ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΙωαννινων 24/2025

 

 

Ακύρωση αναγκαστικής κατάσχεσης και πλειστηριασμού λόγω ακύρωσης της καταγγελίας δανείου που επιδόθηκε χωρίς πληρεξούσιο 10 χρόνια πριν την έκδοση διαταγής πληρωμής. Προβλήθηκε ως λόγος ανακοπής η έλλειψη πληρεξουσιότητας του υπαλλήλου που υπέγραψε την καταγγελία και δεν αντικρούστηκε από την καθής εταιρία διαχείρισης που οφείλει να αποδείξει την εγκυρότητά της. 

 

 

(Δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Ευφροσύνης Εικοσιπεντίδη)

 

 

 

Αριθμός Απόφασης: 24/2025

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Σοφία Φραγιουδάκη Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Διευθύνοντα το Πρωτοδικείο Πρόεδρο Πρωτοδικών Ιωαννίνων, και από τη Γραμματέα Ελένη Ροντογιάννη

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, την 6η Νοεμβρίου 2024, για να δικάσει την ανακοπή κατ’ άρθρο 933 ΚΠολΔ μεταξύ :

 

ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ: ... του ... κατοίκου Αθηνών, οδός ... ΑΦΜ ... η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Αθηνών, Ευφροσύνης Εικοσιπεντίδη (ΑΜ 19498) που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.

 

ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «doValue Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και το διακριτικό τίτλο «doValue Greece», πρώην με την επωνυμία «EUROBANK FPS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» (ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΕΦ ΠΙ ΕΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ) και διακριτικό τίτλο «ElJROBANK FINANCIAL PLANNING SERVICES» (ΓΙΟΥΡΟΜΠΑΝΚ ΦΑΙΝΑΝΣΙΑΛ ΠΛΑΝΙΝΓΚ ΣΕΡΒΙΣΙΣ), η οποία εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής, επί της οδού Κύπρου αρ. 27 και Αρχιμήδους, με ΑΦΜ ... όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με τον νόμο 4354/2015 δυνάμει της με αριθμ. 220/1/13.03.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (υπ’ αριθμ 880/16.03.2017 ΦΕΚ (τ. Β΄) ως μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου, διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DESlGNATED ACTIVITY COMPANY», που εδρεύει στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής υπό την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ>) και διακριτικό τίτλο «Eurobank») που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Όθωνος αρ. 8 με Α.Φ.Μ. ..., όπως νομίμως εκπροσωπείται, κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.3156/2003, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου Αγρινίου ..., (ΑΜ ...) που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις.

 

Η ανακόπτουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 15,072024 και με αριθμό κατάθεσης ... ανακοπή του, που κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου, ενεγράφη στο πινάκιο με αριθμό και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας

 

Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί τους και όσα αναφέρουν στις προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 914 ΚΠολΔ, αν το Δικαστήριο δεχθεί την ανακοπή ερημοδικίας ή την έφεση οριστικά και κατ' ουσίαν και απορρίψει, ολικά ή εν μέρει, την αγωγή, την ανταγωγή ή την κύρια παρέμβαση, εφόσον αποδειχθεί ότι η απόφαση που προσβάλλεται εκτελέστηκε, διατάζει, αν το ζητήσει εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση, την επαναφορά των πραγμάτων στη κατάσταση που βρίσκονταν, πριν εκτελεστεί η απόφαση που εξαφανίστηκε ή μεταρρυθμίστηκε. Η αίτηση υποβάλλεται, είτε με τα δικόγραφα της ανακοπής ή της έφεσης και των πρόσθετων λόγων, είτε με τις προτάσεις είτε με χωριστό δικόγραφο που κοινοποιείται στον αντίδικο. Η εκτέλεση της απόφασης πρέπει να προαποδεικνύεται. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 940 παρ. 3 ΚΠολΔ, αν ακυρωθεί αμετάκλητα η αναγκαστική εκτέλεση, εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση έχει δικαίωμα να ζητήσει από εκείνον που την επέσπευσε αποζημίωση για τις ζημίες που επήλθαν από την εκτέλεση, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 914 ή 919 ΑΚ. Από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 940 παρ. 3 ΚΠολΔ και κατ' αντιδιαστολή προς εκείνες των παραγράφων 1 και 2 του ίδιου άρθρου, με τις οποίες αναγνωρίζεται (στις περιπτώσεις εξαφάνισης αντίστοιχα της προσωρινώς εκτελεστής και της τελεσίδικης απόφασης με βάση την οποία έγινε η εκτέλεση) παράλληλα με το δικαίωμα αποζημίωσης και δικαίωμα επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, προκύπτει ότι επί ακύρωσης της αναγκαστικής εκτέλεσης (σε άλλες, πλην των ανωτέρω. περιπτώσεις) δεν υφίσταται δικαίωμα επαναφοράς των πραγμάτων στην πριν από την εκτέλεση κατάσταση ευθέως (άρθρο 914 ΚΠολΔ), αλλά μόνο κατά τους όρους των  διατάξεων του ουσιαστικού δικαίου, δηλονότι της διάταξης του άρθρου 904 ΑΚ, αφού μετά την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης εκλείπει η αιτία της γενόμενης προς τον εκτελούντα περιουσιακής επίδοσης Η συνδρομή των όρων εφαρμογής της διάταξης αυτής του ουσιαστικού δικαίου μόνο στην περίπτωση της ακύρωσης της αναγκαστικής εκτέλεσης, δε και στην περίπτωση της εξαφάνισης ή μεταρρύθμισης της εκτελεσθείσας απόφασης, που δεν ακυρώνεται η εκτέλεση που αποτελεί την αιτία της περιουσιακής επίδοσης του καθ' ου αλλά ανατρέπεται η αποτελούσα τον τίτλο αυτής δικαστική απόφαση, δικαιολογεί νομοθετικά την παραπάνω διαφορετική ρύθμιση της παραγράφου 3 σε σχέση με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 940 ΚΠολΔ (ΑΠ 90/2023, ΑΠ 936/2020, ΑΠ 18461/2017, ΑΠ 1329/2014, ΑΠ 1437/2012, ΑΠ 1119/2011, ΑΠ 289/20009 ΕφΠειρ 337/202Ι ΜΠΘεσ 9616/2024, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠΘεσ 10062/2023 αδημ,) Περαιτέρω η αγωγή αποζημίωσης του άρθρου 940 παρ. 3 ΚΠολΔ εισάγεται στο καθ' ύλην αρμόδιο δικαστήριο σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις και δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, αφού εισάγεται αίτηση πρωτογενούς δικαστικής προστασίας (ΟλΑΠ 9/2010, 12/2009, 49/20051 Απαλαγάκη Χ. ΚΠολΔ Ερμηνεία κατ' άρθρο, σελ. 2466, Μιχαηλίδου Χ. Η άμυνα κατά της εκτέλεσης (βλ. ως προς τον τρόπο άσκησης της αποζημιωτικής αγωγής, 1η  έκδοση 2017, σελ. 599-600, δημοσιευμένη σε www.sakkoulas-online.gr).

 

Με την υπό κρίση ανακοπή της, κατ' ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της, η ανακόπτουσα ζητά α) να ακυρωθεί η από 13.05.2024 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της αριθμόν .../2023 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου β) να ακυρωθεί η υπ’  αριθμόν έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ιωαννίνων με έδρα το Πρωτοδικείο Ιωαννίνων, ... γ) να επανέλθουν τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση καθώς και δ) να καταδικασθεί η καθ' ης η ανακοπή στη δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανακοπή αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιο σύμφωνα με το άρθρο 933 παρ. 1 εδαφ. α' και παρ. 3 ΚΠολΔ (όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 57 του Ν. 4842/2021), δεδομένου ότι ο εκτελεστός τίτλος δεν εκδόθηκε από το Ειρηνοδικείο και πρόκειται για το Δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου εκτέλεσης, κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, κατ' άρθρο 937 παρ. 3, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 59 του Ν. 4842/2021 σε συνδυασμό με τα άρθρα 614 επ. ΚΠολΔ, Περαιτέρω, η ανακοπή ασκήθηκε παραδεκτά και εμπρόθεσμα, εντός της νόμιμης προθεσμίας των 45 ημερών από την ημέρα της κατάσχεσης, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 934 παρ. 1 περ, α' ΚΠολΔ„ δεδομένου ότι αντίγραφο της ένδικης κατασχετήριας έκθεσης επιδόθηκε στην ανακόπτουσα την 27106,2024, όπως προκύπτει από την από την αντίστοιχη επισημείωση του δικαστικού επιμελητή ..., επί του επιδοθέντος στην ανακόπτουσα αντιγράφου της έκθεσης κατάσχεσης και η υπό κρίση ανακοπή κατατέθηκε στις 15.07.2024 και επιδόθηκε στην καθ' ης στις 17.07.2024, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμόν ... έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών .... Κατά τα λοιπά η υπό κρίση ανακοπή τυγχάνει ορισμένη, απορριπτομένου του αντίθετου ισχυρισμού της καθ' ης και νόμιμη, πλην του υπό στοιχείο γ' αιτήματος περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, κατ' άρθρο 914 ΚΠολΔ, για την περίπτωση ακύρωσης της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, είναι απορριπτέο ως νόμω αβάσιμο, διότι δεν προβλέπεται αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, σε περίπτωση ακύρωσης της αναγκαστικής εκτέλεσης, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας. Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη η υπό κρίση ανακοπή θα πρέπει δε να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

 

Ι. Κατά τη διάταξη του άρθρου 623 ΚΠολΔ, μπορεί κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής χρεογράφων, εφόσον η απαίτηση και το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, κατά δε το άρθρο 626 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα, στην αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής, που καταθέτει ο δικαιούχος της απαίτησης στη γραμματεία του Δικαστηρίου, πρέπει να επισυνάπτονται και όλα τα έγγραφα από τα οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της. Η καταγγελία, εξάλλου, η οποία είναι μονομερής δικαιοπρακτική δήλωση βούλησης, η οποία απευθύνεται σε ορισμένο πρόσωπο, μπορεί να γίνει και από πληρεξούσιο, οπότε έχει εφαρμογή και η διάταξη του άρθρου 226 ΑΚ κατά το οποίο, μονομερής δικαιοπραξία που επιχειρείται προς άλλον, χωρίς επίδειξη του πληρεξουσίου εγγράφου άκυρη, αν αυτός προς τον οποίο γίνεται την αποκρούσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Από την τελευταία αυτή διάταξη, προκύπτει ότι εκείνος προς τον οποίο απευθύνεται η δήλωση δια της οποίας συντελείται μονομερής δικαιοπραξία ή οιονεί δικαιοπραξία εκ μέρους προσώπου, που φέρεται ως αντιπρόσωπος άλλου μπορεί, εφόσον δεν του επιδεικνύεται πληρεξούσιο έγγραφο, να την αποκρούσει, για το λόγο αυτόν χωρίς υπαίτια καθυστέρηση Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή της απόκρουσης της δήλωσης χωρίς υπαίτια καθυστέρηση η επιχειρούμενη πράξη είναι άκυρη. Η ακυρότητα απόλυτη, δεν θεραπεύεται με μεταγενέστερη έγκριση και επέρχεται ανεξάρτητα από το αν ο φερόμενος ως πληρεξούσιος είχε ή όχι την πληρεξουσιότητα για να επέλθουν δε τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα της πράξεως και μάλιστα ex nunc πρέπει αυτή να επιχειρηθεί εκ νέου εγκύρως. Το πρόσωπο εξάλλου προς το οποίο απευθύνεται η δήλωση την αποκρούει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, αν ενεργήσει εντός των χρονικών ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και τις περιστάσεις (ΑΠ 1944/2022, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ΕφΠειρ 418/2023 διαθέσιμη στην επίσημη ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά, ΠΠΘεσ 7730/2024, ΜΠΘεσ 8961/2024, ΜΠΘεσ 2017/2024 ΜΠΚαστοριάς 157/2023, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση που το ως άνω πρόσωπο δεν πράξει τούτο, δηλαδή δεν ενεργήσει εντός των ως άνω χρονικών ορίων, η μονομερής δικαιοπραξία που επιχειρείται προς άλλον, χωρίς επίδειξη του πληρεξουσίου είναι ισχυρή, αν υπάρχει πληρεξουσιότητα ή επακολούθησε έγκριση. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 216 και 217 ΑΚ η εξουσία για αντιπροσώπευση δίνεται με πληρεξουσιότητα προς τον εξουσιοδοτούμενος που υποβάλλεται στον τύπο τον απαιτούμενο για τη δικαιοπραξία στην οποία αφορά. Επί νομικών προσώπων την πληρεξουσιότητα δίνει εκείνος, που για κάθε συγκεκριμένη δικαιοπραξία έχει το δικαίωμα εκπροσωπήσεως του. Από τις ανωτέρω δε σκέψεις συνάγεται όταν η καταγγελία από τον πληρεξούσιο έγινε εγγράφως, πρέπει αυτός να επιδείξει το πληρεξούσιο έγγραφο, γιατί διαφορετικά έχει το δικαίωμα αυτός προς τον οποίο γίνεται να την αποκρούσει χωρίς βραδύτητα, οπότε επέρχεται ακυρότητα, και μάλιστα ανεξάρτητα αν υπήρχε πράγματι πληρεξουσιότητα ή αν εγκρίθηκε η καταγγελία. Αντίθετα, αν δεν εναντιωθεί αυτός προς τον οποίο γίνεται, το κύρος της καταγγελίας, που βαρύνεται να αποδείξει ο καταγγέλλων ότι έγινε από αντιπρόσωπο του, θα εξαρτηθεί από την ύπαρξη ή μη του πληρεξουσίου εγγράφου ή της έγκρισης εκ μέρους του (καταγγέλλοντος), η οποία πρέπει να γίνει μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, είτε με την προσκόμιση συμβολαιογραφικού ή άλλου εγγράφου είτε με δήλωση του παριστάμενου διαδίκου, που καταχωρίζεται στα πρακτικά, διαφορετικά η καταγγελία είναι άκυρη (ΑΠ 825/2023, ΑΠ 1944/2022, ΑΠ 1311/2022 διαθέσιμες στη επίσημη ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου, ΑΠ 139/2016, ΕφΠειρ 418/2023 διαθέσιμη στην επίσημη ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά, ΕφΔυτΜακ 3/2019 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, προκειμένου να είναι άκυρη μια μονομερής δικαιοπραξία, θα πρέπει, ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή όχι πληρεξουσιότητας, ο ανακόπτων να αποκρούσει αμελλητί την καταγγελία για τον λόγο αυτόν, τουλάχιστον στα κάτωθι αναφερόμενα χρονικά σημεία, ήτοι κατά την επίδοση της καταγγελίας από τον δικαστικό επιμελητή, με μεταγενέστερη εξώδικη απάντηση του (ΕφΠειρ 197/2022 διαθέσιμη στην επίσημη ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά), όταν του επδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, με μεταγενέστερη εξώδικη δήλωση του, ή έστω, με την άσκηση ανακοπής, οπότε με τη συνδρομή και δικηγόρου έχει τη δυνατότητα να προβάλλει τον λόγο αυτό, οπότε η γνωστοποίηση θα ήταν άκυρη και αν ακόμη υπήρχε πράγματι πληρεξουσιότητα ή ο ίδιος γνώριζε την ύπαρξη της από άλλη πηγή (ΕφΠειρ 197/2022, δημοσιευμένη στην επίσημη ιστοσελίδα του Εφετείου Πειραιά), ΙΙ. Περαιτέρω, από τα άρθρα 218 παρ. 1 και 219 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι σε περίπτωση επίκλησης εκ μέρους του ανακόπτοντος περισσότερων λόγων ανακοπής, που κατατείνουν στο ίδιο αποτέλεσμα και ανεξάρτητα αν υπάρχει απλή σώρευση ή επικουρική, το Δικαστήριο δεν είναι υποχρεωμένο, με βάση την αρχή της εξουσίας διάθεσης (άρθρο 106 ΚΠολΔ), να λάβει υπόψιν τη σειρά προτεραιότητας, που υποδεικνύει ο ανακόπτων, αλλά μπορεί να επιλέξει όποιο λόγο κρίνει εκείνο, αφού όλοι οι λόγοι αναπτύσσουν ισοδύναμη ενέργεια, καθόσον η αιτούμενη με αυτές ακύρωση της διαταγής πληρωμής επέρχεται ήδη με την αποδοχή ενός λόγου, έστω και επικουρικού, ώστε να καθίσταται αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων, για έλλειψη εννόμου συμφέροντος του ανακόπτοντος, το οποίο δεν υφίσταται ούτε ψα την άσκηση έφεσης ούτε και αναίρεσης για τον λόγο αυτό εκ μέρους του, αφού με την παραδοχή του επικουρικού λόγου θεωρείται ότι νίκησε (ΑΠ 696/2021, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, με περαιτέρω παραπομπές σε ΑΠ 315/2018, ΑΠ 20/20159 ΑΠ 470/2005).

 

Στην προκείμενη περίπτωση, με τον έκτο λόγο της ανακοπής κατ' ορθή εκτίμηση του περιεχομένου του, την έρευνα του οποίου παραδεκτώς προτάσσει το Δικαστήριο, μη δεσμευόμενο από τη σειρά προτεραιότητας που επιλέγει η ανακόπτουσα, σύμφωνα και με όσα εκτίθενται στην υπό στοιχείο νομική σκέψη της παρούσας, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι η καταγγελία της ένδικης δανειακής σύμβασης είναι άκυρη, καθόσον δεν υπογράφηκε από νόμιμο εκπρόσωπο της καθ’ ης, αλλά από τρίτο φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν διέθετε τη σχετική πληρεξουσιότητα και δεν επέδειξε το πληρεξούσιο έγγραφο, δυνάμει του οποίου εξουσιοδοτήθηκε να προβεί για λογαριασμό της, στην ως άνω καταγγελία. Επιπροσθέτως ότι συνεπεία της ακυρότητας της καταγγελίας αυτής το ποσό για το οποίο εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, επί της οποίας εδράζονται οι ανακοπτόμενες πράξεις εκτέλεσης δεν ήταν ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, και ως εκ τούτου πρέπει να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις. Με αυτό το περιεχόμενο, ο κρινόμενος λόγος ανακοπής είναι παραδεκτός και νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 167, 216, 217, 226, 232, 233 ΑΚ και 623, 624 παρ, 1 626 και 933 ΚΠολΔ, και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

 

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψιν τόσο προς άμεση απόδειξη όσο και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, από τα οποία αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω, χωρίς ωστόσο να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της υπ' αριθμόν  ... σύμβασης στεγαστικού δανείου, που καταρτίστηκε στην Αθήνα, μεταξύ της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΟ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» ως πιστώτριας και της ανακόπτουσας, ως πιστούχου, χορηγήθηκε στην τελευταία δάνειο ποσού 25.000 με σκοπό την εξόφληση υφιστάμενου δανείου, σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες που περιλαμβάνονταν στην εν λόγω σύμβαση και στις πρόσθετες πράξεις αυτής. Λόγω μη εξυπηρέτησης της δανειακής σύμβασης, έλαβε χώρα η από 17.04.2013 καταγγελία αυτής και το κλείσιμο των τηρηθέντων λογαριασμών, από την ως άνω ανώνυμη εταιρία. Με την ανωτέρω εξώδικη καταγγελία, κλήθηκε η ανακόπτουσα να καταβάλει στην ως άνω πιστούχο το χρεωστικό υπόλοιπο, ύψους 2546,52 €9 πλέον τόκων και εξόδων, εντός πέντε ημερών από την κοινοποίηση. Η καταγγελία αυτή της δανειακής σύμβασης, υπογεγραμμένη από φυσικό πρόσωπο, που αναγράφεται ως νόμιμος εκπρόσωπος της Τράπεζας  ... επιδόθηκε στην ανακόπτουσα, δια θυροκολλήσεως, στις 23.07.2013, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη μετ' επικλήσεως υπ' αριθμόν .../2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών .... Ακολούθως, την 08.09.2022, η καθ' ης, υπό την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου, μη υπόχρεου διαδίκου και διαχειρίστριας της αρχικής τραπεζικής εταιρίας ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της υπ' αριθμόν 2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, για την ως άνω απαίτηση. Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο εξ απογράφου της ως άνω διαταγής πληρωμής επιδόθηκε στην ανακόπτουσα με την από 13.05.2024 επιταγή προς εκτέλεση. Ωστόσο, κατά την επίδοση της ως άνω εξώδικης καταγγελίας της δανειακής σύμβασης, δεν επιδείχθηκε στην ανακόπτουσα το απαιτούμενο πληρεξούσιο έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο το ανωτέρω φυσικό πρόσωπο, που φέρονταν ως νόμιμη εκπρόσωπος της αρχικής πιστούχου, τραπεζικής εταιρίας, δικαιούνταν να καταγγείλει τη σύμβαση για λογαριασμό της τελευταίας, η δε ανακόπτουσα, από την πλευρά τους, δεν την απέκρουσε χωρίς υπαίτια καθυστέρησης ισχυριζόμενη έλλειψη πληρεξουσιότητας του προαναφερόμενου προσώπου. Σύμφωνα δε, με τα εκτιθέμενα στην υπό στοιχείο μείζονα σκέψη της παρούσας, ενόψει της προβολής της έλλειψης πληρεξουσιότητας, το πρώτον με το δικόγραφο της υπό κρίση ανακοπής η καταγγελία θεωρείται ότι είναι κατ' αρχήν έγκυρη, υπό την προϋπόθεση ότι η καθ' ης θα αποδείξει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο του υπογράψαντος την καταγγελία προσώπου, ως έχουσα το βάρος απόδειξης προς τούτο, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Τούτο, ωστόσο, δεν έλαβε χώρα, καθώς η καθ' ης δεν απέδειξε την ύπαρξη εξουσίας του ανωτέρω προσώπου να προβαίνει σε καταγγελίες δανειακών συμβάσεων και ειδικότερα στην επίδικη καταγγελία, γεγονός, άλλωστε, που η καθ' ης η ανακοπή δεν αρνείται ειδικά με τις προτάσεις της. Εξάλλου, από την επισκόπηση τόσο της ως άνω καταγγελίας, όσο και της έκθεσης επίδοσης αυτής, δεν προκύπτει ότι επιδόθηκε ή επιδείχθηκε σχετικό έγγραφο πληρεξουσιότητας προς την ανακόπτουσαο Συνεπώς επήλθε ακυρότητα της καταγγελίας της ένδικης σύμβασης, εφόσον αυτή έλαβε χώρα χωρίς να επιδειχθεί στην ανακόπτουσα το σχετικό πληρεξούσιο έγγραφο. Κατόπιν τούτων, εφόσον η ως άνω καταγγελία είναι άκυρη, η δανειακή σύμβαση θεωρείται ότι δεν καταγγέλθηκε και συνεπώς το κατάλοιπο αυτής δεν κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ώστε έγκυρα να εκδοθεί για την απαίτηση της τράπεζας η διαταγή πληρωμής, επί της οποίας εδράζονται οι ανακοπτόμενες πράξεις εκτέλεσης. Επομένως, ο υπό κρίση λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να γίνει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και να ακυρωθεί η από 13.05.2024 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι του αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθμόν .../2023 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών καθώς και η υπ' αριθμόν .../2024 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης. Παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων ανακοπής, πλην του ανωτέρω που εξετάστηκε από το παρόν Δικαστήριο, καθώς από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 68, 216, 218, 583, 585, 933 ΚΠολΔ σαφώς συνάγεται ότι, όταν υπάρχουν περισσότεροι λόγοι, νομικοί οι πραγματικοί, που όλοι μαζί ή καθένας χωριστά αποβλέπουν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής ή της πράξης εκτέλεσης, τότε αν το Δικαστήριο κάνει δεκτό ένα λόγο και ικανοποιώντας το αίτημα της ανακοπής ακυρώσει την ανακοπτόμενη πράξη, δεν πρέπει να προχωρήσει στην έρευνα των λοιπών λόγων, καθώς μετά την ακύρωση θεωρείται ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος ΕφΠειρ 520/2023, ΕφΠειρ 41812023, διαθέσιμες στην επίσημη ιστοσελίδα του Εφετείου ΕφΠατρ 9/2021 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας, κατά παραδοχή του νομίμου αιτήματός της πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της καθ' ης, λόγω της ήττας της (άρθρα 106, 176, 189 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την ανακοπή

 

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την από 13.05.2024 επιταγή προς πληρωμή, που συντάχθηκε κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της υπ' αριθμόν ... διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

 

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ' αριθμόν ... έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Ιωαννίνων, με έδρα το Πρωτοδικείο Ιωαννίνων, ...

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ' ης η ανακοπή στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ανακόπτουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500 E).

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στα Ιωάννινα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 14 Ιανουαρίου 2025, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ