ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΕφΑθ 38/2025
Αναγκαστική
εκτέλεση. Ασφαλιστικά μέτρα. Αοριστία επιταγής προς πληρωμή. Κεφαλαιοποιημένοι
τόκοι.
(Η απόφαση
δημοσιεύεται επιμελεία του
δικηγόρου Αθηνών Ηλία Γρατσία)
ΑΠΟΦΑΣΗ: 38/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(Διαδικασία Ασφαλιστικών
Μέτρων)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή
Νεκταρία Σουκαρά, Εφέτη, που ορίσθηκε από το Τριμελές
Συμβούλιο Διοικήσεως του Εφετείου Αθηνών, χωρίς την σύμπραξη Γραμματέα.
Συνεδρίασε δημόσια στις
27.1.2025, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: …που
παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Μαρίας Αδαμάκη (ΑΜΔΣΑ 23578), η
οποία κατέθεσε σημείωμα.
ΤΩΝ ΚΑΘΏΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1. Της
ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» που
εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής αρ. 4, κατόχου ΑΦΜ .
της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ όπως εκπροσωπείται νόμιμα, φερόμενης ως ειδικής διαδόχου της
έννομης σχέσης που αφορά η παρούσα της Κυπριακής Δημόσιας Εταιρίας
Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία …και εκπροσωπείται νόμιμα, όπως
μετονομάστηκε η Τράπεζα με την επωνυμία …καθολική διάδοχος της ανώνυμης
τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΜΑRFIΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ»
ΛΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ (ΕΛΛΑΣ) ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» και «ΜΑRFIN ΒΑΝΚ ΑΝΩΝΥΜΗ
ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» με απορρόφηση της δεύτερης και της τρίτης εταιρίας από την
πρώτη, η οποία, κατά τροποποίηση των άρθρων 1,6 και 7 παρ. 1 του καταστατικού
της μετονομάσθηκε σε «ΜΑRFIN ΕΓΝΑΤΙΑ ΤΡΑΠΕΖΑ
Α.Ε.», ΦΕΚ 6753/02.07.2007 ΦΕΚ τ.Α.Ε. και ΕΠΕ)
όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2. Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «INTRUM
HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και το
διακριτικό τίτλο HELLAS Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.», η οποία έφερε πρότερον την επωνυμία
«ALTERNATIVE FINANCIAL SOLUTIONS ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και τον διακριτικό τίτλο « ALTERNATIVE
FINANCIAL SOLUTIONS Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.», που εδρεύει στο Δήμο Αθηναίων οδός
Μεσογείων αριθμός 109-111, (Αρ.Γ.Ε.ΜΗ. ., Κωδικό
Αριθμό Καταχώρισης της σύστασης ., Α.Φ.Μ. . Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Αθηνών) όπως
εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσας νομίμως από την
ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΛΛΑΔΟΣ δυνάμει της με αριθμό 326/2/17.09.2019 απόφασης της Επιτροπής
Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (ΦΕΚ υπ' αριθμόν 3533/20.09.2019), ενεργούσας με την ιδιότητα της ως μη δικαιούχος και μη
υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων των οποίων
δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «ΡΗΟΕΝΙΧ NPL FINANCE
DAC» με έδρα του Δουβλίνο Ιρλανδίας …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία
κατέστη ειδικός διάδοχός της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία
«ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής 4, (Αρ.Γ.Ε.ΜΗ. . και Α.Φ.Μ. . Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΑΘΗΝΩΝ) δυνάμει της
από 21.7.2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και
πιστώσεις στο πλαίσιο άρθρων 10 και 14 του ν. 3156/2003, των άρθρων 455 επ. ΑΚ, μεταξύ των οποίων και η απορρέουσα από την ένδικη
έννομη σχέση. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων δημοσιεύθηκε την
22/07/2020 σε περίληψη στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 που
τηρείται στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, με αριθμό
πρωτοκόλλου 293/22.07.20 στον τόμο 11 και με αριθμό 241, σύμφωνα με τα
οριζόμενα στο ν. 3156/2003, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της
Κωνσταντίνας Αγαπάκη (ΑΜΔΣΑ 37815), η οποία κατέθεσε σημείωμα.
Οι αιτούντες άσκησαν ενώπιον
του Δικαστηρίου αυτού την αίτησή τους με αριθμό κατάθεσης ..., για τη συζήτηση
της οποίας προσδιορίστηκε δικάσιμος αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας,
οπότε η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και
συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι παριστάμενοι διάδικοι, που
παραστάθηκαν ως ανωτέρω αναφέρεται, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με το έγγραφο
σημείωμα που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. .../4.11.2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού
επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ..., που επικαλούνται και προσκομίζουν οι
αιτούντες, ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αίτησης με πράξη ορισμού δικασίμου
και κλήση προς εμφάνιση για τη σημερινή δικάσιμο επιδόθηκε νομότυπα και
εμπρόθεσμα στην πρώτη των καθ’ών η αίτηση. Συνεπώς,
εφόσον η τελευταία δεν εμφανίσθηκε στη σημερινή δικάσιμο, κατά την οποία η
υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του εκθέματος, πρέπει να δικαστεί ερήμην, να
ερευνηθεί, όμως, η υπόθεση σα να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι.
Με την υπό κρίση αίτηση, οι
αιτούντες ζητούν, κατ’ ορθή εκτίμηση, για τους λόγους που αναφέρουν σε αυτήν,
να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος
τους, δυνάμει της υπ’ αριθ. ... έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης
περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ..., μέχρι να εκδοθεί
οριστική απόφαση επί της από 21.10.2024 έφεσής τους, στο δικόγραφο της οποίας
ενσωματώνεται η υπό κρίση αίτηση, την οποία έφεση νομοτύπως και εμπροθέσμως
άσκησαν κατά της υπ’ αριθμ. 1690/2022 απόφασης του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών), η
οποία απέρριψε την από 9.9.2019 ανακοπή τους κατά του εκτελεστού τίτλου (της ./2019
διαταγής πληρωμής) και της αναφερομένης πράξης εκτέλεσης (της από 2.9.2019
επιταγής προς εκτέλεση), επικαλούμενοι ανεπανόρθωτη βλάβη σε περίπτωση
εξακολούθησης της εκτελεστικής διαδικασίας, καθώς και να καταδικαστούν οι καθ’ ών στα δικαστικά τους έξοδα.
Η κρινόμενη αίτηση αρμοδίως
και παραδεκτώς εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου
αυτού, το οποίο τυγχάνει καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο προς εκδίκασή της κατά
την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 938 παρ. 2, 4, 5 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ), καθόσον: α) έχει
κατατεθεί τουλάχιστον πριν από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την ορισθείσα
ημέρα διεξαγωγής του πλειστηριασμού (14.5.2025) και β) η από 21.10.2024 έφεση
ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά της υπ’ αριθμ.
1690/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών έχει ασκηθεί παραδεκτώς και εμπροθέσμως, καθ’ όσον δεν αποδεικνύεται
επίδοση αυτής, ενώ από τη δημοσίευσή της (16.11.2022) μέχρι την άσκηση της
έφεσης (23.10.2024) δεν παρήλθε διετία (άρθρα 495 παρ. 1, 2, 496, 500, 511, 513
παρ. 1 περ. β’ εδ. α, 516 παρ. 1,517 εδ. α’, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Η
αίτηση είναι απαράδεκτη ως προς την πρώτη των καθ’ ών
και κατ' επέκταση απορριπτέα, λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης, δεδομένου
ότι την επίμαχη αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος των αιτούντων επισπεύδει, δυνάμει
της προσβαλλόμενης κατασχετήριας έκθεσης, η δεύτερη των καθ’ ών ανώνυμη εταιρεία, ως διαχειρίστρια της απαίτησης.
Περαιτέρω, η κρινόμενη αίτηση είναι νόμιμη, στηριζομένη
στις διατάξεις των άρθρων 686 επ. και 933 και 938 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί καταδίκης των καθ’ών στα δικαστικά έξοδα των αιτούντων, το οποίο
παρίσταται απορριπτέο ως μη νόμιμο, διότι κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 84
παρ. 2 εδ. γ’ του 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων», όπως
έχει αυτό τροποποιηθεί από άρθρο 14 παρ. 3 Ν. 4236/2014, επί αιτήσεως αναστολής
πλειστηριασμού τα δικαστικά έξοδα και η αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του
καθ’ ου η αίτηση επιδικάζονται πάντοτε εις βάρος του αιτούντος (ΕφΠειρ 36/2022, ΕφΑΘ 579/2020
ΝΟΜΟΣ). Πρέπει, επομένως, να εξετασθεί περαιτέρω, κατά το μέρος που κρίθηκε
παραδεκτή και νόμιμη, και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.
I. Σύμφωνα με το άρθρο 630 ΚΠολΔ, η διαταγή πληρωμής καταρτίζεται εγγράφως και πρέπει
να περιέχει, μεταξύ άλλων, το ποσό των χρημάτων ή χρεογράφων, που πρέπει να
καταβληθεί. Η σαφής αναφορά του καταβλητέου ποσού χρημάτων είναι αναγκαία για
το εκκαθαρισμένο της επιδικαζόμενης απαίτησης και την πλήρωση της προϋπόθεσης
για την αναγκαστική εκτέλεση (άρθρο 916 ΚΠολΔ), ώστε
να μπορεί η διαταγή πληρωμής να λειτουργήσει πράγματι ως εκτελεστός τίτλος.
Πλέον συγκεκριμένα, η ειδικότερη αναφορά στη διαταγή πληρωμής του καταβλητέου
ποσού χρημάτων απαιτείται να γίνεται με τρόπο, που να μπορεί να καθοριστεί κατά
ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στους τίτλο
στοιχεία, όπως όταν υπάρχει καταδίκη σε τόκους ορισμένου κεφαλαίου, των οποίων
η έναρξη και το ποσοστό ορίζεται από τον τίτλο ή από τον νόμο (ΑΠ 1349/2013, ΑΠ
1094/2006 αμφότερες δημοσιευμένες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), οπότε τούτο αρκεί για
το εκκαθαρισμένο της απαίτησης του τίτλου (ΑΠ 1268/2022, ΑΠ 368/2019
δημοσιευμένες στην Τ.Ν.Π, «ΝΟΜΟΣ»), Επομένως, οι επιδικαζόμενοι τόκοι, σε
περίπτωση υποβολής σχετικού αιτήματος, δεν αναφέρονται κατά ποσό ορισμένο, αλλά
με την προσθήκη της λέξης νομιμότοκα και με τον
προσδιορισμό του χρόνου έναρξης αυτών, οι τόκοι των τόκων, όμως, που προκύπτουν
από ανατοκισμό πρέπει να επιδικάζονται ρητώς (ΑΠ
998/2008, ΑΠ 1509/2003, ΑΠ 675/2001, ΑΠ 528/99, 213/20171 άπασες δημοσιευμένες
στην Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 23/2024 αδημ.,)
και να αναφέρονται κατά ποσό ορισμένο (ΕφΑθ 23/2024 ο.π., ΕφΠατρ 376/2021, ΕφΑθ 1132/2008 δημοσιευμένες στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), Από την
παράλειψη ενός των παραπάνω στοιχείων δημιουργείται ακυρότητα της διαταγής
πληρωμής, ακυρότητα που δεν επέρχεται αυτοδικαίως, αφού ο νόμος δεν ορίζει
αυτό, αλλά θεμελιώνει λόγο ανακοπής (ΕφΑθ 23/2024 ο.π., ΕφΠατρ 376/2021 ό.π., βλ. και Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Τόμος Γ, αριθμ, 630 ΚΠολΔ) σ. 829 — 830). Περαιτέρω, όπως συνάγεται από τις
διατάξεις των άρθρων 924, 904, 916, 918 και 919 επ. ΚΠολΔ η επιταγή, η οποία αποτελεί πρώτη πράξη εκτέλεσης και
συγχρόνως προδικασία της εκτελεστικής διαδικασίας, πρέπει να προσδιορίζει την
απαίτηση, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της εκτέλεσης κατά τρόπο σαφή,
ορισμένο και αναμφίβολο, έτσι που ο επιτασσόμενος να γνωρίζει την αιτία της
οφειλής του και το ακριβές ύψος αυτής, ώστε να καθίσταται δυνατή η συμμόρφωσή
του και, σε περίπτωση αδράνειάς του, η αναγκαστική εκτέλεση. Ειδικότερα, η
επιταγή προς εκτέλεση πρέπει να περιέχει σύντομη μνεία του οφειλόμενου ποσού,
χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται το ιστορικό κάθε κονδυλίου, αλλά αρκεί να προκύπτει
από την επιταγή η αιτία της απαίτησης, η οποία περιγράφεται κατ' αρχήν στο
αντίγραφο του τίτλου, κάτω από το οποίο συντάσσεται η επιταγή, καθώς και η
οφειλή κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, ενώ οι επιτασσόμενοι προς καταβολή
τόκοι πρέπει να αφορούν ορισμένο κεφάλαιο και να μπορούν να καθοριστούν με απλό
μαθηματικό υπολογισμό, ο δε χρόνος έναρξης και το ποσοστό τους να ορίζεται από
τον τίτλο ή από τον νόμο (ΕφΑθ 23/2024 ο.π., ΕφΑθ 4473/2022 δημοσιευμένη
στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»), Εφόσον έχει γίνει ο διαχωρισμός αυτός, η επιταγή
παρουσιάζει πληρότητα (ΑΠ 1773/2001 ΕλλΔνη 43.1385,
ΑΠ 194/1995 ΕλλΔνη 5377/2001 ΕλλΔνη
2004.529) στον οφειλέτη να ισχυριστεί και να αποδείξει την απόσβεση της
απαίτησης ή την ανακρίβεια των κονδυλίων ή τον εσφαλμένο προσδιορισμό ή το
παράνομο των τόκων. Σε αντίθετη περίπτωση, η επιταγή είναι αόριστη και
ακυρώνεται, εφόσον, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, επήλθε στον οφειλέτη βλάβη,
που δεν μπορεί να επανορθωθεί αλλιώς παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας
κατά την διάταξη του άρθρου 159 παρ 3 ΚΠολΔ (ΑΠ 194/1995 ο.π., ΕφΑθ 23/2024 ο.π., ΕφΔωδ 101/2004 δημοσιευμένη στην Τ.Ν.Π. «ΝΟΜΟΣ»).
Από όλα τα νομοτύπως
προσκομιζόμενα από τους παρισταμένους διαδίκους έγγραφα, όσα ανέπτυξαν
προφορικά κατά την συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους κι από
όλη, γενικά, τη διαδικασία, πιθανολογήθηκε ότι με την ένδικη υπ’ αρίθμ. ./2019 διαταγή πληρωμής και την από 2.9.2019 επιταγή
προς εκτέλεση, η οποία έχει τεθεί παρά πόδας του
πρώτου (α') εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής, προκύπτει ότι οι
αιτούντες επιτάσσονται να καταβάλουν στην επισπεύδουσα καθ’ ης πέραν του
επιδικασθέντος κεφαλαίου, όχι μόνο τους τόκους υπερημερίας, και του επιτοκίου
υπερημερίας, όπως αυτό καθορίζεται στη σχετική δανειακή σύμβαση, οι οποίοι
προσδιορίζονται επαρκώς στην προσβαλλόμενη επιταγή, αλλά και τόκους
κεφαλαιοποιημένων τόκων, οι οποίοι υπολογίζονται με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων υπερημερίας, χωρίς περαιτέρω
προσδιορισμό του ποσού τους. Ο υπολογισμός των τόκων αυτών (κεφαλαιοποιημένων)
με ανατοκισμό, που εν προκειμένω εκκινεί σε χρόνο
πολύ προγενέστερο της επιβολής της ένδικης κατάσχεσης, είναι ιδιαίτερα σύνθετος
και δυσχερής για τους αιτούντες - εκκαλούντες οφειλέτες, οι οποίοι πρέπει να
τελούν σε γνώση του ακριβούς ποσού της οφειλόμενης παροχής τους, για την
ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται σε βάρος τους εκτέλεση και για τον λόγο
αυτό είναι αναγκαίο, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη νομική σκέψη της
παρούσας, να μνημονεύονται ρητά στην διαταγή πληρωμής και την επιταγή προς
πληρωμή, διαφορετικά αυτή είναι αόριστη, καθώς αν παραληφθεί η αναγραφή τους,
δεν προκύπτει με σαφήνεια το ύψος του συνόλου της απαίτησης. Επομένως, πάσχει
από αοριστία τόσο ο ανακοπτόμενος εκτελεστός τίτλος
(η υπ' αριθμ. ./2019 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών), όσο και η ανακοπτόμενη πρώτη
πράξη εκτέλεσης (η από 2/9/2019 επιταγή προς πληρωμή), στις οποίες δεν
αναφέρονται ρητά οι κεφαλαιοποιημένοι τόκοι. Επομένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο
που απέρριψε τον σχετικό έβδομο λόγο της ανακοπής των αιτούντων ως αβάσιμο, ενώ
έπρεπε να τον κρίνει ως βάσιμο και κατ’ ουσία, έσφαλε κατά την ερμηνεία και
εφαρμογή του νόμου (άρθρ. 630, 924, 904, 915, 916, 918, 919 επ.
ΚΠολΔ), όπως βάσιμα ισχυρίζονται οι αιτούντες με τον
πέμπτο λόγο της έφεσής τους. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πιθανολογείται ότι ο
πέμπτος λόγος της έφεσης των αιτούντων θα γίνει δεκτός ως βάσιμος και θα
ευδοκιμήσει η έφεσή τους. Συνεπώς, εφόσον πιθανολογήθηκε ότι θα ευδοκιμήσει η ασκηθείσα από τους αιτούντες έφεση, σε συνδυασμό με την
επίσης πιθανολογούμενη ανεπανόρθωτη βλάβη των αιτούντων, η οποία συνίσταται
δικονομικά, λόγω της ανωτέρω αοριστίας, στην αδυναμία τους να αντικρούσουν τα
εν λόγω κονδύλια, το ύψος των οποίων δεν γνωρίζουν, και η οποία δεν μπορεί να
αποκατασταθεί με άλλον τρόπο παρά με την κήρυξη ακυρότητας (άρθρο 159 αρ. 3 ΚΠολΔ), πρέπει η κρινόμενη
αίτηση να γίνει δεκτή και να ανασταλεί η εκτέλεση της επισπευδόμενης εκτέλεσης
μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της ασκηθείσας
από τους αιτούντες έφεση. Τα δικαστικά έξοδα της δεύτερης των καθ’ ών πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των αιτούντων, όπως
ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης
των καθ’ ών και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση ως
προς την πρώτη των καθ’ ών.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση ως προς
την δεύτερη των καθ’ ών.
ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ τη διαδικασία της
αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος των αιτούντων, δυνάμει της υπ’
αριθ. ... έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού
επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, ..., μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της
από 21.10.2024 έφεσής τους, κατά της υπ’ αριθμ.
1690/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Περιουσιακών
Διαφορών).
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα
της δεύτερης των καθ’ ών σε βάρος των αιτούντων, τα
οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων πενήντα (450,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και
δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στην Αθήνα
στις 30-1-2025 χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων
τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Νεκταρία Σουκαρά