ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΣτΕ 2221/2023

 

Δημόσιες συμβάσεις. Απαράδεκτη η αίτηση ακυρώσεως/αναστολής εκτελέσεως της Αναθέτουσας Αρχής (Ε.Δ.Σ.Ν.Α.) κατά αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., που επιβάλλει το προσωρινό μέτρο της αναστολής της διαγωνιστικής διαδικασίας. Η αίτηση ακυρώσεως/αναστολής εκτελέσεως δεν ασκείται παραδεκτά ούτε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 372 του ν. 4412/2016, ούτε αυτές των άρθρων 45 επ. του π.δ/τος 18/1989 (Αντίθετη μειοψηφία Παρέδρου). Απορρίπτει την αίτηση ακυρώσεως/αναστολής εκτελέσεως. Δέχεται την παρέμβαση.

 

 

 

 

Αριθμός 2221/2023

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Δ΄

 

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Οκτωβρίου 2023, με την εξής σύνθεση: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος, Βασιλική Κίντζιου, Όλγα Παπαδοπούλου, Μαρία Αθανασοπούλου, Ουρανία Νικολαράκου, Σύμβουλοι, Δήμητρα Μαυροπόδη, Μαγδαληνή Φασιλάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ιωάννα Παπαχαραλάμπους, Γραμματέας του Δ΄ Τμήματος.

 

Για να δικάσει την από 26 Σεπτεμβρίου 2023 αίτηση ακυρώσεως και αναστολής:

 

του Ειδικού Διαβαθμιδικού Συνδέσμου Νομού Αττικής (Ε.Δ.Σ.Ν.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα (Άντερσεν 6 και Μωραΐτη 90), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Βασίλειο Χατζηγιαννάκη (Α.Μ. 28288), που τον διόρισε με απόφαση του Προέδρου του Ε.Δ.Σ.Ν.Α.,

 

κατά της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ.), που εδρεύει στον Αγ. Ιωάννη Ρέντη (Λεωφ. Θηβών 196-198), η οποία παρέστη με την Όλγα Τσιρκινίδου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της,

 

και κατά της παρεμβαίνουσας εταιρείας με την επωνυμία «Ι Α Ι.Κ.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «E B H», που εδρεύει στο Αγρίνιο (.), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου (Α.Μ. 25904), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

 

Με την αίτηση αυτή ο αιτών σύνδεσμος επιδιώκει να ακυρωθεί και να ανασταλεί η εκτέλεση της υπ’ αριθμ. 875/2023 αποφάσεως της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ.).

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Ουρανίας Νικολαράκου.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος συνδέσμου, ο οποίος ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, και τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας εταιρείας, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

 

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

 

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

 

1. Επειδή, για την άσκηση του κρινομένου ενδίκου βοηθήματος από το αιτούν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) δεν απαιτείται κατά νόμον καταβολή παραβόλου.

 

2. Επειδή, με το ένδικο αυτό βοήθημα, το οποίο ασκείται κατ’ επίκληση των διατάξεων του άρθρου 372 του ν. 4412/2016, ζητείται η αναστολή εκτελέσεως και η ακύρωση της υπ’ αριθμ. ./2023 αποφάσεως της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων (Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ.), με την οποία, κατόπιν προδικαστικής προσφυγής της εταιρείας «Ι Α Ι.Κ.Ε.», λήφθηκαν προσωρινά μέτρα για την αναστολή της προόδου της διαδικασίας διαγωνισμού προκηρυχθέντος από το αιτούν ν.π.δ.δ. για την επιλογή αναδόχου για την ανάθεση της παραχώρησης της κατασκευής, λειτουργίας και συντήρησης Μονάδας Επεξεργασίας Αποβλήτων από Εκσκαφές, Κατεδαφίσεις και Κατασκευές (ΑΕΚΚ) σε χώρο εντός της Ολοκληρωμένης Εγκατάστασης Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΟΕΔΑ) Δυτικής Αττικής.

 

3. Επειδή, στη δίκη παρεμβαίνει υπέρ του κύρους της προσβαλλομένης αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. η προαναφερθείσα εταιρεία «Ι Α Ι.Κ.Ε.».

 

4. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής : Με την υπ’ αριθμ. 11315/29.8.2023 διακήρυξη του ν.π.δ.δ. «Ειδικός Διαβαθμιδικός Σύνδεσμος Νομού Αττικής» (Ε.Δ.Σ.Ν.Α.) προκηρύχθηκε ανοικτός διαγωνισμός για την ανάθεση της παραχώρησης της κατασκευής, λειτουργίας και συντήρησης Μονάδας Επεξεργασίας ΑΕΚΚ σε χώρο εντός της ΟΕΔΑ Δυτικής Αττικής. Ως κριτήριο κατακύρωσης ορίσθηκε η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, βάσει της βέλτιστης σχέσης ποιότητας τιμής, ενώ η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης προσδιορίσθηκε σε 27.075.000 ευρώ, με δικαίωμα προαίρεσης ισόποσης κατ’ ανώτατο όριο εκτιμώμενης αξίας, πλέον Φ.Π.Α. Ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής προσφορών ορίσθηκε αρχικώς, με το άρθρο 1.5 της διακήρυξης, η 3.10.2023. Η παρεμβαίνουσα εταιρεία άσκησε κατά της ανωτέρω διακήρυξης την από 8.9.2023 προδικαστική προσφυγή, με την οποία προέβαλε αφ΄ ενός ότι ο όρος του άρθρου 2.2.6 περίπτωση Α της διακήρυξης σχετικά με την απαιτούμενη τεχνική και επαγγελματική ικανότητα (εμπειρία από προηγούμενες συμβάσεις) ήταν μη νόμιμος, ασαφής και αντιφατικός και αφ’ ετέρου ότι μη νομίμως εκδόθηκε η διακήρυξη του διαγωνισμού χωρίς προηγουμένως να έχει υποβληθεί Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στην οικεία αρχή για την περιβαλλοντική αδειοδότηση του προς εκτέλεση έργου και χωρίς να έχει εκδοθεί Απόφαση για την Έγκριση Περιβαλλοντικών Όρων για το εν λόγω έργο. Κατόπιν αυτού, με την υπ’ αριθμ. ./12.9.2023 απόφαση του Προέδρου του αιτούντος ν.π.δ.δ. παρατάθηκε η καταληκτική ημερομηνία υποβολής των προσφορών έως τις 16.10.2023 και χορηγήθηκαν διευκρινίσεις ως προς την έννοια του όρου του άρθρου 2.2.6.Α της διακήρυξης. Εξ άλλου, με την κατά τα ανωτέρω ασκηθείσα προδικαστική προσφυγή της η παρεμβαίνουσα ζήτησε και τη λήψη προσωρινών μέτρων. Επί του αιτήματος αυτού εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. ./21.9.2023 απόφαση της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία έγινε δεκτό το αίτημα και ανεστάλη η πρόοδος της διαγωνιστικής διαδικασίας μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της προδικαστικής προσφυγής. Περαιτέρω, μετά την άσκηση του κρινομένου ενδίκου βοηθήματος το αιτούν ν.π.δ.δ. υπέβαλε ενώπιον της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. το από 6.10.2023 αίτημα ανάκλησης της προσβαλλομένης αποφάσεως. Από τα στοιχεία του φακέλου, όμως, δεν προκύπτει ότι το αίτημα αυτό εξετάσθηκε από την Αρχή.

 

5. Επειδή, επί του αιτήματος του αιτούντος ν.π.δ.δ. να εκδοθεί προσωρινή διαταγή για την αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλόμενης απόφασης της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. και τη λήψη καταλλήλων προσωρινών μέτρων εκδόθηκε η από 11.10.2023 πράξη της Προέδρου του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία απερρίφθη το αίτημα έκδοσης προσωρινής διαταγής με την αιτιολογία ότι η τυχόν αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. για τη λήψη προσωρινών μέτρων και η συνεπεία της αναστολής αυτής συνέχιση της διαγωνιστικής διαδικασίας ενείχε τον κίνδυνο να επηρεαστεί το αντικείμενο της δίκης επί του κυρίου ενδίκου βοηθήματος. Επισημάνθηκε, πάντως, ότι η Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. είχε σε κάθε περίπτωση υποχρέωση να εξετάσει το αίτημα ανάκλησης που είχε υποβάλει η αναθέτουσα αρχή και να αποφασίσει α) είτε να απορριφθεί το αίτημα ανάκλησης και να διατηρηθούν τα προσωρινά μέτρα που λήφθηκαν με την προσβαλλόμενη πράξη έως την έκδοση οριστικής απόφασης επί της εκκρεμούς ενώπιόν της προδικαστικής προσφυγής, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 366 του ν. 4412/2016 (Α´ 147), δηλαδή για να επανορθωθεί η εικαζόμενη παράβαση του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου ή για να αποτραπεί η ζημία του συμφέροντος της προσφεύγουσας εταιρείας, β) είτε να δεχθεί το αίτημα της αναθέτουσας αρχής για την ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης και να άρει τα προσωρινά μέτρα, ύστερα από στάθμιση όλων των συμφερόντων και του δημοσίου συμφέροντος, σύμφωνα με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου 366 του ν. 4412/2016. Με το από 23.10.2023 υπόμνημά του το αιτούν ν.π.δ.δ. υπέβαλε εκ νέου αίτημα, το οποίο ανέπτυξε και προφορικώς κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, να εκδοθεί παρεμπίπτουσα απόφαση του Δικαστηρίου, προκειμένου να διαταχθούν προσωρινά μέτρα σε σχέση με την προσβαλλόμενη απόφαση της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. Το αίτημα αυτό απερρίφθη με την 111/2023 παρεμπίπτουσα απόφαση του Δικαστηρίου, με την αιτιολογία ότι, εν όψει της κρίσεως της Προέδρου του Δ΄ Τμήματος επί του αιτήματος για τη χορήγηση προσωρινής διαταγής και λαμβανομένων υπ’ όψιν των ισχυρισμών, τους οποίους επικαλέσθηκε ο αιτών Ε.Δ.Σ.Ν.Α., δεν δικαιολογείται η αποδοχή του νέου αιτήματος για τη λήψη προσωρινών μέτρων. Το Δικαστήριο επανέλαβε, πάντως, ότι η Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. υποχρεούται να εξετάσει το ενώπιόν της υποβληθέν αίτημα ανάκλησης της προσβαλλόμενης πράξης, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην από 11.10.2023 προσωρινή διαταγή.

 

6. Επειδή, η σύμβαση, στη σύναψη της οποίας κατατείνει η ένδικη διαγωνιστική διαδικασία, εμπίπτει, εν όψει του αντικειμένου της, της ιδιότητας του Ε.Δ.Σ.Ν.Α. ως αναθέτουσας αρχής και της εκτιμώμενης αξίας, στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/23/ΕΕ σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94) και στις διατάξεις του ν. 4413/2016 (Α΄ 148). Σύμφωνα δε με το άρθρο 345 παρ. 2 του ν. 4412/2016 οι διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ως άνω νόμου περί έννομης προστασίας κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων εφαρμόζονται και στις διαφορές που ανακύπτουν, μεταξύ άλλων, κατά τη διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης. Κατ’ ακολουθίαν, αρμοδίως εισάγεται το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, το οποίο ασκείται κατ’ επίκληση του άρθρου 372 του ν. 4412/2016, ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου.

 

7. Επειδή, η Οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ L 395), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, ορίζει στο άρθρο 1 παράγραφος 1 ότι: «Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις συμβάσεις οι οποίες αναφέρονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ ... Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές οι οποίες αναφέρονται στην οδηγία 2014/23/ΕΕ ... Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, όσον αφορά τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές να υπόκεινται στην άσκηση αποτελεσματικών και, ιδίως, όσο το δυνατόν ταχύτερων αναθεωρήσεων, υπό τις προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 2 έως 2στ της παρούσας οδηγίας, λόγω του ότι οι αποφάσεις αυτές παραβιάζουν την ενωσιακή νομοθεσία περί διαδικασιών σύναψης συμβάσεων ή τους εθνικούς κανόνες μεταφοράς της εν λόγω νομοθεσίας». Στο δε άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας προβλέπονται τα εξής: «1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα μέτρα που λαμβάνουν όσον αφορά τις διαδικασίες προσφυγής που ορίζει το άρθρο 1, να προβλέπουν τις αναγκαίες εξουσίες προκειμένου : α) να λαμβάνονται, το συντομότερο και με τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων, προσωρινά μέτρα για να επανορθωθεί η εικαζόμενη παράβαση ή να αποτραπεί περαιτέρω η ζημία των θιγομένων συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που αναστέλλουν ή επιτρέπουν την αναστολή της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, ή της εκτέλεσης οιασδήποτε απόφασης λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές · β) να ακυρώσουν ή να διασφαλίσουν την ακύρωση των παράνομων αποφάσεων, και ιδίως να καταργούν τις τεχνικές, οικονομικές και χρηματοδοτικές προδιαγραφές που εισάγουν διακρίσεις και περιλαμβάνονται στα έγγραφα με τα οποία καλούνται οι ενδιαφερόμενοι να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό, στις συγγραφές υποχρεώσεων ή σε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που έχει σχέση με τη διαδικασία σύναψης της συγκεκριμένης σύμβασης · γ) να επιδικάζουν αποζημίωση στα ζημιωθέντα από την παράβαση πρόσωπα. 2. Οι εξουσίες που προβλέπονται με την παράγραφο 1 και με τα άρθρα 2δ και 2ε μπορούν να ανατίθενται σε ξεχωριστά όργανα, υπεύθυνα για διαφορετικές πτυχές των διαδικασιών προσφυγής. 3. Όταν πρωτοβάθμιο όργανο, ανεξάρτητο από την αναθέτουσα αρχή, εξετάζει προσφυγή κατά αποφάσεως σχετικά με την ανάθεση σύμβασης, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η αναθέτουσα αρχή δεν μπορεί να συνάψει τη σύμβαση πριν αποφασίσει το όργανο προσφυγής την εφαρμογή προσωρινών μέτρων ή επί της προσφυγής. Η αναστολή δεν λήγει πριν από την εκπνοή της ανασταλτικής προθεσμίας του άρθρου 2α παράγραφος 2 και του άρθρου 2δ παράγραφοι 4 και 5. 4. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις της παραγράφου 3 και του άρθρου 1 παράγραφος 5, οι διαδικασίες προσφυγής δεν απαιτείται να έχουν αυτόματο ανασταλτικό αποτέλεσμα επί των διαδικασιών ανάθεσης των συμβάσεων τις οποίες αφορούν. 5. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι το αρμόδιο για τις διαδικασίες προσφυγής όργανο μπορεί να συνυπολογίσει τις πιθανές συνέπειες των προσωρινών μέτρων για όλα τα συμφέροντα που ενδέχεται να ζημιωθούν, καθώς και το δημόσιο συμφέρον, και να αποφασίσει να μην προβεί στη χορήγηση τέτοιων μέτρων, αν οι αρνητικές τους συνέπειες είναι περισσότερες από τα οφέλη τους … 9. Όταν τα υπεύθυνα για τις διαδικασίες προσφυγής όργανα δεν είναι δικαστικά, οι αποφάσεις τους πρέπει πάντοτε να αιτιολογούνται γραπτώς. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει επίσης να θεσπίζονται διατάξεις που να εγγυώνται την ύπαρξη διαδικασιών με τις οποίες κάθε μέτρο του οργάνου προσφυγής που εικάζεται ότι είναι παράνομο ή κάθε εικαζόμενη παράλειψή του κατά την άσκηση των εξουσιών που του έχουν ανατεθεί, να μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δικαστικής προσφυγής ή προσφυγής ενώπιον άλλου οργάνου, το οποίο θεωρείται δικαιοδοτικό όργανο κατά την έννοια του άρθρου 234 της συνθήκης και είναι ανεξάρτητο και από την αναθέτουσα αρχή και το όργανο προσφυγής ...». Τέλος, στο άρθρο 2α της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ ορίζεται ότι «1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα κατά το άρθρο 1 παράγραφος 3 πρόσωπα να έχουν στη διάθεσή τους επαρκή χρόνο που εξασφαλίζει αποτελεσματικές προσφυγές κατά των αποφάσεων για την ανάθεση σύμβασης που λαμβάνονται από τις αναθέτουσες αρχές με τη θέσπιση των αναγκαίων διατάξεων που πληρούν τις ελάχιστες προϋποθέσεις κατά την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 2γ. 2. Δεν επιτρέπεται να συναφθεί σύμβαση κατόπιν αποφάσεως για την ανάθεση σύμβασης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ πριν από την εκπνοή προθεσμίας τουλάχιστον 10 ημερολογιακών ημερών από την επόμενη της ημερομηνίας κατά την οποία απεστάλη η απόφαση ανάθεσης στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους, εφόσον χρησιμοποιούνται φαξ ή ηλεκτρονικά μέσα ή, εφόσον χρησιμοποιούνται άλλα μέσα επικοινωνίας, πριν από την εκπνοή προθεσμίας τουλάχιστον 15 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία απεστάλη η απόφαση ανάθεσης στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους ή τουλάχιστον 10 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας παραλαβής της απόφασης ανάθεσης…».

 

8. Επειδή, με τις διατάξεις του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016 (άρθρα 345-374), το οποίο τιτλοφορείται «Έννομη προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων», αναδιοργανώθηκε το σύστημα παροχής έννομης προστασίας κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των δημοσίων συμβάσεων αφ’ ενός μεν με τη σύσταση μίας κεντρικής ανεξάρτητης διοικητικής αρχής (Α.Ε.Π.Π. και ήδη Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ.), στην οποία ανατέθηκε ο προδικαστικός έλεγχος των πράξεων των αναθετουσών αρχών και των αναθετόντων φορέων, αφ’ ετέρου δε με την πρόβλεψη της δυνατότητας ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως και ακυρώσεως [μετά την αντικατάσταση των διατάξεων του άρθρου 372 του ν. 4412/2016 με το άρθρο 138 ν. 4782/2021 (Α´ 36)] κατά των πράξεων που εκδίδει η αρχή αυτή. Ειδικότερα, στο άρθρο 346 το ν. 4412/2016 (όπως η παράγραφος 1 τροποποιήθηκε με το άρθρο 107 παρ. 49 του ν. 4497/2017, Α΄ 171) ορίζονται τα εξής: «1. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί σύμβαση των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 και έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από εκτελεστή πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της ευρωπαϊκής ή εσωτερικής νομοθεσίας, έχει δικαίωμα να προσφύγει στην Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 360 και να ζητήσει προσωρινή προστασία, σύμφωνα με το άρθρο 366, ακύρωση παράνομης πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 367 ή ακύρωση σύμβασης η οποία έχει συναφθεί παράνομα, σύμφωνα με το άρθρο 368 2. Κάθε ενδιαφερόμενος, ο οποίος έχει υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από απόφαση της ΑΕΠΠ επί της προδικαστικής προσφυγής του άρθρου 360, μπορεί να ασκήσει αίτηση για την αναστολή εκτέλεσης και αίτηση για την ακύρωση της απόφασής της ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων, σύμφωνα με το άρθρο 372. Δικαίωμα άσκησης των ίδιων ενδίκων βοηθημάτων έχει και η αναθέτουσα αρχή αν η ΑΕΠΠ δεχθεί την προδικαστική προσφυγή. 3. ...». Με τις διατάξεις των άρθρων 347-359 του ν. 4412/2016 λαμβάνεται πρόνοια για τη διασφάλιση των εγγυήσεων ανεξαρτησίας των μελών της Α.Ε.Π.Π., η οποία με το άρθρο 3 παρ. 1 και 3 του ν. 4912/2022 (Α´ 59) μετονομάσθηκε σε Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων. Περαιτέρω, με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 360 του ν. 4412/2016 ορίζεται ότι: «1. Κάθε ενδιαφερόμενος ο οποίος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση του νόμου αυτού και έχει ή είχε υποστεί ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από εκτελεστή πράξη ή παράλειψη της αναθέτουσας αρχής κατά παράβαση της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της εσωτερικής νομοθεσίας, υποχρεούται, πριν από την υποβολή των προβλεπόμενων στον Τίτλο 3 ένδικων βοηθημάτων, να ασκήσει προδικαστική προσφυγή ενώπιον της ΑΕΠΠ κατά της σχετικής πράξης ή παράλειψης της αναθέτουσας αρχής. 2. Η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής αποτελεί προϋπόθεση για την άσκηση των ένδικων βοηθημάτων του Τίτλου 3 κατά των εκτελεστών πράξεων ή παραλείψεων των αναθετουσών αρχών» και στην παράγραφο 1 του άρθρου 364 ότι: «Η προθεσμία για την άσκηση της προδικαστικής προσφυγής και η άσκησή της κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης επί ποινή ακυρότητας ... Κατά τα λοιπά, η άσκηση της προδικαστικής προσφυγής δεν κωλύει την πρόοδο της διαγωνιστικής διαδικασίας, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 366». Το δε άρθρο 366 του νόμου (όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 137 ν. 4782/2021, Α΄ 36) προβλέπει ότι: «1. Η ΑΕΠΠ, ύστερα από αίτημα του προσφεύγοντος και μετά από κλήση της αναθέτουσας αρχής προ τριών (3) ημερών, εκδίδει υποχρεωτικά κατόπιν συνεδρίασης συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση είτε αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης είτε απόρριψης του αιτήματος περί λήψης προσωρινών μέτρων. Η ΑΕΠΠ μπορεί να εκδώσει απόφαση αναστολής της προσβαλλόμενης πράξης και αυτεπαγγέλτως. Σε κάθε περίπτωση, με την απόφαση αναστολής η ΑΕΠΠ ορίζει και τα κατάλληλα μέτρα έως ότου αποφανθεί για την προσφυγή και, πάντως, όχι πέραν της προθεσμίας που ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 367 για την έκδοση της απόφασής της. 2. Με την απόφαση της παρ. 1 μπορεί να διατάσσονται προσωρινά μέτρα για να επανορθωθεί η εικαζόμενη παράβαση ή να αποτραπεί η ζημία των θιγόμενων συμφερόντων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται μέτρα που αναστέλλουν τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ή την εκτέλεση οποιασδήποτε απόφασης λαμβάνει η αναθέτουσα αρχή. 3. Η ΑΕΠΠ μπορεί να αποφασίσει να μην χορηγηθούν τα προσωρινά μέτρα της παρ. 2, αν κρίνει ότι, ύστερα από στάθμιση όλων των συμφερόντων που ενδέχεται να ζημιωθούν, καθώς και του δημόσιου συμφέροντος, οι πιθανές αρνητικές συνέπειες από τη χορήγηση των προσωρινών μέτρων είναι περισσότερες από τα οφέλη. Η απόφαση να μη χορηγηθούν προσωρινά μέτρα δεν θίγει τις λοιπές αξιώσεις που προβάλλει το πρόσωπο που έχει ζητήσει τη χορήγηση των εν λόγω μέτρων ». Εξ άλλου, σύμφωνα με το άρθρο 367 του ίδιου νόμου: «1. Η ΑΕΠΠ αποφαίνεται αιτιολογημένα επί της βασιμότητας των προβαλλόμενων πραγματικών και νομικών ισχυρισμών της προσφυγής και των ισχυρισμών της αναθέτουσας αρχής και, σε περίπτωση παρέμβασης, των ισχυρισμών του παρεμβαίνοντος και δέχεται (εν όλω ή εν μέρει) ή απορρίπτει την προσφυγή με απόφασή της, η οποία εκδίδεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την ημέρα εξέτασης της προσφυγής. 2. Επί αποδοχής προσφυγής κατά πράξης ακυρώνεται ολικώς ή μερικώς η προσβαλλόμενη πράξη, ενώ επί αποδοχής προσφυγής κατά παράλειψης, ακυρώνεται η παράλειψη και η υπόθεση αναπέμπεται στην αναθέτουσα αρχή για να προβεί αυτή στην οφειλόμενη ενέργεια. 3. Οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις της ΑΕΠΠ. 4. Οι αποφάσεις της ΑΕΠΠ υπόκεινται αποκλειστικά στα ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται στον Τίτλο 3 του παρόντος Βιβλίου». Περαιτέρω, στο άρθρο 372 του ν. 4412/2016 που περιλαμβάνεται στον Τίτλο 3 «Δικαστική προστασία στο στάδιο που προηγείται της σύναψης της σύμβασης» του ίδιου Βιβλίου IV του νόμου (όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 138 ν. 4782/2021) ορίζεται ότι: «1. Όποιος έχει ή είχε συμφέρον να του ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και υφίσταται ή ενδέχεται να υποστεί ζημία από ενδεχόμενη παραβίαση της νομοθεσίας περί δημόσιων συμβάσεων, μπορεί, με το ίδιο δικόγραφο, να ασκήσει αίτηση αναστολής εκτέλεσης και ακύρωσης των αποφάσεων της Α.Ε.Π.Π.. Το αυτό ισχύει και σε περίπτωση σιωπηρής απόρριψης της προδικαστικής προσφυγής. Δικαίωμα άσκησης του ως άνω ένδικου βοηθήματος έχει και η αναθέτουσα αρχή, αν η Α.Ε.Π.Π. κάνει δεκτή την προδικαστική προσφυγή, αλλά και αυτός του οποίου έχει γίνει εν μέρει δεκτή η προδικαστική προσφυγή. Με την απόφαση της Α.Ε.Π.Π. λογίζονται ως συμπροσβαλλόμενες και όλες οι συναφείς προς την εν λόγω απόφαση πράξεις ή παραλείψεις της αναθέτουσας αρχής, εφόσον έχουν εκδοθεί ή συντελεστεί, αντιστοίχως, έως τη συζήτηση της αίτησης. Όταν η Α.Ε.Π.Π. απορρίπτει την προδικαστική προσφυγή, νομιμοποιούνται παθητικώς η Α.Ε.Π.Π. και η αναθέτουσα αρχή. Όταν η Α.Ε.Π.Π. κάνει δεκτή την προδικαστική προσφυγή, νομιμοποιείται παθητικώς μόνο η Α.Ε.Π.Π. 2. Η αίτηση αναστολής και ακύρωσης περιλαμβάνει μόνο αιτιάσεις που είχαν προταθεί με την προδικαστική προσφυγή ή αφορούν στη διαδικασία ενώπιον της Α.Ε.Π.Π. ή το περιεχόμενο των αποφάσεών της. Η αναθέτουσα αρχή, εφόσον ασκήσει την αίτηση της παραγράφου 1, μπορεί να προβάλει και οψιγενείς ισχυρισμούς αναφορικά με τους επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι καθιστούν αναγκαία την άμεση ανάθεση της σύμβασης. 3. Αρμόδιο για την εκδίκαση των υποθέσεων του παρόντος είναι το Διοικητικό Εφετείο της έδρας της αναθέτουσας αρχής. Κατ’ εξαίρεση, διαφορές οι οποίες προκύπτουν κατά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών και δημόσιων συμβάσεων, οι οποίες υλοποιούνται ως Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (Σ.Δ.Ι.Τ.) σύμφωνα με τον ν. 3389/2005 (Α΄ 232), εκδικάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Ομοίως διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των Οδηγιών 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ, με εκτιμώμενη αξία μεγαλύτερη των δεκαπέντε εκατομμυρίων (15.000.000) ευρώ, εκδικάζονται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. 4. Η αίτηση ασκείται εντός δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της απόφασης της Α.Ε.Π.Π. ή από την παρέλευση της προθεσμίας για την έκδοση απόφασης ... 6. Η προθεσμία για την άσκηση και η άσκηση της αίτησης ενώπιον του Δικαστηρίου της παρ. 3 κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης μέχρι την έκδοση της οριστικής δικαστικής απόφασης, εκτός εάν με την προσωρινή διαταγή της παρ. 7 το αρμόδιο δικαστήριο αποφανθεί διαφορετικά. Επίσης, η προθεσμία για την άσκηση και η άσκηση της αίτησης κωλύουν την πρόοδο της διαδικασίας ανάθεσης για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών από την άσκηση της αίτησης, εκτός εάν με την προσωρινή διαταγή της παρ. 7 το αρμόδιο δικαστήριο αποφανθεί διαφορετικά. 7. Μέχρι την παρέλευση της εκ του νόμου αναστολής της προόδου της διαδικασίας κατά την παρ. 6, και εφόσον έχουν γίνει προσηκόντως οι προβλεπόμενες στην παρ. 4 κοινοποιήσεις της αίτησης, ο Πρόεδρος Εφετών του οικείου Διοικητικού Εφετείου ή ο Εφέτης που αυτός ορίζει, καθώς και ο Πρόεδρος ή ο προεδρεύων της Ολομέλειας ή του οικείου σχηματισμού του Συμβουλίου της Επικρατείας αντίστοιχα, αποφαίνονται επί του αιτήματος αναστολής με προσωρινή διαταγή που περιέχει όλως συνοπτική αιτιολογία ... Με την ίδια διαδικασία, ύστερα από αίτημα του μέρους που στοιχειοθετεί σχετικό έννομο συμφέρον, μπορεί να αρθεί η εκ του νόμου αναστολή σύναψης της σύμβασης ή/και η εκ του νόμου αναστολή της προόδου της διαδικασίας ανάθεσης σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 6 ... 8. Το αίτημα αναστολής γίνεται δεκτό, εφόσον πιθανολογείται σοβαρά η παράβαση κανόνα του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του εθνικού δικαίου και η αναστολή είναι αναγκαία για αρθούν τα δυσμενή από την παράβαση αποτελέσματα ή να αποτραπεί η ζημία των συμφερόντων του αιτούντος. Το αίτημα, όμως, μπορεί να απορριφθεί, αν από τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και επιτακτικών λόγων γενικού δημοσίου συμφέροντος κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Το Δικαστήριο διατάζει τα κατάλληλα ασφαλιστικά μέτρα, χωρίς να δεσμεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων. Διατάζει ιδίως την αναστολή ισχύος όρων της διακήρυξης, των τευχών δημοπράτησης και οποιουδήποτε άλλου εγγράφου σχετικού με τη διεξαγωγή του διαγωνισμού, την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης της αναθέτουσας αρχής, την απαγόρευση νομικών ή υλικών ενεργειών, την εκτέλεση των απαραίτητων θετικών πράξεων, όπως τη διατήρηση εγγράφων και άλλων στοιχείων, καθώς και την αναστολή σύναψης της σύμβασης. 9. ...».

 

9. Επειδή, τόσο από τη γραμματική διατύπωση των παρατεθεισών στην προηγούμενη σκέψη διατάξεων των άρθρων 346 παρ.2 και 372 παρ. 1 του ν. 4412/2016 όσο και από την εν γένει κατάστρωση του συστήματος παροχής έννομης προστασίας κατά το Βιβλίο IV του ν. 4412/2016 προκύπτει ότι παραδεκτώς προσβαλλόμενη με το ένδικο βοήθημα της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως του άρθρου 372 παρ.1 του ν. 4412/2016 πράξη αποτελεί μόνον η απόφαση της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία η εν λόγω Αρχή αποφαίνεται οριστικώς επί της ασκηθείσας προδικαστικής προσφυγής και όχι η απόφαση της ίδιας Αρχής με την οποία διατάσσονται τυχόν προσωρινά μέτρα ή απορρίπτεται το αίτημα για τη λήψη τέτοιων μέτρων, κατά το άρθρο 366 του ν. 4412/2016. Τούτο διότι οι αποφάσεις αυτές επί των προσωρινών μέτρων εκδίδονται στο στάδιο της προδικαστικής διαδικασίας ενώπιον της Αρχής, προκειμένου να διασφαλίζονται οι απαιτήσεις που τάσσει η δικονομική οδηγία 89/665/ΕΟΚ για την πρόβλεψη αποτελεσματικών διαδικασιών προσφυγής και να αποτρέπεται ή να προλαμβάνεται η δημιουργία πραγματικών καταστάσεων που θα μείωναν ενδεχομένως την πρακτική αποτελεσματικότητα τόσο της κρίσης της Αρχής επί της προδικαστικής προσφυγής, όσο και της δικαστικής προστασίας των συμφερόντων του θιγόμενου μέρους. Οι ως άνω αποφάσεις της Αρχής επί των προσωρινών μέτρων, οι οποίες κατατείνουν στην προσωρινή ρύθμιση των εννόμων σχέσεων που απορρέουν από την εκκρεμή διαγωνιστική διαδικασία μέχρι να αποφανθεί η Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί της προδικαστικής προσφυγής, δεν υπόκεινται στο ένδικο βοήθημα της αίτησης αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως, δεδομένου ότι, κατά το σύστημα του νόμου, προϋπόθεση για την κίνηση του σταδίου της παροχής δικαστικής προστασίας – στο πλαίσιο του οποίου διασφαλίζεται επίσης η παροχή προσωρινής προστασίας – αποτελεί η οριστική περάτωση του προδικαστικού σταδίου και η εκκαθάριση των τιθεμένων ζητημάτων με την έκδοση της οριστικής απόφασης της Αρχής επί της προδικαστικής προσφυγής. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, κατά της αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία διατάσσονται προσωρινά μέτρα, όπως η εν προκειμένω προσβαλλόμενη, δεν ασκείται παραδεκτώς αίτηση αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως κατά το άρθρο 372 του ν. 4412/2016. Η Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., πάντως, οφείλει να εξετάζει τυχόν υποβαλλόμενα ενώπιόν της αιτήματα για την ανάκληση της αποφάσεώς της περί λήψεως προσωρινών μέτρων και να αποφαίνεται, βάσει των προϋποθέσεων που τάσσονται με τις διατάξεις του άρθρου 366 του ν. 4412/2016 και κατόπιν στάθμισης των εκατέρωθεν συμφερόντων, αν συντρέχει περίπτωση να αρθούν τα διαταχθέντα προσωρινά μέτρα. Η κατά τον τρόπο αυτό οργάνωση του συστήματος παροχής έννομης προστασίας βάσει των διατάξεων του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016, σύμφωνα με τις οποίες η παροχή δικαστικής προστασίας προϋποθέτει την περάτωση του προδικαστικού σταδίου με την έκδοση της οριστικής απόφασης της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί της προδικαστικής προσφυγής, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της δικονομικής οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, σε συμφωνία προς την οποία πρέπει να ερμηνεύονται οι διατάξεις του εσωτερικού δικαίου ακόμη και στο πλαίσιο της παρούσας διαφοράς, η οποία εγείρεται με την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της αιτήσεως ακυρώσεως – αναστολής εκτελέσεως από τον Ε.Δ.Σ.Ν.Α., δηλαδή από την αναθέτουσα αρχή κατά το άρθρο 345 παρ. 3 του ν. 4412/2016. Τούτο διότι η δικονομική οδηγία δεν επιβάλλει μεν στα κράτη μέλη την υποχρέωση να αναγνωρίσουν δικαίωμα προσφυγής στις αναθέτουσες αρχές [βλ. απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) της 21.10.2010, C-570/08, Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λευκωσίας, σκ. 35-36]. Εφ’ όσον, όμως, ο έλληνας νομοθέτης, στο πλαίσιο της αναγνωριζόμενης δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών, συμπεριέλαβε την αναθέτουσα αρχή στον κύκλο των προσώπων που έχουν δικαίωμα άσκησης δικαστικής προσφυγής (βλ. ΣτΕ 770/2021), με τις δε διατάξεις του άρθρου 372 του ν. 4412/2016 ρυθμίζεται ενιαίως το δικαίωμα άσκησης του ενδίκου βοηθήματος της αίτησης αναστολής εκτελέσεως - ακυρώσεως τόσο από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς όσο και από την αναθέτουσα αρχή, σε περίπτωση αποδοχής της προδικαστικής προσφυγής από την Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., οι ως άνω διατάξεις πρέπει να ερμηνεύονται κατά τρόπο ομοιόμορφο σε συμφωνία προς τις προβλέψεις της δικονομικής οδηγίας, ανεξαρτήτως του προσώπου που ασκεί το ένδικο βοήθημα (πρβλ. αποφάσεις Δ.Ε.Ε. της 14.1.2016, C-234/14, Ostas celtnieks SIA, σκ. 20, της 18.12.2014, C-470/13, Generali-Providencia Biztosito Zrt, σκ. 23). Ειδικότερα, με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του ν. 4412/2016 ο εθνικός νομοθέτης επέλεξε, στο πλαίσιο της σχετικής ευχέρειας που παρέχεται από τη δικονομική οδηγία, να προβλέψει σε πρώτο στάδιο την προσφυγή κατά των πράξεων της αναθέτουσας αρχής ενώπιον της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., η οποία αποτελεί μη δικαιοδοτικό όργανο ανεξάρτητο από την αναθέτουσα αρχή, κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ.3 της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ και, σε δεύτερο στάδιο, δικαστική προσφυγή, με την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως - ακυρώσεως κατά της αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί της ενώπιόν της ασκηθείσας προσφυγής. Με το άρθρο 364 του ν. 4412/2016 προβλέπεται, σε συμφωνία προς τα άρθρα 2 παρ. 3 και 2α παρ. 2 της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, ότι η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή της κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης, χωρίς, πάντως, κατά τα λοιπά να κωλύεται η πρόοδος της διαδικασίας του διαγωνισμού. Αντιστοίχως δε, στην παράγραφο 6 του άρθρου 372 του νόμου προβλέπεται ότι η δεκαήμερη προθεσμία για την άσκηση και η άσκηση της αίτησης αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως κωλύουν τη σύναψη της σύμβασης · κωλύουν επίσης την πρόοδο της διαδικασίας ανάθεσης για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών από την άσκηση της αίτησης. Περαιτέρω, προκειμένου να καλύπτονται οι απαιτήσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 2 της δικονομικής οδηγίας σχετικά με τη λήψη, το συντομότερο και με διαδικασίες ασφαλιστικών μέτρων, προσωρινών μέτρων για τη θεραπεία της προβαλλόμενης παράβασης και την αποτροπή περαιτέρω ζημίας των θιγομένων συμφερόντων, ο νομοθέτης προβλέπει και τη δυνατότητα λήψης από την Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. κατάλληλων προσωρινών μέτρων μέχρι την έκδοση της απόφασης της Αρχής επί της προδικαστικής προσφυγής, κατόπιν στάθμισης των διακυβευομένων συμφερόντων όλων των μερών και του δημοσίου συμφέροντος. Προσωρινά μέτρα μπορούν να ληφθούν και από το αρμόδιο δικαστήριο (Συμβούλιο της Επικρατείας ή Διοικητικό Εφετείο) μετά την άσκηση αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως - ακυρώσεως κατά της οριστικής αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί της προδικαστικής προσφυγής, με την έκδοση σχετικής προσωρινής διαταγής. Επίσης, με προσωρινή διαταγή μπορεί να διαταχθεί η άρση της εκ του νόμου αναστολής σύναψης της σύμβασης ή της αναστολής της προόδου της διαδικασίας του διαγωνισμού, η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 372 του ν. 4412/2016. Συνεπώς, προβλέπονται αποτελεσματικές διαδικασίες προσφυγής, με δυνατότητα λήψης και προσωρινών μέτρων, ενώπιον ανεξάρτητου μη δικαιοδοτικού οργάνου και, εν συνεχεία, ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου. Στο πλαίσιο του ανωτέρω συστήματος παροχής έννομης προστασίας, όπως αυτό οργανώνεται με τις διατάξεις του ν. 4412/2016, εξασφαλίζεται ο πλήρης δικαστικός έλεγχος των μέτρων που λαμβάνονται από την Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., σύμφωνα με τις επιταγές της παραγράφου 9 του άρθρου 2 της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ, δεδομένου ότι με την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως - ακυρώσεως κατά της αποφάσεως της Αρχής επί της προδικαστικής προσφυγής η υπόθεση άγεται ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, το οποίο κρίνει τόσο επί των αιτημάτων για την παροχή προσωρινής προστασίας, όσο και επί της νομιμότητας της αποφάσεως της Αρχής. Το γεγονός δε ότι με την ανωτέρω ερμηνεία των διατάξεων του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016 δεν αναγνωρίζεται δυνατότητα απευθείας προσβολής με το ένδικο βοήθημα της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως - ακυρώσεως της αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία διατάσσονται προσωρινά μέτρα (ή απορρίπτεται το αίτημα για τη λήψη τέτοιων μέτρων), δεν γεννά ζήτημα αντιθέσεως με την παρατεθείσα στη σκέψη 7 διάταξη της παραγράφου 9 του άρθρου 2 της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ. Τούτο διότι η ανάγκη λήψης προσωρινών μέτρων για την προστασία των συμφερόντων των μερών εξετάζεται, πάντως, και κατά τα δύο στάδια των διαδικασιών προσφυγής, δηλαδή, τόσο κατά το προδικαστικό στάδιο, όσο και κατά το στάδιο της δικαστικής προστασίας, ενώ με τις βραχείες προθεσμίες που τάσσονται με τις διατάξεις του ν. 4412/2016 αφ’ ενός για την έκδοση της αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί της προδικαστικής προσφυγής (εξήντα ημέρες από την κατάθεση της προσφυγής και είκοσι ημέρες από την ημερομηνία εξέτασης – βλ. άρθρα 365 παρ. 4 και 367 παρ.1 ν. 4412/2016), και αφ’ ετέρου για την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος της αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως - ακυρώσεως, διασφαλίζεται ότι η υπόθεση άγεται σε σύντομο χρονικό διάστημα ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου για την παροχή προσωρινής και οριστικής δικαστικής προστασίας σε σχέση με την προσβαλλόμενη απόφαση της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. Συνεπώς, από της εξεταζομένης απόψεως, το θεσπιζόμενο με τις διατάξεις του Βιβλίου IV του ν. 4412/2016 σύστημα δικαστικής προστασίας καλύπτει τις απαιτήσεις της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ για την καθιέρωση αποτελεσματικών διαδικασιών προσφυγής. Τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από τον αιτούντα Ε.Δ.Σ.Ν.Α. είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Η Πάρεδρος Δ. Μαυροπόδη υποστήριξε την εξής γνώμη : Από την παράγραφο 9 του άρθρου 2 της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ προκύπτει υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέπουν στο εσωτερικό τους δίκαιο δυνατότητα δικαστικής προσφυγής ως προς «κάθε μέτρο του οργάνου προσφυγής που εικάζεται ότι είναι παράνομο, ή κάθε εικαζόμενη παράλειψή του κατά την άσκηση των εξουσιών που του έχουν ανατεθεί». Απαιτείται, επομένως, να διασφαλίζεται η δυνατότητα δικαστικής προστασίας και σε σχέση με τις αποφάσεις του ανεξάρτητου οργάνου προσφυγής, με τις οποίες διατάσσονται προσωρινά μέτρα ή απορρίπτεται το αίτημα για τη λήψη τέτοιων μέτρων. Συνεπώς, κατά τη γνώμη αυτή, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ν. 4412/2016 ερμηνευόμενες κατά τρόπο σύμφωνο με την οδηγία 89/665/ΕΟΚ κατοχυρώνουν τη δυνατότητα ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος της αίτησης αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως και κατά των αποφάσεων της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων.

 

10. Επειδή, εξ άλλου, οι διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ν. 4412/2016 ρυθμίζουν πλήρως τα σχετικά με την παροχή δικαστικής προστασίας στον τομέα των διαφορών του αναφύονται κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των εμπιπτουσών στο πεδίο εφαρμογής του νόμου δημοσίων συμβάσεων μεταξύ των ενδιαφερομένων να τους ανατεθεί συγκεκριμένη σύμβαση και των αναθετουσών αρχών. Συνεπώς, κατά των αποφάσεων της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων, κατά των οποίων, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, δεν προβλέπεται στις διατάξεις του ν. 4412/2016 η δυνατότητα ασκήσεως του ενδίκου βοηθήματος της αίτησης αναστολής εκτελέσεως – ακυρώσεως του άρθρου 372 του ως άνω νόμου, δεν χωρεί ούτε αίτηση ακυρώσεως και αίτηση αναστολής εκτελέσεως κατά τις γενικές διατάξεις των άρθρων 45 επ. και 52 του π.δ. 18/1989. Εξ άλλου, η μη αναγνώριση της δυνατότητας δικαστικής προσβολής των αποφάσεων της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων δεν αντίκειται στο δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας που κατοχυρώνεται με το άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος (και το οποίο έχει, κατ’ αρχήν, εφαρμογή και στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, βλ. ΣτΕ 1582/2021, 1367/2020, 1396/2014 επταμ.). Τούτο διότι οι αποφάσεις αυτές εκδίδονται για την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης στο πλαίσιο του προδικαστικού σταδίου, η οριστική περάτωση του οποίου αποτελεί απαραίτητη δικονομική προϋπόθεση προκειμένου η υπόθεση να αχθεί ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου. Η ρύθμιση σχετικά με την εξουσία της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. για τη λήψη προσωρινών μέτρων εντάσσεται στο σύστημα των δικονομικών ρυθμίσεων που θεσπίζονται με τις διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ν. 4412/2016 για την οργάνωση του σταδίου της προδικαστικής διαδικασίας και, εν συνεχεία, του σταδίου της διαδικασίας ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται επαρκώς, από της απόψεως αυτής, η ταχεία και αποτελεσματική (προσωρινή και οριστική) δικαστική προστασία των συμφερόντων των θιγομένων μερών, σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη. Πρέπει, συνεπώς, να απορριφθούν τα περί του προβαλλόμενα με το από 9.10.2023 υπόμνημα του αιτούντος ν.π.δ.δ. Η Πάρεδρος Δ. Μαυροπόδη υποστήριξε τη γνώμη ότι, εφ’ όσον οι αποφάσεις της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ. επί των προσωρινών μέτρων επάγονται αυτοτελείς έννομες συνέπειες ως προς τη διαδικασία του διαγωνισμού, πρέπει να υφίσταται δυνατότητα αυτοτελούς δικαστικής προσβολής τους, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος.

 

11. Επειδή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, με το οποίο ζητείται η αναστολή εκτελέσεως και η ακύρωση της υπ’ αριθμ. 875/2023 αποφάσεως της Ε.Α.ΔΗ.ΣΥ., με την οποία διατάχθηκαν προσωρινά μέτρα για την αναστολή της προόδου της διαδικασίας του ενδίκου διαγωνισμού, ασκείται απαραδέκτως και πρέπει να απορριφθεί.

 

Δ ι ά τ α ύ τ α

 

Απορρίπτει το κρινόμενο ένδικο βοήθημα.

 

Δέχεται την παρέμβαση.

 

Επιβάλλει στο αιτούν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου τη δικαστική δαπάνη της Ενιαίας Αρχής Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία ανέρχεται στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα (460) ευρώ και της παρεμβαίνουσας εταιρείας, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εξακοσίων σαράντα (640) ευρώ.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 2 Νοεμβρίου 2023 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 5ης Δεκεμβρίου 2023.

 

Η Πρόεδρος του Δ´ Τμήματος       Η Γραμματέας του Δ´ Τμήματος

 

Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου              Ιωάννα Παπαχαραλάμπους