ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜΠρΧαλκίδας 14/2025
Απόρριψη
ανακοπής κατά κατασχετήριας έκθεσης.
(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία
της δικηγόρου Αθηνών Άννας Τσουλφίδου).
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΛΚΙΔΑΣ
(ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ)
Αριθμός Αποφάσεως 14/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΧΑΛΚΙΔΑΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή,
Δανιήλ Λέκκα, Πρωτόδικη, ο οποίος ορίστηκε από τη διευθύνουσα το Πρωτοδικείο
Χαλκίδας, και τη Γραμματέα Αικατερίνη Τσιαούση.
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριό του στις 12/12/2024, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: Εταιρείας
με την επωνυμία «……… ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΚΕΛΥΦΩΤΟΥ ΦΥΣΤΙΚΙΟΥ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΞΗΡΩΝ ΚΑΡΠΩΝ
ΚΑΙ ΑΠΟΞΗΡΑΜΕΝΩΝ ΦΡΟΥΤΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και με το διακριτικό τίτλο «………»,
που εδρεύει στον Πειραιά Αττικής (οδός ……… …), με ΑΦΜ: ……, η οποία εκπροσωπήθηκε
από την πληρεξούσια Δικηγόρο της, Σοφία Παυλίδου (ΑΜ/ΔΣΑ: ……), η οποία κατέθεσε
προτάσεις και προσκόμισε το υπ. αριθ. …… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και
ενσήμων.
ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ………
του ……, κατοίκου Άρτας (οδός ………, αριθμός …), με ΑΦΜ: ……, ο οποίος παραστάθηκε
δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του, Άννας Τσουλφίδου
(ΑΜ/ΔΣΑ: ……), η οποία κατέθεσε προτάσεις και προσκόμισε το υπ. αριθ. ……
γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων.
Η ανακόπτουσα
με την υπό κρίση κλήση της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Πρωτοδικείου
Χαλκίδας στις 4/11/2024 (ΓΑΚ: …/2024 και ΕΑΚ: …/2024) αιτείται να γίνει δεκτή η
από 2/7/2024 ανακοπή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου
Αθηνών στις 3/7/2024 (ΓΑΚ: …/2024 και ΕΑΚ: …/2024) και κατόπιν έκδοσης της υπ.
αριθ. 70112/2024 παραπεμπτικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών
παραπέμφθηκε προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου.
Κατά τη συζήτηση της
υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων αιτήθηκαν να γίνουν δεκτά όσα
αναφέρονται στα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου και στις προτάσεις που
κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ
Με την ανακοπή, κατ’
εκτίμηση αυτής, ζητείται, για τους προβαλλόμενους με το δικόγραφο λόγους, η
ακύρωση της υπ. αριθ. ./21-5-2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης
περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Ευβοίας, με
έδρα το Πρωτοδικείο Χαλκίδας, ………, δυνάμει της οποίας επιβλήθηκε αναγκαστική
κατάσχεση στο περιγραφόμενο στην ανακοπή ακίνητο κυριότητας της ανακόπτουσας, που βρίσκεται στη Δημοτική Ενότητα Αυλίδος του Δήμου Χαλκιδέων για
την ικανοποίηση απαίτησης που απορρέει από την υπ. αριθ. ./2024 διαταγή
πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Με τέτοιο περιεχόμενο και κύριο
αίτημα, η ανακοπή παραδεκτά επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 4/11/2024
κλήση της ανκόπτουσας, κατόπιν έκδοσης της υπ. αριθ.
70112/2024 παραπεμπτικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προς
συζήτηση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών ενώπιον του
Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (591, 614 επ., 933 παρ. 1 εδ. α’ και 3, 937
παρ. 3 ΚΠολΔ, ως οι διατάξεις αυτές ισχύουν μετά την
τροποποίησή τους με το νόμο 5134/2024). Περαιτέρω, η ανακοπή ασκήθηκε
εμπρόθεσμα, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 144 παρ. 1 και 934 παρ. 1 στοιχ. α’ ΚΠολΔ, καθώς αντίγραφο
της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 24/5/2024 (Βλ. τη σχετική επισημείωση του
Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Ευβοίας, με έδρα το
Πρωτοδικείο Χαλκίδας ……… επί του προσκομιζόμενου μετ’ επίκλησης αντιγράφου της
έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης), η δε ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του
Ειρηνοδικείου Αθηνών, που ήταν καθ’ ύλην αρμόδιο κατά το χρόνο κατάθεσης, στις
3/7/2024 και επιδόθηκε στον καθ’ ου στις 4/7/2024 (Βλ. την υπ’ αριθ. ./4-7-2024
έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών,
με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ………). Πρέπει, επομένως η ανακοπή να ερευνηθεί
περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των προβαλλόμενων λόγων της,
των οποίων την απόρριψη ζήτησε ο καθ' ου η ανακοπή.
Με τον πρώτο λόγο ανακοπής
της, κατ’ εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα εταιρεία
αιτείται την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης για το λόγο ότι πάσχει
ακυρότητας λόγω αοριστίας της η από 10/4/2024 επιταγή προς εκτέλεση, η οποία
και επιστηρίζει την προσβαλλόμενη κατασχετήρια
έκθεση. Με το δεύτερο λόγο ανακοπής της, κατ’ εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα αιτείται την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης
εκτέλεσης επικαλούμενη αφ’ ενός μεν πλαστότητα της συναλλαγματικής επί τη βάση
της οποίας εκδόθηκε η υπ. αριθ. ./2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του
Ειρηνοδικείου Αθηνών που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο δυνάμει του οποίου
επισπεύδεται η προσβαλλόμενη σε βάρος της εκτέλεση, αφ’ ετέρου δε έλλειψη της
υποκείμενης σχέσης από την ανωτέρω συναλλαγματική. Με αυτό το περιεχόμενο οι
προαναφερόμενοι λόγοι ανακοπής έχουν ασκηθεί απαραδέκτως
με την παρούσα ανακοπή κατά της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης
ακίνητης περιουσίας. Ειδικότερα, από τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο της υπό κρίση
ανακοπής πραγματικά περιστατικά, αλλά και από τη μελέτη του φακέλου της
υπόθεσης, προκύπτει ότι η ανακόπτουσα πριν από την
άσκηση της υπό κρίση ανακοπής είχε ασκήσει κατά του καθ’ ου στην παρούσα δίκη
την από 1/5/2024 ανακοπή της, η οποία είναι εκκρεμής ενώπιον του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών, με αιτήματα την ακύρωση της υπ. αριθ. ./2024 διαταγής
πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών, καθώς και την ακύρωση της από
10/4/2024 επιταγής προς εκτέλεση, η οποία επιστηρίζει
την επιβληθείσα σε βάρος της αναγκαστική κατάσχεση.
Επομένως, αφ' ης η ανακόπτουσα έχει ήδη ασκήσει
ανακοπή κατά προγενέστερης πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης, οι συγκεκριμένοι
λόγοι ανακοπής, οι οποίοι αφορούν στο κύρος του εκτελεστού τίτλου και της
επιταγής προς εκτέλεση που επιστηρίζουν την
προσβαλλόμενη κατασχετήρια έκθεση και οι οποίοι ήταν ήδη γεγενημένοι κατά το
χρόνο άσκησης της προναφερόμενης ανακοπής κατά της
ανωτέρω από 10/4/2024 επιταγής προς εκτέλεση, δεν δύνανται σύμψωνα
με την ερειδόμενη στο άρθρο 935 ΚΠολΔ
αρχή συγκέντρωσης των λόγων ανακοπής, να προβληθούν με μεταγενέστερη ανακοπή
κατά άλλης πράξης εκτέλεσης της ίδιας εκτελεστικής διαδικασίας (ΕφΘεσσαλ. 523/2023, ΕφΘρακ.
182/2022, ΕφΛαμ 80/2022, ΤΝΠ QUALEX).
Με τον τρίτο λόγο ανακοπής
της, κατ’ εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα αιτείται την
ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης, για το λόγο ότι η διαταγή
πληρωμής, από την οποία πηγάζει η σε βάρος της απαίτηση δεν έχει επιδοθεί για
δεύτερη φορά και δεν αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, ενώ
σε βάρος της διαταγής πληρωμής που αποτελεί τον εκτελεστό τίτλο δυνάμει του
οποίου επισπεύδεται η σε βάρος της εκτέλεση εκκρεμεί ήδη η συζήτηση
προγενέστερης ανακοπής που έχει ασκήσει. Με το ως άνω περιεχόμενο ο τρίτος
λόγος ανακοπής είναι παραδεκτός και ορισμένος, αλλά απορριπτέος ως μη νόμιμος.
Και τούτο διότι, από το συνδυασμό των άρθρων 321, 632 παρ. 3 και 904 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι, εν αντιθέσει με τις δικαστικές
αποφάσεις, όπου καθίστανται εκτελεστές με την τελεσιδικία τους, εκτός εάν κατ’
εξαίρεση κηρυχθούν προσωρινά εκτελεστές, οι διαταγές πληρωμής αποκτούν εκτελεστότητα με την έκδοσή τους, χωρίς να απαιτείται να
έχουν προηγουμένως αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου, ενώ
κατ' εξαίρεση δύναται να χορηγηθεί από το δικαστήριο αναστολή στην εκτελεστότητά τους, εφόσον ασκηθεί σχετική αίτηση
αναστολής. Εξάλλου, από τη σαφή διατύπωση του άρθρου 633 παρ. 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο νομοθέτης δεν υποχρεώνει, αλλά απλώς
παρέχει στον οφειλέτη την ευχέρεια να επιδώσει για δεύτερη φορά τη διαταγή
πληρωμής, ώστε η τελευταία να καταστεί απρόσβλητη. Συνεπώς, στην ένδικη υπόθεση
η εκκρεμοδικία της ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής από την οποία και
πηγάζει η απαίτηση για την οποία επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της
ανακόπτουσας δεν αναιρεί την εκτελεστότητα
της συγκεκριμένης διαταγής πληρωμής και άρα δεν κωλύει την επιβολή αναγκαστικής
κατάσχεσης σε βάρος ακίνητης περιουσίας της ανακόπτουσας.
Με τον τέταρτο λόγο ανακοπής
της, κατ’ εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα αιτείται την
ακύρωση της προσβαλλόμενης κατασχετήριας έκθεσης ισχυριζόμενη ότι ο
πλειστηριασμός προσδιορίστηκε σε προθεσμία που υπολείπεται των επτά μηνών από
την ημέρα της κατάσχεσης, δεδομένου ότι για τον υπολογισμό του επταμήνου που μεσολαβεί από την ημέρα της κατάσχεσης μέχρι
την ημέρα του πλειστηριασμού δεν θα πρέπει, κατά την κρίση της, να ληφθεί υπόψη
ο μήνας Αύγουστος. Με αυτό το περιεχόμενο ο τέταρτος λόγος ανακοπής είναι
παραδεκτός και ορισμένος, αλλά απορριπτέος ως μη νόμιμος. Ειδικότερα, από τη
συνδυαστική γραμματική και τελολογική ερμηνεία των άρθρων 147, 940 Α, 954 παρ.
2 και 993 παρ. 2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι σαφής βούληση
του νομοθέτη είναι ο μήνας Αύγουστος να μην υπολογίζεται στην ανωτέρω προθεσμία
των επτά μηνών από την ημερομηνία περάτωσης της κατάσχεσης αποκλειστικά και
μόνο στην περίπτωση κατά την οποίαν το μήνα Αύγουστο συμπληρώνεται η εν λόγω
προθεσμία. Αντιθέτως, ούτε από το γράμμα, αλλά ούτε και από την τελολογία των
ανωτέρω διατάξεων συνάγεται οιαδήποτέ βούληση του νομοθέτη να μην λαμβάνεται
υπόψη ουδόλως ο μήνας Αύγουστος κατά τον υπολογισμό της προθεσμίας που θα
πρέπει να μεσολαβεί ανάμεσα στο χρόνο της κατάσχεσης και στην ημερομηνία
διενέργειας του πλειστηριασμού. Επομένως, σε αυτή την περίπτωση δεν χωρεί
αναλογική εφαρμογή του άρθρου 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως
υπολαμβάνει η ανακόπτουσα, αφού δεν υφίσταται ακούσιο
κενό του νομοθέτη (ΕφΠειρ 309/2023, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Εξάλλου, εάν ο νομοθέτης ήθελε ο μήνας Αύγουστος να μην υπολογίζεται ουδόλως
στην προθεσμία των επτά μηνών που θέτει η διάταξη της δεύτερης παραγράφου του
άρθρου 993 ΚΠολΔ θα το είχε ορίσει ρητά στο άρθρο 147
ΚΠολΔ, το οποίο έχει τροποποιηθεί τόσο με το νόμο
4335/2015, όσο και με τον πρόσφατο νόμο 4963/2022.
Με τον πέμπτο λόγο ανακοπής
της, κατ’ εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα αιτείται την
ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης επικαλούμενη καταχρηστικότητα
αυτής και δη παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας για το λόγο ότι η
αναγκαστική κατάσχεση επιβλήθηκε σε ακίνητη περιουσία της η οποία εκτιμήθηκε
εσφαλμένα ότι ανέρχεται σε ποσό 180.000 ευρώ για συνολική απαίτηση της καθ' ης
σε βάρος της ύψους 17.918,04 ευρώ και διότι το κατασχεθέν ακίνητο η ίδια το
εκμισθώνει σε τρίτο πρόσωπο αποκομίζοντας σταθερά εισοδήματα που εξασφαλίζουν
τη βιωσιμότητά της. Με το ως άνω περιεχόμενο ο πέμπτος λόγος ανακοπής είναι
παραδεκτός και ορισμένος, καθόσον από τη στιγμή που η ανακόπτουσα
ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκτέλεσης παραβιάζει την αρχή της
αναλογικότητας υπό στενή έννοια, αρκεί για το ορισμένο του σχετικού ισχυρισμού
της να παραθέσει την αξία της απαίτησης για την οποίαν επισπεύδεται η
αναγκαστική εκτέλεση, καθώς και την αξία της κατασχόμενης περιουσίας (ΕφΑνΚρητ 210/2023, ΕφΔωδ 65/2021,
ΤΝΠ QUALEX, ΕφΠειρ 172/2021, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), απορριπτομένου συνεπώς του περί αοριστίας ισχυρισμού που προέβαλε ο καθ’ ου με τις προτάσεις του. Περαιτέρω, ο υπό
εξέταση λόγος ανακοπής είναι νόμιμος (281 ΑΚ) και θα πρέπει να εξεταστεί
περαιτέρω κατ’ ουσία.
Από το σύνολο των εγγράφων
που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, αποδεικνύονται τα
ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν αίτησης του καθ’ ου στην παρούσα
ανακοπή εκδόθηκε η με αριθμό ./2024 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του
Ειρηνοδικείου Αθηνών, βάσει της οποίας η ανακόπτουσα
υποχρεώθηκε να καταβάλει στον καθ’ ου το ποσό των 13.500 ευρώ, νομιμότοκα, καθώς και το ποσό των 310,00 ευρώ για δικαστική
δαπάνη έκδοσης της συγκεκριμένης διαταγής πληρωμής. Ακολούθως, ο καθ’ ου η
ανακοπή επέδωσε στην ανακόπτουσα ακριβές αντίγραφο
της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, με την από 10/4/2024 επιταγή προς εκτέλεση, τεθείσα παρά πόδας του α'
απογράφου εκτελεστού της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, με την οποία η ανακόπτουσα επιτάχθηκε να καταβάλει στον καθ’ ου η ανακοπή
το συνολικό ποσό των 17.918,04 ευρώ. Εν συνεχεία, ο καθ’ ου επέσπευσε σε βάρος
της ανακόπτουσας αναγκαστική εκτέλεση και με την
προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, επέβαλε
αναγκαστική κατάσχεση σε ακίνητο κυριότητας της ανακόπτουσας
που βρίσκεται στη Δημοτική Ενότητα Αυλίδος του Δήμου Χαλκιδέων. Η αξία του ανωτέρω ακινήτου εκτιμήθηκε, βάσει
έκθεσης εκτίμησης αγοραίας αξίας, στο ποσό των 180.000 ευρώ. Η ανωτέρω αξία της
κατασχεθείσας περιουσίας υπερβαίνει κατ’ αρχήν σημαντικά το ποσό της απαίτησης
που έχει ο καθ’ ου η ανακοπή έναντι της ανακόπτουσας.
Ωστόσο, όπως συνομολογεί η ίδια η ανακόπτουσα
εταιρεία στο δικόγραφο της ανακοπής της, η τελευταία έχει σημαντικές οφειλές
και έναντι τρίτων προσώπων τα οποία δύναται να αναγγελθούν στον επισπευδόμενο
σε βάρος της πλειστηριασμό και ειδικότερα σε βάρος του κατασχεθέντος ακινήτου
έχουν εγγράφει σε προγενέστερο της κρινόμενης κατάσχεσης χρόνο προσημείωση
υποθήκης ποσού 450.000 ευρώ υπέρ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία
«EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.» και υποθήκη ποσού 76.095,24 ευρώ υπέρ του Ελληνικού
Δημοσίου. Συνεπώς, δεδομένης της ύπαρξης απάντων των ανωτέρω οφειλών της ανακόπτουσας η επιβολή κατάσχεσης στην ακίνητη περιουσία
της τελευταίας και ο συνακόλουθος πλειστηριασμός δεν εμφανίζονται ως μέτρα
εξαιρετικής σκληρότητας, τα οποία και να υπερβαίνουν τα ανεκτά όρια θυσίας της
(ΕφΑνΚρητ 19/2024, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σημειωτέον
ότι, η ανακόπτουσα, καίτοι ισχυρίζεται με την υπό
κρίση ανακοπή της ότι η εμπορική αξία του κατασχεθέντος ακινήτου της ανέρχεται
σε μεγαλύτερο ποσό από αυτό που έχει εκτιμήσει ο αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής
που προέβη στη σύνταξη της προσβαλλόμενης κατασχετήριας έκθεσης, εντούτοις δεν
προσκομίζει και δεν επικαλείται καμία αντίθετη έκθεση εκτίμησης του ακινήτου
της, από την οποία να προκύπτει ότι το ακίνητό της έχει σαφώς μεγαλύτερη αξία
από την αρχικώς εκτιμηθείσα. Αντίθετο δε δικανικό
συμπέρασμα περί μεγαλύτερης εμπορικής αξίας του κατασχεθέντος ακινήτου δεν
δύναται να συναχθεί με ασφάλεια από μόνες τις προσκομισθείσες μετ’ επίκλησης
αγγελίες πώλησης της ιστοσελίδας χρυσή ευκαιρία, αφού οι αγγελίες αυτές δεν αφορούν
στο κατασχεθέν ακίνητο, αλλά σε έτερα ακίνητα. Συνεπώς, θα πρέπει να απορριφθεί
κατ’ ουσία ο πέμπτος λόγος της υπό κρίση ανακοπής.
Με τον έκτο λόγο ανακοπής
της, κατ’ εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα αιτείται την
ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης επικαλούμενη καταχρηστικότητα
αυτής, για το λόγο ότι ο καθ’ ου ουδέν όφελος θα αποκομίσει από τον
επισπευδόμενο σε βάρος της πλειστηριασμό, αφού προηγούνται έτεροι προνομιούχοι
πιστωτές. Με το ως άνω περιεχόμενο ο συγκεκριμένος λόγος ανακοπής είναι
παραδεκτός και ορισμένος, αλλά απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθόσον τα εκτιθέμενα
ως άνω πραγματικά περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, δεν πληρούν τις
προϋποθέσεις του άρθρου 281 του ΑΚ, ήτοι δεν συνεπάγονται από μόνα τους
υπέρβαση των ορίων, που θέτουν η καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και ο
κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Πιο συγκεκριμένα, η ύπαρξη
έτερων δανειστών της ανακόπτουσας, οι οποίοι
προηγούνται τυχόν του καθ’ ου δεν αναιρεί το συμφέρον του τελευταίου να
επισπεύσει πλειστηριασμό σε βάρος ακίνητης περιουσίας της ανακόπτουσας,
διότι, σύμφωνα με το σαφές γράμμα των άρθρων 974 και 1006 παρ. 3 ΚΠολΔ, σε περίπτωση που το πλειστηρίασμα
που επιτυγχάνεται στον πλειστηριασμό δεν επαρκεί για την ικανοποίηση απάντων
των αναγγελθέντων δανειστών, συντάσσεται πίνακας κατάταξης και οι αναγγελθένετες δανειστές ικανοποιούνται σύμμετρα με βάση το
προνόμιο που διαθέτουν.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω
και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος ανακοπής προς εξέταση, πρέπει να απορριφθεί
η ανακοπή κατά της υπ. αριθ. ./21-5-2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης
ακίνητης περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου
Ευβοίας, με έδρα το Πρωτοδικείο Χαλκίδας, ………. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα θα
πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων λόγω της ιδιαίτερα δυσχερούς
ερμηνείας των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (179 εδ.
α ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των
διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ανακοπή κατά
της υπ. αριθ. ./21-5-2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας
του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Ευβοίας, με έδρα το
Πρωτοδικείο Χαλκίδας, ………
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά
έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και
δημοσιεύτηκε στην Χαλκίδα στις 8 Ιανουαρίου 2025.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ