ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΕιρΑθ 1138/2023
Ανακοπή
632 ΚΠολΔ και 933 ΚΠολΔ
λόγω ακυρότητας της καταγγελίας λόγω μη επίδειξης πληρεξουσίου εγγράφου κατά
226 ΑΚ εκ μέρους της πιστώτριας εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και
πιστώσεις.
(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της
δικηγόρου Αθηνών Έλενας
Κονομόδη, Διαπ. Διαμεσολαβήτριας Υπ. Δικαιοσύνης- LLM)
Αριθμός απόφασης 1138/2023
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την
Ειρηνοδίκη Σοφία Μανίκα, που όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου
Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με τη σύμπραξη της Γραμματέας Ευπραξίας Κυριλή.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο
ακροατήριό του, στις 21.9.2023, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: . του .
κάτοικου . οδός . αρ. . με ΑΦΜ . , που παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της
πληρεξούσιας δικηγόρου του, Έλενας Κονομόδη.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: της
Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «INTRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και το δ.τ. INTRUM HELLAS Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.»
(πρώην ALTERNATIVE FINACIAL SOLUTIONS ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» με δ.τ. «ALTERNATIVE FINACIAL SOLUTIONS
Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π) που εδρεύει στο Δήμο Αθηναίων, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία
ενεργεί εν προκειμένω ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος και ως
διαχειρίστρια των απαιτήσεων των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρεία
με την επωνυμία «VEGA I NPL Finance DAC» με έδρα το
Δουβλίνο Ιρλανδίας, όπως εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία κατέστη ειδικός
διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ»
που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα δυνάμει μεταβίβασης σε αυτήν
από την τελευταία απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του
Ν.3156/2003, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά της πληρεξούσιας δικηγόρου
της Άλκηστις Σακελλαροπούλου.
Ο ανακόπτων άσκησε την από
... 2021 ανακοπή που κατατέθηκε με αριθ. καταθ.
δικογράφου ΓΑΚ .../2021 και ΕΑΚ .../2021 και προσδιορίστηκε αρχικά για τη
δικάσιμο της 16ης Μαΐου 2022 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο που
αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της
υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν, ανέπτυξαν
και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται
στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη ανακοπή
του, για τους λόγους που εκθέτει σε αυτήν, ο ανακόπτων ζητεί την ακύρωση: α)
της υπ’ αριθμ. ./2021 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών και β) της από
20.10.2021 επιταγής προς πληρωμή κάτω από το αντίγραφο του πρώτου απογράφου
εκτελεστού της ως άνω διαταγής με τις οποίες υποχρεώθηκε να καταβάλει στην καθ’
ης το ποσό των 11.691,36 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, για απαίτηση προερχόμενη
από σύμβαση καταναλωτικού δανείου και να καταδικαστεί η καθ’ ης στη δικαστική
του δαπάνη. Η σώρευση στο υπό κρίση δικόγραφο αφενός της ανακοπής του άρθρου
632 παρ. 1 του ΚΠολΔ κατά της διαταγής πληρωμής, και αφετέρου της ανακοπής του
άρθρου 933 ΚΠολΔ κατά της επιταγής προς εκτέλεση είναι παραδεκτή, σύμφωνα με το
άρθρο 632 παρ. 6 και 218 ΚΠολΔ, καθόσον και οι δύο ανακοπές υπάγονται στην
αρμοδιότητα αυτού του δικαστηρίου και δικάζονται κατά την ίδια διαδικασία των
περιουσιακών διαφορών κατ’ άρθρο 632 παρ. 2, 937 παρ. 3 και 614 επ. ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του Ν.
4335/2015 (ΦΕΚ Α’ 87/23.07.2015), εφόσον η ανακοπτόμενη
διαταγή πληρωμής ασκήθηκε μετά την 01.01.2016 και η επίδοση της επιταγής προς
εκτέλεση διενεργήθηκε μετά τις 01.01.2016, ενώ η σύγχρονη εκδίκαση τους δεν
επιφέρει κατά την κρίση του Δικαστηρίου σύγχυση (ΕφΑθ
2497/1998 Δνη 39.916). Έχει δε ασκηθεί παραδεκτά και
εμπρόθεσμα (άρθρα 632 και 934 παρ. 1 εδ, β' ΚΠολΔ), εφόσον η ανακοπή κατά της
διαταγής πληρωμής κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις
8-11-2021 και κοινοποιήθηκε στην καθ' ης η ανακοπή την 9η-11-2021 (βλ. την υπ'
αριθμόν ./9-11-2021 έκθεση επίδοση της δικαστικής επιμελήτριας στο Εφετείο
Αθηνών . ), ενώ η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής
κοινοποιήθηκε στον ανακόπτοντα στις 25-10-2021 (βλ. την επισημείωση επί του
σώματος του αντιγράφου της επίδικης διαταγής προς πληρωμή του δικαστικού
επιμελητή στο Εφετείο Κορίνθου . ). Περαιτέρω στο αυτό δικόγραφο σωρεύεται η
υπό κρίση ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, η οποία όμως ασκήθηκε νομότυπα και
εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 934 παρ. 1 περ. α’ και 2 ΚΠολΔ, ώστε παραδεκτώς και
αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι
καθ’ ύλην αρμόδιο (κατ’ άρθρο 933 παρ. 1 ΚΠολΔ δεδομένου ότι ο εκτελεστός
τίτλος έχει εκδοθεί από Ειρηνοδίκη του Ειρηνοδικείου Αθηνών), και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρ. 933 παρ. 2 και 584 ΚΠολΔ) να τη
δικάσει με την προκείμενη διαδικασία. Περαιτέρω είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις
διατάξεις των άρθρων 933 παρ. 1 και 176 ΚΠολΔ, επομένως πρέπει να εξεταστεί η
νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
Από το συνδυασμό των
διατάξεων των άρθρων 623, 624 παρ. 1, 626 και 628 παρ. 1 εδ. α' ΚΠολΔ προκύπτει
ότι κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 624 έως 634 μπορεί να ζητηθεί η
έκδοση διαταγής πληρωμής για χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις χρεογράφων, εφόσον
αφενός μεν η εν λόγω απαίτηση δεν εξαρτάται από αίρεση, προθεσμία, όρο ή
αντιπαροχή, αφετέρου δε τόσο η απαίτηση όσο και το οφειλόμενο, ορισμένο
μάλιστα, ποσό αποδεικνύεται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή με το συνδυασμό
τέτοιων εγγράφων, που επισυνάπτονται στην αίτηση. Ειδικότερα, από τα άνω
έγραφα, πρέπει να προκύπτουν το οφειλόμενο ποσό, το ύψος της σχετικής αξίωσης,
το ληξιπρόθεσμο αυτής και η αιτία της οφειλής, καθώς και τα πρόσωπα του
δικαιούχου και του οφειλέτη. Αν από τα επισυναπτόμενα στην αίτηση έγγραφα δεν
υποδεικνύονται η απαίτηση ή το ποσό αυτής, ή η απαίτηση εξαρτάται από αίρεση,
προθεσμία, όρο ή αντιπαροχή, δεν εκδίδεται διαταγή πληρωμής, η τυχόν δε
εσφαλμένα εκδοθείσα ακυρώνεται μετ' αποδοχή του σχετικού λόγου ανακοπής για μη
απόδειξη της απαίτησης από τα επισυναφθέντα έγγραφα και συνεπώς για μη συνδρομή
των ανωτέρω νομίμων προϋποθέσεων έκδοσης διαταγής πληρωμής (ΑΠ 3 55/1999 ΕλλΔνη 40,15351 ΕφΑθ 7303/2000, ΕλλΔνη 43,227). Περαιτέρω καταγγελία είναι η μονομερής
δήλωση του ενός των συμβαλλομένων που απευθύνεται στον άλλον, με την οποία
εκφράζεται η βούλησή του για λύση της σύμβασης στο μέλλον (άρθρο 167 ΑΚ), για
ορισμένο λόγο προβλεπόμενο στη σύμβαση ή στο νόμο, ασκείται δε είτε με εξώδικη
δήλωση είτε με αγωγή. Η καταγγελία ασκείται αυτοπροσώπως από κάποιον από τους
συμβαλλόμενους. Δεν αποκλείεται όμως να ασκηθεί και από αντιπρόσωπο-πληρεξούσιο
(άρθρα 211, 216,217 ΑΚ). Εφόσον η καταγγελία είναι άτυπη και η πληρεξουσιότητα
που χορηγείται για την άσκησή της είναι επίσης άτυπη (άρθρο 217 παρ. 2 ΑΚ). Επί
νομικών προσώπων την πληρεξουσιότητα δίνει εκείνος που για κάθε συγκεκριμένη
δικαιοπραξία έχει το δικαίωμα εκπροσώπησής τους. Επί καταγγελίας που έγινε από
αναρμόδιο ή χωρίς εξουσία πρόσωπο δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των άρθρων
233 και 238 ΑΚ, που αναφέρονται στην, με αναδρομική ενέργεια, μεταγενέστερη
έγκριση της καταγγελίας από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου, διότι, λόγω
του διαπλαστικού χαρακτήρα της καταγγελίας, για τη συντέλεση αυτής, απαιτείται
δήλωση βούλησης από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, η οποία μόνο με το όργανο που το
εκπροσωπεί μπορεί να πραγματοποιηθεί (πρβλ. 1171/2019 Nomos).
Η διάταξη του άρθρου 226 ΑΚ απαιτεί για την επιχείρηση μονομερούς απευθυντέας σε άλλο δικαιοπραξίας την επίδειξη του
πληρεξουσίου εγγράφου. Οι συνέπειες από τη μη επίδειξη του πληρεξούσιου
εγγράφου εξαρτώνται από το αν αποκρούεται ή όχι η καταγγελία χωρίς υπαίτια
βραδύτητα. Έτσι, ειδικότερα όταν η καταγγελία από τον πληρεξούσιο έγινε
εγγράφως, πρέπει αυτός να επιδείξει το πληρεξούσιο έγγραφο γιατί αλλιώς έχει το
δικαίωμα αυτός προς τον οποίο γίνεται να την αποκρούσει χωρίς υπαίτια
βραδύτητα, οπότε επέρχεται ακυρότητα (άρθρο 226 ΑΚ) και μάλιστα ανεξάρτητα αν
υπήρχε πράγματι πληρεξουσιότητα ή αν εγκρίθηκε η καταγγελία. Αντίθετα, αν δεν
εναντιωθεί αυτός, προς τον οποίο γίνεται, το κύρος της καταγγελίας που
βαρύνεται να αποδείξει ο καταγγέλλων και έγινε από αντιπρόσωπό του, θα
εξαρτηθεί από την (καταγγέλλοντος) της καταγγελίας (βλ. Α Γεωργιάδη-Μ.
Σταθόπουλου, ΕΡΜΑΚ, άρθρο 226, αριθ. 8, σελ. 396, ΜΠρΠειρ
1911/2013 ΕλλΔνη 2013,1468, ΕιρΣαμ
63/2012 Nomos), η οποία πρέπει να γίνει μέχρι τη
συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, είτε με την προσαγωγή συμβολαιογραφικού ή
άλλου εγγράφου, είτε με δήλωση του παριστάμενου διαδίκου που καταχωρίζεται στα
πρακτικά (ΜΠρΠειρ 1911/2013 ό.π,
ΕιρΣαμ 63/2012 ό.π.),
διαφορετικά η καταγγελία είναι άκυρη. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και όταν το περί
καταγγελίας εξώδικο έγγραφο υπογράφει δικηγόρος. Σημειώνεται άτι δεν ισχύει η
διάταξη του άρθρου 104 ΚΠολΔ, διότι η καταγγελία που ασκείται κατ' αυτόν τον
τρόπο δεν μπορεί αν θεωρηθεί ως πράξη που ασκείται κατ' αυτόν τον τρόπο, δεν
μπορεί να θεωρηθεί ως πράξη προπαρασκευαστική της δίκης, αφού αντιθέτως
αποτελεί ενέργεια πριν από τη δίκη και μάλιστα ενέργεια όχι δικονομική αλλά
ουσιαστική, δηλαδή άσκησης του σχετικού δικαιώματος (ΕφΑΘ 5900/1995,
ΕΛΙΚΠΟΛΥΚ1996,145).
Με τον τέταρτο λόγο της
ανακοπής της ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι η από 18.12.2013 εξώδικη καταγγελία
της επίδικης συμβάσεως δανείου που του επιδόθηκε είναι άκυρη, διότι δεν
υπογράφεται από τα αρμόδια όργανα της δικαιούχου και νομιμοποιούμενης σε
καταγγελία δικαιοπαρόχου της καθ' ης, αλλά
υπογράφεται από άγνωστα σ’ αυτήν τρίτα πρόσωπα, χωρίς επίδειξη σχετικού
πληρεξουσίου εγγράφου και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να στηρίξει την έκδοση της
προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, διότι η απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, δεν ήταν ληξιπρόθεσμη και
απαιτητή. Ο λόγος αυτός της ανακοπής είναι νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις
των άρθρων 226, 232,233 ΑΚ, 623, 624 παρ. 1 και 626 ΚΠολΔ, πρέπει δε να
ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Από την εκτίμηση των
εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, από όσα ανέπτυξαν προφορικά και
με τις έγγραφες προστάσεις τους οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, σε συνδυασμό
και με όλη γενικώς τη διαδικασία αποδείχτηκαν τα ακόλουθα: Μεταξύ του ανακόπτοντος και της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία
ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ καταρτίστηκε η με αριθμ. ... σύμβαση καταναλωτικού δανείου,
ενώ τηρήθηκε ο υπ’ αριθμ ... λογαριασμός εξυπηρέτησης της ως άνω σύμβασης.
Δυνάμει όρου της ανωτέρω σύμβασης συμφωνήθηκε μεταξύ των συμβαλλόμενων, ότι σε
περίπτωση καθυστέρησης, εν όλω ή εν μέρει, εξόφλησης
οποιοσδήποτε οφειλής ή παράβασης οποιοσδήποτε όρου της συμβάσεως που
συμφωνείται ρητά ότι είναι όλοι ουσιώδεις, η δανείστρια δικαιούται να επιδιώξει
την είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών και να καταστήσει το σύνολο της οφειλής
που απορρέει από την ως άνω πιστωτική κάρτα ληξιπρόθεσμο και απαιτητό και να
ασκήσει όλα γενικά τα δικαιώματα της που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση και
το νόμο. Επειδή όμως ο ανακόπτων δεν ανταποκρίθηκε στις συμβατικές του
υποχρεώσεις, καθώς καθυστερούσε την καταβολή των οφειλόμενων δόσεων, η
δικαιοπάροχος της καθ' ης προέβη με την από 18.12.2012 εξώδικη δήλωση-
καταγγελία- πρόσκληση, σε καταγγελία της επίδικης ως άνω συμβάσεως που
επιδόθηκε στην ανακόπτουσα δυνάμει της υπ. αριθμ. ./10-1-2014 εκθέσεως επίδοσης
του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Κορίνθου .
στην έγγραφη καταγγελία της προαναφερθείσης συμβάσεως και στο κλείσιμο
του λογαριασμού, κηρύσσοντας ληξιπρόθεσμο και απαιτητό το σύνολο του ανεξόφλητου
ποσού της οφειλής που απορρέει από την ως άνω σύμβαση καταναλωτικού δανείου.
Ακολούθως, λόγω της μη καταβολής από τον ανακόπτοντα των ληξιπρόθεσμων ποσών,
εκδόθηκε κατόπιν αιτήσεως της καθ' ης, η οποία ενήργησε εν προκειμένω ως μη
δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος και ως διαχειρίστρια της ένδικης απαίτησης
της οποίας δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «VEGA I NPL Finance DAC» με έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας, στην οποία και
είχε μεταβιβαστεί η επίδικη απαίτηση στο πλαίσιο τιτλοποίησης
απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.3156/2003, η ανακοπτόμενη
διαταγή πληρωμής με την οποία υποχρεώθηκε ο ανακόπτων να καταβάλλει στην καθ'
ης το ποσό των 11.691,36 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων εντόκως από την
11-1-2014. Την ανωτέρω από 18.12.2013 εξώδικη δήλωση-καταγγελία δεν αποδείχτηκε
ότι υπέγραψαν τα αρμόδια κατά νόμο εκπροσωπευτικά
όργανα της καθ' ης, ενώ δεν επιδείχθηκε στον δανειολήπτη ανακόπτοντα κατά το
χρόνο της καταγγελίας το πληρεξούσιο έγγραφο του προσώπου που την υπέγραψε ως
αντιπροσώπου-πληρεξούσιας της «ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ» για την καταγγελία της
σύμβασης δανείου. Ο ανακόπτων δεν απέκρουσε αμέσως, διά των αρμοδίων οργάνων
της, την εγκυρότητα της καταγγελίας, λόγω μη επίδειξης του ως άνω πληρεξουσίου
εγγράφου, καθότι κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε, ούτε προκύπτει από την από
18.12.2013 εξώδικη δήλωση-καταγγελία-πρόσκληση της καθ’ ης. Εντούτοις, η καθ’
ης η παρούσα, που εν προκειμένω φέρει το βάρος απόδειξης ότι η καταγγελία έγινε
από αντιπρόσωπό της «ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ», κατά τη συζήτηση δε της υπόθεσης
και μέχρι το τέλος αυτής δεν προσκόμισε κάποιο έγγραφο από το οποίο να
αποδείχτηκε ότι είχε δοθεί έγκυρα η πληρεξουσιότητα στους ανωτέρω για
καταγγελία της σύμβασης δανείου, ή ότι μεταγενέστερα ενέκρινε, διά των αρμοδίων
εκπροσωπευτικών της οργάνων, την καταγγελία, ούτε η
προσθέτως παρεμβαίνουσα δήλωσε, παριστάμενη με το
νόμιμο εκπρόσωπό της στο Δικαστήριο, την έγκριση της καταγγελίας της σύμβασης
δανείου με δήλωσή της σύμφωνα μετά αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας.
Ωστόσο, εν προκειμένω, όπως προαναφέρθηκε δεν αποδείχτηκε ότι την ανωτέρω από
18.12.2013 εξώδικη δήλωση-καταγγελία υπέγραψαν τα αρμόδια κατά νόμο εκπροσωπευτικά όργανα της καθ’ ης, και ως εκ τούτου,
σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, δεν τυγχάνουν
εφαρμογής οι διατάξεις των άρθρων 233 και 238 ΑΚ, που αναφέρονται στην, με
αναδρομική ενέργεια, μεταγενέστερη έγκριση της καταγγελίας από το αρμόδιο
όργανο του νομικού προσώπου, διότι λόγω του διαπλαστικού χαρακτήρα της
καταγγελίας, για τη συντέλεση αυτής, απαιτείται δήλωση βούλησης από το ίδιο το
νομικό πρόσωπο, η οποία μόνο με το όργανο που το εκπροσωπεί μπορεί να
πραγματοποιηθεί (πρβλ. ΑΠ 1171/2019 Nomos). Επομένως,
η ανωτέρω καταγγελία της σύμβασης δανείου αποδείχθηκε ότι ήταν άκυρη και δεν
παρήχθησαν αποτελέσματα από αυτή, ήτοι δεν ενεργοποιήθηκε ο σχετικός ως άνω
συμβατικός όρος που παρείχε η δανείστρια καθ' ης το δικαίωμα να αξιώσει την
άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ανακόπτοντα ολόκληρου του οφειλόμενου κεφαλαίου
και των τόκων και δεν κατέστη το σύνολο του ανεξόφλητου δανείου και των
οφειλομένων από την πιστωτική κάρτα ληξιπρόθεσμο και απαιτητό. Ως εκ τούτου,
αφού η καταγγελία της σύμβασης είναι άκυρη, η απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η
ανακοπτόμενη με αριθμό ./2014 διαταγή πληρωμής του
Ειρηνοδικείου Αθηνών μετά της από 20-10-2021 επιταγής προς εκτέλεσης δεν ήταν
ληξιπρόθεσμη και απαιτητή κατά την υποβολή της αίτησης για την έκδοση της
διαταγής πληρωμής και κατ' επέκταση η αξίωση της καθ' ης η ανακοπή για την
καταβολή εκ μέρους του ανακόπτοντος ολοκλήρου του
ανεξόφλητου κεφαλαίου και των τόκων της επίδικης οφειλής δεν ήταν νόμιμη.
Κατόπιν τούτων και αφού
αποδείχθηκε η ουσιαστική βασιμότητα των ως άνω λόγων των ανακοπών, παρέλκει δε
η εξέταση των λοιπών λόγων που κατατείνουν στο ίδιο αποτέλεσμα, πρέπει οι
ανακοπές του αρθ. 632 και 933 ΚπολΔ
να γίνουν δεκτές ως ουσιαστικά βάσιμες και να ακυρωθεί η υπ. αριθμόν ./2020
διαταγή, πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών μετά της από 18- 9-2020 επιταγής
προς εκτέλεσης κάτω από το αντίγραφο του πρώτου απογράφου εκτελεστού της ως άνω
διαταγής, ενώ η προσθέτως παρεμβαίνουσα πρέπει να
καταδικαστεί στη δικαστική δαπάνη της ανακόπτουσας
λόγω της ήττας της (άρθρο 176 του ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα, οριζόμενα στο
διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των
διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τις ανακοπές του 632
και 933 ΚΠολΔ.
ΑΚΥΡΩΝΕΙ την υπ’ αριθμ.
./2021 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών, μετά της από 20.10.2020
επιταγή προς εκτέλεση κάτω από το αντίγραφο του πρώτου απογράφου εκτελεστού της
ως άνω διαταγής.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ ης στη
δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος την οποία ορίζει
στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και
δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα την 16
ΝΟΕ. 2023.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ