ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΠΠρΑθ 3707/2023

 

Σύμβαση Πίστωσης με Ανοιχτό Αλληλόχρεο Λογαριασμό και Πρόσθετες Πράξεις Αύξησης του Ορίου της Πίστωσης με παροχή εγγύησης -.

 

 Λύση της Σύμβασης κατόπιν καταγγελίας της Τράπεζας και σύναψη νέας Σύμβασης ρύθμισης της απορρέουσας απαίτησης από την καταγγελμένη σύμβαση, στην οποία συμβλήθηκε μόνο ο πρωτοφειλέτης και όχι οι εγγυητές. Απαλλαγή των εγγυητών κατ’ αρ. 439 και 864 ΑΚ, εφόσον η νέα σύμβαση αποτελεί σύμβαση απλού δοσοληπτικού λογαριασμού, μολονότι η απαίτηση απορρέει από σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού. Απορριπτέα η ένσταση της Τράπεζας περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης, διότι από την προσκομιζόμενη σύμβαση εκχώρησης και το συνοδεύον αυτή παράρτημα, εξαχθέν εκ του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, ουδόλως προκύπτει ότι η ένδικη απαίτηση μεταβιβάστηκε. Δεκτή η αγωγή.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πειραιώς Γεωργίου Καλτσά)

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 3707/2023

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

[αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής ./2022]

 

        ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Γεώργιο Βώττη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αναστάσιο Δάτσκο, Πρωτοδίκη, Πλουμίτσα Βαρκάρη, Δικαστική Πάρεδρο - Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Ελένη Βλάμου.

 

        ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 4.5.2023 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: (1) ..., κατοίκου .... (2) ... με ... και (3) ... οδός ..., με ΑΦΜ ... για τους οποίους προκατέθεσε νομότυπα και εμπρόθεσμα προτάσεις, σύμφωνα με τη διάταξη ταυ άρθρου 237 παρ.1 εδ. α’ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το Ν.4842/2021, δυνάμει της από 4,7.2022 έγγραφης εξουσιοδότησης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος Γεώργιος Καλτσάς, με Α.Μ. Δ.Σ.Π. 3231, και, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο κατά την ανωτέρω δικάσιμο, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

 

        ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας με την επωνυμία «...», που εδρεύει στην Αθήνα [οδός ...] και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ... για την οποία προκατέθεσε νομότυπα και εμπρόθεσμα προτάσεις, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.1 εδ. α’ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το Ν.4842/2021, δυνάμει του .../19.4.2021 πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Αθηνών ο πληρεξούσιος δικηγόρος......., και, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο κατά την ανωτέρω δικάσιμο, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

 

        Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 15.3.2022 αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις 17.3.2022, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης ./2022 και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης ./2022, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό ΗΑ..

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Α. I. Από τις διατάξεις των άρθρων 669 του ΕμπΝ, 874 του ΑΚ και 112 του ΕισΝΑΚ προκύπτει ότι αλληλόχρεος λογαριασμός υπάρχει όταν δύο πρόσωπα από τα οποία τουλάχιστον το ένα είναι έμπορος, συμφωνούν να καταχωρίζουν τις μεταξύ τους δοσοληψίες σε κονδύλια πιστώσεων και χρεώσεων, τα οποία, μολονότι διατηρούν τον νομικό τους χαρακτήρα, αποβάλλουν από την καταχώρισή τους την αυτοτέλειά τους και δεν μπορούν να επιδιωχθούν ή να διατεθούν χωριστά, με αποτέλεσμα να οφείλεται μόνο το κατάλοιπο, που προκύπτει κατά το κλείσιμο του λογαριασμού με την αντιπαραβολή των κονδυλίων. Συνεπώς, με τη σύμβαση του αλληλόχρεου λογαριασμού δημιουργείται μεταξύ των συμβαλλομένων μια διαρκής έννομη σχέση, διότι η λειτουργία της σύμβασης προϋποθέτει χρονική διάρκεια. Η σχέση αυτή έχει περιουσιακό χαρακτήρα και ως εκ τούτου καταλογίζεται στο ενεργητικό ή το παθητικό της περιουσίας των μερών το ανά πάσα στιγμή περιεχόμενο του λογαριασμού, δηλαδή η αντιπαραβολή των κονδυλίων της χρεοπίστωσης [ΟλΑΠ 31/1997], Ο λογαριασμός κλείνει περιοδικά, εκτός αντίθετης συμφωνίας, κάθε εξάμηνο και οριστικά με καταγγελία της σύμβασης [112 § 2 ΕισΝΑΚ], το χαρακτήρα δε σύμβασης αλληλόχρεου λογαριασμού έχει και η σύμβαση παροχής πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό στις τραπεζικές συναλλαγές, από την οποία οφείλεται, με απόσβεση κατά τη διάρκεια λειτουργίας του λογαριασμού των καλυπτόμενων επί μέρους κονδυλίων χρεοπιστώσεων, το κατά το κλείσιμο του λογαριασμού οριστικό κατάλοιπο [ΑΠ 83/2023 www.areiospagos.gr]. Το περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού δεν επιφέρει τη λήξη της σχετικής με αυτόν σύμβασης, ούτε δημιουργεί απαίτηση για απόδοση του προκύπτοντος από αυτό καταλοίπου, το οποίο μπορεί προς λογιστική τακτοποίηση να αναγνωριστεί, κατά τους όρους του άρθρου 873 ΚΠολΔ, ή με επιβεβαιωτική σύμβαση ή με παροχή αποδεικτικού μέσου. Στην περίπτωση αυτή το από το περιοδικό κλείσιμο κατάλοιπο αποτελεί κονδύλιο του λογαριασμού της νέας περιόδου, έτσι ώστε, μετά το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού, να μην απαιτείται εκκαθάρισή του για την περίοδο που αφορά η αναγνώριση που έγινε. Μόνο μετά το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού μπορεί να επιδιωχθεί δικαστικώς η απόδοση του οριστικού καταλοίπου [ΑΠ 97/2020, ΑΠ 1437/2014 & ΑΠ 910/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 847, 848, 849, 851 ΑΚ προκύπτει ότι ο εγγυητής απαίτησης του δανειστή για την καταβολή από μέρους του οφειλέτη του μέλλοντος να προκύψει καταλοίπου από τη λειτουργία της μεταξύ τους σύμβασης πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό ευθύνεται, λόγω του παρεπόμενου χαρακτήρα της εγγύησης, από τότε που θα κλείσει ο λογαριασμός και θα καταστεί απαιτητό το κατάλοιπο [ΑΠ 83/2023] και μέχρι του ποσού της κύριας οφειλής, της βασικής ή και της κατά προσαύξηση, για το οποίο εγγυήθηκε και όχι για χρηματικές απαιτήσεις που αναφέρονται σε μεταγενέστερη σύμβαση προς τον οφειλέτη, για την οποία ο εγγυητής δεν παρέσχε εγγύηση [ΑΠ 1193/1987 ΝοΒ 36.1612, ΕφΔωδ.229/2019 ΤΝΠ Qualex, ΕφΘεσ.1695/2009 & Εφ.Θεσ.435/ 1995 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

 

ΙΙ. Από τη διάταξη του άρθρου 70 ΚΠολΔ προκύπτει ότι αναγνωριστική αγωγή μπορεί να εγερθεί σε κάθε περίπτωση που ο ενάγων έχει έννομο συμφέρον για τη δικαστική αναγνώριση της ύπαρξης έννομης σχέσης που τελεί σε αβεβαιότητα και επιφέρει ζημία στον ενάγοντα [ΑΠ 919/75, ΝοΒ 24.255, ΑΠ 959/72 ΝοΒ 21.475 & Πολ.Πρωτ.Αθ.4663/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Η αναγνωριστική αγωγή παρέχεται κατά κανόνα σε σχέσεις ιδιωτικού δικαίου που αποτελούν συνήθως το αντικείμενο της πολιτικής δίκης, χωρίς να αποκλείεται και σε σχέσεις δημόσιου δικαίου, αν αυτές εξακολουθούν να υπάγονται στη δικαιοδοσία των Πολιτικών Δικαστηρίων [άρθρο 1 ΚΠολΔ]. Αναγνωριστική όμως αγωγή για την αναγνώριση του κύρους ή της ακυρότητας έννομης σχέσης του δικονομικού δικαίου ή συγκεκριμένης διαδικαστικής πράξης δεν μπορεί να ασκηθεί [Εφ.ΑΘ.8009/1997 ΝοΒ 1998.652 βλ. και Απαλαγάκη-Σταματόπουλο, Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, 1ος Τόμος, άρθρο 70.σελ.266].

 

III. Στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες εκθέτουν ότι στις 17.7.2009 συνήψαν, υπό την ιδιότητα των εγγυητών [ο δε πρώτος από αυτούς και υπό την ιδιότητα του νόμιμου εκπροσώπου της λυθείσας στις 7.4.2011 και τελούσας πλέον υπό εκκαθάριση ετερόρρυθμης εταιρίας με την επωνυμία «...», με την εναγόμενη εταιρεία, στο κατάστημα της τελευταίας, στον Ταύρο Αττικής, την ./17.7.2009 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό [αλληλόχρεο] λογαριασμό, μέχρι του ποσού των 240.000,00 ευρώ, με πιστούχο την ανωτέρω ετερόρρυθμη εταιρία. Ότι, ακολούθως, υπέγραψαν τα από 17.7.2009 και 6.8.2009 πρόσθετα σύμφωνα, που αποτελούν ενιαίο όλο με την ανωτέρω σύμβαση, ενώ συμβλήθηκαν, ως εγγυητές, και στην ./1/2.10.2009 πράξη μεταβολής ύψους πίστωσης, το οποίο τελικά ανήλθε στο ποσό των 350.000,00 ευρώ. Ότι με τις από 5.9.2016 και 9.9.2016 εξώδικες δηλώσεις της η εναγόμενη εταιρεία προέβη σε καταγγελία της ανωτέρω σύμβασης πίστωσης, καλώντας την πιστούχο εταιρία αλλά και τους εγγυητές, ήδη ενάγοντες, να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο, ύψους 123.317,03 ευρώ. Ότι, ακολούθως η εναγομένη πέτυχε την έκδοση της ./16.12.2016 Διαταγής Πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών σε βάρος τους, με την οποία η πιστούχος εταιρία και οι ενάγοντες, ως εγγυητές, διατάχθηκαν να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, το ως άνω οφειλόμενο ποσό των 123.317,03 ευρώ, νομιμοτόκως και πλέον εξόδων και δικαστικής δαπάνης, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή, ενώ με την από 10.2.2017 επιταγή προς πληρωμή, κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, η οποία τους επιδόθηκε στις 14.2.2017, επισπεύθηκε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος τους, με την ίδια ως άνω ιδιότητά τους, για το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό. Ότι στη συνέχεια ο πρώτος εκ των εναγόντων συνήψε με την εναγομένη την από 25.7.2017 συμφωνία, με την οποία διακανονίστηκε η αποπληρωμή του χρεωστικού υπολοίπου της ως άνω σύμβασης αλληλόχρεου λογαριασμού με τους όρους που αναλυτικά αναφέρονται στην αγωγή. Ότι η εν λόγω συμφωνία διευκόλυνσης αποπληρωμής, στην οποία ουδέποτε συμβλήθηκαν η δεύτερη και τρίτη των εναγόντων, ενόψει των επιμέρους όρων της, συνιστά απλό δοσοληπτικό λογαριασμό, άλλως τοκοχρεωλυτικό δάνειο και αποτελεί διακριτή έννομη σχέση από την ανωτέρω, ήδη λυθείσα, κατόπιν καταγγελίας, σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό, ενώ παρανόμως περιέχει όρο σύμφωνα με τον οποίο η δεύτερη και τρίτη των εναγόντων δεσμεύονται από αυτήν, καθώς οι τελευταίες ουδέποτε συνυπέγραψαν την εν λόγω σύμβαση. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, οι ενάγοντες ζητούν, με την απόφαση που θα εκδοθεί, να αναγνωριστεί: (α) ότι η ./17.7.2009 σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό λύθηκε λόγω καταγγελίας, (β) ότι η από 25.7.2017 σύμβαση, τιτλοφορούμενη ως «Συμφωνία για τη διευκόλυνση αποπληρωμής της οφειλής», υπογραφείσα μεταξύ του πρώτου ενάγοντας και της εναγομένης, συνιστά σύμβαση απλού δοσοληπτικού λογαριασμού, άλλως τοκοχρεωλυτικού δανείου, (γ) ότι η τρέχουσα έννομη σχέση που συνδέει τον πρώτο ενάγοντα με την εναγόμενη εταιρεία απορρέει από την ως άνω από 25.7.2017 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, άλλως δοσοληπτικού λογαριασμού, (δ) ότι η ./2016 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών είχε ως αιτία έκδοσης την ./17.7.2009 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό [αλληλόχρεο] λογαριασμό, (ε) ότι οι 3.4, 3.7,3.8,3.9 και 3.12 γενικοί όροι συναλλαγών που περιέχονται στην από 25.7.2017 σύμβαση είναι άκυροι, καθώς αυτοί παραπέμπουν στην ήδη καταγγελθείσα σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού και η εναγόμενη εταιρεία επιχειρεί μέσω αυτών να πορισθεί έμμεσα και ανεπίτρεπτα ωφελήματα που παρέχονται από το άρθρο 112 ΕισΝΑΚ, (στ) ότι η δεύτερη και τρίτη των εναγόντων έχουν απαλλαγεί, άλλως απελευθερωθεί, από την έννομη σχέση, η οποία απορρέει από την από 25.7.2017 σύμβαση δοσοληπτικού λογαριασμού, άλλως τοκοχρεωλυτικού δανείου, διότι αυτή συνιστά μια διακριτή έννομη συμβατική σχέση και όχι πρόσθετη πράξη αύξησης ορίου της ήδη καταγγελθείσας ./ 17.7.2009 σύμβασης πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό, (ζ) ότι η ευθύνη της δεύτερης και τρίτης των εναγόντων, ως εγγυητριών, καθορίζεται σε έκταση και όρια από την ./17.7.2009 σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την ./1/2.10.2009 πράξη μεταβολής πιστωτικού ορίου, (η) ότι ο 3.8 γενικός όρος συναλλαγών που περιέχεται στην από 25.7.2017 σύμβαση δοσοληπτικού λογαριασμού, άλλως τοκοχρεωλυτικού δανείου, και προβλέπει τη διατήρηση της ευθύνης της δεύτερης και τρίτης των εναγόντων, ως εγγυητριών, είναι άκυρος, διότι οι τελευταίες ουδέποτε συνυπέγραψαν την εν λόγω σύμβαση και (θ) ότι οι 3.1 και 3.2.10 γενικοί όροι συναλλαγών της από 25.7.2017 σύμβασης δοσοληπτικού λογαριασμού, άλλως τοκοχρεωλυτικού δανείου είναι άκυροι, λόγω μη νόμιμου υπολογισμού του τόκου με βάση το έτος 360 ημερών. Τέλος, ζητούν να καταδικαστεί η εναγόμενη εταιρεία στην εν γένει δικαστική τους δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση, κατά την τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιο [άρθρα 18, 25 παρ.2 ΚΠολΔ], έχει δε επιδοθεί στην εναγομένη νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός προθεσμίας τριάντα [30] ημέρων από την κατάθεσή της, ενόψει του ότι κατατέθηκε ενώπιον της Γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου στις 17.3.2022 και επιδόθηκε στην εναγομένη στις 4.4.2022 [άρθρο 215 παρ.2 ΚΠολΔ, βλ. την .Γ/4.4.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ... Ακόμη, η αγωγή, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς της εναγόμενης, παραδεκτά ασκείται εναντίον της, καθόσον η τελευταία νομιμοποιείται παθητικά προς τούτο, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68 και 73 του ΚΠολΔ, για την ύπαρξη παθητικής νομιμοποίησης αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντας ότι ο εναγόμενος είναι ο φορέας της καταγόμενης προς κρίση έννομης σχέσης, χωρίς κατ’ αρχήν να ασκεί επιρροή η αλήθεια ή όχι αυτού, διότι η έλλειψη συνδρομής της παραπάνω διαδικαστικής προϋπόθεσης συνεπάγεται την απόρριψη της αγωγής ως νομικά μεν αβάσιμης κατά το στάδιο έρευνας της νομικής βασιμότητας της αγωγής, ως ουσιαστικά δε αβάσιμης στην περίπτωση μη απόδειξης, κατά το στάδιο της έρευνας της ουσιαστικής βασιμότητας, των επικληθέντων προς θεμελίωση της νομιμοποίησης πραγματικών περιστατικών [ΑΠ 654/2022 ΔΕΕ 2023.236 & ΑΠ 109/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Επιπλέον, η αγωγή είναι ορισμένη, καθότι περιέχει τα απαιτούμενα, κατ’ άρθρο 216 παρ.1 ΚΠολΔ, στοιχεία, για την κατά νόμο θεμελίωσή της, πλην: (i) του υπό (ε) αιτήματος να αναγνωριστεί η ακυρότητα των 3.4, 3.7, 3.8, 3.9 και 3.12 γενικών όρων συναλλαγών που περιέχονται στην από 25.7.2017 σύμβαση και (ii) του υπό (θ) αιτήματος να αναγνωριστεί η ακυρότητα των 3.1 και 3.2.10 γενικών όρων συναλλαγών της ίδιας ως άνω από 25.7.2017 σύμβασης, καθόσον οι ενάγοντες δεν εκθέτουν, ως όφειλαν, την επίδραση των παραπάνω ΓΟΣ στην εξέλιξη της σύμβασης, σε τι συνίσταται η διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών και δεν προσδιορίζουν τη ζημία που υπέστησαν από την ενσωμάτωση και εφαρμογή των όρων αυτών στη σύμβαση.

 

Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρονται στην προηγηθείσα υπό [I] νομική σκέψη της απόφασης, καθώς και σε αυτές των άρθρων 70,176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, εκτός από το υπό (δ) αίτημα περί αναγνώρισης ότι η ./2016 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών είχε ως αιτία έκδοσης την ./17.7.2009 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό [αλληλόχρεο] λογαριασμό, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθόσον αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής μπορεί να είναι μόνο η αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας ή του ειδικότερου περιεχομένου μιας έννομης σχέσης του ουσιαστικού δικαίου και όχι του δικονομικού δικαίου, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην ανωτέρω υπό [II] νομική σκέψη, ενώ το ζήτημα της αιτίας έκδοσης της διαταγής πληρωμής μπορεί να ερευνηθεί μόνο στα πλαίσια άσκησης ανακοπής κατ’ αυτής. Συνεπώς, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, προσκομίζονται τα από 14.2.2022 έγγραφα ενημέρωσης περί της δυνατότητας υπαγωγής της διαφοράς στη διαδικασία της διαμεσολάβησης, υπογεγραμμένα από τους ενάγοντες και τον πληρεξούσιο δικηγόρο αυτών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ.2 του Ν. 4640/2019, καθώς και το από 4.7.2022 πρακτικό περάτωσης υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης της διαμεσολαβήτριας ., σύμφωνα με τα άρθρα 6 παρ.1 περ. β και 7 παρ.4 του ίδιου ως άνω νόμου.

 

       Β. Από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν νομότυπα και εμπρόθεσμα οι διάδικοι είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδικότερη μνεία κατωτέρω χωρίς να παραγνωρίζεται η αποδεικτική δύναμη των λοιπών [ΟλΑΠ 42/2012 & ΑΠ 1821/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], από όσα οι διάδικοι συνομολογούν με τις προτάσεις τους καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως [άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ], αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «…», της οποίας η εναγόμενη εταιρεία είναι καθολική διάδοχος, συνήψε στις   με την ετερόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «…», νόμιμα εκπροσωπούμενη κατά το χρόνο εκείνο από τον πρώτο ενάγοντα, την ./17.7.2009 σύμβαση πίστωσης με ανοικτό [αλληλόχρεο] λογαριασμό, δυνάμει της οποίας και σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους που υπάρχουν σε αυτήν, χορηγήθηκε στην πιστούχο εταιρία πίστωση, μέχρι του ποσού των 240.000 ευρώ. Στην εν λόγω σύμβαση συμβλήθηκαν ατομικά ως εγγυητές άπαντες οι ενάγοντες, εγγυώμενοι προς την εναγόμενη την τήρηση όλων των υποχρεώσεων της πιστούχου εταιρίας και την πλήρη εξόφληση του καταλοίπου της πίστωσης και ευθυνόμενοι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον ο καθένας ως αυτοφειλέτες, καθόσον παραιτήθηκαν από την ένσταση δίζησης και από τα δικαιώματα και τις ενστάσεις των άρθρων 862 έως 869 ΑΚ. Οι όροι της εν λόγω σύμβασης συμπληρώθηκαν με τα από 17.7.2009 και 6.8.2009 πρόσθετα σύμφωνα, ενώ το όριο της πίστωσης αυξήθηκε, με την από 2.10.2009 πράξη μεταβολής ύψους πίστωσης, στο ποσό των 350.000,00 ευρώ. Όλα τα πρόσθετα σύμφωνα, καθώς και η πράξη μεταβολής πίστωσης, συνυπογράφονται και από τους εγγυητές, ενώ στην πράξη μεταβολής πίστωσης, επισυνάπτεται και η από 2.10.2009 δήλωση των εναγόντων-εγγυητών, σύμφωνα με την οποία, μεταξύ άλλων, εγγυώνται, υπέρ της πιστούχου εταιρίας, την τήρηση των όρων της σύμβασης πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό μετά της μεταγενέστερης αυτής πράξης, μετά το κλείσιμο, μεταβολής ύψους πίστωσης, και την πλήρη εξόφληση του υπολοίπου μετά το κλείσιμο του πιο πάνω ανοικτού λογαριασμού, κατά κεφάλαιο, τόκους, δαπάνες, επιβαρύνσεις, έξοδα και ανατοκισμό. Στο πλαίσιο της εν λόγω σύμβασης, και προς εξυπηρέτηση και παρακολούθηση της πίστωσης, τηρήθηκαν δύο λογαριασμοί, ήτοι ο … λογαριασμός με χρεωστικό υπόλοιπο στις 19.2.2015 το ποσό των 117.643,02 ευρώ και ο … λογαριασμός με χρεωστικό υπόλοιπο στις 16.1.2015 το πασά των 5.674,01 ευρώ. Ακολούθως, λόγω μη κανονικής εξυπηρέτησης της πίστωσης από την πιστούχο εταιρία, η εναγόμενη εταιρεία προέβη σε καταγγελία της ως άνω σύμβασης και πέτυχε την έκδοση της ./2016 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία τόσο η πιστούχος εταιρία, όσο και οι ενάγοντες, διατάχθηκαν να καταβάλουν [στην εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία] αλληλεγγύως και εις ολόκληρον το ποσό των 123.317,03 ευρώ, εντόκως από 15.9.2016. Συνεπώς, αποδείχθηκε ότι η επίδικη σύμβαση ανοίγματος της άνω πίστωσης με ανοιχτό αλληλόχρεο λογαριασμό έκλεισε οριστικά, ήδη από το Σεπτέμβριο του έτους 2016, οπότε και η εναγόμενη εταιρεία κοινοποίησε στην πιστούχο εταιρία και στους ενάγοντες, ως εγγυητές, τις από 5.9.2016 και 9.9.2016 εξώδικες δηλώσεις-καταγγελίες [βλ. το κείμενο της προσκομιζόμενης ./2016 διαταγής πληρωμής, στην οποία αναφέρονται οι .Γ/14.9.2016, .ΣΤ/8.9.2016, .Γ/9.9.2016. .Γ/9.9.2016 και .Γ/8.9.2016 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών του Πρωτοδικείου Αθηνών .. αντίστοιχα], γι’ αυτό και κατέστη απαιτητό και ληξιπρόθεσμο το κατάλοιπο της σύμβασης και εκδόθηκε η ανωτέρω διαταγή πληρωμής. Εξάλλου, συνακόλουθο και αναγκαστικό αποτέλεσμα της καταγγελίας της κύριας σύμβασης πίστωσης, ήταν και το οριστικό κλείσιμο της παρεπόμενης σύμβασης του αλληλόχρεου λογαριασμού. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, στη συνέχεια, η εναγόμενη εταιρεία συνήψε με τον πρώτο των εναγόντων, ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, είχε συμβληθεί στην αρχική σύμβαση, τόσο ως νόμιμος εκπρόσωπος της πιστούχου εταιρίας, όσο και ατομικά, ως εγγυητής, την από 25.7.2017 σύμβαση με τίτλο «Συμφωνία για τη διευκόλυνση αποπληρωμής της οφειλής, που απορρέει από την καταγγελμένη απ’ αρ. ./17.7.2009 σύμβαση επιχειρηματικού δανείου/πιστώσεως», με την οποία συμφωνήθηκαν τα εξής: Μέρος του συνολικά οφειλόμενου ποσού από την ανωτέρω, ήδη καταγγελθείσα ./17.7.2009 σύμβαση, ήτοι ποσό ύψους 107.596,51 ευρώ, πλέον δεδουλευμένων τόκων από την τελευταία ημερομηνία εκτοκισμού και εξόδων, συμφωνήθηκε να αποπληρωθεί σε 264 μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες οι πρώτες 48 σταθερές, ύψους 160 ευρώ εκάστη, και οι επόμενες 216 τοκοχρεωλυτικές, με σταθερό επιτόκιο 0,50% για πέντε έτη, ενώ από 25.7.2022 και εφεξής το επιτόκιο θα αποτελείται από το κυμαινόμενο ΕURIBOR τριμήνου και από περιθώριο [spread] 4,50%, πλέον εισφοράς του Ν.128/75. Για το υπόλοιπο οφειλόμενο ποσό, ύψους 35.595,91 ευρώ, που αφορούσε μη λογιστικοποιημένους τόκους του άρθρου 150 του Ν.4261/2014 και η πληρωμή του οποίου δεν διακανονίστηκε με την εν λόγω σύμβαση, συμφωνήθηκε με τον όρο 3.6 της σύμβασης, ότι η εναγομένη, εφόσον ο οφειλέτης τηρήσει όλες τις υποχρεώσεις και εξοφλήσει προσηκόντως την υπόλοιπη οφειλή, σύμφωνα με τους ανωτέρω όρους, παραιτείται κάθε αξίωσής της για τη διεκδίκηση και είσπραξή του. Η νέα αυτή σύμβαση μεταξύ της εναγόμενης και του πρώτου ενάγοντας είναι αποκλειστικά και μόνο σύμβαση δανείου, στην οποία η εναγόμενη Τράπεζα είναι μόνο πιστωτής και ο πρώτος ενάγων μόνον οφειλέτης, δικαιούμενος απλώς σε εξόφληση της υπάρχουσας οφειλής με τμηματικές καταβολές [δόσεις]. Δεν πρόκειται συνεπώς για σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού, κατά τα σχετικώς αναφερόμενα στην υπό [I] μείζονα σκέψη, ως δάνειο δε ορίζεται το ήδη οφειλόμενο ποσό του καταλοίπου του αλληλόχρεου λογαριασμού [με τους περιορισμούς που συνομολογήθηκαν], ως προς το οποίο ο πρώτος ενάγων ανέλαβε την υποχρέωση της τμηματικής εξόφλησής του σε βάθος χρόνου. Παρότι δε στη νέα αυτή σύμβαση γίνεται ρητή αναφορά ότι δεν επέρχεται ανανέωση ή αντικατάσταση ή εξόφληση της οφειλής ή κατάρτιση της νέας σύμβασης, αλλά αντιθέτως ότι διευθετείται η αποπληρωμή της ήδη ληξιπρόθεσμης και απαιτητής οφειλής, προς διευκόλυνση του οφειλέτη και των λοιπών ενεχομένων, καθώς και ότι οι εγγυήσεις παραμένουν σε πλήρη ισχύ και εξακολουθούν να ασφαλίζουν την απαίτηση της Τράπεζας, οι όροι αυτοί πάσχουν από ακυρότητα, ενόψει του ότι, αφενός μεν η αρχική σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού είχε ήδη λήξει δια καταγγελίας κατά τα προαναφερόμενα και αφετέρου, με βάση το περιεχόμενο της νέας σύμβασης, δεν είναι δυνατόν αυτή να έχει το χαρακτήρα αλληλόχρεου λογαριασμού, όχι μόνο διότι δεν υφίσταται δυνατότητα αποστολών από αμφότερες τις πλευρές παρά μόνον από την πλευρά ταυ οφειλέτη, αλλά επιπλέον, επειδή (α) κάθε δόση εξόφλησης του δανείου είναι διακριτή από τις υπόλοιπες και διατηρεί την αυτοτέλειά της και (β) διότι δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν το περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού και ο ανά εξάμηνο ανατοκισμός ταυ συνόλου ταυ καταλοίπου [βλ. τις Μον.Εφ.Θεσ.648/2021 & Μον.Εφ.Δωδ. 229/2019 ΤΝΠ Qualex]. Συνεπώς, με βάση τα ως άνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, το κατάλοιπο της σύμβασης αλληλόχρεου λογαριασμού ρυθμίστηκε, ως προς την εξόφλησή του, με τη νέα σύμβαση ρύθμισης οφειλής - ο νομικός χαρακτηρισμός της οποίας ως σύμβασης δανείου ανήκει στο Δικαστήριο, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού που της απέδωσαν οι συμβαλλόμενοι διάδικοι - της οποίας οι όροι οι σχετικοί με τη λειτουργία της στο πλαίσιο της αρχικής σύμβασης πίστωσης με ανοικτό [αλληλόχρεο] λογαριασμό πάσχουν από ακυρότητα. Διότι η οφειλή που ρυθμίστηκε προέκυψε μεν από την προγενέστερη σύμβαση του ανοικτού αλληλόχρεου λογαριασμού και την πρόσθετη αυξητική που ακολούθησε, αποτελεί όμως νέα ειδική συμφωνία για ρύθμιση και εξόφληση σε δόσεις του οφειλόμενου μέχρι τότε καταλοίπου εκ του αλληλόχρεου λογαριασμού, υπό μορφή νέας δανειακής σύμβασης έντοκης, δεδομένου ότι ο προϋπάρξας μεταξύ των διαδίκων αλληλόχρεος λογαριασμός είχε κλείσει και απαιτητό ήταν μόνο το μέχρι την καταγγελία χρεωστικό σε βάρος των εναγόντων υπόλοιπο, το οποίο ρυθμίστηκε ώστε να οφείλεται πλέον με βάση τη νεότερη και τελευταία σύμβαση. Μάλιστα, για την παρακολούθηση της αποπληρωμής της οφειλής, κατόπιν της νέας αυτής σύμβασης, τηρήθηκαν άλλοι λογαριασμοί, διαφορετικοί από αυτούς που εξυπηρετούσαν την αρχική σύμβαση πίστωσης με ανοικτό [αλληλόχρεο] λογαριασμό, όπως τούτο αποδείχθηκε από την από 3.8.2022 επιστολή της εναγόμενης ανώνυμης εταιρείας, η οποία απεστάλη και απευθύνεται μόνο προς τον πρώτο ενάγοντα και αντισυμβαλλόμενό της στην ανωτέρω νέα από 25.7,2019 σύμβαση δανείου και με την οποία, λόγω μη προσήκουσας εκ μέρους του τήρησης των όρων της ρύθμισης, τον καλεί να καταβάλει το συνολικά οφειλόμενο ποσά, αναφέροντας στο εν λόγω έγγραφο πέντε [5] λογαριασμούς και τα υπόλοιπα εκάστου εξ αυτών, ήτοι το λογαριασμό . με υπόλοιπο 106.715,68, το λογαριασμό . με υπόλοιπο 35.343,92, το λογαριασμό . με υπόλοιπο 1.534,84 ευρώ, το λογαριασμό . με υπόλοιπο 9.064,04 ευρώ και το λογαριασμό . με υπόλοιπο 678,43 ευρώ. Οι λογαριασμοί, όμως, αυτοί δεν είναι οι ίδιοι με τους λογαριασμούς που εξυπηρετούσαν την αρχική σύμβαση πίστωσης, ήτοι οι . και ., οι οποίοι αναφέρονται στην ήδη εκδοθείσα διαταγή πληρωμής, κατά τα ως άνω. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες δεν εγγυήθηκαν εγγράφως την αποπληρωμή της νέας σύμβασης δανείου, ούτε συναίνεσαν στη διατήρηση της εγγύησής τους υπέρ της νέας οφειλής. Ενόψει τούτου, λοιπόν, σύμφωνα με το άρθρο 439 ΑΚ, οι επίμαχες εγγυήσεις που ασφάλιζαν την προηγούμενη απαίτηση της τράπεζας δεν διατηρήθηκαν υπέρ της νέας εφόσον δεν συναίνεσαν οι εγγυητές, καθόσον, δε, έπαυσε να ισχύει η αρχική σύμβαση της πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό, οι ενάγοντες απελευθερώθηκαν από τη σύμβαση εγγύησης [άρθρο 864 ΑΚ], Η εναγόμενη τράπεζα ισχυρίζεται ότι έχει αποξενωθεί εντελώς από την ένδικη απαίτηση, καθώς την έχει μεταβιβάσει στην αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «...» και το διακριτικό τίτλο «...», δυνάμει της από 25.6.2021 σύμβασης εκχώρησης απαιτήσεων από δάνεια και ότι, ως εκ τούτου, δεν νομιμοποιείται παθητικά στην άσκηση της αγωγής, άλλως ελλείπει το έννομο συμφέρον των εναγόντων για την άσκηση της αγωγής σε βάρος της. Ωστόσο, ο εν λόγω ισχυρισμός της πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, καθώς από τα έγγραφα τα οποία προσκομίζει, ήτοι την από 25.6.2021 σύμβαση εκχώρησης, την ./28.6.2021 δημοσίευση περίληψης αυτής στο Ενεχυροφυλάκειο Αθηνών και το επισυναπτόμενο σε αυτή παράρτημα, δεν αποδεικνύεται ότι έλαβε χώρα μεταβίβαση της συγκεκριμένης ένδικης απαίτησης. Και τούτο διότι στο επισυναπτόμενο στη σύμβαση εκχώρησης παράρτημα, αν και αναφέρονται οι μνημονευόμενοι στην ως άνω από 3.8.2022 επιστολή της εναγομένης προς τον πρώτο ενάγοντα λογαριασμοί [και όχι οι λογαριασμοί εξυπηρέτησης της αρχικής σύμβασης πίστωσης, κατά τα ως άνω], και τα ονόματα των εγγυητών, ουδόλως αναφέρεται το ποσό των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων, αν και τούτα απαιτείται, σύμφωνα με την 161337/30.10.2003 υπουργική απόφαση με τίτλο «Καθορισμός εντύπου σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων [άρθρο 10 παρ.14 και 16 Ν.3153/2003]» [ΦΕΚ 1688Β’/18.11.2003], ενώ και ο αριθμός της σύμβασης που αναγράφεται και είναι ο ίδιος για όλους τους ανωτέρω λογαριασμούς, ήτοι ο . δεν ταυτίζεται με τον αριθμό της ένδικης σύμβασης που είναι ο 37029. Εξάλλου, όπως ήδη προαναφέρθηκε η εναγόμενη εταιρεία [και όχι η αλλοδαπή εταιρία ειδικού σκοπού] απέστειλε στον πρώτο ενάγοντα την ανωτέρω από 3.8.2022 επιστολή, με την οποία τον καλεί εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την κοινοποίηση αυτής να εξοφλήσει στο σύνολο τη ληξιπρόθεσμη οφειλή, ύψους 153.336,91 ευρώ. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να αναγνωρισθεί: (α) ότι η ./17.7.2009 σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού λύθηκε λόγω καταγγελίας, (β) ότι η από 25.7.2017 σύμβαση με τίτλο «Συμφωνία για τη διευκόλυνση αποπληρωμής της οφειλής, που απορρέει από την καταγγελμένη υπ' αρ../17.7.2009 σύμβαση επιχειρηματικού δανείου/πιστώσεως» συνιστά σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου, η οποία έχει συναφθεί μεταξύ της εναγομένης και του πρώτου ενάγοντας, ο οποίος ευθύνεται ως οφειλέτης, και (γ) άτι η δεύτερη κι η τρίτη των εναγόντων έχουν ελευθερωθεί από την εγγύηση υπέρ της απαίτησης της εναγόμενης τράπεζας από την από 25.7.2017 σύμβαση με τίτλο «Συμφωνία για τη διευκόλυνση αποπληρωμής της οφειλής, που απορρέει από την καταγγελμένη υπ’ αρ../17.7.2009 σύμβαση επιχειρηματικού δανείου/πιστώσεως». Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να κατανεμηθούν μεταξύ των διαδίκων-ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας καθενός και να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης ένα μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, κατά παραδοχή του σχετικού νόμιμου αιτήματος τους, κατά τα στο διατακτικό της απόφασης ειδικότερα οριζόμενα [άρθρα 178 και 191 παρ.2 του ΚΠολΔ].

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

     ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.

 

     ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

 

     ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ (α) ότι η ./17.7.2009 σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού λύθηκε λόγω καταγγελίας, (β) ότι η από 25.7.2017 σύμβαση με τίτλο «Συμφωνία για τη διευκόλυνση αποπληρωμής της οφειλής, που απορρέει από την καταγγελμένη απ’ αρ../17.7.2009 σύμβαση επιχειρηματικού δανείου/ πιστώσεως» συνιστά σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου, η οποία [σύμβαση] έχει συναφθεί μεταξύ της εναγόμενης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «...» και του πρώτου ενάγοντος ., ο οποίος ευθύνεται ως οφειλέτης, και (γ) ότι η δεύτερη κι η τρίτη των εναγόντων έχουν ελευθερωθεί από την εγγύηση υπέρ της απαίτησης της εναγόμενης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «...» από την από 25.7.2017 σύμβαση με τίτλο «Συμφωνία για τη διευκόλυνση αποπληρωμής της οφειλής, που απορρέει από την καταγγελμένη υπ' αρ../17.7.2009 σύμβαση επιχειρηματικού δανείου/πιστώσεως».

 

     ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην εναγόμενη ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ» τα δικαστικά έξοδα των εναγόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ [500€].

 

     Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 24.10.2023.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

  Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 30.10.2023 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων των διαδίκων.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ