ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜΠρΑθ 1/2025
Η μαζική κράτηση δωματίων
ξενοδοχείου για εκδηλώσεις επιχειρήσεων και κάθε ενδοσυμβατική
συναφής προς τούτο διαφορά υπάγεται στις περιουσιακές διαφορές (μισθώσεων). Νόμιμη
η μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας εκπροσώπηση των μερών από εντεταλμένα όργανα
αυτών ως προς τις τροποποιήσεις της αρχικής σύμβασης.
(Η απόφαση
δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών Κωνσταντίνου
Σακελλαριάδη)
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΜΙΣΘΩΣΕΩΝ
Αριθμός απόφασης: 1/2025
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή
Άννα Καρυδά, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου
Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Ελένη Κρητικού.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο
ακροατήριό του, στις 17 Μαΐου 2024, για να δικάσει την υπόθεση:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με
την επωνυμία «MONIKER PARTNERS INC», που εδρεύει στο Τορόντο του Οντάριο στον
Καναδά (...), με αριθμό εταιρικού μητρώου Οντάριο ... και εκπροσωπείται νόμιμα
από τον νόμιμο εκπρόσωπό της ., ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου
δικηγόρου Γεωργίου Σακελλαριάδη του Κωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ.Α. 30655), κατοίκου
Αθηνών, οδός ., ο οποίος κατέθεσε
έγγραφες προτάσεις.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης
εταιρείας με την επωνυμία «ΖΕΥΣ ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΣΤΙΚΗ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΗ ΚΑΙ
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ... Μεταξουργείο, έχει
Α.Φ.Μ. ..., αρ. ΓΕΜΗ ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η
οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Γεωργίου Σιδηρόπουλου του
Παύλου (Α.Μ.Δ.Σ. Καβάλας 674), κατοίκου Καβάλας, οδός ., ο οποίος κατέθεσε
έγγραφες προτάσεις.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει
δεκτή η από 18.04.2023 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε νόμιμα στη Γραμματεία του
Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό κατάθεσης ././18.04.2Ο23, προσδιορίστηκε για να
συζητηθεί αρχικά κατά τη δικάσιμο της 21ης.09.2023, οπότε η συζήτηση αναβλήθηκε
για τη δικάσιμο της 21.11.2023, κατά την οποία και πάλι αναβλήθηκε για τη
δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της
υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους
και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που
κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η μίσθωση των δωματίων ενός
ξενοδοχείου, μπορεί να γίνει, είτε απ' ευθείας από τους ενδιαφερόμενους
μεμονωμένους πελάτες, είτε από ταξιδιωτικούς οργανισμούς ή τουριστικά γραφεία,
που τα διαθέτουν στη συνέχεια στους πελάτες τους (τουρίστες). Στη δεύτερη περίπτωση,
που χαρακτηρίζεται ως "χονδρική μίσθωση”, θα πρόκειται για την
ξενοδοχειακή μίσθωση. Η χονδρική μίσθωση ξενοδοχειακών κλινών (δωματίων) μπορεί
να πάρει ανάλογα με το νόμο, την συμφωνία των μερών, αλλά και την συναλλακτική
πρακτική, κυρίως, δύο ειδικότερες μορφές, χωρίς να αποκλείεται φυσικά εντός των
ορίων της συμβατικής ελευθερίας η επιλογή και άλλων τύπων ή και ο συνδυασμός
τους. Η πρώτη μορφή αποτελεί τη λεγόμενη βέβαιη εγγυημένη κράτηση (quarantee), στο πεδίο λειτουργίας της οποίας ο ξενοδόχος
αναλαμβάνει την υποχρέωση να παραχωρεί τον συμφωνηθέντα αριθμό κλινών (και να
προσφέρει και τις συναφείς ξενοδοχειακές παροχές] για την προκαθορισμένη
περίοδο στον αντισυμβαλλόμενό του (ακριβέστερα στους υπ' αυτού υποδειχθησόμενους τρίτους - πελάτες του), ο οποίος, με την
σειρά του, οφείλει το συμφωνηθέν ολικό αντίτιμο μίσθωμα, ανεξάρτητα του εάν
έκανε χρήση των μισθωθεισών κλινών, παραχωρώντας την
(τη χρήση) στους δικούς του πελάτες. Η δεύτερη μορφή αποτελεί τη λεγόμενη
κράτηση allotment (κατά μερίδιο), που ρυθμίζονταν από
το καταργηθέν με την υποπερ.4α της υποπαραγ. ΣΤ 17 της ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ ΣΤ' του Ν. 4254/2014 (ΦΕΚ Α'
85/07/04/2014) άρθρο 11 της απόφασης του Γενικού Γραμματέα του Ε.Ο.Τ
503007/29.1.1976, στην οποία (απόφαση), το άρθρο 8 Ν. 1652/1986 έδωσε ισχύ τυπικού
νόμου. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της συμφωνίας είναι ο συμβατικός
προσδιορισμός δύο ακραίων ποσοτικών ορίων μισθωμένων κλινών, ενός ανώτατου και
ενός κατώτατου, εντός μιας η περισσότερων χρονικών περιόδων. Ο ξενοδόχος είναι
υποχρεωμένος να διατηρεί δεσμευμένο για τον αντισυμβαλλόμενό του το ανώτατο
όριο κλινών, υποχρεούμενος σε αντίθετη περίπτωση, σε αποζημίωσή του, ενώ ο
μισθωτής των κλινών καταβάλει το μίσθωμα, μόνο για όσες κλίνες χρησιμοποίησε,
χωρίς υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης για τις μη χρησιμοποιηθείσες
κλίνες. Η ξενοδοχειακή κατά τα άνω σύμβαση είναι μικτή σύμβαση προεχόντως μισθωτικού χαρακτήρα, πέρα από τα στοιχεία
μίσθωσης υπηρεσιών, πώλησης, προμήθειας. Στην ξενοδοχειακή σύμβαση, η μίσθωση
του ακινήτου έχει τον προέχοντα, οικονομικά, ρόλο και είναι εκείνη η οποία,
κατά την πρόθεση των συμβαλλομένων, θεωρείται η κύρια παροχή. Οι λοιπές παροχές
που ανήκουν σε άλλους συμβατικούς τύπους στην ξενοδοχειακή σύμβαση δεν έχουν
ισότιμο με τη μίσθωση του ακινήτου ρόλο, όποιο δε και αν είναι το κόστος τους,
δεν έχουν δυνατότητα εκτίμησης, χωρίς, τη μίσθωση του ακινήτου (ΑΠ 489/2021, ΕφΔωδ 111/2015, ΕφΑθ 4174/2010
ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Ο πρωτεύων συνεπώς, μισθωτικός χαρακτήρας της ξενοδοχειακής
σύμβασης, σύμφωνα με τη θεωρία της απορρόφησης, έχει ως συνέπεια την εφαρμογή
των άρθρ. 574 επ. ΑΚ και την εκδίκαση των κύριων ή
παρεπόμενων διαφορών από την μίσθωση αυτή, κατά την ειδική διαδικασία των
περιουσιακών διαφορών των άρθρ. 614 αριθμ. 1 και 615
έως 620 ΚΠολΔ, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου ή
Ειρηνοδικείου, αναλόγως του συμφωνηθέντος μισθώματος (ΑΠ 549/2019, ΑΠ 162/1990,
ΕφΔωδ 15/2018, ΕφΑνατΚρητ
139/2017, ΕφΔωδ 111/2015, ΕφΘεσ
2556/2014, ΕφΔωδ 15/2014, ΕφΔωδ
122/2007, ΕφΔωδ 325/1997 ΤΝΓΙ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΔωδ 90/1989 Αρμ 44. 430).
Εξάλλου, το άρθρο 361 ΑΚ εκφράζει την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, που
πηγάζει από το άρθρο 5 παρ. 1 Συντάγματος (Ολ. ΑΠ
33/2002 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») συνεπεία της οποίας τα μέρη είναι ελεύθερα να διαπλάσσουν
τις έννομες σχέσεις τους σε μεγάλο μέτρο και δεν είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν
τα πρότυπα που θέτει ο νόμος. Η αρχή εκδηλώνεται με τη σύσταση, αλλοίωση ή και
κατάργηση της ενοχής. Ελευθερία των συμβάσεων σημαίνει α) ελευθερία του ατόμου
να συνάπτει ή να μη συνάπτει σύμβαση, τόσο γενικά όσο και με συγκεκριμένο
πρόσωπο ως αντισυμβαλλόμενο (ελευθερία επιλογής του αντισυμβαλλόμενου) και β)
ελευθερία καθορισμού του περιεχομένου της σύμβασης (ΑΠ 489/2021 ο.π., ΑΠ 1518/2013 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).
Στην προκείμενη περίπτωση με
την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα εκθέτει ότι η ίδια δραστηριοποιείται στο χώρο
του διεθνούς θεματικού επαγγελματικού τουρισμού διοργανώνοντας ταξίδια για
επιχειρήσεις σε διάφορους προορισμούς και η εναγομένη
διαχειρίζεται ως ξενοδόχος, μεταξύ άλλων, στην Αθήνα το ξενοδοχείο «…». Ότι με
το από 10.04.2022 έγγραφο ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης καταλύματος και συναφών
υπηρεσιών, συμφωνήθηκε να διατεθούν από την εναγομένη
στην ίδια 275 δωμάτια για 5 διανυκτερεύσεις από την 12.09.2022 έως και την
16.09.2022 και 35 δωμάτια μόνο για την 11.09.2022, που θα αντιστοιχούσαν σε
1.410 διανυκτερεύσεις, αντί μισθώματος ποσού 296.100,00 πλέον του αναλογούντος
φόρου διανυκτέρευσης ποσού 5.640,00 €, για δε δευτερεύουσες υπηρεσίες διατροφής
και χρήσης συνεδριακών χώρων του ξενοδοχείου το ποσό των 62.250,00 €. Ότι το
συνολικό ποσό της άνω σύμβασης, που ανέρχονταν στο ποσό των 363.990,00 €,
συμφωνήθηκε να καταβληθεί σε τρεις δόσεις κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα και με
την αναχώρηση του γκρουπ το υπόλοιπο ποσό των 33.990,00 € και κάθε άλλο τυχόν
υπόλοιπο που θα προέκυπτε από την εκκαθάριση του
μεταξύ τους λογαριασμού, ενώ επιπρόσθετα συμφωνήθηκε ότι η ίδια (ενάγουσα] θα
λάβει ανταποδοτική προμήθεια 10% επί της συνολικής τελικής αξίας των
διανυκτερεύσεων (χωρίς φόρο) και 5% στην τελική αξία των λοιπών υπηρεσιών
διατροφής και άλλων συναφών υπηρεσιών. Ότι η ίδια κατέβαλε μέχρι και την
05.08.2022 στην εναγομένη το συνολικό ποσό των
330.00,00 € των τριών συμφωνηθεισών δόσεων. Ότι στις 04.08.2022 ζητήθηκε από την
ενάγουσα ο περιορισμός των 275 κρατημένων δωματίων στο ξενοδοχείο της εναγομένης σε 172 (169 μονόκλινα και 3 δίκλινα) και με την
ειδικότερη συμφωνία να καταβληθούν 100% ακυρωτικά υπέρ της ξενοδόχου μόνο για
όσα δωμάτια δεν διατεθούν σε τρίτους μέχρι και την 16.09.2022. Ότι η άνω
πρότασή της έγινε αποδεκτή από την εναγομένη, ότι με
σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα του αναφερόμενου εκπροσώπου της εναγομένης
της γνωστοποιήθηκε στις 09.09.2022 ότι όλα τα δωμάτια για τα οποία ζήτησε να
μην κάνει χρήση διατέθηκαν σε τρίτους και ότι γι' αυτά δεν θα κατέβαλε
ακυρωτικά. Ότι ακολούθως έγινε χρήση με βάση την άνω συμφωνία τους από
09.09.2022 έως και 18.09.2022 των κρατημένων δωματίων σύμφωνα με την
περιλαμβανόμενη στην αγωγή λίστα κρατήσεων και μετά την αποχώρηση των πελατών
της από το ξενοδοχείο στις 30.09.2022 η εναγομένη της
απέστειλε μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας αναλυτική καρτέλα χρεοπιστώσεων για
την εκκαθάριση του μεταξύ τους λογαριασμού, με βάσει την οποία η εναγομένη όφειλε να επιστρέψει στην ενάγουσα το ποσό των
76.309,77 € από την προκαταβολή που είχε λάβει. Ότι επιπρόσθετα της οφείλει το
ποσό των 16.549,13 € ως συμφωνηθείσα προμήθεια. Ότι παρά τις επανειλημμένες
οχλήσεις της και την επιδοθείσα στις 20.02.2023
εξώδικη όχληση και παρότι παρήλθε η ταχθείσα με αυτή τριήμερη προθεσμία, κατά
τα λεπτομερώς εκτιθέμενα, η εναγομένη αρνείται να της
καταβάλει τα ως άνω ποσά. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό ποσό (76.309,77 +
16.549,13=) 92.859,00 €, με το νόμιμο τόκο από την 23.02.2023, ήτοι μετά την
παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να
κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή
και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή των
δικαστικών της εξόδων. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση
αγωγή, παραδεκτώς εισάγεται στο Δικαστήριο τούτο, που
έχει διεθνή δικαιοδοσία (άρθρα 3 και 29 ΚΠολΔ) να
δικάσει την επίδικη διαφορά και το οποίο είναι καθ' ύλην αρμόδιο (άρθρα 16 αρ. 1 σε συνδυασμό με 14 παρ. 1 περ. β' ΚΠολΔ),
για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και
ειδικότερα κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών (άρθρα 591, 614
περ. 1 και 615 έως 620 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι η
συναφθείσα μεταξύ των διαδίκων σύμβαση αποτελεί, με βάση τα εκτιθέμενα στο
δικόγραφο πραγματικά περιστατικά, ιδιαίτερη, μη ρυθμιζόμενη στο νόμο ενοχική
μικτή σύμβαση (περιέχουσα στοιχεία μίσθωσης πράγματος, μίσθωσης υπηρεσιών και
πώλησης), στην οποία προέχει, όμως, το στοιχείο της μίσθωσης πράγματος, σύμφωνα
με τη θεωρία της απορρόφησης, με αποτέλεσμα να διέπεται
αυτή προεχόντως από τις σχετικές διατάξεις του
Αστικού Κώδικα για τη μίσθωση πράγματος και να υπάγεται αυτή στο σύνολο της
στην ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη, ενώ το συνολικό μίσθωμα έχει
ορισθεί όχι μηναίο αλλά για το μικρότερο χρονικό διάστημα των δέκα ημερών (από
09.09.2022 έως και 18.09.2022] και ανέρχονταν, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή,
στο συνολικό ποσό των 255.780,13 € (αξία διαμονής 190.125,00+φόρος διαμονής
3.612,00+διατροφή-έξτρα 58.352,10) και με βάση την αξία της διαμονής σε
ημερήσια χρέωση, που ανέρχεται σε 1.901,25 € και με σχετικό υπολογισμό το
μηνιαίο μίσθωμα ανέρχεται σε 57.037,50 €, υπερβαίνει δηλαδή το ποσό των 600,00 €
και υπάγεται στην εξαιρετική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου.
Σημειώνεται ότι παραδεκτά εκδικάζεται με την ως άνω ειδική διαδικασία των
μισθωτικών διαφορών και το αγωγικό κονδύλιο των
16.549,13 € που αφορά την συμφωνηθείσα προμήθεια της ενάγουσας (10% επί της
εκκαθαρισμένης αξίας των διανυκτερεύσεων προ φόρων) καθόσον πρόκειται για
παρεπόμενη της αναφερόμενης στην αγωγή σύμβασης μίσθωσης των δωματίων του
ξενοδοχείου της εναγομένης διαφορά και τελεί σε σχέση
αποκλειστικά με τη λειτουργία της μίσθωσης, αφού ως διαφορά από μίσθωση νοείται
κάθε διαφορά, που έχει ως αναγκαία ιστορική βάση τη σύμβαση μίσθωσης, ομαλής ή
ανώμαλης εξέλιξης αυτής και αφορά δικαιώματα, που απορρέουν από τις
προαναφερόμενες διατάξεις, είτε από άλλη διάταξη, είτε από συμβατικό όρο ρυθμίζοντα τα δικαιώματα μισθωτή και εκμισθωτή και ο
αντίθετος ισχυρισμός της εναγομένης ότι το εν λόγω
κονδύλιο δικάζεται με την νέα τακτική διαδικασία από το καθ' ύλην αρμόδιο λόγω
ποσού Ειρηνοδικείο είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Επίσης, το παρόν
Δικαστήριο είναι αρμόδιο και κατά τόπον, καθώς το
μίσθιο ακίνητο βρίσκεται στην Αθήνα, η αρμοδιότητα αυτή είναι αποκλειστική και
δεν επικαλούνται οι διάδικοι τυχόν αντίθετη ρητή συμφωνία για παρέκταση
αρμοδιότητας. Εξάλλου έχει τηρηθεί η κατ' άρθρο 3 του Ν. 4640/2019 (ΦΕΚ Α
190/30-11-2019) αναγκαία προδικασία προηγούμενης ενημέρωσης για δυνατότητα
διαμεσολάβησης (βλ. την από 31.03.2023 έγγραφη ενημέρωση για τη δυνατότητα
επίλυσης της ένδικης διαφοράς με διαμεσολάβηση), χωρίς να είναι υποχρεωτική η υπαγωγή
της διαφοράς αυτής σε υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης (άρθρο 6 του
Ν. 4640/2019,βλ. και Ι. Κατρά «Αστικές και Νέες
Εμπορικές Μισθώσεις», Εκδ. Σάκκουλα,
Δ' έκδοση 2023, παρ. 74 Α.4, σελ. 870-871). Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς
ορισμένη, καθώς περιέχει όλα τα αναγκαία για τη θεμελίωση της στοιχεία, με βάση
τις διατάξεις των άρθρων 118 αριθ. 4 και 216 παρ. 1 ΚΠολΔ,
καθόσον η ενάγουσα εκθέτει το περιεχόμενο της σύμβασης των διαδίκων, ήτοι το εκμισθωθέν πράγμα, τη διάρκεια της μίσθωσης και το
συμφωνημένο μίσθωμα και όλες τις υπηρεσίες που θα παρείχε στους πελάτες της η εναγομένη, ενώ περαιτέρω περιέχει επαρκή και σαφή αναφορά
και των πραγματικών περιστατικών και στοιχείων που αφορούν την νεότερη συμφωνία
με βάση την οποία περιορίστηκε ο αριθμός των 275 κρατημένων δωματίων στο
ξενοδοχείο της εναγομένης σε 172 (169 μονόκλινα και 3
δίκλινα), με την ειδικότερη συμφωνία να καταβληθούν 100% ακυρωτικά υπέρ της
ξενοδόχου μόνο για όσα δωμάτια δεν διατεθούν σε τρίτους μέχρι και την
16.09.2022 και ότι τα 103 δωμάτια διατέθηκαν από την εναγομένη
σε τρίτους με αποτέλεσμα την απαλλαγή της από το συμφωνηθέν γι' αυτά μίσθωμα
κατά το ποσό των 76.309,77 €, που αποτελεί και το σχετικό κονδύλιο της αγωγής
το οποίο η εναγομένη όφειλε να επιστρέψει στην
ενάγουσα από την προκαταβολή που είχε λάβει, χωρίς να είναι αναγκαίο να
εκτίθενται αναλυτικά, στο δικόγραφο τυχόν δευτερεύουσες παρασχεθείσες
υπηρεσίες, εφόσον η ενάγουσα ισχυρίζεται ότι ήταν οι συμφωνηθείσες (ΕφΘεσ 1008/2009 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), απορριπτομένων
των αντίθετα υποστηριζόμενων από την εναγόμενη, ότι δηλαδή η υπό κρίση αγωγή
είναι αόριστη, διότι δεν αναφέρει το κόστος διαμονής ανά διανυκτέρευση και
δωμάτιο, δεν αναφέρει με ποιο τρόπο προκύπτει το κονδύλιο των 5.640,00 € του
φόρου διαμονής και σε ποιο αντικείμενο της σύμβασης αντιστοιχεί το ποσό των
62.250,00 € και ποιο μέρος αυτού αφορά την μίσθωση συνεδριακών χώρων και ποιων,
για πιο χρονικό διάστημα και με πιο μίσθωμα και πιο μέρος του ποσού αφορά
υπηρεσίες διατροφής και τι περιελάμβαναν αυτές,
ενόψει του ότι, κατά τα προεκτεθέντα το αντικείμενο
της αγωγής κατά το ως άνω κονδύλιο αφορά την επιστροφή της προκαταβολής και
ουδόλως συνδέεται με τις λοιπές δευτερεύουσες παρασχεθείσες
υπηρεσίες, όπως εσφαλμένα η εναγομένη υπολαμβάνει.
Επίσης η αγωγή, η οποία κατά τα εκτιθέμενα δεν φέρει το χαρακτήρα της
ιδιόρρυθμης κράτησης allotment αφού δεν εκτίθεται ότι
καθορίσθηκε ανώτατο και κατώτατο όριο διανυκτερεύσεων, αλλά πρόκειται για
ξενοδοχειακή σύμβαση της εγγυημένης κράτησης, που διέπεται
από τις διατάξεις του κοινού δικαίου, είναι νόμιμη, στηριζόμενη, σύμφωνα και με
όσα έγιναν δεκτά στην προεκτιθέμενη νομική σκέψη,
στις διατάξεις των άρθρων 340, 345, 346, 361, 574 επ.,
904 ΑΚ σε συνδυασμό με τα άρθρα, 176, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2, 907, 908 παρ. 1,
περ. στ ΚΠολΔ. Συνεπώς, η
κρινόμενη αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά
της, δεδομένου ότι για το καταψηφιστικό αντικείμενό
της έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το
προσκομιζόμενο από την ενάγουσα με κωδικό ... e-παράβολο σε συνδυασμό με το από
21.05.2024 ηλεκτρονικό μήνυμα της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων
Δημόσιος Διοίκησης περί επιτυχούς πληρωμής).
Η εναγομένη
αρνείται τα θεμελιωτικά της αγωγής πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την
νεότερη τροποποιητική συμφωνία και περαιτέρω προέβαλε
προφορικά κατά τη συζήτηση της αγωγής και με τις προτάσεις της, που κατέθεσε
νομότυπα, τον ισχυρισμό ότι η ενάγουσα ασκεί καταχρηστικά την αγωγή.
Ειδικότερα, προς θεμελίωση του ισχυρισμού της ισχυρίζεται ότι κατά το στάδιο
των διαπραγματεύσεων το γεγονός ότι η ενάγουσα θα έκλεινε όλα τα δωμάτια του
ξενοδοχείου αποτέλεσε μέτρο πίεσης και διαπραγματευτικό χαρτί προκειμένου να
πετύχει χαμηλές τιμές και πολλές δωρεάν παροχές και αφού το εξασφάλισε
υπογράφηκε η μεταξύ τους σύμβαση και ένα μήνα πριν την άφιξη των πρώτων
επισκεπτών στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου (αρχές Αυγούστου)
ανατρέποντας όσα αποτέλεσαν βάση για την κατάρτιση της μεταξύ τους σύμβασης
απευθύνθηκε σε εν γνώσει της αναρμόδια πρόσωπα και ζήτησε να περιορίσει το
αντικείμενο της περίπου κατά το 1/3 διατηρώντας όμως όσα είχε εξασφαλίσει. Ότι
έτσι ανέτρεψε όλες τις διαβεβαιώσεις που είχε δώσει όταν κλείσθηκε η συμφωνία
και με βάση τις οποίες είχε πετύχει όσα πέτυχε και έλαβε υψηλή προμήθεια λόγω
της κράτησης όλως των δωματίων. Με τον εν λόγω
παραδεκτά προβληθέντα ισχυρισμό, η εναγομένη επιχειρεί να θεμελιώσει ένσταση καταχρηστικής
άσκησης δικαιώματος, ερειδόμενη στο άρθρο 281 ΑΚ, η
οποία τυγχάνει, ωστόσο, μη νόμιμη και συνεπώς απορριπτέα, καθόσον τα ως άνω
πραγματικά περιστατικά και αληθή υποτιθέμενα δεν καθιστούν καταχρηστική την
άσκηση του δικαιώματος της ενάγουσας με την υπό κρίση αγωγή ως υπερβαίνουσα και
μάλιστα προφανώς τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή
τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος κατά την έννοια της διάταξης
του άρθρου 281 ΑΚ (πρβλ. Ολ.ΑΠ
5/2011 ΝΟΒ 2011.1867, ΑΠ 119/2016 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΑΠ 1258/2003 ΧρΙΔ
2004.124, ΕφΠατρ 109/2021 ΤΝΓΙ «ΝΟΜΟΣ»), δεδομένου
του ότι στην ένδικη περίπτωση με το προεκτιθέμενο
περιεχόμενο του ισχυρισμού της και όπως ο ισχυρισμός αυτός εκτιμάται από το
παρόν Δικαστήριο, η εναγομένη ουσιαστικά αρνείται την
αναφερόμενη στην αγωγή νεότερη συμφωνία των διαδίκων με την οποία κατά τους
ισχυρισμούς της ενάγουσας περιορίσθηκε ο αριθμός των κρατημένων δωματίων στο
ξενοδοχείο της εναγομένης. Ούτε εξάλλου επικαλείται
αδράνεια της ενάγουσας και την συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων, αναγομένων στη
συμπεριφορά τόσο της ενάγουσας-δικαιούχου όσο και της ίδιας (εναγομένης-υποχρέου), εφόσον όμως αυτή της τελευταίας τελεί
σε αιτιώδη σχέση με εκείνη του δικαιούχου και δεν είναι άσχετη με αυτήν, από τα
οποία να γεννήθηκε σε αυτήν η εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκηθεί το ήδη ασκηθέν δικαίωμα, έτσι ώστε η άσκηση του δικαιώματος να
αποβαίνει αντίθετη στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού
ανθρώπου (ΟλΑΠ 7/2002, ΕλλΔνη
2002/681, ΟΜΠ 8/2001, Ολ ΑΠ 19/1998 , ΟλΑΠ 1/1997, ΟλΑΠ 62/1990, ΑΠ
294/2020, ΑΠ 308/2020, ΑΠ 311/2020, ΑΠ 626/2020, ΑΠ 207/2014, ΑΠ 364/2011, ΑΠ
9/2010, ΑΠ 265/2009 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), καθόσον η αναφορά των όσων έλαβαν χώρα κατά
το στάδιο των διαπραγματεύσεων πριν την κατάρτιση της σύμβασης και ανάγονται
στην προηγηθείσα συμπεριφορά της ενάγουσας -
δικαιούχου δεν συνδέονται αιτιωδώς με την επικαλούμενη στην αγωγή νεότερη
συμφωνία με βάση την οποία περιορίστηκε ο αριθμός των κρατημένων δωματίων στο
ξενοδοχείο της εναγομένης. Τέλος, η εναγομένη, με προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου
της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά και
αναπτύχθηκε με τις νομοτύπως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της, προέβαλε ομοίως κατά τα ανωτέρω παραδεκτά ένσταση
συμψηφισμού, επικουρικά και για την περίπτωση που γίνει δεκτή η επίδικη
απαίτηση της ενάγουσας, που αφορά συμφωνηθείσα προμήθεια, ποσού 16.549,13 €,
της ανταπαίτησής της ποσού (363.990,00 – 330.000,00=) 33.990,00€, που αφορά το
υπόλοιπο ποσό που όφειλε να της καταβάλει η ενάγουσα μετά την αποχώρηση του
γκρουπ προς εξόφληση του συμφωνηθέντος συνολικά ποσού με βάση την μεταξύ τους
σύμβαση. Με το περιεχόμενο αυτό η ένσταση, που παραδεκτά προτείνεται κατά
δικονομική επικουρικότητα, είναι ορισμένη, εφόσον περιλαμβάνει σαφή και
ορισμένη ανάπτυξη των γεγονότων των παραγωγικών της ανταπαιτήσεως που
θεμελιώνει το δικαίωμα του συμψηφισμού, παρατίθενται η ανταπαίτηση κατά της
ενάγουσας κατά ποσό και χρονικό διάστημα που αυτή προέκυψε και αναφέρεται ότι
ζητά να συμψηφιστεί με την επί μέρους ως άνω ένδικη απαίτηση, και είναι νόμιμη,
ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 440, 441 ΑΚ και
συνεπώς πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από την ανωμοτί κατ' άρθρο
415 ξ 3 ΚΠολΔ εξέταση του νομίμου
εκπροσώπου της ενάγουσας ., υπηκόου Καναδά, τη μετάφραση της οποίας από την
αγγλική γλώσσα στα ελληνικά και αντίστροφα διενήργησε η διορισθείσα από το
Δικαστήριο κατ' άρθρο 252 παρ. 3 ΚΠολΔ διερμηνέας .,
την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος από την πλευρά της εναγομένης,
που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα
ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, την υπ' αριθμ. ΔΣΑ_ΕΒ... ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ., υπηκόου
Καναδά, τη μετάφραση της κατάθεσης της οποίας από την Αγγλική γλώσσα στα
ελληνικά και αντίστροφα, διενήργησε η διορισθείσα διερμηνέας ., ενώπιον της
δικηγόρου Α. Β., που επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα και η οποία λήφθηκε
μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη, πριν δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες, κλήτευση
της αντίδικου της κατ' άρθρο 422 παρ. 1 ΚΠολΔ (βλ.
την υπ' αριθ. .Δ/15.09.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του
Εφετείου Αθηνών με έδρα στο Πρωτοδικείο Αθηνών .) και από όλα ανεξαιρέτως τα
έγγραφα, που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, άλλα από τα
οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα προς συναγωγή δικαστικών
τεκμηρίων, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όμως,
να έχει παραλειφθεί κάποιο για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς,
μεταξύ των οποίων και τα αντίγραφα των μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) στην αγγλική γλώσσα, που ανταλλάχθηκαν μεταξύ των
διαδίκων, τα οποία επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα σε νόμιμη μετάφραση
και εμπίπτουν στην έννοια του ιδιωτικού εγγράφου ως μηχανικής απεικόνισης του
άρθρου 444 αρ. 3 ΚΠολΔ (ΑΠ
405/2008, ΜΕφΠειρ 65/2024, ΜΕφΑνΚρήτης
57/2023, ΜΕφΑΙΥ 39/2021, ΜΕφΑιγ
50/2020, ΕφΑΘ 32/2011 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), η γνησιότητα των
οποίων δεν αμφισβητήθηκε από την εναγομένη,
αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα, αλλοδαπή εταιρεία
με έδρα το Τορόντο του Οντάριο στον Καναδά δραστηριοποιείται στο χώρο του
διεθνούς θεματικού επαγγελματικού τουρισμού διοργανώνοντας ταξίδια για
επιχειρήσεις-πελάτες της σε διάφορους διεθνείς προορισμούς, ενώ και η εναγομένη ανώνυμη εταιρεία διαχειρίζεται ως ξενοδόχος,
μεταξύ άλλων, στην Αθήνα το ... επί της οδού ... . Με το από 10.04.2022 έγγραφο
ιδιωτικό συμφωνητικό, με τον τίτλο «ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ», που υπογράφεται
από τους νομίμους εκπροσώπους των δύο ως άνω
εταιρειών, καταρτίστηκε ξενοδοχειακή σύμβαση εγγυημένης κράτησης και δη
μίσθωσης καταλύματος και συναφών υπηρεσιών, με το οποίο συμφωνήθηκε να
διατεθούν από την εναγομένη στην ίδια 275 δωμάτια του
ως άνω ξενοδοχείου για 5 διανυκτερεύσεις από την 12.09.2022 έως και την
16.09.2022 και 35 δωμάτια μόνο για την 11.09.2022, που θα αντιστοιχούσαν σε
1.410 διανυκτερεύσεις, αντί μισθώματος ποσού 296.100,00 €, πλέον του αναλογούντος
φόρου διανυκτέρευσης ποσού 5.640,00 €, για δε τις δευτερεύουσες συμφωνηθείσες
υπηρεσίες διατροφής και χρήσης συνεδριακών χώρων του ξενοδοχείου το ποσό των
62.250,00 €. Σημειώνεται ότι στο ως άνω συμφωνητικό από την πλευρά της
εναγόμενης αναφέρεται ως πρόσωπο επικοινωνίας η ., για την ιδιότητα της οποίας
θα γίνει λόγος παρακάτω. Το συνολικό ποσό της άνω σύμβασης, που ανέρχονταν στο
ποσό των 363.990,00 €, συμφωνήθηκε να καταβληθεί από την ενάγουσα στην εναγομένη σε τρεις δόσεις και συγκεκριμένα 120.000,00 € με
την υπογραφή της σύμβασης, 110.000,00 € την 10.06.2022 και 100.000,00 € την
10.08.2022, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 33.990,00 € και κάθε άλλο τυχόν υπόλοιπο
που θα προέκυπτε από την εκκαθάριση του μεταξύ τους
λογαριασμού θα καταβάλλονταν την 16.09.2022 με την αναχώρηση του γκρουπ των
πελατών. Επιπρόσθετα συμφωνήθηκε ότι η ίδια (ενάγουσα) θα λάβει ανταποδοτική
προμήθεια 10% επί της συνολικής τελικής αξίας των διανυκτερεύσεων (χωρίς φόρο)
και 5% στην τελική αξία των λοιπών υπηρεσιών διατροφής και άλλων συναφών
υπηρεσιών. Η ενάγουσα σε εκτέλεση των ως άνω συμφωνηθέντων κατέβαλε το ποσό των
230.000,00 € στις 07.06.2022 για τις δύο πρώτες δόσεις και στις 05.08.2022 το
ποσό των 100.000,00 € για την τρίτη δόση, ήτοι συνολικά κατέβαλε μέχρι και την
05.08.2022 στην εναγομένη το συνολικό ποσό των
330.00,00 € των τριών συμφωνηθεισών δόσεων. Περαιτέρω, με σχετικό όρο της άνω
σύμβασης και υπό τον τίτλο «Πολιτική Ακύρωσης-Πρόστιμο Ακύρωσης» συμφωνήθηκε
ότι σε περίπτωση που η ενάγουσα αιτηθεί την ακύρωση της κράτησης για λόγο εκτός
ανωτέρας βίας και μετά την υπογραφή της σύμβασης και για τον χρόνο που
ενδιαφέρει εν προκειμένω από την 10η Ιουλίου έως και την 10η Σεπτεμβρίου
οφείλει ως πρόστιμο ακύρωσης το 100% των συνολικών εκτιμώμενων, που θα χρεωθούν
ως τέλη ακύρωσης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στις 04.08.2022 ζητήθηκε από την
ενάγουσα ο περιορισμός των 275 κρατημένων δωματίων στο ξενοδοχείο της εναγομένης σε 172 (169 μονόκλινα και 3 δίκλινα) και με την
ειδικότερη συμφωνία να καταβληθούν 100% ακυρωτικά υπέρ της ξενοδόχου μόνο για
όσα δωμάτια δεν διατεθούν σε τρίτους μέχρι και την 16.09.2022. Η ως άνω πρόταση
της ενάγουσας έγινε αποδεκτή από την εναγομένη, όπως
τούτο προκύπτει από το από 04.08.2022 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) προς την ενάγουσα της ., διευθύντριας πωλήσεων στο εν
λόγω ξενοδοχείο της εναγομένης, η οποία είχε ορισθεί
με την ως άνω σύμβαση ως υπεύθυνη επικοινωνίας με την ενάγουσα, όπως
προαναφέρθηκε, στο οποίο αναφέρεται ότι «Τυχόν δωμάτια που δεν μεταπωλούνται
και δεν χρησιμοποιούνται από τις 12 έως τις 16 Σεπτεμβρίου θα χρεώνονται με
ακυρωτικά (ίσο με το κόστος διανυκτερεύσεων δωματίου 210 € ανά δωμάτιο ανά
διανυκτέρευση]» και το από 09.09.2022 μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) του υπεύθυνου πωλήσεων του ξενοδοχείου της εναγομένης ., στο οποίο αναφέρεται αφ' ενός μεν στην
συνημμένη λίστα κρατήσεων των δωματίων για το χρονικό διάστημα από 09.09.2022
μέχρι και την 18.09.2022 αφ' ετέρου δε κατά λέξη «Όπως σας ενημέρωσα στη
σύσκεψή μας μέσω ζουμ, πουλήσαμε όλα τα δωμάτια, επομένως θα πληρώσετε μόνο για
τα δωμάτια που έχετε αυτή τη στιγμή». Στη συνέχεια, μετά την ολοκλήρωση των
κρατήσεων και της αποχώρηση στις 18.09.2022 των πελατών της ενάγουσας από το
ξενοδοχείο της εναγομένης, στις 30.09.2022, η
τελευταία δια των αρμοδίων προς τούτο υπαλλήλων της απέστειλε μέσω ηλεκτρονικής
αλληλογραφίας στην ενάγουσα συνημμένο ηλεκτρονικό αρχείο με αναλυτική καρτέλα
χρεοπιστώσεων από την οποία προκύπτει ότι η χρέωση-κόστος της διαμονής των
πελατών της ενάγουσας ανήλθε στο συνολικό ποσό των 253.690,23 €, ότι είχε
προκαταβληθεί το ποσό των 330.000,00 € και ότι απέμεινε στα χέρια της πιστωτικό
υπέρ της ενάγουσας υπόλοιπο 76.309,77 €. Επίσης από την συνημμένη στο ίδιο
ηλεκτρονικό μήνυμα αποσταλείσα καρτέλα εκκαθάρισης προκύπτει ότι με βάση τα χρησιμοποιηθέντα από τους πελάτες της ενάγουσας δωμάτια
κατά το άνω χρονικό διάστημα η τελική αξία των διανυκτερεύσεων (χωρίς φόρο)
ανήλθε συνολικά στο ποσό των 165.491,26 € και η συμφωνηθείσα ανταποδοτική
προμήθεια 10% της ενάγουσας ανήλθε στο ποσό των 16.549,13 €. Δηλαδή, από την ως
άνω εκκαθάριση του μεταξύ των διαδίκων λογαριασμού, στον οποίο προέβη η ίδια εναγομένη δια των αρμοδίων προς τούτο υπαλλήλων της, πλήρως
αποδεικνύεται αφ' ενός μεν ότι αχρεωστήτως είχε
προκαταβληθεί από την ενάγουσα το ποσό των 76.309,77 €, αφ' ετέρου δε ότι η
απαίτηση της ενάγουσας για την συμφωνηθείσα προμήθεια ανέρχεται στο ποσό των
16.549,13 €. Στη συνέχεια στις 19.10.2022 η ενάγουσα όχλησε
εγγράφως την εναγομένη με σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα
(e-mail) της εξουσιοδοτημένης υπαλλήλου της . για την
επιστροφή του ποσού των 76.309,77 € και ζήτησε ενημέρωση και για την πληρωμή
της προμήθειας. Αργότερα, την ίδια ημέρα, η ., Γενική Διευθύντρια στο
ξενοδοχείο της εναγομένης, με ηλεκτρονικό μήνυμα προς
στην ενάγουσα, ενημέρωσε την τελευταία ότι θα διευθετηθεί η εκκρεμότητα
αναγράφοντας κατά λέξη ότι «Η . θα το τακτοποιήσει», αναφερόμενη προφανώς στην
προαναφερθείσα ., διευθύντρια πωλήσεων του ξενοδοχείου. Μετά από ανταλλαγή και
άλλων μηνυμάτων ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μεταξύ των διαδίκων, την 26.10.2022
η εναγομένη, δια της εξουσιοδοτημένης υπαλλήλου της .
μέσω τηλεδιάσκεψης με την εξουσιοδοτημένη προς τούτο υπάλληλο της ενάγουσας .,
πρότεινε αντί της καταβολής των οφειλομένων στην
ενάγουσα την έκδοση πιστωτικού σημειώματος ως προς το ποσό των αχρεωστήτως καταβληθέντων, δηλαδή του ποσού των 76.309,77
€. Αυθημερόν η ενάγουσα δια της ίδιας ως άνω υπαλλήλου της (.) με σχετικό
ηλεκτρονικό μήνυμα αρνήθηκε και εγγράφως την πρόταση απευθυνόμενη προς την .
και ζήτησε από την Γενική Διευθύντρια του ξενοδοχείου της εναγομένης
. την άμεση καταβολή του εν λόγω ποσού, εντός της ίδια ημέρας (βλ. σχ. email).
Παρά τις διαδοχικές προσπάθειες της ενάγουσας επικοινωνίας με την εναγομένη προς διευθέτηση της διαφοράς, η τελευταία ουδόλως
ανταποκρίθηκε και ο έτερος νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας . απέστειλε την από
08.12.2022 σχετική επιστολή με ηλεκτρονικό μήνυμα αλληλογραφίας στον ., Πρόεδρο
και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εναγομένης,
γνωστοποιώντας του τα προαναφερθέντα, προκειμένου να επιλυθεί η διαφορά τους
και να αποφευχθεί η προσφυγή στα δικαστήρια, χωρίς όμως να λάβει απάντηση.
Ενόψει του ότι οι σχέσεις των διαδίκων είχαν πλέον διαρραγεί η ενάγουσα επέδωσε
στις 20.02.2023 την από 14.02.2023 εξώδικη δήλωση-διαμαρτυρία-όχληση με την
οποία ζήτησε την καταβολή του συνολικού ποσού των (76.309,77 + 16.549,13=)
92.859,00 €, εντός τριών (3) ημερών από την επίδοση (βλ. την υπ' αριθμ. .Γ/20.02.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού
επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών .).
Την 21.02.2023, την επόμενη δηλαδή ημέρα μετά την επίδοση της ως άνω εξωδίκου,
η εναγομένη, δια της εξουσιοδοτημένης προς τούτο
υπαλλήλου της ., με ηλεκτρονικό μήνυμα για πρώτη φορά ισχυρίσθηκε ότι τα
δωμάτια, που στις 4 Αυγούστου 2022 απελευθερώθηκαν, δεν διατέθηκαν τελικά σε
τρίτους και προέβαλλε αξίωση και για τις 484
διανυκτερεύσεις που ακυρώθηκαν, δηλαδή για το σύνολο της αρχικής σύμβασης που
ανέρχονταν στο ποσό των 296.100,00 € (275 δωμάτια που αντιστοιχούσαν σε 1.410
διανυκτερεύσεις), ισχυριζόμενη ότι ισχύει ο σχετικός προαναφερθείς όρος της
σύμβασης ότι η ενάγουσα οφείλει ως τέλη ακύρωσης το 100% της αξίας των κρατηθέντων δωματίων που δεν χρησιμοποίησε. Η ενάγουσα την
ίδια ημέρα με σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα προς την εναγομένη,
αφού αναφέρει ότι τα όσα διαλαμβάνονται στο από 21.02.2023 ως άνω ηλεκτρονικό
μήνυμα δεν τέθηκαν ποτέ υπόψη της, δήλωσε ότι «αρνούμαστε οποιαδήποτε
καθυστερημένη αδικαιολόγητη χρέωση ακύρωσης από την πλευρά σας». Σημειώνεται
ότι όλα τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, που αντάλλαξαν οι διάδικοι, ακόμα
και αυτά που δεν έχουν όνομα συγκεκριμένου προσώπου, φέρουν ηλεκτρονική
διεύθυνση της αποστολέως και της παραλήπτριας, η
οποία (διεύθυνση) είναι αναγνωρίσιμη, καθόσον στο σύνολό τους εμπεριέχουν τα
προσωπικά στοιχεία του χρήστη, ώστε να μην καταλείπεται αμφιβολία για τα
πρόσωπα από και προς τα οποία απευθύνονται και τούτο ανεξάρτητα του ότι η εναγομένη ουδόλως αμφισβητεί την γνησιότητα των εν λόγω e-mails. Από τα προκύψαντα ως άνω
πραγματικά περιστατικά πλήρως αποδείχθηκε ότι μεταξύ των διαδίκων με νεότερη
προφορική συμφωνία τους, που έλαβε χώρα στις 04.08.2022 δια των
εξουσιοδοτημένων προς τούτο προαναφερομένων υπαλλήλων
τους, τροποποιήθηκε η αρχική από 10.04.2022 έγγραφη ξενοδοχειακή σύμβαση
εγγυημένης κράτησης και τα κρατημένα για τους πελάτες της ενάγουσας δωμάτια στο
ξενοδοχείο της εναγομένης από 275 περιορίστηκαν σε
172 και επιπρόσθετα συμφωνήθηκε ότι η ενάγουσα θα καταβάλει 100% ακυρωτικά υπέρ
της ξενοδόχου μόνο για όσα δωμάτια δεν διατεθούν σε τρίτους μέχρι και την
16.09.2022, δηλαδή συμφωνήθηκε ότι υπό τις άνω προϋποθέσεις δεν θα ισχύει ο
προαναφερθείς όρος της σύμβασης ότι η ενάγουσα θα οφείλει, αν ζητήσει την
ακύρωση της κράτησης από την 10η Ιουλίου έως και την 10η Σεπτεμβρίου, ως
πρόστιμο ακύρωσης την αξία για το 100% των συνολικά κρατηθέντων
δωματίων, ενώ όλα τα δωμάτια των οποίων δεν έκανε χρήση η ενάγουσα διατέθηκαν
σε τρίτους, όπως τούτο ρητά αναφέρεται από τον υπεύθυνο πωλήσεων του
ξενοδοχείου της εναγομένης . στο από 09.09.2022
μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), στην δε
αποσταλείσα από την εναγομένη εκκαθάριση του μεταξύ
των διαδίκων λογαριασμού, η τελευταία αποδέχεται αφ' ενός μεν ότι αχρεωστήτως είχε προκαταβληθεί από την ενάγουσα το ποσό των
76.309,77 €, αφ' ετέρου δε ότι η απαίτηση της ενάγουσας για την συμφωνηθείσα
προμήθεια ανέρχεται στο ποσό των 16.549,13 ευρώ. Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι η όποια τροποποίηση της συμφωνίας έπρεπε να
γίνει εγγράφως με τη συμμετοχή του νομίμου εκπροσώπου
της, όπως και η αρχική συμφωνία, είναι αβάσιμος αφού στην από 10.04.2022 μεταξύ
των διαδίκων έγγραφη σύμβαση δεν περιλήφθηκε σχετικός όρος ότι η τροποποίηση
της θα γίνεται εγγράφως, πολλώ δε μάλλον που ακόμα
και αν η σύμβαση μίσθωσης, η οποία, σύμφωνα με το νόμο, δεν υπόκειται σε
έγγραφο τύπο, καταρτιστεί εγγράφως, και συμφωνηθεί, ότι κάθε τροποποίησή της θα
γίνει εγγράφως, μπορεί, παρά τη συμφωνία αυτή, να τροποποιηθεί με νεότερη
προφορική, ακόμη και σιωπηρή, συμφωνία, διότι η νεότερη αυτή συμφωνία καταργεί
την αρχική συμφωνία για έγγραφη τροποποίηση (ΑΠ 1019/2020, ΑΠ 95/2020, ΑΠ
776/2018, ΑΠ 424/2011, ΑΓΙ 766/2003, ΜονΕφΑθ
2107/2022 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Ο έτερος ισχυρισμός της ότι οι υπάλληλοί της, με τους
οποίους επικοινωνούσε η ενάγουσα, δεν είχαν εξουσία εκπροσώπησής της καθόσον
τέτοια αρμοδιότητα δεν είχε ανατεθεί σ' αυτούς από το ΔΣ ή από το νόμιμο
εκπρόσωπό της και ως εκ τούτου δεν δεσμεύεται από τις δηλώσεις και συμφωνίες
στις οποίες αυτοί προέβησαν, είναι αβάσιμος καθόσον από τα προεκτεθέντα
πλήρως αποδείχθηκε ότι η μεν ., διευθύντρια πωλήσεων στο ξενοδοχείο της εναγομένης, ήταν το πρόσωπο που με την από 10.04.2022
μεταξύ τους σύμβαση είχε ορισθεί από την εναγομένη ως
πρόσωπο επικοινωνίας με την ενάγουσα, ο δε . ήταν υπεύθυνος πωλήσεων στο ίδιο
ξενοδοχείο και ως εκ τούτου είχαν την σχετική ως εκ της θέσης τους αρμοδιότητα
να αποδεχθούν την προταθείσα από την ενάγουσα μείωση
του αριθμού των κρατηθέντων δωματίων με την
ειδικότερη συμφωνία να καταβληθούν 100% ακυρωτικά υπέρ της ξενοδόχου μόνο για
όσα δωμάτια δεν διατεθούν σε τρίτους μέχρι και την 16.09.2022, λαμβανομένου
υπόψη ότι και κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και τη συναλλακτική πρακτική
οι ασχολούμενοι με τις κρατήσεις υπάλληλοι των ξενοδοχείων έχουν την σχετική
εξειδίκευση αλλά και την απαιτούμενη εξουσιοδότηση να διαπραγματεύονται με τους
πελάτες. Εξάλλου, αν οι προαναφερθέντες υπάλληλοι της εναγομένης
δεν είχαν την σχετική αρμοδιότητα για τροποποίηση της μεταξύ των διαδίκων
σύμβασης και του προαναφερθέντος ως άνω όρου αυτής με τον τίτλο «Πολιτική
Ακύρωσης-Πρόστιμο Ακύρωσης» τούτο θα το γνωστοποιούσαν αμέσως στην ενάγουσα
μόλις η τελευταία στις 04.08.2022 υπέβαλε την πρότασή της για περιορισμό των
κρατημένων δωματίων στο ξενοδοχείο της εναγομένης,
που όμως δεν το έπραξαν αλλά αντίθετα την ενημέρωσαν στις 09.09.2022 ότι τα
δωμάτια πωλήθηκαν σε τρίτους και ότι θα πληρώσει μόνο για τα υπόλοιπα δωμάτια,
όπως δε προαναφέρθηκε, προτάθηκε στην ενάγουσα και πάλι από την ως άνω . στις
26.10.2022 αντί της καταβολής των οφειλομένων στην
ενάγουσα η έκδοση πιστωτικού σημειώματος ως προς το ποσό των 76.309,77 €,
ενέργεια στην οποία η εν λόγω υπάλληλος δεν θα προέβαινε αν δεν είχε την
σχετική προς τούτο εξουσιοδότηση να διαπραγματεύεται με την ενάγουσα. Επίσης,
μεταγενέστερα, στις 30.09.2022, ενημερώθηκε η ενάγουσα για την τελική χρέωση με
βάση την εκκαθάριση, στην οποία προέβη η ίδια εναγομένη
δια των αρμοδίων προς τούτο υπαλλήλων της, αποδεχόμενη σε κάθε περίπτωση την
νεότερη συμφωνία περί περιορισμού των κρατήσεων, ενώ αντίθετα αν ήταν βάσιμος ο
ισχυρισμός της ότι δεν υπήρξε τροποποίηση της σύμβασης η εκκαθάριση θα γινόταν
με βάση την αρχική σύμβαση και ως εκ τούτου δεν θα εμφανίζονταν ότι αχρεωστήτως είχε προκαταβληθεί από την ενάγουσα το ποσό των
76.309,77 €. Επίσης, δεν δικαιολογείται η εκ των υστέρων μεταβολή της στάσης
της εναγομένης με το πρόσχημα ότι οι υπάλληλοί της
δεν είχαν τη σχετική αρμοδιότητα, αφού από όλα τα προεκτεθέντα
σαφώς προέκυψε ότι αυτοί ήταν που επικοινωνούσαν με τους υπαλλήλους της
ενάγουσας για όλα τα θέματα που προέκυπταν από την εν
λόγω μίσθωση των δωματίων του ξενοδοχείου μεταξύ των οποίων και η με νεότερη
συμφωνία τροποποίηση του προαναφερθέντος όρου της σύμβασης και οι αντίθετοι
ισχυρισμοί της εναγομένης είναι αβάσιμοι και
απορριπτέοι. Με βάση τα προαποδειχθέντα η εναγομένη οφείλει να επιστρέψει στην ενάγουσα από το
συνολικό ποσό των 330.000,00 €, που η τελευταία της προκατέβαλε
το ποσό των 76.309,77 € ως αχρεωστήτως καταβληθέν,
ενώ επιπρόσθετα οφείλει να της καταβάλει και το ποσό των 16.549,13 € για την
συμφωνηθείσα προμήθειά της, με τη σημείωση ότι η εναγομένη
ουδόλως αμφισβητεί την οφειλή της για το τελευταίο ποσό. Εξάλλου, μετά τα όσα
έγιναν δεκτά για την βασιμότητα της νεότερης τροποιητικής συμφωνίας και την
υποχρέωση της εναγομένης να επιστρέψει στην ενάγουσα
το προαναφερθέν ποσό των 76.309,77 €, δεν υφίσταται υποχρέωση της ενάγουσας να
καταβάλει στην εναγομένη το ποσό των 33.990,00 €, που
αφορά το υπόλοιπο ποσό προς εξόφληση του συμφωνηθέντος συνολικά ποσού με την
αρχική σύμβαση και ως εκ τούτου δεν αποδείχθηκε ότι υφίσταται η εν λόγω
ανταπαίτηση της εναγομένης και η σχετική ένσταση
συμψηφισμού με την απαίτηση της ενάγουσας που αφορά την συμφωνηθείσα προμήθεια
της τελευταίας ποσού 16.549,13 €, η οποία κρίθηκε κατά τα προαναφερθέντα
νόμιμη, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω,
απορριπτομένης της περί συμψηφισμού ένστασης της εναγομένης ως ουσιαστικά αβάσιμης, πρέπει η αγωγή να γίνει
δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη
να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό (76.309,77 +
16.549,13=)92.859,00 €, με το νόμιμο
τόκο από την 24.02.2023, ήτοι την επομένη μετά την παρέλευση της ταχθείσας με
την επιδοθείσα στις 20.02.2023 από 14.02.2023 εξώδικη
όχληση τριήμερης προθεσμίας (και όχι από την 23.02.2023 που εσφαλμένα ζητά η
ενάγουσα). Εξάλλου, η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή σύμφωνα με
τα άρθρα 907 και 908 παρ. 1 περ. στ' ΚΠολΔ, κατά ένα
μέρος και δη κατά το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000,00 Ε), καθόσον
συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, ιδίως διότι η καθυστέρηση στην
εκτέλεση θα επιφέρει σημαντική ζημιά στην ενάγουσα.
Περαιτέρω και σχετικά με τα
δικαστικά έξοδα και τον παρατιθέμενο στις προτάσεις της ενάγουσας πίνακα εξόδων
λεκτέα τα ακόλουθα: Οι διατάξεις των άρθρων 176 επ. του ΚΠολΔ προσδιορίζουν
ειδικώς τις προϋποθέσεις, καθώς και την έκταση της αξίωσης απόδοσης στο διάδικο
όσων εξόδων συνδέονται με τις δαπάνες, στις οποίες αυτός υποβλήθηκε εξαιτίας
της εκ μέρους του, ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, άσκησης του δικαιώματος
παροχής δικαστικής προστασίας και, επιπλέον, μέσω των ανωτέρω ρυθμίσεων
καθορίζεται η διαδικασία εκκαθάρισης και επιδίκασης των σχετικών χρηματικών
ποσών, κατά τρόπον ώστε να αποκλείεται η θεμελίωση σε άλλους κανόνες του
ουσιαστικού δικαίου αντιστοίχων απαιτήσεων αποζημίωσης, η ικανοποίηση των
οποίων θα επιδιωχθεί αυτοτελώς με αγωγή. Στα δικαστικά έξοδα που αποδίδονται
στο διάδικο που νίκησε, εις βάρος του ηττωμένου, με τον οποίο, σημειωτέον, εξομοιώνεται και ο διάδικος που παραιτείται από
το δικόγραφο της αγωγής του (ΑΠ 1034/2012 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»], περιλαμβάνονται, μεταξύ
άλλων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 189 παρ. 1 του ΚΠολΔ:
α) τα τέλη χαρτοσήμου για τη σύνταξη των δικογράφων και τη διενέργεια των
διαδικαστικών πράξεων, β) το τέλος δικαστικού ενσήμου, γ) η αμοιβή των
δικηγόρων ή άλλων δικαστικών πληρεξουσίων και των δικαστικών υπαλλήλων, δ) τα
ποσά που καταβάλλονται στους μάρτυρες για έξοδα και αποζημίωση, καθώς και στους
πραγματογνώμονες για έξοδα και αμοιβή, ε) τα ποσά που καταβλήθηκαν για την
προσαγωγή άλλων αποδεικτικών μέσων, καθώς και τα έξοδα ταξιδιού και
αλληλογραφίας που κατέβαλε ο διάδικος για να εμφανιστεί στη δίκη. Αντιθέτως,
δεν αποδίδονται τα έξοδα που έγιναν: α) από απείθεια, απροσεξία ή σφάλμα του
ίδιου του διαδίκου και β) από υπερβολική πρόνοιά του (ΑΠ 55/2023, ΑΠ 1495/2009,
ΜΕφΑθ 484/2024, ΜΕφΔωδ
228/2023, ΜΕφΔωδ 195/2020, ΜΕφΠειρ
672/2015, ΜΕφΠειρ 190/20Ι3.ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).
Στην προκείμενη περίπτωση, η
εναγομένη πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα
της ενάγουσας, λόγω της ήττας της, σύμφωνα με τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα
παρακάτω και στο διατακτικό (άφ9ρα .106, 176, 189 παρ. 1 και 191 ΚΠολΔ), λαμβανομένου υπόψη για τον καθορισμό του ύψους τους
και του καταλόγου των εξόδων που υπέβαλε η ενάγουσα παραδεκτά με τις προτάσεις
της (άρθρο 190 ΚΠολΔ). Ειδικότερα, από τα αποδεικτικά
μέσα, που αναφέρονται παραπάνω, πιθανολογείται (άρθρο 190 παρ. 3 ΚΠολΔ) ότι η ενάγουσα υποβλήθηκε σε έξοδα για σύνταξη
αγωγής και προτάσεων [που ορίζονται, σύμφωνα με τον Κώδικα περί Δικηγόρων
(άρθρα 63 παρ.1α και 68 παρ. 1) για τη σύνταξη της αγωγής και των προτάσεων σε
ποσοστό 2% και 1% αντίστοιχα επί του αντικειμένου της διαφοράς όταν η αξία του αντικειμένου
της αγωγής ανέρχεται σε ποσό μέχρι τις 200.000 ευρώ] ποσού 1.857,18 και 928,59
αντίστοιχα, για παράσταση του πληρεξούσιου δικηγόρου της ενώπιον του παρόντος
Δικαστηρίου ποσού 268,00, για έξοδα επιδόσεων εξώδικης δήλωσης, αγωγής και
κλήσης για ένορκη βεβαίωση (35+43+43=) 121,00 ε, για λήψη ένορκης βεβαίωσης
80,00 €, για έξοδα μεταφράσεων 160,00 €, για έξοδα διερμηνείας ενώπιον του
Δικαστηρίου και κατά τη λήψη ένορκης βεβαίωσης 150,00 €, για ένσημα 7,00 € και
για δικαστικό ένσημο 985,00 €. Δηλαδή, το συνολικό ύψος των δικαστικών εξόδων
της ενάγουσας ανέρχεται στο ποσό των (1.857,18 + 928,59 + 268,00 + 121,00 +
80,00 + 160,00 + 150,00 + 7,00 + 985,00=)4.556,77 € και κατά παραδεκτή
στρογγυλοποίηση 4.557,00 €, το οποίο και πρέπει να καταβάλει η εναγομένη. Όμως τα έξοδα μετάβασης του νομίμου
εκπροσώπου της ενάγουσας . και της μάρτυρος . από τον- Καναδά στην Ελλάδα ποσού
(1.550Χ2=)3.000 € καθώς και τα έξοδα διαμονής και διατροφής αυτών για δύο
διανυκτερεύσεις στην Ελλάδα (250Χ2Χ2=) 1.000 € αποτελούν μη αποδοτέα έξοδα,
όπως βάσιμα ισχυρίζεται η εναγομένη, καθόσον η
προαναφερόμενη μετάβαση των άνω προσώπων στην Ελλάδα έγινε χωρίς να υπάρχει
ανάγκη και από υπερβολική πρόνοια της ενάγουσας, σύμφωνα και με όσα εκτέθηκαν στην αμέσως προηγούμενη νομική
σκέψη, αφού ο μεν νόμιμος εκπρόσωπος της ενάγουσας είχε τη δυνατότητα να
χορηγήσει έγγραφη εξουσιοδότηση στον δικηγόρο της για την εκπροσώπησή της στο
δικαστήριο ενόψει και του ότι η προαναφερθείσα εξέτασή του στο ακροατήριο δεν
έγινε σε εκτέλεση σχετικής διαταγής του Δικαστηρίου αλλά αυτός προσήλθε
αυτοβούλως και ζητήθηκε η κατ' άρθρο 415 ΚΠολΔ
εξέτασή του, η δε μάρτυρας ευχερώς μπορούσε να δώσει ένορκη βεβαίωση ενώπιον
του προξένου της κατοικίας ή της διαμονής της, κατά τα οριζόμενα στην διάταξη
του άρθρου 421 ΚΠολΔ και συνεπώς το περιλαμβανόμενο
στον ως άνω πίνακα εξόδων αίτημα για την απόδοση στην ενάγουσα και των άνω
δαπανών, συνολικού ποσού 4.000,00 €1 πρέπει να απορριφθεί.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των
διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό ενενήντα δύο
χιλιάδων οκτακοσίων πενήντα εννέα ευρώ (92.859,00), με το νόμιμο τόκο από την
24.02.2023.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση εν μέρει
προσωρινά εκτελεστή και δη για το ποσό των τριάντα χιλιάδων ευρώ (30.000,00
ευρώ),
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της
ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα
επτά ευρώ (4.557,00 ευρώ).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και
δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις
10 Ιανουαρίου 2025, με την παρουσία της γραμματέως και απόντων των διαδίκων και
των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ