ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΕφ(Ασφ.Μ.)Αθ 166/2025
Δεκτή η αίτηση αναστολής της διαδικασίας της
αναγκαστικής εκτέλεσης, που επισπεύδεται από τους καθ' ων η αίτηση σε βάρος του
αιτούντος, με την έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, με την
οποία κατασχέθηκε και εκτίθεται σε αναγκαστικό πλειστηριασμό, το περιγραφόμενο
στην αίτηση ακίνητό του, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της έφεσης που άσκησε νομότυπα και εμπρόθεσμα
κατά της οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε
η ανακοπή του κατ' άρθρο 933 του ΚΠολΔ, κατά της
επισπευδόμενης εκτελέσεως, κατ’ άρθρο 938 παρ. 2 ΚΠολΔ,
γιατί πιθανολογείται ο κίνδυνος ανεπανόρθωτης βλάβης του αιτούντος και η
βασιμότητα του τρίτου λόγου της έφεσης, για την καταχρηστική άσκηση του
δικαιώματος των επισπευδόντων την εκτέλεση, κατ’ άρθρο 281 Α.Κ., αφού
κρίνεται ότι η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης της ακίνητης
περιουσίας του αιτούντα από τους καθ' ων, για το ποσό των 46.877,36 ευρώ, εν
γνώσει του ότι το ύψος της ζημίας που έχουν υποστεί από υπαιτιότητα αυτού είναι
κατά πολύ μικρότερο, ασκείται καταχρηστικά, κατά παράβαση της διάταξης του
άρθρου 281 του ΑΚ και για τον λόγο αυτό πρέπει να ακυρωθεί.
(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία
του δικηγόρου Αθηνών Γεωργίου Βασιλείου)
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αριθμός 166/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Κωνσταντίνο Βελισσάρη,
Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Εφετείου Αθηνών.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12 Ιουνίου 2025, για να
δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: …, κατοίκου Αθηνών, ο οποίος εμφανίστηκε αυτοπροσώπως
λόγω της ιδιότητας του ως δικηγόρου (AM . ΔΣΑ).
ΚΑΘ' ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ: 1) … και 4) …, κατοίκων Αλεξανδρούπολης, για τους
οποίους παραστάθηκε στο Δικαστήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος Νικόλαος
Καραγιάννης.
Ο αιτών ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-6-2025 αίτηση ασφαλιστικών
μέτρων που κατατέθηκε στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με Γ.Α.Κ. ./2025
και Ε.Α.Κ. ./2025 και προσδιορίστηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο που
αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο οι διάδικοι
παραστάθηκαν όπως παραπάνω αναφέρεται, ενώ ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα
ανέπτυξαν προφορικά και αναφέρονται στα γραπτά υπομνήματα που νομότυπα
κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την υπό κρίση αίτηση ο αιτών ζητεί, επικαλούμενος ότι θα υποστεί
ανεπανόρθωτη βλάβη, να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, που
επισπεύδεται από τους καθ' ων η αίτηση σε βάρος του, με την ./4-11-2024 έκθεση
αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της
περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών . ., με την οποία
κατασχέθηκε και εκτίθεται σε αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις 18.6.2025, το
περιγραφόμενο στην αίτηση ακίνητο του, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί
της από 10.6.2025 έφεσης (αρ.εκθ.κατ. . /./2025) που
άσκησε νομότυπα και εμπρόθεσμα κατά της με αριθμό 1320/2025 οριστικής απόφασης
του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία απορρίφθηκε η από 20.12.2024 (αρ.εκθ.κατ. ././2024) ανακοπή του κατ' άρθρο 933 του ΚΠολΔ, κατά της επισπευδόμενης εκτελέσεως. Με αυτό το
περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως καθ' ύλη και κατά τόπο
φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατ' άρθρο 938 παρ. 2 ΚΠολΔ, για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών
μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ)
και είναι παραδεκτή, δεδομένου ότι κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου
τούτου στις 10-6-2025, ήτοι προ πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα του
πλειστηριασμού που έχει προσδιοριστεί να διενεργηθεί την 18-6-2025, ενώ έχει
ασκηθεί και η προαναφερόμενη (περιεχόμενη στο ίδιο δικόγραφο) νομότυπη και
εμπρόθεσμη έφεση, και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 933,
938 παρ. 2 (όπως ισχύει μετά την τροποποίηση του με τον Ν. 4842/2021), πλην του
αιτήματος για καταδίκη των καθ' ων η αίτηση σε καταβολή των δικαστικών εξόδων
του αιτούντος, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθώς κατά τη διάταξη
του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. γ’ ν. 4194/2013, όπως ισχύει
σήμερα, επί αιτήσεως αναστολής πλειστηριασμού τα δικαστικά έξοδα και η αμοιβή
του πληρεξουσίου δικηγόρου του καθ' ου η αίτηση επιδικάζονται σε βάρος του
αιτούντος. Πρέπει, επομένως, η αίτηση να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την
ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που επικαλούνται και προσκομίζουν
οι διάδικοι, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 29-9-2000
ο …, σύζυγος της πρώτης των καθ' ων και πατέρας των λοιπών, αντισυνταγματάρχης
εν αποστρατεία, ανέθεσε στον αιτούντα, που έχει την ιδιότητα του δικηγόρου, να
προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες για την διεκδίκηση της οικονομικής διαφοράς
μεταξύ της μηνιαίας σύνταξης που λάμβανε έως τότε και εκείνης που δικαιούνταν
να λαμβάνει με βάση τις διατάξεις των νόμων 2838/2000 και 3016/2002. Επειδή ο
αιτών παρέλειψε να καταβάλει το αναλογούν νόμιμο παράβολο για καθένα εκ των
αιτούντων, μεταξύ των οποίων ήταν και ο …, παρά το γεγονός ότι είχε ειδοποιηθεί
σχετικά προς τούτο από την αρμόδια υπηρεσία του Γενικού Λογιστηρίου του
Κράτους, η σχετική αίτηση απορρίφθηκε σιωπηρώς, όπως και η με αριθμό πρωτ. ./26-2-2004 σχετική ένσταση ενώπιον της Επιτροπής
Ελέγχου Πράξεων Κανονισμών Συντάξεων, ενώ στη συνέχεια, με την υπ' αριθμ. 1106/2011 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου,
απορρίφθηκε η έφεση του …, με το αιτιολογικό ότι ορθά δεν εξετάστηκε η παραπάνω
ένσταση, λόγω της μη καταβολής του νόμιμου παραβόλου.
Ακολούθως, ο … άσκησε σε βάρος του αιτούντος την από 8-11-2011 προβλεπόμενη από
το άρθρο 73 ΕισΝΚπολΔ αγωγή κακοδικίας. Η δίκη επί
της αγωγής αυτής διακόπηκε βιαίως με τον θάνατο του αρχικώς ενάγοντος στις
12-9-2013 και συνεχίστηκε από τους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του και ήδη καθ' ων
η αίτηση. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 1953/2018 απόφαση του
Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία κρίθηκε ότι ο εναγόμενος παράνομα
και υπαίτια ζημίωσε τον αρχικώς ενάγοντα, καθώς με την παράλειψη του να
καταβάλει το νόμιμο παράβολο, αν και ο … του είχε προκαταβάλει όλα τα έξοδα της
δίκης, αυτός (ενάγων) απώλεσε την αναπροσαρμογή των συντάξιμων αποδοχών του για
το χρονικό διάστημα από 1-7-2000 μέχρι 30-9-2005 και ζημιώθηκε κατά το συνολικό
ποσό των 19.167,76 ευρώ. Υποχρέωσε δε τον εναγόμενο και νυν αιτούντα να
καταβάλει στους ενάγοντες το παραπάνω ποσό, κατά το λόγο της κληρονομικής μερίδας
εκάστου εξ αυτών. Κατά της παραπάνω απόφασης, ο αιτών άσκησε την από 12-11-2018
έφεση, η οποία, με την υπ' αριθμ. 3090/2020 απόφαση
του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, ενώ στη
συνέχεια άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου την από 6-5-2022
αίτηση περί αναίρεσης της παραπάνω απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών,
δικάσιμος της οποίας έχει οριστεί η 24-11-2025. Στις 11-7-2024 οι καθ' ων
κοινοποίησαν προς τον αιτούντα αντίγραφο πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθμ. 1953/2018 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου
Αθηνών, με την οποία επιτάσσονταν να τους καταβάλει το συνολικό ποσό των
45.428,26 ευρώ για κεφάλαια, τόκους, δικαστική δαπάνη και έξοδα και κατόπιν
αυτού, επέσπευσαν την ήδη προσβαλλόμενη αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του
αιτούντα και συγκεκριμένα επέδωσαν σ' αυτόν στις 6-11-2024 την υπ' αριθμ. ./4-11-2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης
περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με
έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών . . με την οποία επισπεύδεται στις 18-6-2025 ημέρα
Τετάρτη και ώρα 10:00 - 12:00 ηλεκτρονικός πλειστηριασμός ενός ακινήτου
ιδιοκτησίας του και ειδικότερα ενός διαμερίσματος με τον αριθμό εννέα (9) του
τετάρτου πάνω από το ισόγειο ορόφου πολυκατοικίας που βρίσκεται στην Αθήνα στη
θέση «Πολύγωνο», στην διασταύρωση της λεωφόρου Αλεξάνδρας που φέρει τον αριθμό .
και της οδού ., επιφάνειας 116,40 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του
οικοπέδου 4,25% και αριθμό ΚΑΕΚ ./., για το ποσό των 46.877,36 ευρώ, πλέον
ποσού 1.100 ευρώ για την σύνταξη δύο εντολών προς εκτέλεση και των εξόδων
εκτέλεσης. Περαιτέρω, από την με αριθμό 828/2023 απόφαση του Έκτου Τμήματος του
Ελεγκτικού Συνεδρίου, ακριβές αντίγραφο της οποίας χορηγήθηκε από το παραπάνω
Δικαστήριο προς τον αιτούντα στις 6-6-2025, χωρίς να είναι εμφανή τα στοιχεία
των διαδίκων και των χρηματικών ποσών που αναγράφονται, ενώ πλήρες αντίγραφο
της προσκομίζουν και οι καθ' ων η αίτηση, προκύπτει ότι αναγνωρίστηκε η
υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να καταβάλει στους καθ' ων η αίτηση, υπό την
ιδιότητα τους ως νόμιμων κληρονόμων του αρχικού ενάγοντος με την από 25-1-2012
αγωγή ., το συνολικό ποσό των 16.597,78 ευρώ, κατά το λόγο της κληρονομικής
μερίδας του καθενός, νομιμοτόκως από την επίδοση της
αγωγής. Όπως προκύπτει δε από το κείμενο της εν λόγω απόφασης, το παραπάνω
χρηματικό ποσό κρίθηκε ότι αντιστοιχεί στις διαφορές σύνταξης που στερήθηκε ο
αρχικώς ενάγων κατά το χρονικό διάστημα από 1-1-2001 μέχρι 31-12-2007 από την
μη αναπροσαρμογή της σύνταξης του σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων 2838/2000
και 3016/2002. Επομένως, στην προκειμένη περίπτωση πιθανολογείται ότι οι καθ'
ων η ανακοπή δεν υπέστησαν από υπαιτιότητα του αιτούντα ζημία ύψους 19.167,76
ευρώ, καθώς για μεν το χρονικό διάστημα από 1-1-2001 μέχρι 30-9-2005, τους επιδικάστηκαν
με την παραπάνω απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι διαφορές σύνταξης του
αποβιώσαντος συγγενούς τους, ενώ για το χρονικό διάστημα από 1-7-2000 μέχρι
31-12-2000, η ζημία που έχουν υποστεί από υπαιτιότητα του αιτούντα είναι κατά
πολύ μικρότερη και χωρίς να είναι δυνατός ο ακριβής προσδιορισμός της. Ενόψει
των ανωτέρω, κρίνεται ότι η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης της ακίνητης
περιουσίας του αιτούντα από τους καθ' ων, για το ποσό των 46.877,36 ευρώ, εν
γνώσει του ότι το ύψος της ζημίας που έχουν υποστεί από υπαιτιότητα αυτού είναι
κατά πολύ μικρότερο, καθώς η παραπάνω απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου τους
έχει κοινοποιηθεί, ασκείται καταχρηστικά, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου
281 του ΑΚ και για τον λόγο αυτό πρέπει να ακυρωθεί. Επομένως, το πρωτοβάθμιο
Δικαστήριο που απέρριψε τον τρίτο λόγο της ανακοπής, με τον οποίο ο αιτών
ισχυρίστηκε ότι η επίσπευση της σε βάρος του αναγκαστικής εκτέλεσης ασκείται
κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ, έσφαλε ως προς την ερμηνεία
και εφαρμογή του νόμου και ως προς την εκτίμηση των προσκομισθέντων ενώπιον του
αποδεικτικών μέσων, κατά παραδοχή ως βάσιμου του σχετικού τρίτου λόγου της
έφεσης του νυν αιτούντα. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι στον λόγο αυτό της έφεσης
προβάλλονται μεν ισχυρισμοί που δεν είχαν προταθεί στην πρωτόδικη δίκη, όσον
αφορά στην καταχρηστική συμπεριφορά των καθ' ων η ανακοπή, σε σχέση με τα όσα
κρίθηκαν με την με αριθμό 828/2023 απόφαση του Έκτου Τμήματος του Ελεγκτικού
Συνεδρίου, τούτο όμως γίνεται παραδεκτά κατ' άρθρο 527 του ΚΠολΔ,
καθώς, όπως προεκτέθηκε, ο αιτών έλαβε στα χέρια του
αντίγραφο της παραπάνω απόφασης, εκ της οποίας αποδεικνύεται ο ισχυρισμός του,
στις 6-6-2025. Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι η άσκηση από τον αιτούντα
ενώπιον του Συμβουλίου του Αρείου Πάγου της από 16-7-2024 αίτησης με την οποία
ζήτησε την αναστολή της εκτέλεσης της 3090/2020 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου
Αθηνών, με την οποία επικυρώθηκε η υπ' αριθμ.
1953/2018 οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δεν δημιουργεί
εκκρεμοδικία, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι καθ' ων, καθώς με την αίτηση
αναστολής εκτέλεσης κατ' άρθρο 565 του ΚΠολΔ, δεν
επιδιώκεται παροχή έννομης προστασίας υπό τη μορφή διάγνωσης δικαιώματος που
κατάγεται σε δίκη, παρά μόνο υποβάλλεται αίτημα στο πλαίσιο της δίκης της
αναίρεσης και εξετάζεται από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, το οποίο
αποφασίζει αν θα αναστείλει ή όχι την εκτέλεση της απόφασης της οποίας ζητείται
η αναίρεση. Κατά συνέπεια, αφού πιθανολογείται η ευδοκίμηση της έφεσης, που
ασκήθηκε κατά της εκκαλούμενης απόφασης και η εξαφάνιση αυτής, ως προς τον
ανωτέρω λόγο της ανακοπής, πιθανολογείται δε ότι η επισπευδόμενη σε βάρος του
αιτούντα αναγκαστική εκτέλεση θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη, αφού το
ακίνητο που εκτίθεται σε πλειστηριασμό αποτελεί επαγγελματική στέγη (δικηγορικό
γραφείο), τόσο του ιδίου, όσο και των δύο τέκνων του, επίσης δικηγόρων, πρέπει
να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναστολής ως ουσία βάσιμη. Τέλος, σύμφωνα με
τη γενική διάταξη του άρθρου 191 παρ.2 του ΚΠολΔ,
αλλά και τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 84 παρ.2 εδ.
β' και γ' του ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων», ο αιτών πρέπει να καταδικαστεί
στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των καθ' ων η αίτηση, που υπέβαλαν σχετικό
αίτημα, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την αίτηση.
Αναστέλλει τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται
από τους καθ' ων η αίτηση σε βάρος του αιτούντος δυνάμει της από 9-7-2024
επιταγής προς πληρωμή, όπισθεν αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της
υπ' αριθμ. 1953/2018 απόφασης του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών και της υπ' αριθμ. ./4-11-2024
έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας
της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών .. με την
οποία επισπεύδεται στις 18-6-2025 ημέρα Τετάρτη και ώρα 10:00 - 12:00
ηλεκτρονικός πλειστηριασμός ενός ακινήτου ιδιοκτησίας του αιτούντος, μέχρι την
έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 10.6.2025 έφεσης (αρ.εκθ.κατ.
./2025) έφεσης κατά της με αριθμό 1320/2025 απόφασης του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών.
Καταδικάζει τον αιτούντα στα δικαστικά έξοδα των καθ' ων η αίτηση,
τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε έκτακτη,
δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, στις 16-06-2025 χωρίς την παρουσία των
διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
(για τη δημοσίευση μόνο)