ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΕφ(Ακ) 360/2021

 

Προϋποθέσεις νομιμότητας πράξεως αναδασώσεως. Ακριβής προσδιορισμός του εμβαδού και των ορίων εκτάσεως ως προϋπόθεση της νομιμότητας πράξεως κηρύξεως αναδασώσεως.

 

 

Αριθμός απόφασης: 360/2021

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

Τμήμα Ι΄

 

Με μέλη τους: Χρυσάνθη Ζαΐρη, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Παύλο Ζαμπετίδη και Αικατερίνη Παπαδοπούλου, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων.

 

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε   δημόσια στο ακροατήριό του, στις 15 Μαρτίου 2019, με γραμματέα τον Ιωάννη Κουρή, για να δικάσει την από 9 Ιανουαρίου 2014 αίτηση ακυρώσεως (αριθ. καταχ. ΑΚ./9-1-2014).

 

τ η ς  Α.Ε. με την επωνυμία «. ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΧΑΡΤΟΥ Α.Ε.Β.Ε.» που εδρεύει στο Κορωπί Αττικής (., Τμήμα Κορωπίου Μαρκοπούλου) και παραστάθηκε με τους δικηγόρους Αιμιλιανό Κοτσώνη και Απόστολο  Παπακωνσταντίνου, τους οποίους διόρισε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο.

 

κ α τ ά  των 1) Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και ήδη Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και 2) Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Διεύθυνση Δασών Ανατολικής Αττικής), οι οποίοι παραστάθηκαν με την Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.) Γεωργία Καφήρα, η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.1 του Ν.4509/2017, περί μη εμφάνισής της.

 

Κατά τη δημόσια συζήτηση που ακολούθησε, το Δικαστήριο άκουσε:

 

την εισηγήτρια της υπόθεσης, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, Αικατερίνη Παπαδοπούλου, που διάβασε τη σχετική έκθεσή της και εξέθεσε τα ζητήματα που προκύπτουν.

 

τ ο υ ς  πληρεξούσιους  της αιτούσας, που ανέπτυξαν και προφορικά τους λόγους ακύρωσης και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση.

 

Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και, αφού

 

μ ε λ έ τ η σ ε   τη δικογραφία και τις σχετικές διατάξεις,

 

α π ο φ α σ ί ζ ε ι   τα εξής:

 

1. Επειδή, για την κρινόμενη αίτηση έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (βλ. τα  ./9-1-2014 ειδικά έντυπα παραβόλου, σειράς Α).

 

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, όπως συμπληρώθηκε με το από 20/10/2016 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της 4969/πε/20-3-2013 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Δ΄181/8-4-2013), με την οποία κηρύχθηκε ως αναδασωτέα έκταση συνολικού εμβαδού 5,131 στρ. στη θέση «Τζήμα Κλωσσάρι» του Δήμου Κρωπίας της Περιφερειακής Ενότητας Αν. Αττικής, επί της οποίας η αιτούσα εταιρία προβάλλει δικαίωμα κυριότητας.

 

3. Επειδή, στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό». Εξάλλου, κατά το άρθρο 38 παρ. 1 του Ν.998/1989 (Α' 289), «Κηρύσσονται υποχρεωτικώς ως αναδασωτέα τα δάση και αι δασικαί εκτάσεις, ανεξαρτήτως της ειδικωτέρας κατηγορίας αυτών ή της θέσεως εις ήν ευρίσκονται, εφ όσον ταύτα καταστρέφονται ή αποψιλούνται συνεπεία πυρκαϊάς ή παρανόμου υλοτομίας αυτών », κατά δε το άρθρο 41 παρ. 1 του ίδιου νόμου «Η κήρυξις εκτάσεων ως αναδασωτέων ενεργείται δι αποφάσεως του οικείου νομάρχου [και, ήδη, του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, Ν.2503/1997 (Α΄ 107)], καθοριζούσης σαφώς τα όρια της εκτάσεως η οποία κηρύσσεται αναδασωτέα και συνοδευομένης υποχρεωτικώς υπό σχεδιαγράμματος, το οποίον δημοσιεύεται εν φωτοσμικρύνσει μετά της αποφάσεως εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως». Τέλος, σύμφωνα με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου 41 του Ν.998/1979 «Ειδικώς προκειμένου περί κηρύξεως εκτάσεων ως αναδασωτέων ένεκα μερικής ή ολικής καταστροφής δάσους ή δασικής εκτάσεως εκ πυρκαϊάς ή άλλης αιτίας εκ των εν άρθρω 38 παρ. 1 αναφερομένων, η κατά την παραγράφον 1 του παρόντος άρθρου απόφασις εκδίδεται μετά εισήγησιν της αρμοδίας δασικής υπηρεσίας, υποχρεωτικώς εντός τριών μηνών [ήδη, δύο μηνών κατ άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 2040/1992 (Α΄ 70)] από της καταστολής της πυρκαϊάς ή της διαπιστώσεως της εξ άλλης αιτίας καταστροφής ».  Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, κάθε αποψιλούμενη δασική έκταση, δημόσια ή ιδιωτική, κηρύσσεται υποχρεωτικώς αναδασωτέα με μόνη την αντικειμενική διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων που προβλέπει η ως άνω συνταγματική διάταξη. Η απόφαση περί αναδάσωσης πρέπει να αιτιολογείται ως προς το χαρακτηρισμό της έκτασης ως δάσους ή δασικής έκτασης, καθώς και ως προς το πραγματικό γεγονός της καταστροφής της δασικής βλάστησης, η αιτιολογία δε αυτή μπορεί να συμπληρώνεται και από τα λοιπά στοιχεία του φακέλου (ΣτΕ 1495/2015, 2474/2009, 3846 - 7/2007, 3882/2004, 895/2003 κ.ά.). Περαιτέρω, από τις ως άνω διατάξεις συνάγεται ότι, από την απόφαση για την κήρυξη  έκτασης ως αναδασωτέας, το διάγραμμα που τη συνοδεύει και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, πρέπει να προκύπτουν σαφώς τα όρια και το εμβαδόν της αναδασωτέας έκτασης, καθόσον από τον προσδιορισμό αυτό κρίνεται εάν η μορφή και η πυκνότητα της φυομένης στην έκταση βλάστησης προσέδιδαν σ αυτήν, πριν από την παράνομη εκχέρσωση ή την εξ άλλου λόγου καταστροφή της, τον χαρακτήρα δάσους ή δασικής έκτασης, ο οποίος, κατά τα προεκτεθέντα, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την κήρυξη της αναδάσωσης (βλ. ΣτΕ 4923/2013, 1540/2005 κ.ά.).

 

4. Επειδή, εξάλλου, από το συνδυασμό των παρατιθέμενων στην προηγούμενη σκέψη διατάξεων με αυτές των άρθρων 10 παρ. 3, 11 παρ. 1, 12 παρ. 1, 2, 4, 5 και 7, 13 παρ. 1 και 3 και 14 του Ν. 998/1979, καθώς και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 2 του Π.Δ.1141/1980 (Α΄ 288), προκύπτει ότι η διαδικασία προσωρινής επίλυσης αμφισβητήσεων για το χαρακτήρα έκτασης ως δάσους (ή δασικής έκτασης) ή μη, η οποία ενεργείται από τον οικείο Δασάρχη, και η διαδικασία κήρυξης έκτασης ως αναδασωτέας, η οποία ενεργείται από τον οικείο Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, είναι διαδικασίες, κατ αρχήν, διακεκριμένες μεταξύ τους. Ειδικότερα, η κήρυξη έκτασης ως αναδασωτέας επιβάλλεται, κατά το Σύνταγμα και το νόμο, υποχρεωτικώς, με σκοπό να ανακτήσει η συγκεκριμένη έκταση τον χαρακτήρα της ως δάσους ή δασικής έκτασης, τον οποίο απώλεσε για έναν από τους λόγους που μνημονεύονται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος. Πρόκειται, δηλαδή, για διαδικασία αποκατάστασης ή ανάκτησης φυσικού κεφαλαίου που καταστράφηκε, ήτοι του δασικού οικοσυστήματος, η οποία διακρίνεται σαφώς από τη διαδικασία έγκυρης διαπίστωσης ότι ορισμένη έκταση αποτελεί ή όχι δασικό οικοσύστημα. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν.998/1979, το αρμόδιο όργανο προβαίνει, και μάλιστα προσωρινά, μέχρι να καταρτισθεί δασολόγιο, στην διαπίστωση εάν μία έκταση αποτελεί, κατά τον χρόνο άσκησης της αρμοδιότητάς του, δασικό οικοσύστημα, προκειμένου να παρασχεθεί η κατά το Σύνταγμα οφειλόμενη στην έκταση αυτή προστασία. Επομένως, εάν ο Δασάρχης, ασκώντας την κατά το άρθρο 14 του Ν.998/1979 αρμοδιότητά του, διαπιστώσει ότι μία έκταση, η οποία είχε κατά το παρελθόν δασικό χαρακτήρα, τον έχει απολέσει για κάποιον από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος και στο άρθρο 38 του Ν.998/1979, οφείλει να απόσχει του χαρακτηρισμού και να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο για την κήρυξη αυτής ως αναδασωτέας όργανο, δηλαδή στον Γενικό Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 41 του Ν.998/1979. Αντιστρόφως, εάν έχει προηγηθεί η κήρυξη έκτασης ως αναδασωτέας, δηλαδή ως καταστραφέντος δασικού οικοσυστήματος το οποίο χρήζει αποκατάστασης, δεν υπάρχει πλέον έδαφος χαρακτηρισμού της εκτάσεως ως δασικής ή μη. Τα όργανα του άρθρου 14 του Ν.998/1979, δεσμευόμενα από την μη ελεγχόμενη παρεμπιπτόντως πράξη αναδάσωσης, οφείλουν είτε να απόσχουν από την έκδοση πράξεως χαρακτηρισμού, είτε να περιορισθούν απλώς στη διαπίστωση ότι η συγκεκριμένη έκταση έχει κηρυχθεί αναδασωτέα και, εκ του λόγου αυτού, αποτελεί δασική έκταση. Εάν, εξάλλου, έχει περαιωθεί η κατά τα άρθρα 14 επ. του Ν.998/1979 διαδικασία και έχει καταλήξει στην διαπίστωση ότι η συγκεκριμένη έκταση δεν έχει τον χαρακτήρα δάσους ή δασικής εκτάσεως, κατ αρχήν δεν υπάρχει δυνατότητα κηρύξεως της εκτάσεως αυτής ως αναδασωτέας, κατά το άρθρο 38 του Ν.998/1979, εκτός εάν είτε υπάρξουν νεότερα στοιχεία, δηλαδή πραγματικά δεδομένα τα οποία δεν είχαν τεθεί υπόψη της Διοικήσεως όταν προέβαινε στον κατά το άρθρο 14 του Ν.998/1979 ως άνω χαρακτηρισμό, είτε η έκταση αυτή αποκτήσει δασική μορφή επιγενομένως, δηλαδή μετά τον χαρακτηρισμό της ως μη δασικής (βλ. ΣτΕ 3961/2014, 172/2012 , 4535/2011, 3448/2007 7μ., 838/2002 7μ.).

 

5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την 146995/23.1-5.2.1936 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας (Β΄ 24), η οποία εκδόθηκε δυνάμει του ισχύοντος κατά τον χρόνο εκείνο Δασικού Κώδικα, κηρύχθηκε αναδασωτέα ευρύτερη έκταση στην περιοχή Κρωπίας, εμφαινόμενη στο σχετικό διάγραμμα, με την αιτιολογία ότι «η δασική βλάστησις της περιοχής Κρωπίας κέκτηται εξαιρετικήν σημασίαν από υγιεινής, αισθητικής, τουριστικής και προστατευτικής πλευράς λόγω της γειτονίας προς την Πρωτεύουσαν του Κράτους, ότι αύτη έχει αραιωθή και καταστραφή επί τοσούτον ώστε να μη δύναται να ανταποκριθή εις τους σκοπούς, ους λόγω της θέσεως και της σημασίας προώρισται να εκπληρώση» και ότι «επιβάλλεται διά τούτο να ληφθώσι εξαιρετικά μέτρα διά την προστασίαν και συμπλήρωσίν της». Στην ως άνω υπουργική απόφαση ορίζεται ότι «Εξαιρούνται της αναδασώσεως α) οι χώροι, οι περιλαμβανόμενοι εντός των μέχρι σήμερον εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και συνοικισμών, πλην των εδαφών, επί των οποίων διειδικών υπουργικών αποφάσεων ή δ/των έχει επιβληθή η αναδάσωσις, β) άπασαι αι καλλιεργούμεναι γεωργικώς και δενδροκομικώς εκτάσεις, αι αγροικίαι, αι βιομηχανικαί και λοιπαί εγκαταστάσεις μετά των περιοχών των και γ) εκτάσεις ανήκουσαι εις ιδιώτας, γυμναί ή υπό φρυγάνων καλυπτόμεναι σχεδόν επίπεδ[οι] ή με κλίσιν μέχρι 40%». Στις 14/9/1987, ο . υπέβαλε αίτηση χαρακτηρισμού κατά το άρθρο 14 του Ν.998/1979 τμήματος εμβαδού 3,084 στρεμμάτων ή 3.084 τ.μ. από ευρύτερη έκταση στη θέση Τζήμα Κλωσσάρι» περιφέρειας Δήμου Κορωπίου, η οποία είχε περιέλθει σ αυτόν δυνάμει α) του ./1976 πωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κρωπίας ., β) του ./1984 πωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κρωπίας ., γ) του 2009/1986 πωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Κρωπίας . και δ) της ./1986 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Κρωπίας ., από κληρονομιά των γονέων του, . και .. Ακολούθως, διενεργήθηκε αυτοψία για την οποία συντάχθηκε η από 29/5/1989 έκθεση του δασολόγου . και με βάση την έκθεση αυτή, το εν λόγω τμήμα εμβαδού 3.084 τ.μ. από έκταση εμβαδού 7.668,80 τ.μ.,  κατά τους τίτλους κτήσης και 7.786 τ.μ., κατά το Δασαρχείο, όπως απεικονίζεται στο χωρίς ημερομηνία τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Αναστασίου Σιδέρη, χαρακτηρίσθηκε ως δασική έκταση. Με την 106/22-6-1990 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων Νομαρχίας Αττικής (Αγ. Παρασκευής) έγιναν δεκτές οι από 1/11/1989 αντιρρήσεις του . κατά της ./10-7-1989 πράξης χαρακτηρισμού και η έκταση των 3.084 τ.μ. χαρακτηρίσθηκε ως αγροτική, με την αιτιολογία ότι βρίσκεται «μέσα σε ευρύτερη κατά κύριο λόγο αγροτική περιοχή, που ένα μέρος της έχει μετατραπεί σε βιομηχανική και αποτελεί τμήμα μεγαλύτερης έκτασης συνολικού εμβαδού κατά τους τίτλους κτήσεως 7.668,80 τ.μ. τετραγωνικών μέτρων . Ολόκληρη η ως άνω έκταση που κατά την εμβαδομέτρηση που έκανε το Δασαρχείο Πεντέλης ανέρχεται σε 7.786 τετραγωνικά μέτρα, είναι σχεδόν επίπεδος και είναι αγροτική της ίδιας μορφής με την υπόλοιπη έκταση, την οποία ο ίδιος ως άνω δασάρχης Πεντέλης χαρακτήρισε ως αγροτική, με την οποία αποτελεί σήμερα ένα ενιαίο αγροτικό κτήμα. Ένα δε τμήμα της είναι αμπέλι και στην υπόλοιπη υπάρχουν αρκετές ελιές. Ίδια αγροτική μορφή είχε ολόκληρη η ως άνω έκταση ανέκαθεν ».  Εξάλλου, με την ./23-3-1998 πράξη του Δασάρχη Πεντέλης χαρακτηρίσθηκε έκταση 2.084 στρεμμάτων, η οποία βρίσκεται στην ίδια ως άνω θέση και απεικονίζεται με συνεχή κόκκινη γραμμή και κίτρινο χρωματισμό στα φύλλα χάρτου της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ.) με αριθ.. και ., ως μη δασική έκταση της παρ.6α του άρθρου 3 του Ν.998/1979. Όπως βεβαιώνεται στο ./23-6-2003 έγγραφο του Διευθυντή Δασών Ανατολικής Αττικής και στο ./23-6-1998 έγγραφο του Διευθυντή Δασών Ανατολικής Αττικής, η ./22-6-1990 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων και η ./23-3-1998 πράξη του Δασάρχη Πεντέλης κατέστησαν οριστικές και τελεσίδικες. Στις 23/10/1998, με το ./23-10-1998 πωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Κρωπίας, ., η αιτούσα εταιρία, η οποία εδρεύει στο Δήμο Κρωπίας και έχει ως αντικείμενο εργασιών την κατασκευή και εμπορία χαρτικών ειδών, καθώς και την εκτέλεση εν γένει τυπογραφικών και λιθογραφικών εργασιών, αγόρασε από την . ένα αγρό εμβαδού 2.374,95 τ.μ. στη θέση «Τζήμα Κλωσσάρι» της κτηματικής περιφέρειας Κορωπίου Αττικής. Την ίδια ημέρα, με το ./23-10-1998 πωλητήριο συμβόλαιο της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, η αιτούσα αγόρασε από τον . όμορο αγρό εμβαδού 11.168,80 τ.μ. κατά τους τίτλους κτήσης και 11.300 τ.μ. ύστερα από νέα καταμέτρηση, ο οποίος είχε περιέλθει στον πωλητή, κατά ένα μέρος δυνάμει των προαναφερόμενων συμβολαίων και πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας (./1976,  ./1984, 2009/1986 και ./1986) και κατά τα λοιπά, δυνάμει της  ./1995 πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Κρωπίας ., από κληρονομιά της μητέρας του, .και με χρησικτησία. Μετά από την αγορά των ακινήτων αυτών, η αιτούσα εταιρία, δια του εκπροσώπου της, ., με την ./10-10-2001 αίτησή της προς το Δασαρχείο Πεντέλης ζήτησε τη χορήγηση βεβαίωσης στην οποία να αναφέρεται εάν όλη η έκταση των 13.674,95 τ.μ., στην οποία αφορούν τα ./23-10-1998 και ./23-10-1998 συμβόλαια (2.374,95 τ.μ. + 11.300 τ.μ.), αποτελεί ή δεν αποτελεί δάσος ή δασική έκταση κατά την έννοια του άρθρου 3 του Ν.998/1979 και εάν έχει κηρυχθεί αναδασωτέα. Στην αίτηση αυτή επισύναψε το συνταχθέν το μήνα Φεβρουάριο 1999 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ., στο οποίο η έκταση των 13.674,95 τ.μ. διακρίνεται σε τρία επιμέρους τμήματα, εμβαδού 5.459,95 τ.μ. (Ε1), 2.726 τ.μ. (Ε2) και 5.131 τ.μ. (Ε3).  Ο Δασάρχης Πεντέλης, με το ./8-10-2003 έγγραφό του, απάντησε ότι από την όλη έκταση των 13.674,95 τ.μ., το μεν τμήμα με στοιχεία Ε1 (α, β, γ, δε, ε, Η, Θ, Ι, Κ, Λ, Μ. α) και εμβαδόν 5,45995 στρέμματα περιλαμβάνεται στην ευρύτερη έκταση των 2.084 στρεμμάτων, η οποία χαρακτηρίσθηκε τελεσίδικα με την ./23-3-1998 πράξη χαρακτηρισμού ως μη δασική έκταση της παρ.6α του άρθρου 3 του Ν.998/1979, το δε τμήμα με στοιχεία Ε2 (α, β, γ, δ, ε, ζ, η, Ξ, Ν. α) και εμβαδόν 3,084 στρέμματα χαρακτηρίσθηκε τελεσίδικα με την 106/1990 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων ως μη δασική έκταση, ενώ για το υπόλοιπο τμήμα με στοιχεία Ε3 (ε, ζ, η, Ο, Π, Ρ, Σ, Τ, Υ, Φ, Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ. ε) και εμβαδόν 5,131 στρέμματα δεν έχει δυνατότητα να αποφανθεί διότι δεν έχει εκδοθεί πράξη χαρακτηρισμού. Κατόπιν τούτου, η αιτούσα υπέβαλε την ./28-5-2009 αίτηση, με την οποία ζήτησε το χαρακτηρισμό και του υπολοίπου τμήματος με στοιχεία Ε3 και εμβαδόν 5.131 τ.μ., όπως αποτυπώνεται σε συνταχθέν το μήνα Απρίλιο 2009 νέο τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού . και στο ενσωματωμένο σε αυτό απόσπασμα φύλλου χάρτη Γ.Υ.Σ. . πινακίδας κλίμακας 1: 5.000. Όπως αναφέρεται στην ΔΥ/30-10-2012 εισήγηση της δασολόγου του Δασαρχείου Πεντέλης, ., κατά την αυτοψία που διενεργήθηκε στις 20/9/2012 διαπιστώθηκαν τα εξής: «Η έκταση για την οποία κινείται η διαδικασία σύνταξης πράξης χαρακτηρισμού καλύπτεται σε ποσοστό έως 5% από δασική βλάστηση αείφυλλων πλατύφυλλων αγριελιές. Υπάρχουν ελαιόδενδρα εξημερωμένες αγριελιές και αφάνες. Υπάρχει συρμάτινη περίφραξη στα νότια και νοτιοδυτικά της έκτασης. Μέσα στην έκταση έχουν γίνει επεμβάσεις εκχέρσωσης παλιότερα με αποτέλεσμα την απομάκρυνση της δασικής βλάστησης και τη διαμόρφωση του εδάφους Η έκταση συνορεύει σύμφωνα με τον προσωρινό κτηματικό χάρτη (Π.Κ.Χ.) με δασικές εκτάσεις προς όλες τις κατευθύνσεις. Σήμερα, βόρεια με τελεσίδικη αγροτική έκταση, ανατολικά με οικοδομημένη περιοχή, βορειοδυτικά χέρσα έκταση με ελαιόδενδρα και νοτιοδυτικά με δασική έκταση. Μορφή ευρύτερης περιοχής. Δασικές και μη Δασικές εκτάσεις…». Περαιτέρω, από την έρευνα στο αρχείο της υπηρεσίας προέκυψε ότι πρόκειται για έκταση κτηματογραφημένη, η οποία σύμφωνα με τους προσωρινούς κτηματικούς χάρτες και πίνακες του Δήμου Κορωπίου Π.Κ.Χ. και πίνακες αποτελεί τμήμα δημόσιας δασικής έκτασης με ΚΑ . (με πράσινο χρωματισμό), ενώ από τη φωτοερμηνεία αεροφωτογραφιών (Α/Φ) και ορθοφωτοχαρτών (Ο/Φ) ετών λήψης από το έτος 1939 και μετά προέκυψε ότι α) στο ζεύγος Α/Φ έτους λήψης 1939 (.), η έκταση καλύπτεται από θαμνώδη δασική βλάστηση αείφυλλων πλατύφυλλων σε  ποσοστό από 15% έως 20% και επιφανειακά πετρώδης-βραχώδης γύρω στο 25%, β) στα ζεύγη Α/Φ ετών λήψης έτους 1945 (.), 1960 (.), 1967 (.) και Ο/Φ έτους 1978, ομοίως ως άνω, γ) στο ζεύγος Α/Φ έτους λήψης 1988 (.), η έκταση εμφανίζεται να καλύπτεται από θαμνώδη δασική βλάστηση σε ποσοστό 25% και δ) στον Ο/Φ . του κτηματολογίου (φωτοληψίας 1998), η έκταση εμφανίζεται εκχερσωμένη και διαμορφωμένη, όπως είναι μέχρι σήμερα. Εξάλλου, διαπιστώθηκε ότι η επίμαχη έκταση περιλαμβάνεται στις εκτάσεις που έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες με την ./23-1-1936 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας. Μετά από τις διαπιστώσεις αυτές, η υπηρεσιακή εισήγηση (ΔΥ/30-10-2012) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «σύμφωνα με την 838/2002 απόφαση Ολομέλειας του ΣτΕ και την οικ.195204/2793/31-7-2002 Δ/γή του Υπ. Γεωργίας καθώς και τις αριθμ.1518/2010 και 3448/2007 αποφάσεις του ΣτΕ» δεν είναι δυνατό να εκδοθεί πράξη χαρακτηρισμού κατά το άρθρο 14 του Ν.998/1979 και πρότεινε η έκταση με στοιχεία Ε3 (Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, ε, ζ, η, Π, Φ, Χ. Α) και εμβαδόν 5.131 τ.μ. να θεωρηθεί ως δασική έκταση που εκχερσώθηκε και να κηρυχθεί ως αναδασωτέα. Με βάση την προαναφερόμενη εισήγηση, ο Δασάρχης Πεντέλης, με το ./5-11-2012 έγγραφό του, πρότεινε την κήρυξη της εν λόγω έκτασης ως αναδασωτέας. Ενόψει των ανωτέρω, ο Δασάρχης, με το ./5-11-2012 έγγραφό του, απαντώντας στην ./28-5-2009 αίτηση χαρακτηρισμού, γνωστοποίησε ότι έχει προτείνει την κήρυξη της έκτασης ως αναδασωτέας και ζήτησε από την αιτούσα να απέχει από οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια επ αυτής. Επακολούθησε η έκδοση της προσβαλλόμενης 4969/πε/20-3-2013 απόφασης του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Δ΄181/8-4-2013), με την οποία η ως άνω έκταση με στοιχεία Ε3 (Α, Β, Γ, Δ. Ε, Ζ, ε, ζ, η, Π,Ρ, Σ, Τ, Υ, Φ, Χ, Α) και εμβαδόν 5,131 στρέμματα, όπως αποτυπώνεται στο από 1/11/2012 τοπογραφικό διάγραμμα της δασολόγου . και στο με αριθμό . ενσωματωμένο σε αυτό απόσπασμα πινακίδας Γ.Υ.Σ., κηρύχθηκε αναδασωτέα, με σκοπό τη διατήρηση του δασικού της χαρακτήρα, τον αποκλεισμό της διάθεσής της για άλλη χρήση και την «αποκατάσταση της καταστραφείσης σταδιακά και τμηματικά από το έτος 1988 μέχρι σήμερα από εκχέρσωση δασικής βλάστησης αποτελούμενης από σχίνους πουρνάρια και αγριελιές σε ποσοστό 15-25%». Στην ως άνω απόφαση αναφέρεται ότι η αναδασωτέα έκταση συνορεύει ανατολικά με οικοδομημένη περιοχή, δυτικά με χέρσα έκταση με ελαιόδενδρα, βόρεια με τελεσίδικα αγροτική έκταση και νότια με δασική έκταση. Στο διάγραμμα της δασολόγου . και στο ενσωματωμένο σε αυτό απόσπασμα πινακίδας Γ.Υ.Σ. ., το οποίο συνοδεύει την εν λόγω απόφαση, η επίδικη έκταση απεικονίζεται καταρχήν με τον ίδιο τρόπο ως προς τη θέση, το εμβαδόν, τις πλευρικές διαστάσεις και τα όρια, όπως στο συνταχθέν το μήνα Απρίλιο 2009 διάγραμμα του μηχανικού . και το ενσωματωμένο σε αυτό απόσπασμα πινακίδας Γ.Υ.Σ. και ειδικότερα να συνορεύει με την έκταση που χαρακτηρίσθηκε τελεσίδικα ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων, χωρίς όμως να αναφέρονται οι συντεταγμένες Ελληνικού Γεωδαιτικού Συστήματος Αναφοράς 1987 (ΕΓΣΑ 87) των κορυφών της έκτασης, όπως στο διάγραμμα του ως άνω μηχανικού.

 

6. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, όπως συμπληρώθηκε με το από 20/10/2016 δικόγραφο προσθέτων λόγων, προβάλλεται ότι κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ.2 του Συντάγματος και του άρθρου 6 του Ν.2690/1999, η αιτούσα δεν κλήθηκε σε ακρόαση πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης αναδάσωσης. Ο λόγος, όμως, αυτός, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος καθόσον η τήρηση του τύπου της προηγούμενης ακρόασης, κατά τα άρθρα 20 παρ. 2 του Συντάγματος και 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (που κυρώθηκε με το Ν.2690/1999, Α΄ 45), δεν απαιτείται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες λαμβάνεται δυσμενές για τον διοικούμενο διοικητικό μέτρο βάσει αντικειμενικών δεδομένων, μη συνδεομένων προς υποκειμενική συμπεριφορά του, όπως είναι η κήρυξη έκτασης ως αναδασωτέας (ΣτΕ 1822/2019, 1834/2017, 175/2012 κ.ά.).

 

7. Επειδή, προβάλλεται, περαιτέρω, ότι μη νομίμως αναφέρεται ως αιτιολογικό έρεισμα της προσβαλλόμενης αναδάσωσης το γεγονός ότι η επίμαχη έκταση «περιλαμβάνεται στις εκτάσεις που έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες με την 146995/23-1-1936 απόφαση του Υπουργού Γεωργίας», διότι, κατά τα οριζόμενα στην υπουργική αυτή απόφαση, η εν λόγω έκταση, ως μηδέποτε δασική, είχε εξαιρεθεί της αναδάσωσης του έτους 1936. Ο λόγος όμως αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, διότι, πάντως, η προσβαλλόμενη αναδάσωση, η οποία δεν είναι βεβαιωτική της 146995/23-1-1936 απόφασης του Υπουργού Γεωργίας περί κήρυξης ως αναδασωτέας της περιοχής Κρωπίας (πρβλ. ΣτΕ 172/2012, 4535/2011, 4506/2009), εκδόθηκε, κατ εφαρμογή κατά πολύ μεταγενέστερης νομοθεσίας και, ιδίως, του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος του 1975 και των άρθρων 37 έως 44 και 79 του Ν.998/1979, κατόπιν νέας έρευνας από την Διοίκηση της πραγματικής κατάστασης της επίδικης έκτασης, όπως προκύπτει από την προαναφερόμενη ΔΥ/30-10-2012 εισήγηση δασολόγου Μαρίας Βουλαλά.

 

8. Επειδή, εξάλλου, προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ότι μη νομίμως περιλήφθηκε στη αναδασωτέα έκταση των 5.131 τ.μ. τμήμα εμβαδού 953,71 τ.μ., καθόσον το τμήμα αυτό καλύπτεται από την έκταση που έχει χαρακτηρισθεί τελεσίδικα ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων. Ειδικότερα, η αιτούσα ισχυρίζεται ότι κατά τη σύνταξη του διαγράμματος του μηχανικού . που συνοδεύει την ./28-5-2009 αίτηση χαρακτηρισμού εφαρμόστηκαν εσφαλμένα τα όρια της έκτασης η οποία είχε χαρακτηρισθεί ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση, όπως η έκταση αυτή αποτυπώνεται στο χωρίς ημερομηνία τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού .. Κατά την αιτούσα, η εσφαλμένη εφαρμογή των ορίων της χαρακτηρισθείσας ως μη δασικής έκτασης Ε2 προκύπτει «τόσο από τα εμβαδά των επιμέρους τμημάτων των τίτλων ιδιοκτησίας, που ήδη έχει γίνει δεκτό τελεσίδικα ότι αποτελούν ενιαία έκταση με μη δασικό χαρακτήρα, όσο και από την ταύτιση των ορίων των επιμέρους τμημάτων με τα όρια στων απεικονιζόμενων στις Α/Φ των ετών 1939, 1969 και 1987 χωραφιών». Προς απόδειξη του ισχυρισμού περί κάλυψης τμήματος της κηρυχθείσας ως αναδασωτέας έκτασης από την έκταση που έχει τελεσίδικα χαρακτηρισθεί ως μη δασική, η αιτούσα προσκομίζει την από 9/1/2014 έκθεση φωτοερμηνείας πραγματογνωμοσύνης του δασολόγου . στην οποία αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. ΓΕΝΙΚΑ - ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΚΤΑΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑΣ Αναφορικά με τους τίτλους κυριότητας της έκτασης, όπως προκύπτει από τη μελέτη του ιστορικού των εκτάσεων πρώην ιδιοκτησίας . και σε συνδυασμό με το τοπογραφικό διάγραμμα κλιμ. 1:500 που συνοδεύει την όμορη τελεσίδικα χαρακτηρισμένη ως αγροτική έκταση (Ε2), το επίδικο τμήμα Ε3 φαίνεται καταρχάς να αντιστοιχεί στην έκταση εμβαδού 3.500 τ.μ. της με αριθ../15-11-1995 Πράξης Δήλωσης Αποδοχής Κληρονομιάς εξ αδιαθέτου. Επισημαίνεται εδώ ότι το εμβαδόν  του ακινήτου του εν λόγω τίτλου (3.500 τ.μ.) αποκλίνει σημαντικά από το εμβαδόν της κηρυχθείσας ως αναδασωτέας έκτασης (5.131 τ.μ.), που σημαίνει ότι η υπολειπόμενη έκταση (5.131 3.500 + 1.631 τ.μ.), ή το μεγαλύτερο μέρος αυτής, πιθανότατα περιλαμβάνεται στην όμορη ήδη τελεσίδικα χαρακτηρισμένη έκταση (αποφ.106/1990 Α΄Ε.Ε.Δ.Α.) και ενδεχομένως να έχει εσφαλμένα και εκ παραδρομής περιληφθεί στην προς χαρακτηρισμό έκταση εκ μέρους της αιτούσης εταιρίας. Η πιθανολόγηση και αιτιολόγηση του σφάλματος αυτού διερευνάται στη συνέχεια. Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η με αριθμ.106/1990 τελεσίδικη απόφαση της Α΄ Ε.Ε.Δ.Α. αναφέρεται σε τίτλους συνολικής έκτασης 7.668,80 τ.μ., στους οποίους θα πρέπει να αθροιστεί το εμβαδόν έκτασης 2.374,95 τ.μ., την οποία απέκτησε η εταιρία . Α.Ε.Β.Ε.Ε. δυνάμει στου υπ αριθμ. ./23-10-1998 συμβολαιογραφικού εγγράφου αγοραπωλησίας αγροτικού ακινήτου από την . Το εν λόγω ακίνητο βρίσκεται σχετικά μακριά από τη θέση του επίδικου τεμαχίου και περιλαμβάνεται στην ευρύτερη Πράξη Χαρακτηρισμού, που έγινε το έτος 1998, με βάση τους Π.Κ.Χ. Έτσι, το συνολικό εμβαδόν της ήδη χαρακτηρισμένης τελεσίδικα έκτασης της εταιρίας . Α.Ε.Β.Ε. ανέρχεται σε 7.668,80 + 2.374,95 = 10.043,75 τ.μ. Το εμβαδόν αυτό αποκλίνει σημαντικά από την εμφανιζόμενη ως χαρακτηρισμένη έκταση στο τοπογραφικό διάγραμμα που συνοδεύει την προσβαλλόμενη απόφαση κήρυξης του τμήματος Ε3 ως αναδασωτέες έκτασης, η οποία είναι Ε1 + Ε2 = 5.459,95 + 3.084 = 8.543,95 τ.μ., ή αλλιώς απόκλιση 10.043,75 8.543,95 = 1.499,8 τ.μ. Η απόκλιση αυτή της ήδη χαρακτηρισμένης έκτασης φαίνεται, ποσοτικά τουλάχιστον, μάλλον να ταυτίζεται με την προαναφερθείσα έκταση των 1.631 τ.μ., η οποία πιθανότατα εκ παραδρομής έχει περιληφθεί στην απόφαση κήρυξης αναδασωτέας του επίδικου τμήματος Ε3. Η επιβεβαίωση ή μη της βάσιμης αυτής υπόθεσης πραγματοποιείται στη συνέχεια με τη βοήθεια της φωτοερμηνείας του διαχρονικού αρχείου των Α/Φ. 4. ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ. Από την εξέταση των διαθέσιμων ιστορικών και πρόσφατων αεροφωτογραφιών και των λοιπών στοιχείων του φακέλου, της ισχύουσας νομοθεσίας και νομολογίας περί χαρακτηρισμού εκτάσεων κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του Ν.998/79, προκύπτουν τα παρακάτω πορίσματα: 1. Μέρος της επίδικης έκτασης Ε3 εμβαδού Ε3α = 953,71 τ.μ. (βλ. Παράρτημα) περιλαμβάνεται στην ήδη χαρακτηρισμένη ως μη δασική έκταση, σύμφωνα με την αριθμ.106/1990 τελεσίδικη απόφαση της Α΄Ε.Ε.Δ.Α. και το τοπογραφικό διάγραμμα που τη συνοδεύει, το οποίο εφαρμόστηκε εσφαλμένα κατά τη σύνταξη νέου τοπογραφικού διαγράμματος, για την υποβολή της αίτησης χαρακτηρισμού του Ε3.  2. Η εσφαλμένη εφαρμογή του διαγράμματος τεκμηριώνεται τόσο από τα εμβαδά των επιμέρους τμημάτων των τίτλων ιδιοκτησίας, που ήδη έχει γίνει δεκτό τελεσίδικα ότι αποτελούν ενιαία έκταση με μη δασικό χαρακτήρα, όσο και από την ταύτιση των ορίων των επιμέρους τμημάτων με τα όρια των απεικονιζόμενων στις Α/Φ των ετών 1939, 1969, 1978 και 1987 χωραφιών. 3. Στην εσφαλμένη εφαρμογή του διαγράμματος συνέβαλε και η χρησιμοποίηση ως βάση των οριογραμμών του Π.Κ.Χ., όπου όμως γίνεται σαφής υπερεκτίμηση των δασικών εκτάσεων, έναντι των μη δασικών, και κατά συνέπεια η χρησιμοποίηση αυτών και μόνο των οριογραμμών θεωρείται επισφαλής και παρακινδυνευμένη. 4. Το τμήμα Ε2 είχε αρχικά χαρακτηρισθεί ως «δασική έκταση» από τον Δασάρχη Πεντέλης, πράξη η οποία ακυρώθηκε από την Α΄Ε.Ε.Δ.Α. Μέρος του Ε2 ήταν, σύμφωνα με την από 29/5/1987 εισήγηση αυτοψία του δασολόγου ., αμπέλι (το τμήμα που σήμερα θεωρείται ως αναδασωτέα έκταση, ήτοι το τμήμα Ε3α), ενώ το υπόλοιπο ως δασική έκταση με αγρελιές, σχίνα, πουρνάρια κλπ, χωρίς όμως να γίνεται αναφορά σε ποσοστό κάλυψης. Η μορφή της έκτασης αυτής που κρίθηκε τελεσίδικα ως μη δασική, έχει αρκετές ομοιότητες με το επίδικο Ε3. 5. Όπως διαπιστώθηκε από την ψηφιοποίηση του τμήματος Ε2 στο τοπογραφικό διάγραμμα της 106/1990 αποφ. Α΄ Ε.Ε.Δ.Α., το εμβαδόν του είναι 2.704 τ.μ. αντί 3.084 τ.μ. που αναφέρεται στο σώμα της απόφασης. Η απόκλιση αυτή κατά την κρίση του υπογράφοντα είναι χωρίς σημασία, στην πράξη, αφού σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, ολόκληρη η έκταση πρέπει να θεωρηθεί ως ενιαία, η δασική. 6. Για το τμήμα Ε3α 953,7 τ.μ. προτείνεται η άρση της απόφασης αναδάσωσης με την υποβολή σχετικού αιτήματος θεραπείας λόγω πλάνης προς το Δασαρχείο Πεντέλης…».

 

9. Επειδή, στο ./7-4-2016 έγγραφο του Δασαρχείου Πεντέλης προς το Δικαστήριο με θέμα «Αντίκρουση επί Αίτησης Ακύρωσης Απόφασης κήρυξης έκτασης ως αναδασωτέας, στη θέση «Τζήμα Κλωσσάρι» του Δήμου Κρωπίας, εμβαδού #5,131# στρ., ενώπιον του ΔΕΑ», αναφέρονται τα εξής: « Στην επίδικη έκταση δεν περιλαμβάνεται κανένα τμήμα της έκτασης της αρ../10-7-1989 Πράξης χαρακτηρισμού του Δασάρχη Πεντέλης και της αρ../1990 Απόφασης της Α/θμιας Ε.Ε.Δ.Α. της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής. Για τις ανάγκες της παρούσας αντίκρουσης, έγινε ψηφιακή επεξεργασία και απεικόνιση της έκτασης της πράξης και της απόφασης της Ε.Ε.Δ.Α., η γεωγραφική θέση της οποίας δίνεται στην Εικόνα 2α. Στην εικόνα 2, ως υπόβαθρο έχει χρησιμοποιηθεί η Ο/Φ του ΟΚΧΕ (.), έτους 2010) και με κόκκινη γραμμή δίνεται το όριο του ΚΑ . των Π.Κ.Χ & Π. του Δήμου Κρωπίας. Στην Εικόνα 2β απεικονίζεται όλη η έκταση (Α,Β,Γ, Υ, Φ, Χ. Α), του από Απριλίου 2009 τοπογραφικού διαγράμματος του ., κλ. 1:500 , με βάση τις συντεταγμένες ΕΓΣΑ 87΄των κορυφών της που δίδονται σε αυτό. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, η έκταση χωρίζεται στα εξής τμήματα: (1) Το τμήμα που περιλαμβάνεται στην αρ../23-3-1998 Πράξη Χαρακτηρισμού του Δασάρχη Πεντέλης (με φούξια όρια). (2) Το τμήμα με πορτοκαλί διαγράμμιση που περιλαμβάνεται στην έκταση της αρ. ./10-7-1989 Πράξης Χαρακτηρισμού του Δασάρχη Πεντέλης και την αρ../1990 Απόφαση της Α/θμιας Ε.Ε.Δ,Α, της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής (3) Το τμήμα, με μπλε όρια, που είναι η επίδικη έκταση, η κηρυγμένη ως αναδασωτέα με την αρ.4969/πε/20-3-2013 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής. Υπενθυμίζεται ότι η υπηρεσία μας εξέτασε και κήρυξε ως αναδασωτέα την επίδικη έκταση, η ακριβής γεωγραφική θέση της οποίας δόθηκε με το από Απριλίου 2009 τοπογραφικό διάγραμμα του ., κλ. 1:500, που κατατέθηκε στην υπηρεσία μας από την αιτούσα εταιρία. (4) Σύμφωνα με τα παραπάνω, τα τμήματα (1) & (3), δεν έχουν κοινό όριο, και μεταξύ αυτών υπάρχει τμήμα εμβαδού #679,65# τ.μ. (με λευκή διαγράμμιση) για το οποίο η υπηρεσία μας έως σήμερα δεν έχει εκδώσει πράξη χαρακτηρισμού. Στην Εικόνα 2β, με γαλάζια διαγράμμιση απεικονίζεται το τμήμα της έκτασης της αρ. ./10-7-1989 Πράξης Χαρακτηρισμού, που δεν περιλαμβάνεται στην έκταση του από Απριλίου 2009 τοπογραφικού Διαγράμματος.  Τέλος, επισημαίνουμε ότι κατά την εφαρμογή των συμβολαίων της, η αιτούσα εταιρία έχει τοποθετήσει νοτιότερα την έκταση, συνολικού εμβαδού #7.386,00# τ.μ. όπως αυτή απεικονίζεται στο χωρίς ημερομηνία τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ., κλ. 1:500 και στην πινακίδα κλίμακας 1: 5000 της αρ../10-7-1989 Πράξης Χαρακτηρισμού, με αποτέλεσμα να δημιουργείται επικάλυψη με την επίδικη έκταση, εμβαδού #953,71# τ.μ. και να καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα. Όμως, κατά τις πράξεις χαρακτηρισμού, εξετάζονται οι εκτάσεις, όπως απεικονίζονται στα τοπογραφικά που κατατίθενται στην υπηρεσία .. από τους πολίτες και οι αποφάσεις που εκδίδονται αφορούν σε αυτές ακριβώς τις θέσεις των εκτάσεων. Στις περιπτώσεις που πολίτες διαπιστώνουν εκ των υστέρων και κατά την εφαρμογή συμβολαίων τους, διαφορές στη θέση της έκτασής τους, θα πρέπει να καταθέτουν νέο σχετικό αίτημα με τη νέα θέση της έκτασης, για έκδοση πράξης χαρακτηρισμού της. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η διοίκηση εφαρμόζοντας το νόμο, ορθά κήρυξε την επίδικη έκταση, εμβαδού #5,131# στρ., ως αναδασωτέα με την αρ. 4969/πε/20-3-2013 Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, και ότι σε αυτήν δεν περιλαμβάνεται κανένα τμήμα της έκτασης της αρ.106/1990 Απόφασης της Α/θμιας Ε.Ε.Δ.Α. της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ανατολικής Αττικής.».

 

10. Επειδή, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στην 3η σκέψη, από την απόφαση για την κήρυξη έκτασης ως αναδασωτέας, το διάγραμμα που τη συνοδεύει και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, πρέπει να προκύπτουν σαφώς τα όρια και το εμβαδόν της αναδασωτέας έκτασης, καθόσον από τον προσδιορισμό αυτό κρίνεται εάν η μορφή και η πυκνότητα της φυομένης στην έκταση βλάστησης προσέδιδαν σ αυτήν, πριν από την παράνομη εκχέρσωση ή την εξ άλλου λόγου καταστροφή της, τον χαρακτήρα δάσους ή δασικής έκτασης. Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη απόφαση αναδάσωσης εκδόθηκε σε συνέχεια της ./28-5-2009 αίτησης χαρακτηρισμού, με βάση τις διαπιστώσεις που αναφέρονται στην ΔΥ/30-10-2012 εισήγηση έκθεση αυτοψίας και φωτοερμηνείας της δασολόγου του Δασαρχείου Πεντέλης, ., ως προς τη μορφολογία του εδάφους και το είδος της βλάστησης της προς χαρακτηρισμό έκτασης. Στα διαγράμματα του μηχανικού . και της ως άνω δασολόγου, τα οποία συνοδεύουν αντίστοιχα την ./28-5-2009 αίτηση χαρακτηρισμού και την προσβαλλόμενη απόφαση αναδάσωσης, η προς χαρακτηρισμό έκταση, η οποία στη συνέχεια κηρύχθηκε αναδασωτέα, φέρεται να έχει εμβαδόν 5.131 τ.μ. και να συνορεύει με την έκταση που χαρακτηρίσθηκε τελεσίδικα ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής Επίλυσης Δασικών Αμφισβητήσεων. Όπως όμως ισχυρίζεται η αιτούσα και αναφέρεται στην προσκομισθείσα από αυτή ιδιωτική έκθεση φωτοερμηνείας πραγματογνωμοσύνης του δασολόγου ., κατά τη σύνταξη του διαγράμματος του μηχανικού . εφαρμόστηκαν εσφαλμένα τα όρια της έκτασης η οποία είχε χαρακτηρισθεί ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση, όπως η έκταση αυτή αποτυπώνεται στο χωρίς ημερομηνία τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του πολιτικού μηχανικού ., με συνέπεια να περιληφθεί στην αναδασωτέα έκταση και τμήμα εμβαδού 953,71 τ.μ από την έκταση που έχει χαρακτηρισθεί τελεσίδικα ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση. Το Δασαρχείο Πεντέλης, με το ./7-4-2016 έγγραφό του, το περιεχόμενο του οποίου λαμβάνεται υπόψη εφόσον αναφέρεται σε πραγματικά περιστατικά προγενέστερα της προσβαλλόμενης πράξης (ΣτΕ 1540/2005, 3399/2003, 934/2002 κ.ά.), ενώ δέχεται ότι «κατά την εφαρμογή των συμβολαίων της, η αιτούσα εταιρία έχει τοποθετήσει νοτιότερα την έκταση, συνολικού εμβαδού #7.386,00# τ.μ. όπως αυτή απεικονίζεται στο χωρίς ημερομηνία τοπογραφικό διάγραμμα του μηχανικού ., κλ. 1:500 και στην πινακίδα κλίμακας 1: 5000 της αρ../10-7-1989 Πράξης Χαρακτηρισμού, με αποτέλεσμα να δημιουργείται επικάλυψη με την επίδικη έκταση, εμβαδού #953,71# τ.μ.», παράλληλα δέχεται ότι με βάση τις συντεταγμένες Ελληνικού Γεωδαιτικού Συστήματος Αναφοράς 1987 (ΕΓΣΑ 87) των κορυφών της επίμαχης έκτασης που αναφέρονται στο διάγραμμα του μηχανικού ., η ως άνω έκταση δεν συνορεύει με την έκταση που χαρακτηρίσθηκε τελεσίδικα ως μη δασική με την 106/1990 απόφαση, για το λόγο ότι μεταξύ των δύο αυτών εκτάσεων παρεμβάλλεται έκταση εμβαδού 679,65 τ.μ. για την οποία δεν έχει εκδοθεί πράξη χαρακτηρισμού. Ωστόσο, το Δασαρχείο, με το προαναφερόμενο έγγραφό του, δεν διευκρινίζει εάν ο προσδιορισμός του εμβαδού και των ορίων έγινε με βάση τη θέση της επίδικης έκτασης, όπως εμφανίζεται στο ενσωματωμένο στο διάγραμμα του μηχανικού . απόσπασμα πινακίδας Γ.Υ.Σ. με αριθμό . οπότε όπως ισχυρίζεται, τίθεται ζήτημα επικάλυψης ή με βάση τις συντεταγμένες ΕΓΣΑ 87 των κορυφών της έκτασης που αναφέρονται στο διάγραμμα του ως άνω μηχανικού οπότε όπως ισχυρίζεται, δεν τίθεται ζήτημα επικάλυψης. Ενόψει των ανωτέρω, από την ιδιωτική έκθεση φωτοερμηνείας πραγματογνωμοσύνης του δασολόγου . και . και το ./7-4-2016 έγγραφο του Δασαρχείου Πεντέλης δημιουργείται ασάφεια ως προς το εμβαδόν και τα όρια της επίδικης έκτασης και κλονίζεται η αιτιολογία της 4969/πε/20-3-2013 απόφασης του Γενικού Γραμματέα ως προς τη θεμελίωση του δασικού χαρακτήρα της επίδικης έκτασης διότι καθίσταται άδηλο αν ο Γενικός Γραμματέας θα είχε εμμείνει στην κρίση του περί του δασικού χαρακτήρα εάν είχε λάβει υπόψη του τις διαπιστώσεις ως προς το εμβαδόν και τα όρια της εν λόγω έκτασης που αναφέρονται στην από 9/1/2014 ιδιωτική έκθεση φωτοερμηνείας πραγματογνωμοσύνης του δασολόγου . και στο 1298/7-4-2016 έγγραφο του Δασάρχη Πεντέλης. Συνεπώς, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή, η 4969/πε/20-3-2013 απόφαση του Γενικού Γραμματέα να ακυρωθεί και η υπόθεση να αναπεμφθεί στη Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση.

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

Δέχεται την αίτηση.

 

Ακυρώνει την 4969/πε/20-3-2013 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής και αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση σύμφωνα με το αιτιολογικό.

 

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

 

Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη της αιτούσας εταιρίας, η οποία ανέρχεται στο ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι (576) ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 14-2, 25-9 και 18-12-2020 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, την 1η Μαρτίου 2021, με τη συμμετοχή της Γραμματέως του Τμήματος Παναγιώτας Πανουργιά, λόγω μετακίνησης του Γραμματέα Ιωάννη Κουρή.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΖΑΪΡΗ         ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΠΑΝΟΥΡΓΙΑ