ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜΠρΛακωνίας 284/2025
Επί καταγγελίας που έγινε στο όνομα νομικού
προσώπου από αναρμόδιο ή χωρίς εξουσία αντιπροσωπεύσεως πρόσωπο η έγκριση δεν
έχει αναδρομική ενέργεια, διότι κάτι τέτοιο δεν συμβιβάζεται με τον διαπλαστικό
χαρακτήρα της καταγγελίας, ως μονομερούς δικαιοπραξίας απευθυντέας
σε τρίτο, ως προαναφέρθηκε. Η έγκρισή της γίνεται μόνο από πρόσωπο, που σύμφωνα
με τον νόμο ή το καταστατικό ή βάσει πληρεξουσίου εκφράζει τη βούληση του
νομικού προσώπου και δεν ισχυροποιεί αναδρομικά την καταγγελία, αλλά αποτελεί
νέα αυτοτελή καταγγελία, που αποκτά ενέργεια από τότε που η δήλωση περιέρχεται
νόμιμα σε αυτόν στον οποίο απευθύνεται.
(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών Κωνσταντίνου
Σακελλαριάδη)
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΚΩΝΙΑΣ (ΕΔΡΑ)
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 284/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΚΩΝΙΑΣ (ΕΔΡΑ)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή, Βικτωρία
Παπαδοπούλου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Πρωτοδικείο Λακωνίας
Πρόεδρος Πρωτοδικών, και από την Γραμματέα, Γεωργία Δημητρακοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, την 14
Φεβρουάριου του έτους 2025, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΩΝ: 1) … και 2) …,, κατοίκου … με
ΑΦΜ … οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο
τους, Κωνσταντίνο Σακελλαριάδη (ΑΜ ΔΣΑ: 7867), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις
ΤΗΣ ΚΑΘΗ'Σ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Της Ανώνυμης εταιρείας με
την επωνυμία … και τον διακριτικό τίτλο … που εδρεύει στ
…., επί τ… αριθ. … με ΑΦΜ … ΔΌ.Υ. …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως μη
δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των
απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία … που εδρεύει
… καταχωρημένη στο Γραφείο Μητρώου
Εταιριών υπό τον αριθμό …, της τελευταίας ούσας ειδικής διαδόχου της ανώνυμης
τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία … που εδρεύει στην …, οδός … (ΑΦΜ…), δυνάμει
μεταβίβασης σε αυτήν απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.
3156/2003, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο
της, Αγγελική-Γεωργία Αργειτάκου (ΑΜ ΔΣΣΠ: 089), που
κατέθεσε προτάσεις.
Οι ανακόπτοντες ζητούν
να γίνει δεκτή η από 07-09-2023 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ... ανακοπή
τους, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί στην δικάσιμο της 14.02.2025 και
γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι
των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα
αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΎΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη ανακοπή, οι ανακόπτοντες
ζητούν, για τους λόγους που ειδικότερα εκθέτουν, να ακυρωθεί η υπ’ αριθμ. … διαταγή Πληρωμής του κ. Δικαστού του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Σπάρτης και να καταδικαστεί η καθ'ής η
ανακοπή στα δικαστικά τους έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η υπό
κρίση ανακοπή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, που είναι καθ'
ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (7, 8, 9, 14 κ.α., 632 ΚΠολΔ), για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των
περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614, 632 επ. ΚΠολΔ. Έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα, και δη
κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 07-09-2029 και επιδόθηκε
στην καθ’ής στις 08-09-2023 εντός της νόμιμης
προθεσμίας του άρθρου 632 ΚΠολΔ (βλ. την από
./08-09-2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου
Αθηνών με έδρα το Εφετείο Αθηνών . .), ήτοι εντός της οριζόμενης από το άρθρο
632 παρ. 2 εδ. α' ΚΠολΔ
προθεσμίας των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί
περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.
Καταγγελία είναι η μονομερής δήλωση του ενός των
συμβαλλόμενων, που απευθύνεται στον άλλον, με την οποία εκφράζεται η βούλησή
του για λύση της σύμβασης στο μέλλον (άρθρο 167 ΑΚ), για ορισμένο λόγο
προβλεπόμενο στην σύμβαση ή στον νόμο, ασκείται δε, είτε με εξώδικη δήλωση,
είτε με αγωγή. Η καταγγελία ασκείται αυτοπροσώπως από κάποιον από τους
συμβαλλόμενους. Δεν αποκλείεται, όμως, να ασκηθεί και από
αντιπρόσωπο-πληρεξούσιο (άρθρα 211, 216, 217 ΑΚ). Επί νομικών προσώπων την
πληρεξουσιότητα δίνει εκείνος που για κάθε συγκεκριμένη δικαιοπραξία έχει το
δικαίωμα εκπροσώπησής τους. Όσον αφορά στην ανώνυμη εταιρεία, κατά το άρθρο 18
παρ. 1 κ.ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών», η
ανώνυμη εταιρεία εκπροσωπείται δικαστικά και εξώδικα από το διοικητικό της
συμβούλιο που ενεργεί συλλογικά, κατά το άρθρο 22 παρ. 1 εδ.
α' του ίδιου νόμου, το διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας είναι
αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε πράξη που αφορά στη διοίκηση της εταιρείας, στη
διαχείριση της περιουσίας της και γενικά στην επίτευξη του σκοπού της, ενώ κατά
την παρ. 3 εδ. α' του ιδίου άρθρου, όπως αυτή
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 παρ. 3 ν. 3604/2007, επιτρέπεται το καταστατικό
να ορίζει θέματα για τα οποία το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αναθέτει τις
εξουσίες του διαχείρισης και εκπροσώπησης σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη
του ή μη. Από τις διατάξεις αυτές, που είναι αντίστοιχες με εκείνες των άρθρων
65, 67, 68 και 70 ΑΚ, προκύπτει ότι, το διοικητικό συμβούλιο αποτελεί το όργανο
που διοικεί και εκπροσωπεί την ανώνυμη εταιρεία και διαχειρίζεται όλες τις
υποθέσεις της, μη όντας απέναντι στην εταιρεία πρόσωπο διαφορετικό από αυτή,
αλλά όργανό της. Το δικαίωμα αυτό της οργανικής εκπροσώπησης της ανώνυμης
εταιρείας και διαχείρισης της περιουσίας της επιτρέπεται κατά τις πιο πάνω
διατάξεις να ανατεθεί εν όλω ή εν μέρει με το
καταστατικό σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή το μέλος του
συμβουλίου ή ο τρίτος στον οποίο μεταβιβάσθηκε η εξουσία του διοικητικού
συμβουλίου είναι υποκατάστατο αυτού και ενεργεί ως όργανο εκπροσώπησης του
νομικού προσώπου της εταιρείας που εκφράζει πρωτογενώς τη βούλησή της,
αντλώντας την εξουσία του από τον νόμο και το καταστατικό. Η υποκατάσταση αυτή
στις εξουσίες του Δ.Σ. διαφέρει από τις σχέσεις της πληρεξουσιότητας και
εντολής- που προβλέπονται στα άρθρα 216επ. και 713 επ.
ΑΚ, διότι τόσο ο πληρεξούσιος, όσο και ο εντολοδόχος δεν αποτελούν όργανα που
εκφράζουν τη βούληση του νομικού προσώπου της εταιρείας, αλλά ενεργούν, ως
αντιπρόσωποι, συγκεκριμένες πράξεις, που αποφασίστηκαν από το διοικητικό
συμβούλιο ή το υποκατάστατο όργανο. Η σχετική απόφαση του Δ.Σ. ή των οργάνων
που εκτελείται από τον τρίτο δεν είναι αναγκαίο να διατυπώνεται πανηγυρικά,
αλλά πρέπει να συνάγεται η βούληση των οργάνων ότι η σύμβαση θα συναφθεί από
τρίτο πρόσωπο. Εξάλλου, από τις διατάξεις του άρθρου 7α περ. γ και 7β παρ. 15
του ν. 2190/1920, όπως προστέθηκαν με το Π.Δ. 409/1966, προκύπτει ότι οι
αποφάσεις της διοίκησης για διορισμό των προσώπων που έχουν εξουσία να την
εκπροσωπούν υποβάλλονται σε δημοσιότητα. Η δημοσιότητα αυτή, όσον αφορά το
διορισμό εκπροσώπων της Α.Ε., δεν αποτελεί συστατικό τύπο, αλλά έχει βεβαιωτικό
- δηλωτικό χαρακτήρα, γι' αυτό αν η απόφαση δεν έχει υποβληθεί στην
προβλεπόμενη δημοσιότητα δεν μπορεί να την επικαλεσθεί η εταιρεία, ενώ αντίθετα
μπορούν να την επικαλεσθούν κατ' αυτής οι τρίτοι. Από
τις παραπάνω διατάξεις σαφώς συνάγεται ότι σε δημοσιότητα υποβάλλονται οι
αποφάσεις της διοίκησης για διορισμό των προσώπων, που έχουν εξουσία να την
εκπροσωπούν ως υποκατάστατα αυτής, ενόψει του ότι ενεργούν ως όργανα
εκπροσώπησης του νομικού προσώπου της εταιρείας και εκφράζουν πρωτογενώς τη
βούλησή της, αντλώντας την εξουσία τους από τον νόμο και το καταστατικό.
Αντίθετα, δεν υποβάλλονται στην δημοσιότητα που προαναφέρθηκε, οι αποφάσεις της
διοίκησης, που αφορούν τις σχέσεις της πληρεξουσιότητας και εντολής, που
προβλέπονται στα άρθρα 216επ. και 713 επ. ΑΚ (ΑΠ
1171/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, επί καταγγελίας που έγινε από αναρμόδιο ή
χωρίς εξουσία πρόσωπο δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 233 και 238
ΑΚ, που αναφέρονται στη, με αναδρομική ενέργεια, μεταγενέστερη έγκριση της
καταγγελίας από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου, διότι, λόγω του
διαπλαστικού χαρακτήρα της καταγγελίας, για τη συντέλεση αυτής, απαιτείται
δήλωση βούλησης από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, η οποία μόνο με το όργανο που το
εκπροσωπεί μπορεί να πραγματοποιηθεί (ΑΠ 393/2021, ΑΠ 1171/2019, ΑΠ 557/2008, ΕφΔωδ 52/2020, ΕφΘεσσ 36/2012, ΠΠΠειρ 1990/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διάταξη του άρθρου 226 ΑΚ
απαιτεί για την επιχείρηση μονομερούς απευθυντέας σε
άλλο δικαιοπραξίας, όπως είναι και η καταγγελία, την επίδειξη του πληρεξουσίου
εγγράφου. Οι συνέπειες από τη μη επίδειξη του πληρεξούσιου εγγράφου εξαρτώνται
από το αν αποκρούεται ή όχι η καταγγελία χωρίς υπαίτια βραδύτητα. Έτσι,
ειδικότερα όταν η καταγγελία από τον πληρεξούσιο έγινε εγγράφως, πρέπει αυτός
να επιδείξει το πληρεξούσιο έγγραφο, γιατί αλλιώς έχει το δικαίωμα αυτός προς
τον οποίο γίνεται να την αποκρούσει χωρίς υπαίτια βραδύτητα, οπότε επέρχεται
ακυρότητα {άρθρο 226ΑΚ) και, μάλιστα, ανεξάρτητα αν υπήρχε πράγματι
πληρεξουσιότητα ή αν εγκρίθηκε η καταγγελία. Αντίθετα, αν δεν εναντιωθεί αυτός
προς τον οποίο γίνεται, το κύρος της καταγγελίας, που βαρύνεται
να αποδείξει ο καταγγέλλων και έγινε από αντιπρόσωπο του, θα εξαρτηθεί από την
ύπαρξη ή μη του πληρεξουσίου εγγράφου ή της έγκρισης, εκ μέρους του
(καταγγέλλοντας), της καταγγελίας. Επί καταγγελίας δε που έγινε στο όνομα
νομικού προσώπου από αναρμόδιο ή χωρίς εξουσία αντιπροσωπεύσεως πρόσωπο η
έγκριση δεν έχει αναδρομική ενέργεια, διότι κάτι τέτοιο δεν συμβιβάζεται με τον
διαπλαστικό χαρακτήρα της καταγγελίας, ως μονομερούς δικαιοπραξίας απευθυντέας σε τρίτο, ως προαναφέρθηκε. Η έγκρισή της
γίνεται μόνο από πρόσωπο, που σύμφωνα με τον νόμο ή το καταστατικό ή βάσει
πληρεξουσίου εκφράζει τη βούληση του νομικού προσώπου και δεν ισχυροποιεί
αναδρομικά την καταγγελία, αλλά αποτελεί νέα αυτοτελή καταγγελία, που αποκτά
ενέργεια από τότε που η δήλωση περιέρχεται νόμιμα σε αυτόν στον οποίο
απευθύνεται (ΑΠ 282/2002, 557/2008, 1171/2019, ΜΠρΠειρ
1911/2013). Σε περίπτωση άκυρης σύμφωνα με τα παραπάνω καταγγελίας δι'
αντιπροσώπου σύμβασης δανείου, ο δανειστής δεν δικαιούται να αξιώσει την άμεση
πληρωμή από τον οφειλέτη ολόκληρου του οφειλόμενου κεφαλαίου και των τόκων,
καθώς δεν κατέστη το σύνολο του δανείου ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Ως εκ τούτου
εφόσον η απαίτηση δεν είναι ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, εάν ο δανειστής υποβάλει
αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν υφίστανται οι νόμιμες προϋποθέσεις
έκδοσής της (624 ΚΠολΔ) και ο οφειλέτης δύναται να
ασκήσει ανακοπή κατά της εκδοθείσας διαταγής
πληρωμής, επικαλούμενος την ακυρότητα της καταγγελίας. Αν ο ανακόπτων
οφειλέτης είχε αντιλέξει στην άνευ επίδειξης
πληρεξουσίου καταγγελία χωρίς υπαίτια βραδύτητα, το κύρος της διαταγής πληρωμής
δεν δύναται να διασωθεί (226 ΑΚ), ενώ εάν δεν αντέλεξε
διασώζεται στις εξής περιπτώσεις: α) αν αποδειχθεί η ύπαρξη πληρεξουσιότητας β)
αν η καταγγελία της δανειακής σύμβασης είχε εγκριθεί, πριν την υποβολή της
αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής, οπότε η διαταγή πληρωμής θα
στηρίζεται σε ληξιπρόθεσμη απαίτηση. Αντιθέτως αν η έγκριση λάβει χώρα μετά την
έκδοση της διαταγής πληρωμής δεν μπορεί να θεραπευθεί η ακυρότητα, καθώς η
έγκριση δεν έχει αναδρομική ισχύ και γ) αν παρά την ακυρότητα της καταγγελίας,
το δικαίωμα του ανακόπτοντος να επικαλεσθεί την
ακυρότητα αυτή έχει αποδυναμωθεί, οπότε ο καθ' ου η ανακοπή δανειστής μπορεί να
εμποδίσει την ακύρωση της διαταγής πληρωμής προβάλλοντας αντένσταση καταχρηστικότητας, κατ' άρθρο 281 ΑΚ (Απόστολος Γεωργιάδης
Γεν. Αρχές Αστικού Δικαίου 4η έκδοση παρ. 39 αρ. 12,
Καρά κώστας Αστ. Κωδ. Τομ Β' άρθρο 180 αρ. 618).
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω αναφερόμενα δεν αποτελεί έγκριση η υποβολή
αίτησης έκδοσης διαταγής πληρωμής, από τον δικαιούχο της απαίτησης,
συνοδευόμενη από την διά αντιπροσώπου εξώδικη καταγγελία της ένδικης δανειακής
σύμβασης, η οποία έλαβε χώρα, δίχως επίδειξη του πληρεξουσίου, καθώς η αίτηση
δεν απευθύνεται στον οφειλέτη, ο οποίος αγνοεί αυτή, αλλά στον δικαστή. Στην
τελευταία αυτή περίπτωση έγκριση λαμβάνει χώρα με την επίδοση της διαταγής
πληρωμής στον οφειλέτη. Το κύρος όμως του εκτελεστού τίτλου, ήτοι της εκδοθείσας διαταγής πληρωμής δεν δύναται να διασωθεί, καθώς
η έγκριση δεν έχει αναδρομική ενέργεια, ένεκα του διαπλαστικού χαρακτήρα της
καταγγελίας και συνεπώς η οφειλή δεν καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, κατά
τον χρόνο έκδοσης της διαταγής πληρωμής.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τον δεύτερο λόγο
της ανακοπής, οι ανακόπτοντες ζητούν την ακύρωση της
προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, ισχυρίζόμενοι ότι η
επιδοθείσα σε αυτούς καταγγελία της επίδικης σύμβασης
δανείου εκ μέρους της καθ’ης είναι άκυρη, διότι δεν
φέρει υπογραφή των νομίμων εκπροσώπων της, αλλά άλλων
προσώπων αγνώστων σε αυτούς, οι οποίοι δεν επέδειξαν σχετικό πληρεξούσιο
έγγραφο, συνεπώς δεν λειτούργησαν ούτε ως εκπρόσωποι της καθ' ης, ούτε ως
υποκατάστατο όργανο της διοίκησης, ούτε ως απλοί πληρεξούσιοι- εντολοδόχοι της,
και ως εκ τούτου η ένδικη απαίτηση της καθ' ης δεν είχε καταστεί ληξιπρόθεσμο
και απαιτητή, γεγονός το οποίο εμπόδιζε την καταγγελία της επίδικης δανειακής
σύμβασης και κατά συνέπεια την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής. Ο
λόγος αυτός, με τον οποίο οι ανακόπτοντες βάλουν κατά
του εκκαθαρισμένου της οφειλής τους, καθώς ισχυρίζονται ότι δεν έχει λυθεί
έγκυρα η ένδικη δανειακή σύμβαση, με συνέπεια να μην είναι ληξιπρόθεσμο η
οφειλή τους είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις που αναφέρονται στη
νομική σκέψη και επιπλέον σε αυτές των άρθρων 623 και 624 παρ. 1 ΚΠολΔ και πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, ως προς την
ουσιαστική του βασιμότητα.
Από την εξέταση της μάρτυρας ενώπιον του
Δικαστηρίου, που περιλαμβάνεται στα πρακτικά που τηρήθηκαν, από την εκτίμηση
των εγγράφων που αμφότεροι οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται,
αποδείχτηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με αρ. … συμβάσεως στεγαστικού δανείου, που συνήφθη μεταξύ της τράπεζας με την επωνυμία …, δικαιοπαρόχου της νυν δικαιούχου της απαίτησης αλλοδαπής
εταιρείας, διαχειρίστρια των απαιτήσεων της οποίας τυγχάνει η καθ’ής, χορηγήθηκε στον πρώτο ανακόπτοντα,
με εγγύηση της δεύτερης ανακόπτουσας, δάνειο ποσού
100.000,00 ευρώ, με τους όρους που αναφέρονται σε αυτήν και συνομολογήθηκαν
από τα μέρη, για την εξυπηρέτηση του οποίου τηρήθηκαν οι υπ' αριθ. … και
λογαριασμοί. Ακολούθως, η απαίτηση μεταβιβάσθηκε από την αρχική δανείστρια ...
λόγω τιτλοποίησης του ν. 3156/2003, στην εταιρεία
ειδικού σκοπού με την επωνυμία …, με διαχειρίστρια την εταιρεία με την επωνυμία
…. (καθής). Εν συνεχεία, η απαίτηση επαναμεταβιβάσθηκε στην … και ακολούθως μεταβιβάσθηκε στησημερινή δικαιούχο αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία …με διαχειρίστρια την εταιρεία … (καθής).
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι λόγω της υπερημερίας των ανακοτττόντων
ως προς την τήρηση των εκ των συμβάσεων υποχρεώσεών τους, η καθ' ης προέβη στο
κλείσιμο των λογαριασμών που εξυπηρετούσαν τη σύμβαση και κατήγγειλε την
επίδικη σύμβαση με την από 18-1-2022 «ΕΞΩΔΙΚΗ ΟΧΛΗΣΗ - ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ- ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ»,
η οποία κοινοποιήθηκε στους ανακόπτοντες στις 3-3-
2022, ως προκύπτει από τις με αρ. ./3-3-2022 και
./3-3-2022 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στην Περιφέρεια του
Εφετείου Ναυπλίου, . ., η οποία (καταγγελία) φέρει την υπογραφή των … και …,
υπαλλήλων της καθής. Εν συνεχεία, η καθ' ης αιτήθηκε
και πέτυχε την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, για το συνολικό
οφειλόμενο ποσό των 99.477,60 ευρώ. Οι ανακόπτοντες,
με τον ερευνώμενο λόγο ανακοπής, προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι η ως άνω
καταγγελία είναι άκυρη, διότι αφενός μεν δεν υπογράφεται από τους νόμιμους
εκπροσώπους της καθ' ης, αφετέρου δεν επιδείχθηκε πληρεξούσιο έγγραφο, δυνάμει
του οποίου προέβησαν στην καταγγελία για λογαριασμό της καθ' ης. Η καθ' ης
ισχυρίζεται πως οι «υπογράφοντες» την καταγγελία είναι υπάλληλοί της, οι οποίοι
έχουν δικαίωμα εξουσιοδοτημένης υπογραφής, βάσει της υπ' αριθ. ./11-12- 2019
Γενικής Εξουσιοδότησης (βλ. την από 12-3-2024 βεβαίωση της καθής)
και άρα, η από 18-1-2022 καταγγελία είναι έγκυρη. Ο ισχυρισμός αυτός της καθ'
ης θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμος, καθώς αφενός μεν δεν
προσκομίζεται η υπ’ αριθ. ./11-12-2019 Γενική Εξουσιοδότηση, αφετέρου δε,
σύμφωνα και με τα προαναφερόμενα, δεν αρκεί η ως άνω πρακτική των τραπεζών,
προκειμένου να καταστήσει πληρεξούσιο κάθε υπάλληλό της να δικαιοπρακτεί
στο όνομά και για λογαριασμό της. Σε κάθε περίπτωση, αποδείχτηκε ότι δεν
επιδείχθηκε πληρεξούσιο έγγραφο ούτε προέκυψε από κάποιο αποδεικτικό μέσο η
ύπαρξη πληρεξουσιότητας των υπογραφόντων κατά την επίδοση της καταγγελίας.
Άλλωστε, σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, δεν αποτελεί
έγκριση η υποβολή αίτησης έκδοσης διαταγής πληρωμής, από τον δικαιούχο της
απαίτησης, συνοδευόμενη από την διά αντιπροσώπου εξώδικη καταγγελία της ένδικης
δανειακής σύμβασης, η οποία έλαβε χώρα, δίχως επίδειξη του πληρεξουσίου, καθώς
η αίτηση δεν απευθύνεται στον οφειλέτη, ο οποίος αγνοεί αυτή, αλλά στον
δικαστή. Στην τελευταία αυτή περίπτωση έγκριση λαμβάνει χώρα με την επίδοση της
διαταγής πληρωμής στον οφειλέτη. Το κύρος όμως του εκτελεστού τίτλου, ήτοι της εκδοθείσας διαταγής πληρωμής δεν δύναται να διασωθεί, καθώς
η έγκριση δεν έχει αναδρομική ενέργεια, ένεκα του διαπλαστικού χαρακτήρα της
καταγγελίας και συνεπώς η οφειλή δεν καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, κατά
τον χρόνο έκδοσης της διαταγής πληρωμής, απορριπτομένου
του σχετικού ισχυρισμού της καθ’ής. Κατόπιν των
ανωτέρω, λόγω της ακυρότητας της καταγγελίας της σύμβασης και δεδομένου ότι δεν
παρήχθησαν αποτελέσματα από αυτή, ήτοι δεν ενεργοποιήθηκε ο σχετικός συμβατικός
όρος, ο οποίος παρείχε το δικαίωμα στην καθ' ης να αξιώσει την άμεση πληρωμή
από τους ανακόπτοντες του οφειλόμενου ποσού και των
τόκων και δεν κατέστη η οφειλή ληξιπρόθεσμη και απαιτητή. Ως εκ τούτου, εφόσον
η ένδικη απαίτηση δεν ήταν ληξιπρόθεσμη και απαιτητή κατά την υποβολή της
αίτησης για την έκδοση διαταγής πληρωμής δεν υφίσταντο οι νόμιμες προϋποθέσεις
έκδοσής της κι επομένως, πρέπει να γίνει δεκτός ο λόγος αυτός ανακοπής παρελκούσης της εξέτασης των λοιπών λόγων ανακοπής, και να
ακυρωθεί η προσβαλλόμενη υπ’ αριθ. 74/2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης. Τέλος, πρέπει τα δικαστικά έξοδα, [άρθρα 106,
176 παρ. 1, 180, 182 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ,Δ σε
συνδυασμό με άρθρα 63 παρ. 1, 65 και 68 παρ. 1, 69 παρ. 1 και 166 (παράρτημα)
του ν. 4194/2013], να επιβληθούν λόγω της ήττας της, σε βάρος της καθ’ ης, όπως
ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ' αριθμ.
./2023 Διαταγή Πληρωμής του κ. Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης,
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ής
στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των ανακόπτοντων,
το ύψος των οποίων ορίζει στο συνολικό ποσό των τετρακοσίων (400€) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Σπάρτη
Λακωνίας σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, την 09-05-2025,
χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ