ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 4703/ΦΕΚ Α/131/10.7.2020

 

Δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις και άλλες διατάξεις.

 

H ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

   Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 

ΜΕΡΟΣ Α'

ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΑΙΘΡΙΕΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 1 Σκοπός

 

’ρθρο 2 Ορισμοί

 

’ρθρο 3 Υποχρέωση γνωστοποίησης

 

’ρθρο 4 Υποχρεώσεις οργανωτή

 

’ρθρο 5 Αστυνομικός - Λιμενικός Διαμεσολαβητής

 

’ρθρο 6 Υποχρεώσεις της αστυνομικής και λιμενικής αρχής

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ - ΔΙΑΛΥΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΙΘΡΙΩΝ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΩΝ

 

’ρθρο 7

Απαγόρευση

 

’ρθρο 8

Περιορισμοί ’ρθρο 9 Διάλυση

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

 

’ρθρο 10 Αρμοδιότητα αστυνομικής και λιμενικής αρχής

 

’ρθρο 11 Ενημέρωση εισαγγελικής Αρχής

 

’ρθρο 12 Προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΚΥΡΩΣΕΙΣ

 

’ρθρο 13 Ποινικές και αστικές κυρώσεις

 

’ρθρο 14 Εξουσιοδότηση

 

ΜΕΡΟΣ Β'

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ

 

’ρθρο 15 Αρμοδιότητες Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης

 

’ρθρο 16 Ίδρυμα Μέριμνας και Αριστείας της Ελληνικής Αστυνομίας

 

’ρθρο 17 Ρυθμίσεις θεμάτων πάγιας εισφοράς

 

’ρθρο 18 Ρυθμίσεις θεμάτων Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας

 

’ρθρο 19 Σύσταση Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη

 

’ρθρο 20 Απόσπαση εκπαιδευτικών συζύγων υπηρετούντων στα Σώματα Ασφαλείας

 

’ρθρο 21 Ρυθμίσεις για την πλήρωση κενών θέσεων Συνοριακών Φυλάκων Ορισμένου Χρόνου

 

ΜΕΡΟΣ Γ'

ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 22 Καταργούμενες διατάξεις

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΘΕΣΗ ΣΕ ΙΣΧΥ

 

’ρθρο 23 Έναρξη ισχύος

 

ΜΕΡΟΣ Α'

ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΑΙΘΡΙΕΣ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 1

Σκοπός

 

   Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι δημοσίως σε υπαίθριο χώρο, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Συντάγματος και το άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), κατά τρόπον ώστε να μην εκτίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια ασφάλεια και να μην διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής.

 

’ρθρο 2

Ορισμοί

 

   Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως εξής:

   1. «Δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η σταθερή ή κινούμενη συνάθροιση προσώπων, προσωρινής διάρκειας, που πραγματοποιείται μετά από προηγούμενη συνεννόηση ή πρόσκληση σε ανοικτό, μη περιτοιχισμένο χώρο, για τον ίδιο σκοπό, ιδίως για από κοινού διαμαρτυρία, προβολή απόψεων, διατύπωση αιτημάτων οποιουδήποτε χαρακτήρα ή λήψη σχετικών αποφάσεων.

   2. «Σταθερή συνάθροιση» είναι η δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, της οποίας η έναρξη, η διάρκεια και η λήξη πραγματοποιούνται στον ίδιο, ανοιχτό, μη περιτοιχισμένο χώρο.

   3. «Κινούμενη συνάθροιση» ή «πορεία» είναι η πεζή ή εποχούμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία πραγματοποιείται με μετακίνηση των συμμετεχόντων ή μέρους των συμμετεχόντων σε συγκεκριμένη οδική διαδρομή.

   4. «Αυθόρμητη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, που πραγματοποιείται χωρίς προηγούμενη συνεννόηση ή πρόσκληση, με αφορμή την επέλευση συγκεκριμένου αιφνίδιου γεγονότος, κοινωνικής σημασίας.

   5. «Έκτακτη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η συνάθροιση της παρ. 1, όταν πραγματοποιείται ένεκα απρόβλεπτου, τρέχοντος ή επικείμενου γεγονότος, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3.

   6. «Διατάραξη» είναι η εξαιτίας της συνάθροισης σοβαρή παρεμπόδιση της κίνησης των πολιτών και γενικά η διασάλευση της ομαλής κοινωνικής και οικονομικής ζωής μιας περιοχής.

   7. «Διάλυση» είναι η διακοπή της διεξαγωγής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης και η εκούσια ή μη απομάκρυνση των συναθροισθέντων, κατόπιν προφορικής ή γραπτής διαταγής της παριστάμενης αστυνομικής αρχής προς τους συμμετέχοντες στη συνάθροιση να απομακρυνθούν.

   8. «Οργανωτής» είναι το φυσικό πρόσωπο ή ο νόμιμος εκπρόσωπος νομικού προσώπου ή ένωσης προσώπων που απευθύνει πρόσκληση προς το ευρύ κοινό για συμμετοχή σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ή ο οριζόμενος ως οργανωτής στο πλαίσιο της υποχρέωσης γνωστοποίησης του άρθρου 3.

   9. «Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής» είναι ο αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή στέλεχος του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής αντίστοιχα, ο οποίος ορίζεται από την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή ως σύνδεσμος με τον οργανωτή, ώστε μέσω της άμεσης μεταξύ τους επικοινωνίας, συνεργασίας και συντονισμού να διασφαλισθεί η ομαλή και σύννομη διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.

   10. «Περιορισμοί» είναι οι υποχρεώσεις που τίθενται προς τους συμμετέχοντες ή και τους προτιθέμενους να συμμετάσχουν στη συνάθροιση, μέσω σχετικών, προφορικών ή γραπτών, υποδείξεων της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής να ασκήσουν το δικαίωμά τους σύμφωνα με τις συστάσεις της. Περιορισμοί, είναι ιδίως η κατάληψη μέρους μόνον του οδοστρώματος ή άλλου δημόσιου ανοικτού μη περιτοιχισμένου χώρου, η μερική διαφοροποίηση της διαδρομής κινούμενης συνάθροισης, η αποβολή και απομάκρυνση από τον χώρο της συνάθροισης ατόμων τα οποία φέρουν αντικείμενα και εκδηλώνουν συμπεριφορές που θέτουν σε διακινδύνευση την ανθρώπινη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα ή τα περιουσιακά δικαιώματα των πολιτών ή τη δημόσια περιουσία ή εμποδίζουν την ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι των συναθροισθέντων και την ομαλή εξέλιξη της συνάθροισης, καθώς και η μη παρακώλυση της κυκλοφορίας και της πρόσβασης σε δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς κοινής ωφέλειας και νοσηλευτικά ιδρύματα.

 

’ρθρο 3

Υποχρέωση γνωστοποίησης

 

   1. Ο οργανωτής οφείλει να γνωστοποιήσει στην κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή, την πρόθεσή του να καλέσει το ευρύ κοινό ή ορισμένες κατηγορίες προσώπων ή αριθμό συγκεκριμένων ατόμων να συμμετάσχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.

 

   2. Η γνωστοποίηση γίνεται εγγράφως ή ηλεκτρονικά μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας της Ελληνικής Αστυνομίας και υποβάλλεται εγκαίρως πριν από την πραγματοποίηση της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα στοιχεία ταυτότητας και επικοινωνίας του οργανωτή, τον ακριβή τόπο, τον χρόνο έναρξης και τον εκτιμώμενο χρόνο λήξης, τον σκοπό, καθώς και το προτεινόμενο δρομολόγιο της συνάθροισης. Δεν οφείλεται γνωστοποίηση για τις δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις που πραγματοποιούνται για τον εορτασμό της Πρωτομαγιάς και της επετείου της 17ης Νοεμβρίου.

 

   3. Αυθόρμητη ή έκτακτη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που δεν έχει γνωστοποιηθεί κατά τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 επιτρέπεται, εφόσον δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Στην περίπτωση αυτή η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή καλεί τους συμμετέχοντες να ορίσουν οργανωτή, εφόσον οι υφιστάμενες συνθήκες το επιτρέπουν, ενώ δύναται να επιβάλει περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 8. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με αυτούς, καθώς και με την υποχρέωση ορισμού οργανωτή, η αστυνομική ή λιμενική αρχή δύναται να προβεί στη διάλυση της ανωτέρω συνάθροισης ενημερώνοντας αμελλητί τον αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών.

 

   4. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται ειδική ιστοσελίδα, μέσω της οποίας παρέχεται ενημέρωση στους πολίτες για τις προγραμματισμένες ή τρέχουσες συναθροίσεις και λοιπές εκδηλώσεις, καθώς και τις σχετιζόμενες με αυτές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις. Με όμοια απόφαση προβλέπονται οι ειδικότεροι όροι λειτουργίας της ιστοσελίδας και κάθε αναγκαίο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας.

 

’ρθρο 4

Υποχρεώσεις οργανωτή

 

   Ο οργανωτής της συνάθροισης υποχρεούται να μεριμνά για την ομαλή διεξαγωγή της λαμβάνοντας κάθε αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο. Ιδίως, ο οργανωτής της συνάθροισης:

   α) συνεργάζεται άμεσα με την αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή και ιδίως με τον Αστυνομικό ή Λιμενικό Διαμεσολαβητή και συμμορφώνεται στις υποδείξεις τους παρέχοντας τη συνδρομή του στην προσπάθεια για την τήρηση της τάξης και την ομαλή πραγματοποίηση της συνάθροισης,

   β) ενημερώνει τους μετέχοντες στη συνάθροιση για την υποχρέωσή τους να μην φέρουν αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας και ζητά την παρέμβαση της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής για την απομάκρυνση ατόμων που φέρουν τέτοια αντικείμενα, γ) ορίζει επαρκή αριθμό ατόμων, τα οποία παρέχουν συνδρομή στην περιφρούρηση της συνάθροισης.

 

’ρθρο 5

Αστυνομικός - Λιμενικός Διαμεσολαβητής

 

   1. Κατά τη διεξαγωγή των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής ως «Αστυνομικός Διαμεσολαβητής» ή «Λιμενικός Διαμεσολαβητής» κατά περίπτωση, ο οποίος αποτελεί τον σύνδεσμο της αρμόδιας αστυνομικής ή λιμενικής αρχής με τον οργανωτή, ώστε να διασφαλισθεί η ομαλή και σύμφωνη με τον νόμο διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.

 

   2. Ο Αστυνομικός ή Λιμενικός Διαμεσολαβητής μεριμνά:

   α) για τη δημιουργία άμεσης επαφής μεταξύ του επικεφαλής της δύναμης της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής, η οποία παρίσταται κατά τη διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης και του οργανωτή και

   β) για την άμεση και διαρκή συνεργασία και επικοινωνία μεταξύ της αστυνομικής ή λιμενικής αρχής και του οργανωτή.

 

’ρθρο 6

Υποχρεώσεις της αστυνομικής και λιμενικής αρχής

 

   Η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή οφείλει να διασφαλίζει την ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι σε δημόσιο υπαίθριο χώρο, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1. Προς τον σκοπό αυτόν και σε συνεργασία με τον οργανωτή, λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ - ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ - ΔΙΑΛΥΣΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΑΙΘΡΙΩΝ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΩΝ

 

’ρθρο 7

Απαγόρευση

 

   1. Επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί αν:

   α) επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, λόγω ιδιαιτέρως πιθανής διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων, ιδίως, κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας ή

   β) απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή ή

   γ) πρόκειται για δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ο σκοπός της οποίας αντιτίθεται προς τον σκοπό ήδη προγραμματισμένης γνωστοποιηθείσας κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 και μη απαγορευθείσας συνάθροισης που πραγματοποιείται ή βρίσκεται σε εξέλιξη στην ίδια περιοχή ή εγγύς της ίδιας περιοχής και κατά το αυτό χρονικό διάστημα.

 

   2. Στις περ. β) και γ) της παρ. 1 η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 8 υποδεικνύει ενδεικτικά, εφόσον είναι εφικτό, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές, κατάλληλες για την πραγματοποίηση της συνάθροισης.

 

   3. Η απόφαση για την απαγόρευση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης κοινοποιείται στον οργανωτή εγκαίρως πριν από τον αιτηθέντα για την πραγματοποίησή της χρόνο.

 

   4. Για τη λήψη της απόφασης περί απαγόρευσης, όπως και για την επιβολή περιορισμών σύμφωνα με το άρθρο 8 σε γνωστοποιηθείσα δημόσια υπαίθρια συνάθροιση λαμβάνονται υπόψη ιδίως: (α) ο εκτιμώμενος αριθμός συμμετεχόντων, (β) η περιοχή πραγματοποίησής της, (γ) ο βαθμός επικινδυνότητας αυτής ως προς την πιθανότητα διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων και διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής.

 

’ρθρο 8

Περιορισμοί

 

   1. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής, λόγω ιδίως των ειδικότερων κυκλοφοριακών και άλλων ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών.

 

   2. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εάν η διεξαγωγή της προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη διατάραξη στην κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής, λόγω ιδίως του αριθμού των συμμετεχόντων και λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις ειδικότερες κυκλοφοριακές και άλλες ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες.

 

   3. Η απόφαση για την επιβολή περιορισμών σε γνωστοποιηθείσα συνάθροιση κοινοποιείται στον οργανωτή εγκαίρως πριν από τον αιτηθέντα για την πραγματοποίησή της χρόνο.

 

’ρθρο 9

Διάλυση

 

   1. Η διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που βρίσκεται σε εξέλιξη δύναται να διαταχθεί, εάν:

   α) πραγματοποιείται παρά την έκδοση απόφασης απαγόρευσης του άρθρου 7 ή

   β) οι συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν σε σχέση με αυτή, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 ή

   γ) μετατρέπεται σε βίαιη με τη διάπραξη σοβαρών αξιόποινων πράξεων, όπως επιθέσεων κατά προσώπων, εμπρησμών, φθορών δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, βιαιοπραγιών κατά της αστυνομικής δύναμης και ιδίως σε περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί και εμπρηστικοί μηχανισμοί, φωτοβολίδες, αιχμηρά αντικείμενα ή από τη συνέχισή της προκαλείται άμεσος κίνδυνος κατά της ζωής ή σωματική βλάβη ή

   δ) πραγματοποιείται χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3, με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παρ. 3 του ιδίου άρθρου.

 

   2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1, η αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί προς τούτο κάθε νόμιμο, πρόσφορο, αναγκαίο και ανάλογο με τις περιστάσεις μέσο, εφόσον προηγουμένως δεν έχει καταστεί δυνατή η εκούσια συμμόρφωση και αποχώρηση των συμμετεχόντων σε συνάθροιση.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

 

’ρθρο 10

Αρμοδιότητα αστυνομικής και λιμενικής αρχής

 

   1. Αρμόδια για την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με σύμφωνη γνώμη του οικείου προέδρου πρωτοδικών, η οποία παρέχεται το αργότερο έως είκοσι τέσσερις (24) ώρες πριν από την έναρξη της επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, και απλή γνώμη των οικείων Δημάρχων ή των υπεύθυνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων, η οποία διατυπώνεται εγγράφως ή σε επείγουσες περιπτώσεις, προφορικά και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου τεκμαίρεται, ότι η σύμφωνη γνώμη έχει παρασχεθεί.

 

   2. Αρμόδια για την επιβολή περιορισμών επικείμενης ή εν εξελίξει δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με απλή γνώμη του οικείου Δημάρχου ή των υπεύθυνων Προέδρων ή Διευθυνόντων Συμβούλων δημοσίων φορέων διαχείρισης και εκμετάλλευσης λιμένων, η οποία διατυπώνεται εγγράφως ή σε επείγουσες περιπτώσεις, προφορικά και μνημονεύεται στη σχετική απόφαση.

 

   3. Αρμόδια για τη διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι η κατά τόπον αρμόδια αστυνομική ή λιμενική αρχή με σύμφωνη γνώμη του παριστάμενου αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών. Σε κατεπείγουσες και σοβαρές περιπτώσεις διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας και ιδίως, σε περιπτώσεις διάπραξης εγκλημάτων κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας ή σε περιπτώσεις γενικευμένων επεισοδίων, εφόσον δεν παρίσταται αρμόδιος εισαγγελέας πρωτοδικών, η απόφαση διάλυσης της συνάθροισης λαμβάνεται από τον επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης με παράλληλη αμελλητί ενημέρωση του αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών.

 

   4. Η απόφαση απαγόρευσης ή επιβολής περιορισμών σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένη και αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας ή του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής. Εάν εκδοθεί προφορική εντολή, συντάσσεται το συντομότερο δυνατό πρακτικό, στο οποίο περιλαμβάνεται ειδική αιτιολογία τόσο για την αιτία που επέβαλε την έκδοση της διαταγής όσο και για τους λόγους για τους οποίους δεν κατέστη δυνατή η έκδοση σχετικής έγγραφης απόφασης.

 

’ρθρο 11

Ενημέρωση εισαγγελικής αρχής

 

   1. Οι αποφάσεις και το πρακτικό της παρ. 4 του άρθρου 10 κοινοποιούνται στον αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών.

 

   2. Σε περίπτωση έκδοσης της προφορικής εντολής της παρ. 4 του άρθρου 10, ο αρμόδιος εισαγγελέας πρωτοδικών ενημερώνεται άμεσα από τον επικεφαλής της αστυνομικής ή λιμενικής δύναμης.

 

’ρθρο 12

Προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία

 

   1. Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που απαγορεύθηκε δικαιούται να ζητήσει την αναστολή της εκτέλεσης της σχετικής απόφασης από την Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας και υπό τους όρους του άρθρου 52 του π.δ. 18/1989 (Α' 8), χωρίς να χρειάζεται να έχει υποβάλει ταυτοχρόνως αίτηση ακυρώσεως. Η προσωρινή διαταγή και η απόφαση της Επιτροπής Αναστολών που δέχεται την αίτηση αποβάλλουν αυτοδικαίως την ισχύ τους, αν ο οργανωτής δεν υποβάλει αίτηση ακυρώσεως εντός δεκαημέρου από τη χορήγηση της αναστολής.

 

   2. Ο οργανωτής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης με την οποία απαγορεύθηκε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση με αίτηση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

   3. Ο οργανωτής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης με την οποία επιβλήθηκαν περιορισμοί στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ή της απόφασης με την οποία αυτή διαλύθηκε, με αίτηση ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά, αναλόγως, των διατάξεων των άρθρων 2 έως 4 του ν. 702/1977 (Α' 268).

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΚΥΡΩΣΕΙΣ

 

’ρθρο 13

Ποινικές κυρώσεις και αστική ευθύνη

 

   1. Όσοι αλλοιώνουν ή επιχειρούν να αλλοιώσουν με βιαιοπραγίες τον ειρηνικό χαρακτήρα δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών.

 

   2. Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Από την ευθύνη αυτή απαλλάσσεται, εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης και αποδεικνύει ότι έχει τηρήσει τις υποχρεώσεις του, όπως αυτές αναφέρονται περιοριστικά στις περ. α', β' και γ' του άρθρου 4.

 

   3. Η διάταξη της παρ. 2 εφαρμόζεται αναλογικά και για τον οργανωτή της παρ. 3 του άρθρου 3.

 

’ρθρο 14

Εξουσιοδοτική διάταξη

 

   Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής ρυθμίζονται ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής του Μέρους Α' του παρόντος, καθώς και οι αναγκαίες λεπτομέρειες σχετικά με τα μέσα και τις διαδικαστικές προϋποθέσεις διάλυσης των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων.

 

ΜΕΡΟΣ Β'

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ

 

’ρθρο 15

Αρμοδιότητες Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης

 

   1. Οι αρμοδιότητες του άρθρου 1 του π.δ. 119/2017 (Α' 145) ασκούνται από τη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Τάξης του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

 

   2. Τυχόν εκκρεμείς υποθέσεις που απορρέουν από το άρθρο 1 του π.δ. 119/2017 περαιώνονται από τις υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Τάξης του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.

 

’ρθρο 16

Ίδρυμα Μέριμνας και Αριστείας της Ελληνικής Αστυνομίας

 

   1. Το Ίδρυμα «Εξοχές Ελληνικής Αστυνομίας», το οποίο είχε συσταθεί με το άρθρο 5 του ν. 2018/1992 (Α' 33), μετονομάζεται σε «Ίδρυμα Μέριμνας και Αριστείας Ελληνικής Αστυνομίας» με έδρα την Αθήνα και αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, που υπάγεται στον έλεγχο και την εποπτεία εκ μέρους του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο «Ίδρυμα Μέριμνας και Αριστείας Ελληνικής Αστυνομίας» συστήνεται «Κέντρο Αριστείας», με σκοπό την επιβράβευση, με τη μορφή εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος, των τέκνων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που αριστεύουν στη δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση.

 

   2. Σκοπός του Ιδρύματος είναι:

 

   α) Η λειτουργία παιδικών εξοχών για τα τέκνα των εν ενεργεία και αποστρατεία αστυνομικών και πολιτικών υπαλλήλων της Ελληνικής Αστυνομίας. Ως προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας νοείται και το εν αποστρατεία προσωπικό των καταργηθέντων Σωμάτων Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων.

 

   β) Η λειτουργία θερέτρων για το προσωπικό της περ. α).

 

   γ) Η επιβράβευση μέσω του «Κέντρου Αριστείας» των τέκνων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας που:

   γα) σημειώνουν άριστες επιδόσεις κατά την ολοκλήρωση της φοίτησής τους στη Γ' Τάξη του Λυκείου, εισέρχονται σε Ιδρύματα Ανώτατης ή Ανώτερης Εκπαίδευσης και περιλαμβάνονται στο πρώτο 5% επιτυχόντων της σειράς κατάταξης ή

   γβ) λαμβάνουν το πρώτο πτυχίο/δίπλωμα από την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση με βαθμό «’ριστα» και εγγράφονται σε μεταπτυχιακό ή διδακτορικό πρόγραμμα σπουδών.

 

   δ) Η διοργάνωση εκδηλώσεων γενικότερου ενδιαφέροντος με αντικείμενο κοινωνικού περιεχομένου και σκοπό την ευαισθητοποίηση και ενημέρωση τόσο του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, όσο και του κοινωνικού συνόλου εν γένει.

 

   3. Περιουσία του ιδρύματος είναι:

   α) Η έκταση στον ’γιο Ανδρέα Αττικής, που παραχωρήθηκε, μεταβιβάσθηκε και χρησιμοποιείται από το ίδρυμα «Εξοχαί Χωροφυλακής» και το Τμήμα «Παιδικών Κατασκηνώσεων» των καταργηθέντων Σωμάτων Χωροφυλακής και Αστυνομίας Πόλεων για τη λειτουργία των παιδικών εξοχών τους.

   β) Τα κτίσματα, οι λοιπές εγκαταστάσεις, καθώς και τα κινητά πράγματα, που υπάρχουν στην παραπάνω έκταση και χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία των παιδικών εξοχών.

   γ) Οι δωρεές και οι αιτία θανάτου παροχές.

 

   4. Οι πόροι του ιδρύματος προέρχονται:

   α) Από την επιχορήγηση, που προβλέπεται στο άρθρο 3 του ν. 749/1948 (Α' 200), καθώς και από τις ενισχύσεις, που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 1481/1984 (Α' 152), εφόσον υπάρχουν διαθέσιμα ποσά στους σχετικούς λογαριασμούς.

   β) Από εράνους, που ενεργούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, καθώς και από κάθε φύσεως εισφορές ή κάθε είδους παροχές τρίτων.

   γ) Από έσοδα, που προέρχονται από καλλιτεχνικές ή αθλητικές εκδηλώσεις.

 

   5. Το ίδρυμα διοικείται από δεκατριμελές διοικητικό συμβούλιο, το οποίο ορίζεται από τον Αρχηγό της Ελληνικής Αστυνομίας. Έξι (6) από τα μέλη του είναι εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών φορέων του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και προτείνονται δύο (2) από την Ομοσπονδία των Αστυνομικών Υπαλλήλων και ανά ένα (1) από τις Ομοσπονδίες των Αξιωματικών, των Πολιτικών Υπαλλήλων, των Συνοριακών Φυλάκων και των Ειδικών Φρουρών. Το διοικητικό συμβούλιο διαχειρίζεται ενιαία τους πόρους του ιδρύματος.

 

   Για τη λειτουργία του Ιδρύματος και την εξυπηρέτηση των σκοπών του αποσπάται προσωπικό από Υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο υπάγεται διοικητικά στη Διεύθυνση Υποστήριξης του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.

 

   6. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου συμμετέχει με δικαίωμα ψήφου εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αποστράτων Σωμάτων Ασφαλείας (ΠΟΑΣΑ), όταν συζητούνται θέματα του «Ειδικού Λογαριασμού Αρωγής».

 

   7. Ο τρόπος λειτουργίας και διοίκησης του Ιδρύματος «Μέριμνας και Αριστείας Ελληνικής Αστυνομίας» και του «Κέντρου Αριστείας», καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με τον κανονισμό λειτουργίας του Ιδρύματος, που κυρώνεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη.

 

   8. Όπου στην κείμενη νομοθεσία προβλέπεται το Ίδρυμα «Εξοχές Ελληνικής Αστυνομίας», νοείται εφεξής το Ίδρυμα «Μέριμνας και Αριστείας Ελληνικής Αστυνομίας».

 

’ρθρο 17

Ρυθμίσεις θεμάτων πάγιας εισφοράς

 

   Η περ. γ' της υποπαρ. 2 της παρ. Γ' του άρθρου 138 του ν. 4052/2012 (Α' 41) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «γ) Η προβλεπόμενη παγία εισφορά (κράτηση) ονομασίας δοκίμου Αστυφύλακα σε Αστυφύλακα και δοκίμου Αξιωματικού σε Υπαστυνόμο Β' των μετόχων των τομέων Τ.Π.ΑΣ και Τ.Π.Υ.Α.Π. του Τ.Ε.Α.Π.Α.Σ.Α. παρακρατείται σε τριάντα έξι (36) ισόποσες μηνιαίες δόσεις και αποδίδεται με μέριμνα και ευθύνη της Διεύθυνσης Εκκαθάρισης Μισθοδοσίας της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών και Επιτελικού Σχεδιασμού στον αντίστοιχο δικαιούχο Τομέα.».

 

’ρθρο 18

Ρυθμίσεις θεμάτων Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας

 

   1. Οι δαπάνες που αφορούν στη μισθοδοσία και σε πάσης φύσεως αποζημίωση, πλην οδοιπορικών εξόδων του προσωπικού που υπηρετεί στην Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας (Υ.Ε.Υ.Σ.Α.) της παρ. 1 του άρθρου 1 του π.δ. 65/2019 (Α' 104), πραγματοποιούνται με μέριμνα του αντίστοιχου ειδικού φορέα προέλευσης του προσωπικού και καλύπτονται υποχρεωτικά από τις πιστώσεις του κρατικού προϋπολογισμού των ως άνω ειδικών φορέων.

 

   2. Το Τμήμα Διαχείρισης Χρηματικού και Υλικού του άρθρου 7 του π.δ. 65/2019 και το Γραφείο Μερικής Διαχείρισης Χρηματικού και Υλικού της παρ. 3 του άρθρου 9 του ως άνω προεδρικού διατάγματος, λειτουργούν ως μερικές διαχειρίσεις, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής και ειδικής διάταξης, υπαγόμενες στις γενικές διαχειρίσεις της Διεύθυνσης Τεχνικών Εφαρμογών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και της Διεύθυνσης Αστυνομίας Θεσσαλονίκης αντίστοιχα, διατηρώντας τη διοικητική τους υπαγωγή στην Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας και στην Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας Βορείου Ελλάδος.

 

   Πάσης φύσεως υλικά και μέσα που διατίθενται στις συγχωνευόμενες Υπηρεσίες και εξυπηρετούν τις ανάγκες λειτουργίας της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας ανακατανέμονται και εγγράφονται στα αντίστοιχα βιβλία των ως άνω μερικών και γενικών διαχειρίσεων, σύμφωνα με τον Κανονισμό Οικονομικών Υπηρεσιών Χωροφυλακής (β.δ. 15/1959 «Περί κυρώσεως του Κανονισμού Οικονομικής Υπηρεσίας Χωροφυλακής», Α' 151) και τις λοιπές οικείες διατάξεις και θεωρούνται εφεξής υλικό και μέσα της Ελληνικής Αστυνομίας.

 

   3. Το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και το Πυροσβεστικό Σώμα μεταφέρουν πιστώσεις μέχρι τις 31.12.2021 στον ειδικό φορέα «Γενική Γραμματεία Δημοσίας Τάξης» για την κάλυψη πάσης φύσεως λειτουργικών αναγκών της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων και των σχετικών πιστώσεων που αφορούν στα οδοιπορικά έξοδα του προσωπικού τους, που υπηρετεί στις ως άνω Υπηρεσίες, με την επιφύλαξη της παρ. 1.

 

   4. Η παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 4613/2019 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

   «6. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, με πρόταση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται θέματα οργάνωσης, διάρθρωσης, λειτουργίας και στελέχωσης της Υ.Ε.Υ.Σ.Α., η θητεία του προσωπικού και η ανανέωσή της, οι προϋποθέσεις, τα προσόντα, τα κωλύματα και ασυμβίβαστα, οι διαδικασίες επιλογής, οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα, οι υποχρεώσεις, τα δικαιώματα, οι σχέσεις ιεραρχίας και η υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή του παρόντος. Μετά από τη δημοσίευση του προεδρικού διατάγματος του προηγούμενου εδαφίου, οι εισαγγελικοί λειτουργοί του άρθρου 3 του ν. 2713/1999 εποπτεύουν την Υ.Ε.Υ.Σ.Α..».

 

’ρθρο 19

Σύσταση Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη

 

   1. Στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη συστήνεται Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας, ως αυτοτελής Υπηρεσία που υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, με έδρα το κεντρικό κτίριο των εγκαταστάσεων του Υπουργείου και αρμοδιότητα σε όλη την Επικράτεια. Αποστολή της Υπηρεσίας είναι o σχεδιασμός εθνικής στρατηγικής πρόληψης της βίας και ειδικότερα ο προγραμματισμός σχετικών δράσεων, ο συντονισμός, η παροχή κατευθύνσεων και η συνεργασία, υποστήριξη και παρακολούθηση των φορέων και των σωμάτων που υπάγονται στο Υπουργείο, καθώς και των λοιπών συναρμόδιων φορέων και οργανισμών, ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη δυνατή διακλαδικότητα και διαλειτουργικότητά τους.

 

   2. Αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας, είναι η επιστημονική μελέτη και ανάπτυξη δράσεων που αφορούν ιδίως στην πρόληψη διαφόρων μορφών και εκφάνσεων της βίας, όπως ιδίως η ριζοσπαστικοποίηση και ο βίαιος εξτρεμισμός, η ενδοοικογενειακή και η έμφυλη βία, η ενδοσχολική βία και ο σχολικός εκφοβισμός, καθώς και η ρατσιστική βία. Ειδικότερα, η Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας, στο πλαίσιο εκπλήρωσης της αποστολής της:

   α) παρακολουθεί, μελετά, αξιολογεί και αναλύει επιστημονικά, στατιστικά στοιχεία, δεδομένα και μελέτες αναφορικά με τα αίτια γέννησης και αναπαραγωγής της βίας,

   β) σχεδιάζει, επικαιροποιεί τακτικά και υποβάλλει στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, προς έγκριση, την Εθνική Στρατηγική Πρόληψης της Βίας και συντονίζει τις δράσεις που εκδηλώνονται από τις καθ' ύλην αρμόδιες Υπηρεσίες όλων των φορέων για την υλοποίησή της,

   γ) επεξεργάζεται, σχεδιάζει και αναπτύσσει, σε συνεργασία με την Ελληνική Αστυνομία και άλλες κρατικές ή μη αρχές, υπηρεσίες και φορείς, γενικές και ειδικές πρωτοβουλίες και δράσεις που αφορούν στην ενημέρωση και την προστασία της κοινωνίας και των πολιτών από τη βία, καθώς και την υποστήριξη, ενδυνάμωση και προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ευάλωτων στη βία ατόμων και κοινωνικών ομάδων,

   δ) σχεδιάζει και μεριμνά για την υλοποίηση, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, σύγχρονων μοντέλων προληπτικής αστυνόμευσης καθώς και δράσεις αποριζοσπαστικοποίησης και απεμπλοκής από τη βία,

   ε) συνεργάζεται με την ακαδημαϊκή και επιστημονική κοινότητα, τον ιδιωτικό τομέα και τους κοινωνικούς φορείς και συμμετέχει στην εκπόνηση και υλοποίηση σύγχρονων ερευνητικών προγραμμάτων,

   στ) σχεδιάζει, αναπτύσσει και αξιοποιεί νέες μεθόδους και διαδικασίες εκτίμησης κινδύνου, καθώς και στρατηγικές επικοινωνίας για την αντιμετώπιση της ιδεολογίας της βίας και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της κοινωνίας απέναντι στις αιτίες που οδηγούν στη βία, την παραβατικότητα και στο έγκλημα,

   ζ) αναπτύσσει ευρύτερες συνεργασίες σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο και εκπροσωπεί τη χώρα σε διεθνή, περιφερειακά, ευρωπαϊκά ή άλλα συνέδρια, συναντήσεις, ομάδες εργασίας και εκπαιδεύσεις επί θεμάτων που άπτονται της αποστολής της.

 

   3. Η Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας στελεχώνεται από ένστολο και πολιτικό προσωπικό των Σωμάτων και Υπηρεσιών που υπάγονται στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, καθώς και από πολιτικό προσωπικό άλλων Υπηρεσιών του δημόσιου τομέα που μετατάσσεται ή αποσπάται σε αυτήν και διαρθρώνεται στα ακόλουθα Τμήματα:

   α) Τμήμα Στρατηγικού Σχεδιασμού και Πολιτικής Πρόληψης.

   β) Τμήμα Μελετών και Ανάλυσης.

   γ) Τμήμα Συντονισμού και Υλοποίησης Δράσεων.

   δ) Τμήμα Επικοινωνίας, Δικτύωσης και Διεθνών Σχέσεων.

   ε) Τμήμα Οργάνωσης και Διοικητικής Υποστήριξης.

 

   4. Η υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής Πρόληψης της Βίας και των γενικών και ειδικών σχεδίων δράσης που εκπονούνται από τη Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας πραγματοποιείται από τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και από άλλους καθ' ύλην αρμόδιους κρατικούς φορείς όταν το θεματικό αντικείμενο της εκάστοτε δράσης δεν εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου, οι οποίοι οφείλουν να συνεργάζονται, για τον σκοπό αυτό, με τη Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας, καθώς και με άλλες υπηρεσίες και φορείς, σε περιπτώσεις συναρμοδιότητας ή σε περιπτώσεις που η αποτελεσματική υλοποίηση της Εθνικής Στρατηγικής και των σχετικών γενικών και ειδικών σχεδίων δράσης απαιτεί τη συνεργασία και τη σύμπραξη περισσοτέρων του ενός φορέων. Προς τούτο, από κάθε φορέα που συμμετέχει στις δράσεις ορίζεται, με μέριμνα του οικείου Υπουργείου, εκπρόσωπος - συντονιστής, ο οποίος αποτελεί σημείο επαφής με τη Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας και συντονίζει τις δράσεις που εκδηλώνονται από Υπηρεσίες του φορέα του στο πλαίσιο υλοποίησης της Εθνικής Στρατηγικής Πρόληψης της Βίας.

 

   5. Σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο η Εθνική Στρατηγική Πρόληψης της Βίας υλοποιείται, κατά περίπτωση, είτε αυτοτελώς από τη Διεύθυνση Πρόληψης της Βίας, είτε σε συνεργασία με τις οικείες αστυνομικές, δημοτικές και άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες και φορείς, τις Επιτροπές Περιφερειακής Συνεργασίας και Ασφάλειας (Ε.Π.Σ.Α) του άρθρου 12 του ν. 4249/2014 (Α' 73) και τα Τοπικά Συμβούλια Πρόληψης Παραβατικότητας (ΤΟ.Σ.Π.ΠΑ.) του άρθρου 16 του ν. 2713/1999 (Α' 89), υπό τις επιστημονικές οδηγίες και κατευθύνσεις του προβλεπομένου στην παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 2713/1999 Κεντρικού Συμβουλίου Πρόληψης Παραβατικότητας, το οποίο, εφεξής, λειτουργεί υπό την εποπτεία της Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας.

 

   6. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της Διεύθυνσης Πρόληψης της Βίας, οι θέσεις του προσωπικού και η στελέχωσή τους, ειδικότερα ζητήματα συνεργασίας με τους συναρμόδιους φορείς, καθώς και κάθε άλλο θέμα που αφορά στην οργάνωση, τη λειτουργία και την εκπλήρωση της αποστολής της Υπηρεσίας.

 

’ρθρο 20

Απόσπαση εκπαιδευτικών συζύγων υπηρετούντων στα Σώματα Ασφαλείας

 

   Στο άρθρο 21Α του ν. 2946/2001 (Α' 224) προστίθεται παρ. 3 ως εξής:

 

   «3. Το δικαίωμα της παρ. 1 παρέχεται και στους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που είναι σύζυγοι του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού Σώματος και των υπαλλήλων των Καταστημάτων Κράτησης. Στην περίπτωση αυτή, ως στρατιωτική μονάδα νοείται η αστυνομική, πυροσβεστική Υπηρεσία, καθώς και το Κατάστημα Κράτησης όπου παρέχει πραγματική υπηρεσία το εν λόγω προσωπικό.».

 

’ρθρο 21

Ρυθμίσεις για την πλήρωση κενών θέσεων Συνοριακών Φυλάκων Ορισμένου Χρόνου

 

   Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 2622/1998 (Α' 138) προστίθενται δύο εδάφια και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

 

   «1. Για την εκπλήρωση της κατά το άρθρο 1 αποστολής των ως άνω Υπηρεσιών προσλαμβάνονται ως συνοριακοί φύλακες με σύστημα αντικειμενικών κριτηρίων (μόρια) Έλληνες πολίτες (άνδρες και γυναίκες) που δεν έχουν υπερβεί το 28ο έτος της ηλικίας τους. Οι άνδρες υποψήφιοι πρέπει να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Τα απαιτούμενα σωματικά προσόντα των υποψηφίων και οι προκαταρτικές εξετάσεις (υγειονομικές - αθλητικές - ψυχοτεχνικές) που υποβάλλονται είναι τα προβλεπόμενα από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τους ιδιώτες υποψηφίους για τη Σχολή Αστυφυλάκων.

 

   Τα υποψήφια για πρόσληψη τέκνα του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, που δολοφονείται ή τραυματίζεται θανάσιμα κατά την εκτέλεση του καθήκοντος και εξαιτίας αυτού, λαμβάνουν δέκα (10) μονάδες επιπλέον των καθοριζομένων από το προεδρικό διάταγμα της επόμενης παραγράφου.

 

   Οι συνοριακοί φύλακες προσλαμβάνονται ξεχωριστά για κάθε Περιφερειακή Ενότητα ή νησί, από υποψηφίους που κατοικούν την τελευταία διετία ή κατοικούσαν από της γεννήσεώς τους και μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους στην Περιφέρεια, στην οποία ανήκει η συγκεκριμένη Περιφερειακή Ενότητα ή Νησί, όπου λειτουργούν ή πρόκειται να λειτουργήσουν Υπηρεσίες Συνοριακής Φύλαξης, Διαχείρισης Μετανάστευσης ή Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης Αλλοδαπών και κατά προτίμηση ή αποκλειστικά στις περιοχές της εκάστοτε Περιφερειακής Ενότητας ή Νησιού. Με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη καθορίζεται κάθε φορά ο αριθμός των προσλαμβανομένων για κάθε Περιφερειακή Ενότητα ή νησί.

 

   Οι θέσεις που προκηρύχθηκαν με διαγωνισμό και δεν καλύφθηκαν, στο σύνολο των Περιφερειακών Ενοτήτων ή Νησιών, ή σε ορισμένες εξ αυτών, πληρούνται από υποψηφίους που κατοικούν την τελευταία διετία ή κατοικούσαν από τη γέννησή τους και μέχρι το 18ο έτος της ηλικίας τους και σε έτερες Περιφέρειες, οι οποίες καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Με την ίδια απόφαση δύναται να ανακατανέμεται ο αριθμός των κενών θέσεων μεταξύ των Περιφερειακών Ενοτήτων ή νησιών, που περιλαμβάνονταν στον διαγωνισμό.».

 

ΜΕΡΟΣ Γ'

ΤΕΛΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 22

Καταργούμενες διατάξεις

 

   1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται το άρθρο 5 του ν. 2018/1992 (Α' 33).

   2. Από την έναρξη ισχύος του προεδρικού διατάγματος του άρθρου 14, καταργούνται το ν.δ. 794/1971 (Α' 1), το β.δ. 269/1972 (Α' 59) και το β.δ. 168/1972 (Α' 35).

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΘΕΣΗ ΣΕ ΙΣΧΥ

 

’ρθρο 23

Έναρξη ισχύος

 

   Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται σε ειδικές διατάξεις.

 

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

 

Αθήνα, 10 Ιουλίου 2020