ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΕφΑθ 5431/2019
Παροχή επενδυτικών συμβουλών - Ευθύνη Τράπεζας -
Ευθύνη προστήσαντος Αδικοπραξία -.
Ευθύνη
παρέχοντος υπηρεσίες ο οποίος μπορεί να είναι και τράπεζα έναντι του πελάτη
της. Προστασία καταναλωτή. Ευθύνη πιστωτικού ιδρύματος ή ΕΠΕΥ. Ζητήματα ευθύνης
πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρίας παροχής επενδυτικών συμβουλών, εάν,
ενδεικτικώς, δεν εφιστούν εγγράφως την προσοχή του επενδυτή στους κινδύνους
συγκεκριμένων επενδυτικών επιλογών του,
εάν δεν πραγματοποιούν - με κατάλληλη υποστήριξη των εξειδικευμένων συμβούλων
τους - τεχνική ανάλυση της μελλοντικής κίνησης των περιλαμβανομένων στο
προτεινόμενο επενδυτικό πρόγραμμα κινητών αξιών ή εάν δεν ενημερώνουν με
απολύτως σαφή τρόπο τον επενδυτή ως προς τις αποδόσεις των προτεινομένων προς
επένδυση τίτλων. Η παράβαση των διατάξεων αυτών συνιστά παρανομία υπό την
έννοια της διατάξεως του άρθρου 914 του ΑΚ. Παραβίαση από αλλοδαπή τραπεζική
εταιρία στοιχειωδών συναλλακτικών της υποχρεώσεων. Ομόλογα ατελεύτητης
διάρκειας (perpetual bonds). Μη εκπλήρωση της υποχρεώσεως ενημερώσεως,
διαφωτίσεως και παροχής κατάλληλης συμβουλής στους αντισυμβαλλομένους της
επενδυτές-καταναλωτές της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας. Ευθύνη
προστήσαντος.
ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αριθμός 5431/2019
14ο ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους
Δικαστές, Νικόλαο Δαύρο, Πρόεδρο Εφετών, Βρυσηϊδα Θωμάτου, Βασιλική
Βλαχοπαναγιώτου- Εισηγήτρια, Εφέτες και από τη Γραμματέα Ιωάννα Ξανθάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριο του, στις 7.2.2019, για να
δικάσει την παρακάτω υπόθεση, μεταξύ: Της εκκαλούσας-εναγομένης :
Της τραπεζικής εταιρίας με
την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ
ΕΤΑΙΡΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ» και δ.τ
«ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ», που εδρεύει στη Λευκωσία Κύπρου, επί της οδού ., Σ, με ΑΦΜ .,
νομίμως εγκατεστημένης στην Ελλάδα δια του υποκαταστήματος της επί της ., Αθήνα
και νομίμως εκπροσωπούμενης με ΑΦΜ ., η οποία εκπροσωπήθηκε από τις
πληρεξούσιες δικηγόρους της Κωνσταντίνα Παναγοπούλου - Περέζ και Μαρία Φερφέλη
με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ.
ΤΩΝ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ-ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ : 1. ... 24.
..., από τους οποίους ο μεν πρώτος εφεσίβλητος εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο με
την πληρεξούσια δικηγόρο του Δημήτρια Βίτσιου και οι λοιποί εκπροσωπήθηκαν από
την ίδια ως άνω πληρεξούσια δικηγόρο.
Οι ενάγοντες και ήδη
εφεσίβλητοι, με την από 27.5.2015 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ./5.6.2015
αγωγή τους, που απευθύνεται στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, κατά της εκεί
εναγομένης και ήδη εκκαλούσας τραπεζικής εταιρίας και κατά των ..., ζήτησαν να
γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ' αυτή.
Το Δικαστήριο εκείνο,
δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων την αγωγή, εξέδωσε τη με αριθμό 697/2017
οριστική απόφαση του, με την οποία απέρριψε την αγωγή ως προς τα παραπάνω
εναγόμενα φυσικά πρόσωπα [2° και 3° των εναγομένων] και δέχθηκε την αγωγή ως
προς την πρώτη εναγομένη τραπεζική εταιρία, ήδη εκκαλούσα.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε
η εναγομένη - ήδη εκκαλούσα με την από 12.2.2018 έφεση της προς το Δικαστήριο
τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό κατάθεσης ενώπιον του πρωτοβάθμιου
Δικαστηρίου ./2018, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η αναφερόμενη στην αρχή της
παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από
τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση αυτής στο
ακροατήριο, οι πληρεξούσιες δικηγόροι της εκκαλούσας δεν παραστάθηκαν, αλλά
προκατέθεσαν τις προτάσεις τους και, με σχετική δήλωση τους, δήλωσαν, σύμφωνα
με το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, ότι συμφωνούν να συζητηθεί η έφεση, χωρίς να παρασταθούν,
ενώ η πληρεξούσια δικηγόρος των εφεσίβλητων παραστάθηκε όπως παραπάνω
αναφέρεται και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που
κατέθεσε.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 12.2.2018
και με αριθμό κατάθεσης ./2018 έφεση της εναγομένης -ήδη εκκαλούσας κατά της
υπ' αριθμ. 697/2017 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που
εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από
27.5.2015 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ./5.6.2015 αγωγής των εναγόντων
και ήδη εφεσίβλητων, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι
εμπρόθεσμη, αφού η εκκαλουμένη απόφαση επιδόθηκε με επιμέλεια των εναγόντων
στην εναγομένη τραπεζική εταιρία στις 19.1.2018 και η έφεση κατατέθηκε ενώπιον
του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 15.2.2018 (άρθρα 495 παρ. 1, 2,498, 499, 511,
513 παρ. 1β, 516 παρ.1, 517 και 518 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο
τροποποιήθηκε με το άρθρο ένα άρθρο τρίτο του ν. 4335/2015]. Επιπλέον, για το
παραδεκτό της, προκαταβλήθηκε από την εκκαλούσα κατά την κατάθεση της, το
οριζόμενο από το άρθρο 495 του ΚΠολΔ, παράβολο των 150 ευρώ, σύμφωνα με την από
15.2.2018 βεβαίωση της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου που έχει
επισυναφθεί στην έφεση. Πρέπει, επομένως, αυτή να γίνει τυπικά δεκτή και να
ερευνηθεί κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων
της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).
Με δήλωση της πληρεξούσιας
δικηγόρου των εφεσίβλητων, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά κατά τη συζήτηση της
υπόθεσης, γνωστοποιήθηκε ο θάνατος του αρχικώς 3ου ενάγοντος - εφεσίβλητου ., ο
οποίος απεβίωσε στις 29.6.2016 και στη θέση του υπεισήλθαν ως εξ' αδιαθέτου
κληρονόμοι του οι: α) ., σύζυγος του άνω αρχικού διαδίκου, κατά το 1/2 [ή 2/8]
εξ αδιαιρέτου και οι θυγατέρες του κατά ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου η καθεμία :
β] ., και γ) ., οι οποίες, δήλωσαν ότι συνεχίζουν τη δίκη ως εξ αδιαθέτου
κληρονόμοι του αποβιώσαντος συζύγου και πατέρα τους αντίστοιχα.
Οι ενάγοντες και ήδη
εφεσίβλητοι ισχυρίστηκαν, με την από 27.5.2015 και με αριθμό κατάθεσης
δικογράφου ./5.6.2015 αγωγή τους, ότι οι αναφερόμενοι στο δικόγραφο
υπάλληλοι-προστηθέντες της νομίμως εγκατεστημένης στην Ελλάδα πρώτης εναγομένης
και ήδη εκκαλούσας κυπριακής τραπεζικής εταιρείας, με την οποία συναλλάσσονταν
στο πλαίσιο της τοποθέτησης των αποταμιεύσεων τους και σύναψης συμβάσεων
προθεσμιακών τραπεζικών καταθέσεων χρημάτων, έχοντας αναπτύξει σχέση
εμπιστοσύνης, τους συνέστησαν με πρωτοβουλία της πρώτης εναγομένης, τον Μάϊο
του έτους 2011 και κατά τον αναφερόμενο στην αγωγή τρόπο, παρέχοντας σε αυτούς
προφορική, αποσπασματική, και μη αντικειμενική ενημέρωση καθώς και σχετική
επενδυτική συμβουλή, να τοποθετήσουν τα χρήματα τους σε ένα νέο τραπεζικό
προϊόν, το οποίο τους παρέστησαν ψευδώς ως όμοιο με προθεσμιακή κατάθεση
πενταετούς διάρκειας, σταθερού ετήσιου επιτοκίου ύψους 6,5%, με περιοδική
απόδοση τόκων ανά εξάμηνο και εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου. Στη συνέχεια
εκθέτουν ότι οι ίδιοι , αφού πείστηκαν από τις διαβεβαιώσεις των εν λόγω
υπαλλήλων, προέβησαν στην κατάρτιση με την εναγομένη σύμβασης παροχής
επενδυτικών υπηρεσιών και σύμβασης αγοράς Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου
Κεφαλαίου (Μ.Α.Ε.Κ.) έκδοσης της τελευταίας, αξίας 200.000,00 δολαρίων Αμερικής
(ήτοι ισόποσο σε ευρώ 138.045,28) ο πρώτος ενάγων, 20.000,00 ευρώ και 40.000,00
δολαρίων Αμερικής (ήτοι ισόποσο σε ευρώ 27.609,06 ευρώ) ο δεύτερος ενάγων,
60.000 ευρώ ο αρχικώς τρίτος ενάγων, Αθανάσιος Λεοντίου, 50.000,00 ευρώ ο
τέταρτος ενάγων, 100.000 ευρώ ο πέμπτος, η έκτη και η έβδομη των εναγόντων,
18.114 δολαρίων Αμερικής (ήτοι ισόποσο σε ευρώ 12.502,76) ο όγδοος ενάγων,
35.000 ευρώ ο ένατος ενάγων, 82.500,00 ευρώ ο δέκατος ενάγων, 50.000 ευρώ ο
ενδέκατος και η δωδέκατη των εναγόντων, 20.000,00 ευρώ η δέκατη τρίτη και ο
δέκατος τέταρτος των εναγόντων, 20.000,00 ευρώ η δέκατη τρίτη, ο δέκατος
πέμπτος και η δέκατη έκτη των εναγόντων (οι τελευταίοι ως ασκούντες από κοινού
τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους Ανδρέα Σακελλαρίου), 150.000,00 ευρώ
ο δέκατος έβδομος και η δέκατη όγδοη των εναγόντων, 20.000,00 ευρώ ο δέκατος
ένατος ενάγων, 50.000,00 ευρώ ο εικοστός ενάγων, 400.000,00 ευρώ ο εικοστός
πρώτος και η εικοστή δεύτερη των εναγόντων, 60.000,00 ευρώ ο εικοστός τρίτος
ενάγων και 50.000,00 ευρώ η εικοστή τέταρτη ενάγουσα. Ότι τα παραπάνω αξιόγραφα
δε λειτουργούσαν σαν προθεσμιακή κατάθεση με ορισμένη διάρκεια, σταθερό
επιτόκιο, περιοδική απόδοση τόκων και εγγυημένη επιστροφή κεφαλαίου, αλλά στην
πραγματικότητα επρόκειτο για πολύπλοκα χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα οποία ήταν υβριδικά και μετατρέψιμα, σύνθετα
στη σύλληψη και λειτουργία τους, με όρους προδιατυπωμένους από την πρώτη
εναγομένη ασαφείς και δυσνόητους, συνιστούσαν δε μη εξασφαλισμένες και
ελάσσονος προτεραιότητας υποχρεώσεις της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής τραπεζικής
εταιρίας (subordinated), συνδέονταν με πλήθος κινδύνων, είτε γενικών ( κίνδυνο
πτωχεύσεως της πρώτης εναγομένης, κίνδυνο επιτοκίου, πιστωτικό κίνδυνο, κίνδυνο
ρευστότητας αγοράς ) είτε ειδικών (κίνδυνο αφερεγγυότητας της Τράπεζας, κίνδυνο
απώλειας κεφαλαιακής επάρκειας, κίνδυνο ακυρώσεως καταβολής τόκων,
επιχειρηματικό κίνδυνο, κίνδυνο εκμηδενίσεως της αξίας τους λόγω μετατροπής
τους σε μετοχικό κεφάλαιο της Τράπεζας κλπ. ), διαπραγματεύσιμα στο
Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, αόριστης διάρκειας (perpetual) και περιείχαν τον
όρο της ακυρώσεως πληρωμής τόκων σε περίπτωση κεφαλαιακής ανεπάρκειας της
Τράπεζας ή και υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές ( convertible contingent ή
coco ). Ότι σκοπός εκδόσεως των άνω αξιόγραφων εκ μέρους της πρώτης εναγομένης
ήταν η κάλυψη των κεφαλαιακών της αναγκών. Ειδικότερα, ισχυρίζονται οι
ενάγοντες ότι κατά το χρονικό διάστημα Δεκεμβρίου 2009 - Απριλίου 2010 υπήρξε
επιδείνωση της πραγματικής κεφαλαιακής θέσεως της πρώτης εναγομένης τραπεζικής
εταιρίας, λόγω της υπερβολικής έκθεσης της σε Ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου (
Ο.Ε.Δ.) ποσού δύο δισεκατομμυρίων τετρακοσίων εκατομμυρίων ΕΥΡΩ ( 2.400.000.000
), ενώ τα κεφάλαια αυτής ανέρχονταν σε δύο δισεκατομμύρια πεντακόσια
εκατομμύρια ΕΥΡΩ ( 2.500.000.000 ), τελικώς δε υπέστη ζημία στα ίδια κεφάλαια
της λόγω απομειώσεως της αξίας των Ο.Ε.Δ., ποσού πεντακοσίων είκοσι εννέα
εκατομμυρίων πεντακοσίων δεκατριών χιλιάδων ΕΥΡΩ ( 529.513.000 ), με συνέπεια
την επιδείνωση της κεφαλαιακής της επάρκειας, διότι δεν είχε λάβει μέτρα
αποφυγής ή περιστολής της ζημίας αυτής ( είτε με πώληση Ο.Ε.Δ. είτε με αγορά
πιστωτικής προστασίας - CDS). Ότι η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία
αφ' ενός μεν απέφυγε να αποτυπώσει λογιστικώς στις οικονομικές της καταστάσεις
τη ζημία αυτή, αφ' ετέρου δε, την 18.5.2011, εξέδωσε και προώθησε μέσω των
αρμοδίων υπαλλήλων της στους πελάτες της τα Μ.Α.Ε.Κ., συνολικού ύψους ενός
δισεκατομμυρίου τριακοσίων σαράντα δύο εκατομμυρίων ΕΥΡΩ ( 1.342.000.000 ),
τα οποία εντάσσονταν στα ίδια κεφάλαια της προσαυξάνοντας το δείκτη κεφαλαιακής
επάρκειας [ Core Tier 1] και περιείχαν τους ιδιαιτέρως δυσμενείς όρους της
υποχρεωτικής ακυρώσεως τόκων και της υποχρεωτικής μετατροπής σε μετοχές. Ότι
αποκλειστικός σκοπός της πρώτης εναγομένης ήταν η χρησιμοποίηση των ως άνω
επενδυτικών προϊόντων ως εργαλείων ενισχύσεως και διατηρήσεως της κεφαλαιακής
επάρκειας αυτής, εκμεταλλεύθηκε δε την προνομιακή της πληροφόρηση σε σχέση με
τους ενάγοντες που ήταν συντηρητικοί επενδυτές που ενδιαφέρονταν μόνο για την
ασφαλή τοποθέτηση των καταθέσεων τους, την ισχυρή οργανωτική και λειτουργική
υποδομή της, καθόσον διατηρούσε καταστήματα σε όλη την Ελλάδα , ώστε με ελλιπή
ενημέρωση και σύσταση να τους καταπείσει δολίως να τοποθετήσουν τις
αποταμιεύσεις τους στα επενδυτικά αυτά
προϊόντα με σκοπό την ενίσχυση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας Core
Tier 1. Ότι για την εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών οργάνωσε «εκστρατείες»
προώθησης των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, όρισε συγκεκριμένα
χρονοδιαγράμματα, έθεσε συγκεκριμένη στοχοθέτηση ανά κατάστημα και έδωσε ρητές
οδηγίες και εντολές προς τους υπαλλήλους της σχετικά με την προώθηση και πώληση
των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων. Ότι η υλοποίηση του συγκεκριμένου σχεδίου
έλαβε χώρα μέσω του νομίμως εγκατεστημένου στην Ελλάδα υποκαταστήματος της
πρώτης εναγομένης αλλοδαπής εταιρίας, Γενικός Διευθυντής του οποίου ήταν ο
δεύτερος εναγόμενος και Διευθυντής Χρηματιστηριακών Υπηρεσιών Θεματοφυλακής και
Επενδυτικής Τραπεζικής Ελλάδας ήταν ο τρίτος εναγόμενος, ο οποίοι ανέλαβαν να
κατευθύνουν, συντονίσουν και οργανώσουν την προώθηση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων.
Ότι οι ενάγοντες δεν αγόρασαν τα ως άνω επενδυτικά προϊόντα με δική τους
βούληση και πρωτοβουλία, αλλά η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, δια
των αρμοδίων υπαλλήλων και στελεχών της κατηύθυνε αυτούς, παρέχουσα επενδυτικές
συμβουλές, στην αγορά των Μ.Α.Ε.Κ., δηλαδή κατηύθυνε αυτούς στη συγκεκριμένη
επενδυτική επιλογή : α) χωρίς να λάβει τα απαραίτητα μέτρα διαχειρίσεως της
σύγκρουσης συμφερόντων που δημιουργήθηκε από τη διάθεση και πώληση των εν λόγω
επενδυτικών προϊόντων από την ίδια την εναγομένη ως εκδότρια αυτών, β ) χωρίς
να τηρήσει τις υποχρεώσεις επιμέλειας και διαφώτισης, οι οποίες απορρέουν από
την παροχή επενδυτικών συμβουλών εκ μέρους της και γ ) χωρίς να τηρήσει την
υποχρέωση αντλήσεως πληροφοριών αναφορικά με την πείρα και τις γνώσεις των
εναγόντων στον επενδυτικό τομέα και την οικονομική κατάσταση και τους στόχους
τους (έλεγχος καταλληλότητας/συμβατότητας ), αντιθέτως δε, δημιούργησε σε
αυτούς μέσω των αρμοδίων οργάνων και υπαλλήλων της παραπλανητικές και ψευδείς
παραστάσεις αναφορικά με τις αληθείς ιδιότητες των ως άνω επενδυτικών
προϊόντων, διαβεβαιώνοντας τους ότι αυτά ήταν απολύτως προσαρμοσμένα στις
ανάγκες και τους στόχους τους, κυρίως δε, ότι ήταν εξασφαλισμένη απολύτως η
επιστροφή του κεφαλαίου τους στο τέλος της πενταετίας, δηλαδή την 30.6.2016,
ότι είχαν την ασφάλεια της προθεσμιακής κατάθεσης, εγγυημένη απόδοση τόκων ανά
εξάμηνο με σταθερό και αυξημένο επιτόκιο και ότι η ίδια η εναγομένη είναι
απολύτως αξιόπιστη και φερέγγυα ως πιστωτικό ίδρυμα και με τον τρόπο αυτό έπεισε
τους ενάγοντες να προβούν σε αγορά τους. Ότι για τα προαναφερόμενα επενδυτικά
προϊόντα είχε εκδοθεί από την πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική εταιρία
ενημερωτικό δελτίο, το οποίο όμως η τελευταία ουδέποτε τους χορήγησε, ούτε
γνωστοποίησε την ύπαρξη του, ούτε υπέγραψαν ή έλαβαν υπόψη τους το εν λόγω
ενημερωτικό δελτίο πριν από την αγορά των προκειμένων επενδυτικών προϊόντων.
Περαιτέρω εκθέτουν ότι εάν οι ίδιοι [οι ενάγοντες] είχαν ενημερωθεί επαρκώς και
γνώριζαν την αληθινή φύση των συγκεκριμένων επενδυτικών προϊόντων, δεν θα είχαν
προβεί στην προτεινομένη από τους αρμοδίους υπαλλήλους της πρώτης εναγομένης
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας επένδυση, δηλαδή σε τοποθέτηση των κεφαλαίων τους
σε Μ.Α.Ε.Κ.. Ότι περί τα τέλη Φεβρουάριου - αρχές Μαρτίου του έτους 2012 οι
ένατος, δέκατος, δέκατη τρίτη, δέκατος τέταρτος, δέκατος πέμπτος, δέκατη έκτη,
δέκατος ένατος, εικοστός τρίτος και εικοστή τέταρτη των εναγόντων ενημερώθηκαν
από τους προστηθέντες υπαλλήλους της πρώτης εναγομένης για τον κίνδυνο που
υπήρχε αναφορικά με την επένδυση τους απώλειας των τόκων του επόμενου εξαμήνου
και ενδεχομένως και του κεφαλαίου και ότι μόνος τρόπος να περισώσουν το
κεφάλαιο τους ήταν να μετατρέψουν τα άνω επενδυτικά προϊόντα σε μετοχές της
πρώτης εναγομένης, όπως και έπραξαν ο δέκατος, ο δέκατος ένατος, ο εικοστός
τρίτος και η εικοστή τέταρτη εξ αυτών, η τελευταία δε, τον Αύγουστο του έτους
2012, προέβη σε ρευστοποίηση μέρους των μετοχών της, έναντι του ποσού των
6.590,38 ευρώ. Περαιτέρω εκθέτουν ότι, τον Ιούνιο του έτους 2012, ενημερώθηκαν
από την πρώτη εναγομένη ότι αυτή θα ακύρωνε και δε θα κατέβαλε τον τόκο του
πρώτου εξαμήνου του ιδίου έτους, επικαλούμενη προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας
και περιορισμένης ρευστότητας. Ότι εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης της
πρώτης εναγομένης, δυνάμει: α) του από 29.3.2013 Διατάγματος, που εκδόθηκε από
την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, υπό την ιδιότητα της ως Αρχής Εξυγιάνσεως « Περί
Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ » και β ) του
από 30.7.2013 Διατάγματος, ομοίως εκδοθέντος από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου, «
Περί Διάσωσης με Ίδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας ΛΤΔ (
Τροποποιητικό ( Αρ. 3 ) », το επενδεδυμένο σε Μ.Α.Ε.Κ. κεφάλαιο τους
μετατράπηκε υποχρεωτικά σε μετοχές της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής εταιρίας,
ονομαστικής αξίας εκάστης μετοχής ενός ΕΥΡΩ ( 1 ), κατά τα αναλυτικώς στο
αγωγικό δικόγραφο εκτιθέμενα, με συνέπεια να υποστούν σημαντική ζημία έκαστος,
αφού απώλεσαν το επενδυμένο σε ΜΑΕΚ κεφάλαιο τους και οι ευρισκόμενες στα χέρια
τους μετοχές έχουν μηδενική αξία. Ότι η πρώτη εναγομένη αλλοδαπή τραπεζική
εταιρία υποχρεούται σε αποκατάσταση της ζημίας τους : α) κατά τις διατάξεις του
Ν. 3606/2007 και της συναφούς νομοθεσίας, οι οποίες τυγχάνουν εφαρμογής στις
μεταξύ τους σχέσεις στο πλαίσιο εκπληρώσεως συμβάσεως παροχής επενδυτικών
υπηρεσιών, β) κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών ( άρθρα 914 επ. 919, 922,
147-149 του ΑΚ και 386 του ΠΚ ) και γ ) κατά τις διατάξεις περί ευθύνης του
παρέχοντος υπηρεσίες ( άρθρο 8 Ν. 2251/1994 ), περαιτέρω δε έχουν υποστεί ηθική
βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας δικαιούνται χρηματική ικανοποίηση, κατά
τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο. Βάσει του ιστορικού αυτού οι
ενάγοντες ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να
τους καταβάλουν τα εξής ποσά: Α] Για αποκατάσταση της επελθούσας περιουσιακής
τους ζημίας: 1) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 138.045,28 ευρώ, 2) στο δεύτερο
ενάγοντα το ποσό των 47.609,06 ευρώ, 3) στον αρχικώς τρίτο ενάγοντα το ποσό των
60.000,00 ευρώ, 4) στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των 50.000,00 ευρώ, 5) στους
πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων το ποσό των 100.000,00 ευρώ εις
ολόκληρον, 6) στον όγδοο ενάγοντα το ποσό των 12.502,76 ευρώ, 7) στον ένατο
ενάγοντα το ποσό των 35.000,00 ευρώ, 8) στο δέκατο ενάγοντα το ποσό των
82.500,00 ευρώ, 9) στους ενδέκατο και δωδέκατη των εναγόντων το ποσό των
50.000,00 ευρώ εις ολόκληρον, 10) στους δέκατη τρίτη και δέκατο τέταρτο των
εναγόντων, το ποσό των 20.000,00 ευρώ εις ολόκληρον, 11) στους δέκατη τρίτη,
δέκατο πέμπτο και δέκατη έκτη των εναγόντων (στους 15° και 16η ως ασκούντες από
κοινού τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους Ανδρέα Σακελλαρίου) το ποσό
των 20.000 ευρώ εις ολόκληρον, 12) στους δέκατο έβδομο και δέκατη όγδοη των
εναγόντων το ποσό των 150.000,00 ευρώ εις ολόκληρον, 13) στο δέκατο ένατο
ενάγοντα το ποσό των 20.000,00 ευρώ, 14) στον εικοστό ενάγοντα το ποσό των
50.000 ευρώ, 15) στους εικοστό πρώτο και εικοστή δεύτερη των εναγόντων το ποσό
των 400.000,00 ευρώ εις ολόκληρον, 16) στον εικοστό τρίτο ενάγοντα το ποσό των
60.000,00 ευρώ και 17) στην εικοστή τέταρτη ενάγουσα το ποσό των 43.409,62 ευρώ
και Β] ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από την
προπεριγραφείσα συμπεριφορά των εναγομένων: 1) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των
15.954,72 ευρώ, 2) στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 15.390,94 ευρώ, 3) στον
τρίτο ενάγοντα το ποσό των 15.000,00 ευρώ, 4) στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό των
15.000,00 ευρώ, 5) σε καθένα από τους πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων το
ποσό των 10.000,00 ευρώ, 6) στον όγδοο ενάγοντα το ποσό των 3.997,24 ευρώ, 7)
στον ένατο ενάγοντα το ποσό των 10.500,00 ευρώ, 8) στο δέκατο ενάγοντα το ποσό
των 15.000,00 ευρώ, 9) σε καθένα από τους ενδέκατο και δωδέκατη των εναγόντων
το ποσό των 7.500,00 ευρώ, 10) σε καθένα από τους δέκατη τρίτη και δέκατο
τέταρτο των εναγόντων το ποσό των 3.000,00 ευρώ, 11) σε καθένα από τους δέκατη
τρίτη, δέκατο πέμπτο και δέκατη έκτη των εναγόντων (στους 15° και 16η ως
ασκούντες από κοινού τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους
και για
λογαριασμό αυτού, κατ' ορθή εκτίμηση του δικογράφου) το ποσό των 2.000,00 ευρώ,
12) σε καθένα από τους δέκατο έβδομο και δέκατη όγδοη των εναγόντων το ποσό των
2.500,00 ευρώ, όπως παραδεκτά περιόρισαν το αίτημα της αγωγής τους για την άνω
αιτία, με δήλωση των πληρεξουσίων δικηγόρων τους που καταχωρίστηκε στα πρακτικά
και με τις έγγραφες προτάσεις τους ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου [σελ.
219 αυτών], 13) στο δέκατο ένατο ενάγοντα το ποσό των 6.000,00 ευρώ, 14) στον
εικοστό ενάγοντα το ποσό των 15.000 ευρώ, 15) σε καθένα από τους εικοστό πρώτο
και εικοστή δεύτερη των εναγόντων το ποσό των 15.000,00 ευρώ, 16) στον εικοστό
τρίτο ενάγοντα το ποσό των 15.000,00 ευρώ και 17) στην εικοστή τέταρτη ενάγουσα
το ποσό των 8.590,38 ευρώ, όλα δε τα άνω ποσά με το νόμιμο τόκο από την επίδοση
της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επίσης, ζήτησαν να κηρυχθεί η απόφαση που θα
εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά
τους έξοδα. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση, με την οποία
αφού κρίθηκε νόμιμη η αγωγή, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 281,
288,297,298,299, 330, 346, 914,919, 922, 926, 932 ΑΚ, 386 Π.Κ., 1 παρ. 4, 8,
9α, 9δ και 9ε Ν. 2251/1994, 3 παρ. 2 και 25 Ν. 3606/2007, ακολούθως απορρίφθηκε
ως ουσιαστικά αβάσιμη ως προς τους δεύτερο και τρίτο των εναγομένων και έγινε
εν μέρει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη ως προς την πρώτη εναγομένη
εταιρία, υποχρεώθηκε δε αυτή να καταβάλει: 1) στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των
εκατόν σαράντα μία χιλιάδων επτακοσίων σαράντα πέντε ευρώ και είκοσι οκτώ
λεπτών (141,745,28 ) [138.045,28 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του
ζημίας και 3.700,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 2) στο
δεύτερο ενάγοντα το ποσό των σαράντα εννέα χιλιάδων εννέα ευρώ και έξι λεπτών
(49.009,06 ) [47.609,06 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και
1.400,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 3) στον τρίτο
ενάγοντα το ποσό των εξήντα μία χιλιάδων οκτακοσίων ευρώ (61.800,00 )
[60.000,00 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και 1.800,00 ευρώ
για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 4) στον τέταρτο ενάγοντα το ποσό
των πενήντα μία χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (51.500,00 ) [50.000,00 ευρώ για την
αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και 1.500,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση
λόγω ηθικής βλάβης], 5) στους πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων το ποσό των
εκατό χιλιάδων ευρώ (100.000,00 ) εις ολόκληρον για την αποκατάσταση της
θετικής τους ζημίας, καθώς και το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000,00) ευρώ σε καθένα
από αυτούς για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 6) στον όγδοο ενάγοντα
το ποσό των δεκατριών χιλιάδων δύο ευρώ και εβδομήντα έξι λεπτών (13.002,76 )
[12.502,76 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και 500,00 ευρώ για
χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 7) στον ένατο ενάγοντα το ποσό των
τριάντα έξι χιλιάδων ευρώ (36.000,00 ) [35.000,00 ευρώ για την αποκατάσταση
της θετικής του ζημίας και 1.000,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής
βλάβης], 8) στο δέκατο ενάγοντα το ποσό των ογδόντα πέντε χιλιάδων ευρώ
(85.000,00 ) [82.500,00 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και
2.500,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 9) στον ενδέκατο
και τη δωδέκατη των εναγόντων το ποσό των πενήντα χιλιάδων ευρώ (50.000,00 )
εις ολόκληρον για την αποκατάσταση της θετικής τους ζημίας, καθώς και το ποσό
των χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500,00) σε καθένα από αυτούς για χρηματική
ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 10) στη δέκατη τρίτη και το δέκατο τέταρτο των
εναγόντων το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00 ) εις ολόκληρον για την
αποκατάσταση της θετικής τους ζημίας, καθώς και το ποσό των εξακοσίων (600,00)
ευρώ στο δέκατο τέταρτο ενάγοντα για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης,
11) στη δέκατη τρίτη ενάγουσα και στον ανήλικο ενάγοντα Ανδρέα Σακελλαρίου,
όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τους γονείς του, δέκατο πέμπτο και δέκατη έκτη
των εναγόντων, το ποσό των είκοσι χιλιάδων ευρώ (20.000,00 ) εις ολόκληρον για
την αποκατάσταση της θετικής τους ζημίας, καθώς και το ποσό των χιλίων
διακοσίων ευρώ (1.200,00 ) στη δέκατη τρίτη ενάγουσα και το ποσό των εξακοσίων
(600,00) ευρώ στον ανήλικο Ανδρέα Σακελλαρίου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από
τους γονείς του, δέκατο πέμπτο και δέκατη έκτη των εναγόντων, για χρηματική ικανοποίηση
λόγω ηθικής βλάβης, 12) στο δέκατο έβδομο και τη δέκατη όγδοη των εναγόντων το
ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων ευρώ (150.000,00 ) εις ολόκληρον για την
αποκατάσταση της θετικής τους ζημίας, καθώς και το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων
ευρώ (4.000,00) σε καθένα από αυτούς για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής
βλάβης, 13) στο δέκατο ένατο ενάγοντα το ποσό των είκοσι χιλιάδων εξακοσίων
ευρώ (20.600,00 ) [20.000,00 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας
και 600,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 14) στον εικοστό
ενάγοντα το ποσό των πενήντα μία χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (51.500,00 )
[50.000,00 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και 1.500,00 ευρώ
για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], 15) στον εικοστό πρώτο και την
εικοστή δεύτερη των εναγόντων το ποσό των τετρακοσίων χιλιάδων ευρώ (400.000,00
) εις ολόκληρον για την αποκατάσταση της θετικής τους ζημίας, καθώς και το
ποσό των οκτώ χιλιάδων πεντακοσίων ευρώ (8.500,00) σε καθένα από αυτούς για
χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, 16) στον εικοστό τρίτο ενάγοντα το
ποσό των εξήντα μία χιλιάδων οκτακοσίων ευρώ (61.800,00 ) [60.000,00 ευρώ για
την αποκατάσταση της θετικής του ζημίας και 1.800,00 ευρώ για χρηματική
ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης] και 17) στην εικοστή τέταρτη ενάγουσα το ποσό
των σαράντα τεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων εννέα ευρώ και εξήντα δύο λεπτών
(44.709,62 ) [43.409,62 ευρώ για την αποκατάσταση της θετικής της ζημίας και
1.300,00 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης], όλα δε τα άνω ποσά
με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και έως την πλήρη
εξόφληση. Επίσης, το Δικαστήριο κήρυξε προσωρινά εκτελεστή την απόφαση για
μέρος του επιδίκαζα μενού σε κάθε ενάγοντα ποσού και επέβαλε σε βάρος της
εναγομένης -ήδη εκκαλούσας εταιρίας μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων.
Κατά της παραπάνω απόφασης παραπονείται ήδη η πρώτη εναγομένη - εκκαλούσα
αλλοδαπή τραπεζική εταιρία με την κρινόμενη έφεση για εσφαλμένη ερμηνεία και
εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε να εξαφανισθεί η
εκκαλουμένη απόφαση, προκειμένου να απορριφθεί καθ' ολοκληρίαν η κατ' αυτής από
27.5.2015 με αριθμό κατ. 62580/2095/2015 αγωγή, ως και να καταδικασθούν οι
εφεσίβλητοι σε καταβολή της εν γένει δικαστικής της δαπάνης αμφοτέρων των
βαθμών δικαιοδοσίας.
Σύμφωνα με τη διάταξη του
άρθρου 914 ΑΚ οι προϋποθέσεις της αδικοπρακτικής ευθύνης είναι: 1) η ανθρώπινη
συμπεριφορά, 2) ο παράνομος χαρακτήρας αυτής, 3) η υπαιτιότητα, 4) η επέλευση
ζημίας και 5) η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς του δράστη και της
ζημίας. Για την έννοια του παρανόμου δεν είναι αναγκαίο η ανθρώπινη συμπεριφορά
να συνιστά παράβαση συγκεκριμένου απαγορευτικού ή επιτακτικού κανόνα, αλλά
αρκεί ότι αυτή αποδοκιμάζεται από το δίκαιο και τους σκοπούς του. Ειδικότερα,
το στοιχείο του παρανόμου θεμελιώνεται και σε περίπτωση αντίθεσης της πράξης
στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης τάξης.
Ειδικότερες μορφές της υποχρέωσης πρόνοιας, ασφάλειας και προστασίας των αγαθών
των άλλων, η οποία θεμελιώνει το στοιχείο του παρανόμου κατά τα ανωτέρω,
αποτελούν οι υποχρεώσεις διαφώτισης/ενημέρωσης και
συμβουλευτικής καθοδήγησης/προειδοποίησης του πελάτη εκ μέρους της
Τράπεζας, οι οποίες στηρίζονται στη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ Τράπεζας- πελάτη.
Η εκ μέρους της Τράπεζας παράλειψη εκπλήρωσης των ως άνω υποχρεώσεων θεμελιώνει
αδικοπρακτική της ευθύνη, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις αυτής
(ευθύνης), ήτοι η υπαιτιότητα και η επέλευση ζημίας αιτιωδώς συνδεόμενης με την
παράνομη συμπεριφορά της Τράπεζας, με την έννοια ότι η παράβαση των απορρεουσών
από την καλή πίστη υποχρεώσεων της Τράπεζας αποτελεί όρο, κατ' αντικειμενική
πρόγνωση, πρόσφορο να οδηγήσει στο αποτέλεσμα της ζημίας. Υπό την έννοια αυτή,
οι συγκεκριμένες συναλλακτικές υποχρεώσεις παραβιάζονται, μεταξύ άλλων, και
στις περιπτώσεις που παραλείπεται η παροχή όσων πληροφοριών είναι απαραίτητες
στον συγκεκριμένο αποδέκτη των επενδυτικών υπηρεσιών, προκειμένου αυτός να
είναι σε θέση να αντιληφθεί την μορφή της προτεινόμενης σε αυτόν τοποθέτησης
των κεφαλαίων του και κυρίως να κατανοήσει όσους κινδύνους συνδέονται με την
ζημιογόνο για τον ίδιο εξέλιξη αυτής, ώστε, έχοντας ενημερωθεί σχετικώς, να
αξιολογήσει ακολούθως ιδίως τις επιβλαβείς συνέπειες της συγκεκριμένης
επενδυτικής επιλογής και ο ίδιος να αποφασίσει εάν θα την επιχειρήσει,
παρέχοντας την σχετική εντολή στην αντισυμβαλλομένη αυτού Τράπεζα. Περαιτέρω,
κατά την διάταξη του άρθρου 922 ΑΚ, ο κύριος ή ο προστήσας κάποιον άλλο σε μια
υπηρεσία ευθύνεται, για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε
τρίτο παράνομα, κατά την υπηρεσία του. Η εφαρμογή της πιο πάνω διάταξης
προϋποθέτει: α) σχέση πρόστησης, η οποία υπάρχει, όταν ο προστήσας, που μπορεί
να είναι και αντιπροσωπευόμενος σε υλικές ενέργειες, διατηρεί το δικαίωμα να
δίνει οδηγίες και εντολές στον προστηθέντα αντιπρόσωπο του, κατά τη διενέργεια
υλικών, κυρίως, ενεργειών σε σχέση με τον τρόπο, εκπλήρωσης της υπηρεσίας του ή
ο τελευταίος υπόκειται σε συγκεκριμένες υποχρεώσεις, β) ενέργεια του
προστηθέντος παράνομη και υπαίτια πληρούσα τις προϋποθέσεις του άρθρου 914 ΑΚ
και γ) η ενέργεια αυτή του προστηθέντος να έγινε κατά την εκτέλεση της
υπηρεσίας που του είχε ανατεθεί, ακόμη και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας του
αυτής, η οποία υφίσταται, όταν η ζημιογόνος πράξη τελέστηκε εντός των ορίων
καθηκόντων που ανατέθηκαν στον προστηθέντα, ή επ' ευκαιρία ή με αφορμή την
υπηρεσία, αλλά κατά παράβαση των εντολών και οδηγιών, οι οποίες δόθηκαν σε
αυτόν ή καθ' υπέρβαση των καθηκόντων του, που διέπουν τη μεταξύ τους σχέση,
εφόσον, μεταξύ της ζημιογόνου ενέργειας του προστηθέντος και της υπηρεσίας, η
οποία ανατέθηκε σε αυτόν, υπάρχει εσωτερική συνάφεια, υπό την έννοια, ότι η
αδικοπραξία δεν θα ήταν δυνατόν να υπάρξει χωρίς την ιδιαίτερη σχέση ή ότι η
τελευταία υπήρξε το αναγκαίο μέσο για την τέλεση της αδικοπραξίας και κατέστη
δυνατή εξαιτίας ακριβώς, της σχέσης, των μέσων και των ευκαιριών που ανέθεσε ο
αντιπρόσωπος, στο πλαίσιο της ειδικής σχέσης προς τον αντιπροσωπευόμενο, με τη
χρησιμοποίηση τους για άλλο σκοπό από εκείνο για τον οποίο του ανατέθηκαν (ΑΠ
1198/2009). Είναι δε αδιάφορη η νομική σχέση που συνδέει τον προστήσαντα με τον
προστηθέντα και αρκεί το γεγονός ότι ο τελευταίος, όταν αδικοπρακτούσε, τελούσε
υπό τις οδηγίες και εντολές του προστήσαντος ως προς τον τρόπο εκπλήρωσης των
καθηκόντων του, χωρίς να είναι απαραίτητη και η διαρκής επίβλεψη του, υπό την
αυτονόητη προϋπόθεση, όμως, ότι ο προστηθείς ενεργούσε προς διεκπεραίωση
υπόθεσης και γενικά προς εξυπηρέτηση συμφερόντων του προστήσαντος (ΑΠ
290/2011).
Εξ άλλου, από τις διατάξεις
του άρθρου 8 του ν. 2251/1994, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του με το
άρθρο 10 παρ. 3 ν. 3587/2007 , προκύπτει ότι η ευθύνη του παρέχοντος υπηρεσίες,
ο οποίος, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, μπορεί να είναι και τράπεζα
έναντι του πελάτη της ή άλλου με αυτή συμβεβλημένου προσώπου μπορεί να είναι
είτε ενδοσυμβατική είτε αδικοπρακτική, ανεξάρτητα από προϋφιστάμενη ενοχική
σχέση μεταξύ παρέχοντος τις υπηρεσίες και ζημιωθέντος (ΑΠ 1028/2015). Υπό την
συνδρομή των προϋποθέσεων των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, περαιτέρω, ότι με
αυτές (ανωτέρω διατάξεις), θεμελιώνεται αστική ευθύνη σε αποζημίωση λόγω
αδικοπραξίας και στις περιπτώσεις ευθύνης λόγω παροχής τραπεζικών επενδυτικών
υπηρεσιών, εφόσον ο αντισυμβαλλόμενος της Τράπεζας χαρακτηρίζεται ως καταναλωτής,
σύμφωνα με την ρύθμιση του άρθρου 1 παρ. 4 του ν. 2251/1994 Ο ανωτέρω νόμος
έχει συμπεριλάβει ειδικές διατάξεις, που επιβάλλουν στον οποιονδήποτε
"προμηθευτή" -και στις τράπεζες- την ορθή, αναγκαία και κατάλληλη
πληροφόρηση του μέσου "καταναλωτή" - και του ιδιώτη επενδυτή-, ώστε
αυτός να λαμβάνει τεκμηριωμένα την σωστή απόφαση της πράγματι ηθελημένης
συναλλαγής. Να μην παραπλανάται, δηλαδή, αποφασίζοντας να ενεργήσει συναλλαγή,
την οποία διαφορετικά δεν θα αποφάσιζε να ενεργήσει. Οι υποχρεώσεις αυτές του
"προμηθευτή" προβλέπονται ιδίως στα άρθρα 9γ-9ε του νόμου, που
αναφέρονται στην "απαγόρευση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών". Εμμέσως,
ωστόσο, προκύπτουν και από τις διατάξεις των άρθρων 4 και 4α, τα οποία
αναφέρονται μεν ευθέως σε "εμπορία υπηρεσιών από απόσταση", αφορούν,
όμως - με τελολογική ερμηνεία τους - αυτονόητα κάθε συναλλαγή με ταυτόχρονη
φυσική παρουσία των συναλλασσομένων. Η προβλεπόμενη στο νόμο κύρωση για την
περίπτωση παράβασης της εν λόγω υποχρέωσης εκ μέρους του "προμηθευτή"
συνίσταται κυρίως σε αποζημίωση του καταναλωτή (άρθρο 98 του ανωτέρω νόμου).
Πρέπει, εξ άλλου, να σημειωθεί ότι πέρα από τη θεμελίωση των υποχρεώσεων
συμβουλευτικής καθοδήγησης και ενημέρωσης στη γενική υποχρέωση πρόνοιας που
απορρέει από την καλή πίστη, καθώς επίσης και στον, κοινοτικής προέλευσης, νόμο
για την προστασία του καταναλωτή, το καθήκον παροχής συμβουλών στον καταναλωτή
απαντάται και στο κοινοτικό δίκαιο των επενδυτικών υπηρεσιών και, ειδικότερα,
στο άρθρο 19 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων,
όπου γίνεται δεκτό ότι για την παροχή εύλογων συμβουλών λαμβάνεται υπόψη η
καλύτερη εξυπηρέτηση του συμφέροντος του πελάτη. Η παραπάνω οδηγία ενσωματώθηκε
στο ελληνικό δίκαιο με το ν. 3606/2007 όπου εξειδικεύονται και διευκρινίζονται
οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται προς προστασία των επενδυτών. Προστατευόμενο
έννομο αγαθό της διάταξης του άρθρου 8 του ως άνω νόμου είναι η περιουσία του
αποδέκτη των επενδυτικών υπηρεσιών και η εμπιστοσύνη στην ορθή λειτουργία του
συστήματος παροχής επενδυτικών υπηρεσιών. Οι αποδέκτες των επενδυτικών υπηρεσιών
είναι, επομένως, αμέσως ζημιωθέντες από την παράβαση της εν λόγω διάταξης ( ΑΠ
974/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 865/2017). Ο νόμος 3606/2007 « Αγορές χρηματοπιστωτικών
μέσων και άλλες διατάξεις »(που ήδη καταργήθηκε με τον ν. 4514/2018 «Αγορές
χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις » ), ο οποίος είχε εισαγάγει και
ενσωματώσει στο εσωτερικό δίκαιο την Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «Για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για
την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της
οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την
κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου» της 21.4.2004 (L 145/30.4.2004
), γνωστή και ως « MiFID », ο οποίος εξακολουθεί να εφαρμόζεται επί πράξεων ή
παραλείψεων τελεσθεισών μέχρι τη θέση σε ισχύ του Ν. 4514/2018 ( άρθρο 98 παρ.
1 αυτού), προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: Αρθρο 3 παρ. 1 και 2 του νόμου
« 1. Οι διατάξεις του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού εφαρμόζονται στις ΑΕΠΕΥ,
στις οργανωμένες αγορές και τους διαχειριστές αγοράς, καθώς και στις Ανώνυμες
Εταιρίες Επενδυτικής Διαμεσολάβησης ( ΑΕΕΔ ), εφόσον παρέχουν επενδυτικές
υπηρεσίες σύμφωνα με την άδεια λειτουργίας τους. 2. Στα πιστωτικά ιδρύματα,
εφόσον παρέχουν μία ή περισσότερες επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν επενδυτικές
δραστηριότητες, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις : ( α ) το άρθρο 2, ( β ) η
παράγραφος 5 του άρθρου αυτού, καθώς και τα άρθρα 6, 7, 12 έως 15 και 19, (γ)
τα άρθρα 25 έως 30, (δ) οι παράγραφοι 1,6 και 7 του άρθρου 31, οι παράγραφοι 1,
2, 4 και 5 του άρθρου 32, τα άρθρα 34 και 49 έως 58, ( ε) τα άρθρα 59 έως 62,66
και 69 και ( στ) το άρθρο 71 » . Στο άρθρο 4 παρ. 1 και 2 προβλέπεται ότι: « 1.
Ως επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες νοούνται οι εξής : ( α ) Η λήψη και
διαβίβαση εντολών, η οποία συνίσταται στη λήψη και διαβίβαση εντολών για
λογαριασμό πελατών, για κατάρτιση συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα. (β) Η
εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών, η οποία συνίσταται στην κατάρτιση
συμβάσεων αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσότερων χρηματοπιστωτικών μέσων για
λογαριασμό πελατών. ( γ ) Η διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό, η οποία
συνίσταται στη διαπραγμάτευση από ΕΠΕΥ με κεφάλαια της ενός ή περισσότερων
χρηματοπιστωτικών μέσων προς κατάρτιση συναλλαγών επ' αυτών. ( δ ) Η διαχείριση
χαρτοφυλακίων, η οποία συνίσταται στη διαχείριση, κατά τη διακριτική ευχέρεια
της ΕΠΕΥ, χαρτοφυλακίων πελατών, στο πλαίσιο εντολής τους, που περιλαμβάνουν
ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα. ( ε) Η παροχή επενδυτικών συμβουλών, η
οποία συνίσταται στην παροχή προσωπικών συμβουλών σε πελάτη, είτε κατόπιν
αιτήσεως του είτε με πρωτοβουλία της ΕΠΕΥ, σχετικά με μία ή περισσότερες
συναλλαγές που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα. ( στ ) Η αναδοχή
χρηματοπιστωτικών μέσων ή η τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση
ανάληψης. ( ζ ) Η τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων χωρίς δέσμευση ανάληψης. (
η ) Η λειτουργία πολυμερούς μηχανισμού διαπραγμάτευσης ( ΠΜΔ ). 2.Ως
παρεπόμενες υπηρεσίες νοούνται οι εξής : ( α) Η φύλαξη και διοικητική
διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών, περιλαμβανομένης της
παροχής υπηρεσιών θεματοφύλακα και παροχής συναφών υπηρεσιών όπως η διαχείριση
χρηματικών διαθεσίμων ή παρεχόμενων ασφαλειών. ( β ) Η παροχή πιστώσεων ή
δανείων σε επενδυτή προς διενέργεια συναλλαγής σε ένα ή περισσότερα
χρηματοπιστωτικά μέσα, στην οποία μεσολαβεί η ΕΠΕΥ, η οποία παρέχει την πίστωση
ή το δάνειο. ( γ ) Η παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση
του κεφαλαίου τους, την κλαδική στρατηγική και συναφή θέματα, καθώς και παροχή
συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και εξαγορές επιχειρήσεων. ( δ
) Η παροχή υπηρεσιών ξένου συναλλάγματος εφόσον συνδέονται με την παροχή
επενδυτικών υπηρεσιών. ( ε ) Η έρευνα στον τομέα των επενδύσεων και
χρηματοοικονομική ανάλυση ή άλλες μορφές γενικών συστάσεων που σχετίζονται με
συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα. ( στ ) Η παροχή υπηρεσιών σχετιζόμενων με
την αναδοχή. (ζ) Η παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με τα
υποκείμενα μέσα των παραγώγων που περιλαμβάνονται στις περιπτώσεις ε' έως ζ' και
ι' του άρθρου 5, εφόσον σχετίζονται με την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων
υπηρεσιών » και στο άρθρο 25 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι:« 1. Οι ΑΕΠΕΥ
οφείλουν να ενεργούν κατά την παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών σε
πελάτες με αμεροληψία, εντιμότητα και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετούν με
τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών τους και ειδικότερα να
συμμορφώνονται με τις αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 έως 8 του άρθρου
αυτού. 2. Οι πληροφορίες που παρέχουν οι ΑΕΠΕΥ σε πελάτες ή σε δυνητικούς
πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, πρέπει να είναι
ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να
μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες. 3. Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν στους πελάτες
ή στους δυνητικούς πελάτες κατάλληλη πληροφόρηση σε κατανοητή μορφή, ώστε αυτοί
να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της
προσφερόμενης επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας και της συγκεκριμένης κατηγορίας
του προτεινόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και ως εκ τούτου να λαμβάνουν
επενδυτικές αποφάσεις επί τη βάσει αντικειμενικής πληροφόρησης. Οι πληροφορίες
αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή. Η πληροφόρηση περιλαμβάνει
στοιχεία σχετικά με: (α) την ΑΕΠΕΥ και τις υπηρεσίες της, ( β ) τα
χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές, καθώς και
κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που
συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή με την
υιοθέτηση των εν λόγω επενδυτικών στρατηγικών, ( γ ) τους τόπους εκτέλεσης και
(δ ) το κόστος και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις. 4. Όταν οι ΑΕΠΕΥ
παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή προβαίνουν σε διαχείριση χαρτοφυλακίου,
οφείλουν να αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την
εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα που σχετίζεται
με τη συγκεκριμένη κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, καθώς και
σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του,
ώστε να μπορούν να τους συστήσουν τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα
χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωση τους (έλεγχος
καταλληλότητας). 5. Όταν οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες εκτός
από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό
πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του στον
επενδυτικό τομέα που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη κατηγορία του προσφερόμενου
ή ζητούμενου χρηματοπιστωτικού μέσου ή υπηρεσίας, ώστε να μπορούν οι ΑΕΠΕΥ να
εκτιμήσουν κατά πόσον η σχεδιαζόμενη επενδυτική υπηρεσία ή το χρηματοπιστωτικό
μέσο είναι κατάλληλο για τον πελάτη ( έλεγχος συμβατότητας). Εφόσον οι ΑΕΠΕΥ
κρίνουν, βάσει των πληροφοριών που έχουν λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο
εδάφιο, ότι το χρηματοπιστωτικό μέσο ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον
πελάτη ή το δυνητικό πελάτη, οφείλουν να τον προειδοποιήσουν σχετικά. Η
προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. Εάν ο πελάτης ή ο
δυνητικός πελάτης δεν παράσχει τις κατά το πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με
τις γνώσεις και την εμπειρία του ή αν παράσχει ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες,
οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να τον προειδοποιήσουν ότι η απόφαση του αυτή δεν τους
επιτρέπει να κρίνουν κατά πόσον η προσφερόμενη ή ζητούμενη επενδυτική υπηρεσία
ή το προσφερόμενο ή ζητούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλα γι αυτόν.
Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή. 6. Οι ΑΕΠΕΥ που
παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά στην εκτέλεση
εντολών πελατών ή τη λήψη και διαβίβαση εντολών με ή χωρίς παρεπόμενες
υπηρεσίες μπορούν να παρέχουν τις εν λόγω επενδυτικές υπηρεσίες στους πελάτες
τους χωρίς να έχουν λάβει τις πληροφορίες και χωρίς να έχουν καταλήξει στην
κρίση που προβλέπεται στην α, παράγραφο 5, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι
παρακάτω προϋποθέσεις : ( α) Οι εν λόγω υπηρεσίες αφορούν μετοχές, εισηγμένες
για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή σε ισοδύναμη αγορά τρίτης χώρας, μέσα
χρηματαγοράς, ομολογίες ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, (με την εξαίρεση
των ομολογιών ή άλλων μορφών τιτλοποιημένου χρέους που ενσωματώνουν παράγωγα),
μερίδια ΟΣΕΚΑ και άλλα μη σύνθετα χρηματοπιστωτικά μέσα. Αγορά τρίτης χώρας
θεωρείται ισοδύναμη με οργανωμένη αγορά, εάν πληροί ισοδύναμες απαιτήσεις με
τις οριζόμενες στο Κεφάλαιο ΣΤ' του Πρώτου Μέρους του νόμου αυτού. ( β ) Η
υπηρεσία παρέχεται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη ή δυνητικού πελάτη, (γ) Ο
πελάτης ή δυνητικός πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι, κατά την παροχή της εν
λόγω υπηρεσίας, η ΑΕΠΕΥ δεν υποχρεούται να αξιολογήσει τη συμβατότητα του
χρηματοπιστωτικού μέσου που προσφέρεται ή της υπηρεσίας που παρέχεται και ότι
δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία των σχετικών κανόνων επαγγελματικής
συμπεριφοράς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.
(δ) Η ΑΕΠΕΥ συμμορφώνεται με τις κατά το άρθρο 13 υποχρεώσεις της. 7. Οι ΑΕΠΕΥ
τηρούν αρχείο με τα έγγραφα και τις συμβάσεις που καταρτίζονται μεταξύ του
πελάτη και της ΑΕΠΕΥ, τα οποία αναφέρουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των
μερών, καθώς και τους όρους υπό τους οποίους η ΑΕΠΕΥ παρέχει υπηρεσίες στον
πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με
αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα. 8. Οι ΑΕΠΕΥ παρέχουν σε κάθε πελάτη
εγγράφως επαρκή ενημέρωση σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Στην ενημέρωση
αυτή περιλαμβάνεται, όπου συντρέχει περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών που
εκτελούνται για λογαριασμό του και των υπηρεσιών που του παρέχονται. 9. Όταν η
επενδυτική υπηρεσία προσφέρεται ως μέρος χρηματοπιστωτικού προϊόντος που ήδη
υπόκειται σε άλλες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας ή σε κοινά ευρωπαϊκά
πρότυπα σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα και την καταναλωτική πίστη όσον αφορά
την αξιολόγηση του κινδύνου των πελατών και τις απαιτήσεις περί πληροφοριών, η
παροχή της εν λόγω υπηρεσίας δεν υπόκειται επιπροσθέτως στις επιβαλλόμενες με
το άρθρο αυτό υποχρεώσεις. 10. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της
Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις των ΕΠΕΥ που
καθορίζονται στις παραγράφους 2 έως 8, σύμφωνα με τα εκτελεστικά μέτρα της
παραγράφου 10 του άρθρου 19 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ. 11. Οι ΑΕΠΕΥ, οι ΑΕΔΟΕΕ και
τα πιστωτικά ιδρύματα που διαχειρίζονται ηλεκτρονικά συστήματα μέσω των οποίων προσφέρονται
κινητές αξίες, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 3401/2005, πρέπει να
παρέχουν στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες πληροφόρηση για τις προσφορές
αυτές, που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής : ί. πληροφορίες για τη νομική
κατάσταση του εκδότη, ϋ. επισκόπηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του
εκδότη, iii. πληροφορίες για πιθανά επενδυτικά σχέδια του εκδότη, ίν.
πληροφορίες για τους μετόχους / εταίρους με ποσοστό πάνω από πέντε τοις εκατό
(5%) και για το κεφάλαιο. Περιγραφή κάθε γνωστής στον εκδότη συμφωνίας, της
οποίας η εφαρμογή θα μπορούσε, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, να επιφέρει αλλαγές
όσον αφορά στον έλεγχο του εκδότη, ν. πληροφορίες για τη διοίκηση του εκδότη,
νί. πληροφορίες για τυχόν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ διοίκησης, μετόχων του
εκδότη και ΑΕΠΕΥ που παρέχει την παρεπόμενη υπηρεσία της περίπτωσης α' της παρ.
2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007, ΑΕΔΟΕΕ του άρθρου 6 παρ. 4 του ν. 4209/2013 ή
πιστωτικού ιδρύματος που διαμεσολαβεί, vii. πληροφορίες για τον τόπο
δημοσίευσης των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων του εκδότη (π.χ. ιστοσελίδα του
εκδότη, ΓΕΜΗ, κ.τ.λ.), viii. πληροφορίες σχετικά με τις κινητές αξίες που
προσφέρονται και τους όρους της προσφοράς (π.χ. τρόπος κατανομής των κινητών
αξιών σε περίπτωση υπερκάλυψης της προσφοράς, παράδοση κινητών αξίων κ.α.), ix.
περιγραφή των δικαιωμάτων (ψήφου, πληροφόρησης) που αποκτά ο επενδυτής, χ.
διακριτή παράθεση των παραγόντων κινδύνου που συνδέονται με τον εκδότη, τον
τομέα δραστηριότητας του και τις κινητές αξίες που προσφέρονται, χϊ.
προειδοποίηση ότι η επένδυση δεν είναι άμεσα ρευστοποιήσιμη και υπάρχει
ενδεχόμενο ολικής απώλειας κεφαλαίου, xii. παράθεση των προσώπων που είναι
υπεύθυνα για τις παραπάνω πληροφορίες, xiii. προειδοποίηση ότι οι παραπάνω
πληροφορίες δεν εγκρίνονται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Με απόφαση της
Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις πληροφόρησης
που προβλέπονται παραπάνω για τις ΑΕΠΕΥ και τις ΑΕΔΟΕΕ της παρούσης παραγράφου
και τα πιστωτικά ιδρύματα, να καθορίζονται τα τεχνικά μέσα εφαρμογής τους,
καθώς και κάθε άλλη αναγκαία
λεπτομέρεια». Κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 10 του άρθρου 25 Ν. 3606/2007
εκδόθηκε η υπ' αριθ. 1/452/1.11.2007 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της
Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ( Φ.Ε.Κ. Β' 2136/1.11.2007 )« Κανόνες Συμπεριφοράς
Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών ( Ε.Π.Ε.Υ. ) », η οποία ορίζει,
μεταξύ άλλων, τα εξής : {άρθρο 2 παρ. 9 και 10} « Για τους σκοπούς της απόφασης
αυτής, νοούνται ως : ... 9. " Επενδυτική συμβουλή " : μια προσωπική
σύσταση προς ένα πρόσωπο υπό την ιδιότητα του ως υφιστάμενου ή δυνητικού
επενδυτή, ή υπό την ιδιότητα του ως αντιπροσώπου υφιστάμενου ή δυνητικού
επενδυτή, η οποία : (α ) παρουσιάζεται ως κατάλληλη για το πρόσωπο αυτό ή
λαμβάνει υπόψη της την κατάσταση του προσώπου αυτού και (β) αποτελεί σύσταση
για την: (βα) αγορά, πώληση, εγγραφή, ανταλλαγή, εξαγορά, διακράτηση ή αναδοχή
ορισμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, (ββ) άσκηση ή μη άσκηση οποιουδήποτε
δικαιώματος που παρέχει ορισμένο χρηματοπιστωτικό μέσο για την αγορά, πώληση, εγγραφή,
ανταλλαγή, ή εξαγορά χρηματοπιστωτικού μέσου. Μια σύσταση δεν είναι προσωπική
σύσταση εάν διαδίδεται αποκλειστικά μέσω διαύλων επικοινωνίας ή απευθύνεται στο
κοινό. 10. " Δίαυλος επικοινωνίας ": το μέσο ή ο τρόπος, μέσω του
οποίου δημοσιοποιείται ή είναι πιθανό ότι θα δημοσιοποιηθεί μία πληροφορία,
στην οποία έχει πρόσβαση μεγάλος αριθμός προσώπων, όπως ενδεικτικά, τα μέσα
μαζικής ενημέρωσης, το διαδίκτυο και η μαζική ταχυδρομική αποστολή (έγχαρτη ή
ηλεκτρονική ) » , στο άρθρο 4 : « 1. Η ΕΠΕΥ διασφαλίζει ότι όλες οι
πληροφορίες, περιλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, τις οποίες
απευθύνει σε ιδιώτες πελάτες ή τις οποίες διαδίδει με τρόπο που καθιστά πιθανή
τη λήψη τους από ιδιώτες πελάτες, πληρούν τις προϋποθέσεις, προκειμένου να
είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. 2. Η πληροφόρηση περιλαμβάνει
απαραιτήτως την επωνυμία της ΕΠΕΥ. 3. Η πληροφόρηση πρέπει να είναι ακριβής και
ειδικότερα να μη δίνει έμφαση σε ενδεχόμενα δυνητικά οφέλη από μια επενδυτική
υπηρεσία ή από ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, χωρίς να επισημαίνει, παράλληλα, με
σαφήνεια κάθε σχετικό κίνδυνο. Η πληροφόρηση πρέπει να είναι επαρκής και να
παρουσιάζεται με τρόπο ώστε να είναι πιθανή η κατανόηση της από το μέσο μέλος
της ομάδας των προσώπων στην οποία απευθύνεται και από κάθε άλλο πιθανό
αποδέκτη της. Η πληροφόρηση δεν πρέπει να αποκρύπτει, να υποβαθμίζει ή να
συγκαλύπτει σημαντικά στοιχεία, δηλώσεις ή προειδοποιήσεις. 4. Όταν η
πληροφόρηση συγκρίνει επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, χρηματοπιστωτικά
μέσα ή πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, πρέπει: ( α) η
σύγκριση να είναι εύλογη και να παρουσιάζεται με ακριβοδίκαιο τρόπο, ( β ) να
προσδιορίζονται οι πηγές της πληροφόρησης που χρησιμοποιούνται για τη σύγκριση
και (γ) να αναφέρονται τα βασικά στοιχεία και οι παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν
για τη σύγκριση. 5. Όταν η πληροφόρηση περιλαμβάνει ένδειξη προηγούμενων
επιδόσεων ενός χρηματοπιστωτικού μέσου, ενός χρηματοοικονομικού δείκτη ή μιας
επενδυτικής υπηρεσίας:(α) Η ένδειξη προηγούμενων επιδόσεων δεν πρέπει να
αποτελεί το προεξέχον στοιχείο της σχετικής ανακοίνωσης. ( β ) Η πληροφόρηση
πρέπει να περιλαμβάνει τις κατάλληλες πληροφορίες για τις επιδόσεις της αμέσως
προηγούμενης πενταετίας ή, εάν το διάστημα κατά το οποίο είτε ήταν διαθέσιμο το
χρηματοπιστωτικό μέσο, είτε καταρτίστηκε ο δείκτης, είτε παρασχέθηκε η
επενδυτική υπηρεσία, είναι μικρότερο των πέντε ετών, για όλο το χρονικό αυτό
διάστημα. Η ΕΠΕΥ, πάντως μπορεί να παρέχει πληροφόρηση για μεγαλύτερο χρονικό
διάστημα από την πενταετία. Σε κάθε περίπτωση η πληροφόρηση αφορά πλήρεις
δωδεκάμηνες περιόδους. ( γ ) Η περίοδος αναφοράς και η πηγή των πληροφοριών
πρέπει να αναφέρονται με σαφήνεια. ( δ ) Η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει
εμφανή προειδοποίηση ότι τα αριθμητικά στοιχεία αναφέρονται στο παρελθόν και
ότι οι προηγούμενες επιδόσεις δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη μελλοντικών
επιδόσεων. (ε) Όταν η ένδειξη προηγουμένων επιδόσεων βασίζεται σε αριθμητικά
στοιχεία εκπεφρασμένα σε νόμισμα διαφορετικό από εκείνο του κράτους μέλους, στο
οποίο είναι εγκατεστημένος ο ιδιώτης πελάτης, πρέπει να αναφέρεται με σαφήνεια
το σχετικό νόμισμα και να περιλαμβάνεται
προειδοποίηση ότι η απόδοση ενδέχεται να επηρεαστεί θετικά ή αρνητικά από
συναλλαγματικές διακυμάνσεις. ( στ) Όταν η ένδειξη προηγουμένων επιδόσεων
βασίζεται σε μεικτή απόδοση, πρέπει να γνωστοποιούνται αναλυτικά οι
επιβαρύνσεις από προμήθειες, αμοιβές ή άλλες χρεώσεις. 6. Η πληροφόρηση, που
περιλαμβάνει ή αναφέρεται σε προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων, πρέπει να
αναφέρεται σε χρηματοπιστωτικό μέσο ή χρηματοοικονομικό δείκτη και να πληροί
τις ακόλουθες προϋποθέσεις: (α) η προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων πρέπει να
βασίζεται σε πραγματικές προηγούμενες επιδόσεις ενός ή περισσότερων
χρηματοπιστωτικών μέσων ή χρηματοοικονομικών δεικτών, οι οποίοι είτε αφορούν το
ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο είτε υποκείμενο μέσο του, (β) οι πραγματικές
προηγούμενες επιδόσεις, στις οποίες βασίζεται η προσομοίωση προηγουμένων
επιδόσεων, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων ( α ) έως (γ), (
ε) και ( στ) της παραγράφου 5 και ( γ ) η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει
εμφανή προειδοποίηση ότι τα αριθμητικά στοιχεία αφορούν προσομοίωση
προηγουμένων επιδόσεων και ότι οι προηγούμενες αυτές επιδόσεις δεν αποτελούν
ασφαλή ένδειξη μελλοντικών επιδόσεων. 7. Όταν η πληροφόρηση περιλαμβάνει
πληροφοριακά στοιχεία σχετικά με μελλοντικές επιδόσεις : ( α) η πληροφόρηση δεν
πρέπει να βασίζεται ή να αναφέρεται σε προσομοίωση προηγουμένων επιδόσεων, (β)
η πληροφόρηση πρέπει να βασίζεται σε εύλογες παραδοχές που μπορούν να
τεκμηριωθούν με αντικειμενικά δεδομένα, (γ) σε περίπτωση που η πληροφόρηση
βασίζεται σε μεικτή απόδοση, πρέπει να γνωστοποιούνται αναλυτικά οι
επιβαρύνσεις από προμήθειες, αμοιβές ή άλλες χρεώσεις και (δ ) η πληροφόρηση
πρέπει να περιλαμβάνει εμφανή προειδοποίηση ότι οι προβλέψεις σχετικά με τις
μελλοντικές επιδόσεις δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη μελλοντικών επιδόσεων. 8.
Πληροφόρηση, η οποία αναφέρεται σε ιδιαίτερη φορολογική μεταχείριση, πρέπει να
επισημαίνει ότι η συγκεκριμένη φορολογική μεταχείριση εξαρτάται από τα ατομικά
δεδομένα κάθε πελάτη και ενδέχεται να μεταβληθεί στο μέλλον. 9. Η πληροφόρηση
δεν πρέπει να χρησιμοποιεί το όνομα αρμόδιας αρχής με τρόπο που να δείχνει ή να
υποδηλώνει ότι η αρμόδια αρχή υποστηρίζει ή εγκρίνει τα προϊόντα ή τις
υπηρεσίες της ΕΠΕΥ » , στο άρθρο 8: « 1. Η ΕΠΕΥ παρέχει στους πελάτες της
γενική περιγραφή της φύσης και των κινδύνων που ενέχουν τα χρηματοπιστωτικά
μέσα, λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα την κατηγοριοποίηση του πελάτη ως ιδιώτη ή
επαγγελματία. Η περιγραφή αυτή εξηγεί τη φύση του χρηματοπιστωτικού μέσου και
τους συγκεκριμένους κινδύνους που αυτό ενέχει, με επαρκείς λεπτομέρειες, ώστε ο
πελάτης να μπορεί να λαμβάνει εμπεριστατωμένες επενδυτικές αποφάσεις. 2. Η
περιγραφή των κινδύνων περιλαμβάνει, ανάλογα με το είδος του χρηματοπιστωτικού
μέσου, την κατηγορία και το επίπεδο γνώσης του πελάτη, τα ακόλουθα στοιχεία :
(α) τους κινδύνους που σχετίζονται με το συγκεκριμένο είδος χρηματοπιστωτικού
μέσου, επεξηγώντας τη μόχλευση που παρέχει και τις συνέπειες της, καθώς και τον
κίνδυνο απώλειας του συνόλου της επένδυσης, ( β ) τη μεταβλητότητα της τιμής
του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, καθώς και οποιουσδήποτε υφιστάμενους
στην αγορά, στην οποία το μέσο αυτό αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης,
περιορισμούς, ( γ) το γεγονός ότι ο επενδυτής, εκτός από το κόστος απόκτησης
των χρηματοπιστωτικών μέσων, ενδέχεται να αναλάβει, ως αποτέλεσμα συναλλαγών
επί των συγκεκριμένων μέσων, οικονομικές δεσμεύσεις καθώς και άλλες πρόσθετες
υποχρεώσεις, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων υποχρεώσεων, (δ) το περιθώριο
ασφάλισης ή παρόμοια υποχρέωση που, ενδεχομένως, απαιτείται για τη διενέργεια
συναλλαγών επί των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων. 3. Όταν η ΕΠΕΥ
παρέχει σε ιδιώτη πελάτη πληροφορίες σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο που
αποτελεί αντικείμενο δημόσιας προσφοράς, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη και για
την οποία έχει εκδοθεί ενημερωτικό δελτίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.
3401/2005, ενημερώνει τον πελάτη σχετικά με το πού διατίθεται στο κοινό το
συγκεκριμένο ενημερωτικό δελτίο. 4. Όταν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο αποτελείται
από ένα ή περισσότερα διαφορετικά χρηματοπιστωτικά μέσα ή υπηρεσίες και είναι
πιθανό οι κίνδυνοι, οι οποίοι συνδέονται με το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό
μέσο, να είναι μεγαλύτεροι από τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε μία από
τις συνιστώσες του, η ΕΠΕΥ παρέχει επαρκή περιγραφή των συνιστωσών του
συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου, καθώς και του τρόπου με τον οποίο η
αλληλεπίδραση τους αυξάνει τους κινδύνους. 5. Όταν χρηματοπιστωτικά μέσα
ενσωματώνουν εγγύηση τρίτου, η πληροφόρηση που παρέχει η ΕΠΕΥ σχετικά με την
εγγύηση αυτή περιλαμβάνει επαρκείς λεπτομέρειες για τον εγγυητή και την
εγγύηση, προκειμένου ο ιδιώτης πελάτης να μπορεί να προβεί σε εμπεριστατωμένη
αξιολόγηση της εγγύησης » , στο άρθρο 12: « 1.Η ΕΠΕΥ, στο πλαίσιο παροχής
επενδυτικών συμβουλών, ή της διαχείρισης χαρτοφυλακίων λαμβάνει, από τους
πελάτες, τις πληροφορίες οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου να κατανοήσει
τα βασικά δεδομένα του πελάτη και να σχηματίσει εύλογα την πεποίθηση,
λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την έκταση της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας,
ότι η συγκεκριμένη συναλλαγή, που προτείνει στο πλαίσιο παροχής επενδυτικών
συμβουλών, ή που καταρτίζει στο πλαίσιο της διαχείρισης χαρτοφυλακίου, πληροί
τα ακόλουθα κριτήρια : ( α) είναι σύμφωνη με τους επενδυτικούς στόχους του
συγκεκριμένου πελάτη, (β) ο πελάτης έχει την οικονομική δυνατότητα να αναλάβει
το βάρος των σχετικών επενδυτικών κινδύνων, σύμφωνα με τους επενδυτικούς του
στόχους, ( γ) ο πελάτης διαθέτει την αναγκαία πείρα και γνώση, ώστε να είναι σε
θέση να κατανοεί τους κινδύνους που ενέχει η προτεινόμενη συναλλαγή ή η
διαχείριση του χαρτοφυλακίου του. 2. Η πληροφόρηση, αναφορικά με τους
επενδυτικούς στόχους του πελάτη περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, στοιχεία σχετικά
: (α) με το χρονικό διάστημα για το οποίο ο πελάτης επιθυμεί να διατηρήσει την
επένδυση, (β) με τις προτιμήσεις του όσον αφορά την ανάληψη κινδύνου, (γ) με το
επενδυτικό του προφίλ και ( δ ) με τους σκοπούς της επένδυσης. 3. Η
πληροφόρηση, αναφορικά με την οικονομική κατάσταση πελάτη, περιλαμβάνει, κατά
περίπτωση, στοιχεία σχετικά : ( α ) με την προέλευση και το ύψος των τακτικών
του εισοδημάτων, ( β) με τα περιουσιακά του στοιχεία, περιλαμβανομένων των
ρευστών του διαθεσίμων, των επενδύσεων και των ακινήτων του, και (γ) με τις
τακτικές οικονομικές του υποχρεώσεις. 4.0 επαγγελματίας πελάτης θεωρείται ότι
διαθέτει το απαιτούμενο επίπεδο πείρας και γνώσης, για τα προϊόντα, τις
συναλλαγές και τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει ενταχθεί στην κατηγορία του
επαγγελματία πελάτη. Ο επαγγελματίας πελάτης της περίπτωσης ( α) της παραγράφου
1 του άρθρου 6 του ν. 3606/2007, θεωρείται ότι διαθέτει την οικονομική
δυνατότητα να αναλάβει το βάρος των σχετικών επενδυτικών κινδύνων, σύμφωνα με
τους επενδυτικούς του στόχους, όταν η παρεχόμενη επενδυτική υπηρεσία συνίσταται
στην παροχή επενδυτικών συμβουλών. Ο επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος θεωρείται ότι
έχει την οικονομική δυνατότητα να φέρει το βάρος κάθε σχετικού επενδυτικού
κινδύνου, που είναι σύμφωνος με τους επενδυτικούς του στόχους. 5. Σε περίπτωση
που η ΕΠΕΥ, δεν λάβει ως προς συγκεκριμένο πελάτη την πληροφόρηση που
προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007 και εξειδικεύεται
στις παραγράφους 1 έως 3 αυτού του άρθρου, δεν προβαίνει στην παροχή
επενδυτικών συμβουλών προς τον συγκεκριμένο πελάτη ή στη διαχείριση
χαρτοφυλακίου του » , στο άρθρο 13 : « 1. Η ΕΠΕΥ, στο πλαίσιο της αξιολόγησης
της συμβατότητας μίας επενδυτικής υπηρεσίας για έναν πελάτη της, σύμφωνα με την
παράγραφο 5 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007, κρίνει αν ο πελάτης αυτός διαθέτει
την αναγκαία πείρα και γνώση, ώστε να είναι σε θέση να κατανοεί τους κινδύνους
που ενέχει το επενδυτικό προϊόν ή η επενδυτική υπηρεσία, που του παρέχει η ΕΠΕΥ
ή που αιτείται ο πελάτης. 2. Ένας επαγγελματίας πελάτης θεωρείται ότι διαθέτει
την αναγκαία πείρα και γνώση, ώστε να είναι σε θέση να κατανοεί τους κινδύνους
που ενέχουν οι συγκεκριμένες επενδυτικές υπηρεσίες ή συναλλαγές, ή τα είδη των
συναλλαγών ή προϊόντων, για τα οποία ο πελάτης αυτός έχει ενταχθεί στην
κατηγορία του επαγγελματία πελάτη » και στο άρθρο 14 « 1. Η πληροφόρηση,
αναφορικά με τη γνώση και την πείρα που διαθέτει πελάτης στον τομέα των
επενδύσεων, περιλαμβάνει τα παρακάτω στοιχεία, στο μέτρο που είναι κατάλληλα
για τον πελάτη αυτό, το είδος και την έκταση της υπηρεσίας που θα παρασχεθεί,
καθώς και το είδος του προϊόντος ή της συναλλαγής που προβλέπεται να
πραγματοποιηθεί, συμπεριλαμβανομένης της πολυπλοκότητας τους και των κινδύνων
που ενέχουν: (α) τα είδη των επενδυτικών υπηρεσιών, των συναλλαγών και
χρηματοπιστωτικών μέσων με τα οποία είναι εξοικειωμένος ο πελάτης, ( β ) τη
φύση, τον όγκο και τη συχνότητα των συναλλαγών του πελάτη σε χρηματοπιστωτικά
μέσα και τη χρονική περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν, (γ) το μορφωτικό
επίπεδο και το επάγγελμα ή συναφές προηγούμενο επάγγελμα του πελάτη. 2. Η ΕΠΕΥ
δεν ενθαρρύνει τους πελάτες να μην παράσχουν την απαιτούμενη πληροφόρηση της
αξιολόγησης της καταλληλότητας και της συμβατότητας, σύμφωνα με τις παραγράφους
4 και 5 του άρθρου 25 του ν. 3606/2007, όπως εξειδικεύονται στα άρθρα 13 έως
15. 3. Η ΕΠΕΥ δικαιούται να βασίζεται στην πληροφόρηση που της παρέχουν οι
πελάτες της, εκτός εάν γνωρίζει ή όφειλε να γνωρίζει ότι η πληροφόρηση αυτή
είναι καταφανώς παρωχημένη, ανακριβής ή ελλιπής». Τέλος, στην υπ' αριθ.
2501/31.12.2002 Πράξη Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος « Ενημέρωση των
συναλλασσομένων με τα πιστωτικά ιδρύματα για τους όρους που διέπουν τις
συναλλαγές τους » ( Φ.Ε.Κ. Α' 277/18.11.2002 ) ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα
ακόλουθα : « Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ : Τα
πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα οφείλουν : - Να ενημερώνουν
κατάλληλα τους συναλλασσόμενους για τη φύση και τα χαρακτηριστικά των
προσφερομένων προϊόντων και υπηρεσιών και εν γένει για τους όρους και τις
προϋποθέσεις που διέπουν τις τραπεζικές συναλλαγές. -Να παρέχουν περιοδική
έγγραφη ενημέρωση στους συναλλασσόμενους κατά τη διάρκεια ισχύος και
λειτουργίας των συμβάσεων για τον τρόπο εφαρμογής των όρων που έχουν
συμφωνηθεί. - Να ανταποκρίνονται εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος σε αιτήματα
συναλλασσομένων για την παροχή πληροφοριών και διευκρινίσεων σχετικά με την
εφαρμογή των συμβατικών όρων. - Να διαθέτουν ειδική υπηρεσιακή μονάδα για την
εξέταση παραπόνων ή καταγγελιών πελατών. -Να μεριμνούν για την κατάλληλη
εκπαίδευση των υπαλλήλων που είναι επιφορτισμένοι με την παροχή εξειδικευμένων
πληροφοριών προς το συναλλακτικό κοινό. - Να διαμορφώνουν το περιεχόμενο των
διαφημίσεων τους σύμφωνα και με τους βασικούς κανόνες διαφάνειας της παρούσας
Πράξης. - Να διαμορφώνουν τα επιτόκια στο πλαίσιο της αρχής της ανοικτής αγοράς
και του ελεύθερου ανταγωνισμού, συνεκτιμώντας τους κατά περίπτωση
αναλαμβανόμενους κινδύνους, και λαμβάνοντας υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές στις
χρηματοοικονομικές συνθήκες καθώς και στοιχεία και πληροφορίες, τις οποίες οι
αντισυμβαλλόμενοι οφείλουν να παρέχουν με ακρίβεια για το σκοπό αυτό. Β.
ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ : Σύμφωνα με τις ως άνω γενικές αρχές τα
πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να παρέχουν κατ' ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία και
πληροφορίες, ώστε οι συναλλασσόμενοι με αυτά να σχηματίζουν πριν από τη σύναψη
της σύμβασης σαφή εικόνα για τις παρεχόμενες υπηρεσίες και προϊόντα, όταν αυτά
δεν αποτελούν αντικείμενο εξατομικευμένης διαπραγμάτευσης: ... Σε ό,τι αφορά τα
σύνθετα τραπεζικά προϊόντα, των οποίων η απόδοση προσδιορίζεται βάσει στοιχείων
και δεικτών και τα οποία προσιδιάζουν στο χαρακτήρα των επενδυτικών προϊόντων,
η ενημέρωση των συναλλασσομένων πρέπει να περιλαμβάνει ειδικές πληροφορίες,
ούτως ώστε να διευκολύνεται η συγκρισιμότητα των προϊόντων αυτών με ομοειδή,
αμιγώς καταθετικά ή αμιγώς επενδυτικά προϊόντα, καθώς και η κατανόηση της
αναμενόμενης απόδοσης και των πιθανών κινδύνων ... ». Από τα παραπάνω σαφώς
συνάγεται ότι κύρια υποχρέωση του πιστωτικού ιδρύματος κατά την παροχή
επενδυτικών συμβουλών αποτελεί η διασφάλιση της ορθότητας και της πληρότητας
των συμβουλών αυτών. Η ενημέρωση του επενδυτή πρέπει να χωρεί κατά τρόπο
ευλόγως κατανοητό και με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια, το οποίο σημαίνει ότι το
πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να λαμβάνει υπόψη και να συνεκτιμά την οικονομική
κατάσταση, τους στόχους, τη μόρφωση, τις γνώσεις και την εμπειρία του επενδυτή
αναφορικά με το αντικείμενο της επενδύσεως, οι δε συμβουλές πρέπει να είναι
προσαρμοσμένες τόσο στο πρόσωπο του πελάτη, όσο και στο αντικείμενο της
επενδύσεως. Σύμφωνα με την αρχή της καταλληλότητας, το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει
να παρέχει προσαρμοσμένες στο πρόσωπο του πελάτη ( κατάλληλες ) συμβουλές. Η
έκταση του καθήκοντος παροχής συμβουλών συμπροσδιορίζεται από τα προσωπικά
στοιχεία του πελάτη, ώστε πρέπει, στο πλαίσιο παροχής συγκεκριμένης συμβουλής,
να ληφθούν υπόψη το επίπεδο γνώσεως, η ηλικία, το επάγγελμα, η οικογενειακή,
οικονομική και περιουσιακή κατάσταση, η επενδυτική του εμπειρία, ο επενδυτικός
στόχος και η προθυμία διακινδυνεύσεως. Ο δεύτερος πόλος, στον οποίο πρέπει να
προσαρμόζεται η διαδικασία της επενδυτικής συμβουλής, είναι το αντικείμενο της
επενδύσεως. Εδώ εντάσσονται πληροφορίες, οι οποίες αφορούν γενικώς στην αγορά,
πληροφορίες για το αντικείμενο της επενδύσεως, ως και πληροφορίες για την
οικονομική κατάσταση και τη φερεγγυότητα του εκδότη των προτεινομένων τίτλων.
Οι συμβουλές του παρέχοντος επενδυτικές υπηρεσίες πρέπει να είναι θεμελιωμένες
σε ενδελεχή έρευνα. Το πιστωτικό ίδρυμα και κάθε εταιρία παροχής επενδυτικών
συμβουλών οφείλουν να διαθέτουν τις πλέον « επικαιροποιημένες » πληροφορίες για
την απόδοση, τη ρευστότητα και την ασφάλεια της προτεινομένης επενδύσεως.
Ιδιαιτέρως αυξημένο είναι το καθήκον του πιστωτικού ιδρύματος ή της εταιρίας
παροχής επενδυτικών συμβουλών για έρευνα ή ενημέρωση σε περιπτώσεις ιδιαιτέρως επικινδύνων
ή πολύπλοκων επενδύσεων. Αυτό δεν σημαίνει ότι το πιστωτικό ίδρυμα πρέπει να
αποτρέψει τον επενδυτή από μια επένδυση με αυξημένους κινδύνους, πλην όμως
οφείλει να καταστήσει σε αυτόν σαφείς τους κινδύνους αυτούς, στους οποίους
πρόκειται να εκτεθεί. Στόχος των εν λόγω υποχρεώσεων, οι οποίες βαρύνουν τα
πιστωτικά ιδρύματα και τις εταιρίες παροχής επενδυτικών συμβουλών δεν είναι η
επιτυχία της επενδύσεως, αλλά η εκ μέρους τους καταβολή πάσης δυνατής
επιμελείας κατά την εκπλήρωση της υποχρεώσεως διαφωτίσεως, έρευνας και παροχής
καταλλήλων συμβουλών ( Γ. Γεωργιάδης, Οι υποχρεώσεις της τράπεζας για
ενημέρωση, διαφώτιση και παροχή συμβουλών στον πελάτη, ΧρΙδΔ 2008 856, ΕφΑΘ
2201/2019 αδημ.). Βάσει, λοιπόν, των προαναφερομένων διατάξεων δημιουργούνται ζητήματα
ευθύνης πιστωτικού ιδρύματος ή εταιρίας παροχής επενδυτικών συμβουλών, εάν,
ενδεικτικώς, δεν εφιστούν εγγράφως την προσοχή του επενδυτή στους κινδύνους
συγκεκριμένων επενδυτικών επιλογών του, εάν δεν πραγματοποιούν - με κατάλληλη
υποστήριξη των εξειδικευμένων συμβούλων τους - τεχνική ανάλυση της μελλοντικής
κίνησης των περιλαμβανομένων στο προτεινόμενο επενδυτικό πρόγραμμα κινητών
αξιών ή εάν δεν ενημερώνουν με απολύτως σαφή τρόπο τον επενδυτή ως προς τις
αποδόσεις των προτεινομένων προς επένδυση τίτλων . Η παράβαση των διατάξεων
αυτών συνιστά παρανομία υπό την έννοια της διατάξεως του άρθρου 914 του ΑΚ.
Εφόσον, λοιπόν, η εν λόγω παρανομία, διαπραχθείσα με υπαιτιότητα , επιφέρει
αιτιωδώς ζημία στον επενδυτή, υποχρεώνει την παρανομούσα τράπεζα σε αποζημίωση
[βλ. ΑΠ 1738/2013, ΕφΑΘ 4841/2014 ΝΟΜΟΣ, Ψυχομάνης, Η διάθεση «perpetual bonds»
από τις ελληνικές τράπεζες, ΔΕΕ 2010, σ. 867-868). Τέλος, κατά ευρέως
διαδεδομένη αντίληψη, τα λεγόμενα perpetual bonds, δηλαδή «ομόλογα ατελεύτητης
διάρκειας», άλλως, «διηνεκή» ή «αιώνια» ή «αόριστης διάρκειας», ομόλογα,
συνιστούν ομολογίες, οι οποίες εκδίδονται ως ονομαστικά ή ανώνυμα αξιόγραφα
(χρεώγραφα, τίτλοι παραστατικοί αξίας) στο πλαίσιο συνάψεως ομολογιακού δανείου
από μία ανώνυμη εταιρία ή ένα κράτος, παρέχονται στον κομιστή, ο οποίος
καταβάλλει στον εκδότη κατά την απόκτηση των αξιόγραφων την ονομαστική τους
αξία, δικαιώματα απολήψεως των συμφωνημένων, σε υψηλά συνήθως επίπεδα, τόκων,
όχι, όμως, και το βασικό δικαίωμα να ζητήσει από τον εκδότη την επιστροφή της καταβεβλημένης
αξίας τους σε κάποιο απώτερο χρόνο λήξης τους. Ο κομιστής, δηλαδή, ενός τέτοιου
ομολόγου δεν δικαιούται σε παράδοση - επιστροφή του ομολόγου στον εκδότη του
προς τον σκοπό είσπραξης της ονομαστικής του αξία μετά τη λήξη μιας
συμφωνηθείσας διάρκειας ή οποτεδήποτε. Ο εκδότης, αντιθέτως, διατηρεί το
δικαίωμα της μονομερούς ανακλήσεως του ομολόγου, κατ' ελεύθερη αυτού βούληση.
Οι τίτλοι αυτοί χαρακτηρίζονται ως υβριδικοί, καθώς παρουσιάζουν ομοιότητες
τόσο με τα ομόλογα των ομολογιακών δανείων, όσο και με τις προνομιούχες μετοχές
χωρίς δικαίωμα ψήφου, χωρίς, ωστόσο, να ταυτίζονται με κανένα εκ των δύο.
Συνεπώς, είναι προφανές, ότι τα ομόλογα ατελεύτητης ή αόριστης διάρκειας
(perpetual bonds) δεν είναι απλά στη σύλληψη και στη λειτουργία τους επενδυτικά
προϊόντα, με αποτέλεσμα οι παρέχουσες επενδυτικές υπηρεσίες ανώνυμες εταιρίες
και ιδία οι τράπεζες να υπέχουν ιδιαιτέρως αυξημένη υποχρέωση ενημερώσεως του
εκάστοτε πελάτη τους επενδυτή, όταν ιδίως αυτός ανήκει στην κατηγορία του
ιδιώτη επενδυτή, δεδομένου ότι η χρήση και κυκλοφορία των perpetual bonds ως
ομολόγων, ομολογιακού δανείου, αποδίδει μια ψευδή, εικονική εικόνα, ικανή να
παραπλανήσει τον οποιονδήποτε, ακόμη και τον πιο εξοικειωμένο επενδυτή, ως προς
τη νομική φύση και τη λειτουργία τους. Αυτή καθ' εαυτή η ονομασία τους,
υποδηλούσα αξιογραφική παράσταση δανειακής υποχρέωσης του εκδότη-ομολογία,
αναγνώριση χρέους- δημιουργεί κατά τα απολύτως κρατούντα συναλλακτικά ήθη και
την καλή πίστη, σταθερή πεποίθηση περί συνάψεως δανειακής σχέσεως και υπάρξεως
συνακόλουθα αδιαμφισβήτητης αξίωσης του δανειστή-κομιστή της ομολογίας- κατά
του εκδότη περί επιστροφής του δανείου σε συγκεκριμένο χρόνο ή οποτεδήποτε το
ζητήσει ο ίδιος ο δανειστής και όχι αντίστροφα. Αυτό ακριβώς το φαινόμενο
οφείλει πρωτίστως μια τράπεζα με δική της ευθύνη , πληροφορώντας κατάλληλα τον
επενδυτή, να το απαλείψει. Παραλείποντας να το πράξει, παραβιάζει τις
προεκτεθείσες διατάξεις, δημιουργώντας ασφαλείς βάσεις ευθύνης της προς
αποζημίωση των πελατών της (ΑΠ 1350/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ, 244/2016 ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ
4841/2014 Χρ.Δ. 1/2015, σ.136, ΕφΑΘ 4507/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 2365/2018, ΕφΑΘ
2366/2018, ΕφΑΘ 4509/2018 αδημ. προσκομιζόμενες, ΕφΑΘ 2201/2019 αδημ.
Ψυχομάνης, ο.π.).
Από την εκτίμηση των
ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν με επιμέλεια των διαδίκων ...,
που εξετάσθηκαν ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και
περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά συνεδρίασης, τη
με αριθμ. ./16-11-2015 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ., ενώπιον της συμβολαιογράφου
Θεσσαλονίκης ., τη με αριθμ. ./16-11 -2015 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα .,
ενώπιον της συμβολαιογράφου Ορεστιάδας . και τη με αριθμ. ./16-11-2015 ένορκη
βεβαίωση της μάρτυρος ., ενώπιον της συμβολαιογράφου Καλαμάτας ., που
επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι ενάγοντες - εφεσίβλητοι, οι οποίες
λήφθηκαν με επιμέλεια των τελευταίων, ύστερα από νομότυπη και εμπρόθεσμη
κλήτευση των αντιδίκων τους (βλ. σχετικά τις με αριθμ. ... εκθέσεις επίδοσης
του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών .), τη με αριθμ. ./16-11-2015
ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα . και τη με αριθμ. ./16- 11-2015 ένορκη βεβαίωση
της μάρτυρος ., που λήφθηκαν ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών..., καθώς και
τη με αριθμ. ./17-11-2015 ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα ., ενώπιον της συμβολαιογράφου
Νιγρίτας ., που επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει η εκκαλούσα -εναγομένη, με
επιμέλεια της οποίας λήφθηκαν αυτές, ύστερα από νομότυπη και εμπρόθεσμη
κλήτευση των αντιδίκων της (βλ. σχετικά τη με αριθμ. ./11-11-2015 έκθεση
επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών .), όλα ανεξαιρέτως
τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και χρησιμεύουν
είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων,
στα οποία περιλαμβάνονται χωρίς να απαιτείται ειδική αναφορά σ' αυτές οι
ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζονται από τους διαδίκους και οι οποίες έχουν
ληφθεί σε δίκες επί αγωγών αποζημιώσεως άλλων επενδυτών κατά της ήδη εκκαλούσας
τραπεζικής εταιρίας και αφορούν τα ίδια επενδυτικά προϊόντα, καθώς και σε ποινικές
δίκες και ένορκες στο ακροατήριο καταθέσεις στο πλαίσιο άλλων δικών, επίσης και
από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως
από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα
πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική
εταιρία, εδρεύει στην Κύπρο και ήταν εγκατεστημένη στην Ελλάδα, όπου διατηρούσε
υποκαταστήματα έως το έτος 2013. Ο πρώτος ενάγων, Βασίλειος Γρέγος, ηλικίας 73
ετών κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής, είναι συνταξιούχος ναυτικός έχοντας
αποφοιτήσει από τη σχολή Μηχανικών του Εμπορικού Ναυτικού. Τυγχάνει έγγαμος, η
σύζυγος του δεν εργάζεται και έχουν αποκτήσει δύο ενήλικα τέκνα. Ο ίδιος
αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, καθώς πάσχει από καρδιοπάθεια [κολπική
μαρμαρυγή]. Η συνεργασία του με την εναγομένη τραπεζική εταιρία - εκκαλούσα
ξεκίνησε το Φεβρουάριο του έτους 2011, όταν πληροφορήθηκε ότι το κατάστημα της
τράπεζας Citibank στη Θεσσαλονίκη, στην οποία έως τότε διατηρούσε τις
αποταμιεύσεις του, σε λογαριασμό σε δολάρια Αμερικής, που προέρχονταν από την
εργασία του στο εξωτερικό ως ναυτικός, θα έκλεινε. Επισκέφθηκε το κατάστημα της
εκκαλούσας στη Θεσσαλονίκη (επί της οδού ., περιοχή Βυζαντίου) και στις
24-2-2011 άνοιξε έναν κοινό λογαριασμό
ταμιευτηρίου σε δολάρια (με συνδικαιούχο τη σύζυγο του .), στον οποίο και
μετέφερε διαδοχικά (24-2-2011 και 6-4-2011) το σύνολο των αποταμιεύσεων που έως
τότε διατηρούσε στην τράπεζα Citibank συνολικού ποσού 206.732,49 δολλαρίων ΗΠΑ.
Μοναδικός σκοπός του 1ου ενάγοντος ήταν η διατήρηση των αποταμιεύσεων του που
είχε συγκεντρώσει από τη σκληρή εργασία του ως ναυτικός, χρήματα που προόριζε
για τα γηρατειά του και η λήψη ικανοποιητικού επιτοκίου, ενώ ουδεμία εμπειρία
είχε σχετική με αγορά επενδυτικών προϊόντων. Ο δεύτερος ενάγων- εφεσίβλητος, .,
ηλικίας 53 ετών κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής, τυγχάνει έγγαμος, είναι
απόφοιτος Δημοτικού και εργάζεται ως ελαιοχρωματιστής, ενώ από τον Ιούλιο του
έτους 2008 διατηρούσε, στο κατάστημα της εκκαλούσας στη Λιβαδειά Ν. Βοιωτίας,
προθεσμιακές καταθέσεις με συνδικαιούχο τη σύζυγο του
, οι οποίες ανανεώνονταν
διαρκώς. Ουδεμία εμπειρία είχε σχετική με αγορά επενδυτικών προϊόντων και πάντα
επεδίωκε μόνο τη διατήρηση των αποταμιευτικών του κεφαλαίων άθικτων και την
επαύξηση τους με ένα καλύτερο επιτόκιο. Ο τρίτος αρχικώς ενάγων- εφεσίβλητος,
στη θέση του οποίου υπεισήλθαν μετά το θάνατο του ως μοναδικές ως εξ' αδιαθέτου
κληρονόμοι του οι: α) ., σύζυγος του άνω αρχικού διαδίκου, κατά το % [ή 2/8] εξ
αδιαιρέτου και οι θυγατέρες του κατά ποσοστό 2/8 εξ αδιαιρέτου η καθεμία : β]
., και γ) ., οι οποίες, δήλωσαν ότι συνεχίζουν τη δίκη, ήταν ηλικίας 77 ετών
κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής, έγγαμος και πεθερός του δευτέρου και του
τέταρτου των εφεσίβλητων, ήταν απόφοιτος Δημοτικού και συνταξιούχος του Ι.Κ.Α.
Μέχρι και το Μάιο του έτους 2011 δεν είχε κάποια συνεργασία με την εκκαλούσα
τραπεζική εταιρία, ενώ τοποθετούσε τα χρήματα του σε καταθετικούς λογαριασμούς
άλλων τραπεζών. Η συνεργασία του με την εκκαλούσα άρχισε στις 10.5.2011, όταν
επισκέφθηκε το κατάστημα της στη Λιβαδειά Βοιωτίας, μαζί με τους γαμβρούς του
2° και 4° των εφεσίβλητων, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με τον υποδιευθυντή
του καταστήματος, ., με τον οποίο γνωρίζονταν λόγω της κοινής τους καταγωγής
από τη Δεσφίνα νομού Φωκίδας αλλά και της φιλικής σχέσεως που διατηρούσε ο άνω
υπάλληλος της εκκαλούσας με τον 2° εφεσίβλητο-γαμπρό του, έχοντας πρόθεση να
ανοίξει προθεσμιακό λογαριασμό για την ασφαλή τοποθέτηση των αποταμιεύσεων του
ύψους 60.000 ευρώ. Ο τέταρτος εφεσίβλητος, Νικόλαος Πονηρής, ηλικίας 63 ετών
κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής, είναι έγγαμος με την ., απόφοιτος Δημοτικού
και συνταξιούχος των ΕΛ.ΤΑ.. Μέχρι το Μάιο του έτους 2011 δεν είχε κάποια
συνεργασία με την εκκαλούσα αλλά διατηρούσε τα χρήματα του σε καταθετικούς
λογαριασμούς άλλων τραπεζών. Η συνεργασία του με την εκκαλούσα άρχισε στις
10.5.2011, όταν επισκέφθηκε το κατάστημα της στη Λιβαδειά Βοιωτίας, μαζί με τον
πεθερό του, . και τον 2° των εφεσίβλητων, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με
τον υποδιευθυντή του καταστήματος, ., με τον οποίο γνωρίζονταν λόγω της κοινής
τους καταγωγής από τη Δεσφίνα νομού Φωκίδας, έχοντας πρόθεση να ανοίξει
προθεσμιακό λογαριασμό για την ασφαλή τοποθέτηση των αποταμιεύσεων του.
Ο πέμπτος εφεσίβλητος, .,
ηλικίας 55 ετών κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής, είναι απόφοιτος τεχνικής
σχολής εργοδηγών και εργάζεται στη Δ.Ε.Η. ως τεχνικός επιμελητής , είναι δε
σύζυγος της έκτης εφεσίβλητης, . ηλικίας 55 ετών, η οποία ασχολείται με τα
οικιακά και έχουν αποκτήσει δύο τέκνα, την έβδομη ενάγουσα- εφεσίβλητη, ..
ηλικίας 23 ετών, απόφοιτο του Παιδαγωγικού Τμήματος του Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων, άνεργη, και μία ακόμα ανήλικη θυγατέρα. Η συνεργασία τους με την
πρώτη εναγόμενη- ήδη εκκαλούσα τραπεζική εταιρία ξεκίνησε στις αρχές του έτους
2009, όταν άνοιξαν κοινό τραπεζικό λογαριασμό στο κατάστημα αυτής στην
Ορεστιάδα Έβρου, επειδή τοποθετήθηκε σ' αυτό το κατάστημα ως διευθυντής ο .,
εξάδελφος του 5ου εφεσίβλητου, με τον οποίο [ο 5ος εφεσίβλητος] διατηρούσε και
στενές φιλικές σχέσεις. Στον λογαριασμό αυτό μετέφεραν σταδιακά όλες τις
αποταμιεύσεις τους, ενώ από τα τέλη του έτους 2009 διατηρούσαν σε αυτή και
προθεσμιακές καταθέσεις, οι οποίες ανανεώνονταν διαρκώς. Ο όγδοος ενάγων
-εφεσίβλητος, ., ηλικίας 70 ετών κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής , τυγχάνει
έγγαμος, συνταξιούχος του Ν.Α.Τ., είναι δε απόφοιτος εξατάξιου Γυμνασίου. Αυτός
είχε συνεργασία με την εκκαλούσα και συγκεκριμένα με το κατάστημα Πειραιώς επί
της οδού
, από το έτος 2006,
διατηρώντας τις καταθέσεις του σε κοινούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου και
προθεσμιακούς σε ευρώ και δολάρια, ενώ, επιπλέον, το έτος 2009 είχε επενδύσει
το ποσό 100.227,18 δολαρίων σε ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια εξωτερικού με
διαχειρίστρια την «Κύπρου Asset Management ΑΕΔΑΚ», τα οποία και ρευστοποίησε το
έτος 2010. Ο ένατος ενάγων-εφεσίβλητος ., ηλικίας 45 ετών κατά την άσκηση της
αγωγής, είναι απόφοιτος τεχνικής σχολής ηλεκτρονικών, έγγαμος με την Ευαγγελία
Εγγλέζου, με την οποία έχουν ένα ανήλικο τέκνο, και διατηρεί μαζί με τη σύζυγο
του, που έχει άδεια διδασκαλίας της Αγγλικής γλώσσας, φροντιστήριο ξένων
γλωσσών και πληροφορικής. Με την εκκαλούσα τραπεζική εταιρία συνεργαζόταν ήδη
από το Φεβρουάριο του έτους 2009, και μάλιστα διατηρούσε στο κατάστημα της στον
Κορυδαλλό Αττικής, επί της οδού ..., είτε καταθετικούς λογαριασμούς υπό
προειδοποίηση είτε προθεσμιακές καταθέσεις, ενώ στο παρελθόν και συγκεκριμένα
το έτος 2000 είχε ασχοληθεί περιστασιακά με την αγορά τραπεζικών μετοχών. Ο
δέκατος ενάγων-εφεσίβλητος,
, ηλικίας 38 ετών κατά το χρόνο άσκησης της
αγωγής, είναι έγγαμος και πατέρας δύο ανηλίκων τέκνων, εργάζεται ως αγρότης και
ζει με την οικογένεια του στο χωριό Αχλαδίνη του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, όπου
εκμεταλλεύεται και ένα μικρό καφενείο. Η συνεργασία του με την εκκαλούσα
τραπεζική εταιρία ξεκίνησε το έτος 2003, όταν άνοιξε κοινό καταθετικό
λογαριασμό με τον πατέρα του στο κατάστημα της στον Πύργο Ηλείας, ενώ από το
έτος 2005 και μετά τοποθετούσε τα χρήματα του σε προθεσμιακές καταθέσεις που
ανανέωνε κατά τη λήξη τους. Ο ενδέκατος και η δωδέκατη των εφεσίβλητων -
εναγόντων, ..., ηλικίας 40 και 43 ετών αντίστοιχα κατά την άσκηση της αγωγής,
είναι σύζυγοι και έχουν τρία ανήλικα τέκνα. Ο . εργάζεται ως ιδιωτικός
υπάλληλος στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας και η σύζυγος του έως και το
έτος 2011 εργαζόταν ως υπάλληλος στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια .η, από όπου και
απολύθηκε και έκτοτε είναι άνεργη. Έως και το Μάιο του 2011 δεν είχαν κάποια
συνεργασία με την εκκαλούσα τραπεζική εταιρία, ενώ διατηρούσαν προθεσμιακή
κατάθεση ύψους 50.000 ευρώ στην Εμπορική Τράπεζα. Η δέκατη τρίτη
εφεσίβλητη-ενάγουσα, . ηλικίας 65 ετών κατά την άσκηση της αγωγής, είναι
συνταξιούχος οδοντίατρος και διατηρούσε οδοντιατρείο στην πόλη της Λάρισας. Η
ίδια δεν δημιούργησε δική της οικογένεια, συνδέεται όμως με ιδιαίτερη αγάπη με
τους βαφτισιμιούς της, το . (δέκατο τέταρτο εφεσίβλητο), ηλικίας 21 ετών κατά
την άσκηση της αγωγής, δόκιμο στη σχολή ναυτικών δοκίμων, και τον ανήλικο ., 14
ετών (όπως ο τελευταίος νόμιμα εκπροσωπείται από τους ασκούντες τη γονική
μέριμνα αυτού δέκατο πέμπτο και δέκατη έκτη των εναγόντων). Η συνεργασία της με
την εκκαλούσα τραπεζική εταιρία και συγκεκριμένα με το κατάστημα επί της οδού
... στη Λάρισα, ξεκίνησε το Μάιο του έτους 2011, ενώ έως τότε διατηρούσε τόσο
καταθετικούς λογαριασμούς όσο και προθεσμιακές καταθέσεις σε άλλες τράπεζες, με
συνδικαιούχους τα παραπάνω βαφτιστήρια της, προκειμένου να διασφαλίσει τις
σπουδές και το μέλλον τους. Ο δέκατος έβδομος εφεσίβλητος -ενάγων, . ηλικίας 56
ετών κατά την άσκηση της, αγωγής, είναι αγρότης, απόφοιτος της Ε' τάξης του
Δημοτικού σχολείου και, παντρεμένος με τη δέκατη όγδοη εφεσίβλητη, ηλικίας 48
ετών κατά την άσκηση της αγωγής, η οποία ασχολείται με τα οικιακά και με τις
αγροτικές εργασίες. Εχουν δύο παιδιά ενήλικα, από τα οποία η θυγατέρα τους
σπουδάζει. Από το έτος 2001 που επέστρεψε μαζί με τη σύζυγο του από τη
Γερμανία, όπου εργαζόταν ως μετανάστης για 29 περίπου χρόνια, αρχικά σε
εργοστάσια και στη συνέχεια σε εστιατόριο που εκμεταλλευόταν μαζί με τον πατέρα
του, διατηρούσαν πάντα τις αποταμιεύσεις τους σε προθεσμιακές καταθέσεις στην
Εθνική Τράπεζα και στη, συνέχεια από το έτος 2003 στην εκκαλούσα τραπεζική
εταιρία αρχικά στο κατάστημα αυτής στα Ιωάννινα και από το έτος 2005 στην
Ηγουμενίτσα Θεσπρωτίας. Ως άνθρωποι του μόχθου, με βασικές γραμματικές γνώσεις,
επεδίωκαν πάντα την διατήρηση με ασφάλεια των αποταμιεύσεων τους και την
επαύξηση αυτών με ένα καλύτερο επιτόκιο και γι' αυτό τοποθετούσαν τις
αποταμιεύσεις τους σε προθεσμιακές καταθέσεις ετήσιας ή μικρότερης διάρκειας
ανάλογα με το προσφερόμενο ευνοϊκότερο γι' αυτούς επιτόκιο. Ο δέκατος ένατος
εφεσίβλητος ., ηλικίας 41 ετών κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής, είναι άγαμος,
εργαζόταν μέχρι το 2013 ως υπάλληλος σε πρακτορείο διανομής τύπου και ήδη ως
αγρότης . Η συνεργασία του με την εκκαλούσα τραπεζική εταιρία και συγκεκριμένα
με το κατάστημα Λαμίας αυτής ξεκίνησε τέλος του 2006 και από τότε διατηρούσε
τις αποταμιεύσεις του σε αυτή τόσο σε καταθετικούς λογαριασμούς όσο και σε
προθεσμιακές καταθέσεις, τις οποίες ανανέωνε διαρκώς. Ο εικοστός εφεσίβλητος,
., ηλικίας 51 ετών κατά την άσκηση της αγωγής τυγχάνει έγγαμος, εργαζόταν έως
και τον Οκτώβριο του έτους 2011 ως οδηγός, ενώ έκτοτε παραμένει άνεργος και η
σύζυγος του είναι συνταξιούχος νοσηλεύτρια. Η συνεργασία του με την εκκαλούσα
τράπεζα ξεκίνησε το Μάρτιο του έτους 2007, οπότε και άνοιξε καταθετικό
λογαριασμό στο κατάστημα Μαρκόπουλου και στη συνέχεια τοποθέτησε τα χρήματα του
σε προθεσμιακές καταθέσεις που ανανέωνε κατά τη λήξη τους, έχοντας πάντα ως
σκοπό τη διαφύλαξη των αποταμιεύσεων του χωρίς κανένα ρίσκο. Ο εικοστός πρώτος
εφεσίβλητος,
, και η 22η των εφεσίβλητων ., ηλικίας 57 και 52 ετών αντίστοιχα
κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, είναι σύζυγοι. Απ' αυτούς ο πρώτος εργαζόταν
ως ιδιωτικός υπάλληλος σε καταστήματα και εργοστάσια κατασκευής παπουτσιών, ενώ
ήδη είναι άνεργος και η σύζυγος του εργαζόταν επί 20 περίπου έτη έως και το
έτος 2011 που απολύθηκε ως υπάλληλος στην εταιρία «Johnson & Johnson Hellas
Α.Ε.Β.Ε.», έκτοτε δε, εργάζεται ως ιδιωτική υπάλληλος σε εταιρία προώθησης
φαρμακευτικών προϊόντων. Η συνεργασία τους με την εκκαλούσα τράπεζα ξεκίνησε
τον Ιανουάριο του έτους 2008, όταν άνοιξαν κοινό καταθετικό λογαριασμό στο
κατάστημα ʼνω Πατησίων αυτής, ενώ από τις αρχές του έτους 2009 και εξής τοποθετούσαν σταθερά το σύνολο των αποταμιεύσεων τους , στο οποίο συμπεριλαμβανόταν η αποζημίωση απόλυσης που είχε λάβει η εικοστή δεύτερη εφεσίβλητη, ύψους 124.185,89 ευρώ και το
τίμημα από την πώληση ενός ακινήτου σε προθεσμιακές καταθέσεις στην εκκαλούσα
τράπεζα, τις οποίες ανανέωναν. Οι ως άνω εφεσίβλητοι, το έτος 1999, είχαν
ασχοληθεί περιστασιακά με το χρηματιστήριο, έχοντας αποκτήσει κακή εμπειρία από
την ως άνω συναλλαγή και ήθελαν έκτοτε να εξασφαλίσουν την ασφαλή τοποθέτηση
των χρημάτων τους. Ο εικοστός τρίτος εφεσίβλητος, ., ηλικίας 79 ετών κατά την
άσκηση της αγωγής και η εικοστή τέταρτη εφεσίβλητη,
, ηλικίας 70 ετών, είναι
σύζυγοι και συνταξιούχοι του Ι.Κ.Α. Ο σύζυγος εργαζόταν πριν τη συνταξιοδότηση
του στη διεύθυνση τεχνικών έργων της Αγροτικής Τράπεζας. Η συνεργασία τους με
την εκκαλούσα τράπεζα ξεκίνησε τον Ιούνιο του έτους 2010, οπότε και κατέθεσαν
σε προθεσμιακή κατάθεση, με αριθμό λογαριασμού ., που άνοιξε στο όνομα τους το
κατάστημα Μαρκόπουλου Αττικής σε κατάστημα της πρώτης εναγομένης- ήδη
εκκαλούσας τράπεζας στη Λάρνακα της Κύπρο, το ποσό των 90.000 ευρώ. Η
προθεσμιακή αυτή κατάθεση ανανεώθηκε κατά τη λήξη της. Το Σεπτέμβριο του έτους
2010 η εικοστή τέταρτη εφεσίβλητη, μαζί με την αδελφή της ., μετέφεραν επίσης
οικονομίες τους ύψους 100.000 ευρώ σε έτερη προθεσμιακή κατάθεση που άνοιξε
επίσης το κατάστημα Μαρκόπουλου σε κατάστημα στη Λάρνακα Κύπρου. Ολοι οι
ενάγοντες επεδίωκαν την ασφαλή τοποθέτηση των χρημάτων τους, τα οποία και
αποτελούσαν προϊόν αποταμίευσης, γι' αυτό και επέλεγαν απλούς καταθετικούς ή
και προθεσμιακούς λογαριασμούς αποβλέποντας στη διαφύλαξη του κεφαλαίου και τη
λήψη ενός ικανοποιητικού επιτοκίου. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, με σκοπό την
ενίσχυση και διατήρηση σε υψηλά επίπεδα της κεφαλαιακής επάρκειας της
εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, το Διοικητικό Συμβούλιο αυτής με την
από 28.2.2011 ανακοίνωση του γνωστοποίησε ότι αποφάσισε να προτείνει στη Γενική
Συνέλευση αυτής την έκδοση ενός νέου
επενδυτικού προϊόντος, των «Μετατρέψιμων
Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου» (εφεξής χάριν συντομίας : Μ.Α.Ε.Κ.),
μέχρι του ποσού του ενός δισεκατομμυρίου τριακοσίων σαράντα δύο εκατομμυρίων
ΕΥΡΩ ( 1.342.000.000 ). Πράγματι, την 6.4.2011 η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική
εταιρία με ανακοίνωση της προς το επενδυτικό κοινό γνωστοποίησε ότι η Κεντρική
Τράπεζα Κύπρου ενέκρινε το από 5.4.2011 Ενημερωτικό Δελτίο « ΔΗΜΟΣΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ
ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΓΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΣΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΞΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟ
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΜΕΧΡΙ 1.342.422.297 ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ 1,00 ΤΟ ΚΑΘΕΝΑ ». Καθ' όσον αφορά στους βασικούς
όρους εκδόσεως του ως άνω επενδυτικού προϊόντος στο Τμήμα I ( Περιληπτικό
Σημείωμα ) του ως άνω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρονται μεταξύ άλλων τα ακολούθα
: « Προσφερόμενες αξίες : Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αορίστου
διαρκείας. Ύψος έκδοσης : Μέχρι 1.342.422.297. Ονομαστική αξία : 1,00 ( στο
άρτιο ). Τιμή έκδοσης : Στο άρτιο σε αξίες του 1 ... Τρόπος καταβολής
αντιπαροχής : Οι Δικαιούχοι αλλά και οι λοιποί αιτητές δύνανται να εγγραφούν
στην έκδοση των ΜΑΕΚ καταβάλλοντας το αντίστοιχο ποσό της απαιτούμενης
αντιπαροχής είτε σε μετρητά είτε με την καταβολή για ανταλλαγή άλλων
υφισταμένων αξιών της Τράπεζας αντίστοιχης ονομαστικής αξίας και συγκεκριμένα
(i) Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/18, ( Η ) Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και
(iii) Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 ( " Επιλέξιμες για Ανταλλαγή Αξίες
" ). Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/18, τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου
και τα Αξιόγραφα Κεφαλαίου 12/2007 ( Επιλέξιμες για Ανταλλαγή Αξίες ) που θα
καταβληθούν ως αντιπαροχή και θα γίνουν αποδεκτά για εγγραφή στην έκδοση των
ΜΑΕΚ της Τράπεζας, θα ακυρωθούν και η Τράπεζα θα παύσει να έχει οποιεσδήποτε
υποχρεώσεις σχετικά με αυτά. Η Τράπεζα θα καταβάλει τους δεδουλευμένους τόκους
των Επιλέξιμων για Ανταλλαγή Αξιών, οι οποίες θα γίνουν δεκτές για ανταλλαγή
στην έκδοση των ΜΑΕΚ. Καθεστώς εξασφάλισης και Προτεραιότητα Κατάταξης: Τα ΜΑΕΚ
αποτελούν άμεσες, μη εξασφαλισμένες, ελάσσονος διαβάθμισης (subordinated)
υποχρεώσεις της Τράπεζας και κατατάσσονται σε ίση μοίρα ( rank pari passu)
μεταξύ τους. Τα δικαιώματα και οι αξιώσεις των κατόχων των ΜΑΕΚ της παρούσας
έκδοσης : - είναι ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) προς τις αξιώσεις των
πιστωτών της Τράπεζας που είναι : καταθέτες ή άλλοι πιστωτές των οποίων οι
αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των καταθετών,
πιστωτές των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας ( subordinated)
πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ή εκφράζονται να είναι ίσης
προτεραιότητας (rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων ΜΑΕΚ, κάτοχοι
χρεογράφων της Τράπεζας των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας
(subordinated) - είναι ίσης προτεραιότητας προς τις αξιώσεις άλλων εκδόσεων
χαμηλότερης ελάσσονος προτεραιότητας, που πληρούν τα κριτήρια για περίληψη στο
πρωτοβάθμιο κεφάλαιο της Τράπεζας που περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται,
στα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου - έχουν
προτεραιότητα έναντι των μετόχων της Τράπεζας. Οι αξιώσεις των κατόχων ΜΑΕΚ σε
περίπτωση διάλυσης όπου η Τράπεζα παραμένει φερέγγυα (solvent) θα περιορίζονται
στην ονομαστική αξία των ΜΑΕΚ και των δεδουλευμένων τόκων, αλλά μη
συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ακυρωθέντων τόκων. Σε περίπτωση οποιασδήποτε
πληρωμής που δεν καταβάλλεται σε σχέση με τα ΜΑΕΚ, η Τράπεζα δεν θα θεωρείται
ότι περιήλθε σε γεγονός αθέτησης υποχρέωσης και οι κάτοχοι των ΜΑΕΚ δεν θα
έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ή διάλυση της Τράπεζας. Διάρκεια
: Τα ΜΑΕΚ είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης ( βλέπε "
Εξαγορά " πιο κάτω ). Επιτόκιο σε Ευρώ ( ): Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν σταθερό
ετήσιο επιτόκιο 6,50% για τις πρώτες δέκα Περιόδους Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου
2016 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το εκάστοτε Euribor 6 μηνών που
θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%. Επιτόκιο σε Δολάριο ( $ )
: Τα ΜΑΕΚ θα φέρουν σταθερό ετήσιο επιτόκιο 6,00% για τις πρώτες δέκα Περιόδους
Τόκου μέχρι τις 30 Ιουνίου 2016 και μετέπειτα κυμαινόμενο επιτόκιο ίσο με το
εκάστοτε Libor 6 μηνών που θα ισχύει στην αρχή κάθε Περιόδου Τόκου πλέον 3,00%.
Πληρωμή Τόκου : Ο τόκος είναι πληρωτέος σε εξαμηνιαία βάση στο τέλος κάθε
περιόδου Πληρωμής Τόκου σύμφωνα με τους Όρους έκδοσης των ΜΑΕΚ. Ως ημερομηνίες
Πληρωμής Τόκων ορίζονται η 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους. Η Πρώτη
Πληρωμή Τόκου θα είναι στις 31 Δεκεμβρίου 2011 και θα καλύπτει την περίοδο από
την Ημερομηνία Έκδοσης μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2011. Κάθε Μετατρέψιμο Αξιόγραφο
Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα παύει να φέρει τόκο από την ημερομηνία
εξαγοράς/αγοράς/μετατροπής. Δικαίωμα Μετατροπής : Τα ΜΑΕΚ δύνανται, κατ'
επιλογή του κατόχου τους, να μετατραπούν σε Συνήθεις Μετοχές της Τράπεζας κατά
τις Περιόδους Μετατροπής στην Τιμή Μετατροπής. Τιμή Μετατροπής : 3,30 ανά
συνήθη μετοχή της Τράπεζας ονομαστικής αξίας 1,00 ( και θα υπόκειται στις
συνήθεις αναπροσαρμογές για εταιρικές πράξεις ) ... Περίοδοι Μετατροπής : 1 -
15 Μαρτίου, 15-31 Μαΐου, 1 -15 Σεπτεμβρίου και 15-30 Νοεμβρίου κάθε χρόνου με
την πρώτη Περίοδο Μετατροπής να αρχίζει την Πρώτη Ημερομηνία Μετατροπής και την
τελευταία Περίοδο Μετατροπής να τελειώνει την Τελευταία Ημερομηνία Μετατροπής.
Πρώτη Ημερομηνία Μετατροπή ς : 1 Σεπτεμβρίου 2011. Τελευταία Ημερομηνία
Μετατροπής : 31 Μαΐου 2016. Εξαγορά (Redemption) : Τα ΜΑΕΚ μπορούν, κατ'
επιλογή της Τράπεζας, να εξαγοραστούν στο σύνολο τους, στην ονομαστική τους
αξία μαζί με οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2016 ή σε
οποιαδήποτε ημερομηνία πληρωμής τόκου που έπεται, κατόπιν έγκρισης της
Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και υπό την προϋπόθεση ότι θα αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο
Κεφάλαιο ίσης ή ψηλότερης διαβάθμισης ... Προαιρετική Επιλογή Ακύρωσης Πληρωμής
Τόκων: Η Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της καθ' οιονδήποτε χρόνο, λαμβάνοντας
υπόψη τη φερεγγυότητα καθώς και την οικονομική της κατάσταση, να επιλέξει να
ακυρώσει την Πληρωμή Τόκου σε μη σωρευτική βάση στα πλαίσια των "
Περιορισμών Μερίσματος και Κεφαλαίου " που αναφέρονται πιο κάτω.
Οποιαδήποτε ακυρωθείσα πληρωμή τόκου δεν θα οφείλεται και δεν θα καθίσταται
πληρωτέα από την Τράπεζα. Σε περίπτωση Ακύρωσης Πληρωμής Τόκου, η Τράπεζα δεν
θα θεωρείται ότι περιήλθε σε γεγονός αθέτησης υποχρέωσης και οι κάτοχοι των
ΜΑΕΚ δεν θα έχουν δικαίωμα υποβολής αίτησης για εκκαθάριση ή πτώχευση της
Τράπεζας. Υποχρεωτική Ακύρωση Πληρωμής Τόκων : Σε περίπτωση που η Τράπεζα δεν
τηρεί τις ελάχιστες απαιτήσεις της φερεγγυότητας όπως ορίζονται από την
Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή δεν διαθέτει τα απαιτούμενα Διανεμητέα Στοιχεία
τότε η Τράπεζα υποχρεωτικά θα ακυρώσει την Πληρωμή Τόκων στα ΜΑΕΚ. Η Κεντρική
Τράπεζα δυνατόν να απαιτήσει, κατά τη διακριτική της ευχέρεια, την ακύρωση
Πληρωμής Τόκων, στη βάση αξιολόγησης της φερεγγυότητας και της οικονομικής
κατάστασης της Τράπεζας τα επόμενα τρία χρόνια. Διανεμητέα Στοιχεία κατά την
οποιαδήποτε Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου σημαίνει, το καθαρό κέρδος του
Συγκροτήματος για το έτος που προηγείται τέτοιας Ημερομηνίας Πληρωμής Τόκου
μαζί με οποιαδήποτε καθαρά κέρδη και Αδιανέμητα Κέρδη (retained earnings) που
μεταφέρονται από προηγούμενα έτη και οποιεσδήποτε καθαρές μεταφορές από
οποιουσδήποτε λογαριασμούς αποθεματικών σε κάθε περίπτωση οι οποίοι είναι
διαθέσιμοι για διανομή στους μετόχους της Τράπεζας. Συνεπακόλουθοι Περιορισμοί
Μερίσματος και Κεφαλαίου : Αν η Τράπεζα ακυρώσει την πληρωμή τόκων για
οποιονδήποτε λόγο, στα πλαίσια της Προαιρετικής Επιλογής Ακύρωσης Πληρωμής
Τόκων ή της Υποχρεωτικής Ακύρωσης Πληρωμής Τόκων όπως περιγράφεται πιο πάνω,
τότε δεν θα επιτρέπεται η πληρωμή μερίσματος ή οποιαδήποτε άλλη καταβολή (και
εξαγορά ή αγορά) πάνω στις συνήθεις μετοχές ή σε άλλες αξίες της Τράπεζας που
θα λογίζονται ως πρωτοβάθμιο κεφάλαιο από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου,
εκτός και εάν και μέχρις ότου η Τράπεζα προβεί στην επόμενη Πληρωμή Τόκου και
με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στο Τμήμα II Μέρος Β Όρος 5 (γ
). Υποχρεωτική Μετατροπή : Σε περίπτωση που επισυμβεί οποιοδήποτε Γεγονός
Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας, τα ΜΑΕΚ υποχρεωτικά θα
μετατρέπονται σε Συνήθεις Μετοχές, στην Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής ως ο
σχετικός ορισμός πιο κάτω. Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου (Contingency
Event): Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου θα θεωρείται ότι έχει επισυμβεί όταν
η Τράπεζα δώσει σχετική ειδοποίηση είτε (i) ότι πριν από την ημερομηνία
εφαρμογής της Βασιλείας III ως αυτή θα υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το
ύψος των Βασικών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων της Core Tier I Ratio είναι χαμηλότερο
του 5%, ή κατά ή μετά την ημερομηνία εφαρμογής της Βασιλείας III ως αυτή θα
υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση το ύψος των Κοινών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων -
Common Equity Tier I Ratio είναι χαμηλότερο από το ελάχιστο ποσοστό που θα
καθοριστεί, ή (ii) όταν η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου καθορίσει ότι η Τράπεζα
βρίσκεται σε μη συμμόρφωση με τα απαιτούμενα κανονιστικά όρια του Δείκτη
Κεφαλαιακής Επάρκειας ως καθορίζονται στους σχετικούς Εφαρμοστέους Τραπεζικούς
Κανονισμούς. Σε κάθε περίπτωση θα πραγματοποιηθεί η Υποχρεωτική Μετατροπή των
ΜΑΕΚ σε Συνήθεις Μετοχές συνεπεία του Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου. Η
Τράπεζα, κατά την αξιολόγηση της φερεγγυότητας καθώς και της οικονομικής της
θέσης μπορεί να κρίνει, σε συνεννόηση με την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, ή η
Κεντρική Τράπεζα μπορεί να απαιτήσει, κατά τη διακριτική της ευχέραα, ότι
πιθανόν η Τράπεζα να παύσει στο άμεσο μέλλον να ικανοποιεί τα ελάχιστα αποδεκτά
όρια του δείκτη Βασικών Πρωτοβαθμίων Κεφαλαίων, του δείκτη Κοινών Πρωτοβαθμίων
Κεφαλαίων ή του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας, ανάλογα με την περίπτωση, και για
αυτό το λόγο θα θεωρηθεί ότι Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου έχει επισυμβεί.
Γεγονός Βιωσιμότητας (Viability Event) : Γεγονός Βιωσιμότητας ορίζεται
οποτεδήποτε (i) η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κρίνει ότι η υποχρεωτική
μετατροπή των ΜΑΕΚ και άλλων αξιών, που με βάση τους όρους τους δυνατόν να
μετατραπούν σε συνήθεις μετοχές σε Γεγονός Βιωσιμότητας, είναι αναγκαία για
βελτίωση της κεφαλαιακής επάρκειας της Τράπεζας και θα συμβάλει στη διατήρηση
της φερεγγυότητας της Τράπεζας και/ή (ii) η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου κρίνει
ότι η Τράπεζα θα χρειαστεί έκτακτη κρατική βοήθεια για ( α ) τη διατήρηση της
φερεγγυότητας της ή ( β ) αποφυγή του ενδεχομένου πτώχευσης της ή ( γ ) δεν
είναι σε θέση να αποπληρώσει σημαντικό μέρος των υποχρεώσεων της ή (iii) σε
άλλες παρόμοιες καταστάσεις. Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής : Τα ΜΑΕΚ θα
μετατραπούν υποχρεωτικά σε τέτοιο αριθμό Συνήθων Μετοχών που θα καθορίζεται
διαιρώντας την ονομαστική αξία των ΜΑΕΚ με το ψηλότερο της Κατώτατης Τιμής
(Floor Price ) και της ισχύουσας Τιμής Υποχρεωτικής Μετατροπής κατά τη σχετική
Ημερομηνία Υποχρεωτικής Μετατροπής. Τιμή Υποχρεωτικής Μετατροπής σε οποιαδήποτε
στιγμή σε Συνήθεις Μετοχές της Εταιρίας είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε
αναγνωρισμένο χρηματιστήριο ορίζεται το χαμηλότερο από (i) την ανώτατη τιμή των
3,30 ( και οποιεσδήποτε μετέπειτα τυχόν συνήθεις αναπροσαρμογές για εταιρικές
πράξεις ), και (ϋ)το 80% της μεσοσταθμικής τιμής διαπραγμάτευσης της μετοχής
των πέντε εργάσιμων ημερών που προηγούνται της Ειδοποίησης για Γεγονός Έκτακτης
Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας. Κατώτατη Τιμή (Floor Price) ορίζεται
η ονομαστική αξία ανά Συνήθη Μετοχή ( που κατά την ημερομηνία έκδοσης είναι 1
) ... Παράγοντες Κινδύνου : Η δυνατότητα της Τράπεζας να εκπληρώσει τις
υποχρεώσεις της ως πηγάζουν από τα ΜΑΕΚ υπόκειται σε σειρά κινδύνων. Οι
Παράγοντες Κινδύνου περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, κίνδυνους ρευστότητας,
κίνδυνους αγοράς, ως επίσης και πιστωτικούς, λειτουργικούς, ρυθμιστικούς και
νομικούς κινδύνους. Επιπρόσθετα, υπάρχουν κίνδυνοι οι οποίοι είναι ουσιώδεις
στην αξιολόγηση των κινδύνων σε σχέση με τα ΜΑΕΚ. Οι κίνδυνοι αυτοί
περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται, το γεγονός ότι τα ΜΑΕΚ δυνατόν να μην
είναι κατάλληλη επένδυση για όλους τους επενδυτές καθώς και συγκεκριμένοι
κίνδυνοι που αφορούν τους όρους έκδοσης τους, περιλαμβανομένων της υποχρεωτικής
μετατροπής σε μετοχές έπειτα από Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και Γεγονός
Βιωσιμότητας αλλά και άλλους κινδύνους αγοράς, ως περιγράφονται με μεγαλύτερη
λεπτομέρεια στο Τμήμα II, Μέρος Α του παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου. Προορισμός
Προϊόντος Έκδοσης: Το καθαρό προϊόν από την έκδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων
Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα ενισχύσει την Τράπεζα με επιπρόσθετο πρωτοβάθμιο
κεφάλαιο βοηθώντας στη διατήρηση ισχυρών και ανταγωνιστικών δεικτών κεφαλαιακής
επάρκειας ... Εισαγωγή και Διαπραγμάτευση : Τα ΜΑΕΚ θα εισαχθούν και θα
διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο Χρηματιστήριο Αθηνών,
εφόσον ληφθούν οι σχετικές εγκρίσεις από τις αρμόδιες αρχές ». Στο Μέρος Α' του
Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου αναφέρεται σχετικώς με τους
κινδύνους της επενδύσεως ότι « Η επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου
Κεφαλαίου και σε μετοχές της Τράπεζας Κύπρου υπόκειται σε μια σειρά κινδύνων.
Μαζί με τις λοιπές πληροφορίες που περιέχονται ή ενσωματώνονται μέσω παραπομπής
στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, οι δυνητικοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά
τους κινδύνους που περιγράφονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο, πριν επενδύσουν
στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου που περιλαμβάνουν την επιλογή
ή/και υποχρεωτική μετατροπή τους σε μετοχές και ως εκ τούτου σε 4> μετοχές της Εταιρίας. Εάν επέλθει οποιοδήποτε
από τα γεγονότα που περιγράφονται παρακάτω, το Συγκρότημα, η χρηματοοικονομική
θέση του ή τα αποτελέσματα της λειτουργίας του ενδέχεται να επηρεαστούν
δυσμενώς και ουσιωδώς και, ανάλογα, μπορεί να σημειωθεί πτώση στην αξία και την
τιμή πώλησης των μετοχών της Εταιρίας, οδηγώντας σε απώλεια του συνόλου ή
μέρους οποιασδήποτε επένδυσης σε αυτές. Επιπρόσθετα, οι κίνδυνοι και οι
αβεβαιότητες που περιγράφονται παρακάτω μπορεί να μην είναι οι μόνοι που
ενδεχομένως να αντιμετωπίσει το Συγκρότημα. Πρόσθετοι κίνδυνοι και αβεβαιότητες
που επί του παρόντος δεν είναι γνωστοί ή που δεν θεωρούνται ουσιώδεις, μπορεί
να επιδράσουν δυσμενώς τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του Συγκροτήματος»,
ακολούθως περιγράφονται οι σχετιζόμενοι με τις επιχειρηματικές δραστηριότητες
του Συγκροτήματος της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κίνδυνοι
(κίνδυνος από τις επικρατούσες στην Κύπρο και στο εξωτερικό οικονομικές
συνθήκες, κίνδυνος από τις διακυμάνσεις της αγοράς, κίνδυνος επιτοκίων,
κίνδυνος από τις μεταβολές στις τρέχουσες τιμές μετοχών και άλλων αξιών,
συναλλαγματικός κίνδυνος, κίνδυνος σχετικώς με .τους δανειζόμενους και την
πιστωτική ικανότητα των αντισυμβαλλομένων της Τράπεζας, κίνδυνος μεταβολών των
συνθηκών της αγοράς με συνέπεια αρνητικές αναπροσαρμογές στην εύλογη αξία των
χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων του Συγκροτήματος, κίνδυνος
ρευστότητας, κίνδυνος μη ικανοποιητικής κεφαλαιακής επάρκειας για κάλυψη των
ελαχίστων εποπτικών απαιτήσεων, εποπτικός κίνδυνος, κίνδυνος αστοχίας ή
αποτυχίας των εσωτερικών διαδικασιών και λειτουργιών του Συγκροτήματος,
κίνδυνος σχετιζόμενος με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στην Ελλάδα,
κίνδυνος σχετιζόμενος με τις δραστηριότητες του Συγκροτήματος στη Ρωσία,
κίνδυνος σχετικός με τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στην Κύπρο,
κίνδυνος μεταβολής του σχετικού ρυθμιστικού ή νομικού πλαισίου, νομικός
κίνδυνος, φορολογικός κίνδυνος, κίνδυνος εκθέσεως σε ιδιαιτέρως ανταγωνιστικό
περιβάλλον, κίνδυνος απώλειας ανωτέρων διευθυντικών στελεχών και άλλου προσωπικού,
ασφαλιστικός κίνδυνος, κίνδυνος διακοπής ή παραβιάσεως των συστημάτων
πληροφορικής του Συγκροτήματος, κίνδυνος γενέσεως προσθέτων υποχρεώσεων για
ωφελήματα αφυπηρετήσεως προσωπικού). Περαιτέρω, καθ' όσον αφορά στους
κινδύνους, οι οποίοι σχετίζονται με την εν λόγω έκδοση Μ.Α.Ε.Κ., ρητώς
αναφέρεται ( υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου
αποτελούν μια νέα μορφή επένδυσης και δυνατόν να μην είναι κατάλληλα για όλους
τους επενδυτές» ) ότι«Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου αποτελούν
μια νέα μορφή επένδυσης και δυνατόν να μην είναι κατάλληλα για όλους τους
επενδυτές. Κατά συνέπεια, μια επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου
Κεφαλαίου και τις μετοχές της Τράπεζας (στις οποίες είναι μετατρέψιμα )
εμπεριέχει αυξανόμενους και εσωτερικούς κινδύνους. Κάθε πιθανός επενδυτής στα
Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου πρέπει να καθορίσει την
καταλληλότητα μιας τέτοιας επένδυσης λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις του.
Συγκεκριμένα κάθε πιθανός επενδυτής πρέπει: ΐ. να κατέχει τις κατάλληλες
γνώσεις έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει τα οφέλη και τους κινδύνους
μιας επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου όπως και των
πληροφοριών που περιλαμβάνονται ή ενσωματώνονται στο παρόν Ενημερωτικό Δελτίο,
ii. να έχει πρόσβαση, τις κατάλληλες γνώσεις και τα κατάλληλα αναλυτικά
εργαλεία έτσι ώστε να είναι σε θέση να αξιολογήσει, στα πλαίσια της δικής του
οικονομικής κατάστασης, μια πιθανή επένδυση στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα
Ενισχυμένου Κεφαλαίου και τον αντίκτυπο στο γενικό του επενδυτικό χαρτοφυλάκιο
που δυνατό να έχει η επένδυση του στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου
Κεφαλαίου, iii. να έχει ικανοποιητικούς οικονομικούς πόρους και ρευστότητα για
να αναλάβει τους κινδύνους επένδυσης στα
Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου συμπεριλαμβανομένων των
κινδύνων σε περίπτωση που το νόμισμα για την αποπληρωμή του κεφαλαίου ή των
τόκων είναι διαφορετικό από το νόμισμα του επενδυτή, iν. να
κατανοήσει με λεπτομέρεια
τους όρους έκδοσης
των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου και ιδιαίτερα αλλά όχι
μόνο τους όρους που αφορούν την Ακύρωση Τόκου, την Αναγκαστική Μετατροπή σε
μετοχές, το Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και το Γεγονός Βιωσιμότητας και
να κατανοεί τη λειτουργία των σχετικών με την έκδοση κεφαλαιαγορών όπως και την
πιθανότητα να υπάρξει Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου και Γεγονός
Βιωσιμότητας, ν. να αναγνωρίσει ότι υπάρχει περίπτωση να μην καταφέρει να
πωλήσει ή να μεταφέρει τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου για
σημαντικό χρονικό διάστημα ή και καθόλου, vi. να είναι σε θέση να αξιολογήσει
(είτε μόνος είτε με τη βοήθεια ενός οικονομικού συμβούλου) τα πιθανά σενάρια
όσον αφορά την οικονομία, το επιτόκιο και άλλους παράγοντες που μπορούν να
έχουν επιπτώσεις στην επένδυση του, τη μετατροπή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων
Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε μετοχές, και τη δυνατότητα του να αναλάβει τους
κινδύνους που απορρέουν. Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι
νέα χρηματοοικονομικά μέσα. Ένας πιθανός επενδυτής δεν πρέπει να επενδύσει στα
Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου εκτός αν κατέχει τη γνώση και την
εμπειρία ( είτε από μόνος του είτε με έναν οικονομικό σύμβουλο ) για να
αξιολογήσει την απόδοση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στις
μεταβαλλόμενες συνθήκες αγοράς, τα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την
πιθανότητα μετατροπής τους, την αξία τους και την επίδραση που αυτή η επένδυση
θα έχει στο γενικό τους επενδυτικό χαρτοφυλάκιο. Πριν από τη λήψη μιας απόφασης
για επένδυση, οι πιθανοί επενδυτές πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά, λαμβάνοντας
υπόψη τις οικονομικές περιστάσεις και τους στόχους της επένδυσης τους και όλες
τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο παρόν ενημερωτικό δελτίο ». Στο Μέρος
Α' του Τμήματος II του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου μεταξύ άλλων αναφέρεται
επίσης : α ) ( υπό τον γενικό τίτλο « Οι Κάτοχοι είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένοι
στον κίνδυνο διακύμανσης στην αξία των μετοχών της Τράπεζας » ) ότι« Σε
περίπτωση πραγματοποίησης Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονότος
Βιωσιμότητας τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα μετατραπούν
υποχρεωτικά σε μετοχές ... », β ) ( υπό τον γενικό τίτλο «Προαιρετική Επιλογή
και Υποχρεωτική Ακύρωση Πληρωμής Τόκων σε μη συσσωρευτική βάση » ) ότι« Η
Τράπεζα μπορεί κατά την κρίση της να ακυρώσει οποιαδήποτε πληρωμή τόκου υπό
τους περιορισμούς που περιγράφονται Μέρος Β, Όρο 5 " Συνεπακόλουθοι
Περιορισμοί Μερίσματος και Κεφαλαίου ". Πριν από την ημερομηνία
οποιασδήποτε Πληρωμής Τόκου, η Τράπεζα, κατά την κρίση της, αν διαπιστώσει ότι
δεν τηρεί την σχετική Κεφαλαιακή Επάρκεια, όπως αυτή ορίζεται από την Κεντρική
Τράπεζα της Κύπρου, ή ότι η Πληρωμή Τόκου θα έχει ως αποτέλεσμα η Τράπεζα να
παύσει να ικανοποιεί την προαναφερόμενη Κεφαλαιακή Επάρκεια, τότε η Τράπεζα
έχει τη δυνατότητα να ακυρώσει την Πληρωμή τέτοιων Τόκων σε μη σωρευτική βάση,
στα πλαίσια όμως των" Συνεπακόλουθων Περιορισμών Μερίσματος και
Κεφαλαίου" ως περιγράφεται στο Τμήμα II, Μέρος Β/Π στον Όρο 5. Περαιτέρω,
η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου δύναται, και στη βάση αξιολόγησης της οικονομικής
κατάστασης και της φερεγγυότητας της Τράπεζας για τα επόμενα τρία χρόνια, να
απαιτήσει την ακύρωση πληρωμής τόκου ή κεφαλαίου. Η πληρωμή τόκων προς τους
κατόχους Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου θα γίνεται πάντοτε σε
μετρητά », γ ) ( υπό τον τίτλο « Αξίες Αόριστης Διάρκειας χωρίς οποιαδήποτε
νομική ημερομηνία λήξης » ) ότι « Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου
Κεφαλαίου είναι αξίες αόριστης διάρκειας χωρίς ημερομηνία λήξης και γι' αυτό το
λόγο οι επενδυτές θα λάβουν το κεφάλαιο επένδυσης τους μόνο στην περίπτωση που
η Τράπεζα επιλέξει να τα εξαγοράσει με την προηγούμενη έγκριση της Κεντρικής
Τράπεζας της Κύπρου », δ) ( υπό το γενικό τίτλο «Η Τράπεζα έχει το δικαίωμα
αλλά όχι την υποχρέωση εξαγοράς [ Redemption ] και Αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων
Ενισχυμένου Κεφαλαίου » ) ότι « Η Τράπεζα δεν έχει καμία υποχρέωση εξαγοράς ή
αγοράς των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε οποιοδήποτε χρονικό
διάστημα και οι Κάτοχοι δεν έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα απαίτησης της εξαγοράς ή
αγοράς από την Τράπεζα. Η Τράπεζα όμως έχει την επιλογή με την προηγούμενη
έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, να εξαγοράσει ολόκληρο το ποσό των
Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στην ονομαστική τους αξία μαζί με
οποιουσδήποτε δεδουλευμένους τόκους στις 30 Ιουνίου 2016, ή σε οποιαδήποτε
Ημερομηνία Πληρωμής Τόκου που έπεται και υπό την προϋπόθεση ότι θα
αντικατασταθούν με Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο ... », ε ) ( υπό τον γενικό τίτλο
«Καθεστώς Εξασφάλισης και Προτεραιότητα Κατάταξης σε περίπτωση διάλυσης » )
ότι« ... εάν η Τράπεζα τελεί υπό διάλυση ή εκκαθάριση, ο εκκαθαριστής θα
ικανοποιήσει πρώτα όλες τις αξιώσεις των καταθετών ή άλλων πιστωτών των οποίων
οι αξιώσεις δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας ως προς τις αξιώσεις των
καταθετών και πιστωτών των οποίων οι αξιώσεις είναι ελάσσονος προτεραιότητας
(subordinated) πλην εκείνων των οποίων οι αξιώσεις είναι ίσης προτεραιότητας
(rank pari passu) με τις αξιώσεις των κατόχων Μετατρέψιμων Αξιόγραφων
Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Σε περίπτωση που
η Τράπεζα δεν έχει ικανοποιητικά περιουσιακά στοιχεία για τον πλήρη
διακανονισμό των αξιώσεων που δεν είναι ελάσσονος προτεραιότητας, τότε οι
αξιώσεις των Κατόχων των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου δύνανται
να χάσουν το σύνολο ή μέρος της επένδυσης τους. Επιπλέον, εάν τα Μετατρέψιμα
Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου μετατραπούν σε Συνήθεις Μετοχές μετά από την
πραγματοποίηση Γεγονότος Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονότος Βιωσιμότητας,
κάθε Κάτοχος θα υποστεί περαιτέρω μείωση της προτεραιότητας των δικαιωμάτων και
αξιώσεων του λόγω της μετατροπής της επένδυσης του σε Συνήθεις Μετοχές και
υπάρχει κίνδυνος οι μέτοχοι να χάσουν μέρος ή ολόκληρη την επένδυση τους » και
στ) ( υπό τον τίτλο «Τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου
κατατάσσονται ως Πρωτοβάθμιο Κεφάλαιο [ Tier 1 capital ] » ) ότι « Τα
Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου κατατάσσονται ως πρωτοβάθμιο
Κεφάλαιο ( Tier 1 capital) και πιθανοί επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν
προσεκτικά τα χαρακτηριστικά τους που αφορούν μεταξύ άλλων και την προτεραιότητα
κατάταξης, το καθεστώς εξασφάλισης τους και την αόριστη διάρκεια τους». Τέλος,
στο αυτό Τμήμα του εν λόγω Ενημερωτικού Δελτίου επισημαίνεται ( υπό τον γενικό
τίτλο «ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΧΟΥΣ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΧΡΕΟΓΡΑΦΩΝ
2013/18, ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΣΕΙΡΑ Γ (
12/2007 ) ΠΟΥ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΉ ΣΕ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ
ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ » ) ότι « Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων
2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007
της Τράπεζας, πριν τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης για συμμετοχή στην έκδοση των
Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου μέσω της πιθανής ανταλλαγής των
Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και
Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 της Τράπεζας που ήδη κατέχουν θα πρέπει να
μελετήσουν προσεκτικά, λαμβάνοντας υπόψη τη δική τους οικονομική κατάσταση,
τους επενδυτικούς στόχους και ορίζοντες και τις πληροφορίες που περιέχονται στο
παρόν Ενημερωτικό Δελτίο και ιδιαίτερα τους κινδύνους που περιγράφονται πιο
κάτω και αφορούν τη νέα έκδοση και το ενδεχόμενο ανταλλαγής ... Τα Μετατρέψιμα
Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου παρουσιάζουν ουσιαστικές διαφορές από τα
Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018, τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Κεφαλαίου και τα
Αξιόγραφα Κεφαλαίου 12/2007. Τα Μετατρέψιμα Χρεόγραφα 2013/2018 ( τα οποία
κατατάσσονται ως δευτεροβάθμιο κεφάλαιο (Tier 2 capital) της Τράπεζας) έχουν
ουσιαστικές διαφορές από τα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου (τα οποία
κατατάσσονται ως πρωτοβάθμιο κεφάλαιο ( Tier 1 capital) της Τράπεζας). Οι
Κάτοχοι Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου
και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 θα πρέπει να εξετάσουν τις διαφορές μεταξύ των
Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2103/2018, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και
Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 και των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου
Κεφαλαίου οι οποίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την προτεραιότητα κατάταξης
και το καθεστώς εξασφάλισης τους, τη διάρκεια τους, το επιτόκιο, την εξαγορά
και τη δυνατότητα μετατροπής σε μετοχές της Τράπεζας εφόσον υφίσταται καθώς και
της υποχρεωτικής μετατροπής σε συνήθεις μετοχές σε περίπτωση που επισυμβεί
Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου ή Γεγονός Βιωσιμότητας. Οι πλήρεις όροι των
Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου παρουσιάζονται στο Μέρος Β του
παρόντος Ενημερωτικού Δελτίου ... », ότι ( υπό τον τίτλο « Αβεβαιότητα ως προς
τη ρευστότητα κατά τη διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου
Κεφαλαίου » ) ότι « Η Τράπεζα δεν σκοπεύει να υποβάλει αίτηση για εισαγωγή προς
διαπραγμάτευση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου σε οποιαδήποτε
ρυθμισμένη αγορά εκτός από την αγορά του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου και του
Χρηματιστηρίου Αξιών. Τα νέα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου είναι
τίτλοι για τους οποίους δεν υπάρχουν συναλλαγές σε καμία αγορά και δεν μπορεί
να υπάρξει καμία διαβεβαίωση μελλοντικής ρευστότητας στις αγορές που αναμένεται
να εισαχθούν », ως και (υπό τον τίτλο « Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων
2013/18, Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007
οφείλουν να συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους
συμβούλους » ) ότι« Οι κάτοχοι των Μετατρέψιμων Χρεογράφων 2013/2018,
Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Κεφαλαίου και Αξιόγραφων Κεφαλαίου 12/2007 οφείλουν να
συμβουλευθούν τους οικονομικούς, φορολογικούς και νομικούς τους συμβούλους
σχετικά με την καταλληλότητα τυχόν ανταλλαγής ή μη της επένδυσης τους και των
τυχόν συνεπειών στη φορολογική τους θέση και τις λογιστικές ή οικονομικές
συνέπειες τυχόν επένδυσης στα Μετατρέψιμα Αξιόγραφα Ενισχυμένου Κεφαλαίου. Η
σχετική αναλογία ανταλλαγής ( στη βάση της ονομαστικής τους αξίας ) μπορεί κατά
την εισαγωγή των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου στα δύο
χρηματιστήρια να μην απεικονίζει την τιμή και σχετική σχέση στην τιμή
διαπραγμάτευσης των αντίστοιχων κινητών αξιών », τέλος δε αναφορικώς με
παράγοντες κινδύνου, σχετιζομένους με τις μετοχές, ρητώς αναφέρεται ότι τα
Χρηματιστήρια Αξιών Αθηνών και Κύπρου έχουν χαμηλή ρευστότητα και παρουσιάζουν
εντονότερες διακυμάνσεις από άλλα χρηματιστήρια της Ευρώπης και των Ηνωμένων
Πολιτειών Αμερικής, με συνέπεια τη δημιουργία σοβαρού ενδεχομένου δυσμενούς
επηρεασμού της τιμής της μετοχής της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας.
Περαιτέρω, η επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών της Ελληνικής Δημοκρατίας ιδίως
μετά το έτος 2009 και η συνεπεία αυτής υποβάθμιση των Ομολόγων του Ελληνικού
Δημοσίου ( εφεξής Ο.Ε.Δ. ) και εντεύθεν της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας
επηρέασε δυσμενώς τη θέση της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, η
οποία, παρά το γεγονός ότι τελούσε σε γνώση της ραγδαίας επιδεινώσεως των
στοιχείων της ελληνικής οικονομίας, κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ μηνός
Δεκεμβρίου του έτους 2009 και μηνός Απριλίου έτους 2010 αύξησε την έκθεση της σε Ο.Ε.Δ. μέχρι του ποσού των δύο δισεκατομμυρίων
τετρακοσίων εκατομμυρίων ΕΥΡΩ ( 2.400.000.000 ), ενώ τα ίδια κεφάλαια αυτής ανέρχονταν
σε δύο δισεκατομμύρια πεντακόσια εκατομμύρια ΕΥΡΩ (2.500.000.000 ), με
συνέπεια η συγκέντρωση πραγματικού κινδύνου για την εκκαλούσα αλλοδαπή
τραπεζική εταιρία να ανέρχεται σε ποσοστό 80%, περαιτέρω δε, δεν έλαβε μέτρα
περιορισμού του κινδύνου αυτού (είτε με πώληση Ο.Ε.Δ. είτε με αγορά Συμβολαίων
Ανταλλαγής Πιστωτικής Αθετήσεως - Credit Default Swaps [ CDS ] ). Η συνεχής
επιδείνωση των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας επέφερε εν τέλει καίριο πλήγμα
στη κεφαλαιακή επάρκεια της - εκτεθειμένης σε υπερβολικό βαθμό σε Ο.Ε.Δ. -
εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας ( δεδομένου ότι οι επενδύσεις της
τελευταίας σε Ο.Ε.Δ. την 31.3.2010 είχαν λογιστική αξία 2.000.000.000 ), η
τελική δε ζημία στα ίδια κεφάλαια αυτής
από τη
συγκεκριμένη .αιτία (απομείωση αξίας Ο.Ε.Δ.) ανήλθε κατά το τέλος του
έτους 2010 ( 31.12.2010 ) στο ποσόν των 529.513.000 . Ωστόσο, η εκκαλούσα
αλλοδαπή τραπεζική εταιρία απέφυγε να αποτυπώσει λογιστικώς τις ζημίες της από
την απομείωση της αξίας των Ο.Ε.Δ. στις ετήσιες οικονομικές της καταστάσεις (
καθ' όσον τούτο θα είχε ευθεία επίπτωση στην κεφαλαιακή της επάρκεια και στον
Δείκτη Tier Core 1), αποκρύπτοντας σκόπιμα την πραγματική οικονομική της
κατάσταση, αλλά αντιθέτως προέβη σε επαναταξινόμηση του χαρτοφυλακίου της,
περαιτέρω δε, επιχείρησε την προώθηση προς το επενδυτικό κοινό μέσω του δικτύου
υποκαταστημάτων της στην Ελλάδα και την Κύπρο των σύνθετων αυτών επενδυτικών
προϊόντων {Μ.Α.Ε.Κ.}, τα οποία έφεραν
τα ανωτέρω περιγραφόμενα χαρακτηριστικά,
με προφανή σκοπό την απορρόφηση του μείζονος μέρους των απωλειών αυτών, εν
αγνοία και με παραπλάνηση των υποψηφίων επενδυτών ως προς την πραγματική
οικονομική της κατάσταση και το βαθμό ασφαλείας της επενδύσεως τους, όπως
κατωτέρω θα εκτεθεί. Ειδικότερα, γνωρίζοντας η εναγομένη- εκκαλούσα τη
σπουδαιότητα της επιτυχούς κάλυψης της έκδοσης των Μ.Α.Ε.Κ. στο σύνολο τους,
εκμεταλλεύτηκε την προνομιακή πληροφόρηση που είχε σε σχέση με τους ενάγοντες
επενδυτές, την ισχυρή οργανωτική και λειτουργική της υποδομή και τη δυνατότητα
διείσδυσης στην περιουσιακή τους σφαίρα , αφού γνώριζε τις καταθέσεις αυτών των
πελατών της και με ελλιπή και παραπλανητική ενημέρωση και σύσταση, τους έπεισε
μέσω των αρμόδιων υπαλλήλων της, οι οποίοι αναφέρονται ειδικότερα κατωτέρω,
δολίως να τοποθετήσουν τις αποταμιεύσεις τους στα Μ.Α.Ε.Κ., χωρίς όμως να
προβεί στον αναγκαίο έλεγχο συμβατότητας αυτών με τα συγκεκριμένα προϊόντα και
χωρίς να τους ενημερώσει για τους παραπάνω λεπτομερώς αναφερόμενους κινδύνους.
Συγκεκριμένα, η Διοίκηση της εναγομένης, με στόχο την καλύτερη και
αποδοτικότερη προώθηση των εν λόγω προϊόντων, συνέστησε στους αρμοδίους για την
προώθηση των εν λόγω προϊόντων υπαλλήλους της να απευθυνθούν σε πελάτες των
καταστημάτων, μετόχους της εναγομένης ή μη αλλά και στους προθεσμιακούς
καταθέτες. Ακολούθησε η αποστολή στα κατά τόπους καταστήματα κάποιων
απαραίτητων ενημερωτικών εγγράφων με συχνές ερωτήσεις και απαντήσεις σε σχέση
με την έκδοση του μετατρέψιμου ομολόγου καθώς και με τα επιχειρήματα πώλησης
αυτού, ενώ ταυτόχρονα προγραμματίστηκαν συναντήσεις και ενημερώσεις με
τηλεδιάσκεψη μέσω της εφαρμογής Centra, που επιτρέπει τη σύγχρονη διάδραση των
συμμετεχόντων με ήχο και βίντεο. Στις ενημερώσεις αυτές δινόταν έμφαση στα
πλεονεκτήματα του συγκεκριμένου προϊόντος για τους πελάτες, καθώς και στο
προφίλ των πελατών που θα έπρεπε να προσεγγίσουν, όπως επενδυτές και
καταθέτες,, που θα δέχονταν να δεσμεύσουν τα χρήματα τους για κάποια χρόνια,
προκειμένου να έχουν μεγαλύτερες αποδόσεις, από τις συνήθεις καταθέσεις, όπως
για παράδειγμα επιτόκιο 6,5%. Επιπλέον αναφέρθηκε στους αρμοδίους υπαλλήλους
της εναγομένης ότι αυτοί θα έπρεπε να τονίζουν στους υποψήφιους αγοραστές
εκείνα τα πλεονεκτήματα του προϊόντος που θα τους οδηγούσαν στην αγορά του,
όπως το γεγονός ότι αυτοί θα απολάμβαναν την ασφάλεια της προθεσμιακής
κατάθεσης, με υψηλό επιτόκιο και την εξάμηνη απόληψη των τόκων. Ακόμη, τους
είχαν, δώσει σαφείς οδηγίες να «σπάνε» τις προθεσμιακές καταθέσεις χωρίς ποινή
για όσους ήθελαν να συμμετάσχουν και δεν είχε λήξει η προθεσμιακή τους
κατάθεση. Στα πλαίσια της ως άνω ακολουθούμενης πολιτικής, τον Μάϊο του 2011 οι
ενάγοντες- εφεσίβλητοι προσεγγίστηκαν από τους αρμόδιους παρακάτω αναφερόμενους
υπαλλήλους της εναγομένης- εκκαλούσας, με τους οποίους ο καθένας τους
συναλλασσόταν μέχρι τότε, προκειμένου να αγοράσουν τα προϊόντα αυτά [Μ.Α.Ε.Κ.].
Συγκεκριμένα, ο πρώτος εφεσίβλητος, ., ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά, στις αρχές
Μαΐου 2011 από τον αρμόδιο υπάλληλο της εκκαλούσας στο κατάστημα Θεσσαλονίκης,
επί της οδού ., ., ο οποίος τον είχε εξυπηρετήσει σε όλες τις συναλλαγές του
μέχρι τότε, και του ζήτησε να προσέλθει στο κατάστημα προκειμένου να τον ενημερώσει
για ένα εναλλακτικό προθεσμιακό πρόγραμμα της Τράπεζας. Πράγματι, στις 6.5.2011
ο πρώτος εφεσίβλητος πήγε στο κατάστημα και εκεί ο άνω υπάλληλος του πρότεινε
να τοποθετήσει το σύνολο των αποταμιεύσεων του σε δολλάρια, που έως τότε
διατηρούσε σε κατάθεση ταμιευτηρίου
στην εκκαλούσα- εναγομένη τράπεζα, στο εν λόγω προϊόν, αναφέροντας του ότι το
προθεσμιακό αυτό πρόγραμμα είναι πενταετούς διάρκειας έχει την ασφάλεια της
προθεσμιακής κατάθεσης και πρόσθετα πλεονεκτήματα, καλό και σταθερό επιτόκιο 6%
καταβλητέο κάθε εξάμηνο και την εγγύηση του κεφαλαίου από την τράπεζα Κύπρου
που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει σταθερή ανάπτυξη.
Επίσης, τον διαβεβαίωσε
ότι σε περίπτωση ανάγκης να λάβει νωρίτερα το κεφάλαιο μπορούσε οποτεδήποτε να
σπάσει την κατάθεση αλλά θα έχανε τους τόκους του τρέχοντος εξαμήνου. Ο
δεύτερος, ο τρίτος και ο τέταρτος των εναγόντων - εφεσίβλητων επισκέφθηκαν στις
10-5-2011 το κατάστημα της εναγομένης- εκκαλούσας στη Λιβαδειά Βοιωτίας,
κατόπιν τηλεφωνικής πρόσκλησης του υποδιευθυντή, ., με τον οποίο διατηρούσαν
φιλικές σχέσεις, καθώς κατάγονταν όλοι από το χωριό Δεσφίνα του Ν. Βοιωτίας, ο
οποίος και τους προέτρεψε να επενδύσουν στο συγκεκριμένο προϊόν αναφέροντας
τους ότι το νέο αυτό προθεσμιακό πρόγραμμα της τράπεζας παρείχε πλήρη διασφάλιση
κεφαλαίου, αξιόλογο, σταθερό και εγγυημένο επιτόκιο 6,5% για το ευρώ και 6% για
το δολλάριο, ότι η κατάθεση αυτή τελεί υπό την εγγύηση της τράπεζας Κύπρου.
Ο πέμπτος, η έκτη και η
έβδομη των εναγόντων-εφεσιβλήτων ενημερώθηκαν τηλεφωνικά, περί τα τέλη Απριλίου
του έτους 2011, από τον ., διευθυντή του καταστήματος Ορεστιάδας της πρώτης
εναγομένης- εκκαλούσας τραπεζικής εταιρίας, ο οποίος ήταν εξάδελφος και
συμμαθητής του πέμπτου ενάγοντος, σχετικά με το ως άνω επενδυτικό προϊόν, στο
οποίο και τους προέτρεψε να καταθέσουν μέρος των αποταμιεύσεων τους,
αναφέροντας τους ότι είναι ισοδύναμο της προθεσμιακής κατάθεσης με προνομιακό
και σταθερό επιτόκιο 6,5% καταβλητέο ανά εξάμηνο, ενώ τους διαβεβαίωσε ότι,
παρά την οικονομική κρίση και τη φημολογία για έξοδο από το ευρώ, η τράπεζα
Κύπρου ως εύρωστη οικονομικά κυπριακή τράπεζα δεν θα επηρεαζόταν και με τη λήξη
της πενταετίας θα λάμβαναν στο ακέραιο το κεφάλαιο τους σε ευρώ και υψηλούς
τόκους κάθε εξάμηνο. Επίσης, για να τους πείσει να τοποθετήσουν τα χρήματα τους
σε ΜΑΕΚ, τους είπε ότι η συγκεκριμένη προωθητική ενέργεια θα έληγε άμεσα και
προκειμένου να επωφεληθούν μπορούσε να σπάσει την προθεσμιακή τους κατάθεση που
έληγε στις 25.4.2011 χωρίς κάποια ποινή, προκειμένου να τοποθετήσουν τα χρήματα
τους στο άνω προϊόν. Ο όγδοος ενάγων- εφεσίβλητος, ., κατά την επίσκεψη του στο
κατάστημα Πειραιά της πρώτης εναγομένης- εκκαλούσας, προκειμένου να ανανεώσει
την προθεσμιακή κατάθεση που τηρούσε σε αυτή, ενημερώθηκε από την υπάλληλο .
για το ίδιο ως άνω προϊόν, η οποία μάλιστα του συνέστησε την πρόωρη λήξη της
προθεσμιακής του κατάθεσης και την τοποθέτηση των χρημάτων του στα Μ.Α.Ε.Κ.
παρουσιάζοντας του, το επενδυτικό αυτό προϊόν σαν ένα νέο είδος προθεσμιακής
κατάθεσης της τράπεζας Κύπρου, που προσέφερε ιδιαίτερα υψηλό επιτόκιο 6%, ότι
το κεφάλαιο θα είναι πλήρως εξασφαλισμένο και στην πενταετία θα επιστραφεί και
ότι θα λαμβάνει τους τόκους κάθε εξάμηνο. Ο ένατος ενάγων- εφεσίβλητος, .,
ενημερώθηκε τηλεφωνικά από τη διευθύντρια του καταστήματος Κορυδαλλού, ., στις
αρχές Μαΐου του έτους 2011, κατόπιν επανειλημμένων τηλεφωνικών κλήσεων που
δέχθηκε στο κινητό του τηλέφωνο. Πράγματι ο άνω εφεσίβλητος επισκέφθηκε το
κατάστημα της εκκαλούσας τράπεζας και εκεί η διευθύντρια τον ενημέρωσε
προσωπικά για τα οφέλη τοποθέτησης των χρημάτων του στο νέο προϊόν που
προωθούσε η εναγόμενη-εκκαλούσα, το οποίο του παρουσίασε ως καταθετικό
πρόγραμμα της Τράπεζας με εγγύηση κεφαλαίου στην πενταετία και επιτόκιο σταθερό
και εγγυημένο 6% . Ο δέκατος ενάγων-
εφεσίβλητος, ενημερώθηκε τηλεφωνικά περί τα μέσα Μαΐου 2011 από τον προστηθέντα
υπάλληλο της εναγομένης του καταστήματος της στον Πύργο Ηλείας, ., σχετικά με
το νέο αυτό προϊόν, το οποίο του παρουσιάστηκε ως πρωτοποριακό πενταετές
καταθετικό προϊόν όπου τα χρήματα είναι απολύτως εξασφαλισμένα και το κεφάλαιο
θα επιστραφεί ολόκληρο στη λήξη της πενταετίας, όπως γίνεται σε όλες τις
προθεσμιακές καταθέσεις, ενώ κάθε εξάμηνο θα γίνεται εγγυημένα κατάθεση των
τόκων με επιτόκιο 6,5%. Στις 16-5-2011, ο άνω εφεσίβλητος επισκέφθηκε το
κατάστημα της εκκαλούσας στον Πύργο Ηλείας, με το οποίο και συναλλασσόταν, όπου
ο ίδιος υπάλληλος επανέλαβε τα ίδια και τον προέτρεψε να επενδύσει στο
συγκεκριμένο προϊόν τα χρήματα που έως τότε είχε τοποθετήσει σε προθεσμιακή
κατάθεση στην ίδια τράπεζα. Η δωδέκατη εφεσίβλητη, ., επισκέφθηκε το κατάστημα
Αμαρουσίου της εκκαλούσας τράπεζας, τον Απρίλιο του 2011 προκειμένου να
πληροφορηθεί το ύψος των επιτοκίων για τις προθεσμιακές καταθέσεις, όπου και
ενημερώθηκε από τον υπάλληλο της εκκαλούσα Κωστόπουλο, για το άνω επενδυτικό
προϊόν, το οποίο της παρουσίασε ως εφάμιλλο της προθεσμιακής κατάθεσης,
πενταετούς διάρκειας με εγγυημένο κεφάλαιο στη λήξη της πενταετίας, επιτόκιο
6,5% και καταβολή τόκων ανά εξάμηνο, διαβεβαίωση που επανέλαβε ο ως άνω
υπάλληλος και κατά την επίσκεψη που πραγματοποίησε στο ως άνω κατάστημα μαζί με
το σύζυγο της και ενδέκατο εφεσίβλητο λίγες μέρες αργότερα, προτείνοντας τους
να τοποθετήσουν τα χρήματα τους στο προϊόν αυτό. Τον Μάιο του έτους 2011 η
δέκατη τρίτη ενάγουσα- εφεσίβλητη, . επισκέφθηκε το κατάστημα της εκκαλούσας
στη Λάρισα και συνομίλησε με το διευθυντή ., ο οποίος της πρότεινε να
τοποθετήσει στο παραπάνω επενδυτικό προϊόν της εκκαλούσας ένα κεφάλαιο ύψους
40.000 ευρώ, το οποίο η εφεσίβλητη είχε σκοπό να διαθέσει για να εξασφαλίσει
στα βαφτιστήρια της . [14° εφεσίβλητο] και . [ που εκπροσωπείται από τον δέκατο
πέμπτο και τη δέκατη έκτη των εφεσίβλητων] ένα κεφάλαιο για τις σπουδές τους
και το ξεκίνημα της ζωής τους και ένα μικρό εισόδημα για την κάλυψη των
μαθητικών τους αναγκών [φροντιστηρίων]. Ο συγκεκριμένος υπάλληλος της
παρουσίασε το προϊόν αυτό ως απόλυτα προσαρμοσμένο στις ανάγκες της, εφάμιλλο
της προθεσμιακής κατάθεσης με σταθερό επιτόκιο 6,5% , καταβολή τόκων ανά
εξάμηνο και εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου στη λήξη της πενταετίας. Τα ίδια επανέλαβε
ο άνω προστηθείς υπάλληλος της εκκαλούσας και στις 13-5-2011, όταν η δέκατη
τρίτη εφεσίβλητη επισκέφθηκε μαζί με τους γονείς των βαφτισιμιών της,{ που ήταν
κατά το χρόνο εκείνο ανήλικοι} το κατάστημα της τράπεζας και τους προέτρεψε να
προβούν στην αγορά των άνω αξιόγραφων. Ο δέκατος έβδομος και η δέκατη όγδοη των
εφεσίβλητων, στις αρχές Μαΐου 2011, ενημερώθηκαν τηλεφωνικά από το διευθυντή
του καταστήματος της εκκαλούσας στην Ηγουμενίτσα Θεσπρωτίας, με τον οποίο
συνεργάζονταν για μακρό χρονικό διάστημα από το 2005, ότι έληξε η προθεσμιακή
τους κατάθεση και ότι η τράπεζα προσφέρει ένα νέο καταθετικό πρόγραμμα το οποίο
ήταν απόλυτα ασφαλές και ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις τους, πενταετούς
διάρκειας με εγγύηση κεφαλαίου και προνομιακό σταθερό επιτόκιο 6,5% με καταβολή
τόκων ανά εξάμηνο. Τα ίδια επανέλαβε ο άνω υπάλληλος όταν οι εφεσίβλητοι
επισκέφθηκαν το κατάστημα προτείνοντας τους την τοποθέτηση των χρημάτων τους
στο επίμαχο προϊόν, διαβεβαιώνοντας τους ότι αποτελεί ένα είδος μακροχρόνιας
προθεσμιακής κατάθεσης. Ο 19ος
εφεσίβλητος ενημερώθηκε τηλεφωνικά στις αρχές Μαΐου του έτους 2011 από το
διευθυντή του καταστήματος της εκκαλούσας στη Λαμία κ. . σχετικά με την
προσφορά ενός νέου προϊόντος από την τράπεζα. Ο άνω εφεσίβλητος επισκέφθηκε το
κατάστημα στις 13.5.2011, όπου ενημερώθηκε από τον διευθυντή κ. . και τον
υπάλληλο της εκκαλούσας κ. ., για την
προσφορά ενός νέου καταθετικού προγράμματος, το οποίο ήταν απόλυτα ασφαλές και
ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του, πενταετούς διάρκειας με εγγύηση κεφαλαίου
στη λήξη της πενταετίας και προνομιακό σταθερό επιτόκιο 6,5% με καταβολή τόκων
ανά εξάμηνο. Οι άνω προστηθέντες υπάλληλοι της εκκαλούσας του πρότειναν την
τοποθέτηση του κεφαλαίου του στο άνω προϊόν και την αγορά Μ.Α.Ε.Κ.. Ο 20ος
εφεσίβλητος περί τα μέσα Μαΐου του έτους 2011 σε τυχαία επίσκεψη του στο
κατάστημα της εκκαλούσας στο Μαρκόπουλο Αττικής, όπου τηρούσε προθεσμιακές
καταθέσεις, ενημερώθηκε από την υπάλληλο ., η οποία και του συνέστησε ένα
καινούριο καταθετικό πρόγραμμα, με απόλυτα εγγυημένο κεφάλαιο και τόκους ανά
εξάμηνο με καλό και σταθερό επιτόκιο 6,5%, προτρέποντας τον να επενδύσει στο
προπεριγραφόμενο προϊόν, σπάζοντας μάλιστα πρόωρα, χωρίς ποινή, την πρόσφατα
ανανεωθείσα προθεσμιακή του κατάθεση. Στις αρχές Μαΐου του έτους 2011 ο εικοστός
πρώτος και η εικοστή δεύτερη των εναγόντων - εφεσίβλητων ενημερώθηκαν
τηλεφωνικά από τον υπάλληλο του καταστήματος ʼνω Πατησίων της εκκαλούσας τράπεζας,
, ο οποίος και
τους εξυπηρετούσε από την έναρξη της συνεργασίας τους με αυτή, τον Ιανουάριο
του έτους 2008, για την ύπαρξη ενός νέου προϊόντος που προσιδίαζε στην
προθεσμιακή κατάθεση, πενταετούς διάρκειας με εγγυημένη επιστροφή κεφαλαίου στη
λήξη της πενταετίας και με σταθερό προνομιακό επιτόκιο 6,5% και απόδοση τόκων
ανά εξάμηνο. Ακολούθως, επισκέφθηκαν το ως άνω κατάστημα, όπου ο
προαναφερόμενες υπάλληλος τους επανέλαβε τη διαβεβαίωση του ότι επρόκειτο για
ένα απολύτως εγγυημένο προϊόν, προτρέποντας τους να τοποθετήσουν σε αυτό [ΜΑΕΚ]
το σύνολο των αποταμιεύσεων τους, ύψους 400.000 ευρώ με πρόωρη λήξη προθεσμιακής
κατάθεσης που τηρούσαν στην ως άνω τράπεζα. Τέλος, ο εικοστός τρίτος και η
εικοστή τέταρτη των εναγόντων- εφεσίβλητων, κατά τις αρχές Μαΐου 2011,
ειδοποιήθηκαν τηλεφωνικά από την υπάλληλο του καταστήματος Μαρκόπουλου, ., η
οποία τους ενημέρωσε για την προσφορά ενός νέου καταθετικού προϊόντος,
πενταετούς διάρκειας και εγγυημένου κεφαλαίου. Στις 16-5-2011 οι ως άνω
εφεσίβλητοι επισκέφθηκαν το κατάστημα Μαρκόπουλου, όπου η προαναφερόμενη
υπάλληλος τους επανέλαβε ότι πρόκειται για ένα προϊόν που λειτουργεί όπως
ακριβώς η προθεσμιακή κατάθεση, ότι είναι μια σίγουρη και ασφαλής μακροπρόθεσμη
κατάθεση, η οποία απολαμβάνει την εγγύηση της φερέγγυας και αξιόπιστης Τράπεζας
Κύπρου, με απόλυτα εγγυημένο κεφάλαιο στη λήξη της πενταετίας, με σταθερούς και
εγγυημένους τόκους που καταβάλλονται ανά εξάμηνο, με επιτόκιο 6,5%,
προτρέποντας τους να επενδύσουν στο ως άνω επενδυτικό προϊόν [ΜΑΕΚ] μέρος του
ποσού που έως τότε τηρούσαν σε προθεσμιακή κατάθεση στην Κύπρο. Την επόμενη
ημέρα επισκέφθηκε το κατάστημα η εικοστή τέταρτη εφεσίβλητη μαζί με την αδελφή
της, ., οπότε η άνω υπάλληλος τους διαβεβαίωσε και πάλι ότι επρόκειτο για
προϊόν εφάμιλλο της προθεσμιακής κατάθεσης, με καλύτερο επιτόκιο λόγω της
πενταετούς δέσμευσης. Οι ανωτέρω υπάλληλοι παρουσίασαν στους ενάγοντες τα Μ.
Α.Ε.Κ. ως ένα ιδιαίτερα επωφελές γι' αυτούς προϊόν, ενημερώνοντας τους
συνοπτικά ότι δεν θα τους επιβαλλόταν από την εκκαλούσα τράπεζα κάποια ποινή
εξαιτίας της πρόωρης μερικής εξόφλησης των προθεσμιακών καταθέσεων τους, και
αφετέρου ότι το νέο αυτό τραπεζικό προϊόν ήταν όμοιο με προθεσμιακή κατάθεση,
έχοντας πενταετή διάρκεια και σταθερό ετήσιο επιτόκιο ύψους 6,5% με περιοδική
απόδοση τόκων ανά εξάμηνο και εγγυημένη επιστροφή του κεφαλαίου, που είχε ως
συνέπεια να υπονοείται ότι ανταποκρίνεται στο γνωστό στην εναγομένη εκκαλούσα
συντηρητικό επενδυτικό προφίλ των εναγόντων. Ενόψει αυτών των διαβεβαιώσεων και
επειδή οι περισσότεροι από τους ενάγοντες είχαν ήδη αναπτύξει σχέση
εμπιστοσύνης με τον αντίστοιχο παραπάνω αναφερόμενο υπάλληλο της εναγομένης, με
τον οποίο και συναλλάσσονταν για μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα και
λόγω της ομαλής έως τότε συναλλακτικής τους σχέσης, ή λόγω και της φιλικής τους
σχέσεως, αυτοί πείσθηκαν από τις ρητές διαβεβαιώσεις περί του ασφαλούς και του
επικερδούς χαρακτήρα του εν λόγω νέου τραπεζικού προϊόντος (Μ.Α.Ε.Κ.) και,
χωρίς να έχουν κατανοήσει τους κινδύνους, οι οποίοι εμπεριέχονταν σε αυτό το
επενδυτικό προϊόν, αφού τεχνηέντως δεν τους επισημάνθηκαν , θεώρησαν ότι το
προϊόν αυτό αποτελούσε ένα νέο είδος προθεσμιακής κατάθεσης, το οποίο
ανταποκρινόταν στο συντηρητικό επενδυτικό τους προφίλ και αποφάσισαν να
επενδύσουν τα χρήματα τους με αγορά Μ.Α.Ε.Κ..
Ειδικότερα, κατήρτισαν , στις 6.5.2011 ο πρώτος , ο εικοστός πρώτος και
η εικοστή δεύτερη των εναγόντων, στις 10-5-2011 οι δεύτερος, τρίτος, τέταρτος,
πέμπτος, έκτη και δέκατος έβδομος των εναγόντων, στις 8-7-2011 η έβδομη
ενάγουσα, στις 11-5-2011 ο όγδοος ενάγων, στις 16-5-2011 ο δέκατος και ο
εικοστός τρίτος των εναγόντων, στις 11- 5-2011 ο ενδέκατος και η δωδέκατη των
εναγόντων, στις 12-5-2011 η δέκατη τρίτη ενάγουσα και οι γονείς του ανήλικου
κατά το χρόνο εκείνο 14ου ενάγοντος - εφεσίβλητου, ..., στις 13-5-2011 η δέκατη
τρίτη ενάγουσα και οι 15ος και 16η των εναγόντων - εφεσίβλητων ως εκπρόσωποι
του ανήλικου τέκνου τους ., καθώς και ο δέκατος ένατος ενάγων, στις 9-5-2011 ο
εικοστός ενάγων και στις 17-5-2011 η εικοστή τέταρτη ενάγουσα, αντίστοιχες
συμβάσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, δραστηριοτήτων και παρεπόμενων
υπηρεσιών από την πρώτη εναγόμενη τραπεζική εταιρία υπογράφοντας έντυπο
προσυμβατικής πληροφόρησης για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και
αίτηση δημιουργίας μερίδας, λογαριασμού αξιών στο Σύστημα Αυλών Τίτλων (Σ.Α.Τ.)
και εξουσιοδότηση χρήσης τους. Επίσης, στις 9-5-2011 ο εικοστός ενάγων , στις
10.5.2011 ο πρώτος , ο δέκατος έβδομος και η δέκατη όγδοη των εναγόντων, στις
11-5-2011 ο τρίτος ενάγων, στις 12-5-2011 ο τέταρτος, ο όγδοος, ο ενδέκατος και
η δωδέκατη των εναγόντων, στις 13-5- 2011 ο πέμπτος, η έκτη, η δέκατη τρίτη των
εναγόντων και οι εκπροσωπούντες τον τότε ακόμα ανήλικο . (ήδη δέκατο τέταρτο
ενάγοντα) γονείς του ..., καθώς και οι εκπροσωπούντες τον ανήλικο . γονείς του
(δέκατος πέμπτος και δέκατη έκτη των εναγόντων-εφεσιβλήτων), στις 16-5-2011 οι
δεύτερος, ένατος, δέκατος, δέκατος ένατος, εικοστός πρώτος, εικοστή δεύτερη και
ο εικοστός τρίτος των εναγόντων, και στις 17- 5-2011 η εικοστή τέταρτη
ενάγουσα, κατήρτισαν συμβάσεις συμμετοχής τους στην έκδοση από την εκκαλούσα
τράπεζα των προδιαληφθέντων Μ.Α.Ε.Κ., με τον τίτλο «ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ
ΧΑΚ/ΧΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΝΕΚΚΛΗΤΗ ΑΙΤΗΣΗ ΕΓΓΡΑΦΗΣ
ΑΔΙΑΘΕΤΩΝ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ
ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ», μέσω των οποίων αυτοί αγόρασαν από την εκκαλούσα
Μ.Α.Ε.Κ. συνολικής αξίας 200.000,00 δολαρίων Αμερικής ο πρώτος ενάγων,
20.000,00 ευρώ και 40.000,00 δολαρίων Αμερικής ο δεύτερος ενάγων, 60.000,00
ευρώ ο τρίτος ενάγων, 50.000,00 ευρώ ο τέταρτος ενάγων, 100.000 ευρώ από κοινού
οι πέμπτος, έκτη και έβδομη των εναγόντων (η τελευταία κατέστη συνδικαιούχος των
άνω Μ.Α.Ε.Κ. στις 8-7-2011), 18.114 δολαρίων Αμερικής ο όγδοος ενάγων,
35.000,00 ευρώ ο ένατος ενάγων, 82.500,00 ευρώ ο δέκατος ενάγων, 50.000,00 ευρώ
από κοινού ο ενδέκατος και η δωδέκατη των εναγόντων, 20.000 ευρώ από κοινού η
δέκατη τρίτη και ο δέκατος τέταρτος των εναγόντων, 20.000 ευρώ από κοινού η
δέκατη τρίτη, ο δέκατος πέμπτος και η δέκατη έκτη των εναγόντων (οι τελευταίοι
ως ασκούντες από κοινού τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου τους
),
150.000,00 ευρώ από κοινού ο δέκατος έβδομος και η δέκατη όγδοη των εναγόντων,
20.000,00 ευρώ ο δέκατος ένατος ενάγων, 50.000,00 ευρώ ο εικοστός ενάγων,
400.000,00 ευρώ από κοινού ο εικοστός πρώτος και η εικοστή δεύτερη των
εναγόντων, 60.000,00 ευρώ ο εικοστός τρίτος ενάγων και 50.000,00 ευρώ η εικοστή
τέταρτη ενάγουσα. Το κεφάλαιο που απαιτήθηκε για την αγορά των άνω επενδυτικών
προϊόντων καλύφθηκε με μεταφορά του
αντίστοιχου ποσού από τους τηρούμενους λογαριασμούς των εναγόντων στην εν λόγω
τράπεζα. Προς πιστοποίηση της σύναψης των άνω συμβάσεων αγοράς Μ.Α.Ε.Κ. εκ
μέρους των εναγόντων εκδόθηκαν από την πρώτη εναγομένη αντίστοιχα αποδεικτικά
συμμετοχής τους στην έκδοση των Μ Α.Ε.Κ., στα οποία αναφερόταν το κεφάλαιο που
επενδύθηκε εκεί κάθε ενάγοντα . Περαιτέρω, σε προδιατυπωμένο εκ μέρους της
εκκαλούσας τράπεζας όρο των συμβάσεων αυτών [αιτήσεων συμμετοχής των εναγόντων
στην έκδοση των ΜΑΕΚ], όπου όμως, δεν μνημονεύεται οποιοδήποτε ακριβές
χαρακτηριστικό της φύσης των Μ.Α.Ε.Κ., ώστε να μπορούν οι αντισυμβαλλόμενοι
ενάγοντες να την αντιληφθούν, αναφέρεται ότι αυτοί βεβαιώνουν πως διαθέτουν τη
γνώση και τις ικανότητες να προβούν στην αξιολόγηση της επένδυσης τους στα
Μ.Α.Ε.Κ. και δηλώνουν ότι αφενός αποδέχονται τους όρους έκδοσης και τους
παράγοντες κινδύνου που περιέχονται στο από 5-4-2011 σχετικό ενημερωτικό δελτίο
της εκκαλούσας - εκδότριας και αφετέρου ότι δεν τους έχει παρασχεθεί
οποιαδήποτε συμβουλή ή παρότρυνση από την εναγομένη τράπεζα, οποιοδήποτε
υπάλληλο ή εκπρόσωπο αυτής αναφορικά με τα Μ.Α.Ε.Κ. και την απόφαση των
εναγόντων να υποβάλουν αίτηση εγγραφής σ' αυτά. Ωστόσο, στην πραγματικότητα
ουδέποτε παραδόθηκε στους ενάγοντες το ως άνω ενημερωτικό φυλλάδιο, ούτε τους
δόθηκαν εγγράφως ή προφορικώς οποιεσδήποτε διευκρινήσεις για τη φύση, τη
λειτουργία και τους κινδύνους του συγκεκριμένου επενδυτικού προϊόντος όπως αυτά
αναφέρθηκαν παραπάνω. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη και ήδη εκκαλούσα
τραπεζική εταιρία κατέβαλε στους ενάγοντες-εφεσιβλήτους τους τόκους του πρώτου
εξαμήνου κα μάλιστα έως την 31-12-2011 είχε καταβάλει τόκους ύψους 7.463,01
δολαρίων Αμερικής στον πρώτο ενάγοντα, 808,49 ευρώ και 1.492,60 δολαρίων
Αμερικής στο δεύτερο ενάγοντα, 2.425,48 ευρώ στον τρίτο ενάγοντα, 2.021,23 ευρώ
στον τέταρτο ενάγοντα, 4.042,47 ευρώ στους πέμπτο, έκτη και έβδομη των
εναγόντων, 675,93 δολαρίων Αμερικής στον όγδοο ενάγοντα, 1.202,63 ευρώ στον
ένατο ενάγοντα, 3.335,03 ευρώ στο δέκατο ενάγοντα, 1.718,05 ευρώ στους ενδέκατο
και δωδέκατη των εναγόντων, 808,49 ευρώ στους δέκατη τρίτη και δέκατο τέταρτο
των εναγόντων, 808,49 ευρώ στη δέκατη τρίτη ενάγουσα και τον
(όπως ο
τελευταίος νόμιμα εκπροσωπείται από τους γονείς του δέκατο πέμπτο και δέκατη
έκτη των εναγόντων), 6.063,70 ευρώ στους δέκατο έβδομο και δέκατη όγδοη των
εναγόντων, 687,22 ευρώ στο δέκατο ένατο ενάγοντα, 1.718,05 ευρώ στον εικοστό
ενάγοντα, 16.169,86 ευρώ στους εικοστό ,
πρώτο και εικοστή δεύτερη των εναγόντων, 2.061,66 ευρώ στον εικοστό
τρίτο ενάγοντα και 1.718,05 ευρώ στην εικοστή τέταρτη ενάγουσα. Αποδείχθηκε
επίσης ότι . στις αρχές Μαρτίου του έτους 2012 ο δέκατος εφεσίβλητος, .
ειδοποιήθηκε τηλεφωνικά από το ., υπάλληλο του καταστήματος της εκκαλούσας στον
Πύργο Ηλείας και μετέβη στο ως άνω κατάστημα, όπου ο προαναφερόμενος υπάλληλος
από κοινού με την υποδιευθύντρια . και
τον διευθυντή ., τον ενημέρωσαν ότι υπήρχε κίνδυνος για την επένδυση του και
ενδεχομένως να μην καταβάλλονταν οι τόκοι του επόμενου εξαμήνου, του πρότειναν
δε, να μετατρέψει τα Μ.Α.Ε.Κ του σε
μετοχές της τράπεζας, προκειμένου να διασφαλίσει το κεφάλαιο του, ενώ επιπλέον για κάθε τρεις μετοχές θα
έπαιρνε μία ακόμα δωρεάν. Πράγματι, ο δέκατος εφεσίβλητος δέχθηκε την επαχθή,
πλην όμως αναγκαία, όπως του παρουσιάστηκε, λύση της μετατροπής των Μ.Α.Ε.Κ.
που ήδη κατείχε σε μετοχές και στις 27-3-2012 του παραχωρήθηκαν από την
εκκαλούσα τραπεζική εταιρία 110.000 μετοχές της Τράπεζας Κύπρου, ονομαστικής
αξίας 1,00 ευρώ εκάστη, ήτοι 82.500 νέες μετοχές από την ανταλλαγή των Μ.Α.Ε.Κ.
και 27.500 χαριστικές μετοχές. Κατά τον ίδιο χρόνο (Μάρτιο του έτους 2012) ο
διευθυντής του καταστήματος Λαμίας της εκκαλούσας κ. . τηλεφώνησε στο δέκατο ένατο
εφεσίβλητο,. και τον ενημέρωσε ότι υπήρχε κίνδυνος για την επένδυση του σε
Μ.Α.Ε.Κ λόγω του κουρέματος των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, ότι η τράπεζα
κάνει αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου και του πρότεινε να μετατρέψει
οικειοθελώς τα αξιόγραφα αυτά που κατείχε σε μετοχές, λαμβάνοντας επιπλέον για
κάθε τρεις μετοχές μία ακόμα δωρεάν, επισημαίνοντας του μάλιστα ότι αυτή ήταν η
μοναδική δυνατότητα για να διασφαλίσει το κεφάλαιο του, καθώς εάν δεν
ολοκληρωνόταν η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου η εκκαλούσα τράπεζα ενδεχομένως
να μην μπορούσε να του επιστρέφει το σύνολο αυτού. Κατόπιν των άνω υποδείξεων,
ο δέκατος ένατος εφεσίβλητος, στην προσπάθεια να διαφυλάξει το κεφάλαιο του,
προχώρησε στην εθελοντική ανταλλαγή των κατεχομένων από αυτόν Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές
και έλαβε, την 27-3-2012, 26.666 μετοχές της Τράπεζας Κύπρου (20.000 μετοχές
από την ανταλλαγή των Μ.Α.Ε.Κ. και 6.666 χαριστικές μετοχές). Τέλος, το Μάρτιο
του έτους 2012, ο εικοστός τρίτος και η εικοστή τέταρτη των εφεσίβλητων,
κατόπιν μίας επιστολής που έλαβαν από την εκκαλούσα τράπεζα, μετέβησαν στο
κατάστημα Μαρκοπούλου Αττικής, όπου ενημερώθηκαν για πρώτη φορά για τους
κινδύνους που υπήρχαν αναφορικά με το επενδυτικό προϊόν της εκκαλούσας, ότι
υπήρχε κίνδυνος απώλειας του κεφαλαίου τους, ότι τα ΜΑΕΚ όπου είχαν επενδύσει
το κεφάλαιο τους ήταν σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, άληκτα {αόριστης
διάρκειας}, όταν δε ενημερώθηκαν ότι δεν υπήρχε δυνατότητα επιστροφής του
κεφαλαίου τους, ο υπάλληλος Ιωάννης Στέλλας τους συνέστησε να μετατρέψουν τα Μ.Α.Ε.Κ.
που κατείχαν σε μετοχές, προκειμένου να περισώσουν όσο γινόταν το κεφάλαιο
τους. Πράγματι, οι άνω εφεσίβλητοι, αποφάσισαν να ακολουθήσουν τις υποδείξεις
του άνω υπαλλήλου και προχώρησαν σε εθελοντική μετατροπή των κατεχομένων από
αυτούς Μ.Α.Ε.Κ.. λαμβάνοντας, την 27-3-2012, ο εικοστός τρίτος από αυτούς
80.000 μετοχές της Τράπεζας Κύπρου (60.000 μετοχές από την ανταλλαγή των
Μ.Α.Ε.Κ. και 20.000 χαριστικές μετοχές) και η εικοστή τέταρτη από αυτούς 66.666
μετοχές (50.000 μετοχές από την ανταλλαγή Μ.Α.Ε.Κ. και 16.666 χαριστικές
μετοχές). Η τελευταία δε, στις 22-8-2012, ζήτησε να ρευστοποιηθούν 33.333
μετοχές έκτων συνολικά 66.666 κατεχομένων από αυτή, αξίας 0,20 ευρώ εκάστη,
λαμβάνοντας έτσι το συνολικό ποσό των 6.590,38 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι
οι κίνδυνοι που συνδέονταν με το παραπάνω χρηματοοικονομικό προϊόν της
εκκαλούσας τράπεζας πραγματώθηκαν. Ειδικότερα, η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική
εταιρία στις 15.6.2012 αποφάσισε, αναφορικά με τα Μ.Α.Ε.Κ., την ενεργοποίηση
του όρου περί υποχρεωτικής ακυρώσεως πληρωμής τόκου για την περίοδο από
31.12.2011 έως 29.6.2012, πράγμα το οποίο οι εφεσίβλητοι, πλην του δέκατου,
δέκατου ένατου, εικοστού τρίτου και εικοστής τέταρτης εξ αυτών, οι οποίοι, κατά
τα άνω εκτιθέμενα, είχαν ήδη μετατρέψει τα κατεχόμενα από αυτούς Μ.Α.Ε.Κ. σε
μετοχές, αντελήφθησαν τον Ιούνιο του έτους 2012, όταν οι αρμόδιοι υπάλληλοι της
εκκαλούσας τους ενημέρωσαν ότι δε θα καταβάλλονταν οι τόκοι του τελευταίου
εξαμήνου, μετά από εντολή που δόθηκε από τα κεντρικά της γραφεία. Επίσης, η
εκκαλούσα τράπεζα προέβη σε υποχρεωτική ακύρωση πληρωμής τόκου την 18.12.2012
και για την περίοδο από 30.6.2012 έως30.12.2012. Την30.6.2012 η εκκαλούσα
αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παρουσίασε έλλειμμα, οφειλόμενο κυρίως στο ελληνικό
πρόγραμμα PSI για τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου {Ο.Ε.Δ.} και συμφώνησε με
τους πιστωτές της τη χρηματοδότηση αυτής με το ποσό των δέκα δισεκατομμυρίων
ΕΥΡΩ (10.000.000.000 ), ενώ την 15.3.2012 είχε ήδη αντλήσει από το
Ευρωσύστημα (E.L.A.) το ποσό του ενός δισεκατομμυρίου ΕΥΡΩ ( 1.000.000.000 ).
Ωστόσο, την 15.3.2013 το Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης
(Eurogroup) αποφάσισε τη μη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποιήσεως των δύο
μεγάλων κυπριακών τραπεζών, ήτοι της εκκαλούσας τραπεζικής εταιρίας και της
Λαϊκής Τράπεζας, με την αυτή δε απόφαση του Eurogroup μεταβιβάσθηκε στην
εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία η υποχρέωση της Λαϊκής Τράπεζας προς τον
E.L.A., ύψους εννέα εκατομμυρίων ΕΥΡΩ ( 9.000.000 ). Την 26.3.2013 η
εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία τέθηκε υπό καθεστώς ειδικής εκκαθαρίσεως
δυνάμει του «Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και ʼλλων Ιδρυμάτων Νόμου ( 17 ) 2013 », στα πρότυπα της « Πρότασης Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου του 2012 για την εξυγίανση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων » και βάσει της «Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου αριθμ. 2001/24/ΕΚ της 4ης Απριλίου 2001 " Για την εξυγίανση και
την εκκαθάριση των πιστωτικών ιδρυμάτων " » και του « Περί Τραπεζικών
Εργασιών (Τροποποιητικού ) ( Αρ. 2 ) Νόμου του 2004», με τον οποίο ενσωματώθηκε
στην κυπριακή έννομη τάξη η ως άνω Οδηγία και επιβλήθηκε το πρώτον η διάσωση
των τραπεζικών ιδρυμάτων με ίδια μέσα (bail - in), δηλαδή με « κούρεμα »
καταθέσεων και μετοχοποίηση ομολόγων. Εν τέλει, με τα υπ' αριθ. 103/29.3.2013
και 278/30.7.2013 Διατάγματα ( Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις ) του Διοικητή
της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, υπό την ιδιότητα της τελευταίας ως Αρχής
Εξυγιάνσεως κατά τους ορισμούς των άρθρων 5 ( 1 ), 5 ( 7 ), 5 ( 12 ) ( α ), 7 (
1 ) και 12 του « Περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και ʼλλων Ιδρυμάτων » Νόμου του 2013, τα
Μ.Α.Ε.Κ. μετατράπηκαν σε Μετοχές Δ' Τάξεως με τιμή μετατροπής ένα ΕΥΡΩ ( 1 ),
δηλαδή στην ονομαστική τους αξία, και με ονομαστική αξία εκάστης μετοχής στο
ένα ΕΥΡΩ (1 ) για κάθε ΕΥΡΩ των ως άνω χρεών της Τράπεζας. Εν συνεχεία, επήλθε
μείωση της ονομαστικής αξίας των Μετοχών Δ' Τάξεως από 1 σε 0,01 για κάθε
μετοχή, με σκοπό τη διαγραφή των συσσωρευμένων ζημιών της εκκαλούσας αλλοδαπής
τραπεζικής εταιρίας. Κάθε εκατό (100) μετατραπείσες σε συνήθεις μετοχές αξίας
0,01 για κάθε μετοχή, που ήταν εγγεγραμμένες στον ίδιο μέτοχο, ενώθηκαν σε
μια ( νέα ) συνήθη μετοχή, αξίας ενός ΕΥΡΩ ( 1 ) εκάστης. Οι μη ενοποιημένες
μετοχές ( λ.χ. αριθμός μετοχών κάτω των 100 ) ακυρώθηκαν και το ποσό της
ονομαστικής αξίας των ακυρωθεισών μετοχών χρησιμοποιήθηκε για τη διαγραφή των
συσσωρευμένων ζημιών της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, εφεξής δε
όλες οι μετοχές αποτελούσαν ενιαία τάξη, παρέχουσες δικαίωμα ψήφου και
απολήψεως μερίσματος στους μετόχους. Την 4.1.2017 η εκκαλούσα αλλοδαπή
τραπεζική εταιρία εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο « Αναστολή διαπραγμάτευσης των
Υφιστάμενων Μετοχών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ », με την οποία
γνωστοποίησε στο επενδυτικό κοινό ότι η
εντασσόμενη στο σχέδιο εξυγιάνσεως της
αναστολή της διαπραγμάτευσης της μετοχής της στα Χρηματιστήρια Αξιών
Αθηνών και Κύπρου θα αρχίσει από 10.1.2017, ως και ότι η διαπραγμάτευση των
νέων μετοχών της θα άρχιζε, υπό την αίρεση της λήψεως των σχετικών εγκρίσεων,
στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και στο L.S.E. (όχι στο Χρηματιστήριο Αξιών
Αθηνών ) από 19.1.2017. Περαιτέρω, ενόψει των συνθηκών που παραπάνω
περιγράφονται, αναφορικά με τον τρόπο που οι εφεσίβλητοι προσεγγίστηκαν από την
εκκαλούσα τραπεζική εταιρία και πείστηκαν να προβούν στην αγορά των επίμαχων
επενδυτικών προϊόντων {Μ.Α.Ε.Κ.}, προκύπτει ότι στις συγκεκριμένες περιπτώσεις
πράγματι η τράπεζα, ως προμηθεύτρια επενδυτικών υπηρεσιών, εντός του κύκλου της
εμπορικής της δραστηριότητας, παρείχε μέσω των ανωτέρω προστηθέντων -υπαλλήλων
των υποκαταστημάτων της επενδυτική συμβουλή και σύσταση στους εφεσίβλητους, οι
οποίοι διέθεταν εν προκειμένω και την ιδιότητα του καταναλωτή ως τελικοί
αποδέκτες της προαναφερθείσας επενδυτικής υπηρεσίας της τράπεζας, καθώς δεν
υπερέβαιναν το πρότυπο του μέσου αποταμιευτή, δοθέντος ότι αφενός τα
επενδυθέντα απ' αυτούς επίμαχα ποσά δεν ήταν τόσο υψηλά και αφετέρου δεν υπήρχε
συστηματική ενασχόληση των εφεσίβλητων με πολύπλοκες χρηματοπιστωτικές
συναλλαγές. Ειδικότερα, προέκυψε ότι η πρωτοβουλία προσέγγισης των εφεσίβλητων
- πελατών της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας με σκοπό την προσέλκυση
των πρώτων και την πρόκληση της απόφασης να επενδύσουν στα προαναφερόμενα
επενδυτικά προϊόντα ανήκε αποκλειστικώς στην τελευταία, οι αρμόδιοι υπάλληλοι
της οποίας, στο πλαίσιο λεπτομερούς σχετικού σχεδιασμού και ενεργώντας σύμφωνα
με ρητές οδηγίες από τις κεντρικές υπηρεσίες της, επικοινώνησαν είτε
τηλεφωνικώς είτε προσωπικά κατά τη προσέλευση των εφεσίβλητων στα ως άνω
υποκαταστήματα, προκειμένου να τους ενημερώσουν και εν τέλει να προτείνουν σε
αυτούς την επένδυση των κεφαλαίων τους, που μέχρι τότε ήταν διαθέσιμα είτε σε
απλούς καταθετικούς λογαριασμούς είτε κυρίως σε προθεσμιακούς. Το γεγονός ότι
υπήρξε οργανωμένη και βάσει σχεδίου προσέγγιση των πελατών της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας με σκοπό τη μαζική προώθηση των ως άνω
επενδυτικών προϊόντων αποδεικνύεται από σειρά προσκομιζομένων από τους
διαδίκους εσωτερικών εγγράφων της εκκαλούσας προς τα στελέχη της, που αφορούν
την επένδυση σε Μ.Α.Ε.Κ, όπως : α ) το από 10.3.2011 υπ' αριθ. CRM/052/11
έγγραφο με τίτλο « ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 99 : ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ » και β ) το από
11.4.20011 υπ' αριθ. πρωτ. CRM/074/11 όμοιο με τίτλο «ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ 101 :
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΑΤΡΕΨΙΜΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ », τα οποία απευθύνονται σε ανώτερα
στελέχη της Τράπεζας και στα οποία γίνεται αναφορά σε « εκστρατεία » και
«στόχους », προσδιορίζονται οι ομάδες ενδιαφέροντος - στόχοι ( με αναφορά στο
χαρτοφυλάκιο και το ύψος των καταθέσεων τους ), καθορίζεται ο τρόπος
επικοινωνίας και προσέγγισης των πελατών, η μέθοδος καταγραφής της προσεγγίσεως
αυτής και των αποτελεσμάτων της. Οι παραπάνω αναφερόμενοι αρμόδιοι τραπεζικοί
υπάλληλοι δεν έθεσαν υπόψη των εφεσίβλητων το από 5.4.2011 Ενημερωτικό Δελτίο
της εκκαλούσας σχετικά με την έκδοση των Μ.Α.Ε.Κ., ούτε γνωστοποίησαν σε αυτούς
εάν και πού αυτό είναι διαθέσιμο, αλλά φρόντισαν να εξασφαλίσουν την υπογραφή
των εφεσίβλητων στις προαναφερόμενες αιτήσεις συμμετοχής στα επίμαχα επενδυτικά
προϊόντα, στις οποίες περιλαμβάνεται η τυπική, για την αποφυγή συνεπειών ως
προς την εκκαλούσα τράπεζα, παραδοχή ότι οι εφεσίβλητοι έλαβαν υπόψη το
περιεχόμενο και τους όρους των εν λόγω προϊόντων και επιπλέον τους κατανόησαν
πλήρως. Ωστόσο στην πραγματικότητα ουδέποτε παραδόθηκε στους εφεσίβλητους το
άνω ενημερωτικό φυλλάδιο, το οποίο ακόμη και αν το είχαν αναγνώσει προσεκτικά ,
δεν θα ήταν σε θέση να κατανοήσουν τη λειτουργία του επίμαχου επενδυτικού
προϊόντος, αφενός μεν διότι αυτό ήταν πυκνογραμμένο σε δυσνόητη τεχνική
γλώσσα με σύνθετους νομικούς και χρηματοοικονομικούς
όρους, μη κατανοητούς από τον στερούμενο ειδικών γνώσεων μέσο μη επαγγελματία
αποταμιευτή ή επενδυτή, όπως οι εφεσίβλητοι, αφετέρου δε, διότι τα
προαναφερόμενα αξιόγραφα - ομόλογα αόριστης διάρκειας [perpetual bonds] δεν
ήταν απλά στη σύλληψη και τη λειτουργία τους επενδυτικά προϊόντα, με αποτέλεσμα
η χρήση και η κυκλοφορία τους ως ομολόγων ομολογιακού δανείου να αποδίδει μια
ψευδή εικόνα ικανή να παραπλανήσει ακόμη και τον πιο έμπειρο επενδυτή ως προς
τη λειτουργία τους, στον οποίο έμπειρο επενδυτή σαφώς δεν περιλαμβάνονται οι
εφεσίβλητοι οι οποίοι εμπιστεύθηκαν τις συμβουλές της υπαλλήλων της εκκαλούσας
τράπεζας. Εξάλλου, οι κατά περίπτωση αρμόδιοι τραπεζικοί υπάλληλοι σκόπιμα
απέκρυψαν (αποσιώπησαν) από τους εφεσίβλητους την πραγματική φύση και
λειτουργία των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων, δηλαδή ότι επρόκειτο για μη
εξασφαλισμένες και ελάσσονος προτεραιότητας (subordinated) απαιτήσεις, ότι
συνιστούσαν υβριδικά και μετατρέψιμα σε μετοχές παράγωγα χρηματοοικονομικά
προϊόντα με σκοπό την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και μάλιστα του πρωτοβάθμιου κεφαλαίου της (Tier
1 ), σύνθετα στη σύλληψη και της λειτουργία τους, συνδεόμενα με πλήθος γενικών
και ειδικών κινδύνων όχι μόνο για τους τόκους, αλλά και για το ίδιο το
επενδυόμενο κεφάλαιο, όπως παραπάνω ήδη αναφέρθηκε, με την έννοια ότι ο
επενδυτής δεν είχε αξίωση κατά της εκδότριας Τράπεζας να αναζητήσει το κεφάλαιο
του σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο ή οποτεδήποτε, αλλά μόνο δυνατότητα να
διαθέσει αυτά στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή ) αγορά υπό τις επικρατούσες σε
δεδομένη χρονική στιγμή συνθήκες διαπραγματεύσεως, ιδίως δε, οι ως άνω
τραπεζικοί υπάλληλοι σκόπιμα απέκρυψαν και δεν επισήμαναν στους εφεσίβλητους
τους ιδιαιτέρως δυσμενείς όρους της μονομερούς κατά την κρίση της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας ακυρώσεως πληρωμής τόκων και της μονομερούς και
αναγκαστικής μετατροπής των άνω επενδυτικών προϊόντων σε μετοχές της, δεδομένου
ότι τα ως άνω επενδυτικά προϊόντα σχεδιάσθηκαν ως « μέσα απορροφήσεως ζημιών »
της εκκαλούσας αλλοδαπής εταιρίας, με σκοπό να απορροφήσουν τις ιδιαιτέρως
αυξημένες ζημίες της εκκαλούσας λόγω της υπερβολικής εκθέσεως της σε Ο.Ε.Δ..
Εξάλλου, το ενδεχόμενο προκλήσεως ζημίας σε βάρος των επενδυτών ήταν ορατό και
αναμφίβολα γνωστό στα στελέχη της εκκαλούσας αλλοδαπής εταιρίας ήδη κατά το
χρόνο σχεδιασμού των ΜΑΕΚ και η εναγομένη - ήδη εκκαλούσα γνώριζε και
αποδέχθηκε την πρόκληση ζημίας σε βάρος των υποψήφιων αγοραστών μεταξύ των
οποίων και των εφεσίβλητων ως ενδεχόμενη συνέπεια της παράνομης συμπεριφοράς
της . Όπως μάλιστα αναφέρεται στην από 12.7.2013 έκθεση της εταιρίας ορκωτών
ελεγκτών
, που συντάχθηκε κατόπιν ερωτήματος του νομικού παραστάτη των
εναγόντων, τα ΜΑΕΚ αποτελούν υπό προϋποθέσεις ήδη μετοχικό κεφάλαιο της εκκαλούσας
τράπεζας, λόγο για τον οποίο δεν απεικονίζονται στο δανειακό κεφάλαιο και όταν
γίνουν κοινό μετοχικό κεφάλαιο θα επαυξήσουν και το δείκτη κεφαλαιακής
επάρκειας core tier 1 της τράπεζας, σχεδιάστηκαν δεν με αυτή τη μορφή ώστε να
δύνανται να απορροφήσουν ζημιές, αφού με τη μετατροπή τους σε μετοχές θα
καθίσταντο αυτόματα core tier 1. Σύμφωνα με την ίδια έκθεση, στις δημοσιευμένες
οικονομικές καταστάσεις της εκκαλούσας τράπεζας ο δείκτης core tier 1 για τις
περιόδους που έληξαν την 31.12.2010, 31 Μαρτίου 2011, 30.6.2011 και 30.9.2011
κυμαίνεται από 8% έως 5,8 % ενώ, αν είχε εγγραφεί η ζημία από τα ομόλογα του
Ελληνικού Δημοσίου, ο δείκτης αυτός θα διαμορφωνόταν την 31.12.2010 σε 6,1% ,
την 31.3.2011 σε 6,2 %, την 30.6.2011 σε 5,1% και την 30.9.2011 σε 4,5% [σελ. 8
της έκθεσης]. Εξάλλου, σύμφωνα με τους όρους εκδόσεως των ΜΑΕΚ αν η τράπεζα
Κύπρου δεν πληρούσε τις ελάχιστες προϋποθέσεις φερεγγυότητας [π.χ ο δείκτης
core tier 1 έπεφτε κάτω από 8%] θα γινόταν αναστολή πληρωμής τόκων και αν
συνέβαινε κάποιο έκτακτο γεγονός ανάγκης κεφαλαίου, όπως αν ο ίδιος δείκτης
έπεφτε κάτω από 5% ή αν η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου διαπίστωνε ότι η τράπεζα
Κύπρου δεν βρισκόταν σε συμμόρφωση με τα απαιτούμενα κανονιστικά όρια του δείκτη κεφαλαιακής
επάρκειας, θα γινόταν υποχρεωτική μετατροπή των ΜΑΕΚ σε μετοχές [σελ. 7 των
διευκρινήσεων επί της από 7.7.2013 έκθεσης της άνω εταιρίας ορκωτών ελεγκτών
και παράρτημα ερωτήσεων - απαντήσεων]. Αποδείχθηκε επίσης ότι, οι κατά
περίπτωση αρμόδιοι τραπεζικοί υπάλληλοι, σκόπιμα και παραπλανητικά προέβησαν σε
σύγκριση των επιδίκων επενδυτικών προϊόντων με τις κοινές προθεσμιακές
καταθέσεις, με τη λειτουργία των οποίων ήταν εξοικειωμένοι οι εφεσίβλητοι ,
υπερτονίζοντας και προβάλλοντας τα πλεονεκτήματα αυτών σε σχέση με τις
καταθέσεις αυτές (αυξημένο και ιδιαιτέρως ελκυστικό επιτόκιο ),
αποσιωπώντας τους κινδύνους,
όπως αυτοί περιγράφονται ανωτέρω, προβάλλοντας το διεθνές κύρος και
την ευρωστία της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και διαβεβαιώνοντας
ότι το επενδυόμενο κεφάλαιο είναι «ασφαλές » και « εγγυημένο », μολονότι όπως
γνώριζαν, ίσχυε το ακριβώς αντίθετο. Κατά την προσέγγιση των πελατών της
Τράπεζας με σκοπό την προώθηση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων σημαντικό
επιχείρημα αποτελούσε η προβολή των πλεονεκτημάτων αυτών σε σχέση με την απλή
προθεσμιακή κατάθεση. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται και από το προοριζόμενο «
αυστηρώς για εσωτερική χρήση » έγγραφο της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής
εταιρίας αναφορικώς με τα Μ.Α.Ε.Κ. με τίτλο « ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ », όπου
αναφέρεται επί λέξει ( υπό τον τίτλο « ΜΑΕΚ Vs κατάθεση» ) ότι « Τα ΜΑΕΚ θα
φέρουν τόκο 6,50% ( για τα πρώτα 5 χρόνια) μια απόδοση που είναι ψηλότερη από
την κατάθεση ... », χωρίς όμως να γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στους σχετικούς
κινδύνους του προϊόντος. Ενόψει των ανωτέρω κρίνεται ότι η εκκαλούσα αλλοδαπή
τραπεζική εταιρία, με την ιδιότητα της παρέχουσας επενδυτικές υπηρεσίες,
εντασσόμενες στον κύκλο της συνήθους εμπορικής της δραστηριότητας, σαφώς
παρείχε δια των ως άνω προστηθέντων υπαλλήλων της επενδυτική υπηρεσία -
συμβουλή, με τη μορφή της συστάσεως στους πελάτες της -εφεσίβλητους, οι οποίοι
φέρουν την ιδιότητα του καταναλωτή των παρεχομένων επενδυτικών υπηρεσιών ως
τελικοί αποδέκτες αυτών που δεν υπερβαίνουν το πρότυπο του μέσου αποταμιευτή
-μη « επαγγελματία » επενδυτή. Επιπλέον, οι ως άνω τραπεζικοί υπάλληλοι δεν
διενήργησαν τον επιβαλλόμενο στη συγκεκριμένη περίπτωση από τις διατάξεις του
Ν. 3606/2007 έλεγχο καταλληλότητας και συμβατότητας των εφεσίβλητων αναφορικά
με τις συγκεκριμένες επενδύσεις, δεδομένου, μάλιστα, ότι γνώριζαν το
συντηρητικό επενδυτικό profile των τελευταίων, αλλά και το γεγονός ότι - κατά
τα ρητώς αναφερόμενα στο προαναφερόμενο Ενημερωτικό Δελτίο - τα εν λόγω
επενδυτικά προϊόντα [Μ.Α.Ε.Κ.] δεν ήταν κατάλληλα για όλους τους επενδυτές.
Είναι, λοιπόν, σαφές ότι η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία εκμεταλλεύθηκε
με κακοπιστία την πληροφοριακή ασυμμετρία μεταξύ αυτής και των εφεσίβλητων, με
μοναδικό σκοπό να τους προωθήσει επενδυτικά προϊόντα, ιδιαιτέρως πολύπλοκα και
ριψοκίνδυνα, επιφυλάσσοντας στην ίδια υπέρμετρα και υπερβολικά εξουσιαστικά
δικαιώματα (ιδίως υποχρεωτικής ακυρώσεως πληρωμής τόκων και υποχρεωτικής
μετατροπής σε μετοχές, ανυπαρξία υποχρεώσεως επιστροφής του κεφαλαίου ), είναι
δε ομοίως προφανές ότι εάν οι εφεσίβλητοι, συντηρητικοί αποταμιευτές και
επενδυτές, ενεργώντας με γνώμονα την εξασφάλιση του κεφαλαίου τους, γνώριζαν
εξαρχής το σύνολο των πραγματικών δεδομένων της επενδύσεως τους, η οποία
τελικώς ήταν απολύτως συνυφασμένη με την κεφαλαιακή επάρκεια, την ευρωστία, την
τιμή της μετοχής της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας και τις εν γένει
διεθνείς και εσωτερικές χρηματοοικονομικές και πολιτικές συνθήκες, αναμφίβολα
δεν θα προέβαιναν στις συγκεκριμένες επενδυτικές επιλογές. Το γεγονός ότι η
εκκαλούσα αλλοδαπή εταιρία πράγματι τήρησε τις διατάξεις του Ν. 3401/2005
«Ενημερωτικό Δελτίο προσφοράς κινητών αξιών και εισαγωγής τους για
διαπραγμάτευση», του κυπριακού Νόμου περί Εταιριών και της σχετικής ευρωπαϊκής
νομοθεσίας ( Οδηγία 2003/71/ΕΚ και Κανονισμός 809/2004 ) για τη δημόσια
προσφορά κινητών αξιών, στερείται εννόμου επιρροής στην υπό κρίση περίπτωση,
διότι δεν επάγεται, άνευ άλλου τινός, τον αποκλεισμό της εφαρμογής του Ν.
3606/2007, ο οποίος ενσωμάτωσε στο εσωτερικό δίκαιο την Οδηγία MiFTD, καθ' όσον
ναι μεν δεν εμπίπτει κατ' αρχήν στο ρυθμιστικό πεδίο του τελευταίου η
πρωτογενής διάθεση χρηματοοικονομικών προϊόντων δηλαδή η απ' ευθείας διάθεση
αυτών από τον εκδότη στον επενδυτή, όπως συνέβη με τα επίδικα επενδυτικά
προϊόντα), αλλά μόνο η διάθεση στη δευτερογενή (χρηματιστηριακή) αγορά, πλην όμως οι ρυθμίσεις του Ν. 3606/2007 ενεργοποιούνται και εφαρμόζονται και
στην περίπτωση αυτή, εφ' όσον εν τοις πράγμασι διαπιστώνεται η παροχή επενδυτικής
υπηρεσίας υπό τη μορφή της επενδυτικής συμβουλής από τους αρμόδιους προς
διάθεση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων υπαλλήλους των κατά τόπους
υποκαταστημάτων της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, κατά τα
προεκτιθέμενα, όπως ορθώς έκρινε συναφώς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο. Επομένως,
είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο πρώτος λόγος εφέσεως, με τον οποίο η εκκαλούσα
ισχυρίζεται ότι εν προκειμένω εφαρμόζεται αποκλειστικά η ως άνω ειδική
νομοθεσία περί δημόσιας προσφοράς κινητών αξιών και όχι ο Ν. 3606/2007. Το
γεγονός ότι η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παρείχε επενδυτική υπηρεσία
υπό τη μορφή της επενδυτικής συμβουλής ( παροχή συστάσεως ) αποδεικνύεται
επίσης από : α) την « Έκθεση ειδικού ελέγχου της Τράπεζας Κύπρου », η οποία
εκπονήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με αντικείμενο τη διερεύνηση της
παροχής της επενδυτικής υπηρεσίας της επενδυτικής συμβουλής κατά την προώθηση
των Μ.Α.Ε.Κ. και στην οποία καταγράφεται η πρακτική των αρμοδίων υπαλλήλων της
εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας κατά την προσέγγιση των πελατών της με
σκοπό την προώθηση των άνω προϊόντων, η μη επαρκής ενημέρωση των τελευταίων για
τους κινδύνους των προϊόντων αυτών, ο υπερτονισμός των πλεονεκτημάτων τους, η
πρακτική της μη επιβολής ποινών για τυχόν προεξόφληση λογαριασμών υπό
προειδοποίηση, εφ' όσον με τα κεφάλαια αυτών θα ελάμβανε χώρα αγορά των εν λόγω
αξιόγραφων, διατυπώνεται δε το συμπέρασμα ότι υπήρξε παροχή επενδυτικής
συμβουλής υπό τη μορφή της συστάσεως, με την οποία παρουσιάσθηκαν τα εν λόγω
προϊόντα ως κατάλληλα για έκαστο συγκεκριμένο επενδυτή, β ) την υπ' αριθ.
9/700/10.12.2014 Απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Επιτροπής
Κεφαλαιαγοράς, με την οποία επιβλήθηκαν στην εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική
εταιρία : πρόστιμο 5.000 ευρώ για παράβαση του άρθρου 16 παρ. 1 της υπ' αριθ.
1/452/1.11.2007 αποφάσεως αυτής και πρόστιμο 5.000 ευρώ για παράβαση των
διατάξεων του άρθρου 25 παρ. 4 Ν. 3606/2007, καθ' όσον διαπιστώθηκε από την εν
λόγω δημόσια αρχή μεταξύ άλλων ότι: «... Η Τράπεζα εξέδωσε εσωτερικές οδηγίες
προς τους υπαλλήλους της προκειμένου να τους προετοιμάσει για να παρουσιάσουν
τα συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα στους πελάτες με τους οποίους έρχονταν σε
επαφή. Στις οδηγίες αυτές διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημείων παροχής επιλεκτικής
πληροφόρησης προς τους πελάτες και παροχής κινήτρων προς ορισμένες κατηγορίες
πελατών με ενδεχόμενο αποτέλεσμα να επηρεάζεται η απόφαση τους προς επένδυση. Η
ύπαρξη επιλεκτικής πληροφόρησης και παρότρυνσης αποτελούν στοιχεία που
χαρακτηρίζουν την επενδυτική συμβουλή. Η Τράπεζα κατά την προώθηση των ΜΑΚ και
ΜΑΕΚ ενήργησε κατά τρόπο που ακόμη και αν δεν ήταν στις προθέσεις της, φαίνεται
να παρείχε επενδυτικές συμβουλές ... Ακόμα και εάν στα έντυπα των "αιτήσεων
αγοράς" των επενδυτικών προϊόντων διατυπώνεται σαφής αποποίηση ότι καμία
συμβουλή δεν δίνεται, ο χειρισμός από την Τράπεζα της προώθησης των επενδυτικών
προϊόντων ως προς τα σημεία που περιγράφονται ανωτέρω, οδηγεί σε βάσιμες
ενδείξεις για την παροχή εκ μέρους της επενδυτικών συμβουλών. Επομένως
προκύπτει ότι η Τράπεζα κατά την προώθηση των ΜΑΕΚ παρείχε την επενδυτική
υπηρεσία των επενδυτικών συμβουλών, χωρίς να έχει συνάψει τις προβλεπόμενες
προς τούτο συμβάσεις κατά παράβαση της παρ.
1 του άρθρου 16 της απόφασης
1/452/1.11.2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς», γ ) την υπ' αριθ. πρωτ.
4995/25.2.2013 Έγγραφη Σύσταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή προς την εκκαλούσα
αλλοδαπή τραπεζική εταιρία, με την οποία διαπιστώνεται παράβαση των άρθρων 4
παρ. 1, 12 παρ. 3 και 25 Ν. 3606/2007, των άρθρων 8 παρ. 1 και 9ε Ν. 2251/1994
και 197 ΑΚ, με αναφορά στα ίδια άνω πραγματικά περιστατικά, αλλά και με
επισήμανση της ελλείψεως πιστοποιήσεως των αρμοδίων υπαλλήλων της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας για την παροχή των συγκεκριμένων επενδυτικών
υπηρεσιών και της συνδρομής περιπτώσεως συγκρούσεως συμφερόντων κατά την έκδοση
και διάθεση των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, διότι η εκκαλούσα αλλοδαπή
τραπεζική εταιρία είναι ταυτόχρονα ο εκδότης αυτών και ο παρέχων την επενδυτική
συμβουλή περί αγοράς τους και ως τούτου ενδεχομένως να μην έχει συμφέρον σε
πλήρη ενημέρωση και διαφώτιση των υποψηφίων επενδυτών αναφορικώς με τα στοιχεία
της επενδύσεως, διότι αυτό θα απέτρεπε τους υποψήφιους αγοραστές από την
επένδυση, με συνέπεια την μη πλήρη κάλυψη της συγκεκριμένης εκδόσεως.
Περαιτέρω, με την από 28.4.2014 απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου
επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο στην εκκαλούσα: α] ύψους 100.000 ευρώ για χειραγώγηση της τιμής της μετοχής
της κατά το διάστημα από 13.1.2010 έως
30.8.2011, επειδή άφησε τη μετοχή της να διαπραγματεύεται χωρίς να προβεί σε
ανακοίνωση σημαντικών γεγονότων που αφορούσαν το ύψος της επένδυσης της σε ΟΕΔ
και στους κινδύνους τους, β] πρόστιμο ύψους 70.000 ευρώ διότι στα οικονομικά
της αποτελέσματα για το τρίμηνο που έληξε στις 31.3.2011 έδωσε παραπλανητικές
ενδείξεις σχετικά με τους τίτλους της εταιρίας και μάλιστα δεν ανακοίνωσε ότι
οι επενδύσεις σε ΟΕΔ στις 31.3.2011 είχαν λογιστική αξία 2 δις. Ευρώ σε σύνολο
ιδίων κεφαλαίων 2.8 δις ευρώ, τα οποία από τις 7.3.2011 βαθμολογούνταν από τον
οίκο αξιολόγησης Moody's σεΒΙ, δηλαδή σε μη επενδυτική βαθμίδα - «σκουπίδια» ,
γ] πρόστιμο ύψους 140.000 ευρώ για παραπλανητικές ενδείξεις αναφορικά με τους
τίτλους της εταιρίας στο από 5.4.2011 ενημερωτικό της δελτίο « Δημόσια προσφορά
και εισαγωγή για διαπραγμάτευση στο χρηματιστήριο αξιών Κύπρου και
Χρηματιστήριο Αθηνών 1.342.422.297 Μετατρέψιμων αξιόγραφων ενισχυμένου
κεφαλαίου» [βλ. ιδίως σελ. 100 έως 116 της απόφασης]. Ενόψει των ανωτέρω, η ως
άνω λεπτομερώς περιγραφόμενη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των αρμοδίων κατά
περίπτωση υπαλλήλων της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας συνιστά
παράβαση : των διατάξεων του Ν. 3606/2007 {άρθρα 3 παρ. Ικαι 2, 4 παρ. 1ε και
25 αυτού}, των άρθρων 281, 288 ΑΚ, των διατάξεων των άρθρου 8, 9δ και 9ε του ν.
2251/1994 περί ευθύνης αυτής ως παρέχουσας τραπεζικές - επενδυτικές υπηρεσίες,
διότι η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραβίασε στοιχειώδεις
συναλλακτικές της υποχρεώσεις, επιβαλλόμενες από την αρχή της καλής πίστεως,
και δεν κατέβαλε κάθε δυνατή επιμέλεια κατά την εκπλήρωση της υποχρεώσεως
ενημερώσεως, διαφωτίσεως και παροχής κατάλληλης συμβουλής στους
αντισυμβαλλομένους της επενδυτές - καταναλωτές της παρεχομένης επενδυτικής
υπηρεσία. Επιπλέον, η εκκαλούσα υπέχει και αδικοπρακτική ευθύνη με βάση τις
διατάξεις των άρθρων 147, 149 εδ. β', 297, 298, 914 επ., 922, 932 ΑΚ, 386 ΠΚ
διότι οι προστηθέντες υπάλληλοι της δόλια και με παραπλανητικές δηλώσεις
προκάλεσαν στους εφεσίβλητους, οι οποίοι ήταν συντηρητικοί πελάτες της Τράπεζας
με προφίλ μέσου αποταμιευτή και επενδυτή, την απόφαση να επενδύσουν τα κεφάλαια
τους στα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα, παριστώντας σε αυτούς ψευδώς ότι αυτά
αποτελούν ασφαλή για το κεφάλαιο τους επενδυτική επιλογή, ενώ σαφώς γνώριζαν
ότι αυτό δεν ισχύει, περαιτέρω δε, επιμελώς αποσιώπησαν τους κινδύνους των
συγκεκριμένων επενδύσεων, προβάλλοντας σκοπίμως μόνο τα ελκυστικά στοιχεία
αυτών, με μόνο σκοπό τη διασφάλιση της κεφαλαιακής επάρκειας της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας μέσω της αντλήσεως κεφαλαίων από τα εν λόγω
επενδυτικά προϊόντα και εν τέλει με τη μετατροπή των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές, όπως
τελικά συνέβη, κατά τα προεκτεθέντα. Από την ως άνω συμπεριφορά της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας οι εφεσίβλητοι υπέστησαν περιουσιακή ζημία,
συνισταμένη στο ποσό του κεφαλαίου που καθένας δαπάνησε για την αγορά των
Μ.Α.Ε.Κ., ενώ υπέστησαν και ηθική βλάβη λόγω της ψυχικής ταλαιπωρίας από την
απώλεια της περιουσίας τους. Η περιουσιακή ζημία του καθενός των εναγόντων,
[ποσό του κεφαλαίου που καθένας δαπάνησε για την αγορά των Μ.Α.Ε.Κ., ] υπολογίζεται
στο ποσό των: 1) 200.000,00 δολαρίων Αμερικής [ήτοι ισόποσο σε ευρώ 138.045,28,
με βάση το Δελτίο συναλλαγματικών ισοτιμιών αναφοράς της ΕΚΤ της 3-6-2011
(ημερομηνία εκταμίευσης των χρημάτων του και αγοράς των επίδικων Μ.Α.Ε.Κ.),
σύμφωνα με το οποίο η ισοτιμία Ευρώ - δολαρίου Αμερικής ανερχόταν κατά τον
χρόνο αυτό σε 1,4488] για τον πρώτο ενάγοντα, 2) 20.000,00 ευρώ και 40.000,00
δολαρίων Αμερικής (ήτοι ισόποσο σε ευρώ 27.609,06, με βάση το Δελτίο
συναλλαγματικών ισοτιμιών αναφοράς της ΕΚΤ της 3-6-2011 (ημερομηνία εκταμίευσης
των χρημάτων του και αγοράς των επίδικων Μ.Α.Ε.Κ.), σύμφωνα με το οποίο η
ισοτιμία Ευρώ - δολαρίου Αμερικής ανερχόταν στο 1,4488]) για τον δεύτερο, 3)
60.000,00 ευρώ για τον τρίτο ενάγοντα, 4) 50.000,00 ευρώ για τον τέταρτο , 5)
100.000,00 ευρώ για τους πέμπτο, έκτη και έβδομη των εναγόντων, 6) 18.114
δολαρίων Αμερικής για τον όγδοο (ήτοι ισόποσο σε ευρώ 12.502,76, με βάση το
Δελτίο συναλλαγματικών ισοτιμιών αναφοράς της ΕΚΤ της 3-6-2011 (ημερομηνία
εκταμίευσης των χρημάτων του και αγοράς των επίδικων Μ.Α.Ε.Κ.), σύμφωνα με το
οποίο η ισοτιμία Ευρώ - δολαρίου Αμερικής ανερχόταν στο 1,4488]), 7) 35.000,00
ευρώ για τον ένατο , 8) 82.500,00 ευρώ για τον δέκατο ενάγοντα, 9) 50.000,00
ευρώ για τους ενδέκατο και τη δωδέκατη των εναγόντων, 10) 20.000,00 ευρώ για
τους δέκατη τρίτη και δέκατο τέταρτο των εναγόντων, 11) 20.000,00 ευρώ για τη
δέκατη τρίτη ενάγουσα και τον ανήλικο ., όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τους
γονείς του, δέκατο πέμπτο και δέκατη έκτη των εναγόντων, 12) 150.000,00 ευρώ
για τους δέκατο έβδομο και τη δέκατη όγδοη των εναγόντων, 13) 20.000,00 ευρώ
για το δέκατο ένατο ενάγοντα, 14) 50.000,00 ευρώ για τον εικοστό ενάγοντα,
15)400.000 ευρώ για τους εικοστό πρώτο και εικοστή δεύτερη των εναγόντων 16)
60.000,00 ευρώ για τον εικοστό τρίτο ενάγοντα, και 17] 43.409,62 ευρώ για την
εικοστή τέταρτη ενάγουσα [ήτοι 50.000 ευρώ που δαπάνησε για την αγορά των ΜΑΕΚ
μείον του ποσού των 6.590,38 ευρώ , δηλαδή του ποσού που εισέπραξε από τη
ρευστοποίηση, τον Μάρτιο του 2012 μέρους των μετοχών που απέκτησε μετά από
μετατροπή των ΜΑΕΚ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε ότι οι
προστηθέντες υπάλληλοι της εναγομένης ενεργώντας παράνομα και υπαίτια
προκάλεσαν την άνω περιουσιακή ζημία, η οποία και επιδικάστηκε αλλά και ηθική
βλάβη στους ενάγοντες - εφεσίβλητους, έστω και με ελλιπέστερες αιτιολογίες που
συμπληρώνονται με τις αιτιολογίες της παρούσας, ορθά το νόμο ερμήνευσε και
εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι
συναφείς δεύτερος , τρίτος, τέταρτος , πέμπτος και ένατος λόγοι έφεσης, με τους
οποίους υποστηρίζει η εκκαλούσα τα αντίθετα. Ειδικά αναφορικά με τον πέμπτο
λόγο εφέσεως, η εκκαλούσα ισχυρίζεται επιπλέον ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη
εκτίμησε τις αποδείξεις δεχόμενη ότι εξαπατήθηκαν οι εφεσίβλητοι από τους
προστηθέντες υπαλλήλους της και ότι αποσιωπήθηκαν οι όροι των επίμαχων
επενδυτικών προϊόντων και οι κίνδυνοι που συνδέονταν μ'αυτούς, καθόσον με την
ίδια απόφαση με αντιφατικές αιτιολογίες απορρίφθηκε η ένδικη αγωγή ως προς τον
δεύτερο και τον τρίτο των εναγομένων , ..., που ήταν διευθυντικά στελέχη της
εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας . Ο επιμέρους αυτός ισχυρισμός της
εκκαλούσας, τυγχάνει απορριπτέος προεχόντως ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος,
δεδομένου ότι η ευθύνη της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας προς
αποζημίωση είναι αυτοτελής και θεμελιώνεται επαρκώς όπως παραπάνω αναφέρθηκε,
και δεν επηρεάζεται από την κρίση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ως προς τη
θεμελίωση ή μη ατομικής ενδοσυμβατικής ή αδικοπρακτικής ευθύνης συγκεκριμένων
φυσικών προσώπων- στελεχών της προς αποζημίωση. Σημειώνεται επίσης ότι η
εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική δεν προσβάλλει με ειδικό λόγο εφέσεως το κεφάλαιο
της επιδικασθείσας σε καθένα από τους εφεσίβλητους χρηματικής ικανοποιήσεως
λόγω ηθικής βλάβης ως προς το ύψος των επιδικασθέντων επιμέρους ποσών, και ως
εκ τούτου, μετά την απόρριψη του ένατου λόγου εφέσεως περί εσφαλμένης ερμηνείας
και εφαρμογής του άρθρου 932 ΑΚ, λόγω μη συνδρομής των όρων της αδικοπραξίας,
το Δικαστήριο δεν επιλαμβάνεται περαιτέρω του συγκεκριμένου κεφαλαίου της
εκκαλουμένης αποφάσεως.
Από τις διατάξεις των
άρθρων 298 330 εδ. β' και 914 ΑΚ προκύπτει, ότι αδικοπρακτική ευθύνη προς
αποζημίωση προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια, επέλευση περιουσιακής
ζημίας ή (και) ηθικής βλάβης και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της
συμπεριφοράς του δράστη και της, περιουσιακού ή μη. χαρακτήρα, ζημίας. Παράνομη
είναι η συμπεριφορά, που αντίκειται, σε απαγορευτικό ή επιτακτικό κανόνα
δικαίου, ο οποίος απονέμει δικαίωμα ή προστατεύει συγκεκριμένο συμφέρον του
ζημιωθέντος μπορεί, δε, η συμπεριφορά αυτή, να συνίσταται, σε θετική ενέργεια ή
σε παράλειψη ορισμένης ενέργειας. Για την κατάφαση της παρανομίας δεν
απαιτείται παράβαση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου, αλλά αρκεί η αντίθεση της
συμπεριφοράς στο γενικότερο πνεύμα του δικαίου ή στις επιταγές της έννομης
τάξης. Έτσι, παρανομία συνιστά και η παράβαση της γενικής υποχρεώσεως πρόνοιας
και ασφάλειας στο πλαίσιο της συναλλακτικής και γενικότερα της κοινωνικής
δραστηριότητας των ατόμων, δηλαδή η παράβαση της, κοινωνικώς επιβεβλημένης και
από τη θεμελιώδη δικανική αρχή της συνεπούς συμπεριφοράς απορρέουσα υποχρέωση
λήψεως ορισμένων μέτρων επιμέλειας, για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας, σε έννομα
αγαθά τρίτων προσώπων. Αιτιώδης σύνδεσμος υπάρχει, όταν η παράνομη και υπαίτια
συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή,
κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και
την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΑΠ 630/2007 ΑΠ 460/2007, ΑΠ 405/2007,
ΑΠ 299/2007 και ΑΠ 294/2007 Τρ. Νομ. Πληρ. ΝΟΜΟΣ). Ειδικά δε, για το ζήτημα του
αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της ζημίας, που υφίσταται ο επενδυτής και της
παράλειψης του πιστωτικού ιδρύματος να τον ενημερώσει επαρκώς, πρέπει να
απαντηθεί το ερώτημα, αν αιτία της απόφασης του επενδυτή να αγοράσει το
συγκεκριμένο χρηματοοικονομικό προϊόν, ήταν η παράβαση της υποχρέωσης της
τράπεζας να του δώσει τις κατάλληλες συμβουλές, οπότε απαλλάσσεται ο επενδυτής
από το βάρος απόδειξης της ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας, μεταξύ της συμπεριφοράς
της τράπεζας και της ζημίας του, με το εξής σκεπτικό: Όταν μία τράπεζα έχει
παραβιάσει την υποχρέωση της για παροχή συμβουλών, σε επενδυτή, είναι εύλογο να
υποθέσει κανείς, ότι ο επενδυτής θα είχε ακολουθήσει τη συμβουλή της, αν του την
είχε παράσχει, οπότε, δεν θα είχε επέλθει, σε αυτόν, η ζημία. Κατά συνέπεια, η
τράπεζα είναι αυτή, που πρέπει να αποδείξει, ότι για συγκεκριμένους λόγους ο
επενδυτής δεν είχε ακολουθήσει τη συμβουλή της και θα επερχόταν, σε αυτόν,
ζημία, ούτως ή άλλως. Για να απαλλαγεί, λοιπόν, από την ευθύνη της πρέπει η
τράπεζα να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία, που να καθιστούν πολύ πιθανό, ότι
ο πελάτης της θα λάμβανε την ίδια απόφαση, ακόμα, και αν αυτή δεν είχε παραβεί
την υποχρέωση της για παροχή των απαραίτητων συμβουλών. Δηλαδή, το πιστωτικό
ίδρυμα πρέπει να αποδείξει ότι ο επενδυτής θα αγόραζε το συγκεκριμένο
χρηματοοικονομικό προϊόν, υπό οποιοσδήποτε συνθήκες, έστω, δηλαδή και αν είχαν
δοθεί σε αυτόν όλες οι επιβαλλόμενες συμβουλές και πληροφορίες {βλ. Ε. Αλεξανδρίδου
Τα επενδυτικά προϊόντα της Lehman Brother και η κάλυψη των ζημιών των επενδυτών
ΔΕΕ 2010, 137}.
Με τον έκτο λόγο εφέσεως η
εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο
έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 297, 298 και 914
ΑΚ, δεχόμενο ότι υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του προβαλλομένου ως
ζημιογόνου γεγονότος και της επελθούσας ζημίας των εφεσίβλητων διότι, μετά τη
θέση της σε καθεστώς ειδικής εξυγίανσης στις 26.3.2013 με τον Νόμο ( 17 ) 2013
« Περί Εξυγίανσης Τραπεζικών και ʼλλων Ιδρυμάτων» της Κυπριακής Δημοκρατίας, η μετατροπή των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές έλαβε χώρα σε εκτέλεση των διατάξεων του Νόμου αυτού με τα
αναφερόμενα ανωτέρω Διατάγματα της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, η οποία
οριζόταν ως Αρχή Εξυγιάνσεως, δηλαδή η όποια περιουσιακή ζημία των εφεσίβλητων
δεν οφείλεται στην αγορά των εν λόγω επενδυτικών προϊόντων, αλλά σε επιγενόμενα
γεγονότα ανωτέρας βίας, μη δυνάμενα να προβλεφθούν εκ των προτέρων, που έλαβαν
χώρα το Μάρτιο του έτους 2013, και μάλιστα μη συνδεόμενα με δικές της ενέργειες
ή παραλείψεις ( ήτοι στην ψήφιση του ως άνω Νόμου της Κυπριακής Δημοκρατίας και
στην έκδοση των προαναφερομένων Διαταγμάτων της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου
), και επομένως συντρέχει περίπτωση διακοπής του αιτιώδους συνδέσμου, επιπλέον
δε, ειδικά για τους 10°, 19° 23° και 24 των εναγόντων -εφεσίβλητων διότι αυτοί
οικειοθελώς μετέτρεψαν τα ΜΑΕΚ που είχαν αγοράσει σε μετοχές τον Μάρτιο του
2012. Στην προκειμένη περίπτωση, νόμιμο λόγο ευθύνης της εκκαλούσας αλλοδαπής
τραπεζικής εταιρίας συνιστούν τόσο η παράβαση της καταρτισθείσας σιωπηρά μεταξύ
των διαδίκων σύμβασης παροχής επενδυτικών συμβουλών [άρ. 4 παρ. 1 ε και 25 του
ν. 3606/2007] , η παράβαση του άρθρου 8 Ν. 2251/1994 περί ευθύνης του παρέχοντος
υπηρεσίες όσο και η αδικοπραξία [914 επ. του ΑΚ], ενώ ζημία, συνιστά όχι αυτή
καθ' εαυτή η μετατροπή κεφαλαίου ( μετρητών χρημάτων ) των εφεσίβλητων σε
μετοχές, αλλά το γεγονός ότι το κεφάλαιο αυτό εξήλθε από την περιουσία τους και
αντ' αυτού δεν εισήλθε ισοδύναμο ποιοτικά μέγεθος, αλλά κάτι άλλο, δηλαδή
σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα, ιδιαιτέρως επισφαλή, μη παρέχοντα δικαίωμα
επιστροφής του κεφαλαίου και, εν τέλει, μηδενικής αξίας λόγω της πραγματικής
οικονομικής κατάστασης της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, με
συνέπεια η ζημία των εφεσίβλητων να θεωρείται επελθούσα, ακόμη και στην
περίπτωση που δεν θα είχε χωρήσει μετατροπή τους σε τραπεζικές μετοχές. Μεταξύ
των συρρεόντων νομίμων λόγων ευθύνης της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας
και της ως άνω ζημίας των εφεσίβλητων υφίσταται πρόσφορος αιτιώδης σύνδεσμος,
δεδομένου ότι, εάν η εκκαλούσα είχε παράσχει, ως ώφειλε κατά τις αρχές της
καλής συναλλακτικής πίστης, τη δέουσα πλήρη ενημέρωση και διαφώτιση στους
εφεσίβλητους πελάτες της ως προς τη φύση, τη λειτουργία και κυρίως, τους
κινδύνους της επένδυσης στα συγκεκριμένα προϊόντα και δεν τους δημιουργούσε με
παραπλανητικές δηλώσεις πεπλανημένη εντύπωση για τη φύση τους, οι εφεσίβλητοι,
κατά τους κανόνες της λογικής και τα διδάγματα της κοινής πείρας, δεν θα είχαν
επενδύσει στα προϊόντα αυτά και θα είχε αποφευχθεί η ζημία τους. Πρέπει να
σημειωθεί ότι, κατά το χρόνο εκδόσεως των Μ.Α.Ε.Κ. ( 2011), [το Ενημερωτικό
Δελτίο των οποίων αναφέρεται σε «Γεγονός
Βιωσιμότητας» και σε «Γεγονός Έκτακτης Ανάγκης Κεφαλαίου», τα οποία, εφ' όσον
επισυμβούν, οδηγούν υποχρεωτικά σε μετατροπή των Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές], η
εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία σαφώς γνώριζε την σημαντική επιδείνωση των
οικονομικών μεγεθών της και τη δραματική υποβάθμιση της κεφαλαιακής της
επάρκειας λόγω της υπερβολικής έκθεσης της σε Ο.Ε.Δ., και γνώριζε με βεβαιότητα
τον κίνδυνο επέλευσης της ζημίας των πελατών - επενδυτών σε ΜΑΕΚ, άλλως
θεωρούσε σε κάθε περίπτωση ως ενδεχόμενη τη ζημία αυτή και την αποδεχόταν, αφού
σε αυτή στήριζε τη δημιουργία κεφαλαιακής επάρκειας και τα Μ.Α.Ε.Κ.
σχεδιάσθηκαν ειδικά προκειμένου να απορροφήσουν τις ζημίες της εκκαλούσας
αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας από την υπερβολική έκθεση της σε Ο.Ε.Δ. και να
αναπληρώσουν τις απώλειες της σε πρωτοβάθμιο κεφάλαιο.
Ζήτημα διακοπής του
αιτιώδους συνδέσμου από την παρεμβολή του Κυπριακού Δημοσίου ( με τη θέση σε
ισχύ του ως άνω Νόμου ) και της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ( με την έκδοση
των προαναφερομένων Διαταγμάτων ) δεν τίθεται, αφ' ενός διότι η ζημία των
κατόχων των Μ.Α.Ε.Κ. είχε ήδη επέλθει με την αγορά των επιδίκων επενδυτικών
προϊόντων σε προγενέστερο χρόνο, αφ' ετέρου δε διότι, εν πάση περιπτώσει, με
τις εν λόγω νομοθετικές παρεμβάσεις απλώς υλοποιήθηκαν οι όροι του Ενημερωτικού
Δελτίου για τα ΜΑΕΚ, ( ίδ. σχετ. Σπ. Ψυχομάνη, Η διάθεση στην Ελλάδα "
Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου " , ως καινοφανών ομολόγων
ομολογιακού δανείου αλλοδαπής τράπεζας, ΔΕΕ 2018 21 επ. ), δηλαδή δεν πρόκειται
περί επελεύσεως άλλου εξαιρετικού και απροβλέπτου γεγονότος, ανεξάρτητου προς
την αρχική αδικοπραξία. Αντίθετα, η εκ μέρους της εκκαλούσας τράπεζας πρόκληση
στους εφεσίβλητους της απόφασης να επενδύσουν στα άνω προϊόντα, αποτέλεσε την
πρόσφορη αιτία της ζημίας τους, την οποία ως αναμενόμενο κατά τη συνήθη πορεία
των πραγμάτων αποτέλεσμα των πράξεων της η εκκαλούσα γνώριζε, άλλως θεωρούσε ως
ενδεχόμενη λόγω της εξαιρετικά δυσχερούς οικονομικής κατάστασης στην οποία
βρισκόταν κατά την έκδοση των ΜΑΕΚ . Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας της
Κύπρου για την έκδοση των προαναφερθέντων διαταγμάτων ήταν τμήμα της αιτιώδους
διαδρομής, αφού λήφθηκε με σκοπό την αποκατάσταση της κεφαλαιακής επάρκειας της
εκκαλούσας , συνιστούσε δε γεγονός βιωσιμότητας κατά την έννοια των όρων του
ενημερωτικού δελτίου και δεν ήταν γεγονός απρόβλεπτο και αναπότρεπτο, διότι ήδη
κατά την έκδοση των ΜΑΕΚ υπήρχε ο κίνδυνος αυτός λόγω της κακής οικονομικής
κατάστασης της εκκαλούσας-εκδότριας των άνω χρηματιστηριακών προϊόντων [βλ.
ομοίως ΕφΑΘ 1888/2018, 4509/2018 ΕφΑΘ 4507/2018, ΕφΑΘ 2201/2019 αδημ. ].
Επίσης, και η ζημία του δέκατου, δέκατου ένατου, εικοστού τρίτου και εικοστής
τέταρτης των εφεσίβλητων, συνδέεται αιτιωδώς με την παράνομη και υπαίτια
συμπεριφορά της εκκαλούσας, διότι αυτοί ουδέποτε θα προέβαιναν στην επίμαχη
επένδυση σε ΜΑΕΚ αν είχαν λάβει από τους προστηθέντες υπαλλήλους της εκκαλούσας
την ενδεδειγμένη πληροφόρηση για τη φύση των άνω επενδυτικών προϊόντων και δεν
διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος επειδή οι τελευταίοι, κατά τα προεκτιθέμενα,
προχώρησαν το Μάρτιο του έτους 2012 σε μετατροπή των κατεχομένων από αυτούς
Μ.Α.Ε.Κ. σε μετοχές της εκκαλούσας, η δε εικοστή τέταρτη εξ αυτών ρευστοποίησε
επιπλέον μέρος των μετοχών αυτών, καθόσον προέβησαν σ'αυτό κατόπιν των
συμβουλών των υπαλλήλων της εκκαλούσας σε μια προσπάθεια να περισώσουν το
κεφάλαιο τους. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με παρεμφερή, έστω
και ελλιπή αιτιολογία, η οποία παραδεκτώς συμπληρώνεται από το παρόν Δικαστήριο
( άρθρο 534 ΚΠολΔ ), απέρριψε τον ισχυρισμό της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής
εταιρίας περί ελλείψεως της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ του νομίμου λόγου
ευθύνης της και της επελθούσας ζημίας των εφεσίβλητων λόγω παρεμβολής γεγονότων
ανωτέρας βίας, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των
άρθρων 297,298 και 914 ΑΚ, και είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο σχετικός έκτος
λόγος εφέσεως με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα.
Περαιτέρω, με τον έβδομο
λόγο εφέσεως η εκκαλούσα αλλοδαπή τραπεζική εταιρία παραπονείται ότι το
πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 300 ΑΚ
και την εκτίμηση των αποδείξεων, με συνέπεια να απορρίψει ως αβάσιμη κατ'
ουσίαν την ένσταση συντρέχοντος πταίσματος των εφεσίβλητων στην πρόκληση και
την έκταση της ζημίας τους, που πρόβαλε με τις προτάσεις της η εκκαλούσα και η
οποία θεμελιώνεται στο ότι οι εφεσίβλητοι: α ) δεν ανέγνωσαν όπως όφειλαν τα
έγγραφα που υπέγραψαν αρχικά για να επενδύσουν στα ΜΑΕΚ και β) μετά την
30.6.2011, ενώ έλαβαν έγγραφες ενημερώσεις [statements] των επενδυτικών τους
χαρτοφυλακίων, από όπου προέκυπτε ότι δεν είχαν προθεσμιακές καταθέσεις, δεν
έσπευσαν να ρευστοποιήσουν τα χρεόγραφα τους στη χρηματιστηριακή αγορά, στην
τιμή που αυτά είχαν τότε, εισπράττοντας το τίμημα της πώλησης και περιορίζοντας
αντίστοιχα τη ζημία στα αναφερόμενα στο δικόγραφο της εφέσεως για κάθε
εφεσίβλητο ποσά. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος
για τους ακόλουθους λόγους : Στην προκειμένη περίπτωση, όπως αποδείχθηκε, η
εκκαλούσα τράπεζα, εκμεταλλευόμενη τη σχέση εμπιστοσύνης που δημιουργείται
ανάμεσα σε μια τράπεζα και τους πελάτες της, έπεισε τους εφεσίβλητους που ήταν
απλοί καταθέτες, με παραπλανητικές δηλώσεις και ελλιπή προφορική πληροφόρηση
σχετικά με τη φύση και τους κινδύνους των επίμαχων επενδυτικών προϊόντων, να
προβούν σε επένδυση σε ΜΑΕΚ και επομένως δεν νοείται συνδρομή συντρέχοντος
πταίσματος [αμέλειας] των εφεσίβλητων λόγω των απατηλών μέσων που χρησιμοποίησε
η εκκαλούσα. Περαιτέρω , είναι αληθές ότι το εκδοθέν από την τράπεζα από
5.4.2011 ενημερωτικό δελτίο περιείχε κάποιες γενικές αναφορές στα ΜΑΕΚ και
στους κινδύνους της επένδυσης σε αυτά. Όμως, και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι
αυτό δεν παραδόθηκε στους ενάγοντες, πρέπει ιδιαιτέρως να ληφθεί υπόψη ότι το
δελτίο τούτο καταλαμβάνει 147 πυκνογραμμένες σελίδες, με τεχνικούς,
οικονομικούς όρους, μη κατανοητούς σε κάποιον, που δεν είναι συστηματικός ή
"θεσμικός" επενδυτής, με εξειδικευμένες, μάλιστα, οικονομοτεχνικές
γνώσεις. Οι όροι «μετατρέψιμα αξιόγραφα», «ενισχυμένο κεφάλαιο», «αόριστη
διάρκεια», «ελάσσων προτεραιότητα» (subordinated) ή «ομόλογα μειωμένης
εξασφάλισης», «ομόλογα αιώνια» και perpetual bonds, «πρωτοβάθμιο κεφάλαιο»
(Tierl) κ.ά. δεν κατανοούνται από τον οποιονδήποτε τραπεζικό πελάτη. Πολύ δε
περισσότερο, δεν κατανοούνται οι όροι αυτοί και το νομικό καθεστώς εν γένει των
ΜΑΕΚ, και οι έννομες συνέπειες της εκδόσεως και της πώλησης τους, από έναν, που
δεν διαθέτει και επαρκείς, εξειδικευμένες νομικές γνώσεις. Για το λόγο άλλωστε
αυτό, το ίδιο το ενημερωτικό δελτίο, στη σελίδα 41, θεωρεί ότι τα εκδιδόμενα
ΜΑΕΚ, λόγω της ιδιαιτερότητας τους, απευθύνονται στον επενδυτή που «κατέχει τη
γνώση και την εμπειρία (είτε από μόνος του είτε με έναν οικονομικό και νομικό
σύμβουλο) για να αξιολογήσει. Ομως, η εναγομένη τράπεζα απευθύνθηκε σε απλούς
καταθέτες, κατά τεκμήριο άπειρους περί τις τοιαύτες συναλλαγές, και όχι σε
έμπειρους επενδυτές, όπως όφειλε να πράξει κατά την ήδη διακηρυγμένη στο ενημερωτικό
δελτίο αναγκαιότητα και την εξ αυτής απορρέουσα αυτοδέσμευση της, ως
καθήκον αυτής, επιβαλλόμενο και από την καλή πίστη. Επιπλέον, η τράπεζα δεν
αναφέρει σε κανένα σημείο του ενημερωτικού της δελτίου, την οικονομική της
κατάσταση και την τρέχουσα αναγκαιότητα έκδοσης ΜΑΕΚ. Απέκρυψε, δηλαδή, από
τους υποψήφιους επενδυτές, την δυσχερή οικονομική κατάσταση, στην οποία ήδη
βρισκόταν, συνεπεία της συγκέντρωσης υψηλών κινδύνων από επένδυση σε Ομόλογα
του Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ), ύψους περί τα 2,3 δις ευρώ την 5.4.2011, που
είχαν ήδη χαρακτηρισθεί από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης ως μηδενικής αξίας
(«σκουπίδια»). Επειδή δε, την ίδια περίοδο τα «ίδια κεφάλαια της», (=στοιχεία
του ενεργητικού της, διαθέσιμη περιουσία της) ανέρχονταν στα 2,8 δις ευρώ την
31.3.2011, είχε δημιουργηθεί άμεση ανάγκη εισροής νέων κεφαλαίων, ώστε η
τράπεζα να καταστεί φερέγγυα, διορθώνοντας τον κλονισμένο ήδη δείκτη
κεφαλαιακής της επάρκειας από την συγκέντρωση κινδύνων σε ΟΕΔ και αποκτώντας,
ταυτόχρονα, ένα πολυδύναμο εργαλείο -ένα «μαξιλάρι», με οικονομοτεχνικούς
όρους- για να έχει τη δυνατότητα αντιμετώπισης της σχεδόν βέβαιης
πραγματοποίησης των κινδύνων, με τον
ενδεικνυόμενο, κατά περίπτωση, τρόπο, όπως προεκτέθηκε. Οσον αφορά δε
την προφορική ενημέρωση των εφεσίβλητων, αυτή ήταν ελλιπής και επιλεκτική, ο δε
υπάλληλος της εναγομένης που τους
ενημέρωνε, τους υποχρέωνε να
υπογράψουν στην αίτηση αγοράς τη δήλωση περί πλήρους κατανόησης των όρων
ως απαραίτητη τυπική διαδικασία , ενώ ήταν ολοφάνερο ότι γνώριζε ότι ουδόλως
της εκκαλούσας περί συνυπαιτιότητας των εφεσίβλητων στην πρόκληση αλλά και την
έκταση της ζημίας τους και είναι απορριπτέος ο σχετικός λόγος έφεσης.
Με τον όγδοο λόγο εφέσεως,
η εκκαλούσα παραπονείται ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έσφαλε στην ερμηνεία και
εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 149, 297, 298 και 914 ΑΚ και απέρριψε την
παραδεκτώς προταθείσα με τις προτάσεις της ένσταση συνυπολογισμού στη ζημία των
εφεσίβλητων του κέρδους που είχαν από την απόληψη τόκων των επίδικων
επενδυτικών προϊόντων για το χρονικό διάστημα από30.6.2011 έως 30.12.2011 ,
ενώ, εάν ορθώς έκρινε, έπρεπε να αφαιρέσει από τα επιδικαζόμενα ποσά
αποζημιώσεως τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της εφέσεως εισπραχθέντα από τους
εφεσίβλητους ποσά τόκων. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός, ο οποίος συνιστά
παραδεκτώς προβαλλόμενη ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους ( άρθρα 297
και 298 ΑΚ ), τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι τα επικαλούμενα από την
εκκαλούσα ποσά τόκων που έλαβαν οι εφεσίβλητοι από την επένδυση σε ΜΑΕΚ, δεν
συνιστούν κέρδος αυτών από τη ζημία τους, αλλά αποτελούν καρπούς της επένδυσης
τους στα ως άνω επενδυτικά προϊόντα, η οποία σαφώς προέβλεπε συγκεκριμένες
απολήψεις. Δηλαδή, οι τόκοι, τους
οποίους έλαβαν οι εφεσίβλητοι, αποτελούν μεν κέρδος τους από την κυριότητα των
τίτλων αυτών, πλην όμως το κέρδος αυτό δεν προέρχεται από το ζημιογόνο γεγονός
της απώλειας του κεφαλαίου τους λόγω της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς
των προστηθέντων υπαλλήλων της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας, αλλά
από την παραχώρηση του κεφαλαίου τους στην τελευταία, η οποία το εκμεταλλεύθηκε
με τον προσφορότερο γι' αυτήν τρόπο, αποδίδοντας στους εφεσίβλητους τους
παραγόμενους τόκους. Επομένως, δεν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος σύνδεσμος
μεταξύ της ζημίας και της ωφέλειας [βλ. ομοίως ΑΠ 1350/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ].
Αλλωστε, η απόδοση αυτών με τη μορφή του συνυπολογισμού τους στη ζημία των
εφεσίβλητων, παρίσταται στην ένδικη περίπτωση αντίθετη στην καλή πίστη, λαμβανομένων
υπόψη των συνθηκών της πρόκλησης με απατηλά μέσα της απόφασης των εφεσίβλητων
να προβούν στην αγορά των επίδικων επενδυτικών προϊόντων ενώ με τον
συνυπολογισμό τους θα μειωνόταν κατά πολύ η επιδικασθησομένη αποζημίωση.
Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε τα ίδια και απέρριψε ως
αβάσιμη την ως άνω ένσταση συνυπολογισμού ζημίας και κέρδους, δεν έσφαλε περί
την ερμηνεία και εφαρμογή των άρθρων 297, 298 και 914 ΑΚ, και ο σχετικός λόγος
εφέσεως είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Τέλος, απορριπτέο ως αβάσιμο τυγχάνει
το παραδεκτώς προβαλλόμενο με τις νομίμως κατατεθείσες ενώπιον του παρόντος
Δικαστηρίου προτάσεις της εκκαλούσας αλλοδαπής τραπεζικής εταιρίας αίτημα περί
επιδείξεως των αναφερομένων εγγράφων που αφορούν τον ένατο εφεσίβλητο -
ενάγοντα, δηλαδή της σύμβασης που υπέγραψε με την «Πειραιώς Ανώνυμη Εταιρεία
Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών», την οποία όρισε ως θεματοφύλακα του, καθώς και
αντιγράφου της κίνησης της με αριθ. 0000357282 μερίδας και του με αριθ.
0664544905 λογαριασμού που τηρούσε στο Σ.Α.Τ., των statements που έλαβε κατά το
διάστημα της κρίσιμης επένδυσης σε ΜΑΕΚ, διότι τα έγγραφα αυτά δεν κρίνονται
αναγκαία για τη μόρφωση πλήρους δικανικής πεποιθήσεως του παρόντος Δικαστηρίου
σχετικά την πραγματική επενδυτική εμπειρία του ως άνω εφεσίβλητου, διότι
αποδείχθηκε ότι η ενασχόληση του στο παρελθόν με αγορά μετοχών στο
Χρηματιστήριο Αθηνών ήταν περιορισμένη , η εμπειρία του αυτή σε κοινά,
απευθυνόμενα σε απλούς μη επαγγελματίες επενδυτές, χρηματοοικονομικά προϊόντα
δεν καταδεικνύει την αντικειμενική δυνατότητα του να αντιληφθεί τη φύση, τη
λειτουργία και τους κινδύνους των επίδικων χρηματοοικονομικών προϊόντων
[Μ.Α.Ε.Κ]. Επομένως, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης, πρέπει να
απορριφθεί στο σύνολο της ως αβάσιμη η κρινόμενη έφεση, ενώ παρέλκει η εξέταση
του αιτήματος περί επαναφοράς των πραγμάτων στην πρότερα κατάσταση αναφορικά με
τα κονδύλια για τα οποία κηρύχθηκε η απόφαση προσωρινά εκτελεστή, διότι αυτό
υποβλήθηκε από την εκκαλούσα για την περίπτωση που γίνει δεκτή η έφεση και
εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση. Επίσης, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή στο
Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που κατέθεσε η εκκαλούσα και να συμψηφισθεί στο
σύνολο της μεταξύ των διαδίκων η δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού
δικαιοδοσίας, διότι η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου υπήρξε
ιδιαιτέρως δυσχερής ( άρθρα 179, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των
διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και
απορρίπτει κατ' ουσίαν την έφεση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του
κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολο της
μεταξύ των διαδίκων τη δικαστική δαπάνη του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε
στην Αθήνα στις 13-9-2019 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο
ακροατήριο του στην Αθήνα στις 26 Σεπτεμβρίου 2019 χωρίς να παρίστανται οι
διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ