ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΚέρκυρας 31/2025

 

Ανακοπή 632 και 933 ΚΠολΔ κατά διαταγής πληρωμής και επιταγής - Καταγγελία σύμβασης - Εκκαθαρισμένο απαίτησης -.

 

Διαφορά μεταξύ του αναφερόμενου στη διαταγή πληρωμής οφειλόμενου ποσού και του πραγματικού που εκταμιεύθηκε. Λόγω της ακυρότητας των συμπεριλαμβανομένων στον τηρηθέντα λογαριασμό και αδυναμίας προσδιορισμού του πραγματικού ποσού της οφειλής και αντίστοιχα της απαίτησης της καθ΄ης, η τελευταία καθίσταται ανεκκαθάριστη και η προσβαλλόμενη διαταγή είναι άκυρη στο σύνολό της. Δεκτή η ανακοπή, ακυρώνει διαταγή πληρωμής και επιταγή προς πληρωμή. Επιδίκαση δικαστικών εξόδων ποσού 2.800 ευρώ.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Προξενίας Α. Καρτσωνάκη)

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 31/2025

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Αντώνη Απέργη, Πρωτόδικη, τον οποίο όρισε η Διευθύνουσα το Πρωτοδικείο Πρόεδρος Πρωτοδικών, και από τη Γραμματέα Σοφία Μαρία Πουλημένου.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στην Κέρκυρα, στις 12.11.2024, για να δικάσει την με αριθμό κατάθεσης …/2023 ανακοπή και το με αριθμό κατάθεσης …/2024 δικόγραφο πρόσθετων λόγων ανακοπής.

 

ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑ:…, κάτοικος Αθηνών …, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Προξενιά Καρτσωνάκη (AM ΔΣΑ 31259).

 

ΚΑΘΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: Ανώνυμη Εταιρία με την επωνυμία «CEPAL HELLAS ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», που εδρεύει στη Ν. Σμύρνη Αττικής, Λεωφ. Συγγρού 209-211 και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, ως διαχειρίστρια, δυνάμει της από 18.06.2021 σύμβασης διαχείρισης απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, κατ' άρθ. 10 παρ. 14 Ν. 3156/2003, των απαιτήσεων της εταιρίας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «ORION X SECURITIZATION DESIGNATED ACTIVITY COMPANY», που εδρεύει στο … Ιρλανδίας, οδός…, και εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικής διαδόχου της εταιρίας με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ», δυνάμει της από 30.04.2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών κατά τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδωνα Μάριο Παγκράτη (AM 483). Κατά τη συζήτηση της παραπάνω υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε στη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν ως ανωτέρω και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου φέρονται προς συζήτηση α) η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2023 ανακοπή και β) το με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2024 δικόγραφο των πρόσθετων λόγων ανακοπής, τα οποία πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, υπάγονται δε στην ίδια διαδικασία, και, επιπροσθέτως, διότι με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 31 παρ.1, 246, 285 και 591 παρ.1 ΚΠολΔ).

 

Με την υπό κρίση ανακοπή και το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων, η ανακόπτουσα ζητεί, για τους λόγους που εκθέτει σε αυτήν, να ακυρωθούν α) η υπ' αριθμ. ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κέρκυρας, που εκδόθηκε για απαίτηση της καθ' ης η ανακοπή, προερχόμενη από σύμβαση στεγαστικού δανείου, με την οποία (διαταγή πληρωμής) υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ' ης το ποσό των 151.346,11 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, β) η από 27.10.2023 επιταγή προς πληρωμή, η οποία συντάχθηκε κάτω από το αντίγραφο από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της εν λόγω διαταγής πληρωμής, με την οποία (επιταγή) επιτάχθηκε να καταβάλει στην καθ' ης το εκεί αναφερόμενο ποσό για κεφάλαιο, τόκους και λοιπά έξοδα, καθώς και να καταδικαστεί η τελευταία στα δικαστικά της έξοδα.

 

Στο δικόγραφο της ως άνω ανακοπής παραδεκτά σωρεύονται ανακοπή του άρθρου 632 του ΚΠολΔ, με την οποία πλήττεται η διαταγή πληρωμής ως προς την απαίτηση, έχει δε ως αίτημα την ακύρωσή της ως εκτελεστού τίτλου, και ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, η οποία βάλλει κατά της προσβαλλόμενης πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης και έχει ως αίτημα την ακύρωση της πράξης αυτής (άρθρο 632 παρ. 6 ΚΠολΔ), το δε δικόγραφο των πρόσθετων λόγων αφορά και τις δύο ανακοπές. Η ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 632 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ σε συνδυασμό προς το άρθρο 14 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα), και ασκήθηκε εντός της νόμιμης προθεσμίας της διάταξης του άρθρου 632 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ, καθώς αυτή επιδόθηκε στην καθ' ης η ανακοπή στις 16.11.2023 (βλ. την υπ. αρ. …/16.11.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών …), δηλαδή εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής στην ανακόπτουσα, η οποία έλαβε χώρα την 27.10.2023 (βλ. την από …/27.10.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …). Περαιτέρω, η υπό κρίση ανακοπή της διάταξης του άρθρου 933 ΚΠολΔ ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, εντός της προθεσμίας της διάταξης του άρθρου 934 παρ. 1 περ. α' του ΚΠολΔ, διότι δεν γίνεται επίκληση διενέργειας άλλης πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης μετά από την επίδοση της επιταγής προς πληρωμή και μέχρι την άσκηση της ανακοπής. Επίσης, ενόψει του ότι μέχρι την άσκηση της ανακοπής δεν επακολούθησαν μετά την επίδοση της προσβαλλομένης επιταγής προς πληρωμή και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας στην περιφέρεια του Δικαστηρίου αυτού, η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ παραδεκτώς και αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ως καθ' ύλην και κατά τόπον αρμοδίου, για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 614 επ. και 937 παρ. 3 ΚΠολΔ), ενώ εμπροθέσμως ασκήθηκαν και οι πρόσθετοι λόγοι της ανακοπής. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η υπό κρίση ανακοπή και το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων και να ερευνηθούν περαιτέρω, για να κριθεί αν είναι παραδεκτοί, νόμιμοι και ουσιαστικά βάσιμοι οι λόγοι τους. Καταγγελία του δανείου είναι η μονομερής δικαιοπραξία που απευθύνεται προς τον αντισυμβαλλόμενο δανειολήπτη, με την οποία δηλώνεται η βούληση του δανειστή λύσης της σύμβασης για κάποιο νόμιμο λόγο. Η καταγγελία ενεργεί ex nunc (για το μέλλον) και όσο υφίσταται και λειτουργεί μια σύμβαση, παράγει έννομα αποτελέσματα μέχρι να καταγγελθεί. Επομένως το δικαίωμα προς καταγγελία είναι διαπλαστικό αφού χορηγείται η εξουσία, με μονομερή δήλωση, η οποία αποκτά νομική ενέργεια μόλις περιέλθει στον αντισυμβαλλόμενο (ΑΚ 167), να προκαλέσει την άρση (λύση) της σύμβασης για το μέλλον, δηλαδή την κατάργησή της, δημιουργεί δε εφεξής μια νέα έννομη κατάσταση (ΜΕφΘεσ 1317/2020 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, μετά την περιέλευση της δήλωσης καταγγελίας στο πρόσωπο προς το οποίο απαιτείται να απευθυνθεί, ο καταγγέλλων δεν μπορεί μονομερώς να ανακαλέσει την καταγγελία (ΑΚ 168). Η ανάκληση έχει νομική ενέργεια, μόνον αν η σχετική δήλωση περιέλθει στον αποδέκτη της προηγουμένως ή ταυτόχρονα με την καταγγελία (ΑΠ 722/2019 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 623 και 624 ΚΠολΔ προκύπτει ότι μεταξύ των ουσιαστικών και διαδικαστικών προϋποθέσεων, με τη συνδρομή ή μη των οποίων μπορεί να εκδοθεί διαταγή πληρωμής, είναι αφενός, η ύπαρξη χρηματικής απαίτησης του αιτούντος από ορισμένη έννομη σχέση και, αφετέρου, η απαίτηση αυτή καθώς και το ποσό της να αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο. Εάν η απαίτηση ή το ποσόν της δεν αποδεικνύεται εγγράφως, ο Δικαστής οφείλει, κατ' άρθρο 628 ΚΠολΔ, να μην εκδώσει διαταγή πληρωμής, εάν δε παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής προϋποθέσεως εκδοθεί διαταγή πληρωμής, τότε αυτή ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή του οφειλέτη, κατά τα άρθρα, 632 και 633 ΚΠολΔ. Η ακύρωση της διαταγής πληρωμής για το λόγο αυτόν απαγγέλλεται λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου, ανεξαρτήτως της ύπαρξης και της δυνατότητας απόδειξης της απαίτησης με άλλα αποδεικτικά μέσα (ΕφΘεσ 1317/2020, ΕφΘεσ 110/2008, ΤΝΠ Νόμος). Έκδοση, δε, διαταγής πληρωμής μπορεί να ζητηθεί για το οφειλόμενο κατάλοιπο του λογαριασμού που εξυπηρετεί σύμβαση δανείου, εφόσον αποδεικνύονται εγγράφως η σύμβαση ανοίγματος του λογαριασμού, το κλείσιμό του και το χρεωστικό κατάλοιπο, το οποίο αποτελεί την απαίτηση της τράπεζας που χορήγησε το δάνειο (ΕφΘεσ 2613/2017 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, από το συνδυασμό των άρθρων 623, 624 παρ. 1, 628 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι μεταξύ των απαιτούμενων προϋποθέσεων για την έκδοση διαταγής πληρωμής είναι και το εκκαθαρισμένο της απαίτησης την οποία επιδικάζει, υπό την έννοια ότι το ακριβές ύψος της (όταν πρόκειται για χρηματική απαίτηση) προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα. Η τυχόν ενσωμάτωση σε αυτήν μη οφειλόμενων κονδυλίων αναιρεί το εκκαθαρισμένο αυτής, όταν από τα έγγραφα που προσκομίστηκαν δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των ποσών αυτών και η ανεύρεση του πραγματικού ύψους της, οπότε στην περίπτωση αυτή η τυχόν εκδοθείσα διαταγή πληρωμής είναι ακυρωτέα λόγω διαδικαστικού απαραδέκτου (ΕφΛαμ 124/2007 Αρμ 2009.1190).

 

Με τον τέταρτο λόγο ανακοπής και κατ' ορθή εκτίμηση αυτού, η ανακόπτουσα αμφισβητεί αφενός το ύψος της απαίτησης το οποίο υποχρεώνεται να καταβάλει στην καθ' ης και αφετέρου την έγγραφη απόδειξη αυτής, ισχυριζόμενη ότι, για την έκδοση της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής προσκομίστηκε επικυρωμένο αντίγραφο του αποσπάσματος του υπ' αριθμ. … λογαριασμού, από τις καταχωρίσεις του οποίου προέκυπτε ότι στις 18.08.2006 εκταμιεύθηκε το συνολικό ποσό του δανείου προς την ανακόπτουσα, ύψους 140.000 ευρώ, και ότι στις 26.04.2010 ο λογαριασμός έκλεισε, λόγω καταγγελίας της σύμβασης, εμφανίζοντας συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 151.346,11 ευρώ. Ωστόσο, η ανακόπτουσα ιστορεί ότι στις 17.07.2012 της κοινοποιήθηκε νέα καταγγελία της σύμβασης, με την οποία τροποποιήθηκε η αρχική καταγγελία ως προς το ποσό της οφειλής. Συγκεκριμένα, στην νέα καταγγελία, η καθ' ης ανέφερε ότι η πίστωση ποσού 65.000 ευρώ που εμφανίζεται ως καταχώριση στον ως άνω λογαριασμό ήταν προϊόν λάθους, καθώς αφορούσε μη χορηγηθέν μέρος εκ του συνολικού εκταμιευθέντος ποσού δανείου, αφαιρουμένου του ποσού αυτού από την αρχική καταγγελία. Έτσι, με την νέα καταγγελία της, η καθ' ης προσδιόρισε το οφειλόμενο ποσό στις 99.592,79 ευρώ. Κατόπιν των ανωτέρω, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι το ποσό των 65.000 ευρώ με τους αναλογούντες σε αυτό τόκους ενσωματώθηκε στην κύρια οφειλή και επενέργησε στο πληττόμενο με την ανακοπή συνολικό ύψος της οφειλής, ώστε η απαίτηση της καθ' ης, βάσει της οποίας εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, να καθίσταται στο σύνολό της ανεκκαθάριστη, και μάλιστα να μην πληρούται η αρχή της έγγραφης απόδειξης, καθώς, κατά το στάδιο αίτησης προς έκδοση διαταγής πληρωμής, δεν προσκομίστηκε η μεταγενέστερη καταγγελία που αναιρούσε την αρχική. Ως προς το δεύτερο σκέλος του, το οποίο αφορά την έλλειψη έγγραφης απόδειξης λόγω μη προσκομιδής της μεταγενέστερης καταγγελίας, ο λόγος αυτός απορρίπτεται ως μη νόμιμος. Τούτο διότι, όπως εκτέθηκε και στη νομική σκέψη της παρούσας, η εξώδικη διόρθωση του οφειλόμενου ποσού εκ μέρους της καθ' ης δεν καθιστά άκυρη την πρώτη χρονικά καταγγελία, διότι η διάπλαση της έννομης σχέσης έχει ήδη επέλθει και δεν δύναται να ανατραπεί ούτε να ακυρωθεί με την νέα καταγγελία. Επομένως, η αρχική καταγγελία, για το έγκυρο της οποίας απαιτείται μόνο η αναγραφή της σχετικής σύμβασης και η απεύθυνσή της στον αντισυμβαλλόμενο, παράγει τα έννομα αποτελέσματα της και καλώς προσκομίστηκε μαζί με την αίτηση προς έκδοση της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής. Ως προς το πρώτο σκέλος του, το οποίο αφορά το ανεκκαθάριστο της απαίτησης, ο λόγος αυτός είναι νόμιμος, στηριζόμενος στις αναφερόμενες στην ανωτέρω νομική σκέψη διατάξεις, καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 624 παρ. 1 και 626 παρ. 2 ΚΠολΔ, και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία του.

 

Από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι προς άμεση ή προς έμμεση απόδειξη, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ' αριθμ. …/17.08.2006 σύμβασης στεγαστικού δανείου, που καταρτίστηκε μεταξύ της ανακόπτουσας και της πρώην Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», η οποία συγχωνεύθηκε δι’ απορροφήσεως με την Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», χορηγήθηκε στην ανωτέρω στεγαστικό δάνειο ποσού εκατόν σαράντα χιλιάδων (140.000) ευρώ, με σκοπό την ανέγερση κατοικίας. Σε εκτέλεση της σύμβασης τηρήθηκε ο υπ' αριθμ. … (παλιός αριθμός: …) λογαριασμός, από τις 18.08.2006 έως τις 26.04.2010, οπότε έκλεισε λόγω καταγγελίας της σύμβασης και εμφάνισε χρεωστικό υπόλοιπο ποσού 151.346,11 ευρώ, αναλυόμενο σε κεφάλαιο ποσού 141.696,78 ευρώ και τόκους ποσού 9.649,33 ευρώ. Περαιτέρω, στις 17.04.2012, η αντισυμβαλλομένη τραπεζική εταιρεία απέστειλε νέα εξώδικη καταγγελία προς την ανακόπτουσα, με την οποία διόρθωνε την αρχική καταγγελία μόνο ως προς το οφειλόμενο ποσό, ανερχόμενου αυτού πλέον στις 99.592,79 ευρώ. Ενεργούσης της πρώτης χρονικά καταγγελίας, όπως αναλυτικά εκτέθηκε ανωτέρω, η οποία επιδόθηκε στην ανακόπτουσα με την υπ' αριθμ. …/02.06.2010 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Λευκάδας …, η «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ» κάλεσε την ανακόπτουσα να της καταβάλει αμέσως το οφειλόμενο ποσό, πλέον τόκων και εξόδων, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στη συνέχεια η καθ' ης, ως εταιρεία διαχείρισης οφειλών από δάνεια και πιστώσεις, κατέθεσε ενώπιον του Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου αίτηση, δυνάμει της οποίας εκδόθηκε σε βάρος της ανακόπτουσας η 125/2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κέρκυρας, με την οποία η τελευταία επιτάσσεται να καταβάλει ποσό 151.346,11 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, αφού προσκομίστηκαν στον εκδόσαντα τη διαταγή πληρωμής δικαστή αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων της καθ' ης, για την απόδειξη της απαίτησης της. Ωστόσο, απεδείχθη ότι στα αποσπάσματα αυτά είχε εμφιλοχωρήσει σφάλμα στην πρώτη καταχώριση, καθώς η ίδια η αντισυμβαλλομένη τραπεζική εταιρεία, με την από 17.04.2012 εξώδικη δήλωση - διόρθωσή της, ομολόγησε εξωδίκως ότι ουδέποτε εκταμιεύθηκε το ποσό των 65.000 ευρώ προς την ανακόπτουσα, με συνέπεια η τελευταία να μην οφείλει το συνολικό χρεωστικό υπόλοιπο που αναγράφεται στο τέλος του προσκομιζόμενου λογαριασμού, αλλά μικρότερο ποσό. Επομένως η προσβαλλομένη διαταγή πληρωμής επιδίκασε στην καθ' ης, κατά το υπερβάλλον, απαίτηση που δεν γεννήθηκε ποτέ. Ωστόσο, η ακυρότητα αυτή επηρεάζει την αποδεικτικότητα με έγγραφα του συνόλου της απαιτήσεως, αφού στο απόσπασμα των εμπορικών βιβλίων που προσκομίστηκε από την καθ' ης δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός μεταξύ του αληθώς οφειλόμενου ποσού και της απαίτησης που δεν γεννήθηκε, ενώ επιπλέον, λόγω του υπολογισμού των τόκων στο συνολικό (και πλασματικά) οφειλόμενο ποσό ύψους 140.000 ευρώ, είναι αδύνατο να αποδειχθεί εξ' αυτού του εγγράφου το πραγματικό ποσό της οφειλής και αντίστοιχα της πραγματικής απαίτησης της καθ' ης, με συνέπεια η απαίτηση που ενσωματώθηκε στην προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής να καθίσταται συνολικά ανεκκαθάριστη, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 624 παρ. 1 ΚΠολΔ. Το δε έγγραφο κίνησης λογαριασμού που κοινοποιήθηκε στην καθ' ης με την 17.04.2012 εξώδικη διόρθωση της τράπεζας δεν αποτελεί έγγραφο εξηγμένο από τα εμπορικά βιβλία αυτής αλλά απλό έγγραφο στο οποίο αναγράφεται εν είδη πίνακα η οικονομική εκκρεμότητα της οφειλέτριας, οι καταχωρίσεις του οποίου (πίνακα) εκκινούν από τις 26.04.2010 και όχι από την κατάρτιση της επίδικης σύμβασης και την πρώτη εκταμίευση, μη δυνάμενου να αποτελέσει απόδειξη, πολλώ δε μάλλον πλήρη απόδειξη, δυνάμει του συμφωνηθέντος όρου 20 της ένδικης σύμβασης δανείου. Το δε ανεκκαθάριστο της απαίτησης δεν μπορεί να διορθωθεί με έγγραφα που δεν προσκομίστηκαν, καθώς αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση που εξετάζεται κατά τον χρόνο έκδοσης της διαταγής πληρωμής από τα προσκομιζόμενα στον Δικαστή έγγραφα. Περαιτέρω, δεν αρκεί στην προκειμένη περίπτωση η ακύρωση της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής μόνο ως προς το υπερβάλλον ποσό που επιδικάστηκε, διότι αυτό δεν δύναται πλέον να υπολογιστεί με ακρίβεια. Συγκεκριμένα, στην από 10.04.2012 εξώδικη διόρθωσή της, η τράπεζα φέρεται να αφαιρεί το ποσό των 65.000 ευρώ από το συνολικά οφειλόμενο ποσό των 151.346,11 ευρώ. Ωστόσο, το τελικό αυτό ποσό είχε ήδη διαμορφωθεί λανθασμένα, καθώς υπολογίστηκε και τοκίστηκε βάσει της αρχικής εκταμίευσης, ύψους 140.000 ευρώ, η οποία ωστόσο ουδέποτε έλαβε χώρα, καθώς εκταμιεύθηκε μόνο το ποσό των 75.000 ευρώ. Κατά συνέπεια, στη συνολική απαίτηση έχουν υπολογιστεί τόκοι επί μεγαλύτερου κεφαλαίου από το πραγματικά τοκοφόρο, καθώς έπρεπε να υπολογιστούν επί κεφαλαίου ποσού 75.000 ευρώ και όχι ποσού 140.000 ευρώ. Το σφάλμα αυτό δεν διορθώνεται με την μεταγενέστερη αφαίρεση ποσού 65.000 ευρώ από το συνολικά υπολογισθέν, γιατί ήδη αυτό έχει διαμορφωθεί λανθασμένα. Θα έπρεπε, δηλαδή, να αφαιρεθούν και οι τόκοι που χρεώθηκαν στην ανακόπτουσα για το ποσό των 65.000 ευρώ από τις 18.08.2006 έως και το κλείσιμο του λογαριασμού, ωστόσο αυτό δεν έγινε, καθιστάμενης έτσι ανεκκαθάριστης της απαίτησης της καθ' ης, αφού δεν προκύπτει με ακρίβεια το πραγματικά οφειλόμενο ποσό. Έτσι, λόγω της ακυρότητας των συμπεριλαμβανομένων στον τηρηθέντα για την επίδικη σύμβαση λογαριασμό ποσών και αδυναμίας προσδιορισμού του πραγματικού ποσού της οφειλής και αντίστοιχα της απαίτησης της καθ' ης, η τελευταία καθίσταται ανεκκαθάριστη και η προσβαλλόμενη διαταγή είναι άκυρη στο σύνολό της. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό το σκέλος αυτό του σχετικού λόγου ανακοπής ως βάσιμο και κατ' ουσίαν και να ακυρωθεί η προσβαλλομένη διαταγή πληρωμής στο σύνολό της. Παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών, πλην του ανωτέρω που εξετάστηκε από το Δικαστήριο, λόγων ανακοπής και του πρόσθετου λόγου αυτής, καθώς από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 216, 218, 583, 585, 632 και 933 ΚΠολΔ σαφώς συνάγεται ότι, όταν υπάρχουν περισσότεροι λόγοι, νομικοί ή πραγματικοί, που όλοι μαζί ή καθένας χωριστά αποβλέπουν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής ή της πράξης εκτέλεσης, τότε αν το δικαστήριο κάνει δεκτό ένα λόγο και ικανοποιώντας το αίτημα της ανακοπής ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής ή την πράξη, δεν πρέπει να προχωρήσει στην έρευνα των λοιπών λόγων, καθώς μετά την ακύρωση της πράξης θεωρείται ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως το έννομο συμφέρον των ανακοπτόντων (βλ. σχετ. ΕφΑΘ 260/2001, ΕλλΔ/νη 2001/1372, ΕφΔυτΜακ 3/2019, ΜΠΑΘ 1058/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης, πρέπει να καταδικαστεί η καθ' ης η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ την ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους αυτής αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την ανακοπή.

 

ΑΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμό ./2023 Διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κέρκυρας και τη με ημερομηνία 27.10.2023 επιταγή προς πληρωμή που έχει τεθεί παρά πόδα αυτής.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας σε βάρος της καθ' ης η ανακοπή, το ύψος των οποίων ορίζει σε 2.800 ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Κέρκυρα, στις 8.01.2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

  Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ