ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΕιρΙλίου 6/2024

 

Δεκτή η ανακοπή κατά της επιταγής προς πληρωμή. Μη προσδιορισμός του οφειλόμενου ποσού των τόκων, με συνέπεια να μη προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης για την οποία επισπεύδεται η εκτέλεση. Δυσχερής υπολογισμών τόκων επειδή περιλαμβάνει ανατοκισμό των οφειλόμενων τόκων. Η έλλειψη προκαλεί δικονομική βλάβη στον ανακόπτοντα, η οποία συνίσταται στην αδυναμία του να αντικρούσει το κονδύλιο αυτό, το ύψος του οποίου δεν γνωρίζει.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου Αθηνών Προξενίας Καρτσωνάκη)

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΙΛΙΟΥ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ - ΑΝΑΚΟΠΩΝ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 6/2024

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΙΛΙΟΥ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Ειρηνοδίκη Χρήστο Καραγιαννίδη, με τη σύμπραξη της Γραμματέως Ειρήνης Ντενεκετζή.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 23-1-2024, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ : ., κατοίκου Αγίων Αναργύρων Αττικής, οδός ., με ΑΦΜ ., ο οποίος παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Προξενιάς Καρτσωνάκη με AM ΔΣΑ 31259 και

 

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ : Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «Do Value Greece Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο «do Value Greece», με ΑΦΜ . της Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Πειραιά και με αρ. ΓΕΜΗ ., που εδρεύει στο Μοσχάτο Αττικής, επί της οδού Κύπρου αρ. 27 και Αρχιμήδους, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία ενεργεί εν προκειμένω με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχος διάδικος και ως διαχειρίστρια των ενδίκων απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «MEXICO FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY (ΜΕΞΙΚΟ ΦΑΪΝΑΝΣ ΝΤΕΖΙΓΚΝΕΙΤΙΝΤ ΑΚΤΙΒΙΤΥ ΚΟΜΠΑΝΥ), εφεξής: «MEXICO FINANCE DAC», με αριθμό μητρώου εταιριών 675767, που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας (οδός George’ s Dock αρ. 3, 4ος όροφος, IFSC, Δουβλίνο 1) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία, δυνάμει της από 25 Μάϊου 2021 Σύμβασης Πώλησης και Μεταβίβασης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων, καταχωρισθείσας στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αρ. πρωτ. ./25-5-2021 (τόμος ., αριθμός .), στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμφωνα με τις διατάξεις Ν. 3156/2003, κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «EUROBANK» (εφεξής: «EUROBANK»), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, και η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Μαρίας Σπίνου με AM ΔΣΑ 30262.

 

Ο ανακόπτων ζητεί να γίνει δεκτή η από 4-9-2023 ανακοπή του, που κατατέθηκε με αριθ. καταθ. δικογρ. ./17/6-9-2023 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά της εγγραφής της σ’ αυτό και οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως πιο πάνω σημειώνεται. Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα διαλαμβάνονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από τη διάταξη του άρθρου 633 παρ. 2 ΚΠολΔ προβλέπεται και μία δεύτερη, πέραν εκείνης του άρθρου 632 του ιδίου Κώδικα, δυνατότητα άσκησης ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής. Πρωταρχική, ωστόσο, προϋπόθεση εφαρμογής της διάταξης αυτής είναι ότι ο οφειλέτης δεν άσκησε εμπροθέσμως την κατ’ άρθρο 632 ΚΠολΔ ανακοπή. Διαφορετικά, εάν δηλαδή η ανακοπή ασκήθηκε εμπροθέσμως, η διάταξη δεν έχει εφαρμογή [Μ.Πρ.Κορίνθου 171/2022 «Νόμος», ΠολΠρΘεσ 8975/1995 Αρμ 1996/1232 επ., ΜονΠρΑΘ 6892/2013 ΤΝΠ ΔΣΑ, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ποδηματά), ΚΠολΔ II, έκδ. 2000, άρθρο 633, αριθ. 13, σελ. 1195]. Εξάλλου, σωρευτικώς απαιτούμενη προϋπόθεση της διάταξης του άρθρου 633 παρ. 2 ΚΠολΔ είναι ότι ο δανειστής, υπέρ του οποίου εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής, προβαίνει σε δεύτερη επίδοσή της προς τον οφειλέτη. Η επίδοση αυτή θέτει σε κίνηση νέα προθεσμία δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, εντός της οποίας ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει ανακοπή, μόνον εφόσον πληρούνται οι ως άνω προϋποθέσεις εφαρμογής της ως άνω διάταξης. Σε αντίθετη περίπτωση, τυχόν δεύτερη επίδοση της διαταγής στον οφειλέτη παραμένει χωρίς έννομη σημασία από την άποψη της ως άνω παραγράφου της προαναφερόμενης διάταξης, η δε τυχόν ασκούμενη υπό τα δεδομένα αυτά ανακοπή απορρίπτεται ως απαράδεκτη (ΑΠ 446/2004 ΕλλΔ/νη 2006/118, Μ.Πρ.Κορίνθου 171/2022 «Νόμος», ΜονΠρΑΘ 6892/2013 ό.π., Α. Καστανίδης, Παρατ. σε ΜονΠρΓρεβ 1/2021, ΕΠολΔ 2021, σελ. 215 επ.). Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί το δικαίωμα δανειστή, όταν έχει ήδη ασκηθεί ανακοπή, να προβαίνει σε νέες επιδόσεις αντιγράφου διαταγής πληρωμής

εξαιτίας των ρυθμίσεων του άρθρου 633 παρ. 2 ΚΠολΔ, Τέτοιες επιδόσεις δεν είναι άκυρες και αυτές δεν θα έχουν μεν βάσει των ρητών προβλέψεων του νόμου τις συνέπειες που προβλέπει αυτό το άρθρο, είναι δυνατό όμως να αποσκοπούν σε άλλες έννομες συνέπειες, όπως λ.χ. σε επίδοση νέας επιταγής κάτω από το αντίγραφο σε περίπτωση παραίτησης από την προηγούμενη ή και σε περίπτωση που ο δανειστής επιδιώκει την έναρξη ή συνέχιση αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν έχει ήδη παρέλθει έτος από την προηγούμενη επίδοση της διαταγής πληρωμής με επιταγή προς εκτέλεση κατ’ άρθρο 926 παρ. 2 ΚΠολΔ κ.λπ. (Μ.Πρ.Κορίνθου 171/2022 «Νόμος», ΠολΠρΘεσ 8975/1995 ό.π., ΜονΠρΑΘ 6892/2013 ό.π.). Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 6 ΚΠολΔ, όπως αυτή ισχύει κατόπιν της αντικατάστασής της δυνάμει του άρθρου τέταρτου άρθρου 1 Ν. 4335/2015, με την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής σωρεύεται παραδεκτά η ανακοπή κατά πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, οι οποίες ενεργούνται με βάση αυτήν, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αντικειμενικής σώρευσης των ενδίκων βοηθημάτων κατά το άρθρο 218 ΚΠολΔ. Ωστόσο, οποιοσδήποτε λόγος και αν προβάλλεται με την ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, το αίτημά της συνίσταται αποκλειστικά στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης και όχι στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής, καθώς η τελευταία μπορεί να ζητηθεί παραδεκτά μόνο με τις ανακοπές των άρθρων 632 παρ. 1 και 633 παρ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 337/2006 ΕλλΔ/νη 2006/779 επ., ΕφΑΘ 5471/2008 ΕλλΔ/νη 2008/841, Μ.Πρ.Κορίνθου 171/2022 «Νόμος»).

 

Ακολούθως, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 924, 904, 916, 918 και 919 επ, του Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η επιταγή προς πληρωμή, με την οποία αρχίζει η αναγκαστική εκτέλεση, πρέπει να περιέχει σύντομη μνεία του ποσού που οφείλεται, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται το ιστορικό κάθε κονδυλίου. Ειδικότερα, αρκεί να προκύπτει από αυτή η αιτία της απαίτησης, η οποία κατ’ αρχήν θα προκύπτει από το αντίγραφο του τίτλου, κάτω από το οποίο θα συντάσσεται η επιταγή, καθώς και η οφειλή κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα (βλ. Α.Π. 72/1995 Δνη 38.585, Α.Π. 194/1995 Δνη 37.101, Εφ.ΑΘ. 2535/1998 Δνη 40.384, Εφ.ΑΘ. 3009/2001 Δνη 42.1371, ΜΠΑ 3981/2006 Νόμος). Παράλειψη καθορισμού του τρόπου υπολογισμού των οφειλόμενων τόκων δε δημιουργεί ακυρότητα της επιταγής, αφού ο υπολογισμός αυτός μπορεί να γίνει με ακρίβεια από τα γνωστά δεδομένα, όπως κεφάλαιο, έναρξη τόκων η διάρκεια του χρέους κλπ. (βλ. Α.Π. 474/1999 Δνη 2000.81).

 

Εξάλλου, από το άρθρο 57 παρ. 2 σε συνδυασμό προς τα άρθρα 50 και 40 παρ. 2 του Ν.Δ. της 17 Ιουλ/13 Αυγούστου 1923 "περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών", ενόψει και του άρθρου 924 εδάφ. β' του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η επιδιδόμενη στον οφειλέτη επιταγή της τράπεζας πρέπει να περιέχει: α) "περίληψη" του δανειστικού συμβολαίου, στο οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 50, αναφέρονται οι όροι υπό τους οποίους παρέχεται το δάνειο και η παραχώρηση της υποθήκης, β) περιγραφή του ενυπόθηκου ακινήτου και γ) σύντομη μνεία του οφειλόμενου ποσού. Από την "περίληψη" του δανειστικού συμβολαίου πρέπει να προκύπτουν με σαφήνεια τα στοιχεία της ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης της επισπεύδουσας και του διωκόμενου οφειλέτη και οι ουσιώδεις όροι του δανείου, ιδίως το ποσό, η διάρκεια, το επιτόκιο, το ποσοστό της τυχόν προμήθειας, οι τυχόν τοκοχρεωλυτικές δόσεις ή άλλος τρόπος εξόφλησης. Αν η επιταγή αφορά οφειλές από περισσότερες της μιας δανειακές συμβάσεις, πρέπει να προκύπτουν τα στοιχεία αυτά χωριστά για κάθε μία. Η περίληψη αυτή πρέπει να είναι τόσο ορισμένη ώστε ο καθ’ ου να είναι σε θέση να παρακολουθήσει τα περιστατικά στα οποία θεμελιώνεται, κατά την επιταγή, η οφειλή του, προκειμένου να τα ελέγξει και να προβάλει την τυχόν άμυνά του. Ως "σύντομη μνεία του οφειλόμενου ποσού" νοείται όχι απλώς η συνολική χρέωση, με αναφορά στον συγκοινοποιούμενο τίτλο, αλλά η κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα σαφής και ορισμένη έκθεση, με εξειδίκευση και χαρακτηρισμό των σχετικών κονδυλίων, όπως είδος εξόδων, είδος τόκων σε συσχετισμό με το κεφάλαιο, χρονική περίοδο και επιτόκιο. Πάντως, όταν η οφειλή προέρχεται από δανειακή σύμβαση, δεν απαιτείται παράθεση της "κίνησης του λογαριασμού", δεδομένου ότι το άρθρο 47 παρ. 2 του ως άνω ν.δ/τος, που προβλέπει το στοιχείο αυτό, εφαρμόζεται μόνο όταν πρόκειται για πίστωση με ανοιχτό λογαριασμό. Πρέπει πάντως η "σύντομη μνεία του οφειλόμενου ποσού" να είναι τόσο σαφής και ορισμένη ώστε ο οφειλέτης να είναι σε θέση να αντιληφθεί τα κονδύλια χρέωσής του ώστε να μπορεί να τα ελέγξει και να αντιτάξει την άμυνά του (βλ. Α.Π. 72/1995 Δνη 38.585, Μ.Πρ.ΑΘ 3981/2006 «ΝΟΜΟΣ»).

 

Με την ένδικη ανακοπή ο ανακόπτων ζητεί, για τους αναφερόμενους στην υπό κρίση ανακοπή του λόγους, την ακύρωση της με αριθμό 462/2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία υποχρεώθηκε να πληρώσει στην απώτερη δικαιοπάροχο της καθ’ ης η ανακοπή «EUROBANK» το συνολικό ποσόν των 13.663,80 ευρώ πλέον νομίμων τόκων και εξόδων, από αξίωση της τελευταίας που απορρέει από τη συναφθείσα μεταξύ τους στις 9-1-2007 σύμβαση χορήγησης προσωπικού- καταναλωτικού δανείου, καθώς επίσης και να κηρυχτεί άκυρη η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται σε βάρος του δυνάμει της από 13-7-2023 επιταγής προς εκτέλεση της καθ’ ης, γραμμένης κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής. Τέλος, ζητεί την καταδίκη της καθ’ ης η ανακοπή στην πληρωμή της δικαστικής του δαπάνης.

 

Ωστόσο, κατά το μέρος που πλήττεται η ίδια η διαταγή πληρωμής, η ανακοπή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι έχει ασκηθεί εκπροθέσμως, δηλαδή μετά την παρέλευση της τασσόμενης προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την επίδοση της τελευταίας (άρθρο 632 παρ. 2 ΚΠολΔ), που αφετηριάσθηκε από την επίδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής προς τον ανακόπτοντα.

 

Ειδικότερα, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, προκύπτει ότι η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, μαζί με την αρχική (μη προσβαλλόμενη με τις υπό κρίση ανακοπές) από 1-11-2011 επιταγή προς πληρωμή, επιδόθηκε για πρώτη φορά στον ανακόπτοντα στις 4-11-2011 ημέρα Παρασκευή. Επομένως, από την 7η-11-2011, επόμενη εργάσιμη ημέρα της επίδοσης της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής στον ανακόπτοντα, άρχισε η τασσόμενη εκ του άρθρου 632 παρ. 2 εδ. α' ΚΠολΔ προθεσμία των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών, η οποία συμπληρώθηκε στις 19.00' μ.μ. της 25ης-11-2011, ημέρα Παρασκευή, μη υπολογιζόμενων των Σαββάτων (βλ. ΑΠ 323/2007 ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και των Κυριακών και με την επισήμανση ότι κατά τη διάρκεια της εν λόγω προθεσμίας δεν μεσολαβούσαν λοιπές αργίες. Εξάλλου, το δικόγραφο της υπό κρίση ανακοπής κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 6-9-2023 και επιδόθηκε στην καθ’ ης η ανακοπή επίσης στις 6-9-2023 (βλ. τη με αριθμό ./6-9-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στην περιφέρεια του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, .), δηλαδή ασκήθηκε προφανώς μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας των δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την προς τον ανακόπτοντα επίδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής.

 

Εξάλλου, η εν λόγω ανακοπή δεν μπορεί να εκτιμηθεί ως δεύτερη ανακοπή κατά της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, κατ’ άρθρο 633 παρ. 2 ΚΠολΔ, σύμφωνα με τα αναλυτικώς προεκτεθέντα στη νομική σκέψη της παρούσας, αφού ο ανακόπτων έχει ήδη ασκήσει εμπροθέσμως ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και κατά της απώτερης δικαιοπαρόχου της καθ’ ης την από 21-11-2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./24-11-2011 (πρώτη) ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ κατά της νυν ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, που προσδιορίστηκε για συζήτηση στη δικάσιμο της 8ης-5-2012, κατά την οποία αυτή ματαιώθηκε, έκτοτε δε δεν επανήλθε προς συζήτηση (βλ. αντίγραφο της πρώτης αυτής ανακοπής και προσκομιζόμενη πορεία πολιτικής υπόθεσης από την ιστοσελίδα solon.gr) και κατά συνέπεια παραμένει αυτή μέχρι σήμερα εκκρεμής, παράγουσα εκκρεμοδικία, κατά παραδοχή και της σχετικής ένστασης εκκρεμοδικίας της καθ’ ης, αφού με την υπό κρίση δεύτερη ανακοπή του ο ανακόπτων δεν παραιτείται από το δικόγραφο της πρώτης ανακοπής του (άρθρου 632 ΚΠολΔ ως εκτιμάται από το Δικαστήριο) κατά της ίδιας ως άνω διαταγής πληρωμής, ενώ στην προκειμένη περίπτωση δεν πληρούνται εν γένει οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 633 παρ. 2 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η εκ νέου επίδοση της πληττόμενης διαταγής πληρωμής δεν θέτει σε κίνηση νέα προθεσμία, εντός της οποίας ο οφειλέτης μπορεί να ασκήσει νέα ανακοπή (του άρθρου 632 ΚΠολΔ) κατ’ αυτής, η δε δεύτερη αυτή επίδοση της διαταγής πληρωμής στον ανακόπτοντα έλαβε χώρα από την καθ’ ης προκειμένου να επιδοθεί στον ανακόπτοντα νέα επιταγή προς εκτέλεση (που επίσης πλήττεται με την εδώ εξεταζόμενη ανακοπή) κάτω από το αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής και να συνεχισθεί από την καθ’ ης η επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση.

 

Επομένως, η υπό κρίση σωρευόμενη ανακοπή του άρθρου 632 ΚΠολΔ, εφόσον η κατάθεση και η επίδοσή της συντελέστηκαν μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ασκήθηκε εκπροθέσμως και πρέπει να απορριφθεί, αυτεπαγγέλτως, καθώς και κατά παραδοχή της σχετικής ένστασης της καθ’ ης, ως απαράδεκτη.

 

Περαιτέρω, κατά το σκέλος του δικογράφου της ανακοπής, που αφορά στην προσβολή της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης με βάση την άνω διαταγή πληρωμής και την επιδοθείσα στον ανακόπτοντα από 13-7-2023 επιταγή προς πληρωμή, η ανακοπή αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 933 παρ. 1 και 3 του ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη διαδικασία κατά την οποία έχει εισαχθεί, ήτοι κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών κατ’ άρθρα 614 επ. και 937 παρ. 3 του ΚΠολΔ, ασκήθηκε δε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 933, 934 παρ. 1 α του Κ.Πολ.Δ.).

 

Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω η ανακοπή κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 933 ΚΠολΔ) και ως προς το παραδεκτό, τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των επιμέρους λόγων της.

 

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την από 9-1- 2007 Αίτηση - Σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου (με αριθμό σύμβασης .), με το παράρτημα αυτής, εφεξής ως η «Σύμβαση», που καταρτίστηκε μεταξύ του ανακόπτοντος και της απώτερης δικαιοπαρόχου της καθ’ ης, ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EFG EUROBANK ERGASIAS ΑΕ», η οποία κατά τον χρόνο της υπογραφής είχε την έδρα της στην Αθήνα (οδός Όθωνος αριθ. 4), και σύμφωνα με τους όρους αυτής, οι οποίοι έγιναν αμοιβαία και ανεπιφύλακτα αποδεκτοί, χορηγήθηκε στον ανακόπτοντα τοκοχρεολυτικό δάνειο, ποσού ευρώ 19.500, με σκοπό την κάλυψη προσωπικών του αναγκών και δη την εξόφληση υφιστάμενων υποχρεώσεων (άρθρο 1 της Σύμβασης), η εξόφληση δε αυτού συμφωνήθηκε να γίνει σε 84 τοκοχρεωλυτικές μηνιαίες δόσεις, καταβαλλόμενες την 15η ημέρα κάθε μήνα, αρχής γενομένης από το μήνα Φεβρουάριο του 2007. Για την εξυπηρέτηση της ως άνω σύμβασης ανοίχθηκε ο λογαριασμός με αριθμό ., που τηρήθηκε από την χορήγηση του δανείου στις 10-1-2007 έως και την μεταφορά του σε οριστική καθυστέρηση στις 29-6-2010. Επειδή ο ανακόπτων δεν κατέβαλε τις ληξιπρόθεσμες δόσεις των μηνών Ιανουάριου, Φεβρουάριου, Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου του έτους 2010, η απώτερη δικαιοπάροχος της καθ’ ης η ανακοπή στις 29-6-2010 έκλεισε τον ανωτέρω λογαριασμό, ο οποίος εμφάνιζε τότε υπόλοιπο ποσού 13.663,80 ευρώ και στη συνέχεια κατήγγειλε, όπως είχε δικαίωμα, την ανωτέρω σύμβαση με την από 8-7-2010 εξώδικη καταγγελία της, την οποία επέδωσε στον ανακόπτοντα στις 21-7-2010, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. ./21-7-2010 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, .... Μετά ταύτα, επειδή ο ανακόπτων δεν κατέβαλε το ανωτέρω ποσό, η απώτερη δικαιοπάροχος της καθ’ ης η ανακοπή με την από 7-4-2011 αίτησή της, ζήτησε την έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του. Επί της ανωτέρω αιτήσεως εκδόθηκε η υπ’ αριθ. ./2011 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία επιτασσόταν ο ανακόπτων να καταβάλει στην αιτούσα το ποσό των 13.663,80 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από 22-7-2010, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερημένων τόκων, καθώς και το ποσό των 230 ευρώ ως δικαστικά έξοδα. Αντίγραφο δε του από 6-10-2011 πρώτου απογράφου εκτελεστού τίτλου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής με επιταγή προς εκτέλεση κοινοποίησε (για δεύτερη φορά) η καθ’ ηςη ανακοπή στον ανακόπτοντα στις 14-7-2023. 

 

Ο ανακόπτων με τον πέμπτο λόγο της κρινόμενης από 4-9-2023 ένδικης ανακοπής του, ισχυρίζεται ότι η ανωτέρω επιταγή είναι άκυρη, γιατί επιτάσσεται με αυτή να πληρώσει το συνολικό ποσό των 13.994,80 ευρώ, έντοκα από 22-7- 2010, χωρίς να προσδιορίζεται το ποσό των τόκων που υποχρεούται να καταβάλει. Ο ανωτέρω λόγος είναι νόμιμος, στηρίζεται στις προαναφερθείσες διατάξεις και πρέπει να ερευνηθεί κατ’ ουσία. Από το περιεχόμενο της ανωτέρω από 13-7-2023 επιταγής προκύπτει ότι ο ανακόπτων επιτάσσεται με αυτή να καταβάλει στην καθ’ ης η ανακοπή το ποσό των 13.994,80 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας από 22-7-2010 έως την πλήρη εξόφληση, πλέον τόκων υπερημερίας επί των καθυστερούμενων τόκων. Στην ανωτέρω επιταγή δεν προσδιορίζεται όμως το οφειλόμενο ποσό των τόκων, με συνέπεια να μην προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης για την οποία επισπεύδεται η εκτέλεση. Η αναγραφή του ποσού των τόκων είναι απαραίτητη για να μπορέσει ο οφειλέτης να ελέγξει την ακρίβεια του κονδυλίου αυτού ή τυχόν εσφαλμένο προσδιορισμό, ή το παράνομο των τόκων και να το αντικρούσει. Ενόψει του ότι στην προκειμένη περίπτωση ο υπολογισμός των τόκων είναι ιδιαίτερα δυσχερής, επειδή περιλαμβάνει ανατοκισμό των οφειλόμενών τόκων, είναι απαραίτητη η αναγραφή του ποσού αυτού ώστε να είναι εφικτός ο έλεγχος της ακρίβειάς του. Η έλλειψη αυτή προκαλεί δικονομική βλάβη στον ανακόπτοντα, η οποία συνίσταται στην αδυναμία του να αντικρούσει το κονδύλιο αυτό, το ύψος του οποίου δεν γνωρίζει. Σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν, πρέπει να γίνει δεκτός ως κατ’ ουσία βάσιμος ο λόγος αυτός της ανακοπής, να γίνει δεκτή η υπό κρίση ανακοπή ως προς το σκέλος που προσβάλλει την επιταγή πληρωμής και να ακυρωθεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται με την ανωτέρω επιταγή, παρελκομένης της εξετάσεως της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας των λοιπών λόγων της ανακοπής. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή (άρθρο 176 Κ.Πολ.Δ.) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Δικάζει κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.

 

Απορρίπτει την υπό κρίση ανακοπή των άρθρων 632-633 ΚΠολΔ με την οποία ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. ./2011 διαταγής πληρωμής του Δικαστηρίου τούτου.

 

Δέχεται κατά τα λοιπά τυπικά και ουσιαστικά την σωρευόμενη ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ κατά της επιταγής εκτελέσεως.

 

Ακυρώνει την από 13-7-2023 επιταγή προς εκτέλεση που έχει τεθεί κάτωθι του αντιγράφου εκ του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ανωτέρω διαταγής πληρωμής, η οποία έχει επιδοθεί στον ανακόπτοντα.

 

Επιβάλλει σε βάρος της καθ’ ης η ανακοπή τα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στο Ίλιον στις 23-2-2024, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων.

 

 

Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΡΑΠΑΝΝΙΔΗΣ         ΕΙΡΗΝΗ ΝΤΕΝΕΚΕΤΖΗ