ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΠατρών 32/2020

 

Διαδοχικές συμβάσεις πώλησης - Μη καταβολή τιμήματος - Ένσταση εξόφλησης - Προβολή αντένστασης - Ξενόγλωσσα έγγραφα -.

 

Σύναψη διαδοχικών συμβάσεων πωλήσεως και μη καταβολή του τιμήματος. Προβολή ένστασης εξόφλησης από την εναγομένη. Παραδεκτή η προβολή αντενστάσεως με την προσθήκη των προτάσεων και δήλωση στο ακροατήριο. Αντένσταση με την οποία η ενάγουσα προέβαλε ότι η γενόμενη από την εναγομένη καταβολή αφορούσε χρέος διαφορετικό από το επίδικο. Ξενόγλωσσα έγγραφα (τιμολόγια) τα οποία δεν έχουν μεταφραστεί. Μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα. Εκτιμώνται και αξιολογούνται ελεύθερα παράλληλα με τα πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, εφόσον είναι επιτρεπτή η εμμάρτυρη απόδειξη.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

 

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης 32/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Παπαντωνίου, Εφέτη, που όρισε η Πρόεδρος Εφετών και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 14η Φεβρουαρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ..., κατοίκου Πατρών, οδός ..., η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών Βασιλικής Ντελβέ, βάσει δηλώσεως και

 

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Εταιρείας Περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «... Ltd», η οποία εδρεύει στο Λονδίνο της Αγγλίας, (...) και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «... Ε.Π.Ε.», η οποία εδρεύει στην Αθήνα επί της ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Χρήστου Μυλωνά.

 

Η εφεσίβλητη - ενάγουσα άσκησε κατά της εναγομένης - εκκαλούσας την από 18.3.2011 και με αριθμό κατάθεσης ./2011 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών. Επί της αγωγής εκδόθηκε η με αριθμό 233/2015 οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου που έκανε δεκτή την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής η εναγομένη-εκκαλούσα άσκησε την από 14.12.2015 έφεση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, την 16.12.2015 με αύξοντα αριθμό κατάθεσης ., της οποίας επικυρωμένο αντίγραφο κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 25.1.2016 με αύξοντα αριθμό κατάθεσης .. Δικάσιμος για τη συζήτηση της έφεσης ορίστηκε αρχικά η δικάσιμος της 21.9.2017 και μετά από αναβολή η δικάσιμος που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, οπότε η υπόθεση που είχε εγγραφεί στο πινάκιο με αύξοντα αριθμό . εκφωνήθηκε κατά τη σειρά της και συζητήθηκε.

 

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων που παραστάθηκαν με δήλωση ανάπτυξαν τους ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.

 

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Η υπό κρίση από 14.12.2015 έφεση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, την 16.10.2015 με αύξοντα αριθμό κατάθεσης 461, ενώ επικυρωμένο αντίγραφο της κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 25.1.2016 με αύξοντα αριθμό κατάθεσης 35, κατά της υπ' αριθ. 233/2015 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, η οποία δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία και έκανε δεκτή την από 18.3.2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 1211/2011 αγωγή, ασκήθηκε παραδεκτά, νομότυπα [άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 β, 514, 517, 520 παρ.1 ΚΠολΔ] και εμπρόθεσμα, εντός της κατ' άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ τασσομένης προθεσμίας, καθώς αντίγραφο της εκκαλουμένης απόφασης επιδόθηκε στην εναγομένη την 16.11.2015, όπως προκύπτει από την επισημείωση της Δικαστικής Επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πατρών ..., σε αντίγραφο της εκκαλουμένης και η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε με την κατάθεση της στην Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την 16.12.2015, ήτοι εντός της τριακοντανθήμερης προθεσμίας. Περαιτέρω η εκκαλούσα έχει καταθέσει κατά την άσκηση της έφεσης της το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ.3 Αβ ΚΠολΔ παράβολο και δη τα με αριθμό ... παράβολα, όπως προκύπτει από την επισημείωση της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στο δικόγραφο της έφεσης. Πρέπει επομένως να ερευνηθούν οι λόγοι που περιέχονται στην έφεση ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα τους (άρθρα 522, 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Στην κρινόμενη περίπτωση, με την από 18-3-2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 1211/2011 αγωγή της, η ενάγουσα εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «... Ltd» που εκπροωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από την εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ... ΕΠΕ, ισχυρίστηκε ότι στα πλαίσια πολυετούς εμπορικής συνεργασίας με την εναγομένη, είχε πωλήσει και παραδόσει στην εναγομένη δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης κατά τους μήνες Μάρτιο του έτους 2008 καθώς και τον Απρίλιο και Ιούλιο του έτους 2010, είδη γυναικείου ρουχισμού, έναντι συνολικού τιμήματος 19.377 ευρώ, εκδίδοντας τα αντίστοιχα τιμολόγια. Ότι κατά τη συμφωνία των διαδίκων που αποτυπωνόταν και με ρητό όρο στα εκδοθέντα τιμολόγια, το τίμημα των πωληθέντων εμπορευμάτων ήταν εξοφλητέο εντός ενενήντα ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου. Ότι ενώ η εναγομένη παρέλαβε ανεπιφύλακτα τα εμπορεύματα δεν κατέβαλε το συμφωνηθέν τίμημα, παρά τις συνεχείς οχλήσεις της ενάγουσας, με αποτέλεσμα να της οφείλει το ως άνω ποσό νομιμότοκα από τότε που παρήλθε η ενενηκοστή ημέρα από την έκδοση εκάστου τιμολογίου, άλλως από την επομένη της επίδοσης της κρινόμενης αγωγής, ποσό το οποίο ζήτησε να της επιδικαστεί με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Επί της αγωγής αυτής που δικάστηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, εκδόθηκε η με αριθμό 233/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, η οποία αφού απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη την ένσταση εξόφλησης του επίδικου χρέους, που πρόβαλλε η εναγομένη δέχθηκε την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και υποχρέωσε την εναγομένη να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των 19.377 ευρώ νομιμότοκα από την επομένη της παρέλευσης της δήλης ημέρας καταβολής των τιμολογίων, ήτοι από την επομένη της παρέλευσης 90 ημερών από την έκδοση εκάστου τιμολογίου, κήρυξε την διάταξη της αυτή προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των 5.000 ευρώ και καταδίκασε την εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας την οποία καθόρισε στο ποσό των 857,29 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε την κρινόμενη έφεση η εναγομένη ισχυριζόμενη ότι η εκκαλουμένη απόφαση λόγω εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου, έλαβε υπόψη την αντένσταση που αορίστως και κατά παράβαση των δικονομικών κανόνων πρόβαλε η ενάγουσα σύμφωνα με την οποία η επιταγή έκδοσης της εναγομένης που εισπράχθηκε από αυτήν αφορούσε διαφορετικές συμβάσεις πώλησης από τις επίδικες και σε κάθε περίπτωση λόγω κακής εκτίμησης των αποδείξεων δέχθηκε οτι ο σχετικός ισχυρισμός ήταν ουσιαστικά βάσιμος. Ζητεί δε με την κρινόμενη έφεση να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να απορριφθεί η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικαστεί η ενάγουσα στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 262 παρ. 1 ΚΠολΔ η ένσταση πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένη αίτηση και σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 416 και 422 ΑΚ προκύπτει ότι, ο οφειλέτης χρηματικής απαιτήσεως εναγόμενος, αν ισχυρισθεί απόσβεση με καταβολή του χρέους του, αρκεί να επικαλεσθεί και σε περίπτωση αμφισβητήσεως να αποδείξει την γενόμενη καταβολή χωρίς να είναι ανάγκη να επικαλεσθεί και αποδείξει και ότι αυτή αφορά το επίδικο χρέος, γιατί τούτο εξυπακούεται αφού σ' αυτό αναφέρεται η δίκη. Ο δε δανειστής, αμυνόμενος, δικαιούται, κατ' αντένσταση, να ισχυριστεί ότι η προβαλλόμενη από τον οφειλέτη καταβολή δεν αφορά στο επίδικο, αλλά σε άλλο χρέος του προς αυτόν. Στην τελευταία περίπτωση, εφόσον ο οφειλέτης αρνείται την ύπαρξη του άλλου χρέους, ο δανειστής είναι υποχρεωμένος ν' αποδείξει τα παραγωγικά του χρέους αυτού γεγονότα, ο δε οφειλέτης ν' αποκρούσει την αντένσταση προβάλλοντας, κατ' επανένσταση, και αποδεικνύοντας, ότι η καταβολή έγινε για την εξόφληση του επίδικου χρέους με βάση το μονομερή καθορισμό του εξοφλητέου (από τα περισσότερα) χρέους βάσει της διάταξης του αρθρ. 422 ΑΚ ( ΑΠ 580/2019 ΑΠ 1221/2017 Τράπεζα Νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρου 237 παρ. 3 και 269 ΚΠολΔ προκύπτει ότι κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του πολυμελούς ή μονομελούς πρωτοδικείου νέοι ισχυρισμοί μπορούν να προταθούν με την προσθήκη των προτάσεων μόνο για την απόκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις του αντιδίκου, τέτοιο δε ισχυρισμό συνιστά και η αντένσταση του ενάγοντος στην ένσταση του εναγομένου περί εξοφλήσεως του επίδικου χρέους (Α.Π. 575/2015 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

   Στην προκειμένη περίπτωση από την επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης προκύπτουν τα εξής: Με την από 18-3-2011 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./2011 αγωγή της, η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι πώλησε στην εναγομένη δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης κατά τους μήνες Μάρτιο του έτους 2008 καθώς και τον Απρίλιο και Ιούλιο του έτους 2010, είδη γυναικείου ρουχισμού, έναντι συνολικού τιμήματος 19.377 ευρώ, εκδίδοντας τα αντίστοιχα τιμολόγια. Ότι παρά το γεγονός της παραλαβής των πωληθέντων εμπορευμάτων από την εναγομένη τελευταία δεν προέβη σε καμμία καταβολή, με αποτέλεσμα να ζητεί την καταβολή του οφειλόμενου τιμήματος. Η εναγομένη, με τις έγγραφες προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και δήλωση της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του Δικαστηρίου εκείνου ισχυρίσθηκε, ότι έχει εξοφλήσει την επίδικη οφειλή καθώς για τα επίδικα εμπορεύματα εξέδωσε και παρέδωσε στην ενάγουσα την από 31.3.2010 επιταγή εκδόσεως της, ποσού 19.855 ευρώ η οποία πληρώθηκε από την Τράπεζα την 12.4.2010. Η ενάγουσα με δήλωση της που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και την προσθήκη στις προτάσεις που κατέθεσε εμπροθέσμως ενώπιον αυτού, κατ’ εκτίμηση των τελευταίων, ομολόγησε την επικαλούμενη από την εναγομένη καταβολή, ισχυρίσθηκε όμως περαιτέρω ότι η καταβολή αυτή δεν αφορά το αιτούμενο με την αγωγή της ποσό αλλά τιμολόγια που είχε εκδώσει για την πώληση άλλων εμπορευμάτων που αφορούσαν διαφορετικές συμβάσεις πώλησης που είχε συνάψει με την εναγομένη και όχι των επίδικων.

 

Ειδικότερα, ισχυρίσθηκε ότι είχε εκδώσει τα με αριθμούς ./17.10.2008, ./6.3.2009 και ./25.3.2009 τιμολόγια, ποσού 6.202, 7.777 και 5.878 ευρώ αντίστοιχα και συνολικού ποσού 19.857 ευρώ, τα οποία εξοφλήθηκαν με την επικαλούμενη από την εναγομένη επιταγή ποσού 19.855 ευρώ. Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας, παραδεκτά η ενάγουσα προέβαλε την αντένσταση ότι η γενόμενη από την εναγομένη καταβολή αφορούσε διαφορετικό, του επίδικου χρέους, με την προσθήκη των προτάσεων και δήλωση της στο ακροατήριο αφού η ένσταση εξόφλησης προβλήθηκε το πρώτον με δήλωση στο ακροατήριο και με τις προτάσεις της εναγομένης. Για τον ίδιο λόγο παραδεκτά προσκόμισε το πρώτον με την προσθήκη στις προτάσεις της και τα τιμολόγια που ισχυρίστηκε ότι εξοφλήθηκαν με την επιταγή που επικαλείται προς εξόφληση η εναγομένη. Επιπλέον, ο προβληθείς, κατά τα άνω, με την προσθήκη στις προτάσεις της ενάγουσας ισχυρισμός, σύμφωνα με το προεκτεθέν περιεχόμενο του, συνιστά αντένσταση, στην προβληθείσα πρωτοδίκως από την εναγομένη ένσταση εξοφλήσεως του επίδικου χρέους και περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία για τη νομική θεμελίωση του στις διατάξεις των άρθρων 416 και 422 ΑΚ και είναι ορισμένος, αφού ειδικώς αναφέρεται ότι η επικαλούμενη από την εναγομένη καταβολή αφορά μεν τιμολόγια που εξέδωσε η ενάγουσα για έτερες πωλήσεις προϊόντων της, η επίδικη όμως απαίτηση αφορά άλλα τιμολόγια, που δεν πληρώθηκαν από την εναγομένη. Επομένως, το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών που έκρινε παραδεκτή και ορισμένη την εν λόγω αντένσταση ορθώς εφάρμοσε το νόμο και οι περί του αντιθέτου λόγοι έφεσης τυγχάνουν απορριπτέοι.

 

Από την επανεκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης της εναγομένης που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (η ενάγουσα δεν εξέτασε μάρτυρα), των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν είτε αυτά είναι πρόσφορα για πλήρη απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (σημειώνεται ότι τα προσκομιζόμενα μετ' επικλήσεως από την εναγομένη ξενόγλωσσα έγγραφα - τιμολόγια τα οποία δεν έχουν μεταφραστεί - λαμβάνονται υπόψη, κατ' άρθρο 270 παρ. 2 εδ. βΛ ΚΠολΔ όπως ήδη ισχύει από 1,1,2002 μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 12 του Ν. 2915/2001, ως μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, τα οποία, αφού στην προκειμένη περίπτωση είναι επιτρεπτή η εμμάρτυρη απόδειξη, εκτιμώνται και αξιολογούνται ελεύθερα, όχι απλώς επικουρικά αλλά παράλληλα με τα πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα ΑΠ 1/2011 ΕλλΔνη 2011,730, Εφ,ΑΘ. 189/2019, Εφ Πειρ. 242/2012 Τράπεζα Νομικών Πληφοροριών ΝΟΜΟΣ ΕφΠειρ 884/2005 ΕλλΔνη 2006,1100), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ' αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723), σε συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης που σύναψαν η ενάγουσα εταιρεία που δραστηριοποιείται στον χώρο του επαγγελματικού σχεδίου μόδας και της μαζικής παραγωγής και διανομής γυναικείων ρούχων και η εναγομένη που διατηρεί ατομική επιχείρηση εμπορίας ενδυμάτων υποδημάτων και δερμάτινων ειδών, η ενάγουσα πώλησε και παράδοσε στην εναγομένη διάφορα είδη γυναικείων ενδυμάτων. Ειδικότερα, καταρτίστηκαν μεταξύ τους τέσσερις συμβάσεις πώλησης κατά τους μήνες Μάρτιο του έτους 2008, Απρίλιο και Ιούλιο του έτους 2010 και εκδόθηκαν ισάριθμα παραστατικά έγγραφα, που προσάγονται νόμιμα μεταφρασμένα και συγκεκριμένα τα με αριθμούς ./25.3.2008 τιμολόγιο πώλησης, τιμήματος 2.914 ευρώ, το με αριθμό ./9.4.2010 τιμολόγιο πώλησης τιμήματος 11.122 ευρώ, το με αριθμό ./30.4.2010 τιμολόγιο πώλησης τιμήματος 1.101 ευρώ και το με αριθμό ./30.7.2010 τιμολόγιο πώλησης τιμήματος 4.240 ευρώ, ήτοι συνολικού τιμήματος 19.377 ευρώ. Μεταξύ των διαδίκων συμφωνήθηκε βάσει ρητού όρου που περιλαμβάνεται στα παραπάνω τιμολόγια η πίστωση του τιμήματος κάθε πωλήσεως και ορίστηκε ημερομηνία εξόφλησης αυτού 90 ημέρες από την έκδοση του σχετικού παραστατικού εγγράφου και την παράδοση των εμπορευμάτων που αυτό αφορούσε. Η εναγομένη συνομολογεί την κατάρτιση των επίδικων συμβάσεων, την παραλαβή των εμπορευμάτων, το ύψος του τιμήματος και τον χρόνο έναρξης της απαίτησης τοκοδοσίας της ενάγουσας. Περαιτέρω, η εναγομένη προβάλλοντας παραδεκτά την ένσταση εξόφλησης του επίδικου χρέους, ισχυρίστηκε οτι εξέδωσε την με αριθμό ... επιταγή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, ποσού 19.855 ευρώ. με ημερομηνία έκδοσης την 31.3.2010, η οποία εξοφλήθηκε από τον λογαριασμό της με αριθμό ... στις 12.4.2010, όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 7.10.2014 βεβαίωση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Η εναγομένη συνομολογεί ότι εισέπραξε το ποσό που ενσωματώθηκε στην ως άνω επιταγή, προβάλλοντας όμως την αντένσταση ότι με την επιταγή αυτή εξοφλήθηκε έτερο χρέος της εναγομένης, προερχόμενο από έτερες συμβάσεις πώλησης που είχαν συνάψει οι διάδικοι για τις οποίες είχαν εκδοθεί τα κάτωθι τιμολόγια: α) το με αριθμό ./17.10.2008 τιμολόγιο ποσού 6.202 ευρώ, β) το με αριθμό ./6.3.2009 τιμολόγιο ύψους 7.777 ευρώ και γ) το με αριθμό ./25.3.2009 τιμολόγιο ποσού 5.878 ευρώ, και συνολικού ποσού 19.857 ευρώ, τα οποία και προσάγει χωρίς μετάφραση αποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό τα παραγωγικά γεγονότα του χρέους που αποτυπώνουν τα τιμολόγια αυτά. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η εναγομένη δεν αρνείται την σύναψη και έτερων συμβάσεων πώλησης με την ενάγουσα αφού συνομολογεί την δεκαετή συνεργασία τους. Η εναγομένη, η οποία σύμφωνα με τα όσα αναφέρθηκαν στη μείζονα σκέψη της παρούσας φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης, ούτε προέβαλε παραγματικά περιστατικά ούτε απέδειξε με κάποιο αποδεικτικό μέσο ότι η καταβολή έγινε για την εξόφληση του επίδικου χρέους δυνάμει σχετικής συμφωνίας των διαδίκων ή με βάση το μονομερή καθορισμό του εξοφλητέου χρέους βάσει της διάταξης του αρθρ. 422 ΑΚ. Επιπλέον και με τα διδάγματα της κοινής πείρας ο ισχυρισμός περί εξόφλησης του επίδικου χρέους με την πληρωμή της προαναφερθείσας επιταγής ποσού 19.855 ευρώ δεν κρίνεται βάσιμος αφενός λόγω του ότι με αυτήν φέρεται να έχει καταβάλλει στην ενάγουσα ποσό 480 ευρώ πλέον του επίδικου χωρίς να επικαλείται την αιτία της διαφοράς αυτής και αφετέρου φέρεται να εξοφλεί τιμολόγια και δη τα με αριθμούς .../30.4.2010 τιμήματος 1.101 ευρώ και .../30.7.2010 τιμήματος 4.240 ευρώ πριν την έκδοση αυτών. Ο ισχυρισμός της δε ότι λόγω της οικονομικής κρίσης έπρεπε να προβεί σε προπληρωμή των εμπορευμάτων δεν αποδεικνύεται βάσιμος καθώς στα επίδικα τιμολόγια αναφέρεται ρητά ο όρος εξόφλησης του 90 ημέρες μετά την έκδοση εκάστου. Επομένως η εκκαλουμένη απόφαση που απέρριψε την ένσταση εξόφλησης που πρότεινε η εναγομένη και έκανε δεκτή την αγωγή υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλλει στην ενάγουσα το ποσό των 19.377 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της παρέλευσης της δήλης ημέρας καταβολής των τιμολογίων, ήτοι από την επομένη της παρέλευσης των 90 ημερών από την έκδοση εκάστου και δη για το με αριθμό ./28.3.2008 τιμολόγιο πώλησης από την 26.6.2008, για το με αριθμό ./9.4.2010 τιμολόγιο πώλησης από την  10.7.2010, για το με αριθμό ./30.4.2010 τιμολόγιο πώλησης από την  10.7.2010 και για  το  με αριθμό ./30.7.2010 τιμολόγιο πώλησης από την 31.10.2010, ορθά εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, με αιτιολογίες που συμπληρώνονται με αυτές της παρούσας απόφασης, με αποτέλεσμα η κρινόμενη έφεση να τυγχάνει απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη. 

 

 Πρέπει συνεπώς να καταδικασθεί η εκκαλούσα, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, κατά παραδοχή του οικείου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 106, 178, 183 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που κατατέθηκε από την εκκαλούσα κατά την άσκηση της έφεσης στο Δημόσιο ταμείο, λόγω της απόρριψης της έφεσης.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση τυπικά και την απορρίπτει κατ’ ουσίαν.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του αναφερόμενου στο σκεπτικό της παρούσας παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τη δικαστική δαπάνη της εφεσίβλητης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας την οποία ορίζει στο ποσό των τεκτρακοσίων (400) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα σε έκτακτη δημόσια στο ακροατήριο συνεδρίαση στις 21 Ιανουαρίου 2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

(και ταύτης μετατεθείσας)

 

ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΚΑΡΑΤΖΑ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΦΕΤΩΝ