ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΕφΠατρών 8/2020

 

Διάρρηξη καταδολιευτικής δικαιοπραξίας - Γονική παροχή - Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος -.

 

Αγωγή διάρρηξης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας. Ενεργητική νομιμοποίηση. Προϋποθέσεις. Η αφερεγγυότητα του οφειλέτη πρέπει να υπάρχει και κατά τον χρόνο άσκησης αυτής. Η γονική παροχή σε εκτέλεση ηθικού καθήκοντος υπόκειται σε διάρρηξη. Μεταβίβαση από οφειλέτη λόγω γονικής παροχής ακινήτων σε τέκνα, η οποία γίνεται με σκοπό βλάβης του δανειστή, καθώς γνώριζε ότι μετά την κατάρτιση των δικαιοπραξιών αυτών δεν του απέμενε πλέον άλλη περιουσία, με σκοπό να περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε η ενάγουσα να αποστερηθεί πλήρως της δυνατότητας να ικανοποιήσει την ως άνω απαίτησή της. Απόρριψη ισχυρισμού περί καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

Αριθμός απόφασης: 8/2020

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Γεώργιο Οικονόμου Πρόεδρο Εφετών, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, Μαρία Παπαδοπούλου, Εφέτη - Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 1η Νοεμβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ - ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) … και 3) …, οι οποίοι παραστάθηκαν στο Δικαστήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Βασιλείου Γαλανόπουλου (Δ.Σ.Πατρών), και κατέθεσαν προτάσεις.

 

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ - ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα (Αμερικής αρ. 4) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Νικολίας Διαμαντοπούλου (Δ.Σ.Ηλείας), και κατέθεσε προτάσεις.

 

Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, την από 15-2-2014 και με αριθμό έκθ. κατάθεσης ΠΤ./18-2-2014 αγωγή, σε βάρος των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, η υπ' αριθμ. 32/2015 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή η αγωγή. Κατά της ανωτέρω απόφασης, οι εναγόμενοι άσκησαν την από 12-6-2015 και με αριθμό έκθ. κατάθεσης ./12-6-2015 έφεση τους, η οποία προσδιορίσθηκε, με την υπ' αριθμ. ./12-6-2015 πράξη του Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, για να δικασθεί κατά τη δικάσιμο της 16ης-2-2017 και, μετά από αναβολή, κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία και συζητήθηκε η υπόθεση.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτές.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Η κρινόμενη έφεση κατά της υπ' αριθμ. 32/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 1 και 520 ΚΠολΔ), ήτοι εντός της προθεσμίας των 30 ημερών από την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, καθόσον αυτή επιδόθηκε στους μεν πρώτη και τρίτο των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων στις 5-6-2015 (βλ. τις υπ' αριθμ. ./5-6-2015 και ./5-6-2015 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Ηλείας, …), στη δε δεύτερη των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων στις 9-6-2015 (βλ. την υπ' αριθμ. ./9-6-2015 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …), και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 12-6-2015, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. ./12-6-2015 έκθεση κατάθεσης δικογράφου ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Ηλείας, επί του επικυρωμένου αντιγράφου της έφεσης. Πρέπει, επομένως, εφόσον για το παραδεκτό της, καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες, κατά την κατάθεση της, το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, παράβολο, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την αυτή ως άνω διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Με την από 15-2-2014 και με αριθμό έκθ. κατάθεσης ΠΤ./18-2-2014 αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη εξέθετε ότι κατά της πρώτης των εναγομένων διατηρεί ληξιπρόθεσμη χρηματική απαίτηση, συνολικού ύψους 1.105.060,14 ευρώ, πλέον τόκων, απορρέουσα από την υπ' αριθμ. …/23-9-2008 σύμβαση δανείου και την υπ' αριθμ. …/4-6-2010 πρόσθετη πράξη αυτής, που καταρτίσθηκαν μεταξύ της ίδιας και του (μη διαδίκου) …, στις 23-9-2008 και στις 4-6-2010, αντίστοιχα, και στις οποίες συνεβλήθη και η πρώτη εναγόμενη, η οποία εγγυήθηκε εγγράφως προς τη δανείστρια τράπεζα και υπέρ του ως άνω δανειολήπτη, την τήρηση όλων των όρων της ανωτέρω σύμβασης και ιδιαίτερα την εμπρόθεσμη και προσήκουσα εξόφληση του δανείου, κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, ευθυνόμενη αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον δανειολήπτη, παραιτηθείσα από τις προβλεπόμενες εκ των άρθρων 853 επ. ΑΚ, ενστάσεις. Εξέθετε, περαιτέρω, ότι στις 18-10-2010 και στις 7-4-2011, ήτοι σε χρονικά σημεία κατά τα οποία είχε ήδη γεννηθεί η ως άνω αξίωση της, η πρώτη των αντιδίκων της, δυνάμει των υπ' αριθμ. ./18-10-2010, ./18-10-2010, ./7-4-2011 και ./7-4-2011 νομίμως μεταγεγραμμένων συμβολαίων της συμβολαιογράφου Ολυμπίων, …, μεταβίβασε κατά κυριότητα, λόγω γονικής παροχής, στους δεύτερη και τρίτο των εναγομένων (τέκνα της), τα λεπτομερώς αναφερόμενα κατά είδος, θέση, έκταση και αξία εκάστου, ακίνητα, με σκοπό να βλάψει την ενάγουσα, καθώς γνώριζε ότι, μετά την κατάρτιση των δικαιοπραξιών αυτών, δεν της απέμενε πλέον άλλη περιουσία, με συνέπεια να περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε η ενάγουσα να αποστερηθεί πλήρως της δυνατότητας να ικανοποιήσει την ως άνω απαίτηση της. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησε τη διάρρηξη των προαναφερθεισών δικαιοπραξιών. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφαση του, έκανε δεκτή την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονούνται οι εναγόμενοι, με την υπό κρίση έφεση τους, και ζητούν, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, την εξαφάνιση της, έτσι ώστε στη συνέχεια να απορριφθεί η αγωγή.

 

Ι.. Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 939, 941, 942 και 943 του ΑΚ, συνάγεται ότι με αυτές χορηγείται στους δανειστές ένδικο βοήθημα προς διάρρηξη των επιβλαβών γι’ αυτούς απαλλοτριωτικών πράξεων του οφειλέτη τους, εφόσον η υπολειπόμενη περιουσία του δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των εναντίον του, απαιτήσεων τους. Στην αγωγή διάρρηξης, ενάγων είναι εκείνος που έχει την ιδιότητα του δανειστή, κατά τον χρόνο που επιχειρείται η απαλλοτριωτική δικαιοπραξία, δηλαδή εκείνος που έχει απαίτηση υφιστάμενη κατά τον ανωτέρω χρόνο, έστω και αν η απαίτηση του τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία. Απαιτείται, δηλαδή, μέχρι τον χρόνο της απαλλοτρίωσης να έχουν συντελεσθεί τα παραγωγικά γεγονότα της απαίτησης του, επιπλέον δε, πρέπει αυτή να έχει καταστεί ορισμένη, απαιτητή και ληξιπρόθεσμη έως τη συζήτηση της αγωγής. Για τη διάρρηξη της απαλλοτριωτικής πράξης, απαιτείται: 1) να έγινε αυτή από τον οφειλέτη με πρόθεση βλάβης του δανειστή, η οποία θεωρείται ότι υπάρχει, όταν αυτός γνωρίζει ότι, με την απαλλοτρίωση του περιουσιακού του στοιχείου, θα περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε η περιουσία που του απομένει να μην αρκεί για την ικανοποίηση του δανειστή, 2) να υπάρχει βλάβη των δανειστών, η οποία υφίσταται όταν η υπολειπόμενη περιουσία του οφειλέτη δεν αρκεί για την ικανοποίηση τους και 3) γνώση του τρίτου (προς τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση), της πρόθεσης του απαλλοτριώσαντος προς βλάβη του δανειστή του, που τεκμαίρεται ότι υπάρχει, όταν ο τρίτος έχει μία από τις ιδιότητες και συγγενικές σχέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 941 παρ. 2 του ΑΚ, εφόσον όμως δεν παρήλθε έτος από την απαλλοτρίωση μέχρι την άσκηση της αγωγής, επιτρέπεται δε η κατάρριψη του τεκμηρίου με ανταπόδειξη, ενώ το στοιχείο της γνώσης δεν απαιτείται σε απαλλοτρίωση από χαριστική αιτία (δωρεά) κατά το άρθρο 942 του ΑΚ (ΑΠ 1349/2018, ΑΠ 708/2017 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Η αφερεγγυότητα του οφειλέτη, η οποία είναι ένα από τα στοιχεία της βάσεως της περί διαρρήξεως αγωγής, πρέπει να υπάρχει και κατά τον χρόνο άσκησης αυτής, που είναι και ο κρίσιμος χρόνος για τον προσδιορισμό της βλάβης του δανειστή (ΟλΑΠ 12/2012, ΑΠ 708/2017, ΑΠ 928/2014, ΑΠ 765/2014 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Ως «υπόλοιπη περιουσία» του οφειλέτη, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 939 ΑΚ, θεωρείται η εμφανής περιουσία αυτού, της οποίας μπορούν να επιληφθούν οι δανειστές για ικανοποίηση τους, όχι δε η αφανής, η οποία είναι ανύπαρκτη γι’ αυτούς (ΑΠ 928/2014, ΑΠ 941/2007 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 637/2001 ΕλλΔνη 2002.1410). Περαιτέρω, αναφορικώς με την γνώση του τρίτου (προς τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση) της προθέσεως του απαλλοτριώσαντος προς βλάβη του δανειστή του, αυτή (γνώση) δεν απαιτείται επί απαλλοτριώσεως από χαριστική αιτία (άρθρο 942 ΑΚ). Η γονική παροχή, που θεσμοθετείται με το άρθρο 1509 ΑΚ, συνιστά επίδοση από ελευθεριότητα και, συνεπώς, η περί αυτής δικαιοπραξία είναι χαριστική. Δεν συνάγεται δε το αντίθετο από το χαρακτηρισμό της, στο α' εδάφιο της τελευταίας διάταξης, ως δωρεάς, ως προς το ποσό που υπερβαίνει το μέτρο που επιβάλλουν οι περιστάσεις, αφού αυτό αποσκοπεί στο να αποκλείσει τη δυνατότητα ανάκλησης της, ως προς το μέρος που αυτή δεν αποτελεί δωρεά, και όχι να τη χαρακτηρίσει, εξ αντιδιαστολής, ως επαχθή δικαιοπραξία (ΑΠ 28/2017, ΑΠ 778/2015, ΑΠ 1475/2010, ΑΠ 1778/2006, ΕφΠειρ 184/2016, ΕφΑΘ 157/2007 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Σημειώνεται δε ότι από την προμνησθείσα διάταξη (1509 ΑΚ), οι παροχές των γονέων προς τα τέκνα καθιερώνονται ως εκδήλωση ηθικού καθήκοντος, και όχι ως νομική υποχρέωση των γονέων προς τα τέκνα τους. Τούτο, ειδικότερα, σημαίνει ότι ο μη παρέχων περιουσία στο τέκνο του, για τη δημιουργία αυτοτέλειας, είτε για την έναρξη ή την εξακολούθηση επαγγέλματος, δεν μπορεί να υποχρεωθεί προς τούτο δικαστικώς κατόπιν σχετικής αγωγής του τέκνου. Συνακόλουθα, η γονική παροχή που έγινε σε εκτέλεση ηθικού καθήκοντος, κατ' άρθρο 1509 ΑΚ, έπεται των ενοχικών υποχρεώσεων του παράσχοντος γονέα και υπόκειται σε διάρρηξη, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων των άρθρων 939 επ. ΑΚ (ΕφΑΘ 5639/1998 ΕλλΔνη 1999.1159, ΕφΠειρ 191/1996 ΕλλΔνη 1997.681, ΕφΠειρ 433/1994 ΕλλΔνη 1995.686), δεν αναιρείται δε ο καταδολιευτικός χαρακτήρας της απαλλοτρίωσης, αν, εκτός από την πρόθεση βλάβης των δανειστών, ο οφειλέτης επιδιώκει παράλληλα και άλλους σκοπούς, όπως λ.χ. τους σκοπούς στους οποίους αποβλέπει κατά τον νόμο η γονική παροχή (ΕφΑΘ 7827/1998 ΕλλΔνη 1999.1162). Περαιτέρω, αν υπάρχουν περισσότεροι συνοφειλέτες, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, δεν απαιτείται, για την άσκηση της εκ του άρθρου 939 ΑΚ, αγωγής εναντίον ενός από αυτούς, η έλλειψη περιουσιακών στοιχείων στο πρόσωπο και των λοιπών συνοφειλετών, αφού καθένας από αυτούς ευθύνεται απεριόριστα για ολόκληρο το χρέος έναντι του δανειστή, ο οποίος δικαιούται κατ’ αρέσκεια να αξιώσει το χρέος από οποιονδήποτε εις ολόκληρον συνοφειλέτη, συγχρόνως ή διαδοχικά, χωρίς να μπορεί να του αντιταχθεί η ύπαρξη και των άλλων εις ολόκληρον συνοφειλετών (άρθρο 481 ΑΚ) (ΑΠ 1116/2018, ΑΠ 1475/2010, ΑΠ 1567/2008 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Τέτοια δε παθητική εις ολόκληρον ενοχή υφίσταται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 847, 851 ΑΚ, και στην περίπτωση κατά την οποία, με τη σύμβαση της εγγύησης, ο εγγυητής αναλαμβάνει απέναντι στον δανειστή την ευθύνη ότι θα καταβληθεί η οφειλή. Με αυτή τη σύμβαση, ο εγγυητής ενέχεται προς τον αντισυμβαλλόμενο του, όπως κάθε γνήσιος οφειλέτης απέναντι στον δανειστή του και, επομένως, όταν καταβάλει σ' αυτόν, εκπληρώνει μεν την παροχή του πρωτοφειλέτη, συγχρόνως, όμως, εκπληρώνει και τη δική του υποχρέωση. Είναι, κατά συνέπεια, και ο εγγυητής οφειλέτης, κατά την έννοια του άρθρου 939 ΑΚ, και κάθε απαλλοτρίωση που έγινε απ’ αυτόν προς βλάβη του αντισυμβαλλομένου και δανειστή του, εφόσον δεν επαρκεί η υπόλοιπη περιουσία του για την ικανοποίηση του δανειστή του, υπόκειται σε διάρρηξη κατά τους όρους των διατάξεων των άρθρων 939 επ. ΑΚ (ΑΠ 1116/2018, ΑΠ 1567/2008 ό.π).

 

II. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 249 ΚΠολΔ, αν η διάγνωση της διαφοράς εξαρτάται ολικά ή εν μέρει από την ύπαρξη ή ανυπαρξία μιας έννομης σχέσης ή την ακυρότητα ή τη διάρρηξη μιας δικαιοπραξίας που συνιστά αντικείμενο άλλης δίκης εκκρεμούς σε πολιτικό δικαστήριο, το δικαστήριο μπορεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου να διατάξει την αναβολή της συζήτησης εωσότου περατωθεί τελεσίδικα ή αμετάκλητα η άλλη δίκη. Από τη διατύπωση και τον σκοπό της ανωτέρω διάταξης, που έχει θεσπισθεί για την εξοικονόμηση χρόνου και δαπάνης και την αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, συνάγεται ότι εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου να διατάξει την αναβολή, ή ορθότερα, και παρά τη γραμματική διατύπωση της ανωτέρω διάταξης, την αναστολή της συζήτησης μιας αγωγής, όταν η διάγνωση της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του, εξαρτάται, ολικά ή μερικά, από την επίλυση ζητήματος που αποτελεί αντικείμενο άλλης δίκης ενώπιον του ίδιου ή άλλου δικαστηρίου, ανεξαρτήτως βαθμού, μεταξύ των ίδιων ή διαφορετικών προσώπων, και εμφανίζεται ως προδικαστικό ζήτημα αυτής, δηλαδή συναρτάται με κάποια έννομη σχέση, η οποία συνιστά προϋπόθεση για τη γένεση ή την εξακολούθηση της ισχύος του επίδικου δικαιώματος, και προβλέπεται ακόμα ότι αυτή η αυτοτελής στη δεύτερη δίκη διάγνωση του προδικαστικού ζητήματος θα γίνει ταχύτερα και ασφαλέστερα και έτσι θα συντελέσει στη διευκόλυνση ή επιτάχυνση της πορείας της δίκης που φι πρέπει να αναβληθεί (ΕφΑΘ 320/2019, ΕφΔωδ 219/2004 δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της έφεσης, οι εκκαλούντες - εναγόμενοι παραπονούνται διότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα τους περί αναβολής της συζήτησης της αγωγής, κατ' άρθρο 249 ΚΠολΔ, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της υπ' αριθμ. έκθ. κατάθεσης 197/2014 αίτησης της πρώτης εξ αυτών ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πύργου, περί ρύθμισης των οφειλών της κατά τις διατάξεις του Ν. 3869/2010 «Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων». Το αίτημα αυτό τυγχάνει απορριπτέο, καθώς η διάγνωση της ένδικης διαφοράς δεν εξαρτάται από την επίλυση ζητήματος που αποτελεί αντικείμενο της ως άνω εκκρεμούς ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πύργου, δίκης, ενόψει του διαφορετικού αντικειμένου των δυο δικών και του γεγονότος ότι τυχόν ευδοκίμηση της εκκρεμούς αίτησης, περί της εκ των υστέρων ρύθμισης των οφειλών της πρώτης εναγομένης, δεν θα επιδράσει στην κρίση περί του καταδολιευτικού ή μη χαρακτήρα των ένδικων απαλλοτριώσεων. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε ομοίως και απέρριψε το ως άνω αίτημα των εναγομένων, δεν έσφαλε και, συνακόλουθα, ο ανωτέρω λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

III. Κατά το άρθρο 281 ΑΚ, η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, καλή πίστη θεωρείται η συμπεριφορά του χρηστού και συνετού ανθρώπου, που επιβάλλεται κατά τους συνηθισμένους τρόπους ενεργείας, ενώ, ως κριτήριο των "χρηστών ηθών", χρησιμεύουν οι ιδέες του κατά γενική αντίληψη χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου ανθρώπου. Για την εφαρμογή της ως άνω διάταξης δεν αρκεί καταρχήν μόνη η επί μακρό χρόνο αδράνεια του δικαιούχου να ασκήσει το δικαίωμα του, ούτε η καλόπιστη πεποίθηση του υπόχρεου ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα κατ' αυτού ή ότι δεν πρόκειται τούτο να ασκηθεί, ούτε κατ' ανάγκην από την άσκηση του να δημιουργούνται απλώς δυσμενείς ή και αφόρητες επιπτώσεις για τον υπόχρεο, αλλά απαιτείται κατά περίπτωση συνδυασμός των ανωτέρω και γενικώς η συνδρομή ιδιαίτερων περιστάσεων, αναγόμενων στη συμπεριφορά τόσο του δικαιούχου όσο και του υπόχρεου, εφόσον όμως αυτή του τελευταίου τελεί σε αιτιώδη σχέση με εκείνη του δικαιούχου και δεν είναι άσχετη με αυτήν, ώστε η άσκηση του δικαιώματος να αποβαίνει αντίθετη στις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΟλΑΠ 8/2001, ΑΠ 243/2019, ΑΠ 1474/2018, ΑΠ 732/2017, ΑΠ 38/2015, ΑΠ 207/2014  Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πέμπτο λόγο της έφεσης, οι εκκαλούντες - εναγόμενοι επαναφέρουν τον πρωτοδίκως υποβληθέντα ισχυρισμό τους ότι το δια της αγωγής δικαίωμα της αντιδίκου τους ασκείται καταχρηστικά, αφενός διότι η τελευταία  τελούσε εν γνώσει του  σοβαρού προβλήματος υγείας (πολλαπλούν μυέλωμα) που αντιμετώπιζε ο πρωτοφειλέτης, σύζυγος της πρώτης των εναγομένων και πατέρας των λοιπών εξ αυτών, εξαιτίας του οποίου μειώθηκε η επιχειρηματική του δραστηριότητα και περιήλθε σε κατάσταση αδυναμίας να αντεπεξέλθει στις συμβατικές υποχρεώσεις του προς την ενάγουσα, και αφετέρου διότι η μεταβιβασθείσα ακίνητη περιουσία της πρώτης εναγομένης δεν επαρκούσε για την ικανοποίηση της απαίτησης της αντιδίκου της, η οποία, επιπλέον, όχι μόνο δεν επεδίωξε την εμπράγματη εξασφάλιση της απαίτησης της, αλλά αδράνησε και επί μακρό χρόνο να ασκήσει την ένδικη αγωγή, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει σε αυτούς την εύλογη πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμα της. Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι τα ιστορούμενα πραγματικά περιστατικά, ακόμα και αν θεωρηθούν αληθή, δεν επαρκούν ώστε να θεωρηθεί ως μη ανεκτή, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, η άσκηση του δια της αγωγής δικαιώματος της ενάγουσας. Ειδικότερα, η επικαλούμενη συμπεριφορά αυτής, ήτοι η παράλειψη της να επιδιώξει την εμπράγματη εξασφάλιση της απαίτησης της, καθώς και η επί μακρό χρόνο αδράνεια να ασκήσει το ένδικο δικαίωμα της, δεν συνδέεται με ορισμένη συμπεριφορά των εναγομένων, που να τελεί σε αιτιώδη σχέση με εκείνη της αντιδίκου τους, έτσι ώστε η άσκηση σε βάρος τους της ένδικης αγωγής, λόγω της μεταβολής της στάσης της ενάγουσας, να προκαλεί μη αναμενόμενες και μη ανεκτές, δυσμενείς συνέπειες γι' αυτούς. Περαιτέρω, ακόμα και αν θεωρηθεί αληθές ότι η ενάγουσα τελούσε εν γνώσει του σοβαρού προβλήματος υγείας του πρωτοφειλέτη της, το γεγονός αυτό δεν αρκεί για να θεωρηθεί, άνευ ετέρου, η συμπεριφορά της ως υπερβαίνουσα τα όρια που τίθενται από τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, ενώ, τέλος, ακόμα και αν πράγματι η μεταβιβασθείσα ακίνητη περιουσία της πρώτης εναγομένης δεν επαρκεί για την ικανοποίηση της ένδικης απαίτησης, και πάλι δεν μπορεί να κριθεί ως καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος της ενάγουσας να ζητήσει τη διάρρηξη των απαλλοτριωτικών πράξεων, καθώς είναι θεμιτό και εντός των ορίων που θέτει η προαναφερθείσα διάταξη, να επιδιώκει ο δανειστής έστω και την εν μέρει ικανοποίηση της απαίτησης του. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε ως μη νόμιμο τον ανωτέρω ισχυρισμό, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 281 ΑΚ. Επομένως, ο ανωτέρω λόγος της έφεσης, με τον οποίο οι εκκαλούντες υποστηρίζουν τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος, που προτάθηκε από την ενάγουσα, και την ανωμοτί κατάθεση της πρώτης εναγομένης, που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη, πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, για κάποια από τα οποία γίνεται ιδιαίτερη μνεία παρακάτω, χωρίς όμως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της διαφοράς, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ' αριθμ. …/23-9-2008 σύμβαση δανείου, που καταρτίσθηκε στον Πύργο Ηλείας στις 23-9-2008, η ενάγουσα τραπεζική εταιρία χορήγησε στον σύζυγο της πρώτης εναγομένης, Διονύσιο Μαντά του Κωνσταντίνου, δάνειο, ύψους 991.677,21 ευρώ, με σκοπό την εξόφληση εκ μέρους του, προγενέστερων οφειλών του προς τις τράπεζες «EFG EUROBANK ERGASIAS Α.Ε.», «ΤΡΑΠΕΖΑ ΚΥΠΡΟΥ», «ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ», «ASP!S ΒΑΝΚ», «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ» και «GENIKI ΒΑΝΚ». Ο ανωτέρω δανειολήπτης διατηρούσε επιχείρηση στον Νομό Ηλείας, που είχε υπαχθεί στη ρύθμιση των διατάξεων των υπ' αριθμ. 36579/Β. 1666/27-8-2007, 38600/Β. 1750/5-9-2007 και 2/54310 /0025/13-9-2007 αποφάσεων του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με τα υπ' αριθμ. πρωτ. ./10-6-2008, ./8-8-2008 και ./2-9-2008 έγγραφα του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών (Δ/νση 25η Κίνησης Κεφ. Εγγυήσεων Δανείων και Αξιών). Το δάνειο συνομολογήθηκε έντοκο, με περίοδο χάριτος έως 31-12-2009, οι τόκοι δε του δανείου συμφωνήθηκε ότι θα επιδοτούνται από τον λογαριασμό του Ν. 128/1975, κατά μεν το χρονικό διάστημα της περιόδου χάριτος, κατά 100%, κατά δε την υπόλοιπη διάρκεια του δανείου, κατά ποσοστό 50%. Περαιτέρω, συμφωνήθηκε ότι η αποπληρωμή του δανείου θα γίνει εντός χρονικού διαστήματος δέκα ετών, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου χάριτος, με εξαμηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με ημερομηνία της πρώτης δόσης την 30η-6-2010 και της τελευταίας την 31η-12-2017. Στην ως άνω σύμβαση συνεβλήθη και η πρώτη των εναγομένων, η οποία εγγυήθηκε την πιστή, εμπρόθεσμη και ολοκληρωτική εξόφληση κάθε απαίτησης, κατά κεφάλαιο, τόκους, ανατοκισμούς και έξοδα, από την εν λόγω σύμβαση, ευθυνόμενη με τον πρωτοφειλέτη αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, παραιτηθείσα από τις προβλεπόμενες εκ των άρθρων 853 επ. ΑΚ,  ενστάσεις. Με την επακολουθήσασα υπ' αριθμ.  ./4-6-2010 πρόσθετη πράξη τροποποίησης σύμβασης, αναγνώρισης και ρύθμισης οφειλής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 7 του Ν. 3816/2010, που καταρτίσθηκε μεταξύ της ενάγουσας και του …  και στην οποία συνεβλήθη εκ νέου και η πρώτη εναγόμενη, ως εγγυήτρια υπέρ του τελευταίου, τα συμβαλλόμενα μέρη, αφού αναγνώρισαν ότι το ανεξόφλητο υπόλοιπο της οφειλής ανερχόταν, κατά την ανωτέρω ημερομηνία, στο ποσό των 991.677,21 ευρώ, πλέον τόκων από 1ης-1-2010, συμφώνησαν την αναστολή της χρεολυτικής αποπληρωμής του άληκτου κεφαλαίου της οφειλής, για το χρονικό διάστημα από 1-1-2010 μέχρι 31-12-2011. Επιπλέον, συμφωνήθηκε ότι οι τόκοι της οφειλής της ως άνω διετούς περιόδου  αναστολής, υπολογιζόμενοι ανά εξάμηνο με το επιτόκιο που ορίζεται στη σύμβαση, θα καταβάλλονται κατά το μη επιδοτούμενο μέρος αυτών, ήτοι κατά ποσοστό 50%, από τον οφειλέτη ανά ημερολογιακό εξάμηνο, ήτοι στις 30 Ιουνίου και 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, και κατά το υπόλοιπο (επιδοτούμενο) μέρος θα καταβάλλονται από το Δημόσιο, περαιτέρω παρατάθηκε η συμβατική διάρκεια του δανείου κατά δύο έτη και, επιπλέον, συμφωνήθηκε ότι το ανεξόφλητο υπόλοιπο της οφειλής θα αποπληρωθεί σε δεκαέξι ισόποσες εξαμηνιαίες τοκοχρεολυτικές δόσεις, η πρώτη από τις οποίες ορίστηκε καταβλητέα την 30η-6-2012 και η τελευταία την 31η-12-2019, ενώ, τέλος, συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση μη τήρησης από τον δανειολήπτη της υποχρέωσης του για καταβολή του μη επιδοτούμενου μέρους των τόκων της διετούς περιόδου αναστολής, έστω και μίας δόσεως αυτών, θα παύσει η ισχύς της αναστολής της αποπληρωμής του κεφαλαίου, και ο οφειλέτης θα υποχρεούται να αποπληρώσει τη ρυθμιζόμενη οφειλή σύμφωνα με την αρχική σύμβαση. Ωστόσο, επειδή ο δανειολήπτης δεν ανταποκρίθηκε στις συμβατικές υποχρεώσεις του και δεν κατέβαλε την 31 η-12-2011, την 30η-6-2012 και την 31η-12-2012, το μη επιδοτούμενο μέρος των τόκων, συνολικού ύψους 71.454,30 ευρώ, η ενάγουσα προέβη, ως είχε δικαίωμα βάσει του 5ου όρου της προαναφερθείσας πρόσθετης πράξης τροποποίησης της σύμβασης, στην απένταξη του δανείου από τη ρύθμιση του Ν. 3816/2010, με συνέπεια να πάψει να ισχύει η διετής αναστολή της αποπληρωμής του άληκτου κεφαλαίου, και οι δόσεις της περιόδου αυτής να χρεωθούν στον υπ' αριθμ. … λογαριασμό, που τηρούνταν προς εξυπηρέτηση της σύμβασης. Στη συνέχεια και επειδή έως και την 4η-10-2013, ο δανειολήπτης δεν είχε καταβάλει επτά συνεχόμενες εξαμηνιαίες δόσεις, ήτοι τις δόσεις της 30ης-6-2010, της 31 ης-12-2010, της 30ης-6-2011, της 2ας-1-2012, της 2ας-7-2012, της 31Πζ-12-2012 και της 1ης-7-2013, συνολικού ποσού 311.510,11 ευρώ, πλέον δεδουλευμένων τόκων εξ 108.103,39 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας εξ 72.015,12 ευρώ, η ενάγουσα προέβη, ως είχε δικαίωμα, βάσει του όρου 4.2 της αρχικής σύμβασης, σε καταγγελία της ένδικης σύμβασης δανείου, με την από 4-10-2013 εξώδικη δήλωση της, που επέδωσε στον δανειολήπτη και στην εγγυήτρια (ήδη πρώτη εναγόμενη), καλώντας συγχρόνως αυτούς να της καταβάλουν, εντός πέντε ημερών, πλέον του ως άνω συνολικού ποσού των 491.628,62 ευρώ (311.510,11 + 108.103,39 + 72.015,12), και το μη ληξιπρόθεσμο, μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, μέρος του δανείου, το οποίο, βάσει του ίδιου ως άνω όρου (4.2), είχε πλέον καταστεί, δια της καταγγελίας, απαιτητό και ληξιπρόθεσμο, ήτοι να της καταβάλουν το συνολικό ποσό του 1.105.060,14 ευρώ, πλέον τόκων από την επόμενη ημέρα της καταγγελίας, ήτοι από 5-10-2013, και μέχρις εξοφλήσεως (βλ. τις υπ' αριθμ. ./3-12-2013 και ./3-12-2013 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Ηλείας, …). Ακολούθως, λόγω της αρνήσεως των οφειλετών να καταβάλουν στην ενάγουσα το προκύψαν υπόλοιπο, η τελευταία αιτήθηκε την έκδοση διαταγής πληρωμής για μέρος της απαίτησης της, ύψους 340.000 ευρώ, πλέον τόκων, επιφυλασσόμενη ρητώς του δικαιώματος της για δικαστική διεκδίκηση του υπολοίπου ποσού, πέτυχε δε την έκδοση της υπ' αριθμ. 40/2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, με την οποία υποχρεώθηκαν ο δανειολήπτης και η εγγυήτρια να της καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστος, το ανωτέρω ποσό των 340.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την 5η-10-2013, καθώς και το ποσό των 4.552 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα. Η ως άνω διαταγή πληρωμής επιδόθηκε στους ανωτέρω στις 14-2-2014 (βλ. τις υπ' αριθμ. ./14-2-2014 και ./14-2-2014 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Ηλείας, …), χωρίς, όμως, να αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα έγγραφα, ούτε άλλωστε επικαλούνται οι διάδικοι, ότι ασκήθηκε κατ' αυτής ανακοπή. Περαιτέρω, δεν αποδεικνύεται ούτε ότι έλαβε χώρα δεύτερη επίδοση της διαταγής πληρωμής και άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας άσκησης ανακοπής ώστε να έχει αποκτήσει αυτή (διαταγή πληρωμής) ισχύ δεδικασμένου, κατ' άρθρο 633 παρ. 2 ΚΠολΔ, χωρίς, όμως, αυτό να ασκεί κάποια έννομη επιρροή, καθώς για την ευδοκίμηση της αγωγής διάρρηξης δεν απαιτείται να έχει βεβαιωθεί δικαστικά η απαίτηση του δανειστή (βλ. ΑΠ 1116/2018, ΕφΠειρ 184/2016 Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ), πολλώ δε μάλλον να έχει επιδικαστεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή με διαταγή πληρωμής έχουσα ισχύ δεδικασμένου. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκε ότι μετά την κατάρτιση της προαναφερθείσας δανειακής σύμβασης και της πρόσθετης πράξης τροποποίησης αυτής, η πρώτη εναγόμενη προέβη στη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων της προς τα τέκνα της, ήτοι τους δεύτερη και τρίτο των εναγομένων. Ειδικότερα: Α. Δυνάμει του υπ' αριθμ. ./18-10-2010 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Ολυμπίων, …, που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πύργου (στον τόμο . και αριθμό .), μεταβίβασε, κατά πλήρη κυριότητα, λόγω γονικής παροχής, μια οριζόντια ιδιοκτησία προς τη θυγατέρα της, δεύτερη των εναγομένων, και συγκεκριμένα, την υπό στοιχεία ΑΛΦΑ ΕΝΑ (Α1) του πρώτου υπέρ το ισόγειο ορόφου διώροφης οικοδομής, ανεγερθείσας δυνάμει της υπ' αριθμ. ./1993 πολεοδομικής άδειας, επί οικοπέδου κείμενου στη θέση «Φ », εντός των ορίων του οικισμού του τοπικού διαμερίσματος Β. του Δήμου Πύργου Ηλείας και εντός Αναδασμού, επί του οποίου φέρει τον αριθμό τεμαχίου 213, εκτάσεως αρχικώς 2.997 τ.μ., κατόπιν δε της γενομένης απαλλοτρίωσης τμήματος αυτού εμβαδού 635 τ.μ., για τη διάνοιξη της Εθνικής Οδού Πύργου-Ολυμπίων, ήδη εκτάσεως 2.362 τ.μ., όπως το οικόπεδο αυτό εμφαίνεται στο προσαρτηθέν στην υπ' αριθμ. ./16-10-2010 πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, από μηνός Αυγούστου 2010 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού …, όπου απεικονίζεται περιμετρικώς υπό τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Α,Β,Γ,Δ,Α και συνορεύει βόρεια με απαλλοτριωθέν τμήμα του οικοπέδου για τη διάνοιξη της Εθνικής Οδού Πύργου-Ολυμπίων και πέραν αυτού με Εθνική Οδό Πύργου-Ολυμπίων, ανατολικά με ιδιοκτησία …, νότια με ιδιοκτησία …, και δυτικά με ιδιοκτησία … Η ως άνω οριζόντια ιδιοκτησία καταλαμβάνει μετά του κλιμακοστασίου, των εξωστών και του πλατύσκαλου, ολόκληρο τον πρώτο υπέρ το ισόγειο όροφο, αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα, είναι κατοικία, και έχει επιφάνεια 192,38 τ.μ., όγκο ιδιόκτητο 606 κ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 480/1000 εξ αδιαιρέτου,  και αποτελείται από τέσσερα υπνοδωμάτια, κουζίνα, σαλόνι - τραπεζαρία, καθιστικό, λουτρό, χώρο υγιεινής (W.C.), χώρο γραφείου και χωλ, και συνορεύει ολόγυρα με εξώστες, με κλιμακοστάσιο του πρώτου ορόφου και με ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου. Η αξία του εν λόγω ακινήτου, σύμφωνα με τον ισχύοντα κατά τον χρόνο κατάρτισης του ανωτέρω συμβολαίου, αντικειμενικό και μικτό τρόπο  προσδιορισμού της αξίας ακινήτων, εκτιμήθηκε από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πύργου, στο ποσό των 122.015 ευρώ.

 

Β. Δυνάμει του υπ' αριθμ.  ./18-10-2010 συμβολαίου  της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πύργου (στον τόμο . και αριθμό .), μεταβίβασε, κατά πλήρη κυριότητα, λόγω γονικής παροχής, μία υφιστάμενη οριζόντια ιδιοκτησία και μία μελλοντική οριζόντια ιδιοκτησία προς τον υιό της, τρίτο των εναγομένων, και ειδικότερα, την υφιστάμενη υπό στοιχεία ΙΣΟΓΕΙΟ ΕΝΑ (11) οριζόντια ιδιοκτησία του ισογείου και την υπό στοιχεία ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΝΑ (Μ1) οριζόντια ιδιοκτησία επί διώροφης οικοδομής ανεγερθείσας βάσει της υπ' αριθμ. ./1993 πολεοδομικής άδειας, επί οικοπέδου κείμενου στη θέση «Φ.», εντός των ορίων του οικισμού του τοπικού διαμερίσματος Β. του Δήμου Πύργου Ηλείας και εντός Αναδασμού, επί του οποίου φέρει τον αριθμό τεμαχίου ., εκτάσεως αρχικώς 2.997 τ.μ., κατόπιν δε της γενομένης απαλλοτρίωσης για τη διάνοιξη της Εθνικής Οδού Πύργου-Ολυμπίων, τμήματος αυτού εμβαδού 635 τ.μ., εκτάσεως ήδη 2.362 τ.μ., όπως το οικόπεδο αυτό εμφαίνεται στο προσαρτηθέν στην υπ' αριθμ. ./16-10-2010 πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, από μηνός Αυγούστου 2010 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού  …, όπου απεικονίζεται περιμετρικώς υπό τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Α,Β,Γ,Δ,Α, και συνορεύει βόρεια με απαλλοτριωθέν τμήμα του οικοπέδου για τη διάνοιξη της Εθνικής Οδού Πύργου-Ολυμπίων και πέραν αυτού με Εθνική Οδό Πύργου-Ολυμπίων, ανατολικά με ιδιοκτησία …, νότια με ιδιοκτησία …, και δυτικά με ιδιοκτησία …. Η ως άνω υφιστάμενη οριζόντια ιδιοκτησία του ισογείου ορόφου καταλαμβάνει μετά του κλιμακοστασίου, του πλατύσκαλου και των εξωστών, ολόκληρο το ισόγειο, αναπτύσσεται σε δύο επίπεδα, είναι κατοικία, έχει επιφάνεια 168,25 τ.μ., όγκο ιδιόκτητο 479,51 κ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 480/1000 εξ αδιαιρέτου, και αποτελείται από τρία υπνοδωμάτια, κουζίνα, σαλόνι - καθιστικό, λουτρό, χώρο υγιεινής (W.C.), χωλ και διάδρομο, και συνορεύει ολόγυρα με εξώστες, με κλιμακοστάσιο ανόδου προς τον πρώτο όροφο και με τον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου. Η μελλοντική να ανεγερθεί επί του ισογείου οριζόντια ιδιοκτησία, κατ' επέκταση του ήδη υπάρχοντος ισογείου, υπό στοιχεία ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΝΑ (Μ1), θα έχει επιφάνεια 39,37 τ.μ., όγκο ιδιόκτητο 125,99 κ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 40/1000 εξ αδιαιρέτου, και θα συνορεύει με την ανωτέρω περιγραφόμενη υπό στοιχεία Ισόγειο Ένα (ΙΣ1) οριζόντια ιδιοκτησία του ισογείου, με κλιμακοστάσιο ανόδου προς τον πρώτο όροφο και με ακάλυπτο χώρο της οικοδομής και του οικοπέδου. Η συνολική αξία των εν λόγω ακινήτων, σύμφωνα με τον ισχύοντα, κατά τον χρόνο κατάρτισης του ανωτέρω συμβολαίου, αντικειμενικό και μικτό τρόπο προσδιορισμού της αξίας ακινήτων, εκτιμήθηκε από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πύργου, στο ποσό των 118.545 ευρώ.

 

Γ. Δυνάμει του υπ' αριθμ.-./7-4-2011 συμβολαίου της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων (στον τόμο . και αριθμό .), μεταβίβασε, λόγω γονικής παροχής, τα κάτωθι ακίνητα, το μεν πρώτο κατά ψιλή κυριότητα, τα δε υπόλοιπα κατά πλήρη κυριότητα, στη θυγατέρα της, δεύτερη των εναγομένων, και συγκεκριμένα: α) το ανήκον στην ίδια δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί ενός ξηρικού ελαιοστασίου, κείμενου στη θέση «…» της αγροτικής περιφέρειας της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 5.000 τ.μ. περίπου ή όσης έκτασης κι αν είναι, άνευ κτισμάτων, το οποίο συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία …, ανατολικά με ιδιοκτησία …, νότια με ιδιοκτησία … και δυτικά με αγροτική οδό, β) την πλήρη κυριότητα ενός αγρού ξηρικού, κείμενου στη θέση «.» της αγροτικής περιφέρειας της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 2.000 τμ περίπου ή όσης έκτασης και αν είναι, άνευ κτισμάτων ή δένδρων, ο οποίος συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία …, δυτικά με ιδιοκτησία …, βόρεια με ιδιοκτησία …, και νότια με αγροτική οδό, γ) την πλήρη κυριότητα ενός ξηρικού αγρού, κείμενου στη θέση «Β.» ή «Κ.» της αγροτικής περιφέρειας της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 4.000 τ.μ. περίπου ή όσης έκτασης κι αν είναι, άνευ κτισμάτων ή δένδρων, ο οποίος συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία …, νότια με αγροτική οδό, ανατολικά με αγροτική οδό, και δυτικά με ιδιοκτησία …και δ) την πλήρη κυριότητα ενός ξηρικού αγρού, κείμενου στη θέση «.» της αγροτικής περιφέρειας της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 1.000 τ.μ. περίπου ή όσης έκτασης και αν είναι, άνευ κτισμάτων ή δένδρων, ο οποίος συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία …, δυτικά με ιδιοκτησία …, βόρεια με αγροτική οδό και νότια με ιδιοκτησία …. Η συνολική αξία των εν λόγω ακινήτων, σύμφωνα με τον ισχύοντα, κατά το χρόνο κατάρτισης του ανωτέρω συμβολαίου, αντικειμενικό τρόπο προσδιορισμού της αξίας ακινήτων, ανερχόταν στο ποσό των 5.040 ευρώ.

 

Δ. Δυνάμει του υπ' αριθμ. ./7-4-2011 συμβολαίου της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νομίμως στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων (στον τόμο . και αριθμό .), μεταβίβασε, λόγω γονικής παροχής, τα κάτωθι ακίνητα, τα δύο πρώτα κατά ψιλή κυριότητα, και το τρίτο κατά πλήρη κυριότητα, στον υιό της, τρίτο των εναγομένων, και συγκεκριμένα: α) το ανήκον στην ίδια δικαίωμα ψιλής κυριότητας επί ενός ξηρικού αγρού μετά των σε αυτό ευρισκομένων ελαιοδένδρων, κείμενου στη θέση «.» της αγροτικής περιφέρειας της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 4.000 τ.μ. περίπου ή όσης έκτασης κι αν είναι, ο οποίος συνορεύει βόρεια με ιδιοκτησία κληρονόμων …, ανατολικά με κοινοτική οδό, νότια με ιδιοκτησία κληρονόμων … και δυτικά με αγρό ιδιοκτησίας …, β) το ανήκον στην ίδια δικαίωμα ψιλής  κυριότητας επί μίας ξηρικής αμπέλου,  κείμενης στη θέση «.» της αγροτικής περιφέρειας της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 1.000 τ.μ. περίπου ή όσης έκτασης και αν είναι, άνευ κτισμάτων ή δένδρων, η οποία συνορεύει βόρεια με συνεχόμενη ιδιοκτησία κληρονόμων …, ανατολικά με αγροτική οδό, νότια με αγροτική οδό και δυτικά εν μέρει με αγρό ιδιοκτησίας … και εν μέρει με άμπελο ιδιοκτησίας … και γ) το δικαίωμα πλήρους κυριότητας μίας ανεξάρτητης και αυτοτελούς κάθετης ιδιοκτησίας με τα στοιχεία «ΠΡΩΤΗ (Α) ΚΑΘΕΤΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ», η οποία περιλαμβάνει μελλοντική οικοδομή που θα ανεγερθεί στο δυτικό τμήμα οικοπέδου κείμενου εντός του οικισμού της κοινότητας Ξηροκάμπου της δημοτικής ενότητας Αρχαίας Ολυμπίας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της περιφερειακής ενότητας Ηλείας, εκτάσεως 711,85 τ.μ., ως το οικόπεδο αυτό εμφαίνεται επί του προσαρτηθέντος στην με αριθμό ./5-11-2001 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της συμβολαιογράφου Πύργου … από μηνός Ιουλίου του έτους 2001 τοπογραφικού διαγράμματος    οικοπέδου του πολιτικού μηχανικού …, επί του οποίου απεικονίζεται περιμετρικώς υπό τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Α.Β.Γ.Δ.Α., συνορευομένου κατά τις αναγραφόμενες επί του ανωτέρω τοπογραφικού διαγράμματος πλευρικές διαστάσεις, βόρεια επί πλευράς Α.Ε.Δ., μήκους 28,90 μέτρων, με ιδιοκτησία …, νότια επί πλευράς Β-Γ, μήκους 41,70 μέτρων, με ιδιοκτησίες Δημοσθένη Παπαϊωάννου και …, ανατολικά επί πλευράς Γ-Δ, μήκους 16,30 μέτρων, με ιδιοκτησία … και δυτικά επί πλευράς Α-Β, μήκους 28,20 μέτρων, με δημοτική οδό πλάτους 3,60 μέτρων. Η εν λόγω κάθετος ιδιοκτησία έχει ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου 727/1000 εξ αδιαιρέτου, που αντιστοιχούν σε 517,50 τ.μ. οικοπέδου, και αποτελείται από μελλοντική οικοδομή που θα ανεγερθεί σε τμήμα αποκλειστικής χρήσεως επιφανείας 517,50 τ.μ., φέροντος την ένδειξη επί του ανωτέρω τοπογραφικού διαγράμματος του πολιτικού μηχανικού … ΛΑΤΙΝΙΚΟ ΕΝΑ (I), κείμενου στο δυτικό μέρος του όλου προπεριγραφομένου οικοπέδου, έχει δυνατότητα δόμησης 290 τ.μ. και όγκο 928 κ.μ., απεικονιζόμενου του τμήματος αποκλειστικής χρήσης περιμετρικώς επί του τοπογραφικού διαγράμματος υπό τα κεφαλαία αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Ζ-Ε-Α, συνορευομένου κατά τις αναγραφόμενες επί του ανωτέρω τοπογραφικού διαγράμματος πλευρικές διαστάσεις, ανατολικά επί πλευράς Ε-Ζ, μήκους 19,07 μέτρων, με την υπό στοιχεία Δεύτερη (Β) Κάθετη Ιδιοκτησία, κυριότητας …, δυτικά επί πλευράς Α-Β, μήκους 28,20 μέτρων, με δημοτική οδό πλάτους 3,60 μέτρων, βόρεια επί πλευράς Α-Ε, μήκους 17,80 μέτρων, με ιδιοκτησία … και νότια επί πλευράς Β-Ζ, μήκους 30,60 μέτρων, με ιδιοκτησία …. Η συνολική αξία των εν λόγω ακινήτων, σύμφωνα με τον ισχύοντα, κατά τον χρόνο κατάρτισης του ανωτέρω συμβολαίου, αντικειμενικό και μικτό τρόπο προσδιορισμού της αξίας ακινήτων, καθορίσθηκε από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πύργου, στο ποσό των 14.340 ευρώ. Συνεπώς, η συνολική αξία όλων των προαναφερθέντων ακινήτων (υπό στοιχ. Α έως και Δ), με βάση τον αντικειμενικό και μικτό τρόπο προσδιορισμού αυτής, ανερχόταν στο ποσό των 259.940 ευρώ (122.015 + 118.545 + 5.040 + 14.340). Όσον αφορά την εμπορική αξία αυτών, το Δικαστήριο κρίνει, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λαμβάνοντας υπόψη το είδος, τη θέση και την έκταση εκάστου ακινήτου, καθώς και την παλαιότητα της οικοδομής που περιγράφεται στα δύο πρώτα συμβόλαια, όπως τα στοιχεία αυτά περιγράφονται ανωτέρω, αλλά και την έλλειψη αγοραστικού ενδιαφέροντος λόγω της μεσολαβήσασας οικονομικής κρίσης, ότι η εμπορική αξία αυτών, κατά τον κρίσιμο χρόνο της άσκησης της αγωγής (18-2-2014), ανερχόταν στα ποσά των 120.000, 115.000, 5.000 και 10.000 ευρώ, αντίστοιχα, και συνολικά στο ποσό των 250.000 ευρώ. Οι παραπάνω μεταβιβάσεις έλαβαν χώρα σε χρόνο προγενέστερο της καταγγελίας της δανειακής σύμβασης, ωστόσο το γεγονός αυτό δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή, καθόσον, σύμφωνα με τα ανωτέρω αποδειχθέντα σε συνδυασμό με τα διαλαμβανόμενα στην οικεία νομική σκέψη, τα παραγωγικά της απαίτησης της ενάγουσας, γεγονότα, είχαν ήδη συντελεσθεί μέχρι τον χρόνο των ένδικων απαλλοτριώσεων, η δε απαίτηση αυτής είχε ήδη καταστεί ορισμένη, απαιτητή και ληξιπρόθεσμη κατά τον χρόνο συζήτησης της αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (17-9-2014). Επομένως, και σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην οικεία θέση της μείζονος σκέψης της παρούσας, η μεν ενάγουσα έχει αποκτήσει την ιδιότητα του δανειστή, η δε πρώτη των εναγομένων, ως εγγυήτρια, έχει αποκτήσει την ιδιότητα του οφειλέτη της αντιδίκου της, κατά την έννοια του άρθρου 939 ΑΚ, με συνέπεια, κάθε απαλλοτρίωση από μέρους της, που έγινε προς βλάβη της δανείστριας τράπεζας, να υπόκειται σε διάρρηξη εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του ανωτέρω άρθρου. Αποδείχθηκε, περαιτέρω, ότι τα προαναφερθέντα ακίνητα αποτελούσαν τα μοναδικά περιουσιακά στοιχεία της πρώτης εναγόμενης, η οποία, μετά τη μεταβίβαση της κυριότητας αυτών στους ήδη συνεναγομένους της, αποξενώθηκε πλήρως από το σύνολο της περιουσίας της, έκτοτε δε μέχρι και τον χρόνο άσκησης της αγωγής, που είναι και ο κρίσιμος χρόνος για να κριθεί η αφερεγγυότητα του οφειλέτη, δεν διέθετε κανένα εμφανές περιουσιακό στοιχείο. Οι ένδικες δε μεταβιβάσεις έγιναν με σκοπό τη βλάβη της ενάγουσας, καθόσον η πρώτη εναγόμενη αφενός γνώριζε την οφειλή της προς την αντίδικο της από την προαναφερόμενη δανειακή σύμβαση, στην οποία συνεβλήθη ως εγγυήτρια, και αφετέρου γνώριζε ότι, απαλλοτριώνοντας τα ακίνητα αυτά, θα περιέλθει σε τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε η δανείστρια τράπεζα να αποστερηθεί της δυνατότητας να ικανοποιήσει, έστω και εν μέρει, την απαίτηση της. Ακόμα δε και αν κριθεί ότι η ανωτέρω μεταβιβάσασα επεδίωκε, με τις ως άνω απαλλοτριώσεις, παράλληλα και τους σκοπούς στους οποίους αποβλέπει κατά νόμο η γονική παροχή, όπως ισχυρίζεται η τελευταία, διατεινόμενη ακροθιγώς ότι αποσκοπούσε στη δημιουργία οικονομικής αυτοτέλειας των τέκνων της, ενόψει και του επικείμενου γάμου της θυγατέρας της, και πάλι δεν αναιρείται ο καταδολιευτικός χαρακτήρας των ένδικων απαλλοτριώσεων, καθόσον η ανωτέρω γνώριζε ότι με αυτές ματαιώνει την ικανοποίηση της απαίτησης της ενάγουσας. Η κρίση του Δικαστηρίου, περί του ως άνω χαρακτήρα των ένδικων μεταβιβάσεων, ενισχύεται και από το γεγονός ότι κατά τον χρόνο κατάρτισης των δύο πρώτων συμβολαιογραφικών πράξεων (18-10-2010), είχε ήδη περιέλθει σε κατάσταση υπερημερίας οφειλέτη ο δανειολήπτης, …, καθώς δεν είχε καταβάλει στην ενάγουσα τη δόση της 30ης-6-2010, ενώ, κατά τον χρόνο κατάρτισης των δύο τελευταίων συμβολαιογραφικών πράξεων (7-4-2011), είχε ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμη και η δόση της 31ης-12-2010, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω. Στις εν λόγω μεταβιβάσεις, η αιτία υπήρξε χαριστική και, ως εκ τούτου, δεν απαιτείται γνώση, εκ μέρους των δεύτερης και τρίτου των εναγομένων, του δόλου της πρώτης εξ αυτών, προκειμένου να διαρρηχθούν οι γενόμενες απαλλοτριώσεις. Τέλος, ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι υφίστατο επαρκής περιουσία του δανειολήπτη, από την οποία θα μπορούσε να ικανοποιηθεί η ενάγουσα, δεν ασκεί καμία έννομη επιρροή, καθόσον, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην οικεία θέση της μείζονος σκέψης της παρούσας, αν υπάρχουν περισσότεροι συνοφειλέτες, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, δεν απαιτείται, για την άσκηση της εκ του άρθρου 939 ΑΚ, αγωγής εναντίον ενός από αυτούς, η έλλειψη περιουσιακών στοιχείων στο πρόσωπο και των λοιπών συνοφειλετών, αφού καθένας από αυτούς ευθύνεται απεριόριστα για ολόκληρο το χρέος έναντι του δανειστή, ο οποίος δικαιούται κατ' αρέσκεια να αξιώσει το χρέος από οποιονδήποτε εις ολόκληρον συνοφειλέτη, συγχρόνως ή διαδοχικά, χωρίς να μπορεί να του αντιταχθεί η ύπαρξη και των άλλων εις ολόκληρον συνοφειλετών. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, και εφόσον συντρέχουν εν προκειμένω όλα τα απαιτούμενα στοιχεία από τα άρθρα 939 και 942 ΑΚ (απαλλοτρίωση, σκοπός βλάβης του δανειστή, απαλλοτρίωση από χαριστική αιτία, ανυπαρξία υπολειπόμενης περιουσίας), δικαιούται η ενάγουσα να ζητήσει την εξ ολοκλήρου διάρρηξη των ένδικων απαλλοτριώσεων, καθόσον το ύψος της απαίτησης της υπερβαίνει κατά πολύ τη συνολική εμπορική αξία των μεταβιβασθέντων ακινήτων, όπως αυτή αναφέρθηκε ανωτέρω. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που έκρινε βάσιμη κατ' ουσίαν την αγωγή, και την έκανε δεκτή, απαγγέλλοντας τη διάρρηξη των ένδικων απαλλοτριώσεων, ορθώς εκτίμησε τις αποδείξεις και ερμήνευσε και εφάρμοσε, εν σχέσει με αυτές, τις προαναφερθείσες διατάξεις, οι περί του αντιθέτου δε αιτιάσεις που διαλαμβάνονται στην έφεση, είναι αβάσιμες. Κατόπιν τούτων, πρέπει να απορριφθούν οι σχετικοί (δεύτερος, τρίτος και τέταρτος) λόγοι της έφεσης, ως αβάσιμοι, να απορριφθεί η έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη, και να καταδικασθούν οι εκκαλούντες στα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, ως διάδικοι που ηττήθηκαν, κατά παραδοχή σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Τέλος, εφόσον η έφεση απορρίπτεται, πρέπει, κατ' άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που καταβλήθηκε από τους εκκαλούντες κατά την άσκηση της, κατά τα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων.

 

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν την έφεση κατά της υπ' αριθμ. 32/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας.

 

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.

 

Διατάσσει την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του παραβόλου που καταβλήθηκε εκ μέρους των εκκαλούντων κατά την άσκηση της έφεσης με τα υπ' αριθμ. 1613826, 1613827 παράβολα Δημοσίου και τα υπ' αριθμ. … παράβολα ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στην Πάτρα στις 25 Μαΐου 2020 και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις............... απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ