ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜΠρΑθ 2156/2025
Μη νομίμως επιβληθείσα
και αδιαφανώς υπολογισθείσα χρέωση λόγω εφαρμογής της ρήτρας αναπροσαρμογής
στους λογαριασμούς ρεύματος -.
Η
απαίτηση της εταιρείας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας τυγχάνει ανεκκαθάριστη καθώς υπολογίστηκε με καταχρηστικούς γενικούς
όρους συναλλαγών, κατά παράβαση του νόμου περί προστασίας των καταναλωτών, της
μεταξύ τους σύμβασης αλλά και του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας (άρθρο
361 ΑΚ, άρθρο 2 παρ.7 εδ ια
Ν.2251/1994, άρθρο 49 Ν 4001/2011 και του ΚΠΗΕ), χωρίς προηγουμένως -προ της
κατάρτισης της σύμβασης- ο ανακόπτων να έχει
ενημερωθεί ειδικώς προς τούτο αλλά ούτε και μετά την κατάρτιση αυτής ενημερώθηκε
επαρκώς για τον τρόπο και τα κριτήρια με βάση τα οποία μεταβλήθηκε το τίμημα
ούτε ήταν σε θέση να διαπιστώσει το ύψος της μεταβολής του τιμήματος. Εξάλλου,
το γεγονός ότι ένας όρος είναι σύμφωνος με μια απόφαση της ΡΑΕ, που είναι
αρμόδια για τη λειτουργία της ενεργειακής αγοράς, δεν σημαίνει σε καμιά
περίπτωση, ότι καθιστά εξ ορισμού τον όρο μη καταχρηστικό.
(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Δήμητρας Παπαγεωργίου).
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ
ΑΝΑΚΟΠΩΝ
Αριθμός
αποφάσεως 2156/2025
ΤΟ
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε
από την Δικαστή Αικατερίνη Μπιντζιλέκη, Πρωτόδικη,
την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου
Αθηνών και το Γραμματέα Σωτήριο Τριπολιτσιώτη.
Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Ιανουαρίου 2025 για να δικάσει την υπόθεση
μεταξύ:
ΤΟΥ
ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ-ΑΣΚΟΥΝΤΟΣ ΠΡΟΣΘΕΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΑΝΑΚΟΠΗΣ: …, o οποίος παραστάθηκε δια
της πληρεξούσιας δικηγόρου Δήμητρας Παπαγεωργίου με ΑΜ ΔΣΑ 42600.
ΤΗΣ
ΚΑΘΉΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ - ΚΑΘΉΣ ΟΙ ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΛΟΓΟΙ : Μονοπρόσωπης Ανώνυμης Εταιρείας με
την επωνυμία «ELPEDISON ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ
ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και με διακριτικό τίτλο «ΕΕΡΕΩΙ8ΟΝ Α.Ε.», η οποία εδρεύει στο Μαρούσι
Αττικής, Αμαρουσίου — Χαλανδρίου 18-20 (ως οιονεί
καθολική διάδοχος της «ELPEDISON ENERGY ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ
ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και με το διακριτικό τίτλο «ELPEDISON ENERGY Α.Ε.»,
δυνάμει συγχωνεύσεως δια απορροφήσεως της δεύτερης από την πρώτη - αρ. πρωτ. Ανακοινώσεως ΓΕΜΗ
./02.09.2015), νομίμως εκπροσωπούμενης (με Α.Φ.Μ. . της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών) και
παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της ….
Ο
ανακόπτων με την από 19.1.2024 ανακοπή του,
διαδικασίας περιουσιακών διαφορών, που κατατέθηκε στις 20.3.2024 με ΓΑΚ ./2024
και ΕΑΚ: ./2024 ζήτησε όσα περιέχονται σ’ αυτή. Για τη συζήτηση της ανωτέρω
ανακοπής ορίσθηκε δικάσιμος η αναφερομένη στην αρχή της παρούσας.
Με
το από 7.1.2025 δικόγραφο πρόσθετων λόγων (α.α.καταθ.
…/./2020) που κατέθεσε ο ανακόπτων στις 8.1.2025,
ζήτησε όσα περιέχονται σ’ αυτό και ορίστηκε ημέρα συζήτησης η αναφερομένη στην
αρχή της παρούσας.
Η
ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι προσδιορίστηκαν για τη σημερινή δικάσιμο
προκειμένου να συνεκδικαστούν κατά την οποία, αφού
εκφωνήθηκαν οι υποθέσεις από το οικείο πινάκιο και κατά τη σειρά εγγραφής τους
σ’ αυτό, το Δικαστήριο αφού:
Μελέτησε
τη δικογραφία
Σκέφτηκε
σύμφωνα με το νόμο
Φέρονται
προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου η από 19.2.2024 (ΕΑΚ: ./2024)
ανακοπή και οι από 7.1.2025 (ΕΑΚ: ./2025) πρόσθετοι λόγοι αυτής, οι οποίες
πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, καθόσον
έχουν μεταξύ τους σχέση κυρίου και παρεπομένου και υπάγονται στην ίδια
διαδικασία, αλλά και διότι έτσι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται
και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επιπλέον δε επέρχεται και μείωση των
εξόδων της [άρθρα 31 § 1 και 246 ΚΠολΔ]. Με την
κρινόμενη ανακοπή και πρόσθετους λόγους αναφέρονται σ’ αυτήν επιδιώκεται να
ακυρωθεί η με αριθμό ./2023 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του (πρώην)
Ειρηνοδικείου Αθηνών για τους λόγους που αναφέρονται στα σχετικά δικόγραφα.
α/
Η κρινόμενη ανακοπή με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα αρμόδια και παραδεκτά
εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου [άρθρα 632 § 1 και 584
ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν πλέον μετά την τροποποίηση
και αντικατάστασή τους με τις διατάξεις του ν. 4335/2015, εφόσον η ανακοπή του
632 ασκήθηκε μετά την 1-1-2016 (άρθρο ένατο § 2 του ν. 4335/2015)], με την
προκειμένη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ., ΚΠολΔ, σύμφωνα με τη διάταξη
του άρθρου 632 § 2 εδ. τελευταίο του ιδίου Κώδικα.
Είναι δε νόμιμη, ερειδόμενη στη διάταξη του άρθρου
632 § 1 ΚΠολΔ. Επιπλέον, η εν λόγω ανακοπή ασκήθηκε
νομότυπα και εμπρόθεσμα κατά το άρθρο 632 § 2 ΚΠολΔικ,
αφού: α) όπως προκύπτει από την σχετική επισημείωση του Δικαστικού Επιμελητή, η
καθ' ής επέδωσε την ανακοπτομένη
διαταγή πληρωμής στον ανακόπτοντα την 5.2.2023 με την
από 31.1.2024 επιταγή προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου α' εκτελεστού αυτής και β)
όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. ./22.2.2024 έκθεση
επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου - Αθηνών ...,
που επικαλείται και προσκομίζει ο ανακόπτων, η ένδικη
ανακοπή επιδόθηκε στην καθ’ ης στις 22/1/2024 . Επίσης οι πρόσθετοι λόγοι
ανακοπής κοινοποιήθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα στην καθ' ής
η ανακοπή ,όπως προκύπτει από την με αριθμ. ./9.7.2025
έκθεση επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, ήτοι πριν την παρέλευση
οκτώ ημερών από την συζήτηση της ανακοπής (άρθρο 585 § 2 του ΚΠολΔ).
Από
το σύνολο των προσκομιζόμενων και επικαλούμενων εγγράφων, δημόσιων και
ιδιωτικών, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη για άμεση απόδειξη και άλλα για
την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και από τα διδάγματα κοινής πείρας και
λογικής, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρα 336 § 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν πλήρως τα κάτωθι:
Η
καθ’ ης η ανακοπή επέδωσε στον ανακόπτοντα αντίγραφο
από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της με αριθμό 26192/2023 διαταγής πληρωμής της Ειρηνοδίκου Αθηνών , η οποία τον επιτάσσει να της καταβάλει
συνολικά το ποσό των 1.792,56 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, που αποτελεί οφειλή
από λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος. Κατά το άρθρο 623 ΚΠολΔ
κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 αυτού, μπορεί να ζητηθεί η
έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις παροχής
χρεογράφων, εφόσον πρόκειται για ιδιωτικού δικαίου διαφορά και η απαίτηση και
το οφειλόμενο ποσό αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο...”, κατά δε το
άρθρο 626 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα "στην αίτηση για την έκδοση διαταγής
πληρωμής, πρέπει να αναφέρονται και να επισυνάπτονται και όλα τα έγραφα από τα
οποία προκύπτει η απαίτηση και το ποσό της". Από τις παραπάνω διατάξεις σε
συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 624 ΚΠολΔ
προκύπτει ότι μεταξύ των ουσιαστικών και διαδικαστικών προϋποθέσεων, με τη
συνδρομή των οποίων, μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής, είναι αφενός
μεν η ύπαρξη χρηματικής απαίτησης του αιτούντος, αφετέρου δε η απαίτηση αυτή
και το ποσό της να αποδεικνύονται άμεσα από δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή από
συνδυασμό τέτοιων εγγράφων. Τίθεται έτσι η έγγραφη απόδειξη της απαίτησης ως
ειδική διαδικαστική προϋπόθεση για την έκδοση για αυτήν, διαταγής πληρωμής (ΑΠ
1413/2022, ΑΠ 694/2022). Εάν η απαίτηση ή το ποσό της δεν αποδεικνύονται από τα
έγγραφα που επισυνάφθηκαν στην αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, ο
δικαστής οφείλει, κατ' άρθρο 628 ΚΠολΔ, να μην
εκδώσει διαταγή πληρωμής, εάν δε, παρά την έλλειψη της διαδικαστικής αυτής
προϋπόθεσης, εκδοθεί διαταγή πληρωμή τότε αυτή ακυρώνεται ύστερα από ανακοπή
του οφειλέτη, κατά τα άρθρα 632 και 633 ΚΠολΔ,
καθόσον λόγους ανακοπής μπορούν να αποτελέσουν είτε η έλλειψη των διαδικαστικών
(τυπικών) προϋποθέσεων, που απαιτούνται, σύμφωνα με τα άρθρα 623 επ. ΚΠολΔ, για την έκδοση
διαταγής πληρωμής, είτε ενστάσεις κατά της απαιτήσεως, ήτοι τη βασιμότητα ή το
ύψος αυτής (ΑΠ 62/2024, ΑΠ 123/2023 δημ. ΤΝΠΔΣΑ).
Εξάλλου η απαίτηση πρέπει να μην εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή
αντιπαροχή και να είναι ορισμένο το οφειλόμενο ποσό χρημάτων ή χρεογράφων,
δηλαδή να είναι βέβαιη και εκκαθαρισμένη (624 ΚΠολΔ).
Ειδικότερα, η αναφορά στη διαταγή πληρωμής του καταβλητέου ποσού χρημάτων
απαιτείται, προκειμένου η σχετική απαίτηση να είναι εκκαθαρισμένη κατά την
έννοια του άρθρου 916 ΚΠολΔ και να μπορεί έτσι η
διαταγή πληρωμής να λειτουργήσει πράγματι ως εκτελεστός τίτλος, είναι δε εκκαθαρισμένη
η απαίτηση, όταν από τον τίτλο προκύπτει αυτή κατά ποσόν και ποιόν.
Εκκαθαρισμένη, επίσης, είναι η χρηματική απαίτηση και όταν μπορεί να καθορισθεί
κατά ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα
στον-τίτλο στοιχεία (ΑΠ 123/2023 ο.π). Η ακύρωση της
διαταγής πληρωμής, για τον λόγο αυτό, απαγγέλλεται, λόγω διαδικαστικού
απαραδέκτου, ανεξαρτήτως της ύπαρξης και της δυνατότητας απόδειξης της
απαίτησης με άλλα μέσα. Αντικείμενο της δίκης επί της ανακοπής κατά διαταγής
πληρωμής είναι το κύρος της διαταγής πληρωμής, ενώ η ισχύς και το μέγεθος της
απαίτησης, της οποίας έχει διαταχθεί η πληρωμή, όταν αμφισβητείται με την
ανακοπή, είναι απλώς προδικαστικό ζήτημα του κυρίου τούτου ζητήματος (ΑΠ
186/2023, ΑΠ 916/2021 δημ. ΤΝΠΔΣΑ).
Με
τον πρώτο λόγο της ανακοπή του ο ανακόπτων
ισχυρίζεται ότι η οφειλή της καθ' ης δεν είναι εκκαθαρισμένη διότι έχει
εξοφληθεί αυτή κατά ένα μέρος της ήτοι κατά το ποσό των 470 ευρώ, η καταβολή
του οποίου έγινε την 11.3.2022, η δε καταβολή δεν ελήφθη υπόψη στην διαμόρφωση
του συνολικού ποσού της οφειλής και ότι η εγγύηση ποσού 177.71 ευρώ η οποία
καταβλήθηκε σε δυο δόσεις, την 8.10.2020 και 6.11.2020 αντίστοιχα δεν είχε
επίσης αφαιρεθεί από το αιτούμενο συνολικό ποσό. Οι ανωτέρω λόγοι θα εξετασθούν
ως προς την ουσιαστική βασιμότητά τους. Επίσης με τον δεύτερο λόγο ανακοπής του
ισχυρίζεται ότι η απαίτησης της καθ' ής προήλθε από
μη νομίμως επιβληθείσα και αδιαφανώς υπολογισθείσα
χρέωση λόγω εφαρμογής της ρήτρας αναπροσαρμογής στους λογαριασμούς που αναφέρει
στην ανακοπή του, οι οποίοι που αφορούν την με αριθμό Η1·παροχή, στη βάσει των
οποίων εκδόθηκε η επίδικη διαταγή πληρωμής, η οποία τυγχάνει ανεκκαθάριστη καθώς υπολογίστηκε με καταχρηστικούς γενικούς
όρους συναλλαγών, κατά παράβαση του νόμου περί προστασίας των καταναλωτών , της
μεταξύ τους σύμβασης αλλά και του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας Ό
λόγος αυτός της ανακοπής που κρίνεται νόμιμος στηριζόμενος στο άρθρο 361 ΑΚ,
άρθρο 2 παρ.7 εδ ια
Ν.2251/1994, άρθρο 49 Ν. 4001/2011 και του ΚΠΗΕ θα κριθεί περαιτέρω ως προς την
ουσιαστική βασιμότητά του.
Από
την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος του ανακόπτοντος η
οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης, τα έγγραφα
που παραδεκτά και νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και την εν
γένει διαδικασία αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά : Η καθ' ής ως Προμηθευτής, έχει καταρτίσει και υπογράψει με τον ανακόπτοντα την από 10/08/2020 «Αίτηση - Σύμβαση Προμήθειας
Ηλεκτρικής Ενέργειας», προς το σκοπό ηλεκτροδότησης της παροχής του με αριθμό …
με το πρόγραμμα 24 ώρες νυχτερινό. Σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους της
σύμβασης αυτής, η οποία νόμιμα επικαλούμενη προσκομίζεται, η καθ' ής προμηθεύει το ακίνητο του ανακόπτοντα
με ηλεκτρική ενέργεια, αυτός δε υποχρεούται να καταβάλει για την κατανάλωση
ηλεκτρικού ρεύματος και δη για συγκεκριμένη χρονική περίοδο κατανάλωσης την
αντίστοιχη αμοιβή και χρεώσεις, όπως αυτές εμπεριέχονται στους εκδοθέντες από αυτήν και σταλθέντες
σε αυτόν Λογαριασμούς Κατανάλωσης Ηλεκτρικού ρεύματος (τιμολόγια), όπου
αναγράφονται αναλυτικά, μεταξύ άλλων, τα στοιχεία του πελάτη, η διεύθυνση του
ακινήτου, ο αριθμός λογαριασμού, η ημερομηνία έκδοσης του λογαριασμού, ο
αριθμός παροχής, η περίοδος κατανάλωσης, καθώς και το σύνολο της οφειλής, η
ημερομηνία λήξης του λογαριασμού, αλλά και η ανάλυση της οφειλής ως προς τις
διάφορες χρεώσεις τόσο υπέρ της εταιρείας, όσο και υπέρ του Δήμου. Κατόπιν
αίτησης της καθ' ης εκδόθηκε εις βάρος του ανακόπτοντος
η υπ' αριθμ. ./2023 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του
Ειρηνοδικείου Αθηνών με την οποία διατάχθηκε ο ανακόπτων
να καταβάλει στην εκεί αιτούσα και ήδη καθ’ ής η
ανακοπή, το ποσό των 1.450 ,50 ευρώ με τον νόμιμο τόκο από την δημοσίευση της
Διαταγής μέχρι την εξόφληση ευρώ ως οφειλόμενο ποσό αφού έλαβε υπόψη 1) την
ανωτέρω αναφερόμενη σύμβαση προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με τους
όρους της οποίας και ιδίως αναφορικά με την τιμολόγηση και την πληρωμή και
ειδικότερα στον όρο 5.1 ορίζεται ότι: Ο Προμηθευτής εκδίδει μηνιαίως τους
Λογαριασμούς Κατανάλωσης βάσει είτε εκτιμώμενης είτε καταμετρούμενης
κατανάλωσης (έναντι και εκκαθαριστικοί)/ Η μεθοδολογία υπολογισμού των χρεώσεων
των «έναντι» λογαριασμών βασίζεται στα κατ’ εκτίμηση δεδομένα της παροχής, τα
οποία λαμβάνει ο Προμηθευτής από το Διαχειριστή, όπως περιγράφεται αναλυτικά
στο Έντυπο Υπηρεσιών του, το οποίο δημοσιεύεται στην επίσημη ιστοσελίδα του.
Εξάλλου στον αυτό όρο 5.4. ορίζεται ότι ο λογαριασμός κατανάλωσης περιλαμβάνει
τα προβλεπόμενα στο άρθρο 37ΠΗΕ στοιχεία και ειδικώς: (τ) Τη Χρέωση Προμήθειας,
βάσει της τιμής που αποτυπώνεται στον Τιμοκατάλογο, και προκύπτει οπό τη
συνολική ως άνω εκτιμώμενη καταμετρηθείσα ενέργεια,
πλέον τυχόν ποσών εκκαθάρισης, που οφείλονται από τον πελάτη , κατόπιν
αναπροσαρμογής της Χρέωσης Προμήθειας, σύμφωνα με την παράγραφο 6 των γενικών
όρων, καθώς και τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις οι οποίες περιλαμβάνονται ενδεικτικά
και όχι περιοριστικά: (α) Χρέωση για τη χρήση του συστήματος και για την κάλυψη
των λειτουργικών δαπανών του ΑΔΜΗΕ, (β) Χρέωση τη χρήση του Δικτύου Διανομής
ή/και Δικτύου Διανομής ΜΔΝ και για την κάλυψη λειτουργικών δαπανών του ΔΕΔΔΗΕ ,
(γ) Χρεώσεις για την παροχή Υπηρεσιών κοινής ωφελείας, (δ) ΕΤΜΗΑΡ, (ε) λοιπές
Χρεώσεις, όπως αυτές καθορίζονται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία για το
ημερολογιακό διάστημα που αναγράφεται στο Λογαριασμό Κατανάλωσης και κάθε άλλη
χρέωση, φόρο ή τέλος που επιβάλλεται ή ήθελε στο μέλλον επιβληθεί επί της παρεχομένης στον Πελάτη ηλεκτρικής ενέργειας ή συνεισπράττεται βάσει της κείμενης νομοθεσίας μέσω των
Λογαριασμών κατανάλωσης . Οι Λογαριασμοί Κατανάλωσης θα αναγράφουν επίσης τον
οφειλόμενο εφόσον εφαρμόζεται Η μεθοδολογία υπολογισμού των ανωτέρω χρεώσεων
αναγράφεται αναλυτικά στο Έντυπο Υπηρεσιών του Προμηθευτή, το οποίο έχει
αναρτήσει στην ιστοσελίδα του. 5.5 Ο Πελάτης υποχρεούται να εξοφλήσει τον
Λογαριασμό-,Κατανάλωσης με τον τρόπο που έχει επιλέξει στην αίτηση, το αργότερο
έως την αναγραφόμενη σε αυτόν ημερομηνία πληρωμής, η οποία θα απέχει
τουλάχιστον είκοσι (20) ημερολογιακές ημέρες οπό την ημερομηνία αποστολής του.
Σε περίπτωση εξόφλησης του Λογαριασμού μετά την λήξη της προθεσμίας εξόφλησης ο
Πελάτης δύναται οποτεδήποτε να τον εξοφλεί ατελώς μέσω πιστωτικής κάρτας.5.8.
Ρητά συμφωνείται ότι τα μετρητικά δεδομένο που αποστέλλονται στον Προμηθευτή
από το Διαχειριστή προκειμένου ο Προμηθευτής να προβεί στην τιμολόγηση του
Πελάτη, αποτελούν πλήρη απόδειξη των απαιτήσεων του Προμηθευτή κατά του Πελάτη
μέχρι την ολοσχερή εξόφληση τους.6.7. Ο Πελάτης δύναται να αμφισβητήσει
εγγράφως προς τον Προμηθευτή το περιεχόμενο έκαστου
Λογαριασμού Κατανάλωσης πριν τη λήξη της προθεσμίας εξόφλησής του και ο
Προμηθευτής ενημερώνει τον Πελάτη εντός δέκα (10) ημερών αναφορικό με την
αποδοχή ή μη της αμφισβήτησης. Σε περίπτωση που διαπιστωθούν σφάλματα ως προς
τις χρεώσεις που επιβλήθηκαν ή τα δεδομένα μέτρησης, ο Προμηθευτής υποχρεούται
να προβεί άμεσα σε διορθωτική χρέωση ή πίστωση, εκδίδοντας διορθωτικό
λογαριασμό ή συμψηφίζοντας το σχετικό ποσό «παν επόμενο τακτικό λογαριασμό,
σύμφωνα με το άρθρο 38 παρ. 1ΚΠΗΕ. Τα ποσά των διορθωτικών χρεώσεων και
πιστώσεων καταβάλλονται ατόκως, Ο Προμηθευτής υποχρεούται να ενημερώνει τον
Πελάτη σχετικά με το αίτια της διόρθωσης, το χρονικό διάστημα στο οποίο αυτή
αναφέρεται, τις αρχικές και τις διορθωμένες τιμές των επηρεαζόμενων μεγεθών και
να αναλύει λεπτομερώς τον τρόπο προσδιορισμού των τιμών αυτών και τον
υπολογισμό των σχετικών χρεώσεων . 6. Αναπροσαρμογή Χρέωσες Προμήθειας 6.1. Ο
Προμηθευτής θα αναπροσαρμόζει την Χρέωση Προμήθειας σύμφωνα με όσο ορίζονται
στο Κεφάλαιο Γ’ Τιμοκατάλογος της παρούσης σύμβασης. Το παρόν άρθρο 6 δεν θα
εφαρμόζεται σε περίπτωση κατά την οποία ο Πελάτης επιλέξει προϊόν του
Τιμοκαταλόγου (Κεφάλαιο Γ) το οποίο δεν αναπροσαρμόζεται. 6.2. Κάθε
αναπροσαρμογή της Χρέωσης Προμήθειας θα εμφαίνεται ως
πίστωση ή χρέωση στον πρώτο Λογαριασμό Κατανάλωσης, που θα εκδίδεται μετά τον
μήνα κατανάλωσης κατά τον οποίο εφαρμόστηκε η αναπροσαρμογή, 2/ τους εκδοθέντες Λογαριασμούς Ηλεκτρικού Ρεύματος δυνάμει ρητού
όρου της σύμβασης, εκ των οποίων η αιτούσα αξιώνει τα ποσά που αναγράφονται
στις στήλες με αρίθμηση ονομασία αντίστοιχα (Α), (Β), (Γ), Φ.Π.Α. ,τέλος 5% και
τόκοι υπερημερίας στο σημείο «Ο λογαριασμός μου συνοπτικά» τιμολογίων -
λογαριασμών, τα οποία αντιστοιχούν στην αξία της ηλεκτρικής ενέργειας και όπως
ισχυρίζεται δεν περιλαμβάνουν χρεώσεις υπέρ τρίτων. Προσκόμισε λοιπόν η καθ' ής ενώπιον του Δικαστή που εξέδωσε την ανακοπτομένη
διαταγή πληρωμής τους κάτωθι λογαριασμούς : με αριθμ
1/ ΕΙΝΥΟ… λογαριασμό για το διάστημα από 09/03/2022-31/03/2022, ποσού 247,41 €
2/ ΕΙΝV…. λογαριασμό για το διάστημα από 07/04/2022 -30/04/2022 ποσού 185,86 €
και 3/ ΕΙΝV …. λογαριασμό για το διάστημα από 19/04/2022 έως 20/05/2022
συνολικού ποσού 1.017,31 € .γ/ απόσπασμα από τα εμπορικά βιβλία της καθ' ής νόμιμα επιικυρωμένο από την
πληρεξούσια δικηγόρο της με τον αριθμό του λογαριασμού την ημερομηνία έκδοσης
,την στήλη με την πίστωση και την χρέωση καθώς και το οφειλόμενο υπόλοιπο. Οι
λογαριασμοί αυτοί, επομένως, αποτελούν κατά τα μεταξύ των διαδίκων συμφωνηθέντα
αποδεικτικό μέσο, με βάση το οποίο, σε συνδυασμό με την έγγραφη σύμβαση που
καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων, θα μπορούσε να εκδοθεί διαταγή πληρωμής. Με
τον δεύτερο λόγο της ανακοπής του ο ανακόπτων
ισχυρίζεται ότι η οφειλή του όπως διαμορφώθηκε τελικά προέρχεται από παράνομο
όρο της σύμβασης περί μονομερούς τροποποίησης αυτής αναφορικά με την ρήτρα
αναπροσαρμογής χωρίς προηγουμένως-προ της κατάρτισης της σύμβασης να έχει
ενημερωθεί ειδικώς προς τούτο αλλά ούτε και μετά την κατάρτιση αυτής
ενημερώθηκε επαρκώς για τον τρόπο και τα κριτήρια με βάση τα οποία μεταβλήθηκε
το τίμημα ούτε ήταν σε θέση να διαπιστώσει το ύψος της μεταβολής του τιμήματος
και πάντα ταύτα κατά παράβαση του νόμου περί προστασίας των καταναλωτών, της
μεταξύ τους σύμβασης αλλά και του Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας . Από
τη διάταξη του άρθρου 87 παρ. 2 του Συντάγματος, που προβλέπει ότι «οι δικαστές
κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους
νόμους και σε καμιά περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις
που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος» προκύπτει ότι κάθε δικαστήριο
υποχρεούται αλλά και δικαιούται να εξετάζει αν μια διάταξη είναι συνταγματική».
Περαιτέρω, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 2 του Συντάγματος, «ο σεβασμός και η
προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της
πολιτείας», ενώ κατά το άρθρο 5 αυτού, «καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει
ελεύθερα την προσωπικότητά του» και τέλος κατά το άρθρο 25 του Συντάγματος, «τα
δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η
αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου, τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα
κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική
τους άσκηση». Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων, προκύπτει ότι πρώτιστη
υποχρέωση της Πολιτείας, ως κοινωνικού κράτους δικαίου, αποτελεί, μεταξύ άλλων,
η παροχή στους πολίτες της των απολύτως αναγκαίων κοινωνικών αγαθών, ώστε να
διασφαλίζεται ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου, καθώς και η
δυνατότητα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Τέτοια αγαθά είναι η
παροχή νερού, ηλεκτρικής ενέργειας, παιδείας και υγείας. Από το Νοέμβριο του
έτους 2020 ισχύει νέο κανονιστικό πλαίσιο για τη λειτουργία της Ηλεκτρικής
Ενέργειας. Ειδικότερα, με σκοπό τη μετάβαση του Ελληνικού Συστήματος αγοράς Η/Ε
σε μια ενοποιημένη Ε.Ε. εκδόθηκε ο ν.4425/2016, με τις διατάξεις του οποίου,
όπως τροποποιήθηκαν με το ν. 4512/2018, θεσπίστηκαν τέσσερις επιμέρους χονδρεμπορικές αγορές Η/Ε και ειδικότερα: 1) η ενεργειακή
χρηματοπιστωτική αγορά, 2) η αγορά επόμενης ημέρας, 3) η ενδοημερήσια
αγορά και 4) η αγορά εξισορρόπησης. Στην Ελληνική Αγορά Εξισορρόπησης
υιοθετείται το μοντέλο της κεντρικής κατανομής των μονάδων από το Διαχειριστή
του Συστήματος Μεταφοράς (ΑΔΜΗΕ) μέσω της εκτέλεσης Διαδικασιών Ενοποιημένων
Παραγραμματισμού. Συνεπεία των ως άνω εξελίξεων, οι αγορές Η/Ε έχουν καταστεί
ιδιαίτερα αβέβαιες και ρευστές, υποκείμενες σε αυξομειώσεις τιμών, σε παγκόσμιο
επίπεδο. Η ενέργεια στην Ελλάδα ειδικότερα, εξαρτάται πλέον από τις τιμές του
Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας και έτσι, από αναμφισβήτητο ελάχιστο
κοινωνικό αγαθό, η ηλεκτρική ενέργεια εξελίχθηκε σε χρηματιστηριακό προϊόν,
απολύτως απρόβλεπτο και, δυνητικά, μη προσβάσιμο
στους πολίτες, ιδιαίτερα στους πιο ευάλωτους.
Περαιτέρω
κατά την παρ.1 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 «περί προστασίας των καταναλωτών»
όροι που, έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για απροσδιόριστο αριθμό μελλοντικών
συμβάσεων (γενικοί όροι συναλλαγών: Γ.Ο.Σ) δεν δεσμεύουν τον καταναλωτή, αν
κατά την κατάρτιση της συμβάσεως, τους αγνοούσε ανυπαιτίως
και ο προμηθευτής δεν του υπέδειξε την ύπαρξή τους ή του στέρησε τη δυνατότητα
να λάβει πραγματική γνώση του περιεχομένου τους. 2. Οι γενικοί όροι συμβάσεων
και παρεπόμενων συμφωνιών που καταρτίζονται στην Ελλάδα, διατυπώνονται στην
ελληνική γλώσσα. Εξαιρούνται οι γενικοί όροι των διεθνών συναλλαγών. 3. Έντυποι
γενικοί όροι συναλλαγών εκτυπώνονται ευανάγνωστα σε εμφανές μέρος του εγγράφου
της σύμβασης. 4. Όροι που συμφωνήθηκαν ύστερα από διαπραγμάτευση μεταξύ των
συμβαλλομένων (ειδικοί όροι) είναι επικρατέστεροι από τους αντίστοιχους
γενικούς όρους. 5. Κατά την ερμηνεία των γενικών όρων συναλλαγών λαμβάνεται
υπόψη η ανάγκη προστασίας του καταναλωτικού κοινού. Γενικοί όροι συναλλαγών που
διατυπώθηκαν μονομερώς από τον προμηθευτή ή από τρίτο για λογαριασμό του
προμηθευτή, σε περίπτωση αμφιβολίας ερμηνεύονται υπέρ του καταναλωτή. 6.
Γενικοί όροι των συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη διατάραξη της
ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του
καταναλωτή απαγορεύονται και είναι άκυροι. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού
όρου ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή
υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψή
της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία
εξαρτάται. Ο ν.2251/1994 αποτελεί ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας
93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5-4-1993 «σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των
συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές» στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 της
οποίας ορίζεται ότι: «ρήτρα σύμβασης που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής
διαπραγμάτευσης, θεωρείται καταχρηστική, όταν παρά την απαίτηση της καλής
πίστεως, δημιουργεί σε βάρος του καταναλωτή σημαντική ανισορροπία ανάμεσα στα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, τα απορρέοντα από τη σύμβαση», ενώ,
κατά τη διάταξη του άρθρου 8 της ίδιας οδηγίας, «τα κράτη μέλη μπορούν να
θεσπίζουν ή διατηρούν στον τομέα που διέπεται από την
παρούσα Οδηγία, αυστηρότερες διατάξεις σύμφωνες προς τη συνθήκη, για να
εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή». Με τους Γενικούς Όρους των
Συναλλαγών (ΓΟΣ) είτε επιχειρείται απόκλιση από ρυθμίσεις του ενδοτικού δικαίου
είτε ρυθμίζονται πρόσθετα στοιχεία που δεν αντιμετωπίζονται από διατάξεις
ενδοτικού δικαίου. Η ρύθμιση της παρ.6 του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 αποτελεί
εξειδίκευση του βασικού κανόνα της διάταξης του άρθρου 281 του ΑΚ για την
απαγόρευση καταχρηστικής άσκησης ενός δικαιώματος ή χρήσης ενός θεσμού (της
συμβατικής ελευθερίας). Ενόψει τούτου, ο έλεγχος του κύρους του περιεχομένου
Γ.Ο.Σ βασικά προσανατολίζεται προς τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ. Με τους
Γ.Ο.Σ. δεν απαγορεύεται η απόκλιση από οποιαδήποτε διάταξη ενδοτικού δικαίου,
αλλά μόνο από εκείνες που φέρουν «καθοδηγητικό» χαρακτήρα ή σε περίπτωση άτυπων
συναλλακτικών μορφών από τα ουσιώδη, για την επίτευξη του σκοπού και τη
διατήρηση της φύσης της σύμβασης, δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών, που
απηχούν πράγματι δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη για συγκεκριμένο είδος
συναλλαγής. Καταχρηστικός και συνεπώς άκυρος είναι κάθε Γ.Ο.Σ., ο οποίος, χωρίς
επαρκή και εύλογη αιτία αποκλίνει από ουσιώδεις και βασικές αξιολογήσεις του
ενδοτικού δικαίου, δηλαδή από τις τυπικές και συναλλακτικά δικαιολογημένες
προσδοκίες του πελάτη. Η καθοδηγητική λειτουργία του ενδοτικού δικαίου
διαταράσσεται, όταν με το περιεχόμενο του Γ.Ο.Σ. αλλάζει η εικόνα που έχει
διαμορφωθεί με βάση τους κανόνες του ενδοτικού δικαίου για τη συγκεκριμένη
συμβατική μορφή. Επίσης, ελέγχεται για καταχρηστικότητα
ρύθμιση ενός Γ.Ο.Σ., με τον οποίο επέρχεται περιορισμός θεμελιωδών δικαιωμάτων
και υποχρεώσεων, που προκύπτουν από τη φύση της σύμβασης κατά τέτοιο τρόπο,
ώστε να απειλείται ματαίωση του σκοπού της. Έτσι, η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6
του ν.2251/1994, στη νέα διατύπωσή της με το ν. 2741/1999, πρέπει να
ερμηνεύεται, μέσω τελολογικής συστολής του γράμματός της, προς την κατεύθυνση
της «ουσιώδους διαταράξεως» της συμβατικής ισορροπίας.
Αυτή
ταυτίζεται με κάθε απόκλιση από τις καθοδηγητικού και μόνο χαρακτήρα διατάξεις
του ενδοτικού δικαίου ή από τις ρυθμίσεις εκείνες, που είναι αναγκαίες για την
επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της σύμβασης με βάση το ενδιάμεσο πρότυπο
του συνήθως απρόσεκτου μεν ως προς την ενημέρωσή του, αλλά διαθέτοντας τη μέση
αντίληψη κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης καταναλωτή του
συγκεκριμένου είδους αγαθών ή υπηρεσιών. Η παράλειψη ενημέρωσης του καταναλωτή
Γ.Ο.Σ καθιστά αυτόν αδιαφανή και εντεύθεν καταχρηστικό, ως επίσης και η
πρόσδοση σε τέτοιο όρο ορισμένου περιεχομένου, εξαγομένου από τη σιωπηρή
συμπεριφορά του καταναλωτή (Ολ.ΑΠ 15/2007, ΑΠ
2123/2009, ΑΠ 1219/2001 και ΑΠ 1030/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, το γεγονός ότι
ένας όρος είναι σύμφωνος με μια απόφαση της ΡΑΕ, που είναι αρμόδια για τη
λειτουργία της ενεργειακής αγοράς, δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση, ότι καθιστά
εξ ορισμού τον όρο μη καταχρηστικό. Ο έλεγχος της καταχρηστικότητας
ενός όρου ανήκει αποκλειστικά στα Δικαστήρια, τα οποία ελέγχουν την ουσιαστική καταχρηστικότητα αυτού. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 49
του ν.4001/2011: «Οι πολίτες έχουν δωρεάν και εύκολη, χωρίς διακρίσεις,
πρόσβαση στην πληροφορία που θα τους επιτρέπει να επιλέγουν τον κατάλληλο για
αυτούς Προμηθευτή και ιδίως τις εκάστοτε ισχύουσες χρεώσεις και τους όρους των
συμβάσεων Προμήθειας εκάστου Προμηθευτή. Τέλος, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου
138 του ν. 4001/2011, εκδόθηκε η ΥΑ 29/2013 (ΦΕΚ Β' 832/9.4.2013) «Κώδικας
Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας σε πελάτες» που στο άρθρο 7 παρ. 1 αναφέρει:
«Κάθε Προμηθευτής οφείλει να τηρεί την αρχή της διαφάνειας, όπως αυτή
εξειδικεύεται στο Κεφάλαιο 2 του παρόντος Τμήματος» ενώ στο άρθρο 9 προβλέπεται
ότι «..τα κείμενα των εντύπων διατυπώνονται κατά τρόπο σαφή, εύληπτο και ευανάγνωστο.
Δεν επιτρέπεται η ανακοίνωση των όρων σε μικρά παράθυρα, που δεν μπορούν εύκολα
να εντοπιστούν ή να αναγνωσθούν» και τα άρθρα 16, 17 και 18 του παραρτήματος
III του ως άνω κώδικα προβλέπουν ότι η προσφορά προμήθειας και η σύμβαση
προμήθειας περιέχουν κατ’ ελάχιστον την πλήρη και αναλυτική περιγραφή των
τιμολογίων προμήθειας, τη διαδικασία τιμολόγησης, τη μεθοδολογία υπολογισμού
των χρεώσεων και την εκτίμηση του ετήσιου κόστους βάσει της προσφοράς
προμήθειας. Ειδικότερα, οποιοσδήποτε μηχανισμός αναπροσαρμογής των τιμολογίων
πρέπει να είναι: 1) διαφανής και γνωστός στον πελάτη εκ των προτέρων, 2) να
κατατείνει στην αποφυγή υπερβολικής μεταβλητότητας ως προς το ύψος της
κατανάλωσης, 3) να προσφέρει κατά το δυνατόν επαρκείς επιλογές ως προς τη
δυνατότητα διαχείρισης του κινδύνου διαχρονικής διακύμανσης των τιμών». Με τον
όρο 6.1 λοιπόν της επίδικης σύμβασης που προαναφέρθηκε αναλυτικά, ορίσθηκε ότι
Ο Προμηθευτής θα αναπροσαρμόζει την Χρέωση Προμήθειας σύμφωνα με όσο ορίζονται
στο Κεφάλαιο Γ ήτοι στον τιμοκατάλογο της σύμβασης. Στο Γ αυτό τμήμα της
σύμβασης με τον τίτλο τιμοκατάλογος, ορίζονται η τιμή προμήθειας, οι εκάστοτε
χρεώσεις προμήθειας, το υπολογισμός των εκάστοτε ποσών χρεώσεων με παντελώς
δυσανάγνωστο τρόπο αναφορικά ακόμη και με το μέγεθος τη γραμματοσειράς ώστε
καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής η ανάγνωση και η κατανόηση του τόπου υπολογισμού
των διαφόρων χρώσεων και του τρόπου υπολογισμού τυχόν αναπροσαρμογής. Με βάση
τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη ο δεύτερος λόγος της ανακοπής αποδεικνύεται
και ως ουσία βάσιμος καθώς η χρέωση της ρήτρας αναπροσαρμογής όπως εμφανίζεται
σε όλους τους προσκομιζόμενους από τα διάδικα μέρη
λογαριασμούς .με μια απλή αναφορά ως αναπροσαρμογή χρέωσης προμήθειας αλλά και
στους επίδικους που επικαλείται είναι αδιαφανής, αφού είναι αδύνατο για τον
ίδιο αλλά και για κάθε μέσο πολίτη να κατανοήσει τον μαθηματικό τύπο, με τον
οποίο υπολογίζεται , ακόμη και αν διαβάσει τον σχετικό τιμοκατάλογο που
προσαρτάται στη σύμβαση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ερευνήσει το ακριβές ή
μη του υπολογισμού της, αλλά πολύ περισσότερο να είναι σχεδόν αδύνατον να
μπορέσει να προϋπολογίσει την αξία της. Αποδείχθηκε επίσης ότι δεν ενημερώθηκε
από την καθ’ ης εκ των προτέρων με σαφήνεια, πληρότητα και αναλυτικά για τους
επίμαχους όρους της σύμβασης ήτοι για την επιβολή της εν λόγω ρήτρας αλλά και
για τη δυνατότητα μονομερούς τροποποίησής της. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δεν
ενημερώθηκε επίσης με τον προσήκοντα τρόπο για τους λόγους που η καθ’ ης
μπορούσε να προβεί σε μονομερή τροποποίηση της σύμβασης για σπουδαίο λόγο και
συγκεκριμένα λόγω της μεταβολής της υπαρχούσης μέχρι τότε νομοθεσίας και της
αλλαγής των όρων λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η απλή αναγραφή
των όρων στην επίδικη σύμβαση και μάλιστα με τον τρόπο που προαναφέρθηκε για ένα
τόσο σημαντικό και ουσιώδες γεγονός που οδήγησε σε οικονομική κρίση και
αδυναμία εξόφλησης των λογαριασμών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ορθή και επαρκής
ενημέρωση καθώς η ενημέρωση αυτή που θεωρείται ως «ενημέρωση σε ειδικό πεδίο
εντός του λογαριασμού», που αναγράφεται στη σύμβαση και αποτελεί μία από τις
νόμιμες προϋποθέσεις ενημέρωσης του καταναλωτή για την περίπτωση τροποποίησης
της σύμβασής του σε καμία περίπτωση δε θεωρείται ως επαρκής ενημέρωση αφού λόγω
της πολυπλοκότητας της ρήτρας αναπροσαρμογής απαιτείται «πανηγυρική» ενημέρωσή
του με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους ούτως ώστε να μην καταλείπεται
αμφιβολία σε αυτόν (τον καταναλωτή) ούτε για την επιβολή αυτής και τον τρόπο
υπολογισμού της αλλά ούτε για την αύξησή της και του δικαιώματος που είχε για
επιλογή συμφερότερου προϊόντος ενέργειας ή για
καταγγελία της σύμβασής του με τον συγκεκριμένο πάροχο
σύμφωνα και με τα όσα τα σχετικά άρθρα ορίζουν τόσο του Ν. 4001/2011 όσο και
του ΚΠΗΕ. Ο ισχυρισμός της καθ’ ης ότι για το συγκεκριμένο συμβόλαιο δεν είχε
συμφωνηθεί σταθερή αλλά κυμαινόμενη χρέωση γεγονός που της έδινε τη δυνατότητα
της τροποποίησης των όρων της σύμβασης κατόπιν ενημέρωσης, μολονότι βάσιμος
στην ουσία του κατά το πρώτο μέρος του, δεν καθιστά τη ρήτρα αυτή διαφανή και
την ενημέρωση επαρκή αφού η εντελώς απρόβλεπτη, ιλιγγιώδη και κυρίως
συνεχιζόμενη αύξηση των τιμολογίων, στην οποία οδήγησε η επιβολή της ως άνω
ρήτρας , κατέστησε μη εφικτή την καταβολή των οφειλομένων
από πάρα πολλούς πολίτες, λόγω της πολύχρονης οικονομικής και της μετέπειτα και
ενεργειακής κρίσης, γεγονότα που επέτασσαν έτι περαιτέρω την αναλυτική και
διεξοδική ενημέρωση των καταναλωτών ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις
τους λόγω των σύνθετων και πολύπλοκων μαθηματικών τύπων αλλά και των άγνωστων
όρων από του οποίους εξαρτάται η αναπροσαρμογή του τιμήματος . Κατ’ ακολουθία
των ανωτέρω ο σχετικός λόγος ανακοπής, πρέπει να γίνει δεκτός ως ουσία βάσιμος
, και, συνακόλουθα, καθίσταται περιττή η εξέταση των λοιπών λόγων της καθώς και
των προσθέτων λόγων αυτής . Επομένως η κρινόμενη ανακοπή και οι πρόσθετοι λόγοι
πρέπει να γίνουν δεκτοί και να ακυρωθεί ο προσβαλλόμενος τίτλος. Τέλος, τα
δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, πρέπει να
επιβληθούν σε βάρος της καθ’ ης σύμφωνα με τα άρθρα 176 και 191 § 2 ΚΠολΔ, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει
αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται
την ανακοπή και τους πρόσθετους λόγους αυτής.
Ακυρώνει
την υπ’ αριθμ. ./2023 διαταγή πληρωμής της δικαστή
του Ειρηνοδικείου Αθηνών.
Καταδικάζει
την καθ’ ής να πληρώσει τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, τα οποία ορίζει σε διακόσια ογδόντα (280€)
ευρώ.
Κρίθηκε,
αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο
ακροατήριό του στις 4-7-2025.
Η
ΠΡΩΤΟΔΙΚΗΣ Ο
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ