ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΕιρΑκράτας 44/2023
Ανακοπή κατά διαταγής
πληρωμής από σεισμοδάνειο. Έλλειψη καταγγελίας.
Πενταετής παραγραφή απαίτησης.
Αριθμός: 44/2023
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΚΡΑΤΑΣ
(Ειδική Διαδικασία
Περιουσιακών Διαφορών)
Αποτελούμενο από την
Ειρηνοδίκη Παναγιώτα Βασιλοπούλου, η οποία ορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 122/2023 πράξη της Προέδρου Πρωτοδικών Καλαβρύτων,
και το Γραμματέα Αθανάσιο Αγγελόπουλο.
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριό του στις 23 Οκτωβρίου 2023 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του ανακόπτοντος:
., κατοίκου κοινότητας Αιγείρας Δήμου Αιγιαλείας, με Α.Φ.Μ. ., ο οποίος
παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Παναγιώτη Κουρή με Α.Μ. 19
του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαβρύτων.
Της καθ’ ης η ανακοπή:
Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.»
που εδρεύει στην Αθήνα, Αιόλου 86 και εκπροσωπείται νόμιμα, με Α.Φ.Μ. ., η
οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της
Μαρίας Παπαχριστοπούλου με Α.Μ. 143 του Δικηγορικού
Συλλόγου Αιγίου .
O ανακόπτων ζητά να γίνει δεκτή η από 8-6-2023 ανακοπή
του (αριθμ.κατ.δικ. ./9-6-2023), η συζήτηση της
οποίας προσδιορίσθηκε για την
αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία, αφού
εκφωνήθηκε η υπόθεση, παραστάθηκαν οι διάδικοι, όπως αναφέρεται παραπάνω.
Ακολούθησε συζήτηση της
υποθέσεως στο ακροατήριο, όπως αυτή αναφέρεται στα πρακτικά της παρούσης. Οι
πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικώς τους ισχυρισμούς τους
και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στο έγγραφο σημείωμα
τους. Ακολούθως το Δικαστήριο:
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη ανακοπή, ο ανακόπτων ζητεί για τους εκτιθέμενους σε αυτή λόγους να
ακυρωθεί η με αριθ. ./2022 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη του Ειρηνοδικείου Ακράτας, η οποία εκδόθηκε για απαίτηση της καθ' ης τράπεζας
από την με αριθ. ./2-4-2002 σύμβαση δανείου, που συνήφθη
ανάμεσά τους, βάσει της οποίας διαταγής πληρωμής ο ανακόπτων
υποχρεούται να καταβάλει στην καθ' ης η ανακοπή το ποσό των έντεκα χιλιάδων
τετρακοσίων εξήντα εννέα ευρώ και ογδόντα επτά λεπτών (11.469,87 €) ως σύνολο ληξιπρόθεσμων οφειλών,
ήτοι ποσό 11.170,05 € για ληξιπρόθεσμα χρεολύσια και ποσό 299,82 € για τόκους
υπερημερίας καθώς και το ποσό των 290,00 ευρώ για δικαστική δαπάνη έκδοσης της
διαταγής πληρωμής. Ζητεί ακόμη να καταδικασθεί η καθ' ης στην δικαστική του
δαπάνη.
Με το αυτό το περιεχόμενο
και αιτήματα η ένδικη ανακοπή του άρθρου 632 παρ. 1 ΚΠολΔ
αρμοδίως φέρεται για συζήτηση στο παρόν καθ' ύλην και κατά τόπον
αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρα 9, 10, 14 παρ. 2, 632 παρ. 1 και 584 ΚΠολΔ) κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών
(άρθρα 632 παρ. 2, 614 επ. ΚΠολΔ)
και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα κατ' άρθρο 632 παρ. 2 ΚΠολΔ, αφού αντίγραφο της ανακοπτόμενης
διαταγής πληρωμής με την κάτωθι αυτής επιταγή πληρωμής επιδόθηκε στον ανακόπτοντα για πρώτη φορά την 3-2-2023 (βλ. την από
03-02-2023 επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πατρών με έδρα το
Πρωτοδικείο Καλαβρύτων … επί του σώματος της υπ’αριθμ../2022
διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Ακράτας που
προσκομίζει ο ανακόπτων) και για δεύτερη φορά στις
26-05-2023 (βλ. την από 26-05-2023
επισημείωση του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πατρών με έδρα το
Πρωτοδικείο Καλαβρύτων . επί του σώματος της υπ’αριθμ../2022
διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Ακράτας που
προσκομίζει ο ανακόπτων), το δε, δικόγραφο της
ανακοπής επιδόθηκε στην καθ’ής την 12-06-2023 (βλ.
την αριθ. ./12-06-2023 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας
του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών .), ήτοι, εντός της
οριζόμενης από το άρθρο 632 παρ. 2 εδ α` ΚΠολΔ προθεσμίας των δεκαπέντε εργάσιμων ημερών, στην οποία
(προθεσμία) δεν συνυπολογίζονται οι ημέρες του Σαββάτου και της Κυριακής και
των τυχόν αργιών (άρθρο 144 ΚΠολΔ), ενώ δεν προκύπτει
ότι έχει ακολουθήσει άλλη πράξη εκτέλεσης. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά
δεκτή η ανακοπή και να ερευνηθεί περαιτέρω η νομική και ουσιαστική βασιμότητα
των λόγων που προβάλλονται με αυτήν.
Κατά τη διάταξη του άρθρου
251 του ΑΚ, "η παραγραφή αρχίζει από τότε που γεννήθηκε η αξίωση και είναι
δυνατή η δικαστική επιδίωξή της". Περαιτέρω, οι αξιώσεις εκ δανείου
υπόκεινται στη γενική εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 ΑΚ ενώ κατά τις διατάξεις
των άρθρων 250 αρ. 15 και 253 ΑΚ, ο χρόνος παραγραφής
των τόκων και των χρεωλύτρων είναι πενταετής και
αρχίζει με τη λήξη του έτους, εντός του οποίου εγεννήθη
η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Χρεώλυτρο,
κατά την έννοια του δεύτερου των άρθρων τούτων, είναι το αποδιδόμενο μέρος του οφειλομένου κεφαλαίου, το οποίο καταβάλλεται, είτε
κεχωρισμένως, είτε κατόπιν αθροίσεως και των τόκων, οπότε σχηματίζεται το τοκοχρεώλυτρο. Όταν ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα
με τους όρους της δανειακής συμβάσεως, να την καταγγείλει προώρως, αν δεν
πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές εκ του δανείου δόσεις,
αφορώσες χρεώλυτρο ή τοκοχρεώλυτρο ή τόκο,
γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία η σύμβαση του δανείου λύεται
και επομένως ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος που παρέχει στο δανειστή το
δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολοκλήρου του οφειλομένου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας
από την καταγγελία. Το δάνειο συνεπώς είναι τοκοχρεωλυτικό, με την έννοια ότι
έχει συνομολογηθεί η εξόφλησή του δια καταβολής είτε χρεωλύτρων και τόκων κεχωρισμένως, είτε ενιαίων τοκοχρεωλύτρων, υπό την αίρεση της εμπρόθεσμης και
προσήκουσας καταβολής των δόσεων. Μόνον όμως όταν η αίρεση πληρωθεί και
καταγγελθεί το δάνειο, δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε
ανεξόφλητο κεφάλαιο και η αξίωση του δανειστή προς απόδοση του δανείου
υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή, ενώ αν δεν γίνει καταγγελία, η αξίωση
των περιοδικών δόσεων, αφού αυτές διατηρούν την αυθυπαρξία τους, υπόκειται στην
πενταετή παραγραφή (Α.Π. 1455/2007, Α.Π. 637/1997, AΠ 747/2012. TNΠ ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 255 ΑΚ, η παραγραφή αναστέλλεται για όσο χρόνο ο
δικαιούχος εμποδίστηκε από λόγο ανώτερης βίας να ασκήσει την αξίωση του μέσα στο
τελευταίο εξάμηνο του χρόνου της παραγραφής. Ως ανώτερη βία κατά την έννοια της
ως άνω διατάξεως νοείται κάθε γεγονός απρόβλεπτο και εξαιρετικό, που στη
συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορούσε να αποτραπεί με μέτρα εξαιρετικής
επιμέλειας και συνέσεως. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 634 παρ. 1 ΚΠολΔ, η επίδοση της διαταγής πληρωμής διακόπτει την
παραγραφή. Εξάλλου, οι γενικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α' 164, Α.Κ.) σχετικά με τους λόγους
διακοπής της παραγραφής προβλέπουν, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 270 ότι "Αν η
παραγραφή διακόπηκε, ο χρόνος που πέρασε έως τότε δεν υπολογίζεται και αφού
περατώθηκε η διακοπή αρχίζει νέα παραγραφή...". Προσέτι, από τη διάταξη
του άρθρ. 277 ΑΚ, που ορίζει ότι το δικαστήριο δεν λαμβάνει υπόψη αυτεπαγγέλτως
την παραγραφή που δεν έχει προταθεί, συνάγεται ότι, όπως ο ισχυρισμός για
παραγραφή της αξίωσης συνιστά ένσταση του υποχρέου,
έτσι και ο ισχυρισμός για διακοπή ή αναστολή της παραγραφής συνιστά αντένσταση
στην ένσταση παραγραφής, που πρέπει να προτείνει ο δικαιούχος της αξίωσης (ΑΠ
1909/2009). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 262 παρ. 1 ΚΠολΔ
και 249, 250 επ. και 277 του ΑΚ συνάγεται ότι, για να
είναι ορισμένη η ένσταση πενταετούς παραγραφής περιοδικών παροχών που
αναφέρονται σε τοκοχρεωλυτικές δόσεις, πρέπει να εκτίθενται προς θεμελίωση της:
α) ο χρόνος γέννησης κάθε περιοδικής παροχής β) το ύψος κάθε μιας περιοδικής
παροχής ανά έτος, εφόσον οι τόκοι που συνιστούν την περιοδική παροχή δεν
εξάγονται για όλη τη μελλοντική περίοδο βάσει σταθερού κεφαλαίου, διαφορετικά η
ένσταση είναι αόριστη, γ) ο χρόνος έναρξης της παραγραφής κάθε επί μέρους
παροχής για να είναι ευχερής ο προσδιορισμός του χρόνου συμπλήρωσης της
πενταετούς παραγραφής για κάθε μια από αυτές και ο χρόνος επίδοσης της διαταγής
πληρωμής προκειμένου να διαπιστωθεί αν, με αφετηρία το ανωτέρω χρονικό σημείο
και μέχρι της επιδόσεως της διαταγής πληρωμής, από της οποίας διακόπτεται η
παραγραφή, συμπληρώθηκε ο χρόνος αυτής (ΑΠ 623/2011 ΝΟΜΟΣ, ΕιρΑταλ.
103/2023).
Με το μοναδικό λόγο της
κρινόμενης ανακοπής του, ο ανακόπτων εκθέτει ότι η
προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής είναι ακυρωτέα ως προς τη συνολική επίδικη
αξίωση λόγω παραγραφής της, εφόσον παρήλθαν πέντε έτη από τη λήξη του έτους
εντός του οποίου κατέστησαν ληξιπρόθεσμες οι ανεξόφλητες χρεολυτικές δόσεις,
τις οποίες παραθέτει αναλυτικά κατά έτος και ποσό στο δικόγραφο, και δη στις
31-12-2022, οπότε συμπληρώθηκαν πέντε έτη από τη λήξη του έτους εντός του
οποίου κατέστη ληξιπρόθεσμη και η τελευταία δόση η οποία έπρεπε να καταβληθεί
την 10-1-2017, καθόσον η καθ` ης δεν κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση κάνοντας
χρήση του σχετικού όρου της σύμβασης δανείου, με συνέπεια τη μη επιμήκυνση της
παραγραφής σε εικοσαετία. Η δε παραγραφή της κύριας αυτής αξίωσης συνεπάγεται την
παραγραφή και των παρεπόμενων αξιώσεων για τόκους κατ’αρθρο
274 Α.Κ. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι ορισμένος αφού περιέχει όλα τα
αναγκαία στοιχεία όπως αναλυτικά εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη που προηγήθηκε, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της καθ’ης περί αοριστίας αυτού λόγω μη εξειδίκευσης από τον ανακόπτοντα των επιμέρους δόσεων με τρόπο που να προκύπτει
το ακριβές ποσό που έχει υποπέσει σε παραγραφή. Περαιτέρω ο λόγος αυτός είναι
νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 806, 250 αρ.
15 και 253 ΑΚ σύμφωνα με τις οποίες ο χρόνος παραγραφής των τόκων και των χρεωλύτρων είναι πενταετής και αρχίζει με τη λήξη του έτους
εντός του οποίου γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη.
Πρέπει επομένως να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από όλα ανεξαιρέτως τα
έγγραφα, που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε ως αυτοτελή
αποδεικτικά μέσα, είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, μερικά από τα
οποία μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα για την
ουσιαστική διερεύνηση της διαφοράς, καθώς και από όλη την εν γένει αποδεικτική
διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με
αριθμό . σύμβασης δανείου που καταρτίσθηκε στην Αιγείρα
στις 2-4-2002, η καθ’ ης χορήγησε στον ανακόπτοντα
ειδικό στεγαστικό δάνειο ποσού 29.881,51 €
για την αποκατάσταση ζημιών από το σεισμό της 15-06-1995, διεπόμενης
από τις διατάξεις της από 28-07-1978 πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως
τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε και ειδικότερα αναφέρεται στη σύμβαση, τις
διατάξεις του Ν. 1190/1981, με τον οποίο
κυρώθηκε η από 26-03-1981 ΠΝΠ, τις διατάξεις των υπ’αριθμ.
οικ. 8437/ΤΟ/32/16-12-99 και οικ. 8438/Τ/Π/ 32/16-12-1999 ΚΥΑ των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και των
Υφυπουργών Οικονομικών και ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ., των με αριθμό 2/22602/0025/20-3-2000 και
2/13165/0025/20-03-2000 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών και από το Ν.Δ. της
17ης Ιουλίου 1923 "περί ειδικών διατάξεων επί Ανωνύμων Εταιριών" και
με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κατά ποσοστό 100% . Η συνολική διάρκεια
του δανείου ορίστηκε σε δεκαπέντε (15) έτη, εξοφλητέο σε είκοσι επτά (27)
ισόποσες συνεχείς εξαμηνιαίες χρεολυτικές δόσεις καταβαλλόμενων ως εξής: η
πρώτη δόση την 10η.10.2003, οι επόμενες συνεχείς δόσεις τη 10η μέρα κάθε
επόμενου εξαμήνου και η τελευταία την 10-10-2016, με συμβατικό επιτόκιο ίσο με
το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου δωδεκάμηνης διάρκειας
της τελευταίας έκδοσης πριν από την έναρξη κάθε περιόδου εκτοκισμού,
προσαυξημένο κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες και επιδοτούμενο από το Ελληνικό
Δημόσιο κατά ποσοστό 100%. Περαιτέρω, σύμφωνα με ρητό όρο της σύμβασης (άρθρο
8) σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιασδήποτε δόσης του δανείου ή και
μέρους αυτής, ο δανειολήπτης οφείλει στη δανείστρια Τράπεζα για τα καθυστερούμενα
ποσά τόκο υπερημερίας ο οποίος ορίζεται σε 3 εκατοστιαίες μονάδες μεγαλύτερος
του παραπάνω επιτοκίου καθώς και τόκους επί των καθυστερούμενων τόκων
υπερημερίας από την ημέρα της
καθυστερήσεως αυτοδικαίως χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, όχληση ή επιταγή προς
πληρωμή για τα καθυστερούμενα ποσά και οι τόκοι που προκύπτουν θα προστίθενται
στο ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο ανά εξάμηνο και η καθ` ης πιστώτρια δικαιούται είτε
να επιδιώξει την είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών είτε, αφού καταγγείλει τη
δανειακή σύμβαση, να κηρύξει ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το οφειλόμενο
ανεξόφλητο ποσό του κεφαλαίου με τους τόκους υπερημερίας και τις λοιπές
επιβαρύνσεις και να επιδιώξει την είσπραξή του, ενώ μετά την πάροδο τριμήνου
από την ημέρα που ο δανειολήπτης έπρεπε να καταβάλει τη δόση η δανείστρια
δικαιούται να ζητήσει τη βεβαίωση των
ληξιπρόθεσμων δόσεων και των τόκων τους στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.. Το ποσό του χορηγηθέντος δανείου εκταμιεύτηκε τμηματικά και ο ανακόπτων έλαβε στις 2-5-2002 ποσό 14.940,76 € και στις 30-07-2004
ποσό 14.940,75 €, όπως προκύπτει από το με ημερομηνία έκδοσης 18-10-2022
προσκομιζόμενο απόσπασμα κίνησης του τηρηθέντος για
εξυπηρέτηση της σύμβασης με αριθμό . λογαριασμού της καθ` ης. Ο ανακόπτων έπαψε να καταβάλει εμπρόθεσμα τις τοκοχρεολυτικές
δόσεις ήδη από το έτος 2011 και δη από 11-07-2011, οπότε προέβη στην τελευταία
καταβολή κι έκτοτε έπαψε να καταβάλει ώστε ο παραπάνω λογαριασμός εμφάνιζε την
30-09-2022 χρεωστικό υπόλοιπο 11.469,87€, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο
εξαχθέν απόσπασμα από τα ηλεκτρονικώς τηρούμενα εμπορικά βιβλία της καθ` ης, εκ
του οποίου ποσό 11.170,05 € αφορούσε ληξιπρόθεσμα χρεολύσια, τα οποία είναι το
αποδιδόμενο μέρος του οφειλόμενου κεφαλαίου και καταβάλλονται χωριστά από τους
τόκους και το υπόλοιπο ποσό των 299,82 € αφορούσε τόκους υπερημερίας. Με την
από 11-11-2022 αίτηση της καθ` ης (αριθμ.έκθ.κατάθ.17/13-12-2022) εκδόθηκε η με
αριθμό ./22-12-2022 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Ακράτας
και με το με αριθμό ./22-12-2022 βάσει αυτής πρώτο εκτελεστό απόγραφο επιτασσόταν
ο ανακόπτων δυνάμει της από 1-2-2023 κάτωθι αυτού
επιταγής προς πληρωμή να της καταβάλει το άνω συνολικό ποσό των 11.469,87 €, ως
οφειλόμενο κεφάλαιο και τόκους του δανείου, πλέον του ποσού των 290,00 € για
επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη και ποσού 78,00 € για έξοδα εκτέλεσης, ήτοι
συνολικά ποσό 11.837,87 € νομίμως κοινοποιηθέν σε
αυτόν στις 3-2-2023 και για δεύτερη φορά στις 26-05-2023. Περαιτέρω, η καθ` ης
προέβη στην έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής χωρίς να προχωρήσει σε
καταγγελία της δανειακής σύμβασης, που θα επέφερε ως συνέπεια την κήρυξη και
του άληκτου κεφαλαίου της ως ληξιπρόθεσμου και απαιτητού, όπως προκύπτει από το
σώμα της ίδιας διαταγής πληρωμής, αλλά και όπως συνομολογείται
και από την ίδια την καθ’ ης τράπεζα, χωρίς επομένως να πληρωθεί η αίρεση της
καταγγελίας του δανείου και της συνακόλουθης οφειλής ολόκληρου του κατά το
χρόνο έκδοσής της (22-12-2022) ανεξόφλητου κεφαλαίου του, οπότε η αξίωση της
καθ` ης πιστώτριας θα υπόκειτο στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή (ΑΚ 249). Αντιθέτως,
στην ένδικη περίπτωση, εφόσον δεν αποδεικνύεται καταγγελία της δανειακής
σύμβασης, η αξίωση των περιοδικών χρεολυτικών δόσεων διατηρούν την αυθυπαρξία
τους και υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 παρ. 15 (ΑΠ
1203/2019, 1455/2007, ΑΠ 637/1997, 4/2023 Ειρ.Αλεξανδρ/λης σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την καθ’ης με τις έγγραφες προτάσεις της. Ειδικότερα, για το
έτος 2011 η δεύτερη χρεολυτική δόση ποσού 1.150,91 € (αφαιρουμένης
της επιδότησης του Ελληνικού Δημοσίου, ομοίως εφεξής στις επόμενες δόσεις) ήταν
καταβλητέα στις 10.10.2011, για το έτος 2012 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού
1.150,91 € ήταν καταβλητέα στις 10.04.2012 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού
1.150,92 € ήταν καταβλητέα στις 10.10.2012, για το έτος 2013 η πρώτη χρεολυτική
δόση ποσού 1.150,92 € ήταν καταβλητέα στις 10.04.2013 και η δεύτερη αντίστοιχη
δόση ποσού 1.150,91 € ήταν καταβλητέα στις 10.10.2013, για το έτος 2014 η πρώτη
χρεολυτική δόση ποσού 1.150,92 € ήταν καταβλητέα στις 10.04.2014 και η δεύτερη
αντίστοιχη δόση ποσού 1.150,91 € ήταν καταβλητέα στις 10.10.2014, για το έτος
2015 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 1.150,92 € ήταν καταβλητέα στις 10.04.2015
και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 1.150,91 € ήταν καταβλητέα στις 10.10.2015,
για το έτος 2016 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 1.150,92 € ήταν καταβλητέα στις
10.04.2016 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 1.150,91 € ήταν καταβλητέα στις
10.10.2016. Όλες αυτές οι τοκοχρεολυτικές δόσεις του επίδικου δανείου, η
τελευταία των οποίων έπρεπε να καταβληθεί την 10-10-2016, έχουν υποπέσει στην
πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 περ. 15 ΑΚ, ήτοι, ειδικότερα, οι
τοκοχρεολυτικές δόσεις παραγράφονται για το έτος 2011 στις 31.12.2016, για το
έτος 2012 στις 31.12.2017, για το έτος 2013 στις 31.12.2018, για το έτος 2014
στις 31.12.2019 , για το έτος 2015 στις
31-12-2020, για το έτος 2016 στις
31-12-2021, καθώς η καθ’ης δανείστρια δεν
ενεργοποίησε, με καταγγελία, τον προαναφερθέντα σχετικό όρο της σύμβασης του
επιδίκου τοκοχρεωλυτικού δανείου, που παρείχε σε αυτήν το δικαίωμα, σε
περίπτωση καθυστέρησης μίας ή περισσοτέρων δόσεων, να κηρύξει ληξιπρόθεσμο και
απαιτητό ολόκληρο το οφειλόμενο υπόλοιπο ποσό του δανείου με τους τόκους
υπερημερίας, με συνέπεια οι αξιώσεις των περιοδικών τοκοχρεωλυτικών δόσεων
τούτου να διατηρήσουν την αυτοτέλειά τους, εξακολουθώντας να υπόκεινται στην
πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 αρ. 15 ΑΚ, η οποία
είχε ήδη συμπληρωθεί (και για την τελευταία δόση) κατά τον ως άνω χρόνο
(31-12-2021), δεδομένου ότι στον ανωτέρω παρατεθέντα
όρο 8 της σύμβασης δεν περιέχεται όρος αυτοδίκαιης λύσης της επίδικης δανειακής
σύμβασης για την περίπτωση καθυστέρησης των τοκοχρεωλυτικών δόσεων, αλλά
δικαίωμα καταγγελίας σε περίπτωση καθυστέρησης οποιασδήποτε δόσης . Η καθ’ης ωστόσο δεν
κατέθεσε αίτηση για την έκδοσης διαταγής πληρωμής μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία
(31-12-2021), αλλά αργότερα, ήτοι στις 13.12.2022 κατέθεσε ενώπιον του παρόντος
Δικαστηρίου την από 11.11.2022 αίτησή της, βάσει της οποίας εκδόθηκε η ανακοπτόμενη από 22-12-2022 διαταγή πληρωμής, η οποία
επιδόθηκε στον ανακόπτοντα στις 3-2-2023 κι ενώ η
απαίτησή της εκ του δανείου είχε ήδη υποπέσει σε παραγραφή από τις 31-12-2021,
ως προελέχθη. Εξάλλου, με την ίδια πενταετή παραγραφή
συμπαραγράφηκαν και οι παρεπόμενες από την ως άνω
κύρια αξίωση της καθ’ης η ανακοπή αξιώσεις για την καταβολή τόκων και
λοιπών απαιτήσεων κατά τη διάταξη του άρθρου 274 ΑΚ. και ειδικότερα, η
πενταετής παραγραφή και του τελευταίου ποσού τόκων το οποίο βεβαιώθηκε στις
10-01-2017 συμπληρώθηκε στις 31-12-2022. Με βάση τα ανωτέρω, το σύνολο των ως
άνω χρεολυσίων, ύψους 11.170,05 ευρώ έχουν υποπέσει στην εν λόγω πενταετή
παραγραφή από τις 31-12-2021, επιπλέον δε, έχει παραγραφεί, ως παρεπόμενη
απαίτηση, και το σύνολο των ως άνω ποσών τόκων υπερημερίας ύψους 299,82 ευρώ
από τις 31-12-2022, κατά το βάσιμο ισχυρισμό του ανακόπτοντος,
καθόσον κατά το ως άνω χρονικό διάστημα δεν χώρησε
λόγος διακοπής αυτής ούτε η καθ’ ής η ανακοπή
επικαλέστηκε τέτοιο ούτε περαιτέρω η καθ’ης η ανακοπή
επικαλείται μη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφή λόγω αναστολής αυτής.
Με βάση τα ανωτέρω, η αξίωση
της καθ’ης από τη σύμβαση δανείου για το συνολικό
ποσό των χρεολυτικών δόσεων έχει υποπέσει στην πενταετή παραγραφή με χρόνο
ενάρξεως αυτής από τη λήξη του έτους εντός του οποίου η κάθε μία κατέστη
ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, λόγω ελλείψεως καταγγελίας του ένδικου τοκοχρεωλυτικού
δανείου εκ μέρους της καθ` ης η ανακοπή
δανείστριας. Ακολούθως, ενόψει της έγγραφης απόδειξης του εν λόγω ισχυρισμού
παραγραφής που προτείνεται παραδεκτά με τον μοναδικό λόγο της κρινόμενης
ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, αφού τούτη έλαβε χώρα
πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής πρέπει, κατά παραδοχή του
λόγου αυτού της ανακοπής ως ουσιαστικά βάσιμου, να ακυρωθεί η πληττόμενη διαταγή προς πληρωμή και να καταδικασθεί η καθ’ης η ανακοπή λόγω της ήττας της (άρθρο 176 ΚΠολΔ) στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος,
σύμφωνα με το νόμιμο αίτημά του, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ` αντιμωλίαν των
διαδίκων.
Δέχεται την ανακοπή.
Ακυρώνει την υπ’αριθ. ./2022 διαταγή πληρωμής της Ειρηνοδίκη Ακράτας.
Καταδικάζει την καθ'ης η ανακοπή στα δικαστικά έξοδα του ανακόπτοντος τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων
(200,00) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και
δημοσιεύθηκε στο Ειρηνοδικείο Ακράτας και στο
ακροατήριό του στις 13 Δεκεμβρίου 2023 σε δημόσια και έκτακτη συνεδρίαση, χωρίς
την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων Δικηγόρων τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ