ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΤρΕφΑθ 1970/2021
Συντηρητική
κατάσχεση δυνάμει πρωτόδικης απλώς αναγνωριστικής απόφασης. Προϋποθέσεις
επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης και αναστολής της τελευταίας. Πιθανολόγηση απαίτησης - δέχεται εν μέρει αίτηση αναστολής
- περιορίζει συντηρητική κατάσχεση.
ΔΙΚΑΣΜΟΣ: 4-2-2021
ΑΠ ΠIN ...
ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ : «ΣΥ.ΔΕ.ΣΥΣ.»
ΚΑΤΑ «... ABEE ΣΥΣΣΩΡΕΥΤΩΝ»
ΔΙΑΣΚΕΨΗ 18-2-2021
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 9-4-2021
Τριμελές Εφετείο Αθηνών 1970/2021
..................
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Η διάταξη του άρθρου 724 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με την § 2 του άρθρου πέμπτου
του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α' 87/23.7.2015), με έναρξη ισχύος την
1.1.2016 σύμφωνα με την § 4 του άρθρου ένατου του άρθρου 1 του ως άνω νόμου
(4335/2015), ορίζει ότι: «1. Ο δανειστής μπορεί με βάση οριστική απόφαση, καθώς
και με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων να ζητήσει εγγραφή προσημείωσης
υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου
για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί
με τη διαταγή πληρωμής. 2. Το δικαστήριο που εξέδωσε την οριστική απόφαση ή τη
διαταγή πληρωμής μπορεί με αίτηση εκείνου κατά του οποίου στρέφονται και κατά
τη διαδικασία του άρθρου 702 § 1, να αναστείλει ολικά ή εν μέρει την εκτέλεση
των ασφαλιστικών μέτρων που αναφέρονται στην § 1, αν πιθανολογείται η εξόφληση
ή η ανυπαρξία, ολική ή εν μέρει, της απαίτησης για την οποία έχει εκδοθεί η
οριστική απόφαση ή η διαταγή πληρωμής ή να περιορίσει την εκτέλεση σε ορισμένα
περιουσιακά στοιχεία, αν πιθανολογείται ότι τα στοιχεία αυτά είναι επαρκή για
την εξασφάλιση της απαίτησης». Από την παραπάνω διάταξη, όπως αυτή ήδη ισχύει,
μετά την τροποποίηση της με το ν.4335/2015 , προκύπτει ότι τίτλο για την
αυτοδύναμη εκ μέρους του δανειστή επιβολή και του ασφαλιστικού μέτρου της
συντηρητικής κατάσχεσης, ως εξασφαλιστικό μέτρο για την ικανοποίηση της
απαιτήσεως που του επιδικάστηκε, αποτελεί και η οριστική απόφαση που δεν είναι
προσωρινώς εκτελεστή, μόλις εκδοθεί, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη επίδοση
της στον οφειλέτη. Κατά την διατυπωθείσα δε άποψη που δέχεται και το παρόν
Δικαστήριο, ως ορθότερη, η οριστική απόφαση που εκδίδεται με πλήρη απόφαση για
την ασφαλιστέα απαίτηση και συνεπώς παρέχει περισσότερα εχέγγυα ορθής κρίσης σε
σχέση με την απόφαση ασφαλιστικών μέτρων (που αρκείται σε πιθανολόγηση),
αποτελεί τίτλο για την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή την επιβολή συντηρητικής
κατάσχεσης, ακόμη και αν δεν είναι καταψηφιστική αλλά
αναγνωριστική απλώς της ασφαλιστέας απαίτησης (βλ. Κράνης
Δ. Αρμ. 2020/2 και ο ίδιος σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, 2020, άρθρο 724. σελ. 223).
Αιτιολογείται δε η άποψη αυτή εκ του γεγονότος ότι στην αιτιολογική έκθεση του
νόμου 4335/2015 αναφέρεται ότι η διαταγή πληρωμής «δεν παρουσιάζει περισσότερα
εχέγγυα ορθής κρίσης από την οριστική απόφαση που δέχθηκε την αγωγή και
διέγνωσε την ισχύ της επικαλούμενης χρηματικής αξίωσης του δανειστή», και
συνεπώς υπό την έννοια μόνο της διάγνωσης γίνεται με, την νέα .ρύθμιση αναφορά
σε οριστική απόφαση επιδικάζουσα την ασφαλιστέα
απαίτηση (βλ. και ΑΠ 251/2020, όπου αναδεικνύεται ο οικείος προβληματισμός
χωρίς όμως να υιοθετείται συγκεκριμένη άποψη). ʼλλωστε για την
εγγραφή υποθήκης (ΑΚ
1263), όπως και για
την τροπή της
προσημείωσης σε υποθήκη (AK 1323 παρ. 2) αρκεί τελεσίδικη αναγνωριστική απόφαση
για την ασφαλιστέα απαίτηση. Την τελευταία αυτή άποψη υιοθετεί και το παρόν
δικαστήριο διότι, επιπλέον, σκοπός της διάταξης του άρθρ. 724 ΚΠολΔ, είναι να αποτραπεί, μέσω της απαγόρευσης διάθεσης
(βλ. άρθρ. 715 § 1, 4 ΚΠολΔ), ο επικείμενος κίνδυνος
αποξένωσης του οφειλέτη από περιουσιακά του στοιχεία προς ματαίωσης της
ικανοποίησης του δανειστή (ΕφΘεσσαλ. 656/2020 ΝΟΜΟΣ αντιθ. ΕΦΚΡΗΤ 12/2020 ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω, σε περίπτωση αυτοδύναμης επιβολής συντηρητικής κατάσχεσης με τίτλο οριστική
απόφαση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 724 § 1 του ΚΠολΔικ,
το δικαστήριο που την εξέδωσε, σε περίπτωση δε ασκήσεως ενδίκων μέσων το
δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, μπορεί, ύστερα από αίτηση του
οφειλέτη, εκείνου δηλαδή κατά του οποίου εκδόθηκε η απόφαση και βάσει αυτής
ενεγράφη προσημείωση υποθήκης λη επεβλήθη συντηρητική κατάσχεση να ζητήσει
αναστολή εκτέλεσης των ασφαλιστικών
μέτρων, που στηρίζονται σε οριστική απόφαση [για την ταυτότητα δε του νομικού
λόγου και η ανάκληση αυτών (ασφαλιστικών μέτρων)], δικαιολογείται όχι μόνον
όταν η ασφαλιζόμενη απαίτηση έχει εξοφληθεί ή είναι ανύπαρκτη, αλλά και όταν
δεν πιθανολογείται επικείμενος κίνδυνος ή επείγουσα περίπτωση για την επιβολή
τους, εφαρμοζόμενη η ως άνω διάταξη του άρθρου 724 § 2 του ΚΠολΔικ
αναλογικά (βλ. Δ. Κράνη, Συντηρητική κατάσχεση χρηματικής απαίτησης στα χέρια
τρίτου με τίτλο διαταγή πληρωμής, ΕλλΔνη 56, σ.
975-986, Β. Βαθρακοκοίλη, Κώδικας Πολιτικής
Δικονομίας, Ερμηνευτική - Νομολογιακή ανάλυση (κατ' άρθρο), τόμος Δ κάτω από
το άρθρο 724, § 7, σ. 263). Δεν μπορεί να θεωρηθεί δε, ότι αποτελεί επικείμενο
κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση πιθανή μεταβολή στο μέλλον της περιουσιακής
κατάστασης κάποιου προσώπου, γιατί με τέτοια εκδοχή θα δικαιολογούνταν η λήψη
ασφαλιστικών μέτρων, και μάλιστα με τη μορφή της συντηρητικής κατάσχεσης, σε
κάθε εκκρεμή αγωγή, ενόψει της ενδεχόμενης, κατά την κοινή πείρα και λογική,
μεταβολής ή ελάττωσης της περιουσιακής κατάστασης του διαδίκου, ενώ ούτε η
ελαττωμένη περιουσιακή κατάσταση του καθ' ου αρκεί για να δικαιολογήσει τη λήψη
του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης. Απαιτώντας, συνεπώς, ο
νόμος επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προφανώς την ύπαρξη
ασυνήθους ανάγκης για έκτακτη δικαστική προστασία του διαδίκου, δικαιολογημένη
από τη συνδρομή παρόντων πραγματικών περιστατικών και συγκεκριμένα κινδύνου
ματαίωσης της ικανοποίησης της απαίτησης, λόγω πιθανολόγησης
αποξένωσης του οφειλέτη από την κατασχετή περιουσία του, έτσι ώστε να είναι
αδύνατη στο μέλλον η επίσπευση εναντίον του αναγκαστικής εκτέλεσης, όταν κάποτε
ο δανειστής θα αποκτήσει τίτλο εκτελεστό, μετά τον τερματισμό της διαγνωστικής
δίκης ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής, ως τέτοιας νοούμενης εκείνης,
η οποία χρήζει άμεσης ρύθμισης με δικαστική παρέμβαση, λόγω ανάγκης για ταχεία
προστασία του ουσιαστικού δικαιώματος, το οποίο πρέπει να ασφαλισθεί από το
δικαιούχο, για να μην προξενηθεί, από τη βραδύτητα
της επίλυσης της διαφοράς, ουσιώδης και αναπότρεπτος κίνδυνος (ΕΦΑΘ 300/2019,
ΕΦΔΩΔ 158/2019, ΕΦΛΑΡ 6/2019 ΝΟΜΟΣ).
Στην υπό κρίση περίπτωση η αιτούσα
επικαλούμενη ότι η καθής, δυνάμει της με αριθμό
3577/2020 οριστικής αναγνωριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών,
εκδοθείσας κατ' αντιμωλία μεταξύ των αυτών διαδίκων, που ανεγνώρισε την
υποχρέωση της να καταβάλει στην καθ ής το ποσό των
456.576,45 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της
επίδοσης της αγωγής, επέβαλε συντηρητική κατάσχεση εις χείρας τρίτων και
ειδικότερα εις χείρας των τραπεζικών εταιριών με τις επωνυμίες «ALPHA BANK ΑΕ»,
«ΕΘΝΙΚΗ Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ», «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ» και «Eurobank
ΑΕ» και των αντίστοιχων τραπεζικών λογαριασμών που διατηρεί εκεί για το
συνολικό ποσό των 895.309,60 ευρώ, ότι η απαίτηση προς εξασφάλιση της οποίας
επιβλήθηκε το ανωτέρω ασφαλιστικό μέτρο είναι ανύπαρκτη, ότι δεν υφίσταται
επικείμενος κίνδυνος ή επείγουσα περίπτωση για την επιβολή αυτού και καταχρηστικότητα ως προς την άσκηση του δικαιώματος της καθ
ής για την αυτόβουλη επιβολή του ανωτέρω ασφαλιστικού
μέτρου, ζητεί, κατ' ορθή εκτίμηση του δικογράφου, να ανασταλεί η ενέργεια της
ανωτέρω οριστικής απόφασης ολικά ως τίτλου για την αυτοδύναμη επιβολή
συντηρητικής κατάσχεσης και την ανάκληση αυτής εφόσον, ως αναφέρεται στο
δικόγραφο, αυτή έχει ήδη υλοποιηθεί και να καταδικαστεί η καθ ής στη δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και
αιτήματα η ανωτέρω αίτηση αρμοδίως εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου,
που είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο, για να
συζητηθεί με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, εφόσον ενώπιον του Δικαστηρίου
τούτου έχει ασκηθεί και εκκρεμεί η από 11/12/2020 και με αριθμό εκθέσεως
καταθέσεως ./2020 έφεση της αιτούσας κατά της καθ ης και της προαναφερθείσας
οριστικής απόφασης, για το λόγο αυτό δε το Δικαστήριο τούτο είναι υλικά αρμόδιο
για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της συντηρητικής κατάσχεσης κατ' άρθρο 697 ΚΠολΔικ ως το δικαστήριο ενώπιον του οποίου ασκήθηκε το
ένδικο μέσο ή βοήθημα δηλ. ως δικαστήριο της κύριας δίκης (βλ. Χ. Απαλαγάκη Κ.Πολ.Δ. Ερμ. ΚατΛ άρθρο ό.π. υπ' άρθ. 724 σελ. 2071, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (Κράνη) ΚΠολΔ II (2000), άρθρ. 724 αριθ. 4, ΕφΘεσσαλ
656/2020 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η αίτηση είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις
των άρθρων 682, 702 παρ.1, 707 επ., 724 ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Με τον πρώτο λόγο η αιτούσα ζητεί την
αναστολή του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης, διότι αυτό
επιβλήθηκε με μη καταψηφιστική αλλά δυνάμει της με
αριθμό 3577/2020 αναγνωριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Ο
λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, αφού κατά την προεκτεθείσα
νομική σκέψη, κατά τη νομική άποψη που ακολουθεί το παρόν Δικαστήριο για την
εφαρμογή του άρθρου 724 παρ.1 ΚΠολΔικ αρκεί και
αναγνωριστική οριστική απόφαση, όπως στην προκείμενη περίπτωση. Συνεπώς, ορθώς
επιβλήθηκε η συντηρητική κατάσχεση δυνάμει της συγκεκριμένης αναγνωριστικής
απόφασης, η οποία περιέχει πλήρη διάγνωση της διαφοράς. Από το σύνολο των
εγγράφων που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται με τα νομίμως
κατατεθέντα σημειώματα τους και την εκτίμηση των με αριθμούς ... και ./3-2-2021
ενόρκων βεβαιώσεων της ... και ... ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ...
κατόπιν της από 28/1/2021 κλήσης της αιτούσας προς την αντίδικο της (σχετ. η με αρ. ./29-1-2021 έκθεση επίδοσης της δικαστικής
επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ...) και της με αρ. ./2021 ένορκης
βεβαίωσης της ... ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών ..., κατόπιν νομίμου
κλητεύσεως της αντιδίκου της καθ' ης η αίτηση (σχετ.
η με αριθμ. .../2021 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού
επιμελητή Πειραιά ....), καθώς και από την εκτίμηση των ένορκων καταθέσεων των
μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του
πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και
περιλαμβάνονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της υπ' αρ. 1046/2015
απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της με αρ. .../10-8-2015
έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του ..., της από 19/1/2010 γνωμοδότησης του ... και
της από Δεκεμβρίου 2015 έκθεσης του ..., πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά
περιστατικά σχετικά με τους υπόλοιπους λόγους της αίτησης αναστολής : Η καθ ης
η αίτηση άσκησε εις βάρος της αιτούσας και των μη διαδίκων στην παρούσα δίκη
..., ... και ..., ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την με αριθμό
κατάθεσης 14/4/2010 και με αρ. Εκθεσ.καταθ. .../2010
αγωγή της με την οποία ζητούσε να υποχρεωθούν όλοι οι εναγόμενοι ευθυνόμενοι σε
ολόκληρον ο καθένας να της καταβάλουν : α) το ποσό
των 485.345 ευρώ ως αποζημίωση για την ζημία που υπέστη από την αντισυμβατική
τιμολόγηση την οποία έκανε η εναγομένη - αιτούσα εταιρεία στο πλαίσιο των από
21/12/2010 και 1/7/2011 νέων συμβάσεων συνεργασίας (ανακυκλωτή)
άλλως κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, β) το ποσό των 57.427
ευρώ ως διαφυγόν κέρδος και γ) το ποσό των 900.000 ευρώ ως χρηματική
ικανοποίηση λόγω της ηθικής της βλάβης της, και όλα τα ποσά νομιμότοκα
από την επίδοση της αγωγής καθώς και να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή
και να απαγγελθεί κατά των εναγομένων φυσικών προσώπων προσωπική κράτηση ως
μέσον αναγκαστικής εκτέλεσης της εκδοθησόμενης
απόφασης. Με την αγωγή αυτή συνεκδικάστηκαν και οι
από 14/7/2011, 21/9/2010, 4/10/2010, και 20/10/2010 αγωγές της νυν αιτούσας και
των ..., ... και ..., αντιστοίχως, κατά της εδώ καθ ης, κατά τη δικάσιμο της
13/3/2014, κατά την οποία η ενάγουσα στην πρώτη αγωγή και νυν καθ ης η αίτηση
έτρεψε παραδεκτώς το καταψηφιστικό
της αίτημα σε αναγνωριστικό. Επ' αυτών των αγωγών εκδόθηκε η με αριθμό
1046/2015 εν μέρει οριστική απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία
απέρριψε τις ως άνω συνεκδικαζόμενες από 14/7/2011,
21/9/2010, 4/10/2010, και 20/10/2010 αγωγές καθώς και την από 14/4/2010 αγωγή
της νυν καθ ης η αίτηση ως προς τους αρχικώς συνεναγομένους
της νυν αιτούσας καθώς και ως προς την βάση της αδικοπρακτικής
ευθύνης της αιτούσας και ως προς το κονδύλιο των διαφυγόντων κερδών και της
χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ενώ ως προς την τελευταία διέταξε
την επανάληψη της συζήτησης της αγωγής, προκειμένου να διεξαχθεί
πραγματογνωμοσύνη, η οποία αφού διεξήχθη, εκδόθηκε τελικά η υπ αρ.
3577/19-11-2020 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία έγινε η
αγωγή εν μέρει δεκτή ως προς την αιτούσα και αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της να
καταβάλει στην ενάγουσα και νυν καθ ης το ποσό των 456.576,45 ευρώ ως
αποζημίωση με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Δυνάμει
της αναγνωριστικής αυτής απόφασης και του από 26/11/2020 κατασχετηρίου, η
ενάγουσα - καθ ης η αίτηση, επέβαλε συντηρητική κατάσχεση δυνάμει των άρθρων
712 και 724 παρ. 1 ΚΠολΔικ
κατά της εναγομένης εταιρείας εις χείρας των τρίτων τραπεζών με τις επωνυμίες
«ALPHA BANK ΑΕ», «ΕΘΝΙΚΗ Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ», «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΕ» και «Eurobank ΑΕ» και των αντίστοιχων τραπεζικών λογαριασμών που
διατηρεί εκεί για το συνολικό ποσό των 895.309,60 ευρώ, χωρίς να είναι δυνατόν
λόγω των ειδικών περιστάσεων της πανδημίας να προβούν αυτές σε θετική δήλωση,
ώστε να γνωρίζει η καθ ης αλλά και το παρόν Δικαστήριο επακριβώς σε ποια
τράπεζα, ποιον λογαριασμό και για ποιο ποσό επιβλήθηκε τελικά η συντηρητική
κατάσχεση. Μόνη πηγή γνώσης είναι η αιτούσα και οι δηλώσεις της σχετικά με τα
ανωτέρω ζητήματα, καθώς και τα έγγραφα που προσκόμισε, όπως κατωτέρω ειδικότερα
θα εκτεθεί. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε την από 11/12/2020 και με αρ. Εκθεσ. Καταθ. .../2020 εμπρόθεσμη
έφεση η εν μέρει ηττηθείσα διάδικος και νυν αιτούσα ζητώντας την εξαφάνιση της,
για τους εκεί αναφερόμενους λόγους, προκειμένου ν απορριφθεί η αγωγή εναντίον
της στο σύνολο της. Τους λόγους αυτούς επικαλείται και με την παρούσα αίτηση
ανάκλησης ως λόγους ανυπαρξίας της απαίτησης της καθ ης η αίτηση. Δεδομένου
ότι η διάταξη του άρθρου 724 παρ.2 ΚΠολΔικ δεν θέτει
ως προϋπόθεση της ανάκλησης την ευδοκίμηση της έφεσης αλλά την πιθανολόγηση της ανυπαρξίας ή της εξόφλησης της απαίτησης
για την οποία έχει εκδοθεί η απόφαση, οι πρώτος και δεύτερος λόγοι έφεσης με
τους οποίους βάλλεται η εκκαλουμένη, διότι δεν απορρίφθηκε η αγωγή ως αόριστη
και ως καταχρηστική, που αποτελούν και λόγους ανάκλησης πρέπει ν απορριφθούν ως
απαράδεκτοι, αφού δεν αφορούν την ανυπαρξία ή την εξόφληση της απαίτησης.
Περαιτέρω από όλα τα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία δεν πιθανολογήθηκε ούτε η
εξόφληση της απαίτησης της ενάγουσας από την εναγομένη (την οποία εξάλλου η
εναγομένη δεν επικαλείται) ούτε η ανυπαρξία αυτής, όπως ισχυρίζεται αυτή. Αντιθέτως,
πιθανολογήθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο του 2005 έως τον
ίδιο μήνα του 2008 η εναγομένη - νυν αιτούσα μεταβίβασε συνολικά στην ενάγουσα
- νυν καθ ης η αίτηση στο πλαίσιο της μεταξύ τους συνεργασίας 3.196.450 κιλά
χρησιμοποιημένων συσσωρευτών και έλαβε από την ενάγουσα εταιρεία ως αντίτιμο
(χρηματική εισφορά) το συνολικό ποσό του 1.127.289,52 ευρώ βάσει της τιμής ανά
κιλό που καθόριζε το ΔΣ της εναγομένης. Ωστόσο, το αντίτιμο (Χρηματική εισφορά)
που έπρεπε η ενάγουσα να καταβάλει στην εναγομένη για την ως άνω ποσότητα,
εφαρμοζόμενου του μαθηματικού τύπου που έχει συμπεριληφθεί στην από 01/12/2004
σύμβαση συνεργασίας για τον υπολογισμό της χρηματικής εισφοράς, ανέρχεται στο
συνολικό ποσό των 670.713, 07 ευρώ. Επομένως, το επιπλέον ποσό που κατέβαλε η
ενάγουσα, ήτοι το ποσό των 456.576,45 ευρώ (1.127.289,52 ευρώ - 670.713,07
ευρώ) συνιστά την περιουσιακή ζημία που υπέστη εκ του εσφαλμένου τρόπου
προσδιορισμού της τιμής που η εναγομένη ισχυρίζεται ότι είναι ορθός πράγμα που
δεν πιθανολογήθηκε, και ως εκ τούτου η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στην
ενάγουσα το εν λόγω ποσό της αποζημίωσης νομιμοτόκως
από την επομένη της επίδοσης της αγωγής. Περαιτέρω πιθανολογείται ότι στην
προκειμένη περίπτωση συντρέχει επικείμενος κίνδυνος και επείγουσα περίπτωση που
να δικαιολογεί την επιβολή του ανωτέρω ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής
κατάσχεσης που επέβαλε η καθ ής η αίτηση δυνάμει της
ανωτέρω οριστικής απόφασης, αφού πιθανολογείται ότι η αιτούσα που είναι μια μη
κερδοσκοπική εταιρεία, λειτουργεί αποκλειστικά από το ποσό των εισφορών των
διαχειριστών ηλεκτρικών συσσωρευτών, από αυτό καταβάλει τις εισφορές προς
τρίτους ήτοι στο Δημόσιο (φόρους, ασφαλιστικές εισφορές κ.λπ.) σε τρίτους
δανειστές της, όπως η ενάγουσα κ.λπ., τις μηνιαίες υποχρεώσεις της που
καταβάλλονται αποκλειστικά μέσω των λογαριασμών που διατηρεί στις Τράπεζες και
το εναπομένον ποσό αποτελεί το αφορολόγητο αποθεματικό του ν. 3220/2004 που
χρησιμοποιείται υποχρεωτικά για την κάλυψη των ζημιών των επόμενων χρήσεων.
Από τα προσκομιζόμενα δε σχετικά έγγραφα
από την αιτούσα πιθανολογείται ότι δεν οφείλει στο Δημόσιο και καλύπτει
επιτυχώς τις μηνιαίες δαπάνες της, όμως η ίδια δια της αιτήσεως και του
σημειώματος της εκθέτει πως μείωσε τις λειτουργικές δαπάνες της και μειώθηκε
και ο κύκλος εργασιών της αφενός μετά την αποχώρηση αρκετών διαχειριστών από
αυτήν και αφετέρου λόγω της απαγόρευσης που επέβαλε ο ν. 4497/2017 στη συλλογή
και πώληση μολύβδου. Τούτα επιβεβαιώνουν και οι ενόρκως εξετασθείσες
μάρτυρες της ... και ... που προσθέτουν την δύσκολη οικονομική θέση στην οποία
περιήλθε η αιτούσα λόγω της κρίσης και της πανδημίας, καθώς και ότι εκ του
νόμου απαγορεύεται ν αποκτήσει ακίνητη περιουσία, ικανή να ικανοποιήσει τους
τρίτους δανειστές της, όπως η καθ ης εταιρεία. Επιπλέον, από την από 14/7/2020
έκθεση διαχείρισης της αιτούσας για τη χρήση του 2019 που κατατέθηκε στην
αρμόδια υπηρεσία ΓΈΜΗ, προκύπτει ότι οι φορολογικές υποχρεώσεις της εταιρείας
για τις χρήσεις από 2014 έως 2019 δεν έχουν ελεγχθεί και δεν κρίνονται οριστικά
τα φορολογικά της αποτελέσματα, η εταιρεία δε δεν έχει προβεί σε εκτίμηση
προσθέτων φόρων και προσαυξήσεων που πιθανόν της καταλογιστούν σε μελλοντικό
έλεγχο ούτε έχει σχηματίσει σχετική πρόβλεψη. Περαιτέρω, η ευδοκίμηση της
αγωγής της καθ ης εκτιμάται από την αιτούσα ως αδύνατη και δεν υπολογίζεται
αρνητικά, ενώ αναφέρεται ως εκκρεμής η από 23/1/2019 αγωγή του ... επί της
οποίας όμως εκδόθηκε η με αρ. 1494/2020 απόφαση του Εφετείου Αθηνών με την
οποία αναγνωρίστηκε η υποχρέωση της αιτούσας έναντι του ... για καταβολή ποσού
583.829,02 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων 23.000 ευρώ, της οποίας η
ισχύς ανεστάλη κατ' άρθρο 565 παρ.2 ΚΠολΔικ δυνάμει
της με αριθμό 108/2020 απόφασης του Β1 πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου
μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της από 27/4/2020 αίτησης αναίρεσης. Από την ίδια
έκθεση διαχείρισης το ειδικό αποθεματικό της εκτιμάται σε 1.356.515,09 ευρώ ενώ
από τη σύγκριση του με τα αποθεματικά προηγούμενων ετών βαίνει σταθερά
μειούμενο (σχετ. η με αρ. 6884/2018 απόφαση
Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, καθώς και το
έγγραφο για την καθαρή θέση της αιτούσας χρήσεως 2019 και 2020 εκ του
λογιστηρίου της). Οι τραπεζικοί λογαριασμοί που διατηρεί βάσει των στοιχείων
που παρέθεσε η ίδια, ελλείψει αντίστοιχων δηλώσεων εκ των τραπεζών, ... στην
ALPHA BANK ποσού 603.907,80 ευρώ, β) ο υπ' αρ. ... λογαριασμός στην ΕΘΝΙΚΗ
ΤΡΑΠΕΖΑ, ποσού 85,48 ευρώ, γ) ο υπ' αρ. ... λογαριασμός στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ,
ποσού 44.320,84 ευρώ και δ) ο υπ' αρ. ... λογαριασμός στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, ποσού
16.710,98 ευρώ ενώ τα μηνιαία έξοδα της ανέρχονται σε 28.170 ευρώ. Εκ των
ανωτέρω πιθανολογείται ότι επίκειται κίνδυνος να μην ικανοποιηθεί η απαίτηση
της καθ' ης η αίτηση από την αναγκαστική εκτέλεση της υπ' αρ. 3577/2020
απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εφόσον καταστεί τελεσίδικη, αφενός
από την επιβάρυνση της περιουσίας της αιτούσας από οφειλές προς τρίτους και
αφετέρου λόγω μείωσης των περιουσιακών της στοιχείων. Ωστόσο η επιβληθείσα,
κατά τα προαναφερόμενα, συντηρητική κατάσχεση, σε όλους τους προαναφερθέντες
λογαριασμούς της αιτούσας μέχρι του ποσού των 895.309,60 ευρώ, πιθανολογείται
ότι παραλύει την επιχείρηση της αιτούσας και ουσιαστικά την οδηγεί στην παύση
λειτουργίας της, λαμβανομένου υπόψη ότι οι εισπράξεις των απαιτήσεων της και η καταβολή
των ληξιπρόθεσμων οφειλών της γίνεται μέσω των παραπάνω τραπεζικών λογαριασμών,
επί των οποίων επιβλήθηκε συντηρητική κατάσχεση και δεσμεύτηκε το υπόλοιπο
αυτών δηλαδή υπερβαίνει το προσήκον και αναγκαίο μέτρο για την εξασφάλιση του
δικαιώματος της καθ ης. Για το λόγο αυτό, γενομένης της αίτησης δεκτής και ως
εν μέρει ουσιαστικά βάσιμης, αφού η επιβολή της συντηρητικής κατάσχεσης υπό τις
ανωτέρω συνθήκες δεν πιθανολογείται ως καταχρηστική, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται
με τον πέμπτο λόγο η αιτούσα, πρέπει να ανασταλεί εν μέρει η ισχύς της υπ' αρ.
3577/2020 αναγνωριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ως τίτλου
για την αυτοδύναμη επιβολή της συντηρητικής κατάσχεσης και να ανακληθεί η
δυνάμει αυτής συντηρητική κατάσχεση
στους υπ' αρ. ..., ... και ... λογαριασμούς που διατηρεί η αιτούσα στην
ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, καθώς και η επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση στον υπ' αρ. GR
... λογαριασμό της αιτούσας στην ALPHA BANK για το πέραν των 500.000 ποσό και
διατηρεί τη συντηρητική κατάσχεση σε αυτόν το λογαριασμό μέχρι του ποσού των
500.000 ευρώ. Το δε αίτημα της καθ' ης, περί επίδειξης των εγγράφων που κατέχει
η αντίδικος της, που υποβλήθηκε με τις προτάσεις της (άρθρα 450, 451 ΚΠολΔ), ήτοι των βεβαιώσεων των τραπεζών στα χέρια των
οποίων επιβλήθηκε η συντηρητική κατάσχεση και της απόφασης αναστολής της υπ
αρ. 1494/2020 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, πρέπει να απορριφθεί, καθόσον
ενόψει των όσων παραπάνω αναφέρθηκαν, που, κατά πιθανολόγηση,
έγιναν δεκτά. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των
διαδίκων, στο σύνολο τους, λόγω του ιδιαιτέρως δυσερμήνευτου των διατάξεων που
εφαρμόστηκαν, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της αποφάσεως (αρθ. 179 ΚπολΔικ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση εν μέρει.
ΔΙΑΤΑΖΕΙ την εν μέρει αναστολή της
ενέργειας της υπ' αριθ. 3577/2020 οριστικής αποφάσεως του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Αθηνών ως τίτλου για την αυτοδύναμη επιβολή συντηρητικής
κατάσχεσης επί των τραπεζικών λογαριασμών της αιτούσας, καθώς και την ανάκληση
της ήδη επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης, δυνάμει της ως άνω οριστικής
απόφασης επί των υπ αρ. ..., ... και ... λογαριασμών που διατηρεί η αιτούσα
στην ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, καθώς και της επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης στον
υπ' αρ. GR ... λογαριασμό της αιτούσας στην ALPHA BANK για το πέραν των 500.000
ποσό και διατηρεί τη συντηρητική κατάσχεση στον αμέσως ανωτέρω λογαριασμό στην
ALPHA BANK μέχρι του ποσού των 500.000 ευρώ.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των
διάδικων.
Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ