ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
Πλαστότητα κοινοτικής άδειας - Διεθνείς οδικές εμπορευματικές
μεταφορές εντός της ΕΕ - Αναίρεση για έλλειψη νόμιμης βάσης -.
Πλαστογραφία
μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση κοινοτικής άδειας διεθνών μεταφορών. Αναίρεση απόφασης λόγω έλλειψης νόμιμης βάσης. Η προσβαλλόμενη απόφαση διαλαμβάνει ότι η αξιόποινη πράξη έχει τελεστεί «σε
κράτος
μελος της Ευρωπαϊκής Ένωσης», αλλά δεν αναφέρει σε ποιο κράτος της ΕΕ τελέστηκε η πράξη, ούτε ότι η πράξη αυτή είναι
αξιόποινη και στο εν λόγω κράτος.
Αριθμός 318/2019
TO ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ TOY ΑΡΕΙΟΥ
ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους
Δικαστές: Δήμητρα Κοκοτίνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου
Πάγου, Αρτεμισία Παναγιώτου, Γεώργιο Αναστασάκο Εισηγητή, Μαρία Γεωργίου και Ευφροσύνη Καλογεράτου - Ευαγγέλου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια
συνεδρίαση στο Κατάστημα του στις 15 Ιανουαρίου 2019, με την παρουσία του
Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Κωνσταντινόπουλου, (κωλυόμενης της
Εισαγγελέως) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου,
για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου
, κατοίκου
Περιστερίου Αττικής, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ανδρέα
Μπακόπουλο, για αναίρεση της υπ' αριθμ. 92/2018
αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Ναυπλίου.
Το Πενταμελές Εφετείο
Ναυπλίου, με την ως άνω απόφαση του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή,
και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, ζητάει την
αναίρεση της αποφάσεως αυτής για τους λόγους που αναφέρονται στην υπ'
αριθμ. Πρωτ. 12889/20.11.2018 αίτηση του, που καταχωρίστηκε στο
οικείο πινάκιο με αριθμό 1548/2018.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του
αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα
σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη
αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I) Η κρινόμενη από 20-11-2018 αίτηση-δήλωση (αρ. πρ. 12889/2018) του
, κατοίκου Περιστερίου Αττικής, για
αναίρεση της απόφασης 92/2018 του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ναυπλίου,
έχει ασκηθεί νόμιμα και εμπρόθεσμα. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως
προς την βασιμότητα των λόγων της.
II) Κατά το άρθρο 6 παρ. 1 του Π.Κ., που ορίζει ότι οι Ελληνικοί
ποινικοί νόμοι εφαρμόζονται και για πράξη που χαρακτηρίζεται από αυτούς ως
κακούργημα ή πλημμέλημα και που τελέσθηκε στην αλλοδαπή από ημεδαπό, αν η πράξη
αυτή είναι αξιόποινη και κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέσθηκε, σαφώς
προκύπτει ότι η πράξη η οποία τελέσθηκε από ημεδαπό στην αλλοδαπή, τιμωρείται
κατά τον Ελληνικό νόμο, εάν κατά τις διατάξεις αυτού είναι αξιόποινη σε βαθμό
κακουργήματος ή πλημμελήματος, συγχρόνως δε φέρει αξιόποινο χαρακτήρα, ο οποίος
κρίνεται και κατά τις διατάξεις των νόμων της χώρας, στην οποία διαπράχθηκε
αυτή, εφόσον δεν πρόκειται περί εγκλήματος από τα στο άρθρο 8 ΠΚ αναφερόμενα.
Προκειμένου περί τοιαύτης περιπτώσεως, απόφαση στην οποία δεν γίνεται μνεία της
συνδρομής των όρων του κατά τον αλλοδαπό νόμο αξιοποίνου της πράξεως στερείται
νομίμου βάσεως και είναι αναιρετέα για εκ πλαγίου
παραβίαση του άρθρου 6 ΠΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του Κ.Π.Δ. (ΑΠ 227/2018, 1053/2012).
Εξάλλου, κατά την διάταξη
του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ Ε ΚΠΔ λόγο αναίρεσης της
καταδικαστικής αποφάσεως συνιστά η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής
ποινικής διατάξεως Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο
νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη είναι η
εφαρμογή αυτού, όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύσει το νόμο, δεν υπάγει
στην αληθινή έννοια του τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται ότι προέκυψαν,
καθώς και όταν η σχετική διάταξη παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει
όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού
προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του
εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με
αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής της
ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Στην
προκείμενη περίπτωση, η προσβαλλόμενη 92/2018 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου
Κακουργημάτων Ναυπλίου, που δίκασε ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κήρυξε τον αναιρεσείοντα ένοχο για την πράξη της διακεκριμένης
πλαστογραφίας και τον καταδίκασε σε κάθειρξη πέντε (5) ετών. Στο σκεπτικό της
απόφασης αυτής το λόγω δικαστήριο δέχθηκε, μετ' εκτίμηση και αξιολόγηση των
αναφερομένων κατ' είδος αποδεικτικών μέσων, ανελέγκτως τα ακόλουθα πραγματικά
περιστατικά: «Το μήνα Μάιο του έτους 2004 στον λιμένα Κορίνθου, μετά από
καταγγελίες εκπροσώπων της συνδικαλιστικής οργάνωσης με την επωνυμία «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ
ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ», ότι φορτηγά αυτοκίνητα
εκτελούν παρανόμως διεθνείς οδικές εμπορευματικές μεταφορές εντός της
Ευρωπαϊκής Ενώσεως, συστήθηκε μικτό κλιμάκιο ελέγχου αποτελούμενο από
υπαλλήλους της Διευθύνσεως Μεταφορών και Επικοινωνιών της Ν.Α. Κορινθίας και
του Τελωνείου Κορίνθου.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό της
Ε.Ο.Κ. με αριθμό 881/1992 του Συμβουλίου της 26ης Μαρτίου 1992, οι Διεθνείς
Οδικές Εμπορευματικές Μεταφορές εντός της Κοινότητας (ήδη Ευρωπαϊκής Ενώσεως)
εκτελούνται αποκλειστικά με κοινοτική άδεια (μπλε κάρτα), η οποία εκδίδεται από
τις αρχές του κράτους εγκαταστάσεως στο όνομα του μεταφορέα, ενώ επικυρωμένο
αντίγραφο της σχετικής κοινοτικής άδειας πρέπει να βρίσκεται εντός του οχήματος
και να επιδεικνύεται όποτε το ζητούν οι αρμόδιοι για τον έλεγχο υπάλληλοι. Κατά
τον έλεγχο που διενεργήθηκε στις 10-5-2004 σε επικαθήμενα
οχήματα ιδιοκτησίας μεταξύ άλλων και της εδρεύουσας στη Μεγάλη Βρετανία
εταιρίας με την επωνυμία «
(UK) LTD», η οποία εκπροσωπείτο νομίμως από τον κατηγορούμενο
Αθανάσιο Μητρόπουλο του Ηλία. επεδείχθη από τον τελευταίο (κατηγορούμενο) στους
αρμόδιους υπαλλήλους η υπ' αριθ.
από 26-11-2002 κοινοτική άδεια διενέργειας
διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών του Ηνωμένου Βασιλείου, με. ισχύ από
26-11-2002 έως 31-11-2007. Η ανωτέρω όμως επιδειχθείσα κοινοτική άδεια ήταν εξ'
υπαρχής πλαστή και είχε καταρτισθεί από τον κατηγορούμενο, με σκοπό να
παραπλανά τους αρμοδίους για τον έλεγχο υπαλλήλους ότι εκτελεί νομίμως διεθνείς
οδικές εμπορευματικές μεταφορές και να αποκομίζει έσοδα από την μεταφορά
προϊόντων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η πλαστότητα αυτής συνίστατο
στο ότι, ενώ αρχικά είχε χορηγηθεί στην εταιρία του κατηγορουμένου από τις
αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου η με τον ίδιο αριθμό
κοινοτική άδεια, η οποία
στη συνέχεια ανακλήθηκε νομίμως κατόπιν δημόσιας δίκης που διεξήχθη στο Ηνωμένο
Βασίλειο στις 28-6-2002 και η εταιρία και οι διαχειριστές της
(κατηγορούμενος),
και
αποκλείστηκαν οριστικά από την απόκτηση ή κατοχή
αδείας μεταφορών και για το λόγο αυτό η κοινοτική έγκριση της εταιρίας
αποσύρθηκε από τις 28-6-2002. με συνέπεια η εταιρία με την επωνυμία «
(UK)
LTD» να μην έχει από την ανωτέρω ημεροχρονολογία
(28-6-2002) δικαιοδοσία να μεταφέρει αγαθά εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως με
οχήματα υπό την άδεια μεταφορών του Ηνωμένου Βασιλείου, στην επιδειχθείσα ως
άνω εξ' υπαρχής πλαστή άδεια ο αναγραφόμενος χρόνος εκδόσεως (26-11-2002)
αναγόταν σε χρόνο μεταγενέστερο (28-6-2002) της ανακλήσεως της με αριθμό
νόμιμης κοινοτικής αδείας που είχε χορηγηθεί στην εταιρία του κατηγορουμένου
από τις αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου. Ασφαλές έρεισμα ως προς την εξ'
υπαρχής πλαστότητα της κατά τα ανωτέρω επιδειχθείσας κοινοτικής αδείας παρέχει
ιδίως η από 07-5-2004 κατάθεση, του διοικητικού υπαλλήλου των αρμοδίων αρχών
του Ηνωμένου Βασιλείου ., στην οποία περιγράφονται διεξοδικά όλες οι ενέργειες
των αρχών του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με την χορήγηση και την ανάκληση της
με αριθμό
κοινοτικής αδείας (σχετικώς η υπ' αριθ. ./17-5-2010 επίσημη μετάφραση
της Μεταφραστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών και το υπ' αριθ. πρωτ. ./30-6-2005 έγγραφο του Γενικού Προξενείου της
Ελλάδος στο Λονδίνο). Μετά την διαπίστωση ότι τα ελεχθέντα
16 επικαθήμενα οχήματα, ιδιοκτησίας της εταιρίας του
κατηγορουμένου
δεν έφεραν ισχύουσες κοινοτικές άδειες για την διενέργεια
διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως αλλά και
ότι πολλά από αυτά, όπως αναγράφεται στην σχετική έκθεση ελέγχου- δεν είχαν
άδεια κυκλοφορίας και Δελτίο Τεχνικού Ελέγχου, τα οποία είχαν αποκολληθεί από
το πλαίσιο αυτών, εξεδόθησαν σε βάρος του ανωτέρω κατηγορουμένου οι υπʼ
αριθ. πρωτ.
διαπιστωτικές πράξεις
παραβάσεως της ΚΥΑ Γ5/29480/2304/01 των υπαλλήλων της Διευθύνσεως Μεταφορών και
Επικοινωνιών της Ν.Α. Κορινθίας και οι αντίστοιχες καταλογιστικές
πράξεις επιβολής προστίμου και ακινητοποιήσεως των οχημάτων. Η εκπροσωπούμενη
από τον κατηγορούμενο εταιρία με την επωνυμία «
(UK) LTD» άσκησε αίτηση
αναστολής, ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κορίνθου, κατά των ανωτέρω καταλογιστικών πράξεων της Διευθύνσεως Μεταφορών και
Επικοινωνιών της Ν.Α. Κορινθίας και δυνάμει της από 12-5-2004 προσωρινής
διαταγής διετάχθη η προσωρινή αναστολή εκτελέσεως τους μέχρι την συζήτηση της
αιτήσεως αναστολής, μετά όμως την άσκηση της από 13-5-2004 αιτήσεως ανακλήσεως
της ανωτέρω προσωρινής διαταγής από την συνδικαλιστική οργάνωση με την επωνυμία
«ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΔΙΚΑΤΟ ΧΕΡΣΑΙΩΝ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ» η χορηγηθείσα
προσωρινή διαταγή ανακλήθηκε δυνάμει της από 14-5-2004 πράξεως ανακλήσεως της
Δικαστή του Διοικητικού Πρωτοδικείου Κορίνθου για λόγους δημοσίου συμφέροντος,
ήτοι ανάκληση της αδείας μεταφοράς της εταιρίας του κατηγορουμένου
και
απόσυρση της κοινοτικής εγκρίσεως. Κατά την συζήτηση της αίτησης αυτής ο
κατηγορούμενος επέδειξε και πάλι την ανωτέρω πλαστή άδεια μεταφορών. Κατόπιν
στις 03-6-2004, τα ακινητοποιημένα δεκάξι (16) οχήματα ιδιοκτησίας της εταιρίας
συμφερόντων του κατηγορουμένου
δεσμεύθηκαν προσωρινά από το Τελωνείο
Κορίνθου, αφού ο κατηγορούμενος δεν προσκόμισε σχετικά δικαιολογητικά και στις
07-6-2004 εστάλησαν στον ΟΔΔΥ για φύλαξη. Ο κατηγορούμενος κατά την ανάκριση
συνομολόγησε ότι είχε στην κατοχή του την ανωτέρω άδεια μεταφορών, ισχυρισθείς
περαιτέρω αυτή είναι γνήσια και ότι ο υπάλληλος που βεβαιώνει την πλαστότητά
της δεν είναι ο αρμόδιος υπάλληλος να το βεβαιώσει. Όμως από επίσημα έγγραφα
του Υπουργείου Εξωτερικών, όπως προαναφέρθηκε, βεβαιώνεται η αυθεντικότητα της
ως άνω βεβαίωσης, ενώ ο ίδιος ο βέβαιων
, βεβαιώνει ότι είναι ο αρμόδιος
υπάλληλος ως έχων πρόσβαση στα σχετικά αρχεία της υπηρεσίας του, πρόσβαση η
οποία μπορεί να γίνει από οποιοδήποτε σημείο της Βρετανικής επικράτειας μέσω
ηλεκτρονικού υπολογιστή, έτσι ώστε σε κάθε περίπτωση δεν τίθεται και θέμα
αρμοδιότητας ή μη. Περαιτέρω ο κατηγορούμενος εντελώς αντιφατικά ισχυρίστηκε
ότι, ενώ είχε στην κατοχή του την ανωτέρω άδεια δεν την χρησιμοποίησε. Ο
ισχυρισμός του όμως αυτός δεν αποδεικνύεται βάσιμος. Αντίθετα αποδεικνύεται
ότι: α) Ο ίδιος ο κατηγορούμενος επέδειξε την άδεια αυτή, όπως προαναφέρθηκε,
τόσο κατά τον έλεγχο στις 10-5-2004, όσο και στο Διοικητικό Πρωτοδικείο
Κορίνθου στις 14-5-2004, β) Την άδεια αυτή είχε επίσης επιδείξει τον Απρίλιο
του 2004 στην Κόρινθο ο εργαζόμενος στην επιχείρηση του κατηγορουμένου, οδηγός
, όταν ελέγχθηκε από την Λιμενική Αρχή Κορίνθου για το αυτοκίνητο της εταιρίας
του κατηγορουμένου, που οδηγούσε και έκανε διεθνή μεταφορά, από την άδεια αυτή
λήφθηκε αντίγραφο και το αντίγραφο, αυτό είναι που στάλθηκε στη Μεγάλη Βρετανία
και ακολούθησε η ανωτέρω απάντηση του
που απετέλεσε την αιτία για τον έλεγχο
της 10-5-2014, γ) Κατά τον έλεγχο αυτό βρέθηκαν τα 16 επικαθήμενα
οχήματα της εταιρίας του κατηγορουμένου, ενώ δεν βρέθηκαν ελκυστήρες γιατί αυτά
είναι αυτοκινούμενα οχήματα (σε αντίθεση με τα επικαθήμενα),
τα οποία ο κατηγορούμενος μόλις αντιλήφθηκε τον έλεγχο φρόντισε να τα
απομακρύνει. Όμως σαφώς αποδεικνύεται ότι η εταιρεία του κατηγορούμενου είχε
και ελκυστήρες, ενόψει του ότι ο ίδιος ομολογεί ότι έκανε διεθνείς μεταφορές,
οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν μόνο με επικαθήμενα
οχήματα, ενώ όπως ιδίως συνάγεται από το με αριθμ.
ασφαλιστήριο συμβόλαιο της ασφαλιστικής εταιρίας ΕΓΝΑΤΙΑ το έτος 2004 η εταιρία
του κατ/νου ήταν ιδιοκτήτρια 8 ελκυστήρων και 32 επικαθήμενων,
τα οποία είχε ασφαλίσει στην ανωτέρω ασφαλιστική εταιρεία, δ) Ναι μεν τα επικαθήμενα οχήματα δεν υποχρεούνται να έχουν άδεια διεθνών
μεταφορών, την οποία πρέπει να έχουν οι ελκυστήρες αυτών, όμως ο κατ/νος δεν
έφερε κανένα αποδεικτικό στοιχείο του ισχυρισμού του ότι δεν χρησιμοποιούσε την
ανωτέρω, αποδειχθείσα ως πλαστή, άδεια μεταφορών αλλά άλλες άδειες για να έλκει
τα επικαθήμενα του που κατασχέθηκαν, αφού η με αριθμ.
Ελληνική άδεια διεθνών μεταφορών που προσκόμισε
αφορά μόνο το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας
αυτοκίνητο της
ατομικής του επιχείρησης στην Ελλάδα, ενώ η ίδια η επιχείρηση του αυτή με
έγγραφο ιδιωτικό συμφωνητικό είχε αναθέσει για το 2004 την μετακίνηση των
ρυμουλκούμενων της στην ανωτέρω εταιρία του κατηγορουμένου που εδρεύει στην
Αγγλία, η οποία όμως, όπως προαναφέρθηκε, δεν είχε άδεια διεθνών μεταφορών και
έκανε τις μεταφορές με την ανωτέρω τλαστή άδεια, ε) Η
αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία . LMD», δεν αποδεικνύεται ότι έχει σχέση με ν
κατηγορούμενο.
Επομένως αποδείχθηκε ότι η
ως άνω άδεια διεθνών μεταφορών είναι πλαστή κα, καταρτίστηκε από τον κατηγορούμενο,
που είναι ο μόνος που είχε συμφέρον να το κάνει, με σκοπό το όφελος αυτού από
την διενέργεια παράνομων διεθνών μεταφορών και την αντίστοιχη βλάβη των λοιπών
Ελλήνων μεταφορέων που κατείχαν νόμιμες κοινοτικές άδειες διεθνών μεταφορών και
θα διενεργούσαν αυτές αν δεν μεσολαβούσε η ενέργεια του κατηγορουμένου. Τα
καθαρά δε κέρδη που εισέπραξε ο κατηγορούμενος, κατά τα οποία ωφελήθηκε με
αντίστοιχη βλάβη των λοιπών νομίμων Ελλήνων μεταφορέων, για το χρονικό διάστημα
από τις 28-6-2002 που ανακλήθηκε η άδεια του μέχρι τις 10-5-2004, υπερέβαιναν
οπωσδήποτε το ποσό των 120.000 ευρώ και ανέρχονταν, αν ληφθεί υπόψη ότι καθένα
από τα 32 επικαθήμενά του πραγματοποιούσε κατά μέσο
όρο τρία (3) δρομολόγια μηνιαίως στην Ιταλία, με κέρδος τουλάχιστον 300 ευρώ
κατά μέσο όρο από κάθε μεταφορά, στο ποσό των 633.600 ευρώ (22 μήνες Χ 32 επικαθήμενα οχήματα Χ 3 δρομολόγια Χ 300 ευρώ=). Αλλά και
στην περίπτωση που ο υπολογισμός του κέρδους του κατηγορούμενου γίνει με βάση
τις μεταφορές που πραγματοποιούνταν μόνο από τα δέκα έξι (16) επικαθήμενα, τα οποία είχαν κατασχεθεί από το λιμεναρχείο
Κορίνθου (όπως ο ίδιος ο κατηγορούμενος ισχυρίζεται), με τουλάχιστον δύο(2)
δρομολόγια κατά μέσο το μήνα και με κέρδος τουλάχιστον διακόσια (200) ευρώ από
κάθε μεταφορά, τα καθαρά κέρδη του κατηγορούμενου, με αντίστοιχη και πάλι βλάβη
των λοιπών νομίμων Ελλήνων μεταφορέων, για το χρονικό διάστημα από τις
28-6-2002 που ανακλήθηκε η άδεια του μέχρι τις 10-5-2004 και πάλι θα
υπερέβαιναν το ποσό των 120.000 ευρώ και θα ανέρχονταν σε (22 μήνες Χ 16 επικαθήμενα Χ 2 δρομολόγια Χ 200 ευρώ) 140.800 ευρώ.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω επικαθήμενα οχήματα κατηγορουμένου, ενώ δεν βρέθηκαν
ελκυστήρες γιατί αυτά είναι αυτοκινούμενα οχήματα (σε αντίθεση με τα επικαθήμενα), τα οποία ο κατηγορούμενος μόλις αντιλήφθηκε
τον έλεγχο φρόντισε να ία απομακρύνει. Όμως σαφώς αποδεικνύεται ότι η εταιρεία
του κατηγορούμενου είχε και ελκυστήρες, ενόψει του ότι ο ίδιος ομολογεί ότι
έκανε διεθνείς μεταφορές, οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν μόνο με επικαθήμενα οχήματα, ενώ όπως ιδίως συνάγεται από το με αριθμ.
/2004 ασφαλιστήριο συμβόλαιο της ασφαλιστικής
εταιρίας ΕΓΝΑΤΙΑ το έτος 2004 η εταιρία του και/νου ήταν ιδιοκτήτρια 8
ελκυστήρων και 32 επικαθήμενων, τα οποία είχε
ασφαλίσει στην ανωτέρω ασφαλιστική εταιρεία, δ) Ναι μεν τα επικαθήμενα
οχήματα δεν υποχρεούνται να έχουν άδεια διεθνών μεταφορών, την οποία πρέπει να
έχουν οι ελκυστήρες αυτών, όμως ο κατ/νος δεν έφερε κανένα αποδεικτικό στοιχείο
του ισχυρισμού του ότι δεν χρησιμοποιούσε την ανωτέρω, υποδειχθείσα ως πλαστή,
άδεια μεταφορών αλλά άλλες άδειες για να έλκει τα επικαθήμενα
του που κατασχέθηκαν, αφού η με αριθμ.
Ελληνική
άδεια διεθνών μεταφορών που προσκόμισε αφορά μόνο το υπ' αριθμ.
κυκλοφορίας
αυτοκίνητο της ατομικής του επιχείρησης στην Ελλάδα, ενώ η ίδια η
επιχείρηση του αυτή με έγγραφο ιδιωτικό συμφωνητικό είχε αναθέσει για το 2004
την μετακίνηση των ρυμουλκούμενων της στην ανωτέρω εταιρία του κατηγορουμένου
που εδρεύει στην Αγγλία, η οποία όμως, όπως προαναφέρθηκε, δεν είχε άδεια
διεθνών μεταφορών κα, έκανε τις μεταφορές με την ανωτέρω πλαστή άδεια, ε) Η
αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία «. LMD», δεν αποδεικνύεται ότι έχει σχέση με
κατηγορούμενο.
Επομένως αποδείχθηκε ότι η
ως άνω άδεια διεθνών μεταφορών είναι πλαστή η καταρτίστηκε από τον
κατηγορούμενο, που είναι ο μόνος που είχε συμφέρον να το κάνει, με σκοπό το
όφελος αυτού από την διενέργεια παράνομων διεθνών μεταφορών και την αντίστοιχη
βλάβη των λοιπών Ελλήνων μεταφορέων που κατείχαν νόμιμες κοινοτικές άδειες
διεθνών μεταφορών και θα διενεργούσαν αυτές αν δεν μεσολαβούσε η ενέργεια του
κατηγορουμένου. Τα καθαρά δε κέρδη που εισέπραξε ο κατηγορούμενος, κατά τα
οποία ωφελήθηκε με αντίστοιχη βλάβη των λοιπών νομίμων Ελλήνων μεταφορέων, για
το χρονικό διάστημα από τις 28-6-2002 που ανακλήθηκε η άδεια του μέχρι τις
10-5-2004 υπερέβαιναν οπωσδήποτε το ποσό των 120.000 ευρώ και ανέρχονταν, αν
ληφθεί υπόψη ότι καθένα από τα 32 επικαθήμενά του
πραγματοποιούσε κατά μέσο όρο τρία (3) δρομολόγια μηνιαίως στην Ιταλία, με
κέρδος τουλάχιστον 300 ευρώ κατά μέσο όρο από κάθε μεταφορά, στο ποσό των
633.600 ευρώ (22 μήνες Χ 32 επικαθήμενα οχήματα Χ 3
δρομολόγια Χ 300 ευρώ=). Αλλά και στην περίπτωση που ο υπολογισμός του κέρδους
του κατηγορούμενου γίνει με βάση τις μεταφορές που πραγματοποιούνταν μόνο από
τα δέκα έξι (16) επικαθήμενα, τα οποία είχαν
κατασχεθεί από το λιμεναρχείο Κορίνθου (όπως ο ίδιος ο κατηγορούμενος
ισχυρίζεται), με τουλάχιστον δύο(2) δρομολόγια κατά μέσο το μήνα και με κέρδος
τουλάχιστον διακόσια (200) ευρώ από κάθε μεταφορά, τα καθαρά κέρδη του
κατηγορούμενου, με αντίστοιχη και πάλι βλάβη των λοιπών νομίμων ελλήνων
μεταφορέων, για το χρονικό διάστημα από τις 28-6-2002 που ανακλήθηκε η άδεια
του μέχρι τις 10-5-2004 και πάλι θα υπερέβαιναν το ποσό των 120.000 ευρώ και θα
ανέρχονταν σε (22 μήνες Χ 16 επικαθήμενα Χ 2
δρομολόγια Χ 200 ευρώ) 140.800 ευρώ.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω
στοιχειοθετείται πλήρως η υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση του
εγκλήματος της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση, εκ της οποίας το
συνολικό όφελος του κατηγορουμένου και η αντίστοιχη συνολική ζημία των λοιπών
Ελλήνων μεταφορέων που κατείχαν νόμιμες κοινοτικές άδειες διεθνών μεταφορών,
υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ». Με βάση τις παραδοχές αυτές, το
δικαστήριο κήρυξε στη συνέχεια ένοχο τον κατηγορούμενο του ότι: «Σε άγνωστο
τόπο, πάντως σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εντός του χρονικού
διαστήματος από 28-6-2002 έως 10-5-2004, κατήρτισε εξ1 υπαρχής πλαστό έγγραφο
με σκοπό να παραπλανήσει με την χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορούσε
να έχει έννομες συνέπειες και στην συνέχεια, με περισσότερες πράξεις του που
συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, έκανε χρήση του πλαστού αυτού
εγγράφου, το δε συνολικό όφελος και η αντιστοίχως προξενηθείσα
ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, κατήρτισε την εξ'
υπαρχής πλαστή υπ' αριθμ.
από 26-11-2002 κοινοτική
άδεια διενέργειας διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών του Ηνωμένου
Βασιλείου, φερόμενο χρόνο ισχύος από 26-11-2002 έως 31-11-2007, της πλαστότητας
αυτής συνισταμένης στο ότι η ανωτέρω κοινοτική άδεια είχε αρχικώς χορηγηθεί
νομίμως από τις αρμόδιες αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στην εδρεύουσα στην
Μεγάλη Βρετανία εταιρία με την επωνυμία «
(UK) LTD» συμφερόντων του
κατηγορουμένου, αλλά εν συνεχεία ανακλήθηκε νομίμως κατόπιν δημόσιας δίκης που
έλαβε χώρα στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 28-6-2002. Σκοπός του κατηγορουμένου, δια
της καταρτίσεως της ανωτέρω εξ υπαρχής πλαστής κοινοτικής αδείας, ήταν να
εμφανίζει ως νομίμως κυκλοφορούντα τα δεκαέξι (16) επικαθήμενα
οχήματα ιδιοκτησίας της ανωτέρω εταιρείας συμφερόντων του και να παραπλανά τους
αρμοδίους για τον έλεγχο υπαλλήλους ότι εκτελεί νομίμως διεθνείς οδικές
εμπορευματικές μεταφορές εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως με τα ανωτέρω επικαθήμενα οχήματα, ήτοι γεγονός με έννομες συνέπειες,
όπως έπραξε ο κατηγορούμενος στον λιμένα Κορίνθου, στις 10-5-2004, όταν
επέδειξε την εν θέματι εξ υπαρχής πλαστή κοινοτική άδεια στο μικτό κλιμάκιο
ελέγχου της Διευθύνσεως Μεταφορών και Επικοινωνιών της Ν.Α. Κορίνθου και του
Τελωνείου Κορίνθου. Με τον προεκτεθέντα τρόπο, εντός
του χρονικού διαστήματος από τις 28-6-2002 (χρόνος ανακλήσεως της κοινοτικής
αδείας από τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου) έως τις 10-5-2004 (χρόνος ελέγχου
και ακινητοποιήσεως των επικαθήμενων οχημάτων), ο
κατηγορούμενος διενήργησε εξακολουθητικούς παράνομες οδικές εμπορευματικές
μεταφορές εντός της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και δια της παρανόμου μεταφοράς αγαθών
με τα ανωτέρω επικαθήμενα οχήματα , ιδιοκτησίας της
εταιρίας συμφερόντων του προσπόρισε στον εαυτό του παράνομο περιουσιακό όφελος,
που υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ και ανέρχεται σε 633.600.00 ευρώ. με
αντίστοιχη περιουσιακή βλάβη των Ελλήνων μεταφορέων που κατέχουν νόμιμες
κοινοτικές άδειες διενέργειας διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών εντός της
Ευρωπαϊκής Ενώσεως».
Σύμφωνα με τις ως άνω
παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης η αξιόποινη πράξη για την οποία
καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων έχει τελεσθεί
«σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Επομένως, το
δικαστήριο έπρεπε να αναφέρει, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν
στη νομική σκέψη, σε ποιο κράτος της Ευρωπαϊκής Ενωσης,
κατ' αρχήν, τελέστηκε η πράξη και στη συνεχεία, ότι η
πράξη αυτή είναι αξιόποινη και στο κράτος αυτό, καθόσον πρόκειται για
δικονομική προϋπόθεση που συνιστά εξωτερικό όρο του αξιοποίνου της πράξεως,
πράγμα το οποίο δεν προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα πρακτικά
της. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος ο σχετικός αναιρετικός λόγος
που προβλέπεται από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε'
Κ.Π.Δ. (έλλειψη νόμιμης βάσης της απόφασης). Κατόπιν αυτών, πρέπει ν' αναιρεθεί
η προσβαλλόμενη απόφαση, για τον ως άνω λόγο (παρελκούσης
της έρευνας των υπολοίπων λόγων αναίρεσης) και να παραπεμφθεί η απόθεση για νέα
συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε την αναιρεθείσα απόφαση,
συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει
προηγουμένως (άρθρ. 519 Κ.Π.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την απόφαση 92/2018
του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Ναυπλίου.
Παραπέμπει την υπόθεση για
νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές
εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην
Αθήνα, στις 30 Ιανουαρίου 2019.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση
στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 15 Φεβρουαρίου 2019.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ