ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΠειρ 3151/2020

 

Έμμισθοι δικηγόροι - Αποχώρηση λόγω συνταξιοδότησης γήρατος - Αποζημίωση - Αμοιβή μη εμπροθέσμου εξοφλήσεως αποζημίωσης -.

 

Υπολογισμός αποζημίωσης αποχωρούντος λόγω συνταξιοδότησης έμμισθου δικηγόρου. Μέχρι την πλήρη εξόφληση της εν λόγω αποζημίωσης ο έμμισθος δικηγόρος δικαιούται να λαμβάνει τις μηνιαίες αποδοχές που ελάμβανε κατά την ημέρα της επίδοσης του εγγράφου της καταγγελίας, οι οποίες συνιστούν αποζημίωση εν είδει αστικής ποινής και δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών. Ο δικηγόρος που ζητεί τη συμφωνημένη αμοιβή του για το διάστημα της καθυστέρησης καταβολής της αποζημίωσής του, δεν χρειάζεται να επικαλεσθεί και να αποδείξει αντίστοιχη υπαιτιότητα του εντολέα του. Ο τελευταίος μπορεί να ανατρέψει το τεκμήριο της υπαιτιότητάς του και να απαλλαγεί από την πρόσθετη παροχή του αν αποδείξει ότι η μη καταβολή ή η έλλειψη καταβολής της αποζημίωσης απόλυσης οφείλεται σε συγγνωστή πλάνη του ή σε εύλογη αμφιβολία του ως προς το ύψος της.

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Αριθμός απόφασης 3151/2020

(Αρ. έκθ. κατ. κλήσης: ./2019)

(Αρ. έκθ. κατ. αγωγής: .738/2019)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αντιγόνη - Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Γραμματέα Κρυστάλλω Κριμιξά.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στον Πειραιά, στις 4 Φεβρουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ - ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: ..., κατοίκου Αθηνών, οδός ..., με ΑΦΜ ..., η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Δημητρίου Τσολάκου.

 

ΤΗΣ ΚΑΘΉΣ Η ΚΛΗΣΗ - ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εδρεύουσας στον Αγ. Ιωάννη Ρέντη, οδός Παρνασσού αρ. 6, ανώνυμου εταιρείας με την «ΟΔΙΚΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ - Ο.ΣΥ. Α.Ε.», η οποία προήλθε από τη συγχώνευση δυνάμει των διατάξεων του Ν. 3920/2011 και την, από Ιουνίου 2011, πράξη συγχώνευσης των εταιριών «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΘΕΡΜΙΚΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ - ΕΘΕΛ Α.Ε.», και «ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΤΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ -ΗΛΠΑΠ Α.Ε.» δια της απορροφήσεως της δεύτερης από την πρώτη, νόμιμα εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Νικολάου Δημητρακάκη.

 

Η καλούσα ζητεί να γίνετ δεκτή η, από 18.06.2019, αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2019, την οποία επαναφέρει προς συζήτηση με την υπ' αριθ. κατ. ./2019 κλήση της, η οποία προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Φέρεται νομίμως προς συζήτηση, με την υπ' αριθ. έκθ. κατ. ./2019 κλήση της ενάγουσας, η υπ' αριθ. έκθ. κατ. ./2019 αγωγή της κατά της εναγομένης, η οποία είχε προσδιοριστεί προς συζήτηση στη δικάσιμο της 24.09.2019, κατά την οποία η συζήτηση της ματαιώθηκε.

 

Από τις διατάξεις του Ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων) προβλέπονται τα ακόλουθα: άρθρο 42 (Έμμισθος δικηγόρος) «Έμμισθος δικηγόρος είναι αυτός που προσφέρει αποκλειστικά νομικές υπηρεσίες, ως νομικός σύμβουλος ή ως δικηγόρος, σε συγκεκριμένο εντολέα, σταθερά και μόνιμα, αμειβόμενος αποκλειστικά με πάγια περιοδική αμοιβή. Ο ίδιος δικηγόρος μπορεί επίσης να αναλαμβάνει υποθέσεις από οποιονδήποτε άλλον, αμειβόμενος είτε ανά υπόθεση είτε με άλλον τρόπο.», άρθρο 45 (Περιορισμοί στους έμμισθους δικηγόρους) «1. Η σύμβαση του έμμισθου δικηγόρου που συμπληρώνει το 67ο έτος της ηλικίας του και θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα για πλήρη σύνταξη από το Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.ΤΑ.Α.) λύεται και δεν επιτρέπεται να προσληφθεί ως έμμισθος στο Δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο χομέα. Το 67ο έτος θεωρείται ότι συμπληρώνεται την 31η Δεκεμβρίου του αντίστοιχου έτους. Στην περίπτωση αυτή ο δικηγόρος λαμβάνει την αποζημίωση του άρθρου 46 παράγραφος 3 του Κώδικα. 2. Δικηγόροι που προσφέρουν τις νομικές ή δικηγορικές υπηρεσίες τους με πάγια περιοδική αμοιβή σε υπηρεσίες» οργανισμούς, επιχειρήσεις και κάθε είδους νομικά πρόσωπα και υπάγονται ή θα υπαχθούν για τις υπηρεσίες τους αυτές στην ασφάλιση του ασφαλιστικού οργανισμού που καλύπτει το προσωπικό του εντολέα τους είτε βάσει του Κανονισμού ή Οργανισμού του ασφαλιστικού φορέα είτε από τις κείμενες διατάξεις, αποχωρούν υποχρεωτικά και η σύριβαση τους λύεται αυτοδικαίως, αφότου θεμελιώσουν από τις παραπάνω υπηρεσίες τους δικαίωμα για πλήρη σύνταξη κατά τη νομοθεσία που διέπει τον Οργανισμό αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές οι αποχωρούντες δικαιούνται να λάβουν κατ επιλογήν τους, είτε την προβλεπόμενη, εξαιτίας της αποχώρησης τους, εφάπαξ πλήρη παροχή από   τον ασφαλιστικό οργανισμό, ειτε την αποζημίωση που προβλέπεται στο άρθρο 46 του Κώδικα.», άρθρο 46 (Διάρκεια και λήξη έμμισθης εντολής - αποζημίωση) «2. Η σύμβαση μεταξύ έμμισθου δικηγόρου και εντολέα είναι πάντοτε αορίστου χρόνου και λύεται μόνο: α) με το θάνατο, β) τη λύση, κατάργηση ή διάλυση με οποιονδήποτε τρόπο του νομικού πρόσωπου που απασχολεί τον δικηγόρο, γ) την πτώχευση του εντολέα και δ) με καταγγελία της σύμβασης από τον εντολέα ή εντολοδόχο δικηγόρο. Αν στο προσωπικό που απασχολείται στον εντολέα ισχύει κανονισμός εργασίας που προβλέπει μονιμότητα στην υπηρεσία, η καταγγελία της σύμβασης από τον εντολέα γίνεται μόνο για σπουδαίο λόγο. Η καταγγελία με ποινή ακυρότητας είναι έγγραφη και σε αυτή αναφέρεται ο λόγος της απόλυσης, επιδίδεται δε με δικαστικό επιμελητή. 3. α) Αν η έμμισθη εντολή του δικηγόρου λυθεί για οποιονδήποτε λόγο που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο, πλην της οικειοθελούς αποχώρησης, ο έμμισθος δικηγόρος δικαιούται να εισπράξει από τον εντολέα του αποζημίωση. Η αποζημίωση προβλέπεται αναλόγως με το χρόνο διάρκειας της έμμισθης εντολής και ισούται: α) με δύο μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει ένα έτος υπηρεσίας στον εντολέα, β) με τρεις μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει τετραετή υπηρεσία, γ) με τέσσερις μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει εξαετή υπηρεσία, δ) με πέντε μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει οκταετή υπηρεσία, ε) με έξι μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει δεκαετή υπηρεσία, στ) με επτά μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει ενδεκαετή υπηρεσία, ξ) με οκτώ μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει δωδεκαετή υπηρεσία, η) με εννέα μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει δεκατρία έτη υπηρεσίας, θ) με δέκα μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει δεκατέσσερα έτη υπηρεσίας, ι) με ένδεκα μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει δεκαπέντε έτη υπηρεσίας και ια) με

δώδεκα μηνιαίες παροχές αν έχει συμπληρώσει δεκαέξι έτη υπηρεσίας. Για τον υπολογισμό του ύψους της μηνιαίας παροχής λαμβάνεται υπόψη το ποσό που καταβάλλεται σταθερά και μόνιμα, β) IV αυτούς που απασχολούνται και έχουν συμπληρώσει στον ίδιο εντολέα προϋπηρεσία πάνω από δεκαεπτά έτη, κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4093/2012 (Αν 222), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 39 του ν. 4111/2013 (Α' 18), καταβάλλεται αποζημίωση απόλυσης επιπλέον της προβλεπόμενης στο προηγούμενο εδάφιο οποτεδήποτε και αν απολυθούν κατά την εξής αναλογία: α) για 17 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 1 μηνός αποζημίωση, β) για 18 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 2 μηνών αποζημίωση, γ) για 19 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 3 μηνών αποζημίωση, δ) για 20 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 4 μηνών αποζημίωση, ε) για 21 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 5 μηνών αποζημίωση, στ) για 22 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 6 μηνών αποζημίωση, ζ) για 23 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 7 μηνών αποζημίωση, η) για 24 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 8 μηνών αποζημίωση, θ) για 25 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 9 μηνών αποζημίωση, ι) για 26 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 10 μηνών αποζημίωση, ια) για 27 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 11 μηνών αποζημίωση, ιβ) για 28 έτη προϋπηρεσίας συμπληρωμένα 12 μηνών αποζημίωση. Ο υπολογισμός της ως άνω αποζημίωσης γίνεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση 3 της υποπαραγράφου ΙΑ. 12 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 39 του ν. 4111/2013. 4. Μέχρι την πλήρη εξόφληση της πιο πάνω αποζημίωσης, σ έμμισθος δικηγόρος δικαιούται να λαμβάνει τις μηνιαίες αποδοχές nou ελάμβανε κατά την ημέρα της επίδοσης του εγγράφου της καταγγελίας.». Η πρόσθετη αυτή ex lege παροχή προς το Δικηγόρο, nou προβλέπεται από την τελευταία ως άνω διάταξη, επιβάλλεται ως είδος ποινής στον εντολέα και μέσο εξαναγκασμού του για την οποία όμως είναι μη γνήσια ή νόθος αντικειμενική, αφού κατά την έννοια της σχετικής διάταξης το πταίσμα του εντολέα, για το οποίο κατά το άρθρο 330 ΑΚ αρκεί και ελαφρά αμέλεια, εφόσον δεν ορίζεται κάτι άλλο από το Νόμο, τεκμαίρεται από μόνη την καθυστέρηση καταβολής της αποζημίωσης. Ο Δικηγόρος δηλαδή που ζητεί τη συμφωνημένη αμοιβή του για το διάστημα της καθυστέρησης καταβολής της αποζημίωσης του "απόλυσης", δεν χρειάζεται να επικαλεσθεί και να αποδείξει αντίστοιχη υπαιτιότητα του εντολέα του, ο τελευταίος όμως μπορεί να ανατρέψει το τεκμήριο της υπαιτιότητας του και να απαλλαγεί από την πρόσθετη παροχή του, αν αποδείξει κατά το άρθρο 338 παρ. 2 ΚΠολΔ ότι η μη καταβολή ή η έλλειψη καταβολής της αποζημίωσης "απόλυσης" οφείλεται σε συγγνωστή πλάνη του ή σε εύλογη αμφιβολία του ως προς το ύψος της (Ολ. ΑΠ 570/1986, AΠ 139/2019, ΑΠ 411/2016, ΑΠ 1320/2010, ΑΠ 88/2010, ΓΝΩΜ ΝΣΚ 12/2018).

 

Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε, η ενάγουσα εκθέτει ότι τυγχάνει δικηγόρος εγγεγραμμένη στα μητρώα του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και ότι στις 02.09.1983 προσλήφθηκε, ως δικηγόρος με πάγια αντιμισθία, από το ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ - Ε.ΑΣ.», στο οποίο απασχολήθηκε από τις 08.09.1983 έως τη διάλυση του, στις 11.09.1992, οπότε και απολύθηκε, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 2078/1992, περί διαλύσεως της ΕΑΣ. Ότι, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Ν. 2175/1993, με τον οποίον ιδρύθηκε το ΝΠΙΔ με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ - Ο.Α.Σ.Α.», που είχε σκοπό τη διεξαγωγή του έργου των αστικών συγκοινωνιών με όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς στο λεκανοπέδιο Αττικής, προσλήφθηκε, στις 08.01.1994, από τον ως άνω φορέα, με έμμισθη εντολή και πάγια αντιμισθία.… Ότι, ακολούθως, κατ' εφαρμογήν της διάταξης της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του Ν. 2175/1993, ο Ο.Α.Σ.Α. ίδρυσε την εταιρεία με την επωνυμία «ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΘΕΡΜΙΚΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ - ΕΘΕΛ Α.Ε.», από την ίδρυση και λειτουργία της οποίας, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 4 του νόμου αυτού, η ίδια μεταφέρθηκε αυτοδικαίως, με την ίδια σχέση έμμισθης εντολής, στη νομική της Υπηρεσία, αμειβόμενη με πάγια αντιμισθία, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο υπό κρίση δικόγραφο. Ότι απασχολήθηκε στην ως άνω Α.Ε. έως την 05.07.2011, οπότε η τελευταία συγχωνεύθηκε με την ΗΛΠΑΠ Α.Ε., ενώ από 06.07.2011 απασχολήθηκε, με την ίδια ως άνω ιδιότητα, στην εναγόμενη εταιρεία, η οποία προήλθε από τη συγχώνευση, δυνάμει των διατάξεων του Ν. 3920/2011 και την, από Ιουνίου 2011, πράξη συγχώνευσης των εταιρειών ΕΘΕΛ Α.Ε. και ΗΛΠΑΠ Α.Ε., έως τις 31.12.2018, οπότε αποχώρησε λόγω πλήρους συνταξιοδότησης γήρατος. Ότι η δικαιούμενη από αυτήν αποζημίωση, με βάση τη μηνιαία αντιμισθία της κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησης της στην εναγομένη, ήτοι με βάση το ποσό των (1.915,00€ Βασικός μισθός + 50,00€ επίδομα παιδιών=) 1.965,00€, όπως παραδεκτά διόρθωσε και περιόρισε αυτό με τις προτάσεις της, ανερχόταν στο ποσό των (1.965,00€ Χ 24 μήνες=) 47.160,00€, έναντι της οποίας της καταβλήθηκε το ποσό των 15.000,00€, παρά το γεγονός ότι οι έμμισθοι δικηγόροι δεν καταλαμβάνονται από το οριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 2§2 Α.Ν. 173/1967 ανώτατο όριο αποζημίωσης, με αποτέλεσμα να της οφείλεται για την αιτία αυτή το ποσό των 32.154,42€, όπως αυτό προσδιορίζεται με τις προτάσεις της. Ότι λόγω της καταβολής προς αυτήν ελλιπούς αποζημίωσης, η εναγομένη της οφείλει επιπλέον, ως αποζημίωση εν είδει ποινής, τις μηνιαίες αποδοχές της για το διάστημα έξι μηνών από τη λύση της συμβάσεως της, ήτοι έως και τον Ιούνιο του 2019. Με βάση το ανωτέρω ιστορικά η ενάγουσα κατόπιν παραδεκτού περιορισμού της αγωγής της, με δήλωση του πληρεξούσιου Δικηγόρου της, που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης και επαναλαμβάνεται στις έγγραφες προτάσεις της (άρθ. 223, όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α'87/23.07.201δ, 295§1 Κ.Πολ.Δ,297 του Κ.Πολ.Δ., όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015), με την παραίτηση από το κονδύλιο αποζημίωσης, ποσού 32.154,42€, λόγω καταβολής αυτού από την εναγομένη σε χρόνο μεταγενέστερο της άσκησης της αγωγής και δη στις 26.06.2019, καθώς και από το αίτημα να αναγνωριστεί ότι η εναγομένη οφείλει να της καταβάλει, ως αποζημίωση, τις μηνιαίες  αποδοχές της για το  διάστημα από 01.07.2019 και έως εξόφλησης της αποζημίωσης, ζητά: να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει τους νόμιμους τόκους επί της αποζημίωσης ποσού 32.154,42€, που όφειλε να της καταβάλει την 31.12.2018, από την 01.01.2019 έως και την ημέρα καταβολής του ποσού αυτού (26.06.2019), καθώς και τους τόκους του καταβληθέντος έναντι της αποζημιώσεως ποσού των 15.000,00€, ομοίως από την επομένη της ημέρας κατά την οποία η αποζημίωση ήταν καταβλητέα (01.01.2019) έως τον χρόνο καταβολής εκάστου επί μέρους ποσού, καθώς και το ποσό των 11.870,94€, που αντιστοιχεί στις μηνιαίες αποδοχές της έως τον χρόνο εξόφλησης της αποζημίωσης της και οι οποίες τυγχάνουν καταβλητέες, εν είδει αστικής ποινής, νομιμότοκα από το τέλος κάθε μήνα, κατά τον οποίο έκαστη μηνιαία αμοιβή ήταν απαιτητή, άλλως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Προσέτι δε η ενάγουσα ζητά να αναγνωριστεί ότι λυθείσης της σύμβασης έμμισθης εντολής την 31.12.2018, το ποσό των 11.870,94€ αποτελεί «συμπλήρωση της αποζημίωσης εν είδει ποινής» λόγω της μη εμπροθέσμου εξοφλήσεως της, συνεπώς ως αποζημίωση δεν υπόκειται σε παρακράτηση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών. Ζητά, τέλος να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως και παραδεκτός φέρεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 7, 9, 10, 14 παρ. 2, 16 αρ. 7, 25§2 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών - διαφορές από αμοιβές (άρθρα 614 και 6.22Α ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη της παρούσας διατάξεις, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 3 §2, 4§§3, 8 Ν. 2175/1993, 12 της παρ. ΙΑ περ. 2 και 3 του Ν.40.93/2012 (ΦΕΚ Α 222/12-11-2012 - αποζημίωση απόλυσης), 340 επ., 345, 346, 361, 713 επ. ΑΚ, 68, 70, 176, 907, 908 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το καταψηφιστικό αντικείμενο της η ενάγουσα προσκομίζει, με επίκληση,- το με κωδικό … ηλεκτρονικό παράβολο δικαστικού ενσήμου και την, από 05.12.2019, απόδειξη εξόφλησης αυτού.

 

Από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα, τα οποία οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, αποδεικνύονται τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά. Η ενάγουσα, δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω, εγγεγραμμένη οτο Μητρώο Μελών του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με αριθμό ., προσλήφθηκε αρχικά, με την υπ' αριθ. πρωτ. ./01.09.1983 απόφαση του Υπουργείου Συγκοινωνιών στο Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ - Ε.Α.Σ.», ως δικηγόρος με πάγια αντιμισθία, συναφθείσης προς τούτο της, από 02.09.1983, σύμβασης έμμισθης εντολής αορίστου χρόνου, δυνάμει της οποίας απασχολήθηκε στον ανωτέρω φορέα από 08.09.1983 έως 11.09.1992, οπότε απολύθηκε, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του Ν. 2078/1992 περί διαλύσεως της ΕΑΣ.

 

Με τις διατάξεις του Ν. 2175/1903 ιδρύθηκε το ΝΠΊΔ με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΜΩΝ-Ό.Α.Σ.Α.» με σκοπό τη διεξαγωγή του έργου των αστικών συγκοινωνιών με όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς στο λεκανοπέδιο Αττικής, διαλυθέντος του Ο.Α.Σ.. Με την παρ. 3α του άρθρου 4 του νόμου αυτού ορίστηκε ότι «ο Ο ΑΣΑ για λογαριασμό και για τις ανάγκες των εταιρειών που θα ιδρύσει κατά το άρθρο 1 παρ. 4 του νόμου αυτού, προς εκτέλεση και εκμετάλλευση του συγκοινωνιακού έργου με θερμικά λεωφορεία προσλαμβάνει με σύμβαση αορίστου χρόνου ή σχέση έμμισθης εντολής, το προσωπικό που υπηρετούσε, με σχέση εργασίας ή σχέση έμμισθης εντολής, αντίστοιχα στην «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΑΣΤΙΚΩΝ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ-ΕΑΣ» κατά το χρόνο της διάλυσης της σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2078/1992...». Με βάση τη διάταξη αυτή ο Ο.Α.Σ.Α για λογαριασμό των εταιρειών που θα ίδρυε σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του Ν. 2175/1993, προσέλαβε την ενάγουσα, την 03.01.1994, με την υπ' αριθμ. 3/1993 απόφαση, με σχέση εμμίσθου εντολής και πάγια μηνιαία αντιμισθία. Κατ' εφαρμογήν της διάταξης της παρ. 4 του άρθρ. 1 του Ν. 2175/1993 ο ΟΑΣΑ, για την εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου, ίδρυσε την εταιρεία με την επωνυμία «ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΘΕΡΜΙΚΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ-ΕΘΕΛ ΑΕ», της οποίας η σύσταση έγινε με το υπ' αριθμ. ./1994 συμβόλαιο της Συμ/φου Αθηνών ., η δε ίδρυση και λειτουργία της επιτράπηκε με τη με αριθμό ./1994 απόφαση του Νομάρχη Πειραιά, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ ./1994 (τ. ΑΕ και ΕΠΕ). Από την ίδρυση και λειτουργία της ΕΘΕΛ ΑΕ, σύμφωνα με την παρ. 8 του άρθρου 4 του Ν. 2175/1993 «το προσωπικό που προσλαμβάνεται στον ΟΑΣΑ κατά τις παρ. 3 και 4 του άρθρου αυτού μεταφέρεται αυτοδικαίως και χωρίς καμία άλλη διατύπωση ή καταβολή αποζημίωσης στην ή στις εταιρείες εκτέλεσης και εκμετάλλευσης του συγκοινωνιακού έργου με θερμικά λεωφορεία με την ίδρυση των εταιρειών κατά την παρ. 4, του άρθρου 1 του νόμου αυτού». Βάσει της άνω διατάξεως, την 01/07/1994, με τη σύσταση της ΕΘΕΛ ΑΕ η ενάγουσα μεταφέρθηκε αυτοδικαίως στη νομική υπηρεσία αυτής, με την ίδτα σχέση εργασίας με την οποία απασχολείτο στον ΟΑΣΑ, αμειβόμενη με πάγια μηνιαία αντιμισθία, όπως αυτή ορίζετο από τις διατάξεις του Ν. 1093/80 προσαυξανόμενη με τα επιδόματα, που θα καθορίζοντο με αποφάσεις του ΔΣ του ΟΑΣΑ ή των εταιριών που αυτός ιδρύει, όπως ακριβώς από της προσλήψεως μου είχε ορισθεί το μισθολογικό καθεστώς. Ήδη από του έτους 2010 και μετέπειτα εφαρμόστηκαν και στους έμμισθους δικηγόρους οι νόμοι περί των μηνιαίων περικοπών των αποδοχών τους, όπως δώρα εορτών και επιδόματα αδείας, χρονοεπίδομα κλπ (Ν. 3865/2010, 4024/11, 4093/12 κλπ). Σχετικά με τους όρους απασχόλησης και την καθορισθείσα αμοιβή μου υπογράφηκε μεταξύ εμού και της ΕΘΕΛ ΑΕ η αιιό 8/09/1994 έγγραφη σύμβαση έμμισθης εντολής αορίστου χρόνου, με τον όρο 4 της οποίας ορίστηκε ότι· «Για τον υπολογισμό της καταβαλλόμενης αποζημίωσης στην περίπτωση καταγγελίας της έμμισθης εντολής για λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα της δεύτερης συμβαλλόμενης (δικηγόρου), ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ της διάλυσης της πρώην ΕΑΣ και της απόλυσης της και της επαναπρόσληψής της από τον ΟΑΣΑ προσμετράται για τον υπολογισμό της καταβαλλόμενης αποζημίωσης.» Βάσει της άνω συμβάσεως η ενάγουσα απασχολήθηκε στην Ε.ΘΕ.Λ. Α.Ε. μέχρι την 05/07/2011, οπότε η εν λόγω εταιρεία συγχωνεύθηκε με την ΗΛΠΑΠ Α.Ε. Ειδικότερα, την 17/06/2011, ιδρύθηκε η εταιρεία με την επωνυμία «ΟΔΙΚΕΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΕΣ-Ο.ΣΥ. Α.Ε.» (ΦΕΚ 1454/Β/17-06-2011), η οποία προήλθε από τη συγχώνευση δυνάμει των διατάξεων του Ν. 3920/2011 και την από Ιουνίου 2011 πράξη συγχώνευσης των εταχριών «ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΘΕΡΜΙΚΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ-ΕΘΕΛ Α.Ε.» και «ΗΛΕΚΤΡΟΚΙΝΗΤΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ-ΗΛΠΑΠ Α.Ε.» δια της απορροφήσεως της δεύτερης από την πρώτη, η οποία είναι καθολική διάδοχος των δύο συγχωνευθεισών εταιρειών. Από της συστάσεως της Ο.ΣΥ. ΑΕ, την 06/07/2011, η ενάγουσα απασχολήθηκε συνεχώς με την αυτή ως άνω ιδιότητα του εμμίσθου δικηγόρου, μέχρι την 31/12/2018 (ούσα καθ' όλο το διάστημα αυτό ασφαλισμένη στο ΙΚΑ και ήδη ΕΦΚΑ), οπότε αποχώρησε λόγω συμπλήρωσης 35 ετών συνεχούς ασφάλισης στο ΙΚΑ (και ήδη ΕΦΚΑ) και του ηλικιακού ορίου (γεννηθείσα την 26.07.1948), ήτοι πληρώντας τις προϋποθέσεις λήψεως πλήρους σύνταξης γήρατος (βλ. την υπ' αρ. πρωτ. ./11.12.2018 αίτηση της ενάγουσας προς την εναγομένη, με την οποία υπέβαλε αίτημα/δήλωση αποχώρησης από τα καθήκοντα της λόγω συνταξιοδότησης και την προσκομιζόμενη από την εναγομένη απόφαση του Δ/ντα Συμβούλου της εναγομένης, σύμφωνα με την οποία η ενάγουσα αποδεσμεύτηκε από την Υπηρεσία από 31.12.2018 και ορίστηκε ως χρόνος πρόσληψης και υπολογισμού της αποζημίωσης η 08/09/1983, συνυπολογιζομένου, κατά τα ανωτέρω, του χρόνου απασχόλησης της στους εκάστοτε φορείς με την ίδια σχέση εντολής). Επομένως, η ενάγουσα δικαιούτο αποζημίωση κατά τις διατάξεις των άρθρων 42§2 και 46 του Ν. 4194/2013, σε συνδυασμό με αυτές της περίπτωσης 3 της υ ποπαραγράφου ΙΑ. 12 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως ισχύει, σε συνδυασμό με το άρθρο 39 του ν. 4111/2013, δοθέντος και ότι δεν κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές για χορήγηση εφάπαξ παροχής ή οποιασδήποτε άλλης αποζημίωσης (Βλ. το από 10.04.2019, μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της ..., υπαλλήλου του Τμήματος Μισθοδοσίας της εναγομένης). Ειδικότερα η ενάγουσα, με βάση τις μηνιαίες αποδοχές της κατά τον τελευταίο προ της αποχωρήσεως της μήνα, οι οποίες ανέρχονταν στο ποσό των [1.915,00€ (βασικός μισθός) + 50,00€ (επίδομα τέκνων) 1.965,00€ και έχοντας συμπληρώσει 35 συνεχή έτη υπηρεσίας στους ανωτέρω   φορείς, των υπηρεσιών αυτών θεωρουμένων ως ενιαίο σύνολο, δικαιούχο αποζημίωση ποσού (1.965,00€ Χ 24 μήνες=) 47.160,00€, έναντι του οποίου η εναγομένη της κατέβαλε αρχικά το ποσό των 15.000,00€, ήτοι το ανώτατο όριο αποζημίωσης που προβλέπεται από τη διάταξη της παρ. 5 της υποπαραγράφου ΙΑ.5 του Ν. 4093/2012, για τους απασχολούμενους στον δημόσιο τομέα και συγκεκριμένα στις 27.02.2019 το ποσό των 3.000,00€ και στις 27.03.2019 το ποσό των 12.000,00€. Παράλληλα, ωστόσο, το Τμήμα Μισθοδοσίας της εναγομένης απέστειλε στη Δ/νση Νομικής Υποστήριξης αυτής, το με αριθ. πρωτ. ./19.02.2019 έγγραφο ερώτημα με θέμα «Υπολογισμός Αποζημίωσης (εφάπαξ) Δικηγόρων με έμμισθη εντολή», με το οποίο ζητούσε να ενημερωθεί για τις εφαρμοστέες διατάξεις που σχετίζονται με τον τρόπο υπολογισμού της αποζημίωσης λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων λήψης πλήρους σύνταξης γήρατος των δικηγόρων με έμμισθη εντολή και δη ζήτησε να διευκρινιστεί αν στην περίπτωση αυτή τυγχάνει εφαρμογής η ανωτέρω διάταξη, που θέτει το ανώτατο όριο αποζημίωσης (πλαφόν) ποσού 15.000,00€. Σε απάντηση του ως άνω εγγράφου, η Δ/νση Νομικής Υποστήριξης, με το υπ' αριθ. πρωτ. ./05.03.2019 Υπηρεσιακό Σημείωμα, προσδιόρισε το εφαρμοστέο θεσμικό πλαίσιο για τον υπολογισμό της αποζημίωσης των εμμίσθων δικηγόρων διευκρινίζοντας ότι αυτοί δεν υπάγονται στον ως άνω ποσοτικό περιορισμό της αποζημίωσης. Περαιτέρω, το Τμήμα Μισθοδοσίας της εναγομένης απέστειλε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους το προσκομιζόμενο, από 10.04.2019, μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, με το οποίο ζητούσε να ενημερωθεί για το εάν το ανώτατο όριο αποζημίωσης ποσού 15.000,00€ εφαρμόζεται για τον υπολογισμό της αποζημίωσης λόγω συνταξιοδότησης των εμμίσθων δικηγόρων, επί του οποίου έλαβε από τη Δ/νση Πρόσθετης Ασφάλισης του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στην οποία διαβιβάστηκε το ως άνω ερώτημα, το με αρ.../17.05.2019 έγγραφο, το καθιστούσε σαφές ότι η ρύθμιση της παρ. 5 της υποπαραγράφου ΙΑ του Ν. 4093/2012 δεν καταλαμβάνει την περίπτωση αποζημίωσης τωνχεμμίσθων δικηγόρων που αποχωρούν λόγω συνταξιοδότησης. Κατόπιν τούτων η εναγομένη επαναπροσδιόρισε το ποσό της οφειλόμενης στην ενάγουσα αποζημίωσης στο ποσό των 32.154,42€, το οποίο της κατέβαλε στις 27.06.2019. Επομένως η εναγομένη εξόφλησε την οικεία απαίτηση της ενάγουσας, γεγονός το οποίο άλλωστε συνομολογείται από την τελευταία, η οποία  παραιτήθηκε του αντίστοιχου κονδυλίου, συνεπώς δε παρέλκει και η εξέταση της έντασης εξόφλησης που υπέβαλε η εναγομένη για την εν λόγω αξίωση, πλην όμως οφείλει σε αυτήν τους νόμιμους τόκους από τον χρόνο που η εν λόγω αποζημίωση ήταν ληξιπρόθεσμη και απαιτητή (31.12.2018), έως την εξόφληση της. Συγκεκριμένα, η εναγομένη οφείλει στην ενάγουσα νόμιμους τόκους για το ποσό των 3.000,00€ από την 01.01.2019 έως την 26.02.2019, για το ποσό των 12.000,00€ από την 01.01.2019 έως την 26.03.2019 και για το ποσό των 32.154,42€ από την 01.01.2019 έως την 26.06.2019.

 

Επιπλέον, η ενάγουσα δικαιούται, κατά τη διάταξη του άρθρου 46§4 του Ν. 4194/2013 και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, τις μηνιαίες αποδοχές της έως την πλήρη εξόφληση της αποζημίωσης της και δη τις μηνιαίες αποδοχές του διαστήματος από 01.01.2019 έως 26.06.2019, οι οποίες ανέρχονται στο ποσό των (1.965,00€ Χ 5,86 μήνες=) 11.514,90€, το οποίο αποτελεί αποζημίωση εν είδει ποινής και δεν υπόκειται σε παρακράτηση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών. Σημειωτέον δε ότι η ένσταση συγγνωστής νομικής πλάνης, που υποβάλεται από την ενάγουσα με τις προτάσεις της, πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη, δοθέντος ότι δεν προβλήθηκε και προφορικά στο ακροατήριο, όπως επιτάσσει, με ποινή απαραδέκτου, η διάταξη του άρθρου 591 §1 στοιχ. δ του Κ.Πολ.Δ, ενώ η ένταση καταχρηστικής άσκησης της ως άνω επίδικης αξίωσης εκ μέρους της ενάγουσας πρέπει να απορριφθεί, ως μη νόμιμη, διότι τα πραγματικά περιστατικά που επικαλείται η εναγομένη (γνώση της ενάγουσας εκ της θέσης που κατείχε για τις χρονοβόρες διαδικασίες που απαιτούνται για την έγκριση των πληρωμών της εναγομένης) δεν στοιχειοθετούν καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος της υπό την έννοια του άρθρου 281 του ΑΚ. Μετά ταύτα πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή, εν μέρει, ως και κατ' ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα τους νόμιμους τόκους για την απαίτηση αποζημίωσης αποχώρησης λόγω συνταξιοδότησης, ήχοι για το ποσό των 3.000,00€ από την 01.01.2019 έως την 26.02.2019, για το ποσό των 12.000,00€ από την 01.01.2019 έως την 26.03.2019 και για το ποσό των 32.154,42€ από την 01.01.2019 έως την 26.06.2019 και τις μηνιαίες αποδοχές της από την αποχώρηση της έως την πλήρη εξόφληση της αποζημίωσης της, ήτοι για το διάστημα από 01.01.2019 έως 26.06.2019, συνολικού ποσού 11.514,90€, νομιμότοκα από την πρώτη ημέρα του επομένου του μηνός για τον οποίον οφείλονται, οι οποίες συνιστούν αποζημίωση εν είδει αστικής ποινής και δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών. Όσον αφορά το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, τούτο πρέπει να απορριφθεί κατ' ουσίαν, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε η συνδρομή εξαιρετικών προς τούτο λόγων, ούτε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση της απόφασης μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, ενώ μέρος της δικαστικής δαπάνης της τελευταίας πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης, κατά το μέρος της νίκης και ήττας των διαδίκων (178§1, 191§2 Κ.Πολ.Δ.) σύμφωνα με τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

 

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα τους νόμιμους τόκους για την απαίτηση αποζημίωσης αποχώρησης λόγω συνταξιοδότησης, ήτοι τους νόμιμους τόκους για το ποσό των 3.000,00€ από την 01.01.2019 έως την 26.02.2019, για το ποσό των 12.000,00€ από την 01.01.2019 έως την 26.03.2019 και για το ποσό των 32.154,42€ από την 01.01.2019 έως την 26.06.2019, καθώς και τις μηνιαίες αποδοχές της από την 01.01.2019 έως την πλήρη εξόφληση της αποζημίωσης της, ήτοι το ποσό των 11.514,90€, νομιμότοκα από την πρώτη ημέρα του επομένου εκάστου μηνός για τον οποίον αυτές οφείλονται, οι οποίες συνιστούν αποζημίωση εν είδει αστικής ποινής και δεν υπόκεινται σε παρακράτηση φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών.

 

ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, το οποίο ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ (350,00€).

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, στον Πειραιά, στο ακροατήριο του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 30 Σεπτεμβρίου 2020, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ