ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρ (Ασφ.Μ.) Πατρών 423/2024

 

Αναστολή εκτέλεσης επιταγής προς εκτέλεση - Κατάσχεση εις χείρας τρίτου - Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων - Παράλειψη κατάθεσης αμοιβής δικηγόρου - Κατάσχεση άϋλων μετοχών -.

 

Αναστολή αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του Δημοσίου με την επιβληθείσα σε βάρος του κατάσχεση εις χείρας πιστωτικού ιδρύματος. Αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων. Αμοιβή και δικαστική δαπάνη των πληρεξουσίων δικηγόρων. Αναγκαστική κατάσχεση με αντικείμενο μετοχές σε άϋλη μορφή. Έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης του δικηγόρου. Νομιμοποίηση του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου. Πλαγιαστική αγωγή. Πιθανολόγηση ευδοκίμησης λόγου ανακοπής περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης. Δεκτή αίτηση αναστολής της εκτέλεσης.

 

 

 

Απόφαση 423/2024

(αριθ. καταθ. αίτησης ./8.11.2023)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

 

 

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ελένη Μποσιώλη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, η οποία ορίστηκε κατόπιν κληρώσεως, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στην Πάτρα, την 21 Φεβρουάριου 2024, για να δικάσει την επόμενη υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΟΥ ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα και παραστάθηκε δια της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Ν.Σ.Κ Αλεξάνδρας Γιαννοπούλου, η οποία κατέθεσε σημείωμα.

 

ΤΟΥ ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: ., Δικηγόρου του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών, ο οποίος παραστάθηκε αυτοπρόσωπα και κατέθεσε σημείωμα.

 

Το αιτούν με την από 6.11.2023 (αρ. εκθ. κατ. ./8.11.2023) αίτησή του, που απευθύνεται ενώπιον αυτού του δικαστηρίου ζήτησε όσα αναφέρονται σε αυτήν. Ορίστηκε δε, δικάσιμος προς συζήτηση η αναφερομένη στην αρχή της παρούσας αποφάσεως.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, μετά την εκφώνηση της αιτήσεως από τη σειρά του εκθέματος οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρθηκε και οι παριστάμενοι δικηγόροι, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

I. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 933, 934 παρ. 1 στοιχ. β', 953, 985, 988 Κ.Πολ.Δ προκύπτει ότι, σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, η ανακοπή του οφειλέτη με την οποία προβάλλονται λόγοι ακυρότητας της αναγκαστικής κατάσχεσης, όπως διότι κατασχέθηκε ακατάσχετη απαίτηση, μπορεί να ασκηθεί έως την έναρξη της τελευταίας πράξης εκτέλεσης, που είναι η σύνταξη έκθεσης πλειστηριασμού (ΑΠ 872/1998). Αν η κατάσχεση χρηματικής απαίτησης γίνει εις χείρας τρίτου και ο τρίτος προβεί σε καταφατική δήλωση προβλέπεται διαδικασία εξόφλησης του κατασχόντος είτε απευθείας από τον τρίτο είτε με διανομή του ποσού μέσω συμβολαιογράφου (988 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ). Ο δε οφειλέτης μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 934 παρ.1 β Κ.Πολ.Δ, να ασκήσει ανακοπή προβάλλοντας λόγους ακυρότητας της κατάσχεσης, όπως το ακατάσχετο αυτής. Το απώτερο όμως χρονικό σημείο άσκησης της ανακοπής από τον οφειλέτη για τους παραπάνω λόγους πρέπει να συνδεθεί με την εκπνοή της προβλεπόμενης από το άρθρο 988 παρ. 1α Κ.Πολ.Δ. προθεσμίας, οπότε συντελείται η αναγκαστική εκχώρηση της απαίτησης του οφειλέτη προς τον κατασχόντα και ο τελευταίος αποκτά τον κατ' άρθρο 989 εκτελεστό τίτλο σε βάρος του τρίτου. Ειδικότερα, επί αναγκαστικής κατάσχεσης χρηματικής απαίτησης εις χείρας τρίτου, η αναγκαστική εκχώρηση της απαίτησης του οφειλέτη προς τον κατασχόντα, σε περίπτωση καταφατικής υπό την έννοια του άρθρου 985 δήλωσης, επέρχεται μετά την, προϋποθέτουσα τήρηση της οκταήμερης του άρθρου 985 παρ. 1 του ΚΠολΔ προθεσμίας καταφατική τυχόν δήλωση του τρίτου και την παρέλευση ακολούθως της προθεσμίας του άρθρου 988 παρ. 1 εδ. α' του ΚΠολΔ. Σε περίπτωση δε αρνητικής, υπό την έννοια του άρθρου 985, δήλωσης, ή παράλειψης του τρίτου να προβεί εμπροθέσμως στην οφειλόμενη κατά το ανωτέρω άρθρο 985 ρητή δήλωση, η οποία εξομοιώνεται, σύμφωνα με την παρ. 3 εδ. α' αυτού, με δήλωση αρνητική, επέρχεται δια της τελεσιδικίας της απόφασης με την οποία γίνεται δεκτή η κατά το επόμενο άρθρο 986 ανακοπή (Ολ. ΑΠ 3/1993, ΑΠ 688/2010). Εξ άλλου, κατά το άρθρο 144 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ. "Οι προθεσμίες που ορίζονται από το νόμο ή τα δικαστήρια αρχίζουν από την επόμενη ημέρα μετά την επίδοση ή μετά τη συντέλεση του γεγονότος που αποτελεί την αφετηρία της προθεσμίας και λήγουν στις 7 το βράδυ της τελευταίας ημέρας και αν αυτή είναι κατά το  νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα τη επομένης μη εξαιρετέας ημέρας". Η οκταήμερη, επομένως, προθεσμία του άρθρου 988 αρχίζει από την επομένη της επίδοσης του κατασχετηρίου στον καθ' ου η εκτέλεση, εφόσον όμως προηγήθηκε η προς τον τρίτο επίδοση του κατασχετηρίου, διότι από τότε η κατάσχεση θεωρείται υπαρκτή (Ολ. ΑΠ 3/1993). Αν η επίδοση στον καθ' ου η εκτέλεση του κατασχετηρίου προηγήθηκε της επίδοσης αυτού στον τρίτο, η οκταήμερη προθεσμία προς καταβολή αρχίζει από την επίδοση στον τρίτο, οπότε υποχρεούται να δηλώσει εντός οκταημέρου και να καταβάλει μετά την πάροδο του οκταημέρου, που αρχίζει από την επόμενη του κατασχετηρίου στον τρίτο, δηλαδή την 9η ημέρα και όχι από την καταφατική δήλωση. Οι προθεσμίες των άρθρων 934, 985, 988 Κ.Πολ.Δ. είναι δικονομικές, διεπόμενες από τις διατάξεις των άρθρων 144 επ. Κ.Πολ.Δ, εξετάζονται δε αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο και η παρέλευσή τους συνεπάγεται έκπτωση από το δικαίωμα προβολής της σχετικής πράξης εκτέλεσης (για όλα τα παραπάνω ΑΠ 360/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

ΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 8 παρ.1 και 18 παρ. 4 του ν. 2882/2001 (ΚΑΑΑ), προκύπτει: 1) ότι ο υπόχρεος προς αποζημίωση οφείλει να καταθέσει τη δικαστική δαπάνη και την αμοιβή του δικηγόρου του καθ' ου η απαλλοτρίωση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων υπέρ του δικηγορικού συλλόγου στον οποίον ο δικηγόρος που παρέστη στη δίκη είναι μέλος του και 2) ότι η κατάθεση της δικαστικής δαπάνης και της αμοιβής στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων γίνεται υπέρ του κατά τα άνω δικηγορικού συλλόγου, προκειμένου αυτός να παρακρατήσει τα προβλεπόμενα ποσοστά, που αποτελούν έσοδα αυτού προς εξυπηρέτηση του διανεμητικού λογαριασμού, χάριν, δηλαδή, των κοινωνικά, επαγγελματικά και οικονομικά ασθενέστερων μελών του. Κατ' ακολουθίαν, στην περίπτωση παράλειψης κατάθεσης από τον υπόχρεο προς αποζημίωση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, υπέρ του δικηγορικού συλλόγου, της δικαστικής δαπάνης και της αμοιβής του δικηγόρου του καθ' ου η απαλλοτρίωση, που παρέστη στη δίκη για τον καθορισμό της τιμής μονάδας, αυτός, ως το μέλος του δικηγορικού συλλόγου, δεν νομιμοποιείται ενεργητικά να εγείρει ευθεία αγωγή, αφού τέτοιο δικαίωμα έχει ο άνω δικηγορικός σύλλογος υπέρ του οποίου γίνεται και η κατάθεση. Επίσης, η αμοιβή του δικηγόρου του δικαιούχου της αποζημίωσης έχει παρακολουθηματικό χαρακτήρα σε σχέση με την αποζημίωση λόγω της απαλλοτρίωσης και βαρύνει τον υπόχρεο της αποζημίωσης, αποτελεί δε αντιπαροχή στο πλαίσιο της σύμβασης εντολής, που συνδέει το διάδικο - δικαιούχο της αποζημίωσης με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του (ΑΠ 702/2016, ΑΠ 1212/2012 και ΑΠ 1780/2011, ΝΟΜΟΣ).

 

III. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 2, 8, 8β, 12, 13, 14, 18 παρ. 4, 24 παρ. 2, 34, 35β παρ. 2, 35γ, 37γ, 39 και 40 του Ν. 2190/1920, πριν την κατάργησή τους με το άρθρο 189 του Ν.4548/2018, σε συνδυασμό ερμηνευόμενες και εφαρμοζόμενες, προκύπτει ότι η μετοχή ανωνύμου εταιρίας δηλωτική ούσα και του μεριδίου του εταιρικού κεφαλαίου και του δικαιώματος συμμετοχής εις την εταιρία, είναι πράγμα κινητό και αξιόγραφο, ως πράγμα δε είναι αντικείμενο κυριότητας και ενσωματώνει την μετοχική έννομη σχέση που ακολουθεί το εμπράγματο επί του τίτλου δικαίωμα (ΑΠ 545/2019, ΑΠ 973/2017, ΑΠ 576/2002). Μετά δε την ισχύ του Ν. 2396/1996 η προαναφερθείσα "μετοχική σχέση" δυνατόν να έχει και τη μορφή του άυλου τίτλου των διατάξεων των άρθρων 39 και 41 του ίδιου ως άνω Νόμου, όπως οι διατάξεις αυτές ίσχυαν, η μεν πρώτη εξ αυτών τροποποιηθείσα με την παρ. 4 του άρθρου 13 Ν. 3152/2003 και η δεύτερη, πριν την κατάργησή της δυνάμει των οριζομένων στο άρθρο 29 παρ. 1 και 2 Ν. 4569/2018, στο πλαίσιο της απεγχάρτωσης των τίτλων των μετοχών και της αποτύπωσής τους ως δικαιωμάτων στο αρχείο της Ανώνυμης Εταιρείας Αποθετηρίων Τίτλων, καθώς ορίστηκε συγκεκριμένα ότι για τις μετοχές των ελληνικών ανωνύμων εταιρειών που εισάγονται σε χρηματιστήριο που λειτουργεί στην Ελλάδα, δεν εκδίδονται πλέον τίτλοι, αλλά οι μετοχές αυτές καταχωρίζονται στα αρχεία της Ανώνυμης Εταιρείας Αποθετηρίων Τίτλων και παρακολουθούνται με λογιστικές εγγραφές στα αρχεία αυτά, οι "άυλες" δε αυτές μετοχές, των οποίων η έκδοση και οι μετακινήσεις συντελούνται με απλές λογιστικές εγγραφές, εμφανίζονται όχι πλέον ως αξιόγραφα, αλλά ως δικαιώματα ενοχικά. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 49 παρ. 4 του ως άνω Ν. 2396/1996, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 107 Ν.2533/1997, τροποποιήθηκε στη συνέχεια με το άρθρο 17 Ν. 2937/2001, και ίσχυε πριν την κατάργησή του δυνάμει των οριζομένων στο άρθρο 29 παρ. 1 και 2 Ν. 4569/2018, σε περίπτωση κατάσχεσης άυλων μετοχών, ισχύουν κατ' αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 982 έως 991 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 967 του ίδιου Κώδικα, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 991 Α ΚΠολΔ, αν αντικείμενο της κατάσχεσης είναι κινητές αξίες ή χρηματοπιστωτικά μέσα που τηρούνται σε άυλη μορφή και εκποιούνται σε χρηματιστήριο ή άλλη ρυθμιζόμενη αγορά που λειτουργεί στην ημεδαπή, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 983 επόμενα. Η κατάσχεση θεωρείται ως κατάσχεση πράγματος που βρίσκεται στα χέρια τρίτου. Η εκποίηση των κινητών αξιών ή των χρηματοπιστωτικών μέσων που κατασχέθηκαν γίνεται στο πλαίσιο δημόσιου αναγκαστικού πλειστηριασμού, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται σε αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 982 παρ. 1 περ. β' ΚΠολΔ, αντικείμενο της κατάσχεσης στα χέρια τρίτου είναι τα "κινητά πράγματά του (εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση) που βρίσκονται στα χέρια τρίτου". Αντικείμενο κατάσχεσης με βάση το άρθρο αυτό (982 παρ. 1 περ. β') μπορεί να αποτελέσουν και οι μετοχές ανώνυμης εταιρείας, όταν αυτές κατέχονται από τρίτον, με τη μορφή δηλαδή της κατάσχεσης των μετοχών ως κινητών και με τις διακρίσεις τους σε ονομαστικές και ανώνυμες, ενώ η ίδια ως άνω διάταξη, που αφορά κατάσχεση κινητών πραγμάτων στα χέρια τρίτου εφαρμόζεται και στην κατάσχεση άυλων μετοχών (βλ. ΑΠ 95/2023 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

 Στην προκειμένη περίπτωση, το αιτούν, με την υπό κρίση αίτησή του, ζητά να ανασταλεί η διαδικασία της σε βάρος του αναγκαστικής εκτέλεσης με την επιβληθείσα σε βάρος του κατάσχεση εις χείρας πιστωτικού ιδρύματος και δη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος των τηρούμενων σε αυτό τραπεζικών λογαριασμών δυνάμει του από 27.10.2023 κατασχετηρίου εγγραφου εις χείρας τρίτων, που του κοινοποιήθηκε την 1.11.2023 και η οποία αναγκαστική εκτέλεση επισπεύδεται δυνάμει της αριθ. 175/2022 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών με την οποία καθορίστηκε η οριστική τιμή μονάδος αποζημίωσης απαλλοτριούμενων εκτάσεων καθώς και η αμοιβή και η δικαστική δαπάνη των πληρεξουσίων δικηγόρων των παρισταμένων διαδίκων με την παρά πόδας αντιγράφου του πρώτου απογράφου εκτελεστού αυτής από 16.10.2023 επιταγή προς εκτέλεση, επικαλούμενο ότι κατά των ως άνω πράξεων εκτέλεσης έχει ασκήσει την από 6.11.2023 ανακοπή του η συζήτηση της οποίας έχει προσδιοριστεί για την 22.10.2024 και προς αποτροπή ανεπανόρθωτης βλάβης και για όσους λόγους ειδικότερα αναφέρει σε αυτήν (ανακοπή). Με αυτό το περιεχόμενο, η υπό κρίση αίτηση, που αποτελεί αίτηση αναστολής του άρθρου 938 παρ.1 ΚΠολΔ, παραδεκτά, καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδια εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ως το Δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης καθόσον, το ως άνω κατασχετήριο έγγραφο επιδόθηκε στο επί της οδού Γούναρη και Κορίνθου 327 Κατάστημα στην Πάτρα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (σχ. η αριθ. ./27.10.2023 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Πατρών με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών .) (άρθρα 938 παρ.1 εδαφ. τελ. σε συνδυασμό με άρθρο 933 παρ.3, 683 και 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 938 παρ.1 ΚΠολΔ και πρέπει, επομένως, να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

 

 Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζονται, πιθανολογείται ότι με την αριθ. 175/2022 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών καθορίστηκε η οριστική τιμή μονάδας αποζημίωσης εδαφικών εκτάσεων και επικειμένων που απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά για λόγους δημοσίας ωφέλειας, υπέρ και σε βάρος του δημοσίου, για την κατασκευή του τμήματος Πάτρας - Αλφειός του οδικού άξονα Πάτρα - Πύργος- Τσακώνα και ταυτόχρονα καταδικάστηκε το Ελληνικό Δημόσιο α) στην αμοιβή και τα έξοδα παράστασης των πληρεξουσίων δικηγόρων που ορίστηκαν στο ποσό των 800 ευρώ για κάθε διάδικο που παραστάθηκε ατομικά ή κάθε ομάδα διαδίκων που παραστάθηκε με τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο και για τις δύο διαδικασίες του προσωρινού και του οριστικού προσδιορισμού και β) στην αμοιβή των πληρεξουσίων δικηγόρων που ορίστηκε σε ποσοστό 1,5% για αξία αντικειμένου δίκης μέχρι 200.000 ευρώ για τη σύνταξη της αίτησης ή αυτοτελούς ανταίτησης, ή παρέμβασης και 1% για την σύνταξη ανταίτησης ή παρέμβασης με τις προτάσεις ή απλών προτάσεων για κάθε δικαιούχο με αξία αντικειμένου δίκης μέχρι 200.000 ευρώ, πλέον του αναλογούντος ΦΠΑ. Ο καθού την 23.10.2023 (σχ. η αριθ. ./23.10.2023 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών .) επέδωσε στο αιτούν Ελληνικό Δημόσιο ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο από το α' εκτελεστό απόγραφο της ως άνω απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών με την από 16.10.2023 επιταγή προς εκτέλεση, με την οποία το Ελληνικό Δημόσιο, επιτασσόταν να καταβάλλει στον ίδιο την δικαστική δαπάνη και την αμοιβή του για την παράστασή του ως πληρεξουσίου δικηγόρου και εκπροσώπηση 5 εντολέων του στην ως άνω δίκη της απαλλοτρίωσης, που συνολικά ανερχόταν στο ποσό των 4.192,28 ευρώ, πλέον εξόδων 86,80 ευρώ και τόκων. Ήδη δε από την 12.9.2022 είχε επιδώσει αντίγραφο της απόφασης αυτής στον Υπουργό Οικονομικών ως νόμιμο εκπρόσωπο του Ελληνικού Δημοσίου (σχ. η αριθ. ./16.9.2022 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών .). Εν συνεχεία, την 27.10.2023 (σχ. η αριθ ./27.10.2023 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Πατρών με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών .) ο καθού επέδωσε προς την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος και δη στο Κατάστημά της στην Πάτρα επί των οδών Γούναρη και Κορίνθου 327 το από 26.10.2023 κατασχετήριο εις χείρας τρίτου για το ως άνω συνολικό ποσό των 4.279,08 ευρώ, με το οποίο ζητούσε τη δέσμευση κάθε κατάθεσης σε λογαριασμούς σε αμοιβαία κεφάλαια και σε κάθε χρημοτοοικονομικό και τραπεζικό προϊόν που βρίσκεται στα χέρια της μέχρι του ως άνω ποσού και κάθε μελλοντικής απαίτησης. Το ως άνω κατασχετήριο εις χείρας τρίτου επιδόθηκε στο καθού Ελληνικό Δημόσιο την 1.11.2023 (σχ. η αριθ. ./1.11.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών .). Η τρίτη Εθνική Τράπεζα προέβη εμπρόθεσμα, εντός οκτώ ημερών αφότου της επιδόθηκε το κατασχετήριο (άρθρο 985 ΚΠολΔ) και δη την 6.11.2023 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών (σχ. η αριθ. ./6.11.2023 δήλωση τρίτου), δεδομένου ότι η όγδοη από την επίδοση του ως άνω κατασχετηρίου σε αυτήν ημέρα ήταν η 4.11.2023 ήταν ημέρα Σάββατο άρα η προθεσμία έληξε την επόμενη εργάσιμη ημέρα Δευτέρα 6.11.2023, σε καταφατική δήλωση και ειδικότερα δέσμευσε 325 τεμάχια μετοχών του Ελληνικού Δημοσίου του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος που καλύπτουν την ως άνω οφειλή με πλεόναζαν ποσό δέσμευσης 4,42 ευρώ. Το αιτούν Ελληνικό Δημόσιο άσκησε εμπρόθεσμα και εντός των οκτώ ημερών από την επίδοση σε αυτό του ως άνω κατασχετηρίου εγγράφου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη (υπό στοιχείο I) καθόσον κατέθεσε την 7.11.2023 (αριθ. εκθ.καταθ../7.11.2023) ανακοπή κατά της από 16.10.2023 επιταγής προς εκτέλεση και του ως άνω κατασχετηρίου, την οποία επέδωσε στον καθού την 9,11.2023 (σχ. η αριθ. ./9.11.2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών .), επί τη βάσει της οποίας άσκησε την υπό κρίση αίτηση. Κατόπιν δε αιτήματος του εκδόθηκε, την 15.11.2023, προσωρινή διαταγή του Δικαστηρίου αυτού με την οποία ανεστάλη η διαδικασία αναγκαστικής κατάσχεσης εις χείρας του ως άνω πιστωτικού ιδρύματος. Αντικείμενο, επομένως, της κατάσχεσης αποτέλεσαν οι ως άνω μετοχές, που είναι κινητές αξίες σε άυλη μορφή, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη (υπό στοιχείο III) και ισοδυναμεί επομένως με κατάσχεση άυλων κινητών πραγμάτων και όχι με κατάσχεση απαίτησης. Για την ολοκλήρωση δε της εκτελεστικής διαδικασίας και την απόδοση του προϊόντος της ρευστοποίησης αυτών πρέπει να ακολουθηθεί η διαδικασία του δημοσίου αναγκαστικού πλειστηριασμού σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται σε αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (άρθρο 991 Α ΚΠολΔ). Επομένως, κατά το χρόνο έκδοσης της ως άνω προσωρινής διαταγής ο καθού έχει μόνο καταστεί μεσεγγυούχος των ως άνω κινητών αξιών (άρθρο 984 αριθ.3 ΚΠολ), η δε τρίτη τράπεζα μετά την καταφατική της δήλωση δεν υποχρεούται σε άμεση απόδοση αυτών στον καθού οφειλέτη άλλα πρέπει να ακολουθηθεί η ως άνω διαδικασία του δημόσιου πλειστηριασμού των ως άνω άυλων κινητών αξιών, που ορίζουν οι διατάξεις που αναφέρθηκαν, ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Ωστόσο, εν προκειμένω, ο καθού επισπεύδων την εκτέλεση της ως άνω απόφασης του Εφετείου Πατρών που καθόρισε τις αμοιβές και τις δικαστικές δαπάνες των πληρεξουσίων δικηγόρων στην ως άνω δίκη της απαλλοτρίωσης, δεν νομιμοποιείται ενεργητικά ευθέως προς τούτο αφού, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη (υπό στοιχείο ΙΙ), τέτοιο δικαίωμα έχει μόνο ο Δικηγορικός Σύλλογος υπέρ του οποίου γίνεται η κατάθεση και εν προκειμένω ο Δικηγορικός Σύλλογος Πατρών, του οποίου είναι μέλος ο καθού και όχι ο ίδιος ο δικηγόρος προσωπικά. Ο καθού διατηρεί μόνο το δικαίωμα να εγείρει πλαγιαστικά τα δικαιώματα του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών κατά το άρθρο 72 ΚΠολΔ, υπό την ιδιότητά του ως δικηγόρου παραοτάντος στην δίκη περί καθορισμού αποζημίωσης δικαιούμενου σε απόληψη ποσοστού του ποσού που θα κατατεθεί έναντι του Δικηγορικού Συλλόγου. Ας σημειωθεί ότι για τις ως άνω διατάξεις του ΚΑΑΑ, με βάση τις οποίες νομιμοποιείται ευθέως μόνο ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος για τη διεκδίκηση των ως άνω αμοιβών, το ΕΔΔΑ με την από 11.6.2020 απόφασή του στην υπόθεση Κανδαράκης κατά Ελλάδος, δεν έκρινε ότι παραβιάζουν το άρθρο 6 και το άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι υπήρχε παραβίαση του άρθρου 6 της Σύμβασης επειδή το Δικαστήριο απέρριψε την πλαγιαστική αγωγή που άσκησαν οι προσφεύγοντες με την αιτιολογία ότι δεν υπάρχει ένα συνεπές σύστημα με το οποίο θα μπορούσαν οι προσφεύγοντες να ζητήσουν να κατατεθούν στο δικηγορικό σύλλογο του οποίου είναι μέλη τα ποσά που είχαν ορίσει ως δικηγορικές αμοιβές τα Ελληνικό Δικαστήρια που έκριναν επί των αναγκαστικών απαλλοτριώσεων (άρθρο 62 της απόφασης), ενώ προηγούμενως (άρθρο 59) είχε κρίνει ότι η πλαγιαστική αγωγή είναι μία αγωγή sui generis που αποσκοπεί στη διαφύλαξη της περιουσίας του οφειλέτη προς το συμφέρον του πιστωτή. Επομένως εάν είχε γίνει δεκτή η ως άνω πλαγιαστική αγωγή το ΕΔΔΑ δεν θα είχε θεωρήσει ότι υπήρξε παραβίαση της Σύμβασης, αφού κρίνει ότι η πλαγιαστική αγωγή είναι ένα επαρκές ένδικο μέσο πρόσβασης στο Δικαστήριο των δικηγόρων ατομικά για τη διεκδίκηση της δικηγορικής τους αμοιβής στην περίπτωση των απαλλοτριώσεων, λόγω του ως άνω περιορισμού να διεκδικήσουν ευθέως τη δικηγορική τους αμοιβή. Το ΕΔΔΑ μάλιστα έκρινε ότι ο εν λόγο περιορισμός εξυπηρετεί νόμιμο σκοπό (άρθρο 52). Συνεπώς το ΕΔΔΑ δεν εκφέρει κρίση ότι οι σχετικές διατάξεις του ΚΑΑΑ ως προς την δικηγορική αμοιβή αντίκεινται στο άρθρο 6 της Σύμβασης, ώστε να υπάρχει αντίστοιχη υποχρέωση γενικής συμμόρφωσης. Επομένως, πιθανολογείται ότι θα ευδοκιμήσει ο δεύτερος προβαλλόμενος από το Ελληνικό Δημόσιο λόγος ανακοπής περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης του καθού για την επίσπευση της εκτέλεσης. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής κατάσχεσης εις χείρας τρίτου θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο Ελληνικό Δημόσιο, αφού θα οδηγήσει σε οριστική απώλεια των κατασχεθέντων μετοχών με τη ρευστοποίησή τους μέσω του δημοσίου πλειστηριασμού τους. Συνεπώς, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό και το αιτούν πρέπει να καταδικαστεί στη δικαστική δαπάνη του καθού η αίτηση (84 παρ. 2 εδ. α' ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων») μειωμένη όμως (άρθρο 22 του ν. 3693/1957) σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την αίτηση.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

 

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την εκτέλεση της από 16.10.2023 επιταγής προς εκτέλεση και κάθε περαιτέρω διαδικασία της αναγκαστικής κατάσχεσης εις χείρας της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος», δυνάμει του από 27.10.2023 κατασχετηρίου εγγράφου για το ποσό των 4.279,08 ευρώ, που επιδόθηκε στο αιτούν την 1.11.2023, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 6.11.2023 (αριθ. εκθ.καταθ. .7.11.2023) ανακοπής ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, η συζήτηση της οποίας έχει προσδιοριστεί για την 22.10.2024.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ το αιτούν στα δικαστικά έξοδα του καθού, τα οποία προσδιορίζει μειωμένα στο ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 9η Απριλίου 2024 απάντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους με την παρουσία της γραμματέως Μαλβίνα Λαγού.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                                   (ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ)