ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΕφΠειρ 582/2024

 

Εκλογή Καθηγητών Α.Ε.Ι. - Αναδρομικότητα ακύρωσης ή ανάκλησης από τη Διοίκηση παράνομων διοικητικών πράξεων στα πλαίσια ελέγχου νομιμότητας ή ασκήσεως εποπτείας -.

 

Αναδρομικότητα διορισμού σε θέση (τακτικού) Καθηγητή με δικαίωμα λήψης αναδρομικών αποδοχών. Δεν συμψηφίζονται οι οφειλόμενες αποδοχές με τις απολαβές του δικαιούχου από ελευθέριο επάγγελμα (ιατρός) λόγω ελλείψεως αιτιώδους συνδέσμου προς την παρανομία του Πανεπιστημίου (Αντίθετη μειοψηφία). Απορρίπτεται η έφεση του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου.

 

 

 

 

Αριθμός Απόφασης: Α582/2024

 

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ Δ΄

 

 

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 27 Σεπτεμβρίου 2023, με δικαστές τους: Δημήτριο Χ. Τοπάλογλου, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Μαρία Δραζιώτη, Εφέτη Δ.Δ. και Στυλιανή Κανίδου, Εφέτη Δ.Δ. (Εισηγήτρια), και με γραμματέα την Κλεάνθη Μανούρη,

 

γ ι α  ν α δικάσει : Α) την έφεση με χρονολογία κατάθεσης 12-1-2022, (αρ. κατ. στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά ΕΦ ./2022 και αρ. καταχ. στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιά ΕΦ ./20-5-2022),

 

 τ ο υ νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο», το οποίο εδρεύει στο Δήμο Καλλιθέας νομού Αττικής, οδός Ελ. Βενιζέλου αρ. 70, εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρύτανή του και παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Νικόλαο Τσούτσα με δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας,

 

 κ α τ ά του ., κατοίκου Άνοιξης Αττικής, οδός ., ο οποίος παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου με δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας,

 

και Β) την έφεση με χρονολογία κατάθεσης 31-1-2022 (αρ. κατ. στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά ΕΦ ./2022 και αρ. καταχ. στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιά ΕΦ ./20-5-2022),

 

 τ ο υ ., κατοίκου Άνοιξης Αττικής, οδός ., ο οποίος δεν παραστάθηκε, αλλά νομιμοποίησε τον υπογράφοντα το δικόγραφο της έφεσης δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου,

 

 κ α τ ά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο», το οποίο εδρεύει στο Δήμο Καλλιθέας νομού Αττικής, οδός Ελ. Βενιζέλου αρ. 70, εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρύτανή του και παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Νικόλαο Τσούτσα με δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

 

Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και αφού μελέτησε τη δικογραφία, σκέφθηκε κατά τον νόμο.

 

Η  κ ρ ί σ η  τ ο υ  ε ί ν α ι  η  ε ξ ή ς:

 

1. Επειδή, οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις, αφενός του εκκαλούντος-εφεσίβλητου Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, και αφετέρου του εφεσίβλητου - εκκαλούντος ., για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχ. το με κωδικό πληρωμής . e-παράβολο της ΓΓΠΣ), στρέφονται κατά της 2755/2021 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά και πρέπει να συνεκδικασθούν λόγω συνάφειας, κατ’ άρθρο 125 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Ειδικότερα: Με την πρώτη συνεκδικασθείσα έφεση του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου ζητείται, παραδεκτώς, η εξαφάνιση της 2755/2021 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά, καθ΄ ο μέρος έγινε δεκτή η από 6-10-2014 αγωγή του εφεσιβλήτου και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση του Πανεπιστημίου να του καταβάλει, ως αποζημίωση για περιουσιακή ζημία και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατά τα άρθρα 105 και 106 Εισ.Ν.ΑΚ και 932 ΑΚ, το συνολικό ποσό των 375.325,98 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και έως την εξόφληση, εξαιτίας της παράνομης παράλειψης καταβολής αναδρομικών αποδοχών σ’ αυτόν κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2005 έως 31-5-2014 παρά τον αναδρομικό διορισμό του στο εκκαλούν - εφεσίβλητο Πανεπιστήμιο σε θέση Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π) και στη βαθμίδα του Καθηγητή από 23-11-2004. Αντιθέτως, με τη δεύτερη συνεκδικασθείσα έφεση ζητείται, παραδεκτώς, η εξαφάνιση της εκκαλουμένης κατά το μέρος που η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του ενάγοντος προσδιορίστηκε στο ποσό των 1.000 ευρώ, αντί του διεκδικούμενου με την αγωγή ποσού των 55.000 ευρώ. Η εκκαλουμένη εκδόθηκε μετά από παραπομπή της υπόθεσης προς εκδίκαση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά με την 15612/2019 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, καθώς και μετά την 1218/2021 προδικαστική απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά, η οποία θεωρείται συμπροσβαλλόμενη.

 

 2. Επειδή, ο Εισαγωγικός Νόμος του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984 - Α΄ 164) στο άρθρο 105 ορίζει ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. […]» (Ομοίως, κατ’ άρθρο 106 ΕισΝΑΚ, προκειμένου περί οργάνων νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου). Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, απαραίτητη προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημιώσεως λόγω παράνομης πράξης ή παράλειψης οργάνου του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. είναι η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης και της επελθούσης ζημίας. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει, όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη είναι ικανή (πρόσφορη) και μπορεί αντικειμενικώς, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία (ΣτΕ 322/2009 7μ., 809/2012, 1185/2013, 1955/2021). Περαιτέρω, κατά την έννοια των ιδίων διατάξεων σε συνδυασμό προς εκείνη του άρθρου 298 ΑΚ, η αποζημίωση περιλαμβάνει τη διαφορά μεταξύ της περιουσιακής καταστάσεως στην οποία βρίσκεται ο ζημιωθείς μετά την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος και εκείνης στην οποία θα τελούσε, εάν δεν είχε συμβεί το γεγονός αυτό. Οσάκις δε από το ζημιογόνο γεγονός προκύπτει και ωφέλεια, πραγματική ζημία είναι εκείνη που εξακολουθεί να υφίσταται μετά τον συμψηφισμό ζημίας και ωφέλειας. Τούτο όμως, εφόσον μεταξύ ζημιογόνου γεγονότος και ωφέλειας υφίσταται πράγματι αιτιώδης σύνδεσμος και όχι όταν ζημία και ωφέλεια στηρίζονται σε διαφορετική η καθεμία αιτία (ΣτΕ 2803/2000 7μ., 866/2011 7μ., 3606/2012, 3732/2012, 1287/2013, 296/2015, 1618/2015, 744/2016, 2150/2017, 1578/2018, Α.Π. 642/1982, 523/1995, 762/2007, 74/2014). Εξ άλλου, στην ως άνω αποζημίωση περιλαμβάνεται τόσο η αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη η υπάρχουσα, πριν τη ζημιογόνο πράξη ή παράλειψη, περιουσία του ζημιωθέντος, όσο και η αποκατάσταση της ζημίας που αυτός υπέστη από τη στέρηση, εξαιτίας της παράνομης πράξης ή παράλειψης, παροχών τις οποίες πιθανώς, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα αποκόμιζε εάν δεν είχε μεσολαβήσει η πράξη ή η παράλειψη αυτή (ΣτΕ 744/2016, 3043/2013 κ.ά.).

 

 3. Επειδή, κατά τη γνώμη που επικράτησε στο Δικαστήριο, την οποία διατύπωσαν ο Πρόεδρος Δ.Χ. Τοπάλογλου και η Εφέτης Δ.Δ. Μ. Δραζιώτη, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, στην περίπτωση κατά την οποία ορισμένο πρόσωπο, εξαιτίας παράνομης πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης παραμείνει για κάποιο διάστημα εκτός θέσεως Υπηρεσίας του Δημοσίου (ή Ν.Π.Δ.Δ.) την οποία (θέση) κατείχε ή επιδίωκε να καταλάβει (όπως επί παράνομης απόλυσης ή παράλειψης διορισμού του, αντιστοίχως), με αποτέλεσμα να στερηθεί τις αποδοχές τις οποίες, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, θα αποκόμιζε από την υπηρεσία του κατά το πιο πάνω διάστημα, εφόσον αποκατασταθεί η νομιμότητα, δικαιούται ως αποζημίωση, τα ποσά των αποδοχών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 3043/2013, 3854/2011 κ.ά.). Εξ άλλου, στην περίπτωση κατά την οποία ο ζημιωθείς, ενόσω βρισκόταν εκτός υπηρεσίας, επιδόθηκε σε άλλη βιοποριστική δραστηριότητα (παροχή εξαρτημένης εργασίας, άσκηση ελευθερίου επαγγέλματος κ.λπ.), τα εντεύθεν οφέλη (μισθοί, αμοιβές κ.λπ.) δεν είναι συμψηφιστέα με τις οφειλόμενες σ’ αυτόν αναδρομικές ως άνω αποδοχές. Και τούτο, διότι η λόγω της παράνομης παραμονής του εκτός υπηρεσίας αναγκαία εκ μέρους του επαγγελματική επανεκτίμηση και η άσκηση από αυτόν βιοποριστικής δραστηριότητας άλλης, πάντως, έναντι της συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας, διακόπτει, ως εκ της φύσεως της ανθρώπινης εργασίας, τον κατά τις ανωτέρω διατάξεις αιτιώδη σύνδεσμο προς το ζημιογόνο γεγονός της παρανομίας της Διοικήσεως και καθιστά τις σχετικές ωφέλειες απότοκες, όχι του γεγονότος εκείνου αλλά της αυτόνομης ανάληψης βιοποριστικής δράσης. Τούτο δε άσχετα, κατ’ αρχήν, από τη συνάφεια ή μη της ασκηθείσας δραστηριότητας προς τη συγκεκριμένη δημόσια υπηρεσία. Εκτός και αν η αναληφθείσα δραστηριότητα παρουσιάζει τέτοιο εξαιρετικό βαθμό ομοιότητας προς τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης δημόσιας θέσης, ώστε, λαμβανομένων υπόψη και των εκάστοτε ιδιαίτερων συνθηκών, να συνιστά, κατ’ ουσίαν, την ίδια με αυτήν εργασία. Στην εξαιρετική και μόνον αυτή περίπτωση δεν διασπάται ο αιτιώδης σύνδεσμος και χωρεί συμψηφισμός ζημίας και ωφέλειας (ΣτΕ 1244/2023 7μ.πλειοψ.). Μειοψήφησε η Εφέτης Δ.Δ. Στ. Κανίδου (Εισηγήτρια), κατά τη γνώμη της οποίας, δεν πρόκειται για αυτόνομη δραστηριότητα του υπαλλήλου, οσάκις αυτός, καθ’ ον χρόνον παραμένει εκτός υπηρεσίας, ασκεί το αυτό ή άλλο συναφές επάγγελμα, το οποίο κατά κοινή πείρα θα ασκούσε και εάν νομίμως δεν είχε διορισθεί στην επίμαχη θέση, δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, η δραστηριότητά του δεν υπερβαίνει, καταρχήν, ενόψει και των λοιπών περιστάσεων, την κατ’ άρθρο 300 του Αστικού Κώδικα υποχρέωσή του για περιορισμό της εκτάσεως της ζημίας του. Συνεπώς, οι απολαβές του από την εν λόγω εργασία πρέπει να συνυπολογισθούν στη ζημία που αυτός υπέστη από την παράνομη παράλειψη διορισμού του και να αφαιρεθούν από την τελικώς οφειλόμενη σε αυτόν αποζημίωση. (ΣτΕ 358/2023 σκ. 10, γνώμη μειοψ.).

 

 4. Επειδή, εξάλλου, κατά το άρθρο 932 του Α.Κ. «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του…». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο έχει την ευχέρεια, αφού εκτιμήσει τους ειδικότερους ισχυρισμούς των διαδίκων που προβάλλονται ενώπιόν του και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης (όπως, ιδίως, τον βαθμό πταίσματος του υπόχρεου, το συντρέχον πταίσμα του ζημιωθέντος, τις συνθήκες, το είδος, την ένταση και τις συνέπειες της προσβολής, την περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών κ.λπ.) και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση και να καθορίσει το εύλογο ποσό αυτής, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη (Σ.τ.Ε.1774/2020, 842/2019, 4737/2014, 877/2013 7μ., 4133/2011 7μ.). Κατά την θέσπιση της διάταξης αυτής, ο νομοθέτης έλαβε υπόψη την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας (άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος), εξειδικεύοντάς την σε ό,τι αφορά το ζήτημα του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (Σ.τ.Ε. 1774/2020, 116/2019, 1819, 1581, 1531-1532, 483-484, 15/2018, 1638/2017 4133/2011 7μ. κ.ά., πρβ. και Α.Π. 9/2015 Ολομ.), συντρέχει δε περίπτωση υπέρβασης των άκρων ορίων της διαγραφόμενης από την ως άνω διάταξη εξουσίας, ιδίως όταν το ποσό που επιδικάζεται εκάστοτε ως εύλογο υπέρ ορισμένου προσώπου για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που υπέστη, είναι εμφανώς δυσανάλογο, είτε δηλαδή ιδιαιτέρως χαμηλό (ευτελίζοντας, όσον αφορά τον παθόντα, τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου) είτε ιδιαιτέρως υψηλό (προσβάλλοντας, όσον αφορά τον υπόχρεο, το δικαίωμα της περιουσίας του) σε σχέση με την έκταση της διαπιστωθείσας ηθικής βλάβης (Σ.τ.Ε. 1774/2020, 483/2018, 1638, 110/2017, 710/2016, 2188/2015, 2202/2014. Πρβ. και Α.Π. 9/2015 Ολομ. 1863, 747/2017).

 

 5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την Φ.121/15/120096/Β2/2.1.2004 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ 9/19.1.2004, τεύχ. Παράρτημα) εγκρίθηκε η προκήρυξη μιας θέσης Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) στη βαθμίδα του Καθηγητή του Τμήματος Επιστήμης Διαιτολογίας-Διατροφής του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου με γνωστικό αντικείμενο «Διατροφή και Μεταβολισμός». Υποψηφιότητα για τη θέση αυτή υπέβαλε και ο εφεσίβλητος-εκκαλών .. Με την ./29.4.2004 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος ορίστηκε το Εκλεκτορικό Σώμα, το οποίο κατά τη συνεδρίαση της 12.5.2004 όρισε τριμελή Εισηγητική Επιτροπή, η οποία με την ./15.6.2004 εισηγητική έκθεσή της, πρότεινε την εκλογή του εφεσίβλητου-εκκαλούντος, κρίνοντας ότι συγκεντρώνει τα νόμιμα προσόντα και υπερέχει σαφώς σε σχέση με τον συνυποψήφιό του . Το Εκλεκτορικό Σώμα, με απόφασή του που ελήφθη στις 2.7.2004 σε κοινή συνεδρίαση με τη Γενική Συνέλευση του Τμήματος (αριθ. πρακτικού ./2004), εξέλεξε τον . στη βαθμίδα του Καθηγητή, στο ανωτέρω γνωστικό αντικείμενο και, ακολούθως, ο Πρύτανης του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου εξέδωσε την ./23.11.2004 πράξη διορισμού του. Η πράξη, όμως, αυτή με την Φ.122.1/81/133264α/Β2/16.3.2005 απόφαση της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων - μετά από σχετικό έλεγχο νομιμότητας εκ μέρους της, κατ’ άρθρο 6 περ. Δ΄ παρ. 9 του ν. 2083/1992 (Α΄ 159), όπως ίσχυε - αναπέμφθηκε (μαζί με όλο τον σχετικό φάκελο) στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο προς επανάληψη της διαδικασίας εκλογής από το στάδιο ορισμού της Εισηγητικής Επιτροπής, επειδή αφενός θεωρήθηκαν ασαφή τα κριτήρια επιλογής των μελών της της εν λόγω Επιτροπής και αφετέρου δεν προέκυπτε στο πρόσωπο του εκλεγέντος υποψηφίου η συνδρομή της απαιτούμενης, κατ’ άρθρο 14 παρ. 5 του Ν. 1268/1982, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 3282/2004, προϋπόθεσης της τριετούς διδασκαλίας σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Μετά από αυτά, επαναλήφθηκε από το στάδιο ορισμού της Εισηγητικής Επιτροπής η διαδικασία εκλογής, η οποία κατέληξε εν τέλει να κηρυχθεί άγονη με απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος που ελήφθη στις 24-3-2006 σε κοινή συνεδρίαση με τη Γ.Σ. του ως άνω Τμήματος, καθόσον δεν εξελέγη κανένας υποψήφιος. Τόσο κατά της ως άνω αναπεμπτικής Φ.122.1/81/133264α/Β2/ 16.3.2005 απόφασης της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων όσο και κατά της από 24.3.2006 απόφασης του Εκλεκτορικού Σώματος και της Γ.Σ. του Τμήματος, ο εφεσίβλητος-εκκαλών άσκησε αιτήσεις ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο με την 1679/2013 απόφασή του (Γ’ Τμήμα 7μελής) συνεκδίκασε αυτές ως συναφείς και ακύρωσε την από 24.3.2006 απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος και της Γ.Σ, με την οποία ολοκληρώθηκε η σύνθετη διοικητική ενέργεια της εκλογής, με το σκεπτικό ότι η αναπεμπτική υπουργική απόφαση, στην οποία ερειδόταν, ήταν μη αιτιολογημένη στο σύνολό της. Σε συμμόρφωση προς την απόφαση αυτή εκδόθηκε αρχικά η Φ.122.1/1103/125614/Β2/10.9.2013 απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων με την οποία διαπιστώθηκε η ακύρωση της προηγούμενης αναπεμπτικής απόφασης ώστε να καταστεί ισχυρή η ./23.11.2004 πρυτανική πράξη διορισμού του εφεσίβλητου-εκκαλούντος. Ο τελευταίος, ακολούθως, διορίστηκε αναδρομικά με την ./12.2.2014 πράξη του Πρύτανη του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου (Γ΄ ./6.6.2014), από 23.11.2004, χωρίς, όμως, δικαίωμα λήψης αναδρομικών αποδοχών. Κατά της τελευταίας αυτής πράξης, και μόνο κατά το μέρος εκείνο, με το οποίο δεν προβλέφθηκε η λήψη αναδρομικών αποδοχών από την ημερομηνία διορισμού του αναδρομικά από 23-11-2004, ο εφεσίβλητος - εκκαλών άσκησε αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η οποία με την 78/2017 απόφαση παραπέμφθηκε προς εκδίκαση ως προσφυγή ουσίας στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά. Με την 8684/2017 απόφαση του τελευταίου αυτού δικαστηρίου κρίθηκε μη νόμιμη η παράλειψη χορήγησης αναδρομικών αποδοχών στον διορισθέντα στη βαθμίδα του Καθηγητή από την ημερομηνία του αναδρομικού διορισμού του, στις 23-11-2004. Η κρίση αυτή του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου επικυρώθηκε, όπως είναι γνωστό στο Δικαστήριο από άλλη ενέργειά του, με την 1479/2022 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά που απέρριψε την αντίστοιχη έφεση του Πανεπιστημίου. Παράλληλα, ο εφεσίβλητος-εκκαλών είχε ασκήσει στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών την από 6-10-2014 (ΓΑΚ ./2014) αγωγή του τόσο κατά του Ελληνικού Δημοσίου όσο και κατά του εκκαλούντος-εφεσίβλητου εν προκειμένω Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, ζητώντας να αναγνωριστεί η υποχρέωσή τους να του καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, το ποσό των 377.857 ευρώ ως αποζημίωση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.ΑΚ για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που, κατά τους ισχυρισμούς του, υπέστη από τη στέρηση των αποδοχών που θα ελάμβανε κατά το χρονικό διάστημα από 23.11.2004 έως 17.6.2014, και επιπλέον το ποσό των 55.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την παράνομη παράλειψη διορισμού του και της μη καταβολή αναδρομικών αποδοχών μετά τον αναδρομικό διορισμό του, κατά τα ανωτέρω. Με την 15612/2019 απόφαση, εν μέρει οριστική και εν μέρει παραπεμπτική, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, απέρριψε την αγωγή κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του Ελληνικού Δημοσίου ως απαράδεκτη ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης του Δημοσίου, με το σκεπτικό ότι η πρόβλεψη μη λήψης αναδρομικών αποδοχών συμπεριλήφθηκε στην ./12-2-2014 πράξη του Πρύτανη του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου και συνιστά πλημμελή συμμόρφωση προς την 1679/2013 ακυρωτική απόφαση του ΣτΕ, υπόχρεο δε για την τυχόν καταβολή των αιτουμένων αναδρομικών μισθολογικών παροχών του ήταν το Πανεπιστήμιο. Κατά τα λοιπά, δηλαδή μόνο κατά το μέρος που η αγωγή στρεφόταν κατά του εδρεύοντος στην Καλλιθέα Αττικής Χαροκόπειου Πανεπιστημίου, η υπόθεση παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά ως κατά τόπο αρμόδιο. Επιλαμβανόμενο το τελευταίο εξέδωσε την συμπροσβαλλόμενη με την εκκαλουμένη 1218/2021 προδικαστική απόφαση, που εμπεριέχει, ωστόσο, οριστικές κρίσεις. Ειδικότερα, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέβαλε, καταρχάς, από τη δίκη το Ελληνικό Δημόσιο, διότι εσφαλμένα είχε κληθεί και παρασταθεί κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, καθόσον η υπόθεση είχε παραπεμφθεί μόνο καθ’ ο μέρος αφορούσε την ευθύνη του Πανεπιστημίου. Ενόψει αυτών, ο αντίθετος πρώτος λόγος της έφεσης, σύμφωνα με τον οποίο εσφαλμένα αποβλήθηκε το Ελληνικό Δημόσιο από την ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά δίκη, διότι το Πανεπιστήμιο ενήργησε συμμορφούμενο προς τις γραπτές υποδείξεις του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως εκφράζονται στο Φ.1221/108/14431/Β2 έγγραφό του, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, με την 1218/2021 προδικαστική απόφαση κρίθηκε ότι η πρόβλεψη στην .12.2.2014 πρυτανική πράξη ότι ο ενάγων δεν είχε δικαίωμα λήψης αναδρομικών αποδοχών παρά τον αναδρομικό διορισμό του, αναγόμενο στις 23-11-2004, ήταν παράνομη, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ. Συνεπώς, όπως κρίθηκε με την ως άνω προδικαστική απόφαση, κρίση που επαναλαμβάνεται και στην εκκαλουμένη, το εναγόμενο Πανεπιστήμιο υπείχε ευθύνη, με βάση τις ίδιες διατάξεις, για την αποκατάσταση της ζημίας που προκάλεσε, συνδεόμενη αιτιωδώς με την παρανομία και συνιστάμενη στη μη λήψη των αναδρομικών αποδοχών ενεργείας της βαθμίδας του Καθηγητή, κατά το χρονικό διάστημα από 23.11.2004 (ημερομηνία στην οποία ανέτρεχε ο αναδρομικός διορισμός του) έως 17.6.2014 (ημερομηνία ορκωμοσίας και έναρξης της μισθοδοσίας του), οι αντίστοιχες, ωστόσο, αξιώσεις έπρεπε να περιοριστούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2005 έως 31.5.2014, σύμφωνα με το αίτημα της αγωγής. Δεδομένου, εξάλλου, ότι σύμφωνα με την προσκομιζόμενη, σε εκτέλεση της πιο πάνω προδικαστικής απόφασης, ./27.7.2021 βεβαίωση του εκκαθαριστή αποδοχών, Αντιπρύτανη Οικονομικών και Προγραμματισμού του Πανεπιστημίου, στην οποία αναγράφονταν αναλυτικά, ανά μήνα και ανά έτος, τα ποσά των ακαθάριστων αποδοχών που θα ελάμβανε ο ενάγων ως Καθηγητής, κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2005 έως 31.5.2014, συμπεριλαμβανομένων του βασικού μισθού, επιδόματος χρόνου υπηρεσίας, ειδικού ερευνητικού επιδόματος, επιδόματος διδακτικής προετοιμασίας και εξωδιδακτικής πανεπιστημιακής απασχόλησης, πάγιας αποζημίωσης για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και για συμμετοχή σε συνέδρια, επίδομα τέκνων και επίδομα γάμου, καθώς και επιδόματα εορτών και αδείας (έως 31.12.2012, οπότε και τα τελευταία καταργήθηκαν με τη διάταξη της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, Α΄ 222), το πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατέληξε στην κρίση ότι ο ενάγων δικαιούται να λάβει, ως αποζημίωση, κατά τα άρθρα 105 - 106 του ΕισΝΑΚ, μετά τη διενέργεια των νόμιμων κρατήσεων, το συνολικό ποσό των 374.325,98 ευρώ (40.242,00 + 41.832,96 + 42.662,88 + 44.400,00 + 44.562,00 + 40.571,76 + 39.970,60 + 35.907,50 + 30.977,28 + 13.199,00) για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που υπέστη από την παράλειψη καταβολής αναδρομικών αποδοχών κατά το ανωτέρω κρίσιμο χρονικό διάστημα. Εξάλλου, το πρωτοβάθμιο απέρριψε τον ισχυρισμό του εναγόμενου ότι τυχόν αναδρομικές αποδοχές του ενάγοντος θα έπρεπε να συμψηφιστούν με το εισόδημα που αποκόμισε αυτός ασκώντας κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα την επαγγελματική του δραστηριότητα ως ιατρός ενδοκρινολόγος (ή ενδεχομένως και από την άσκηση άλλης δραστηριότητας), ανερχόμενου σε ποσό άνω των 4.000 ευρώ μηνιαίως, έχοντας, μάλιστα, ο ίδιος την υποχρέωση να προσκομίσει τα αναγκαία φορολογικά στοιχεία, ώστε να προβεί το Δικαστήριο στον απαιτούμενο συνυπολογισμό ζημίας και ωφέλειας. Ο ισχυρισμός απορρίφθηκε, προεχόντως, διότι, κατά την εκτίμηση του πρωτόδικου προβλήθηκε κατά τρόπο αόριστο και υποθετικό, εν πάση δε περιπτώσει ως αναπόδεικτος, καθόσον το εναγόμενο Πανεπιστήμιο δεν επικαλέστηκε ούτε προσκόμισε συγκεκριμένα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η τυχόν συνυπολογιστέα ωφέλεια του ενάγοντος από τον μη αναδρομικό διορισμό του και η έκταση αυτής, τέτοια δε ωφέλεια δεν προέκυπτε ούτε από τα στοιχεία του φακέλου. Επιπλέον της, κατά τα ανωτέρω, αποζημίωσης, με την εκκαλουμένη, αφού λήφθηκε υπόψη ότι εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς του Πανεπιστημίου, καίτοι ο ενάγων είχε αρχικά εκλεγεί για τη συγκεκριμένη θέση, χρειάστηκε να αναμείνει οκτώ έτη (2006-2014), από την έκδοση της παραπάνω απόφασης, μέχρι να διοριστεί, η κατάσταση δε αυτή, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, του προκάλεσε θλίψη, άγχος και ανασφάλεια και έπληξε το επαγγελματικό και κοινωνικό κύρος του, τον υποχρέωσε να εμπλακεί σε δικαστικούς αγώνες για να δικαιωθεί, ενώ περαιτέρω, η μη καταβολή των αναδρομικών αποδοχών του, μετά τον αναδρομικό διορισμό του στη θέση του Καθηγητή, κατά την κοινή αντίληψη, του προκάλεσε στενοχώρια και απογοήτευση και τον υποχρέωσε να επιδιώξει τη δικαίωσή του στα διοικητικά δικαστήρια, κρίθηκε ενόψει της φύσης και της έκτασης της παρανομίας, αλλά και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, ότι ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη για τη χρηματική ικανοποίηση της οποίας εδικαιούτο, κατ’ άρθρο 932 του Α.Κ., το προσήκον και εύλογο ποσό των 1.000,00 ευρώ, κατά μερική αποδοχή του σχετικού αιτήματος της αγωγής.

 

 6. Επειδή, με τη συνεκδικαζόμενη έφεση του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου Χαροκόπειου Πανεπιστημίου προβάλλεται, περαιτέρω, ότι κατά παράβαση της αρχής της ισότητας των διαδίκων, υποχρεώθηκε το εκκαλούν με την 1218/2021 προδικαστική απόφαση, δηλαδή μετά την πρώτη συζήτηση, να χορηγήσει στον εφεσίβλητο βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας περί του ύψους των αποδοχών που θα καταβάλλονταν σ’ αυτόν κατά το κρίσιμο για την αγωγή χρονικό διάστημα και δεν υποχρεώθηκε, εξίσου, με την ίδια απόφαση ο εφεσίβλητος, για την απόδειξη του προβληθέντος ισχυρισμού περί συνυπολογισμού της ωφέλειας του εφεσιβλήτου, στην προσκόμιση, όπως ρητά είχε ζητηθεί πρωτοδίκως, των εκκαθαριστικών του σημειωμάτων, αλλά απορρίφθηκε ως αόριστος, μολονότι υπήρχε αναφορά σε συγκεκριμένο μηνιαίο ύψος αποδοχών από το ελευθέριο επάγγελμα του ιατρού ενδοκρινολόγου που ασκούσε ο εφεσίβλητος (τουλάχιστον 4.000 κατά μήνα) κι εν πάση περιπτώσει ως αναπόδεικτος.

 

 7. Επειδή, κατά τη γνώμη που πλειοψήφησε στο Δικαστήριο, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στις σκέψεις 2 και 3, τέτοιος συμψηφισμός των οφειλομένων στον εφεσίβλητο αποδοχών από τη δημόσια υπηρεσία στην οποία παρανόμως δεν διορίσθηκε με τις οικονομικές ωφέλειες που αποκόμισε ενόσω βρισκόταν εκτός υπηρεσίας από άλλη εργασία (ελευθέριο επάγγελμα ιατρού) ελλείψει αιτιώδους συνδέσμου προς την παρανομία της Διοικήσεως, δεν είναι κατ’ αρχήν νόμιμος, ούτε προκύπτει ότι συνέτρεχαν εν προκειμένω οι εξαιρετικές εκείνες περιστάσεις που θα τον καθιστούσαν επιτρεπτό. Συνεπώς, ορθά, αν και με άλλη αιτιολογία, απορρίφθηκε με την εκκαλουμένη ο σχετικός λόγος του εκκαλούντος – εφεσιβλήτου Πανεπιστημίου. Κατά τη γνώμη, αντιθέτως, της μειοψηφίας συντρέχει εν προκειμένω περίπτωση συμψηφισμού των οφειλόμενων αποδοχών με τα εισοδήματα που απέκτησε ο εφεσίβλητος από την άσκηση της συνήθους επαγγελματικής του δραστηριότητας ως ιατρού, όπως αυτά θα προέκυπταν από τα στοιχεία (δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, εκκαθαριστικά σημειώματα), τα οποία λόγω του φορολογικού απόρρητου όφειλε ο ίδιος να θέσει υπόψη του δικαστηρίου. (ΣτΕ 15/2016, Πρακτικό συνεδρίασης του Τριμελούς Συμβουλίου του άρθρου 2 του ν.3068/2002).

 

 8. Επειδή, τέλος, προβάλλεται από το εκκαλούν - εφεσίβλητο Πανεπιστήμιο, ότι μη νομίμως αναγνωρίστηκε η υποχρέωσή του να καταβάλει στον εφεσίβλητο – εκκαλούντα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αλλά το σχετικό αίτημα της αγωγής έπρεπε να απορριφθεί ως αόριστο, διότι στην αγωγή δεν αναφερόταν ούτε καν επιγραμματικά η οικονομική και εν γένει περιουσιακή κατάσταση του εφεσιβλήτου - εκκαλούντος, προκειμένου να είναι εφικτό να εξετασθεί από το Δικαστήριο η βασιμότητα και η έκταση του αιτήματος αυτού. Από την άλλη, με το μοναδικό λόγο της αντίθετης έφεσης του εφεσιβλήτου - εκκαλούντος . προβάλλεται ότι καθ’υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου, αλλά και κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας, προσδιορίστηκε η χρηματική του ικανοποίηση στο ποσό των 1.000 ευρώ μόλις, ενώ, με βάση τις συνθήκες, υπό τις οποίες συντελέστηκε η παράνομη πράξη και προκλήθηκε η βλάβη, έπρεπε να προσδιοριστεί στο εύλογο αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 55.000 ευρώ. Ο εφεσίβλητος - εκκαλών επαναλαμβάνει τους πρωτοδίκως προβληθέντες ειδικότερους ισχυρισμούς του ότι στερήθηκε στην παραγωγική ηλικία των 47-55 ετών τη δυνατότητα να αποκτήσει την ιδιότητα-και μάλιστα το πρώτον, διότι ως την εκλογή του δεν διέθετε καμία πανεπιστημιακή ιδιότητα – του πανεπιστημιακού δασκάλου, ιδιότητα η οποία κατά τα ευρέως γνωστά έχει καθοριστική σημασία ειδικώς για το ιατρικό επάγγελμα όσον αφορά την επαγγελματική φήμη και την εν γένει επαγγελματική επιτυχία, ότι δεν του επιτράπηκε λόγω των κατά τα ανωτέρω παράνομων πράξεων και παραλείψεων να διάγει βίο τελείως διαφορετικό, ήτοι διαθέτοντας μεγαλύτερο επαγγελματικό και κοινωνικό κύρος και μεγαλύτερη οικονομική δυνατότητα προσφέροντας μια καλύτερη ζωή στη σύζυγο και τα τέκνα του, αντιθέτως η παράλειψη διορισμού του του επέφερε επί σειρά ετών θλίψη και στεναχώρια, ανασφάλεια και απογοήτευση. Ωστόσο, με βάση τα πραγματικά περιστατικά που εκτέθηκαν, το είδος της προσβολής, το ψυχικό άλγος και την εν γένει ταλαιπωρία που προκάλεσε στον εφεσίβλητο - εκκαλούντα, κατά τους κανόνες της κοινής πείρας, η ως άνω παράνομη πράξη των οργάνων του Πανεπιστημίου, ενόψει και της εμπλοκής του σε διαρκείς δικαστικούς αγώνες, ορθώς επιδικάσθηκε από το πρωτόδικο σ’ αυτόν χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ύψους 1.000 ευρώ, ποσό το οποίο κρίνεται από το Δικαστήριο εύλογο και ανάλογο με τις περιστάσεις. Επομένως, οι λόγοι των κρινόμενων αντίθετων εφέσεων, με τους οποίους αμφισβητείται η ορθότητα της εν λόγω κρίσης, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

 

 9. Επειδή, κατόπιν αυτών, πρέπει οι συνεκδικαζόμενες αντίθετες εφέσεις με αρ. καταχ. ΕΦ ./20-5-2022 και ΕΦ ./20-5-2022 να απορριφθούν στο σύνολό τους, η πρώτη κατά πλειοψηφία και η δεύτερη ομοφώνως. Περαιτέρω, πρέπει το παράβολο που κατατέθηκε για την με αρ. καταχ. ΕΦ ./2022 έφεση του Κωνσταντίνου Τσίγκου να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.). Τέλος, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι αμφότεροι οι διάδικοι πρέπει να απαλλαγούν από τα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου τους, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ.1 εδ.ε΄ του Κ.Δ.Δ.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 Απορρίπτει τις συνεκδικαζόμενες με αρ. καταχ. ΕΦ ./20-5-2022 και ΕΦ ./20-5-2022 αντίθετες εφέσεις.

 

 Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου, που κατατέθηκε για την άσκηση της με αρ. καταχ. ΕΦ ./2022 έφεσης, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

 

 Απαλλάσσει αμφότερους τους διαδίκους από τα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου τους, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.

 

 Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στον Πειραιά, στις 11 Μαρτίου 2024 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 9 Απριλίου 2024.

 

 Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                          Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ