ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΔΕφ (Ακ.Αναστ.) 214/2019
Δημόσιος διαγωνισμός - Αποκλεισμός υποψήφιου
οικονομικών φορέων - Παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας - Αίτηση αναστολής
εκτέλεσης -.
Αποκλεισμός
υποψήφιων οικονομικών φορέων από διαγωνιστική διαδικασία. Αίτηση της αναθέτουσας
αρχής για αναστολή της εκτέλεσης απόφασης της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών
Προσφυγών (ΑΕΠΠ) με την οποία ακυρώθηκε απόφαση της αναθέτουσας αρχής με την
οποία αποκλείστηκαν οικονομικοί φορείς από διαγωνισμό. Η αναθέτουσα αρχή
αμφισβητεί τη νομιμότητα συμμετοχής διαγωνιζόμενων στον επίδικο
διαγωνισμό προβάλλοντας ότι αυτοί θα έπρεπε να είχαν αποκλειστεί λόγω
παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας. Αποκλεισμός οικονομικού φορέα λόγω
συνδρομής σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος. Η άσκηση ένδικων βοηθημάτων κατά
των σχετικών πράξεων επιβολής προστίμων αφενός δεν μεταβάλλει τη δέσμια
αρμοδιότητα της Διοίκησης να εφαρμόσει την οικεία διάταξη, αφετέρου δεν συνιστά
μέτρο αυτοκάθαρσης ώστε να στοιχειοθετείται από τη μη αξιολόγηση αυτού
παράλειψη της αναθέτουσας αρχής να προβεί σε οφειλόμενη ενέργεια.
Αριθμός απόφασης 214/2019
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΑΚΥΡΩΤΙΚΗΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΙΒ΄ (ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ)
(σύμφωνα με τα άρθρα 372
του ν. 4412/2016 [Α' 147] και 52 του π.δ. 18/1989
[Α'8], όπως ισχύει)
Με
δικαστή τη Μαρία Τσίρλη
συνήλθε στις 10 Ιουνίου 2019, με Γραμματέα τη δικαστική
υπάλληλο Ελευθερία Καλαϊτζάκη
για να αποφασίσει σχετικά με την από 22-4-2019 αίτηση
αναστολής εκτέλεσης (ΑΝΜ./22-4-2019)
της Υπηρεσίας Ασύλου του Υπουργείου Μεταναστευτικής
Πολιτικής, που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Π. Κανελλόπουλου αριθ. 2), η οποία
παραστάθηκε με την Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αναστασία Σκουντή
κατά της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών
(Α.Ε.Π.Π.), που εδρεύει στον ʼγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής (Λεωφ. Θηβών αρ. 196-198), η οποία
παραστάθηκε με δήλωση, κατ άρθρο 33
παρ. 6 του ν. 18/1989, της δικηγόρου Μαρίας-Ρόζας Τριανταφύλλου, που την διόρισε με εξουσιοδότησή του ο Προέδρος.
Κατέθεσαν: α) το από 10-6-2019 (ΥΠ ./10-6-2019) υπόμνημα
η εταιρεία με την επωνυμία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ», που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (
), η οποία παραστάθηκε με δήλωση, κατ άρθρο 33 παρ. 6 του ν. 18/1989, του δικηγόρου Σωτήριου Κυβέλου,
που τον διόρισε με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, β) το από 6-6-2019 (ΥΠ
./7-6-2019) υπόμνημα η ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρεία με την επωνυμία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ»
και το διακριτικό τίτλο «
», που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής (
), η οποία
παραστάθηκε με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Οικονόμου, που τον διόρισε με ειδικό
συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο και γ) το από 7-6-2019 (ΥΠ ./7-6-2019) υπόμνημα η
ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών
Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία» και το διακριτικό τίτλο «
S.A.», που εδρεύει στην
Πυλαία Θεσσαλονίκης (οδός
), η οποία παραστάθηκε με τον δικηγόρο Ηλία Μικρουλέα, που τον διόρισε με ειδικό συμβολαιογραφικό
πληρεξούσιο.
Η αίτηση εισάγεται προς κρίση μετά τις από 2-5-2019 και
6-5-2019 πράξεις αντιστοίχως της Προέδρου του ΙΒ΄ Τμήματος του Δικαστηρίου
τούτου και της Εφέτη του ίδιου Τμήματος Μαρίας Τσίρλη.
Με την αίτηση αυτή ζητείται να διαταχθεί η αναστολή εκτέλεσης της 390 391 392/2019
απόφασης του 7ου Κλιμακίου της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ).
Κατά τη συνεδρίασή του το Δικαστήριο άκουσε την αντιπρόσωπο της αιτούσας, η οποία
ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, και τους πληρεξούσιους των εταιρειών «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ»
και «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία», οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της
μελέτησε τα σχετικά
έγγραφα
αποφασίζει τα εξής:
1.Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν
απαιτείται κατά νόμο η καταβολή παραβόλου.
2.Επειδή, με την ./23-11-2018 διακήρυξη της Υπηρεσίας
Ασύλου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής προκηρύχθηκε δημόσιος,
ανοικτός, ηλεκτρονικός διαγωνισμός με αντικείμενο την «παροχή υπηρεσιών φύλαξης
των εγκαταστάσεων της Υπηρεσίας Ασύλου», προϋπολογισμού 310.252,80 ευρώ (πλέον
ΦΠΑ 24%), με δικαίωμα προαίρεσης που υπολογίζεται έως 50% επί του αρχικού
ποσού, ήτοι 155.126,40 ευρώ (πλέον ΦΠΑ 24%), με κριτήριο κατακύρωσης την πλέον
συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βάσει τιμής. Στο άρθρο 1.3 της
διακήρυξης προβλέπεται ότι η υπό ανάθεση σύμβαση υποδιαιρείται, με βάση τις
υπηρεσιακές μονάδες στις οποίες θα παρασχεθούν οι επίμαχες υπηρεσίες, σε δέκα (10)
διακριτά τμήματα (Α έως Ι), που προσδιορίζονται αναλυτικά σε σχετικό πίνακα με
τον ιδιαίτερο προϋπολογισμό και το ποσό σε ευρώ που αντιστοιχεί στο δικαίωμα
προαίρεσης για κάθε τμήμα, ότι η σύμβαση για τα Τμήματα Α έως Η θα έχει χρονική
διάρκεια από 1-2-2019 και έως 31-12-2019, ενώ για τα Τμήματα Θ έως Ι από
5-3-2019 έως και 31-12-2019, καθώς και ότι
προσφορές μπορούν να υποβάλλονται για ένα ή περισσότερα τμήματα ή και
για το σύνολο των τμημάτων. Στο διαγωνισμό αυτό έλαβαν μέρος δεκατρείς (13)
εταιρείες, μεταξύ των οποίων η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Μονοπρόσωπη ΕΠΕ», η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» και η
εταιρεία «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία»,
οι προσφορές δε αυτών αφορούσαν στο σύνολο των τμημάτων του διαγωνισμού. Με την
./5-2-2019 (ορθή επανάληψη από 8-2-2019) απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας
Ασύλου, κατ
αποδοχή εν μέρει των από 28-12-2018, 3-1-2019 και 4-1-2019 πρακτικών αξιολόγησης δικαιολογητικών
συμμετοχής τεχνικών προσφορών ως και του από 11-1-2019 πρακτικού αξιολόγησης οικονομικών προσφορών της Επιτροπής Αξιολόγησης των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι συντρέχει λόγος αποκλεισμού των ως άνω διαγωνιζομένων κατ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 68 παρ. 2 περ. γ΄ εδαφ. α΄
του ν. 3863/2010, ενώ, περαιτέρω, ανακηρύχθηκαν ως προσωρινοί ανάδοχοι η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΕ», για τα τμήματα Α,
Β, Γ, Δ, ΣΤ, Θ και Ι του διαγωνισμού και η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ» για τα τμήματα Ε, Ζ και Η αυτού. Κατά της απόφασης
αυτής οι ως άνω αποκλεισθείσες εταιρείες άσκησαν ενώπιον της Αρχής Εξέτασης
Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ) προδικαστικές προσφυγές, κατ άρθρο 360 του ν. 4412/2016. Ειδικότερα, άσκησαν: α) η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» την από
11-2-2019 προσφυγή παραπονούμενη για τον αποκλεισμό της από την περαιτέρω
διαγωνιστική διαδικασία για τα τμήματα Δ, Ε, ΣΤ, Ζ και Η του διαγωνισμού και
την ανάδειξη ως προσωρινής αναδόχου για τα τμήματα Δ και ΣΤ της εταιρείας «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΕ», προς αντίκρουση της
οποίας η εν λόγω εταιρεία άσκησε
παρέμβαση, β) η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» την από 14-2-2019 προδικαστική προσφυγή,
στρεφόμενη κατά του αποκλεισμού της από το διαγωνισμό, προς αντίκρουση της
οποίας η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΕ» άσκησε
παρέμβαση, και γ) η εταιρεία «
Ιδιωτική
Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία» την από 13-2-2019
προδικαστική προσφυγή παραπονούμενη για την απόρριψη της προσφοράς και την
ανάδειξη ως προσωρινής αναδόχου για τα
τμήματα Ε, Ζ και Η του διαγωνισμού της εταιρείας «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ», προς αντίκρουση της οποίας η τελευταία
εταιρεία άσκησε παρέμβαση. Η ΑΕΠΠ, με την 390 391 392/2019 απόφαση του 7ου
Κλιμακίου της, έκανε δεκτές τις εν λόγω προδικαστικές προσφυγές, ακύρωσε την 2824/5-2-2019 (ορθή επανάληψη από
8-2-2019) απόφαση της αναθέτουσας αρχής και ανέπεμψε την υπόθεση στην τελευταία, κατά τα οριζόμενα στο
άρθρο 367 παρ. 2 του ν.4412/2016, προκειμένου αυτή να προβεί στις οφειλόμενες
ενέργειες, συμμορφούμενη με τα σχετικώς κριθέντα προς την απόφασή της. Εξάλλου,
με την εν λόγω απόφαση διευκρινίστηκε ότι «ουδεμία προσφορά εκ των τριών
προσφευγόντων δεν έχει εισέτι καταστεί αποδεκτή στην επίμαχη διαγωνιστική
διαδικασία, καθόσον εμπίπτουν στο σύνολο τους σε λόγους αποκλεισμού της
διακήρυξης». Ήδη, με την υπό κρίση αίτηση του άρθρου 372 του ν.4412/2016, η
αναθέτουσα αρχή αμφισβητώντας τη νομιμότητα και τη επάρκεια της αιτιολογίας της
ως άνω απόφασης της ΑΕΠΠ ζητά την αναστολή εκτέλεσής της.
3.Επειδή, η ένδικη διαφορά, ενόψει του ότι η υπό ανάθεση
σύμβαση υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του Βιβλίου Ι του ν. 4412/2016, η δε
εκτιμώμενη αξία της υπερβαίνει το ποσό των 60.000 ευρώ, διέπεται από τις
διατάξεις του Βιβλίου ΙV του ίδιου νόμου περί της έννομης προστασίας κατά τη
σύναψη δημοσίων συμβάσεων.
4.Επειδή, η υπό κρίση αίτηση παραδεκτώς
ασκείται από την Υπηρεσία Ασύλου του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, στην
οποία, υπό την ιδιότητά της ως αναθέτουσας αρχής, παρέχεται, με τα άρθρα 346
παρ. 2 εδάφ. β΄ και 372 παρ. 1 του ν. 4412/2016,
δικαίωμα άσκησης αίτησης αναστολής κατά απόφασης της ΑΕΠΠ, με την οποία, όπως
εν προκειμένω, ακυρώνεται, κατ αποδοχή προδικαστικών προσφυγών διαγωνιζόμενων, εκτελεστή πράξη αυτής, εκδοθείσα στο πλαίσιο διαγωνισμού για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 114/2019, 400/2018). Εξάλλου, εφόσον,
με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα αμφισβητεί τη νομιμότητα της συμμετοχής των ως άνω διαγωνιζομένων στον επίδικο
διαγωνισμό, προβάλλοντας ότι αυτοί θα έπρεπε να είχαν αποκλειστεί, για τους
ειδικότερους λόγους που επικαλείται, ο ισχυρισμός της εταιρείας «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» ότι η
κρινόμενη αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί ως νόμω
αβάσιμη, καθώς πουθενά δεν αναφέρεται ή στοιχειοθετείται «σοβαρή παράβαση
κανόνα δικαίου ευρωπαϊκού ή εθνικού δίκαιου» είναι απορριπτέος ως αβάσιμος,
διότι η τυχόν αποδοχή προσφοράς διαγωνιζομένου χωρίς να προκύπτει ότι η
προσφορά αυτή πληροί τις τασσόμενες από την οικεία διακήρυξη απαιτήσεις συνιστά
τέτοια σοβαρή παράβαση (πρβλ. ΣτΕ
ΕΑ 57/2019).
5.Επειδή, οι εταιρείες «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ», «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» και «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη
Εταιρεία». δικαιούμενες να ασκήσουν παρέμβαση στη σχετική ακυρωτική δίκη παραδεκτώς κατέθεσαν υπομνήματα ζητώντας την απόρριψη της
κρινόμενης αίτησης αναστολής εκτέλεσης.
6.Επειδή, ο ν.
4412/2016 (Α΄ 147) ορίζει στο άρθρο 18 ότι: «1.
2. Κατά την εκτέλεση των δημόσιων συμβάσεων, οι οικονομικοί φορείς τηρούν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τις διατάξεις της περιβαλλοντικής, κοινωνικοασφαλιστικής και εργατικής
νομοθεσίας, που έχουν θεσπισθεί με το δίκαιο της Ένωσης, το εθνικό δίκαιο,
συλλογικές συμβάσεις ή διεθνείς διατάξεις περιβαλλοντικού, κοινωνικού και
εργατικού δικαίου, οι οποίες απαριθμούνται στο Παράρτημα X του Προσαρτήματος
Α΄. Η τήρηση των εν λόγω υποχρεώσεων ελέγχεται και βεβαιώνεται από τα όργανα
που επιβλέπουν την εκτέλεση των δημοσίων συμβάσεων και τις αρμόδιες δημόσιες
αρχές και υπηρεσίες που ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της
αρμοδιότητάς τους. 3. Οι ανάδοχοι δημοσίων συμβάσεων εντάσσονται κατά
προτεραιότητα στα προγράμματα επιθεωρήσεων και ελέγχων του Σώματος Επιθεώρησης
Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.)
.
4. Η υποχρέωση της παραγράφου 2: (α)
επισημαίνεται στα έγγραφα της σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 53 και (β) αποτελεί ειδικό όρο της σύμβασης, σύμφωνα
με το άρθρο 130. 5. Η αθέτηση της υποχρέωσης της παραγράφου 2 συνιστά σοβαρό
επαγγελματικό παράπτωμα του οικονομικού φορέα κατά την έννοια της περίπτωσης θ`
της παραγράφου 4 του άρθρου 73, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις κείμενες
διατάξεις. Ειδικά, κατά τη διαδικασία σύναψης δημόσιας σύμβασης παροχής
υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης, ως σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα νοούνται
ιδίως τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης γ` της παρ. 2 του
άρθρου 68 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115)» (όπως η παρ.5 αντικαταστάθηκε ως άνω με το
άρθρο 107 παρ.1 του ν. 4497/2017, Α 171) και στο άρθρο 73 ότι: «1
.2. Αποκλείεται από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, εάν η αναθέτουσα αρχή: α) ... γ) γνωρίζει ή
μπορεί να αποδείξει με τα κατάλληλα μέσα ότι έχουν επιβληθεί σε βάρος του
οικονομικού φορέα, μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) ετών πριν από την
ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής προσφοράς ή αίτησης συμμετοχής: αα)
τρεις (3) πράξεις επιβολής προστίμου από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του
Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που
χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 2063/Δ1632/2011 (Β' 266),
όπως εκάστοτε ισχύει, ως υψηλής ή πολύ υψηλής σοβαρότητας, οι οποίες προκύπτουν αθροιστικά από
τρεις (3) διενεργηθέντες ελέγχους, ή ββ) δύο (2)
πράξεις επιβολής προστίμου από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Σώματος
Επιθεώρησης Εργασίας για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που αφορούν την
αδήλωτη εργασία, οι οποίες προκύπτουν αθροιστικά από δύο (2) διενεργηθέντες
ελέγχους. Οι υπό αα' και ββ' κυρώσεις πρέπει να έχουν
αποκτήσει τελεσίδικη και δεσμευτική ισχύ...» (όπως η περ. γ΄ προστέθηκε με το
άρθρο 39 παρ.1 ν. 4488/2017 Α΄ 137 και ισχύει,
σύμφωνα με τη παρ.5 του αυτού άρθρου από 14.11.2017) ... 4. Οι
αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης
δημόσιας σύμβασης οποιονδήποτε οικονομικό φορέα σε οποιαδήποτε από τις
ακόλουθες καταστάσεις: α) εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει με
κατάλληλα μέσα αθέτηση των ισχυουσών υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρ. 2
του άρθρου 18, β)
ζ) εάν ο οικονομικός φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας των λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των
κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τις πληροφορίες αυτές ή δεν είναι σε θέση να
προσκομίσει τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατ εφαρμογή του άρθρου 79,
θ) Εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα, ότι ο οικονομικός φορέας
έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβάλω την
ακεραιότητά του. 5.
6.
Σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν
οικονομικό φορέα, όταν αποδεικνύεται ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας βρίσκεται
λόγω πράξεων ή παραλείψεων αυτού είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της
διαδικασίας ανάθεσης, σε μία από τις περιπτώσεις της παρ. 4. 7. Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας εμπίπτει σε
μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2γ και 4 μπορεί να
προσκομίζει στοιχεία προκειμένου να αποδείξει ότι τα μέτρα που έλαβε επαρκούν
για να αποδείξουν την αξιοπιστία του, παρότι συντρέχει ο σχετικός λόγος
αποκλεισμού. Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν
αποκλείεται από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης. Για τον σκοπό αυτόν, ο
οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι έχει καταβάλει ή έχει δεσμευθεί να καταβάλει
αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκλήθηκαν από το ποινικό αδίκημα ή το
παράπτωμα, ότι έχει διευκρινίσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις με
ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω ενεργού συνεργασίας με τις ερευνητικές αρχές, και έχει
λάβει συγκεκριμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, καθώς και μέτρα σε επίπεδο
προσωπικού κατάλληλα για την αποφυγή περαιτέρω ποινικών αδικημάτων ή
παραπτωμάτων. Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς
αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του
ποινικού αδικήματος ή του παραπτώματος. Αν τα μέτρα κριθούν ανεπαρκή,
γνωστοποιείται στον οικονομικό φορέα το σκεπτικό της απόφασης αυτής.
Οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί, με τελεσίδικη απόφαση, από τη
συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης σύμβασης ή ανάθεσης παραχώρησης δεν μπορεί να
κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχεται βάσει της παρούσας παραγράφου κατά
την περίοδο του αποκλεισμού που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση στο κράτος -
μέλος στο οποίο ισχύει η απόφαση (το πρώτο εδάφιο της εν λόγω παρ. 7
αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 107 παρ. 8 του ν. 4497/2017, Α΄ 171). 8. Η
απόφαση της αναθέτουσας αρχής για την διαπίστωση της επάρκειας ή μη των
επανορθωτικών μέτρων κατά την προηγούμενη παράγραφο εκδίδεται μετά από σύμφωνη
γνώμη της επιτροπής της επόμενης παραγράφου, η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας
τριάντα (30) ημερών από την περιέλευση του σχεδίου
απόφασης της αναθέτουσας αρχής στην εν λόγω επιτροπή συνοδευόμενου από όλα τα
σχετικά στοιχεία. Με την άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας η αναθέτουσα
αρχή αποκλείει από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης τον εν λόγω οικονομικό φορέα.
Η απόφαση της αναθέτουσας αρχής, καθώς και η απόφαση με την οποία γίνονται
δεκτά ένδικα βοηθήματα κατ αυτής, κοινοποιείται στην Αρχή. 9. Για τις ανάγκες των παραγράφων 7 και 8 συνιστάται επιτροπή που απαρτίζεται από εκπροσώπους του Υπουργού
Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς και του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
Η ως άνω επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού η οποία εκδίδεται εντός μηνάς από τη δημοσίευση του παρόντος και
ρυθμίζει τις αναγκαίες λεπτομέρειες οργάνωσης και λειτουργίας της. Χρέη
Προέδρου εκτελεί ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και
Τουρισμού. 10.
». Επίσης, ο ίδιος νόμος ορίζει στο άρθρο 79
ότι: «2. Κατά την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής ή κατά την υποβολή προσφορών στις
διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων κάτω των ορίων «πλην της απευθείας ανάθεσης των άρθρων 118
και 328», οι αναθέτουσες αρχές δέχονται ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση του ν.
1599/1986 (Α
75), ως προκαταρκτική απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη, επιβεβαιώνοντας ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) δεν βρίσκεται σε μία από τις καταστάσεις των άρθρων 73 και 74
για τις οποίες οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή μπορούν να αποκλεισθούν, β)
3
4. Για τις συμβάσεις κάτω των ορίων, η Αρχή, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 53, μπορεί να εκδίδει αντίστοιχο τυποποιημένο έντυπο υπεύθυνης δήλωσης, όπου απαιτείται,
κατά τις διατάξεις του παρόντος. Μέχρι την έκδοση του τυποποιημένου εντύπου του
προηγούμενου εδαφίου, γίνεται δεκτή υπεύθυνη δήλωση της παρ. 4 του άρθρου 8 του
ν. 1599/1986. 5.
», στο άρθρο 93 ότι: «Ο ξεχωριστός σφραγισμένος φάκελος, με την
ένδειξη «Δικαιολογητικά Συμμετοχής» περιέχει: α)
β) στις διαδικασίες σύναψης δημόσιας σύμβασης κάτω των ορίων: αα) υπεύθυνη δήλωση κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 79,
» και στο άρθρο 102 ότι: «1. Κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των προσφορών ή
αιτήσεων συμμετοχής, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να καλεί εγγράφως τους
προσφέροντες ή τους υποψηφίους να διευκρινίζουν ή να συμπληρώνουν τα έγγραφα ή
δικαιολογητικά που έχουν υποβάλει, μέσα σε εύλογη προθεσμία, η οποία δεν μπορεί
να είναι μικρότερη από επτά (7) ημέρες από την ημερομηνία κοινοποίησης σε
αυτούς της σχετικής πρόσκλησης.
2.
Η πιο πάνω διευκρίνιση ή η συμπλήρωση αφορά μόνο τις ασάφειες, επουσιώδεις πλημμέλειες ή πρόδηλα τυπικά σφάλματα που επιδέχονται διόρθωση ή συμπλήρωση,
ιδίως δε παράλειψη μονογραφών, διακεκομμένη αρίθμηση, ελαττώματα συσκευασίας
και σήμανσης του φακέλου και των υποφακέλων των
προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής, λεκτικές και φραστικές αποκλίσεις των εγγράφων
της προσφοράς από την ορολογία των εγγράφων της σύμβασης, που δεν επιφέρουν
έννομες συνέπειες ως προς το περιεχόμενό τους, ελλείψεις ως προς τα
νομιμοποιητικά στοιχεία, πλημμελής σήμανση αντιγράφων που εκδίδονται, σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74), μεταφράσεων και λοιπών
πιστοποιητικών ή βεβαιώσεων, διαφοροποίηση της δομής των εγγράφων της προσφοράς
από τα υποδείγματα, υποχρεωτικά ή μη, που θεσπίζονται με νόμο, κανονιστικές
πράξεις ή τα έγγραφα της σύμβασης. Η συμπλήρωση ή η διευκρίνιση, κατά το πρώτο
εδάφιο, δεν επιτρέπεται να έχει ως συνέπεια μεταγενέστερη αντικατάσταση ή
υποβολή εγγράφων σε συμμόρφωση με τους όρους της διακήρυξης, αλλά μόνο τη
διευκρίνιση ή συμπλήρωση, ακόμη και με νέα έγγραφα, εγγράφων ή δικαιολογητικών
που έχουν ήδη υποβληθεί. 3. Η διευκρίνιση ή η συμπλήρωση δεν πρέπει να εισάγει
διακρίσεις, άνιση μεταχείριση των οικονομικών φορέων ή να έχει ως συνέπεια
ευνοϊκή μεταχείριση συγκεκριμένου οικονομικού φορέα στη διαδικασία ανάθεσης της
δημόσιας σύμβασης. 4.
5.
Η παροχή της δυνατότητας διευκρινίσεων στον προσφέροντα ή υποψήφιο, σύμφωνα
με τις παραγράφους 1 έως 4, είναι υποχρεωτική για την αναθέτουσα αρχή, αν
επίκειται αποκλεισμός του από τη διαδικασία, λόγω ασαφειών των δικαιολογητικών
και εγγράφων της προσφοράς».
7. Επειδή, περαιτέρω, στην παρ. 2 του άρθρου 68 του ν.
3863/2010 (Α΄ 115) ορίζεται ότι: «2.α) Οι πράξεις επιβολής προστίμου που
επιβάλλονται σε βάρος εταιρειών παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης
καταχωρούνται στο αντίστοιχο «Μητρώο Παραβατών Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών
Καθαρισμού ή/και Φύλαξης» που τηρείται στη Διεύθυνση Προγραμματισμού και
Συντονισμού του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. β) Η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται,
αμέσως μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφορών, να υποβάλει γραπτό
αίτημα προς τη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού του Σώματος
Επιθεώρησης Εργασίας για τη χορήγηση πιστοποιητικού, από το οποίο να προκύπτουν
όλες οι πράξεις επιβολής προστίμου που έχουν εκδοθεί σε βάρος εκάστου των
υποψήφιων εργολάβων. Το πιστοποιητικό αποστέλλεται στην αναθέτουσα αρχή μέσα σε
δεκαπέντε (15) ημέρες από την υποβολή του αιτήματος. Σε περίπτωση άπρακτης
παρέλευσης της προθεσμίας, η αναθέτουσα αρχή δικαιούται να προχωρήσει στη
σύναψη της σύμβασης. γ) Η αναθέτουσα αρχή αποκλείει από τη σύναψη της σύμβασης
τις υποψήφιες εταιρείες παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης εάν έχουν
επιβληθεί σε βάρος τους, μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) ετών πριν από τη λήξη
της προθεσμίας υποβολής της προσφοράς, τρεις (3) πράξεις επιβολής προστίμου από
τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας για παραβάσεις της
εργατικής νομοθεσίας που χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση
2063/Δ1632/2011 (Β` 266), όπως εκάστοτε ισχύει, ως «υψηλής» ή «πολύ υψηλής»
σοβαρότητας, οι οποίες προκύπτουν αθροιστικά, από τρεις (3) διενεργηθέντες
ελέγχους ή δύο (2) πράξεις επιβολής προστίμου από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα
του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που
αφορούν την αδήλωτη εργασία, οι οποίες προκύπτουν αθροιστικά από δύο (2)
διενεργηθέντες ελέγχους. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποκλείσει από τη σύναψη
της σύμβασης τις υποψήφιες εταιρείες παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και
φύλαξης: αα) οι οποίες έχουν κηρυχθεί έκπτωτες κατ` εφαρμογή της παραγράφου 7
του παρόντος
ή ββ) στις οποίες έχει επιβληθεί η κύρωση
της προσωρινής διακοπής της λειτουργίας συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας ή
τμήματος ή τμημάτων ή του συνόλου της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης κατ` εφαρμογή
της παρ. 1Β του άρθρου 24 του ν. 3996/2011 (Α` 170)
» (όπως, η περ. γ΄ αντικαταστάθηκε ως άνω
με το άρθρο 39 παρ. Β του ν. 4488/2017, Α΄ 137).
8. Επειδή, στη διακήρυξη που διέπει τον ένδικο διαγωνισμό προβλέπεται ότι: «1.4. Θεσμικό
πλαίσιο. Η ανάθεση και εκτέλεση της σύμβασης διέπεται από την κείμενη νομοθεσία
και τις κατ' εξουσιοδότηση αυτής εκδοθείσες κανονιστικές πράξεις, όπως ισχύουν
και όπως αναφέρονται στο προοίμιο της παρούσας. Εξάλλου, στο προοίμιο της εν
λόγω διακήρυξης αναφέρονται ως εφαρμοστέα νομοθετήματα, μεταξύ άλλων, ο ν.
4412/2016 (Α΄147) Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών (προσαρμογή
στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ ΕΕ)», ο
ν. 3863/2010 (Α΄ 115) «Νέο ασφαλιστικό σύστημα και συναφείς διατάξεις,
ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις» και ιδίως δε το άρθρο 68 με τίτλο «Συμβάσεις
εργολαβίας εταιρειών παροχής υπηρεσιών» και το άρθρο 39 «Αποκλεισμός από
δημόσιες συμβάσεις και χρηματοδοτήσεις λόγω παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας
του ν. 4488/2017 (Α 137)
«Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση
της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες
διατάξεις». Περαιτέρω, στο άρθρο 2.2.3 αυτής, με τίτλο «Λόγοι αποκλεισμού»,
ορίζεται ότι: «Αποκλείεται από τη συμμετοχή στην παρούσα διαδικασία σύναψης
σύμβασης (διαγωνισμό) προσφέρων οικονομικός φορέας, εφόσον συντρέχει στο
πρόσωπό του (εάν πρόκειται για μεμονωμένο φυσικό ή νομικό πρόσωπο) ή σε ένα από
τα μέλη του (εάν πρόκειται για ένωση οικονομικών φορέων) ένας ή περισσότεροι
από τους ακόλουθους λόγους: 2.2.3.1
..
2.2.3.2. Στις ακόλουθες περιπτώσεις : α) όταν ο προσφέρων
έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά στην καταβολή φόρων ή εισφορών
κοινωνικής ασφάλισης
ή/και β) όταν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει με τα κατάλληλα μέσα ότι ο προσφέρων έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής
ασφάλισης.
γ) η Αναθέτουσα Αρχή γνωρίζει ή μπορεί να αποδείξει με τα κατάλληλα μέσα ότι έχουν επιβληθεί σε βάρος του οικονομικού φορέα, μέσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) ετών πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής προσφοράς: αα) τρεις (3) πράξεις
επιβολής προστίμου από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Σώματος Επιθεώρησης
Εργασίας για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που χαρακτηρίζονται, σύμφωνα
με την υπουργική απόφαση 2063/Δ1632/2011 (Β' 266), όπως εκάστοτε ισχύει, ως
«υψηλής» ή «πολύ υψηλής» σοβαρότητας, οι οποίες προκύπτουν αθροιστικά από τρεις
(3) διενεργηθέντες ελέγχους, ή ββ) δύο (2) πράξεις
επιβολής προστίμου από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Σώματος Επιθεώρησης
Εργασίας για παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας που αφορούν την αδήλωτη
εργασία, οι οποίες προκύπτουν αθροιστικά από δύο (2) διενεργηθέντες ελέγχους.
Οι υπό αα' και ββ' κυρώσεις πρέπει να έχουν αποκτήσει
τελεσίδικη και δεσμευτική ισχύ. 2.2.3.4. Αποκλείεται από τη συμμετοχή στη
διαδικασία σύναψης της παρούσας σύμβασης, προσφέρων οικονομικός φορέας σε
οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις:
(α) εάν έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρ. 2 του
άρθρου 18 του ν. 4412/2016, (β)
(ζ) εάν έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των
πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας των λόγων
αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τις
πληροφορίες αυτές ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που
απαιτούνται κατ
εφαρμογή του άρθρου 2.2.9.2 της
παρούσας, (η)
(θ) εάν έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του, για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή που του στερεί το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασία σύναψης σύμβασης δημοσίων έργων και καταλαμβάνει τη συγκεκριμένη
διαδικασία. Εάν στις ως άνω περιπτώσεις (α) έως (η) η περίοδος αποκλεισμού δεν
έχει καθοριστεί με αμετάκλητη απόφαση, αυτή ανέρχεται σε τρία (3) έτη από την
ημερομηνία του σχετικού γεγονότος 2.2.3.5. Ο προσφέρων αποκλείεται σε
οποιοδήποτε χρονικό σημείο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σύναψης της
παρούσας σύμβασης, όταν αποδεικνύεται ότι βρίσκεται, λόγω πράξεων ή παραλείψεών
του, είτε πριν είτε κατά τη διαδικασία, σε μία από τις ως άνω περιπτώσεις.
2.2.3.6. Προσφέρων οικονομικός φορέας που εμπίπτει σε μία από τις καταστάσεις
που αναφέρονται στις παραγράφους 2.2.3.1, 2.2.3.2 γ) και 2.2.3.4 μπορεί να
προσκομίζει στοιχεία προκειμένου να αποδείξει ότι τα μέτρα που έλαβε επαρκούν
για να αποδείξουν την αξιοπιστία του, παρότι συντρέχει ο σχετικός λόγος
αποκλεισμού (αυτοκάθαρση). Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω
οικονομικός φορέας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης. Τα μέτρα
που λαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη
σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του ποινικού αδικήματος ή του
παραπτώματος. Αν τα μέτρα κριθούν ανεπαρκή, γνωστοποιείται στον οικονομικό
φορέα το σκεπτικό της απόφασης αυτής. Οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί,
σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, με τελεσίδικη απόφαση, σε εθνικό επίπεδο,
από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης σύμβασης ή ανάθεσης παραχώρησης δεν
μπορεί να κάνει χρήση της ανωτέρω δυνατότητας κατά την περίοδο του αποκλεισμού
που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση. 22.3.7. Η απόφαση για τη διαπίστωση της
επάρκειας ή μη των επανορθωτικών μέτρων κατά την προηγούμενη παράγραφο
εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 8 και 9 του άρθρου 73 του
ν.4412/2016. 2.2.3.8. Οικονομικός φορέας, στον οποίο έχει επιβληθεί, με την
κοινή υπουργική απόφαση του άρθρου 74 του ν.4412/2016, η ποινή του αποκλεισμού
αποκλείεται αυτοδίκαια και από την παρούσα διαδικασία σύναψης της σύμβασης».
Περαιτέρω, στο άρθρο 2.2.9 της διακήρυξης, υπό τον τίτλο «Κανόνες απόδειξης
ποιοτικής επιλογής», ορίζεται ότι: «Προς προκαταρκτική απόδειξη ότι οι
προσφέροντες οικονομικοί φορείς: α) δεν βρίσκονται σε μία από τις καταστάσεις
της παραγράφου 2.2.3 και β) πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής
προσκομίζουν κατά την υποβολή της προσφοράς τους ως δικαιολογητικό συμμετοχής το προβλεπόμενο
από το άρθρο 79 παρ. 1 και 3 του ν. 4412/2016 Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έντυπο Σύμβασης
(ΕΕΕΣ), σύμφωνα με το επισυναπτόμενο στην παρούσα Παράρτημα ΙΙ, το οποίο
αποτελεί ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση, με τις συνέπειες του ν. 1599/1986. Το
ΕΕΕΣ καταρτίζεται βάσει του τυποποιημένου εντύπου του Παραρτήματος 2 του
Κανονισμού (ΕΕ) 2016/7 και συμπληρώνεται από τους προσφέροντες οικονομικούς
φορείς σύμφωνα με τις οδηγίες του Παραρτήματος 1. Οι οικονομικοί φορείς
συμπληρώνουν και υποβάλλουν ένα ΕΕΕΣ ανεξαρτήτως του αριθμού των Τμημάτων του
διαγωνισμού για τα οποία καταθέτουν προσφορά.
». Επίσης, στο άρθρο 3.1.1. της διακήρυξης, με τίτλο «Ηλεκτρονική αποσφράγιση προσφορών», προβλέπεται ότι: «
Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν
ή να διευκρινίσουν τα έγγραφα ή δικαιολογητικά που έχουν υποβληθεί, ή να
διευκρινίσουν το περιεχόμενο της τεχνικής ή οικονομικής προσφοράς τους, σύμφωνα
με το άρθρο 102 του ν. 4412/2016». Εξάλλου, το ηλεκτρονικό έντυπο συμπλήρωσης
ΕΕΕΣ (αναφέρεται ως Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Προμήθειας -ΕΕΕΠ-) του ένδικου
διαγωνισμού περιλαμβάνει τα κάτωθι Μέρη: Μέρος Ι: Πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία σύναψης σύμβασης και την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα [...] Μέρος ΙΙ: Πληροφορίες σχετικά με τον οικονομικό φορέα. [...] Μέρος
ΙΙΙ: Λόγοι αποκλεισμού. [...] Μέρος IV: Κριτήρια επιλογής. [...] και Μέρος VΙ:
Τελικές Δηλώσεις [...]. Στο Μέρος ΙΙΙ Λόγοι αποκλεισμού, Ενότητα Γ Λόγοι που σχετίζονται με αφερεγγυότητα, σύγκρουση συμφερόντων ή επαγγελματικό παράπτωμα, το έντυπο ΕΕΕΠ περιέχει, μεταξύ άλλων, την ερώτηση αν Ο οικονομικός φορέας έχει, εν γνώσει του, παραβιάσει τις υποχρεώσεις του στον τομέα του εργατικού δικαίου. Όπως αναφέρονται για τους σκοπούς της παρούσας προμήθειας στο εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα
της προμήθειας ή στο άρθρο 18 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ, με επιλογές απάντησης ΝΑΙ ή ΟΧΙ, ενώ, αναφέρει, περαιτέρω Παρακαλείσθε να τα περιγράψετε. Ακολούθως, τίθεται το ερώτημα «Εχετε λάβει μέτρα για να αποδείξετε την αξιοπιστία σας («αυτοκάθαρση»), το
οποίο επιδέχεται απάντηση μόνον «ΝΑΙ» ή «ΟΧΙ», για δε την περίπτωση καταφατικής
απάντησης και στο τελευταίο αυτό ερώτημα, τίθεται το ερώτημα «Παρακαλείστε να
τα περιγράψετε». Επίσης, στην ίδια Ενότητα Γ του Μέρους ΙΙΙ τίθεται το ερώτημα
αν Έχει διαπράξει ο οικονομικός φορέας σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα. Κατά περίπτωση, βλέπε ορισμούς στο εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της προμήθειας, με επιλογές απάντησης ΝΑΙ ή ΟΧΙ, ενώ, αναφέρεται, περαιτέρω Παρακαλείσθε
να τα περιγράψετε. Ακολούθως, τίθεται το ερώτημα «Εχετε λάβει μέτρα για να αποδείξετε την αξιοπιστία σας («αυτοκάθαρση»), το οποίο επιδέχεται απάντηση μόνον «ΝΑΙ» ή «ΟΧΙ», για δε την περίπτωση καταφατικής απάντησης και στο τελευταίο αυτό ερώτημα, τίθεται το ερώτημα
«Παρακαλείστε να τα περιγράψετε».
9.Επειδή, εν προκειμένω, η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ», στο Μέρος ΙΙΙ Λόγοι αποκλεισμού Ενότητα Γ Λόγοι που σχετίζονται με αφερεγγυότητα, σύγκρουση καθηκόντων ή επαγγελματικό παράπτωμα του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εντύπου Σύμβασης (ΕΕΕΠ), το οποίο υπέβαλε ηλεκτρονικά με το υποφάκελο Δικαιολογητικά Συμμετοχής Τεχνική Προσφορά απάντησε «ΝΑΙ» στην ερώτηση «Ο οικονομικός
φορέας έχει, εν γνώση του, παραβιάσει τις υποχρεώσεις του στον τομέα του
εργατικού δικαίου; Όπως, αναφέρονται για τους σκοπούς της παρούσας προμήθειας
στο εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της προμήθειας ή στο
άρθρο 18 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ», ενώ στην ερώτηση «Παρακαλείστε
να τα περιγράψετε», που ακολουθεί, η εν λόγω εταιρεία ανέφερε αναλυτικώς έξι (6) πράξεις επιβολής προστίμου που έχουν
εκδοθεί σε βάρος της από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) κατά τα έτη
2017 και 2018, τις οποίες, όπως δήλωσε, έχει προσβάλλει με προσφυγές ενώπιον
των αρμοδίων δικαστηρίων. Τέλος, στο ερώτημα «Έχετε λάβει μέτρα για να
αποδείξετε την αξιοπιστία σας («αυτοκάθαρση»)» η εταιρεία απάντησε «ΝΑΙ», ενώ
στο ερώτημα «Παρακαλείστε να τα περιγράψετε» δήλωσε τα εξής: «Η εταιρεία μας
παρά ταύτα επισημαίνει ότι έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε με βάση τον
αριθμό του προσωπικού της να είναι απολύτως συμμορφούμενη με τις υποδείξεις της
εργατικής νομοθεσίας, τηρώντας εγκαίρως όλες τις υποχρεώσεις της και έχοντας
καθιερώσει στενή συνεργασία εκπροσώπου εταιρείας, λογιστηρίου, λογιστή, επόπτη
έργου και εργαζομένων, ώστε να αποφεύγεται κάθε σφάλμα ή αβλεψία». Περαιτέρω, η
ως άνω εταιρεία στην ερώτηση «Έχει διαπράξει
ο οικονομικός φορέας σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα. Κατά περίπτωση, βλέπε
ορισμούς στο εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της προμήθειας»
απάντησε «ΝΑΙ», ενώ στην ερώτηση «Παρακαλείστε να τα περιγράψετε», που
ακολουθεί, η εν λόγω εταιρεία ανέφερε εκ νέου τις ως άνω πράξεις. Τέλος, στο
ερώτημα «Έχετε λάβει μέτρα για να αποδείξετε την αξιοπιστία σας («αυτοκάθαρση»)
η εταιρεία απάντησε «ΝΑΙ» και στο ερώτημα «Παρακαλείστε να τα περιγράψετε»
επανέλαβε τα μέτρα «αυτοκάθαρσης», που είχε αναφέρει ως άνω. Εξάλλου, στο
ΕΞ-./17-1-2019 πιστοποιητικό της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού του
ΣΕΠΕ, που απεστάλη στην αναθέτουσα αρχή, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, κατά
τα οριζόμενα στην περ. β΄ της παρ. 2 του
άρθρου 68 του ν. 3863/2010, αναφέρεται ότι σε βάρος της ανωτέρω εταιρείας έχουν
εκδοθεί έξι (6) πράξεις επιβολής προστίμου «πολύ υψηλής σοβαρότητας». Κατόπιν
τούτων, με την ./5-2-2019 (ορθή επανάληψη από 8-2-2019) απόφαση του Διευθυντή
της Υπηρεσίας Ασύλου, η εταιρεία αποκλείστηκε από την περαιτέρω διαγωνιστική
διαδικασία με την αιτιολογία ότι «η ύπαρξη των επίμαχων πράξεων συνιστά
παραβίαση εκ μέρους της των υποχρεώσεων
του εργατικού δικαίου και διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, που
συνεπάγεται την απόρριψη της προσφοράς της βάσει του πρώτου εδαφίου της περ. γ΄
της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), όπως τροποποιήθηκε και
ισχύει με την παρ. Β του άρθρου 39 του ν. 4488/2017 (Α΄ 137), στοιχεία ιγ και λ
του προοιμίου της διακήρυξης αντίστοιχα». Κατά της απόφασης αυτής η ανωτέρω
εταιρεία υπέβαλε ενώπιον της ΑΕΠΠ την από 11-2-2019 προδικαστική προσφυγή
παραπονούμενη για την απόρριψη της προσφοράς της και την ανάδειξη ως προσωρινής
αναδόχου για τα Τμήματα Δ και ΣΤ του διαγωνισμού της εταιρείας «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΕ». Ειδικότερα, η αιτούσα προέβαλε, με
την προδικαστική της προσφυγή, ότι η απόφαση της αναθέτουσας αρχής είναι μη
νόμιμη και εσφαλμένη, διότι σύμφωνα με τη σαφή και ρητή διάταξη της παρ.
2.2.3.2 περ. γ΄ της διακήρυξης οι ποινές της εργατικής νομοθεσίας, προκειμένου
να αποτελέσουν λόγο αποκλεισμού από το διαγωνισμό, πρέπει να έχουν τελεσίδικη
και δεσμευτική ισχύ, προϋπόθεση, όμως, που δεν συντρέχει εν προκειμένω, ενώ η
ρύθμιση του άρθρου 68 παρ. 2 περ. γ΄ του ν . 3863/2010, που, αντιθέτως, δεν
απαιτεί την αμετάκλητη ισχύ των επιβληθεισών διοικητικών κυρώσεων, πρέπει να
ερμηνευθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα, ήτοι συνδυαστικά με το άρθρο 73 παρ. 2 του
ν. 4412/2016, που αποτελεί σαφώς το κανονιστικό πλαίσιο της διακήρυξης και
δυνάμει του οποίου προϋποτίθεται η αμετάκλητη και δεσμευτική ισχύς των κυρώσεων
που επιβάλλονται από το ΣΕΠΕ. Τέλος, η εν λόγω εταιρεία υποστήριξε ότι, σε κάθε
περίπτωση, εφόσον αφενός απέδειξε ότι έχει ασκήσει τα νόμιμα ένδικα βοηθήματα
κατά των επίμαχων πράξεων, αφετέρου δε επικαλέστηκε συγκεκριμένα μέτρα
αυτοκάθαρσης, που έλαβε, η αναθέτουσα αρχή όφειλε, κατ εφαρμογή του άρθρου 73 παρ. 7 του ν. 4412/2016, να αποφανθεί συγκεκριμένα, με ειδικώς αιτιολογημένη απόφασή της, κατά πόσο τα δεδομένα
αυτά εμπόδιζαν τη συμμετοχή της στην επίμαχη διαγωνιστική διαδικασία, άλλως, να
κληθεί προς παροχή διευκρινίσεων ως προς το περιεχόμενο του ΕΕΕΣ και τις
δοθείσες απαντήσεις της.
10. Επειδή, με την 390 391 392/2019 απόφαση του 7ου
Κλιμακίου της ΑΕΠΠ έγιναν δεκτά, καταρχάς, τα ακόλουθα: «[
] 51. Επειδή, στο πλαίσιο της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας
η μη ταύτιση του περιεχομένου του όρου 2.2.3.2 γ της διακήρυξης, ο οποίος ταυτίζεται με τη διάταξη της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 73 του ν. 4412/2016, αλλά όχι και με τη
διάταξη του άρθρου 68 παρ. 2 γ του 4412/2016, ως ισχύει, που ομοίως
μνημονεύεται στα έχοντας υπόψη της διακήρυξης και ομοίως αποτελεί θεσμικό
πλαίσιο που διέπει τη διαγωνιστική διαδικασία, ως προς την απαίτηση ή μη
τελεσίδικου και δεσμευτικού χαρακτήρα των επιβληθεισών κυρώσεων για τις ίδιου,
πάντως σε κάθε περίπτωση, από άποψη πραγματικού, παραβιάσεις εργατικής
νομοθεσίας, δύναται να θεωρηθεί ότι οδηγεί εν προκειμένω σε αμφισημία των όρων
της διακήρυξης σχετικά με τον επίμαχο λόγο αποκλεισμού της περ. 2.2.3.2 γ. Ωστόσο, και ανεξαρτήτως της τυχόν αμφισημίας,
δεν μπορεί βάσιμα να επιφέρει την αυτόματη απόρριψη προσφοράς οικονομικού φορέα
που εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 68 παρ. 2γ στο πλαίσιο της επίμαχης
διαγωνιστικής διαδικασίας
. 52. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 2.2.3.4 παρ. α της διακήρυξης (εννοιολογικά ταυτόσημου με το άρθρο 73 παρ. 4 περ. α του ν. 4412/2016) ορίζεται ρητά ως λόγος αποκλεισμού και η αθέτηση των υποχρεώσεων της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν.4412/2016, ήτοι η παράβαση των διατάξεων,
μεταξύ άλλων, της εργατικής νομοθεσίας, που έχουν θεσπιστεί με το δίκαιο της
Ένωσης, το εθνικό δίκαιο
Δηλαδή, κατά τους ανωτέρω όρους των εγγράφων της σύμβασης που ρητά παραπέμπουν στην παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 4412/2016, προκύπτει ότι η αθέτηση
υποχρεώσεων της εργατικής νομοθεσίας περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την εθνική
εργατική νομοθεσία και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και συνιστά λόγο
αποκλεισμού του οικονομικού φορέα.
Περαιτέρω, για τη στοιχειοθέτηση της παράβασης διατάξεων εργατικής
νομοθεσίας, δεν απαιτείται αυτές να έχουν αποκτήσει τελεσίδικη και δεσμευτική
ισχύ, καθόσον η εν λόγω προϋπόθεση ουδόλως προβλέπεται στις διατάξεις της περ.
α του άρθρου 2.2.3.4 της διακήρυξης (εννοιολογικά ταυτόσημου με του άρθρου 73
παρ. 4 περ. α του ν. 4412/2016), σε αντίθεση με τη ρητή απαίτηση των διατάξεων
των άρθρων 2.2.3.1 και 2.2.3.2 (εννοιολογικά ταυτόσημες με τις διατάξεις των
παρ. 1 και 2 του άρθρου 73 του ν. 4412/2016). Επομένως, για να στοιχειοθετηθεί
παράβαση εργατικού δικαίου, βάσει του άρθρου 2.2.3.4 α της διακήρυξης δεν
απαιτείται να έχει επιβληθεί κύρωση με τελεσίδικη και δεσμευτική ισχύ. Έτι
περαιτέρω, παρόλο που τόσο η παράβαση των υποχρεώσεων της παρ. 2 του άρθρου 18
του ν. 4412/2016, που περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις στον τομέα της εργατικής
νομοθεσίας, κατά τα ως άνω, όσο και το σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα,
αποτελούν κατά τις διατάξεις του άρθρου 2.2.3.4 της διακήρυξης (
) αυτοτελείς λόγους αποκλεισμού, ωστόσο βάσει του άρθρου 18 παρ. 5 του ν. 4412/2016, η παράβαση
του εργατικού δικαίου στοιχειοθετεί ταυτόχρονα και σοβαρό επαγγελματικό
παράπτωμα για το σύνολο των οικονομικών φορέων που μετέχουν σε διαγωνιστικές
διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων (προμήθειας, υπηρεσίας, έργου), ειδικά δε για
τις διαδικασίες ανάθεσης υπηρεσιών φύλαξης ή/και καθαριότητας η παράβαση των εν
λόγω υποχρεώσεων, συνιστά σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, ιδίως στην περίπτωση
που εμπίπτουν στο δεύτερο εδάφιο της
περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν.3863/2010. Ευλόγως, δηλαδή, δύναται να
υποστηριχθεί ότι, βάσει των εγγράφων της σύμβασης, καταρχήν, επέρχεται σύγχυση
στους οικονομικούς φορείς σχετικά με τα εάν ταυτόχρονα οφείλουν να συμπληρώσουν
δύο διαφορετικά πεδία του ΕΕΕΣ, ήτοι τόσο το πεδίο στο οποίο δηλώνονται οι
παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας όσο και το πεδίο στο οποίο δηλώνονται τα
σοβαρά επαγγελματικά παραπτώματα. Η εν λόγω τυχόν πλημμέλεια στη συμπλήρωση του
ΕΕΕΣ, λόγω μη επαρκούς κατανόησης των ως άνω, δεν δημιουργεί ουσιαστικό ζήτημα,
καθόσον αίρεται νομίμως βάσει του άρθρου 102 παρ. 5 του ν. 4412/2016
Επομένως, οικονομικός φορέας/προσφέρων σε διαδικασία σύναψης σύμβασης φύλαξης ή καθαριότητας, όπως εν προκειμένω, όπου υφίσταται παραπομπή στο άρθρο 68 του ν. 3863/2010 και εμπίπτει στην περίπτωση του άρθρου 68 παρ. 2 του ν.3863/2010, οφείλει καταρχάς να προβεί
σε καταφατική δήλωση στο ΕΕΕΣ τόσο στο πεδίο παράβασης εργατικού δικαίου όσο
και στο πεδίο του σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος. Εάν, ωστόσο, δεν
εμπίπτει στην περ. 2γ, ήτοι δεν προκύπτει άμεσα ότι η παραβίαση εργατικού
δικαίου είναι από εκείνες που ρητά προβλέπεται ότι ταυτόχρονα συνιστούν σοβαρό
επαγγελματικό παράπτωμα, αρκεί να δηλώνει στο ΕΕΕΣ μόνο την παράβαση εργατικού
δικαίου, διότι, σε αντίθετη περίπτωση, οι διατάξεις της διακήρυξης, που ρητά
περιλαμβάνουν ως λόγο υποχρεωτικού αποκλεισμού την αθέτηση των υποχρεώσεων της
εργατικής νομοθεσίας παραπέμποντας στις διατάξεις του εργατικού δικαίου που
διέπουν την ανάθεση και εκτέλεση των προκηρυσσόμενων
συμβάσεων και στο ΕΕΕΣ, θα έμεναν κενές περιεχομένου. Δηλαδή,
υφίσταται ασάφεια και αμφισημία
των εγγράφων της σύμβασης της επίμαχης διαγωνιστικής διαδικασίας στην περίπτωση
που οικονομικός φορέας δεν έχει υποπέσει σε παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας
οι οποίες συνιστούν ταυτόχρονα διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος
Συνεπώς,
δεν μπορεί η ανωτέρω ασάφεια να ερμηνευθεί εις βάρος προσφέροντος που εμπίπτει στην εν λόγω περίπτωση
54. Επειδή, περαιτέρω, βάσει του άρθρου 2.2.3.6 της διακήρυξης, στην περίπτωση που προσφέρων εμπίπτει στις παρ. 2.2.3.1., 2.2.3.2γ και
2.2.3.4 δύναται να προσκομίσει στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι έλαβε μέτρα
αυτοκάθαρσης, τα οποία αξιολογούνται καταρχήν από την αναθέτουσα αρχή
προκειμένου να αποφασίσει αιτιολογημένα τον αποκλεισμό του ή μη από τη
διαγωνιστική διαδικασία κατά τις διατάξεις των παρ. 8 και 9 του άρθρου 73 του
ν. 4412/2016. Επομένως, τα έγγραφα της σύμβασης της επίμαχης διαγωνιστικής
διαδικασίας, όχι μόνον δεν προβλέπουν δέσμια αρμοδιότητα της αναθέτουσας αρχής
να αποκλείσει αυτομάτως διαγωνιζόμενο σε περίπτωση που δηλώνει ότι εμπίπτει σε
κάποιον από τους λόγους αποκλεισμού των παρ. 2.2.3.2.γ ή 2.2.3.4, αλλά τυχόν
αποκλεισμός του επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της αναθέτουσας αρχής και στη
συνέχεια της Επιτροπής της παρ. 9 του άρθρου 73 του ν. 4412/2016, όπως
αποφασίσουν επί τη βάσει των εκ μέρους του οικονομικού φορέα δηλωθέντων στα
ειδικά προς τούτο πεδία του ΕΕΕΣ, στοιχείων και μέτρων αυτοκάθαρσης και στα
τυχόν εκ μέρους του προσκομισθέντα στοιχεία, προκειμένου να αποδείξει ότι τα
μέτρα που έλαβε επαρκούν για να αποδείξουν την αξιοπιστία του, παρότι συντρέχει
ο σχετικός λόγος αποκλεισμού.
Αναφορικά με τα εν λόγω μέτρα αυτοκάθαρσης μπορεί να συνίστανται ιδίως σε μέτρα που αφορούν το προσωπικό και την οργάνωση, όπως είναι η διακοπή όλων των δεσμών με πρόσωπα ή οργανισμούς
που εμπλέκονται στην παράνομη συμπεριφορά, κατάλληλα μέτρα αναδιοργάνωσης
προσωπικού, η εφαρμογή συστημάτων υποβολής εκθέσεων και ελέγχου, η δημιουργία
δομής εσωτερικού ελέγχου για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και η έγκριση εσωτερικών
κανόνων ευθύνης και αποζημίωσης
». Εκκινώντας από τις σκέψεις αυτές η καθ ης η αίτηση αρχή έκρινε αναφορικά με την ως άνω εταιρεία ότι « 56.
Ειδικότερα, ουδόλως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση ή από τα στοιχεία του φακέλου ότι ούτε βέβαια ουδείς αμφισβητεί ότι πράγματι η
αναθέτουσα αρχή δεν έλαβε υπόψη της, πολλώ δε μάλλον
ότι δεν απεφάνθει, επί των διορθωτικών μέτρων που
δηλώθηκαν
τουναντίον προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή παρέλειψε να προβεί στην ως άνω νόμιμη υποχρέωσή της, η οποία υποχρέωσή της θεμελιώνεται ρητά στο άρθρο
2.2.3.6 της διακήρυξης. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη κρίνεται ακυρωτέα με την
παρούσα, λόγω, δηλαδή, παράλειψης της
αναθέτουσας αρχής να προβεί σε οφειλόμενη ενέργεια, σύμφωνα με τα άρθρα 346,
360 και 367 του ν. 4412/2016.
59.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι οι
επιβληθείσες εις του προσφεύγοντος κυρώσεις δεν είχαν αποκτήσει τελεσίδικη και
δεσμευτική ισχύ κατά την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς του, γεγονός το
οποίο κρίνεται εκ νέου από την αναθέτουσα αρχή βάσει του άρθρου 104 του ν.
4412/2016 σε συνδυασμό με το άρθρο 79 παρ. 5 του ίδιου νόμου, δοθέντος ότι κατά
το άρθρο 79 παρ. 5 του ν. 4412/2016, σε κάθε περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή
μπορεί να ζητεί από προσφέροντες και υποψηφίους, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο
κατά τη διάρκεια της διαδικασίας όλα ή ορισμένα δικαιολογητικά, όταν αυτό
απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή αυτής».
11.Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, η αναθέτουσα αρχή
προβάλλει ότι η σχετική κρίση της ΑΕΠΠ είναι μη νόμιμη και εσφαλμένη, δεδομένου
ότι η διάταξη του άρθρου 68 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 3863/2010, κατ
επίκληση της οποίας αποκλείστηκε η ως άνω εταιρεία από το διαγωνισμό, στοιχειοθετεί απολύτως το λόγο αποκλεισμού οικονομικού φορέα λόγω της συνδρομής σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, ενώ η άσκηση ενδίκων βοηθημάτων κατά των σχετικών πράξεων
επιβολής προστίμου αφενός μεν δεν
μεταβάλλει τη δέσμια αρμοδιότητα της Διοίκησης να εφαρμόσει τη διάταξη
αυτή, αφετέρου δε δεν συνιστά μέτρο αυτοκάθαρσης, ώστε να στοιχειοθετείται από
τη μη αξιολόγηση αυτού παράλειψη της
αναθέτουσας αρχής να προβεί σε οφειλόμενη ενέργεια. Τέλος, κατά τους
ισχυρισμούς της αιτούσας δεν τίθεται, εν προκειμένω, ζήτημα ασάφειας των όρων
της διακήρυξης, όπως εσφαλμένως δέχεται η ΑΕΠΠ, ενώ και αν ακόμη αυτό υποτεθεί
αληθές, οι διαγωνιζόμενοι είχαν, πάντως, την
ευχέρεια να ζητήσουν πριν την υποβολή της προσφορά τους την παροχή
διευκρινίσεων.
12.Επειδή, στη διακήρυξη του επίδικου διαγωνισμού, η
οποία αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο αυτού δεσμεύοντας τόσον την αναθέτουσα
αρχή όσον και τους διαγωνιζόμενους (βλ. Ε.Α. 523/2010, 16/2011), προβλέπονται
ως αυτοτελείς λόγοι αποκλεισμού, μεταξύ άλλων α) η αθέτηση εκ μέρους του
υποψήφιου οικονομικού φορέα των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρ. 2 του
άρθρου 18 του ν. 4412/2016, μεταξύ των οποίων και αυτών της εργατικής
νομοθεσίας (παρ. 2.2.3.4 περ. α΄), και β) η διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού
παραπτώματος, το οποίο θέτει «εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του», ως τέτοιο δε
παράπτωμα νοείται, πλην άλλων, για τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών καθαρισμού
ή/και φύλαξης, και η αναφερόμενη στην περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 Ν.
3862/2010 περίπτωση, ήτοι η επιβολή σε βάρος οικονομικού φορέα, μέσα σε χρονικό
διάστημα δύο (2) ετών πριν από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας υποβολής
προσφοράς, τριών (3) πράξεων επιβολής προστίμου
από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας για παραβάσεις
της εργατικής νομοθεσίας, «υψηλής» ή/και «πολύ υψηλής» σοβαρότητας, οι οποίες
προκύπτουν αθροιστικά από τρεις (3) διενεργηθέντες ελέγχους (παρ. 2.2.3.4 περ.
θ΄). Εξάλλου, όπως προεκτέθηκε, η διακήρυξη ενέταξε
στο σύστημα κανόνων, που διέπουν τον επίδικο διαγωνισμό, το νόμο 3863/2010 και,
ιδίως, το άρθρο 68 αυτού (βλ. όρο 1.4), το οποίο περιέχει ειδική πρόβλεψη ως
προς το ζήτημα του αποκλεισμού των υποψήφιων αναδόχων για τις δημόσιες
συμβάσεις παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης, η πρόβλεψη δε αυτή, ως
ειδική, φαίνεται ότι κατισχύει, αναφορικά με το πιο πάνω ζήτημα, του όρου
2.2.3.2 περ. γ΄ της διακήρυξης, που προβλέπει ότι συνιστά λόγο αποκλεισμού η
έκδοση των ίδιων ακριβώς ως άνω πράξεων σε βάρος του οικονομικού φορέα, υπό την
πρόσθετη, όμως, προϋπόθεση ότι οι σχετικές κυρώσεις έχουν αποκτήσει τελεσίδικη
και δεσμευτική ισχύ. Περαιτέρω, όμως, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 2.2.3.6
της διακήρυξης (βλ. και άρθρα 73 παρ. 7 του ν. 4412/2016) ο ανωτέρω λόγος
αποκλεισμού υποψηφίου δεν είναι αυτόματος, αλλά δύναται να αρθεί, εφόσον προσκομίσει στοιχεία από τα οποία προκύπτει
ότι έλαβε επαρκή επανορθωτικά μέτρα τα οποία τεκμηριώνουν την αξιοπιστία του.
13. Επειδή, από τις ως άνω διατάξεις της
διακήρυξης ερμηνευόμενες σε συνδυασμό με αυτές των
άρθρων 18 παρ. 2 και 5 του ν. 4412/2016 και 68 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 3863/2010 φαίνεται να
προκύπτει ότι ειδικώς κατά τη διαδικασία
σύναψης δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών καθαρισμού ή/και φύλαξης,
όπως εν προκειμένω, οι πράξεις εν γένει επιβολής προστίμου, που εκδίδονται από
το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας για
παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας και οι οποίες, υπό τις ειδικότερες
προϋποθέσεις του άρθρου 68 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 3863/2010, συνιστούν σοβαρό
επαγγελματικό παράπτωμα και, ως εκ τούτου, λόγο αποκλεισμού του υποψήφιου
οικονομικού φορέα κατά την παρ. 2.2.3.4 περ. θ΄ της διακήρυξης, δεν συνιστούν
λόγο αποκλεισμού του και κατ εφαρμογή της παρ. 2.2.3.4 περ. α΄ της διακήρυξης, ήτοι λόγω παραβίασης
της εργατικής νομοθεσίας. Αντίθετη ερμηνευτική εκδοχή θα κατέληγε στο άτοπο να
καταλείπει χωρίς λόγο ύπαρξης και χωρίς κανένα ρυθμιστικό περιεχόμενο τις διατάξεις της διακήρυξης περί αποκλεισμού
λόγω σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, αφού όλες οι παραβατικές
συμπεριφορές των υποψήφιων αναδόχων στον τομέα του εργατικού δικαίου θα
διέπονταν αποκλειστικά από την περ. α΄ της παρ. 2.2.3.4, θα αρκούσε δε η έκδοση
έστω και μίας πράξης επιβολής προστίμου από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, και
ανεξαρτήτως της βαρύτητάς της, για να αποκλειστεί ο διαγωνιζόμενος.
14.Επειδή, σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης
Προγραμματισμού και Συντονισμού του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» έχει σε βάρος της έξι (6) πράξεις επιβολής προστίμου «πολύ υψηλής σοβαρότητας». Εξάλλου, η εταιρεία αυτή στα ερωτήματα του ΕΕΕΣ σχετικά με την παραβίαση εκ μέρους της των υποχρεώσεών της που
απορρέουν από την εργατική νομοθεσία ως και τη διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού
παραπτώματος απάντησε «ΝΑΙ», πλην, όμως, δήλωσε ότι έλαβε επανορθωτικά μέτρα
σχετικά με την επιχείρησή της, τα οποία τεκμηριώνουν, κατ αυτήν, την αξιοπιστία της και αίρουν τις
συνέπειες της παραβατικής συμπεριφοράς, της τα οποία
και εξέθεσε αναλυτικώς. Υπό τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά
στην δέκατη τρίτη σκέψη δεν στοιχειοθετείται λόγος αποκλεισμού της ως άνω
εταιρείας από τον επίδικο διαγωνισμό λόγω
αθέτησης εκ μέρους της των
υποχρεώσεών της που απορρέουν από την εργατική νομοθεσία και ανεξάρτητα της
καταφατικής της απάντησης στο σχετικό πεδίο του ΕΕΕΣ. Περαιτέρω, όμως, έστω και
αν συντρέχει στο πρόσωπό της ο προβλεπόμενος στην παρ. 2.2.3.4 περ. θ΄ λόγος
αποκλεισμού, ήτοι η διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος λόγω της
επιβολής σε βάρος της των
προαναφερόμενων πράξεων επιβολής προστίμου, πάντως, μη νομίμως η αναθέτουσα αρχή απέκλεισε αυτομάτως (άνευ ετέρου) την εν λόγω εταιρεία,
ήτοι χωρίς να αξιολογήσει τα ληφθέντα από αυτήν μέτρα σε συνάρτηση με τη
σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του παραπτώματος της. Κατά συνέπεια, η ως άνω προέχουσα αιτιολογία
της προσβαλλόμενης απόφασης της ΑΕΠΠ φαίνεται νόμιμη, είναι δε απορριπτέοι ως αλυσιτελείς οι
προβαλλόμενοι με την κρινόμενη αίτηση ισχυρισμοί της αιτούσας.
15. Επειδή, η
εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» στο Μέρος ΙΙΙ Λόγοι αποκλεισμού Ενότητα Γ Λόγοι που σχετίζονται με αφερεγγυότητα, σύγκρουση καθηκόντων ή επαγγελματικό παράπτωμα του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εντύπου Σύμβασης (ΕΕΕΠ), το οποίο υπέβαλε ηλεκτρονικά με το υποφάκελο Δικαιολογητικά Συμμετοχής Τεχνική Προσφορά απάντησε «ΟΧΙ» στην ερώτηση «Ο οικονομικός φορέας έχει, εν
γνώση του, παραβιάσει τις υποχρεώσεις του στον τομέα του εργατικού δικαίου.
Όπως, αναφέρονται για τους σκοπούς της παρούσας προμήθειας στο εθνικό δίκαιο,
στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της προμήθειας ή στο άρθρο 18 παράγραφος 2
της οδηγίας 2014/24/ΕΕ». Περαιτέρω, η ως άνω εταιρεία στην ερώτηση «Έχει διαπράξει ο οικονομικός
φορέας σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα. Κατά περίπτωση, βλέπε ορισμούς στο
εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της προμήθειας» απάντησε
«ΝΑΙ», ενώ στην ερώτηση «Παρακαλείστε να τα περιγράψετε», που ακολουθεί, η εν
λόγω εταιρεία ανέφερε αναλυτικώς δεκατρείς (13) πράξεις επιβολής προστίμου που
έχουν εκδοθεί σε βάρος της από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) κατά τα
έτη 2017 και 2018. Τέλος, στο ερώτημα «Έχετε λάβει μέτρα για να αποδείξετε την
αξιοπιστία σας («αυτοκάθαρση») η εταιρεία απάντησε «ΝΑΙ», ενώ στο ερώτημα
«Παρακαλείστε να τα περιγράψετε» δήλωσε ότι έχει ασκήσει κατά των δώδεκα (12)
εκ των δεκατριών (13) ως άνω πράξεων προσφυγές ενώπιον των κατά τόπο αρμοδίων
Διοικητικών Πρωτοδικείων, προσκόμισε δε αντίγραφα των κατατεθέντων ενδίκων βοηθημάτων.
Εξάλλου, στο ΕΞ-.//17-1-2019 πιστοποιητικό της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και
Συντονισμού του ΣΕΠΕ, που απεστάλη στην αναθέτουσα αρχή, κατόπιν σχετικού
αιτήματός της, κατά τα οριζόμενα στο στην περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 του
ν. 3863/2010, αναφέρεται ότι σε βάρος της ανωτέρω εταιρείας έχουν εκδοθεί
τέσσερις (4) πράξεις επιβολής προστίμου «πολύ υψηλής σοβαρότητας» και τέσσερις
(4) «υψηλής σοβαρότητας». Κατόπιν τούτων, με την ./5-2-2019 (ορθή επανάληψη από
8-2-2019) απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, η εταιρεία αποκλείστηκε
από την περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία με την αιτιολογία ότι η ύπαρξη των
επίμαχων πράξεων συνιστά παραβίαση εκ μέρους της των υποχρεώσεων του εργατικού δικαίου και
διάπραξη σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, που συνεπάγεται την απόρριψη της
προσφοράς της βάσει του πρώτου εδαφίου της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 του
ν. 3863/2010, ενώ η αποσιώπηση της ύπαρξης αυτών συνιστά παράβαση του όρου
2.2.3.4 περ. ζ΄ της διακήρυξης. Κατά της απόφασης αυτής η ανωτέρω εταιρεία
υπέβαλε ενώπιον της ΑΕΠΠ την από 14-2-2019 προδικαστική προσφυγή με την οποία
προέβαλε ότι ο αποκλεισμός της από το διαγωνισμό είναι μη νόμιμος και αβάσιμος, δεδομένου ότι
οι επίμαχες πράξεις επιβολής προστίμου δεν έχουν αποκτήσει τελεσίδικη και δεσμευτική
ισχύ, σύμφωνα με τις ειδικές, σαφείς και ρητές διατάξεις της παρ. 2.2.3.2 περ.
γ΄ της διακήρυξης και του 73 παρ. 2 περ.
γ΄ του ν. 4412/2016, οι οποίες υπερισχύουν των άλλων και εφαρμόζονται εν
προκειμένω. ʼλλωστε, κατά τους ισχυρισμούς της ως άνω εταιρείας, οι διατάξεις του άρθρου 68 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 3863/2010, οι οποίες δεν απαιτούν να έχουν καταστεί οι συγκεκριμένες πράξεις αμετάκλητες και τελεσίδικες, επιβάλλεται να
προσεγγίζονται συνδυαστικά με τις ως άνω διατάξεις του ν. 4412/2016 και να
ερμηνεύονται υπό το πρίσμα ιδίως των αρχών της αναλογικότητας, της ισότιμης
αντιμετώπισης των διαγωνιζομένων και της προστασίας του ανταγωνισμού. Η ΑΕΠΠ
εκκινώντας από τα διαλαμβανόμενα στις 51 έως 54 σκέψεις της προσβαλλόμενης
απόφασης έκρινε αναφορικά με την εν λόγω εταιρεία ότι μη νόμιμα απορρίφθηκε
αυτομάτως η προσφορά της λόγω διάπραξης σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος κατ
εφαρμογή του πρώτου εδαφίου
της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010. Επίσης, έκρινε ότι,
εφόσον η εταιρεία αυτή δήλωσε τις επίμαχες πράξεις επιβολής προστίμου στο πεδίο
του ΕΕΕΣ περί σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος συνυποβάλλοντας μάλιστα και
τα αντίστοιχα ένδικα βοηθήματα που είχε ασκήσει κατ αυτών στα αρμόδια δικαστήρια, η αρνητική δήλωσή της ως προς την παράβαση της εργατικής νομοθεσίας δεν θα μπορούσε να παραπλανήσει την αναθέτουσα αρχή να κάνει δεκτή την προσφυγή της, αλλά ούτε και να στοιχειοθετήσει
συνδρομή των προϋποθέσεων της περ. ζ΄ ή η΄ του άρθρου 2.2.3.4 της διακήρυξης.
Με βάση τις ως άνω παραδοχές, η ΑΕΠΠ, με την προσβαλλόμενη απόφασή της, δέχθηκε
την προδικαστική προσφυγή της αιτούσας, ακύρωσε την προσβληθείσα ενώπιόν της απόφαση της αναθέτουσας αρχής κατά το μέρος που
με αυτή αποκλείστηκε η αιτούσα από τη διαγωνιστική διαδικασία και, στη
συνέχεια, ανέπεμψε, δυνάμει του άρθρου 367 παρ.2 του ν. 4412/2016, την υπόθεση
στην αναθέτουσα αρχή προκειμένου να προβεί στην οφειλόμενη ενέργεια.
16. Επειδή, σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης
Προγραμματισμού και Συντονισμού του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, η εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ»
έχει σε βάρος της τέσσερις (4) πράξεις επιβολής προστίμου «πολύ υψηλής
σοβαρότητας» και τέσσερις (4) πράξεις «υψηλής σοβαρότητας». Εξάλλου, η εταιρεία
αυτή στο ερώτημα του ΕΕΕΣ σχετικά με τη διάπραξη εκ μέρους της σοβαρού
επαγγελματικού παραπτώματος απάντησε «ΝΑΙ», ενώ ανέφερε ως ληφθέντα
επανορθωτικά μέτρα την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων κατά των οικείων πράξεων. Υπό
τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην δέκατη τρίτη σκέψη,
πιθανολογείται σοβαρώς ότι δεν στοιχειοθετείται
καταρχήν νόμιμος λόγος αποκλεισμού της ως άνω εταιρείας από τον επίδικο
διαγωνισμό λόγω αθέτησης εκ μέρους της των υποχρεώσεών της που απορρέουν από
την εργατική νομοθεσία. Αντιθέτως, όμως, φαίνεται ότι ο αποκλεισμός της
ευρίσκει επαρκές αιτιολογικό έρεισμα στις διατάξεις της παρ. 2.2.3.4 περ. θ΄της διακήρυξης περί διάπραξης σοβαρού επαγγελματικού
παραπτώματος λόγω της επιβολής σε βάρος της
των προαναφερόμενων πράξεων επιβολής προστίμου, οι οποίες συγκεντρώνουν
τις προϋποθέσεις του άρθρου 68 παρ. 2 περ. γ΄ εδαφ. α΄ του ν. 3863/2010. Ενόψει των ως άνω και δεδομένου
ότι τα στοιχεία που επικαλέστηκε η εν λόγω εταιρεία, ήτοι η άσκηση ενδίκων
βοηθημάτων κατά των ως άνω πράξεων, δεν συνιστούν μέτρα αυτοκάθαρσης, κατά τα
οριζόμενα στην προαναφερθείσα διάταξη της παρ. 2.2.3.6 της διακήρυξης και στο
άρθρο 73 παρ. 7 του ν. 4412/2016, προκειμένου να αποδείξει την αξιοπιστία της,
παρά τη συνδρομή λόγων αποκλεισμού, πιθανολογείται σοβαρώς ότι ο αποκλεισμός
της από τον ένδικο διαγωνισμό είναι νόμιμος.
Εξάλλου, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη δωδέκατη σκέψη, δεν
πιθανολογείται σοβαρά ότι ο σχετικός όρος της διακήρυξης ενέχει ασάφεια, και
ανεξάρτητα του ότι, σε κάθε περίπτωση, οι διαγωνιζόμενοι διατηρούσαν την
ευχέρεια να ακολουθήσουν την καθοριζόμενη στην παρ. 2.1.3 της διακήρυξης
διαδικασία και να ζητήσουν, πριν από την υποβολή της προσφοράς τους, την παροχή
διευκρινίσεων, διαδικασία, ωστόσο, που δεν φαίνεται να ακολούθησαν. Συνεπώς, η
αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, με την οποία έγινε δεκτή η προδικαστική
προσφυγή της ως άνω εταιρείας και αναπέμφθηκε η υπόθεση κατά το μέρος αυτό στην
αναθέτουσα αρχή, προκειμένου να προβεί στην οφειλόμενη ενέργεια δεν φαίνεται
νόμιμη, οι δε προβαλλόμενοι, με την υπό κρίση αίτηση, ισχυρισμοί της αιτούσας
πιθανολογούνται σοβαρώς ως βάσιμοι.
17.Επειδή, η εταιρεία «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής
Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία» στο Μέρος ΙΙΙ Λόγοι αποκλεισμού Ενότητα Γ Λόγοι που σχετίζονται με αφερεγγυότητα, σύγκρουση συμφερόντων ή επαγγελματικό παράπτωμα του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εντύπου Σύμβασης, το
οποίο υπέβαλε ηλεκτρονικά με το υποφάκελο Δικαιολογητικά Συμμετοχής-Τεχνική Προσφορά δήλωσε «ΟΧΙ» τόσο στην ερώτηση «Ο οικονομικός φορέας έχει, εν γνώση του, παραβιάσει τις υποχρεώσεις του στον τομέα του εργατικού δικαίου. Όπως, αναφέρονται για τους σκοπούς της
παρούσας προμήθειας στο εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της
προμήθειας ή στο άρθρο 18 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ» όσο και στην ερώτηση «Έχει διαπράξει ο οικονομικός
φορέας σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα. Κατά περίπτωση, βλέπε ορισμούς στο
εθνικό δίκαιο, στη σχετική προκήρυξη ή στα έγγραφα της προμήθειας». Ωστόσο, στο
ΕΞ-./22-1-2019 πιστοποιητικό της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού του
Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, που απεστάλη στην αναθέτουσα αρχή, κατόπιν
σχετικού αιτήματός της, κατά τα οριζόμενα στην περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 68
του ν. 3863/2010, αναφέρεται ότι, κατόπιν των από 21-7-2017, 24-4-2018 και
24-4-2018 διενεργηθέντων ελέγχων, έχουν εκδοθεί σε βάρος της εν λόγω εταιρείας
εντός των τελευταίων δύο (2) ετών τρεις (3) πράξεις επιβολής προστίμου (με
ημερομηνία 9-11-2017, 21-5-2018 και 21-5-2018 αντίστοιχα), οι δύο (2) από τις
οποίες χαρακτηρίζονται ως «πολύ υψηλής σοβαρότητας» και μία (1) ως υψηλής
σοβαρότητας. Με βάση τα διαλαμβανόμενα
στο ως άνω έγγραφο, με την ./5-2-2019
(ορθή επανάληψη από 8-2-2019) απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου,
η εταιρεία αποκλείστηκε από την
περαιτέρω διαγωνιστική διαδικασία με την αιτιολογία ότι «η ύπαρξη των επίμαχων
πράξεων συνιστά παραβίαση των
υποχρεώσεών της στον τομέα του εργατικού δικαίου και διάπραξη σοβαρού
επαγγελματικού παραπτώματος, που συνεπάγεται την απόρριψη της προσφοράς της
βάσει του πρώτου εδαφίου της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010
(όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την παρ. Β του άρθρου 39 του ν. 4488/2017,
στοιχεία ιγ και λ του προοιμίου της διακήρυξης αντίστοιχα), ενώ η αποσιώπηση
της ύπαρξης αυτών συνιστά παράβαση του όρου 2.2.3.4 περ. ζ΄ της διακήρυξης».
Κατά της απόφασης αυτής η ως άνω υπέβαλε ενώπιον της ΑΕΠΠ την από 13-2-2019
προδικαστική προσφυγή παραπονούμενη για την απόρριψη της προσφοράς της και την
ανάδειξη ως προσωρινής αναδόχου για τα Τμήματα Ε, Ζ και Η του διαγωνισμού - ως
προς τα οποία, όπως προέβαλε, θα είχε ανακηρυχθεί ανάδοχος, αν δεν είχε
μεσολαβήσει η μη νόμιμη ως άνω απόφαση της εταιρείας «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ». Ειδικότερα, προέβαλε, με την προδικαστική της προσφυγή, ότι ο λόγος αποκλεισμού της λόγω διάπραξης σοβαρού επαγγελματικού
παραπτώματος είναι μη νόμιμος, αφού από το σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης
Προγραμματισμού και Συντονισμού του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας σαφώς
προκύπτει ότι το δεύτερο και τρίτο πρόστιμο επιβλήθηκαν την ίδια ημέρα με βάση
τον ίδιο έλεγχο και, συνεπώς, δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου και της
διακήρυξης, που απαιτούν για τον ορισμό του σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος
τα επιβληθέντα πρόστιμα να προέρχονται από τρεις ελέγχους. Περαιτέρω,
υποστήριξε η αναθέτουσα αρχή, κάνοντας εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, όχι μόνο
θεωρεί, μη νομίμως, ότι έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, αλλά και
ότι λόγο αποκλεισμού αποτελεί οποιαδήποτε παράβαση στον τομέα του εργατικού
δικαίου, ακόμη και εκείνη που ρητά εξαιρείται από τον ορισμό του σοβαρού
επαγγελματικού παραπτώματος και, συνεπώς, εξαιρείται από τους λόγους
αποκλεισμού με βάση τα άρθρα 18 παρ. 5 του ν. 4412/2016 και 68 παρ. 2 περ. γ΄
του ν. 3863/2010. Τέλος, ισχυρίστηκε ότι, εφόσον, σύμφωνα με τα ως άνω, δεν
συντρέχει εκ μέρους της τόσο περίπτωση διάπραξης σοβαρού επαγγελματικού
παραπτώματος όσο και παράβαση της εργατικής νομοθεσίας, είναι προφανές ότι δεν
συντρέχει και περίπτωση ανακριβούς δήλωσης. Η ΑΕΠΠ, με την προσβαλλόμενη
απόφαση, έκρινε, κατ
αποδοχή του πρώτου λόγου της προδικαστικής
προσφυγής της εταιρείας, ότι δεν στοιχειοθετείται διάπραξη εκ μέρους της
σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, που συνεπάγεται απόρριψη της προσφοράς της
βάσει του πρώτου εδαφίου της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 68 του ν. 3863/2010,
δεδομένου ότι οι τρεις (3) πράξεις επιβολής προστίμου δεν έχουν εκδοθεί στο
πλαίσιο τριών (3) αλλά δύο (2) διενεργηθέντων ελέγχων. Περαιτέρω, όσον αφορά
τον αποκλεισμό της αφενός λόγω παραβίασης των υποχρεώσεών της στον
τομέα του εργατικού δικαίου κατ εφαρμογή
της ίδιας ως άνω διάταξης, αφετέρου δε λόγω αποσιώπησης των επίμαχων πράξεων
επιβολής προστίμου βάσει του όρου 2.2.3.4 περ. ζ΄ της διακήρυξης και τους προβληθέντες από την εταιρεία σχετικούς ισχυρισμούς έγιναν
δεκτά τα εξής: «66.
Συνεπώς,
στην περίπτωση ΠΕΠ του ΣΕΠΕ που
επιβάλλεται σε περίπτωση παράβασης της
εργατικής νομοθεσίας, προσφέρων στον οποίο έχει επιβληθεί ΠΕΠ,
οφείλει στο οικείο ερώτημα του ΕΕΕΣ να
απαντήσει θετικά και τούτο ανεξαρτήτως του αριθμού των ΠΕΠ, γεγονός που δεν
έπραξε ο β΄ προσφεύγων (αιτούσα). 67.
Επειδή, παρά ταύτα
η όποια ασάφεια δεν μπορεί να ερμηνευτεί εις βάρος του χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να συμπληρώσει την ελαττωματική του προσφορά
.Επομένως, η προσβαλλόμενη πρέπει να ακυρωθεί αναφορικά με πράξεις και παραλείψεις της αναθέτουσας
αρχής
Το δε γεγονός ότι έχει ήδη προσβάλλει τις εν λόγω ΠΕΠ ενώπιον των αρμοδίων Δικαστηρίων και δεν το δήλωσε στο ΕΕΕΣ, δεν ασκεί επιρροή εν προκειμένω, για να υπαχθεί σε κάποια από τις περ. η) ή ζ)
του άρθρου 2.2.3.4 της διακήρυξης, καθόσον δεν
αποδείχθηκε ότι επέδειξε δόλο ή βαριά αμέλεια και, τούτο διότι, ο προσφεύγων β΄
(αιτούσα), θα μπορούσε μεν, να συμπληρώσει ΝΑΙ στο επίμαχο πεδίο περί
παραβίασης της εργατικής νομοθεσίας, ανεξαρτήτως της δικής του νομικής
εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών ή να υποβάλει ερώτημα διευκρινίσεων στην
αναθέτουσα αρχή για την αληθή έννοια της επίμαχης ερώτησης, γεγονός που δεν
έπραξε.
Εκ των ανωτέρω, εναργώς προκύπτει ότι υφίσταται πεδίο εφαρμογής του άρθρου 102 του ν. 4412/2016 προς αναζήτηση διευκρινίσεων εκ
μέρους της αναθέτουσας αρχής». Με βάση τις ως άνω παραδοχές, η ΑΕΠΠ, με την
προσβαλλόμενη απόφασή της, δέχθηκε την προδικαστική προσφυγή της αιτούσας,
ακύρωσε την προσβληθείσα ενώπιόν της απόφαση της
αναθέτουσας αρχής κατά το μέρος που με αυτή αποκλείστηκε η αιτούσα από τη
διαγωνιστική διαδικασία και, στη συνέχεια,
ανέπεμψε, δυνάμει του άρθρου 367 παρ.2 του ν. 4412/2016, την υπόθεση
στην αναθέτουσα αρχή προκειμένου να προβεί στις οφειλόμενες ενέργειες και,
συγκεκριμένα, να παράσχει στην αιτούσα τη δυνατότητα να συμπληρώσει την
ελαττωματική της προσφορά, συμμορφούμενη με τα σχετικώς κριθέντα προς την
απόφασή της.
18.Επειδή, η ως άνω εταιρεία άσκησε κατά της 390 391 και
392/ 2019 απόφασης της ΑΕΠΠ, κατά το μέρος που την αφορά, ως και κατά της
./5-2-2019 (ορθή επανάληψη από 8-2-2019) απόφασης του Διευθυντή της Υπηρεσίας
Ασύλου, κατά το μέρος που με αυτή αποκλείστηκε από το διαγωνισμό, την από
22-4-2019 αίτηση αναστολής (ΑΝΜ ./22-4-2019). Η αίτηση αυτή έγινε δεκτή με την
213/2019 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου και ανεστάλη η εκτέλεση της
προσβαλλόμενης απόφασης της ΑΕΠΠ ως και της ./5-2-2019 (ορθή επανάληψη από
8-2-2019) απόφασης του Διευθυντή της Υπηρεσίας Ασύλου, καθόσον πιθανολογήθηκε
ως μη νόμιμος ο αποκλεισμός της εταιρείας από τον επίδικο διαγωνισμό. Ενόψει
των κριθέντων με την προαναφερόμενη απόφαση του Δικαστηρίου, η υπό κρίση αίτηση
είναι απορριπτέα.
19.Επειδή, η αιτούσα προβάλλει ότι τυχόν απόρριψη της
κρινόμενης αίτησης θα οδηγήσει, ουσιαστικά, σε πλήρη αδυναμία λειτουργίας της
Υπηρεσίας, δεδομένου ότι η παροχή υπηρεσιών φύλαξης, που λαμβάνει χώρα κατά την
παρούσα χρονική περίοδο σε ορισμένα Περιφερειακά Γραφεία Ασύλου τα οποία και κατονομάζει λήγει στις 19-4-2019 και 8-5-2019. Περαιτέρω, υποστηρίζει ότι τα Π.Γ.Α.
σε όλη τη χώρα εξυπηρετούν καθημερινά χιλιάδες επωφελούμενους και, ως εκ
τούτου, η παροχή υπηρεσιών φύλαξης είναι επιβεβλημένη, διότι διασφαλίζει τη
δημόσια τάξη και την ασφάλεια τόσο των επωφελούμενων όσο και των εργαζόμενων
στην Υπηρεσία. Τα ανωτέρω -κατά το μέτρο
που προβάλλονται με τρόπο ορισμένο- δεν συνιστούν κατά την κρίση του
Δικαστηρίου και ενόψει των δεδομένων της υπόθεσης τους λόγους γενικού δημοσίου
συμφέροντος, οι οποίοι, μάλιστα, απαιτείται να είναι επιτακτικοί σύμφωνα με το
άρθρο 372 παρ. 4 ν. 4412/2016 [μετά την προσθήκη εδαφίων από το άρθρο 87 παρ. 2
ν. 4478/2017 (Α΄ 91)] και οι οποίοι θα δικαιολογούσαν την απόρριψη της υπό
κρίσιν αίτησης (βλ. ΣτΕ ΕΑ 1001/2004, 527/2003
77/2005. πρβλ. και ΕΑ 651/2004, 82, 380/2006,
233/2008). Οίκοθεν, άλλωστε, νοείται, ότι η αναθέτουσα αρχή έχει την ευχέρεια,
σε συμμόρφωση προς όσα κρίθηκαν πιο πάνω, να εκδώσει νέες σχετικές πράξεις και
να ολοκληρώσει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα τον επίδικο διαγωνισμό (πρβλ. ΣτΕ ΕΑ 220, 61/2017,
15/2016, 226, 198/2013).
20. Επειδή, κατά τα προαναφερόμενα, η κρινόμενη αίτηση
πρέπει να γίνει δεκτή κατά το μέρος που αφορά την εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» και να
ανασταλεί η εκτέλεση της 390 391 392/2019 απόφασης του 7ου Κλιμακίου της ΑΕΠΠ
κατά το μέρος αυτό, να απορριφθεί δε η παρέμβαση της εν λόγω εταιρείας.
Περαιτέρω, να απορριφθεί η αίτηση κατά το μέρος που αφορά τις εταιρείες «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» και «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών
Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία» κα να γίνουν δεκτές οι παρεμβάσεις των ως άνω
εταιρειών. Τέλος, να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ της αιτούσας και της
Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, να επιβληθεί στην αιτούσα η δικαστική δαπάνη των εταιρειών
«
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» και
«
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία», η
οποία ανέρχεται στο ποσό των διακοσίων ογδόντα οκτώ (288) ευρώ και να επιβληθεί
στην εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» η δικαστική δαπάνη της αιτούσας, η οποία ανέρχεται στο
ποσό των διακοσίων ογδόντα οκτώ (288) ευρώ (άρθρο 50 του ν. 3659/2008 {ΦΕΚ
Α΄77}, 275 παρ. 1, 6 τελευταίο εδάφιο και 7 εδ. α΄
του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας {ν.2717/1999 ΦΕΚ Α΄97} και 58 παρ. 3 και 4
του ν. 4194/2013 ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ {ΦΕΚ Α΄208}).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αίτηση κατά το μέρος που αφορά την εταιρεία
«
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ».
Αναστέλλει την εκτέλεση της 390 391 392/2019 απόφασης του
7ου Κλιμακίου της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών κατά το μέρος που
αφορά την εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ
ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ».
Απορρίπτει την παρέμβαση της εταιρείας «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ».
Απορρίπτει την αίτηση κατά το μέρος που αφορά τις
εταιρείες «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» και «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία».
Δέχεται τις παρεμβάσεις των εταιρειών «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» και «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία».
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ της αιτούσας και
της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών.
Επιβάλλει στην αιτούσα
τη δικαστική δαπάνη των
εταιρειών «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ»
και «
Ιδιωτική Επιχείρηση Παροχής
Υπηρεσιών Ασφαλείας Ανώνυμη Εταιρεία», η οποία ανέρχεται στο ποσό των διακοσίων
ογδόντα οκτώ (288) ευρώ.
Επιβάλλει στην εταιρεία «
ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ» τη δικαστική δαπάνη της
αιτούσας, η οποία ανέρχεται στο ποσό των διακοσίων ογδόντα οκτώ (288) ευρώ.
Η απόφαση εκδόθηκε στην Αθήνα στις 2 Ιουλίου 2019.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΜΑΡΙΑ ΤΣΙΡΛΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΛΑΪΤΖΑΚΗ