ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑθ 1800/2019

 

Υπερχρεωμένα νοικοκυριά - Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Έφεση αιτούντος - Πτωχευτική ικανότητα - Ιδιότητα μικρέμπορου -.

 

Αποδείχθηκε ότι ο αιτών-εκκαλών εργαζόταν προσωπικά στην επιχείρηση, δεν είχε επενδύσει σε αυτήν σημαντικό κεφάλαιο για την λειτουργία της, ούτε επρόκειτο για οργανωμένη επιχείρηση (πρατήριο ψωμιού) με σκοπό το κέρδος που προδήλως δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο με την προσωπική του εργασία. Συνεπώς διενεργούσε εμπορικές πράξεις κατά το Β.Δ. του 1835 αλλά χωρίς ριψοκίνδυνη κερδοσκοπική διαμεσολάβηση, ενώ κατ' ουσίαν παρείχε προσωπική εργασία με αντίτιμο κάποια αμοιβή και αποκόμιζε μεν κέρδος, το οποίο, όμως, αποτελούσε περισσότερο αμοιβή του σωματικού τους κόπου και μόχθου και όχι αποτέλεσμα κερδοσκοπικών συνδυασμών. Επομένως έφερε την ιδιότητα του «μικρεμπόρου» και τα όποια χρέη ανέλαβε με την ιδιότητα αυτή δεν τον αποτρέπουν από την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010. Κατ' ακολουθίαν έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση που απέρριψε την αίτηση ως κατ' ουσίαν βάσιμη λόγω εμπορικής ιδιότητας του αιτούντος. Ανεργία αιτούντος και συζύγου. Ανυπαρξία ακίνητης ή κινητής περιουσίας. Μηδενικές καταβολές επί πενταετία. Δεν κρίθηκε αναγκαίος ο ορισμός νέας δικασίμου για τον επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών, καθόσον δεν κρίθηκε πιθανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, η ουσιώδης βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του εντός των πέντε ετών και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε να καλύπτονται πλήρως οι βιοτικές ανάγκες και να παραμείνει διαθέσιμο ποσό για εξυπηρέτηση των δανείων.

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ-ΕΦΕΣΕΙΣ

 

 

Αριθμός απόφασης 1800/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΟΗΝΩΝ

 

(τακτική διαδικασία-εφέσεις)

 

 

Αποτελούμενο από την Δικαστή Μαρία Βλάχου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Σταυρούλα Λεβέντη.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 12 Οκτωβρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Του εκκαλούντος ……… του ……, κατοίκου Αιγάλεω Αττικής, οδός ……… αριθ. , ο οποίος εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Αικατερίνης Τούλια.

 

Των εφεσίβλητων 1) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EFG EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank Ergasias», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Όθωνος αριθ. 8 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία ήταν απούσα και δεν παραστάθηκε, 2) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αριθ. 86 και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Νικολέττας Γυλέκη, 3) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «ALPHA ΒΑΝΚ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Σταδίου αριθ. 40 και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολική διάδοχος των ανωνύμων τραπεζικών εταιριών με την επωνυμία «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ» και «ΟΙΤΙΒΑΝΚ INTERNATIONAL PLC», η οποία ήταν απούσα και δεν παραστάθηκε, 4) της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής αριθ. 4 και εκπροσωπείται νόμιμα, για τις απαιτήσεις της ίδιας ατομικά, επιπλέον δε και ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «MARFIN EGNATIA ΒΑΝΚ» και καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «GENIKI ΒΑΝΚ», ασκώντας κύρια παρέμβαση για την πρώτη ως ειδική διάδοχος, η οποία εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Αχιλλέα Παπαδόπουλου, 5) της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «HELLENIC POST CREDIT Α.Ε.Π.Π.», που εδρεύει στην Παιανία Αττικής, 40,2° χλμ της Αττικής Οδού, ΣΕΑ1 Μεσογείων και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννη Γκιόκα.

 

Ο εκκαλών είχε ασκήσει κατά των εφεσίβλητων την από 6.5.2011 αίτηση του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία με αριθμό κατάθεσης 342/6.5.2011, προσδιορίσθηκε δε η συζήτηση της για τη δικάσιμο της 20.10.2011, οπότε και ματαιώθηκε. Επανήλθε προς συζήτηση δυνάμει της από 31.10.2011 κλήσης του ενάγοντος, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Αθηνών με αριθμό κατάθεσης ./8.11.2011, προσδιορίσθηκε δε η συζήτηση για τη δικάσιμο της 4.12.2012 και μετ' αναβολήν για τη δικάσιμο της 17.9.2014. Συζητηθείσης κατά τη δικάσιμο αυτή της υποθέσεως, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 1754/Φ1635/2014 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία απέρριψε την αίτηση ως κατ' ουσίαν αβάσιμη. Ήδη ο εκκαλών ζητεί την εξαφάνιση της ανωτέρω απόφασης και την αποδοχή της αιτήσεως του στο σύνολο της με την από 1.2.2017 έφεση του, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Αθηνών με αριθμό κατάθεσης ./161/6.2.2017 και προσδιορίστηκε με αυξ. αριθ. καταθ. ./13.12.2017 στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου η συζήτηση της για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και εγγράφηκε στο πινάκιο.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του Ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο Δικαστήριο αίτηση για τη ρύθμιση των οφειλών τους. Η προϋπόθεση της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας διατυπώνεται από το νομοθέτη αρνητικά. Σύμφωνα με τον σκοπό του νόμου, στη ρύθμιση του νόμου υπάγονται μόνο φυσικά πρόσωπα και, μάλιστα, πρόσωπα που δεν ασκούν αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα, που να τους προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου. Αντιθέτως, δεν υπάγονται στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 οι οφειλέτες που κατά τον χρόνο της παύσεως των πληρωμών είχαν την εμπορική ιδιότητα (βλ. ΕιρΑθ 43/2011, αδημ., ΕιρΑΘ 55/2011, αδημ., ΕιρΘεσ 6372/2011, αδημ., ΕιρΧαν 333/2011, αδημ., ΕιρΟεσ 5106/2011, αδημ., Αθ. Κρητικό, Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, εκδ. 2014, σελ. 35). Ετσι αν κάποιος απωλέσει την εμπορική ιδιότητα, αλλά, πριν την απωλέσει, βρεθεί σε αδυναμία πληρωμών, υπόκειται σης διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα και ικανοποιεί τους πιστωτές μέσω αυτής της διαδικασίας (ΕιρΑΘ 43/2011, αδημ., ΕιρΑΘ 55/2011, αδημ., ΕιρΘεσ 6372/2011, αδημ.). Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη είτε αναγόμενη στο παρελθόν, κατά το χρονικό, όμως, σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου (ΕιρΑθ 43/2011, αδημ., ΕιρΑΘ 55/2011, αδημ., ΕιρΘεσ 6372/2011, αδημ., απορρίπτονται σε αυτές τις περιπτώσεις οι αιτήσεις υπαγωγής στο Ν. 3869/2010). Κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠτΚ (Ν. 3588/2007), πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου, έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις (βλ. ΓνωμΝΣΚ 200/2010, ΝΟΜΟΣ, που παραπέμπει σε βιβλιογραφία για την ορθή επισήμανση ότι σημασία έχει το σύνηθες και όχι το κύριο επάγγελμα) ενώ στο άρθρο 2 του β.δ. 2/1835 απαριθμούνται οι αντικειμενικές εμπορικές πράξεις στις οποίες περιλαμβάνονται, πλην άλλων, η αγορά κινητών πραγμάτων με σκοπό την μεταπώληση τους. Οι έμποροι, επομένως, για τους οποίους μάλιστα βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του Διατάγματος περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνονται χάριν της εμπορίας του, αποκλείονται από την εφαρμογή του νόμου (ΟλΑΠ 488/1968, ΝοΒ 16, 1159, ΑΠ 1261/1979, ΕΕμπΔ ΛΑ, 580, I. Βενιέρης - Θ. Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, σελ.41, Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, εκδ. 2014, σελ. 38). Η απόδειξη της πτωχευτικής ικανότητας του αιτούντα έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης, όχι, λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, αλλά κατ' ουσίαν λόγω μη συνδρομής ουσιαστικής προϋπόθεσης (Ε.Κιουπτσίδου-Αρμενόπουλος 64- Ανάτυπο σελ. 1475 και 1476). Περαιτέρω, δεν έχουν την εμπορική ικανότητα ή δεν υφίστανται τις αρνητικές συνέπειες (πτωχευτική ικανότητα) της εμπορικής ιδιότητας, αυτοί που ασκούν μικρεμπόρια και συνεπώς υπάγονται στη διαδικασία του ν. 3869/2010 παρά το γεγονός ότι ασκούν εμπορικές πράξεις. Τον χαρακτηρισμό του μικρεμπόρου μπορεί να τον επικαλεστεί και να τον αποδείξει ο ίδιος ο οφειλέτης. Μικρεμπόρια ασκούν τα πρόσωπα που διενεργούν εμπορικές πράξεις κατά το παραπάνω ΒΔ του 1835 αλλά όχι με τέτοια ένταση και χωρίς ριψοκίνδυνη κερδοσκοπική διαμεσολάβηση ενώ κατ' ουσίαν παρέχουν προσωπική εργασία με αντίτιμο κάποια αμοιβή. Ή με διαφορετική διατύπωση, είναι πρόσωπα που ασκούν εμπορικές πράξεις και αποκομίζουν από αυτές κέρδος, το οποίο, όμως, αποτελεί περισσότερο αμοιβή του σωματικού τους κόπου και μόχθου και όχι αποτέλεσμα κερδοσκοπικών συνδυασμών. Θεωρείται ότι στην έννοια της καταπόνησης εμπίπτει όχι μόνο η σωματική αλλά και η πνευματική καταπόνηση και ο τρόπος επιδίωξης εισοδήματος «τους εξομοιώνει προς ημερομίσθιους εργάτες». Αυτά τα πρόσωπα δεν έχουν ανάληψη κινδύνου, σημαντικό επενδυμένο κεφάλαιο, τέτοια έκταση δραστηριότητας και δομή λειτουργίας, που να παραπέμπουν σε εμπορική δραστηριότητα με σκοπό το κέρδος. Στοιχεία υπέρ της μη εμπορικής ιδιότητας αυτών των προσώπων παρά τη διενέργεια εμπορικών πράξεων είναι και το γεγονός, ότι δεν διαμεσολαβούν στην διάθεση αγαθών κατά τρόπο που να φέρει τα. στοιχεία της αβεβαιότητας και του κινδύνου, δεν αναλαμβάνουν δηλαδή κερδοσκοπική εκμετάλλευση των αγαθών και εργασία άλλων προσώπων. Κατά συνέπεια προκύπτει, ότι για τις εμπορικές πράξεις που αναφέρθηκαν παραπάνω, η νομολογία συχνά δεν αποδίδει το χαρακτηρισμό του εμπόρου σε αυτόν που διενεργεί τις εμπορικές πράξεις αλλά το κάνει εντός μη οργανωμένης επιχείρησης, χωρίς ιδιαίτερες εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, χωρίς πρόσληψη προσωπικού (Βενιέρη - Κατσά, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, γ' έκδοση, αριθμ. 231 - 235, σελ. 123 - 126).

 

Από τις υπ' αριθ. ./19.3.2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών ………, που επικαλείται και προσκομίζει ο εκκαλών, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση εφέσεως με πράξη προσδιορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στις πρώτη, και τρίτη των εφεσίβλητων. Αυτές όμως δεν εμφανίσθηκαν κατά τη δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου και συνεπώς πρέπει να δικασθούν ερήμην. Το Δικαστήριο, όμως, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υποθέσεως σα να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρο 524 παρ. 4, 764 παρ. 2 ΚΠολΔ).

 

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ' αριθ. 1754/Φ1635/2014 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, το οποίο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη την από 6.5.2011 αίτηση του αιτούντος και ήδη εκκαλούντος, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα στις 6.2.2017, εντός τριετίας από τη δημοσίευση της εκκαλουμένης απόφασης στις 12.12.2014, της οποίας δεν προκύπτει κοινοποίηση (άρθρα 495 επ., 511, 513, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ). Παραδεκτώς δε εισάγεται για να εκδικασθεί κατά την προσήκουσα διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρο 17Α ΚΠολΔ, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του Ν. 3994/2011 και ισχύει για εφέσεις κατά αποφάσεων ειρηνοδικείου, που ασκούνται από 25.7.2011 και 3 του Ν. 3869/2010). Επομένως, είναι τυπικά δεκτή και πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν καθώς έχει καταβληθεί από τον εκκαλούντα το νόμιμο παράβολο σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, όπως η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012.

 

Με την από 6.5.2011 αίτηση του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, ο αιτών και ήδη εκκαλών, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τις καθ' ων και ήδη εφεσίβλητες, ζήτησε να επικυρωθεί το αναφερόμενο σε αυτήν σχέδιο διευθέτησης οφειλών, άλλως να διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών του σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 1 και 2 του Ν. 3869/2010 για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών και να ορισθούν οι μηνιαίες καταβολές προς τις καθ' ων και ήδη εφεσίβλητες, λαμβανομένης υπόψη της περιουσιακής του κατάστασης. Η εκκαλουμένη απόφαση έκρινε την αίτηση επαρκώς ορισμένη, παραδεκτή και νόμιμη (αρθρ. 1, 4, 5, 6 παρ.3, 8 και 9 Ν. 3869/2010) πλην όμως την απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη, δεχόμενη ως βάσιμη κατ' ουσίαν τον ισχυρισμό των καθ' ων ότι τα χρέη του αιτούντος και ήδη εκκαλούντος έγιναν χάριν της εμπορίας του, καθώς αυτά αναλήφθηκαν πριν απωλέσει την εμπορική του ιδιότητα. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο αιτών και ήδη εκκαλών με την υπό κρίση έφεση του και με τους προβαλλόμενους με αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την διάγνωση της εμπορικής του ιδιότητας, επικαλούμενος ότι είχε την ιδιότητα του μικρεμπόρου, ζητεί δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης απόφασης και την αποδοχή της αιτήσεως του στο σύνολο της.

 

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρα του αιτούντος και ήδη εκκαλούντος, που νομότυπα εξετάστηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του και από όλα τα έγγραφα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχτηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά: Ο αιτών και ήδη εκκαλών είναι 56 ετών, παντρεμένος με την ……… από το 1985 και έχουν αποκτήσει δύο ήδη ενήλικα τέκνα, την …… και τον ……, 33 και 27 ετών αντιστοίχως σήμερα. Διαμένει με τη σύζυγο και τα τέκνα του σε ιδιόκτητη οικία της συζύγου του στο Αιγάλεω Αττικής. Κατά το παρελθόν, ήτοι έως το 2010, διατηρούσε επιχείρηση με αντικείμενο εργασιών «λιανικό εμπόριο (πρατήριο) ψωμιού και άλλων ειδών αρτοποιίας» επί της οδού ……… αριθ. στο Αιγάλεω από το 2003. Η επιχείρηση αυτή άρχισε να εμφανίζει οικονομικά προβλήματα ήδη από το 2008, και ο αιτών και ήδη εκκαλών έπαυσε τις πληρωμές του το έτος 2010, καθώς μολονότι εμφάνιζε τζίρους περί τις 30.000 και 27.000 αντιστοίχως τα έτη 2009 και 2010, δεν του απέφερε καθαρά κέρδη. Πριν την διακοπή των εργασιών, ο αιτών και ήδη εκκαλών είχε αναλάβει χρέη ύψους 119.081,70 ευρώ προς τις καθ' ων και ήδη εφεσίβλητες. Αποδεικνύεται ότι ο αιτών και ήδη εκκαλών εργαζόταν προσωπικά στην επιχείρηση, δεν είχε επενδύσει σε αυτήν σημαντικό κεφάλαιο για την λειτουργία της, ούτε επρόκειτο για οργανωμένη επιχείρηση με σκοπό το κέρδος που προδήλως δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει μόνο με την προσωπική του εργασία. Συνεπώς διενεργούσε εμπορικές πράξεις κατά το παραπάνω ΒΔ του 1835 αλλά χωρίς ριψοκίνδυνη κερδοσκοπική διαμεσολάβηση, ενώ κατ' ουσίαν παρείχε προσωπική εργασία με αντίτιμο κάποια αμοιβή και αποκόμιζε μεν κέρδος, το οποίο, όμως, αποτελούσε περισσότερο αμοιβή του σωματικού τους κόπου και μόχθου και όχι αποτέλεσμα κερδοσκοπικών συνδυασμών. Επομένως έφερε την ιδιότητα του «μικρεμπόρου» και τα όποια χρέη ανέλαβε με την ιδιότητα αυτή δεν τον αποτρέπουν από την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010. Κατ' ακολουθίαν έσφαλε η εκκαλουμένη απόφαση που απέρριψε την αίτηση ως κατ' ουσίαν βάσιμη λόγω εμπορικής ιδιότητας του αιτούντος και ήδη εκκαλούντος και συνεπώς ο σχετικός λόγος έφεσης περί κακής εκτίμησης των αποδείξεων πρέπει να γίνει δεκτός ως κατ' ουσίαν βάσιμος, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

 

Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι χωρίς δόλο ο αιτών και ήδη εκκαλών βρέθηκε σε κατάσταση μόνιμης και γενικής αδυναμίας εξυπηρέτησης των οφειλών του, λόγω της ραγδαίας μείωσης των εισοδημάτων του μετά το 2008, ενώ ήδη είχε επιβαρυνθεί με σημαντικές δανειακές υποχρεώσεις, τις οποίες όμως μπορούσε να εξυπηρετήσει μέχρι την μείωση αυτή. Στη συνέχεια εργάσθηκε ως security με καθαρές μηνιαίες αποδοχές 580 ευρώ ενώ πλέον τόσο ο ίδιος, όσο και η σύζυγος του είναι άνεργοι (βλ. τις προσκομιζόμενες βεβαιώσεις από τον ΟΑΕΔ) και αντιμετωπίζουν δυσχερώς ακόμη και τις βασικές βιοτικές τους ανάγκες. Στερείται κάθε ακίνητης ή κινητής περιουσίας που θα μπορούσε να ρευστοποιηθεί και δεν αποκομίζει εισόδημα από καμία άλλη πηγή. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της αίτησης, ο αιτών ανέλαβε τα εξής χρέη έναντι των καθ' ων και ήδη εφεσίβλητων τραπεζών από δάνεια και πιστωτικές κάρτες, το ύψος των οποίων το 2011 ήταν: 1) Στην Eurobank 4.362,87 ευρώ, 2) Στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος 5.429,59 ευρώ, 3) Στην POST CREDIT 6.211,55 ευρώ, 4) στην CITIBANK (ήδη ALPHA BANK) 1.477,07 ευρώ, 5) στην MARFIN EGNATIA (ήδη Πειραιώς) 27.806,41 ευρώ, 6) στην Τράπεζα Πειραιώς 9.666,02 ευρώ, 7) στην Γενική Τράπεζα (ήδη Πειραιώς) 5.273,65 ευρώ και 8) στην Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος (ήδη ALPHA BANK) 58.854,54 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω, συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του Ν. 3869/2010. Λόγω των εξαιρετικών περιστάσεων που συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση και αναλύθηκαν προηγουμένως, ήτοι του γεγονότος της χρόνιας ανεργίας χωρίς υπαιτιότητα και της απορρέουσας από αυτή έλλειψης εισοδημάτων, πρέπει, για τη ρύθμιση των χρεών, να οριστούν μηδενικές μηνιαίες καταβολές προς τις πιστώτριες για χρονικό διάστημα πέντε ετών, όπως επιβάλλεται και από το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, που θεσπίζει την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας να προστατεύει την αξία του ανθρώπου και θέτει ως όριο κάθε πολιτειακής πράξης, όπως είναι και η δικαστική απόφαση, τη διατήρηση εκείνων των συνθηκών διαβίωσης του πολίτη, που θα του επιτρέπουν να ζει με αξιοπρέπεια, ενώ σε διαφορετική περίπτωση, αν το Δικαστήριο στερήσει αυτή τη δυνατότητα στον αιτούντα και ήδη εκκαλούντα, τότε, σε αντίθεση με την παραπάνω θεμελιώδη συνταγματική διάταξη, που διαπνέει το δίκαιο και την ερμηνεία του, προκρίνει έναντι της αξίας του ανθρώπου την ικανοποίηση περιουσιακών δικαιωμάτων. Εξάλλου, δεν κρίνεται αναγκαίος ο ορισμός νέας δικασίμου για τον επαναπροσδιορισμό των μηνιαίων καταβολών, καθόσον δεν κρίνεται πιθανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, η ουσιώδης βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του εντός του απώτατου ορίου του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται στο άρθρο 8 παρ. 2 του ν. 3869/2010, ήτοι των πέντε ετών και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε να καλύπτονται πλήρως οι βιοτικές ανάγκες και να παραμείνει διαθέσιμο ποσό για εξυπηρέτηση των δανείων. ʼλλωστε, τέτοιος ορισμός νέας δικασίμου δεν επιβάλλεται από την παρ. 5 του άρθρου 8 του ν. 3869/2010, αλλά προβλέπεται ως δυνητικός και επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Ωστόσο, οι πιστώτριες δεν στερούνται του δικαιώματος να ζητήσουν την τροποποίηση της απόφασης αυτής, εφόσον τούτο δικαιολογείται από μεταγενέστερα γεγονότα ή μεταβολές της περιουσιακής κατάστασης και των εισοδημάτων του οφειλέτη τους (βλ. σχετ. I. Βενιέρη- Θ. Κατσά, ό.π., παρ. 1222, σελ. 531, όπου και παραπομπές σε νομολογία, Αθ. Κρητικό, παρατηρήσεις στην ΕιρΘεσ 1752/2012, ΕλλΔνη 53.863, ο οποίος διατυπώνει την άποψη, με την οποία συντάσσεται το παρόν Δικαστήριο, ότι σε περίπτωση μηδενικών καταβολών λόγω εξαιρετικών περιστάσεων, για τις οποίες δεν αναμένεται βελτίωση, οι από την αρχή οριζόμενες μηδενικές καταβολές θα έχουν ως διάρκεια την ανώτατη προβλεπόμενη στο νόμο). Συνεπώς πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση και να ρυθμισθούν κατά τα ανωτέρω οι οφειλές. Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 6 του Ν. 3869/2010, η οποία τυγχάνει εφαρμογής και στη δευτεροβάθμια δίκη. Επίσης δεν ορίζεται παράβολο ερημοδικίας για τις ερημοδικασθείσες εφεσίβλητες καθώς δεν συγχωρείται ανακοπή ερημοδικίας (άρθρο 14 του ν. 3869/2010). Το κατατεθέν για την άσκηση της εφέσεως παράβολο θα επιστραφεί στον εκκαλούντα, ο οποίος κερδίζει την δίκη (άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ, όπως η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν. 4055/2012).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης και τρίτης των εφεσίβλητων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ' ουσίαν την έφεση κατά της υπ' αριθ. 1754/Φ1635/2014 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών.

 

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την ανωτέρω απόφαση.

 

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση προς εκδίκαση.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

 

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη του αιτούντος με μηδενικές καταβολές προς τις καθ' ων πιστώτριες τράπεζες επί μία πενταετία από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου ασκήσεως εφέσεως στον εκκαλούντα.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση, παρουσία της γραμματέως και απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 11 Φεβρουαρίου 2019.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ