ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑθ 723/2025

 

Μεταβίβαση επιχείρησης κατ΄ άρθρο 479 ΑΚ και καταβολή μισθωμάτων για τα οποία είχε εκδοθεί διαταγή πληρωμής από την διάδοχο εταιρεία.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Αννας Τσουλφίδου).

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ 723/2025

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

(Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών)

 

 

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ηλία Κουλιανόπουλο, Πρωτόδικη, τον οποίον όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Παναγιώτα Αθανασοπούλου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 31-10-2024 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Α’ ΑΓΩΓΗ (αρ. κατάθεσης: .../2024):

 

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) ..., κατοίκου Πειραιά, οδός ..., με ΑΦΜ ... και 2) εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "... ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΜΑΝΑGΕΜΕΝΤ ΕΠΕ", που εδρεύει στην Αθήνα, ..., με ΑΦΜ ., όπως νομίμως εκπροσωπείται, που παραστάθηκαν η πρώτη δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Άννας Τσουλφίδου και η δεύτερη μετά του νομίμου εκπροσώπου της Νικολάου Ποθάκου, ο οποίος διόρισε πληρεξούσια δικηγόρο την Άννα Τσουλφίδου.

 

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ", που εδρεύει στην Αργυρούπολη Αττικής, ..., με ΑΦΜ ..., όπως νομίμως εκπροσωπείται και 2) ..., κατοίκου Γλυφάδας Αττικής, οδός ..., με ΑΦΜ ..., που παραστάθηκαν αμφότερες δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Χαράλαμπου Λιάρου.

 

Β’ ΑΓΩΓΗ (αρ. κατάθεσης: .../2024)

 

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) ..., κατοίκου Πειραιά, οδός ..., με ΑΦΜ ... και 2) εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία "... ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΜΑΝΑGΕΜΕΝΤ ΕΠΕ", που εδρεύει στην Αθήνα, ..., με ΑΦΜ ..., όπως νομίμως εκπροσωπείται, που παραστάθηκαν η πρώτη δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Άννας Τσουλφίδου και η δεύτερη μετά του νομίμου εκπροσώπου της .., ο οποίος διόρισε πληρεξούσια δικηγόρο την Άννα Τσουλφίδου.

 

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ", που εδρεύει στην Αργυρούπολη Αττικής ..., με ΑΦΜ ..., όπως νομίμως εκπροσωπείται, 2) ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "... ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ..., με ΑΦΜ ..., όπως νομίμως εκπροσωπείται, που παραστάθηκαν αμφότερες δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Δημητρίου Λιάρου, 3) ..., το γένος ..., κατοίκου Κορυδαλλού Αττικής οδός ..., με ΑΦΜ ..., που παραστάθηκαν άπαντες δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Γεωργίου Μπακαμήτσου, 6) μονοπρόσωπης ΙΚΕ με την επωνυμία "... ΜΟΝ. ΙΚΕ", που εδρεύει στη Μεταμόρφωση Αττικής οδός ..., με ΑΦΜ ..., όπως νομίμως εκπροσωπείται, που παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Ευτυχίας Νικολέττας Κατσούλη και 7) ..., κατοίκου Γλυφάδας Αττικής οδός ..., με ΑΦΜ ..., που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Δημητρίου Λιάρου.

 

Οι ενάγοντες της Α' αγωγής με την από 23-4-2024 αγωγή τους που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό κατάθεσης .../2024 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας οπότε και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, ζητούν τα αναφερόμενα σε αυτή, για τους λόγους που επικαλούνται.

 

Οι ενάγοντες της Β' αγωγής με την από 31-5-2024 αγωγή τους που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου αυτού με αριθμό κατάθεσης .../2024 και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας οπότε και εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου, ζητούν τα αναφερόμενα σε αυτή, για τους λόγους που επικαλούνται.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

Μελέτησε τη δικογραφία.

 

Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο.

 

Με τη διάταξη του άρθρου 479 ΑΚ, στην οποία ορίζεται ότι «Αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή επιχείρηση, αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή έως την αξία των μεταβιβαζομένων στοιχείων για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή στην επιχείρηση. Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει», καθιερώνεται αναγκαστική εκ του νόμου σωρευτική αναδοχή των χρεών με την έννοια του άρθρου 477 ΑΚ και δημιουργείται έτσι παθητική εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ του μεταβιβάζοντας και του αποκτώντας. Από αυτούς δε τους δύο ο μεν πρώτος ευθύνεται απεριόριστα, ο δε δεύτερος περιορισμένα και συγκεκριμένα μέχρι την αξία των μεταβιβαζομένων κατά τον χρόνο της μεταβίβασης (ΑΠ 1146/2014 ΤΝΠ Νόμος). Ως χρέη της περιουσίας που μεταβιβάστηκε, νοούνται οποιοσδήποτε φύσης χρέη, είτε από σύμβαση είτε από αδικοπραξία (εκτός των προσωποπαγών), αρκεί ο γενεσιουργός αυτών νομικός λόγος να υπήρχε κατά τον χρόνο της μεταβίβασης. Για την ευθύνη του αποκτώντας δεν απαιτείται να γνώριζε αυτός την ύπαρξη των χρεών, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης ούτε επίσης απαιτείται αυτά να είχαν αναγνωρισθεΐ δικαστικώς σε δίκη μεταξύ του μεταβιβάζοντας οφειλέτη και του δανειστή, μέχρι του χρόνου της μεταβίβασης. Η αγωγή του δανειστή περί μεταβίβασης περιουσίας ή ποσοστού αυτής πρέπει να διαλαμβάνει: α) την ύπαρξη τέτοιας σύμβασης β) τις εναντίον του μεταβιβάσαντος απαιτήσεις του, που είχαν γεννηθεί πριν από τη σύμβαση γ) την μεταβίβαση του συνόλου ή σημαντικού μέρους της περιουσίας ή της επιχείρησης και δ) τη γνώση εκείνου που απέκτησε ότι μεταβιβάστηκε το σύνολο ή το πλέον σημαντικό μέρος της περιουσίας ή της επιχείρησης (ΑΠ 1987/2014 ΤΝΠ Νόμος). Ωστόσο, δεν αποτελεί στοιχείο της αγωγής η αναφορά και η αξία των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάστηκαν, καθόσον η μέχρι της αξίας αυτών ευθύνη εκείνου που απέκτησε προβάλλεται μόνο κατ' ένσταση (ΑΠ 409/2020 ΝοΒ 2020.1244, ΑΠ 318/2008 Δνη 2009.482, ΑΠ 684/1993 Δ/νη 1994.1306, ΕφΠειρ 544/2022, ΕφΠειρ 699/2020, ΠΠρΡοδ 107/2014 ΤΝΠ Νόμος). Η γνώση αυτή θεωρείται ότι υπάρχει και όταν, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες έγινε η μεταβίβαση, ο αποκτών γνώριζε την εν γένει περιουσιακή κατάσταση του μεταβιβάζοντας και μπορούσε να αντιληφθεΐ ότι η περιουσία που του μεταβιβάστηκε αποτελούσε το σύνολο αυτής ή το σημαντικότερο ποσοστό της (ΑΠ 1179/2020, ΑΠ 1995/2014 ΤΝΠ Νόμος ΑΠ 910/2010 ΕπισκΕΔ 2010/1053). Στην περίπτωση δε κατά την οποία μεταβιβάστηκε επιχείρηση ή άλλη περιουσιακή ομάδα ως τέτοια, η γνώση του αποκτώντας προκύπτει από αυτή την ίδια τη σύμβαση, ώστε δεν παρΐσταται ανάγκη να γίνει ιδιαίτερη επίκληση και απόδειξη αυτής (ΑΠ 829/2003 ΤΝΠ Νόμος ΕφΠειρ 699/2020 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, η μεταβίβαση της επιχείρησης είναι άτυπη, μη υποκείμενη σε κάποιο συστατικό ή αποδεικτικό τύπο, γίνεται δε με την παράδοση της επιχείρησης ως οικονομικής ενότητας στο νέο φορέα, που μπορεί να είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο. Οι πιο πάνω ρυθμίσεις ισχύουν και όταν ολόκληρη η περιουσία ή η επιχείρηση του οφειλέτη μεταβιβάζεται σε άλλον όχι με μία, αλλά με περισσότερες μεταβιβαστικές πράξεις και μάλιστα είτε συγχρόνως είτε διαδοχικά, με την προϋπόθεση όμως, στην τελευταία περίπτωση, οι πράξεις να αποτελούν μεταξύ τους ενότητα ή, με άλλη διατύπωση, να βρίσκονται σε στενή χρονική και οικονομική σχέση, όπως και όταν δεν μεταβιβάζεται στον αποκτώντα η επιχείρηση ως προς όλα τα επιμέρους στοιχεία της, αλλά ως προς ορισμένα, τα οποία όμως συνθέτουν τον πυρήνα, που είναι αναγκαίος, ώστε να είναι δυνατή η εξακολούθηση της λειτουργίας της (ΑΠ 1039/2010 ΤΝΠ Νόμος). Για να υπάρχει μεταβίβαση επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή τμήματος αυτών πρέπει να μεταβιβάζονται τόσα επιμέρους στοιχεία της επιχείρησης και κατά τέτοιο τρόπο, ώστε τα μεταβιβαζόμενα στοιχεία να διατηρούν την οργανική τους ενότητα και υπό τον νέο φορέα να είναι ικανά να πραγματοποιήσουν τον επιδιωκόμενο κερδοσκοπικό, οικονομικό ή τεχνικό σκοπό. Θα πρέπει, δηλαδή, η μεταβιβαζόμενη επιχείρηση ή εκμετάλλευση να διατηρεί την ταυτότητά της και υπό τον νέο φορέα της. Η κρίση για τη διατήρηση ή μη της ταυτότητας της οικονομικής μονάδας και επομένως, για το αν συντρέχει μεταβίβαση επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή τμημάτων τους, εξαρτάται από τη συνολική εκτίμηση των συνθηκών της συγκεκριμένης περίπτωσης. Στο πλαίσιο της συνολικής αυτής εκτίμησης, κρίσιμα είναι τα εξής στοιχεία: 1) Η μεταβίβαση ή μη υλικών στοιχείων (κτίρια, μηχανήματα κλπ.), 2) η μεταβίβαση ή μη άυλων αγαθών και η αξία τους, 3) η απασχόληση ή μη σημαντικού μέρους του εργατικού δυναμικού της μεταβιβαζόμενης επιχειρήσεως από τον νέο επιχειρηματία, 4) η μεταβίβαση ή μη της πελατείας, 5) ο βαθμός ομοιότητας των δραστηριοτήτων, που ασκούνται πριν και μετά τη μεταβίβαση και 6) η διάρκεια της ενδεχόμενης διακοπής των δραστηριοτήτων αυτών (ΑΠ 1850/2006, ΧρΙΔ 2007.258, ΕφΠειρ 689/2011, ΤρΝομΠλ ΔΣΑ, ΜΠρΘεσ 3577/2010, ΤρΝομΠλ ΔΣΑ, βλ. και Γνωμοδότηση Δημ. Ζερδελή σε ΔΕΝ 2009.1169, με παραπομπές στη νομολογία του ΔΕΚ και στην εθνική νομολογία]. Σε περίπτωση αμφιβολίας, μάλιστα, η μεταβίβαση της πελατείας θα σημαίνει και μεταβίβαση της επιχείρησης, πολύ περισσότερο όταν ο μεταβιβάζων την πελατεία κλείνει την επιχείρησή του, διότι η πελατεία συνιστά το κεντρικό συστατικό στοιχείο της επιχείρησης, χωρίς το οποίο δεν μπορεί να λειτουργήσει (ΕφΛαρ 23/2013, ΤρΝομΠλ Νόμος Βούτση, Προστασία της επιχείρησης 2η έκδ., σελ. 23 επ., 26 επ., Δελούκα, Η εμπορική επιχείρησις και η προστασία αυτής 2η έκδ. 1980, σελ.4, Μ. Σταθόπουλου, Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, έκδ. 2004, σελ. 1488, σημ. 59].

 

Με την υπό κρίση Α’ αγωγή, κατ' εκτίμηση, οι ενάγουσες εκθέτουν ότι δυνάμει του από 18-7-2007 ιδιωτικού συμφωνητικού - σύμβασης μισθώσεως ξενοδοχείου, οι αναφερόμενοι σε αυτό συνιδιοκτήτες του μισθίου ακινήτου, οι οποίοι τύγχαναν κύριοι αυτού σε ποσοστό 70 % εξ αδιαιρέτου, εκμίσθωσαν στην Α’ εναγόμενη ένα πολυώροφο κτίριο - ξενοδοχείο, που βρίσκεται στην Αθήνα, στην οδό ..., προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως ξενοδοχείο. Ότι ως εγγυήτρια της τήρησης των όρων της άνω μισθωτικής σύμβασης συμβλήθηκε η Β' εναγόμενη. Ότι η διάρκεια της μίσθωσης συμφωνήθηκε μέχρι την 31-12-2025 και το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε αρχικά στο συνολικό ποσό των 21.246,00 ευρώ πλέον τέλους χαρτοσήμου. Ότι η πρώτη ενάγουσα τυγχάνει επικαρπώτρια του ανωτέρω μισθίου ακινήτου κατά ποσοστό 35 % εξ αδιαιρέτου και η δεύτερη ενάγουσα τυγχάνει πλήρης κυρία του ίδιου μισθίου ακινήτου κατά ποσοστό 5 % εξ αδιαιρέτου. Ότι δια της από 13-11-2023 εξώδικης καταγγελίας η πρώτη εναγόμενη κατήγγειλε την ένδικη μίσθωση, πλην όμως η ανωτέρω καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης από την πρώτη εναγόμενη τυγχάνει άκυρη ως ασκούμενη καταχρηστικά. Ότι ως εκ τούτου η από 18-7-2007 σύμβαση μίσθωσης εξακολουθεί να είναι ισχυρή. Ότι η πρώτη εναγόμενη δεν έχει καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα τα μισθώματα των μηνών Δεκεμβρίου 2023 έως και Απριλίου 2024, συνολικού ποσού 84.460,02 ευρώ και την αναπροσαρμογή της εγγύησης για το έτος 2024, ποσού 4.272,40 ευρώ και ότι με βεβαιότητα δεν θα καταβάλει η πρώτη εναγόμενη τα μισθώματα των μηνών Μαΐου έως Οκτωβρίου 2024, ποσού 101.945,88 ευρώ. Ότι η πρώτη εναγόμενη δεν έχει καταβάλει στην δεύτερη ενάγουσα τα μισθώματα των μηνών Δεκεμβρίου 2023 έως και Απριλίου 2024, συνολικού ποσού 12.065,60 ευρώ και την αναπροσαρμογή της εγγύησης για το έτος 2024, ποσού 610,32 ευρώ και ότι με βεβαιότητα δεν θα καταβάλει η πρώτη εναγόμενη τα μισθώματα των μηνών Μαΐου έως Οκτωβρίου 2024, ποσού 14.563,56 ευρώ. Για τους λόγους αυτούς ζητούν οι ενάγουσες με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να αναγνωριστεί η ακυρότητα της από 13-11-2023 καταγγελίας της ένδικης σύμβασης μίσθωσης από την πρώτη εναγόμενη, να αναγνωριστεί η εγκυρότητα της από 18-7-2007 σύμβασης μίσθωσης μέχρι τη λήξη της και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον η καθεμία τους να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 190.678,30 ευρώ για τις παραπάνω αιτίες και στην δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 27.239,48 ευρώ για τις παραπάνω αιτίες. Πριν από την έναρξη της προφορικής συζήτησης οι ενάγουσες, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους που καταχωρίστηκε στα πρακτικά, έτρεψαν το αίτημά τους από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό.

 

Η αγωγή αρμοδΐως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 16 αρ. 1 σε συνδυασμό με 14 παρ. 1 περ. β και 29 παρ. 1 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 614 αρ. 1, 615 έως 620 ΚΠολΔ. Είναι επαρκώς ορισμένη και νόμω βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 281, 361, 574 επ. ΑΚ, 69, 176, 619, 907 και 910 αρ. 1 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, δεδομένου ότι μετά την τροπή του αιτήματος σε αναγνωριστικό δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου.

 

Με την υπό κρίση Β' αγωγή, οι ενάγουσες εκθέτουν ότι δυνάμει του από 18-7-2007 ιδιωτικού συμφωνητικού - σύμβασης μισθώσεως ξενοδοχείου, οι αναφερόμενοι σε αυτό συνιδιοκτήτες του μισθίου ακινήτου, οι οποίοι τύγχαναν κύριοι αυτού σε ποσοστό 70 % εξ αδιαιρέτου, εκμίσθωσαν στην Α’ εναγόμενη ένα πολυώροφο κτίριο - ξενοδοχείο, που βρίσκεται στην Αθήνα, στην οδό ..., προκειμένου να το χρησιμοποιήσει ως ξενοδοχείο. Ως εγγυήτρια της τήρησης των όρων της άνω μισθωτικής σύμβασης συμβλήθηκε η έβδομη εναγόμενη. Ότι η διάρκεια της μίσθωσης συμφωνήθηκε μέχρι την 31-12-2025 και το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε αρχικά στο συνολικό ποσό των 21.246,00 ευρώ πλέον τέλους χαρτοσήμου. Ότι η πρώτη ενάγουσα τυγχάνει επικαρπώτρια του ανωτέρω μισθίου ακινήτου κατά ποσοστό 35 % εξ αδιαιρέτου και η δεύτερη ενάγουσα τυγχάνει πλήρης κυρία του ίδιου μισθίου ακινήτου κατά ποσοστό 5 % εξ αδιαιρέτου. Ότι οι ενάγουσες μαζί με τους τρίτη, τέταρτο, πέμπτο και έκτη των εναγομένων τυγχάνουν οι μοναδικοί συγκύριοι του ένδικου μισθίου ακινήτου. Ότι δυνάμει της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών υποχρεώθηκαν η πρώτη και η έβδομη εναγόμενη να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 124.916,22 ευρώ, για ληξιπρόθεσμα μισθώματα των μηνών Μαΐου - Νοεμβρίου 2023 και για οφειλόμενες αναπροσαρμογές της εγγύησης από το έτος 2019. Ότι δυνάμει της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών υποχρεώθηκαν η πρώτη και η έβδομη εναγόμενη να καταβάλουν στην δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 16.134,14 ευρώ, για ληξιπρόθεσμα μισθώματα των μηνών Σεπτεμβρίου - Νοεμβρίου 2023 και για οφειλόμενες αναπροσαρμογές της εγγύησης από το έτος 2019. Ότι οι παραπάνω διαταγές πληρωμής επιδόθηκαν στις πρώτη και έβδομη εναγόμενες την 29-12-2023.

 

Ότι την 13-11-2023 η πρώτη εναγόμενη κατήγγειλε την ανωτέρω μίσθωση, πλην όμως η καταγγελία αυτή τυγχάνει καταχρηστική. Ότι την 15-12-2023 η δεύτερη εναγόμενη με τους τρίτη, τέταρτο, πέμπτο και έκτη εναγόμενους, οι οποίοι αποτελούν την πλειοψηφία της κοινωνίας των συνιδιοκτητών του μισθίου ακινήτου, συνήψαν την από ίδια ημερομηνία σύμβαση επαγγελματικής μίσθωσης, για την εκμίσθωση στην δεύτερη εναγόμενη του ένδικου μισθίου ακινήτου. Ότι η ανωτέρω σύμβαση μίσθωσης τυγχάνει εικονική, με αποκλειστικό σκοπό να ματαιωθεί η είσπραξη από τις ενάγουσες των ανωτέρω οφειλών τους έναντι της πρώτης εναγόμενης και επειδή οι ενάγουσες δεν συμφωνούσαν στην τροποποίηση της από 18-7-2007 σύμβασης μίσθωσης και την μείωση του μηνιαίου μισθώματος. Ότι η πρώτη εναγόμενη εταιρεία μεταβίβασε στη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία το σύνολο της επιχείρησής της. Με βάση το άνω ιστορικό ζητούν οι ενάγουσες, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να αναγνωριστεί ότι μεταβιβάστηκε η επιχείρηση του ξενοδοχείου "...", που ασκείτο στο μίσθιο ακίνητο, ως σύνολο περιουσίας, από την πρώτη εναγόμενη εταιρεία στη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία, να αναγνωριστεί ότι είναι έγκυρη και ισχυρή και δεσμεύει τη δεύτερη εναγόμενη εταιρεία, η οποία υπεισήλθε σε αυτή στη θέση της αρχικής μισθώτριας - πρώτης εναγόμενης, η από 18-7-2007 σύμβαση επαγγελματικής μίσθωσης, να αναγνωριστεί η εικονικότητα της από 15-12-2023 σύμβασης επαγγελματικής μίσθωσης να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη να καταβάλει εις ολόκληρον, α) στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό που επιδικάστηκε κατά της πρώτης εναγόμενης δυνάμει της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, νομιμότοκα από τότε που κάθε κονδύλι κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, καθώς και το ποσό των 16.496,11 ευρώ για το οφειλόμενο μίσθωμα του μηνάς Δεκεμβρίου 2023, με το νόμιμο τόκο από τότε που κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και β) στην δεύτερη ενάγουσα, το ποσό που επιδικάστηκε κατά της πρώτης εναγόμενης δυνάμει της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, νομιμότοκα από τότε που κάθε κονδύλι κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, καθώς και το ποσό των 2.356,57 ευρώ για το οφειλόμενο μίσθωμα του μηνός Δεκεμβρίου 2023, με το νόμιμο τόκο από τότε που κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, να υποχρεωθούν η πρώτη εναγόμενη, η δεύτερη εναγόμενη και η έβδομη εναγόμενη να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον η καθεμία στην πρώτη ενάγουσα, το ποσό των 49.856,18 για την οφειλή της κατανάλωσης της ύδρευσης του μισθίου ακινήτου, να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη εταιρεία να καταβάλει, δυνάμει της από 18-7-2007 σύμβασης μίσθωσης α) για τα μηνιαία μισθώματα του χρονικού διαστήματος 1-1-2024 έως 31-5-2024, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 84.954,95 ευρώ και στη δεύτερη ενάγουσα, το ποσό των 12.136,22 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη απαιτητό και β) για τις αναπροσαρμογές της εγγύησης για το έτος 2024, στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 1.910,75 ευρώ και στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 272,96 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την 1-1-2024 άλλως από την επομένη της επίδοσης της υπό κρίση αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως άλλως και άλως επικουρικά, να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη να καταβάλει α) στην πρώτη ενάγουσα, για τα ανωτέρω μισθώματα, το ποσό των 43.750,00, πλέον του αναλογούντος χαρτοσήμου, ποσού ευρώ 1.575,00, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη απαιτητό και το ποσό των 8.750,00 ευρώ για εγγύηση, με το νόμιμο τόκο από την 15-1-2024 και στη δεύτερη ενάγουσα, για τα ανωτέρω μισθώματα, το ποσό των 6.250,00, πλέον του αναλογούντος χαρτοσήμου, ποσού ευρώ 225,00, με το νόμιμο τόκο από τότε που κάθε μίσθωμα κατέστη απαιτητό και το ποσό των 1.250,00 ευρώ για εγγύηση, με το νόμιμο τόκο από την 15-1-2024, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης των εναγουσών. Πριν από την έναρξη της προφορικής συζήτησης η δεύτερη εναγόμενη, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της που καταχωρίστηκε στα πρακτικά, περιόρισε το αίτημα της όσον αφορά τα μισθώματα του χρονικού διαστήματος από 1-1-2024 έως 31-5-2024 στο ποσό των 5.886,22 ευρώ ενώ αμφότερες οι ενάγουσες παραιτήθηκαν από το κονδύλιο της ύδρευσης, λόγω εξόφλησής του από την δεύτερη εναγόμενη.

 

Η αγωγή αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 16 αρ. 1 σε συνδυασμό με 14 παρ. 1 περ. β και 29 παρ. 1 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 614 αρ. 1, 615 έως 620 ΚΠολΔ. Είναι επαρκώς ορισμένη, παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των εναγομένων και νόμω βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 138, 180, 361, 479, 574 επ. ΑΚ, 176, 619, 907 και 910 αρ. 1 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, δεδομένου ότι οι ενάγουσες κατέβαλαν το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου, (βλ. σχετικά τα με αρ. ... και ... ηλεκτρονικά παράβολα που προσκομίζουν και επικαλούνται).

     

Εξάλλου, οι δύο αμέσως ως άνω αναφερόμενες αγωγές υπό στοιχεία Α' και Β', οι οποίες είναι εκκρεμείς στο παρόν Δικαστήριο, πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, επειδή υπάγονται στην ίδια ειδική διαδικασία, είναι συναφείς και, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της Δίκης ενώ επιπλέον επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρ. 31 παρ. 3 και 246 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρ. 741 ΚΠολΔ).

 

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: δυνάμει του από 18-7-2007 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... ΑΕ", ο ..., η ..., ο ... και ο ... ως συνιδιοκτήτες του 70 % εξ αδιαιρέτου ενός ακινήτου, ξενοδοχείου, που βρίσκεται στην Αθήνα, επί της οδού ..., αποτελούμενο από οκτώ ορόφους (του λοιπού ανήκοντας στον ... και στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "... ΚΕΑΣ ΑΕ"), εκμίσθωσαν στην πρώτη εναγόμενη της πρώτης αγωγής εταιρεία το ανωτέρω ακίνητο, για χρονικό διάστημα μέχρι την 31-12-2005, με τους όρους και τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στην άνω σύμβαση μίσθωσης. Στην άνω μίσθωση υπεισήλθε δυνάμει κληρονομικής διαδοχής η πρώτη ενάγουσα ως εκμισθώτρια κατά ποσοστό 35 %, μετά τον θάνατο την 21-9-2015 της δικαιοπαρόχου της ..., η οποία είχε αναγνωριστεί ως πλήρης κυρία του ένδικου ακινήτου κατά το άνω ποσοστό, δυνάμει πρακτικών συμβιβασμού επί αγωγών της κατά της εταιρείας με την επωνυμία "..." και κατά του κατά του .... Την κληρονομιά της θανούσας αποδέχθηκε η πρώτη ενάγουσα ... δυνάμει της με αρ. .../2019 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Αθηνών ..., η οποία μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, σε τ. ..., και με αρ. ..., δια της οποίας απέκτησε την επικαρπία του άνω μισθίου ακινήτου σε ποσοστό 35 % εξ αδιαιρέτου.

 

Περαιτέρω, στην άνω μίσθωση υπεισήλθε ως εκμισθώτρια η δεύτερη ενάγουσα της πρώτης αγωγής, εταιρεία με την επωνυμία "... ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΜΑΝΑGΕΜΕΝΤ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ", δυνάμει της με αρ. .../8-6-2023 περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., που μεταγράφηκε νόμιμα στα σχετικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Αθηνών με αρ. καταχώρισης ..., δια της οποίας απέκτησε την πλήρη κυριότητα του μισθίου ακινήτου σε ποσοστό 5 % εξ αδιαιρέτου.

 

Περαιτέρω, συγκύριοι του ανωτέρω μισθίου ακινήτου κατά πλήρη κυριότητα τυγχάνουν οι ... (πέμπτος εναγόμενος της Β' αγωγής) σε ποσοστό 11,25 % εξ αδιαιρέτου, ... (τέταρτος εναγόμενος της Β' αγωγής) σε ποσοστό 11,25 % και η εταιρεία με την επωνυμία "... ΜΟΝ. ΙΚΕ" (έκτη εναγόμενη της Β' αγωγής) σε ποσοστό 25 % εξ αδιαιρέτου ενώ η τρίτη εναγόμενη της Β’ αγωγής, ..., τυγχάνει επικαρπώτρια του ανωτέρω ακινήτου κατά ποσοστό 12,5 % εξ αδιαιρέτου. Το συνολικό μηνιαίο μίσθωμα για το ένδικο μίσθιο συμφωνήθηκε στο ποσό των 21.246,00 ευρώ διαιρετά σε κάθε εκμισθωτή, ανάλογα με το ποσοστό συνιδιοκτησίας του επί του μισθίου. Δυνάμει διαδοχικών τροποποιήσεων της αρχικής ως άνω από 18-7-2007 σύμβασης μίσθωσης, που συνήφθησαν μεταξύ της πρώτης ενάγουσας και της πρώτης εναγόμενης της Α’ αγωγής, το αναλογούν στην πρώτη ενάγουσα μηνιαίο μίσθωμα ανήλθε στο ποσό των 2.000,00 ευρώ, μέχρι και την 1-5-2023, με τη συμφωνία ότι μετά την πάροδο της άνω ημερομηνίας το αναλογούν στην πρώτη ενάγουσα μηνιαίο μίσθωμα θα ανέλθει στο ποσό το οποίο προβλέπεται στην αρχική ως άνω σύμβαση μίσθωσης. Δυνάμει της από 20-10-2023 εξώδικης διαμαρτυρίας και πρόσκλησης της πρώτης ενάγουσας προς τους εναγόμενους της πρώτης αγωγής αυτή διαμαρτυρήθηκε για την μη καταβολή από την πρώτη εναγόμενη του υπολοίπου μισθώματος του μηνάς Μαΐου 2023, ποσού ευρώ 4.064,10, καθώς και των μισθωμάτων των μηνών Ιουνίου - Οκτωβρίου 2023. Για το λόγο αυτό επεδίωξε την έκδοση της με αρ. .../2023 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι της Α’ αγωγής να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 100.968,70 + 23.947,52 = 124.916,22 ευρώ.

 

Περαιτέρω, δυνάμει της από 20-10-2023 εξώδικης διαμαρτυρίας και πρόσκλησης της δεύτερης ενάγουσας προς τους εναγόμενους της πρώτης αγωγής αυτή διαμαρτυρήθηκε για την μη καταβολή από την πρώτη εναγόμενη του υπολοίπου μισθώματος του μηνός Αυγούστου 2023, ποσού ευρώ 1.150,70, καθώς και των μισθωμάτων των μηνών Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου 2023. Για το λόγο αυτό επεδΐωξε την έκδοση της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας υποχρεώθηκαν οι εναγόμενοι της Α’ αγωγής να καταβάλλουν στην δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 7.035,42 + 9.098,72 = 16.134,14 ευρώ. Δυνάμει της από 13-11-2023 καταγγελίας η οποία εγχειρίστηκε την 15-11-2023 στους τρίτη, τέταρτο, πέμπτο και έκτη εναγόμενους της Β' αγωγής η πρώτη εναγόμενη της Α’ αγωγής κατήγγειλε την άνω ένδικη σύμβαση μίσθωσης για το λόγο ότι από τους αρχικούς συνεκμισθωτές του μισθίου ακινήτου, μόνο οι ... τύγχαναν εξ αδιαιρέτου συγκύριοι αυτού. Οι ενάγουσες ζητούν με την υπό κρίση Α' αγωγή τους να αναγνωριστεί η ακυρότητα της ανωτέρω καταγγελίας της ένδικης σύμβασης μίσθωσης. Ειδικότερα, ισχυρίζονται αφενός ότι είναι συγκυρίες του ένδικου μισθίου ακινήτου αλλά ότι ακόμη και αν δεν ήταν κυρίες αυτού και πάλι δεν θα παρίστατο νόμιμος λόγος καταγγελίας δεδομένου ότι η μίσθωση τυγχάνει ενοχική σύμβαση και επομένως δεν απαιτείται η κυριότητα του μισθίου από τον εκμισθωτή προκειμένου να είναι ισχυρή η σύμβαση μίσθωσης.

 

Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι η μισθώτρια εταιρεία γνώριζε καλά πως οι ενάγουσες τυγχάνουν συγκυρίες του ενδίκου μισθίου ακινήτου, δεδομένου ότι έχει συνάψει με την πρώτη ενάγουσα διαδοχικές τροποποιήσεις της ένδικης σύμβασης μίσθωσης και ότι άσκησε την άνω καταγγελία καταχρηστικό, προκειμένου να αποφύγει την καταβολή του αυξημένου μισθώματος μετά την πάροδο της περιόδου μείωσης του μισθώματος. Όπως αποδείχθηκε, η από 13-11-2023 καταγγελία της ένδικης μίσθωσης από την μισθώτρια εταιρεία, περιήλθε σε γνώση των τρίτης τέταρτου, πέμπτου και έκτης εναγομένων της Β’ αγωγής δια της εγχείρησης αυτής προς τους ανωτέρω συνεκμισθωτές οι οποίοι και αποδέχθηκαν το περιεχόμενό της και τη δυνάμει αυτής λύση της ένδικης μίσθωσης.

 

Περαιτέρω, οι ανωτέρω συνεκμισθωτές εκπροσωπούν από κοινού ποσοστό 60 % της κοινωνίας των συγκυριών του ένδικου μισθίου ακινήτου, γεγονός που δεν αμφισβητείται από τους λοιπούς διαδΐκους. Επομένως η περιέλευση της ένδικης καταγγελίας σε γνώση των άνω συνεμισθωτών και η αποδοχή αυτής από αυτούς επέφερε την λύση της ένδικης μίσθωσης δεδομένου του αδιαιρέτου της παροχής στην περίπτωση της μίσθωσης (η παραχώρηση της χρήσης) και της εκπροσώπησης της κοινωνίας των συνεκμισθωτών από την απόλυτη πλειοψηφία αυτών, όσον αφορά πράξεις τακτικής διαχείρισης μεταξύ των οποίων και η αποδοχή της καταγγελίας. Εξάλλου, στις πράξεις τακτικής διαχείρισης ανήκει σε κάθε περίπτωση και η λύση της μίσθωσης. Επομένως η αποδοχή της καταγγελίας από την πλειοψηφΐα των συνεκμισθωτών επέφερε τη λύση της ένδικης μίσθωσης η οποία σε κάθε περίπτωση θα μπορούσε να επέλθει από την απλή σύμπτωση των βουλήσεων της ίδιας πλειοψηφίας των συνεκμισθωτών με την μισθώτρια εταιρεία ως προς το αποτέλεσμα της λύσης της μίσθωσης. Σύμφωνα επομένως με τα ανωτέρω, θα πρέπει να απορριφθεΐ το άνω αίτημα της Α’ αγωγής ως προς την αναγνώριση της ακυρότητας της ένδικης καταγγελίας και να κριθεί αυτή έγκυρη, η δε από 18-7-2007 σύμβαση μίσθωσης λυθείσα, σύμφωνα με τα ανωτέρω.

 

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δυνάμει της από 15-12-2023 σύμβασης επαγγελματικής μίσθωσης οι τρίτη, τέταρτος πέμπτος και έκτη εναγόμενοι της Β’ αγωγής με την ιδιότητά τους ως συγκυριών κατά ποσοστό 60 % εξ αδιαιρέτου του ένδικου μισθίου ακινήτου και ως εκ τούτου ως εκπρόσωποι της κοινωνίας των συγκυριών, εκμίσθωσαν το ένδικο μίσθιο ακίνητο στην δεύτερη εναγόμενη της Β’ αγωγής, ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "... ΕΕ", για χρονικό διάστημα 12 ετών, αντί μηνιαίου μισθώματος 25.000,00 ευρώ, αναπροσαρμοζόμενου κατά ποσοστό 1% κατ’ έτος από το δεύτερο μισθωτικό έτος και εφεξής, προκειμένου αυτό να χρησιμοποιηθεί ως ξενοδοχείο. Οι ενάγουσες της Β’ αγωγής ισχυρίζονται ότι η άνω σύμβαση μίσθωσης δεν συνήφθη στα σοβαρά, παρά μόνο φαινομενικά και για το λόγο αυτό ζητούν να αναγνωριστεί η ακυρότητά της ως εικονικής.

 

Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι έλαβε χώρα μεταβίβαση επιχείρησης, κατά την έννοια του αρ. 479 ΑΚ, από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ” στην εταιρεία "... ΑΕ", η δε εικονική κατά τα ανωτέρω από 15-12- 2023 σύμβαση μίσθωσης συνήφθη αποκλειστικά προς το σκοπό να καλυφθεί η άνω μεταβίβαση επιχείρησης και να ματαιωθεί η εξόφληση των οφειλών της εταιρείας "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" προς τις ενάγουσες. Όπως αποδείχθηκε, δυνάμει του από 2-5-2023 καταστατικού, συστήθηκε η δεύτερη εναγόμενη της Β’ αγωγής εταιρεία με την επωνυμία ".. ΕΕ”, η οποία έλαβε αριθμό ΓΕΜΗ ... Συνεταίροι της άνω εταιρείας τυγχάνουν ο ... και ο ..., εγγονοί της έβδομης εναγόμενης της Β’ αγωγής, γεγονός που δεν αρνούνται οι εναγόμενοι. Δυνάμει του από 2-1-2024 συμφωνητικού των εταίρων της εταιρείας με την επωνυμία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ", συμφωνήθηκε η μεταφορά της έδρας της άνω εταιρείας, από την οδό ..., στην Αθήνα, όπου και το μίσθιο ακίνητο, στη ..., στην Αργυρούπολη Αττικής ενώ με το από ίδια ημερομηνία συμφωνητικό των εταίρων της εταιρείας με την επωνυμία "... ΑΕ", συμφωνήθηκε η μεταφορά της έδρας αυτής από τη ..., στην Αργυρούπολη Αττικής στην οδό ..., στην Αθήνα, όπου και το μίσθιο ακίνητο. Την ίδια ως άνω ημερομηνία, την 4-1-2024, αποδείχθηκε ότι έλαβε χώρα και η απόδοση της χρήσης του μισθίου ακινήτου από την εταιρεία με την επωνυμία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" προς την πλειοψηφία των συνεκμισθωτών συγχρόνως με την παράδοση της χρήσης του μισθίου ακινήτου από την πλειοψηφία των συνεκμισθωτών προς την νέα μισθώτρια εταιρεία με την επωνυμία "... ΑΕ". Τούτο αποδεικνύεται από το γεγονός της μεταφοράς της έδρας της εταιρείας "... ΑΕ" στη διεύθυνση του μισθίου ακινήτου, σε συνδυασμό με την με αρ. .../4-1-2024 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά ..., σύμφωνα με την οποία ο άνω δικαστικός επιμελητής επέδωσε στην εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ", μετά από παραγγελία της πρώτης ενάγουσας, την από 28-12-2023 συντηρητική κατάσχεση εις χείρας τρίτων, η οποία παρελήφθη από την υπάλληλο της άνω εταιρείας .. Εξάλλου, σύμφωνα με τον υποβληθέντα την 16-10- 2023 από την εταιρεία με την επωνυμία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" προς την αρμόδια υπηρεσία ΣΕΠΕ πίνακα προσωπικού της άνω εταιρείας, σε συνδυασμό με τον υποβληθέντα την 5-1-2024 από την εταιρεία με την επωνυμία "... ΑΕ", σχετικό πίνακα προσωπικού, προκύπτει ότι στην εταιρεία "... ΑΕ" εργάζονται τον μήνα Ιανουάριο 2024, ακριβώς οι ίδιοι 17 εργαζόμενοι, οι οποίοι εργάζονταν στην εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" τον Οκτώβριο 2023.

 

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το μίσθιο ακίνητο, το οποίο ήταν διαμορφωμένο και λειτουργούσε ως ξενοδοχείο από την εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ", μέχρι και την 4-1-2024, υπό τον διακριτικό τίτλο ".", εξακολούθησε να λειτουργεί ως ξενοδοχείο και μετά την 4-1-2024 από την εταιρεία "... ΑΕ", υπό τον ίδιο διακριτικό τίτλο, χωρίς να επέλθει απολύτως καμία μεταβολή ούτε στον εξοπλισμό ούτε στα στοιχεία επικοινωνίας της επιχείρησης ούτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της επιχείρησης ούτε στην επωνυμία της επιχείρησης ούτε στο εμπορικό σήμα αυτής, χωρίς μάλιστα να διακοπεί καθόλου η λειτουργία του ξενοδοχείου. Εξάλλου, η επιχείρηση που ασκούσε η εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" μέχρι την αποχώρησή της από το μίσθιο και συνεχίζει έκτοτε να ασκεί η εταιρεία ". ΑΕ", είναι το ξενοδοχείο ημιδιαμονής "...", αφού η εταιρεία "... ΑΕ" συνέχισε την ένδικη επιχείρηση, διατηρώντας τόσο τον εξοπλισμό και τη διαμόρφωση του χώρου όσο και άπαντα τα διακριτικά γνωρίσματα της επιχείρησης.

 

Περαιτέρω, η εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" δεν συνέχισε την δραστηριοποίησή της στην εκμετάλλευση ξενοδοχείου ούτε με τον ίδιο ούτε με άλλο διακριτικό τίτλο. Από όλα τα παραπάνω, κατ' εφαρμογή της ΑΚ 479, δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία ότι διενεργήθηκε η μεταβίβαση της ένδικης επιχείρησης από την πρώτη εναγόμενη της Β' αγωγής στη δεύτερη εναγομένη της Β’ αγωγής εν γνώσει της δεύτερης εναγόμενης της Β' αγωγής περί της μεταβίβασης του συνόλου της επιχείρησης. Επομένως η δεύτερη εναγόμενη της Β' αγωγής εταιρεία "ΑΗ ΠΑΓΚΡΑΤΙ ΑΕ" ευθύνεται κατ' άρθρο 479 ΑΚ αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με την πρώτη εναγόμενη της Β' αγωγής εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" για τα χρέη της μεταβιβάζουσας εταιρείας. Και ναι μεν η μεταβιβάζουσα εταιρεία ευθύνεται απεριόριστα, η δε αποκτώσα περιορισμένα και συγκεκριμένα μέχρι της αξίας των μετσβιβαζομένων στοιχείων κατά τον χρόνο της μεταβίβασης πλην όμως η τελευταία (δεύτερη εναγόμενη της Β' αγωγής) δεν προέβαλε ένσταση περιορισμού της ευθύνης της μέχρι την αξία αυτή (ΑΠ 409/2020 ΝοΒ 2020.1244) και ως εκ τούτου ευθύνεται για το σύνολο του ανωτέρω ποσού. Αποδείχθηκε ακόμη ότι μετά την πάροδο του ορισμένου δια της από 1-11-2022 τροποποίησης της από 18-7-2007 σύμβασης μίσθωσης χρονικού διαστήματος κατά το οποίο η μισθώτρια εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" κατέβαλε στην πρώτη ενάγουσα μειωμένο μίσθωμα ύψους 2.000,00 ευρώ πλέον χαρτοσήμου, δηλαδή από την 1-5-2023 και έπειτα και δεδομένου ότι δεν συνήφθη νέα συμφωνία για την καταβολή μειωμένου μισθώματος το μηνιαίο μίσθωμα επρόκειτο να ανέλθει στο ποσό που είχε συμφωνηθεί με την αρχική από 18-7-2007 σύμβαση μίσθωσης παρά το γεγονός ότι η μισθώτρια εταιρεία επιθυμούσε και επεδΐωκε την διατήρηση της καταβολής μειωμένου μισθώματος. Ακόμη, την 13-9-2023, οι τρίτη, τέταρτος πέμπτος και έκτη εναγόμενοι της Β' αγωγής, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, κοινοποίησαν στην πρώτη ενάγουσα, όπως η ίδια ισχυρίζεται και οι εναγόμενοι δεν αρνούνται, σχέδιο νέας σύμβασης μίσθωσης όμοιο κατά περιεχόμενο με την από 15-12-2023 σύμβαση μίσθωσης όπως αυτή συνήφθη. Από τα ανωτέρω αποδεικνύεται ότι η πλειοψηφία των συγκοινωνών σκόπευε να προβεί στη σύναψη νέας σύμβασης μίσθωσης με τους όρους και τις συμφωνίες που τελικά περιελήφθησαν στην από 15-12-2023 σύμβαση μίσθωσης το γεγονός δε αυτό είχε κοινοποιήσει και στην πρώτη ενάγουσα, ως ανωτέρω και δη σε χρόνο αρκετά προγενέστερο της σύναψης αυτής. Από το γεγονός ιδίως αυτό προκύπτει ότι η από 15-12-2023 σύμβαση μίσθωσης συνήφθη στα σοβαρά, ο ισχυρισμός δε των εναγόντων ότι συνήφθη μόνο φαινομενικά, υποκρύπτοντας την υπεισέλευση της εταιρείας "... ΑΕ" με την ιδιότητα της μισθώτριας στην από 18-7-2007 σύμβαση μίσθωσης δεν κρίνεται πειστικός δεδομένου ότι ήδη το μίσθωμα είχε καταστεί μη ελκυστικό για την μισθώτρια εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ", ώστε η εταιρεία "... ΑΕ" να μη θέλει να υπεισέλθει στη μίσθωση αυτή αλλά να προβεί στη σύναψη νέας με ευνοϊκότερους όρους. Ακόμη αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη της Β* αγωγής εταιρεία "... ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ" δεν έχει καταβάλει στις ενάγουσες το μίσθωμα του μηνάς Δεκεμβρίου 2023 (δεδομένου ότι το μίσθιο αποδόθηκε από την μισθώτρια στην πλειοψηφΐα των συγκοινωνών την 4-1-2024), ποσού ευρώ 16.496,11 για την πρώτη ενάγουσα και ποσού ευρώ 2.356,57 για τη δεύτερη ενάγουσα, ενώ η δεύτερη εναγόμενη της Β’ αγωγής, εταιρεία "ΑΗ ΠΑΓΚΡΑΤΙ ΑΕ" δεν έχει καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα τα μισθώματα των μηνών Ιανουάριου έως Μαΐου 2024, δυνάμει της από 15-12-2023 σύμβασης μίσθωσης ποσού ευρώ 8.750,00 έκαστο και συνολικά το ποσό των 8.750,00 * 5 = 43.750,00 ευρώ, πλέον τέλους χαρτοσήμου εκ 3,6 %, ποσού ευρώ 1.575,00, καθώς και το ποσό που αναλογεί στην πρώτη ενάγουσα από την συμφωνηθείσα δια της άνω σύμβασης μίσθωσης εγγυοδοσία, ποσού ευρώ 8.750,00, έχει καταβάλει τα μισθώματα των μηνών Ιανουάριου - Μαΐου 2024, πλέον τέλους χαρτοσήμου στην δεύτερη ενάγουσα και δεν έχει καταβάλει το ποσό που αναλογεί στην δεύτερη ενάγουσα από την συμφωνηθείσα δια της άνω σύμβασης μίσθωσης εγγυοδοσία, ποσού ευρώ 1.250,00.

 

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η Α’ αγωγή και να γίνει εν μέρει δεκτή η Β' αγωγή και να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγόμενη της Β’ αγωγής εταιρεία "... ΑΕ" να καταβάλει στην 1) πρώτη ενάγουσα α) το ποσό των 124.916,22 ευρώ το οποίο επιδικάστηκε σε βάρος της πρώτης εναγόμενης της Β' αγωγής δια της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, β) το ποσό των 16.496,11 ευρώ για το μίσθωμα του μηνός Δεκεμβρίου 2023, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημέρας κατά την οποία αυτό κατέστη απαιτητό, ως χρέη της επιχείρησης τα οποία είχαν δημιουργηθεί πριν από την μεταβίβαση αυτής κατά τα ανωτέρω και γ) το ποσό των 43.750,00 + 1.575,00 + 8.750,00 = 54.075,00 ευρώ, από την επομένη της ημέρας που κάθε ποσό κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και 2) στη δεύτερη ενάγουσα α) το ποσό των 16.134,14 ευρώ το οποίο επιδικάστηκε σε βάρος της πρώτης εναγόμενης της Β' αγωγής δια της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, β) το ποσό των 2.356,57 ευρώ για το μίσθωμα του μηνός Δεκεμβρίου 2023, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημέρας κατά την οποία αυτό κατέστη απαιτητό, ως χρέη της επιχείρησης τα οποία είχαν δημιουργηθεί πριν από την μεταβίβαση αυτής κατά τα ανωτέρω και γ) το ποσό των 1.250,00 ευρώ, από την επομένη της ημέρας που κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή μόνο ως προς τα οφειλόμενα κατά τα ανωτέρω μισθώματα, κατ’ αρ. 910 ΚΠολΔ. Τέλος, η δικαστική δαπάνη των διαδίκων πρέπει ως προς την Α’ αγωγή να επιβληθεί σε βάρος των εναγουσών και ως προς τη Β' αγωγή να συμψηφιστεί μεταξύ των διαδίκων, ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας εκάστου (αρ. 178 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις αναφερόμενες στο εισαγωγικό τμήμα της παρούσης : α) αγωγή με αριθμό κατάθεσης .../2024 και β) αγωγή με αριθμό κατάθεσης .../2024.

      

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ Α' ΑΓΩΓΗ (αρ. κατ. .../2024):

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις ενάγουσες στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης των εναγόμενων, την οποία ορίζει στο ποσό των 650,00 ευρώ.

      

ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ Β' ΑΓΩΓΗ (αρ. κατ. .../2015):

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδΐκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

 

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τη δεύτερη εναγόμενη να καταβάλει στην 1) πρώτη ενάγουσα α) το ποσό των 124.916,22 ευρώ το οποίο επιδικάστηκε σε βάρος της πρώτης εναγόμενης της Β’ αγωγής δια της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, β) το ποσό των 16.496,11 ευρώ για το μίσθωμα του μηνός Δεκεμβρίου 2023, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημέρας κατά την οποία αυτό κατέστη απαιτητό και γ) το ποσό των 54.075,00 ευρώ, από την επομένη της ημέρας που κάθε ποσό κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και 2) στη δεύτερη ενάγουσα α) το ποσό των 16.134,14 ευρώ το οποίο επιδικάστηκε σε βάρος της πρώτης εναγόμενης της Β’ αγωγής δια της με αρ. ./2023 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, β) το ποσό των 2.356,57 ευρώ για το μίσθωμα του μηνός Δεκεμβρίου 2023, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημέρας κατά την οποία αυτό κατέστη απαιτητό, και γ) το ποσό των 1.250,00 ευρώ, από την επομένη της ημέρας που κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό.

 

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινά εκτελεστή μόνο ως προς τα αμέσως ανωτέρω υπό στοιχεία 1β, 1γ, 2β και 2γ κονδύλια.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τη δεύτερη εναγόμενη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των εναγουσών, το οποίο ορίζει στο ποσό των 450,00 ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 26 Ιουν. 2025 έκτακτη, δημόσια και στο ακροατήριό του συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ