ΠΠρΑθ
1013/2016
Ανάκληση
δωρεάς ακινήτου - Καταδίκη σε δήλωση βούλησης - Αναμεταβίβαση
κυριότητας ακινήτου - Αναγνωριστική αγωγή - Βιβλία διεκδικήσεων - Έκτακτη
χρησικτησία - Ένσταση ιδίας κυριότητας -.
Για το παραδεκτό της αγωγής για αναγνώριση
ανάκλησης δωρεάς δεν απαιτείται η εγγραφή της στα βιβλία διεκδικήσεων λόγω του
ενοχικού της χαρακτήρα. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η αγωγή αυτή δεν υπόκειται
σε εγγραφή στα βιβλία διεκδικήσεων ακόμη και όταν σε αυτήν σωρεύεται εκτός από
την καταδίκη του εναγόμενου σε δήλωση βουλήσεως και (συμβατική) αξίωση για την
παράδοση του ακινήτου στο οποίο αναφέρεται η οφειλομένη δήλωση, γιατί
αντικείμενο της δίκης και στην περίπτωση αυτή δεν είναι το ακίνητο του οποίου η
παράδοση ζητείται, αλλά μόνο η αξίωση του ενάγοντος (ενοχικό δικαίωμα) να
απαιτήσει από τον εναγόμενο την παράδοση του πράγματος. Αποδείχθηκε ότι ο
εναγόμενος απέκτησε την κυριότητα των δωρηθέντων οριζοντίων ιδιοκτησιών με τα
προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, καθόσον νεμόταν αυτά για χρονικό διάστημα
μεγαλύτερο της εικοσαετίας, ήτοι από 5-3-1982 μέχρι το χρόνο της ανάκλησης της
δωρεάς από τον ενάγοντα πατέρα του στις 30-8-2007, η οποία επιδόθηκε στον
εναγόμενο στις 4-9-2007. Αποδοχή ως κατʼ ουσίαν βάσιμης της προβαλλόμενης από τον εναγόμενο ένστασης
ιδίας κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία. Απόρριψη αγωγής.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός Απόφασης: 1013/2016
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Χαρίκλεια Τσαγγαρού, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ευστράτιο Πατινίδη, Πρωτοδίκη - Εισηγητή, Παναγιώτα Πόντου, Πρωτοδίκη
και από την Γραμματέα Μαρία Αντωνοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, στην
Αθήνα, στις 16 Οκτωβρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ..., κατοίκου Αχαρνών Ν.
Αττικής (οδός ...), ο οποίος παραστάθηκε μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων του
Ιωάννη Σχινά και Νικολάου Κυπριώτη.
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ..., κατοίκου Κρυονερίου Ν. Αττικής (οδός ...), ο οποίος παραστάθηκε μετά
του πληρεξούσιου δικηγόρου του Νικολάου Δάρα.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από
21-9-2007 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με
Γ.Α.Κ. 203662/24-9-2007 και με Α.Κ.Δ. 8796/2007, προσδιορίστηκε προς συζήτηση
αρχικά για τις 8-1-2009 και κατόπιν αναβολών για τη δικάσιμο που αναγράφεται
στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι
πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους,
ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα εκτίθενται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 505 ΑΚ ο δωρητής έχει
δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ παράπτωμα
αχάριστος απέναντι στο δωρητή, στο σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν
αθέτησε την υποχρέωση του να διατρέφει το δωρητή. Ως αχαριστία κατά την έννοια
της άνω διατάξεως, δικαιολογούσα την ανάκληση της δωρεάς, νοείται η έλλειψη
συναισθήματος ευγνωμοσύνης του δωρεοδόχου προς το δωρητή, που εκδηλώνεται με
βαριά υπαίτια και δυνάμενη να καταλογισθεί αντικοινωνική συμπεριφορά ή διαγωγή
του δωρεοδόχου προς το δωρητή ή το σύζυγο ή στενό συγγενή του και αντιβαίνει σε
κανόνες δικαίου ή σε κρατούσες στην κοινωνία αντιλήψεις περί ηθικής και
ευπρέπειας. Ειδικότερα αχαριστία μπορεί, κατά τις περιστάσεις, να αποτελεί η
χωρίς σοβαρό λόγο αδιαφορία του δωρεοδόχου, γενικώς για την τύχη του δωρητή,
όταν ο τελευταίος έχει ανάγκη από περίθαλψη, έστω και αν ο δωρεοδόχος, που
αδιαφορεί για την τύχη του, δεν ανέλαβε, με τη σύμβαση της δωρεάς, τέτοια
υποχρέωση (ΑΠ 1275/1994 ΕλλΔνη 37. 640, ΕφΑθ. 3386/2003 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»). Το
ζήτημα αν η καταδεικνύουσα την αχαριστία συμπεριφορά
ή διαγωγή του δωρεοδόχου συνιστά ή όχι βαρύ παράπτωμα αυτού, κρίνεται από το
δικαστή, ο οποίος, για τη μόρφωση της κρίσεως του εκτιμά τη συμπεριφορά αυτή με
βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη και το βαθμό της υπαιτιότητας
του δωρεοδόχου και τυχόν συντρέχον πταίσμα του δωρητή ή του συζύγου ή στενού
συγγενούς του και αποφαίνεται αν η υπ' αυτού γενόμενη δεκτή, ως εμπίπτουσα κατά
αντικειμενική κρίση στις νομικές έννοιες του βαρέως παραπτώματος και της
αχαριστίας, συμπεριφορά του δωρεοδόχου συνιστά στην συγκεκριμένη περίπτωση βαρύ
παράπτωμα και αχαριστία (ΑΠ 905/2002, 605/1998, ΑΠ 982/2004 Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών "ΝΟΜΟΣ"). Από την περιέλευση
στο δωρεοδόχο της δηλώσεως του δωρητή για ανάκληση της δωρεάς (άρθρα 509, 167
ΑΚ) η οποία είναι άτυπη, έστω) και αν αφορά ακίνητο, η εμπράγματη κατάσταση που
υπάρχει κατά το χρόνο της ανάκλησης δεν μεταβάλλεται, δηλαδή ο δωρητής δεν
αποκτά την κυριότητα του αντικειμένου της δωρεάς, αλλά ανατρέπονται αυτοδικαίως
για το μέλλον τα αποτελέσματα της ενοχικής συμβάσεως της δωρεάς και ο δωρητής
δικαιούται να ζητήσει το αντικείμενο αυτής κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου
πλουτισμού (άρθ. 904 επ. ΑΚ) και ειδικότερα, λόγω λήξεως της αιτίας, για την
οποία δόθηκε το πράγμα. Η αγωγή αυτή είναι προσωπική (ενοχική) και όχι
εμπράγματη, στηρίζεται δε στην ενοχική υποχρέωση του δωρεοδόχου προς απόδοση
του, που το κατέχει χωρίς αιτία μετά την ανάκληση. Ο δωρητής συνεπώς δικαιούται
ενοχικώς σε αυτούσια απόδοση του δωρηθέντος
πράγματος, ο τρόπος δε της αυτούσιας απόδοσης εξαρτάται από την ιδιαίτερη φύση
του συγκεκριμένου κάθε φορά δικαιώματος που απέκτησε ο λήπτης. Έτσι, αν το δωρηθέν
είναι πράγμα ακίνητο και μεταβιβάστηκε στο δωρεοδόχο κατά κυριότητα, η αναμεταβίβαση της κυριότητας μετά τη νόμιμη ανάκληση της
δωρεάς γίνεται, εφόσον αρνείται αυτήν ο δωρεοδόχος, με καταδίκη αυτού σε δήλωση
βουλήσεως και μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του
δωρητή ενώπιον συμ/φου περί
αποδοχής της απόφασης αυτής (άρθρα 949 ΚΠολΔ., 1192
και 1198 ΑΚ, ΑΠ 840/1994 ΕλλΔνη 37. 100, ΕφΑΘ. 9719/1997 ΕλλΔνη 39. 1359
και εκεί παραπομπές στη νομολογία και θεωρία).
Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων ...
εκθέτει ότι είχε στην αποκλειστική κατοχή, νομή και κυριότητα του ένα οικόπεδο,
άρτιο και οικοδομήσιμο, εμβαδού 240,80 τ.μ., το οποίο ευρίσκεται εντός του
εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, στις Αχαρνές Ν. Αττικής,
στο Ο.Τ. ..., επί της οδού Αγ. .... Ότι επί του ανωτέρω οικοπέδου συνεστήθη
οριζόντια ιδιοκτησία κατά τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002
και 1117 του ΑΚ, βάσει της οποίας ανεγέρθηκε οικοδομή η οποία αποτελούνταν από
ημιυπόγειο, ισόγειο, πρώτο όροφο, δεύτερο όροφο και τρίτο υπέρ το ισόγειο
όροφο. Ότι δυνάμει του υπ' αριθμ. .../7-12-1981 συμβολαίου δωρεάς εν ζωή του
συμβολαιογράφου Αθηνών ..., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα, μεταβίβασε στον
εναγόμενο υιό του την ψιλή κυριότητα σε ποσοστό 58/100 εξ αδιαιρέτου του
συνόλου του πιο πάνω οικοπέδου, το οποίο (ποσοστό) αναλύεται α) στο σύνολο του
ημιυπόγειου ορόφου, που αντιστοιχεί στα 16/100 του συνολικού οικοπέδου, β) στο
σύνολο του πρώτου ορόφου, που αντιστοιχεί στα 21/100 του συνολικού οικοπέδου
και γ) στο σύνολο του δευτέρου ορόφου, που αντιστοιχεί στα 21/100 του συνολικού
οικοπέδου, παρακρατώντας ισόβια για τον εαυτό του την επικαρπία, δικαίωμα από
το οποίο ο ενάγων παραιτήθηκε δυνάμει του υπ' αριθμ. .../5-3-1982 Συμβολαίου
του ίδιου πιο πάνω συμβολαιογράφου, με αποτέλεσμα ο εναγόμενος να αποκτήσει τα
ανωτέρω δωρηθέντα ακίνητα κατά πλήρη κυριότητα. Ότι για λόγους αχαριστίας, που
έδειξε ο εναγόμενος προς το πρόσωπο του ενάγοντος, ο τελευταίος ανακάλεσε την
δωρεά δυνάμει της από 30-8-2007 εξώδικης δήλωσης του, που επέδωσε νομίμως στον
εναγόμενο. Με βάση το ιστορικό αυτό ο ενάγων ζητεί, όπως το αίτημα της αγωγής
παραδεκτά περιορίστηκε με δήλωση των πληρεξούσιων δικηγόρων του που καταγράφηκε
στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και με τις προτάσεις α) να
αναγνωριστεί ότι η εν λόγω δωρεά έχει νομίμως και βασίμως ανακληθεί για τους
λόγους που αναφέρονται στην από 30-8-2007 δήλωση ανάκλησης του ενάγοντος, β) να
υποχρεωθεί ο εναγόμενος, κατ' άρθρο 949 ΚΠολΔ, με την
απόφαση που θα εκδοθεί, σε δήλωση βουλήσεως αναμεταβίβασης
στον ενάγοντα της πλήρους κυριότητας των 37/100 ποσοστών εξ αδιαιρέτου της
συνιδιοκτησίας του οικοπέδου που βρίσκεται επί της οδού ... εντός του Δήμου
Αχαρνών Αττικής, εκ των οποίων τα 16/100 εξ αδιαιρέτου αντιστοιχούν στην
οριζόντια ιδιοκτησία του ημιυπόγειου ορόφου και τα 21/100 στην οριζόντια
ιδιοκτησία - οροφοδιαμέρισμα του δευτέρου ορόφου της
ανεγερθείσης οικοδομής στο άνω οικόπεδο, όπως περιγράφονται στα .../1981 και
.../1982 συμβόλαια του συμβ/φου
Αθηνών ... και γ) να επιβληθούν σε βάρος του εναγόμενου τα δικαστικά του έξοδα.
Με αυτό το περιεχόμενο και αυτά τα αιτήματα
η αγωγή αρμόδια και παραδεκτά φέρεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του
Δικαστηρίου κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 18 αρ. 1, 22 ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη, απορριπτόμενου του περί του
αντιθέτου ισχυρισμού του εναγόμενου, δεδομένου ότι στο δικόγραφο της αγωγής ο
ενάγων αναφέρει α) τη σύσταση έγκυρης δωρεάς με συμβολαιογραφικό έγγραφο (498
παρ. 1 ΑΚ), β) τη γενόμενη ανάκληση της δωρεάς από το δωρητή, γ) περιστατικά τα
οποία δικαιολογούν, σύμφωνα με το νόμο, την ανάκληση και δ) αίτημα να
αναγνωρισθεί η γενόμενη ανάκληση της δωρεάς. Περαιτέρω η αγωγή είναι νόμιμη
κατά ένα μέρος, και δη κατά τα αιτήματα της για αναγνώριση της ανάκλησης της δωρέας και για την επιβολή των δικαστικών εξόδων,
στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 505, 509, 510, 904 επ., του ΑΚ, 70, 949
και 176 του ΚΠολΔ. Πρέπει επομένως η αγωγή να
ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσία, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της δεν
απαιτείται η εγγραφή της στα βιβλία διεκδικήσεων (αρθρ. 220 ΚΠολΔ)
λόγω του ενοχικού της χαρακτήρα, ενώ για το καταψηφιστικό
της αντικείμενο έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τα
υπέρ τρίτων ποσοστά (βλ. το υπ' αριθμ. 13835516 διπλότυπο είσπραξης της ΙΓ'
Δ.Ο.Υ. Αθηνών, το υπ' αριθμ. 0154617 γραμμάτιο είσπραξης του Ε.Τ.Α.Α./ΤΑΝ-ΤΕΑΔ
και το υπ' αριθμ. 50549 γραμμάτιο είσπραξης του Τομέα Προνοίας Δικηγόρων
Αθηνών). Να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι η αγωγή αυτή δεν υπόκειται σε εγγραφή
στα βιβλία διεκδικήσεων ακόμη και όταν σε αυτήν σωρεύεται εκτός από την
καταδίκη του εναγόμενου σε δήλωση βουλήσεως και (συμβατική) αξίωση για την
παράδοση του ακινήτου στο οποίο αναφέρεται η οφειλομένη δήλωση, γιατί
αντικείμενο της δίκης και στην περίπτωση αυτή δεν είναι το ακίνητο του οποίου η
παράδοση ζητείται, αλλά μόνο η αξίωση του ενάγοντος (ενοχικό δικαίωμα) να
απαιτήσει από τον εναγόμενο την παράδοση του πράγματος (ΕφΑΘ. 3478/1985 ΝοΒ/33. 1568, Β. Βαθρακοκοίλη: ΚΠολΔ. υπό άρθρο
220 παρ. 20 αλλά και εκεί αντίθετες απόψεις).
Ο εναγόμενος με τις νομίμως κατατεθειμένες
προτάσεις του αρνείται την αγωγή και προβάλλει του εξής ισχυρισμούς: 1) Ότι η
γενόμενη δωρεά του ενάγοντος πατρός του προς αυτόν (εναγόμενο υιό του), με την
μεταβίβαση αρχικά της ψιλής κυριότητας των οριζοντίων ιδιοκτησιών και εν συνεχεία
με την παραίτηση του ενάγοντος από το δικαίωμα της επικαρπίας σε αυτές, έγινε
στο πλαίσιο ιδιαίτερου ηθικού καθήκοντος, δηλαδή στο πλαίσιο συνολικής ρύθμισης
όλης της ακίνητης περιουσίας των γονέων του εναγόμενου προς τα τέκνα τους, ήτοι
προς τον εναγόμενο και την αδελφή του ..., και γι' αυτό το λόγο δεν μπορεί να
ανακληθεί. Ο πιο πάνω ισχυρισμός συνιστά ένσταση περί συνδρομής λόγων
ευπρέπειας και ιδιαίτερου ηθικού καθήκοντος, που αποκλείουν την ανάκληση της
επίδικης δωρεάς, ο οποίος ως ένσταση εκ του άρθρου 512 του ΑΚ είναι απορριπτέος
ως αόριστος, καθότι ο εναγόμενος δεν προσδιορίζει ποιοι είναι συγκεκριμένα οι
λόγοι ευπρέπειας ή το ιδιαίτερο ηθικό καθήκον του ενάγοντος, ενόψει μάλιστα του
ότι μόνο η ιδιότητα του τελευταίου ως πατρός του εναγόμενου δεν αρκεί για να
στοιχειοθετηθούν οι ανωτέρω νομικές έννοιες, 2) Ότι με τη συνεχή νομή των
επίδικων (δωρηθέντων) οριζοντίων ιδιοκτησιών ήδη από το τις 5-3-1982, χρόνος
κατά τον οποίο ο ενάγων παραιτήθηκε, δυνάμει του υπ' αριθμ. .../5-3-1982
συμβολαιογραφικού εγγράφου από το δικαίωμα επικαρπίας επί των ανωτέρω
δωρηθέντων, μέχρι τις 30-8-2007, χρόνος κατά τον οποίο επιδόθηκε η δήλωση
ανάκλησης της δωρεάς από τον ενάγοντα στον εναγόμενο, ήτοι για χρονικό διάστημα
πλέον της εικοσιπενταετίας, ο τελευταίος είχε αποκτήσει την κυριότητα των
δωρηθέντων οριζοντίων ιδιοκτησιών με έκτακτη χρησικτησία, ήτοι από νόμιμη αιτία, με συνέπεια να μην μπορούν να
αναζητηθούν τα δωρηθέντα από τον δωρητή ενάγοντα, ούτε ο δωρεοδόχος εναγόμενος
να υποχρεούται να τα αποδώσει, κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού
διατάξεις. Ο πιο πάνω ισχυρισμός συνιστά ένσταση ιδίας κυριότητας με έκτακτη
χρησικτησία, είναι ορισμένος κατ νόμιμος στηριζόμενος στο άρθρο 1045 του ΑΚ και
θα εξεταστεί κατ' ουσίαν (ΑΠ 1361/2007, ΝΟΜΟΣ), 3)
την ένσταση συνυπαιτιότητας του ενάγοντος, συνιστάμενη στο γεγονός ότι στο
επεισόδιο που επισυνέβη τον Ιανουάριο του 2006 και κατά το οποίο ο εναγόμενος,
κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, επιτέθηκε στον τελευταίο και στην αδελφή
του ... και στο σύζυγο της ... προκαλώντας τους σωματικές κακώσεις,
αποκλειστικά υπεύθυνος, άλλως συνυπαίτιος σε ποσοστό 99%, είναι ο ίδιος ο
ενάγων, ο οποίος προκάλεσε με τη δική του συμπεριφορά (ύβρεις, προπηλακισμούς,
σωματικές βλάβες) εναντίον του εναγόμενου την αντίδραση του τελευταίου, ο
οποίος, στο πλαίσιο νόμιμης άμυνας, επέφερε σωματικές κακώσεις στον ενάγοντα. Η
πιο πάνω ένσταση συνυπαιτιότητας η οποία στηρίζεται στο άρθρο 300 του ΑΚ είναι
ορισμένη και νόμιμη, κατά το μέρος που αφορά σε ένα μόνο γεγονός αχαριστίας,
ήτοι σε αυτό του Ιανουαρίου του 2006 (και όχι για τα λοιπά γεγονότα που ιστορούνται
στην αγωγή) και θα εξεταστεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.
Κατά το άρθρο 281 ΑΚ, η άσκηση του
δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή
πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά
την έννοια της διάταξης αυτής το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά,
όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που
διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, χωρίς κατά νόμο να
εμποδίζουν την γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη
ανεκτή την μεταγενέστερη άσκηση του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής
αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνει στην ανατροπή κατάστασης
που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ
χρόνο, με επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο.
Απαιτείται δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος,
να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από την συμπεριφορά του δικαιούχου, σε
συνάρτηση και με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο
δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα του. Απαιτείται ακόμη οι
πράξεις του υπόχρεου και η υπ' αυτού δημιουργηθείσα
κατάσταση, επαγόμενη ιδιαιτέρως επαχθείς για τον υπόχρεο επιπτώσεις, να τελούν
σε αιτιώδη σύνδεσμο με την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου. Μόνη η
μακροχρόνια αδράνεια του δικαιούχου και όταν ακόμη δημιούργησε την εύλογη
πεποίθηση στον υπόχρεο ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται αυτό να
ασκηθεί, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση
αυτού, αλλά απαιτείται να συντρέχουν, προσθέτως, ειδικές συνθήκες και
περιστάσεις, προερχόμενες, κυρίως, από την προηγηθείσα συμπεριφορά του
δικαιούχου και του υπόχρεου, ενόψει των οποίων και της αδρανείας του
δικαιούχου, η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος, τείνουσα στην ανατροπή της
κατάστασης που διαμορφώθηκε υπό τις ανωτέρω ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε
για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, να εξέρχεται των υπό της ανωτέρω διάταξης
διαγραφομένων ορίων (Ολ. ΑΠ 8/2001, ΑΠ 207/2014, ΑΠ
612/2012 όλες δημ. στη ΝΟΜΟΣ). Ο εναγόμενος, προς απόκρουση της ένδικης αγωγής,
προτείνει, εκτός των πιο πάνω ενστάσεων, την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του
δικαιώματος του ενάγοντος για τη θεμελίωση της οποίας ισχυρίζεται ότι
αποδυναμώθηκε το δικαίωμα του ενάγοντος καθότι η άσκηση της κρινόμενης αγωγής
έλαβε χώρα το 2007, 25 έτη μετά την απόκτηση από τον εναγόμενο των δωρηθέντων
οριζοντίων ιδιοκτησιών κατά πλήρη κυριότητα (το έτος 1982), ήτοι σε χρόνο κατά
τον οποίο ο εναγόμενος είχε ήδη καταστεί κύριος αυτών και με έκτακτη
χρησικτησία, ενώ περαιτέρω ο εναγόμενος διατείνεται ότι, πέραν του γεγονότος
ότι όσο απασχολούνταν ο πατέρας του ως υπάλληλος στην ατομική επιχείρηση αργυροχρυσοχοείου που διατηρούσε ελάμβανε μηνιαίο μισθό
500.000 δραχμών, συνέβαλε ο ίδιος καθοριστικά, μέσω καταβολών των εργοδοτικών
και εργατικών εισφορών κατά τα έτη 1989 έως 1995, στη θεμελίωση συνταξιοδοτικού
δικαιώματος πλήρους κύριας και επικουρικής σύνταξης του ενάγοντος - πατρός του,
αλλά και επιπλέον έχει παραχωρήσει δωρεάν τη χρήση του δωρηθέντος σε αυτόν 2ου
ορόφου των οριζοντίων ιδιοκτησιών, προκειμένου να διαμένει ο ενάγων πατέρας του
και η μητέρα του ήδη πλέον των 30 ετών, επιβαρυνόμενοι οι τελευταίοι μόνο τις
δαπάνες για νερό, ηλεκτρικό κλπ., απαλλασσόμενοι από οποιαδήποτε άλλα
φορολογικά βάρη, τα οποία έχει αναλάβει ο εναγόμενος, δημιουργώντας κατ' αυτό
τον τρόπο στον εναγόμενο την εύλογη πεποίθηση ότι ο ενάγων δεν επρόκειτο να
ανακαλέσει τη διενεργηθείσα δωρεά προς αυτόν. Με τέτοιο, όμως, περιεχόμενο η
ανωτέρω ένσταση είναι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αμέσως πιο πάνω νομική
σκέψη, μη νόμιμη, καθόσον και αληθή υποτιθέμενα τα ως άνω επικαλούμενα για τη
θεμελίωση της πραγματικά περιστατικά δεν καθιστούν την άσκηση του ένδικου
δικαιώματος προφανώς αντίθετη στα αντικειμενικά όρια της καλής πίστης ή των
χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του δικαιώματος, που θέτει η
διάταξη του προαναφερθέντος άρθρου 281 ΑΚ.
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των
διαδίκων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα
με την παρούσα απόφαση απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από
τις προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα υπ' αριθμ. .../22-9-2010, .../27-9-2010
και .../27-9-2010 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιώς ...,
οι οποίες λήφθηκαν κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλητεύσεως του εναγόμενου
(βλ. την υπ' αριθμ. 10.297β/16-9-2010 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή
στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ...), από τις προσκομιζόμενες από τον εναγόμενο υπ'
αριθμ. 3560, 3561 και 3562/29-9-2010 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της
συμβολαιογράφου Αθηνών Ευαγγελίας ..., οι οποίες λήφθηκαν κατόπιν νόμιμης και
εμπρόθεσμης κλητεύσεως του ενάγοντος (βλ. την υπ' αριθμ. 488β/22-9-2010 έκθεση
επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ...) και απ' όλα τα
έγγραφα που νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, άλλα εκ των
οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για την συναγωγή
δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 339 σε συνδ. 395 ΚΠολΔ)
και τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το
Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και
με την όλη επ' ακροατηρίου προφορική διαδικασία, αποδεικνύονται τα ακόλουθα
πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του υπ' αριθμ. .../7-12-1981 συμβολαίου δωρεάς
εν ζωή του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία
μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αχαρνών (τόμος ..., α/α ...), ο ενάγων
μεταβίβασε στον εναγόμενο (υιό του) την ψιλή κυριότητα σε ποσοστό 58/100 εξ
αδιαιρέτου ενός οικοπέδου, αρτίου και οικοδομήσιμου, εμβαδού 240,80 τ.μ.,
κειμένου στη θέση «Σταθμός Σ.Ε.Κ», μέσα στο εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως του Δήμου
Αχαρνών Αττικής και στο υπ' αριθμ.
Ο.Τ., επί της οδού .... Το εν λόγω
οικόπεδο ο ενάγων είχε αποκτήσει δυνάμει του υπ' αριθμ. .../20-2-1958
συμβολαίου αγοραπωλησίας, που νόμιμα μεταγράφηκε στο παραπάνω Υποθηκοφυλακείο
(τόμος ..., α/α ...). Επί του ακινήτου αυτού, είχε συσταθεί οριζόντια
ιδιοκτησία διεπόμενη από τις διατάξεις του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και
1117 του ΑΚ, βάσει της οποίας ανεγέρθηκε οικοδομή η οποία αποτελούνταν από
ημιυπόγειο, ισόγειο, πρώτο όροφο, δεύτερο όροφο και τρίτο υπέρ το ισόγειο
όροφο. Σύμφωνα με το υπ' αριθμ. .../7-12-1981 συμβόλαιο που προαναφέρθηκε, το
ποσοστό 58/100 που μεταβιβάστηκε στον εναγόμενο αντιστοιχεί στις εξής
οριζόντιες ιδιοκτησίες: α) στο σύνολο του ημιϋυπογείου
ορόφου, που αντιστοιχεί στα 16/100 του συνολικού οικοπέδου, β) στο σύνολο του
πρώτου ορόφου, που αντιστοιχεί στα 21/100 του συνολικού οικοπέδου και γ) στο
σύνολο του δευτέρου ορόφου, που αντιστοιχεί στα 21/100 του συνολικού οικοπέδου.
Ο ενάγων παρακράτησε εφ' όρου ζωής για τον εαυτό του το δικαίωμα επικαρπίας επί
των ανωτέρω ποσοστών οριζοντίων ιδιοκτησιών που είχε δωρίσει στον εναγόμενο,
ωστόσο, δυνάμει του υπ' αριθμ. .../5-3-1982 συμβολαίου του ίδιου πιο πάνω
συμβολαιογράφου, ο ενάγων παραιτήθηκε από το δικαίωμα αυτό της επικαρπίας.
Έκτοτε, ο εναγόμενος νέμεται όλα τα ανωτέρω επίδικα ακίνητα - οριζόντιες
ιδιοκτησίες, ανεπίληπτα, με διάνοια κυρίου, καταβάλλοντος εξ ιδίων, με δική του
πρωτοβουλία, οποιοδήποτε ποσό απαιτούνταν για την αξιοποίηση τους. Από τα
ακίνητα, τα οποία ο εναγόμενος νεμόταν επί χρόνο μεγαλύτερο της 20ετίας, δηλαδή
από τις 5-3-1982, το κείμενο στον α' όροφο διαμέρισμα, στο οποίο ο ίδιος ο
εναγόμενος μαζί με την οικογένεια του κατοικούσε μέχρι τις αρχές του έτους
2006, ο τελευταίος το μεταβίβασε λόγω πωλήσεως σε τρίτους, δυνάμει του υπ'
αριθμ. .../30-5-2007 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της
συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μεταγραφέντος στα
πιο πάνω βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αχαρνών (τόμος ..., α/α ...).
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες του εναγόμενου, σε
εκείνη που βρίσκεται στον β' όροφο της οικοδομής, διέμενε ο ενάγων και η
σύζυγος του (μητέρα του εναγόμενου) από το έτος 1990 και εντεύθεν, κατόπιν
δωρεάν παραχώρησης χρήσης του εναγόμενου προς τους γονείς του, χωρίς ο
εναγόμενος να ζητήσει ποτέ οποιοδήποτε αντάλλαγμα από τους τελευταίους για τη
χρήση αυτή. Ο ίδιος δε ο εναγόμενος, μετά από ένα οικογενειακό επεισόδιο που
επισυνέβη στις 3-1-2006, για το οποίο ο ενάγων καταδικάστηκε από το Μονομελές
Πλημμελειοδικείο Αθηνών σε ποινές φυλάκισης με αναστολή για σωματικές βλάβες,
απειλή και εξύβριση, αναγκάστηκε να μετοικήσει με την οικογένεια του σε μισθωμένη
κατοικία στο Κρυονέρι Αττικής, όπου και συνεχίζει να διαμένει μέχρι και σήμερα.
Ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή του, ισχυρίζεται ότι λόγω των επισυμβάντων σε βάρος του επεισοδίων εκ μέρους του
εναγόμενου, η αναφερόμενη δωρεά των παραπάνω τριών οριζοντίων ιδιοκτησιών
(ημιυπόγειου ορόφου, α' ορόφου και β' ορόφου) έχει ανακληθεί με την από
30-8-2007 εξώδικη δήλωση του, η οποία επιδόθηκε νόμιμα στον εναγόμενο (βλ. την
υπ' αριθμ. 6187Β74-9-2007 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο
Πρωτοδικείο Αθηνών ...) και ότι ως εκ τούτου, ο εναγόμενος είναι υποχρεωμένος
να προβεί στην κατ' άρθρο 949 ΚΠολΔ δήλωση για αναμεταβίβαση ποσοστού 37/100 εξ αδιαιρέτου του συνόλου του
οικοπέδου, τα οποία αντιστοιχούν στην οριζόντια ιδιοκτησία του ημιυπόγειου
ορόφου (16/100) και στον β' υπέρ το ισόγειο όροφο (21/100), ενώ όσον αφορά τον
α' όροφο, ο ενάγων, μετά τον κατά τα ανωτέρω νομότυπο περιορισμό της αγωγής,
ζητεί μόνο να ανακληθεί η γενόμενη δωρεά, χωρίς αντίστοιχο αίτημα περί της
υποχρέωσης του εναγόμενου στην κατ' άρθρο 949 ΚΠολΔ
δήλωση αναμεταβίβασης. Όπως όμως αποδεικνύεται, ο
εναγόμενος απέκτησε την κυριότητα των δωρηθέντων οριζοντίων ιδιοκτησιών με τα
προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας, καθόσον νεμόταν αυτά για χρονικό διάστημα
μεγαλύτερο της εικοσαετίας, ήτοι από 5-3-1982 μέχρι το χρόνο της ανάκλησης της
δωρεάς από τον ενάγοντα στις 30-8-2007, η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο στις
4-9-2007. Επομένως, η προβαλλόμενη από τον εναγόμενο ένσταση ιδίας κυριότητας
με έκτακτη χρησικτησία πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατ ακολουθίαν των ανωτέρω η προβληθείσα
ένσταση συνυπαιτιότητας του ενάγοντος, συνιστάμενη στο αναφερόμενο πραγματικό
γεγονός, παρέλκει να εξεταστεί. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η υπό κρίση αγωγή,
πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστική αβάσιμη και να επιβληθούν σε βάρος του
ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλίαν
των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του ενάγοντος τα
δικαστικά έξοδα του εναγόμενου, τα οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων
πεντακοσίων ευρώ (5.500 ευρώ).
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις
19-2-2015
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση
στο ακροατήριο του στην Αθήνα στις 20-4-2016 με απόντες τους διαδίκους και τους
πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ