεωρείται απών κατά το συγκεκριμένο διδακτικό δίωρο. Η γραμματεία της Σχολής καταχωρίζει τις απουσίες στο ηλεκτρονικό σύστημα διαχείρισης απουσιών.

 

   4. Αν εκπαιδευόμενος απουσιάζει αδικαιολόγητα για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών και άνω συνολικά σε αμφότερα τα επιμέρους στάδια του πρώτου σταδίου κατάρτισης, είναι δυνατόν να διακοπεί η εκπαίδευσή του και να διαγραφεί από τη Σχολή κατόπιν απόφασης του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών, η οποία εκδίδεται μετά από αιτιολογημένη πρόταση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Ο εκπαιδευόμενος καλείται ενώπιον του Συμβουλίου Σπουδών να διατυπώσει τις απόψεις του. Κατά της ανωτέρω απόφασης ο εκπαιδευόμενος μπορεί να ασκήσει εγγράφως ένσταση μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της σχετικής απόφασης. Επί της ενστάσεως αποφαίνεται αμελλητί το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής. Σε περίπτωση διαγραφής του εκπαιδευόμενου καταλογίζονται σε βάρος του υποχρεωτικά οι αποδοχές που έχει λάβει μετά από απόφαση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

 

   5. Εκπαιδευόμενος, ο οποίος απουσιάζει δικαιολογημένα από τη Σχολή για χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών και άνω συνολικά σε αμφότερα τα επιμέρους στάδια του πρώτου σταδίου κατάρτισης, παραπέμπεται στο αρμόδιο Συμβούλιο Σπουδών προκειμένου να κριθεί, αν πρέπει να επαναλάβει το πρόγραμμα σπουδών της κατεύθυνσης, στην οποία έχει εγγραφεί με την επόμενη εκπαιδευτική σειρά. Η απόφαση εκδίδεται μετά από αιτιολογημένη πρόταση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Ο εκπαιδευόμενος καλείται ενώπιον του Συμβουλίου Σπουδών να διατυπώσει τις απόψεις του. Κατά της ανωτέρω απόφασης ο εκπαιδευόμενος μπορεί να ασκήσει εγγράφως ένσταση μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν. Επί της ενστάσεως αποφαίνεται αμελλητί το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής. Αν ο εκπαιδευόμενος επαναλάβει το πρόγραμμα σπουδών της κατεύθυνσής του, δεν λαμβάνει αποδοχές για χρονικό διάστημα ίσο με αυτό της δικαιολογημένης απουσίας του.

 

   6. Οι απουσίες χαρακτηρίζονται ως δικαιολογημένες σε περίπτωση ασθένειας κατόπιν γνωμάτευσης ιατρού κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου ή, σε ιδιαίτερα έκτακτες περιστάσεις, ιδιώτη ιατρού ή όταν οφείλονται σε σπουδαίο λόγο, η ύπαρξη ή μη του οποίου κρίνεται από τον οικείο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.

 

   7. Σε κάθε εκπαιδευόμενο που ασθενεί ή χρήζει ανάρρωσης αποδεδειγμένα, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 6, χορηγείται αναρρωτική άδεια ύστερα από απόφαση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Με όμοια απόφαση χορηγείται σε εκπαιδευόμενη που κυοφορεί άδεια για χρονικό διάστημα πριν και μετά από τον τοκετό ύστερα από αίτησή της. Για τις προϋποθέσεις χορήγησης των αδειών αυτών και τη διαδικασία διαπίστωσης της συνδρομής τους εφαρμόζονται τα άρθρα 52 και 54 έως 56 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων (ν. 3528/2007, Α' 26). Με απόφαση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης χορηγείται άδεια απουσίας για οποιονδήποτε άλλον σπουδαίο λόγο.

 

’ρθρο 27

Αξιολόγηση κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης

 

   1. Οι εκπαιδευόμενοι κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης αξιολογούνται από επτά (7) βασικούς διδάσκοντες, οι οποίοι έχουν την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού, και συγκεκριμένα: α) από τον οικείο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης που ακολουθούν, ο οποίος δεν δύναται να έχει λιγότερες από επτά (7) ημέρες διδασκαλίας και β) από έξι (6) διδάσκοντες που έχουν τις περισσότερες ημέρες διδασκαλίας στην ίδια κατεύθυνση, οι οποίες δεν μπορούν να είναι λιγότερες των δέκα (10) για τον κάθε ένα. Ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και οι βασικοί διδάσκοντες υποχρεούνται αφενός να αναλαμβάνουν τη διδασκαλία τουλάχιστον δύο (2) μαθημάτων έκαστος χωρίς τη συμμετοχή άλλου διδάσκοντος σε αυτά και αφετέρου να απαντούν μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας MOODLE σε ερωτήματα των σπουδαστών που αφορούν ειδικά και επίκαιρα νομικά ζητήματα. Για τις κατευθύνσεις Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών οι βασικοί διδάσκοντες κατανέμονται σε τέσσερις (4) για το χρονικό διάστημα από την 1η Φεβρουαρίου έως την 30ή Ιουνίου, κατά το οποίο διεξάγεται η κοινή εκπαίδευση των κατευθύνσεων αυτών και σε τρεις (3) για το υπόλοιπο διάστημα της ξεχωριστής εκπαίδευσης του πρώτου σταδίου κατάρτισης. Το ίδιο ισχύει και για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, κατά τις διακρίσεις του τρίτου έως και του έκτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 23. Οι διδάσκοντες αυτοί δεν επιτρέπεται να αναλάβουν διδασκαλία μαθημάτων σε άλλη κατεύθυνση.

 

   2. Οι βασικοί διδάσκοντες έχουν κατά το ήμισυ μερική απαλλαγή από τα καθήκοντά τους.

 

   3. Ο γενικός βαθμός προόδου στο πρώτο στάδιο κατάρτισης αποτελείται από τον μέσο όρο των επιμέρους βαθμών προόδου ως προς έκαστο μάθημα του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και των έξι (6) διδασκόντων. Θεωρούνται επιτυχόντες οι εκπαιδευόμενοι που έλαβαν γενικό βαθμό προόδου τουλάχιστον οκτώ (8) υπό την προϋπόθεση ότι σε τέσσερα (4) τουλάχιστον από τα αξιολογούμενα μαθήματα δεν έλαβαν βαθμολογία χαμηλότερη του οκτώ (8). Οι αποτυχόντες από το πρώτο στάδιο κατάρτισης το επαναλαμβάνουν με την επόμενη εκπαιδευτική σειρά χωρίς να λαμβάνουν, κατά το στάδιο αυτό, αποδοχές, όπως αυτές προσδιορίζονται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 22. Σε περίπτωση εκ νέου αποτυχίας για τον ίδιο λόγο διαγράφονται από τη σχολή.

 

   Στις περιπτώσεις του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 αρχικά καταρτίζονται χωριστά οι πίνακες αξιολόγησης προόδου για το κάθε επιμέρους στάδιο εκπαίδευσης, στη συνέχεια δε οι επιμέρους αυτοί βαθμοί συνυπολογίζονται για τον προσδιορισμό του γενικού βαθμού προόδου κατά το πρώτο εδάφιο.

 

   4. Κατά τη διάρκεια του πρώτου σταδίου κατάρτισης οι εκπαιδευόμενοι αξιολογούνται από τους βασικούς διδάσκοντες της παρ. 1 για τις επιστημονικές γνώσεις, την ικανότητα ανάλυσης και σύνθεσης, την ευθυκρισία, την ικανότητα διατύπωσης συλλογισμών, επιχειρημάτων και συμπερασμάτων, την επιμέλεια, τον ζήλο, την εργατικότητα, το ήθος και τη συμπεριφορά, όπως τα χαρακτηριστικά αυτά προκύπτουν από τη γενικότερη συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία και την επίδοσή τους στη σύνταξη εισηγήσεων ή σχεδίων αποφάσεων ή προσωρινής δικαστικής προστασίας ή κατηγορητηρίων ή εγγράφων προτάσεων στο Δικαστικό Συμβούλιο ή βουλευμάτων ή διατάξεων, καθώς και στη συμμετοχή τους σε εικονικές δίκες και διασκέψεις.

 

   5. Οι διδάσκοντες που αξιολογούν τους εκπαιδευόμενους υποβάλλουν ηλεκτρονικά τη βαθμολογία για όλους τους εκπαιδευόμενους στη γραμματεία της Σχολής το αργότερο έως την 31η Οκτωβρίου. Η βαθμολογική κλίμακα εκτείνεται από μηδέν (0) έως δεκαπέντε (15). Η ατομική βαθμολογία κάθε εκπαιδευόμενου γνωστοποιείται προς αυτόν ηλεκτρονικά εντός του πρώτου πενθημέρου του μηνός Νοεμβρίου του έτους φοίτησης στη Σχολή.

 

   6. Οι εκπαιδευόμενοι υποχρεούνται να υποβάλουν ηλεκτρονικά και ανώνυμα έγγραφες αξιολογήσεις, με τις οποίες αξιολογούν όλους τους διδάσκοντες, διατυπώνοντας τις απόψεις τους ιδίως για την προετοιμασία αυτών για το μάθημα, τη μεθοδολογία που ακολουθούν για τη διδασκαλία των μαθημάτων, τη μεταδοτικότητά τους και τη συμπεριφορά των διδασκόντων προς τους ίδιους. Επίσης αξιολογούν το πρόγραμμα σπουδών της κατεύθυνσης που παρακολουθούν, καθώς και οποιοδήποτε άλλο ζήτημα που μπορεί να βελτιώσει την εκπαιδευτική διαδικασία στη Σχολή.

 

’ρθρο 28

Εξετάσεις αποφοίτησης

 

   1. Από την 8η έως τη 18η Νοεμβρίου οι εκπαιδευόμενοι, οι οποίοι έλαβαν κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης γενικό βαθμό προόδου τουλάχιστον οκτώ (8) και θεωρούνται επιτυχόντες κατά την παρ. 2 του άρθρου 26, προσέρχονται ενώπιον τριμελούς επιτροπής σε εξετάσεις αποφοίτησης, οι οποίες περιλαμβάνουν γραπτή δοκιμασία. Η γραπτή δοκιμασία περιλαμβάνει τρεις εξετάσεις επί πρακτικών θεμάτων ανά κατεύθυνση και ανά τμήμα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες λειτουργούν χωριστά τμήματα εντός της ίδιας κατεύθυνσης, ως εξής:

 

   α) Κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης: αα) Για το τμήμα που αφορά στην πλήρωση θέσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων επιλέγονται δικογραφίες με εντοπισμένα ζητήματα με έμφαση: i) στο συνταγματικό δίκαιο, ii) στο διοικητικό δίκαιο και iii) στο δίκαιο διοικητικών διαφορών. αβ) Για το τμήμα που αφορά στην πλήρωση θέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου επιλέγονται δικογραφίες με εντοπισμένα ζητήματα με έμφαση: i) στο συνταγματικό δίκαιο, ii) στο δημοσιονομικό δίκαιο και iii) στο δίκαιο διοικητικών διαφορών αρμοδιότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

 

   β) Κατεύθυνση Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης: δικογραφίες με εντοπισμένα ζητήματα με έμφαση: βα) Στο αστικό δίκαιο, στο εμπορικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία, ββ) στο αστικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία ή με σύνθεση του πρώτου και του δεύτερου στοιχείου και βγ) στο ποινικό δίκαιο, στο πλαίσιο του Ποινικού Κώδικα και των ειδικών ποινικών νόμων και στην ποινική δικονομία ή με σύνθεση αυτών και σε συνδυασμό ως προς όλα τα ανωτέρω και με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο.

 

   γ) Κατεύθυνση Εισαγγελέων: Δικογραφίες με εντοπισμένα ζητήματα με έμφαση: γα) Στο ποινικό δίκαιο, στο πλαίσιο του Ποινικού Κώδικα και των ειδικών ποινικών νόμων, γβ) στην ποινική δικονομία ή με σύνθεση του πρώτου και του δεύτερου στοιχείου και γγ) στο Ευρωπαϊκό Ποινικό Δίκαιο.

 

   δ) Κατεύθυνση Ειρηνοδικών: Δικογραφίες με εντοπισμένα ζητήματα με έμφαση: δα) Στο αστικό δίκαιο, στο εμπορικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία, δβ) στο αστικό δίκαιο και στην πολιτική δικονομία ή με σύνθεση του πρώτου και του δεύτερου στοιχείου και δγ) στο ποινικό δίκαιο και στην ποινική δικονομία.

 

   2. Η εξεταστική επιτροπή για κάθε κατεύθυνση χωριστά, προκειμένου δε για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, που αποτελείται από δύο τμήματα, για κάθε τμήμα χωριστά, συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το αργότερο μέχρι την 20ή Οκτωβρίου. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο γραμματέας κάθε επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Καθήκοντα γραμματέα και αναπληρωτή του ανατίθενται σε υπαλλήλους της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

   3. Η επιτροπή για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποτελείται: α) Γ ια το τμήμα που αφορά στην κάλυψη προκηρυχθεισών θέσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων από: αα) έναν (1) Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, αβ) έναν (1) Σύμβουλο της Επικρατείας και αγ) έναν (1) Πρόεδρο Εφετών των Διοικητικών Δικαστηρίων Θεσσαλονίκης, β) για το τμήμα που αφορά στην κάλυψη προκηρυχθεισών θέσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, από: βα) έναν (1) Αντιπρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ββ) έναν (1) Σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και βγ) έναν (1) Αντεπίτροπο της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

 

   4. Η επιτροπή για την κατεύθυνση Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης αποτελείται από: α) Έναν (1) Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) έναν (1) Αρεοπαγίτη και γ) έναν (1) Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

 

   5. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων αποτελείται από: α) έναν (1) Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, β) έναν (1) Αρεοπαγίτη και γ) έναν (1) Εισαγγελέα Εφετών της Εισαγγελίας Εφετών Θεσσαλονίκης.

 

   6. Η επιτροπή για την κατεύθυνση των Ειρηνοδικών αποτελείται από: α) έναν (1) Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, β) έναν (1) Εισαγγελέα Εφετών της Εισαγγελίας Εφετών Θεσσαλονίκης, και γ) έναν (1) Ειρηνοδίκη του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης με εικοσαετή τουλάχιστον υπηρεσία. Ο δικαστικός λειτουργός της περ. α) που συμμετέχει ως μέλος στην επιτροπή αυτήν είναι διαφορετικός από τον αντίστοιχο δικαστικό λειτουργό της παρ. 4.

 

   7. Τα μέλη των ανωτέρω επιτροπών ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από τους δικαστικούς λειτουργούς που προΐστανται του οικείου Δικαστηρίου ή της οικείας Εισαγγελίας. Τα μέλη των επιτροπών αυτών δεν επιτρέπεται να έχουν την ιδιότητα του διδάσκοντος στη Σχολή ή να μετέχουν στα όργανα διοίκησής της.

 

   8. Όσοι διετέλεσαν μέλη επιτροπών των εξετάσεων αποφοίτησης οποιασδήποτε κατεύθυνσης και τμήματος δεν μπορούν να ορισθούν εκ νέου πριν από την πάροδο διετίας για την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων. Αντιθέτως, μπορούν να ορισθούν πριν από την πάροδο του ανωτέρω χρονικού διαστήματος μέλη επιτροπών του εισαγωγικού διαγωνισμού.

 

   9. Η βαθμολόγηση των γραπτών δοκιμίων διενεργείται και από τα τρία μέλη της επιτροπής, τακτικά ή αναπληρωματικά. Οι ενδείξεις των ατομικών στοιχείων των εξεταζομένων στα γραπτά δοκίμια, καθώς και η βαθμολογία κάθε μέλους της επιτροπής καλύπτονται με αδιαφανές χαρτί, το οποίο αφαιρείται ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής μετά από την ολοκλήρωση της βαθμολόγησης σε όλες τις θεματικές ενότητες. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε σημείωση των μελών της επιτροπής επί του γραπτού του εξεταζομένου. Η βαθμολογία παραδίδεται στη γραμματεία της Σχολής εντός πενθημέρου από την κάθε γραπτή δοκιμασία. Ο μέσος όρος των βαθμών των τριών βαθμολογητών αποτελεί τον βαθμό του εξεταζόμενου στο γραπτό δοκίμιο της κάθε θεματικής ενότητας.

 

   10. Ο βαθμός στις γραπτές εξετάσεις αποφοίτησης κάθε εκπαιδευόμενου αποτελείται από τον μέσο όρο των βαθμών των γραπτών δοκιμίων της κάθε θεματικής ενότητας της παρ. 1 ανά κατεύθυνση και τμήμα. Θεωρούνται επιτυχόντες όσοι έλαβαν βαθμό τουλάχιστον οκτώ (8). Δεκαδικοί πέραν του εκατοστού δεν λαμβάνονται υπόψη.

 

   11. Οι εξετάσεις αποφοίτησης διενεργούνται στο κατάστημα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών. Το πρόγραμμα, οι δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι επιτηρούν τους εξεταζόμενους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα καθορίζεται από την εξεταστική επιτροπή.

 

   12. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων αποφοίτησης αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Σχολής το αργότερο μέχρι την 20ή Νοεμβρίου.

 

’ρθρο 29

Πίνακες επιτυχόντων μετά από το τέλος του πρώτου σταδίου κατάρτισης

 

   1. Η γραμματεία της Σχολής, μετά από τη λήψη των βαθμολογιών προόδου από τους βασικούς διδάσκοντες και των βαθμολογιών των εξετάσεων αποφοίτησης από τις οικείες επιτροπές κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης, συντάσσει για κάθε κατεύθυνση πίνακες επιτυχόντων, οι οποίοι αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Σχολής.

 

   2. Όσοι εκπαιδευόμενοι δεν συμπεριληφθούν στους πίνακες επιτυχόντων λόγω αποτυχίας τους στις εξετάσεις αποφοίτησης, επαναλαμβάνουν το πρώτο στάδιο κατάρτισης με την αμέσως επόμενη εκπαιδευτική σειρά χωρίς να έχουν δικαίωμα να λάβουν τις αποδοχές που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 22. Αν δεν συμπεριληφθούν εκ νέου στους πίνακες επιτυχόντων, διαγράφονται από τη Σχολή.

 

   3. Η σειρά επιτυχίας στους πίνακες επιτυχόντων καθορίζεται με βάση τον συνυπολογισμό των βαθμών που έλαβε κάθε εκπαιδευόμενος, ως εξής: α) κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό στη Σχολή με συντελεστή βαρύτητας τριάντα τοις εκατό (30%), β) κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης, ο μέσος όρος των βαθμών προόδου με συντελεστή βαρύτητας τριάντα τοις εκατό (30%), ο οποίος, με εξαίρεση την κατεύθυνση των εισαγγελέων, αναλύεται στο επιμέρους στάδιο από την 1η Φεβρουαρίου έως την 30ή Ιουνίου με συντελεστή βαρύτητας δέκα τοις εκατό (10%) και στο επιμέρους στάδιο από την 1η Ιουλίου έως την 31η Οκτωβρίου με συντελεστή βαρύτητας είκοσι τοις εκατό (20%) και γ) κατά τις εξετάσεις αποφοίτησης με συντελεστή βαρύτητας σαράντα τοις εκατό (40%). Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών που προκύπτει διαιρείται με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας.

 

   4. Μεταξύ των εκπαιδευομένων, που έχουν λάβει τον ίδιο βαθμό επιτυχίας, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό στις εξετάσεις αποφοίτησης. Αν εξακολουθεί να υπάρχει ισοβαθμία, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό στη Σχολή.

 

’ρθρο 30

Κατανομή στα τμήματα στην κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης

 

   Οι εκπαιδευόμενοι από την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, οι οποίοι περιλαμβάνονται στους πίνακες επιτυχόντων, γνωστοποιούν μέσα σε τρεις (3) εργάσιμες ημέρες μετά από την ανάρτηση των πινάκων με δήλωσή τους στη γραμματεία της Σχολής το τμήμα ή, κατά σειρά προτίμησης, τα τμήματα που επιθυμούν να ακολουθήσουν. Η κατανομή ανάλογα με τις οργανικές θέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρωθούν σύμφωνα με την προκήρυξη του εισαγωγικού διαγωνισμού, αφορά: α) στη δικαιοδοσία του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ως εξής: αα) υποψήφιοι δόκιμοι εισηγητές του Συμβουλίου της Επικρατείας και αβ) υποψήφιοι πάρεδροι διοικητικών δικαστηρίων, β) στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως εξής: βα) υποψήφιοι δόκιμοι εισηγητές του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ββ) υποψήφιοι δόκιμοι εισηγητές της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η κατανομή γίνεται με απόφαση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, η οποία εκδίδεται, σύμφωνα με τον βαθμό επιτυχίας της παρ. 3 του άρθρου 29 που έλαβε ο κάθε εκπαιδευόμενος, καθώς και τη δήλωση προτίμησής του, σε συνδυασμό με τις οργανικές θέσεις της προκήρυξης.

 

’ρθρο 31

Πρακτική άσκηση - Αξιολόγηση - Πίνακες επιτυχόντων μετά από το τέλος του δευτέρου σταδίου κατάρτισης

 

   1. Το δεύτερο στάδιο κατάρτισης περιλαμβάνει την πρακτική άσκηση στα δικαστικά καταστήματα και διαρκεί από την 24η Νοεμβρίου του έτους της εγγραφής στη Σχολή έως την 31η Μαΐου του έτους που ακολουθεί. Πραγματοποιείται στο Συμβούλιο της Επικρατείας, εφόσον αφορά στους υποψήφιους δόκιμους εισηγητές σε αυτό και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, εφόσον αφορά στους υποψήφιους δόκιμους εισηγητές σε αυτό ή αντίστοιχους της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η πρακτική άσκηση των υποψήφιων παρέδρων των πολιτικών - ποινικών δικαστηρίων, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, των υποψήφιων δοκίμων εισαγγελικών παρέδρων και των υποψήφιων δοκίμων Ειρηνοδικών διενεργείται στη Θεσσαλονίκη σε πρωτοβάθμια δικαστήρια όλων των κλάδων και στην αντίστοιχη εισαγγελία.

 

   2. Με απόφαση του Προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του Προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του Διευθύνοντος την εισαγγελία, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Γενικού Διευθυντή, ορίζονται με ενιαύσια θητεία οι εποπτεύοντες δικαστικοί λειτουργοί, καθώς και εκείνοι οι οποίοι πρόκειται να έχουν την ευθύνη της πρακτικής άσκησης των εκπαιδευομένων κάθε εκπαιδευτικής σειράς. Για το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ελεγκτικό Συνέδριο οι εποπτεύοντες δικαστικοί λειτουργοί πρέπει να φέρουν τον βαθμό του Συμβούλου, οι δε εκπαιδευτές τον βαθμό του Παρέδρου. Στα λοιπά πρωτοβάθμια δικαστήρια και την οικεία εισαγγελία πρωτοδικών οι εποπτεύοντες δικαστικοί λειτουργοί πρέπει να φέρουν τον βαθμό του Προέδρου Εφετών και του Εισαγγελέα Εφετών αντίστοιχα, οι δε εκπαιδευτές τον βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών και του Εισαγγελέα Πρωτοδικών αντίστοιχα. Σε κάθε εκπαιδευτή ορίζονται από τους εποπτεύοντες δικαστικούς λειτουργούς μέχρι πέντε (5) εκπαιδευόμενοι, οι οποίοι εναλλάσσονται με τέτοιον τρόπο κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης, ώστε όλοι οι εκπαιδευτές να έχουν την ευθύνη όλων των εκπαιδευομένων, οι δε εκπαιδευόμενοι να εκπαιδεύονται σε περισσότερα αντικείμενα.

 

   3. Κατά την πρακτική άσκηση οι εκπαιδευόμενοι επεξεργάζονται υπό την καθοδήγηση των εποπτευόντων και των εκπαιδευτών, υποθέσεις, οι οποίες τους ανατίθενται, συντάσσουν εισηγήσεις ή σχέδια δικαστικών αποφάσεων ή εισαγγελικών προτάσεων ή εισαγγελικών διατάξεων ή κατηγορητηρίων ή βουλευμάτων. Στο πλαίσιο της πρακτικής άσκησης οι εκπαιδευόμενοι καλούνται και παρίστανται κατά την προανάκριση ή ανάκριση χωρίς να έχουν δικαίωμα λόγου ή ψήφου στις συνεδριάσεις των δικαστηρίων κατά τη συζήτηση των υποθέσεων στο ακροατήριο και στις διασκέψεις, χωρίς η συμμετοχή τους να καταχωρίζεται στις εκθέσεις, στα πρακτικά ή στις αποφάσεις.

 

   4. Οι παρ. 2 έως 7 του άρθρου 26 εφαρμόζονται αναλόγως και κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης των εκπαιδευομένων.

 

   5. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης και ανά τακτά χρονικά διαστήματα πραγματοποιούνται ενημερωτικές και εκπαιδευτικές συναντήσεις, στις οποίες είναι υποχρεωτική η συμμετοχή των υπευθύνων της πρακτικής άσκησης. Η συχνότητα, ο τόπος και ο χρόνος των συναντήσεων αυτών καθορίζονται κάθε φορά από τον εποπτεύοντα. Ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής ή ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης μπορούν να ενημερώνονται για την πορεία της εκπαίδευσης των εκπαιδευομένων ανά κατεύθυνση ή τμήμα οποτεδήποτε το κρίνουν σκόπιμο. Στο πλαίσιο αυτό, μπορούν να πραγματοποιούν συναντήσεις με τους εποπτεύοντες, τους εκπαιδευτές και τους εκπαιδευόμενους.

 

   6. Οι εκπαιδευόμενοι αξιολογούνται με βάση:

 

   α) Το ήθος, τη συμπεριφορά και τη γενική παρουσία τους στο δικαστήριο,

 

   β) την εργατικότητα και την επιμέλειά τους,

 

   γ) την επιστημονική τους κατάρτιση,

 

   δ) τη συνεργασία τους με τους εκπαιδευτές και τους άλλους δικαστικούς λειτουργούς,

 

   ε) την ικανότητα επεξεργασίας φακέλου δικογραφίας και την επιχειρηματολογία που διατυπώνουν στις διασκέψεις, κατά τις οποίες παρευρίσκονται και

 

   στ) την ικανότητα συγγραφής εισηγήσεων ή σχεδίων δικαστικών αποφάσεων ή εισαγγελικών προτάσεων ή εισαγγελικών διατάξεων ή κατηγορητηρίων ή βουλευμάτων.

 

   Η αξιολόγηση της πρακτικής άσκησης ανά κατηγορία εκπαιδευομένων, κατά την έννοια της παρ. 1, αποτυπώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω κριτήρια μετά από ειδικά αιτιολογημένη κρίση κάθε εκπαιδευτή σε πίνακα κατάταξης των εκπαιδευόμενων σε πέντε (5) αξιολογικές ομάδες. Στην τελευταία ομάδα κατατάσσονται οι σπουδαστές εκείνοι των οποίων η επίδοση θεωρείται ανεπαρκής.

 

   Η τελική κατάταξη κάθε εκπαιδευόμενου στο στάδιο της πρακτικής άσκησης, προκύπτει από το άθροισμα των προσαυξήσεων που αντιστοιχούν στις κατατάξεις όλων των εκπαιδευτών, ως εξής:

 

   α) Στην ομάδα 1 αντιστοιχεί προσαύξηση ένα κόμμα δύο (1,2),

 

   β) στην ομάδα 2 αντιστοιχεί προσαύξηση ένα κόμμα δεκαπέντε (1,15),

 

   γ) στην ομάδα 3 αντιστοιχεί προσαύξηση ένα κόμμα ένα (1,1) και

 

   δ) στην ομάδα 4 αντιστοιχεί προσαύξηση ένα (1).

 

   7. Η γραμματεία της Σχολής, μετά από τη λήψη των αποτελεσμάτων αξιολόγησης της πρακτικής άσκησης, συντάσσει τους πίνακες επιτυχόντων για τους εκπαιδευόμενους κάθε τμήματος ανά κατεύθυνση, οι οποίοι αναρτώνται στην ιστοσελίδα της Σχολής. Σε καθέναν από τους πίνακες αυτούς εγγράφονται οι εκπαιδευόμενοι ανάλογα με το άθροισμα των προσαυξήσεων που αντιστοιχούν στις κατατάξεις των εκπαιδευτών, όπως διαμορφώθηκαν κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης.

 

   Σε περίπτωση συγκέντρωσης του ίδιου αθροίσματος προηγείται ο εκπαιδευόμενος με τον υψηλότερο μέσο όρο βαθμολογίας στις προηγούμενες δοκιμασίες, κατά τα οριζόμενα στο πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 32.

 

   8. Όσοι εκπαιδευόμενοι καταταγούν στην ομάδα 5 από την πλειοψηφία των εκπαιδευτών, θεωρούνται αποτυχόντες και επαναλαμβάνουν το στάδιο της πρακτικής άσκησης με την αμέσως επόμενη εκπαιδευτική σειρά, χωρίς να λαμβάνουν τις αποδοχές που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 22. Αν η επίδοσή τους θεωρηθεί και πάλι ανεπαρκής, διαγράφονται από τη Σχολή.

 

’ρθρο 32

Καθορισμός σειράς στους πίνακες αρχαιότητας

 

   1. Η σειρά του κάθε εκπαιδευόμενου στον αντίστοιχο πίνακα αρχαιότητας, ανάλογα με την κατεύθυνση και το τμήμα που έχει ακολουθήσει, προκύπτει από τους βαθμούς και την κατάταξη που έλαβε στα επιμέρους στάδια κατάρτισης ως εξής:

 

   α) Εξάγεται τελικός βαθμός με βάση:

 

   αα) τον βαθμό που έλαβε κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό, με συντελεστή βαρύτητας τρία δέκατα (0,3),

 

   αβ) τον μέσο όρο των βαθμών προόδου που έλαβε κατά τα δύο (2) επιμέρους στάδια του πρώτου σταδίου κατάρτισης, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή βαρύτητας ένα δέκατο (0,1) για το πρώτο επιμέρους στάδιο και δύο δέκατα (0,2) για το δεύτερο επιμέρους στάδιο και συνολικά τρία δέκατα (0,3),

 

   αγ) τον βαθμό που έλαβε στις εξετάσεις αποφοίτησης, με συντελεστή βαρύτητας τέσσερα δέκατα (0,4).

 

   Κάθε βαθμός πολλαπλασιάζεται με τον αντίστοιχο συντελεστή βαρύτητας και το άθροισμα των βαθμών που προκύπτει διαιρείται με το άθροισμα των συντελεστών βαρύτητας.

 

   β) Ο τελικός βαθμός κάθε εκπαιδευόμενου πολλαπλασιάζεται με το άθροισμα των προσαυξήσεων που αντιστοιχούν στις κατατάξεις όλων των εκπαιδευτών, όπως διαμορφώθηκαν κατά το στάδιο της πρακτικής άσκησης, διαιρείται με τον αριθμό των εκπαιδευτών και δεν μπορεί να υπερβαίνει τον βαθμό δεκαπέντε (15).

 

   2. Η γραμματεία της Σχολής συντάσσει για κάθε τμήμα ανά κατεύθυνση πίνακα, στον οποίο εγγράφονται οι εκπαιδευόμενοι και ο οποίος αναρτάται στην ιστοσελίδα της Σχολής.

 

   3. Μεταξύ των εκπαιδευομένων με τον ίδιο βαθμό μετά από την προσαύξηση, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερη αξιολόγηση κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης. Σε περίπτωση κατά την οποία ο βαθμός παραμένει ίδιος, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό κατά το πρώτο στάδιο κατάρτισης. Στην περίπτωση που εξακολουθεί να υπάρχει ισοβαθμία, προηγείται εκείνος που έλαβε υψηλότερο βαθμό κατά τον εισαγωγικό διαγωνισμό στη Σχολή.

 

’ρθρο 33

Υποχρεωτική διακοπή της εκπαίδευσης

 

   Η εκπαίδευση διακόπτεται υποχρεωτικά για τον εκπαιδευόμενο, κατόπιν απόφασης του Γενικού Διευθυντή, αν: α) Διαπιστωθεί ότι δεν είχε τις προϋποθέσεις, ή συνέτρεχε κώλυμα συμμετοχής του είτε στον εισαγωγικό διαγωνισμό είτε κατά την εγγραφή του στη Σχολή, β) δημιουργηθεί μετά από την εγγραφή του κώλυμα διορισμού του ως δικαστικού λειτουργού, γ) απουσιάζει αδικαιολόγητα για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών συνολικά είτε κατά το πρώτο είτε κατά το δεύτερο στάδιο κατάρτισης, εφόσον τηρηθεί η διαδικασία που αναφέρεται στην παρ. 4 του άρθρου 26, δ) επιβληθεί η πειθαρχική ποινή της διαγραφής από τη Σχολή, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 37 ή ε) πάσχει από ανίατη ασθένεια, η οποία εμποδίζει την πρόοδο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κατ' ανάλογη εφαρμογή του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων [ν. 3528/2007 (Α' 26)].

 

’ρθρο 34

Αξιολόγηση ήθους και συμπεριφοράς - Ψυχιατρική διερεύνηση

 

   1. Μετά από την ολοκλήρωση και του δευτέρου σταδίου κατάρτισης, το αργότερο έως τις 5 Ιουνίου του έτους που ακολουθεί το έτος εγγραφής στη Σχολή, σε ειδική συνεδρίαση του Συμβουλίου Σπουδών, οι επιτυχόντες εκπαιδευόμενοι κρίνονται ως προς το αν θεωρούνται κατάλληλοι για την άσκηση των καθηκόντων του δικαστικού λειτουργού, τα οποία πρόκειται να τους ανατεθούν. Η κρίση αυτή μπορεί να αποβεί αρνητική, μόνον εφόσον διαπιστωθεί, με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση, ότι ο εκπαιδευόμενος δεν διαθέτει το προσήκον δικαστικό ήθος ή ότι εμφανίζει προβλήματα συμπεριφοράς, τα οποία είτε δυσχεραίνουν τη συνεργασία του με τους συναδέλφους και τους λοιπούς παράγοντες απονομής της δικαιοσύνης είτε πλήττουν ανεπανόρθωτα το προσωπικό του κύρος ή το κύρος της δικαιοσύνης.

 

   2. Για τις διαπιστώσεις που αναφέρονται στην παρ. 1, λαμβάνονται υπόψη τα στοιχεία του ατομικού φακέλου του εκπαιδευόμενου, η προσωπική αντίληψη των προσώπων που μετέχουν στη συνεδρίαση, καθώς και τα πορίσματα ψυχιατρικής διερεύνησης της προσωπικότητάς του, η οποία πραγματοποιείται τόσο μεταξύ των μηνών Απριλίου και Ιουνίου του έτους της εγγραφής του στη Σχολή, δηλαδή κατά τη διάρκεια του πρώτου επιμέρους σταδίου του πρώτου σταδίου κατάρτισης, όσο και κατά τη διάρκεια του δεύτερου σταδίου κατάρτισης μεταξύ των μηνών Φεβρουαρίου και Μαρτίου του επόμενου έτους της εγγραφής του στη Σχολή, δηλαδή σε χρονικό διάστημα κατά το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη η πρακτική άσκηση. Η ψυχιατρική διερεύνηση, η οποία περιλαμβάνει γραπτή και προφορική ψυχομετρική δοκιμασία, διενεργείται από τριμελή επιτροπή που αποτελείται από έναν (1) διευθυντή και δύο (2) επιμελητές Α' ή Β' ψυχιατρικής μονάδας κρατικού ή πανεπιστημιακού νοσοκομείου.

 

   3. Στη συνεδρίαση του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών προσκαλούνται από τον Πρόεδρο και διατυπώνουν εγγράφως ή προφορικώς τη γνώμη τους ένας ή περισσότεροι βασικοί διδάσκοντες της οικείας κατεύθυνσης, εφόσον διαπίστωσαν ότι ορισμένοι από τους εκπαιδευόμενους θεωρούνται ακατάλληλοι για την άσκηση των καθηκόντων του δικαστικού λειτουργού. Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και για τον εποπτεύοντα την πρακτική άσκηση σε κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία που είχε υπό την ευθύνη του τους εκπαιδευόμενους. Στην περίπτωση αυτή, στη συνεδρίαση του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών καλείται και ο εκπαιδευόμενος για να εκφράσει τις απόψεις του.

 

   4. Η απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του και εκδίδεται την ίδια ημέρα της συνεδρίασης. Ο εκπαιδευόμενος, που βλάπτεται από την απόφαση, δικαιούται να ασκήσει ένσταση στο Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής μέσα σε προθεσμία τριών (3) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν με ηλεκτρονικό μήνυμα. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής, το οποίο κρίνει κατά τον νόμο και την ουσία, συνέρχεται και αποφασίζει εντός πέντε (5) ημερών από την άσκηση της ενστάσεως. Εάν η απόφαση περί ακαταλληλότητας του εκπαιδευομένου επικυρωθεί, ο τελευταίος διαγράφεται οριστικά από τη Σχολή.

 

’ρθρο 35

Παράταση δευτέρου σταδίου κατάρτισης

 

   Μετά από την ολοκλήρωση των σταδίων κατάρτισης της προεισαγωγικής εκπαίδευσης και τη διαμόρφωση του πίνακα αρχαιότητας κάθε κλάδου, η πρακτική άσκηση των εκπαιδευομένων παρατείνεται στα ίδια δικαστήρια ή την αρμόδια εισαγγελία μέχρι τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος διορισμού τους σε οργανική θέση δόκιμου δικαστικού λειτουργού. Κατά τη διάρκεια της παράτασης, οι εκπαιδευόμενοι ασχολούνται με τις ίδιες δραστηριότητες, υφίστανται την αυτή εποπτεία και λαμβάνουν από τη Σχολή τις ίδιες αποδοχές που προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 22.

 

’ρθρο 36

Διορισμός - Μη αποδοχή - Δοκιμαστική υπηρεσία

 

   1. Οι εκπαιδευόμενοι, οι οποίοι περατώνουν επιτυχώς όλα τα στάδια κατάρτισης, διορίζονται σε θέσεις δοκίμων δικαστικών λειτουργών στον κλάδο, στον οποίον αντιστοιχεί η κατεύθυνση και, όπου υπάρχει, το τμήμα της Σχολής, στο οποίο είχαν καταταγεί μετά από το πέρας του πρώτου επιμέρους σταδίου του πρώτου σταδίου κατάρτισης με τις ειδικότερες σε αυτό διακρίσεις, οι οποίες αφορούν αφενός στο Συμβούλιο της Επικρατείας και στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, αφετέρου στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στη Γενική Επιτροπεία της Επικρατείας αυτού.

 

   2. Εκπαιδευόμενος, ο οποίος δεν αποδέχεται τον διορισμό του, υποχρεώνεται να επιστρέψει τις αποδοχές, που είχε εισπράξει κατά τη διάρκεια της κατάρτισής του στη Σχολή. Ο διοριζόμενος έχει την υποχρέωση να υπηρετήσει στο δικαστικό σώμα διπλάσιο χρόνο από εκείνον της κατάρτισης στη Σχολή. Αν ο διοριζόμενος παραιτηθεί νωρίτερα, επιστρέφει ποσοστό των αποδοχών, που είχε εισπράξει κατά τη διάρκεια της κατάρτισης, ανάλογο προς τον υπολειπόμενο χρόνο υποχρεωτικής υπηρεσίας στο δικαστικό σώμα. Οι εγγραφόμενοι εκ νέου στη Σχολή λόγω αλλαγής κατεύθυνσης δεν δικαιούνται των αποδοχών του άρθρου 22.

 

   3. Για όσους διορίζονται σε θέσεις δικαστικών λειτουργών, ο χρόνος κατάρτισης στη Σχολή θεωρείται χρόνος πραγματικής υπηρεσίας ως προς τον καθορισμό της σειράς αρχαιότητας και ως προς όλα τα λοιπά θέματα της υπηρεσιακής και μισθολογικής κατάστασής τους, εκτός από το δικαίωμα λήψης αναδρομικών αποδοχών.

 

   4. Οι διοριζόμενοι διανύουν πραγματική υπηρεσία δόκιμου δικαστικού λειτουργού δέκα (10) μηνών.

 

’ρθρο 37

Πειθαρχικά παραπτώματα - Πειθαρχικά όργανα - Πειθαρχική διαδικασία

 

   1. Το πειθαρχικό παράπτωμα συντελείται με υπαίτια πράξη ή παράλειψη του εκπαιδευόμενου που μπορεί να του καταλογισθεί και αφορά στη συμπεριφορά, η οποία δεν συνάδει με την ιδιότητα του υποψήφιου δικαστικού λειτουργού.

 

   2. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους εκπαιδευόμενους είναι: α) η έγγραφη επίπληξη, β) το πρόστιμο έως τις αποδοχές έξι (6) μηνών και γ) η διαγραφή από τη Σχολή. Η τελευταία πειθαρχική ποινή μπορεί να επιβληθεί είτε για αδικαιολόγητες απουσίες που υπερβαίνουν τις τριάντα (30) σε κάθε εκπαιδευτικό στάδιο, εφόσον τηρηθεί η διαδικασία που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 26, είτε για άλλες πράξεις ή παραλείψεις που συνιστούν ιδιαιτέρως αναξιοπρεπή συμπεριφορά ή υποδηλώνουν ότι ο εκπαιδευόμενος δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του που καθορίζονται από τις ειδικότερες ρυθμίσεις του παρόντος και προκύπτουν από την ιδιότητα του σπουδαστή της Σχολής.

 

   3. Πειθαρχική εξουσία στους εκπαιδευόμενους ασκούν: α) ο Γενικός Διευθυντής, β) οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, γ) τα Συμβούλια Σπουδών, δ) το Διοικητικό Εφετείο και ε) το Συμβούλιο της Επικρατείας.

 

   4. Αρμόδιος για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης είναι ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης στην οποία ανήκει ο εκπαιδευόμενος. Πριν από την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης διεξάγεται άτυπη προκαταρκτική εξέταση, η οποία μπορεί να ανατεθεί σε διδάσκοντα, ο οποίος έχει την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού. Εκείνος που διενεργεί την προκαταρκτική εξέταση έχει το δικαίωμα να εξετάσει ανωμοτί μάρτυρες και να προβεί σε κάθε αναγκαία ενέργεια για τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων, συντάσσει δε πόρισμα ύστερα από την κλήση για παροχή εξηγήσεων του εκπαιδευόμενου, του οποίου διερευνώνται οι πράξεις ή οι παραλείψεις. Το πόρισμα παραδίδεται στον αρμόδιο για την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης, ο οποίος αποφαίνεται, αν πρέπει να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη ή να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο.

 

   5. Η πειθαρχική δίωξη αρχίζει με την κλήση του εγκαλούμενου εκπαιδευόμενου σε απολογία. Στην κλήση αυτή τάσσεται εύλογη προθεσμία, η οποία μπορεί να παραταθεί για διπλάσιο χρόνο ύστερα από αίτηση του εγκαλούμενου. Ο τελευταίος δικαιούται να λάβει γνώση του πειθαρχικού φακέλου και να ζητήσει αντίγραφα των σχετικών εγγράφων πριν να απολογηθεί. Αν τα στοιχεία, ύστερα από την απολογία του εγκαλούμενου, κριθούν επαρκή, ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης παύει την άσκηση της πειθαρχικής δίωξης. Αν όμως τα στοιχεία κριθούν ανεπαρκή, ο ασκών την πειθαρχική δίωξη διενεργεί διοικητική ανάκριση, ή την αναθέτει σε διδάσκοντα, ο οποίος έχει την ιδιότητα του δικαστικού λειτουργού, διαφορετικό εκείνου που είχε διενεργήσει την άτυπη προκαταρκτική εξέταση. Κατά τη διοικητική ανάκριση οι μάρτυρες εξετάζονται ενόρκως. Είναι δυνατόν να εξεταστεί και ο εγκαλούμενος, κατά τη διοικητική ανάκριση, ο οποίος στην περίπτωση αυτή καταθέτει ανωμοτί. Ο διενεργών τη διοικητική ανάκριση προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για τη συγκέντρωση των αποδεικτικών στοιχείων, στα οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται η αναζήτηση εγγράφων και η διενέργεια αυτοψίας. Μετά από την ολοκλήρωση συγκέντρωσης των αποδεικτικών στοιχείων, η διοικητική ανάκριση περατώνεται με την κλήση σε απολογία του εγκαλούμενου, ο οποίος δικαιούται να λάβει γνώση των στοιχείων του πειθαρχικού φακέλου και να ζητήσει αντίγραφα των σχετικών εγγράφων πριν να απολογηθεί. Γ ια την απολογία του εγκαλούμενου τίθεται στη σχετική κλήση εύλογη προθεσμία, η οποία μπορεί να παραταθεί για διπλάσιο χρόνο ύστερα από αίτηση του εγκαλούμενου. Μετά από το πέρας της διοικητικής ανάκρισης ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης υποβάλλει την πρότασή του για τον εγκαλούμενο στον Γενικό Διευθυντή μαζί με τον πειθαρχικό φάκελο της υπόθεσης. Αν προτείνεται να επιβληθεί η πειθαρχική ποινή της διαγραφής από τη Σχολή, η υπόθεση εισάγεται από τον Γενικό Διευθυντή απευθείας προς κρίση ενώπιον του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών.

 

   6. Ο Γενικός Διευθυντής, ύστερα από την εξέταση του πειθαρχικού φακέλου του εγκαλούμενου αποφασίζει: α) Την απαλλαγή του εγκαλούμενου, β) την παραγγελία για συμπληρωματική διοικητική ανάκριση, αν κρίνει ότι απαιτείται η διευκρίνιση ορισμένων ζητημάτων, από τον οικείο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, την οποία, στην περίπτωση αυτή, διενεργεί ο τελευταίος και γ) την επιβολή στον εγκαλούμενο, με αιτιολογημένη απόφαση, της πειθαρχικής ποινής της έγγραφης επίπληξης ή του προστίμου έως τις αποδοχές έξι (6) μηνών. Αν αποφασίστηκε η διενέργεια συμπληρωματικής διοικητικής ανάκρισης, μετά από το πέρας αυτής, ο πειθαρχικός φάκελος του εγκαλούμενου υποβάλλεται εκ νέου στον Γενικό Διευθυντή, ο οποίος αποφασίζει είτε την απαλλαγή του εγκαλούμενου είτε την επιβολή σε αυτόν, με αιτιολογημένη απόφαση, της πειθαρχικής ποινής της έγγραφης επίπληξης ή του προστίμου. Αν όμως ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης προτείνει να επιβληθεί στον εγκαλούμενο η πειθαρχική ποινή της διαγραφής από τη Σχολή, η πειθαρχική υπόθεση εισάγεται από τον Γενικό Διευθυντή απευθείας προς κρίση ενώπιον του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών, το οποίο, στην προκειμένη περίπτωση, συγκροτείται χωρίς τη συμμετοχή του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, αλλά μετέχει σε αυτό Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης άλλης κατεύθυνσης, ο οποίος ορίζεται κατόπιν κληρώσεως με τον νόμιμο αναπληρωτή του από τους λοιπούς Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Το Συμβούλιο Σπουδών είναι αρμόδιο είτε με αιτιολογημένη απόφαση να επιβάλει οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή είτε να απαλλάξει τον εγκαλούμενο.

 

   7. Η απόφαση, με την οποία επιβάλλεται πειθαρχική ποινή σε εκπαιδευόμενο, τίθεται στον ατομικό του φάκελο.

 

   8. Συμπληρωματικά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. [ν. 3528/2007 (Α' 26)].

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

 

’ρθρο 38

Σκοπός διαρκούς επιμόρφωσης

 

   Η διαρκής επιμόρφωση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών αποσκοπεί αφενός στον εμπλουτισμό των γνώσεων τους και αφετέρου στη συνεχή ενημέρωσή τους σε συναφή προς την άσκηση του δικαιοδοτικού τους έργου θέματα.

 

’ρθρο 39

Προγράμματα επιμόρφωσης

 

   1. Το Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, ύστερα από εισήγηση του Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της ίδιας κατεύθυνσης, καταρτίζει τον μήνα Σεπτέμβριο κάθε έτους το ετήσιο πρόγραμμα επιμόρφωσης. Το πρόγραμμα επιμόρφωσης των Εισαγγελέων εισηγείται ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης των Εισαγγελέων. Το ετήσιο πρόγραμμα επιμόρφωσης μπορεί να συμπληρώνεται και να τροποποιείται με την ίδια διαδικασία.

 

   2. Στα προγράμματα επιμόρφωσης που διοργανώνονται από την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών μπορεί να συμμετέχουν δικαστικοί λειτουργοί του δικαστικού σώματος των Ενόπλων Δυνάμεων και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

 

   3. Στο ετήσιο πρόγραμμα επιμόρφωσης καθορίζονται οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες, οι οποίες πρόκειται να αναπτυχθούν κατά τη διάρκεια της εφαρμογής του και διατυπώνονται τα επιμέρους προγράμματα επιμόρφωσης. Σε καθένα από αυτά προσδιορίζονται ειδικότερα: α) Το θέμα της επιμόρφωσης, β) ο κλάδος και οι κατηγορίες των δικαστικών λειτουργών στους οποίους απευθύνεται το κάθε επιμέρους πρόγραμμα, γ) ο χρόνος, η διάρκεια και ο τόπος πραγματοποίησης και δ) η μέθοδος της επιμόρφωσης.

 

   4. Η εκπόνηση των επιμέρους προγραμμάτων επιμόρφωσης ολοκληρώνεται τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την πραγματοποίησή τους, τα οποία κοινοποιούνται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και αποστέλλονται στις δικαστικές υπηρεσίες, των οποίων οι λειτουργοί καλούνται να μετάσχουν, για περαιτέρω ενημέρωση.

 

’ρθρο 40

Τακτικά και έκτακτα προγράμματα επιμόρφωσης

 

   1. Τα προγράμματα επιμόρφωσης διακρίνονται σε τακτικά και έκτακτα. Τα τακτικά προγράμματα περιλαμβάνουν τα υποχρεωτικά και τα προαιρετικά επιμορφωτικά προγράμματα, τα οποία διαμορφώνονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να συμμετέχουν, εκ περιτροπής, όλοι οι εν ενεργεία δικαστικοί λειτουργοί.

 

   2. Τα υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης απευθύνονται σε δικαστικούς λειτουργούς του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου μέχρι και τον βαθμό του Παρέδρου, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων μέχρι και τον βαθμό του Εφέτη και σε δικαστικούς λειτουργούς των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων μέχρι και τον βαθμό του Εφέτη ή του Αντεισαγγελέα Εφετών, τους Ειρηνοδίκες και τους Πταισματοδίκες. Τα προγράμματα αυτά εντάσσονται σε τέσσερις κύκλους επιμόρφωσης, οι οποίοι περιλαμβάνουν: α) ο πρώτος κύκλος, την οργάνωση της διοίκησης των δικαστηρίων, τη δικαστική επικοινωνία, τη δικαστική δεοντολογία, τη μεθοδολογία του δικαστικού έργου και τη διαχείριση του χρόνου στην άσκηση των καθηκόντων, β) ο δεύτερος κύκλος, το οικονομικό δίκαιο και ιδίως θέματα που αφορούν την ενέργεια, την κεφαλαιαγορά, τον ανταγωνισμό και την προστασία του καταναλωτή, γ) ο τρίτος κύκλος, τη νομική εμβάθυνση σε θεματικές ανάλογα με τον κλάδο της δικαιοσύνης που αφορούν και δ) ο τέταρτος κύκλος, το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Οι δικαστικοί λειτουργοί, στους οποίους απευθύνονται τα υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης, οφείλουν να συμμετέχουν ετησίως σε ένα (1) από αυτά, από οποιονδήποτε κύκλο κατ' επιλογή τους, μέχρι να συμπληρώσουν, τουλάχιστον μία (1) φορά, όλους τους κύκλους των υποχρεωτικών προγραμμάτων επιμόρφωσης. Πάντως, είναι δυνατή η ολοκλήρωση των προγραμμάτων αυτών σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) ετών, όχι όμως πέραν των οκτώ (8) ετών. Η επιμόρφωση αυτή σε όλους τους κύκλους περιλαμβάνει, ιδίως, τη δημιουργία ομάδων εργασίας (workshops), τα πορίσματα των οποίων αποτελούν αντικείμενο συζήτησης από όλους όσοι συμμετείχαν στο πρόγραμμα επιμόρφωσης. Μετά το πέρας κάθε υποχρεωτικού επιμορφωτικού προγράμματος, σε όλους όσοι συμμετείχαν στις ομάδες εργασίας (workshops) και συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο του άρθρου 43, χορηγείται πιστοποιητικό παρακολούθησης, το οποίο τίθεται στον υπηρεσιακό τους φάκελο.

 

   3. Τα προαιρετικά προγράμματα επιμόρφωσης απευθύνονται σε δικαστικούς λειτουργούς όλων των κλάδων και βαθμών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται το πέμπτο και το έκτο εδάφιο της παρ. 2.

 

   4. Τα έκτακτα προγράμματα επιμόρφωσης απευθύνονται σε δικαστικούς λειτουργούς όλων των κλάδων και βαθμών, οι οποίοι καλούνται να εφαρμόσουν νέες ρυθμίσεις με επείγοντα χαρακτήρα σε διάφορους κλάδους του δικαίου. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται το πέμπτο και το έκτο εδάφιο της παρ. 2.

 

’ρθρο 41

Επιλογή των δικαστικών λειτουργών που επιμορφώνονται

 

   1. Η επιλογή των δικαστικών λειτουργών που καλούνται να μετάσχουν σε συγκεκριμένο πρόγραμμα επιμόρφωσης διενεργείται με τα εξής κριτήρια: α) Την εμπειρία σε σχέση με το θέμα που έχει επιλεγεί, β) τον χρόνο παραμονής που υπολείπεται στον κατεχόμενο βαθμό, γ) την άσκηση καθηκόντων συναφών προς το θέμα, δ) την προηγούμενη συμμετοχή σε πρόγραμμα με το ίδιο ή παρεμφερές θέμα, ε) τα ειδικά προσόντα που έχουν αποκτηθεί λόγω μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου και στ) την απρόσκοπτη λειτουργία κάθε δικαστικής υπηρεσίας.

 

   2. Η επιλογή γίνεται με αιτιολογημένη απόφαση του Προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του Προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου ή του προϊστάμενου της οικείας εισαγγελίας σύμφωνα με τα κριτήρια της παρ. 1 και τις δηλώσεις ενδιαφέροντος που υποβάλλονται, καθώς και τις θέσεις επιμόρφωσης που αφορούν το συγκεκριμένο δικαστήριο ή την εισαγγελία. Σε περίπτωση συμμετοχής δικαστικών λειτουργών σε υποχρεωτικό πρόγραμμα επιμόρφωσης, στην επιλογή λαμβάνεται υπόψη η παρ. 2 του άρθρου 40. Τα ατομικά στοιχεία όσων έχουν επιλεγεί διαβιβάζονται το ταχύτερο δυνατόν στη Σχολή.

 

   3. Η Σχολή προσκαλεί όσους έχουν επιλεγεί για να μετάσχουν στο αντίστοιχο πρόγραμμα επιμόρφωσης και δεσμεύει για τον καθένα από αυτούς τη σχετική πίστωση για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης, διαμονής, διατροφής και ημερήσιας αποζημίωσης. Μετά από την ολοκλήρωση της διαδικασίας αυτής, όσοι πρόκειται να επιμορφωθούν δεν μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση συμμετοχής στο πρόγραμμα, παρά μόνο λόγω έκτακτης υπηρεσιακής απασχόλησης, στην οποία δεν είναι δυνατόν να αναπληρωθούν, ή άλλου σοβαρού προσωπικού κωλύματος. Η αδυναμία συμμετοχής πρέπει να γνωστοποιείται στη Σχολή εγκαίρως, με αίτηση του δικαστικού λειτουργού που πρόκειται να επιμορφωθεί, η οποία διαβιβάζεται από τον ίδιο ή τον πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή τον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου που διευθύνει το δικαστήριο ή τον προϊστάμενο της οικείας εισαγγελίας.

 

   4. Οι δικαστικοί λειτουργοί που πρόκειται να επιμορφωθούν οφείλουν να συμπληρώσουν μέχρι την έναρξη της επιμόρφωσης τα προβλεπόμενα απογραφικά δελτία, διαφορετικά αποκλείονται από το συγκεκριμένο επιμορφωτικό πρόγραμμα.

 

’ρθρο 42

Θεματολόγιο προγραμμάτων υποχρεωτικής επιμόρφωσης

 

   Οι δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι συμμετέχουν στα προγράμματα υποχρεωτικής επιμόρφωσης, παρακολουθούν τους τέσσερις (4) κύκλους που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 40, με τα εξής ιδίως αντικείμενα:

 

   α) Εξελίξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της νομολογίας του Δικαστηρίου, του Γενικού Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,

 

   β) ανθρώπινα δικαιώματα, προστασία του ασθενέστερου στο δίκαιο και δικαστική αντιμετώπιση μειονοτήτων,

 

   γ) δικαιώματα ανηλίκων και αρχές της φιλικής στα παιδιά δικαιοσύνης,

 

   δ) δικαιώματα ατόμων με αναπηρία,

 

   ε) εξελίξεις σε ζητήματα κοινωνικής ασφάλισης και ενιαίου συστήματος κοινωνικής ασφάλειας,

 

   στ) νομοθετικές και νομολογιακές εξελίξεις σε ζητήματα διοικητικού, δημοσιονομικού, αστικού, εμπορικού, ποινικού και εργατικού δικαίου,

 

   ζ) προβλήματα του δικονομικού συστήματος στη διοικητική, πολιτική και ποινική δίκη,

 

   η) νέες μορφές οργανωμένου οικονομικού και ηλεκτρονικού εγκλήματος, καθώς και ζητήματα σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες,

 

   θ) αντιμετώπιση εξαρτημένων ατόμων, εφαρμοζόμενες μέθοδοι, λειτουργούσες μονάδες απεξάρτησης ή επανένταξης,

 

   ι) λειτουργία σωφρονιστικού συστήματος και προσέγγιση των επιμέρους προβλημάτων του,

 

   ια) επίδραση και εφαρμογή των νέων τεχνολογιών και ιδίως της πληροφορικής, της τεχνητής νοημοσύνης και των ηλεκτρονικών συστημάτων στη διαμόρφωση του δικαίου, στον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης και στην εργασία των δικαστικών λειτουργών,

 

   ιβ) πολεοδομία, χωροταξία, δημόσια έργα,

 

   ιγ) προστασία φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, βιώσιμη ανάπτυξη,

 

   ιδ) αστική ευθύνη,

 

   ιε) πνευματική ιδιοκτησία,

 

   ιστ) ενέργεια, κεφαλαιαγορά, ανταγωνισμός, προστασία καταναλωτή,

 

   ιζ) καταπολέμηση της δωροδοκίας και της διαφθοράς,

 

   ιη) αρχές μακροοικονομίας και μικροοικονομίας και

 

   ιθ) τραπεζικό δίκαιο και χρηματοοικονομικά.

 

’ρθρο 43

Αξιολόγηση προγραμμάτων επιμόρφωσης

 

   Στο τέλος κάθε προγράμματος επιμόρφωσης, οι συμμετέχοντες συμπληρώνουν ειδικό ερωτηματολόγιο, στο οποίο περιλαμβάνονται ερωτήσεις για το γνωστικό αντικείμενο του σεμιναρίου και για την αξιολόγηση της διοργάνωσης, των συντελεστών και του οφέλους που αποκόμισαν από τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα.

 

’ρθρο 44

Τόπος και χρόνος διεξαγωγής των προγραμμάτων επιμόρφωσης

 

   1. Η επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών παρέχεται μέσω προγραμμάτων επιμόρφωσης που διεξάγονται στην έδρα της Σχολής, στη Θεσσαλονίκη, όπως επίσης στην Κομοτηνή και στην Αθήνα. Η επιμόρφωση παρέχεται και στην έδρα των κατά τόπους Εφετείων. Η επιμόρφωση στη Θεσσαλονίκη πραγματοποιείται στους χώρους της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και του Κέντρου Διεθνούς Ευρωπαϊκού και Οικονομικού Δικαίου, ενώ στην Κομοτηνή, την Αθήνα και στις κατά τόπον εφετειακές περιφέρειες σε κατάλληλους χώρους που επιλέγονται από τον οικείο Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.

 

   2. Τα προγράμματα επιμόρφωσης διοργανώνονται σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο εκτός αυτής των δικαστικών διακοπών.

 

   3. Τα προγράμματα επιμόρφωσης που διοργανώνονται στις κατά τόπον εφετειακές περιφέρειες μπορούν να πραγματοποιούνται με την ίδια ή διαφορετική θεματική, καθώς και με τους ίδιους ή διαφορετικούς εισηγητές. Σε ετήσια βάση διεξάγονται τουλάχιστον τέσσερα (4) προγράμματα επιμόρφωσης στις κατά τόπον εφετειακές περιφέρειες και εντός τετραετίας καλύπτεται το σύνολο των εφετειακών περιφερειών της χώρας με τη διοργάνωση τουλάχιστον ενός (1) προγράμματος για κάθε εφετειακή περιφέρεια.

 

’ρθρο 45

Υπεύθυνος προγράμματος επιμόρφωσης - Εισηγητές - Προσωπικό υποστήριξης

 

   1. Μετά από την κατάρτιση του προγράμματος επιμόρφωσης, υπεύθυνος για την πραγματοποίησή του είναι ο οικείος Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης. Αν πρόκειται για κοινό πρόγραμμα επιμόρφωσης, υπεύθυνοι είναι οι οικείοι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης των κατευθύνσεων, στις οποίες αφορά το πρόγραμμα. Υπεύθυνος του προγράμματος επιμόρφωσης της κατά τόπον εφετειακής περιφέρειας είναι ο διευθύνων το εφετείο ή την εισαγγελία της οικείας περιφέρειας. Αναπληρωτής τους είναι ο αρχαιότερος δικαστικός λειτουργός της ίδιας περιφέρειας.

 

   2. Τα πρόσωπα της παρ. 1 εξειδικεύουν, κατά περίπτωση, το κάθε επιμέρους πρόγραμμα επιμόρφωσης, ορίζουν, αντικαθιστούν και συντονίζουν τους εισηγητές και όσους προεδρεύουν στις συνεδριάσεις. Τα πρόσωπα αυτά, τα οποία δεν πρέπει να έχουν την ιδιότητα του εισηγητή, είναι αρμόδια για την επίλυση οποιουδήποτε οργανωτικού ζητήματος και γενικά επιμελούνται τα σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος. Στα προγράμματα επιμόρφωσης που πραγματοποιούνται στις κατά τόπον εφετειακές περιφέρειες συνεργάζονται ο υπεύθυνος του προγράμματος επιμόρφωσης με τον οικείο ή τους οικείους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, αναλόγως αν το πρόγραμμα αφορά σε μία (1) ή περισσότερες κατευθύνσεις.

 

   3. Οι εισηγητές έχουν την υποχρέωση να παρουσιάσουν την εισήγησή τους προφορικά και να καταθέσουν το σχετικό κείμενο στο Τμήμα Επιμόρφωσης της Σχολής εντός δύο (2) μηνών από την ολοκλήρωση του προγράμματος επιμόρφωσης. Οι εισηγήσεις αναρτώνται στη διαδικτυακή πλατφόρμα (MOODLE), καθώς και στην ιστοσελίδα της Σχολής.

 

   4. Με απόφαση του Διευθυντή της Διεύθυνσης Διοίκησης και Οικονομικού επιλέγεται, μεταξύ των υπαλλήλων της Σχολής, το προσωπικό υποστήριξης των επιμορφωτικών προγραμμάτων.

 

’ρθρο 46

Μέθοδοι επιμόρφωσης

 

   Η επιμόρφωση διενεργείται με: α) Τη δημιουργία ομάδων εργασίας (workshops) στο πλαίσιο διαλέξεων, ημερίδων, σεμιναρίων ή συνεδρίων, β) την αποστολή ημεδαπών δικαστικών λειτουργών σε επιμορφωτικά προγράμματα, τα οποία διοργανώνονται στο εξωτερικό και γ) εκπαιδευτικές επισκέψεις σε σωφρονιστικά καταστήματα, θεραπευτικές μονάδες, ειδικές υπηρεσίες ή σώματα ερευνών ή δίωξης του εγκλήματος, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ή συναφείς οργανισμούς και άλλους χώρους ή φορείς που έχουν σχέση με το θέμα του προγράμματος επιμόρφωσης.

 

’ρθρο 47

Διεθνή εκπαιδευτικά προγράμματα

 

   1. Με απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, η οποία λαμβάνεται ύστερα από εισήγηση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, η Σχολή μπορεί να διοργανώσει, είτε αυτοτελώς είτε σε συνεργασία με αντίστοιχους δικαστικούς ή εκπαιδευτικούς φορείς των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικά προγράμματα κατάρτισης ή επιμόρφωσης για δικαστικούς λειτουργούς που προέρχονται από τα κράτη αυτά ή από τρίτες χώρες. Για τον σκοπό αυτόν, η Σχολή συμμετέχει στις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Δικτύου για τη Δικαστική Εκπαίδευση (EJTN), του Ευρωπαϊκού Δικτύου ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των υπευθύνων ή των φορέων που παρέχουν Δικαστική Εκπαίδευση (Δίκτυο της Λισαβώνας), της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το ’συλο (E.A.S.O.) και της Ακαδημίας Ευρωπαϊκού Δικαίου (E.R.A.).

 

   2. Τα προγράμματα αυτά έχουν ως στόχο: α) Τη διεύρυνση της συνεργασίας με τους αντίστοιχους φορείς των άλλων χωρών και την αξιοποίηση της εμπειρίας τους, β) την ανάπτυξη της δικαστικής εκπαίδευσης σε ορισμένες από τις χώρες αυτές, στις οποίες δεν υπάρχει ανάλογη εμπειρία, γ) την ενίσχυση του κράτους δικαίου μέσα από τη δικαστική εκπαίδευση και δ) την επικοινωνία μεταξύ των δικαστικών λειτουργών των χωρών που συμμετέχουν και τη διευκόλυνση της συνεργασίας τους σε υποθέσεις με διεθνείς προεκτάσεις. Τα προγράμματα του παρόντος απευθύνονται ιδίως σε δικαστικούς λειτουργούς των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης.

 

   3. Η Σχολή προσκαλεί στα προγράμματα αυτά, μέσω των αρμόδιων φορέων της αλλοδαπής, τους δικαστικούς λειτουργούς άλλων χωρών. Στα ίδια προγράμματα είναι δυνατόν να προσκαλούνται και ημεδαποί δικαστικοί λειτουργοί, σύμφωνα με τα κριτήρια και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 41.

 

’ρθρο 48

Διεθνείς εκπαιδευτικές ανταλλαγές

 

   1. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών και γνώμη του Προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του Προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου ή του διευθύνοντος την οικεία εισαγγελία, μπορεί να χορηγείται σε δικαστικούς λειτουργούς ειδική άδεια για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης ειδικών για τη δικαστική εκπαίδευση ευρωπαϊκών ή διεθνών οργανισμών, καθώς και για την εκπροσώπηση της χώρας σε συνεδριάσεις των οργανισμών αυτών. Κατά τη διάρκεια της ειδικής αυτής άδειας, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τον μήνα, δεν καταβάλλονται στους συμμετέχοντες δικαστικούς λειτουργούς αποδοχές επιπλέον αυτών της οργανικής τους θέσης, εκτός των δαπανών μετακίνησης, όπως προβλέπονται από την υποπαρ. Δ9 της παρ. Δ' του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94).

 

   2. Η Σχολή τηρεί πίνακες δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι επιθυμούν να συμμετέχουν στα προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης, τα οποία διοργανώνονται από τους παραπάνω φορείς της αλλοδαπής και πραγματοποιούνται στο εξωτερικό. Για τον σκοπό αυτόν, ζητεί κατ' έτος την υποβολή αιτήσεων εκδήλωσης ενδιαφέροντος και φροντίζει να ανταποκρίνεται στις προσκλήσεις που λαμβάνει από φορείς της αλλοδαπής. Ως προς την επιλογή των ενδιαφερομένων, εφαρμόζονται τα κριτήρια που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 41.

 

   3. Η Σχολή δημιουργεί την κατάλληλη υποδομή και καταρτίζει προγράμματα για την υποδοχή αλλοδαπών δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι, σύμφωνα με τις εκπαιδευτικές διαδικασίες που προβλέπονται στη χώρα τους ή στο πλαίσιο διεθνών προγραμμάτων, επιθυμούν να πραγματοποιήσουν ένα στάδιο κατάρτισης ή επιμόρφωσης στην Ελλάδα, είτε στην ίδια τη Σχολή είτε σε ημεδαπές δικαστικές υπηρεσίες. Γ ια τον σκοπό αυτόν, το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής, ύστερα από πρόταση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και γνώμη του Προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του Προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης ή του Προϊσταμένου της οικείας εισαγγελίας, επιλέγει με τα κριτήρια της παρ. 1 του άρθρου 41 τους δικαστικούς λειτουργούς που διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για την εφαρμογή των προγραμμάτων αυτών.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ -

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΩΝ -

ΟΡΓΑΝΙΚΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ

 

 

’ρθρο 49

Εκπαιδευτικό προσωπικό

 

   1. Η κατάρτιση και η επιμόρφωση παρέχονται από:

 

   α) Εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς με βαθμό τουλάχιστον: αα) Εισηγητή του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον επτά (7) έτη παραμονής στον βαθμό, αβ) Προέδρου Πρωτοδικών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ή Πρωτοδίκη, ο οποίος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον επτά (7) έτη παραμονής στον βαθμό, αγ) Εισαγγελέα Πρωτοδικών ή Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών, ο οποίος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον επτά (7) έτη παραμονής στον βαθμό και αδ) Ειρηνοδίκη Α' Τάξης, ο οποίος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον είκοσι (20) έτη παραμονής στην υπηρεσία,

 

   β) μέλη διδακτικού ερευνητικού προσωπικού των νομικών σχολών από τη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή και άνω,

 

   γ) μέλη Διοικητικών Συμβουλίων εγνωσμένου κύρους επιστημονικών ενώσεων, δημόσιους λειτουργούς, δικηγόρους με δεκαπενταετή τουλάχιστον δικηγορική υπηρεσία και άλλους ειδικούς επιστήμονες,

 

   δ) επίτιμους ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς,

 

   ε) ομότιμους καθηγητές των Νομικών Σχολών,

 

   στ) ειρηνοδίκες που αποχώρησαν από την ενεργό υπηρεσία, έχοντας συμπληρώσει τουλάχιστον είκοσι (20) έτη υπηρεσίας,

 

   ζ) ειδικούς στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών για τη διδασκαλία θεμάτων εφαρμοσμένης πληροφορικής.

 

   2. Το Συμβούλιο Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, αμέσως μετά από την κατάρτιση του προγράμματος σπουδών, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 25, καθορίζει τις κατηγορίες των διδασκόντων που πρόκειται να διδάξουν καθένα από τα προβλεπόμενα στο πρόγραμμα μαθήματα, οι οποίες όμως δεν συμπλέκονται μεταξύ τους, αλλά καθορίζονται οι διδάσκοντες σε κάθε μάθημα από μια και μόνο κατηγορία, καθώς και τον αριθμό τους. Η απόφαση αυτή αναρτάται στην ιστοσελίδα της Σχολής και στη Διαύγεια.

 

   3. Οι ενδιαφερόμενοι, εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την αποστολή στις δικαστικές υπηρεσίες πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, αποστέλλουν ηλεκτρονικά σχετική αίτηση συνοδευόμενη από βιογραφικό σημείωμα, στο οποίο αναγράφονται τα τυπικά προσόντα και η εμπειρία τους στο συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα αντικείμενα που επιθυμούν να διδάξουν στη Σχολή. Μετά από την πάροδο της ως άνω προθεσμίας, οι Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κάθε κατεύθυνσης εισηγούνται αιτιολογημένα για κάθε υποψήφιο διδάσκοντα στο οικείο Συμβούλιο Σπουδών, το οποίο συγκαλείται από τον Γενικό Διευθυντή το αργότερο μέχρι την 20ή Νοεμβρίου κάθε έτους, προκειμένου να καταρτιστεί ο πίνακας διδασκόντων.

 

   4. Τα κριτήρια για την επιλογή των διδασκόντων, τα οποία βαθμολογούνται με κλίμακα από μηδέν (0) έως δέκα (10), είναι τα εξής: α) Η ειδική ενασχόληση με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας σαράντα τοις εκατό (40%). Εφόσον ο διδάσκων έχει ήδη διδάξει στη Σχολή, συνεκτιμώνται για τη βαθμολόγηση του κριτηρίου αυτού και οι κατά την παρ. 5 του άρθρου 27 αξιολογήσεις των σπουδαστών ως προς αυτόν, β) η συγγραφή βιβλίων ή μελετών σχετικών με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας τριάντα τοις εκατό (30%), γ) η συμμετοχή σε συνέδρια και ημερίδες ως εισηγητές σχετικά με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας είκοσι τοις εκατό (20%), δ) η ύπαρξη διδακτορικού ή μεταπτυχιακού τίτλου σχετικού με το αντικείμενο της διδασκαλίας με συντελεστή βαρύτητας δέκα τοις εκατό (10%).

 

   5. Στον πίνακα διδασκόντων κάθε κατεύθυνσης ορίζονται συγκεκριμένα το μάθημα ή τα μαθήματα που πρόκειται να διδάξει κάθε διδάσκων, καθώς και οι ώρες διδασκαλίας. Ο πίνακας αυτός εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής εντός του Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η εγγραφή στον πίνακα διδασκόντων ισχύει για μία τριετία. Ο Γενικός Διευθυντής εκδίδει πράξη ανάθεσης διδασκαλίας σε κάθε διδάσκοντα.

 

   6. Το ωριαίο πρόγραμμα διδασκαλίας καταρτίζεται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση του οικείου Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.

 

   7. Ο Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης κάθε κατεύθυνσης, εφόσον διαπιστώσει ότι διδάσκων δεν είναι συνεπής στην εκτέλεση των καθηκόντων του, εισηγείται στον Γενικό Διευθυντή να εισαχθεί το θέμα στο οικείο Συμβούλιο Σπουδών, προκειμένου ο διδάσκων αυτός να διαγραφεί από τον πίνακα διδασκόντων, να ανακληθεί η πράξη ανάθεσης διδασκαλίας και να αντικατασταθεί από άλλον διδάσκοντα. Στην περίπτωση αυτή, καλείται ο διδάσκων να παραστεί στο Συμβούλιο Σπουδών για να διατυπώσει τις απόψεις του. Κατά της ανωτέρω απόφασης ο διδάσκων μπορεί να ασκήσει εγγράφως ένσταση μέσα σε προθεσμία πέντε (5) ημερών από την κοινοποίησή της σε αυτόν. Επί της ένστασης αποφαίνεται αμελλητί το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής.

 

’ρθρο 50

Εκπαίδευση των εκπαιδευτών

 

   1. Το εκπαιδευτικό προσωπικό, που εγγράφεται στους πίνακες διδασκόντων της οικείας κατεύθυνσης στην αρχή κάθε τριετίας, παρακολουθεί πριν από την ανάληψη των διδακτικών καθηκόντων του ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης, το οποίο αφορά, κατά το στάδιο της προεισαγωγικής εκπαίδευσης, τη μέθοδο διδασκαλίας που πρέπει να ακολουθηθεί για να ανταποκρίνεται στους στόχους της Σχολής, προκειμένου οι σπουδαστές, ως μελλοντικοί δικαστικοί λειτουργοί, να μπορέσουν να ασκήσουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το έργο τους.

 

   2. Το πρόγραμμα καταρτίζεται με απόφαση του Συμβουλίου Σπουδών κάθε κατεύθυνσης, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση των οικείων Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σχολής. Το ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης διεξάγεται εντός του μηνός Ιανουαρίου από τον Γενικό Διευθυντή, τους οικείους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης και τους βασικούς διδάσκοντες της αντίστοιχης κατεύθυνσης. Οι διδάσκοντες κάθε κατεύθυνσης παρακολουθούν το πρόγραμμα, το οποίο διαρκεί συνολικά για όλες τις κατευθύνσεις οκτώ (8) ημέρες, για δυο (2) ημέρες από πέντε (5) ώρες την ημέρα, ανά κατεύθυνση. Η παρακολούθηση του προγράμματος παρέχεται είτε στις εγκαταστάσεις της Σχολής με φυσική παρουσία, είτε μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας.

 

   3. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος άρθρου το ειδικό πρόγραμμα επιμόρφωσης πραγματοποιείται κατά το ίδιο χρονικό διάστημα από τον Γενικό Διευθυντή και τους οικείους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης.

 

’ρθρο 51

Διοικητικό προσωπικό - Οργανικές μονάδες

 

   1. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών συνιστώνται: α) Μία (1) θέση Γενικού Διευθυντή, β) μία (1) θέση Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, γ) μία (1) θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών, δ) μία (1) θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων και ε) μία (1) θέση Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης.

 

   2. Οι θέσεις των υπαλλήλων της Σχολής ορίζονται σε είκοσι μία (21). Διακρίνονται σε κατηγορίες και κατανέμονται ανά κλάδο ως εξής: α) Δώδεκα (12) θέσεις ΠΕ Γραμματέων, β) μία (1) θέση ΠΕ Εφοριακών, γ) μία (1) θέση ΠΕ Δημοσιονομικού Ελέγχου και Διοικητικής Υποστήριξης, δ) τέσσερις (4) θέσεις ΔΕ Γραμματέων, ε) μία (1) θέση εσωτερικού ελεγκτή, στ) μία (1) θέση ΠΕ Πληροφορικής και ζ) μία (1) θέση ΔΕ ή ΥΕ Οδηγού. Επιπλέον προβλέπονται στη Σχολή τρεις (3) θέσεις υπαλλήλων με σχέση εργασίας Ιδιωτικού Δικαίου Ορισμένου Χρόνου, οι οποίες αφορούν σε: α) μία (1) θέση ΠΕ ιατρού εργασίας, β) μία (1) θέση ΠΕ τεχνικού ασφαλείας και γ) μία (1) θέση ΠΕ ή ΤΕ Βιβλιοθηκονόμου.

 

   3. Οι οργανικές μονάδες της Σχολής συγκροτούν τη Διεύθυνση Διοίκησης και Οικονομικού, στην οποία προΐσταται υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ Γραμματέων, διαρθρώνεται δε ως εξής: α) Πρώτο Τμήμα Προεισαγωγικής Εκπαίδευσης, το οποίο περιλαμβάνει: αα) Την Κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και Ειρηνοδικών και αβ) την κατεύθυνση των Εισαγγελέων, β) Δεύτερο Τμήμα Προεισαγωγικής Εκπαίδευσης, το οποίο περιλαμβάνει: την Κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, η οποία περιλαμβάνει το τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, καθώς και το τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας αυτού, γ) Τμήμα Εφαρμογής Προγραμμάτων Επιμόρφωσης, δ) Τμήμα Διεθνών Σχέσεων, ε) Τμήμα Οικονομικού Προγραμματισμού και στ) Τμήμα Εφαρμογής Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των οργανικών της μονάδων. Με όμοια απόφαση συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε βαθμού και ειδικότητας μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και προσδιορίζονται ειδικά τυπικά προσόντα κάθε κλάδου ή ειδικότητας.

 

   4. Οι θέσεις του διοικητικού προσωπικού καλύπτονται με μόνιμο προσωπικό μέσω διαγωνισμού. Είναι δυνατή η πλήρωση των θέσεων αυτών με απόσπαση δικαστικών υπαλλήλων και υπαλλήλων φορέων που εποπτεύονται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Από τους υπαλλήλους προτιμώνται, όσοι αποδεδειγμένα γνωρίζουν σε άριστο βαθμό τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα και συνεκτιμάται η άριστη ή πολύ καλή γνώση και άλλων ξένων γλωσσών. Η απόσπαση διαρκεί για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, το οποίο μπορεί να παρατείνεται για τέσσερις (4) ακόμα τριετίες.

 

   5. Για τους υπαλλήλους που ήδη ασχολούνται με τον σχεδιασμό, τον προγραμματισμό, την πραγματοποίηση και τη διαχείριση των χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση δράσεων, η απόσπαση μπορεί να παρατείνεται, κατ' εξαίρεση, μέχρι τη λήξη των προγραμμάτων αυτών.

 

   6. Όσοι αποσπασμένοι δικαστικοί υπάλληλοι στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, η οποία θεωρείται δικαστική υπηρεσία, συμπληρώσουν σε αυτήν συνολικό χρόνο υπηρεσίας δεκαπέντε (15) ετών, μετατάσσονται σε αυτή ύστερα από αίτησή τους, μετά από σύμφωνη γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Οι ανωτέρω δικαστικοί υπάλληλοι πρέπει, κατά το δυνατόν, να προέρχονται ισομερώς από το προσωπικό των γραμματειών των δικαστηρίων της Διοικητικής Κατεύθυνσης, της Πολιτικής - Ποινικής Κατεύθυνσης και της αντίστοιχης των Ειρηνοδικών, καθώς και της Κατεύθυνσης των Εισαγγελέων.

 

   7. Η απόσπαση, η ανανέωση ή η διακοπή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και αιτιολογημένη απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου. Η διαδικασία της απόσπασης του υπαλλήλου, εκκινεί με την ανάρτηση στη Διαύγεια και στην ιστοσελίδα της Σχολής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος και ολοκληρώνεται με την έκδοση της παραπάνω υπουργικής απόφασης εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών. Η απόσπαση του υπαλλήλου μπορεί να διακοπεί με την ίδια διαδικασία και πριν από τη λήξη του χρόνου απόσπασης. Δικαστικός υπάλληλος, του οποίου η απόσπαση δεν ανανεώθηκε ή διακόπηκε για οποιονδήποτε λόγο, δεν επιτρέπεται να αποσπασθεί εκ νέου στη Σχολή.

 

   8. Οι υπάλληλοι που είναι αποσπασμένοι στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών εξακολουθούν να λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών τους, με τα πάσης φύσεως επιδόματα της οργανικής θέσης τους, από τον φορέα από τον οποίο αποσπώνται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις καταβολής τους.

 

   9. Στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών λειτουργεί μη δανειστική βιβλιοθήκη προς εξυπηρέτηση των διδασκόντων και των σπουδαστών. Η προβλεπόμενη θέση ΠΕ ή ΤΕ Βιβλιοθηκονόμου καλύπτεται με την απόσπαση που αναφέρεται στην παρ. 4.

 

’ρθρο 52

Αποζημιώσεις και δαπάνες που αφορούν την κατάρτιση και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση - Εκκαθάριση αρχείων - Νομικές υποθέσεις της Σχολής

 

   1. Οι δαπάνες μετακίνησης και διαμονής που αφορούν στην κατάρτιση και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, καλύπτονται σύμφωνα με την υποπαρ. Δ9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής μετά από πρόταση σε αυτό του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, καθορίζονται οι κάθε είδους αποζημιώσεις, αμοιβές, και γενικώς κάθε δαπάνη σχετική με την κατάρτιση των εκπαιδευομένων και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών που καταβάλλονται: α) Στον Γενικό Διευθυντή, στον Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων και στους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, β) στον Πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και των Συμβουλίων Σπουδών, γ) στο εν γένει διδακτικό προσωπικό της Σχολής που αναλαμβάνει είτε την κατάρτιση των εκπαιδευομένων είτε τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, δ) στους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς που συμμετέχουν στα προγράμματα επιμόρφωσης της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και ε) στα μέλη των επιτροπών του εισαγωγικού διαγωνισμού και των εξετάσεων αποφοίτησης, στους βαθμολογητές, στους εξεταστές, στους επιτηρητές και στο λοιπό προσωπικό που ασχολείται με τη διεξαγωγή των παραπάνω διαγωνισμών και εξετάσεων, καθώς και όλων των εξετάσεων που διενεργούνται στη Σχολή κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης.

 

   2. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, πραγματοποιείται εκκαθάριση των αρχείων της Σχολής. Κατά την εκκαθάριση των αρχείων καταστρέφονται έγγραφα τα οποία δεν έχουν υπηρεσιακή χρησιμότητα ή ιστορική αξία. Η εκκαθάριση των αρχείων πραγματοποιείται από τριμελή επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον προϊστάμενο Διεύθυνσης και δύο υπαλλήλους της Σχολής και συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή. Η επιτροπή συντάσσει αναλυτικό πρωτόκολλο.

 

   3. Η Σχολή, στις δικαστικές και εν γένει σε όλες τις νομικές υποθέσεις που την αφορούν, υποστηρίζεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Οργανισμού του (ν. 4831/2021, Α' 170). Με την επιφύλαξη των οριζομένων στο δεύτερο εδάφιο της περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 7 του Οργανισμού του ΝΣΚ, η αρμοδιότητα της υποβολής ερωτημάτων προς το ΝΣΚ και της αποδοχής ή μη των σχετικών γνωμοδοτήσεων, καθώς και της έγκρισης ή μη των πρακτικών του ΝΣΚ επί των δικαστικών και εξωδίκων υποθέσεων της Σχολής ανήκει στον Γενικό Διευθυντή αυτής.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'

ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 53

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

 

   1. Η οικονομική διαχείριση της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4270/2014 (Α' 143) με τον τρόπο και τα όργανα που καθορίζει ειδικός κανονισμός, ο οποίος καταρτίζεται, ύστερα από πρόταση του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, από το Διοικητικό Συμβούλιο και κυρώνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.

 

   2. Το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, αποτελείται από έντεκα (11) μέλη και συγκεκριμένα:

 

   α. Τους Προέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

 

   β. τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου,

 

   γ. τον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων,

 

   δ. τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

 

   ε. τον Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών,

 

   στ. τον Πρόεδρο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ή της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία,

 

   ζ. τον Πρόεδρο της Ένωσης των Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών, οι οποίοι ορίζονται εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία,

 

   η. ένα μέλος Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) από τη βαθμίδα του Καθηγητή των Νομικών Σχολών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης που ορίζεται με απόφαση της οικείας Γενικής Συνέλευσης εκ περιτροπής με ενιαύσια θητεία, και

 

   θ. τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών ή Πειραιώς ή Θεσσαλονίκης, εκ περιτροπής, με ενιαύσια θητεία.

 

   3. Διευθυντής Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων τοποθετείται, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Δικαστικού Συμβουλίου, Σύμβουλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει τουλάχιστον τριετή ενεργό υπηρεσία. Παύει αυτοδικαίως να κατέχει τη θέση αυτή, αν προαχθεί ή με οποιονδήποτε τρόπο στερηθεί τη δικαστική ιδιότητα. Ορίζεται με μερική απασχόληση και μειωμένη άσκηση των καθηκόντων της κύριας θέσης του για θητεία τριών (3) ετών, η οποία παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι την ανάληψη καθηκόντων από τον αντικαταστάτη του. Εφόσον ελλείπει, απουσιάζει ή κωλύεται, αναπληρώνεται από τον Διευθυντή Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης.

 

   4. Ως Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης τοποθετούνται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου: α) ένας (1) Σύμβουλος Επικρατείας για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, όταν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από τον ’ρειο Πάγο, β) ένας (1) Αρεοπαγίτης για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών, όταν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας και γ) ένας (1) Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου για την κατεύθυνση των Εισαγγελέων, όταν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Αν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας, Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της Κατεύθυνσης της Διοικητικής Δικαιοσύνης ορίζεται Πρόεδρος Εφετών που υπηρετεί στα διοικητικά δικαστήρια. Αν ο Γενικός Διευθυντής της Σχολής προέρχεται από τον ’ρειο Πάγο, Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και των Ειρηνοδικών ορίζεται Πρόεδρος Εφετών των πολιτικών δικαστηρίων στην περίπτωση αυτή, Διευθυντής Κατάρτισης και Επιμόρφωσης στην κατεύθυνση των Εισαγγελέων, ορίζεται Εισαγγελέας Εφετών από τις αντίστοιχες εισαγγελίες της Χώρας.

 

   5. Κάθε Συμβούλιο Σπουδών αποτελείται από πέντε (5) μέλη και συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.

 

   6. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως έως το τέλος Μαΐου κάθε έτους, προκηρύσσεται εισαγωγικός διαγωνισμός στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών για τις ακόλουθες κατευθύνσεις: α) Διοικητικής Δικαιοσύνης, για την πλήρωση θέσεων δοκίμων δικαστικών λειτουργών: αα) του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αβ) του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Γενικής Επιτροπείας της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, β) Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης για την πλήρωση θέσεων δοκίμων δικαστικών λειτουργών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, γ) Εισαγγελέων για την πλήρωση θέσεων δοκίμων εισαγγελικών παρέδρων και δ) Ειρηνοδικών για την πλήρωση θέσεων δοκίμων Ειρηνοδικών.

 

   7. Ο εισαγωγικός διαγωνισμός διενεργείται από επιτροπή, η οποία συγκροτείται για κάθε κατεύθυνση χωριστά, με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου, με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εντός του μηνός Ιουλίου. Κατ' εξαίρεση, η επιτροπή για την κατεύθυνση της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και την κατεύθυνση των Ειρηνοδικών είναι κοινή.

 

   8. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου οι εξεταστές των ξένων γλωσσών με τους αναπληρωτές τους. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο γραμματέας και ο αναπληρωτής του για τη διεξαγωγή της εξέτασης της ξένης γλώσσας. Καθήκοντα γραμματέα ανατίθενται σε υπάλληλο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

   9. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, δύναται να μεταβάλλονται οι εξεταζόμενες ξένες γλώσσες και θεματικές που περιλαμβάνονται στα τρία (3) στάδια του εισαγωγικού διαγωνισμού.

 

   10. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται μέσα σε πέντε (5) ημέρες από τη δημοσίευση του πίνακα οριστικών αποτελεσμάτων, ο αριθμός των εγγραφόμενων υπεράριθμων κατανέμεται στα προβλεπόμενα τμήματα των οικείων κατευθύνσεων. Εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου, αν ο αριθμός των επιτυχόντων είναι μικρότερος από τον αριθμό των θέσεων, που προβλέπονται στην προκήρυξη, γίνεται ανακατανομή των θέσεων της οικείας κατεύθυνσης.

 

   11. Η εξεταστική επιτροπή για κάθε κατεύθυνση χωριστά, προκειμένου δε για την κατεύθυνση της Διοικητικής Δικαιοσύνης, που αποτελείται από δύο τμήματα, για κάθε τμήμα χωριστά, συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το αργότερο μέχρι την 20ή Οκτωβρίου. Με την ίδια απόφαση ορίζονται ο γραμματέας κάθε επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Καθήκοντα γραμματέα και αναπληρωτή του ανατίθενται σε υπαλλήλους της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών.

 

   12. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Συμβουλίου Σπουδών και γνώμη του Προέδρου του οικείου δικαστηρίου ή του Προέδρου του τριμελούς συμβουλίου διεύθυνσης του δικαστηρίου ή του διευθύνοντος την οικεία εισαγγελία, μπορεί να χορηγείται σε δικαστικούς λειτουργούς ειδική άδεια για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης ειδικών για τη δικαστική εκπαίδευση ευρωπαϊκών ή διεθνών οργανισμών, καθώς και για την εκπροσώπηση της χώρας σε συνεδριάσεις των οργανισμών αυτών. Κατά τη διάρκεια της ειδικής αυτής άδειας, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τον μήνα, δεν καταβάλλονται στους συμμετέχοντες δικαστικούς λειτουργούς αποδοχές επιπλέον αυτών της οργανικής τους θέσης, εκτός των δαπανών μετακίνησης, όπως προβλέπονται από την υποπαρ. Δ9 της παρ. Δ του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94).

 

   13. Η απόσπαση, η ανανέωση ή η διακοπή της πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής μετά από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή και αιτιολογημένη απόφαση του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου.

 

   14. Οι δαπάνες μετακίνησης και διαμονής που αφορούν στην κατάρτιση και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση, καλύπτονται σύμφωνα με την υποπαρ. Δ9 του άρθρου 2 του ν. 4336/2015 (Α' 94). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής μετά από πρόταση σε αυτό του Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων, καθορίζονται οι κάθε είδους αποζημιώσεις, αμοιβές, και γενικώς κάθε δαπάνη σχετική με την κατάρτιση των εκπαιδευομένων και τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών που καταβάλλονται: α) Στον Γενικό Διευθυντή, στον Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων και στους Διευθυντές Κατάρτισης και Επιμόρφωσης, β) στον Πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και των Συμβουλίων Σπουδών, γ) στο εν γένει διδακτικό προσωπικό της Σχολής που αναλαμβάνει είτε την κατάρτιση των εκπαιδευομένων είτε τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, δ) στους εν ενεργεία δικαστικούς λειτουργούς που συμμετέχουν στα προγράμματα επιμόρφωσης της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και ε) στα μέλη των επιτροπών του εισαγωγικού διαγωνισμού και των εξετάσεων αποφοίτησης, στους βαθμολογητές, στους εξεταστές, στους επιτηρητές και στο λοιπό προσωπικό που ασχολείται με τη διεξαγωγή των παραπάνω διαγωνισμών και εξετάσεων, καθώς και όλων των εξετάσεων που διενεργούνται στη Σχολή κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης.

 

   15. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, η οποία εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, πραγματοποιείται εκκαθάριση των αρχείων της Σχολής. Κατά την εκκαθάριση των αρχείων καταστρέφονται έγγραφα τα οποία δεν έχουν υπηρεσιακή χρησιμότητα ή ιστορική αξία. Η εκκαθάριση των αρχείων πραγματοποιείται από τριμελή επιτροπή, η οποία αποτελείται από τον προϊστάμενο Διεύθυνσης και δύο υπαλλήλους της Σχολής και συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Διευθυντή. Η επιτροπή συντάσσει αναλυτικό πρωτόκολλο.

 

   16. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής, ύστερα από πρόταση του Γενικού Διευθυντή, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των οργανικών της μονάδων. Με όμοια απόφαση συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε βαθμού και ειδικότητας μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση προσωπικού και προσδιορίζονται ειδικά τυπικά προσόντα κάθε κλάδου ή ειδικότητας.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 54

Μεταβατικές διατάξεις

 

   1. Προεδρικά διατάγματα, υπουργικές αποφάσεις και κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση του ν. 3689/2008 (Α' 164) διατηρούνται σε ισχύ μέχρι την έκδοση των αντίστοιχων πράξεων που προ- βλέπονται στο παρόν.

 

   2. Η θητεία του υπηρετούντος Γενικού Διευθυντή λήγει την 31η Ιουλίου 2022, αντί την 6η Ιουλίου 2022. Οι περ. α, β' και γ' της παρ. 2 του άρθρου 11 τίθενται σε ισχύ μετά από τη λήξη της θητείας των εν ενεργεία Διευθυντών Κατάρτισης και Επιμόρφωσης όλων των κατευθύνσεων της Σχολής. Το τρίτο εδάφιο του άρθρου 10 τίθεται σε ισχύ μετά από τη λήξη της θητείας του υπηρετούντος Διευθυντή Οικονομικού Προγραμματισμού και Εποπτείας Οικονομικών Υποθέσεων.

 

   3. Η παράταση της απόσπασης του διοικητικού προσωπικού της Σχολής για τέσσερις (4) τριετίες, που προ- βλέπεται στο τέταρτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 51, εκκινεί από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν κατά τον χρόνο αυτόν κάποιος υπάλληλος έχει συμπληρώσει συνολικά τέσσερις (4) τριετίες, οπότε η απόσπαση του υπαλλήλου αυτού λήγει, όταν ολοκληρωθεί η τρέχουσα τριετία που αυτός διανύει, με την επιφύλαξη της παρ. 3, του πέμπτου εδαφίου της παρ. 4 και της παρ. 5 του άρθρου 51.

 

   4. Για τους εισαγωγικούς διαγωνισμούς των ΚΘ' και ΚΙ' σειρών, κρίσιμος χρόνος για τη συμπλήρωση της άσκησης διετούς δικηγορίας καθορίζεται η 31η Οκτωβρίου 2022 και η 31η Οκτωβρίου 2023, αντίστοιχα.

 

   5. Το ανώτατο όριο ηλικίας των σαράντα (40) ετών που προβλέπει η περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 17 δεν ισχύει ως προς τους δύο (2) πρώτους εισαγωγικούς διαγωνισμούς που θα διεξαχθούν μετά τη θέση σε ισχύ του νόμου. Ως προς αυτούς ισχύει το ηλικιακό όριο των σαράντα πέντε (45) ετών που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 3689/2008.

 

   6. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, ο καθορισμός των προγραμμάτων σπουδών, των διδασκόντων και των εισηγητών όλων των κατευθύνσεων τόσο της προεισαγωγικής εκπαίδευσης όσο και της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης πραγματοποιείται από τα οικεία Συμβούλια Σπουδών κατά τον μήνα Δεκέμβριο και κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιανουαρίου του αμέσως επόμενου έτους αντίστοιχα, οι αποφάσεις των οποίων τίθενται προς έγκριση ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου της Σχολής κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο του μηνός Ιανουαρίου του αμέσως επόμενου έτους.

 

   7. Ειδικώς, οι ΚΖ' και ΚΗ' εκπαιδευτικές σειρές συνεχίζουν να διέπονται από τις διατάξεις του ν. 3689/2008, με εξαίρεση, ως προς την ΚΗ' εκπαιδευτική σειρά, του τρίτου εδαφίου της περ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 43.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 55

Καταργούμενες διατάξεις

 

   Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται:

 

   α) Ο ν. 3689/2008 (Α' 164), με εξαίρεση τα άρθρα 47, 48, 49, 50, 51 και 52 και με την επιφύλαξη της εξαίρεσης που προβλέπεται στην παρ. 6 του άρθρου 54 του παρόντος, καθώς και της περ. γγ' της παρ. 1 του άρθρου 1,

 

   β) κάθε γενική ή ειδική διάταξη, που είναι αντίθετη ή που ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο θέματα που ρυθμίζονται με τον νόμο αυτόν.

 

ΜΕΡΟΣ Β'

ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

 

’ρθρο 56

Επείγουσες ρυθμίσεις για τη λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων

 

   1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 237 και 238 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α' 182) στον πρώτο και δεύτερο βαθμό, όπως και στον ’ρειο Πάγο, στη συντομότερη διαθέσιμη δικάσιμο, ο Πρόεδρος του τμήματος ή ο Πρόεδρος του δικαστηρίου κατανέμει χρονικά, εντός της αυτής ημέρας, τις εγγεγραμμένες στο πινάκιο ή έκθεμα υποθέσεις και ο καταμερισμός αυτός, με πρωτοβουλία του γραμματέα, γνωστοποιείται ακολούθως, και πάντως το αργότερο την προηγούμενη της δικασίμου εργάσιμη ημέρα, στους διαδίκους ή στους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στον οικείο δικηγορικό σύλλογο, στην Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εφόσον συμπεριλαμβάνονται υποθέσεις με διάδικο το Ελληνικό Δημόσιο, και προσθέτως στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους, εφόσον είναι γνωστή, ή με ανάρτηση στην πύλη ψηφιακών υπηρεσιών δικαστηρίων solon.gov.gr για όσα δικαστήρια και διαδικασίες έχουν ενταχθεί στο εν λόγω σύστημα. Η αναβολή μπορεί να δοθεί και χωρίς παράσταση των πληρεξούσιων δικηγόρων στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο ή έκθεμα κατά την ημέρα της δικασίμου, εφόσον οι δικηγόροι αυτοί διατυπώσουν σχετικό αίτημα με κοινή ανέκκλητη δήλωσή τους ή σχετικό κοινό αίτημα με αυτοτελείς ανέκκλητες δηλώσεις τους, οι οποίες υποβάλλονται στην οικεία γραμματεία του δικαστηρίου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το αργότερο μέχρι τη δωδεκάτη ώρα της προηγούμενης της δικασίμου εργάσιμης ημέρας.

 

   2. Στις ίδιες υποθέσεις, εφόσον όλοι οι διάδικοι δεν επιθυμούν να εξετάσουν κατά τη συζήτηση των υποθέσεων μάρτυρα, μπορούν να το δηλώσουν στη γραμματεία του δικαστηρίου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το αργότερο μέχρι τη δωδεκάτη ώρα της προηγούμενης της δικασίμου εργάσιμης ημέρας, προ- κειμένου η συζήτηση της υπόθεσής τους να τεθεί στην αρχή του πινακίου ή του εκθέματος.

 

   3. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον δικηγόρου μπορούν να ληφθούν και για διαφορές ή υποθέσεις των ειδικών διαδικασιών, της εκούσιας δικαιοδοσίας, του Κτηματολογίου και των ασφαλιστικών μέτρων, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των εκάστοτε ειδικότερων διατάξεων.

 

   4. Το παρόν ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2022 έως την 31η Μαρτίου 2022.

 

’ρθρο 57

Συναινετική εγγραφή, ανάκληση, εξάλειψη και μεταρρύθμιση προσημείωσης υποθήκης

 

   1. Για το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2022 έως και την 31η Μαρτίου 2022 η εκδίκαση υποθέσεων χορήγησης άδειας συναινετικής εγγραφής προσημείωσης υποθήκης διεξάγεται ως εξής:

 

   α) Η συζήτηση διεξάγεται εγγράφως, κατά παρέκκλιση της παρ. 2 του άρθρου 115 ΚΠολΔ και οι διάδικοι παρίστανται στο ακροατήριο του δικαστηρίου με δήλωση, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 242 ΚΠολΔ.

 

   β) Στη δήλωση της περ. α', που υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του καθ' ου η αίτηση, επισυνάπτεται η έγγραφη συναίνεση του καθ' ου στην αιτούμενη προσημείωση ή του τρίτου κυρίου του ακινήτου, με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής τους από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του καθ' ου.

 

   γ) Στην έγγραφη συναίνεση προσδιορίζονται σαφώς η ασφαλιζόμενη με την προσημείωση απαίτηση και το ποσό της απαίτησης για το οποίο χορηγείται η συναινετική εγγραφή προσημείωσης και περιγράφεται λεπτομερώς το προσημειούμενο ακίνητο.

 

   2. Κατά το χρονικό διάστημα της παρ. 1, η ανάκληση, η εξάλειψη και η μεταρρύθμιση συναινετικής προσημείωσης υποθήκης γίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 1. Η συναίνεση του προσημειούχου δανειστή δίνεται εγγράφως με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του.

 

   3. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης δύναται να παρατείνεται η ισχύς του παρόντος, πάντως όχι πέραν της 30ής Ιουνίου 2022.

 

’ρθρο 58

Ρυθμίσεις θεμάτων παροχής κοινωφελούς εργασίας - Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 81 ΠΚ, της παρ. 4 του άρθρου 104Α ΠΚ και της παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ

 

   1. Στην παρ. 5 του άρθρου 81 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α' 95 [ΠΚ]) απαλείφεται το τελευταίο εδάφιο, ως προς την υποχρεωτική κλήτευση του καταδικασθέντος στη συνεδρίαση του δικαστηρίου εκτέλεσης ποινής, και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «5. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί, αφού προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε: α) να παρατείνει την προθεσμία για την εκτέλεση της εργασίας μέχρι ένα (1) επιπλέον έτος, β) να επιτρέψει την εκτέλεση της χρηματικής ποινής που είχε καθοριστεί σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αφού αφαιρέσει το ποσό που αναλογεί στην ήδη εκτιθείσα ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, καθορίζοντας για κάθε τέσσερις (4) ώρες εργασίας μία (1) ημερήσια μονάδα χρηματικής ποινής.».

 

   2. Στην παρ. 4 του άρθρου 104Α ΠΚ προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του, μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 1. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.».

 

   3. Στην παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του, μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 2. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.».

 

’ρθρο 59

Απόλυση υπό όρο - Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 129 ΠΚ

 

   Στο άρθρο 129 ΠΚ: α) γίνεται νομοτεχνική βελτίωση στην παρ. 5 με την προσθήκη της λέξης «υποχρεώσεων» μετά τις λέξεις «της παράβασης των», β) στην παρ. 6 απαλείφονται από τις προϋποθέσεις ανάκλησης της απόλυσης υπό όρο του ανηλίκου καταδικασθέντος, οι λέξεις «ή πλημμέλημα από δόλο σε ποινή άνω του ενός (1) έτους» και οι παρ. 5 και 6 διαμορφώνονται ως εξής:

 

    «5. Στον απολυόμενο μπορεί να επιβληθούν κατά τη διάρκεια του χρόνου δοκιμασίας υποχρεώσεις που αφορούν στον τρόπο ζωής του και ιδίως στον τόπο διαμονής, στη διαπαιδαγώγηση ή την παρακολούθηση εγκεκριμένου από τον νόμο θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης από ναρκωτικές ή άλλες ουσίες. Αν ο απολυόμενος παραβιάσει τους όρους που του έχουν επιβληθεί, η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, όταν πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεων, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέσθηκε, δεν παρέχει ο ανήλικος την προσδοκία ότι στο μέλλον θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή.

 

   6. Αν ο απολυθείς κατά τον χρόνο της δοκιμασίας καταδικασθεί για κακούργημα, η απόλυση αίρεται και εφαρμόζεται το άρθρο 132.».

 

’ρθρο 60

Εμπρησμός - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 264 ΠΚ

 

   Στην περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 264 ΠΚ προστίθεται στην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος εμπρησμού, η λέξη «άλλου» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «1. Όποιος προξενεί πυρκαγιά, τιμωρείται: α) με φυλάκιση, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα, β) με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, γ) με κάθειρξη, αν στην περίπτωση των περ. α' ή β' η πράξη προκάλεσε σημαντική βλάβη σε εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας ή είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, δ) με ισόβια κάθειρξη, αν στην περίπτωση της περ. β' η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου.».

 

’ρθρο 61

Μεταβατικές διατάξεις - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 463 ΠΚ και τροποποίηση της παρ. 2 και κατάργηση της παρ. 3 του άρθρου 465 ΠΚ

 

   1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 463 ΠΚ, οι λέξεις «περ. γ'» αντικαθίσταται από τις λέξεις «περ. δ'» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «3. Όπου σε ειδικούς νόμους απειλείται κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, επιβάλλεται ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83, περ. δ. Η πράξη διατηρεί τον κακουργηματικό χαρακτήρα της.

Όπου σε ειδικούς νόμους απειλείται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών, επιβάλλεται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα (10) ετών.».

 

   2. Στο άρθρο 465 ΠΚ: α) στην παρ. 2 μετά τις λέξεις «σύμφωνα με», η λέξη «της» αντικαθίσταται με τη λέξη «τις», β) καταργείται η παρ. 3 και το άρθρο 465 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«’ρθρο 465

 

   1. Οι διατάξεις του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα για τη μετατροπή της ποινής σε χρηματική ποινή, την αναστολή εκτέλεσης της ποινής και την απόλυση υπό όρο εφαρμόζονται για πράξεις που τελέστηκαν μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος. Σε περίπτωση αρχικής ή επιγενόμενης συρροής χρηματικής ποινής του άρθρου 80 του προϊσχύοντος Ποινικού Κώδικα με χρηματική ποινή του άρθρου 57 ΠΚ ή ειδικών ποινικών νόμων που εξακολουθούν να ισχύουν, σχηματίζεται συνολική ποινή κατά το άρθρο 96 ΠΚ.

 

   2. Για τους μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα [ν. 4619/2019 (Α' 95)] καταδικασθέντες αμετακλήτως σε πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, για τις οποίες καθορίστηκε, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 94 ΠΚ, συνολική ποινή υπερβαίνουσα τα είκοσι (20) ή δεκαπέντε (15) έτη πρόσκαιρης κάθειρξης, καθώς και τα οχτώ (8) ή πέντε (5) έτη φυλάκισης αντίστοιχα, ως εκτιτέα ποινή για την απόλυση υπό όρο αυτών λογίζονται τα είκοσι (20), δεκαπέντε (15), οχτώ (8) και πέντε (5) έτη, αντίστοιχα.

 

   3. [Καταργείται].

 

   4. Υποθέσεις, για τις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει γίνει επίδοση κλητήριου θεσπίσματος ή κλήσης στον κατηγορούμενο, εκδικάζονται από το δικαστήριο στο οποίο έχουν εισαχθεί.».

 

’ρθρο 62

Αρμοδιότητα για την άρση κατάσχεσης - Δυνατότητα προσφυγής κατά της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 269 ΚΠΔ

 

   Στην παρ. 3 του άρθρου 269 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α' 96 [ΚΠΔ]) προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «3. Σε κάθε περίπτωση το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση, αν δεν είναι πιθανόν ότι από αυτόν τον λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας. Κατά την προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση και στις περιπτώσεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 43 και των παρ. 2 και 3 του άρθρου 51 η άρση της κατάσχεσης διατάσσεται μετά την υποβολή αίτησης από τον κύριο των κατασχεθέντων, από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών και κατά την κύρια ανάκριση από τον ανακριτή. Εναντίον της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή επιτρέπεται προσφυγή στο συμβούλιο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τότε που κοινοποιήθηκε η διάταξη σε εκείνον που αιτήθηκε την άρση της κατάσχεσης. Το ενδεχόμενο της δήμευσης των πραγμάτων που κατασχέθηκαν δεν εμποδίζει την αλλαγή του προσώπου του φύλακα ούτε την άρση της κατάσχεσης από το δικαστικό συμβούλιο.».

 

’ρθρο 63

Προσωρινή κράτηση ανηλίκων - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 287 ΚΠΔ

 

   Στην παρ. 2 του άρθρου 287 ΚΠΔ μετά τις λέξεις «μπορεί να επιβάλει» προστίθενται οι λέξεις «περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων και» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «2. Εάν ο ανήλικος τέλεσε πράξη που για τον ενήλικο είναι κακούργημα, εκτός των περιπτώσεων της παρ. 1, ο ανακριτής μπορεί να επιβάλει περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων και αναμορφωτικά μέτρα των περ. α' έως ια' της παρ. 1 του άρθρου 122 ΠΚ.».

 

’ρθρο 64

Περάτωση της κύριας ανάκρισης - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 308 ΚΠΔ

 

   Στην παρ. 2 του άρθρου 308 ΚΠΔ προστίθεται δεύτερο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «2. Από τη στιγμή που ο εισαγγελέας καταρτίσει τη σχετική πρόταση, πριν την υποβάλει στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, έχει υποχρέωση να ενημερώσει αμέσως, έστω και τηλεφωνικά, τους διαδίκους, προ- κειμένου να λάβουν αντίγραφό της και να ασκήσουν το δικαίωμα ακρόασης, υποβάλλοντας υπόμνημα με τις απόψεις τους. Στην περίπτωση αυτή, η δικογραφία διαβιβάζεται στο δικαστικό συμβούλιο, αφού παρέλθουν δέκα (10) ημέρες από την ειδοποίηση, η οποία αποδεικνύεται με βεβαίωση του αρμόδιου γραμματέα της εισαγγελίας, που επισυνάπτεται στη δικογραφία.».

 

’ρθρο 65

Μεταβατικές διατάξεις - Τροποποίηση των παρ. 1 και 3 του άρθρου 116 του ν. 4842/2021

 

   1. Στο άρθρο 116 του ν. 4842/2021 (Α' 190), στην περ. α) της παρ. 1 βελτιώνεται νομοτεχνικά η λέξη «άρθρου», στην περ. β) διορθώνεται η αναφορά στο άρθρο 424 και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «1. α) Το άρθρο 20Α, η παρ. 2 του άρθρου 115, η περ. 5 του άρθρου 118, η παρ. 4 του άρθρου 119, το άρθρο 122Α, η παρ. 3 του άρθρου 226, η παρ. 1 του άρθρου 237, το άρθρο 238, η παρ. 2 του άρθρου 242, η περ. 1 του άρθρου 400, η περ. 1 του άρθρου 401, τα άρθρα 468 και 469 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται για τα ένδικα βοηθήματα και δικόγραφα, που πρόκειται να κατατεθούν μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.

 

   β) Το άρθρο 17Α, η παρ. 1 του άρθρου 155, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 179, το τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 227, το άρθρο 232, οι παρ. 3, 4, 5, 7, 8 και 9 του άρθρου 237, οι παρ. 1 και 3 του άρθρου 254, η παρ. 4 του άρθρου 260, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 308, το άρθρο 421, η παρ. 3 του άρθρου 422, το άρθρο 424 και η παρ. 2 του άρθρου 764 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις. Στις υποθέσεις που εκδικάζονται με τις ειδικές διαδικασίες, η παρ. 2 του άρθρου 260, όπως τροποποιείται με το άρθρο 16 του παρόντος, εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις, εκτός εάν η συζήτηση της αγωγής έχει ήδη ματαιωθεί, οπότε η προθεσμία των ενενήντα (90) ημερών αρχίζει από την έναρξη ισχύος του παρόντος.».

 

   2. Στην περ. α' της παρ. 3 του άρθρου 116 του ν. 4842/ 2021 απαλείφονται οι λέξεις «του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2», μετά τις λέξεις «παρ. 8» προστίθενται οι λέξεις «του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. α) Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2, η παρ. 4, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 και η παρ. 8 του άρθρου 591, το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 633, καθώς και το άρθρο 636Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιούνται με τον παρόντα, εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς υποθέσεις.

 

   β) Η παρ. 3 του άρθρου 633 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως προστίθεται με το άρθρο 40 του παρόντος, εφαρμόζεται για τις διαταγές πληρωμής που ακυρώνονται τελεσίδικα μετά από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ανεξάρτητα από τον χρόνο έκδοσής τους.».

 

’ρθρο 66

Διαδικασία άρσης απορρήτου - Τροποποίηση του άρθρου 5 του ν. 2225/1994 και της παρ. 3 του άρθρου 37 ν. 4786/2021

 

   1. Μετά την παρ. 12 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994 (Α' 121) προστίθεται παρ. 13 ως εξής:

 

    «13. Δημιουργείται ηλεκτρονική πλατφόρμα παράδοσης της διάταξης του εισαγγελικού λειτουργού της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008 για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας, η οποία λειτουργεί στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.), με σκοπό την αποστολή και παράδοση αποσπασμάτων των διατάξεων για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών με ηλεκτρονικό κρυπτογραφημένο μήνυμα στους αποδέκτες που ορίζονται στις περ. α' και β' της παρ. 4 και την αποστολή και παράδοση ολόκληρου του κειμένου των διατάξεων για την άρση του απορρήτου στην Α.Δ.Α.Ε.. Με απόφαση του Διοικητή της Ε.Υ.Π. καθορίζονται όλες οι τεχνικές και διαδικαστικές λεπτομέρειες για τη θέση σε εφαρμογή και λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας και την εν γένει λειτουργία της διαδικασίας της παρ. 4 ως προς την κατά τα ανωτέρω παράδοση των διατάξεων με ηλεκτρονικό κρυπτογραφημένο μήνυμα.».

 

   2. Στην παρ. 3 του άρθρου 37 του ν. 4786/2021 (Α' 43) προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «3. Μέχρι τη δημοσίευση της κοινής υπουργικής απόφασης της παρ. 12 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, το απόσπασμα της διάταξης που περιλαμβάνει το διατακτικό της παραδίδεται με απόδειξη μέσα σε κλειστό φάκελο:

 

   α) στον πρόεδρο ή το διοικητικό συμβούλιο ή τον γενικό διευθυντή ή τον εκπρόσωπο του νομικού προσώπου στο οποίο υπάγεται το μέσο ανταπόκρισης ή επικοινωνίας. Σε περίπτωση ατομικής επιχείρησης, το ως άνω απόσπασμα παραδίδεται στον επιχειρηματία,

 

   β) αν το νομικό πρόσωπο υπάγεται στον έλεγχο ή την εποπτεία του κράτους, το ως άνω απόσπασμα παραδίδεται και στον Υπουργό που εποπτεύει το νομικό αυτό πρόσωπο ή στον Υπουργό που προΐσταται της δημόσιας υπηρεσίας και

 

   γ) στην Α.Δ.Α.Ε. κατά τα ήδη οριζόμενα.

 

   Η ανωτέρω διαδικασία τυγχάνει εφαρμογής και μέχρι την έναρξη ισχύος της απόφασης της παρ. 13 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, ανεξαρτήτως της έναρξης ισχύος της απόφασης της παρ. 12 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994.».

 

’ρθρο 67

Παρατάσεις ισχύος πινάκων διοριστέων με βάση τις 1Κ/2017, 2Κ/2017 και 8Κ/2017 προκηρύξεις του Α.Σ.Ε.Π.

 

   Η ισχύς των πινάκων διοριστέων με σειρά προτεραιότητας των υποψηφίων για την πλήρωση: α) εβδομήντα εννέα (79) θέσεων τακτικού προσωπικού κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης του κλάδου ΠΕ γραμματέων που προκηρύχθηκε με την 1Κ/2017 προκήρυξη του Α.Σ.Ε.Π. (Α.Σ.Ε.Π. 10), β) τεσσάρων (4) θέσεων τακτικού προσωπικού κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης του κλάδου ΤΕ Πληροφορικής που προκηρύχθηκε με την 2Κ/2017 Προκήρυξη του Α.Σ.Ε.Π. (Α.Σ.Ε.Π. 5) και γ) σαράντα πέντε θέσεων (45) τακτικού προσωπικού κατηγορίας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του κλάδου ΔΕ Γραμματέων και μιας (1) θέσης κατηγορίας υποχρεωτικής εκπαίδευσης του κλάδου ΥΕ Επιμελητών στο Υπουργείο Δικαιοσύνης (Δικαστήρια και δικαστικές υπηρεσίες της Χώρας), που προκηρύχθηκε με την 8Κ/2017 προκήρυξη του Α.Σ.Ε.Π., παρατείνεται έως την 31η.12.2022.

 

’ρθρο 68

Παράταση προθεσμίας υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων

 

   Κατ' εξαίρεση των οριζομένων στην παρ. 2 του άρθρου 1 και στο άρθρο 19 του ν. 3213/2003 (Α' 309), δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων, αρχικές με απόκτηση ιδιότητας υπόχρεου από την 1η.1.2021 έως και τη 16η.11.2021 και ετήσιες του έτους 2021 (χρήση 2020), υποβάλλονται μέχρι και τη 16η.2.2022.

 

’ρθρο 69

Απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων στις περιπτώσεις μετόχων εταιρειών που εξαιρούνται από την υποχρέωση ονομαστικοποίησης - Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3310/2005 και της περ. λθ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003

 

   1. Στην παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3310/2005 (Α' 30) προστίθεται τέταρτο εδάφιο και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «5. Ο ιδιοκτήτης, οι εταίροι, οι βασικοί μέτοχοι, τα μέλη οργάνου διοίκησης, τα διευθυντικά στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων, που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, υποχρεούνται να υποβάλουν κάθε χρόνο στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου την προβλεπόμενη από τις διατάξεις του ν. 3213/2003 (Α' 309), όπως ισχύει, δήλωση περιουσιακής κατάστασης, μέχρι και τρία (3) έτη από την ολοκλήρωση της εκτέλεσης της εκάστοτε συναπτόμενης δημόσιας σύμβασης. Η ανωτέρω υποχρέωση ισχύει και για όλα ανεξαιρέτως τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα και φέρουν οποιαδήποτε από τις ανωτέρω ιδιότητες σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις. Ειδικά για τα Πιστωτικά Ιδρύματα, που εκάστοτε ανακεφαλαιοποιούνται σύμφωνα με τον ν. 3864/2010 (Α' 119) και συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, την ανωτέρω υποχρέωση έχουν τα φυσικά πρόσωπα που φέρουν τις ιδιότητες του πρώτου εδαφίου και έχουν μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα. Από την υποχρέωση του πρώτου εδαφίου εξαιρούνται οι βασικοί μέτοχοι και οι μέτοχοι επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις και είτε οι ίδιες είτε οι βασικοί μέτοχοι αυτών εμπίπτουν στις εξαιρέσεις από την υποχρέωση ονομαστικοποίησης της παρ. 3.».

 

   2. Η περ. λθ' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 (Α' 309) τροποποιείται με την πρόβλεψη εξαιρέσεων στις περιπτώσεις αντίστοιχων εξαιρέσεων από την υποχρέωση ονομαστικοποίησης και διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «λθ. Ο ιδιοκτήτης, οι εταίροι, οι βασικοί μέτοχοι, τα εκτελεστικά μέλη οργάνου διοίκησης και τα διευθυντικά στελέχη ελληνικών επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία έχουν τη μόνιμη κατοικία τους στην Ελλάδα και φέρουν οποιαδήποτε από τις ανωτέρω ιδιότητες σε αλλοδαπές επιχειρήσεις που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις, εφόσον το αντικείμενο τους υπερβαίνει τα αναφερόμενα στην περίπτωση ια' ποσά ανά περίπτωση, εξαιρουμένων των βασικών μετόχων και των μετόχων επιχειρήσεων που συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις και είτε οι ίδιες είτε οι βασικοί μέτοχοι αυτών εμπίπτουν στις εξαιρέσεις από την υποχρέωση ονομαστικοποίησης της παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 3310/2005 (Α' 30).».

 

’ρθρο 70

Ποινική ευθύνη μελών οργάνων επίλυσης φορολογικών διάφορων - Τροποποίηση της παρ. 9 και προσθήκη παρ. 13 και 14 στο άρθρο 16 του ν. 4714/2020

 

   1. Στην παρ. 9 του άρθρου 16 του ν. 4714/2020 (Α' 148) α) στο δεύτερο εδάφιο αναδιατυπώνονται οι προϋποθέσεις της ευθύνης, β) προστίθενται επτά (7) νέα εδάφια στο τέλος της παραγράφου και η παρ. 9 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «9. Ο γενικός προϊστάμενος, ο πρόεδρος και τα μέλη των Επιτροπών ασκούν τα καθήκοντά τους ανεξάρτητα, χωρίς να δέχονται οδηγίες ή υποδείξεις. Μπορούν να παυθούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μόνο για σοβαρούς λόγους που άπτονται της εκτέλεσης των καθηκόντων τους. O Γενικός Προϊστάμενος, ο Πρόεδρος και τα μέλη των Επιτροπών δεν εξετάζονται, δεν διώκονται και δεν υπέχουν ποινική και αστική ευθύνη για αιτιολογημένη γνώμη ή εισήγηση ή πρόταση που διατύπωσαν ή απόφαση που εξέδωσαν ή παράλειψή τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εκτός από την περίπτωση που ενήργησαν με πρόθεση και με σκοπό να προσπορίσουν στον εαυτό τους ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος ή να βλάψουν το Δημόσιο ή άλλον κατά τα οριζόμενα στις κείμενες ποινικές διατάξεις ή σε περίπτωση παραβίασης του απορρήτου των πληροφοριών και στοιχείων που περιήλθαν σε γνώση τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους κατά το άρθρο 17 του ν. 4174/2013. Για πράξεις ή παραλείψεις του προηγουμένου εδαφίου, ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από αίτηση του Διοικητή της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.) στην οποία τεκμηριώνεται ειδικά και εμπεριστατωμένα ότι οι ανωτέρω πράξεις ή παραλείψεις τελέστηκαν σύμφωνα με τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο. Προς τον σκοπό αυτόν, η Ε.Α.Δ. μπορεί να ζητά στοιχεία ή να διαβιβάζει τις όποιες αναφορές ή καταγγελίες κατά πράξεων ή παραλείψεων του Γενικού Προϊσταμένου, του Προέδρου και των μελών των ως άνω Επιτροπών σε κάθε άλλη αρμόδια αρχή ή υπηρεσία, προκειμένου να συνδράμει, με κάθε πρόσφορο μέσο, το έργο της Ε.Α.Δ. Σε κάθε περίπτωση οι ως άνω αρχές και υπηρεσίες υποχρεούνται να απαντούν σε αιτήματα της Ε.Α.Δ. ή να εξετάζουν και να αποφαίνονται επί διαβιβασθεισών σε αυτές καταγγελιών εντός τεσσάρων (4) μηνών από την παραλαβή τους. Για την υποβοήθηση του έργου της αρμόδιας οργανικής μονάδας της Ε.Α.Δ. αποσπώνται δύο (2) υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε. με αποδεδειγμένη εμπειρία στα ως άνω θέματα ως Επιθεωρητές- Ελεγκτές, με κοινή απόφαση του Διοικητή της Ε.Α.Δ. και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών, που μπορεί να ανανεωθεί άπαξ, χωρίς να απαιτείται σχετική πρόσκληση ή γνώμη του οικείου Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος ή έως την ημερομηνία συμπλήρωσης της παραγραφής του σχετικού εγκλήματος αν αυτή επέρχεται νωρίτερα, ο Διοικητής της Ε.Α.Δ. μπορεί να υποβάλει γραπτή αίτηση για τη συνέχιση εκκρεμών ποινικών διαδικασιών κατά του Γενικού Προϊσταμένου, του Προέδρου και των μελών των ως άνω Επιτροπών, υπό τους όρους της παρούσας. Εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, δεν εκδικάζονται οι σχετικές υποθέσεις και χορηγείται αυτεπαγγέλτως αναβολή. Εφόσον δεν υποβληθεί αίτηση, παύει η ποινική δίωξη και η υπόθεση τίθεται στο αρχείο.».

 

   2. Στο τέλος του άρθρου 16 του ν. 4714/2020 προστίθενται παρ. 13 και 14 ως εξής:

 

    «13. Με εξαίρεση τα αναφερόμενα στα δύο πρώτα εδάφια, η παρ. 9 καταλαμβάνει τον Προέδρο και τα μέλη της Επιτροπής Διοικητικής Επίλυσης Φορολογικών Διάφορων του άρθρου 70Α του ν. 2238/1994 (Α' 151), σε σχέση με τις γνώμες που διατύπωσαν ή τις αποφάσεις που εξέδωσαν ή τις παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, για το χρονικό διάστημα συμμετοχής τους στην παραπάνω επιτροπή.

 

   14. Με εξαίρεση τα αναφερόμενα στα δύο πρώτα εδάφια, η παρ. 9 καταλαμβάνει και τους υπαλλήλους και τους προϊσταμένους της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, σε σχέση με τις γνώμες ή εισηγήσεις που διατυπώνουν ή τις αποφάσεις που εκδίδουν ή τις παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.».

 

MEΡΟΣ Γ'

ΑΛΛΕΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 71

Επιχορήγηση για αντιμετώπιση ζημιών - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4797/2021

 

   1. Στην παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4797/2021 (Α' 66), το πρώτο εδάφιο τροποποιείται, ως προς την εξαίρεση από την επιχορήγηση των ζημιών σε κτιριακές εγκαταστάσεις, και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «3. Η επιχορήγηση καλύπτει υλικές ζημιές που προ- κλήθηκαν από θεομηνία σε στοιχεία ενεργητικού, όπως εξοπλισμός, πρώτες ύλες, εμπορεύματα, φορτηγά αυτοκίνητα δημόσιας και ιδιωτικής χρήσης, καθώς και αυτοκίνητα επαγγελματικής χρήσης, μέσα παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου και του εγγείου κεφαλαίου και των αποθηκευμένων προϊόντων, τα οποία καταγράφηκαν ως κατεστραμμένα, πλην των ζημιών σε κτίρια.».

 

   2. Το παρόν ισχύει για ζημιές που προκλήθηκαν από θεομηνίες που εκδηλώθηκαν από την 26η.9.2021 και μετά.

 

’ρθρο 72

Ενίσχυση πρώτης αρωγής - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4797/2021

 

   Η παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4797/2021 (Α' 66) τροποποιείται ως προς τον προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής της και διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «1. Στις επιχειρήσεις και τους μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορείς που πλήττονται από θεομηνίες και βρίσκονται σε περιοχές που έχουν οριοθετηθεί ως πληγείσες ή έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και εξειδικεύονται με την κοινή απόφαση της παρ. 8 του άρθρου 9, δύναται να χορηγείται έκτακτη εφάπαξ ενίσχυση, ως πρώτη αρωγή, έναντι της επιχορήγησης για την αντιμετώπιση ζημιών, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 9.».

 

’ρθρο 73

Διαδικασία επιχορήγησης επιχειρήσεων και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορέων - Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4797/2021

 

   Η παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4797/2021 (Α' 66) τροποποιείται ως προς το ποσό της ενίσχυσης πρώτης αρωγής που αφαιρείται από το ποσό που τελικώς καταβάλλεται και διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «6. Μετά από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών της παρ. 5, η Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής διαβιβάζει τον σχετικό φάκελο στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία προβαίνει στην εκκαθάριση και πληρωμή στους δικαιούχους, αφαιρουμένου του ποσού της προκαταβολής και της ενίσχυσης πρώτης αρωγής έναντι επιχορήγησης που έχουν χορηγηθεί, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6.».

 

’ρθρο 74

Προκαταβολή επιχορήγησης επιχειρήσεων και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορέων - Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 4797/2021

 

   Η παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 4797/2021 (Α' 66) τροποποιείται ως προς το ποσό της ενίσχυσης πρώτης αρωγής που αφαιρείται από το ποσό που τελικώς καταβάλλεται και διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «5. Μετά από την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών της παρ. 4, η Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής διαβιβάζει τον σχετικό φάκελο με τις καταστάσεις της παρ. 1 και τα σχετικά έγγραφα, χωρίς τα δικαιολογητικά της παρ. 5 του άρθρου 7, στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία προβαίνει στην καταβολή στους δικαιούχους της προκαταβολής, αφαιρουμένου του ποσού της ενίσχυσης πρώτης αρωγής έναντι επιχορήγησης του άρθρου 6 που έχει χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 9.».

 

’ρθρο 75

Διαδικασία ενίσχυσης πρώτης αρωγής - Αντικατάσταση του άρθρου 9 του ν. 4797/2021

 

   Το άρθρο 9 του ν. 4797/2021 (Α' 66) αντικαθίσταται ως εξής:

 

«’ρθρο 9

Διαδικασία ενίσχυσης πρώτης αρωγής

 

   1. Το ύψος της πρώτης αρωγής του άρθρου 6 καθορίζεται, ανάλογα με τη σοβαρότητα των υλικών ζημιών σε στοιχεία ενεργητικού της επιχείρησης ή του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα φορέα, με την κοινή απόφαση της παρ. 8.

 

   2. Γ ια την καταβολή των ενισχύσεων πρώτης αρωγής του άρθρου 6, ο δικαιούχος υποβάλλει αίτηση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 10, η οποία συνιστά και υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α' 75) ως προς το αληθές και ακριβές περιεχόμενό της.

  

3. Η καταβολή της ενίσχυσης πρώτης αρωγής στους δικαιούχους διενεργείται από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, στον λογαριασμό ΙΒΑΝ (International Bank Account Number), όπως αυτός έχει δηλωθεί από τον δικαιούχο στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και βαρύνει τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ).

 

   4. Η ενίσχυση πρώτης αρωγής του άρθρου 6 καταβάλλεται έναντι της επιχορήγησης για την αντιμετώπιση ζημιών και αφαιρείται από το ποσό της προκαταβολής ή της επιχορήγησης του άρθρου 4.

 

   5. Προ της καταβολής της ενίσχυσης πρώτης αρωγής, καθώς και εκ των υστέρων δύναται να διενεργούνται έλεγχοι και διασταυρώσεις στοιχείων. Σε περίπτωση υποβολής δηλώσεων με ψευδή ή ανακριβή στοιχεία ή στοιχεία που τροποποιούν ή δεν αποτυπώνουν ορθά τη φορολογική κατάσταση των επιχειρήσεων με σκοπό την υπαγωγή στον παρόντα, τα αρμόδια όργανα ελέγχου και πληρωμής δύνανται να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες για τη διασφάλιση της διαδικασίας, όπως μη έγκριση προσωρινά της αίτησης, διενέργεια περαιτέρω ελέγχων, ενημέρωση συναρμόδιων υπηρεσιών και ελεγκτικών αρχών. Γ ια τους σκοπούς των ελέγχων οι συναρμόδιες υπηρεσίες αποστέλλουν τα απαραίτητα στοιχεία στα αρμόδια όργανα ελέγχου.

 

   6. Σε περίπτωση που δεν υποβληθεί αίτημα ή πλήρης φάκελος ή διαπιστώνεται, κατόπιν ελέγχων ή διασταύρωσης στοιχείων, ότι η επιχείρηση ή ο φορέας δεν δικαιούται επιχορήγηση, ή το ποσό της επιχορήγησης, όπως καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βάσει της εκτιμώμενης ζημίας, που προσδιορίζεται από τις αρμόδιες επιτροπές κρατικής αρωγής, είναι μικρότερο από το ποσό που έλαβε ο δικαιούχος ως πρώτη αρωγή έναντι αποζημίωσης, τότε το συνολικό ποσό πρώτης αρωγής του άρθρου 6 ή το ποσό που υπερβαίνει το ποσό της δικαιούμενης επιχορήγησης, κατά περίπτωση, αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εντόκως, από τη στιγμή που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου και μέχρι την πραγματική επιστροφή του, με βάση το επιτόκιο ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με την υπ' αρ. 2008/C 14/02 ανακοίνωσή της σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, κατά τα λοιπά εφαρμοζομένου του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α' 90 [ΚΕΔΕ]).

 

   7. Σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης ή σε περίπτωση που, κατόπιν ελέγχου, διαπιστωθεί μη τήρηση των όρων για τη χορήγηση της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 6 ή την επιχορήγηση για αντιμετώπιση ζημιών, πέραν των κυρώσεων που προβλέπονται, το ποσό που χορηγήθηκε ως πρώτη αρωγή αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εντόκως από τη στιγμή που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου και μέχρι την πραγματική επιστροφή του, με βάση το επιτόκιο ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με την υπ' αρ. 2008/C 14/02 ανακοίνωσή της σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, κατά τα λοιπά εφαρμοζομένου του ΚΕΔΕ.

 

   8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μετά από εισήγηση της Κυβερνητικής Επιτροπής Κρατικής Αρωγής του άρθρου 13, καθορίζεται το ύψος της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 6, ανάλογα με τη σοβαρότητα των ζημιών και εξειδικεύονται οι πληγείσες περιοχές στις οποίες αφορά.

 

   Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης, οι δικαιούχοι, τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατά περίπτωση, οι τεχνικές λεπτομέρειες και τα ειδικότερα ζητήματα για το περιεχόμενο και την υποβολή της αίτησης, τη διαδικασία και τον τρόπο πληρωμής, καθώς και την εφαρμογή του ν. 4624/2019 (Α' 137) και του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, L 119), οι διαδικασίες και τα όργανα ελέγχου, η διαδικασία και τα όργανα ανάκτησης και βεβαίωσης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.».

 

’ρθρο 76

Επιχορήγηση αγροτών - Τροποποίηση του άρθρου 12 του ν. 4797/2021

 

   1. Στο άρθρο 12 του ν. 4797/2021 (Α' 66), το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 καταργείται, προστίθενται παρ. 2 και 3 και το άρθρο 12 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«’ρθρο 12

Επιχορήγηση αγροτών

 

   1. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου παρατηρούνται σημαντικές και εκτεταμένες ζημίες σε αριθμό πληγεισών αγροτικών εκμεταλλεύσεων ή σε μέγεθος καταστροφής, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύναται να παρέχεται επιχορήγηση ποσοστού που δεν ξεπερνά το πενήντα τοις εκατό (50%) της επιχορήγησης που καθορίζεται με την απόφαση της παρ. 5 του άρθρου 7, σε φυσικά πρόσωπα που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, αλλά κατέχουν αγροτικές εκμεταλλεύσεις, τηρουμένων των λοιπών όρων και προϋποθέσεων των άρθρων 4 και 7.

 

   2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου παρατηρούνται σημαντικές και εκτεταμένες ζημίες σε αριθμό πληγεισών αγροτικών εκμεταλλεύσεων ή σε μέγεθος καταστροφής, σε φυτικά μέσα παραγωγής, όπως δενδρώδεις καλλιέργειες ή αμπέλια, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, δύναται να παρέχεται επιχορήγηση ποσοστού που δεν ξεπερνά το πενήντα τοις εκατό (50%) της επιχορήγησης που καθορίζεται με την απόφαση της παρ. 12 του άρθρου 12Β, σε φυσικά πρόσωπα που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στη νομοθεσία, αλλά κατέχουν αγροτικές εκμεταλλεύσεις, τηρουμένων των λοιπών όρων, προϋποθέσεων και διαδικασιών των άρθρων 4 και 12Β.

 

   3. Οι κάτοχοι των αγροτικών εκμεταλλεύσεων έχουν υποχρέωση να υποβάλουν τη δήλωση ενιαίας ενίσχυσης στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Ελέγχου και να έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση καταβολής της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς στον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.».

 

   2. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την 1η.5.2021.

 

’ρθρο 77

Διαδικασία επιχορήγησης αγροτικών εκμεταλλεύσεων για ζημιές σε φυτικά μέσα παραγωγής - Προσθήκη άρθρου 12Β στον ν. 4797/2021

 

   1. Στον ν. 4797/2021 (Α' 66) προστίθεται άρθρο 12Β ως εξής:

 

«’ρθρο12Β

Διαδικασία επιχορήγησης αγροτικών εκμεταλλεύσεων για ζημιές σε φυτικά μέσα παραγωγής

 

   1. Σε περίπτωση αγροτικών εκμεταλλεύσεων που επλήγησαν από θεομηνία, ειδικά για τις ζημιές που έχουν υποστεί σε φυτικά μέσα παραγωγής, όπως δενδρώδεις καλλιέργειες ή αμπέλια, κατά παρέκκλιση των άρθρων 7 και 8 και εφόσον δεν καλύπτονται από τους κανονισμούς του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, οι οποίοι εκδίδονται σύμφωνα με τον ν. 3877/2010 (Α' 160), σχετικά με την επιχορήγηση για την αντιμετώπιση των εν λόγω ζημιών, ακολουθείται η διαδικασία του παρόντος άρθρου.

 

   2. Δικαιούχοι είναι οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες που έχουν υποβάλει τη δήλωση ενιαίας ενίσχυσης στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Ελέγχου και έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση καταβολής της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς στον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   3. Οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις απευθύνονται στον ανταποκριτή του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, ο οποίος τους ενημερώνει για τις απαραίτητες ενέργειες για την εκτίμηση και καταγραφή των ζημιών.

 

   4. Αρμόδιοι για την εκτίμηση και καταγραφή των ζημιών σε φυτικά μέσα παραγωγής των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, καθώς και για τη συγκέντρωση των απαιτούμενων στοιχείων είναι οι γεωτεχνικοί υπάλληλοι του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   5. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου παρατηρούνται σημαντικές και εκτεταμένες ζημίες σε αριθμό πληγεισών αγροτικών εκμεταλλεύσεων ή σε μέγεθος καταστροφής, σε φυτικά μέσα παραγωγής, μπορεί να παρέχεται προκαταβολή έναντι του συνολικού ποσού της επιχορήγησης, μετά από αιτιολογημένο αίτημα του αρμόδιου Αντιπεριφερειάρχη και εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, με τη διαδικασία των παρ. 6 έως και 9.

 

   6. Στην περίπτωση που ασκείται η διακριτική ευχέρεια της παρ. 5, μετά από την οριοθέτηση της πληγείσας περιοχής και τη διαπίστωση της έκτασης των ζημιών, ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων διαβιβάζει στη Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής του Υπουργείου Οικονομικών, συγκεντρωτική κατάσταση των αγροτικών επιχειρήσεων που υπέστησαν ζημιές σε φυτικά μέσα παραγωγής και της αρχικής εκτίμησης των ζημιών, υπογεγραμμένη από τους αρμόδιους γεωτεχνικούς υπαλλήλους του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   7. Η αρχική εκτίμηση των ζημιών πραγματοποιείται βάσει επισημάνσεων και ψηφιακών δεδομένων που έχει στη διάθεσή του ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, καθώς και βάσει αρχικής τιμής εκτίμησης, ανά είδος πολυετούς καλλιέργειας, όπως αυτή καθορίζεται μετά από εισήγηση της Επιτροπής του άρθρου 13 και του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων. Η αρχική εκτίμηση εξειδικεύεται ανά αγροτική εκμετάλλευση με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Ελέγχου.

 

   8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατόπιν γνώμης της αρμόδιας για την εναρμόνιση με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων υπηρεσίας της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και εισήγησης της Επιτροπής του άρθρου 13 και του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, καθορίζονται το ύψος της προκαταβολής, ο τρόπος και οι προϋποθέσεις καταβολής της, τα απαιτούμενα στοιχεία, η διαδικασία και ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με την ίδια ή όμοια απόφαση δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω η διαδικασία της προκαταβολής.

 

   9. Μετά από την έκδοση της απόφασης της παρ. 8, ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων προβαίνει στον έλεγχο των στοιχείων των δικαιούχων και διαβιβάζει καταστάσεις δικαιούχων με τα απαραίτητα στοιχεία στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία προβαίνει στην εκκαθάριση και πληρωμή στους δικαιούχους, της προκαταβολής, κοινοποιώντας στη Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής και τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   10. Για την τελική επιχορήγηση, κατόπιν της οριοθέτησης της πληγείσας περιοχής και της διαπίστωσης της έκτασης των ζημιών, ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων διαβιβάζει στη Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής του Υπουργείου Οικονομικών, συγκεντρωτική κατάσταση των αγροτικών επιχειρήσεων που υπέστησαν ζημιές σε φυτικά μέσα παραγωγής και της τελικής εκτιμώμενης ζημιάς, υπογεγραμμένη από τους αρμόδιους γεωτεχνικούς υπαλλήλους του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   11. Η τελική εκτίμηση των ζημιών ανά αγροτική εκμετάλλευση πραγματοποιείται βάσει των αυτοψιών και εκτιμήσεων του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, καθώς και βάσει τελικής τιμής εκτίμησης, ανά είδος πολυετούς καλλιέργειας και σοβαρότητας της ζημιάς, όπως αυτή καθορίζεται μετά από εισήγηση της Επιτροπής του άρθρου 13 και του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   12. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κατόπιν λήψης της γνώμης της αρμόδιας για την εναρμόνιση με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων υπηρεσίας της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και εισήγησης της Επιτροπής του άρθρου 13 και του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων, καθορίζονται οι προϋποθέσεις καταβολής της ενίσχυσης, το ύψος της επιχορήγησης, ο τρόπος καταβολής της, τα απαιτούμενα στοιχεία, η διαδικασία και ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος. Με την ίδια ή όμοια απόφαση δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω η διαδικασία της επιχορήγησης.

 

   13. Μετά από την έκδοση της απόφασης της παρ. 12, ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων προβαίνει στον έλεγχο των στοιχείων και διαβιβάζει καταστάσεις τελικών δικαιούχων με τα απαραίτητα στοιχεία στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία προβαίνει στην εκκαθάριση και πληρωμή στους δικαιούχους, αφαιρουμένου του ποσού της προκαταβολής του παρόντος άρθρου, της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 6 και της ενίσχυσης πρώτης αρωγής έναντι επιχορήγησης του άρθρου δωδέκατου της από 13.8.2021 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4824/2021 (Α' 143), κοινοποιώντας στη Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής και τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων.

 

   14. Εφόσον διαπιστωθεί, κατά τον έλεγχο των στοιχείων από τη Διεύθυνση Κρατικής Αρωγής, ότι επιχείρηση ή φορέας έλαβε προκαταβολή κατά παράβαση των όρων του παρόντος, το γνωστοποιεί στη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών και το ποσό της προκαταβολής που έχει καταβληθεί αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εντόκως από τη στιγμή που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου και μέχρι την πραγματική επιστροφή του, με βάση το επιτόκιο ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με την Ανακοίνωσή της σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης (2008/C 14/02), κατά τα λοιπά εφαρμοζομένου του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α' 90).».

 

   2. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την 1η.5.2021.

 

’ρθρο 78

Κυβερνητική Επιτροπή Κρατικής Αρωγής - Τροποποίηση του άρθρου 13 του ν. 4797/2021

 

   Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 13 του ν. 4797/2021 (Α' 66) τροποποιείται ως προς τη συμπλήρωση της αποστολής της Κυβερνητικής Επιτροπής Κρατικής Αρωγής και το άρθρο 13 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«’ρθρο 13

Κυβερνητική Επιτροπή Κρατικής Αρωγής

 

   Συστήνεται Κυβερνητική Επιτροπή Κρατικής Αρωγής (εφεξής Επιτροπή), σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4622/2019 (Α' 133). Η Επιτροπή αποτελεί τον μηχανισμό που συντονίζει και διασφαλίζει σε εθνικό επίπεδο την υλοποίηση του θεσμικού πλαισίου για την κρατική αρωγή, την αποκατάσταση και ανασυγκρότηση έργων και υποδομών του Δημοσίου, μετά από θεομηνίες.».

 

’ρθρο 79

Περιφερειακός συντονιστής κρατικής αρωγής - Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4797/2021

 

   Στην παρ. 3 του άρθρου 15 του ν. 4797/2021 (Α' 66) προστίθεται περ. δ) και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «3. Ο περιφερειακός συντονιστής κρατικής αρωγής είναι αρμόδιος για:

 

   α) τον συντονισμό της διαδικασίας εκτίμησης και καταγραφής των ζημιών από τις αρμόδιες επιτροπές κρατικής αρωγής του άρθρου 16,

 

   β) την πληροφόρηση των πολιτών, σχετικά με τα θέματα αρμοδιότητας της περιφέρειας για τη διαδικασία αντιμετώπισης ζημιών από θεομηνία και τη συνδρομή μέχρι τη συγκρότηση των επιτροπών κρατικής αρωγής ως προς τη συγκέντρωση των δικαιολογητικών που απαιτούνται κατά το στάδιο εκτίμησης και καταγραφής των ζημιών,

 

   γ) τη μέριμνα για την έκδοση των αποφάσεων συγκρότησης των επιτροπών κρατικής αρωγής, καθώς και τη διεκπεραίωση όλων των διαδικαστικών ενεργειών για την έκδοση των ως άνω αποφάσεων και

 

   δ) τον συντονισμό της διαδικασίας εκτίμησης και καταγραφής των ζημιών στις δημόσιες υποδομές από θεομηνίες.».

 

’ρθρο 80

Επιτροπές Κρατικής Αρωγής - Προσθήκη παρ. 9 στο άρθρο 16 του ν. 4797/2021

 

   Στο άρθρο 16 του ν. 4797/2021 (Α' 66) προστίθεται παρ. 9, ως εξής:

 

    «9. Επιτροπές κρατικής αρωγής, δύνανται να συστήνονται και με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Κυβερνητικής Επιτροπής Κρατικής Αρωγής του άρθρου 13, σε περιπτώσεις σημαντικών και εκτεταμένων ζημιών σε αριθμό πληγεισών επιχειρήσεων ή σε μέγεθος καταστροφής, καθώς και σε περιπτώσεις μη επάρκειας των επιτροπών κρατικής αρωγής, που συ- στήνονται με την απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη της παρ. 1. Στις επιτροπές του πρώτου εδαφίου δύναται να συμμετέχουν και υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών.».

 

’ρθρο 81

Ηλεκτρονική πλατφόρμα κρατικής αρωγής και υλικές ζημιές σε κτιριακές εγκαταστάσεις - Τροποποίηση της παρ. 4 και προσθήκη παρ. 9 στο άρθρο 24 του ν. 4797/2021

 

   1. Στο άρθρο 24 του ν. 4797/2021 (Α' 66), τροποποιείται η παρ. 4 με την προσθήκη δευτέρου εδαφίου, προστίθεται παρ. 9 και οι παρ. 4 και 9 διαμορφώνονται ως εξής:

 

    «4. Μέχρι την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας του συστήματος της ηλεκτρονικής πλατφόρμας κρατικής αρωγής, όπως αυτή καθορίζεται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης της περ. β' της παρ. 6 του άρθρου 10, η διαβίβαση των εγγράφων πραγματοποιείται μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και σε φυσική μορφή. Σε έκτακτες περιπτώσεις θεομηνιών, κατά τις οποίες παρατηρούνται σημαντικές και εκτεταμένες ζημίες σε μέγεθος καταστροφής και μέχρι την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας του συστήματος της ηλεκτρονικής πλατφόρμας κρατικής αρωγής του άρθρου 10, στο πλαίσιο παροχής κρατικής αρωγής για την αντιμετώπιση των συνεπειών από θεομηνίες δύναται να χρησιμοποιείται η ηλεκτρονική πλατφόρμα με την ονομασία «arogi.gov.gr», η οποία δημιουργήθηκε δυνάμει του άρθρου ένατου της από 13.8.2021 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 143), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4824/2021 (Α' 156), και η οποία είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της δημόσιας διοίκησης (gov.gr-ΕΨΠ) του άρθρου 22 του ν. 4727/2020 (Α' 184).».

 

    «9. Υλικές ζημιές σε κτιριακές εγκαταστάσεις οι οποίες έχουν καταγραφεί και εκτιμηθεί από τις επιτροπές κρατικής αρωγής, στο πλαίσιο εκτίμησης και καταγραφής ζημιών από θεομηνίες που έχουν εκδηλωθεί πριν την 26η.9.2021, δύναται να καλύπτονται από την επιχορήγηση για αντιμετώπιση ζημιών, η οποία και καταβάλλεται στους δικαιούχους, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 7.».

 

’ρθρο 82

Πρώτη αρωγή έναντι στεγαστικής συνδρομής

 

   Στον ν. 4797/2021 (Α' 66) μετά το Κεφάλαιο ΣΤ' του Μέρους Α', προστίθεται Κεφάλαιο Ζ' με τίτλο «ΠΡΩΤΗ ΑΡΩΓΗ ΕΝΑΝΤΙ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ» ως εξής:

 

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'

ΠΡΩΤΗ ΑΡΩΓΗ ΕΝΑΝΤΙ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΗΣ

ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ».

 

’ρθρο 83

Ενίσχυση πρώτης αρωγής έναντι στεγαστικής συνδρομής

 

   1. Στον ν. 4797/2021 (Α' 66), μετά το άρθρο 24, προστίθεται άρθρο 24Α ως εξής:

 

«’ρθρο 24Α

Ενίσχυση πρώτης αρωγής έναντι

στεγαστικής συνδρομής

 

   1. Σε φυσικά και νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που πλήττονται από θεομηνίες και είναι ιδιοκτήτες κατά πλήρη ή ψιλή κυριότητα, κτιρίων που βρίσκονται σε περιοχές που έχουν οριοθετηθεί ως πληγείσες ή έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και εξειδικεύονται με την κοινή απόφαση της παρ. 8 του άρθρου 24Β, δύναται να χορηγείται έκτακτη εφάπαξ ενίσχυση, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 24Β, ως πρώτη αρωγή, έναντι της κρατικής αρωγής της στεγαστικής συνδρομής, όπως καθορίζεται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών, καθώς και Εσωτερικών κατά περίπτωση, για την οριοθέτηση περιοχών που έχουν πληγεί και τη χορήγηση στεγαστικής συνδρομής.

 

   2. Η ενίσχυση της πρώτης αρωγής είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, μη εφαρμοζομένης της παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 4172/2013 (Α' 167) σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησής της, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, αποκλειομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 (Α' 167), δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα.».

 

   2. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την 1η.10.2020.

 

’ρθρο 84

Διαδικασία ενίσχυσης πρώτης αρωγής έναντι στεγαστικής συνδρομής

 

   1. Στον ν. 4797/2021 (Α' 66), μετά το άρθρο 24Α, προστίθεται άρθρο 24Β ως εξής:

 

«’ρθρο 24Β

Διαδικασία ενίσχυσης πρώτης αρωγής έναντι στεγαστικής συνδρομής

 

   1. Το ύψος της πρώτης αρωγής του άρθρου 24Α καθορίζεται ανάλογα με τη σοβαρότητα των βλαβών στα κτίρια με την κοινή απόφαση της παρ. 8. Η πρώτη αρωγή του άρθρου 24Α παρέχεται για ζημιές σε ιδιοκτησίες φυσικών προσώπων, νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, όπως αυτές προκύπτουν από την τελευταία δήλωση περιουσιακής κατάστασης (έντυπο Ε9) και δεν δύναται να υπερβαίνει το ογδόντα τοις εκατό (80%) της κατά πλήρη κυριότητα αξίας του κτιρίου, όπως αυτή υπολογίζεται για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), μη λαμβανομένης υπόψη της παλαιότητας αυτού, με βάση το ποσοστό συνιδιοκτησίας και, σε περίπτωση ψιλής κυριότητας, με βάση το ποσοστό συνιδιοκτησίας επί της ψιλής κυριότητας.

 

   2. Για την καταβολή της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 24Α ο δικαιούχος υποβάλλει αίτηση, μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 10, η οποία συνιστά και υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986 (Α' 75) ως προς το αληθές και ακριβές περιεχόμενό της.

 

   3. Η καταβολή της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 24Α στους δικαιούχους διενεργείται από τη Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, στον λογαριασμό ΙΒΑΝ (International Bank Account Number), όπως αυτός έχει δηλωθεί από τον δικαιούχο στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Η ενίσχυση του άρθρου 24Α βαρύνει τον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ).

 

   4. Η ενίσχυση πρώτης αρωγής του άρθρου 24Α καταβάλλεται έναντι της κρατικής αρωγής της στεγαστικής συνδρομής για την αποκατάσταση των κτιρίων και αφαιρείται από το ποσό της δωρεάν κρατικής αρωγής της στεγαστικής συνδρομής για την αποκατάσταση των κτιρίων, όπως αυτή καθορίζεται μετά την υποβολή φακέλου, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Υποδομών και Μεταφορών, καθώς και Εσωτερικών κατά περίπτωση, για την οριοθέτηση της πληγείσας περιοχής και τη χορήγηση στεγαστικής συνδρομής.

 

   5. Προ της καταβολής της ενίσχυσης και εκ των υστέρων δύναται να διενεργούνται έλεγχοι και διασταυρώσεις στοιχείων. Σε περίπτωση υποβολής δηλώσεων με ψευδή ή ανακριβή στοιχεία ή στοιχεία που τροποποιούν ή δεν αποτυπώνουν ορθά τη φορολογική κατάσταση των επιχειρήσεων με σκοπό την υπαγωγή στον παρόντα, τα αρμόδια όργανα ελέγχου και πληρωμής δύνανται να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες για τη διασφάλιση της διαδικασίας, όπως, ενδεικτικά, μη έγκριση προσωρινά της αίτησης, διενέργεια περαιτέρω ελέγχων, ενημέρωση συναρμόδιων υπηρεσιών και ελεγκτικών αρχών. Για τους σκοπούς των ελέγχων, οι συναρμόδιες υπηρεσίες αποστέλλουν τα απαραίτητα στοιχεία στα αρμόδια όργανα ελέγχου.

 

   6. Σε περίπτωση που δεν κατατεθούν αίτηση και πλήρης φάκελος για τη χορήγηση κρατικής αρωγής στεγαστικής συνδρομής ή ο αιτών δεν κριθεί δικαιούχος μετά την εξέταση του φακέλου από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών ή το ποσό κρατικής αρωγής στεγαστικής συνδρομής, όπως αυτό καθορίζεται από αυτήν, είναι μικρότερο από το ποσό που έλαβε ο δικαιούχος, ως πρώτη αρωγή έναντι κρατικής αρωγής στεγαστικής συνδρομής, τότε το συνολικό ποσό ενίσχυσης ή το ποσό που υπερβαίνει το ποσό της κρατικής αρωγής στεγαστικής συνδρομής, κατά περίπτωση, αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εφαρμοζομένου του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α' 90 [ΚΕΔΕ]). Ειδικά στην περίπτωση επιχειρήσεων, αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εντόκως από τη στιγμή που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου και μέχρι την επιστροφή του, με βάση το επιτόκιο ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με την υπ' αρ. 2008/C 14/02 ανακοίνωσή της, σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, κατά τα λοιπά εφαρμοζομένου του ΚΕΔΕ.

 

   7. Σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης ή σε περίπτωση που, κατόπιν ελέγχου, διαπιστωθεί μη τήρηση των όρων για τη χορήγηση της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 24Α ή για τη χορήγηση δωρεάν κρατικής αρωγής στεγαστικής συνδρομής, πέραν των κυρώσεων που προβλέπονται, το χορηγηθέν εφάπαξ ποσό πρώτης αρωγής αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εφαρμοζομένου του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Ειδικά στην περίπτωση επιχειρήσεων αναζητείται ως αχρεωστήτως καταβληθέν, εντόκως από τη στιγμή που τέθηκε στη διάθεση του δικαιούχου και μέχρι την πραγματική επιστροφή του, με βάση το επιτόκιο ανάκτησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με την υπ' αρ. 2008/C 14/02 ανακοίνωσή της, σχετικά με την αναθεώρηση της μεθόδου καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης, κατά τα λοιπά εφαρμοζομένου του ΚΕΔΕ.

 

   8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Ψηφιακής Διακυβέρνησης και Υποδομών και Μεταφορών, μετά από εισήγηση της Κυβερνητικής Επιτροπής Κρατικής Αρωγής του άρθρου 13, καθορίζεται το ύψος της ενίσχυσης πρώτης αρωγής του άρθρου 24Α, ανάλογα με τη σοβαρότητα των βλαβών και εξειδικεύονται οι πληγείσες περιοχές στις οποίες αφορά. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης, οι δικαιούχοι, τα στοιχεία και τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατά περίπτωση, οι τεχνικές λεπτομέρειες και τα ειδικότερα ζητήματα για το περιεχόμενο και την υποβολή της αίτησης, τη διαδικασία και τον τρόπο πληρωμής, καθώς και την εφαρμογή του ν. 4624/2019 (Α' 137) και του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, L 119), οι διαδικασίες και τα όργανα ελέγχων, η διαδικασία και τα όργανα ανάκτησης και βεβαίωσης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος και δύναται να εξειδικεύεται περαιτέρω η διαδικασία.».

 

   2. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από την 1η.10.2020.

 

’ρθρο 85

Παράταση της προθεσμίας εξέτασης αιτήσεων για την απόδειξη ύπαρξης διαδόχων και για την παραχώρηση σε αυτούς ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και ευρίσκονται εντός του εγκεκριμένου με το β.δ. της 29ης.7.1894 ρυμοτομικού σχεδίου στις θέσεις «Ράχη και Μαχάλα» Μαλεσίνας - Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4778/2021

 

   Στο άρθρο 28 του ν. 4778/2021 (Α' 26), τροποποιείται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 ως προς την καταληκτική ημερομηνία της προθεσμίας εξέτασης των αιτήσεων, στο πλαίσιο διαδικασίας αποκατάστασης σεισμοπαθών και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «2. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αποκατάστασης σεισμοπαθών της παρ. 1 συστήνεται επιτροπή, η οποία θα εξετάσει, έως τις 31.1.2022, αιτήσεις ιδιωτών, προκειμένου να αποδειχθεί ότι αποτελούν απώτερους διαδόχους των αρχικώς αποκατασταθέντων και θα γνωμοδοτήσει για την παραχώρηση σε αυτούς των αρχικώς παραχωρηθεισών εκτάσεων.

 

   Η επιτροπή είναι πενταμελής, συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών και αποτελείται από:

 

   α) τον Προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας Φθιώτιδας, με τον νόμιμο αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο, και μέλη,

 

   β) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος του Δήμου Λοκρών, με τον νόμιμο αναπληρωτή του,

 

   γ) έναν (1) εκπρόσωπο του Δικηγορικού Συλλόγου Λαμίας, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο αυτού,

 

   δ) έναν (1) εκπρόσωπο του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο αυτού, και

 

   ε) έναν (1) υπάλληλο της Γενικής Διεύθυνσης Αναπτυξιακού Προγραμματισμού, Περιβάλλοντος και Υποδομών της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Περιφερειάρχη.

 

   Ως Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται με την απόφαση του δευτέρου εδαφίου υπάλληλος της Κτηματικής Υπηρεσίας Φθιώτιδας. Η επιτροπή συνεδριάζει στην έδρα του Δήμου Λοκρών της Περιφερειακής Ενότητας Φθιώτιδας.

 

   Η έκδοση των σχετικών παραχωρητηρίων τίτλων γίνεται από τον Γενικό Διευθυντή Δημόσιας Περιουσίας και Κοινωφελών Περιουσιών, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της επιτροπής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία βά- σει των οποίων η επιτροπή εξετάζει τα αιτήματα, οι όροι της παραχώρησης, κάθε ειδικότερη λεπτομέρεια για τη λειτουργία της επιτροπής και κάθε άλλο σχετικό θέμα.».

 

’ρθρο 86

Προθεσμία μετατροπής των Κέντρων Διά Βίου Μάθησης - Προθεσμία υποβολής προγραμμάτων των Κέντρων Δια Βίου Μάθησης για πιστοποίηση - Τροποποίηση των περ. α) και β) της παρ. 17 του άρθρου 169 του ν. 4763/2020

 

   1. Στην περ. α) της παρ. 17 του άρθρου 169 του ν. 4763/ 2020 (Α'254), στην οποία περιέχονται μεταβατικές διατάξεις, επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις: α) τροποποιείται το πρώτο εδάφιο, ως προς την καταληκτική ημερομηνία της προθεσμίας εντός της οποίας τα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης επιπέδου ένα (1) και δύο (2) δύνανται να μετατραπούν σε Κέντρα Διά Βίου Μάθησης του ν. 4763/2020, με τροποποίηση των αδειών λειτουργίας τους, λόγω προσαρμογής στις διατάξεις του άρθρου 53 του ιδίου νόμου, β) τροποποιείται το δεύτερο εδάφιο, ως προς την ημερομηνία μετά την παρέλευση της οποίας ανακαλούνται οι άδειες των Κέντρων Διά Βίου Μάθησης επιπέδου ένα (1) και δύο (2), που δεν προσαρμόστηκαν στις εν λόγω διατάξεις, και η περ. α) της παρ. 17 του άρθρου 169 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «17. α) Η μετατροπή των Κέντρων Διά Βίου Μάθησης επιπέδου ένα (1) και δύο (2) σε Κέντρα Διά Βίου Μάθησης, σύμφωνα με το άρθρο 53, δύναται να πραγματοποιηθεί για Κέντρα Διά Βίου Μάθησης που έχουν αδειοδοτηθεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος, με τροποποίηση των αδειών λειτουργίας τους, λόγω προσαρμογής τους στις διατάξεις του άρθρου 53, έως τις 31.3.2022. Ύστερα από τις 31.3.2022 ανακαλούνται οι άδειες των Κέντρων Διά Βίου Μάθησης επιπέδου ένα (1) και δύο (2), που δεν προσαρμόστηκαν στις εν λόγω διατάξεις.».

 

   2. Η περ. β) της παρ. 17 του άρθρου 169 του ν. 4763/ 2020, τροποποιείται, ως προς την ημερομηνία από την οποία τα Κέντρα Δια Βίου Μάθησης που υποχρεούνται να υποβάλουν προς πιστοποίηση τα προγράμματά τους, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 57 του ιδίου νόμου, υποχρεούνται να παρέχουν πιστοποιημένα προγράμματα, και η περ. β) της παρ. 17 του άρθρου 169 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «β) Από 31.3.2022, τα Κ.Δ.Β.Μ., που υποχρεούνται να υποβάλουν προς πιστοποίηση τα προγράμματά τους, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 57, υποχρεούνται να παρέχουν πιστοποιημένα προγράμματα.».

 

   3. Οι ρυθμίσεις του παρόντος ισχύουν από την 30ή.11.2021.

 

’ρθρο 87

Δυνατότητα παράτασης συμβάσεων καθαριότητας, απολύμανσης και φύλαξης των κτιρίων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων

 

   Συμβάσεις υπηρεσιών καθαριότητας, απολύμανσης και φύλαξης των κτιρίων των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.), οι οποίες έχουν συναφθεί στο πλαίσιο του άρθρου εικοστού έκτου της από 14.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 64), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4682/2020 (Α' 76) και λήγουν έως την 31η.12.2021, δύνανται να παρατείνονται, με απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου του Α.Ε.Ι., από τη λήξη τους έως την 31η.3.2022.

 

’ρθρο 88

Υποχρεωτικότητα φοίτησης στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο - Τροποποίηση του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1566/1985

 

   Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1566/ 1985 (Α' 167), περί της εποπτείας της φοίτησης στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο από όποιον έχει την επιμέλεια του ανηλίκου, τροποποιείται, ώστε η παράλειψη εποπτείας να αφορά και όποιον έχει την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου και να τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη και χρηματική ποινή, και η παρ. 3 του άρθρου 2 διαμορφώνεται ως εξής:

 

    «3. Η φοίτηση είναι υποχρεωτική στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο, εφόσον ο μαθητής δεν έχει υπερβεί το 16ο έτος της ηλικίας του. Όποιος έχει την επιμέλεια ή την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου και παραλείπει την εγγραφή ή την εποπτεία του ως προς τη φοίτηση τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη και χρηματική ποινή.».

 

ΜΕΡΟΣ Δ'

ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ

 

’ρθρο 89

Έναρξη ισχύος

 

   Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν στις επιμέρους διατάξεις ορίζεται διαφορετικά.

 

   Ακολουθεί παράρτημα βλέπε οικείο ΦΕΚ.

 

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

 

Αθήνα, 10 Δεκεμβρίου 2021