ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΠατρών 332/2022

 

Προστασία καταναλωτών - Υπηρεσίες Πολυμεσικής Πληροφόρησης (ΥΠΠ) - Χρεώσεις από λήψη sms -.

 

Αθέμιτες εμπορικές πρακτικές από Υπηρεσίες Πολυμεσικής Πληροφόρησης. Παράνομη χρέωση ποσών σε χρήστη κινητού τηλεφώνου λόγω εγγραφής τους εν αγνοία τους σε ΥΠΠ μέσω μηνυμάτων sms που απεστάλησαν στο κινητό του τηλέφωνο από πάροχο ΥΠΠ και χωρίς ο χρήστης να προβεί σε καμία θετική ενέργεια. Μη ενημέρωση του καταναλωτή. Παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά. Επιδίκαση ποσού εύλογης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

Αριθμός 332/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από το Δικαστή Ιωάννη Βαλμαντώνη, Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο Εφετών και από τη Γραμματέα Ελένη Κάτσενου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στην Πάτρα την 12η Μαΐου 2022, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ:

 

Α) Επί της από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) έφεσης:

 

Της εκκαλούσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία COSMOTE ΚΙΝΗΤΕΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε, με το διακριτικό τίτλο: «COSMOTE» που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής επί της οδού Λεωφόρου Κηφισίας αρ. 99 νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Παναγιώτη Τσακανίκα, δικηγόρου Πατρών, ο οποίος υπέβαλε την προβλεπόμενη από το άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ από 11-5-2022 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.

 

Του εφεσίβλητου: ., κατοίκου Πατρών, οδός . αρ. ., ΑΦΜ ., ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο αυτοπροσώπως λόγω της ιδιότητας του ως δικηγόρου Πατρών και κατέθεσε προτάσεις.

 

Β) Επί της από 8-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) έφεσης:

 

Του εκκαλούντος: ., κατοίκου Πατρών, οδός . αρ.., ΑΦΜ ., ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο αυτοπροσώπως λόγω της ιδιότητας του ως δικηγόρου Πατρών, και κατέθεσε προτάσεις.

 

Της εφεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία COSMOTE ΚΙΝΗΤΕΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ Α.Ε, με το διακριτικό τίτλο: «COSMOTE» που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής επί της οδού Λεωφόρου Κηφισίας αρ. 99 νόμιμα εκπροσωπούμενη, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Παναγιώτη Τσακανίκα, δικηγόρου Πατρών, ο οποίος υπέβαλε την προβλεπόμενη από το άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ από 11 -5-2022 δήλωση και προκατέθεσε προτάσεις.

 

Ο ενάγων - εφεσίβλητος στην υπό στοιχ. Α έφεση και εκκαλών στην υπό στοιχ. Β έφεση με την από 1-2-2018 (αριθ. εκθ. καταθ. ./1-2-2018) αγωγή του κατά της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης - εκκαλούσας προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Επ' αυτής, εκδόθηκε αρχικά η υπ' αρ. 557/2019 μη οριστική απόφαση και στη συνέχεια η υπ' αρ. 206/2020 οριστική απόφαση, με την οποία η αγωγή έγινε κατά ένα μέρος δεκτή.

 

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η εναγομένη με την από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) έφεση της και β) ο ενάγων με την από 8-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) έφεση του, η συζήτηση των οποίων προσδιορίστηκε, στο παρόν Δικαστήριο με τις υπ' αριθ. 245/10-7-2020 και 242/9-7-2020 πράξεις της Γραμματέως του Δικαστηρίου αυτού αντίστοιχα, δικάσιμος των οποίων ορίστηκε η 18.3.2021 οπότε και ματαιώθηκαν λόγω αναστολής των Δικαστηρίων εξαιτίας του κορωνοϊού και προσδιορίστηκαν οίκοθεν για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, με αύξοντα αριθμό πινακίου -.- και -.- αντίστοιχα.

 

Οι υποθέσεις συνεκφωνήθηκαν με τη σειρά τους από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκαν. Ο εκκαλών - εφεσίβλητος - ενάγων με την ιδιότητα του πληρεξουσίου δικηγόρου, παραστάθηκε και κατέθεσε έγγραφες προτάσεις, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας - εφεσίβλητης - εναγομένης, ο οποίος είχε υποβάλει την προβλεπόμενη από το άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, δήλωση, δεν παραστάθηκε, αλλά προκατέθεσε προτάσεις.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

I. Οι κρινόμενες αντίθετες από 6-7-2020 και 8-7-2020 εφέσεις (αρ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020 και ./8-7-2020 αντίστοιχα) των εν μέρει νικησάντων και ηττηθέντων διαδίκων κατά της υπ' αρ. 206/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, κατ' άρθρο 19 περ. α' ΚΠολΔ, και πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της μεταξύ τους πρόδηλης συνάφειας (άρθρο 524§ 1 εδ. α' σε συνδ. με άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ), ως στρεφόμενες κατά της αυτής απόφασης και υπαγόμενες στην ίδια ως άνω τακτική διαδικασία και η συνεκδίκασή τους επιβάλλεται, ώστε να επιταχυνθεί η διεξαγωγή της δίκης και να επέλθει μείωση των εξόδων, κυρίως όμως για να αποτραπεί η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων (ΑΠ 1270/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, οι ένδικες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως σύμφωνα με τα άρθρα 495 ΚΠολΔ, 511, 513§ 1 στοιχ. β', 516§ 1, 517 εδ. α', 518§ 1 συνδ. 144 επ., καθώς και 520 § 1 ΚΠολΔ, επειδή: 1] η εκκαλούμενη απόφαση νομίμως επιδόθηκε από την εναγομένη και ήδη εκκαλούσα-εφεσίβλητη στον ενάγοντα και ήδη εφεσίβλητο-εκκαλούντα στις 9-6-2020 (όπως προκύπτει από την επισημείωση του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, . επί του σώματος της εκκαλουμένης) και i] η μεν υπό στοιχείο [α] από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) ένδικη έφεση ασκήθηκε από την εκκαλούσα [εναγομένη] με την κατάθεση της στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών στις 7-7-2020, δηλαδή ασκήθηκε εντός της γνήσιας προθεσμίας των τριάντα [30] ημερών, η οποία άρχεται από την επομένη της επίδοσης της εκκαλουμένης (κατ' άρθρο 518§ 1 ΚΠολΔ σε συνδ. με 144§ 1 ΚΠολΔ), με την επισήμανση ότι η προθεσμία της έφεσης που κινείται ύστερα από επίδοση της απόφασης, τρέχει όχι μόνο υπέρ, αλλά και εναντίον εκείνου που επέδωσε την απόφαση (βλ. 144§2 ΚΠολΔ, Πανταζόπουλο σε Κεραμεύ/Κονδύλη/Νίκα σε Κεραμεύ/Κονδύλη/Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, 2020, άρθρο 518 αρ. 7) και έτσι η έναρξη της προθεσμίας αυτής είναι ενιαία και για τους δύο διαδίκους, ii] η δε η υπό στοιχείο [β] από 8-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) ένδικη έφεση ασκήθηκε από τον εκκαλούντα [εναγόμενο] με την κατάθεση της στη Γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών στις 8-7-2020, ήτοι ασκήθηκε ομοίως εντός της γνήσιας προθεσμίας των τριάντα [30] ημερών, και 2] καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες το προσήκον παράβολο, αφού κατατέθηκαν τα υπ' αρ. . και . ηλεκτρονικά παράβολα ποσού 150 ευρώ, κατ' άρθρο 495 § 3 Α περ. γ' του ΚΠολΔ, Πρέπει επομένως, οι ανωτέρω ένδικες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να ερευνηθούν περαιτέρω κατ' ουσίαν, ήτοι ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια με την πρωτοβάθμια τακτική διαδικασία.

 

II. Με την κρινόμενη αγωγή, ο ενάγων εξέθετε ότι οι εναγόμενες εταιρείες, η πρώτη εξ αυτών ως εταιρεία παροχής Υπηρεσιών Πολυμεσικής Πληροφόρησης (ΥΠΠ) μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συγκεκριμένα παρέχουσα υπηρεσίες μέσω σύντομων ηλεκτρονικών μηνυμάτων (SMS) προστιθέμενης αξίας και η δεύτερη εταιρεία ως πάροχος δικτύου κινητής τηλεφωνίας, ενεργώντας παράνομα και υπαίτια και επιπλέον κατά παράβαση συμβατικών τους υποχρεώσεων, προέβησαν, χωρίς επαρκή και σαφή ενημέρωση του ως καταναλωτή και χωρίς την παροχή των οφειλόμενων από τον νόμο μέσων προστασίας του από την εγγραφή αυτού σε παρεχόμενες συνδρομητικές (έναντι αντιτίμου) ηλεκτρονικές υπηρεσίες, και δη χωρίς την παροχή μέσων δήλωσης της συγκατάθεσης του ως προϋπόθεση εγγραφής του και συμμετοχής αυτού σε τέτοιες υπηρεσίες ή διαγραφής του από αυτές, στην παράνομη, χωρίς καμία δική του ενέργεια και παρά τις εν συνεχεία καταγγελίες του, χρέωση αυτού με το συνολικό ποσό των 81,27 ευρώ, μέσω αποστολής διαδοχικών ηλεκτρονικών μηνυμάτων προστιθέμενης αξίας (SMS) από 25-9-2016 έως 13-12-2016 στον αριθμό σύνδεσης κινητού τηλεφώνου που κατέχει, με αποστολέα την πρώτη εναγομένη και πάροχο τη δεύτερη εναγομένη. Ότι το ποσό αυτό, η δεύτερη εναγομένη το χρέωσε εν αγνοία του στον λογαριασμό του, καθώς φαινόταν ότι έκανε χρήση των υπηρεσιών της πρώτης εναγομένης μέσω αυτής (της δεύτερης) και το ποσό αυτό αποτέλεσε κέρδος των εναγομένων εταιρειών κατά τη μεταξύ τους συμφωνία. Ότι λόγω της συμπεριφοράς αυτής των εναγομένων, υπέστη ζημιά ισόποση του ανωτέρω συνολικού ποσού χρέωσης των 81,27 ευρώ και επιπλέον λόγω της αδικοπραξίας τους υπέστη ηθική βλάβη. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε κατ' εκτίμηση του δικογράφου του και κατόπιν παραδεκτού περιορισμού του αιτήματος του, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες ευθυνόμενες εις ολόκληρον η κάθε μία να του καταβάλουν το ποσό των 5.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση και το ποσό των 81,27 ευρώ για αποζημίωση καθώς και να αναγνωριστεί η υποχρέωση τους να καταβάλουν ευθυνόμενες εις ολόκληρον η κάθε μία το ποσό των 14.950 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση. Ακολούθως, κατά την έναρξη της συζήτησης, με δήλωση του ενάγοντος που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δίκης και περιλαμβάνεται και στις προτάσεις του, παραιτήθηκε παραδεκτά από το δικόγραφο της αγωγής και από το δικαίωμα κατ' αρθ. 297, 294 ΚΠολΔ ως προς την πρώτη εναγομένη. Επί της ανωτέρω αγωγής εκδόθηκε αρχικά η υπ' αρ. 557/2019 μη οριστική απόφαση, με την οποία θεωρήθηκε ότι η αγωγή δεν ασκήθηκε ως προς την πρώτη εναγομένη και διέταξε την επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να προσκομισθούν έγγραφα και στη συνέχεια η εκκαλουμένη υπ' αρ. 206/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, η οποία δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και αφού έκανε δεκτή την ένσταση εξόφλησης λόγω καταβολής από τη συνοφειλέτριά της ποσού 3.000 ευρώ, υποχρέωσε τη δεύτερη εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 1.081 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

 

III. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη οι εκκαλούντες με τις συνεκδικαζόμενες, εφέσεις τους και ειδικότερα: Α] η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα με την υπό στοιχείο [α] από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) κρινόμενη έφεση της και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη προκειμένου να απορριφθεί εξ ολοκλήρου η από 1-2-2018 (αριθ. εκθ. καταθ. ./1-2-2018) αγωγή του ενάγοντος και Β] Ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την υπό στοιχείο [β] από 8-7-2020  (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) κρινόμενη έφεση του και με τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη προκειμένου να γίνει δεκτή εξ ολοκλήρου η προαναφερόμενη αγωγή.

 

IV. Κατά το άρθρο 926 ΑΚ αν από κοινή πράξη περισσοτέρων προήλθε ζημία ή αν από την ίδια ζημία ευθύνονται παράλληλα περισσότεροι, ενέχονται όλοι εις ολόκληρον. Το ίδιο ισχύει και αν έχουν ενεργήσει περισσότεροι συγχρόνως ή διαδοχικά και δεν μπορεί να εξακριβωθεί τίνος η πράξη επέφερε τη ζημία. Ως ζημία νοείται τόσο η περιουσιακή όσο και η ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη που προξενήθηκε από την αδικοπραξία, για τις οποίες οφείλεται χρηματική ικανοποίηση κατ' άρθρο 932 ΑΚ, και για την πληρωμή της οποίας ευθύνονται όλοι οι υπαίτιοι εις ολόκληρον. Με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 926 ΑΚ, η οποία αναφέρεται στην περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων υπόχρεων, καθιερώνεται η εις ολόκληρον ευθύνη περισσοτέρων προσώπων είτε επειδή η ζημία προκλήθηκε από κοινή πράξη αυτών, είτε επειδή τα περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται κατά το νόμο το καθένα αυτοτελώς για την αποκατάσταση της ζημίας, αντικειμενικά ή υποκειμενικά, είτε, στην περίπτωση της σωρευτικής ή διαζευκτικής αιτιότητας, ήτοι, όταν η ζημία προήλθε από αυτοτελείς και διακεκριμένες ενέργειες (πράξεις ή παραλείψεις) περισσοτέρων προσώπων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές, που η καθεμία από αυτές από μόνη της, συνιστά αιτιώδη όρο επαγωγής της ζημίας, με την έννοια της προσφορότητας να προκαλέσει, αυτή καθ' εαυτή, ολόκληρη τη ζημία, χωρίς ωστόσο, να είναι εφικτή ή εξακρίβωση ποιος αληθινά είναι ο πρόξενος της ζημίας ή ποιο το ποσοστό συμβολής του κάθε δράστη στο επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα. Στην ανωτέρω περίπτωση η παθητική εις ολόκληρον ενοχή στηρίζεται στο νόμο και οι περισσότεροι οφειλέτες ευθύνονται σε εκπλήρωση της ίδιας παροχής. Υπάρχει δηλαδή ταυτότητα παροχής, που δεν προϋποθέτει αναγκαστικά ταυτότητα του νομικού και πραγματικού λόγου γενέσεως αυτής και ως εκ τούτου η υποχρέωση ή κοινή ευθύνη των συνοφειλετών μπορεί να πηγάζει από διαφορετική αιτία και να γεννήθηκε σε διαφορετικό χρόνο. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται όχι μόνο όταν περισσότερα πρόσωπα ευθύνονται για αδικοπραξία με την έννοια του άρθρου 914 ΑΚ, αλλά και όταν όλα ή μερικά από αυτά ευθύνονται αντικειμενικά και μάλιστα ανεξάρτητα από το αν η αντικειμενική ευθύνη ρυθμίζεται στον ΑΚ ή σε ειδικούς νόμους. Ο δανειστής έχει το δικαίωμα επιλογής του συνοφειλέτη από τον οποίο θα απαιτήσει την παροχή. Εφόσον ασκήσει το δικαίωμα αυτό, εάν ικανοποιηθεί πλήρως από το συνοφειλέτη κατά του οποίου έχει στραφεί, το δικαίωμα αναλίσκεται, αφού μόνο μία φορά μπορεί να αξιώσει την εκπλήρωση της παροχής και δεν μπορεί αυτός να αξιώσει εκ νέου την παροχή ή μέρος της από τους λοιπούς συνοφειλέτες. Εάν όμως η παροχή εκπληρωθεί κατά ένα μόνο μέρος, η οφειλή εξακολουθεί να υπάρχει για το ανεκπλήρωτο τμήμα εις ολόκληρον μεταξύ των οφειλετών. Εξάλλου, στις διατάξεις των άρθρων 416 επ. ΑΚ, προβλέπονται οι τρόποι απόσβεσης της ενοχής. Μεταξύ αυτών είναι η καταβολή (άρθρο 416 ΑΚ) και η με συμφωνία μεταξύ δανειστή και οφειλέτη άφεση του χρέους (άρθρο 454 ΑΚ). Τα άρθρα 483 έως 485 ΑΚ καθιερώνουν την αρχή της αντικειμενικής ενέργειας των σ' αυτά αναφερόμενων γεγονότων στην περίπτωση που περισσότεροι οφειλέτες οφείλουν την ίδια παροχή και καθένας από αυτούς έχει την υποχρέωση να την καταβάλει ολόκληρη, ο δανειστής όμως έχει το δικαίωμα να την απαιτήσει μόνο μία φορά. Μεταξύ των γεγονότων που έχουν αντικειμενική ενέργεια είναι και η ολική ή μερική εκπλήρωση της οφειλής με καταβολή της από οποιονδήποτε εις ολόκληρο συνοφειλέτη που γίνεται με σκοπό την ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή και επομένως αυτή έχει ως αποτέλεσμα την απόσβεση της απαίτησης του δανειστή και έναντι των υπόλοιπων συνοφειλετών κατ' ίσο με την καταβολή μέρος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 416 και 483§ 1 εδ. α ΑΚ. Η τελευταία μάλιστα είναι αναγκαστικού δικαίου και συνεπώς τυχόν συμφωνία του δανειστή με τον καταβάλλοντα οφειλέτη για υποκειμενική μόνο ενέργεια της καταβολής είναι χωρίς σημασία. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 454 ΑΚ, επέρχεται απόσβεση της ενοχής και όταν ο δανειστής συμφωνήσει με τον οφειλέτη την άφεση του χρέους αυτού. Σε περίπτωση δε παθητικής εις ολόκληρον ενοχής , η άφεση του χρέους προς έναν από τους συνοφειλέτες από το δανειστή, ενεργεί κατ' αρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 484 ΑΚ, μόνο για αυτόν τον οφειλέτη. Μπορεί, όμως, να συμφωνηθεί μεταξύ αυτών η αντικειμενική ενέργεια της άφεσης χρέους, οπότε ενεργεί και υπέρ των λοιπών και απαλλάσσονται και οι τελευταίοι από την οφειλή.

 

Περαιτέρω, στο άρθρο 871 Α.Κ. ορίζεται ότι με τη σύμβαση του συμβιβασμού οι συμβαλλόμενοι διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις μία φιλονικία τους ή μια αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση. Από το συνδυασμό της διάταξης αυτής με εκείνες των άρθρων 483, 454 και 484 του ΑΚ προκύπτει ότι, ο συμβιβασμός που συνάπτει ένας από τους εις ολόκληρον συνοφειλέτες με το δανειστή, εφόσον δεν προκύπτει κάτι διαφορετικό από αυτόν, ήτοι η αντικειμενική του ενέργεια, ενεργεί υπέρ και σε βάρος του συνοφειλέτη με τον οποίο συμφωνήθηκε ο συμβιβασμός, ενεργεί δηλαδή υποκειμενικά και δεν απαλλάσσει συνεπώς τους άλλους συνοφειλέτες. Αν όμως από τις αμοιβαίες υποχωρήσεις των μερών συμβιβασμός περιέχει γεγονότα που ενεργούν αντικειμενικά, όπως είναι η καταβολή από τον άνω συνοφειλέτη, τότε ο συμβιβασμός, κατά το μέρος αυτό, ενεργεί αντικειμενικά δηλαδή απαλλάσσει και τους λοιπούς συνοφειλέτες, οι οποίοι, επομένως, εφεξής, υποχρεούνται αλληλεγγύως σε καταβολή μόνο της υπόλοιπης παροχής. Επίσης, αν ο συμβιβασμός περιέχει άφεση χρέους προς το συνοφειλέτη από το δανειστή, τότε απαλλάσσει και τους λοιπούς συνοφειλέτες, δηλαδή ενεργεί αντικειμενικά, εφόσον συνομολογήθηκε με τέτοιο σκοπό. Συνεπώς ο δικαιούχος έχει το δικαίωμα να εναγάγει ή όλους τους υπαίτιους ταυτόχρονα, ή διαδοχικά, απαιτώντας από καθένα τους ολόκληρη τη χρηματική ικανοποίηση. Στην περίπτωση, όμως, που κάποιος από τους συνυπόχρεους κατέβαλε το ποσό που επιδικάστηκε ως χρηματική ικανοποίηση, δεν δικαιούται ο δικαιούχος να στραφεί πλέον για το ποσό αυτό κατά των υπολοίπων, καθώς η καταβολή, και αν αυτή έγινε στα πλαίσια συμβιβασμού, αναπτύσσει αντικειμενική ενέργεια υπέρ των υπολοίπων συνυπόχρεων, οι οποίοι δικαιούνται να προβάλουν τη σχετική από το άρθρο 483 ΑΚ ένσταση. Το ίδιο συμβαίνει και εάν για οποιοδήποτε λόγο που ενεργεί κατά τα ανωτέρω αντικειμενικώς, όπως λόγω άφεσης χρέους ή συμβιβασμού, έχει αποσβεσθεί η απαίτηση της χρηματικής ικανοποίησης. Εάν όμως η καταβολή από κάποιο συνοφειλέτη ή η άφεση χρέους ή η παραίτηση που συνιστά άφεση χρέους του δανειστή προς κάποιο συνοφειλέτη ή ο συμβιβασμός του δανειστή με κάποιον των συνοφειλετών, αφορά μέρος της χρηματικής ικανοποίησης, κατά το μέρος που ενεργούν αυτά τα γεγονότα αντικειμενικά, επιφέρουν απαλλαγή των λοιπών συνυπόχρεων μόνο κατά το μέρος τούτο και ο δικαιούχος δικαιούται να απαιτήσει από τους συνοφειλέτες το υπόλοιπο μη αποσβεσθέν μέρος της γι' αυτή την αιτία απαίτησης του (ΑΠ 1354/2019, ΑΠ 1694/2017, ΜΕφΠατρ 33/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΛαρ 197/2020 Δικογρ 2020,602). Από την εκτίμηση των εγγράφων, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδεικνύεται ότι μετά την άσκηση της παραπάνω αγωγής, ο ενάγων και η πρώτη εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία: ««ΑΜΑΖΕ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΕ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» κατήρτισαν το από 26-4-2018 ιδιωτικό συμφωνητικό εξώδικης επίλυσης της διαφοράς, στο οποίο αναγράφεται: ότι η δεύτερη συμβαλλόμενη σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση της απαιτήσεως του πρώτου συμβαλλομένου καταβάλει σε αυτόν ατόκως το ποσό των 3.000 ευρώ, ότι ο δεύτερος συμβαλλόμενος δηλώνει ρητά και ανεπιφύλακτα ότι συμφωνεί και αποδέχεται την κατά τα ανωτέρω εξώδικη επίλυση της διαφοράς και δέχεται να λάβει κατά περιορισμό της απαιτήσεως του και με τον τρόπο που συμφωνείται κατωτέρω το ποσό των 3.000 ευρώ, σε πλήρη και ολοσχερή ικανοποίηση της αξιώσεως του, όπως αυτή αναφέρεται στο ιστορικό της αγωγής του, περιορίζοντας ούτως σε κάθε περίπτωση στο ποσό αυτό την ένδικη αξίωση του. Περαιτέρω παραιτείται με το παρόν κάθε παρεπόμενης ενοχής (π.χ. τόκων) αλλά και δικαστικών δαπανών, όσον αφορά τη δεύτερη συμβαλλόμενη. Κατά ταύτα η δεύτερη συμβαλλόμενη καταβάλλει σήμερον ατόκως στον πρώτο συμβαλλόμενο σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση κάθε φύσεως απαιτήσεως αυτού το ποσό των 3.000 μετρητοίς, το οποίο αυτός έλαβε, του παρόντος επέχοντος θέση απόδειξης.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, που σύντρεχε, παθητική εις ολόκληρο ενοχή, ο ενάγων και ήδη εκκαλών - εφεσίβλητος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την παροχή μόνο μία φορά, η δε πληρωμή από την πρώτη εναγομένη εταιρεία (μη εδώ διάδικο) προς αυτόν του ποσού των 3.000 ευρώ ατόκως, που έγινε στα πλαίσια καταρτισθέντος μεταξύ τους συμβιβασμού με σκοπό την ικανοποίηση της απαίτησης του, το οποίο ο ενάγων έλαβε, του από 26-4-2018 ιδιωτικού συμφωνητικού εξώδικης επίλυσης της διαφοράς επέχοντος θέση απόδειξης, έχει ως αποτέλεσμα την απόσβεση της απαίτησης αυτού και έναντι της άλλης συνοφειλέτριας, ήτοι της δεύτερης εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης -εκκαλούσας, κατ' ίσο με την καταβολή μέρος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 416 και 483 § 1 εδ. α του ΑΚ, με συνέπεια ο ενάγων να δικαιούται να απαιτήσει από τη δεύτερη εναγομένη το υπόλοιπο μη αποσβεσθέν μέρος της γι' αυτή την αιτία απαίτησης του. Επομένως, η οφειλή της εφεσίβλητης - εκκαλούσας αποσβέστηκε κατά το καταβληθέν από την συνοφειλέτριά της πρώτη εναγομένη (μη εδώ διάδικο) ποσό των 3.000 ευρώ, έστω και αν η καταβολή αυτή έγινε στα πλαίσια συμβιβασμού μεταξύ του ενάγοντος και της πρώτης εναγομένης, καθόσον η καταβολή αναπτύσσει αντικειμενική ενέργεια υπέρ του άλλου συνυπόχρεου, ο οποίος δικαιούται να προβάλει τη σχετική από το άρθρο 483 ΑΚ ένσταση. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, ως προς την ένσταση εξοφλήσεως κατέληξε στις ίδιες κρίσεις, δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και οι σχετικοί πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι έφεσης του εκκαλούντος πρέπει να απορριφθούν.

 

V. Στο σύγχρονο δίκαιο, η διαφήμιση, αποτελεί τη σημαντικότερη, ίσως, εμπορική πρακτική, καθώς η φαντασία, η ευρηματικότητα, τα μέσα διάχυσης πληροφοριών, οι τεχνολογικές εφαρμογές, οι αλλαγές στο αντικείμενο των δραστηριοτήτων, σε όλους σχεδόν τους κύκλους της οικονομικής ζωής, συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων επαγγελματιών, έχει οδηγήσει σε μία διεύρυνση των μεθόδων προσέλκυσης πελατείας ακόμη και με παραλείψεις, τρόπο συμπεριφοράς, επικοινωνία, και όλα αυτά ενταγμένα σ' ένα αγώνα προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών προς τους καταναλωτές. Οι τελευταίοι, έχουν τη δυνατότητα να επικαλεστούν τις λεπτομερείς ρυθμίσεις του Ν. 2251/1994 και ειδικότερα εκείνες των άρθρων 9 και 9α έως 9θ, με τις οποίες πραγματοποιήθηκε με το Ν. 3587/2007 η μεταφορά, στο ελληνικό δίκαιο των ρυθμίσεων της Οδηγίας 2005/29/ΕΚ. Οι χαρακτηριζόμενες, για πρώτη φορά, ως επιθετικές εμπορικές πρακτικές και οι παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές αποτελούν τις δύο κατηγορίες των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών. Για τη ρύθμιση τους ο ενωσιακός και κατά συνεκδοχή ο Έλληνας νομοθέτης ακολούθησαν τρία μεθοδολογικά βήματα από το ειδικό προς το γενικό μέρος. Συγκεκριμένα, επιλέχθηκε η περιοριστική, καταγραφή περιπτώσεων (βλ. άρθρα 9στ και 9η Ν. 2251/1994), που θεωρούνται per se αθέμιτες, (ως παραπλανητικές θετικές και οι οποίες απαγορεύονται, χωρίς να εξετάζεται η σύνδεση τους με την επιλεκτική βούληση του καταναλωτή και την απόφαση του να συναλλαγεί ή όχι και γενικότερα με τον τρόπο που θα διαμορφώσει την όλη αγοραστική και συναλλακτική του δράση. Στη συνέχεια, καθιερώθηκαν οι μικρές γενικές ρήτρες, στα άρθρα 9δ και 9ε, για τις παραπλανητικές πράξεις και παραπλανητικές παραλείψεις αντίστοιχα και στο άρθρο 9ζ, για τις επιθετικές εμπορικές πρακτικές. Ως τρίτο στάδιο στο άρθρο 9γ και ειδικότερα, στη δεύτερη παράγραφο αυτού, έχει εισαχθεί μία γενική και εφαρμοζόμενη σε κάθε περίπτωση εμπορικής πρακτικής, ρήτρα, για το χαρακτηρισμό της, ως αθέμιτης (ήτοι παραπλανητικής πράξης/παράλειψης, ή επιθετικής εμπορικής πρακτικής), με δύο επί μέρους, αλληλοσυνδεόμενες, εκφάνσεις. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι, μία εμπορική πρακτική είναι αθέμιτη, όταν είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις επαγγελματικής ευσυνειδησίας και στρεβλώνει ουσιωδώς ή ενδέχεται να στρεβλώσει ουσιωδώς την οικονομική συμπεριφορά του μέσου καταναλωτή στον οποίο φθάνει ή στον οποίο απευθύνεται το προϊόν ή του μέσου μέλους της ομάδας, όταν μια εμπορική πρακτική απευθύνεται, σε μία συγκεκριμένη ομάδα καταναλωτών. Συνεπώς, το αθέμιτο μιας εμπορικής πρακτικής συνίσταται στο ότι ο καταναλωτής χάνει την αυτονομία του, ως προς τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, στο πλαίσιο της συναλλακτικής του δραστηριότητας. Την επικινδυνότητα και συχνότητα χρήσης επιθετικών εμπορικών πρακτικών επιβεβαιώνει ο αυξανόμενος αριθμός των υποθέσεων που απασχολούν τα εθνικά δικαστήρια και το ΔΕΕ. Το τελευταίο στην υπόθεση C-54 και 55/17, Autorita Garante della Concorrenza e del Mercato κατά Wind Tre SpA, Vodafone, 13.9.2018, ECLI:EU:C:2018:710, έκρινε ότι, ο όρος «παροχή μη παραγγελθέντων», κατά το παράρτημα I, σημείο 29, της οδηγίας (=περ. στ του άρθρου 9η του Ν. 2251/1994) πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, με την επιφύλαξη των στοιχείων που οφείλει να ελέγξει το αιτούν δικαστήριο, καταλαμβάνει συμπεριφορές, όπως οι επίμαχες στις υποθέσεις των κύριων δικών, συνιστάμενες στην εμπορία, από πάροχο υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, καρτών SIM με ορισμένες προεγκατεστημένες και εκ των προτέρων ενεργοποιημένες υπηρεσίες, όπως η υπηρεσία πλοηγήσεως στο διαδίκτυο και η υπηρεσία τηλεφωνητή, χωρίς προηγούμενη και κατάλληλη παροχή πληροφοριών στον καταναλωτή, σχετικά με την προεγκατάσταση και εκ των προτέρων ενεργοποίηση αυτή, καθώς και με το κόστος των υπηρεσιών αυτών (βλ. Τζίβα, Επιθετικές εμπορικές πρακτικές και προστασία των καταναλωτών και ανταγωνιστών, Αρμ 2020, 596-600). Επιπροσθέτως, στο άρθρ. 8 του ίδιου νόμου ορίζεται: 1. Ο παρέχων υπηρεσίες ευθύνεται για κάθε περιουσιακή ζημία ή ηθική βλάβη, που προκάλεσε παράνομα και υπαίτια, με πράξη ή παράλειψη του, κατά την παροχή αυτών στον καταναλωτή. Ως παρέχων υπηρεσίες νοείται όποιος, στο πλαίσιο της άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, παρέχει υπηρεσία, κατά τρόπο ανεξάρτητο. 2. Δεν είναι υπηρεσία, με την έννοια αυτού του άρθρου, παροχή η οποία έχει ως άμεσο και αποκλειστικό αντικείμενο την κατασκευή προϊόντων ή τη μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων ή δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. 3. Ο ζημιωθείς υποχρεούται να αποδείξει τη ζημία και την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παροχής της υπηρεσίας και της ζημίας. 4. Ο παρέχων υπηρεσίες φέρει το βάρος της απόδειξης για την έλλειψη παρανομίας και υπαιτιότητας του [...]. Περαιτέρω, ο Κώδικας Δεοντολογίας για την Παροχή Υπηρεσιών Πολυμεσικής Πληροφόρησης, που θεσπίστηκε με την με αριθ. 578/29/2010 (ΦΕΚ Β' 1651 15.10.2010) απόφαση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ (ΕΕΤΤ), ορίζει στο άρθρο 3 για τις προϋποθέσεις παροχής ΥΠΠ/Γενικές Υποχρεώσεις Παροχών: [...] 2. Η πρόσβαση όλων των Τελικών Χρηστών των Δικτύων Εκκίνησης Κλήσης προς όλες τις ΥΠΠ είναι ελεύθερη, με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται στις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Ο συνδρομητής ενημερώνεται σαφώς κατά την υπογραφή της σύμβασης με τον Πάροχο Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης για τη δυνατότητα χρέωσης του μέσω του λογαριασμού του για χρήση υπηρεσιών τρίτων, καθώς επίσης και για τη δυνατότητα χρέωσης του μέσω της λήψης σύντομων μηνυμάτων, όπου αυτό ισχύει. 3. Ο Τελικός Χρήστης δύναται με αίτηση του προς τον Πάροχο του Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης να ζητήσει τη φραγή της πρόσβασης του σε όλες τις ΥΠΠ ή σε συγκεκριμένες αριθμοδοτικές σειρές. Η φραγή αυτή μπορεί να αφορά και τη λήψη όλων των σύντομων μηνυμάτων ΥΠΠ ή των σύντομων μηνυμάτων ΥΠΠ από συγκεκριμένες αριθμοδοτικές σειρές. Στην περίπτωση αυτή, ο Πάροχος του Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης υποχρεούται να ικανοποιήσει το αίτημα. Η δυνατότητα χρήσης της υπηρεσίας φραγής δημοσιεύεται στο διαδικτυακό τόπο του παρόχου δικτύου εκκίνησης κλήσης, σε εύκολα προσβάσιμο από τον Τελικό Χρήστη σημείο. 4. Ο Πάροχος ΥΠΠ είναι υπεύθυνος για τη συμμόρφωση με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, που διέπουν την παροχή των ΥΠΠ, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων της παρούσας Απόφασης. 5. Ο Πάροχος Δικτύου διασφαλίζει με κάθε δυνατό τρόπο ότι οι αριθμοδοτικοί πόροι, οι οποίοι έχουν πρωτογενώς εκχωρηθεί σε αυτόν από την ΕΕΤΤ, χρησιμοποιούνται για την παροχή ΥΠΠ σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία για τους εν λόγω αριθμούς, ανεξαρτήτως της ύπαρξης δευτερογενούς εκχώρησης σε άλλον εκδοχέα ή όχι. 6. Ο Πάροχος ΥΠΠ, ο Πάροχος Δικτύου και ο Πάροχος Δικτύου Εκκίνησης Κλήσεων υποχρεούνται να εξετάζουν τις υποβαλλόμενες σε αυτούς καταγγελίες καταναλωτών, σύμφωνα με το άρθρο 9 της παρούσας Απόφασης. [...]. Επιπλέον - το άρθρο 9 που αφορά τις καταγγελίες καταναλωτών ορίζει: 1. Ο καταναλωτής υποβάλλει την καταγγελία του για την παροχή ΥΠΠ εγγράφως είτε στον Πάροχο Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης είτε στον Πάροχο Δικτύου είτε στον Πάροχο ΥΠΠ. 2. Ο πάροχος που λαμβάνει την καταγγελία για την παροχή ΥΠΠ οφείλει να απαντά εγγράφως σε αυτή εντός αποκλειστικής προθεσμίας (20) είκοσι ημερών. Ο πάροχος που λαμβάνει την καταγγελία οφείλει να αποδίδει σε αυτή μοναδικό αριθμό αναφοράς (αριθμό πρωτοκόλλου) που περιλαμβάνει και την πληροφορία της ημερομηνίας παραλαβής. Ο εν λόγω αριθμός αναφοράς κοινοποιείται από τον πάροχο που λαμβάνει την καταγγελία στον καταναλωτή εφόσον αυτός αιτηθεί σχετικά. Σε κάθε περίπτωση η έγγραφη απάντηση του παρόχου προς τον καταναλωτή περιλαμβάνει τον μοναδικό αριθμό αναφοράς του παραπόνου/καταγγελίας. 3. Ο Πάροχος Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης ενημερώνει άμεσα τον Πάροχο Δικτύου για κάθε καταγγελία καταναλωτή που τον αφορά. Ο Πάροχος Δικτύου ενημερώνει τον Πάροχο ΥΠΠ άμεσα για κάθε καταγγελία καταναλωτή που τον αφορά. Ο Πάροχος ΥΠΠ τηρεί πλήρως ενημερωμένο συνοπτικό κατάλογο και σχετικό αρχείο των καταγγελιών καταναλωτών που λαμβάνει είτε απευθείας είτε μέσω άλλων παροχών είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, ανά παρεχόμενη ΥΠΠ. Στον εν λόγω κατάλογο καταγγελιών, περιλαμβάνεται και η πληροφορία του τρόπου αντιμετώπισης κάθε καταγγελίας. Το σχετικό αρχείο καλύπτει τουλάχιστον την περίοδο των τελευταίων δύο ετών. 4. Ο πάροχος που λαμβάνει καταγγελία καταναλωτή για την παροχή ΥΠΠ εξετάζει ενδελεχώς και σε συνεργασία με τους άλλους εμπλεκόμενους παρόχους το περιεχόμενο της καταγγελίας και μεριμνά για την παροχή ολοκληρωμένης απάντησης στην καταγγελία του καταναλωτή εντός της οριζόμενης στην παράγραφο 2 προθεσμίας. Η εξέταση των καταγγελιών δεν περιορίζεται μόνο στον έλεγχο καταγραφής των στοιχείων της κλήσης στην αναλυτική κατάσταση κλήσεων αλλά καλύπτει το σύνολο των καταγγελλομένων. 5. Ο Πάροχος Δικτύου, στην περίπτωση που μετά από καταγγελία καταναλωτή ή κατόπιν δικής του έρευνας διαπιστώσει ότι οι δευτερογενώς από αυτόν εκχωρηθέντες αριθμοί στον Πάροχο ΥΠΠ δεν χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία για τους εν λόγω αριθμούς, τότε διακόπτει την παροχή των ΥΠΠ. Στην περίπτωση αυτή, σε συνεννόηση με τον Πάροχο Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης, προβαίνουν στην μη χρέωση των σχετικών κλήσεων των καταναλωτών ή/και στην επιστροφή των καταγγελθέντων για αυτές τις κλήσεις ποσών. 6. Σε περίπτωση μαζικών καταγγελιών καταναλωτών για μη νόμιμη παροχή συγκεκριμένων ΥΠΠ, ο Πάροχος Δικτύου Εκκίνησης Κλήσης υποχρεούται να διακόψει την παροχή πρόσβασης στις συγκεκριμένες ΥΠΠ και να ενημερώσει σχετικά την ΕΕΤΤ. 7. Εφόσον, μετά την έγγραφη απάντηση του παρόχου στην καταγγελία του καταναλωτή σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, δεν διευθετηθεί η διαφορά μεταξύ των δύο μερών, ο καταγγέλλων δύναται να απευθυνθεί στην EETT για να επιληφθεί του θέματος με βάση τις αρμοδιότητες της. Η υποβαλλόμενη στην ΕΕΤΤ καταγγελία περιλαμβάνει και την έγγραφη απάντηση του παρόχου, εφόσον υπάρχει. Εξάλλου, στο άρθ. 10 του άνω Κώδικα, ορίζεται ότι: 1. Στη Σύμβαση μεταξύ Παρόχου Δικτύου και παρόχου ΥΠΠ περιλαμβάνονται οπωσδήποτε όροι που αφορούν την υποχρέωση του συμβαλλόμενου Παρόχου ΥΠΠ να συμμορφώνεται με την παρούσα Απόφαση καθώς και κάθε σχετική Απόφαση της ΕΕΤΤ, όπως εκάστοτε ισχύουν. Τέλος, από το άρθρο 932 ΑΚ προκύπτει ότι σκοπός της διατάξεως είναι να επιτυγχάνεται μία υπό ευρεία έννοια αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη, λόγω της αδικοπραξίας, ώστε αυτός να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς, από το άλλο μέρος, να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημιώσεως για ηθική βλάβη, που δεν μπορεί να αποτιμηθεί επακριβώς σε χρήμα. Με βάση τον σκοπό αυτόν αντλούνται, στην συνέχεια, ως ουσιώδη χαρακτηριστικά της έννοιας του "ευλόγου" εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τα πλέον πρόσφορα μέσα για την εκπλήρωση του εν λόγω σκοπού της διάταξης. Τέτοια στοιχεία είναι κυρίως: το είδος και η βαρύτητα της προσβολής, η περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και κυρίως του παθόντος, η βαρύτητα του πταίσματος του δράστη (στον βαθμό που επηρεάζει την ένταση της ηθικής βλάβης), η βαρύτητα του τυχόν συντρέχοντος πταίσματος του θύματος, οι όλες ειδικότερες συνθήκες πρόκλησης της ηθικής βλάβης. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να οδηγούν το δικαστή να σχηματίσει την κατά το άρθρο 932 ΑΚ εύλογη κρίση του (όχι κατά τις υποκειμενικές του ανέλεγκτες αντιλήψεις, αλλά) κατ' εφαρμογή του αντικειμενικού μέτρου που θα εφάρμοζε και ο νομοθέτης, αν έθετε ο ίδιος τον κανόνα αποκατάστασης της ηθικής βλάβης στην ατομική περίπτωση. Συνάγεται δε το αντικειμενικό αυτό μέτρο από τον ανωτέρω σκοπό του άρθρου 932 ΑΚ και, μέσω αυτού, από την όλη κλίμακα των υπερκειμένων σκοπών του συστήματος αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας του Αστικού Κώδικα. Η κρίση του δικαστηρίου ουσίας, όσον αφορά το ύψος της επιδικαστέας χρηματικής ικανοποίησης αποφασίζεται με βάση τους ισχυρισμούς και τα αποδεικτικά στοιχεία που θέτουν στην διάθεση του οι διάδικοι. Επιβάλλεται όμως, σε κάθε περίπτωση να τηρείται, κατά τον καθορισμό του επιδικαζόμενου ποσού, η αρχή της αναλογικότητας ως γενική νομική αρχή και δη αυξημένης τυπικής ισχύος (άρθρα 21 και 25 του ισχύοντος Συντάγματος) με την έννοια ότι η σχετική κρίση του δικαστηρίου, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα όρια, όπως αυτά διαπιστώνονται από τα δεδομένα της κοινής πείρας και την κοινή περί δικαίου συνείδηση σε ορισμένο τόπο και χρόνο, που αποτυπώνονται στη συνήθη πρακτική των δικαστηρίων. Και τούτο, διότι μια απόφαση, με την οποία επιδικάζεται ένα ευτελές ή υπέρμετρα μεγάλο ποσό, ως δήθεν εύλογο κατά την ελεύθερη κρίση του δικαστηρίου, προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης, ευτελίζει, στην πρώτη περίπτωση, (όσον αφορά τον παθόντα), τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου, και στην δεύτερη, (όσον αφορά τον απόχρεο), το δικαίωμα της περιουσίας τους, αφού το δικαστήριο επεμβαίνοντας στη διάφορα μεταξύ ιδιωτών πρέπει να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Στην προκειμένη περίπτωση σημειώνεται, ότι η έννοια της αναλογικότητας είναι έννοια αυστηρότερη του "ευλόγου" και συνακόλουθα το "εύλογο" εμπεριέχεται αναγκαίως στο "ανάλογο". Άλλωστε την αρχή αυτή, υπό την προεκτεθείσα έννοια, εκφράζει και η υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη του άρθρου 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, υπό την έννοια ότι πρέπει να υπάρχει μια ανεκτή σχέση αναλογικότητας μεταξύ των χρησιμοποιούμενων μέσων και του σκοπού που επιδιώκει κάθε μέτρο, το οποίο αποστερεί ένα άτομο από θεμελιακό δικαίωμα του, όπως από την ιδιοκτησία του (ΑΠ 159/2017, ΕφΑΘ 172/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από την εκτίμηση των εγγράφων, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα εξής: Η εταιρεία με την επωνυμία «ΑΜΑΖΕ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΕ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», η οποία έχει λάβει άδεια από την ανεξάρτητη αρχή «Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων» (ΕΕΤΤ) με αριθμό μητρώου 04-111 παρέχει μεταξύ των άλλων υπηρεσίες πολυμεσικής πληροφόρησης μέσω SMS (σύντομων μηνυμάτων) με χρέωση του συνδρομητή της. Οι υπηρεσίες της άνω εταιρίας ΥΠΠ προσφέρονται μέσω των τηλεφωνικών συνδέσεων της δεύτερης εναγομένης, η οποία έχει την ιδιότητα του παρόχου δικτύου και του παρόχου εκκίνησης κλήσης και χρεώνονται μέσω των μηνιαίων λογαριασμών, που η τελευταία στέλνει στους συνδρομητές της ως επιπλέον χρέωση της χρήσης της τηλεφωνικής της σύνδεσης, το ποσό της οποίας κατανέμεται ως έσοδο μεταξύ των δύο αυτών εταιρειών, οι οποίες έχουν συνάψει μεταξύ τους σχετική σύμβαση, κατά τα ποσοστά, που έχουν συμφωνήσει (βλ. μεταξύ άλλων, την από 15.5.2008 σύμβαση μεταξύ των άνω εταιρειών με τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις της). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, είναι κάτοχος της τηλεφωνικής σύνδεσης κινητού τηλεφώνου με αριθμό . της οποίας πάροχος είναι η δεύτερη εναγομένη εταιρία κινητής τηλεφωνίας. Η προαναφερόμενη εταιρεία ΥΠΠ, απέστειλε στις 25.9.2016 και περί ώρα 19:18 στον προαναφερόμενο αριθμό κινητού τηλεφώνου του ενάγοντος μέσω του πενταψήφιου αριθμού . το ακόλουθο ηλεκτρονικό μήνυμα: «ΔΩΡΕΑΝ SMS BUKUGAMES ΒΑΛΕ ΤΟ ΡΓΝ . ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΧΡ, 2,08 Ε Χ 3SMS =6,24 Ε/ΕΒΔ.ΠΑΡΟΧΟΣ ΑΜΑΖΕ SA ΤΗΛ . ΧΡΕΩΣΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ 2.08X38M8 =6,24/ΕΒΔ.ΔΙΑΓΡΑΦΗ BUKU STOP ΣΤΟ .». Στη συνέχεια, περί ώρα 19:18, ήτοι μετά από τέσσερα μόλις λεπτά, έλαβε από διαφορετικό πενταψήφιο αριθμό (.) το εξής μήνυμα το ακόλουθο ηλεκτρονικό μήνυμα (SMS): ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΑΣ. http://wapimo.com ? p=tokens;u=306972943322;=ty284;aff=freek Το μήνυμα αυτό και η κατηγορία τέτοιων μηνυμάτων χρεώνονται κατά την λήψη τους, η ανωτέρω δε εταιρεία το απέστειλε δυο φορές, χρεώνοντας όμως τρία μηνύματα, χωρίς να εμφαίνεται η επωνυμία της ως αποστολέα δημιουργώντας έτσι σύγχυση στον ενάγοντα ως για το ποιος είναι ο αποστολέας. Με τον ανωτέρω τρόπο η προαναφερόμενη εταιρεία αποστέλλοντας δύο συνεχή μηνύματα από δύο διαφορετικούς αριθμούς εντελώς άσχετα μεταξύ τους φαινομενικά, με διαφορά τεσσάρων λεπτών το ένα από το άλλο, προσπάθησε να αποσπάσει ενέργεια του ενάγοντος ακούσια ή εκούσια με σκοπό να τον γράψει συνδρομητή ολοκληρώνοντας την εγγραφή αυτού. Περαιτέρω δεν αποδείχθηκε ότι ο ενάγων προέβη σε κάποια ενέργεια και ειδικότερα δεν απάντησε με μήνυμα στους ανωτέρω πενταψήφιους αριθμούς (. και .), ούτε συμμετείχε εισερχόμενος στην ιστοσελίδα της άνω εταιρείας ΥΠΠ με το συγκεκριμένο κωδικό (.) στην εν λόγω άνω ιστοσελίδα. Ακολούθως τρεις φορές, ήτοι στις 25.9.2016 και ώρα 19:18', στις 25.10.2016 στις 17:41' και στις 25/11/2016 και ώρα 17.34, από τον αριθμό ., προέκυψε ότι η άνω εταιρεία ΥΠΠ, του είχε αποστείλει SMS με το εξής περιεχόμενο: «ΕΙΣΑΙ ΕΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΣ /Η ΣΤΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ BUKUGAMES ΠΑΡΟΧΟΣ AMAZE ΑΕ ΤΗΛ . ΔΙΑΓΡΑΦΗ BUKU STOP ΣΤΟ . ΧΡ 2,08 Ε Χ 3SMS =6,24 Ε ΕΒΔ». Ο ενάγων δεν έδωσε ευλόγως σημασία θεωρώντας ότι αφού δεν κάνει οιαδήποτε ενέργεια μέσω του κινητού του τηλεφώνου, δεδομένου ότι δεν γνώριζε τον αποστολέα τους, ειδικά από τον αριθμό 19366, που τίποτε σχετικό δεν αναφέρονταν στο μήνυμα, που του στέλνονταν και δεν χρεώνεται. Επιπροσθέτως ο ενάγων έλαβε τις επόμενες ημέρες από την άνω εταιρεία ΥΠΠ, μια σειρά από SMS και συγκεκριμένα το ακόλουθο τριπλό SMS με το εξής περιεχόμενο από τον αριθμό .: ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΑΣ :http://wapimo.com, (1) 2012 REAL FOOTBALL ΚΑΙ ΑΛΑΑ :wapimo.com(2) ΚΑΤΕΒΑΣΕ TO ANGRY BIRDS, ΕΚΔΟΣΗ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΑ: wapimo.com(3), για τα οποία χρεώθηκε ο τηλεφωνικός του λογαριασμός. Ειδικότερα, οι χρεώσεις του ενάγοντος εξαιτίας της κατ' επανάληψη αποστολής του ίδιου αυτού μηνύματος από την άνω εταιρεία ΥΠΠ, στον τηλεφωνικό του αριθμό, από τον αριθμό 19366 το χρονικό διάστημα από 25-9-2016 έως 31-12-2016 ανήλθαν στο συνολικό ποσό των 81,277 ευρώ, που περιλήφθηκε στους λογαριασμούς των μηνών Οκτωβρίου, Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 2016 από τον πάροχό του - δεύτερη εναγομένη εταιρεία κινητής τηλεφωνίας. Η άγνοια περί χρέωσης του με την αποστολή των μηνυμάτων αυτών, ενισχύονταν από το γεγονός ότι δεν λάμβανε αναλυτικό λογαριασμό από τη δεύτερη εναγομένη, ώστε να παρατηρήσει τη μηνιαία χρέωση του και τον λόγο χρέωσης του, αλλά λάμβανε μόνο γενικό συνοπτικό λογαριασμό. Αποδείχθηκε επομένως ότι ο ενάγων, χωρίς να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια και χωρίς επομένως να καταρτίσει οιαδήποτε σύμβαση με την άνω εταιρεία ΥΠΠ, ώστε με τη συναίνεση του να του αποστείλει τα άνω μηνύματα και να τον καταστήσει χρήστη των εκεί αναφερόμενων υπηρεσιών, χρεώθηκε παράνομα από αυτήν με τα άνω ποσά. Προς τούτο, ο ενάγων και η πρώτη εναγομένη εταιρεία προέβησαν στον προαναφερόμενο εξωδικαστικό συμβιβασμό, με τον οποίο η δεύτερη δέχθηκε να καταβάλει το ποσό των 3.000 ευρώ στον πρώτο (βλ. το από 26-4-2018 ιδιωτικού συμφωνητικού εξώδικης επίλυσης της διαφοράς). Οι πρακτικές αυτού του είδους από εταιρείες ΥΠΠ, όπου χρήστες κινητών τηλεφώνων χρεώνονταν με ποσά και επιβαρύνονταν οι λογαριασμοί τους επειδή εγγράφονταν εν αγνοία τους σε ΥΠΠ μέσω μηνυμάτων, έλαβαν εκτεταμένες διαστάσεις στη Χώρα και υπήρξαν πολλές καταγγελίες καταναλωτών, που εκτοξεύτηκαν το έτος 2017, που κατέληξαν στην επιβολή υψηλών προστίμων από την «ΕΘΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ» (ΕΕΤΤ) σε εταιρείες ΥΠΠ για παράνομες χρεώσεις υπηρεσιών μέσω κινητών τηλεφώνων και SMS και στην έκδοση των υπ' αριθ. 48764/22.12.2017, 31887/07.09.2017 και 31077/31.08.2017 συστάσεων του Συνηγόρου του Καταναλωτή προς τις εκεί αναφερόμενες εταιρείες ΥΠΠ και παρόχους δικτύου εκκίνησης κλήσης, με τις οποίες σύστηνε την αποχρέωση των λογαριασμών των καταγγελλόντων από τα ποσά χρέωσης ΥΠΠ μέσω των εταιρειών παροχών δικτύου, καλούσε τους εκεί αναφερόμενους Παρόχους Δικτύου κατά την έννοια του Κώδικα Δεοντολογίας για τις ΥΠΠ να προβούν σε κάθε αναγκαία ενέργεια, προκειμένου να διασφαλιστεί με κάθε δυνατό τρόπο ότι οι αριθμοδοτικοί πόροι, οι οποίοι έχουν πρωτογενώς εκχωρηθεί σε αυτήν από την ΕΕΤΤ, χρησιμοποιούνται για την παροχή ΥΠΠ σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία για τους εν λόγω αριθμούς, ανεξαρτήτως της ύπαρξης δευτερογενούς εκχώρησης σε άλλον εκδοχέα ή όχι. Ο ενάγων, μετά από έλεγχο του αυξημένου μηνιαίου λογαριασμού του με επανειλημμένες καταγγελίες προς τον πάροχό του - δεύτερη εναγόμενη, διαμαρτυρήθηκε προφορικώς και εγγράφως από τον Δεκέμβριο του 2016 για την αδικαιολόγητη χρεώσή του με τα ανωτέρω ποσά και στις 17-1-2017 προβαίνει σε παρόμοια έγγραφη διαμαρτυρία. Η εν λόγω πάροχος τού απάντησε με τις από 18-1-2017 και 3-3-2017 επιστολές της, με τις οποίες του γνωστοποιούσε ότι αυτή δεν έχει ευθύνη για τις χρεώσεις από ΥΠΠ και ότι βάσει της ενημέρωσης, που είχε από την άνω εταιρεία ΥΠΠ, ο ενάγων είχε γραφτεί συνδρομητής την 25-9-2016 μέσω της σελίδας της υπηρεσίας και ότι διεγράφη στις 17-1-2017, ήτοι την προηγουμένη δηλαδή της σύνταξης της πρώτης απαντητικής επιστολής της δεύτερης εναγομένης. Στις ως άνω απαντητικές της επιστολές, η δεύτερη εναγομένη δεν αναφέρει οτιδήποτε αναφορικά με τον τρόπο εγγραφής και διαγραφής του ενάγοντος, αφού ο τελευταίος δεν είχε προβεί σε κάποια ενέργεια εγγραφής και διαγραφής, επιτείνοντας έτσι τη σύγχυση και τη συναλλακτική του ανασφάλεια ως προς τον τρόπο επέμβασης από τρίτους και χρέωσης της τηλεφωνικής του σύνδεσης, την οποία διατηρεί με την δεύτερη εναγομένη. Από τα προαναφερόμενα πραγματικά περιστατικά αποδείχθηκε ότι η δεύτερη εναγομένη ως πάροχος της τηλεφωνικής σύνδεσης του ενάγοντος, μέσω της οποίας η άνω εταιρεία ΥΠΠ προέβη σε παράνομες χρεώσεις της εν λόγω τηλεφωνικής του σύνδεσης με την αποστολή των άνω μηνυμάτων μέσω πενταψήφιων αριθμών στο κινητό του τηλέφωνο χωρίς τη συναίνεση του, δεν έλαβε όπως είχε υποχρέωση με βάση και την καλή πίστη, καθώς και τους συναλλακτικούς κανόνες, που προκύπτουν από τις συμβάσεις κινητής τηλεφωνίας, που συνάπτει με ιδιώτες πελάτες της όπως αυτή με τον ενάγοντα, επαρκή μέτρα προστασίας αυτού ως μέσου καταναλωτή από την ακούσια χρέωση των λογαριασμών του με μηνύματα και υπηρεσίες ΥΠΠ για τις οποίες, όπως προαναφέρθηκε, δεν είχε προβεί σε οιαδήποτε θετική ενέργεια για να λάβει αυτά από τον άνω πάροχο ΥΠΠ, ο οποίος επενέβη στην τηλεφωνική του σύνδεση μέσω των ανωτέρω πενταψήφιων αριθμοδοτικών πόρων και πέτυχε εν αγνοία του να τον χρεώσει με τα προναφερόμενα ποσά από τα οποία κέρδισε τόσο η ίδια η εταιρεία ΥΠΠ όσο και η δεύτερη εναγομένη κατά τη μεταξύ τους σύμβαση διανομής των κερδών από την παροχή τέτοιων υπηρεσιών. Η έλλειψη επαρκών μέτρων προστασίας του ενάγοντος από τη δεύτερη εναγομένη και συγκεκριμένα η μη σαφής, αναλυτική και εμπεριστατωμένη ενημέρωση του για τις εν λόγω ΥΠΠ, όπως η σχετική της υποχρέωση προκύπτει από τα όσα αναπτύχθηκαν στη μείζονα σκέψη, φαίνεται και από τις αναρτήσεις της κατά την επίδικη χρονική περίοδο στην ιστοσελίδα της στο διαδίκτυο (cosmote.gr), την οποία διατηρεί προς ενημέρωση των συνδρομητών της και εν γένει του καταναλωτικού κοινού. Στο σχετικό σημείο, που αφορά τη χρήση ΥΠΠ από τρίτους μέσω του δικτύου της, η δεύτερη εναγομένη αφού εκθέτει ότι η ΥΠΠ είναι συνήθως αυξημένης χρέωσης και ότι η πρόσβαση στις ΥΠΠ είναι αρχικά ανοιχτή, στο ειδικότερο τμήμα, που αφορά τα SMS, αναφέρει ότι η χρέωση του SMS μιας ΥΠΠ μπορεί να γίνεται με την αποστολή SMS ή τη λήψη του στο κινητό. Επίσης, ότι οι ΥΠΠ παρέχονται από τρίτους παρόχους, οι οποίες είναι αποκλειστικά υπεύθυνες για το περιεχόμενο και τον τρόπο, που τις παρέχουν, ενώ εκθέτει ότι η φραγή αποτελεί διακοπή πρόσβασης του συνδρομητή στις ΥΠΠ σε όλες ή σε ορισμένες και ότι η αυτή (εναγομένη) προσφέρει δωρεάν στους συνδρομητές τη δυνατότητα ενεργοποίησης και απενεργοποίησης φραγών ΥΠΠ. Ωστόσο, δεν διαλαμβάνει καμία ενημέρωση για τον τρόπο εγγραφής των συνδρομητών της στις ΥΠΠ, ώστε να μπορεί να ενημερώνεται με σαφή και αναλυτικό τρόπο ο καταναλωτής για το πως εγγράφεται στις υπηρεσίες αυτές, ποια διαδικασία ακριβώς ακολουθείται ώστε κατόπιν δικών του ενεργειών να αντιλαμβάνεται με τρόπο αναμφίβολο ότι έχει εγγραφεί σε τέτοιες υπηρεσίες και ότι έχει ξεκινήσει να χρεώνεται για την λήψη τους, πολλώ δε μάλλον όταν στην προηγούμενη ενημέρωση της αναφέρει ότι η χρέωση του SMS μιας ΥΠΠ μπορεί να γίνεται με μόνη την αποστολή SMS ή τη λήψη του στο κινητό τηλέφωνο του συνδρομητή της. Η ελλιπής ενημέρωση διαπιστώνεται από τις προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα εκτυπώσεις των ιστοσελίδων της δεύτερης εναγομένης, που ήταν αναρτημένες στις 06.02.2017 και 10.07.2017, όπου στην τελευταία αν και μεταβάλει την ενημέρωση ως προς τις ΥΠΠ και καλεί τους συνδρομητές της για περισσότερες πληροφορίες να πατήσουν σε συγκεκριμένο σημείο της ιστοσελίδας, της οποίας όμως δεν προέκυψε το περιεχόμενο, ούτε ότι ήταν εν λειτουργία. Σημειώνεται ότι η δεύτερη εναγομένη δεν προσκόμισε κάποια σχετική ανάρτηση της ιστοσελίδας της την επίδικη περίοδο, με την αιτιολογία ότι δεν διατηρείται αρχείο για το χρονικό διάστημα πριν από τις 28-5-2017. Για το λόγο αυτό, προφανώς λόγω του θορύβου, που προέκυψε από παράνομες χρεώσεις ΥΠΠ και των καταγγελιών συνδρομητών εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, που επακολούθησαν, καθώς και των συστάσεων της Αρχής Προστασίας Καταναλωτή, αλλά και των δημοσιευμάτων στον τύπο, έσπευσε η δεύτερη εναγομένη, σε χρόνο αρκετά μεταγενέστερο του επιδίκου και μετά την άσκηση της αγωγής, σε πλήρη αλλαγή της ιστοσελίδας της στο διαδίκτυο ως προς την ενημέρωση των συνδρομητών της και του καταναλωτικού κοινού εν γένει για τις ΥΠΠ μέσω του δικτύου της, οπότε πλέον κατέστησε πιο αναλυτική και προσιτή στον μέσο καταναλωτή την ενημέρωση υπό τη μορφή ερωτοαπαντήσεων ως προς το ζήτημα του τρόπου εγγραφής και εκκίνησης της χρέωσης για τη λήψη τέτοιων ΥΠΠ από τους πελάτες της. Η δεύτερη εναγομένη ήταν υποχρεωμένη, μέσω των συμβάσεων, που συνάπτει με τους συνδρομητές της ή μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων ενημέρωσης, που διαθέτει, όπως της ιστοσελίδας της στο διαδίκτυο, να ενημερώνει με σαφή και αναλυτικό τρόπο στον επίδικο χρόνο, για τη διαδικασία, που πρέπει να ακολουθεί ο συνδρομητής της για να λαμβάνει ΥΠΠ και με ποιο τρόπο γίνεται η νόμιμη χρέωση του για τη λήψη τέτοιων υπηρεσιών, καθώς και τους κινδύνους, που έχει για ακούσια χρέωση. Με τον τρόπο αυτό, θα κατοχύρωνε τον ενάγοντα όπως και κάθε άλλον καταναλωτή στη θέση του, ως προς την ασφαλή πρόσβαση του στις εν λόγω υπηρεσίες και θα απέτρεπε τον κίνδυνο ακούσιας χρέωσης του από τις παράνομες πρακτικές της εκάστοτε εταιρείας ΥΠΠ μέσω SMS, εξασφαλίζοντας κατά λογική ακολουθία τη δυνατότητα του να αποδείξει άμεσα την παράνομη χρέωση του από τις εταιρείες ΥΠΠ για μη ζητηθείσες υπηρεσίες και την εξ αυτού άμεση υποχρέωση του. Η ελλιπής αυτή ενημέρωση των συνδρομητών από τη δεύτερη εναγομένη για τις ΥΠΠ και στην προκειμένη περίπτωση του ενάγοντος, οφείλεται σε βαριά αμέλεια, καθώς ενώ μπορούσε, με βάση την υποδομή της και το υψηλό επίπεδο τεχνικής και νομικής υποστήριξης, που διαθέτει, να προβλέψει ως ενδεχόμενο να υπάρξουν παράνομες χρεώσεις σε πελάτες της από ακούσια λήψη ΥΠΠ μέσω κινητών τηλεφώνων και ειδικά με SMS και να λάβει μέτρα σαφούς και αναλυτικής ενημέρωσης των συνδρομητών της για τον τρόπο χρέωσης ΥΠΠ μέσω SMS, παρέλειψε να το πράξει εκτιμώντας εσφαλμένα πως με τα ληφθέντα μέτρα, που είχε λάβει, δεν θα υπάρξουν παράνομες χρεώσεις από τέτοιες υπηρεσίες. Επιπλέον δεν αποδείχθηκε ότι ο ενάγων συνέβαλε στην πρόκληση της ζημιάς, που υπέστη από δικό του πταίσμα, διότι ενήργησε ως μέσος καταναλωτής, που διαθέτει τη μέση τεχνική αντίληψη χειρισμού του κινητού του τηλεφώνου και των μηνυμάτων, που λαμβάνει, ενώ λόγω των μικρών ποσών, που χρεωνόταν παράνομα κάθε μήνα δεν μπορούσε να αντιληφθεί άμεσα αφενός την εκκίνηση της παράνομης χρέωσης του, αφετέρου την έκταση της, ως εκ τούτου, η ένσταση συνυπαιτιότητας αυτού, που προέβαλε η δεύτερη εναγομένη ως προς τη επίδικη χρέωση του (άρθρ. 300 ΑΚ) είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη. Στα προαναφερόμενα μηνύματα ότι είναι «ΕΓΓΕΓΡΑΜΕΝΟΣ/Η», «ΠΑΡΟΧΟΣ ΑΜΑΖΕ SA», εύλογα δεν έδωσε σημασία, διότι όπως προαναφέρθηκε, δεν προέβη σε κάποια θετική ενέργεια για να εγγραφεί σε συνδρομητική υπηρεσία, ενώ τα μηνύματα προέρχονταν από διαφορετικούς πενταψήφιους αριθμούς. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, ως προς τους προαναφερόμενους αρνητικούς ισχυρισμούς της εναγομένης και την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος κατέληξε στις ίδιες κρίσεις, απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς αυτούς και την ένσταση αυτή, δεν έσφαλε, αλλά ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Συνέπεια δε της προπεριγραφείσας παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς της εκκαλούσας - εφεσίβλητης, Από την παράνομη και υπαίτια αυτή συμπεριφορά της δεύτερης εναγομένης πέραν της ζημίας από το προαναφερόμενο ποσό χρέωσης του λογαριασμού του συνολικού ύψους 81,27 ευρώ. ο εκκαλών -εφεσίβλητος υπέστη, εξαιτίας της στενοχώριας και της ψυχικής ταλαιπωρίας που δοκίμασε, ηθική βλάβη, για την χρηματική ικανοποίηση της οποίας, ενόψει της έκτασης της ζημίας του, τις συνθήκες υπό τις οποίες έγινε, της αποκλειστικής υπαιτιότητας της αντιδίκου του και της κοινωνικοοικονομικής θέσης και κατάστασης εκάστου των μερών (υψηλά κέρδη της δεύτερης εναγομένης), κρίνεται ως εύλογο για την επιδίκαση του το ποσό των 4.000 ευρώ και ορθώς η εκκαλουμένη με την ίδια ως άνω επαρκή αιτιολογία αναγνώρισε ότι η εκκαλούσα οφείλει να καταβάλει στην εφεσίβλητη το ανωτέρω ποσό, τα όσα δε περί του αντιθέτου ισχυρίζονται τόσο η εκκαλούσα της υπό στοιχ. Α' έφεσης όσο και ο εκκαλών της υπό στοιχ. Β' έφεσης με τους σχετικούς λόγους της έφεσης απορριπτέα κρίνονται ως αβάσιμα.

 

VI. Τέλος, με την τελευταίο λόγο της έφεσης ο εκκαλών βάλλει κατά της διάταξης της εκκαλουμένης, που επέβαλε δικαστικά έξοδα σε βάρος τους, ύψους 200 ευρώ, επικαλούμενος ότι το τελευταίο ποσό είναι ευτελές. Ο λόγος αυτός παραδεκτά προβάλλεται, αφού συμπροσβάλλεται συγχρόνως και η ουσία της υπόθεσης (ΕφΛαρ 76/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), πλην όμως κρίνεται απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο διότι σύμφωνα με το άρθρο 63§ 1 του Ν. 4194/2013 (Κώδικα Δικηγόρων), η αμοιβή, σε περίπτωση μη ύπαρξης έγγραφης συμφωνίας, καθορίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της δίκης ως εξής: 1) η αμοιβή για τη σύνταξη κύριας αγωγής ορίζεται με βάση την αξία του αντικειμένου της αγωγής όπως παρακάτω: α) 2% όταν η αξία του αντικειμένου της αγωγής ανέρχεται μέχρι το ποσό των 200.000 ευρώ, ενώ κατά το άρθρο 68 του ίδιου κώδικα «για τη σύνταξη προτάσεων κατά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, η αμοιβή του δικηγόρου του εναγομένου είναι ίση με την αμοιβή της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του Κώδικα και του δικηγόρου του ενάγοντος ορίζεται στο μισό της αμοιβής αυτής». Στην προκειμένη περίπτωση η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή και σύμφωνα με την προαναφερόμενη καταψηφιστική διάταξη (1.081 ευρώ), η κατώτατη νόμιμη αμοιβή του δικηγόρου του ενάγοντος ανέρχεται, σύμφωνα με τα παραπάνω άρθρα του Κώδικα Δικηγόρων στο 2% για τη σύνταξη της αγωγής και 1% για τη σύνταξη των προτάσεων, δηλαδή σε 3% επί του ποσού των 200.000 ευρώ, δηλαδή έπρεπε να επιδικαστούν συνολικά δικαστικά έξοδα ποσού 32,4 ευρώ και επιδικάσθηκαν όμως 200 ευρώ. Συνεπώς η εναγομένη δεν καταδικάσθηκε στην καταβολή ευτελών δικαστικών εξόδων.

 

VII. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει: Α] Να απορριφθεί κατ' ουσίαν η από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) έφεση και τα δικαστικά έξοδα του παρόντος (δεύτερου) βαθμού δικαιοδοσίας του εφεσίβλητου (ενάγοντος) πρέπει, κατόπιν του σχετικού νόμιμου αιτήματος του, να επιβληθούν σε βάρος της ηττημένης εκκαλούσας (εναγομένης) σύμφωνα με τα άρθρα 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Τέλος, αφού η έφεση απορρίφθηκε (κατ' ουσίαν), η εκκαλούσα ηττήθηκε ολικά και ως εκ τούτου, πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 495 § 4 εδ. ε' ΚΠολΔ, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος για την έφεση αυτή, στη Γραμματέα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, υπ' αριθ. . ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού 150 ευρώ και Β] Να απορριφθεί κατ' ουσίαν η υπό στοιχείο [β] από 8-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) έφεση και τα δικαστικά έξοδα του παρόντος (δεύτερου) βαθμού δικαιοδοσίας της εφεσίβλητης (εναγομένης) πρέπει, κατόπιν του σχετικού νόμιμου αιτήματος του, να επιβληθούν σε βάρος του ηττημένου εκκαλούντος (ενάγοντος) σύμφωνα με τα άρθρα 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Τέλος, αφού η έφεση απορρίφθηκε (κατ' ουσίαν), ο εκκαλών ηττήθηκε ολικά και ως εκ τούτου, πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 495 § 3 εδ. ε' ΚΠολΔ, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος για την έφεση αυτή, στη Γραμματέα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, υπ' αριθ. . ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού 150 ευρώ.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων τις από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) και από 8-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) εφέσεις.

 

Α] ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν την υπό στοιχείο [α] από 6-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./7-7-2020) έφεση.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του κατατεθέντος για την έφεση αυτή υπ' αριθ. υπ' αριθ. . ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού 150 ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ανωτέρω εκκαλούσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία [έξοδα] ορίζει στο ποσό των εξακοσίων [600] ευρώ.

 

Β] ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν την υπό στοιχείο [β] από 8-7-2020 (αριθ. εκθ. καταθ. ./8-7-2020) έφεση.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του κατατεθέντος για την έφεση αυτή υπ' αριθ. . ηλεκτρονικού παραβόλου, ποσού 150 ευρώ, στο Δημόσιο Ταμείο.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ανωτέρω εκκαλούντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία [έξοδα] ορίζει στο ποσό των εξακοσίων [600] ευρώ.

 

ΚΡΙΟΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριο του συνεδρίαση στην Πάτρα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 21-7-2022, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ