ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΑΠ 1098/2024

 

Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Νόμος 3869/2010 - Έννοια δόλου και περιέλευσης σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών - Έννοια «πραγμάτων» -.

 

Την ύπαρξη του δόλου, πάντοτε την προτείνει και την αποδεικνύει ο πιστωτής, ενώ η μόνιμη αδυναμία πληρωμών πρέπει να υφίσταται από το χρόνο κατάθεσης μέχρι το χρόνο συζήτησης της αίτησης. Αναιρετική πλημμέλεια εκ του αρ. 5 του αρ. 560 ΚΠολΔ. Έννοια «πραγμάτων». Τέτοια δεν θεωρούνται περιστατικά αναγόμενα στην εκτίμηση των αποδείξεων. Απορρίπτεται η αναίρεση του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, στο σύνολό της.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πειραιώς Γεωργίου Καλτσά)

 

Αριθμός 1098/2024

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ' Πολιτικό Τμήμα

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Σωκράτη Πλαστήρα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω κωλύματος της Αντιπρόεδρου Μυρσίνης Παπαχίου και της αρχαιότερος της συνθέσεως Αρεοπαγίτου Ασπασίας Μεσσηνιάτη - Γρυπάρη). Σταύρο Μάλαινο, Αντιγόνη Τζελέπη, Ερασμία Λιούλη και Ζωή Καραχάλιου, Αρεοπαγίτες.

 

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 5 Απριλίου 2024, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

 

Του αναιρεσείοντος: ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ» (Τ.Π.κ.Δ.), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την Πάρεδρο ΝΣΚ, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

 

Των αναιρεσιβλήτων: 1) … 2) …, κατοίκων Αλεξανδρούπολης, 3) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία … και δ.τ. …που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και 4) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, για την ίδια και ως ειδικής διαδόχου του υπό εκκαθάριση πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», εκ των οποίων οι 1ος και 2η εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Καλτσά με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, η 3η εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ενώ η 4η δεν παραστάθηκε.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 25-11-2013 (αρ. εκθ. καταθ. ./2013 και ./2013) αιτήσεις των ήδη 1ου και 2ης των αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκαν στο Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκε η 317/2017 τελεσίδικη απόφαση του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης, την αναίρεση της οποίας ζητεί το αναιρεσείον με την από 26-7-2021 αίτησή του.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγητή τον Αρεοπαγίτη Σταύρο Μάλαινο, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνο το αναιρεσείον και οι 1ος έως και 3η των αναιρεσιβλήτων, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Με την κρινόμενη, από 26-7-2021 (με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 1/28-7-2021), αίτηση αναιρέσεως προσβάλλεται η υπ' αριθμ. 317/2017 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης, η οποία εκδόθηκε κατά την διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας και αφορά υπόθεση του Ν. 3869/2010 «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων» ερήμην της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, με την επωνυμία «ΕURΟΒΑΝΚ ΕRGASΙΑS Α.Ε.», πιστώτριας των αιτούντων, ήδη τρίτης των αναιρεσιβλήτων. Συνεπώς, για την παραδεκτή άσκηση της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως πρέπει να ερευνηθεί το ζήτημα της τελεσιδικίας της προσβαλλόμενης αποφάσεως ως προς την τελευταία, που δικάσθηκε ερήμην στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο.

 

Κατά την διάταξη του άρθρ. 553 παρ. 1, περ. β του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται μόνο κατά των οριστικών αποφάσεων, που δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση και περατώνουν όλη την δίκη ή μόνο την δίκη για την αγωγή ή την ανταγωγή. Έτσι, η ύπαρξη ερήμην αποφάσεως, δηλαδή αποφάσεως που εκδόθηκε με την απουσία, πραγματική ή πλασματική, ενός των διαδίκων, έστω και αν δεν στηρίχθηκε στην συναγωγή δυσμενών συνεπειών από την ερημοδικία του (Ολ. Α.Π 15/2001), ενεργοποιεί αυτομάτως την δυνατότητα ασκήσεως κατ’ αυτής ανακοπής ερημοδικίας από τον ερημοδικασθέντα (άρθρο 502 του Κ.Πολ.Δ.), με συνέπεια, όσο διαρκεί η προθεσμία της ανακοπής ερημοδικίας, να αποκλείεται η άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως κατά της ερήμην αποφάσεως, η οποία, αν, παρ’ όλα αυτά, ασκηθεί, είναι απορριπτέα αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη (άρθρ. 577 παρ. 1 του Κ.Πολ Δ ), αφού, σε σχέση με την αναίρεση, δεν υπάρχει διάταξη όμοια με την διάταξη του άρθρου 513 παρ. 1, εδάφ. β', περ. β' του Κ.Πολ.Δ., που ορίζει ότι κατά των ερήμην αποφάσεων επιτρέπεται έφεση ήδη από την δημοσίευσή τους. Αντιθέτως, δηλαδή, με την καθιερούμενη με την διάταξη αυτή συμπόρευση των προθεσμιών της εφέσεως και της ανακοπής ερημοδικίας, η αναίρεση κατά ερήμην αποφάσεως είναι επιτρεπτή, μόνον εφόσον δεν συγχωρείται κατ’ αυτής ανακοπή ερημοδικίας ή αναλόγως έφεση (Ολ. Α.Π. 11/1998), δηλαδή καθιερώνεται η αρχή της διαδοχικής ασκήσεως των προβλεπομένων ενδίκων μέσων (Α.Π. 244/2023, Α.Π. 20/2023, Α.Π. 1508/2022, Α.Π. 58/2020, Α.Π. 208/2020).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, από την προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία επιτρεπτούς επισκοπείται (άρθρο 561 παρ. 2 του Κ.Πολ .) για την έρευνα του ανωτέρω δικονομικού ζητήματος, το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για την παραδεκτή άσκηση της αιτήσεως αναιρέσεως ως δικογράφου (άρθρο 577 παρ. 1, σε συνδ. με άρθρο 553 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), προκύπτει ότι αυτή (απόφαση) εκδόθηκε ερήμην της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, με την επωνυμία «ΕURΟΒΑΝΚ ΕRGASIAS Α.Ε.», ήδη τρίτης των αναιρεσιβλήτων, προς την οποία επιδόθηκαν οι από 25-1 1-2013 αιτήσεις των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων, η οποία, σύμφωνα με τις παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως (βλ. 8η επ. σελίδα αυτής), κλήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, για να παραστεί ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης, στην δικάσιμο της 4-4-2017 και ότι η συζήτηση της υποθέσεως κατά την ανωτέρω δικάσιμο χώρησε σαν να ήταν και αυτή παρούσα (άρθρο 764 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.). Επομένως, ως προς την ανωτέρω αναιρεσίβλητη, εφόσον αυτή είχε κλητευθεί νομίμως και εμπροθέσμως, η προσβαλλόμενη απόφαση έχει καταστεί πλέον τελεσίδικη, καθόσον, σύμφωνα με το άρθρο 14 του Ν. 3869/2010, δεν υπόκειται σε ανακοπή ερημοδικίας (Α.Π. 244/2023, Α.Π 20/2023, Α.Π. 1508/2022, Α.Π. 1497/2022).

 

Συνακολούθως, η αίτηση αναιρέσεως έχει ασκηθεί παραδεκτώς ως δικόγραφο, κατ’ άρθρον 553 παρ. 1, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 741 και 769 του Κ.Πολ.Δ. και ως προς την ανωτέρω αναιρεσίβλητη και, περαιτέρω, ασκήθηκε νομοτύπως, με την κατάθεση του δικογράφου αυτής στην Γραμματεία του ως άνω Δικαστηρίου (άρθρο 495 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. και 14 του Ν. 3.869/2010) και εμπροθέσμως (άρθρ. 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1, 577, 741 και 769 του Κ.Πολ.Δ.). Ειδικότερα, από την προσβαλλόμενη πρωτόδικη, υπ' αριθμ. 317/2017, απόφαση του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης, η οποία επιτρεπτούς επισκοπείται (άρθρ. 561 αριθμ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), για την έρευνα του δικονομικού ζητήματος της τελεσιδικίας της, το οποίο αποτελεί προϋπόθεση για την παραδεκτή άσκηση αναιρέσεως, προκύπτει ότι η πιο πάνω απόφαση δημοσιεύθηκε στις 28-7- 2017. Επίδοση της αποφάσεως αυτής δεν προκύπτει (στην αίτηση αναιρέσεως αναφέρεται ότι η απόφαση αυτή δεν επιδόθηκε). Η αίτηση δε, για την αναίρεση της πιο πάνω αποφάσεως, ασκήθηκε στις 28-7-2021, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. ./28-7-2021 έκθεση καταθέσεως δικογράφου αναιρέσεως της Γραμματέως του ως άνω Δικαστηρίου, αφού είχε παρέλθει, η καταχρηστική προθεσμία ασκήσεως εφέσεως εκ μέρους του ηττηθέντος καθού η αίτηση και ήδη αναιρεσείοντος νομικού προσώπου, των δύο (2) ετών, από της δημοσιεύσεώς της, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 518 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 1, άρθρο τρίτο, του Ν. 4335/2015, που εφαρμόζεται στην προκειμένη περίπτωση, δεδομένου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δημοσιεύθηκε μετά την δημοσίευση του πιο πάνω νόμου. Επομένως, η αίτηση αναιρέσεως ασκήθηκε εμπροθέσμως. σύμφωνα με τα άρθρα 518 παρ. 2 και 564 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ., (όπως ισχύουν για τα ένδικα μέσα που ασκούνται μετά την 1-1- 2016, σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 του Ν. 4335/2015), (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 460/2022, Α.Π. 810/2018. Α.Π. 793/2014) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 1 και 3 του Κ.Πολ.Δ.).

 

Από την διάταξη του άρθρου 576 παρ. 1-3 του Κ.Πολ Δ. προκύπτει ότι, αν κατά την συζήτηση της αναιρέσεως δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος, με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος ερευνά αυτεπαγγέλτως, ποιος επισπεύδει την συζήτηση. Αν την επισπεύδει ο διάδικος, που απουσιάζει, η υπόθεση συζητείται σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Αν, όμως, την επισπεύδει ο αντίδικός του, ερευνάται αν ο διάδικος, ο οποίος δεν εμφανίσθηκε ή, αν εμφανίσθηκε, δεν έλαβε μέρος στην συζήτηση με τον τρόπο, που ορίζει ο νόμος, κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως από εκείνον, που επισπεύδει την συζήτηση. Στην περίπτωση, κατά την οποία δεν κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη και η υπόθεση επαναφέρεται με νέα κλήτευση. Στην αντίθετη περίπτωση, ο Άρειος Πάγος προχωρεί στην συζήτηση παρά την απουσία εκείνου, που έχει κλητευθεί (Α.Π. 1674/2023, Α.Π. 988/2023, Α.Π. 808/2023, Α.Π. 606/2023, Α.Π 20/2023, Α.Π. 1683/2022). Ειδικότερα, από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι σε περίπτωση αναγκαστικής ομοδικίας στην δίκη επί της αιτήσεως αναιρέσεως, εάν δεν κλητεύθηκε κάποιος από τους αναγκαίους ομοδίκους, η συζήτηση της αιτήσεως κηρύσσεται απαράδεκτη για όλους, εάν, όμως, αυτός 3κλητεύθηκε νομίμως είτε από τον αντίδικό του, είτε από αναγκαίο ομόδικό του και δεν εμφανισθεί στην συζήτηση, τότε θεωρείται σαν να είναι παρών και η συζήτηση χωρεί νομίμως και ως προς τον απολειπόμενο αναγκαίο ομόδικο παρά την απουσία του (Α.Π. 244/2023, Α.Π 1508/2022, Α.Π. 1437/2019, Α.Π. 1946/2017. Α.Π. 756/2017). Τέλος, στην δίκη περί ρυθμίσεως οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, ο δεσμός που συνδέει τους πιστωτές του αιτούντος - οφειλέτη, ενόψει του ότι η ισχύς της αποφάσεως, που θα εκδοθεί, εκτείνεται σε όλους τους «μετέχοντες στη δίκη» πιστωτές, είναι αυτός της αναγκαστικής παθητικής ομοδικίας, κατ' άρθρον 76 παρ. 1, περ. β’ του Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 244/2023, Α.Π. 1508/2022, Α.Π. 516/2020. Α Π. 757/2019. Α.Π. 1049/2017).

 

Από τα πρακτικά της δίκης και τα διαδικαστικά έγγραφα προκύπτει ότι η κρινόμενη. από 26-7-2021 (με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ./28-7-2021). αίτηση αναιρέσεως κατά της υπ’ αριθμ. 317/2017 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης προσδιορίσθηκε για την δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, με αριθμό πινακίου 26, σύμφωνα με την κάτω από αυτήν Πράξη της Προέδρου του Τμήματος (άρθρ. 568 παρ. 2-4 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω, από την υπ' αριθμ. .Β/7-12-2022 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ., την οποία προσκομίζει και επικαλείται νομίμως το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ., με την επωνυμία «Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων», προκύπτει ότι, μετά από έγγραφη παραγγελία της Παρέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Μαρίας Γεωργιάδη, πληρεξούσιας αυτού (αναιρεσείοντος), το οποίο επισπεύδει την συζήτηση της αναιρέσεως, ακριβές αντίγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως, με την κάτω από αυτήν πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την ανωτέρω δικάσιμο, επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως στην τέταρτη των αναιρεσιβλήτων ανώνυμη τραπεζική εταιρεία, με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» (με επίδοση στην αρμόδια για παραλαβή υπάλληλο αυτής, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 129 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.). Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα. ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση, πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου τούτου, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, με την σειρά της από το οικείο πινάκιο, η ανωτέρω τέταρτη αναιρεσίβλητη δεν εμφανίσθηκε, ούτε κατέθεσε έγγραφη δήλωση, κατά τα άρθρα 242 παρ. 2 και 573 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., αλλά παραστάθηκαν νομίμως και προσηκόντως μόνον το επισπευδον την συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως αναιρεσείον και οι τρεις πρώτοι των αναιρεσιβλήτων. Επομένως, αφού η τέταρτη των αναιρεσιβλήτων δεν εμφανίσθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, αν και κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, πρέπει, σύμφωνα με την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 576 παρ. 2, περ. α' και γ’ του Κ.Πολ.Δ., να προχωρήσει η συζήτηση της ενδίκου αιτήσεως αναιρέσεως παρά την απουσία της.

 

Από την επιτρεπτή επισκόπηση της προσβαλλομένης αποφάσεως και των λοιπών διαδικαστικών εγγράφων της δίκης  (άρθρο 561 αριθμ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), αναφορικώς με την διαδικαστική πορεία της υποθέσεως, προκύπτει ότι οι αιτούντες και ήδη δύο πρώτοι των αναιρεσιβλήτων με τις από 8-11-2013 αιτήσεις τους, ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης, επικαλούμενοι ότι έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους προς τις καθ’ ων οι αιτήσεις πιστώτριες τράπεζες, ζήτησαν την διευθέτησή τους από το Δικαστήριο, ώστε να επέλθει μερική απαλλαγή τους από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο των χρεών τους έναντι των προαναφερόμενων πιστωτριών, σύμφωνα με το σχέδιο διευθετήσεως που υπέβαλαν, αφού ληφθούν υπ’ όψιν η περιουσιακή και οικογενειακή τους κατάσταση, όπως την εξέθεταν στις αιτήσεις τους και να εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 317/2017, ήδη τελεσίδικη, απόφασή του, με την οποία συνεκδίκασε τις αιτήσεις και αφού απέρριψε ως αβάσιμη την προβληθείσα ένσταση περί δολίας περιελεύσεως των αιτούντων σε αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δέχθηκε τις αιτήσεις τους αυτές ως εν μέρει βάσιμες κατ' ουσίαν, ρύθμισε τα χρέη των αιτούντων και ήδη δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων προσδιορίζοντας μηνιαίες καταβολές, για τον μεν αιτούντα επί είκοσι (20) μήνες, συνολικού ποσού επτακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι έξι λεπτών του ευρώ (735,26 €), οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την δημοσίευση της αποφάσεως, επιμεριζόμενου του ως άνω ποσού συμμετρικώς ως εξής: 1) Στο πρώτο των καθών, ήτοι το «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», για την οφειλή ύψους 154.967,51 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 575,56 ευρώ. 2) Στην δεύτερη καθής, ήτοι την «ΕURΟΒΑΝΚ ΕRGASIAS Α.Ε.», για την οφειλή ύψους 16.262,37 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 60,36 ευρώ. 3) Στην τρίτη καθής, ήτοι την «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.»: α) για την οφειλή ύψους 23.034,54 ευρώ να καταβάλλει το ποσό των 85,51 ευρώ και β) για την οφειλή ύψους 3.693,50 ευρώ να καταβάλλει το ποσό των 13,67 ευρώ, εξαίρεσε από την εκποίηση το ποσοστό συγκυριότητάς του στα αναφερόμενα ακίνητά του και στο αναφερόμενο Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητό του. υποχρέωσε τον αιτούντα να καταβάλει μέσα σε ένα έτος από την λήξη των καταβολών της παραπάνω ρυθμίσεως του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, δηλαδή από την παρέλευση των είκοσι (20) μηνών, το ποσό των 15.410,40 ευρώ στις πιστώτριές του, εντόκως από τον χρόνο ενάρξεως του έτους, μέσα στο οποίο πρέπει να καταβληθούν, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξανόμενο κατά 2,50 εκατοστιαίες μονάδες και επέβαλε στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για την διάσωση του ποσοστού 50% της κύριας κατοικίας του για 20 έτη, μηνιαία δόση ύψους 148,23 ευρώ στο «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την παρέλευση είκοσι ενός (21) μηνών από την δημοσίευση της αποφάσεως και θα γίνεται εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο σταθερό επιτόκιο στεγαστικού δανείου που θα ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, όπως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, για την δε αιτούσα ρύθμισε τα χρέη της με μηνιαίες καταβολές επί είκοσι (20) μήνες, συνολικού ποσού πεντακοσίων ενενήντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα δύο λεπτών του ευρώ (594,82€), οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την δημοσίευση της αποφάσεως, επιμεριζόμενου του ως άνω ποσού συμμετρικώς ως εξής: 1) Στο πρώτο των καθών, ήτοι το «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», για την οφειλή ύψους 77.483,78 ευρώ, να καταβάλλει το ποσό των 382,52 ευρώ. 2) Στην δεύτερη καθής, ήτοι την «ΕURΟΒΑΝΚ ΕRGASIAS Α.Ε.», για την οφειλή ύψους 16.262,37 ευρώ, να καταβάλλει το ποσό των 80,30 ευρώ. 3) Στην τρίτη καθής, ήτοι την «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.»: α) για την οφειλή ύψους 23.034,54 ευρώ, να καταβάλλει το ποσό των 113,72 ευρώ και β) για την οφειλή ύψους 3.693,50 ευρώ, να καταβάλλει το ποσό των 18,20 ευρώ, υποχρέωσε την αιτούσα να καταβάλει μέσα σε ένα έτος από την λήξη των καταβολών της ρυθμίσεως του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, δηλαδή από την παρέλευση των είκοσι (20) μηνών, το 7 ποσό των 9.792,80 ευρώ στις πιστώτριές της, εντόκως από τον χρόνο της ενάρξεως του έτους, μέσα στο οποίο πρέπει να καταβληθούν, με επιτόκιο αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, προσαυξανόμενο κατά 2,50 εκατοστιαίες μονάδες, εξαίρεσε από την εκποίηση το ποσοστό συγκυριότητάς της στα αναφερόμενα ακίνητα και στο αναφερόμενο Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητό της και επέβαλε στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει, για την διάσωση του ποσοστού 50% της κύριας κατοικίας της, για 20 έτη. μηνιαία δόση ύψους 148.23 ευρώ στο «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την παρέλευση είκοσι ενός (21) μηνών από την δημοσίευση της αποφάσεως και θα γίνεται εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο σταθερό επιτόκιό στεγαστικού δανείου που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, όπως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.

 

Με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010 («Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων...»), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο υποβολής - καταθέσεως, στις 27-11-2013, των ενδίκων, από 25-11-2013 (με αριθμούς εκθέσεως καταθέσεως 381/27-1-2013 και 382/27/1 1-2013) αιτήσεων εκ του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, «Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση, που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση “των οφειλών τους” και απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής», το επιλαμβανόμενο της υποθέσεως δικαστήριο ερευνά την ύπαρξη του δόλου όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά, όπως είναι αυτονόητο και, γι' αυτό, παραλείφθηκε στον νόμο, κατά πρόταση πιστωτή, ο οποίος πρέπει να προτείνει τον εν λόγω ισχυρισμό κατά τρόπο ορισμένο, ήτοι με σαφή έκθεση των γεγονότων που τον θεμελιώνουν (άρθρ. 262 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) και να τον αποδείξει (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 778/2022, Α Π. 171/2022, Α.Π. 1050/2021, Α.Π. 59/2021). Εξάλλου, ο Ν. 3869/2010 θεωρεί δεδομένη την έννοια του δόλου, από την γενική θεωρία του αστικού δικαίου. Στο πεδίο του τελευταίου, ο δόλος, ως μορφή πταίσματος, προβλέπεται στην διάταξη του άρθρου 330 του Α.Κ., με την οποία ορίζεται ότι «Ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίσθηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νομίμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει, όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές». Η παραπάνω διάταξη παρέχει γενικό ορισμό της έννοιας του πταίσματος, έχει δε εφαρμογή, τόσο στις συμβάσεις, όσο και στις αδικοπραξίες, δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, όπου γίνεται λόγος για υπαιτιότητα. Η ίδια διάταξη θεσπίζει δύο μορφές πταίσματος, τον δόλο και την αμέλεια. Ενώ, όμως, δίνει ορισμό της αμέλειας, τον προσδιορισμό του δόλου αφήνει στην επιστήμη και την νομολογία. Η έννοια του δόλου, όπως γίνεται δεκτή στο πεδίο του αστικού δικαίου, συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 27 παρ. 1 του Π.Κ., που ορίζει ότι: «Με δόλο (πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης. Επίσης, όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται». Η τελευταία αυτή διάταξη διακρίνει τον δόλο σε άμεσο και ενδεχόμενο. Ορίζει δε, ότι με άμεσο δόλο πράττει αυτός, που θέλει την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και εκείνος που δεν επιδιώκει μεν αυτό, προβλέπει όμως, ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και, παρά ταύτα, δεν εγκαταλείπει την πράξη του. Αντιθέτως, με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος, που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξεώς του και το αποδέχεται (Ολ. Α.Π. 4/2010, Ολ. Α.Π. 8/2005, Α.Π. 1054/2023). Η διάταξη αυτή ισχύει και για τις ενοχές άλλων κλάδων του ενοχικού δικαίου και, έτσι, αποκτά γενικότερη σημασία, που ξεπερνά τα πλαίσια της ευθύνης από προΰφισταμένη ενοχή (Α.Π. 1054/2023, Α Π 677/2010). Δόλο, κατά συνέπειαν, συνιστά η περίπτωση εκείνη του δράστη, κατά την οποία επιδοκιμάζει, δηλαδή προβλέπει το αποτέλεσμα ως ενδεχόμενο και, τελικώς, το αποδέχεται. Ο δόλος σχετίζεται και αφορά πάντα πράξη και αυτή θα είναι η, απαγορευμένη από το δίκαιο στον δράστη, αθέτηση ενοχικής υποχρεώσεως ή, γενικότερα, αδικοπραξία. Μεταξύ των εννοιολογικών στοιχείων του δόλου, είναι και η πρόβλεψη του δράστη, ότι η συμπεριφορά του θα προκαλέσει καθυστέρηση στην εκπλήρωση της υποχρεώσεώς του ή θα προκαλέσει το γεγονός της αδυναμίας παροχής του, συνείδηση, δηλαδή του δράστη για τον κίνδυνο επελεύσεως των αποτελεσμάτων αυτών. Για τα ανωτέρω αρκεί και απαιτείται η πρόβλεψη και η αποδοχή του παρανόμου αποτελέσματος σε γενικές γραμμές και κατά τα γενικά ουσιώδη γνωρίσματα του. Η ακριβής έκταση της ζημίας, οι λεπτομέρειες ή οι ιδιότητες του προσβαλλόμενου αγαθού και οι λοιπές περιστάσεις που καθορίζουν το μέγεθος της προσβολής, δεν απαιτείται να προβλέπονται, σαφώς τουλάχιστον, στον βαθμό που δεν ανάγονται από τον νόμο σε κρίσιμα, για την ύπαρξη της ευθύνης, περιστατικά. Στην περίπτωση του Ν. 3869/2010, ο νόμος χρησιμοποιεί την έννοια του δόλου και την συνδέει με μια πραγματική κατάσταση, που είναι η μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπροθέσμων χρηματικών οφειλών. Περαιτέρω, από την διατύπωση της παρ. 1, εδάφ. α' του Ν. 3869/2010, προκύπτει ότι το στοιχείο του δόλου αναφέρεται στην περιέλευση του οφειλέτη σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών. Επομένως, το στοιχείο του δόλου δύναται να συντρέχει, τόσο κατά τον χρόνο αναλήψεως της οφειλής, όσο και κατά τον χρόνο μετά την ανάληψη της τελευταίας. Ο δόλος αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, είτε είναι αρχικός, είτε είναι μεταγενέστερος. Το κρίσιμο ζήτημα είναι το περιεχόμενο του δόλου και όχι ο χρόνος που αυτός εκδηλώθηκε. Στην περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010, ο οφειλέτης ενεργεί δολίως, όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε αδυναμία πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά, αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα, πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνο, ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του, με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην όμως, είτε γνώριζε, κατά την ανάληψη των χρεών, ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους, είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενεστέρως σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Επομένως, η συνεπεία του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη δεν είναι αναγκαίο να εμφανισθεί μετά την ανάληψη του χρέους, αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν, δηλαδή, ο οφειλέτης ήδη από την αρχή, αναλαμβάνοντας το χρέος, γνωρίζει ότι, ενόψει των εισοδημάτων του και των εν γένει αναγκών του, δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει. Περίπτωση ενδεχομένου δόλου συντρέχει, όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων, την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων, προβλέποντας ως ενδεχόμενο, ότι ο υπερδανεισμός του, με βάση τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του, θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και, παρά ταύτα, αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα, σε μία δανειακή σύμβαση υφίσταται κατ’ ουσίαν αποδοχή από τον δανειολήπτη της προβλεπόμενης αδυναμίας του να αποπληρώσει το ειλημμένο δάνειο, όταν έχοντας γνώση της πρόδηλης αναντιστοιχίας των εισοδημάτων του προς τις οφειλές, την αποπληρωμή των οποίων με ιδία πρωτοβουλία αναλαμβάνει και σταθμίζοντας την διακινδύνευση των οικονομικών συμφερόντων, τόσον του ίδιου, όσον και του πιστωτή του, με το επιδιωκόμενο όφελος, το οποίο θα καρπωθεί, εφόσον πραγματοποιηθεί ο κίνδυνος, προβαίνει στην σύναψη της σχετικής δανειακής συμβάσεως, επειδή κρίνει ότι η σκοπούμενη γι’ αυτόν ωφέλεια από την χρήση των δανειακών κεφαλαίων σαφώς υπερέχει των συνεπειών, που επαπειλούνται από την επέλευση του κινδύνου. Ο δόλος του οφειλέτη, στην μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του. περιορίζεται στην πρόθεση του οφειλέτη και μόνο, δηλαδή σε ένα υποκειμενικό στοιχείο, χωρίς ανάγκη προσθήκης και άλλων αντικειμενικών στοιχείων, όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος και η παράλειψη από την πλευρά των τελευταίων να ενεργήσουν την αναγκαία έρευνα, πριν χορηγήσουν την πίστωση, της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, πράγμα το οποίο, άλλωστε, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Ειδικότερα, πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνον, ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην, όμως, είτε γνώριζε κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτηση τους, είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενεστέρως σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 59/2021, Α.Π. 400/2020, Α.Π. 286/2017, Α.Π. 153/2017, Α.Π. 65/2017). Περαιτέρω, απαλλαγή του οφειλέτη, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου από τα χρέη του, όπως αυτά περιγράφονται στην αίτηση της παραγράφου 1 του άρθρου 4, επιτρέπεται μόνο μία φορά. Απαίτηση πιστωτή, η οποία δεν έχει συμπεριληφθεί στην αίτηση, δεν επηρεάζεται από την διαδικασία διευθετήσεως των οφειλών του αιτούντος κατά τον παρόντα νόμο. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, για να δικαιούται ο οφειλέτης να υπαχθεί στις διατάξεις του νόμου για την ρύθμιση των οφειλών του και απαλλαγή από το υπόλοιπο αυτών, πρέπει να βρίσκεται σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών, που πρέπει να την περιγράφει στην αίτησή του και, ακολούθως, να αποδείξει ότι δεν οφείλεται σε δόλο του, του οποίου (δόλου), πάντως, η ύπαρξη προτείνεται από πιστωτή. Αδυναμία πληρωμών σημαίνει ανικανότητα του οφειλέτη να εξοφλήσει τους πιστωτές του, εξαιτίας ελλείψεως ρευστότητας, δηλαδή ελλείψεως όσων χρημάτων απαιτούνται, για να μπορεί ο οφειλέτης να ανταποκρίνεται στα χρέη του, που καθίστανται ληξιπρόθεσμα και απαιτητά (όταν επέλθει ο χρόνος εκπληρώσεώς τους, όπως αυτός καθορίζεται από την δικαιοπραξία ή από τις περιστάσεις ή από την φύση της ενοχικής σχέσεως, κατ’ άρθρον 323 και 340 του Α.Κ.), έστω και αν έχει ακίνητη ή άλλη περιουσία, η οποία, όμως, δεν μπορεί να ρευστοποιηθεί αμέσως. Δεν χρειάζεται να είναι όλες οι απαιτήσεις ληξιπρόθεσμες κατά την στιγμή της αδυναμίας των πληρωμών. Αρκεί να είναι έστω και μία, ως προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας του Ν. 3869/2010, με την εξαίρεση που θα αναπτυχθεί στην συνέχεια, εφόσον, βεβαίως, συντρέχει και η άλλη προαναφερθείσα προϋπόθεση της μόνιμης και γενικής αδυναμίας πληρωμών, αλλιώς ο οφειλέτης ασκεί πρόωρα το δικαίωμά του και η αίτησή του θα απορριφθεί. Για τον προσδιορισμό ρευστότητας λαμβάνεται υπ’ όψιν το εισόδημα του οφειλέτη. Ειδικότερα, η αδυναμία του οφειλέτη να ανταπεξέλθειστις οφειλές του, κρίνεται συνολικώς με βάση την σχέση ρευστότητάς του προς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του και αφού ληφθούν υπ' όψιν, εφόσον το ορίζει ο νόμος, οι απαιτούμενες δαπάνες για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του. Αν η σχέση αυτή είναι αρνητική, με την έννοια ότι η ρευστότητα του δεν του επιτρέπει να ανταποκριθεί στον όγκο των οφειλών του και στην κάλυψη των βιοτικών αναγκών του, υπάρχει μόνιμη αδυναμία πληρωμής. Για την αξιολόγηση της σχέσεως ρευστότητας, ληξιπρόθεσμων οφειλών και βιοτικών αναγκών λαμβάνεται υπ’ όψιν τόσον η παρούσα κατάσταση ρευστότητας του οφειλέτη, όσον και αυτή που διαμορφώνεται κατά την συνήθη πορεία των πραγμάτων. Επισημαίνεται ότι η εν λόγω αδυναμία πληρωμών πρέπει να εξετάζεται υπό το πρίσμα της αξιοπρεπούς διαβιώσεως του οφειλέτη και της οικογένειας του, δηλαδή η μεγαλύτερη δυνατή ικανοποίηση των πιστωτών πρέπει να συνδυάζεται με την βασική προστασία της προσωπικής αξιοπρέπειας και, συνακολούθως, την διατήρηση - εξασφάλιση ενός στοιχειώδους επιπέδου διαβιώσεως του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 1 162/2022, Α.Π. 785/2022, Α.Π. 257/2020, Α.Π. 1379/2019). Περαιτέρω, η μόνιμη αδυναμία πληρωμής του οφειλέτη, που πρέπει να υπάρχει κατά το χρονικό σημείο της καταθέσεως της αιτήσεως και η κατάσταση αυτή να διατηρείται μέχρι και την συζήτηση στο ακροατήριο, μπορεί να οφείλεται σε διάφορα αίτια, όπως απόλυση από την εργασία, μείωση μισθού ή συντάξεως, σοβαρό πρόβλημα υγείας κ.λπ. (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 785/2022, Α.Π. 257/2020, Α.Π. 882/2019, Α.Π. 551/2018). Η αδυναμία πληρωμής, κατά κανόνα, είναι πραγματικό ζήτημα, το οποίο δύναται να κριθεί από την συνολική κατάσταση του οφειλέτη, από την συνολική συμπεριφορά των πιστωτών του στο κρίσιμο χρονικό σημείο και την αναμενόμενη εξέλιξη στο μέλλον. Πράξεις που φανερώνουν μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη, για την αντιμετώπιση ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του, μπορούν, ενδεικτικώς, να αποτελέσουν διαμαρτυρικά συναλλαγματικών για την μη πληρωμή, επιταγές που δεν πληρώθηκαν κατά την εμπρόθεσμη εμφάνιση τους προς πληρωμή, διαταγές πληρωμής πιστωτικών τίτλων, τελεσίδικες καταψηφιστικές δικαστικές αποφάσεις, αιτήματα του οφειλέτη που διατυπώνονται σε επιστολές προς δανειστές για φιλικό διακανονισμό κ.λπ. (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 785/2022, Α.Π. 257/2020, Α.Π. 1208/2017, Α Π. 951/2015). Εξάλλου, στην διάταξη του άρθρου 62 του Ν. 2214/1994 «Αντικειμενικό σύστημα φορολογίας εισοδήματος και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι για την εξυπηρέτηση και ασφάλιση των τοκοχρεολυτικών δανείων που χορηγούνται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από δημοσίους υπαλλήλους. συνταξιούχους και λοιπούς δικαιούμενους, κατά την κείμενη νομοθεσία, κάθε δανειζόμενος υποχρεούται να εκχωρήσει υπέρ του δανειστή: α) μέχρι τα 6/10 όλων γενικώς των τακτικών μηνιαίων απολαβών του (μισθός, επιδόματα, μηνιαία αναλογία δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα, ΔΙΒΕΕΤ κ.λ.π.), β) μέχρι τα 6/10 της κύριας και επικουρικής συντάξεως του και όλων γενικώς των μερισμάτων και άλλων παροχών που λαμβάνει τακτικά από τα ασφαλιστικά του ταμεία (τα ποσοστά αυτά των εδαφίων α' και β μειώθηκαν σε 3/10 σύμφωνα με την ΥΑ 2/19843/009, που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. 6 77/Β/7-3-2012), γ) τα 3/4 από το εφάπαξ βοήθημα που χορηγείται σ’ αυτόν από οποιονδήποτε ασφαλιστικό του φορέα ή από την οριζόμενη από την εργατική νομοθεσία αποζημίωση λόγω λύσεως της εργασιακής σχέσεως (παρ. 1). Οι εκχωρήσεις αυτές είναι ισχυρές, ενώ καταργείται κάθε αντίθετη γενική ή ειδική διάταξη (παρ. 2). Τροποποιήσεις και συμπληρώσεις του άρθρου 62 του Ν. 2.214/1994 επέφεραν οι νόμοι 2592/1998, 3453/2006,3867/2010 και 4038/2012. Επίσης, κατά το άρθρο 25 παρ. 6 του Ν. 3867/2010, με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Π.Δ. μπορούν, ύστερα από αίτηση του υποχρέου, να καθορίζονται όροι εξυπηρετήσεως, επιμέρους συμφωνίες των δανειακών συμβάσεων και η διευθέτηση των τόκων υπερημερίας των μη κανονικώς εξυπηρετούμενων, οποιουδήποτε είδους, δανειακών συμβάσεων που έχει χορηγήσει προς φυσικά πρόσωπα το Τ.Π.Δ. Από όλες τις προπαρατιθέμενες διατάξεις προκύπτει ότι, στην ρύθμιση του Ν. 3869/2010 υπάγονται και οφειλές από στεγαστικά δάνεια, τα οποία το Τ.Π.Δ. χορήγησε σε υπαλλήλους, που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας και τα οποία οι δανειολήπτες εξοφλούν με επιτρεπόμενη, κατά νόμον, (προ)εκχώρηση του οριζόμενου ποσοστού των μηνιαίων απολαβών τους. Στην περίπτωση που ο νόμος ήθελε να εξαιρέσει από την ρύθμιση αυτή τις οφειλές από δάνεια προς το παραπάνω πιστωτικό ίδρυμα, θα το είχε πράξει ρητώς, όπως έπραξε με την προσθήκη της περιπτώσεως γ’ στην διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, με το άρθρο 20 παρ. 15 του Ν. 4019/2011, όπου προβλέφθηκε εξαίρεση από την προκειμένη ρύθμιση των χορηγούμενων δανείων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 16 του Ν. 3586/2007, ενώ ούτε στις προβλεπόμενες εξαιρέσεις του τροποποιημένου, κατά τα προαναφερόμενα, άρθρου 1 παρ. 4 του ιδίου Ν. 3869/2010, συμπεριλαμβάνεται η οφειλή προς το Τ.Π.Δ. Εξάλλου, δεν προκύπτει εξαίρεση ούτε από την ρύθμιση του άρθρου 25 παρ. 6 του Ν. 3867/2010, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα στον δανειολήπτη να ζητήσει - επιτύχει με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Τ.Π.Δ. ευνοϊκότερους όρους εξυπηρετήσεως των δανειακών συμβάσεών του (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 785/2022, Α Π. 658/2022, Α.Π. 549/2022, Α Π 544/2022). Σε κάθε περίπτωση, η εξαίρεση των δανείων του Τ.Π.Δ. από την ρύθμιση του Ν. 3869/2010 θα προσέκρουε στην αρχή της ισότητας, που προβλέπεται από το άρθρο 4 του Συντάγματος, γι' αυτό οι δανειολήπτες του εν λόγω Ταμείου, σε σχέση με τους δανειολήπτες των υπολοίπων πιστωτικών ιδρυμάτων, θα στερούνταν των ευνοϊκών διατάξεων του Ν. 3869/2010, δεδομένου ότι από τον Ν. 3867/2010 δεν προκύπτουν ευνοϊκές διατάξεις ανάλογες του Ν. 3869/2010, καθώς το άρθρο 25 παρ. 6 του Ν. 3867/2010, όπως προεκτέθηκε, προβλέπει όρους διευκολύνσεως και εξυπηρετήσεως των δανείων, όχι, όμως και απαλλαγή, όπως προβλέπει ο Ν. 3869/2010. Με βάση όσα αναπτύχθηκαν, προκύπτει ότι, στην περίπτωση οφειλών από στεγαστικά δάνεια που το Τ Π Δ. χορήγησε σε υπαλλήλους και που οι δανειολήπτες εξοφλούν με εκχώρηση υπέρ του δανειστή ποσοστού των μηνιαίων απολαβών τους, η αδυναμία πληρωμών του οφειλέτη δεν αναιρείται, όταν η εξόφληση του εν λόγω πιστωτή γίνεται εις βάρος των στοιχειωδών αναγκών του ιδίου του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του. Και τούτο, διότι η προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας επιβάλλει να χαρακτηρισθεί ως αδυναμία πληρωμών η περίπτωση του οφειλέτη, που ικανοποιεί το σύνολο των οφειλών του, αν διαθέτει για τον σκοπό αυτόν ένα μεγάλο μέρος των εισοδημάτων του, αλλά χωρίς να εξασφαλίζει το στοιχειώδες επίπεδο διαβιώσεως για τον ίδιον και την οικογένειά του. Και το πρόσωπο αυτό βρίσκεται σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών.

Διαφορετική αντιμετώπιση θα προέτασσε την ικανοποίηση των πιστωτών εις βάρος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας του οφειλέτη, ακόμη και της επιβιώσεώς του, κατάσταση η οποία δεν γίνεται αποδεκτή από το γράμμα και τον σκοπό του Ν. 3869/2010 (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 785/2022, Α.Π. 658/2022, Α.Π. 1379/2019). Μάλιστα, στην περίπτωση αυτή, δηλαδή της οφειλής προς το Τ.Π.Δ. από παροχή στεγαστικού δανείου με την παράλληλη, από τον νόμο, υποχρέωση του δανειολήπτη να συνάψει με το Τ.Π.Δ. σύμβαση εκχωρήσεως, ανακύπτει ανάγκη ο τελευταίος, έστω και αν το δάνειο του φέρεται να εξυπηρετείται κανονικά, λόγω της εκχωρήσεως του μισθού του κ.λπ., να επιδιώξει και να επιτύχει ένταξη και υπαγωγή στην ρύθμιση του Ν. 3.869/2010, αν έχει υποστεί σημαντική μείωση του μισθού ή της συντάξεώς του, καθόσον η εκχώρηση που έγινε στο παρελθόν, παραμένει, αναλογικώς, σε υψηλό ποσό, αφού αυτή υπολογίσθηκε στο αρχικό αυξημένο ποσό του μισθού ή της συντάξεως του δανειολήπτη - οφειλέτη (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 1683/2022, Α.Π. 785/2022, Α.Π. 658/2022, Α.Π. 549/2022, Α.Π. 540/2022, Α.Π. 1379/2019). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 455 του Α Κ., εκχώρηση είναι η μεταβίβαση της απαιτήσεως του δανειστή σε νέο δικαιούχο, μέσω συμβάσεως μεταξύ τους, χωρίς την συναίνεση του οφειλέτη. Με τον τρόπο αυτόν μεταβιβάζεται η απαίτηση και μεταβάλλεται το πρόσωπο του δανειστή και όχι η φύση και τα χαρακτηριστικά της απαιτήσεως (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 1050/2021). Αντικείμενο εκχωρήσεως είναι δυνατόν να είναι και η μέλλουσα απαίτηση. Η συμφωνία μεταξύ του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και του δανειολήπτη, με την οποία ο δεύτερος προς εξόφληση του δανείου που έλαβε από το πρώτο, εκχωρεί σε αυτό την απαίτηση έναντι του εργοδότη του για μέρος του μισθού του, είναι έγκυρη και στηρίζεται στο άρθρο 62 του Ν. 2214/1994. Η εγκυρότητα της συμβάσεως εκχωρήσεως συνεπάγεται ότι το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων δικαιούται να εισπράττει απευθείας από τον εργοδότη του μισθωτού (ή από τον ασφαλιστικό φορέα του συνταξιούχου) το μέρος των αποδοχών του οφειλέτη, το οποίο εκχωρήθηκε. Η ανωτέρω διάταξη καθορίζει απλώς τον τρόπο καταβολής της τοκοχρεωλυτικής δόσεως, η οποία γίνεται με νόμιμη εκχώρηση, από τον οφειλέτη προς το Ταμείο, ενός ποσοστού του μισθού ή της συντάξεώς του. Από την γραμματική διατύπωση της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 62 παρ. 1 και 2 του Ν. 2214/1994 προκύπτει ότι ο πραγματικά επιδιωκόμενος σκοπός της εν λόγω διατάξεως είναι μόνον η εξασφάλιση του εκδοχέα, ήτοι του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και η παραχώρηση ασφαλείας προς αυτό ως προς την είσπραξη της απαιτήσεώς του και όχι η οριστική απόκτηση από αυτό (Τ.Π.Δ.) της απαιτήσεώς. Στην προκειμένη περίπτωση υφίστανται δύο συμβάσεις και, ειδικότερα, αυτή της βασικής αιτίας (σύμβαση δανείου) και αυτή της εκχωρήσεως μελλοντικών περιοδικών παροχών, δηλαδή των έναντι του εργοδότη του δανειολήπτη μελλοντικών περιοδικών απαιτήσεων των μηνιαίων αποδοχών χάριν καταβολής, περιεχόμενο της οποίας, κατά τα προεκτεθέντα, δεν είναι η, με μόνη την εκχώρηση, απόσβεση των εν λόγω μελλοντικών περιοδικών από το δάνειο, οφειλών προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και, κατ' επέκτασιν και του χρέους, αλλά η παροχή ασφάλειας από τον δανειολήπτη προς το Ταμείο. Επομένως, το γεγονός ότι ο δανειολήπτης έχει εκχωρήσει, χάριν καταβολής, τις μελλοντικές περιοδικές απαιτήσεις του κατά του εργοδότη του στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, με σύμβαση, που έχει συνάψει με το τελευταίο, δεν αποτελεί εμπόδιο για να ζητήσει την υπαγωγή του στην ρύθμιση του Ν. 3869/2010, διότι ο δανειολήπτης, παρά την εκχώρηση, εξακολουθεί να οφείλει εκ δανείου, καθόσον η ένδικη εκχώρηση δεν απόσβεσε την από το δάνειο οφειλή του (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 1031/2015). Κατά την ρύθμιση των οφειλών του υπερχρεωμένου δανειολήπτη δυνάμει των διατάξεων του Ν. 3869/2010, δεν τίθεται εν αμφιβολία η εγκυρότητα της συμβάσεως εκχωρήσεως, ούτε πρόκειται για καταγγελία αυτής εκ μέρους του εκχωρητή - δανειολήπτη, αλλά για εφαρμογή των αναγκαστικού δικαίου διατάξεων του Ν.3869/2010, οι οποίες, λόγω αυτής της φύσεώς τους, δεν καταργούν, αλλά επιδρούν στην συναφθείσα ενοχική σύμβαση εκχωρήσεως. η οποία είναι δυνατόν να αναπροσαρμόζεται και δη. να περιορίζεται κατά το μέτρο που υπαγορεύουν οι ανάγκες της ρυθμίσεως του Ν. 3869/2010. Σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, σκοπός της, εκ μέρους του δανειολήπτη, εκχωρήσεως, κατά το άρθρο 62 του Ν. 2214/1994, δεν είναι η οριστικοποίηση του ποσού της οφειλής προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, αλλά είναι η, σε κάθε περίπτωση, εξασφάλιση της αποπληρωμής της εν λόγω οφειλής, σε όποιο ποσό και αν ανέρχεται αυτή, με συνέπεια, αφενός μεν, τα παρακρατούμενα χρηματικά ποσά να αποτελούν μέρος του εισοδήματος του δανειολήπτη, αφετέρου δε, το Δικαστήριο, στα πλαίσια της ρυθμίσεως του χρέους του κατά τον Ν. 3869/2010, να δύναται να προβεί σε αναπροσαρμογή της οφειλής του δανειολήπτη προς το άνω Ν.Π.Δ.Δ. και, αντιστοίχως, στον περιορισμό της μηνιαίας δόσεως με βάση τις οικονομικές δυνατότητες του οφειλέτη, οπότε η εκχώρηση θα ισχύει, πλέον, για το ποσό που θα διατάξει το Δικαστήριο. Έτσι, η εν λόγω εκχώρηση κατά το άρθρο 62 του Ν. 2214/1994 θα εξακολουθεί να ισχύει παραλλήλως με την ρύθμιση του Ν. 3869/2010 και απλώς θα μεταβάλλεται το ποσοστό του μισθού, που θα παρακρατείται, το οποίο, προφανώς, θα πρέπει να βρίσκεται εντός των προαναφερομένων νόμιμων ορίων (Α.Π. 1054/2023).

 

Κατά την διάταξη του άρθρου 560 αριθμ 5 του Κ.Πολ.Δ., ο λόγος αναιρέσεως ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά τον νόμο, έλαβε υπ' όψιν του πράγματα, που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπ' όψιν πράγματα, που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Ως “πράγματα”, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, νοούνται οι νόμιμοι, παραδεκτοί, ορισμένοι και λυσιτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στην θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και, συνακολούθως, στηρίζουν το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, ενστάσεως, αντενστάσεως ή λόγου εφέσεως, όχι, όμως και οι μη νόμιμοι, απαράδεκτοι, αόριστοι και αλυσιτελείς ισχυρισμοί, οι οποίοι δεν ασκούν επίδραση στην έκβαση της δίκης και στους οποίους το δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει, ούτε οι αιτιολογημένες αρνήσεις και οι ισχυρισμοί που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου, τα οποία συνάγονται από την εκτίμηση των αποδείξεων, έστω και αν προτείνονται ως λόγοι εφέσεως (Ολ. Α.Π. 11/1996, Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 1162/2022, Α.Π. 3/2021, Α.Π. 322/2020, Α.Π. 5/2020). Επίσης, δεν αποτελούν «πράγματα» και τα επικαλούμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα και, πολύ περισσότερο, η αξιολόγηση από το δικαστήριο του περιεχομένου των εγγράφων και των λοιπών αποδεικτικών μέσων (Α.Π 1054/2023, Α.Π. 1162/2022, Α.Π. 5/2020, Α.Π. 1455/2009, Α.Π. 94/2008). Δεν ιδρύεται δε ο λόγος αυτός, όταν το δικαστήριο έλαβε υπ' όψιν τον προταθέντα ισχυρισμό ή τον λόγο εφέσεως και τον απέρριψε για οποιονδήποτε λόγο, ως απαράδεκτο ή αβάσιμο, γεγονός που σημαίνει ότι τον έλαβε υπ' όψιν (Ολ. Α.Π. 14/2004, Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 1162/2022, Α.Π. 15/2021, Α.Π. 14/2021, Α.Π. 595/2020, Α.Π. 1106/2019), αλλά και όταν το δικαστήριο αντιμετωπίζει και απορρίπτει κατ’ ουσίαν εκ των πραγμάτων προβληθέντα ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντίθετων προς αυτά που τον συγκροτούν (Α Π. 1054/2023, Α.Π. 1162/2022, Α.Π. 3/2021, Α.Π. 694/2020, Α.Π. 90/2019). Περαιτέρω, κατά την διάταξη του άρθρου 560 αριθμ 6 του Κ Πολ.Δ., όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1, άρθρο τρίτο του Ν. 4.335/2015, ο οποίος άρχισε να ισχύει από 1-1-2016, μεταξύ των άλλων και για τα ένδικα μέσα που κατατίθενται από την ημερομηνία αυτή (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 2 και 4 αυτού), όπως είναι η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως. κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, αναίρεση επιτρέπεται και αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και, ιδίως, αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ο λόγος αυτός δεν προβλεπόταν μεταξύ των περιοριστικώς αναφερόμενων, στο παραπάνω άρθρο, λόγων, όπως τούτο ίσχυε πριν αντικατασταθεί με τον Ν. 4335/2015. Από την διάταξη αυτή, που αποτελεί, όπως και εκείνη του άρθρου 559 αριθμ. 19 του ιδίου Κώδικα, κύρωση της παραβάσεως του άρθρου 93 παρ. 3 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο παρών λόγος αναιρέσεως ιδρύεται, όταν στην ελάσσονα πρόταση του νομικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά (έλλειψη αιτιολογίας) ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία, που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της (ανεπαρκής αιτιολογία) ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους (αντιφατική αιτιολογία). Δεν έχει, όμως, εφαρμογή η διάταξη αυτή, όταν οι ελλείψεις ανάγονται στην εκτίμηση των αποδείξεων και, ιδίως, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που εξάγεται απ' αυτές, γιατί στην κρίση του αυτή το δικαστήριο προβαίνει ανελέγκτως, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., εκτός αν δεν είναι σαφές και πλήρες το πόρισμα και για τον λόγο αυτόν καθίσταται αδύνατος ο αναιρετικός έλεγχος. Δηλαδή, μόνο το τι αποδείχθηκε ή δεν αποδείχθηκε είναι ανάγκη να εκτίθεται στην απόφαση πλήρως και σαφώς και όχι γιατί αποδείχθηκε ή γιατί δεν αποδείχθηκε. Τα επιχειρήματα του δικαστηρίου, που σχετίζονται με την εκτίμηση των αποδείξεων, δεν συνιστούν παραδοχές, με βάση τις οποίες διαμορφώνεται το αποδεικτικό πόρισμα και, άρα, δεν αποτελούν «αιτιολογία» της αποφάσεως, ώστε, στο πλαίσιο της υπ’ όψιν διατάξεως του άρθρου 560 αριθμ. 6 (ή 559 αριθμ. 19) του Κ.Πολ.Δ., αυτή να επιδέχεται μομφή για αντιφατικότητα ή ανεπάρκεια, ενώ δεν δημιουργείται ο ίδιος λόγος αναιρέσεως ούτε εξαιτίας του ότι το δικαστήριο δεν αναλύει ιδιαιτέρως και διεξοδικώς τα επιχειρήματα των διαδίκων, που δεν συνιστούν αυτοτελείς ισχυρισμούς, οπότε ο σχετικός λόγος αναιρέσεως είναι απαράδεκτος (Ολ. Α.Π. 6/2020, Ολ. Α.Π. 1/2020, Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 785/2022, Α.Π. 257/2020). Για την διαδικαστική πληρότητα του λόγου αναιρέσεως αυτού πρέπει να αναφέρεται σε τι συνίσταται η έλλειψη νομίμου βάσεως της αποφάσεως και, ειδικότερα, όταν προβάλλεται αιτίαση για ανεπαρκείς αιτιολογίες της, πρέπει να προσδιορίζονται στο αναιρετήριο ποια επιπλέον περιστατικά έπρεπε να αναφέρονται στην απόφαση, ώστε να είναι επαρκής η αιτιολογία της, ενώ, στην περίπτωση των αντιφατικών αιτιολογιών, πρέπει να αναφέρεται σε τι συνίσταται η αντίφαση / και από ποια αντιτιθέμενα μέρη των αιτιολογιών προκύπτει, χωρίς να αρκούν γενικές εκφράσεις για «ανεπάρκεια» και «αντίφαση» (Ολ. Α.Π. 20/2005, Α.Π. 1054/2023), καθώς και το ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και ως προς το οποίο, κατά τον αναιρεσείοντα, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση. Ως ζητήματα δε, των οποίων η μη αιτιολόγηση ή η αιτιολόγηση κατά τρόπο ανεπαρκή ή αντιφατικό στερεί από την απόφαση την νόμιμη βάση, νοούνται μόνον οι ισχυρισμοί, που έχουν αυτοτελή ύπαρξη, που τείνουν, δηλαδή, στην θεμελίωση ή κατάλυση του δικαιώματος που ασκήθηκε με αγωγή, ανταγωγή, ένσταση ή αντένσταση, είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο, όχι. όμως και τα πραγματικά ή νομικά επιχειρήματα, που συνέχονται με την αξιολόγηση και στάθμιση των αποδείξεων, για τα οποία η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεν ιδρύει τον ανωτέρω λόγο αναιρέσεως, γιατί το δικαστήριο προβαίνει ανελέγκτως στην κρίση του αυτή, κατ’ άρθρον 561 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. (Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 302/2020, Α.Π. 112/2016).

 

Από την παραδεκτή επισκόπηση, κατ’ άρθρον 561 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., της προσβαλλομένης, υπ’ αριθμ. 317/2017, αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης προκύπτει ότι το εν λόγω Δικαστήριο, ως προς την κρίση του που ενδιαφέρει την παρούσα αναιρετική δίκη, δέχθηκε τα ακόλουθα: «Ο αϊτών και η αιτούσα διάγουν και οι δύο το 44ο έτος της ηλικίας τους, έχουν δε δύο ανήλικα τέκνα, τον …, 15 ετών και τον … 7 ετών. Ο αιτών είναι συγκεκριμένα … στην Αλεξανδρούπολη, ενώ η αιτούσα απασχολείται ως το … Ο πρώτος αμείβεται με το ποσό των 1.191,65 ευρώ μηνιαίως και η δεύτερη κερδίζει το ποσό των 953,88 ευρώ μηνιαίως καθώς και ποσό των 10,20 ευρώ το μήνα, από τη δωρεάν παραχώρηση των δευτερευόντων ακινήτων της στο συνοικισμό… όπως προκύπτει από τις πιο πρόσφατες μισθοδοτικές καταστάσεις των αιτούντων του Μαρτίου 2017 και την πιο πρόσφατη αναλυτική κατάσταση για τα μισθώματα ακινήτων (Ε2) της αιτούσας φορολογικού έτους 2015. Συνεπώς, το συνολικό τους οικογενειακό εισόδημα ανέρχεται στο ποσό των 2.155,73 ευρώ. Επιπλέον, πάρει την υπ' αριθμ. ./01-12-2016 αίτηση - υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος για τη χορήγηση ενιαίου επιδόματος στήριξης τέκνων, το τελευταίο, που αναμένεται να προσδιοριστεί στο ποσό των 320,04 ευρώ ετησίως και άρα 26,00 ευρώ μηνιαίως, δεν του έχει καταβληθεί ακόμη για το έτος 2016. όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο αντίγραφο του βιβλιαρίου καταθέσεων της Τράπεζας Πειραιώς και όλα τα σχετικά έγγραφα του αιτούντος. Ως προς τα προηγούμενα χρόνια, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα, τα εισοδήματα των αιτούντων ήταν υψηλότερα. Ειδικότερα, το οικονομικό έτος 2009, τα ετήσια εισοδήματά τους ανέρχονταν για τον αιτούντα στο ποσό των 18.007,03 ευρώ και για την απούσα στο ποσό των 15.274,01 ευρώ, ήτοι συνολικά 33.281,04 ευρώ, ενώ μηνιαίως, για τον αιτούντα ανέρχονταν στο ποσό των 1.500,58 ευρώ, και για την αιτούσα στο ποσό των 1.272,83 ευρώ, ήτοι συνολικά 2.773,41 ευρώ. Το ποσό των 300,00 ευρώ, που ισχυρίστηκε η πληρεξούσια δικηγόρος του αιτούντος, ότι ελάμβανε ο τελευταίος μέχρι το 2012 ως επιμίσθιο από την ενασχόλησή του στο Ίδρυμα του Α Κ, αναπληρώνοντας το κενό του ψυχολόγου που υπήρχε, δεν αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό μέσο. Τότε συνήψαν και την από 12-05-2009 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου με το ΤΠΔ, συνολικού ύψους 248.118,00 ευρώ, εκ των οποίων τα 165.412,00 ευρώ χορηγήθηκαν στον αιτούντα και τα 82.706,00 ευρώ χορηγήθηκαν στην αιτούσα. Οι δε δόσεις που υποχρεώθηκαν να καταβάλλουν, είχαν συμφωνηθεί στο ποσό των 861,71 ευρώ για τον αιτούντα και στο ποσό των 430,86 ευρώ για την αιτούσα, ήτοι συνολικά το ποσό των 1.292,57 ευρώ.

Επιπλέον, τότε συνήψαν και την υπ’ αριθμ. ./18-12-2009 σύμβαση καταναλωτικού δανείου με την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, ήδη Τράπεζα Πειραιώς, ύψους 5.000,00 ευρώ, το οποίο είχε δόση 62,14 ευρώ (αφού το 10% αυτής ανερχόταν στο ποσό των 6,214 ευρώ), όπως προκύπτει από την από 05-08-2013 αναλυτική βεβαίωση οφειλών της ως άνω καθ’ ης. Συνεπώς, τότε ήταν σε θέση, με βάση τα εισοδήματα τους και τις οικογενειακές τους ανάγκες, να αποπληρώνουν τα δάνειά τους και να τους απομένει ποσό 1.418.70 ευρώ (2.773,41 - 1.292,57 -62,14) για να συντηρήσουν την τριμελή τότε οικογένεια τους. Στη συνέχεια, ήτοι το οικονομικό έτος 2012, μειώθηκαν τα εισοδήματά τους στο συνολικό ποσό των 30.363,37 ευρώ, εκ των οποίων ο αϊτών ελάμβανε ετησίως το ποσό των 16.657,81 ευρώ και η αιτούσα το ποσό των 13.705,56 ευρώ, συνεπώς μηνιαίως ο αϊτών κέρδιζε το ποσό των 1.388,15 ευρώ και η αιτούσα το ποσό των 1.142,13 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 2.530,28 ευρώ. Η μείωση που υπέστησαν και οι δύο ήταν της τάξης των 243,13 ευρώ μόλις, ενώ είχε εν τω μεταξύ προστεθεί ακόμα ένα μέλος στην οικογένεια τους, με τη γέννηση του δεύτερου τέκνου τους το 2010, και συνεπώς αυξήθηκαν οι δαπάνες τους κατά 221,00 ευρώ, όπως προσδιορίζεται ο πολλαπλασιαστής εξαρτώμενων τέκνων από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών για τον υπολογισμό των εύλογων δαπανών διαβίωσης της ΕΛΣΤΑΤ. Παρόλα αυτά, και παρόλο που το 2012, είχε ήδη ψηφιστεί ο Ν. 3869/2010 και υφίστατο η οικονομική κρίση, οι αιτούντες ανέλαβαν ακόμα δύο δάνεια. Ειδικότερα, συνήψαν την υπ’ αριθμ. ./26-04-2012 σύμβαση καταναλωτικού δανείου με την Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε., ύψους 23.642,68 ευρώ και την υπ' αριθμ. ./28-06- 2012 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου με τη Eurobank Ergasias Α.Ε., ύψους 16.200,00 ευρώ. Οι δόσεις που είχαν οριστεί για τα δάνεια αυτά ανέρχονταν για το μεν πρώτο στο ποσό των 260,82 ευρώ (αφού το 10% αυτής αντιστοιχούσε στο ποσό των 26,82 ευρώ) και για το δεύτερο στο ποσό των 89,10 ευρώ (αφού το 10% αυτής αντιστοιχούσε στο ποσό των 8,91 ευρώ) αντίστοιχα, όπως προκύπτει από τις από 05-08-2013 και 31-07-2013 αναλυτικές βεβαιώσεις οφειλών των ως άνω καθ’ ων. Συνεπώς, οι αιτούντες υπολογίζοντας το 2012 τις τραπεζικές τους υποχρεώσεις και τις οικογενειακές τους ανάγκες, έκριναν ότι μπορούσαν να συντηρούν την τετραμελή πλέον οικογένεια τους με το ποσό των 825,65 ευρώ το μήνα (2.530.28 το εισόδημά τους - 1.292,57 η δόση στο ΤΠΔ - 62,14 η δόση στην ΑΤΕ - 260,82 η δόση στην Τράπεζα Πειραιώς - 89,10 η δόση στη Eurobank), γεγονός που πράγματι συνέβαινε μέχρι και το Μάρτιο του 2013, όπως αναφέρουν οι ίδιοι στις αιτήσεις τους, ενώ σήμερα αποτιμούν τις μηνιαίες τους δαπάνες στο διπλάσιο σχεδόν ποσό των 1.500,00 ευρώ. Περαιτέρω, αξιοποιήσιμο περιουσιακό στοιχείο των αιτούντων που θα μπορούσε να εκποιηθεί και να αποφέρει κάποιο αξιόλογο τίμημα αποτελεί το 100% (50% έκαστος) μιας κάθετης συνιδιοκτησίας του ν.δ. 1024/71, υπό στοιχείο 1, που έχει πρόσοψη προς τις οδούς …. Το τμήμα αυτό έχει επιφάνεια 172,27 μ2 και συνορεύει βόρεια σε πλευρά 16,53 μ. με την οδό ., νότια εν μέρει σε πλευρά 4,60 μ. και εν μέρει σε πλευρά Θ.Η. με την υπό στοιχείο 2 κάθετη συνιδιοκτησία του ν.δ. 1024/71, ανατολικά εν μέρει σε πλευρά 10,09 μ. με την υπό στοιχείο 3 κάθετη συνιδιοκτησία του ν.δ. 1024/71 και εν μέρει σε πλευρά 0,87 μ. με την υπό στοιχείο 2 κάθετη συνιδιοκτησία του ν δ. 1024/71 και δυτικά εν μέρει σε πλευρά 9,74 μ. με την οδό . και εν μέρει σε πλευρά 1,23 με την υπό στοιχείο 2 κάθετη συνιδιοκτησία ν.δ. 1024/71, με εδαφική αναλογία 316,917ο/οο εξ αδιαιρέτου σε ένα οικόπεδο κείμενο στην Αλεξανδρούπολη στο Ο.Τ. ., στη συμβολή των οδών ., έκτασης 543,58 μ2, στο οποίο έχει κτιστεί η υπό στοιχείο ΜΕΖΟΝΕΤΑ ΕΝΑ (Μ-1) μεζονέτα, η οποία αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο και πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο όροφο, ήτοι από α) υπόγειο εμβαδού 52,60 μ2, όγκου 157,80 μ3, συγκείμενο από αποθήκη και λεβητοστάσιο, έχον είσοδο από τον ακάλυπτο της οικοδομής, που θα χρησιμεύσει ως βοηθητικός χώρος της κατοικίας, χωρίς ποσοστό στο οικόπεδο, συνορευόμενο βόρεια με μπάζωμα, νότια με υπόγειο της υπό στοιχείο Μ-2 μεζονέτας, ανατολικά με μπάζωμα και κλιμακοστάσιο του υπογείου και δυτικά με μπάζωμα. β) ισόγειο όροφο εμβαδού 52,14 μ2, όγκου 156,42 μ3. αποτελούμενο από σαλόνι, κουζίνα και wc, συνορευόμενο βόρεια με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και πέραν τούτου με την οδό ., νότια με ισόγειο της υπό στοιχείο Μ-2 μεζονέτας, ανατολικά με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και δυτικά με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και πέραν τούτου με την οδό . και γ) πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο, όροφο εμβαδού 40,18 μ2, όγκου 120.54 μ3. αποτελούμενο από δύο (2) δωμάτια και ένα ημιυπαίθριο χώρο εμβαδού 12,42 μ2, συνορευόμενο βόρεια με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και πέραν τούτου με την οδό ., νότια με πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο όροφο της υπό στοιχείο Μ-2 μεζονέτας, ανατολικά με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και δυτικά με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και πέραν τούτου με την οδό .. Η παραπάνω μεζονέτα (ισόγειο και πρώτος όροφος), έχει συνολικό εμβαδό 92,32 μ2, συνολικό όγκο 276.93 μ3 και έχει ως βοηθητικό χώρο - παρακολούθημα μία θέση στάθμευσης αυτοκινήτου που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής, εμβαδού 11,25 μ2, χωρίς δικαιούμενο ποσοστό στο όλο οικόπεδο, συνορευόμενη βόρεια με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και πέραν τούτου με την οδό Καρπασίας, νότια με ακάλυπτο χώρο οικοδομής, ανατολικά με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και δυτικά με ακάλυπτο χώρο οικοδομής και πέραν τούτου με την οδό .. Το παραπάνω ακίνητο, περιήλθε στην πλήρη κυριότητα των αιτούντων κατά τα ανωτέρω ποσοστά, δυνάμει του υπ' αριθμ. ./14-02-2009 συμβολαίου αγοραπωλησίας κάθετης συνιδιοκτησίας του ν.δ. 1024/71 μετά της επ’ αυτής μεζονέτας, του συμβολαιογράφου Αλεξανδρούπολης το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αλεξανδρούπολης, στον τόμο . και με α/α ., σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. ./01-08-2008 πράξη σύστασης καθέτου συνιδιοκτησίας του ν.δ. 1024/71, σύστασης οικοδομής του ιδίου ως μεταγράφει νόμιμα οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού άνω συμβολαιογράφου, η οποία έχει στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αλεξανδρούπολης στον τόμο . και με α/α . Την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση της ως άνω οικίας ζητούν οι αιτούντες, καθώς τη χρησιμοποιούν ως κύρια κατοικία, ενώ η αντικειμενική αξία της ανέρχεται στο ποσό των 88.943,62 ευρώ, ήτοι 44.471,81 ευρώ για το ποσοστό του 50% κάθε αιτούντος (βλ. προσκομιζόμενα Ε9 και ΕΝΦΙΑ 2016). Επίσης, ο αιτών έχει στην πλήρη κυριότητά του το 100% ενός οικοπέδου, που βρίσκεται στη θέση ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ, στη Σαμοθράκη, έκτασης 500,00 μ2, το οποίο συνορεύει με ιδιοκτησίες . και . και περιήλθε στην πλήρη κυριότητα του αιτούντος δυνάμει του υπ' αριθμ. ./21-11-1989 συμβολαίου  δωρεάς της τέως συμβολαιογράφου Χώρας Σαμοθράκης νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Σαμοθράκης στον τόμο . και με α/α ., με αντικειμενική αξία 4.000,00 ευρώ (βλ. Ε9 και ΕΝΦΙΑ 2016 αιτούντος). Ετέρωθεν, η αιτούσα έχει την πλήρη κυριότητα κατά ποσοστό 1/4 εξ αδιαιρέτου, στα κάτωθι ακίνητα: α) σε έναν αγρό, συνολικής έκτασης 5,500,00 μ2, με αριθμό τεμαχίου . Α' κατηγορίας, που βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του αγροκτήματος Καλλίπολης του Νομού Πέλλας, περιφέρειας του Δήμου Μενηίδος, β) σε ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, επί ενός αγρού, συνολικής έκτασης 2.563,00 μ2, με αριθμό τεμαχίου 619, Γ' κατηγορίας, που βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του αγροκτήματος . Νομού Πέλλας, περιφέρειας της πρώην Κοινότητας Τριφυλλιού και νυν Δήμου Μεγάλου Αλεξάνδρου, γ) σε έναν αγρό, συνολικής έκτασης 3.600,00 μ2, με αριθμό τεμαχίου 42, Β' κατηγορίας, που βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του αγροκτήματος Τριφυλλιού Νομού Πέλλας, περιφέρειας της πρώην Κοινότητας Τριφυλλιού και νυν Δήμου Μεγάλου Αλεξάνδρου, δ) σε έναν αγρό, συνολικής έκτασης 903,00 μ2, με αριθμό τεμαχίου ., που βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του αγροκτήματος Τριφυλλιού Νομού Πέλλας, περιφέρειας της πρώην Κοινότητας Τριφυλλιού και νυν Δήμου Μεγάλου Αλεξάνδρου, ε) σε διαιρετό και αυτοτελές τμήμα οικοπέδου, εμβαδού 1.430,00 μ2, συνολικής έκτασης 1.830,00 μ2, με αριθμό τεμαχίου ., που βρίσκεται στο υπ’ αριθμ. . Ο.Τ., στο συνοικισμό Τριφυλλιού Νομού Πέλλας, περιφέρειας πρώην Κοινότητας Τριφυλλιού και νυν Δήμου Μεγάλου Αλεξάνδρου, μέσα στο οποίο υπάρχουν κτισμένα: 1) ένας στάβλος, εμβαδού 71,82 μ2, 2) ένα Μ.Ο., εμβαδού 3.34 μ2, 3) ένα κοτέτσι, εμβαδού 21,89 μ2, 4) ένα υπόστεγο, εμβαδού 57,17 μ2 και 5) μία ισόγεια οικία, εμβαδού 80,84 μ2. Το ποσοστό της επί της ως άνω οικίας το έχει παραχωρήσει δωρεάν η απούσα στη μητέρα της και τον αδελφό της, οι οποίοι διαμένουν σε αυτήν Τα ανωτέρω ακίνητα περιήλθαν στην αιτούσα δυνάμει της υπ’ αριθμ. ./17-05-2007 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου η οποία μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου στον τόμο . και με α/α ..

 

Δεδομένης της αξίας των ως άνω ακινήτων τόσο του αιτούντος όσο και της απούσας, πλην της κύριας κατοικίας τους, αλλά και των ποσοστών επί αυτών που έχει στην κυριότητά της η αιτούσα, καθίστανται απρόσφορα για εκποίηση, ενόψει και των εξόδων αυτής. Τέλος, οι αιτούντες έχουν το 100% (50% έκαστος) της πλήρους κυριότητας ενός ΙΧΕ αυτοκινήτου μάρκας SCODA, τύπου OCTAVIA, χρώματος ασημί, με αριθμό κυκλοφορίας ΕΒΗ . και ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας την 02-01-2006, 1.595 κυβικών, του οποίου η εμπορική αξία και η παλαιότητά του δεν το καθιστά πρόσφορο προς εκποίηση, ενώ εξυπηρετούν και τις ανάγκες της οικογένειας. Το με αριθμό κυκλοφορίας ΕΒΚ ., ΙΧΕ αυτοκίνητο μάρκας SCODA, τύπου FΑΒΙΑ, χρώματος μαύρου, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας την 02-07-2007, 1.198 κυβικών, το οποίο ανήκε στους αιτούντες κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου και το περιγράφουν στις αιτήσεις τους, πωλήθηκε το 2014, λόγω ατυχήματος που υπέστη, όπως προκύπτει από τις προτάσεις τους Από τα παραπάνω, αποδεικνύεται ότι οι αιτούντες οδηγήθηκαν στην ανωτέρω κατάσταση ελλείψει δόλου, καθόσον δε συντρέχει δολιότητα με την ανάληψη των ανωτέρω δανειακών υποχρεώσεων των οποίων η εξυπηρέτηση είναι εκ των πραγμάτων επισφαλής. Θεωρούσαν δε ότι μπορούσαν να ανταποκριθούν σε αυτές τους τις υποχρεώσεις με βάση τα υψηλότερα κατά την ανάληψη των χρεών εισοδήματα τους, ενώ δεν ήταν σε θέση να προβλέψουν την οικονομική κρίση που θα ακολουθούσε, που οδήγησε σε περικοπές μισθών τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, ενώ και οι δαπάνες διαβίωσης και τα τρέχοντα έξοδα της μέσης ελληνικής οικογένειας έχουν αυξηθεί σημαντικά. Όλα αυτά τους οδήγησαν σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους. Συνεπώς το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι δεν ευθύνονται για την υπερχρέωσή τους. Η κρίση αυτή συνάγεται από την σχέση της ρευστότητας των αιτούντων προς τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους. Δηλαδή η σχέση αυτή είναι αρνητική υπό την έννοια ότι. μετά από την αφαίρεση των δαπανών για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών τους, η απολειπόμενη ρευστότητα δεν τους επιτρέπει να ανταποκριθούν στον όγκο των οφειλών τους ή τουλάχιστον σε ουσιώδες μέρος τους ... Εξάλλου, η αναγκαστική παρακράτηση από το μισθό των αιτούντων δεν συνεπάγεται και δυνατότητα ανταπόκρισης τους με το εισόδημά τους στη μηνιαία δόση όπως απαιτεί ο νόμος για την περίπτωση μη υπαγωγής, εφόσον άλλωστε η παρακράτηση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταποκριθούν σε βασικές δαπάνες. Άλλωστε το ληξιπρόθεσμο των οφειλών απαιτείται κατά νόμο ως στοιχείο για τη συγκρότηση της μόνιμης αδυναμίας και νομιμοποιεί τους αιτούντες προς υποβολή αίτησης προς υπαγωγή στη ρύθμιση ... Στην διαδικασία όμως της εκούσιας δικαιοδοσίας, σύμφωνα με την οποία εκδικάζονται οι αιτήσεις του νόμου αυτού, ισχύει το ανακριτικό σύστημα σύμφωνα με το 744 ΚΠολΔ, και ο δικαστής μπορεί να διαπιστώσει την αδυναμία των αιτούντων και από άλλα γεγονότα, ακόμα και αν δεν συντρέχει το ληξιπρόθεσμο. Μάλιστα, κατά τη γνώμη του δικαστηρίου αυτού, πρέπει η εφαρμογή του νόμου αυτού να τίθεται και υπό το πρίσμα της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, καθώς αφορά στην προστασία συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, όπως τη προστασία της προσωπικότητας, της οικογενειακής στέγης και του κοινωνικού κράτους δικαίου, σύμφωνα με τα οποία πρέπει ο οφειλέτης που αντικειμενικά αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του προς τους πιστωτές λόγω ανεπαρκούς εισοδήματος να υπάγεται στο νόμο όταν έχει οφειλές που δεν είναι ληξιπρόθεσμες, όχι όμως με τη βούληση του, καθώς στερείται τα στοιχειώδη λόγω της αναγκαστικής παρακράτησης της δόσης του. Άλλωστε θα καταστρατηγούνταν το πνεύμα του νόμου και θα ήταν άδικο και θα αποτελούσε άνιση και διακριτική μεταχείριση του οφειλέτη ο οποίος οφείλει σε έναν μόνο πιστωτή, να αποκλείεται από την υπαγωγή του στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου σε σχέση με τον οφειλέτη ο οποίος έχει και άλλες οφειλές, πέρα από αυτές για τις οποίες παρακρατείται από το μισθό του η μηνιαία δόση, οι οποίες είναι ληξιπρόθεσμες. Με βάση τα ανωτέρω οι ενστάσεις καταχρηστικότητας της αίτησης και δόλιας περιέλευσης των αιτούντων σε κατάσταση υπερχρέωσης που υποβάλλουν οι πιστωτές κρίνονται απορριπτέες ως ουσιαστικά αβάσιμες. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι ο οφειλέτης ο οποίος ζητά να υπαχθεί στις ευεργετικές γι’ αυτόν διατάξεις του νόμου, πρέπει από την πλευρά του να μειώσει στο ελάχιστο τις δαπάνες του μόνο στις απολύτως απαραίτητες για το προβλεπόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα των τριών έως πέντε ετών, και με δεδομένο ότι έλαβαν επιπρόσθετα δάνεια το έτος 2012, όπως προαναφέρθηκε, και εκτίμησαν ότι θα μπορούσαν να συντηρήσουν την τετραμελή οικογένειά τους με το ποσό των 825,65 ευρώ, ενώ και είχε συντελεστεί ήδη τότε μία μικρή μείωση στα εισοδήματά τους, εκτιμάται ότι το ποσό που δύνανται να διαθέτουν οι αιτούντες για την κάλυψη των οφειλών τους προς τις καθ' ων ανέρχεται στα 1.330,08 ευρώ (2.155,73 το οικογενειακό τους εισόδημα - 825,65), το οποίο κατανέμεται μεταξύ των αιτούντων, ανάλογα με τη συνεισφορά του καθενός στα οικογενειακά βάρη, ως εξής: 735,26 ευρώ για τον αιτούντα (1.191,65 : 2.155,73 = 55,28% X 1.330,08) και 594,82 ευρώ για την αιτούσα (1.330,08 - 735,26), ποσό το οποίο βρίσκεται εντός των οικονομικών δυνατοτήτων τους, με βάση τις δικές τους εκτιμήσεις όταν ανέλαβαν τα δάνεια το 2012. ΙΑ Όσο αφορά την Α' αίτηση σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεσή της, γεγονός που δεν αμφισβήτησαν οι καθ’ ων με ειδική άρνησή τους, συναγόμενης περί αυτού ομολογίας τους κατά την ερμηνευτική δικονομική μέθοδο του άρθρου 261 του ΚΠολΔ, ο αιτών (Α' αίτηση) είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία αυτά προς τους ανέγγυους και ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, με εξαίρεση τα παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένα δάνεια, των οποίων ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/10), ήτοι: 1. Με το πρώτο εκ των καθ’ ων, ήτοι το "ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ” καταρτίστηκε η υπ’ αριθμ. . σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 154.967,51 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης (βλ. προσαγόμενο αντίγραφο της από 06.08.2013 αναλυτικής κατάστασης οφειλών του ως άνω καθ’ ου). Η ως άνω απαίτηση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με υποθήκη Α' τάξης, εγγεγραμμένη στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αλεξανδρούπολης στον τόμο 286 και με α/α 60. επί της ανωτέρω κύριας κατοικίας του. 2. Με τη δεύτερη καθ’ ης “EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.” καταρτίσθηκε η υπ' αριθμ. . σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 16.262,37 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως εγγυητής (βλ. προσαγόμενο αντίγραφο της από 22.07.2013 αναλυτικής κατάστασης οφειλών της ως άνω καθ’ ης). Η ως άνω απαίτηση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκη, εγγεγραμμένη στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αλεξανδρούπολης στον τόμο . και με α/α ., επί της ανωτέρω κύριας κατοικίας του. 3. Με την τρίτη καθ' ης “ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.", τόσο αυτοτελώς όσο και ως ειδική διάδοχος της ΑΤΕ, καταρτίσθηκαν οι εξής. α) η υπ' αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 23.034,54 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης και β) η υπ' αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 3.693,50 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως εγγυητής (βλ. προσαγόμενο αντίγραφο της από 05.08.2013 αναλυτικής κατάστασης οφειλών της ως άνω καθ' ης). Το σύνολο λοιπόν της οφειλής του αιτούντος σε όλες τις πιστώτριες τράπεζες, ανέρχεται κατά κεφάλαιο και τόκους στο συνολικό ποσό των 197.957,92 ευρώ. ΙΙΑ. Όσο αφορά την Β' αίτηση σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεσή της, γεγονός που δεν αμφισβήτησαν οι καθ’ ων με ειδική άρνησή τους, συναγόμενης περί αυτού ομολογίας τους κατά την ερμηνευτική δικονομική μέθοδο του άρθρου 261 του ΚΠολΔ, η αιτούσα (Β' αίτηση) είχε αναλάβει τα παρακάτω χρέη, τα οποία αυτά προς τους ανέγγυους και ενέγγυους πιστωτές κατά πλάσμα του νόμου, θεωρούνται με την κοινοποίηση της αίτησης ληξιπρόθεσμα και υπολογίζονται με την τρέχουσα αξία τους κατά το χρόνο κοινοποίησης της αίτησης, με εξαίρεση το παρακάτω εμπραγμάτως ασφαλισμένο στεγαστικό δάνειο, του οποίου ο εκτοκισμός συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της απόφασης (αρθ. 6 παρ. 3 ν. 3869/10), ήτοι: 1. Με το πρώτο εκ των καθ’ ων, ήτοι το “ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ" καταρτίστηκε η υπ’ αριθμ. . σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 77.483,78 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτιδα (βλ. προσαγόμενο αντίγραφο της από 29.07.2013 αναλυτικής κατάστασης οφειλών του ως άνω καθ' ου). Η ως άνω απαίτηση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με υποθήκη Α’ τάξης, εγγεγραμμένη στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αλεξανδρούπολης στον τόμο . και με α/α ., επί της ανωτέρω κύριας κατοικίας της 2. Με τη δεύτερη καθ' ης "EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.” καταρτίσθηκε η υπ' αριθμ. . σύμβαση στεγαστικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 16.262.37 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτιδα (βλ. προσαγόμενο αντίγραφο της από 22.07.2013 αναλυτικής κατάστασης οφειλών της ως άνω καθ’ ης). Η ως άνω απαίτηση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκη, εγγεγραμμένη στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Αλεξανδρούπολης στον τόμο . και με α/α ., επί της ανωτέρω κύριας κατοικίας της. 3. Με την τρίτη καθ’ ης “ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α Ε ”, τόσο αυτοτελώς όσο και ως ειδική διάδοχος της ΑΤΕ, καταρτίσθηκαν οι εξής: α) η υπ’ αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 23.034,54 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως εγγυήτρια και β) η υπ' αριθμ. . σύμβαση καταναλωτικού δανείου, ποσού κατά κεφάλαιο και τόκους 3.693,50 ευρώ, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτιδα (βλ. προσαγόμενο αντίγραφο της από 05.08.2013 αναλυτικής κατάστασης οφειλών της ως άνω καθ’ ης). Το σύνολο λοιπόν της οφειλής της σε όλες τις πιστώτριες τράπεζες ανέρχεται κατά κεφάλαιο και τόκους στο συνολικό ποσό των 120.474,19 ευρώ». Με τις παραδοχές αυτές το Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης δέχθηκε τις αιτήσεις των αιτούντων και ήδη δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων ως εν μέρει βάσιμες κατ’ ουσίαν. Με τον πρώτο λόγο της αιτήσεως αναιρέσεως προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια από τους αριθμούς 5, εδάφ. β' και 6 του άρθρου 560 του ΚΠολ.Δ. που συνίσταται, αφενός μεν, στο ότι το δίκασαν Δικαστήριο με την απόφασή του δεν έλαβε υπ’ όψιν του τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος, για τα αίτια που οδήγησαν τους δύο πρώτους αναιρεσιβλήτους στον επιπλέον δανεισμό τους, το 2012, από την Εurobank, αφετέρου δε, αυτή στερείται νομίμου βάσεως και δη περιέχει ελλιπείς και αντιφατικές αιτιολογίες επί ζητήματος που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, αναφορικώς με την κατ’ ουσίαν απόρριψη της ενστάσεως που προέβαλε το αναιρεσείον, περί δόλιας περιελεύσεως των αιτούντων και ήδη δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων σε μόνιμη και γενική αδυναμία εξοφλήσεως των αναληφθεισών χρηματικών τους υποχρεώσεων. Ο αναιρετικός λόγος αυτός, κατά το πρώτο σκέλος του, κρίνεται απορριπτέος ως απαράδεκτος, καθόσον τα επικαλούμενα περιστατικά δεν συνιστούν αυτοτελή ισχυρισμό («πράγμα») κατά την έννοια του αριθμού 5 του άρθρου 560 του Κ.Πολ.Δ., αλλά επιχειρήματα αναγόμενα στην εκτίμηση των αποδείξεων και, ειδικότερα, στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, που έχει εξαχθεί από αυτές. Και αυτό, ανεξαρτήτως του ότι ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος, καθόσον και σύμφωνα με όσα έχουν εκτεθεί αναλυτικώς προηγουμένως, το Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης ερεύνησε τον ως άνω ισχυρισμό τού αναιρεσείοντος και τον απέρριψε ρητώς, αλλά και εκ των πραγμάτων, καταλήγοντας σε διαφορετικό πόρισμα από εκείνο, που το αναιρεσείον υποστηρίζει, αφού η απόφασή του περιέχει την παραδοχή ότι μεταβλήθηκαν οι οικονομικές συνθήκες εις βάρος των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων από τον χρόνο συνάψεως του πρώτου δανείου με το αναιρεσείον μέχρι την κατάθεση της ενδίκου αιτήσεως. Περαιτέρω, το δεύτερο σκέλος του ερευνόμενου λόγου πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, καθόσον το Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης. με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι οι αιτούντες με βάση τα μηνιαία εισοδήματά τους ήταν σε θέση να εξοφλούν τις αναληφθείσες δανειακές υποχρεώσεις τους. Ειδικότερα, δέχθηκε ότι το έτος 2009, οπότε οι αιτούντες συνήψαν την σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου με το αναιρεσείον και την σύμβαση καταναλωτικού δανείου με την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, με δεδομένο ότι οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές τους, ως συζύγων, ανέρχονταν σε 2.773,41 ευρώ, ενώ το σύνολο των μηνιαίων δόσεων προς τις ανωτέρω πιστώτριες ανέρχονταν σε 1.292,57 ευρώ, αυτοί ήταν σε θέση να αποπληρώνουν τα δάνειά τους. Περαιτέρω, το 2012, οπότε οι αιτούντες είχαν συνολικές μηνιαίες αποδοχές 2.530,28 ευρώ, κατέβαλαν στην Τράπεζα Πειραιώς και την Τράπεζα Eurobank Ergasias, για καταναλωτικό δάνειο, συνολικό ποσό δόσεων ύψους 349,92 ευρώ και συνολικώς για όλα τα δάνειά τους συνολικό ποσό 1.704,63 ευρώ, οπότε απέμενε μηνιαίο εισόδημα 825,65 ευρώ, ποσό με το οποίο μπορούσε να συντηρηθεί η τετραμελής οικογένειά τους.

 

Κατά την διάταξη του άρθρου 560 αριθμ. 1, εδάφ. α' του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται «αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών...". Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται. αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή αν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και αν εφαρμοσθεί εσφαλμένως, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσίαν, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται με βάση τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ανελέγκτως το δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν και την υπαγωγή τους στον νόμο και ο λόγος αναιρέσεως αυτός ιδρύεται, αν οι πραγματικές παραδοχές της αποφάσεως καθιστούν φανερή την παραβίαση. Με τον λόγο αυτόν δεν επιτρέπεται να πλήττεται η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, υπό την επίκληση ότι αυτή παραβίασε κανόνα ουσιαστικού δικαίου, που δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. (Ολ. Α.Π. 4/2021, Ολ. Α.Π. 1/2021, Α.Π. 1054/2023, Α.Π 1683/2022, Α.Π. 785/2022).

 

Με τον δεύτερο λόγο της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως το αναιρεσείον αποδίδει στην προσβαλλόμενη απόφαση την πλημμέλεια από τους αριθμούς 1 και 6 του άρθρου 560 Κ.Πολ.Δ., με την αιτίαση ότι το Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης παραβίασε ευθέως με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή και εκ πλαγίου με έλλειψη αιτιολογίας, τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. του Α.Κ., 62 του Ν. 2214/1994, 4 παρ. 1, 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 επειδή, όπως ισχυρίζεται, με την προσβαλλόμενη απόφασή του δεν διέταξε την συνέχιση της παρακρατήσεως από τις αποδοχές των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων των ποσών που καθορίσθηκαν καταβλητέα σε αυτό (αναιρεσείον) με την ρύθμιση του άρθρου 8 του Ν. 3.869/2010. Το Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης διέλαβε στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, όσον αφορά την ρύθμιση των χρεών των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων, κατ’ άρθρον 8 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 και την εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας τους, κατ’ άρθρον 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, τις ακόλουθες διατάξεις: Α) Όσον αφορά τον πρώτο αιτούντα: «Ρυθμίζει τα χρέη του αιτούντος με μηνιαίες καταβολές επί είκοσι (20) μήνες, συνολικού ποσού επτακοσίων τριάντα πέντε ευρώ και είκοσι έξι λεπτών (735,26 €), οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, επιμεριζόμενου του ως άνω ποσού συμμετρικά ως εξής: 1. Στο πρώτο εκ των καθ' ων. ήτοι το "ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ" για την οφειλή ύψους 154.967,51 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 575,56 ευρώ. 2. Στη δεύτερη καθ’ ης, ήτοι τη “EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.", για την οφειλή ύψους 16.262,37 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 60,36 ευρώ. 3. Στην τρίτη καθ' ης, ήτοι την “ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε” α) για την οφειλή ύψους 23.034,54 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 85,51 ευρώ και β) για την οφειλή ύψους 3.693,50 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 13,67 ευρώ. Εξαιρεί της εκποίησης το 50% της πλήρους κυριότητας μιας κάθετης συνιδιοκτησίας του ν.δ. 1024/71 υπό στοιχείο 1 που έχει πρόσοψη προς τις οδούς ., με εδαφική αναλογία 316.917ο/οο εξ αδιαιρέτου σε ένα οικόπεδο κείμενο στην Αλεξανδρούπολη στο Ο.Τ. ., στη συμβολή των οδών ., έκτασης 543,58 μ2 στο οποίο έχει κτιστεί η υπό στοιχείο ΜΕΖΟΝΕΤΑ ΕΝΑ (Μ-1) μεζονέτα, η οποία αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο και πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο όροφο, ήτοι από α) υπόγειο εμβαδού 52,60 μ2, όγκου 157,80 μ3, συγκείμενο από αποθήκη και λεβητοστάσιο, έχον είσοδο από τον ακάλυπτο της οικοδομής, που θα χρησιμεύσει ως βοηθητικός χώρος της κατοικίας, χωρίς ποσοστό στο οικόπεδο, β) ισόγειο όροφο εμβαδού 52,14 μ2, όγκου 156,42 μ3, αποτελούμενο από σαλόνι, κουζίνα και W.C. και γ) πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο όροφο εμβαδού 40,18 μ2. όγκου 120,54 μ3, αποτελούμενο από δύο (2) δωμάτια, W.C. και ένα ημιυπαίθριο χώρο εμβαδού 12,42 μ2. Η παραπάνω μεζονέτα (ισόγειο και πρώτος όροφος), έχει συνολικό εμβαδό 92,32 μ2, συνολικό όγκο 276,93 μ3 και έχει ως βοηθητικό χώρο - παρακολούθημα μία θέση στάθμευσης αυτοκινήτου που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής, εμβαδού 11,25 μ2, χωρίς δικαιούμενο ποσοστό στο όλο οικόπεδο. Επιβάλλει στον αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση του ποσοστού 50% της κύριας κατοικίας του για 20 έτη, μηνιαία δόση ύψους 148,23 ευρώ στο "ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ”, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της παρούσας. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα καταβάλλεται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την παρέλευση είκοσι ενός (21) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνεται εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο σταθερό επιτόκιο στεγαστικού δανείου που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, όπως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος και Β) Όσον αφορά την δεύτερη αιτούσα: «Ρυθμίζει τα χρέη της αιτούσας με μηνιαίες καταβολές επί είκοσι (20) μήνες, συνολικού ποσού πεντακοσίων ενενήντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα δύο λεπτών (594.82€), οι οποίες θα καταβάλλονται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης, επιμεριζόμενου του ως άνω ποσού συμμετρικά ως εξής: 1. Στο πρώτο εκ των καθ' ων, “ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ" για την οφειλή ύψους 77.483,78 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 382,52 ευρώ. 2. Στη δεύτερη καθ’ ης, ήτοι τη “EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.", για την οφειλή ύψους 16.262,37 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 80,30 ευρώ. 3. Στην τρίτη καθ’ ης, ήτοι την "ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε." α) για την οφειλή ύψους 23.034,54 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 113,72 ευρώ και β) για την οφειλή ύψους 3.693,50 ευρώ, θα καταβάλλει το ποσό των 18.20 ευρώ. Εξαιρεί της εκποίησης το 50% της πλήρους κυριότητας μιας κάθετης συνιδιοκτησίας του ν.δ. 1024/71, υπό στοιχείο 1 που έχει πρόσοψη προς τις οδούς ., με εδαφική αναλογία 316,917ο/οο εξ αδιαιρέτου σε ένα οικόπεδο κείμενο στην Αλεξανδρούπολη στο Ο.Τ. ., στη συμβολή των οδών ., έκτασης 543,58 μ2, στο οποίο έχει κτιστεί η υπό στοιχείο ΜΕΖΟΝΕΤΑ ΕΝΑ (Μ-1) μεζονέτα, η οποία αποτελείται από υπόγειο, ισόγειο και πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο όροφο, ήτοι από α) υπόγειο εμβαδού 52,60 μ2, όγκου 157,80 μ3, συγκείμενο από αποθήκη και λεβητοστάσιο, έχον είσοδο από τον ακάλυπτο της οικοδομής, που θα χρησιμεύσει ως βοηθητικός χώρος της κατοικίας, χωρίς ποσοστό στο οικόπεδο, β) ισόγειο όροφο εμβαδού 52,14 μ2. όγκου 156,42 μ3, αποτελούμενο από σαλόνι, κουζίνα και W.C. και γ) πρώτο (Α) πάνω από το ισόγειο όροφο εμβαδού 40,18 μ2, όγκου 120,54 μ3, αποτελούμενο από δύο (2) δωμάτια, W.C. και ένα ημιυπαίθριο χώρο εμβαδού 12,42 μ2. Η παραπάνω μεζονέτα (ισόγειο και πρώτος όροφος), έχει συνολικό εμβαδό 92,32 μ2, συνολικό όγκο 276,93 μ3 και έχει ως βοηθητικό χώρο - παρακολούθημα μία θέση στάθμευσης αυτοκινήτου που βρίσκεται στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής, εμβαδού 11,25 μ2, χωρίς δικαιούμενο ποσοστό στο όλο οικόπεδο. Επιβάλλει στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει για τη διάσωση του ποσοστού 50% της κύριας κατοικίας της για 20 έτη, μηνιαία δόση ύψους 148,23 ευρώ στο “ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ”, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της παρούσας. Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα καταβάλλεται εντός του πρώτου δεκαημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την παρέλευση είκοσι ενός (21) μηνών από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα γίνεται εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο σταθερό επιτόκιό στεγαστικού δανείου που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, όπως προκύπτει από το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος» Με αυτά που ανωτέρω διέλαβε το ως άνω δίκασαν Δικαστήριο, τόσο στις προεκτεθείσες παραδοχές της προσβαλλομένης αποφάσεως, όσον και στις προαναφερόμενες διατάξεις του διατακτικού της, σαφώς συνάγεται ότι δεν έθεσε εν αμφιβολία και δεν θεώρησε καταργηθείσα την μεταξύ του αναιρεσείοντος και της πρώτης αναιρεσίβλητης υφισταμένη σύμβαση εκχωρήσεως, αναφορικώς με τον τρόπο καταβολής των μηνιαίων δόσεων, (η οποία καταβολή συμφωνήθηκε, με βάση την εν λόγω μεταξύ τους συναφθείσα σύμβαση εκχωρήσεως, να γίνεται με παρακράτηση από το αναιρεσείον μέρους των μηνιαίων αποδοχών των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων - οφειλετών), αλλά, στα πλαίσια της ρυθμίσεως του χρέους κατά τον Ν. 3869/2010 των τελευταίων, αναπροσάρμοσε μόνο και, ειδικότερα, περιόρισε, κατά το μέτρο που έκρινε ότι υπαγορεύουν οι ανάγκες της ρυθμίσεως του νόμου αυτού και με βάση τις γενόμενες δεκτές οικονομικές δυνατότητες των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων, το ύψος του ποσού των μηνιαίων δόσεων, που οφείλουν να καταβάλουν οι τελευταίοι προς το αναιρεσείον, στα πλαίσια των διατάξεων των άρθρων 8 παρ. 2 και 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, τις οποίες εφάρμοσε, / ; χωρίς, όμως, να θίξει και χωρίς να μεταβάλει τον προαναφερόμενο τρόπο καταβολής τους, που συνίσταται στην παρακράτηση από τις μηνιαίες αποδοχές των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων, των καθορισθέντων πλέον, με την ρύθμιση του Ν. 3869/2010, μηνιαίων δόσεων, με βάση τις ως άνω μεταξύ των διαδίκων συμβάσεις εκχωρήσεως, που εξακολουθούν, κατά τα προαναφερθέντα στην νομική σκέψη της παρούσας, να ισχύει παραλλήλως με την ρύθμιση του Ν. 3869/2010 και απλώς το ως άνω Δικαστήριο της ουσίας μετέβαλε με τις ανωτέρω διατάξεις και παραδοχές του, το ύψος του ποσού μηνιαίως που θα παρακρατεί το αναιρεσείον από τις μηνιαίες αποδοχές των τελευταίων - οφειλετών και όχι, όπως προαναφέρεται, τον, με παρακράτηση από τις μηνιαίες αποδοχές τους, τρόπο καταβολής του Συνεπώς, ο δεύτερος αναιρετικός λόγος, με τον οποίο το αναιρεσείον διατείνεται ότι το Ειρηνοδικείο Αλεξανδρούπολης διέταξε ότι η ρύθμιση των χρεών των δύο πρώτων αναιρεσιβλήτων προς το αναιρεσείον δεν θα εξακολουθήσει να γίνεται με παρακράτηση αντιστοίχου τμήματος από τις μηνιαίες αποδοχές αυτών, με βάση τις μεταξύ τους συμβάσεως εκχωρήσεως, είναι αλυσιτελής, ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση και, ως εκ τούτου, απορριπτέος ως απαράδεκτος. Κατόπιν όλων αυτών και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως για να ερευνηθεί, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της. Διάταξη περί παραβόλου δεν ορίζεται, διότι το αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. δεν βαρύνεται με τέτοια υποχρέωση κατ’ άρθρον 28 παρ. 4 του Ν. 2579/1998 (Α.Π. 1784/2023, Α.Π. 1054/2023, Α.Π. 606/2023, Α.Π. 1047/2021, Α.Π. 930/2021, Α.Π. 1150/2019). Τέλος, στην παρούσα απόφαση δεν θα περιληφθεί διάταξη για δικαστικά έξοδα, κατά το άρθρο 746 του Κ.Πολ.Δ., έστω και αν πρόκειται για υπόθεση, που κρίνεται κατά τους κανόνες της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρ. 3 εδάφ. β’ του Ν. 3869/2010). γιατί η δικαστική διαδικασία του εν λόγω νόμου δεν επιτρέπει την εφαρμογή του άρθρου αυτού, καθώς επικρατεί η ειδικότερη ρύθμιση, που προβλέπει το άρθρο 8, παρ. 6, εδάφ. β' του πιο πάνω Ν. 3869/2010, κατά το οποίο «...Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται», που εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη (Ολ. Α.Π. 4/2023, Α.Π. 1784/2023, Α.Π. 606/2023).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Απορρίπτει την από 26-7-2021 αίτηση αναιρέσεως κατά της υπ' αριθμ. 317/2017 αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Αλεξανδρούπολης.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 28 Ιουνίου 2024.

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 24 Ιουλίου 2024.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ                                      Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ