ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑλεξανδρούπολης 96/2024

 

Το απαράδεκτο του άρθρου 935 λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως, ισχύει δε μόνο όταν πρόκειται για ανακοπή του άρθρου 933, όχι του 632 ΚΠολΔ κι εφόσον έχει ήδη ασκηθεί προηγουμένως μια τέτοια ανακοπή από αυτόν τον ίδιο, που ασκεί (απαράδεκτα) την επόμενη, ανεξάρτητα δε από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η προηγούμενη. Σε περίπτωση παραίτησης, η ανακοπή του 933 θεωρείται μηδέποτε ασκηθείσα και το 935 ΚΠολΔ δεν εφαρμόζεται. Άκυρη η καταγγελία νομικού προσώπου μέσω τρίτων εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων, χωρίς επίδειξη πληρεξουσίου εγγράφου, ακόμα κι αν το κύρος της καταγγελίας αμφισβητηθεί το πρώτον με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων, διότι η αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής δεν ισοδυναμεί με έγκριση της καταγγελίας. Σε κάθε περίπτωση, εν προκειμένω δεν αρκεί ούτε η μεταγενέστερη έγκριση, προκειμένου να καταστεί αναδρομικά έγκυρη η καταγγελία που έγινε από πρόσωπο που δεν είχε την απαιτούμενη πληρεξουσιότητα, καθώς η καταγγελία που έγινε στο όνομα του νομικού προσώπου από αναρμόδιο ή χωρίς εξουσία πρόσωπο είναι ανυπόστατη και δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 233 και 238 ΑΚ, που αναφέρονται στη με αναδρομική ενέργεια μεταγενέστερη έγκριση από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, η εκ των υστέρων έγκριση δεν ισχυροποιεί αναδρομικά την ανυπόστατη καταγγελία, αλλά επέχει θέση νέας αυτοτελούς καταγγελίας, με την προϋπόθεση ότι αυτή θα περιέλθει νομίμως στον λήπτη αυτής. Δεκτή η ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι, ακυρότητα διαταγής πληρωμής.

 

Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία των δικηγόρων Γεωργίου Καλτσά (Δικηγόρου Πειραιά) και Γαρυφαλλιάς Γκατζιώλα (Δικηγόρου Αλεξανδρούπολης)

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 96/2024

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Χρυσούλα Μπεγιάζη, Πρωτόδικη, την οποίον όρισε ο Διευθύνων το Πρωτοδικείο Αλεξανδρούπολης, Πρόεδρος Πρωτοδικών και το Γραμματέα,

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Φεβρουάριου 2024, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΠΤΟΥΣΑΣ - ΑΣΚΟΥΣΑΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ: ... κατοίκου Αλεξανδρούπολης, οδός ... με Α.Φ.Μ. ... η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου, Γαρυφαλλιάς Γκατζιώλα (ΑΜ/ΔΣΑλ 243), που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και προκατέβαλε τις εισφορές του Ν. 4194/2013 (υπ’ αριθμόν ΑΛ.../21-2-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΑλεξ).

 

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ - ΚΑΘ’ ΗΣ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ... Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο ... (η οποία έφερε πρότερον την επωνυμία ... από Δάνεια και Πιστώσεις») με έδρα το Μοσχάτο Αττικής, επί της οδού Τ.Κ. ..., με Αρ. Γ.Ε.ΜΗ. ... της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. ΑΘΗΝΩΝ, στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας ειδικού σκοπού που φέρει την επωνυμία ..., με Αριθμό Μητρώου ... και έδρα στο Δουβλίνο Ιρλανδίας, οδός ... 4ος όροφος, IFSC, Δουβλίνο 1, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τους ... δυνάμει του από 14.06.2019 πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Ιρλανδίας ... ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ... στην οποία εκχωρήθηκαν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 455 επ. του Αστικού Κώδικα, μεταξύ άλλων, απαιτήσεις από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία και το διακριτικό τίτλο ..., μετά τη τροποποίηση της επωνυμίας της από ..., που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ..., Τ.Κ. ... με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η. ... όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τους κ. κ. ... δυνάμει της από ... αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής, δυνάμει της υπ' αριθμ. σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία διέπεται από τα άρθρα 108 και 14 του νόμου 3156/03 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000 (ΦΕΚ 220Α) και καταχωρήθηκε νόμιμα στον τόμο ... του δημοσίου βιβλίου του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών. Εν συνεχεία δυνάμει της υπ' αριθμ. σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία διέπεται από τα άρθρα 10, 14 και 16 του νόμου 3156/03 και καταχωρήθηκε στον τόμο 10/185 του δημοσίου βιβλίου του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, όπως αυτή επικαιροποιείται με την με αριθ. πρωτ. … καταχώρηση στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμος ..., αριθμός .), και την με αριθ. πρωτ. ... καταχώρηση στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμος., αριθμός .), η ... με διακριτικό τίτλο ... και ήδη με την επωνυμία ... Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο ..., με έδρα στο ..., οδός ... Τ.Κ. ..., με αριθμό Γ.Ε.Μ.Η. ... Α.Φ.Μ. ..., Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ, κατέστη διαχειρίστρια ... των ως άνω απαιτήσεων για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία ... και δεκτική καταβολής των ανωτέρω από μεταβιβασθεισών και τιτλοποιηθεισών επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που κατέθεσε έγγραφες προτάσεις και προκατέβαλε τις εισφορές του Ν. 4194/2013 (υπ’ αριθμόν ./20-2-2024 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του ΔΣΑλεξ)

 

      Η ανακόπτουσα ζητά να γίνει δεκτή α) η από 6-2-2023 ανακοπή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Α.Ε.Κ. ΕιδΜον ./6-2-2023 και προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, γράφτηκε στο πινάκιο και εκφωνήθηκε στη σειρά της από αυτό, καθώς και β) οι από 11-10-2023 πρόσθετοι λόγοι ανακοπής, που κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Α.Ε.Κ. ΕιδΜον ./19-10-2023, η συζήτηση των οποίων προσδιορίστηκε, επίσης, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, γράφτηκε στο πινάκιο και συνεκφωνήθηκε με την ανωτέρω ανακοπή, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας.

 

      Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

 

      Ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου εκκρεμούν α) η από 6-2-2023 και με Α.Ε.Κ. ΕιδΜον ./6-2-2023 ανακοπή και β) οι από 11-10-2023 και με Α.Ε.Κ. ΕιδΜον ./19-10-2023 πρόσθετοι αυτής λόγοι, που πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της μεταξύ τους σχέσης κυρίου και παρεπομένου (άρθρα 31, 591 παρ. 1 και 585 παρ. 2 εδ. β’ ΚΠολΔ).

 

I. Κατά το άρθρο 935 ΚΠολΔ, λόγοι ανακοπής που είναι γεννημένοι, σύμφωνα με το άρθρο 933 είναι απαράδεκτοι, όταν προταθούν σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη δίκη όπου ανακύπτει ζήτημα κύρους της εκτελέσεως. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, εφόσον ασκήθηκε ανακοπή εναντίον ορισμένης πράξεως της διαδικασίας της εκτελέσεως, πρέπει με το δικόγραφο αυτής ή με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων να προταθούν όλοι οι λόγοι που ήταν γεννημένοι και μπορούσαν να προταθούν και αν υπάρχει προθεσμία κατά το άρθρο 934 ΚΠολΔ για την άσκηση νέας ανακοπής, δεν είναι δυνατόν να προταθούν οι λόγοι, οι οποίοι ήταν γεννημένοι και μπορούσαν να προταθούν με την προηγούμενη ανακοπή. Σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη δίκη, κατά την οποία τίθεται θέμα κύρους ορισμένης πράξεως της εκτελεστικής διαδικασίας, κατά της οποίας ασκήθηκε ήδη ανακοπή, δεν μπορούν να προταθούν νέοι λόγοι ακυρότητας (ΑΠ856/2014, τνπ Νόμος, Μπρίνιας: Αναγκ. Εκτελ. Β’ έκδ. κάτω από το άρθρο 93 5, παρ. 172-174, σελ. 4 78 επ.). Το άρθρο 935 ΚΠολΔ αποβλέπει στην ταχεία εκκαθάριση των διαφορών που αναφύονται στην εκτέλεση και εκείθεν στην εμπέδωση ασφάλειας στις συναλλαγές. Συγκεκριμένα, με αυτό καθιερώθηκε για την ανακοπή του 933 το «σύστημα συγκέντρωσης», σύμφωνα με το οποίο επιβάλλεται να προσβάλλονται σε αυτήν όλοι οι έως την ανακοπή γεννημένοι λόγοι, ως ειδική έκφανση της αρχής του άνευ επικουρίας δικάζεσθαι. Ειδικότερα, κατά τη διάταξη, λόγοι ανακοπής που ήταν γεννημένοι και μπορούσε ο ανακόπτων να προτείνει στη δίκη της ανακοπής απορρίπτονται ως απαράδεκτοι αν προταθούν σε μεταγενέστερη δίκη, στην οποία ανακύπτει ζήτημα κύρους της εκτέλεσης. Το εν λόγω απαράδεκτο βαίνει παράλληλα, ανεξάρτητα και πέρα από εκείνο του άρθρου 933 παρ. 4 για τους καλυπτόμενες από το δεδικασμένο λόγους και η χρησιμότητα της διάταξης ακριβώς έγκειται στην κάλυψη περιπτώσεων, όπου δεν συντρέχουν οι όροι του. Έτσι με τη διάταξη αυτή του άρθρου 935 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 παρ. 2 του Ν.4055/2012, η σώρευση στο δικόγραφο της ανακοπής καθίσταται υποχρεωτική, όχι μόνο για τους γεννημένους στην άσκηση λόγους που αφορούν την προσβαλλόμενη με αυτήν πράξη εκτέλεσης, αλλά επιπρόσθετα και για όλους τους γεννημένους λόγους όσων άλλων πράξεων προηγήθηκαν. Το απαράδεκτο του άρθρου 935 λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως, ισχύει δε μόνο όταν πρόκειται για ανακοπή του άρθρου 933 κι εφόσον έχει ήδη ασκηθεί προηγουμένως μια τέτοια ανακοπή από αυτόν τον ίδιο, που ασκεί (απαράδεκτα) την επόμενη, ανεξάρτητα δε από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η προηγούμενη, αν δηλαδή εκκρεμεί προς έκδοση απόφασης ή αν αυτή εκδόθηκε [ΕφΑΘ 2472/2022, τνπ Νόμος, Κεραμεύς, Νίκας, Κονδύλης, Ερμηνεία ΚΠολΔ Αναγκαστική Εκτέλεση άρθρο 935 σελ. 247 επ. εκδ. 2021 με τις εκεί παραπομπές σε θεωρία και νομολογία].

 

      Με την υπό κρίση ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους αυτής, η ανακόπτουσα ζητά, για τους λόγους που εκθέτει, α) να ακυρωθεί η υπ’ αριθμόν ./ΔΓΊ/2022 διαταγή πληρωμής του Δικαστού του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης, δια της οποίας υποχρεώνεται να καταβάλει στην καθ’ ής ποσό 63.576,69 ευρώ, εντόκως, καθώς και ποσό 1.800 ευρώ ως δικαστική δαπάνη, όπως ειδικότερα ορίζεται στην προσβαλόμενη διαταγή πληρωμής, β) να ακυρωθεί η συνεπιδοθείσα με αυτή, κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου της προαναφερθείσας διαταγής, από 20-1-2023 επιταγή προς εκτέλεση, με την οποία η ανακόπτουσα επιτάχθηκε να καταβάλει τα ανωτέρω ποσά, πλέον εξόδων, καθώς και γ) να καταδικαστεί η καθ’ ής στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.

 

      Ενόψει των προεκτεθέντων, οι υπό κρίση ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής, στα δικόγραφα των οποίων σωρεύονται λόγοι κατά του κύρους των προαναφερθεισών διαταγής πληρωμής και επιταγής προς εκτέλεση, ως εξώδικης διαδικαστικής πράξης της προδικασίας της επισπευδόμενης επί τη βάσει της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής αναγκαστικής εκτέλεσης, αρμοδίως εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδίου Δικαστηρίου τούτου (ά. 7, 9, 12 - 14, 31, 584, 585, 632§1 εδ.α και 933 ΚΠολΔ), προκειμένου να εκδικασθούν με την αρμόζουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 632§2 εδ. β’, 937§3, 591 και 614 επ. του ίδιου κώδικα, όπως έχουν κατόπιν του ν. 4335/2015). Ωστόσο, όπως αναφέρει η ανακόπτουσα στο δικόγραφο των πρόσθετων λόγων ανακοπής, και όπως προκύπτει από το με αριθμό κατάθεσης ΕιδΜον ./20-6-2023 δικόγραφο ανακοπής και την υπ’ αριθμόν 10.216 721-6-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Αθηνών, ... (αμφότερα τα οποία ζητήθηκαν τηλεφωνικώς από την πληρεξούσια δικηγόρο της ανακόπτουσας, κατ’ άρθρο 227 σε συνδ. με το άρθρο 591 ΚΠολΔ), μετά την άσκηση της ένδικης ανακοπής, ασκήθηκε από την ανακόπτουσα η από 20-6-2023 ανακοπή της κατά, μεταξύ άλλων, και της ιδίας ως άνω επιταγής προς εκτέλεση, η οποία επιδόθηκε στην καθ’ ής στις 21-6-2023 και δια του δικογράφου αυτού, η τελευταία παραιτήθηκε από το δικόγραφο της ένδικης ανακοπής, ως προς τη σωρευόμενη σε αυτή ανακοπή κατά της επιταγής προς εκτέλεση (άρθρο 933 ΚΠολΔ). Συνεπώς, ως προς τη σωρευόμενη ανακοπή (μετά των προσθέτων λόγων αυτής) κατά της επιταγής προς εκτέλεση, η παρούσα δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, λόγω παραίτησης από το σχετικό δικόγραφο, σύμφωνα μετά άρθρα 294, 295 και 297 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Περαιτέρω, η κρινόμενη, σωρευόμενη ανακοπή (μετά των προσθέτων λόγων αυτής) κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρο 63 2§§1 και 2, 5 91§1 εδ. α’, 122 επ., 144§§1 και 3, 5 8 5 και 215 επ. ΚΠολΔ), δεδομένου ότι οι ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής είχε επιδοθεί στην ανακόπτουσα στις 24-1-2023 (βλ. την από ίδιας ημεροχρονολογίας επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας, ..., επί της ανωτέρω επιδοθείσας διαταγής πληρωμής με επιταγή προς εκτέλεση), η δε ανακοπή κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 6-2-2023, ενώ οι πρόσθετοι λόγοι αυτής στις 19-10-2023 και επιδόθηκαν στις 10-2-2023 και 6-11-2023, αντιστοίχως, στην καθ’ ής (βλ. τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την ανακόπτουσα υπ’ αριθμούς .Ε/10-2-2023 και ...Ε/6-11-2023 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή ...

 

Σημειωτέον ότι, όπως ανέφερε η πληρεξούσια δικηγόρος της ανακόπτουσας, κατά την επ’ ακροατήρίω συζήτηση, αλλά και δια του δικογράφου των προτάσεών της και όπως προκύπτει από τα ανωτέρω προσκομισθέντα, δικόγραφο της με Α.Ε.Κ. 179/20-6-2023 ανακοπής και έκθεση επίδοσης αυτής, καθώς και από την υπ’ αριθμόν 179/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης, την οποία προσκομίζει η ανακόπτουσα και η οποία λαμβάνεται υπόψη, παρά τη μη επίκλησή της δια του δικογράφου των προτάσεών της, ως γεγονός σε κάθε περίπτωση γνωστό στο Δικαστήριο από προηγούμενη ενέργειά του, κατ’ άρθρο 336 παρ. 2 (ΑΠ 885/2003, ΑΠ 1732/2001, τνπ Νόμος), μεταξύ των ίδιων διαδίκων κατά της από 20- 1-2023 επιταγής προς πληρωμή (κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου της ιδίας με την εδώ προσβαλλόμενη υπ’ αριθμόν 83/ΔΠ/2022 διαταγής πληρωμής) ασκήθηκε η προαναφερθείσα, με Α.Ε.Κ. 179/2023, ανακοπή, επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω απόφαση, η οποία έκανε δεκτό τον ίδιο λόγο ανακοπής με τον υπ’ αριθμόν 2 λόγο της ένδικης ανακοπής και ακύρωσε την προσβαλλόμενη επιταγή προς εκτέλεση, δεχόμενη ότι ακύρως εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής επί τη βάση της οποίας επιδόθηκε η επιταγή προς εκτέλεση, καθώς, με την αίτηση προς έκδοση της διαταγής, δεν είχε προσκομιστεί επικυρωμένο αντίγραφο της καταγγελίας της δανειακής σύμβασης. Μάλιστα, κατ’ αυτής της απόφασης, η καθ’ ής έχει ήδη ασκήσει έφεση, όπως προφορικά ανέφερε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της, γεγονός που δεν αμφισβητεί η ανακόπτουσα, η συζήτηση της οποίας (έφεσης) εκκρεμεί. Περαιτέρω, η καθ’ ής, δια των προτάσεών της, ισχυρίζεται ότι η ένδικη ανακοπή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι η ανακόπτουσα δεν προβάλλει κανέναν οψιγενή λόγο ανακοπής, αλλά αντιθέτως, σύμφωνα με το άρθρο 935 ΚΠολΔ, όλοι οι εδώ προβαλλόμενοι λόγοι ήταν γεννημένοι ήδη κατά την άσκηση της ως άνω με Α.Ε.Κ. 179/2023 ανακοπής, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να προταθούν εκ νέου στη μεταγενέστερη δίκη επί του παρόντος Δικαστηρίου. Ωστόσο, ο εν λόγω ισχυρισμός είναι απορριπτέος, πρωτίστως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος. Και τούτο, διότι το άρθρο 935 ΚΠολΔ εφαρμόζεται μόνο ενώπιον του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται επί της μεταγενέστερης ανακοπής και επίσης τυγχάνει εφαρμογής μόνο μεταξύ ανακοπών περί την εκτέλεση (Σ. Πανταζόπουλος, Αναγκαστική Εκτέλεση, Β’ Έκδοση, 2022, σελ. 275 επ. με εκεί περαιτέρω παραπομπές). Εν προκειμένω, η ένδικη ανακοπή, πέρα απ’ το ότι προηγείται χρονικά της με Α.Ε.Κ. 179/2023 ανακοπής, επιπλέον, σε αντίθεση με την τελευταία, αφορά αποκλειστικά στη διαταγή πληρωμής (κατόπιν της προαναφερθείσας παραίτησης από το δικόγραφο, ως προς την ανακοπή κατά της επιταγής προς εκτέλεση). Περαιτέρω, η σωρευόμενη ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής είναι εν γένει παραδεκτή και πρέπει οι ένδικοι λόγοι της να εξεταστούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό, τη νομική και την ουσιαστική βασιμότητά τους.

 

II. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 216 και 217 ΑΚ, η εξουσία για αντιπροσώπευση δίνεται με πληρεξουσιότητα προς τον εξουσιοδοτούμενο, που υποβάλλεται στον τύπο τον απαιτούμενο για τη δικαιοπραξία στην οποία αφορά. Επί νομικών προσώπων την πληρεξουσιότητα δίνει εκείνος που για κάθε συγκεκριμένη δικαιοπραξία έχει το δικαίωμα εκπροσώπησής του (ΑΠ 139/2016, ΕφΔυτΜακ 3/2019, δημ. τνπ Νόμος). Περαιτέρω, επειδή η καταγγελία μίας σύμβασης μπορεί να γίνει και από πληρεξούσιο, οπότε εφαρμόζεται και η διάταξη του άρθρου 226 ΑΚ, κατά την οποία, μονομερής δικαιοπραξία, που επιχειρείται προς άλλον χωρίς επίδειξη του πληρεξουσίου εγγράφου είναι άκυρη, εάν ο άλλος, προς τον οποίο γίνεται, την αποκρούσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι ο αποδέκτης της δήλωσης, δια της οποίας συντελείται μονομερής δικαιοπραξία ή οιονεί δικαιοπραξία εκ μέρους προσώπου που φέρεται ως αντιπρόσωπος άλλου, μπορεί, εφόσον δεν του επιδεικνύεται πληρεξούσιο έγγραφο, να την αποκρούσει, για το λόγο αυτό, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Στην περίπτωση αυτή, δηλαδή της απόκρουσης της δήλωσης χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, η επιχειρούμενη πράξη είναι άκυρη. Η ακυρότητα είναι απόλυτη, δεν θεραπεύεται με μεταγενέστερη έγκριση και επέρχεται, ανεξαρτήτως, εάν ο φερόμενος ως πληρεξούσιος είχε ή όχι την πληρεξουσιότητα. Για να επέλθουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα της καταγγελίας και μάλιστα ex nunc, πρέπει αυτή να επιχειρηθεί εκ νέου εγκύρως. Ο αποδέκτης της δήλωσης την αποκρούει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, εφόσον ενεργήσει εντός των χρονικών ορίων που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και τις περιστάσεις. Εάν το ως άνω πρόσωπο δεν ενεργήσει εντός των ως άνω χρονικών ορίων, η μονομερής δικαιοπραξία, που επιχειρείται χωρίς επίδειξη του πληρεξουσίου, είναι ισχυρή, εάν υπάρχει πληρεξουσιότητα. Κατά την υιοθετούμενη από το παρόν Δικαστήριο άποψη, δε, δεν αρκεί μεταγενέστερη έγκριση, προκειμένου να καταστεί αναδρομικά έγκυρη η καταγγελία που έγινε από πρόσωπο που δεν είχε την απαιτούμενη πληρεξουσιότητα, καθώς η καταγγελία που έγινε στο όνομα του νομικού προσώπου από αναρμόδιο ή χωρίς εξουσία πρόσωπο είναι ανυπόστατη και δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων 233 και 238 ΑΚ, που αναφέρονται στη με αναδρομική ενέργεια μεταγενέστερη έγκριση από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου, διότι, λόγω του διαπλαστικού χαρακτήρα της καταγγελίας, για τη συντέλεση αυτής, απαιτείται δήλωση βούλησης από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, η οποία μόνο με το όργανο που το εκπροσωπεί μπορεί να πραγματοποιηθεί. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, η εκ των υστέρων έγκριση δεν ισχυροποιεί αναδρομικά την ανυπόστατη καταγγελία, αλλά επέχει θέση νέας αυτοτελούς καταγγελίας, με την προϋπόθεση ότι αυτή θα περιέλθει νομίμως στον λήπτη αυτής [ΟλΑΠ 761/1964, ΑΠ 1311/2022, ΑΠ 393/2021, ΑΠ 1171/2019, ΑΠ 911/2013, ΑΠ 557/2008, ΕφΑΘ 2768/2022, τνπ Νόμος, Μ. Μαργαρίτη, ΕρμΑΚ, υπό άρθρο 233 ΑΚ, Βαθρακοκοίλη ΕρμΑΚ, υπό άρθρο 233, αρ. 8 - Νομολογία. Σημειωτέον ότι, η συμπεριφορά του δανειστή, ο οποίος υποβάλλει αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής δε συνιστά, κατά τη γνώμη του παρόντος Δικαστηρίου, έγκριση της καταγγελίας [(ΜονΕφΑΘ 4088/2021, ΜονΕφΑΘ 465/2018, δημ. τνπ Νόμος), η οποία σε κάθε περίπτωση, κατά τα ανωτέρω, δεν θα μπορούσε και να επιφέρει αναδρομικά έννομες συνέπειες. Βλ. αντίθ. ΑΠ 139/2016, ΕφΔυτΜακ 3/2019, ΕφΠατρ 694/2008, τνπ Νόμος, Φ. Δωρή σε Α. Γεωργιάδη - Μ. Σταθόπουλου, Αστικός Κώδικας, τόμος I υπό άρθρο 226, αριθ. 8, σελ. 396, σύμφωνα με τις οποίες, αν δεν εναντιωθεί ο αποδέκτης της καταγγελίας, το κύρος της, που βαρύνεται να αποδείξει ο καταγγέλλων ότι έγινε από αντιπρόσωπό του, θα εξαρτηθεί από την ύπαρξη ή μη του πληρεξουσίου εγγράφου ή της έγκρισης εκ μέρους του καταγγέλλοντας, η δε έγκριση πρέπει να γίνει μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, είτε με την προσκόμιση συμβολαιογραφικού ή άλλου εγγράφου είτε με δήλωση του παριστάμενου διαδίκου που καταχωρίζεται στα πρακτικά, διαφορετικά η καταγγελία είναι άκυρη). Περαιτέρω, γίνεται δεκτό ότι δεν εμποδίζεται το διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας ή και τα υποκατάστατα αυτού όργανα να αναθέσουν με απόφασή τους, που μπορεί κατά περίπτωση να είναι άτυπη και να συνάγεται και ερμηνευτικώς, κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, την εκτέλεση συγκεκριμένων νομικών πράξεων σε τρίτον, λ.χ. υπάλληλο της εταιρείας ή άλλο πρόσωπο, που ενεργεί στο όνομα ή για λογαριασμό της εταιρείας ως άμεσος αντιπρόσωπός της ή ανάλογα ως εντολοδόχος της (έμμεσος αντιπρόσωπος). Τα πρόσωπα αυτά συνάγεται ότι ενεργούν ως άμεσοι αντιπρόσωποι της εταιρίας κατά την κατάρτιση δικαιοπραξίας, όταν η εξωτερίκευση της δράσης τους, που εμφανίζεται στο κοινό, παρέχει την εντύπωση, σύμφωνα με τα κριτήρια που διαμορφώνονται στις συναλλαγές για το είδος της επιχειρηματικής δραστηριότητας της εταιρείας ότι με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ή των υποκατάστατων οργάνων της διοίκησής της ή έστω με την ανοχή τους ανατέθηκε στα πρόσωπα αυτά ο κύκλος εργασιών, που περιλαμβάνει και τη δικαιοπραξία στην οποία συνέπραξαν (ΑΠ 443/2018, ΑΠ 473/2016, ΑΠ 13 24/2014, ΑΠ 17 89/ 2013, τνπ Νόμος). Περαιτέρω, κατ’ ακολουθία της εν λόγω θέσης, σε περίπτωση καταγγελίας, αν ο αποδέκτης δεν αμφισβητήσει έγκαιρα την ύπαρξη της πληρεξουσιότητας των υπαλλήλων της τράπεζας, αλλά το πράξει για πρώτη φορά για πρώτη φορά με την ανακοπή, τότε, κατά μία άποψη, γίνεται δεκτό ότι οι υπάλληλοι της τράπεζας που υπέγραψαν την καταγγελία είναι ατύπως και παγίως εξουσιοδοτημένοι να καταγγέλλουν τις συμβάσεις των δανειοληπτών, οι οποίες δεν εξυπηρετούνται. Πρόκειται, δηλαδή, για άτυπη και πάγια εξουσιοδότηση προς τους υπαλλήλους της, αφού η καταγγελία αυτή εντάσσεται στον κύκλο των κύριων αρμοδιοτήτων τους [ΜονΕφΑΘ 147/2022, ΜΠρΘεσ 1760/2020, τνπ Νόμος) Κατ’ άλλη άποψη, την οποία υιοθετεί το παρόν Δικαστήριο, η καθ’ ης τράπεζα, που φέρει και το σχετικό βάρος απόδειξης του κύρους της καταγγελίας, οφείλει να προσκομίσει έγγραφο, από το οποίο να προκύπτει η αντιπροσωπευτική εξουσία των υπαλλήλου της. Ειδικότερα η καθ’ ης οφείλει, προκειμένου να αποκρούσει τον συγκεκριμένο λόγο ανακοπής, να προσκομίσει το καταστατικό της, από το οποίο θα προκύπτει (α) αν το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να αναθέτει την άσκηση του συνόλου ή μέρους των εξουσιών της διαχείρισης και εκπροσώπησης της τράπεζας σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή μη, υπαλλήλους της τράπεζας ή τρίτους, καθορίζοντας και την έκταση των ανατιθέμενων εξουσιών, (β) τον τρόπο με τον οποία τα πρόσωπα, στα οποία ανατίθενται οι ανωτέρω εξουσίες, δεσμεύουν την τράπεζα, ως όργανα αυτής, σε όλη την έκταση των εξουσιών που τους ανατέθηκαν, (γ) αν με βάση το προαναφερόμενο καταστατικό και τη σχετική απόφαση του Δ.Σ. της καθ’ ης, διόρισε πληρεξουσίους, αντιπροσώπους και αντικλήτους αυτής, υπαλλήλους της που θα πρέπει να  αναφέρονται ονομαστικά σε αυτό, στους οποίους παρέσχε την ειδική εντολή και πληρεξουσιότητα να προβαίνουν επ’ ονόματι και για λογαριασμό της (της καθ’ ης Τράπεζας) στις ειδικότερα περιγραφόμενες ενέργειες, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η καταγγελία των δανειακών συμβάσεων και (δ) αν στα πρόσωπα αυτά περιλαμβάνονται και οι ως άνω υπάλληλοι, οι οποίοι ενεργώντας από κοινού προέβησαν εν προκειμένω στην καταγγελία της ένδικης δανειακής σύμβασης, ενεργώντας ως όργανα εκπροσώπησης του νομικού προσώπου της καθ’ ης τράπεζας (ΜονΕφΑΘ 2768/2022, ΜονΕφΑΘ 577/2022, τνπ Νόμος)].

 

       Με τον δεύτερο πρόσθετο λόγο ανακοπής της (ο οποίος εξετάζεται λόγω ύπαρξης ενός τουλάχιστον παραδεκτού λόγου της με ΑΕΚ 45/2023 ανακοπής, όπως είναι εν προκειμένω ο υπ’ αριθμόν 2 λόγος της ανακοπής, παρελκούσης της εξέτασης του νόμω βάσιμου αυτού και της εν γένει εξέτασής του) κατ’ εκτίμηση του περιεχομένου του, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι η από 18-2-2022 εξώδικη καταγγελία της δανειακής σύμβασης πραγματοποιήθηκε από αναρμόδια προς τούτο πρόσωπα, άγνωστα στην ανακόπτουσα, τα οποία δεν είχαν σχετική πληρεξουσιότητα για την υπογραφή του σχετικού επιδοθέντος εγγράφου. Ότι, επομένως, η καταγγελία αυτή είναι άκυρη, με αποτέλεσμα, το κατάλοιπο του δανειακού λογαριασμού να μην έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Ότι συνακόλουθα, η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής δεν εκδόθηκε έγκυρα βάσει της συγκεκριμένης καταγγελίας και ως εκ τούτου, πρέπει αυτή να ακυρωθεί. Ο λόγος αυτός είναι παραδεκτός και νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 167, 216, 217, 226 ΑΚ και 623 ΚΠολΔ και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα. Από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψη τόσο προς άμεση απόδειξη, όσο και για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα από τα οποία αναφέρονται κατωτέρω, χωρίς να παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Μεταξύ της ανακόπτουσας και της εταιρείας με την επωνυμία ... συνήφθη στη Θεσσαλονίκη η υπ’ αριθμόν .../31-7-2003 σύμβαση στεγαστικού δανείου, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε στην ανακόπτουσα δάνειο ποσού 84.000 ευρό), με σκοπό την αγορά ακινήτου, σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες που περιλαμβάνονταν στην εν λόγω σύμβαση και στις πρόσθετες πράξεις αυτής. Για την εξυπηρέτηση της σύμβασης τηρήθηκε μεταξύ άλλων και ο διαδοχικά τελευταίος, υπ’ αριθμόν ... λογαριασμός. Λόγω μη εξυπηρέτησης της δανειακής σύμβασης, έλαβε χώρα η από 18-2-2022 καταγγελία αυτής και το κλείσιμο του τηρηθέντος λογαριασμού, από την ανώνυμη εταιρεία, με την επωνυμία ... Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο ... (η οποία έφερε πρότερον την επωνυμία ... Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις»), η οποία ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρίας ειδικού σκοπού που φέρει την επωνυμία .., με Αριθμό Μητρώου ..., ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία ..., στην οποία εκχωρήθηκαν, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 455 επ. του Αστικού Κώδικα, μεταξύ άλλων, απαιτήσεις από την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία ... και το διακριτικό τίτλο ..., μετά τη τροποποίηση της επωνυμίας της από ..., βάσει της από 14.06.2019 αποφάσεως του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής, δυνάμει της υπ’ αριθμ. ./18.6.2019 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία διέπεται από τα άρθρα 108 και 14 του νόμου 3156/03 σε συνδυασμό με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000 (ΦΕΚ 220Α) και καταχωρήθηκε νόμιμα στον τόμο 10-184 του δημοσίου βιβλίου του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών. Εν συνεχεία δυνάμει της υπ’ αριθμ. ./18.6.2019 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, η οποία διέπεται από τα άρθρα 10, 14 και 16 του νόμου 3156/03 και καταχωρήθηκε στον τόμο 10/185 του δημοσίου βιβλίου του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, όπως αυτή επικαιροποιήθηκε με την με αριθ. πρωτ. ./8-11-2022 καταχώρηση στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμος ., αριθμός .), και την με αριθ. πρωτ. ./8-11-2022 καταχώρηση στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών (τόμος ., αριθμός .), η ... διακριτικό τίτλο ... και ήδη με την επωνυμία «... Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο ..., κατέστη διαχειρίστρια των ως άνω απαιτήσεων για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία ... και δεκτική καταβολής των ανωτέρω από 18/06/2019 μεταβιβασθεισών και τιτλοποιηθεισών επιχειρηματικών απαιτήσεων. Με την ως άνω εξώδικη καταγγελία, κλήθηκε η ανακόπτουσα να καταβάλει στην καθ’ ής το χρεωστικό κατάλοιπο, ποσού 63.576, 69 ευρώ εντόκως από την επομένη της επίδοσης της καταγγελίας, πλέον εξόδων και μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης. Η καταγγελία αυτή, υπογραφόμενη από τους και επιδόθηκε στην ανακόπτουσα στις 23-2-2022 (βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την καθ’ ής, υπ’ αριθμόν .Ε/23-2-2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Εφετείου Θράκης, ...). Εν συνεχεία, κατόπιν αίτησης της καθ’ ής, εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν ./Δ.Π./2022 διαταγή πληρωμής για την ως άνω απαίτηση, αντίγραφο εξ απογράφου της οποίας επιδόθηκε στην ανακόπτουσα με επιταγή προς εκτέλεση. Ωστόσο, κατά την επίδοση της ως άνω εξώδικης καταγγελίας της σύμβασης, δεν επιδείχθηκε στην ανακόπτουσα το απαιτούμενο πληρεξούσιο έγγραφο, με το οποίο έπρεπε να είναι εφοδιασμένοι οι υπογράφοντες την καταγγελία, η δε ανακόπτουσα, από την πλευρά της, δεν την απέκρουσε χωρίς υπαίτια καθυστέρηση. Σύμφωνα, δε, με τα εκτιθέμενα στην ως άνω, υπό στοιχείο II μείζονα της παρούσας, ενόψει της προβολής της έλλειψης πληρεξουσιότητας, το πρώτον δια του δικογράφου των πρόσθετων λόγων της ανακόπτουσας, η καταγγελία θεωρείται ότι είναι κατ’ αρχήν έγκυρη, υπό την προϋπόθεση ότι η καθ’ ής θα αποδείξει την ύπαρξη πληρεξουσιότητας στο πρόσωπο των υπογραψάντων την καταγγελία προσώπων, ως έχουσα το βάρος απόδειξης προς τούτο, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, δεν έλαβε χώρα, καθώς η καθ’ ής δεν απέδειξε την ύπαρξη εξουσίας των προσώπων αυτών να προβαίνουν σε καταγγελίες δανειακών συμβάσεων και ειδικότερα στην εν λόγω καταγγελία, απορριπτομένου και του σχετικού ισχυρισμού της καθ’ ής ότι οι υπάλληλοι της τράπεζας λειτουργούσαν ως ατύπως εξουσιοδοτηθέντες για την υπογραφή καταγγελιών των δανειακών συμβάσεων, κατά τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω, υπό στοιχείο II νομική σκέψη. Συνεπώς, αφενός, η καταγγελία που έγινε θεωρείται ότι είναι ανυπόστατη, αφετέρου η σύμβαση θεωρείται ότι δε καταγγέλθηκε. Συνακόλουθα, το κατάλοιπο του λογαριασμού δεν κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ώστε έγκυρα να εκδοθεί για την απαίτηση της τράπεζας η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Σημειωτέον ότι, ίδια η αίτηση προς έκδοση διαταγής πληρωμής ή η δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της καθ' ής κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση ότι η τελευταία εγκρίνει αναδρομικά την έκδοση της διαταγής πληρωμής, δεν συνιστά έγκριση και της γενόμενης καταγγελίας. Σε κάθε περίπτωση, μια τέτοια έγκριση, ακόμη και αν πράγματι λάμβανε χώρα, κατά τη γνώμη που υιοθετεί σύμφωνα με τα ανωτέρω το παρόν Δικαστήριο, δεν θα μπορούσε, ούτως ή άλλως, να επιφέρει αναδρομικά έννομες συνέπειες. Εν προκειμένω, βέβαια, η σχετική δήλωση, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, βάλλει κατά των ισχυρισμών της ανακόπτουσας περί έλλειψης νομιμοποίησης της καθ’ ής κατά την υποβολή της αίτησης προς έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής και δεν αφορά, ούτως ή άλλως, στην έγκριση της γενόμενης καταγγελίας. Κατόπιν τούτων, ο προκείμενος λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος.

 

      Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, δεδομένου ότι έγινε δεκτός ο ανωτέρω λόγος ανακοπής, πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη η ένδικη, σωρευόμενη ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής. Παρέλκει δε η εξέταση των λοιπών λόγων ανακοπής, πολλώ δε μάλλον η τυχόν αναβολή της συζήτησης κατ’ άρθρο 249 ΚΠολΔ της συγκεκριμένης ανακοπής, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της υπ’ αριθμόν 179/2023 ανακοπής, η οποία, κατά τα ανωτέρω, εκκρεμεί ενώπιον του Εφετείου και στην οποία περιλαμβάνεται ο υπ’ αριθμόν 2 λόγος της ένδικης ανακοπής, καθώς παρέλκει η εξετασή του. Πρέπει, συνακόλουθα, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής. Περαιτέρω, πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη η δίκη, όσον αφορά την σωρευόμενη ανακοπή κατά της επιταγής προς εκτέλεση, λόγω παραίτησης από το δικόγραφο, κατά τα ανωτέρω. Τέλος, τα έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, σύμφωνα με το άρθρο 179 ΚΠολΔ, καθόσον η ερμηνεία των κανόνων δικαίου, που εφαρμόστηκαν, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής, όπως άπαντα τα ανωτέρω ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ, αντιμωλία των διαδίκων, α) την από 6-2-2023 και με Α.Ε.Κ. ΕιδΜον ./6-2-2023 ανακοπή και β) τους από 11-10-2023 και με Α.Ε.Κ. ΕιδΜον ./19-10-2023 προσθέτους λόγους αυτής.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τη σωρευθείσα ανακοπή κατά της υπ’ αριθμόν ./ΔΠ/2022 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης.

 

ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ’ αριθμόν ./ΔΠ/2022 διαταγή πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης.

 

ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΚΑΤΑΡΓΗΜΕΝΗ τη δίκη ως προς τη σωρευθείσα ανακοπή κατά της από 20-1-2023 επιταγής προς εκτέλεση.

 

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στην Αλεξανδρούπολη, στις 10-04-2024, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                   Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ