ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΑΠ 1102/2022

 

Αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση - Εταιρίες Διαχείρισης - Μη δικαιούχοι διάδικοι - Προνόμια κατάταξης - Γενικό προνόμιο απαιτήσεων από την κοινωνική ασφάλιση - Σωρευτική αναδοχή χρέους - Αναίρεση για παράβαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου -.

 

Προϋποθέσεις και άσκηση αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης. Άσκηση πρόσθετης παρέμβασης από Εταιρία Διαχείρισης απαιτήσεων, ειδικής διαδόχου της αναιρεσείουσας τραπεζικής εταιρίας. Δημιουργία σχέσης επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας. Το γενικό προνόμιο των απαιτήσεων από την κοινωνική ασφάλιση υπάρχει και λειτουργεί μόνον όταν το παθητικό υποκείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης ταυτίζεται με εκείνο της έννομης σχέσης της κοινωνικής ασφάλισης σε βάρος του οποίου έχει γεννηθεί η αξίωση. Περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την κοινωνική ασφάλιση. Σε περίπτωση σωρευτικής αναδοχής χρέους, η απαίτηση που απορρέει από τη δικαιοπραξία αυτή δεν εξοπλίζεται με το προνόμιο αυτό, αφού δεν τελεί σε άμεσο αιτιώδη σύνδεσμο με την έννομη σχέση της κοινωνικής ασφάλισης, ούτε άλλωστε μπορεί να δημιουργηθεί το προνόμιο με την ιδιωτική βούληση. Βάσιμος αναιρετικός λόγος από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ.

 

 

Αριθμός Απόφασης: 1102/2022

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

A2' Πολιτικό Τμήμα

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Αποστολάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Κανελλόπουλο, Αικατερίνη Κρυσταλλίδου, Μυρσίνη Παπαχίου και Γεώργιο Καλαμαρίδη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

 

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 18 Ιανουαρίου 2021, με την παρουσία και της γραμματέως Θεοδώρας Παπαδημητρίου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Της αναιρεσείουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία "…………….. ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Θωμά Καναβέλη, ο οποίος δήλωσε στο ακροατήριο ότι παρίσταται η ανώνυμη τραπεζική εταιρία με την επωνυμία "…………….. AE", όπως τροποποιήθηκε η επωνυμία της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία "……………….. Α.Ε.".

 

Των αναιρεσιβλήτων: 1) νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ" (ΕΦΚΑ), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία "ΤΑΜΕΙΟ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΓΟΛΗΠΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ" (ΤΜΕΔΕ), που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα. Το πρώτο αναιρεσίβλητο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Δημητρακόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ., ενώ το δεύτερο αναιρεσίβλητο εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξουσίους δικηγόρους του Φίλιππο Κωσταρά και Δημήτριο Δημητρακόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ. Της προσθέτως παρεμβαίνουσας: ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "……………. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ" με διακριτικό τίτλο "……… ΑΕΔΑΔΠ", που εδρεύει στον Δήμο ….. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία ενεργεί εν προκειμένω ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος και ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία "………………", που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία κατέστη ειδικός διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "……………… ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα. Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Θωμά Καναβέλη.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 2-2-2015 και 11-2-2016 αγωγές της τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "…………… ΑΕ" και της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "………………. Ανώνυμη Εταιρεία", αντίστοιχα, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 54ΕΙΔΠΙΝ/2016 του ίδιου Δικαστηρίου και 98/2018 του Μονομελούς Εφετείου Αιγαίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 4-4-2019 αίτησή της.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας και της προσθέτως παρεμβαίνουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από την παραδεκτή επισκόπηση (άρθρ. 561 παρ. 2 ΚΠολΔ) των διαδικαστικών εγγράφων, προκύπτουν τα ακόλουθα όσον αφορά τη διαδικαστική διαδρομή της ένδικης υπόθεσης: Η αναιρεσείουσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου την από 2-2-

2015 ανακοπή κατά των καθών η ανακοπή, καθολικοί διάδοχοι των οποίων είναι οι ήδη αναιρεσίβλητοι, με την οποία ζήτησε, για τους αναφερόμενους στην ανακοπή λόγους, να μεταρρυθμιστεί ο υπ' αριθμ. …../12-1-2015 πίνακας κατάταξης δανειστών της επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου συμβολαιογράφου Πάρου ……………….., ώστε να αποβληθεί το πρώτο των καθών ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "ΙΚΑ-ΕΤΑΜ" από το ποσό των 84.522,27 ευρώ, καθώς και το δεύτερο των καθών ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ" από το ποσό των 701.277,72 ευρώ και να καταταγεί στο σχετικό πίνακα και στα ανωτέρω ποσά η ίδια η ανακόπτουσα-αναιρεσείουσα, ως ενυπόθηκη δανείστρια πρώτης τάξης. Επίσης, και η τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "…………………. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ", η οποία δεν είναι διάδικος στην αναιρετική αυτή δίκη, άσκησε την από 11-2-2015 ανακοπή της κατά του ίδιου ως άνω πίνακα κατάταξης δανειστών και κατά των ίδιων πιο πάνω καθών, καθώς και κατά του Ελληνικού Δημοσίου, με την οποία ζήτησε, για τους λόγους που αναφέρονται στην ανακοπή, να μεταρρυθμιστεί ο πίνακας, ώστε να αποβληθούν οι ανωτέρω καθών από τα ίδια πιο πάνω ποσά, καθώς και το Ελληνικό Δημόσιο από το ποσό των 43.587 ευρώ και να καταταγεί στα ποσά αυτά η ανακόπτουσα. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Σύρου με την 54/2016 απόφασή του απέρριψε τις δύο συνεκδικασθείσες ανακοπές και επικύρωσε τον πίνακα κατάταξης. Κατά της απόφασης αυτής άσκησαν εφέσεις οι δύο ανακόπτουσες τραπεζικές εταιρείες και το Μονομελές Εφετείο Αιγαίου με την προσβαλλόμενη 98/2018 απόφασή του, αφού συνεκδίκασε τις εφέσεις, δέχθηκε μεν τυπικά αυτές, τις απέρριψε όμως κατ' ουσίαν. Ήδη, με την κρινόμενη από 4-4-2019 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η εκδοθείσα αντιμωλία των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία ως άνω 86/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αιγαίου κατά το κεφάλαιό της με το οποίο απορρίφθηκε η από 10-6-2016 έφεση της αναιρεσείουσας-ανακόπτουσας κατά της 54/2016 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ). Είναι κατά συνέπεια παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).

 

Από τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι τρίτος μπορεί να ασκήσει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη πρόσθετη παρέμβαση για την υποστήριξη κάποιου διαδίκου, μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση, συνεπώς για πρώτη φορά και ενώπιον του Αρείου Πάγου, περιοριζόμενος σε μόνη την υποστήριξη ή αντίκρουση των λόγων της αναίρεσης, εφόσον έχει έννομο συμφέρον. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 81 παρ. 1 και 215 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η πρόσθετη παρέμβαση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή, δηλαδή με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου, στο οποίο απευθύνεται, που είναι αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας και ολοκληρώνεται με την κοινοποίηση αυτής στους διαδίκους, η οποία στην περίπτωση που ασκείται για πρώτη φορά στον Άρειο Πάγο, πρέπει να γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 568 παρ. 4 ΚΠολΔ, σε όλους τους μέχρι της ασκήσεώς της διαδίκους, τουλάχιστον εξήντα ημέρες πριν από τη δικάσιμο, αν όλοι οι διάδικοι που καλούνται διαμένουν στην Ελλάδα (ΑΠ 1736/2017). Έννομο συμφέρον για την άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης υφίσταται, όταν με την πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία σε βάρος του νομικής υποχρέωσης, που, είτε απειλούνται από τη δεσμευτικότητα και την εκτελεστότητα της απόφασης που θα εκδοθεί είτε υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειές της, ως τρίτος δε, κατά την έννοια της ίδιας διάταξης του άρθρου 80 ΚΠολΔ, νοείται εκείνος ο οποίος δεν είχε προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου με οποιοδήποτε τρόπο στην αρχική δίκη ή σε στάδιο προηγούμενης δίκης επί της υποθέσεως (ΑΠ 1329/2017, ΑΠ 611/2013). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΚΠολΔ, αν η ισχύς της απόφασης στην κύρια δίκη εκτείνεται και στις έννομες σχέσεις εκείνου που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση προς τον αντίδικό του, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 76 μέχρι 78. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι αποφασιστικό κριτήριο για το χαρακτηρισμό της πρόσθετης παρέμβασης ως αυτοτελούς είναι η επέκταση της ισχύος της απόφασης, δηλαδή των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου, της εκτελεστότητας και της διαπλαστικής ενέργειας αυτής στις έννομες σχέσεις του τρίτου προς τον αντίδικό του. Το δικονομικό δικαίωμα της άσκησης αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης παρέχεται όχι λόγω της πιθανής εκδήλωσης δυσμενών ενεργειών της απόφασης σε βάρος τρίτου, αλλά λόγω της δεσμευτικότητας αυτών που θα κριθούν στην ήδη εκκρεμή δίκη, όσον αφορά στις σχέσεις του παρεμβαίνοντος προς τον αντίδικό του, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα άλλης διαδικασίας. Με την άσκηση της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης ο παρεμβαίνων, χωρίς να εισάγει στη δίκη μια νέα έννομη σχέση, αντιδικεί για την ήδη εκκρεμή έννομη σχέση, η διάγνωση της οποίας επισύρει την επέκταση της ισχύος της απόφασης. Η ασκούμενη κατά το άρθρο 83 ΚΠολΔ αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση δημιουργεί περιορισμένου περιεχομένου επιγενόμενη αναγκαία ομοδικία του παρεμβαίνοντος με το διάδικο υπέρ του οποίου η παρέμβαση, στο μέτρο που ο παρεμβαίνων θεωρείται κατά πλάσμα δικαίου ως αναγκαίος ομόδικος με τις παρεχόμενες δικονομικές εξουσίες αυτού, χωρίς όμως να έχει στη διάθεσή του διαδικαστικές ευχέρειες που προσιδιάζουν αποκλειστικά στο πρόσωπο του κυρίου διαδίκου (ΑΠ 1485/2006, ΑΠ 91/2005). Ως αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση πρέπει να θεωρηθεί και εκείνη, την οποία ασκεί αυτός που έγινε διάδοχος του διαδίκου όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το πέρας αυτής (άρθρο 225 παρ. 2 ΚΠολΔ), αφού το δεδικασμένο από τη δίκη ισχύει υπέρ και κατά αυτού κατά το άρθρο 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 368/2019, ΑΠ 1564/2017, ΑΠ 1731/2011). Περαιτέρω, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 1 περ. γ του ν. 4354/2015 "Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων....", "Τα δικαιώματα που απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες λόγω πώλησης απαιτήσεις δύνανται να ασκούνται μόνο μέσω των εταιριών διαχείρισης της παρούσας παραγράφου. Οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις από δάνεια και πιστώσεις λογίζονται ως τραπεζικές και μετά τη μεταβίβασή τους. Οι εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων ευθύνονται για όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στο Δημόσιο και σε τρίτους, οι οποίες βαρύνουν τις εταιρίες απόκτησης απαιτήσεων και απορρέουν από τις μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις". Επίσης, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του άνω νόμου 4354/2015, "Οι Εταιρίες Διαχείρισης νομιμοποιούνται, ως μη δικαιούχοι διάδικοι, να ασκήσουν κάθε ένδικο βοήθημα και να προβαίνουν σε κάθε άλλη δικαστική ενέργεια για την είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, καθώς και να κινούν, παρίστανται ή συμμετέχουν σε προπτωχευτικές διαδικασίες εξυγίανσης, πτωχευτικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, διαδικασίες διευθέτησης οφειλών και ειδικής διαχείρισης των άρθρων 61 επ. του ν. 4307/2014 (Α' 246). Εφόσον οι Εταιρίες συμμετέχουν σε οποιαδήποτε δίκη με την ιδιότητα του μη δικαιούχου διαδίκου το δεδικασμένο της απόφασης καταλαμβάνει και τον δικαιούχο της απαίτησης". Στην προκείμενη περίπτωση, η εδρεύουσα στην Αθήνα ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "…………………….. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ" και το διακριτικό τίτλο "………………. ΑΕΔΑΔΠ.", με το από 18-9-2020 ιδιαίτερο δικόγραφο, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Αρείου Πάγου στις 24-9-2020 και επιδόθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, στην αναιρεσείουσα και στους αναιρεσίβλητους (βλ. αντίστοιχα τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από την παρεμβαίνουσα υπ' αριθμ. ……. ΣΤ', …… ΣΤ' και ….. ΣΤ'/28-9-2020 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …………………..), άσκησε το πρώτον ενώπιον του Αρείου Πάγου, πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της αναιρεσείουσας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, επικαλούμενη ως έννομο συμφέρον της το γεγονός ότι είναι νόμιμη διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων, των οποίων δικαιούχος είναι η αλλοδαπή εταιρεία με την επωνυμία "………………………….", ειδικής διαδόχου της αναιρεσείουσας τραπεζικής εταιρείας, υπέρ και κατά της οποίας ισχύει το δεδικασμένο από την παρούσα δίκη (άρθρ. 325 ΚΠολΔ). Ειδικότερα, από τα έγγραφα της δικογραφίας προκύπτει ότι δυνάμει της από 12-9-2019 συμφωνίας, η οποία καταρτίστηκε μεταξύ της αναιρεσείουσας τραπεζικής εταιρείας και της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία "………………………" και έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας, μεταβιβάστηκε από την πρώτη στη δεύτερη, μέσω τιτλοποίησης απαιτήσεων και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 14 παρ. 13 του Ν. 3156/2003, χαρτοφυλάκιο απαιτήσεων από χορηγήσεις δανείων ή και πιστώσεων προς οφειλέτες των οποίων οι οφειλές έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ή έχουν καταγγελθεί. Η συμφωνία αυτή καταχωρήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 8 Ν. 3156/2003, στις 16-9-2019 στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 Ν. 2844/2000 του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, με αριθμό πρωτοκ. ……, στον τόμο ….. και με αριθμό …... Έτσι, η ανωτέρω αλλοδαπή εταιρεία κατέστη δικαιούχος των ως άνω απαιτήσεων, ως ειδική διάδοχος της αναιρεσείουσας τράπεζας, μεταξύ δε των μεταβιβασθέντων απαιτήσεων περιλαμβάνονται και αυτές που απορρέουν από την υπ' αριθμ. ……………………. σύμβαση πίστωσης με αλληλόχρεο λογαριασμό. Στη συνέχεια, με την από 12-9-2019 Σύμβαση Διαχείρισης Επιχειρηματικών Απαιτήσεων και σύμφωνα με τα άρθρα 10 παρ. 14 και 16 του Ν. 3156/2003, ανατέθηκε η διαχείριση του ανωτέρω χαρτοφυλακίου στην αναιρεσείουσα τράπεζα, η σύμβαση δε αυτή καταχωρήθηκε στις 16-9-2019 στα δημόσια βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκ. ……, στο τόμο …… και με αριθμό …... Στις 16-9-2019, συστήθηκε η εταιρεία με την επωνυμία "…………………….. ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ", με διακριτικό τίτλο "……………….. Μ.Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.", η οποία δυνάμει των διατάξεων του Ν. 4354/2015 αδειοδοτήθηκε και εποπτεύεται από την ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΛΛΑΔΟΣ, δυνάμει της 326/2/17-9-2019 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 3533/20-9-2019. Στην εταιρεία αυτή εισφέρθηκε σε είδος από την αναιρεσείουσα τράπεζα, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1 του Ν. 4548/2018, ο κλάδος διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στον οποίο περιλαμβάνεται και η ανωτέρω από 12-9-2019 συμφωνία διαχείρισης των πιο πάνω τιτλοποιημένων απαιτήσεων. Συνεπεία της ως άνω εισφοράς, τροποποιήθηκε η πιο πάνω από 12-9-2019 συμφωνία διαχείρισης με την από 18-9-2019 συμφωνία μεταβολής του προσώπου του διαχειριστή, η οποία δημοσιεύθηκε με αριθμό πρωτοκ. …../23-9-2019 στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, στο τόμο ….. με αριθμό ….. και ορίστηκε νέος διαχειριστής- πληρεξούσιος των τιτλοποιημένων απαιτήσεων η ανωτέρω εταιρεία με την επωνυμία "…………………… ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ". Στη συνέχεια η εταιρεία αυτή μετονομάστηκε σε "……………….. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ" και το διακρτικό τίτλο "……………… Α.Ε.Δ.Α.Δ.Π.", που αποτελεί την προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία. Στη συνέχεια, η πιο πάνω αναφερόμενη αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία "…………………….." προέβη στις 13-7-2020 σε επανεκχώρηση προς την αναιρεσείουσα τράπεζα μέρους των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν αρχικά σ' αυτήν δυνάμει της από 12-9-2019 σύμβασης πώλησης, η οποία συμφωνία επαναγοράς καταχωρήθηκε στο δημόσιο βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκ. ……/13-7-2020, στον τόμο …. με αριθμό …... Ακολούθως, δυνάμει της από 21-7-2020 σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων μεταξύ της αναιρεσείουσας τράπεζας και της εδρεύουσας στο Δουβλίνο Ιρλανδίας αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία "……………….." και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 14 του Ν. 3156/2003 και των άρθρων 455 επ. ΑΚ, η αναιρεσείουσα μεταβίβασε στην εν λόγω αλλοδαπή εταιρεία χαρτοφυλάκιο απαιτήσεων από χορηγήσεις δανείων και πιστώσεων, στις οποίες περιλαμβανόταν και οι απαιτήσεις από την υπ' αριθμ. ……………………….. σύμβαση πίστωσης. Η σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης δημοσιεύθηκε σε περίληψη στο ειδικό βιβλία του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000, που τηρείται στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, με αριθμό πρωτοκ. …../22-7-2020, στον τόμο ….. με αριθμό …... Επίσης, δυνάμει της από 21-7-2020 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων μεταξύ της ως άνω αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία "…………………" και της προσθέτως παρεμβαίνουσας εταιρείας, η οποία καταχωρήθηκε στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκ. …../22-7-2020, στον τόμο ….. με αριθμό ….., διορίστηκε ως διαχειρίστρια των τιτλοποιημένων απαιτήσεων η προσθέτως παρεμβαίνουσα εταιρεία, ενώ παράλληλα χορηγήθηκε σ' αυτήν (παρεμβαίνουσα) από την ως άνω αλλοδαπή εταιρεία σχετικό πληρεξούσιο σύμφωνα με το Ν. 3156/2003. Στις ως άνω μεταβιβασθείσες απαιτήσεις περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις της αναιρεσείουσας - υπέρ ης η πρόσθετη παρέμβαση Τράπεζας, που απορρέουν από την υπ' αριθμ. ……………….. σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό, την οποία η τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "………………..", ειδική διάδοχος της οποίας αποτελεί η αναιρεσείουσα τράπεζα, κατήρτισε με την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "……………………..", κατά της οποίας επισπεύσθηκε από την αναιρεσείουσα αναγκαστική εκτέλεση, με βάση την 2670/2008 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και συντάχθηκε, μετά τον πλειστηριασμό, ο πίνακας κατάταξης δανειστών, τη μεταρρύθμιση του οποίου ζήτησε η αναιρεσείουσα με την ανακοπή της. Επομένως, η ως άνω πρόσθετη παρέμβαση, η οποία, σύμφωνα και με τις προαναφερόμενες σκέψεις, έχει σαφώς χαρακτήρα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης, είναι παραδεκτή και νόμιμη κατ' άρθρο 80 και 83 ΚΠοΔ, με αποτέλεσμα μεταξύ της κυρίας διαδίκου αναιρεσείουσας και της προσθέτως υπέρ αυτής παρεμβαίνουσας να δημιουργηθεί σχέση επιγενόμενης αναγκαίας ομοδικίας, και πρέπει, ως εκ τούτου, αυτή να συνεκδικαστεί με την αίτηση αναίρεσης (άρθρα 246 και 573 Κ.Πολ.Δ). Με τη διάταξη του άρθρου 975 ΚΠολΔ ορίζονται κατά σειρά προτεραιότητας οι ασφαλιζόμενες με γενικά προνόμια απαιτήσεις, οι οποίες σε περίπτωση ανεπάρκειας του πλειστηριάσματος για την ικανοποίηση όλων των δανειστών που αναγγέλθηκαν στον πλειστηριασμό, προηγούνται και των εμπραγμάτως ασφαλισμένων (άρθρα 976, 977, 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ). Στην τρίτη σειρά (τάξη) των γενικών αυτών προνομίων κατατάσσονται, μεταξύ άλλων, και οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας γενικής γραμματείας κοινωνικών ασφαλίσεων. Ως τέτοιες απαιτήσεις νοούνται οποιεσδήποτε απαιτήσεις των αρμόδιων φορέων από τις έννομες σχέσεις της κοινωνικής ασφάλισης, αρκεί μόνο να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος με την ίδια την κοινωνική ασφάλιση. Εξ άλλου, τα γενικά αυτά προνόμια που δημιουργούνται από τις παραπάνω αναγκαστικού δικαίου διατάξεις, συνιστούν απόκλιση από την αρχή της σύμμετρης ικανοποίησης των δανειστών, προκαλούν δε ρωγμές και εμπόδια στην εμπέδωση της πίστης στις συναλλαγές, γιατί έχουν το μειονέκτημα της αφάνειας. Έτσι, οι προαναφερόμενες διατάξεις, ως εισάγουσες εξαιρετικό δίκαιο, πρέπει να ερμηνεύονται στενώς. Με τα δεδομένα αυτά, κατ' ορθή ερμηνεία της διάταξης του αριθμού 3 του άρθρου 975 ΚΠολΔ, το γενικό προνόμιο των απαιτήσεων από την κοινωνική ασφάλιση υπάρχει και λειτουργεί μόνον όταν το παθητικό υποκείμενο της αναγκαστικής εκτέλεσης ταυτίζεται με εκείνο της έννομης σχέσης της κοινωνικής ασφάλισης σε βάρος του οποίου έχει γεννηθεί η αξίωση. Το καθιερούμενο, δηλαδή, από την ως άνω διάταξη προνόμιο κατάταξης περιλαμβάνει τις απαιτήσεις που τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο με την κοινωνική ασφάλιση και όχι εκείνες που στηρίζονται σε ανεξάρτητη από αυτήν βάση, λόγω της περαιτέρω σύστασης νέας ενοχής με τον τρίτο καθού η εκτέλεση και για διαφορετική αιτία. Επομένως, σε περίπτωση σωρευτικής αναδοχής χρέους (άρθρ. 477 ΑΚ), η απαίτηση που απορρέει από τη δικαιοπραξία αυτή δεν εξοπλίζεται με το προνόμιο της ανωτέρω διάταξης, αφού δεν τελεί σε άμεσο αιτιώδη σύνδεσμο με την έννομη σχέση της κοινωνικής ασφάλισης, ούτε άλλωστε μπορεί να δημιουργηθεί το προνόμιο με την ιδιωτική βούληση (Ολ ΑΠ 5/2016). Περαιτέρω, κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 471 ΑΚ, με σύμβαση που συνάπτει με το δανειστή μπορεί κάποιος να αναδεχθεί ξένο χρέος έτσι ώστε να υπεισέλθει αυτός στη θέση του οφειλέτη και ο τελευταίος να απαλλαγεί, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 477 ιδίου Κώδικα, αν κάποιος με σύμβαση που συνάπτει με το δανειστή υποσχεθεί την εκπλήρωση ξένου χρέους, ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται αλλά παράγεται πρόσθετη ενοχή αυτού που υποσχέθηκε, εφόσον δεν προκύπτει σαφώς το αντίθετο. Στην προκειμένη περίπτωση, το Εφετείο δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα ακόλουθα ως προς την ουσία της υπόθεσης: Με επίσπευση της ανακόπτουσας... ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "…………………… ΑΕ", ως ειδικής διαδόχου της τραπεζικής εταιρείας "………………………..", κατασχέθηκαν αναγκαστικά προς ικανοποίηση απαίτησης της τελευταίας συνολικού ποσού 12.863.231,20 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, απορρέουσας από τη με αριθμό 2670/26-3-2008 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σύρου, κατά της καθής η εκτέλεση εδρεύουσας στη ……. Πάρου ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία "……………….. Ο.Ε." και το διακριτικό τίτλο "………………….. O.E.", οι λεπτομερώς περιγραφόμενες κατά θέση, έκταση και όρια αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, μετά των συστατικών, παραρτημάτων και παρακολουθημάτων τους, κτισμένες σε έξι (6) άρτια και οικοδομήσιμα αγροτεμάχια, κείμενα στη θέση "……………." της κτηματικής περιφέρειας της Δημοτικής Κοινότητας ….. του Δήμου ….., εκτός σχεδίου και ορίων οικισμού. Στον αναγκαστικό πλειστηριασμό που διενεργήθηκε στις 12-11-2014 ενώπιον της συμβολαιογράφου Πάρου ……………….. αναγγέλθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα: α) το Ελληνικό Δημόσιο με τις από 13-10-2014 (αρχική), 21-11-2014 (συμπληρωματική) και 17-11-2014 τρίτη αναγγελία του, για το συνολικό ποσό των 178.231,73 (7.407,19 + 127.237,54 + 43.587) ευρώ, β) το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) με την από 20-11-2014 αναγγελία του για το ποσό των 84.522,27 ευρώ, γ) το ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων" (ΕΤΑΑ), ως καθολικός διάδοχος του "Ταμείου Συντάξεως Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων" (ΤΣΜΕΔΕ) με την από 21-11-2014 αναγγελία του για το ποσό των 701.277,72 ευρώ, δ) η επισπεύδουσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "……………….. ΑΕ" με την από 1-7-2014 αναγγελία της για το προαναφερόμενο ποσό των 12.863.231,29 ευρώ και ε) η "………………….. Ανώνυμη Εταιρεία" με την από 18-11-2014 αναγγελία της για το συνολικό ποσό των 3.291.361,32 ευρώ (2.767.622,68 + 523.738,64). Στο πλειστηρίασμα που επιτεύχθηκε των 4.100.516,14 ευρώ και ειδικότερα στο υπόλοιπο των 4.072.388,10 ευρώ, μετά την αφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης ύψους 28.128,04 ευρώ, η ως άνω συμβολαιογράφος κατέταξε: Α) προνομιακά και οριστικά: 1) το Ελληνικό Δημόσιο δια του Προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας …. για την αναγγελθείσα απαίτησή του των 100 ευρώ, η οποία αφορά πρόστιμο ΦΠΑ, 2) το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) για του Διευθυντή του Υποκαταστήματος ΙΚΑ Β' Περιφερειακό ΚΕΑΟ Αθήνας ως γενικό προνομιούχο δανειστή και σε εξόφληση της αναγγελθείσας απαίτησής του για 84.522,27 ευρώ, 3) το ν.π.δ.δ. με την επωνυμία "Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων" (ΕΤΑΑ), ως γενικό προνομιούχο δανειστή και σε εξόφληση της αναγγελθείσας απαίτησής του για 701.277,72 ευρώ. Και Β) μετά την ως άνω προνομιακή κατάταξη, στο υπόλοιπο του πλειστηριάσματος των 3.286.488,11 ευρώ, που απέμεινε για να διανεμηθεί, κατέταξε προνομιακά και οριστικά: α) στο 1/3 του προς διανομή πλειστηριάσματος ποσού 1.095,496,03 ευρώ: 1) το Ελληνικό Δημόσιο, δια του Προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας …. για ολόκληρη την αναγγελθείσα απαίτησή του ύψους 134.544,73 ευρώ (7.407,19 + 127.137,54), 2) το Ελληνικό Δημόσιο, δια του Προϊσταμένου της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας …. για ολόκληρη την αναγγελθείσα απαίτησή του ύψους 43.587 ευρώ και β) στο υπόλοιπο του 1/3 του πλειστηριάσματος που απέμεινε μετά την παραπάνω κατάταξη, ήτοι στο ποσό των 917.364,30 ευρώ, καθώς και στα 2/3, ήτοι στο ποσό των 2.190.992,08 ευρώ και συνολικά στο ποσό των 3.108.356,38 ευρώ την επισπεύδουσα ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "…………… ΑΕ" ως ενυπόθηκη δανείστρια και έναντι της ως άνω αναγγελθείσας απαίτησής της. Κατόπιν δε τούτου η ως άνω συμβολαιογράφος ουδεμία άλλη απαίτηση κατέταξε, λόγω εξάντλησης του πλειστηριάσματος με τις όπως παραπάνω κατατάξεις και μη δυνατότητας πληρωμής όλων των απαιτήσεων. Στη συνέχεια και όσον αφορά ειδικότερα τις αναγγελθείσες απαιτήσεις των καθών η ανακοπή-αναιρεσιβλήτων, οι οποίες κατατάχθηκαν με το γενικό προνόμιο του άρθρου 975 αρ. 3 ΚΠολΔ στον επίδικο πίνακα κατάταξης δανειστών, έγιναν δεκτά τα ακόλουθα με την προσβαλλόμενη απόφαση: Στον ένδικο πλειστηριασμό το δεύτερο των καθών-εφεσιβλήτων (ενν. το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ) αναγγέλθηκε κατά της καθής η εκτέλεση εταιρείας με την επωνυμία "………………." ως αναδόχου χρεών της προαναφερόμενης εταιρείας "……………….. Α.Ε.". Ειδικότερα, αποδεικνύεται ότι στις 10-11-2014 υπογράφηκε στην Αθήνα μεταξύ της καθής η εκτέλεση ομόρρυθμης εταιρείας, που ενεργούσε δια του νομίμου εκπροσώπου της …………. και του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, εκπροσωπούμενου από το Διοικητή του …………..., σύμβαση σωρευτικής αναδοχής χρέους, δυνάμει της οποίας η καθής η εκτέλεση εταιρεία ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει προς το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ τα χρέη της εταιρείας με την επωνυμία "………………… Α.Ε.", ύψους 47.074,84 ευρώ, προερχόμενα από καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές, πλέον πρόσθετων τελών χρονικής περιόδου από 1-12-2006 έως 31-12-2007, συνολικού ποσού (με τα πρόσθετα τέλη) 84.522,27 ευρώ. Ακόμη, στο πλαίσιο της σύμβασης αυτής συμφωνήθηκε ότι πλέον η ανάδοχος εταιρεία ευθύνεται για τα συγκεκριμένα χρέη εις ολόκληρον με την παλαιά οφειλέτρια, ενώ το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ επιφύλαξε για το ίδιο το δικαίωμα να επιδιώξει την είσπραξη αυτών είτε από την ανάδοχο, είτε από την πρωτοφειλέτρια εταιρεία, κατ' απόλυτη επιλογή... Επίσης, είναι σαφές ότι αυτή (αναγγελία) αφορά σε απαίτηση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά της καθής η εκτέλεση και όχι σε αλλότριο χρέος, η απαίτηση δε αυτή απολαμβάνει τους ως άνω προβλεπομένου από το νόμο προνομίου, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν παραπάνω, αν και προέρχεται από την προαναφερόμενη σύμβαση σωρευτικής αναδοχής χρέους. Επί πλέον, πρέπει να τονισθεί ότι η εν λόγω απαίτηση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά της καθής η εκτέλεση ομόρρυθμης εταιρείας, έστω και αν αυτή δεν συνδεόταν ασφαλιστικά με το πρώτο, τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με την αιτία γέννησης των επικαλουμένων χρεών, ενόψει της επαγγελματικής συνεργασίας και σχέσης μεταξύ των πιο πάνω τεχνικών εταιρειών (καθής η εκτέλεση και πρωτοφειλέτριας)...Περαιτέρω, από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύεται ότι καθόσον αφορά μερικότερες απαιτήσεις του τρίτου των καθών η ανακοπή-εφεσιβλήτου (ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ), ποσού 433.830,73 ευρώ, αυτές βεβαιώθηκαν μεν μετά την ως άνω ημέρα διενέργειας του επιδίκου πλειστηριασμού, ήτοι μετά την 12-11-2014, πλην όμως: α) ποσό 18.979,16 ευρώ (με αριθμό …………./13-11-2014 βεβαίωση οφειλής της Διευθύντριας Εισφορών του ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ) από το οποίο ποσό 15.808,08 αφορά σε κύρια οφειλή και το υπόλοιπο ποσό των 3.171,08 ευρώ αφορά σε πρόσθετα τέλη και επιβαρύνσεις, αντιστοιχεί σε εισφορές για το χρονικό διάστημα από 1-7-2010 έως και 30-6-2014, τις οποίες αναδέχθηκε η καθής η εκτέλεση δυνάμει της με αριθμ. …………../7-11-2014 σύμβασης σωρευτικής αναδοχής χρέους που αυτή κατήρτισε με τον τρίτο των καθών-εφεσιβλήτων, β) ποσό 36.592,76 ευρώ (με αριθμ. ……………/13-11-2014 βεβαίωση οφειλής της Διευθύντριας Εισφορών του ΕΤΑΑ/ΤΣΜΕΔΕ), από το οποίο ποσό 27.370 ευρώ αφορά κύρια οφειλή και 9.222,06 ευρώ (υπόλοιπο) σε πρόσθετα τέλη και επιβαρύνσεις, αντιστοιχεί σε εισφορές για το χρονικό διάστημα από 22-1-2008 έως και 30-6-2014, τις οποίες αναδέχθηκε η καθής η εκτέλεση, δυνάμει της με αριθμ. …………../7-11-2014 σύμβασης σωρευτικής αναδοχής χρέους, που αυτή κατήρτισε με το τρίτο των καθών-εφεσιβλήτων, γ) ποσό 367.853,83 ευρώ (με αριθμ. ……………../13-11-2014 βεβαίωση οφειλής της Διευθύντριας Εισφορών του ΕΤΑΑ/ΤΣΜΕΔΕ), το οποίο αναδέχθηκε η καθής δυνάμει της με αριθμ. ……………./7-11-2014 σύμβασης σωρευτικής αναδοχής χρέους, που αυτή κατήρτισε με το τρίτο των καθών και από το οποίο, το ποσό των 240.000 ευρώ αφορά σε κύρια οφειλή απορρέουσα από την με αριθμ. ………………/21-11-2006 εγγυητική επιστολή εκδοθείσας υπέρ της εταιρείας με την επωνυμία "…………………….ΑΕ", πλέον τόκων υπερημερίας από 1-2-2008 έως 19-3-2010, ύψους 24.501,40 ευρώ και τόκων υπερημερίας από 19-3-2010 έως 7-11-2014, ύψους 103.352,43 ευρώ, δ) ποσό 3.435,42 ευρώ (με αριθμ. ……………./19-11-2014 βεβαίωση οφειλής της Διευθύντριας Εισφορών του ΕΤΑΑ/ΤΣΜΕΔΕ), από το οποίο το ποσό των 2.507,74 ευρώ αφορά σε προμήθειες εγγυητικών επιστολών, που είχαν εκδοθεί υπέρ του ………………. του ………., 803,30 ευρώ σε τόκους μέχρι 6-11-2014, 99,48 ευρώ σε χαρτόσημο και 19,90 ευρώ σε ΟΓΑ, που αναδέχθηκε η καθής η εκτέλεση, δυνάμει της με αριθμ. ……………../7-11-2014 σύμβασης σωρευτικής αναδοχής χρέους, που αυτή κατήρτισε με το τρίτο των καθών η ανακοπή-εφεσιβλήτων και ε) ποσό 6.969,56 ευρώ (με αριθμ. ……………./19-11-2014 βεβαίωση οφειλής της Διευθύντριας Εισφορών του ΕΤΑΑ/ΤΣΜΕΔΕ), από το οποίο, το ποσό των 5.249,06 ευρώ αφορά σε προμήθειες εγγυητικών επιστολών, που είχαν εκδοθεί υπέρ του ………………... του ………..., 1.478,32 ευρώ σε τόκους μέχρι 6-11-2014, 201,82 ευρώ σε χαρτόσημο και 40,36 ευρώ σε ΟΓΑ, που αναδέχθηκε η καθής η εκτέλεση δυνάμει της με αριθμ. ……………../7-11-2014 σύμβασης σωρευτικής αναδοχής χρέους, που αυτή κατήρτισε με το τρίτο των καθών η ανακοπή-εφεσιβλήτων. Με τα δεδομένα αυτά αποδεικνύεται ότι όλες οι πιο πάνω απαιτήσεις του τρίτου των καθών-εφεσιβλήτων προέκυψαν και κατέστησαν απαιτητές πριν από την ως άνω ημέρα διενέργειας του ένδικου πλειστηριασμού και ως εκ τούτου, ορθά κατετάγησαν κατά τα ως άνω προνομιακά με βάση τις ως άνω συμβάσεις σωρευτικής αναδοχής χρέους. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η οφειλέτρια-καθής η εκτέλεση ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "…………………….. Ο.Ε." (πρώην επωνυμία "…….. Ο.Ε.") και το διακριτικό τίτλο "………………… O.E.", που εδρεύει στη …… Πάρου, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, με ΑΦΜ …....., έχει ως ομόρρυθμους εταίρους της τους: α) …………………. του ………….., ηλεκτρολόγο μηχανικό, κατά ποσοστό 5% του εταιρικού κεφαλαίου, β) …………... του …………., πολιτικό μηχανικό, κατά ποσοστό 5% του εταιρικού κεφαλαίου και γ) την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "………………………" και το διακριτικό τίτλο "…………………. Α.Ε.", που εδρεύει στο Δήμο ……….. Αττικής, με ΑΦΜ …….. και κατά ποσοστό 90% του εταιρικού κεφαλαίου. Επίσης στην ως άνω ομόρρυθμη εταίρο της οφειλέτριας-καθής η εκτέλεση (…………………… Α.Ε.) μέτοχοι είναι ομοίως οι : α) …………….. του ……….. και β) ………….. του ………….., ο καθένας από τους οποίους κατέχει το 50% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου και το 50% των εκδοθεισών μετοχών. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η καθής η εκτέλεση είναι τεχνική εταιρεία, με τους ως άνω μηχανικούς, ασφαλισμένους στο Ταμείο αυτό (ΕΤΑΑ/ΤΣΜΕΔΕ), αποδέχθηκε δε αυτή την οφειλή τους τόσο από εισφορές όσο και από εγγυητικές επιστολές, ενόψει του ότι η δραστηριότητά της σχετίζεται άμεσα με τη δική τους επαγγελματική δραστηριότητα, αφού η ύπαρξη των οφειλών αυτών προς το εν λόγω ταμείο αποτελεί κώλυμα συμμετοχής σε δημόσια έργα και της καθής η εκτέλεση εταιρείας, η οποία και για το λόγο αυτό αναδέχθηκε το χρέος τους. Με τα δεδομένα αυτά η απαίτηση του ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ κατά της καθής η εκτέλεση εταιρείας τελεί σε άμεσο αιτιώδη σύνδεσμο με τις πιο πάνω κύριες απαιτήσεις αυτού κατά των προαναφερομένων προσώπων, των οποίων τις οφειλές αναδέχθηκε κατά τα ως άνω η πρώτη και, ως εκ τούτου, ισχύει και στην περίπτωση αυτή το προβλεπόμενο από το νόμο γενικό προνόμιο του εν λόγω ασφαλιστικού οργανισμού. Επί πλέον, με βάση τα ανωτέρω, οι ένδικες απαιτήσεις του ΕΤΑΑ-ΤΣΜΕΔΕ που προέρχονται και από κατάπτωση εγγυητικών επιστολών, καθώς και από προμήθειες και τόκους εγγυητικών επιστολών, συναρτώνται με την ασφαλιστική σχέση και εξυπηρετούν το γενικότερο δημόσιο συμφέρον και ως εκ τούτου ορθά κατετάγησαν προνομιακά κατά τα ανωτέρω. Εξ άλλου, ενόψει των ανωτέρω και του ότι το εν λόγω γενικό προνόμιο δεν συνδέεται αποκλειστικά μόνο με το πρόσωπο των ως άνω αρχικών οφειλετών, αλλά έχει σχέση και με τη συνεργαζόμενη κατά τα προαναφερθέντα επαγγελματικά με αυτά καθής η εκτέλεση ομόρρυθμη εταιρεία, στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 475 εδάφιο τελευταίο του ΑΚ περί απόσβεσης με την αναδοχή των προνομίων που ασκούνται στην αναγκαστική εκτέλεση. Τούτο δε, διότι στην υπό κρίση περίπτωση δεν συντρέχει ο δικαιολογητικός λόγος της εν λόγω εξαιρετικής ρύθμισης, που είναι η ανάγκη προστασίας του τρίτου και όχι του οφειλέτη, ενόψει του κατά τα ως άνω άμεσου αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των εν λόγω απαιτήσεων και, ως εκ τούτου, συντρέχει νόμιμη περίπτωση επανόδου στον κανόνα, που είναι ότι το χρέος μεταβιβάζεται στον αναδεχόμενο, όπως ακριβώς βάρυνε τον οφειλέτη.

 

Με βάση τις παραδοχές αυτές και σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που είχε διαλάβει στη μείζονα σκέψη της προσβαλλόμενης απόφασης, το Εφετείο απέρριψε ως αβάσιμους τους σχετικούς λόγους της έφεσης της αναιρεσείουσας, όπως και την έφεση στο σύνολό της, με την οποία αυτή παραπονέθηκε για την απόρριψη από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο του λόγου της ανακοπής της, σύμφωνα τον οποίο, οι απαιτήσεις που απορρέουν από τη σύμβαση αναδοχής χρέους, όπως οι ένδικες απαιτήσεις των αναιρεσιβλήτων, δεν εξοπλίζονται με το προνόμιο του άρθρου 975 αρ. 3 ΚΠολΔ, αφού δεν τελούν σε άμεσο αιτιώδη σύνδεσμο με την κοινωνική ασφάλιση, ούτε άλλωστε μπορεί να δημιουργηθεί το προνόμιο αυτό με την ιδιωτική βούληση, δεχόμενο (το Εφετείο) ότι το γενικό προνόμιο του ανωτέρω άρθρου ισχύει και για την περίπτωση που έχει προηγηθεί σύμβαση αναδοχής χρέους και η σχετική απαίτηση απορρέει από αυτήν. Ωστόσο, με αυτά που δέχθηκε και έτσι όπως έκρινε το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, παραβίασε ευθέως με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 975 αρ. 3, 976, 977 και 1007 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς και αυτές των άρθρων 471 και 477 ΑΚ, αφού, κατά τις ανέλεγκτες παραδοχές της απόφασης, η έννομη σχέση της κοινωνικής ασφάλισης, από την οποία απέρρεαν οι απαιτήσεις των αναιρεσιβλήτων, συνέδεε τις τελευταίες με την εταιρεία με την επωνυμία "……………………. Α.Ε." και όχι με την καθής η εκτέλεση ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία "…………………. Ο.Ε." και συνεπώς, οι νέες αξιώσεις των αναιρεσιβλήτων κατά της καθής η εκτέλεση εταιρείας, οι οποίες γεννήθηκαν από τις αναφερόμενες συμβάσεις σωρευτικής αναδοχής χρέους, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, δεν εξοπλίζονται με το προνόμιο του άρθρου 975 αρ. 3 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτός ο πρώτος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, και κατόπιν αυτού, καθώς παρέλκει πλέον η έρευνα του δευτέρου αναιρετικού λόγου, πρέπει να αναιρεθεί η εν λόγω απόφαση, δεκτής καθισταμένης, έτσι, της αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης που επιδιώκει την παραδοχή της αναίρεσης και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, που θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή εκτός από εκείνο που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση (άρθρο 580 παρ.3 ΚΠολΔ). Τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, καθώς και της υπέρ αυτής αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας, πρέπει να επιβληθούν, με βάση τα σχετικά τους αιτήματα, σε βάρος των αναιρεσιβλήτων και καθών η παρέμβαση, λόγω της ήττας τους (άρθρ. 176, 180 παρ. 1, 182 παρ. 1 και 3 και 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό. Τα δικαστικά έξοδα δεν επιβάλλονται μειωμένα, αφού η νομική υπεράσπιση της ένδικης υπόθεσης των αναιρεσιβλήτων-καθών η παρέμβαση δεν διεξήχθη από αντιπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 22 § 1 του ν. 3693/1957 "Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των περί Νομικού Συμβουλίου του Κράτους διατάξεων", η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου που περιλαμβάνεται στις δαπάνες, οι οποίες θα αποδοθούν στο διάδικο που νίκησε, μειώνεται μέχρι το μισό του ελαχίστου ορίου της διατίμησης και δεν μπορεί να υπερβεί ορισμένο χρηματικό ποσό, αναπροσαρμοζόμενο κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (άρθρο 5 § 12 του ν. 1737/1987).

 

Κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και στις δίκες στις οποίες διάδικος είναι υπουργός ή νομάρχης ή πρόσωπο του οποίου η νομική υπηρεσία διεξάγεται δια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Από τη διατύπωση της τρίτης παραγράφου προκύπτει ότι μόνο στα νομικά πρόσωπα η νομική υπηρεσία των οποίων διεξάγεται από το Ν.Σ.Κ. έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 περί μειώσεως της αμοιβής του πληρεξουσίου δικηγόρου κ.λπ.

 

Συνεπώς, το γεγονός ότι ορισμένο Ν.Π.Δ.Δ. απολαύει, βάσει διατάξεως νόμου, των απαλλαγών, ατελειών και προνομίων του Δημοσίου δεν δικαιολογεί την εφαρμογή και των παραπάνω διατάξεων για τη δικαστική δαπάνη, αφού δεν πρόκειται για προνόμιο ή απαλλαγή, αλλά για διάταξη αναφερόμενη στη δικαστική υπεράσπιση από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΑΠ 144/2021, ΑΠ 1203/2019, 1073/2019, 589/2015). Τέλος, πρέπει να διαταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, η επιστροφή στην αναιρεσείουσα του κατατεθέντος από αυτήν για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης παραβόλου.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Αναιρεί την υπ' αριθμ. 98/2018 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αιγαίου.

 

Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλο δικαστή, εκτός εκείνου που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση.

 

Διατάσσει την επιστροφή στην αναιρεσείουσα του κατατεθέντος από αυτήν παραβόλου.

 

Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας και της αυτοτελώς προσθέτως παρεμβαίνουσας, που ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ για την κάθε μία εξ αυτών.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 18 Μαΐου 2021.

 

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

(Και τούτου αποχωρήσαντος από την Υπηρεσία, ο αρχαιότερος της συνθέσεως Αρεοπαγίτης και ήδη Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου)

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 21 Ιουνίου 2022.

 

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ