ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑιτωλοακαρνανίας (Παράλληλη Έδρα Μεσολογγίου) 101/2025

 

Εργατικό ατύχημα -.

 

Η απόφαση εκδόθηκε κατόπιν συζήτησης αγωγής εργαζομένου ο οποίος ισχυρίστηκε ότι υπέστη σοβαρό εργατικό ατύχημα κατά την εκτέλεση εργασίας σε ύψος, λόγω παραλείψεων του εργοδότη του σχετικά με τη λήψη των αναγκαίων μέτρων ασφάλειας και την παροχή κατάλληλου εξοπλισμού. Ο ενάγων ζήτησε να του επιδικασθούν 150.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και 100.000 ευρώ ως αποζημίωση κατ’ άρθρο 931 ΑΚ για τις δυσμενείς επιπτώσεις στην επαγγελματική του ζωή. Στην υπόθεση εμπλέκονταν επίσης η υπεργολάβος εταιρεία και ασφαλιστική εταιρεία, οι οποίες είχαν κληθεί με προσεπικλήσεις και πρόσθετες παρεμβάσεις. Το Δικαστήριο ανέλυσε εκτενώς το ισχύον νομικό πλαίσιο για την ευθύνη εργοδοτών σε εργατικά ατυχήματα (Ν. 551/1915, άρθρα 914, 932, 931 και 662 ΑΚ, Π.Δ. 17/1996, Π.Δ. 395/1994, Π.Δ. 396/1994, Οδηγία 2001/45/ΕΚ) και διευκρίνισε ότι για πλήρη αποζημίωση απαιτείται δόλος του εργοδότη ή παραβίαση ειδικών κανόνων ασφάλειας, ενώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης αρκεί οποιοδήποτε πταίσμα (αμέλεια). Επισήμανε επίσης ότι η αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ έχει περιουσιακό χαρακτήρα και, όταν ο εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση ΙΚΑ, καλύπτεται από το Ίδρυμα και όχι από τον εργοδότη. Με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία, το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε δόλος, ούτε συγκεκριμένη παραβίαση υποχρεωτικών διατάξεων ασφάλειας που να θεμελιώνει ευθύνη για πλήρη αποζημίωση, ούτε πταίσμα των εναγομένων που να δικαιολογεί χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη. Κατά συνέπεια, απέρριψε την αγωγή του ενάγοντος στο σύνολό της, καθώς και τις ανακοινώσεις δίκης, τις παρεμπίπτουσες αγωγές και τις πρόσθετες παρεμβάσεις των εμπλεκομένων εταιρειών. Και κατέληξε στην πλήρη απαλλαγή των εναγομένων και της ασφαλιστικής από τις αξιώσεις του εργαζομένου.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών Δημήτριου Σκύφτα)

 

 

Αριθμός 101/2025

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ

ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΕΔΡΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντούλα Αλπέντζου, Πρωτόδικη Γενικής Επετηρίδας, την οποία όρισε ο Διευθύνων το Πρωτοδικείο Αιτωλοακαρνανίας Πρόεδρος Πρωτοδικών και από το Γραμματέα Πέτρο Μπέλλα.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στην Παράλληλη Έδρα Μεσολογγίου την 15η Μαΐου 2025 για να δικάσει την υπόθεση :

 

Α] Επί της από 23-8-2023 (αριθ εκθ.καταθ. Μει …/2023) αγωγής:

 

Του ενάγοντος: … ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Πατρών, Περικλή Πασχάκη.

 

Των εναγομένων: 1] … και 2] Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «  …ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους Αθηνών, Γεώργιο Βασίλογλου και Δημήτριο Σκύφτα.

 

Β] Επί της από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωσης δίκης -προσεπίκλησης σε παρέμβαση:

 

Της ανακοινώνουσας τη δίκη προσεπικαλούσας: Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «  …ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους Αθηνών, Γεωργίου Βασίλογλου και Δημητρίου Σκύφτα.

 

Της καθ’ ης η ανακοίνωση- καθ'ης η προσεπίκληση: Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «… ΕΠΕ» που εδρεύει …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιου δικηγόρου της Αθηνών, Αναστασίας Βαρβιτσιώτη.

 

Γ] Επί της από 10-5-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετης παρέμβασης:

Της προσθέτως παρεμβαίνουσας: Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «… ΕΠΕ» που εδρεύει στον …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιου δικηγόρου της Αθηνών, Αναστασίας Βαρβιτσιώτη.

 

Της υπερ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση: Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «…ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «…»; που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους Αθηνών, Γεωργίου Βασίλογλου και Δημητρίου Σκύφτα.

 

Των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: 1] … και 2] …, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

 

Δ] Επί της από 29-3-2024 (αριθ· εκθ. καταθ.Μει ../2024) ανακοίνωσης δίκης- προσεπίκλησης-παρεμπίπτουσας αγωγής:

 

Της ανακοινώνουσας τη δίκη-προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως ενάγουσας: Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «… ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους Αθηνών, Γεώργιο Βασίλογλου και Δημήτριο Σκύφτα.

 

Της καθ'ης η ανακοίνωση της δίκης-καθ’ ης η προσεπίκληση-παρεμπιπτόντως εναγόμενης: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας με την επωνυμία « … Α.Ε. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» που εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποίας εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Πειραιά, Δημήτριο Βουτσινό.

 

Ε] Επί της από 26-4-2024 (αριθ. εκθ. καταθ, Μει …/2024) πρόσθετης παρέμβασης:

Της προσθέτως παρεμβαίνουσας: Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας με την επωνυμία « … Α.Ε. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» που εδρεύει στο Μαρούσι-Αττικής ( Λ. Κηφισίας 119) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποίας εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Πειραιά, Δημήτριο Βουτσινό.

 

Της υπερ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση: Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία «…ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους Αθηνών, Γεώργιο Βασίλογλου και Δημήτριο Σκύφτα,

 

Των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση: 1] … και 2] …, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

 

Ο ενάγων της υπό στοιχεία [Α] αγωγής ζητεί να γίνει δεκτή η από 23-8-2023 αγωγή του, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό εκθ. καταθ. Μει …/2023 προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 16-5-2024 και μετ’ αναβολές για τη δικάσιμο που αναφέρεται στη αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Η ανακοινώνουσα τη δίκη-προσεπικαλούσα σε πρόσθετη παρέμβαση της υπό στοιχεία [Β] ανακοίνωσης δίκης- προσεπίκλησης- ζητεί να γίνει δεκτή η από 29-3-2024 ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση- σε πρόσθετη παρέμβαση αγωγή της που κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό εκθ. καταθ. Μει …/2024 προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 16-5-2024 και μετ’ αναβολές για τη δικάσιμο που αναφέρεται στη αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Η προσθέτως παρεμβαίνουσα της υπό στοιχεία [Γ] πρόσθετης παρέμβασης ζητεί να γίνει δεκτή η από 10-5-2024 πρόσθετη παρέμβασή της που κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό εκθ. καταθ. Μει …/2024 προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 16-5-2024 και μετ’ αναβολές για τη δικάσιμο που αναφέρεται στη αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Η ανακοινώνουσα τη δίκη-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα της υπό στοιχεία [Δ] ανακοίνωσης δίκης-προσεπίκλησης-παρεμπίπτουσας αγωγής ζητεί να γίνει δεκτή η από 29-3-2024 ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή της που κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό εκθ. καταθ. Μει …/2024 προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 16-5-2024 και μετ’ αναβολές για τη δικάσιμο που αναφέρεται στη αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Η προσθέτως παρεμβαίνουσα της υπό στοιχεία [Ε] πρόσθετης παρέμβασης ζητεί να γίνει δεκτή η από 26-4-2024 πρόσθετη παρέμβασή της που κατατέθηκε στην γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό εκθ. καταθ. Μει …/2024 προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 16-5-2024 και μετ’ αναβολές για τη δικάσιμο που αναφέρεται στη αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, τα δικόγραφα των οποίων συνεκφωνήθηκαν από το οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν ως ανωτέρω αναφέρεται ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) αγωγή, η από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης -προσεπίκληση- παρεμπίπτουσα αγωγή, η από 10-5-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετη παρέμβαση, η από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή και η από 26-4-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετη παρέμβαση οι οποίες πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθόσον αφορούν αξιώσεις μεταξύ των ίδιων διαδίκων, οι οποίες απορρέουν από την ίδια ιστορική και νομική αιτία, ανήκουν στην αρμοδιότητα του ιδίου Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία καθόσον από τη συνεκδίκασή τους διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ παράλληλα επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρα 31, 246, 283, 591 § 1 και 614 παρ.3, 621 του ΚΠολΔ).

 

Από τις με αριθμ. …/10-5-2024 και …/10-5-2024 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών του Εφετείου Πατρών … και Εφετείου Δυτικής Στερεάς Ελλάδος … τις οποίες προσκομίζει η προσθέτως παρεμβαίνουσα της από 10-5-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετης παρέμβασης προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο του ένδικου δικογράφου με την πράξη κατάθεσης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα με επιμέλειά της στους καθ'ων η πρόσθετη παρέμβαση ( άρθρα 110 παρ.2, 122 παρ.1, 123, 124 παρ.1, 126 παρ.1 α, 128 παρ.1 ΚΠολΔ) με κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 16-5-2024, οπότε και αναβλήθηκε για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας ( 15-5-2025). Σημειωτέον ότι μόνη δε η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο της μετ’ αναβολή δικασίμου θεωρείται ως πλασματική κλήτευση των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση, επομένως, οι τελευταίοι (οι οποίοι κατά τα προεκτεθέντα κλητεύτηκαν νόμιμα για την αρχική δικάσιμο της 16/5/2024) δεν χρειαζόταν να κλητευθούν εκ νέου για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Οι τελευταίοι, όμως, δεν εμφανίσθηκαν στην παρούσα δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο πινάκιο και, συνεπώς, εφόσον η, μετά την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης, εγγραφή στο πινάκιο της αυτεπαγγέλτως ορισθείσας νέας δικασίμου επέχει θέση κλητεύσεως των διαδίκων (άρθρο 226§4 ΚΠολΔ. άρθρο 74§2 ν. 4690/2020-ΦΕΚ Α' 104/30-5-2020 και εν συνεχεία άρθρο 72§ 1 ν. 4722/2020-ΦΕΚ Α' 177/15-9-2020 , άρθρο 158§1 ν. 4764/2020-ΦΕΚ Α' 256/23-12-2020 και άρθρο 83§2 ν. 4790/2021-ΦΕΚ Α’ 48/31-3-2021), πρέπει αυτοί να δικαστούν ερήμην. Το Δικαστήριο ωστόσο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες [άρθρα 595 και 614 και 621 παρ.2 ΚΠολΔ],

 

Επίσης, από τις με αριθμ. …/30-4-2024 και …/9-5-2024 εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών του Εφετείου Πατρών … και Εφετείου Δυτικής Στερεός Ελλάδος … τις οποίες προσκομίζει η προσθέτως παρεμβαίνουσα της 26-4-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετης παρέμβασης προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο του ένδικου δικογράφου με την πράξη κατάθεσης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα με επιμέλειά της στους καθ'ων η πρόσθετη παρέμβαση ( άρθρα 110 παρ.2, 122 παρ.1, 123, 124 παρ.1, 126 παρ.1 α, 128 παρ.1 ΚΠολΔ) με κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 16-5-2024, οπότε και αναβλήθηκε για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας ( 15-5-2025). Σημειωτέον ότι μόνη δε η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο της μετ’ αναβολή δικασίμου θεωρείται ως πλασματική κλήτευση των καθ’ ων η πρόσθετη παρέμβαση, επομένως, οι τελευταίοι ( οι οποίοι κατά τα προεκτεθέντα κλητεύτηκαν νόμιμα για την αρχική δικάσιμο της 16/5/2024) δεν χρειαζόταν να κλητευθούν εκ νέου για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Οι τελευταίοι, όμως, δεν εμφανίσθηκαν στην παρούσα δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο πινάκιο και, συνεπώς, εφόσον η, μετά την αναβολή της συζήτησης της υπόθεσης, εγγραφή στο πινάκιο της αυτεπαγγέλτως ορισθείσας νέας δικασίμου επέχει θέση κλητεύσεως των διαδίκων (άρθρο 226§4 ΚΠολΔ. άρθρο 74§2 ν. 4690/2020-ΦΕΚ Α' 104/30-5-2020 και εν συνεχεία άρθρο 72§ 1 ν. 4722/2020-ΦΕΚ Α' 177/15-9-2020 , άρθρο 158§1 ν. 4764/2020-ΦΕΚ Α' 256/23-12-2020 και άρθρο 83§2 ν. 4790/2021-ΦΕΚ Α’ 48/31-3-2021), πρέπει αυτοί να δικαστούν ερήμην. Το Δικαστήριο ωστόσο πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες [άρθρα 595 και 614 και 621 παρ.2 ΚΠολΔ],

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 551/1915 "περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων", όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ/μα της 24.7/25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 εδ. α’ του ΕισΝΑΚ, ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου (εργατικό ατύχημα), στις οποίες περιλαμβάνονται και τα συνεργεία, για το οποίο παρέχεται δικαίωμα αποζημίωσης κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού, θεωρείται κάθε βλάβη του σώματος ή της υγείας (περιλαμβανόμενου και του θανάτου), η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, μη αναγόμενου αποκλειστικά σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, το οποίο και δεν θα συνέβαινε αν δεν υπήρχε η εργασιακή σχέση και η υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες παροχή της εργασίας (ΟλΑΠ 1287/1986). Από δε το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 914, 932 ΑΚ, 1 και 16 του ως άνω ν. 551/1915, όπως αυτός κωδικοποιήθηκε, με το β.δ. της 24.7/25.8.1920, προκύπτει ότι χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος, όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας. Η διάταξη του άρθρου 16 παρ.1 του ν. 551/1915, κατά την οποία ο παθών σε εργατικό ατύχημα δικαιούται να εγείρει την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσει πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τήρησης των διατάξεων αυτών, αναφέρονται στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο και εφαρμόζονται για αυτό μόνον οι γενικές διατάξεις (ΟλΑΠ 1117/1986 ΕΕργΔ 1987.71, ΑΠ 330/2017, ΑΠ 133/2016, ΑΠ 80/2016 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Κατ’ ακολουθίαν, στην περίπτωση εργατικού ατυχήματος ο παθών δικαιούται πλήρη αποζημίωση, μόνον αν το ατύχημα μπορεί να αποτελεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση στην οποία δεν τηρήθηκαν οι πιο πάνω διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων σ’ αυτές και, συνεπώς, όχι όταν το ατύχημα οφείλεται στη μη τήρηση των όρων που επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς δηλαδή να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (ΟλΑΠ 26/1995 Δνη 1996.38, ΑΠ 676/2023 ιστοσελίδα ΑΠ, ΑΠ 1255/2018,ΑΠ 1858/2011 ΤΝΠ Νόμος). Για να δικαιούται, αντίθετα, ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν με την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνον η ειδική αμέλεια περί την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ.1 του ν. 551/1915 (ΟΑΠ 1 18/2008 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 425/2018, ΑΠ 614/2017, ΑΠ 181/2016 ό.π., ΑΠ 182/2015 ό.π.). Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 1 του ως άνω κωδικοποιηθέντος Νόμου 551/1915, κατά την οποία ο παθών σε εργατικό ατύχημα ή τα δικαιούμενα αντ' αυτού πρόσωπα δικαιούνται να εγείρουν την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσουν πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τήρησης των διατάξεων αυτών, αναφέρεται μόνο στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο, οπότε εφαρμόζονται για αυτή μόνο οι γενικές διατάξεις (ΟλΑΠ 1117/1986, ΑΠ 1365/2023, ΑΠ 330/2017, ΑΠ 910/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 938/2013). Για να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ή, σε περίπτωση θανάτου του, οι συγγενείς του χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης), αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, με την έννοια του άρθρου 914 του ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ. 1 του κωδικοποιηθέντος ν. 551/1915 (ΑΠ 61/2023, ΑΠ 425/2018, ΑΠ 1389/2018 ΤΝΠ Νόμος ΑΠ 910/2015, ΑΠ 888/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 19/2014, ΑΠ 81/2013, ΑΠ 412/2008, ΕφΑΘ 1748/2019, ΕφΔωδ 180/2018, ΤΝΠ Νόμος). Πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν, από το οποίο πηγάζει υποχρέωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, μπορεί να θεμελιωθεί και στο ότι δεν τηρήθηκαν από αυτούς οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών που επιβάλλουν τους όρους ασφαλείας για τη διαφύλαξη της υγείας της σωματικής ακεραιότητας και της ζωής των εργαζομένων, σύμφωνα με το άρθρο 662 ΑΚ (ΑΠ 498/2023, ΑΠ 412/2018, ΑΠ 80/2016 δη μ. Ιστοσελίδα ΑΠ).

 

Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 297, 298 και 330 του ίδιου κώδικα, προκύπτει ότι προϋποθέσεις της υποχρέωσης προς αποζημίωση, είναι; α)ζημιογόνος συμπεριφορά- (πράξη ή παράλειψη), β)παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ)υπαιτιότητα και δ)πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος, μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς (νόμιμου λόγου ευθύνης) και αποτελέσματος (ζημίας). Στην έννοια της υπαιτιότητας περιλαμβάνεται ο δόλος και η αμέλεια (υπό τις διάφορες μορφές της). Η αμέλεια, ο ορισμός της οποίας δίδεται στο άρθρο 330 εδ. β’ ΑΚ (μη καταβολή της επιμέλειας που απαιτείται στις συναλλαγές), είναι παρά ταύτα αόριστη νομική έννοια, της οποίας απαιτείται εκάστοτε εξειδίκευση με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας. Όταν η ζημιογόνος συμπεριφορά συνίσταται σε υπαίτια παράλειψη, αμέλεια και εντεύθεν υποχρέωση αποζημίωσης υφίσταται μόνο όταν υπήρχε υποχρέωση του υπαίτιου προς ενέργεια της παραλειφθείσας πράξης από τον νόμο ή δικαιοπραξία ή την καλή πίστη κατά την κρατούσα κοινωνική αντίληψη και ιδία προηγούμενη συμπεριφορά του (υπαίτιου), από την οποία δημιουργήθηκε κατάσταση που επέβαλε τη λήψη μέτρων προς αποτροπή του απειλούμενου κινδύνου (ΑΠ 1121/2023, ΑΠ 1606, 2018 534/2017, ΑΠ 517/2017, απασ. Δημ.Ιστοσελ. ΑΠ, ΑΠ 333/2017, ΑΠ 212/2014 δημ/νες σε ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 1125/2013). Τέτοια υποχρέωση προστασίας υπάρχει και για τον εργοδότη τόσο από τη γενική διάταξη του άρθρου 662 ΑΚ, όσο και κυρίως από τις διατάξεις της ειδικής εργατικής νομοθεσίας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι διατάξεις του Π.Δ/τος 17/1996 «Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ΕΟΚ (ΑΠ 888/2015, ιστοσελ. ΑΠ). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ - ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ, Αρθρο 7: «Γενικές υποχρεώσεις των εργοδοτών: 1.0 εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας, και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων. 2. Εάν ο εργοδότης προσφεύγει σε άτομα εκτός της επιχείρησης ή σε ΕΞΥΠΠ για την ανάθεση των καθηκόντων τεχνικού ασφάλειας ή/και γιατρού εργασίας, αυτό δεν τον απαλλάσσει από τις υποχρεώσεις του στον τομέα αυτό. 3. Οι υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας, του γιατρού εργασίας και των εκπροσώπων των εργαζομένων, δεν θίγουν την αρχή της ευθύνης του εργοδότη. 4.... 5. Στο πλαίσιο των ευθυνών του, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης, καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων. 6. Ο εργοδότης υποχρεούται: α) Να φροντίζει ώστε να προσαρμόζονται τα μέτρα της προηγουμένης παραγράφου ανάλογα με τις μεταβολές των περιστάσεων και να επιδιώκει τη βελτίωση των υφισταμένων καταστάσεων, β) Να εφαρμόζει τις υποδείξεις των τεχνικών και υγειονομικών επιθεωρητών εργασίας και γενικά να διευκολύνει το έργο τους μέσα στην επιχείρηση κατά τους ελέγχους, γ) Να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, δ) Να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους, ε) Να καταρτίζει πρόγραμμα προληπτικής δράσης και βελτίωσης των συνθηκών εργασίας στην επιχείρηση, στ) Να εξασφαλίζει τη συντήρηση και την παρακολούθηση της ασφαλούς λειτουργίας μέσων και εγκαταστάσεων, ζ) Να ενθαρρύνει και διευκολύνει την επιμόρφωση των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους, σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν. 1568/85 και τα άρθρα 6 και 12 του παρόντος διατάγματος. 7. Ο εργοδότης εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, βάσει των ακόλουθων γενικών αρχών πρόληψης: α) Αποφυγή των κινδύνων, β) Εκτίμηση των κινδύνων που δεν μπορούν να αποφευχθούν, γ) Προσαρμογή της εργασίας στον άνθρωπο, ειδικότερα όσον αφορά τη διαμόρφωση των θέσεων εργασίας, καθώς και την επιλογή των εξοπλισμών εργασίας και των μεθόδων εργασίας και παραγωγής, προκειμένου ιδίως να μετριασθεί η μονότονη και ρυθμικά επαναλαμβανόμενη εργασία και να μειωθούν οι επιπτώσεις της στην υγεία, δ) Αντικατάσταση του επικίνδυνου από το μη επικίνδυνο ή το λιγότερο επικίνδυνο, ε) Προγραμματισμός της πρόληψης με στόχο ένα συνεκτικό σύνολο που να ενσωματώνει στην πρόληψη την τεχνική, την οργάνωση της εργασίας, τις συνθήκες εργασίας, τις σχέσεις μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και την επίδραση των παραγόντων του περιβάλλοντος στην εργασία, στ) Καταπολέμηση των κινδύνων στην πηγή τους, ζ) Προτεραιότητα στη λήψη μέτρων ομαδικής προστασίας σε σχέση με τα μέτρα ατομικής προστασίας, η) Προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις, θ) Παροχή των κατάλληλων οδηγιών στους εργαζόμενους,..». Εξάλλου, σύμφωνα με το ΠΔ 396/1994 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρήση από τους εργαζόμενους εξοπλισμών ατομικής προστασίας κατά την εργασία σε συμμόρφωση προς την οδηγία του Συμβουλίου 89/656/ΕΟΚ», Άρθρο 3: Γενικός κανόνας: Οι εξοπλισμοί ατομικής προστασίας πρέπει να χρησιμοποιούνται εφόσον οι κίνδυνοι δεν είναι δυνατό να αποφευχθούν ή να περιορισθούν επαρκώς με τεχνικά μέτρα ή μέσα συλλογικής, προστασίας ή με μέτρα, μεθόδους ή διαδικασίες οργάνωσης της εργασίας». Επιπροσθέτως, σύμφωνα με το ΠΔ 395/1994 «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζόμενους κατά την εργασία τους σε συμμόρφωση με την οδηγία 89/655/ΕΟΚ" κατά το άρθρο 5 "Όταν η χρησιμοποίηση του εξοπλισμού εργασίας ενδέχεται να παρουσιάσει ιδιαίτερο κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε: 1. Ο εξοπλισμός εργασίας να χρησιμοποιείται μόνον από τους εργαζόμενους στους οποίους έχει ανατεθεί η χρήση του. 2. Οι εργασίες επισκευής, μετατροπής, προληπτικού ελέγχου και συντήρησης του εξοπλισμού να εκτελούνται από εργαζόμενους που έχουν ειδική αρμοδιότητα για το σκοπό αυτό.", κατά το άρθρο 6 «1. Στο πλαίσιο της ενημέρωσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε οι εργαζόμενοι να έχουν στη διάθεσή τους τις επαρκείς πληροφορίες και, όταν απαιτείται, γραπτές οδηγίες χρήσης σχετικά με τον εξοπλισμό εργασίας που χρησιμοποιείται κατά την εργασία. 2. Οι ανωτέρω πληροφορίες και γραπτές οδηγίες πρέπει να περιέχουν κατ' ελάχιστον κατάλληλες πληροφορίες σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων σχετικά με: α) Τις συνθήκες χρήσης του εξοπλισμού εργασίας, β) Τις προβλεπτέες έκτακτες καταστάσεις, γ) Τα συμπεράσματα που συνάγονται, ενδεχομένως, από την πείρα που έχει αποκτηθεί κατά τη χρήση του εξοπλισμού εργασίας. «Πρέπει να εφιστάται η προσοχή των εργαζομένων στους κίνδυνους που τους αφορούν, σχετικά με: α. τον εξοπλισμό εργασίας που υπάρχει στο άμεσο εργασιακό τους περιβάλλον και β. τις τροποποιήσεις που τους αφορούν, στο μέτρο που αυτές επιδρούν στον εξοπλισμό εργασίας που βρίσκεται στο άμεσο εργασιακό τους περιβάλλον, έστω και αν δεν χρησιμοποιείται άμεσα από αυτούς.» 3. Οι πληροφορίες και οι γραπτές οδηγίες χρήσης πρέπει να είναι κατανοητές για τους ενδιαφερομένους εργαζόμενους. 4. Για κάθε εξοπλισμό εργασίας παρέχονται και είναι διαθέσιμες, μέσα στην επιχείρηση ή/και την εγκατάσταση, οι κατάλληλες πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των απαιτήσεων του άρθρου", κατά το δε άρθρο 7 του αυτού Π.Δ. "Στα πλαίσια της εκπαίδευσης των εργαζομένων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ο εργοδότης διασφαλίζει ότι: 1. Οι εργαζόμενοι στους οποίους έχει ανατεθεί η χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας εκπαιδεύονται επαρκώς, ιδιαίτερα για τους κινδύνους που, ενδεχομένως, δημιουργούνται κατά τη χρησιμοποίησή του.", και τέλος κατ' άρθρο 9 παράρτημα, περίπτωση 2. "2. Γενικές ελάχιστες προδιαγραφές που ισχύουν για τον εξοπλισμό εργασίας 2.1. Τα συστήματα χειρισμού και τα όργανα ελέγχου κάθε εξοπλισμού εργασίας πού επηρεάζουν την ασφάλεια πρέπει να είναι σαφώς ορατά και αναγνωρίσιμα και, όταν αυτό απαιτείται, να φέρουν την κατάλληλη σήμανση. 2.2. Τα συστήματα χειρισμού και τα όργανα ελέγχου, εκτός για όσα είναι απόλυτα αναγκαίο, πρέπει να είναι τοποθετημένα έξω από επικίνδυνες ζώνες και με τρόπο ώστε: 2.2.1 Ο χειρισμός τους να μη δημιουργεί κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων. 2.2.2.Να μην υπάρχει κίνδυνος ακούσιων χειρισμών. 2.2.3.0 χειρισμός των συστημάτων και η παρακολούθηση των οργάνων ελέγχου να επιβαρύνει κατά το ελάχιστο δυνατό το μυοσκελετικό σύστημα των εργαζομένων. 2.3. Ο χειριστής πρέπει να μπορεί, από την κύρια θέση χειρισμού, να βεβαιώνεται ότι δεν υπάρχουν άτομα εκτιθέμενα στις επικίνδυνες ζώνες. Εάν αυτό είναι αδύνατο, κάθε φορά που ο εξοπλισμός τίθεται σε λειτουργία πρέπει αυτομάτως να προηγείται ένα ασφαλές σύστημα, όπως ένα ηχητικό ή οπτικό προειδοποιητικό σήμα. Ο εκτιθέμενος εργαζόμενος πρέπει να έχει το χρόνο και τα μέσα να αποφεύγει τους κινδύνους που δημιουργεί η εκκίνηση ή η παύση λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας. «2.4. Τα συστήματα χειρισμού πρέπει να είναι ασφαλή. Κατά την επιλογή τους πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι βλάβες, αστοχίες και πιέσεις ή περιορισμοί που είναι προβλεπτοί στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης χρησιμοποίησής τους ώστε να μη δημιουργούνται επικίνδυνες καταστάσεις.» 2.5. Η θέση σε λειτουργία ενός εξοπλισμού εργασίας πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται μόνον με εκούσιο χειρισμό ενός συστήματος χειρισμού το οποίο προβλέπεται για το σκοπό αυτό. Το ίδιο ισχύει για την εκ νέου θέση σε λειτουργία του εξοπλισμού μετά από διακοπή, για οποιοδήποτε λόγο καθώς και για την εντολή μιας σημαντικής τροποποίησης των συνθηκών λειτουργίας (π.χ. ταχύτητα, πίεση, κ.λ.π.), εκτός εάν αυτή η εκ νέου θέση σε λειτουργία ή η τροποποίηση δεν παρουσιάζει κανένα κίνδυνο για τους εκτιθέμενους εργαζόμενους. Η απαίτηση αυτή δεν αφορά την εκ νέου θέση σε λειτουργία ή την τροποποίηση των συνθηκών λειτουργίας που προκύπτουν από την κανονική πορεία ενός αυτόματου κύκλου. 2.6. Κάθε εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με σύστημα χειρισμού που να επιτρέπει τη γενική διακοπή της λειτουργίας του υπό ασφαλείς συνθήκες. 2.7. Κάθε θέση εργασίας πρέπει να είναι εξοπλισμένη με σύστημα χειρισμού που να επιτρέπει τη διακοπή της λειτουργίας, ανάλογα με τους υφιστάμενους κινδύνους, είτε ολόκληρου του εξοπλισμού εργασίας είτε μόνο ενός μέρους του, έτσι ώστε ο εξοπλισμός να είναι σε ασφαλή κατάσταση. Η εντολή διακοπής της λειτουργίας του εξοπλισμού εργασίας πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των εντολών της θέσης σε λειτουργία. Μετά τη διακοπή της λειτουργίας του εξοπλισμού ή των επικίνδυνων μερών του, πρέπει να διακόπτεται η παροχή ενέργειας των αντίστοιχων διατάξεων θέσης σε λειτουργία. 2.8. Ο εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με διάταξη επείγουσας διακοπής της λειτουργίας του, εάν αυτό ενδείκνυται, και αναλόγως των κινδύνων που δημιουργεί η λειτουργία του και του χρόνου που χρειάζεται κανονικά η διακοπή της. 2.9. Ο εξοπλισμός εργασίας που δημιουργεί κινδύνους από πτώση ή εκτόξευση αντικειμένων πρέπει να είναι εφοδιασμένος με κατάλληλες διατάξεις ασφαλείας που αντιστοιχούν στους κινδύνους αυτούς. 2.10.......2.11.       Η ευστάθεια του εξοπλισμού εργασίας και των στοιχείων του πρέπει να εξασφαλίζεται με πάκτωση ή με άλλα μέσα, εάν αυτό είναι αναγκαίο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων. 2.12. Εφόσον υπάρχουν πιθανότητες διάρρηξης ή θραύσης στοιχείων εξοπλισμού εργασίας, που ενδέχεται να δημιουργήσουν σημαντικό κίνδυνο για την ασφάλεια ή την υγεία των εργαζομένων, πρέπει να λαμβάνονται τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα. 2.13. Εάν υπάρχουν κίνδυνοι λόγω επαφής με κινούμενα μηχανικά στοιχεία του εξοπλισμού εργασίας που μπορεί να προκαλέσουν ατυχήματα, πρέπει αυτά να είναι εφοδιασμένα με προφυλακτήρες ή με συστήματα που να εμποδίζουν την πρόσβαση στις επικίνδυνες ζώνες ή να σταματούν την κίνηση των επικίνδυνων στοιχείων πριν την πρόσβαση στις επικίνδυνες ζώνες. 2.14. Οι προφυλακτήρες και τα συστήματα προστασίας: 2.14.1 Πρέπει να είναι ανθεκτικής κατασκευής. 2.14.2. Δεν πρέπει να προκαλούν πρόσθετους κινδύνους. 2.14.3. Δεν πρέπει να μπορούν να παρακαμφθούν ή να αχρηστευθούν εύκολα. 2.14.4. Πρέπει να βρίσκονται σε επαρκή απόσταση από την επικίνδυνη ζώνη. 2.14.5. Πρέπει να παρακωλύουν στο ελάχιστο την παρακολούθηση των φάσεων εργασίας. 2.14.6. Πρέπει να επιτρέπουν τις απαραίτητες επεμβάσεις για την τοποθέτηση ή/και την αντικατάσταση των στοιχείων του εξοπλισμού εργασίας καθώς και την εκτέλεση των εργασιών συντήρησης. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να επιτρέπουν την πρόσβαση μόνον στον τομέα όπου θα εκτελεστεί η εργασία και, αν είναι δυνατόν, χωρίς να χρειαστεί αποσυναρμολόγηση του προφυλακτήρα ή του συστήματος προστασίας. 2.15. Οι περιοχές και τα σημεία όπου γίνεται εργασία ή συντήρηση του εξοπλισμού εργασίας, πρέπει να φωτίζονται κατάλληλα, ανάλογα με τις προς εκτέλεση εργασίες. 2.16....2.17. Τα συστήματα συναγερμού του εξοπλισμού εργασίας πρέπει να είναι εύληπτα και κατανοητά. 2.18. Ο εξοπλισμός εργασίας δεν μπορεί να χρησιμοποιείται παρά μόνο για εργασίες και υπό συνθήκες για τις οποίες είναι κατάλληλος. 2.19. Οι εργασίες συντήρησης πρέπει να μπορούν να εκτελρύνται ενόσω έχει διακοπεί η λειτουργία του εξοπλισμού εργασίας. Εάν αυτό δεν είναι δυνατό, πρέπει, αν μπορούν, να λαμβάνονται τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα για την εκτέλεση των εργασιών αυτών ή οι εργασίες αυτές πρέπει να μπορούν να γίνονται έξω από τις επικίνδυνες ζώνες. 2.20. Το βιβλιάριο προληπτικού ελέγχου και συντήρησης κάθε εξοπλισμού που διαθέτει τέτοιο βιβλιάριο, πρέπει να τηρείται ενημερωμένο. 2.21. Κάθε εξοπλισμός εργασίας πρέπει να είναι εφοδιασμένος με σαφώς αναγνωρίσιμα συστήματα που να επιτρέπουν την απομόνωση από καθεμία από τις πηγές παροχής ενέργειας του. 2.22. Ο εξοπλισμός εργασίας πρέπει να φέρει τις απαραίτητες για την ασφάλεια των εργαζομένων προειδοποιητικές ενδείξεις και σημάνσεις. 2.23. Για την εκτέλεση των εργασιών παραγωγής, ρύθμισης και συντήρησης του εξοπλισμού εργασίας, οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν ασφαλή πρόσβαση και παραμονή σε όλα τα σημεία όπου χρειάζεται.» Στο δε άρθρο 42 παρ. 5 του Κώδικα Νόμων για την Υγεία και την Ασφάλεια (Ν. 3850/2010) ορίζεται ότι «Στο πλαίσιο των ευθυνών του ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων» ενώ κατά τις παραγράφους 1 και 6 οφείλει να επιβλέπει τα μέτρα ασφαλείας και να εξασφαλίζει την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας. Εξάλλου, με το π.δ. 17/1996 εναρμονίσθηκε η ελληνική νομοθεσία για την ασφάλεια και υγιεινή των εργαζομένων προς τις διατάξεις της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία (ΕΕ 1_ 183) (όπως και της Οδηγίας 91/383/ΕΟΚ, ΕΕ Ι_ 206). Στο άρθρο 7 του διατάγματος αυτού, το οποίο εφαρμόζεται και στο Δημόσιο, παράλληλα με τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις της προαναφερθείσας κ.υ.α. 88555/3293/ 30.9.1988 (άρθρο 1 παρ. 3 και 4 αυτού), προβλέπεται ότι: «1. Ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας και να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία και ασφάλεια των τρίτων. 2. (...). 5. Στα πλαίσια των ευθυνών του, ο εργοδότης λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων πρόληψης των επαγγελματικών κινδύνων, ενημέρωσης και κατάρτισης, καθώς και της δημιουργίας της απαραίτητης οργάνωσης και της παροχής των αναγκαίων μέσων. 6. Ο εργοδότης υποχρεούται: α) (...) γ) Να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, δ) Να γνωστοποιεί στους εργαζόμενους τον επαγγελματικό κίνδυνο από την εργασία τους, ε) (...). 7. Ο εργοδότης εφαρμόζει τα μέτρα που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, βάσει των ακόλουθων γενικών αρχών πρόληψης: α) Αποφυγή των κινδύνων, β) (...) θ) Παροχή των κατάλληλων οδηγιών στους εργαζόμενους. 8. Με την επιφύλαξη των άλλων διατάξεων του παρόντος διατάγματος, ο εργοδότης οφείλει, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης: α) Να εκτιμά τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, μεταξύ άλλων κατά την επιλογή των εξοπλισμών εργασίας, των χημικών και βιολογικών παραγόντων ή παρασκευασμάτων, κατά τη διαρρύθμιση των χώρων εργασίας καθώς και τους κινδύνους τους συναφείς με την παραγωγική διαδικασία. Η εκτίμηση αυτή είναι γραπτή (...). β) Όταν αναθέτει καθήκοντα σ' έναν εργαζόμενο, να λαμβάνει υπόψη τις ικανότητες του εν λόγω εργαζόμενου σε θέματα ασφάλειας και υγείας, γ) (...)». Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 παρ.1 του αυτού π.δ., οι διατάξεις του διατάγματος αυτού, εφαρμόζονται σε κάθε πρόσωπο που απασχολείται από έναν εργοδότη με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ασκούμενων και των μαθητευομένων. Εξάλλου, με την Οδηγία 2001/45 ΕΚ τροποποιήθηκε η Οδηγία 89/655/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας για τη χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία τους. Σε συμμόρφωση προς την Οδηγία αυτή εκδόθηκε το π.δ. 155/2004 (Α' 121), με το άρθρο 2 του οποίου προστέθηκε το σημείο 4 στο Παράρτημα II του ως άνω π.δ. 395/1994, όπως τροποποιήθηκε με τα π.δ. 89/1999 (Α' 94) και το π.δ. 304/2000 (Α' 241), που ορίζει τα εξής: «4. Διατάξεις για τη χρησιμοποίηση του εξοπλισμού εργασίας που διατίθεται για την εκτέλεση προσωρινών εργασιών σε ύψος. 4.1. Γενικές διατάξεις. 4.1.1. Αν, σε εφαρμογή του άρθρου 7 του Π.Δ. 17/1996 "Μέτρα για την βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ΕΟΚ" (Α 11) και του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος, δεν μπορούν να εκτελούνται προσωρινές εργασίες σε ύψος ασφαλώς και υπό τις δέουσες εργονομικές συνθήκες από κατάλληλη επιφάνεια, πρέπει να επιλέγεται ο πλέον ενδεδειγμένος εξοπλισμός εργασίας για την εξασφάλιση και τη διατήρηση ασφαλών συνθηκών εργασίας. Προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στα μέτρα συλλογικής προστασίας έναντι των ατομικών. Οι διαστάσεις του εξοπλισμού εργασίας θα πρέπει να ανταποκρίνονται στη φύση των εργασιών και στους προβλεπόμενους περιορισμούς καθώς και να επιτρέπουν την ακίνδυνη κυκλοφορία. Η επιλογή του πλέον ενδεδειγμένου τύπου μέσων πρόσβασης στις προσωρινές θέσεις εργασίας σε ύψος πρέπει να γίνεται συναρτήσει της συχνότητας κυκλοφορίας, του ύψους και της διάρκειας χρησιμοποίησης. Η επιλογή πρέπει να επιτρέπει την ασφαλή διαφυγή σε περίπτωση επικείμενου κινδύνου. Η διάβαση από ένα μέσο πρόσβασης σε εξέδρες, δάπεδα ή διόδους προσπέλασης και αντιστρόφως δεν επιτρέπεται να προκαλεί πρόσθετους κινδύνους πτώσης. 4.1.2. Η χρησιμοποίηση κλίμακας ως θέσης εργασίας σε ύψος πρέπει να επιτρέπεται μόνο όταν έχοντας υπόψη το σημείο 4.1.1, η χρησιμοποίηση άλλου ασφαλέστερου εξοπλισμού δεν δικαιολογείται λόγω του χαμηλού κινδύνου και λόγω είτε της σύντομης χρησιμοποίησης είτε των χαρακτηριστικών των χώρων τα οποία δεν μπορεί να μεταβάλει ο εργοδότης. 4.1.3. (...) 4.2. Ειδικές διατάξεις για τη χρησιμοποίηση κλιμάκων. 4.2.1. Οι κλίμακες τοποθετούνται κατά τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η σταθερότητα τους κατά τη χρήση. Τα στηρίγματα των φορητών κλιμάκων εδράζονται σε σταθερή, ανθεκτική και ακίνητη βάση κατάλληλων διαστάσεων ούτως ώστε οι βαθμίδες να παραμένουν οριζόντιες (...). 4.2.2. Η ολίσθηση των ποδών φορητών κλιμάκων εμποδίζεται, κατά τη χρησιμοποίηση τους, είτε με στερέωση του ανώτερου ή του κατώτερου σημείου των ορθοστατών είτε με οποιαδήποτε αντιολισθητική διάταξη ή με οποιαδήποτε άλλη λύση ισοδύναμης αποτελεσματικότητας. Οι κλίμακες πρόσβασης πρέπει να υπερβαίνουν τη στάθμη πρόσβασης, εκτός αν άλλες διατάξεις επιτρέπουν ασφαλή λαβή (...). Οι κινητές κλίμακες ακινητοποιούνται πριν ανέλθει κανείς σ' αυτές. 4.2.3. (...)». Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των νομοθετημάτων που αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη, συνάγεται ότι ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων του στον τόπο εργασίας τους και να λαμβάνει κάθε μέτρο που απαιτείται, ώστε να διασφαλίζονται οι εργαζόμενοι από κάθε κίνδυνο, που μπορεί να απειλήσει την υγεία και τη σωματική τους ακεραιότητα κατά την εργασία στους. Στο πλαίσιο δε του καθήκοντος αυτού του εργοδότη περιλαμβάνεται η υποχρέωσή του, αφενός μεν να διαθέτει στον κάθε εργαζόμενό του τον κατάλληλο εξοπλισμό εργασίας (όπως για παράδειγμα εξοπλισμό με διαστάσεις τέτοιες ώστε να ανταποκρίνεται στη φύση της εργασίας και να επιτρέπει την ακίνδυνη εκτέλεσή της), αφετέρου δε, να συνεκτιμά τις ικανότητες του κάθε εργαζόμενου ξεχωριστά αναφορικά με τα θέματα ασφάλειας και υγείας που σχετίζονται με την εκτέλεση της ανατεθειμένης σε αυτόν εργασίας.

 

Εξάλλου, σε περίπτωση εκτέλεσης προσωρινών εργασιών σε ύψος, οι οποίες από τη φύση τους είναι δυνατόν να εκθέσουν τους εργαζομένους σε πιθανούς κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους, ιδίως σε κινδύνους πτώσης και σε σοβαρά εργατικά ατυχήματα, στα καθήκοντα του εργοδότη περιλαμβάνεται η επιλογή εξοπλισμού που παρέχει την κατάλληλη προστασία. Τέτοιος εξοπλισμός, δεν θεωρείται, κατ’ αρχήν, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων της Οδηγίας 2001/45/ΕΚ, η χρησιμοποίηση κλίμακας και μάλιστα κινητής, “ως θέσης εργασίας σε ύψος”, εκτός εάν πρόκειται για εργασία σύντομη και χαμηλού κινδύνου ή η χρήση της δικαιολογείται με βάση τις ιδιαιτερότητες του χώρου εργασίας και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας που ορίζονται από την Οδηγία αυτή - συμπεριλαμβανομένου και του σωστού μεγέθους της κλίμακας σε σχέση με την επιδιωκόμενη εργασία - ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των εργαζομένων ( ΕφΠειρ 114/2024 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 300 εδ. α' και 932 ΑΚ, προκύπτει ότι, αν στην γένεση ή την έκταση της ζημίας συνετέλεσε και πταίσμα του παθόντος κατά το εργατικό ατύχημα, το δικαστήριο της ουσίας μπορεί να μην επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση ή να μειώσει το ποσό της. Προϋποθέσεις εφαρμογής της ως άνω διάταξης είναι α)η ύπαρξη υποχρέωσης προς αποζημίωση, συνακόλουθα δε και για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης και β) ο ζημιωθείς να συντέλεσε από δικό του πταίσμα στη ζημία του ή την έκταση της, δηλαδή να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της υπαίτιας συμπεριφοράς του και της επέλευσης ή της έκτασης της ζημίας του, τέτοιος δε αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψή του ήταν ικανή και μπορούσε να επιφέρει, κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα, το οποίο διαφορετικά δεν θα επερχόταν (ΑΠ 545/2015, ΑΠ 188/2015, ΑΠ 1152/2012). Η ένσταση του συντρέχοντας πταίσματος του παθόντος σε εργατικό ατύχημα παραδεκτά προτείνεται κατ' αυτού και όταν αυτό οφείλεται σε μη τήρηση ειδικών όρων και μέτρων ασφαλείας [βλ. γενικά ΑΠ 1624/2022, ΑΠ 80/2016, ΑΠ 757/2015, ΑΠ 561/2015, ΑΠ 309/2015, ΑΠ 1266/2014, ΑΠ 343/2005, απασ. Δημ ιστοσελ ΑΠ], αφού το άρθρο 16 παρ. 4 ν. 551/1915, κατά το οποίο επί εργατικού ατυχήματος το συντρέχον πταίσμα του παθόντος αντιτάσσεται νομίμως, μόνον αν αφορά παραβίαση διατάξεων ή κανονισμών που θέτουν όρους ασφαλείας στην εργασία, αναφέρεται στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και συνεπώς για τον καθορισμό του ποσού αυτής το συντρέχον πταίσμα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο, ανεξάρτητα από τη συνδρομή των ως άγω προϋποθέσεων [ΑΠ 376/2018, ΑΠ 218/2018, ΑΠ 1255/2018, ΑΠ 327/2017 δημ/νες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου από τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ που ορίζει ότι "η αναπηρία ή παραμόρφωση που προξενήθηκε στον παθόντα λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη κατά την επιδίκαση της αποζημιώσεως, αν επιδρά στο μέλλον του", σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 298, 299, 914, 929 και 932 ΑΚ, προκύπτει, ότι η αναπηρία ή η παραμόρφωση που προξενείται στον παθόντα, ανεξαρτήτως φύλου, εκτός από την επίδραση την οποία μπορεί να ασκήσει τόσο στο ύψος των χρηματικών ποσών που θα στερείται ο παθών στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αυξήσεως των δαπανών του, όσο και στο ύψος της χρηματικής ικανοποιήσεως που θα επιδικασθεί για την ηθική βλάβη, μπορεί να θεμελιώσει και αυτοτελή αξίωση για αποζημίωση αν επιδρά στο μέλλον του. Η διατύπωση της διατάξεως του άρθρου 931 ΑΚ παρέχει βάση για τέτοια αξίωση αν και εφόσον, κατά την αληθή έννοιά της, η αναπηρία ή η παραμόρφωση επιδρά στο οικονομικό μέλλον του παθόντος, που δεν μπορεί να καλυφθεί εντελώς με τις παροχές, οι οποίες προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 929 και 932 ΑΚ που συνθέτουν την ως άνω έννοια της επίδρασης της αναπηρίας ή της παραμόρφωσης στο μέλλον του παθόντος. Η κατά τα άνω όμως αυτοτελής αξίωση αφορά στον καθορισμό και μόνο αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και μάλιστα μελλοντική και όχι για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης η οποία αποκαθίσταται κατά το άρθρο 932 ΑΚ και η οποία δεν μπορεί να βρει έρεισμα και στη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ, στην οποία γίνεται λόγος για "αποζημίωση". Επίσης, από τις διατάξεις των άρθρων 34 παρ. 2 και 60 παρ. 3 α.ν. 1846/1951, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 του Ν. 551/15, κωδικοποιημένου με το β.δ. της 24.7/28.8.1920, συνάγεται ότι, όταν ο εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) και υποστεί ατύχημα, κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής της εργασίας, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημιώσεώς του, τόσο ως προς τη, σύμφωνα με το κοινό δίκαιο, ευθύνη για αποζημίωση, όσο και ως προς την προβλεπόμενη από τον παραπάνω Ν. 551/15 ειδική αποζημίωση και μόνο αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή αυτών που ο εργοδότης έχει προστήσει, ο τελευταίος έχει την υποχρέωση να καταβάλει στον εργαζόμενο την από το άρθρο 34 παρ. 2 του α.ν. 1841/51 προβλεπόμενη διαφορά μεταξύ του ποσού της κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των παροχών που χορηγεί το ΙΚΑ [ΟλΑΠ 1267/1976 ΔΕΝ 1977.310, ΑΠ 1649/2017, ΑΠ 309/2015 δημ ιστοσελ. ΑΠ ΑΠ 1118/2007 ΕλλΔνη 49.432], Ο παθών όμως διατηρεί την αξίωσή του για χρηματική, ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία κρίνεται πάντοτε κατά το κοινό δίκαιο (άρθρα 914, 922, 932 ΑΚ) κατά του εργοδότη και του προσώπου που προστήθηκε από αυτόν, όταν το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα αυτών. Έτσι, σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος, όταν ο παθών εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, το οποίο έχει αναλάβει την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας, δεν νομιμοποιείται αυτός να αξιώσει από τον εργοδότη και την αυτοτελή αποζημίωση από το άρθρο 931 ΑΚ, λόγω του περιουσιακού χαρακτήρα αυτής [ΟλΑΠ 18/2008, ΑΠ 617/2022, ΑΠ 1649/2017, ΑΠ 888/2015, ΑΠ 182/2015, ΑΠ 1778/2012, ΑΠ 52/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ και συναφή εκεί νομολογία], Η κατά τα ανωτέρω απαλλαγή του εργοδότη από την ευθύνη προς αποζημίωση για περιουσιακή ζημία από εργατικό ατύχημα χωρεί, έστω κι αν δεν έχει γίνει η καταβολή των οφειλόμενων εισφορών στο ΙΚΑ και ανεξάρτητα από το χρόνο ασφάλισης του μισθωτού σ' αυτό, διότι ο νόμος απαιτεί απλά ο μισθωτός, που υπέστη το ατύχημα, να υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, χωρίς να αξιώνει και την προηγούμενη εγγραφή του στα μητρώα ασφαλισμένων του ιδρύματος, ενώ είναι αδιάφορο αν έχουν καταβληθεί οι εισφορές ή αν οφείλονται και από ποιον, αρκεί δε το ότι ο παθών δικαιούται να αξιώσει ασφαλιστικές παροχές από το ΙΚΑ, χωρίς να απαιτείται να έχει λάβει πράγματι αυτές (ΕφΑΘ 2406/2004 Δνη 2064.1075), Στην ασφάλιση δε του ΙΚΑ υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια, από την έναρξη της ισχύος του ν. 1902/1990 (17.10.1990), και όλοι οι αλλοδαποί οι οποίοι παρέχουν στο ελληνικό έδαφος εξαρτημένη εργασία υπό τους όρους του άρθρου 2 του ΑΝ 1846/1951, ανεξαρτήτως αν απασχολούνται προσκαίρως και αν έχουν εφοδιαστεί με άδεια παραμονής ή εργασίας, δεδομένου ότι η άδεια αυτή δεν συνιστά κατά νόμο προϋπόθεση για την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του ΙΚΑ (βλ.σχετ. ΣτΕ 2548/2013, ΣτΕ 21/2013 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος). Επιπροσθέτως, κατά τη διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλο σε μία υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, πρόστηση είναι η τοποθέτηση, διορισμός, χρησιμοποίηση από κάποιο πρόσωπο, του προστήσαντος, ενός άλλου προσώπου φυσικού ή νομικού, του προστηθέντος, σε θέση ή απασχόληση (διαρκή ή μεμονωμένη εργασία) που αποβλέπει στη διεκπεραίωση υπόθεσης και γενικότερα στην εξυπηρέτηση των επαγγελματικών, οικονομικών ή άλλων συμφερόντων του πρώτου. Δικαιολογητικός λόγος της καθιέρωσης της ευθύνης από αλλότριες πράξεις είναι η ωφέλεια την οποία ο προστήσας αποκομίζει από την ανάμιξη του ενδιάμεσου προσώπου, το οποίο εντάσσει στο πεδίο της δραστηριότητας του (επαγγελματικής, επιχειρηματικής κλπ). Με τη χρησιμοποίηση τρίτων προσώπων ο προστήσας επεκτείνει το πεδίο της επιχειρηματικής κυρίως δράσης του, το πεδίο εξουσίας και επιρροής του και κατά συνέπεια διευρύνει και τη δυνατότητα κερδών του.

 

Είναι, επομένως, εύλογο να φέρει αυτός την ευθύνη και τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δραστηριότητα των χρησιμοποιούμενων προσώπων, αφού αυτός καρπώνεται και τα οφέλη της. Άλλωστε, με την καθιέρωση της ευθύνης του προστήσαντος εξυπηρετείται και η ιδέα της ασφάλειας των ζημιωθέντων, οι οποίοι αποκτούν ένα επιπλέον οφειλέτη, εκτός από τον προστηθέντα, συνήθως οικονομικά ισχυρότερο και πιο φερέγγυο από αυτόν. Η εκπροσώπηση από τον προστηθέντα των συμφερόντων του προστήσαντος δεν απαιτείται να είναι εμφανής στους τρίτους, η δε σχέση πρόστησης έχει τέτοια ευρύτητα, ώστε να καλύπτει κάθε εκούσια χρησιμοποίηση άλλων προσώπων και μπορεί να στηρίζεται σε σύμβαση εργασίας, έργου, εντολής, ενώ βάση της σχέσης πρόστησης μπορεί να είναι και οποιαδήποτε άλλη βιοτική σχέση μεταξύ προστήσαντος και προστηθέντος, σημειουμένου ότι είναι αδιάφορο αν η ανωτέρω σχέση στην οποία βασίζεται η πρόστηση είναι νόμιμη ή παράνομη, αν ο προστηθείς αμείβεται ή όχι ή αν η σχέση πρόστησης είναι διαρκής ή ευκαιριακή ενόψει τέλεσης συγκεκριμένης πράξης (ΑΠ 121/2002 ΕλλΔνη 43.1614- ΕφΑθ 2879/2003 ΕλλΔνη 45.1447- ΕφΚερκ 213/2000 ΔΕΝ 2001.1107- βλ. Σταθόπουλο σε ΑΚ Γεωργιάδη Σταθόπουλου, υπό άρθρο 922 αριθ. 14). Εξάλλου, τόσο ο προστήσας όσο και ο προστηθείς είναι δυνατόν να είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Σε περίπτωση δε που ο προστηθείς αναθέσει την υπηρεσία σε άλλα πρόσωπα (υποπροστηθέντες), αυτοί θεωρούνται προστηθέντες του αρχικού προστήσαντος, ο οποίος φέρει και την ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 922 ΑΚ (βλ. Σταθόπουλο, όπ.π. υπό άρθρο 922 αριθ.20). Η κατά τα άνω πρόστηση δεν προϋποθέτει σχέση εξάρτησης μεταξύ του προστήσαντος και του προστηθέντος, δεδομένου ότι ούτε από την έννοια της πρόστησης ούτε από τον σκοπό της διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ προκύπτει τέτοιος περιορισμός. Εφόσον η δραστηριότητα του ενδιάμεσου προσώπου (είτε υπόκειται σε έλεγχο είτε όχι) εντάσσεται στον επιχειρηματικό, επαγγελματικό ή κοινωνικό κύκλο δράσης του κυρίου της υπόθεσης, τότε δικαιολογείται να εμπίπτει και στο πεδίο κινδύνου κατά την έννοια του άρθρου 922 ΑΚ η μετάθεση της ευθύνης σε αυτόν. Η ανάπτυξη από τον προστηθέντα πρωτοβουλίας και δικής του σφαίρας δράσης μέσα στα πλαίσια του πεδίου δράσης του προστήσαντος δεν αποτελεί λόγο αποκλεισμού της ευθύνης του τελευταίου (βλ. Σταθόπουλο, όπ.π. υπό άρθρο 922 αριθ. αριθ. 29), σημειουμένου ακόμη ότι για την εξάρτηση μεταξύ προστήσαντος και προστηθέντος δεν απαιτείται η παροχή δεσμευτικών ειδικών οδηγιών, όσον αφορά τον χρόνο, τόπο και τρόπο παροχής της εργασίας, αλλά αρκεί η παροχή γενικών οδηγιών ή μιας γενικής εποπτείας (ΑΠ 1270/1989 ΕλλΔνη 32.765 - ΑΠ 308/1980 ΝοΒ 28.1723). Τέλος, ο προστήσας ευθύνεται εφόσον η πράξη του προστηθέντος δεν είναι άσχετη ή ξένη, αλλά βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη συνάφεια με την εκτέλεση της υπηρεσίας που ανατέθηκε σε αυτόν, υπό την έννοια ότι η επιβλαβής ενέργεια δεν ήταν δυνατόν να υπάρξει χωρίς την πρόστηση ή ότι η τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την επιχείρηση της ζημιογόνου πράξης. Επιρρίπτονται, δηλαδή, στον προστήσαντα όλοι οι τυπικοί κίνδυνοι που συνδέονται οργανικά με τη δραστηριότητα την οποία ανέθεσε στον προστηθέντα και αν ακόμη προήλθαν από κατάχρηση των καθηκόντων του προστηθέντος ή υπέρβαση των διαταγών και οδηγιών που του δόθηκαν (ΑΠ 1168/2007 αδημ. - ΑΠ 765/1984 ΝοΒ 33.607- ΕφΑθ 382/2006 ΕλλΔνη 49.561 -ΕφΑθ 2879/2003 ΕλλΔνη 45.1447 - ΕφΝαυπλ 456/2002 ΕΕργΔ 2003.480). Έτσι κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ, για να υπάρχει σχέση πρόστησης θα πρέπει να υπάρχει εξάρτηση, έστω και χαλαρή, ανάμεσα στον προστήσαντα και στον προστηθέντα, ώστε ο πρώτος να μπορεί να δίνει στον δεύτερο εντολές ή οδηγίες και να τον ελέγχει ή επιβλέπει κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας που του ανέθεσε. Εξάλλου, από τα άρθρα 681, 688-691 και 698 του ΑΚ προκύπτει ότι ο εργολάβος δεν θεωρείται, καταρχήν, προστηθείς του εργοδότη, όταν όμως ο εργοδότης επιφύλαξε για τον εαυτό του, ρητώς ή σιωπηρώς, τη διεύθυνση και την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου και μάλιστα το δικαίωμα παροχής οδηγιών προς τον εργολάβο, ο τελευταίος θεωρείται ότι βρίσκεται σε σχέση πρόστησης προς τον εργοδότη (ΑΠ 52/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

 Επομένως, προκειμένου περί αγωγής για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης, στρεφομένης κατά του υπαιτίου του ατυχήματος, ως και κατά εκείνου, ο οποίος με σύμβαση μίσθωσης έργου ανέθεσε στον υπαίτιο την εκτέλεση του έργου, όπου συνέβη το ατύχημα, πρέπει για τη θεμελίωσή της να εκτίθενται τα πραγματικά περιστατικά της διεύθυνσης και επίβλεψης του έργου από τον εργοδότη, τα οποία θεμελιώνουν την επικαλούμενη ιδιότητα του τελευταίου ως προστήσαντος τον υπαίτιο εργολάβο (ΑΠ 52/2010 όπ.π.) Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι με έγκυρη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που κατάρτισε με τον πρώτο εναγόμενο, …, προσλήφθηκε από τον τελευταίο και εργαζόταν έκτοτε ως, οδηγός φορτηγού, ιδιοκτησίας του (πρώτου εναγομένου). Ότι στις 11-2-2020 είχε μεταβεί με το ανωτέρω φορτηγό στις εγκαταστάσεις της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας ττροκειμένου να φορτώσει εμπορεύματα και να μεταβεί εν συνεχεία στην Πάτρα. Ότι από συγκλίνουσα αμέλεια των εναγομένων, οι οποίοι δεν τήρησαν και δεν έλαβαν τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή απαιτούμενα εκ του νόμου μέτρα ασφαλείας, υπέστη εργατικό ατύχημα το οποίο είχε ως αποτέλεσμα το σοβαρό τραυματισμό του. Επικαλούμενος ακολούθως ο ενάγων ότι υπαίτιοι του ανωτέρω εργατικού ατυχήματος που έλαβε χώρα κατά τις ειδικότερα αναφερόμενες στην αγωγή περιστάσεις και του εξ αυτού τραυματισμού του είναι: α] ο πρώτος εναγόμενος, …, ως εργοδότης του, αφού μεταξύ τους είχε συναφθεί προφορική σύμβαση εργασίας αφορώσα στην οδήγηση του φορτηγού οχήματος ιδιοκτησίας του τελευταίου και είχε αναλάβει αυτός [πρώτος εναγόμενος] την ευθύνη για την αμοιβή του αλλά και για την ασφάλισή του στο νόμιμο ασφαλιστικό φορέα και β] της δεύτερης εναγόμενης (δια των νομίμων εκπροσώπων της), διότι έχουσα τη γενική επίβλεψη της φορτοεκφόρτωσης των εμπορευμάτων δεν επέβλεψε τη τήρηση των ιδίων μέτρων ασφαλείας που αναφέρονται λεπτομερώς στην αγωγή, αν και ήταν υπόχρεη, ζητεί, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, να του καταβάλουν εις ολόκληρον ο καθένας α] ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη συνεπεία του ανωτέρω εργατικού ατυχήματος το ποσό των 150.000 ευρώ και β] ως αποζημίωση κατ' άρθρο 931 ΑΚ το ποσό των 100.000 ευρώ, προς αποκατάσταση των ιδιαίτερα δυσμενών μελλοντικών επιπτώσεων τόσο στον επαγγελματικό όσο και στον οικογενειακό και κοινωνικό του βίο εξαιτίας της μόνιμης ανικανότητάς του να εργαστεί, αμφότερα δε τα αιτούμενα ποσά με το νόμιμο τόκο. Τέλος αιτείται να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική του δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου του. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η ένδικη αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, εφόσον πρόκειται περί αγωγής από εργατικό ατύχημα, σύμφωνα με το άρθρο 15 § 2 του ν. 551/1915, όπως έχει κωδικοποιηθεί με το Β.Δ. της 24-7/25-8-1920, που έχει διατηρηθεί σε ισχύ με το άρθρο 52 αρ. 8 του ΕισΝΚΠολΔ [διατάξεις από τις οποίες συνάγεται ότι οι αγωγές, με τις οποίες επιδιώκεται η καταβολή αποζημίωσης από εργατικό ατύχημα, δεν υποβάλλονται στο προβλεπόμενο από το ν. ΓπΟΗ/1912 τέλος δικαστικού ενσήμου και για την ταυτότητα του νομικού λόγου δεν υπόκεινται σε τέλος δικαστικού ενσήμου ούτε οι αγωγές επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης από εργατικό ατύχημα, αφού συντρέχει ο ίδιος δικαιολογητικός λόγος απαλλαγής από την καταβολή του τέλους αυτού (ΑΠ 691/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ - ΕφΔυτΜακ 36/2007 Αρμ 2008.936], παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι καθ’ ύλην και τόπον αρμόδιο [δωσιδικία της ομοδικίας- συντρέχουσα] (άρθρα 7, 9 εδ. β', 10, 14 § 2, 16 αρ. 2, 22, 37, 74 και άρθρα 614 αρ. 3 στοιχ. α’, 621 επ. ΚΠολΔ) προς εκδίκασή της, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3 συνδ. 621 ΚΠολΔ) δεδομένου ότι επέφερε στον εργαζόμενο με έγκυρη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ενάγοντα σωματική βλάβη, ως αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, που δεν θα λάμβανε χώρα χωρίς την εργασία και την εκτέλεση αυτής υπό τις ως άνω δεδομένες περιστάσεις εκτέλεσής της. Σημειωτέον ότι για το παραδεκτό της κρινόμενης αγωγής έλαβε χώρα η προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 ν. 4640/2019 ενημέρωση περί εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς [βλ. την από 22.8.2023 έγγραφη ενημέρωση του ενάγοντας].

 

Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή είναι ορισμένη, απορριπτομένης της σχετικής ένστασης των εναγομένων, καθόσον για την κατ’ άρθρο 216 § 1 εδ. α' ΚΠολΔ νομική πληρότητά της, εκτίθενται στο αγωγικό δικόγραφο η ύπαρξη εργασιακής σχέσης μεταξύ του δικαιούχου εργαζομένου και του υπόχρεου εργοδότη, η βλάβη του σώματος ή της υγείας του εργαζομένου, η επέλευση του ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής και η απόδοση του ατυχήματος σε πταίσμα δηλαδή οποιοσδήποτε μορφής αμέλεια του εργοδότη ή των προσώπων που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του και στην περίπτωση της ειδικής αμέλειας η μη τήρηση των ειδικών διατάξεων των ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας των εργαζόμενων, αναφερόμενων συγκεκριμένων μέτρων, μέσων και τρόπων προς επίτευξη της ασφάλειας των εργαζόμενων και το ότι το ατύχημα δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις εκτέλεσης (ΑΠ 242/2008, ΑΠ 963/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ- ΑΠ 106/2003 ΕλλΔνη 44.970- ΕφΑΘ 7910/2004 ΕλλΔνη 46.865- ΕφΑθ 486/2004ΕλλΔνη 45. 873). Ωστόσο, όμως η ένδικη αγωγή κατά το μέρος που στρέφεται κατά του πρώτου εναγομένου είναι μη νόμιμη και συνεπώς, ως προς αυτόν απορριπτέα, διότι κατά τα εκτιθέμενα σε αυτήν [αγωγή], ο πρώτος εναγόμενος ήταν μεν εργοδότης του ενάγοντας, πλην όμως το ατύχημα συνέβη στην επιχείρηση της δεύτερη>εναγόμενης, η οποία δεν ευρισκόταν σε σχέση πρόστησης με τον πρώτο εναγόμενο-κύριο του φορτηγού, αφού στο αγωγικό δικόγραφο δεν αναφέρεται ότι ο τελευταίος είχε επιφυλάξει στον εαυτό του τη διεύθυνση και επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου με υποχρέωση του αντισυμβαλλομένου του [δεύτερης εναγόμενης] να υπακούει στις οδηγίες του και έτσι να θεωρείται, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ως προστηθείς. Αντιθέτως ο εναγών επιχειρεί να θεμελιώσει την αγωγή του αναφορικά με τον πρώτο εναγόμενο στην ιδιότητα του τελευταίου ως εργοδότη του, διότι κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς του, μεταξύ αυτού [ενάγοντος] -ο οποίος συνομολογεί στο δικόγραφο, ότι εργαζόταν ως οδηγός στο φορτηγό του πρώτου εναγόμενου «είχε συναφθεί προφορική σύμβαση εργασίας, αφορώσα οδικές μεταφορές και είχε αναλάβει αυτός [πρώτος εναγόμενος] την ευθύνη για την αμοιβή του αλλά και για την ασφάλισή του στο νόμιμο ασφαλιστικό φορέα ΕΦΚΑ. Και ναι μεν, κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 § 5 του α.ν. 1846/1951 και εκείνης του άρθρου 26 § 9 του ίδιου νόμου, ως εργοδότης, από την άποψη εφαρμογής του εν λόγω νόμου περί κοινωνικών ασφαλίσεων θεωρείται και ο κύριος του έργου (πλασματικός εργοδότης), πλην όμως ο τελευταίος θεωρείται ως «πλασματικός εργοδότης» αποκλειστικά και μόνο αναφορικά με την εφαρμογή του ανωτέρω νόμου και όχι ως πρόσωπο που αντικειμενικώς ευθύνεται για την καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εξαιτίας τραυματισμού του (πρβλ. ΟλΑΠ 1117/1986 - ΑΠ 1168/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Περαιτέρω ως προς την δεύτερη εναγόμενη η ένδικη αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1 του ν. 551/1915, που κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24-7/25-8-1920 «περί ευθύνης προς αποζημίωση των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων» και ενοποιήθηκε με το Ν. 4387/2016, 2, 3, 4, 5 και 7 του ν. 1396/1983, των ΠΔ 17/1996, 305/1996, 778/1980 και 1073/1981, αρ.15 παρ. 1 Ν. 3850/2010 και του άρθρου/ν. 1568/1985, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 299, 346, 481, 648 επ., 662, 914, 922, 926, 932 του ΑΚ, 907, 908 ΚΠολΔ. Επισημαίνεται ότι το εκλεκτικό δικαίωμα επιλογής του Ν. 551/1915 σχετίζεται με την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία ( πρέπει να συντρέχει δόλος εργοδότη ή των προστηθέντων ή ειδική αμέλεια) και επομένως η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη (αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια του εργοδότη ή των προστηθέντων και όχι ειδική αμέλεια που προβλέπεται στο άρθρο 16 του Ν. 551/1915) συντρέχει παραλλήλως με το εκλεκτικό δικαίωμα του άρθρου 16 του Ν. 551/191. Ενόψει όμως του γεγονότος ότι υπό τα εκτιθέμενα στην ένδικη αγωγή περιστατικά προκύπτει ότι ο εναγών υπάγεται στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ, καθόσον ο τόπος εργασίας του ενάγοντος υπάγεται σε ασφαλιστική περιοχή του ΕΦΚΑ, οπότε, όπως προεκτέθηκε, ανεξαρτήτως εάν η απασχόληση του ενάγοντος έχει αναγγελθεί στις υπηρεσίες του ΕΦΚΑ, ή αν αυτός [ενάγων] έχει εγγράφει στο μητρώο ασφαλισμένων του ανωτέρω Ιδρύματος (βλ. Βλαστό, όπ.π. § 365, σελ. 395), ή αν έχει εφοδιαστεί με ασφαλιστικό βιβλιάριο, ή αν έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές ή αν οφείλονται και από ποιον, ή αν τις έχει λάβει πραγματικά αυτές, ο ενάγων θεωρείται αυτοδικαίως ασφαλισμένος στο ΕΦΚΑ, σύμφωνα με το τρίτο άρθρο του ν. 1305/1982 με το οποίο η ασφάλιση αυτού επεκτάθηκε σε όλη τη Χώρα, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη η ένδικη αγωγή ως προς το κονδύλιο της που αφορούν στην αποζημίωση του ενάγοντος ασφαλισμένου στο ΕΦΚΑ για την περιουσιακή ζημία (άρθρο 931 ΑΚ) που -κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς- αυτός υπέστη από το ένδικο εργατικό ατύχημα, καθόσον σύμφωνα με όσα εκτενώς αναπτύχθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, κατά το άρθρο 60 § 3 α.ν. 1846/51 «περί κοινωνικών ασφαλίσεων» ο εργοδότης, απαλλάσσεται από την προβλεπόμενη κατά τις διατάξεις του ν. 551/1915 υποχρέωση του προς καταβολή της ειδικής αποζημίωσης αλλά και των διαφυγόντων εισοδημάτων, που εντάσσονται και αυτά στην αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, αφού από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 914, 929 και 298 ΑΚ σαφώς συνάγεται ότι, εκείνος που υπέστη αναπηρία εξαιτίας σωματικής βλάβης, δικαιούται να απαιτήσει αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία από την ολική ή μερική απώλεια της ικανότητάς του για εργασία, στην οποία περιλαμβάνεται η μείωση της περιουσίας του και το διαφυγόν κέρδος, δηλαδή εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί (ΑΠ 1697/2006 ΧρΙΔ 2007.263 και συναφή νομολογία). Δηλαδή σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα πρόταση της παρούσας, σε περίπτωση που ο εργαζόμενος που είναι ασφαλισμένος στο ΕΦΚΑ, υποστεί εργατικό ατύχημα από αμέλεια του εργοδότη του, διατηρεί σε βάρος του μόνο αξίωση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και μόνο αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του προσώπου αυτού, δικαιούται να αξιώσει και τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης, κατά το κοινό δίκαιο, αποζημίωσης και των παροχών του ΕΦΚΑ που του καταβλήθηκαν. Εν προκειμένω δε, κατά τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, ο τραυματισμός του ενάγοντος που είναι ασφαλισμένος στο ΕΦΚΑ, οφείλεται αποκλειστικά σε αμέλεια της εναγόμενης εργοδότριας και όχι σε δόλο της. Επομένως, κατά το μέρος που η αγωγή κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Από τη διάταξη του άρθρου 300 § 1 ΑΚ, που έχει εφαρμογή και επί της από τη διάταξη των άρθρων 299 και 932 ΑΚ αξίωσης περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης συνάγεται ότι, αν ο ζημιωθείς συνετέλεσε εξ οικείου πταίσματος στη ζημία ή την έκταση αυτής, το δικαστήριο δύναται, αποδίδοντας ή μη βαρύτητα στο πταίσμα αυτό, να επιδικάσει ή μη αποζημίωση ή να μειώσει το ποσό αυτής, κατόπιν της επί της ανωτέρω διάταξης ερειδόμενης ένστασης περί συντρέχοντας πταίσματος του παθόντος στην επελθούσα προσβολή της υγείας του, ένεκα της οποίας ζητείται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ΑΠ 1680/1990 ΔΕΝ 1992.423).

 

Στη προκειμένη περίπτωση, οι εναγόμενοι τόσο με δήλωση των πληρεξούσιων δικηγόρων τους στο ακροατήριο, όσο και με τις χωριστές έγγραφες προτάσεις τους ο καθένας, αρνούνται αιτιολογημένα την αγωγή στο σύνολό της, ήτοι τόσο τα θεμελιωτικά αυτής πραγματικά περιστατικά, επομένως και την υπαιτιότητα, όσο και το ύψος της αιτούμενης χρηματικής ικανοποίησης, επικαλούμενοι την καθιερούμενη με τη διάταξη του άρθρου 25 § 1 εδ. δ' του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας. Επ’ αυτού όμως, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει έδαφος άμεσης εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης, ενώ η ευθεία επίκλησή της κατά τον προσδιορισμό του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης στερείται σημασίας, αφού δεν θα οδηγούσε σε διαφορετικά, σε σχέση με τον κατ’ εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ προσδιορισμό αυτής, αποτελέσματα, δεδομένου ότι στο πεδίο των αδικοπρακτικών σχέσεων (άρθρο 914 επ. ΑΚ) και ειδικότερα στο ζήτημα του μέτρου της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης ο νόμος προβλέπει στο άρθρο 932 ΑΚ ότι το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση, δηλαδή χρηματική ικανοποίηση ανάλογη με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης και ως εκ τούτου με τη διάταξη αυτή ο κοινός νομοθέτης έλαβε υπόψη του την αρχή της αναλογικότητας, εξειδικεύοντάς την στο ζήτημα του προσδιορισμού του ύψους της χρηματικής ικανοποίησης (ΟλΑΠ 6/2009 ΝοΒ 2009.568). Περαιτέρω, οι ανωτέρω εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι το ένδικο ατύχημα οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του ενάγοντος, άλλως στη συντρέχουσα αμέλειά του κατά ποσοστό 99%. Ο ισχυρισμός αυτός, κατά το πρώτο σκέλος του, που αναφέρεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του ενάγοντος, συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής και κατά το δεύτερο επικουρικό σκέλος του, ήτοι της συνυπαιτιότητας, ο ανωτέρω ισχυρισμός συνιστά ένσταση, η οποία, παραδεκτώς προβάλλεται, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 300 § 2 ΑΚ και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Επίσης, οι εναγόμενοι προβάλλουν ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος κατ’ άρθρο 281 ΑΚ, ισχυριζόμενοι ότι ο ενάγων ασκεί την ένδικη αγωγή καταχρηστικά γνωρίζοντας ότι είναι αυτός αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος, η οποία πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, διότι τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα, δεν συνιστούν κατάχρηση δικαιώματος κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ, καθόσον κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε, ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά νόμο εμποδίζουν την γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικοί) ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή κατάστασης που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε επί πολύ χρόνο με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο (ΟλΑΠ 7/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ -ΟλΑΠ 8/2001 ΧρΙΔ 2001. 217 -ΟλΑΠ 17/1995 ΕλλΔνη 36.1531 -ΑΠ 213/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ -ΑΠ 1566/2000 ΕλλΔνη 43.450). Με το περιεχόμενο αυτό ο ισχυρισμός του ως άνω εναγομένου και αληθής υποτιθέμενος δεν δύναται να θεμελιώσει την εκ του άρθρου 281 του Α.Κ. καταλυτική της αγωγής ένσταση, και θα πρέπει να απορριφθεί, ως μη νόμιμος, διότι η απαγόρευση της ασκήσεως του δικαιώματος που ορίζει το άρθρο 281 ΑΚ, με τους όρους που αυτό προβλέπει, είναι παραδεκτή μόνο για δικαίωμα το οποίο απορρέει από διατάξεις ουσιαστικού νόμου και όχι από διατάξεις δικονομικές (ΑΠ 224/1986 ΕλΔ 27, 1109, ΕφΑθ 6428/94 ΕλΔ 36, 1547), όπου εφαρμογή έχει η διάταξη του άρθρου 116 ΚΠολΔ, καθότι εν προκειμένω οι εναγόμενοι αρνούνται το αγωγικό δικαίωμα του ενάγοντος [ΕφΔυτΣτερΕλλ 34/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφθρακ 221/2000, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 88 ΚΠολΔ, βάση της κατά το άρθρο αυτό ασκούμενης υπό του εναγομένου προσεπίκλησης και της ενωμένης σε αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής κατά του προσεπικαλούμενου τρίτου, περί καταβολής στον προσεπικαλούντα κάθε ποσού, το οποίο σε περίπτωση ευδοκίμησης κατ’ αυτού της κύριας αγωγής, ήθελε υποχρεωθεί να καταβάλει στον κυρίως ενάγοντα, δεν μπορεί να είναι παρά μόνο η τυχόν συνδέουσα τον προσεπικαλούντα και τον προσεπικαλούμενο έννομη ειδική σχέση, από την οποία απορρέει υποχρέωση του δευτέρου να καταβάλει στον πρώτο την αποζημίωση που αξιώνει από αυτόν (προσεπικαλούντα) ο κυρίως ενάγων.    Ως εκ τούτου στοιχείο απαραίτητο του νόμω βάσιμου της προσεπίκλησης και της ενωμένης σε αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής είναι η ύπαρξη της άνω ειδικής σχέσης μεταξύ προσεπι καλούντος και προσεπικαλούμενου, ενώ, σε περίπτωση που η ιστορική βάση αυτής (προσεπίκλησης) περιέχει μόνο τον ισχυρισμό ότι αποκλειστικά υπαίτιος της ζημίας του κυρίως ενάγοντας υπήρξε ο προσεπικαλούμενος τρίτος, τότε η προσεπίκληση (με την παρεμπίπτουσα αγωγή) είναι νόμω αβάσιμη, αφού η αλήθεια αυτού του αρνητικού της κύριας αγωγής ισχυρισμού που συνεπάγεται την απόρριψή της, αίρει ταυτόχρονα και το νομικό λόγο της κατά το άρθρο 88 ΚΠολΔ προσεπίκλησης και της ενωμένης σε αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής, ο οποίος είναι η ικανοποίηση του ηττηθέντος κυρίου διαδίκου σε μια και την αυτή δίκη, προς εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης (ΑΠ 415/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Β] Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση σε πρόσθετη παρέμβαση η δεύτερη εναγόμενη στην ανωτέρω υπό στοιχείο [Α] κύρια αγωγή με την επωνυμία « … Α.Ε.», ανακοινώνει την ως άνω ανοιγείσα με την ένδικη από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) κύρια αγωγή, στην εδρεύουσα στην Αθήνα, ανώνυμη εταιρία, με την επωνυμία «… ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ», την οποία προσεπικαλεί και ζητεί από αυτήν να παρέμβει στην προκειμένη δίκη που ανοίχθηκε με την ανωτέρω εναντίον αυτού [προσεπικαλούντος-εναγομένου] κύρια αγωγή προκειμένου να απαλλαγεί από οιαδήποτε ευθύνη της καταλογίζεται εξαιτίας του ως άνω εργατικού ατυχήματος ενώ αιτείται η προσεπικαλούμενη εναγόμενη εταιρία να δηλώσει τη σειρά των διαδοχικών συμβάσεων μεταφοράς μέχρι την ανάληψη της υποχρέωσης εκτέλεσης του έργου από τον πρώτο εναγόμενο- εργοδότη.

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η ένδικη προσεπίκληση, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα στην μείζονα πρόταση αυτού του συλλογισμού, είναι μη νόμιμη, αφού η προσεπικαλούσα δεν θεμελιώνει δικαίωμα προσεπικλήσεως καθότι ισχυρίζεται ότι η προσεπικαλούμενη τρίτη εταιρία και όχι η ίδια η προσεπικαλούσα είναι ευθέως υπόχρεη έναντι του κυρίως ενάγοντος, αφού η αλήθεια του ισχυρισμού αυτού συνεπάγεται την απόρριψη της κύριας αγωγής ως προς την προσεπικαλούσα αίροντας συνεπώς τον νομικό λόγο της προσεπικλήσεως ενώ εξάλλου πρέπει να σημειωθεί ότι ως προς το αίτημα της προσεπικλήσεως για δήλωση (επίδειξη) των διαδοχικών συμβάσεων μεταφοράς είναι απορριπτέο ως απαράδεκτο ελλείψεως εννόμου συμφέροντος (που συνιστά διαδικαστική προϋπόθεση) καθότι από την προσεπικαλούσα δεν προβάλλονται πραγματικοί ισχυρισμοί, αλλά η αίτηση επίδειξης εγγράφου αποβλέπει στην αποκάλυψη για πρώτη φορά με την επίδειξη κρίσιμων πραγματικών γεγονότων (ΑΠ 94/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, παρά το γεγονός ότι η κρινόμενη προσεπίκληση δεν υπάγεται στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών-εργατικών διαφορών αλλά στην τακτική διαδικασία (ΕφΝαυπλ 460/2007 ΕΠολΔ 2008.390), το Δικαστήριο κατ’ άρθρο 591 § 6 ΚΠολΔ, όπως ισχύει, προχωρεί αμέσως στην εκδίκαση της υπόθεσης κατά την προσήκουσα διαδικασία, χάριν της οικονομίας της δίκης και εφόσον από την άλλη γενική αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης δεν επιβάλλεται η παραπομπή σε ιδιαίτερη συζήτηση για την προπαρασκευή των διαδίκων [Εφ.Λαρ. 106/2015, Εφ. Αθ. 1505/2010, Εφ. Πειρ. 430/2002 σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Νόμος, Εφ. Αθ. 9528/1996, Ελλ. Δικ. 1997, 688, Εφ. Ηπρ 996/1994, Ελλ. Δικ. 1996, 386], συνεπώς το παρόν Δικαστήριο, δεν δ τάζει την παραπομπή της υπόθεσης για να εκδικαστεί με την προσήκουσα τακτική διαδικασία (άρθρο 591 § 6 ΚΠολΔ), αλλά για λόγους οικονομίας της δίκης απορρίπτει αυτήν ως μη νόμιμη.

Γ] Η προσεπικαλούμενη στην υπό στοιχείο Β από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) προσεπίκληση σε πρόσθετη παρέμβαση άσκησε την υπό στοιχείο Γ από 10-5-2024 (αριθ. εκθ. καταθ.Μει …/2024) πρόσθετη παρέμβαση της υπέρ της δεύτερης εναγόμενης «… ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ Α.Ε.», της από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) κύριας αγωγής στην οποία (πρόσθετη παρέμβαση) ισχυρίστηκε ότι δεν συνδέεται με καμία συμβατική σχέση μεταξύ των εναγομένων και ως εκ τούτου, η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία, ζητεί την απόρριψη της από 23-8-2023 (αριθ. εκθ .καταθ. Μει …/2023) κύριας αγωγής. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η (απλή) πρόσθετη αυτή παρέμβαση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 68 και 80 του ΚΠολΔ, ενόψει και του προφανούς εννόμου συμφέροντος της προσθέτως παρεμβαίνουσας να την ασκήσει και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω για να κριθεί ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

 

Δ] Περαιτέρω, η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως δεύτερη εναγόμενη, ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «… ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ Α.Ε.» της υπο στοιχείο Δ από 29 3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωσης δίκης- προσεπίκλησης-παρεμπίπτουσας αγωγής εκθέτει ότι ο κυρίως ενάγων άσκησε σε βάρος της την από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) αγωγή, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει αυτολεξεί. Ότι δυνάμει του με αριθ. του υπ’ αριθ. … ασφαλιστηρίου συμβολαίου αστικής ευθύνης προς τρίτους, η καθ' ης η προσεπίκληση ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία « … Α.Ε. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» σύναψε ασφαλιστική σύμβαση κάλυψης αστικής ευθύνης, με την οποία ανέλαβε την ασφάλισή της, για την περίοδο από 31-12-2019 έως 31.12.2020, μέχρι του ποσού των 2.000.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη. Ενόψει των ανωτέρω, προσεπικαλεί την ως άνω ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία ως δικονομική της εγγυήτρια να παρέμβει αναγκαστικώς υπέρ αυτής στην ανοιγείσα με την υπό στοιχείο Α αγωγή κύρια δίκη και με τη σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή, ζητεί, υπό την αίρεση παραδοχής της κύριας αγωγής, να ασκήσει εκείνη πρόσθετη παρέμβαση στη δίκη της κύριας αγωγής και να υποχρεωθεί, σε περίπτωση ήττας της, να της καταβάλει με απόφαση προσωρινά εκτελεστή οποιοδήποτε χρηματικό ποσό, το οποίο τυχόν εκείνη θα υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα της υπό στοιχείο Α κύριας αγωγής. Τέλος, ζητεί να επιβληθούν σε βάρος της καθ' ης η προσεπίκληση-παρεμπιπτόντως εναγόμενης τα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο, η ανακοίνωση-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή παραδεκτά (69 § 1 και 283 ΚΠολΔ) εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του αρμοδίου τούτου καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου (άρθρο 31 παρ. 1 του ΚΠολΔ και είναι νομικά βάσιμη στηριζόμενη στη διαλαμβανόμενη στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη διάταξη του άρθρου 88 ΚΠολΔ, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 1 § 1 και 25 του ν. 2496/1997, 361 και 340, 341, 346 ΑΚ, 88, 91, 283 και 176 εδ. 1 ΚΠολΔ, πλην του παρεπόμενου αιτήματος για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο διότι προτού γίνει η καταβολή προς τον ζημιωθέντα αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος του υπόχρεου δεν μπορεί να γίνει (άρθρα 69 παρ. 2 εδ.γ’, 915 εδ.γΚΠολΔ) ούτε απόγραφο μπορεί να εκδοθεί (άρθρο 918 παρ.4 ΚΠολΔ). Συνεπώς, παρά το γεγονός ότι η κρινόμενη προσεπίκληση δεν υπάγεται στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών- εργατικών διαφορών διότι αναφέρεται σε απαιτήσεις που πηγάζουν από τη σύμβαση ασφάλισης που συνήφθη μεταξύ των παρεμπιπτόντως ενάγουσας και εναγόμενης αλλά στην τακτική διαδικασία (ΕφΝαυπλ 460/2007 ΕΠολΔ 2008.390), το παρόν Δικαστήριο κατ’ άρθρο 591 § 6 ΚΠολΔ, όπως ισχύει, προχωρεί αμέσως στην εκδίκαση της υπόθεσης κατά την προσήκουσα διαδικασία, χάριν της οικονομίας της δίκης και εφόσον από την άλλη γενική αρχή της καλόπιστης διεξαγωγής της δίκης δεν επιβάλλεται η παραπομπή σε ιδιαίτερη συζήτηση για την προπαρασκευή των διαδίκων [Εφ. Λαρ. 106/2015, Εφ. Αθ. 1505/2010, Εφ. Πειρ. 430/2002 σε Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Νόμος, Εφ. Αθ. 9528/1996, Ελλ. Δικ. 1997, 688, Εφ. Πειρ. 996/1994, Ελλ. Δικ. 1996, 386], Πρέπει, επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, σε περίπτωση αποδοχής της κύριας αγωγής, αφού ενόψει του επικουρικού της χαρακτήρα εξετάζεται μόνον όταν η κύρια αγωγή κριθεί σε βάρος του προσεπικαλούντος (βλ. Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα: Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 89 αρ. 7) ενώ καταβλήθηκε και το ανάλογο με το καταψηφιστικό της αίτημα τέλος δικαστικού ενσήμου [βλ. το υπ’ αριθ. … ηλεκτρονικό παράβολο σε συνδυασμό με την από 24-6-2025 απόδειξη πληρωμής της τράπεζας Εurobank) μετά την κατ’ άρθρο 227 ΚΠολΔ τηλεφωνική πρόσκληση της Δικαστή του παρόντος Δικαστηρίου για συμπλήρωση της τυπικής παράλειψη της μη καταβολής δικαστικού ενσήμου (βλ. σημείωση του Γραμματέως στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας περί σχετικής ενημέρωσης του πληρεξουσίου την 23-6-2025 ) εντός της ταχθείσας από αυτήν προθεσμίας.

 

Η καθ' ης η προσεπίκληση-παρεμπιπτόντως εναγόμενη με τις νομοτύπως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της συνομολογεί την κατάρτιση της ασφαλιστικής σύμβασης, αναγνωρίζοντας ότι σε περίπτωση ήττας της τελευταίας υποχρεούται να της καταβάλει, ό,τι υποχρεωθεί αυτή να καταβάλει στον κυρίως ενάγοντα μέχρι του ποσού, στο οποίο συμφωνήθηκε μεταξύ τους να περιορίζεται η ευθύνη της, όπως άλλωστε και η ίδια η παρεμπιπτόντως ενάγουσα ζητεί και συγκεκριμένα συνομολόγησε ότι, δυνάμει του υπ' αριθ. … ασφαλιστηρίου συμβολαίου αστικής ευθύνης προς τρίτους, που σύναψε μαζί της για αστική ευθύνη του για σωματικές βλάβες, συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, που καλύπτει το επίδικο χρονικό διάστημα, πράγματι ασφάλισε για το επίδικο χρονικό διάστημα (ήτοι από 31-12-2019 έως 31.12.2020) την αστική ευθύνη της προσεπικαλούσας - παρεμπιπτόντως ενάγουσας για σωματικές βλάβες που θα προξενηθούν από πράξεις ή παραλείψεις αυτού, ως ασφαλισμένης της, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361 του ΑΚ, 1 και 7 του ν. 2496/1997 και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία του.

 

Ε] Η προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγομένη στην υπό στοιχείο Δ από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωσης δίκης-προσεπίκλησης-παρεμπίπτουσας αγωγής ασφαλιστική εταιρεία άσκησε την από 26-4-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετη παρέμβαση της υπέρ της Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία « … ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ Α.Ε.», δεύτερης εναγόμενης της από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) κύριας αγωγής με την οποία (πρόσθετη παρέμβαση) ισχυρίζεται ότι με το υπ' αριθ. … ασφαλιστήριο συμβόλαιο αστικής ευθύνης προς τρίτους, σύναψε ασφαλιστική σύμβαση κάλυψης αστικής ευθύνης, με την οποία ανέλαβε την ασφάλισή της, για την περίοδο από 31-12-2019 έως 31.12.2020, με ανώτατο όριο ευθύνης το ποσό των 2.000.000 ευρώ, συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη που εμπίπτει στην κάλυψη επαγγελματικής αστικής ευθύνης. Με βάση το ιστορικό αυτό, η προσθέτως παρεμβαίνουσα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, ζητεί την απόρριψη της κύριας από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) αγωγής αρνούμενη τα πραγματικά περιστατικά αυτής και ιδίως την παθητική νομιμοποίηση της ασφαλισμένης της δεύτερης εναγόμενης, ισχυριζόμενη ότι δεν υφίσταται σχέση πρόστησης μεταξύ αυτής και του πρώτου εναγόμενου, και επικουρικώς, σε περίπτωση που ήθελε γίνει δεκτή η οποιαδήποτε αστική ευθύνη της δεύτερης εναγομένης-ασφαλισμένης της, έναντι του κυρίως ενάγοντα, ζητά τον περιορισμό της ευθύνης της έναντι του υπέρ ης η παρέμβαση στο ανώτατο όριο της ευθύνης της ιδίας εκ της ασφαλιστικής συμβάσεως, ήτοι στο ποσό των 200.000 ευρώ, καθώς και την επιβολή των δικαστικών εξόδων της σε βάρος των καθ' ων η πρόσθετη παρέμβαση.

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η (απλή) πρόσθετη αυτή παρέμβαση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 1,2,7,25 του Ν. 2496/1997 και 68 και 80 του ΚΠολΔ, ενόψει και του προφανούς εννόμου συμφέροντος της προσθέτως παρεμβαίνουσας να την ασκήσει και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω για να κριθεί ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.

 

Από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων αποδείξως και ανταποδείξεως, … οι οποίοι εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, και των οποίων οι καταθέσεις εμπεριέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημοσίας συνεδρίασης αυτού του δικαστηρίου τα οποία ελήφθησαν με φωνοληψία ( άρθρο 8 παρ.3 Ν. 4055/2012), την με αριθμ. …/15-5-2024 ένορκη βεβαίωση του … ενώπιον της Δικηγόρου Αιγίου, Παπαδοπούλου Παρασκευής του Χρήστου ( άρθρο 421 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 74 παρ.6 του Ν. 4690/2020) η οποία [ένορκη βεβαίωση] ελήφθη με επιμέλεια του ενάγοντος μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη προ 2 εργάσιμων ημερών κλήτευση του εναγομένου (άρθρο 422 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προστέθηκε με το ν. 4335/2015), όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα υπ’ αριθμ. …/9-5-2024 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πατρών, …, η οποία δόθηκε ενώπιον της Δικηγόρου της κατοικίας του μάρτυρα, τηρουμένων των προϋποθέσεων του άρθρου 421 και 422 παρ.1 σε συνδυασμό με το άρθρο 591 ΚΠολΔ καθώς και από όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι προσκομισθείσες από τους διαδίκους φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αρ. 3, 448 § 2 και 457 § 4 του ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

 

 Ο πρώτος εναγόμενος, …, είναι κύριος του με αριθμό κυκλοφορίας … φορτηγού δημοσίας χρήσης μάρκας VOLVO με επικαθήμενο … το οποίο χρησιμοποιεί για την εξυπηρέτηση των σκοπών της ατομικής επιχείρησης οδικών μεταφορών εμπορευμάτων με φορτηγό αυτοκίνητο με έδρα την Λυγιά Ναυπάκτου. Στα πλαίσια της ανωτέρω άσκησης της επαγγελματικής του δραστηριότητας απασχόλησε τον ενάγοντα κατά το διάστημα από 4-9-2019 έως 11-2-2020 ως οδηγό του εν λόγω φορτηγού με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου πλήρους απασχόλησης, η οποία κατέστη αορίστου με την παρέλευση της συμφωνηθείσας λήξης αυτής. Η επιχείρηση του πρώτου εναγομένου είναι μέλος της εταιρίας με την επωνυμία «…ΕΠΕ», η οποία δραστηριοποιείται στις μεταφορές εντός και εκτός Ελλάδος. Στα εργασιακά καθήκοντα του ενάγοντος περιλαμβάνονταν η οδήγηση του εν λόγω οχήματος από και προς τον εκάστοτε χώρο παραλαβής ή παράδοσης εμπορευμάτων, η προετοιμασία του φορτηγού για φόρτωση και εκφόρτωση αυτού, ήτοι η στάθμευσή του στο χώρο του πελάτη- πλατφόρμα ή αποβάθρα της αποθήκης και το ανέβασμα του μουσαμά που καλύπτει την είσοδο-έξοδο της καρότσας του φορτηγού ώστε να είναι έτοιμο για την φόρτωση ή εκφόρτωση αυτού από τους υπαλλήλους του εκάστοτε πελάτη με τήρηση όλων των προβλεπομένων κανόνων ασφαλείας κατά την παροχή εργασίας. Σημειωτέον ότι για την νόμιμη κυκλοφορία του φορτηγού αυτοκίνητου τηρούνταν οι νόμιμες διατυπώσεις [βλ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από Μάίου 2019 εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου του τεχνικού ασφαλείας …] ενώ για την ασφάλεια του οδηγού υπήρχε ο απαιτούμενος εξοπλισμός εντός του οχήματος όπως γάντια δερματοπάνινα, μάσκα φίλτρου Ρ1, παντελόνι εργασίας, μπλουζάκια t-shirt, αντανακλαστικά γιλέκα, άρβυλα ασφαλείας και ως εκ περισσού κράνος. Ας επισημανθεί ότι οι περιπτώσεις που είναι χρήσιμος ο εν λόγω εξοπλισμός είναι στο χώρο των επιχειρήσεων όπου γίνεται οι φορτοεκφορτώσεις κι αυτό εφόσον διαπιστωθεί ότι το έδαφος δεν είναι σταθερό ή γλιστράει (για τα παπούτσια) ή ότι υπάρχει κίνηση κι άλλων φορτηγών στο χώρο (για τα γιλέκα) κλπ. Την 11-2-2020 μεσημεριανές ώρες ο ενάγων μετέβη οδηγώντας το ως άνω φορτηγό από το χώρο στάθμευσης του οχήματος στην εταιρία … στην Πάτρα, στην έδρα της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας … Α.Ε. στις Αχαρνές Αττικής, προκειμένου να φορτωθούν τα εμπορεύματα της εν λόγω εταιρίας και να επιστρέφει αυθημερόν στην Πάτρα. Ειδικότερα, την ανωτέρω ημεροχρονολογία ο ενάγων στάθμευσε το φορτηγό στην αποβάθρα (ράμπα) 9, την οποία υπέδειξαν οι υπάλληλοι της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας και επιχείρησε να ανεβάσει το κάλυμμα (μουσαμά) της καρότσας του επικαθημένου του φορτηγού προκειμένου να το φορτώσουν. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε αυτοβούλως και χωρίς να έχει δοθεί εντολή από τον εργοδότη του, … ή κάποιο εκπρόσωπο της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, ένα αλουμινένιο σκαλοσκαμπό ύψους 60 εκ. που βρισκόταν στο χώρο της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας προς χρήση των εργαζομένων της και με ένα ξύλινο μαδέρι προσπάθησε να σηκώσει το μουσαμά. Σε κάθε δηλαδή περίπτωση επειδή ο ενάγων δεν έκανε καμία φορτοεκφόρτωση αλλά προετοίμαζε το φορτηγό, η μόνη ενέργεια που έκανε ήταν απλώς να σηκώσει το μουσαμά πάνω από την καρότσα με ειδική σανίδα, δηλαδή μια ενέργεια υλική που δεν εγκυμονεί κινδύνους. Ας σημειωθεί ότι τα διπλής όψης αλουμινένια «σκαλοσκαμπό μάρκας Svelto που υπήρχαν στους χώρους της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, διαθέτουν πιστοποιητικό καταλληλότητας κατά το πρότυπο ΕΝ- 14183:2003 [βλ. προσκομισθέν μετ’ επικλήσεως πιστοποιητικό καταλληλότητας], έχουν ελεγχθεί ως προς την καταλληλότητα τους και τη συμμόρφωση με τα διεθνή πρότυπα από το Πολυτεχνείο Μιλάνου, είναι μικρού ύψους 0,60 εκ. και χρησιμοποιούνται μόνο από τους εργαζομένους της δεύτερης εναγόμενης για την εναπόθεση μεμονωμένων κιβωτίων προϊόντων στον ελεύθερο χώρο μεταξύ των παλετών και της οροφής της καρότσας. Δεν υπήρχε δηλαδή σκάλα μονού τύπου ούτε είχε δοθεί από τον εργοδότη του ενάγοντος τέτοιου είδους σκάλα αλλά και ούτε περιλαμβάνονταν στον εξοπλισμό του φορτηγού τέτοια (σκάλα). Σημειωτέον ότι η φόρτωση των φορτηγών στην εν λόγω δεύτερη εναγόμενη εταιρία γίνεται σε αριθμημένες αποβάθρες (από 1 έως 10) της αποθήκης που βρίσκονται αποθηκευμένα και στοιβαγμένα σε μεταλλικά ράφια τύπου Dexion τα έτοιμα προϊόντα. Μετά τη λήψη της εκάστοτε παραγγελίας, οι εργαζόμενοι της αποθήκης συσκευάζουν τα προϊόντα αυτής σε ξύλινες παλέτες και με τη χρήση υδραυλικών παλετοφόρων γίνεται φόρτωση των παλετών στον εσωτερικό χώρο της καρότσας κάθε φορτηγού. Η προτεραιοποίηση της σειράς φόρτωσης των φορτηγών οχημάτων γίνεται από τον υπεύθυνο κυκλοφορίας στον προαύλιο χώρο του (αναφερόμενος ως τροχονόμος) ο οποίος δίνει εντολή στον εκάστοτε οδηγό να κατευθυνθεί σε συγκεκριμένη ελεύθερη αποβάθρα φόρτωσης, όπως του έχει γνωστοποιηθεί από τον υπεύθυνο διακίνησης της αποθήκης. Κατά τη διαδικασία αυτή ο οδηγός φορτηγού κάνει τους απαραίτητους ελιγμούς («μανούβρες») του οχήματος ώστε να προσεγγίσει με την όπισθεν την τσιμεντένια αποβάθρα και αφού ολοκληρωθεί η γεφύρωση της μεταλλικής ράμπας πάνω στην καρότσα, ο οδηγός του οχήματος αν δεν έχει σηκώσει τον μουσαμά πρέπει να τον ανεβάσει ώστε ν’ απελευθερωθεί η πρόσβαση στο εσωτερικό της καρότσας και να ξεκινήσει η φόρτωση. Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι ο ενάγων χρησιμοποιώντας το προαναφερόμενο σκαλοσκαμπό έχασε την ισορροπία του και έπεσε στο δάπεδο της αποβάθρας χωρίς όμως να κάνει προσπάθεια να προστατευθεί ενώ το σκαλοσκαμπό στεκόταν όρθιο πάνω στη ράμπα χωρίς να έχει καταστραφεί κάποιο μεταλλικό στοιχείο του. Αποτέλεσμα αυτής της πτώσης ήταν να υποστεί ο ενάγων σοβαρή τραυματική βλάβη εγκεφάλου με αποτέλεσμα να πραγματοποιηθεί διασωλήνωση αφού διαπιστώθηκε αυτόματος απεγκεφαλισμός άμφω (GCS), ανισοκορία υπέρ της δεξιάς και γενικευμένη επιληπτική κρίση ενώ η ακτινογραφία κεφαλής στην οποία υπεβλήθη ανέδειξε οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα δεξιά μετωποκροταφοβρεγματικά, σημαντικού βαθμού μετάθεσης της μέσης γραμμής και ρωγμώδες κάταγμα κρανίου δεξιά κροταφοβρεγματικά. Επισημαίνεται ότι αμέσως έδωσε τις πρώτες βοήθειες ο ειδικός ιατρός εργασίας, … που βρίσκονταν στο ιατρείο της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας, ο οποίος διαπίστωσε ότι ο παθών βρισκόταν σε κωματώδη κατάσταση χωρίς καμία επαφή με το περιβάλλον και χωρίς καμία ανταπόκριση με εξωτερικά ερεθίσματα και έδωσε άμεσα εντολή για κλήση του ΕΚΑΒ ενώ μεταφέρθηκε στο ιατρείο της εταιρίας με φορείο. Εν συνεχεία μετά την με αριθμ. πρωτ. …/12-2-2020 δήλωση -αναγγελία εργατικού ατυχήματος προς το ΚΕΠΕΚ ( Α τομέα Ανατολικής Αττικής) και της έρευνας του συμβάντος που επιλήφθηκε το ΤΕΑΥΕ Α τομέας Ανατολικής Αττικής της ΠΔΕΑΥΕ Αθηνών- Ανατολικής Αττικής- Κρήτης του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.ΠΕ.), το οποίο εξέτασε διεξοδικά τα συμβάντα, συνέταξε ο Επιθεωρητής Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία,  την με αριθμ. πρωτ. …/4-3-2021 έκθεση έρευνας εργατικού ατυχήματος, στην οποία αναφέρει τα εξής: «.... Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … (Προϊστάμενο Διακίνησης της αποθήκης) που πραγματοποιήθηκε στη 1-2-2021, ημέρα Δευτέρα, μας ανέφερε: α) το γραφείο του ευρίσκεται σε χώρο αρκετά μακρυά από την αποβάθρα φόρτωσης Νο9 όπου θα φόρτωνε ο παθών, β) στα καθήκοντά του περιλαμβάνεται η παράδοση στον προαύλιο χώρο (αφού έχει ολοκληρωθεί η φόρτωση του κάθε φορτηγού και απομακρυνθεί από την αποβάθρα), των παραστατικών (δελτία αποστολής) προς υπογραφή από τον οδηγό του οχήματος, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να εξέλθει από την πύλη του εργοστασίου, γ) δεν χορήγησε καμία σκάλα ( οποιουδήποτε τύπου στον παθόντα) την ημέρα του ατυχήματος, δ) του γνωστοποιήθηκε το συμβάν μετά την επέλευσή του, ε) είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τη σύζυγο του παθόντος και συνεννοήθηκε για την μετάβαση σε ιατρική μονάδα στ) μετακίνησε μετά από συνεννόηση με το γιο του παθόντος, το φορτηγό όχημα από την αποβάθρα φόρτωσης στον απέναντι χώρο στάθμευσης. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … ( εργαζόμενο στην αποθήκη και αναφερόμενος ως αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος) που πραγματοποιήθηκε στις 2-2-2021 μας ανέφερε: α) στην αποβάθρα Νο 9, θα γινόταν η φόρτωση του φορτηγού του παθόντος, β) ο παθών είχε οδηγήσει ( με όπισθεν) το φορτηγό στην αποβάθρα γ) έβλεπε τον παθόντα να προσπαθεί να σηκώσει τον μουσαμά στη πίσω πλευρά της καρότσας, αλλά επειδή καθυστερούσε του δόθηκε η ευκαιρία να πάει σε γειτονική αποβάθρα ( Νο7) για να βοηθήσει συνάδερφό του στην φόρτωση άλλου οχήματος, δ) είδε τον παθόντα να χρησιμοποιεί σκαλοσκαμπό ( το οποίο μάλλον το πήρε μόνος του από παρακείμενο χώρο) και ευρισκόμενος πάνω σε αυτό να χρησιμοποιεί κάποιο ξύλινο μαδέρι για ν’ ανεβάσει στον μουσαμά, ε) μετά την πτώση του παθόντα πάνω στην μεταλλική ράμπα, το σκαλοσκαμπό στεκόταν όρθιο πάνω στην ράμπα ( χωρίς ν’ ανατραπεί ή να έχει υποχωρήσει/ καταστραφεί κάποιο μεταλλικό στοιχείο του) στ) ήταν από τους πρώτους που πήγαν στο σώμα του παθόντα, ενώ δίπλα του κείτονταν το ξύλινο μαδέρι που είχε χρησιμοποιήσει για ν’ ανεβάσει το μουσαμά. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … ( έτερος εργαζόμενος της αποθήκης και αναφερόμενος αυτόπτης μάρτυρας του ατυχήματος) που πραγματοποιήθηκε στις 2-2-2021 μας ανέφερε: α) ήταν υπεύθυνος εκτέλεσης παραγγελίας ( τσεκαδόρος) καταγράφοντας την φόρτωση του οχήματος στην αποβάθρα Νο 7 β) είχε οπτική επαφή με την αποβάθρα Νο 9 όπου κατά διαστήματα έβλεπε τον παθόντα και τις ενέργειές του για να σηκώσει το μουσαμά (χρήση σκαλοσκαμπό, ξύλινου μαδεριού) γ) ο ανωτέρω συνάδερφός του βοηθούσε στην φόρτωση του οχήματος εξέδρα Νο 7, καθώς ο παθών δεν είχε καταφέρει ακόμη να σηκώσει τον μουσαμά δ) μετά την πτώση του παθόντος από το σκαλοσκαμπό, παρατήρησε την άμεση συρρίκνωση του σώματος του παθόντα (σε εμβρυακή στάση) και θυμήθηκε ανάλογη περίπτωση οικείου προσώπου του, καθώς και ότι ο παθών φέρεται να έπεσε μονοκόμματα σαν να «πυροβολήθηκε» χωρίς να κάνει προσπάθεια να προστατευθεί κινώντας τα χέρια του. Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον … ( υπεύθυνο κυκλοφορίας στον προαύλιο χώρο της επιχείρησης την ημέρα του ατυχήματος) που πραγματοποιήθηκε στις 11-2-2021, ημέρα Πέμπτη, μας ανέφερε: α) όταν δίνεται εντολή από το γραφείο διακίνησης ενημερώνει τον οδηγό εκάστοτε οχήματος να κατευθυνθεί σε ελεύθερη αποβάθρα που του υποδεικνύει β) έχει παρατηρήσει ότι αρκετοί οδηγοί την ώρα που περιμένουν στον προαύλιο χώρο, κάνουν τις απαραίτητες ενέργειες ( π.χ. σηκώνουν τον μουσαμά, ανοίγουν την πόρτα της καρότσας) ώστε το φορτηγό όχημα να είναι έτοιμο προς φόρτωση όταν προσεγγίσει την αποβάθρα γ) οι οδηγοί κατά τη διαδικασία της φόρτωσης παραμένουν στην καμπίνα του οχήματος ή εξέρχονται αυτής στον προαύλιο χώρο μέχρι να ολοκληρωθεί η φόρτωση του οχήματος............ Συνοψίζοντας για τον εν λόγω σοβαρό εργατικό ατύχημα αντιμετωπίζουμε δύο διακριτές εκδοχές για τις περιστάσεις και συνθήκες του ατυχήματος. Στην πρώτη εκδοχή, όπου ο παθών ευρίσκεται στην αποβάθρα και χρησιμοποιεί σκαλοσκαμπό για την εκτέλεση της συγκεκριμένης ενέργειας ( σήκωμα μουσαμά για να ξεκινήσει η διαδικασία φόρτωσης του οχήματος) κατά την γνώμη μου, δεν διαπιστώνεται κάποια παράβαση διατάξεων της εργατικής νομοθεσία σχετική με την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία αλλά μάλλον το ατύχημα με επακόλουθο τον σοβαρό τραυματισμό του παθόντα οφείλεται σε παθολογικά αίτια ( όπως αναφέρθηκε στην αναγγελία). Στην δεύτερη εκδοχή, όπου ο παθών ευρίσκεται έξω από το χώρο αποθήκης και χρησιμοποιεί σκάλα ( η οποία ουδέποτε μας επιδείχτηκε από την εταιρεία κατά την διερεύνηση του ατυχήματος, ώστε να δούμε τα τεχνικά στοιχεία αυτής, όπως τύπος, αριθμός βαθμιδών, κατάσταση στην οποία βρισκόταν, ύπαρξη ή μη εμφανών φθορών στις βαθμίδες/ορθοστάτες αυτής, έλλειψη πελμάτων στη βάση αυτής κλπ) απουσία στήριξης έτερου εργαζομένου ( ή ατόμου) που να κρατά και να σταθεροποιεί την κλίμακα ( από ολίσθηση ή απώλεια στήριξης) συνιστά έλλειψη μέτρων ασφαλείας, κατά παράβαση του άρθρου 4 του ΠΔ της 22-12-1933 ( ΦΕΚ 406/Α/29-12-1933). Κατά τη γνώμη μου η παρουσία έτερου εργαζομένου θα λειτουργούσε αποτρεπτικά ως προς τον κίνδυνο τραυματισμού σε ενδεχόμενη πτώση του παθόντα από την σκάλα».

 

Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι στην με αριθμ. πρωτ. …/12-2-2020 δήλωση -αναγγελία εργατικού ατυχήματος προς το ΚΕΠΕΚ ( Α τομέα Ανατολικής Αττικής) δηλώθηκε από τον ίδιο τον παθόντα ( ενάγοντα) ότι το ατύχημα οφείλεται σε παθολογικά αίτια δηλαδή σε λιποθυμία, υπογράφοντας ο ίδιος ο παθών- ενάγων την ως άνω δήλωση. Σημειωτέον ότι από την από 11-2-2020 περιγραφή του ατυχήματος και παροχής πρώτων βοηθειών του ειδικού ιατρού εργασίας … προκύπτει ότι ο υιός του ενάγοντος-παθόντος σε ερωτήσεις του ιατρού ανέφερε ότι ταξίδευαν από το βράδυ και είχαν να φάνε τουλάχιστον 12 ώρες, οπότε κατά τα διδάγματα της κοινής λογικής και πείρας η λιποθυμία που ανέφερε ο ενάγων στην ανωτέρω δήλωση -αναγγελία εργατικού ατυχήματος μπορεί να οφειλόταν σε εξάντληση ή υπερβολική κόπωση. Την ανωτέρω δήλωση την αμφισβητεί ο ενάγων ισχυριζόμενος ότι ουδέποτε υπέγραψε το έγγραφο αυτό, το οποίο δεν φέρει τη δική του υπογραφή. Πλην όμως, ο ισχυρισμός αυτός περί πλαστότητας προβάλλεται απαράδεκτα από τον ενάγοντα, διότι στην προκειμένη περίπτωση δεν αναφέρει ονομαστικά, ειδικά τους μάρτυρες και τα άλλα αποδεικτικά μέσα προς απόδειξη του ισχυρισμού του περί της πλαστότητας του ανωτέρω εγγράφου. Επίσης, ούτε στις νομοτύπως κατατεθειμένες προτάσεις του κατονομάζει ονομαστικά τους μάρτυρες προς απόδειξη του ισχυρισμού του περί πλαστότητας του εν λόγω εγγράφου. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι με το παραπάνω περιεχόμενο ο περί πλαστότητας ισχυρισμός που προέβαλε ο ενάγων είναι απαράδεκτος, καθόσον αυτός υπεβλήθη χωρίς την τήρηση όσων προβλέπονται στο άρθρο 463 ΚΠολΔ, δεν αναφέρει ειδικά, ονομαστικά τους μάρτυρες προς απόδειξη του ισχυρισμού του αυτού [βλ. ad hoc ΜΕφΑΘ 1779/2021 ΤΝΠ Qualex καθώς επίσης και σε ΑΠ 37/2010, ΕφΠειρ 437/2014 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Νόμος, ΜΕφΑθ 1779/2021, ΜΕφΘεσ 2048/2021, ΜΕφθ 3668/2018 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ Qualex] ενώ και από τα πρακτικά της ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού συζήτησης προκύπτει ότι, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο Δικαστήριο δεν παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αλλά εκπροσωπήθηκε απ’ αυτόν και, επομένως, δεν αποδεικνύεται ότι παρείχε σ’ αυτόν εντολή, για την προβολή του σχετικού ισχυρισμού ενώ δεν αναφέρεται και ούτε αποδεικνύεται, ότι έχει χορηγηθεί με άλλο τρόπο ειδική πληρεξουσιότητα στον υπογράφοντα τις προτάσεις πληρεξούσιο δικηγόρο του, για την προσβολή του συγκεκριμένου εγγράφου, ως πλαστού. Σε αμφότερες, δηλαδή τις ως άνω περιπτώσεις για την παραδεκτή προβολή του σχετικού περί πλαστότητας ισχυρισμού απαιτείται η κατ’ άρθρο 98 περ. β' ΚΠολΔ ειδική πληρεξουσιότητα προς τον υπογράφοντα το δικόγραφο ή προβάλλοντα την ένσταση δικηγόρο είτε εκ των προτέρων είτε με επιγενόμενη των ενεργειών του έγκριση, η οποία συνάγεται και από την αυτοπρόσωπη παράσταση του διαδίκου στο ακροατήριο και τον διορισμό πληρεξούσιου δικηγόρου προς εκπροσώπησή του, που λειτουργεί αναδρομικά, εκτός αν κατά του προσώπου στο οποίο αποδίδεται η πλαστογραφία έχει υποβληθεί αρμοδίως σχετική μήνυση, οπότε δεν απαιτείται να υπάρχει η ανωτέρω ειδική πληρεξουσιότητα [ΟλΑΠ 1408/1984 ΕλλΔνη 985.98, ΑΠ 488/2024, ΑΠ 291/2002, ΕφΑΘ(Μον) 5788/2022, ΕφΑιγ(Μον) 50/2020 σε ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 192/2015 Δικογραφία 2016.567. Επίσης, σε νεότερο έγγραφο προς την ΣΕΠΠΕ με αριθμ. πρωτ. …/10-2-2021 αναφέρεται ότι ο μουσαμάς δεν είχε κάποιο σκίσιμο και η διαδικασία ανοίγματος του μουσαμά της καρότσας γίνεται από το έδαφος ενώ για την προστασία του εργαζομένου υπήρχε όλος ο απαραίτητος για την ασφάλειά του εξοπλισμός όπως κράνος, πλαστικά γυαλιά, αντανακλαστικό γιλέκο, παπούτσι ασφαλείας, γάντια κλπ. Επισημαίνεται, επιπλέον, ότι από τις καταθέσεις των αυτόπτων μαρτύρων … προκύπτει -σύμφωνα και με τα αναφερόμενα- ότι ο ενάγων χρησιμοποίησε το σκαλοσκαμπό ύψους 0,60 εκ. αυτοβούλως, δηλαδή το πήρε μόνος του χωρίς να το ζητήσει από το προσωπικό της εταιρίας ενώ δεν προέκυψε ότι είχε δοθεί τέτοια εντολή από τον εργοδότη του, ... Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι λόγω του προαναφερθέντος τραυματισμού του ενάγοντος και της από 30-8-2022 ένορκης κατάθεσης αυτού ενώπιον του Γ’ Α.Τ. Πατρών επέχουσας θέση εγκλήσεως, επελήφθη του συμβάντος ο κ. Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο οποίος επειδή δεν προέκυψε αδικοπρακτική ευθύνη των εναγομένων απέρριψε την έγκληση η οποία αρχειοθετήθηκε. Για το ίδιο συμβάν και με αφορμή τη διαβίβαση στην Εισαγγελία Αθηνών της έκθεσης έρευνας του εν λόγω ατυχήματος του ΣΕΠΕ στο πλαίσιο της οποίας ο ενάγων κατάθεσε ενόρκως στις 17-6-2022, της ένορκης κατάθεσης αυτού επέχουσας θέση εγκλήσεως, δόθηκε παραγγελία για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος των εναγομένων μετά την ολοκλήρωση της οποίας διαβιβάστηκε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο οποίος εξέδωσε την με αριθμό …/2022 διάταξή του με την οποία απορρίφθηκε αυτή για την πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια από υπόχρεο δια παραλείψεως. Συνεπώς σύμφωνα με τα προαναφερόμενα επισημαίνονται τα ακόλουθα: Το φορτηγό του ενάγοντος εισήλθε στην δεύτερη εναγόμενη εταιρία στις 12.56.58 μμ με οδηγό τον ενάγοντα και η μεταφορική εταιρία που δηλώθηκε ήταν η … όπως προκύπτει απο το ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής εισερχομένων- εξερχομένων πεζών και οχημάτων της 11ης-2-2020. Στο έντυπο καταγράφονται στη στήλη DRIVE ΝΑΜΕ υποχρεωτικά τα στοιχεία των προσώπων που εισέρχονται ως οδηγοί- συνοδηγοί και η ιδιότητά τους. Αυτό αποδεικνύεται από την καταγραφή της ίδιας ημερομηνίας (11-2-2020) τριών ιταλών τεχνικών της εταιρείας DELTA, δύο τεχνικών της εταιρείας ΟΡΤΙΜΑ και δύο πεζών της ΜΕΓΑ. Από το ανωτέρω σχετικό σε συνδυασμό με την με αριθ. …/4-3-2021 έκθεση έρευνας του ΣΕΠΠΕ αποδεικνύεται ότι αν υπήρχε συνοδηγός, δηλαδή ο υιός του ενάγοντας θα καταγραφόταν υποχρεωτικά στο φυλάκιο της εταιρείας που λειτουργεί 24 ώρες. Επίσης, στην με αριθμ. …/4-3-2021 έκθεση έρευνας του ΣΕΠΠΕ αναφέρεται η κατάθεση του εργαζομένου … ότι αυτός ενημέρωσε την σύζυγό του παθόντος. Επίσης, από τον κατάθεση του … στην επ' ακροατηρίω διαδικασία η οποία περιέχεται στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά του δικαστηρίου τούτου, ο υιός του παθόντος βρισκόταν εντός του οχήματος και κοιμόταν κατά τον κρίσιμο χρόνο του ατυχήματος ενώ δεν εμφανίστηκε να συνοδεύει τον πατέρα του κατά την είσοδο του φορτηγού στις εγκαταστάσεις της εταιρίας. Σχετικά με τον ισχυρισμό του ενάγοντος περί απουσίας βιντεοληπτικού υλικού στις εγκαταστάσεις της εταιρίας πρέπει να λεχθούν τα ακόλουθα: Σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχ. α' του ν. 2472/1997 και τις αιτιολογικές σκέψεις 14-17 στο προοίμιο της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, τα δεδομένα ήχου και εικόνας, εφόσον αναφέρονται σε πρόσωπα, συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. 2. Η αποθήκευση και διαβίβαση εικόνας προσώπου, η οποία συλλέγεται από σύστημα βιντεοεπιτήρησης, που λειτουργεί μόνιμα, συνεχώς ή κατά τακτά χρονικά διαστήματα, σε κλειστό ή ανοικτό χώρο συγκέντρωσης ή διέλευσης προσώπων, συνιστά επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και μάλιστα εν όλω ή εν μέρει αυτοματοποιημένη κατά την έννοια των άρθρων 2 στοιχ. δ' και 3 παρ. 1 ν. 2472/1997. 3. Βασική προϋπόθεση, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 ν. 2472/1997, για τη νομιμότητα της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων είναι η τήρηση της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι τα συλλεγόμενα δεδομένα πρέπει να είναι αναγκαία και πρόσφορα για τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος θα πρέπει να μη δύναται να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα. 4. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 ν. 2472/1997 «ο υπεύθυνος επεξεργασίας υποχρεούται να γνωστοποιήσει εγγράφως στην ΑΡΧH τη σύσταση και λειτουργία αρχείου ή την έναρξη της επεξεργασίας». 5. Με τη με αριθμ. 1/2011 Οδηγία της Αρχής, που αντικατέστησε Οδηγία 1122/2000, αναλύεται ειδικότερα το ως άνω ζήτημα χωρίς να τροποποιούνται κατ’ ουσίαν οι αξιολογικές κρίσεις και κανόνες των προηγούμενων με αριθμ. 1122/2000 και 115/2001 Οδηγιών. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της προαναφερόμενης με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας για τα κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης, η νομιμότητα της επεξεργασίας εξετάζεται στο πλαίσιο του σκοπού που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η οποία επιβάλλει τα συστήματα βιντεοεπιτήρησης να είναι πρόσφορα και αναγκαία σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος θα πρέπει να μη δύναται να επιτευχθεί με ηπιότερα μέσα (άρθρο 4 του ν. 2472/1997). Η προσφορότητα και η αναγκαιότητα της βιντεοεπιτήρησης εκτιμάται με βάση τον κίνδυνο που ο υπεύθυνος επεξεργασίας θέλει να αντιμετωπίσει σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Περαιτέρω, τα σημεία εγκατάστασης των καμερών και ο τρόπος λήψης των δεδομένων πρέπει να προσδιορίζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε τα δεδομένα που συλλέγονται να μην είναι περισσότερα από όσα είναι απολύτως αναγκαία για την εκπλήρωση του σκοπού της επεξεργασίας και να μη θίγονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων που ευρίσκονται στο χώρο που επιτηρείται και ιδίως να μην παραβιάζεται αυτό το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ως «νόμιμη προσδοκία ορισμένου βαθμού προστασίας της ιδιωτικής ζωής» σε συγκεκριμένο χώρο. 6. Η αρχή της αναλογικότητας εξειδικεύεται περαιτέρω στο άρθρο 6 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας, όπου ορίζεται ότι η χρήση καμερών με δυνατότητα στρέψης και εστίασης μπορεί να επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο υπεύθυνος επεξεργασίας παρακολουθεί κινήσεις φυσικών προσώπων σε πραγματικό χρόνο προκειμένου να επέμβει άμεσα προς αποτροπή κάποιου συμβάντος (π.χ. νυχτερινή ασφάλεια σε μεγάλους χώρους, όπως εργοστάσια, αποθήκες κ.α.) και εφόσον έχουν ληφθεί όλα τα απαιτούμενα τεχνικά μέτρα για τον περιορισμό της περιοχής λήψης στην απολύτως απαραίτητη (π.χ. με χρήση της λειτουργίας απόκρυψης περιοχών - λειτουργία "μάσκας"). 7. Επιπλέον, στο άρθρο 6 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας ορίζεται ότι κατά την επιτήρηση της περιμέτρου κτιρίων με σκοπό την ασφάλεια προσώπων ή/και αγαθών (π.χ. προστασία της ιδιοκτησίας από φθορές), απαγορεύεται η λήψη εικόνας από παράπλευρες οδούς και πεζοδρόμια, καθώς ενυπάρχει ο κίνδυνος παρακολούθησης των περαστικών, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, που περιγράφονται στο ίδιο άρθρο. 8. Στο άρθρο 6 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας, ορίζεται επίσης ότι, εκτός εξαιρετικές περιπτώσεις, απαγορεύεται η επεξεργασία δεδομένων ήχου για το σκοπό της προστασίας προσώπων και αγαθών. 9. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 7 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας, το σύστημα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την επιτήρηση των εργαζομένων εντός των χώρων εργασίας, εκτός από ειδικές εξαιρετικές περιπτώσεις όπου αυτό δικαιολογείται από τη φύση και τις συνθήκες εργασίας και είναι απαραίτητο για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων ή την προστασία κρίσιμων χώρων εργασίας (π.χ. στρατιωτικά εργοστάσια, τράπεζες, εγκαταστάσεις υψηλού κινδύνου).

 

Για παράδειγμα, σε έναν τυπικό χώρο γραφείων επιχείρησης, η βιντεοεπιτήρηση πρέπει να περιορίζεται σε χώρους εισόδου και εξόδου, χωρίς να επιτηρούνται συγκεκριμένες αίθουσες γραφείων ή διάδρομοι. Εξαίρεση μπορεί να αποτελούν συγκεκριμένοι χώροι, όπως ταμεία ή χώροι με χρηματοκιβώτια, ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό κλπ., υπό τον όρο ότι οι κάμερες εστιάζουν στο αγαθό που προστατεύουν κι όχι στους χώρους των εργαζομένων. Επίσης, σε ειδικούς χώρους, όπως χώροι με ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις ο υπεύθυνος βάρδιας ή ο υπεύθυνος ασφαλείας μπορεί να παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο τους χειριστές μηχανημάτων υψηλής επικινδυνότητας, με σκοπό να επέμβει άμεσα αν συμβεί κάποιο περιστατικό ασφαλείας. 10. Σύμφωνα με το άρθρο 8 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας, τα δεδομένα πρέπει να τηρούνται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ενόψει του επιδιωκόμενου κάθε φορά σκοπού επεξεργασίας, και, σε κάθε περίπτωση, εφόσον από τη λήψη εικόνων που αποθηκεύονται ή τη λήψη που γίνεται σε πραγματικό χρόνο δεν προκύπτει επέλευση συμβάντος που εμπίπτει στον επιδιωκόμενο σκοπό, τα δεδομένα πρέπει να καταστρέφονται το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες. 11. Σύμφωνα με το άρθρο 12 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας, πριν ένα πρόσωπο εισέλθει στην εμβέλεια του συστήματος βιντεοεπιτήρησης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να το ενημερώνει, με τρόπο εμφανή και κατανοητό, ότι πρόκειται να εισέλθει σε χώρο που βιντεοσκοπείται. 2. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 2 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας, κάμερες επιτρέπεται να τοποθετούνται στα σημεία εισόδου και εξόδου των καταστημάτων, στα ταμεία και τους χώρους φύλαξης χρημάτων, στις αποθήκες εμπορευμάτων, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 4 της ίδιας Οδηγίας, απαγορεύεται η λειτουργία καμερών σε χώρους εστίασης και αναψυχής, στα

 

δοκιμαστήρια, στις τουαλέτες και στους χώρους όπου εργάζονται υπάλληλοι καταστήματος και δεν είναι προσιτοί στο κοινό. Στην υπό κρίση περίπτωση, και λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω στοιχεία, προκύπτουν τα εξής: Το σύστημα βιντεοεπιτήρησης δεν πληροί τις προϋποθέσεις νομιμότητας που τίθενται στα άρθρα 6, 7, 8, 12 και 19 της με αριθμ. 1/2011 Οδηγίας της Αρχής, αφού δεν επιτρέπεται η χρήση καμερών σε χώρο εργασίας, χωρίς να δικαιολογείται από τη φύση και τις συνθήκες εργασίας, με δυνατότητα στρέψης και εστίασης, καθώς και δυνατότητα επεξεργασίας ήχου, με σκοπό να παραβιασθούν οι θεμελιώδεις επιταγές για τη νομιμότητα κάθε συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που οι διατάξεις του άρθρου 4 ν. 2472/1997 θέτουν [13/2014 ΕΠΙΤΡΟΠΗ (ΑΡΧΗ.ΠΡΟΣΤ.ΔΕΔΟΜ.)- ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ], Συνεπώς, υπαιτιότητα (αμέλεια), ως προς την επέλευση του εν λόγω ατυχήματος, το οποίο είναι εργατικό, υπό την έννοια του Ν. 551/1915, δεν βαρύνει την δεύτερη εναγόμενη καθότι απεδείχθη ότι επέδειξε την επιμέλεια που όφειλε και μπορούσε υπό τις περιστάσεις να επιδείξει και συγκεκριμένα ότι έλαβε τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας ώστε να εξασφαλίζεται η υγεία και η σωματική ακεραιότητα των εργαζομένων της αλλά και του ενάγοντος, όπως υποχρεούται από το άρθρο 42 του Ν. 3850/2010. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα το προσωπικό της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας δεν εμπλέκεται στην διαδικασία ανοίγματος της καρότσας (μουσαμάς- κουρτίνας) και στην τοποθέτηση του οχήματος στην ράμπα αλλά το προσωπικό της εταιρίας περιορίζεται αποκλειστικά στην διαδικασία μεταφοράς του φορτίου εντός του φορτηγού. Εξάλλου, δεν απαιτούνταν σύμφωνα με τα προαναφερόμενα η χρήση σταθερής κλίμακας ώστε να έχει ο ενάγων πρόσβαση στην διαδικασία ανοίγματος της καρότσας (να σηκώσει το μουσαμά) αλλά αυτό μπορούσε να το πράξει μόνο με τη χρήση ειδικού ξύλινου μαδεριού το οποίο χρησιμοποιείται, για εργασίες τέτοιου είδους, έχοντας μήκος περίπου 3 μ. όσο και το ύψος της καρότσας του φορτηγού και με το οποίο μπορούσε πράγματι να εντοπίσει και να σηκώσει το μουσαμά. Επίσης, δεν απαιτούνταν, κατά την χρήση της κλίμακας από τον ενάγοντα, να βρίσκεται ένας υπάλληλος στη βάση της, που να την συγκρατεί, ώστε να μην υπάρξει κίνδυνος ολίσθησής της όσο χρόνο ο ενάγων βρισκόταν επ’ αυτής καθότι το έδαφος δεν αποδείχτηκε ότι ήταν επικλινές ή ότι δεν ήταν σταθερό. Δηλαδή μεταξύ των πράξεων και παραλείψεις των εναγόμενων, και δη της δεύτερης εναγόμενης δεν υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος ή αιτιώδη συνάφεια με το ένδικο ατύχημα, αφού είχαν τηρηθεί όλα τα μέτρα ασφαλείας, κατά τα αναφερόμενα και στην ως άνω έκθεση έρευνας εργατικού ατυχήματος. Ας σημειωθεί δε ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν υπήρχε σχέση πρόστησης μεταξύ του νομικού προσώπου της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας και του πρώτου εναγομένου εργοδότη … αλλά μεταξύ της ιδιοκτήτριας μεταφορικής εταιρίας … ΤΑΧΥΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ και της « ΙΜΕ …» ιδιοκτήτριας του φορτηγού αυτοκινήτου και συνακόλουθα δε και μεταξύ της τελευταίας και του εργοδότη του ενάγοντος, … (υποπροστηθείς) , δεδομένου ότι παρόλο που, η σχέση πρόστησης δεν προϋποθέτει σχέση εξάρτησης μεταξύ του προστήσαντος και του προστηθέντος, αφού ούτε από την έννοια της πρόστησης ούτε από τον σκοπό της διάταξης του άρθρου 922 ΑΚ προκύπτει τέτοιος περιορισμός, στην προκειμένη περίπτωση και η δραστηριότητα του ενδιάμεσου προσώπου, ήτοι της ιδιοκτήτριας του φορτηγού αυτοκινήτου μεταφορικής εταιρίας, « ΙΜΕ …» -ανεξαρτήτως του εάν υπόκειται σε έλεγχο ή όχι, αφού δεν απαιτείται η παροχή δεσμευτικών ειδικών οδηγιών, όσον αφορά τον χρόνο, τόπο και τρόπο παροχής της εργασίας, αλλά αρκεί η παροχή γενικών οδηγιών-δεν εντασσόταν στον επιχειρηματικό και επαγγελματικό κύκλο δράσης του εργοδότη …, ώστε να δικαιολογείται εν προκειμένω, κατ’ άρθρο 922 ΑΚ, η μετάθεση της ευθύνης σε αυτόν. Εξάλλου η πράξη του προστηθέντος, ήτοι η μεταφορά και η ασφαλής φόρτωση και εκφόρτωση των εμπορευμάτων δεν είναι άσχετη ή ξένη, αλλά βρίσκεται σε εσωτερική αιτιώδη συνάφεια με την εκτέλεση της υπηρεσίας που ανατέθηκε από την ως άνω μεταφορική εταιρία στον υποπροστηθέντα από αυτήν οδηγό του φορτηγού αυτοκινήτου. Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι δεν υπήρξε εντολή από τον εργοδότη του ενάγοντας, … για δέσιμο του μουσαμά με τη χρήση σκάλας και ως εκ τούτου η επιβλαβής ενέργεια, ήτοι η πτώση από την σκάλα, ήταν δυνατόν να υπάρξει και χωρίς την πρόστηση. Εξάλλου, ο προστήσας εργοδότης … θα ευθυνόταν μόνο για την καλή και ασφαλή φόρτωση των εμπορευμάτων και τότε θα επιρρίπτονταν σε αυτόν όλοι οι τυπικοί κίνδυνοι που συνδέονται οργανικά με τη μεταφορά των εμπορευμάτων που του ανατέθηκε από την ανωτέρω μεταφορική εταιρία. Πάντως, ας σημειωθεί ότι ο ενδιάμεσος παραγγελιοδόχος δε συνδέεται συμβατικά με τον παραγγελέα ούτε με τον τελικό παραλήπτη, όμως, ο τελευταίος αποκτά δικαιώματα από τη σύμβαση ενδιάμεσης παραγγελίας μεταφοράς, αφού [και] αυτή έχει το χαρακτήρα γνήσιας σύμβασης υπέρ του παραλήπτη ως τρίτου (ΟλΑΠ 33/1998 ΔΕΕ 1998.990, ΕΑ 8097/2005 ΔΕΕ 2007.916, ΕΑ 5736/2004 ΔΕΕ 2005.65, ΕΑ 7197/2004 ΕλΔνη 2006.591), στις δε σχετικές διατάξεις των άρθρων 410 επομ. του ΑΚ στηρίζονται και οι όποιες (συμβατικές) απαιτήσεις του έναντι του ενδιάμεσου παραγγελιοδόχου, όπως και η (συμβατική) έναντι του παραλήπτη ευθύνη του τελευταίου (ΕΠ 658/2017, ΕΑ 4350/2008 ΔΕΕ 2009.90). Η ευθύνη δηλαδή του παραγγελιοδόχου μεταφοράς είναι κατά την παραπάνω έννοια εγγυητική και ευθύνεται εις ολόκληρον με τον μεταφορέα για την εκ μέρους του τελευταίου ορθή εκτέλεση της μεταφοράς, στο μέτρο βέβαια που και ο τελευταίος ευθύνεται. Ωστόσο, ακόμη και αν θεωρηθούν δεδομένες οι παραπάνω παραλείψεις, από το περιεχόμενο αυτό της αγωγής δεν καθίσταται σαφές σε ποια από τις τρεις ως άνω περιπτώσεις (άμεσος και ενδεχόμενος δόλος, συμπεριφορά του μεταφορέα, κατά την οποία αυτός ενεργεί εν γνώσει του ότι η πράξη ή η παράλειψή του οδηγεί σε επαύξηση του κινδύνου επέλευσης του ζημιογόνου αποτελέσματος, για το οποίο επιδεικνύει αδιαφορία, χωρίς όμως κατ' ανάγκη και να το αποδέχεται), οι οποίες υπάγονται στην έννοια της ηθελημένης κακής διαχείρισης, εμπίπτει η συμπεριφορά των εναγομένων, καθώς δεν αναφέρεται ούτε αν αυτοί επεδίωξαν το παράνομο αποτέλεσμα ή προέβλεψαν αυτό ως αναγκαίο ή έστω ως ενδεχόμενο και το αποδέχτηκαν, ούτε αν ενήργησαν εν γνώσει τους ότι οι ως άνω παραλείψεις τους θα οδηγούσαν σε επαύξηση του κινδύνου επέλευσης του ζημιογόνου αποτελέσματος, ακόμη και αν δεν το αποδέχονταν. Η πτώση δε του ενάγοντος από την κλίμακα και η πρόκληση του τραυματισμού του οφείλονται σε υπαιτιότητα του ίδιου του ενάγοντος, ο οποίος δεν κατέβαλε την επιμέλεια κάθε μετρίως συνετού ανθρώπου, που θα ενεργούσε κάτω από τις ίδιες περιστάσεις με βάση την κοινή πείρα και τη λογική. Ειδικότερα δεν αποδείχτηκε ότι οι εναγόμενοι και δη η δεύτερη εναγόμενη εταιρία παραβίασε τις διατάξεις των άρθρων 7 § 1, 8 § 1β' του ΠΔ 17/1996 [ΦΕΚ Α' 11/1996] «Μέτρα για τη βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ ΕΟΚ», σύμφωνα με τα οποία ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας, ενώ ο ίδιος, επιφυλασσομένων των λοιπών διατάξεων του αυτού διατάγματος, οφείλει, έχοντας υπόψη τη φύση των δραστηριοτήτων της επιχείρησής του, να λαμβάνει υπόψη, όταν αναθέτει καθήκοντα σε έναν εργαζόμενο, τις ικανότητες αυτού σε θέματα ασφάλειας και υγείας, καθώς και τη διάταξη του άρθρου 10 παράρτημα I αριθ. 14.3 του ΠΔ 16/1996 [ΦΕΚ Α' 10/1996] «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας στους χώρους εργασίας σε συμμόρφωση με την οδηγία 89/654/ΕΟΚ» αφού λήφθηκαν τα κατάλληλα προστατευτικά μέτρα για την αποτροπή του κινδύνου τραυματισμού των εργαζομένων», καθώς τη γενική υποχρέωση πρόνοιας που έχει ο εργοδότης έναντι του εργαζομένου, κατά το άρθρο 662 ΑΚ. Η δε [ενσυνείδητη] αμέλεια του ενάγοντος οδηγού του φορτηγού συνίσταται στο ότι από έλλειψη της προσοχής κατά την εκτέλεση της εργασίας αυτής, την οποία [προσοχή] όφειλε και μπορούσε κατά τις περιστάσεις να καταβάλει κατά κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, ενόψει και του γεγονότος ότι κατά την έναρξη της διαδικασίας φόρτωσης των εμπορευμάτων γνώριζε την διαδικασία που έπρεπε ν’ ακολουθήσει όντας έμπειρος οδηγός φορτηγού, δηλαδή να σηκώσει το μουσαμά με το ξύλινο μαδέρι από εδάφους και όχι να χρησιμοποιήσει κλίμακα, η οποία δεν υπήρχε ούτε στον εξοπλισμό του φορτηγού σύμφωνα με τα προαναφερόμενα και συνεπώς, υπήρχε σοβαρό ενδεχόμενο να πέσει κατά τη διαδικασία ανοίγματος της καρότσας, ως εκ τούτου με την ενέργεια του αυτή δεν φρόντισε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ασφαλής η διαδικασία φόρτωσης του εμπορεύματος, με αποτέλεσμα να πέσει και να τραυματιστεί. Δηλαδή αποδεικνύεται ότι στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος συνέτεινε η αμελής συμπεριφορά του ενάγοντας, ο οποίος, δεν ενέτεινε την προσοχή του κατά την εκτέλεση της εργασίας του σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, με αποτέλεσμα να μην αντιδράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά κατά τη πτώση του από τη σκάλα σύμφωνα και με όσα αναφέρονται και στην με αριθμ. …/4-3-2021 έκθεση έρευνας του ΣΕΠΠΕ , δεκτού γενομένου ως και κατ’ ουσία βάσιμου του σχετικώς υποβληθέντος από τους εναγομένους ισχυρισμού περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του ενάγοντας στην πρόκληση του ένδικου ατυχήματος τραυματισμού του. Η επέλευση δηλαδή του ένδικου εργατικού ατυχήματος και ο εξ αυτού τραυματισμός του ενάγοντος δεν οφείλονται σε συγκλίνουσα αμέλεια των εναγομένων, οι οποίοι έχοντας προς τούτο ιδιαίτερη νομική υποχρέωση από τις διατάξεις των άρθρων 662 ΑΚ, 32 Ν 1568/1985 « Υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων, άρθρο 15 πσαρ.1 του Ν. 3850/2010 για την επίβλεψη των συνθηκών εργασίας, μερίμνησαν να λάβουν και να τηρήσουν κάποιο από τα αναφερόμενα και προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα ασφαλείας κατά την εκτέλεση των εργασιών.

 

Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω Α] πρέπει η ένδικη αγωγή ν’ απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη ενώ μετά την απόρριψη της κύριας αγωγής παρέπεται ότι στερείται αντικειμένου η έρευνα επί της από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) προσεπικλήσεως ως και επί της σωρευόμενης με αυτήν παρεμπίπτουσας αγωγής της δεύτερης εναγόμενης της κύριας αγωγής, καθώς η μεν προσεπίκληση έχει επικουρικό χαρακτήρα και εξετάζεται μόνο όταν η κύρια αγωγή κριθεί σε βάρος του προσεπικαλούντος, η δε παρεμπίπτουσα αγωγή τελεί υπό την αίρεση της παραδοχής της κύριας αγωγής (άρθρο 69 παρ.1 εδ.ε ΚΠολΔ), εκλείπει πλέον και το έννομο συμφέρον (άρθρο 70 ΚΠολΔ) της προσεπικαλούσας- παρεμπιπτόντως ενάγουσας ενώ ως προς τις πρόσθετες παρεμβάσεις παρέλκει η εξέτασή τους κατ’ ουσίαν αφού κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 80 ΚΠολΔ δεν ανοίγουν νέα δίκη καθώς δεν περιέχουν αυτοτελές αίτημα δικαστικής προστασίας. Επίσης, με την περάτωση της κύριας δίκης, καταργείται και η δίκη που δημιουργείται με τις πρόσθετες παρεμβάσεις, οι οποίες δεν έχουν αυτοτελές αλλά παρακολουθηματικό ως προς την κύρια δίκη χαρακτήρα [ΕφΠειρ 111/2016, ΠΠΑθ 1346/2014 ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ], Β] Επιπλέον, πρέπει ν’ απορριφθεί η από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) προσεπίκληση ως μη νόμιμη. Πρέπει επίσης να ορισθεί το νόμιμο παράβολο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τους ερήμην δικασθέντες προσθέτους παρεμβαίνοντες (άρθρο 673 σε συνδ. με άρθρα 501, 502 § 1 και 505 § 2 ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολό τους μεταξύ τους λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας που ανέκυψε κατά την ερμηνεία των κανόνων δικαίων που κρίθηκαν εφαρμοστέοι (άρθρο 179 εδ. α’ και 183 ΚΠολΔ).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων την από 23-8-2023 (αριθ. εκθ.καταθ. Μει …/2023) αγωγή, την από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης -προσεπίκληση σε πρόσθετη παρέμβαση αγωγή, την από 10-5-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετη παρέμβαση, την από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή και την από 26-4-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) πρόσθετη παρέμβαση και ερήμην των καθ’ ων οι πρόσθετες παρεμβάσεις.

 

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250€) για καθέναν εκ των απολιπομένων καθ' ων οι πρόσθετες παρεμβάσεις.

 

Α] ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

 

Β] ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ. Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης- προσεπίκληση σε παρέμβαση.

 

Γ] ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 29-3-2024 (αριθ. εκθ. καταθ.Μει …/2024) ανακοίνωση δίκης-προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή.

 

Δ] ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τις πρόσθετες παρεμβάσεις.

 

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στην Παράλληλη Έδρα Μεσολογγίου του Πρωτοδικείου Αιτωλοακαρνανίας στις 14 Ιουλίου 2025, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                               Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ