ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΤρΔΕφ (Ακ) Θεσ 429/2022
Θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης αναπηρίας -.
Το
σχετικό δικαίωμα συναρτάται όχι μόνο με αντικειμενικά κριτήρια (ιατρικός καθορισμός
ποσοστού ανικανότητας προς εργασία) αλλά και με υποκειμενικά κριτήρια (αδυναμία
ασφαλισμένου να κερδίσει τα μέσα προς βιοπορισμό). Ο προσδιορισμός της
ασφαλιστικής αναπηρίας ανατίθεται στα όργανα του ΙΚΑ και ήδη ΕΦΚΑ και κατόπιν
στα διοικητικά δικαστήρια τα οποία εκτιμούν αιτιολογημένα την επίδραση της
ιατρικώς διαπιστωθείσας αναπηρίας στην βιοποριστική ικανότητα του ασφαλισμένου.
Η κρίση επιτροπών περί ιατρικής αναπηρίας είναι αυτοτελής για κάθε χρονικό
διάστημα και δεσμεύει τα ασφαλιστικά όργανα και τα δικαστήρια εφόσον έχει
εκδοθεί νόμιμα και αιτιολογείται επαρκώς. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν έλαβε
υπόψη του την προηγηθείσα και τις επόμενες της επίμαχης γνωματεύσεις ΚΕΠΑ. Αναβάλλει την έκδοση
απόφασης επί της έφεσης και αναπέμπει σε ΒΥΕ ΚΕΠΑ προκειμένου να γνωματεύσει
αιτιολογημένα για την επίδραση της πάθησης και την μεγάλη απόκλιση της κρίσης
εν σχέσει με της υπόλοιπες.
(Η απόφαση
δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Θεσσαλονίκης Γεωργίου Κωνσταντινίδη)
Αριθμός απόφασης: 429/2022
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ A΄ (ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ)
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριό του στις 2 Ιουλίου 2021, με μέλη τους: Ευάγγελο Κρικώνη,
Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Φωτεινή Παλαιολόγου και Κωνσταντίνα
Παπάζογλου, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων.
Ως Γραμματέας έλαβε μέρος
ο Μιχαήλ Κοτανίδης, δικαστικός υπάλληλος.
Για να δικάσει την έφεση
με ημερομηνία 7.10.2020 (αρ. κατ/σης στο Δ.Εφ.Θεσσαλονίκης
ΕΦ ./7.10.2020)
του ……………………, κατοίκου
…………… Ν. Πέλλας, ………………….., ο οποίος παρέστη διά της πληρεξουσίας
του δικηγόρου Ελένης Τοπάλη, που κατέθεσε στις 28.6.
2021 δήλωση μη εμφάνισης κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής
Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α΄97),
κατά του Ν.Π.Δ.Δ. με την
επωνυμία “Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης” (e-Ε.Φ.Κ.Α.), όπως
μετονομάστηκε ο “Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης” (Ε.Φ.Κ.Α.) με το άρθρο 1
του ν. 4670/2020 (Α΄43), ως οιονεί καθολικού διαδόχου : 1) του Ν.Π.Δ.Δ. με την
επωνυμία “Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών (Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.)”
[από 1.1.2017 κατ' άρθρο 51 του ν. 4387/2016 (Α΄85)] και 2) του Ν.Π.Δ.Δ. με την
επωνυμία “Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Εφάπαξ Παροχών” (Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.)
[από 1.3.2020 κατ' άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 4670/2020], ο οποίος (e-Ε.Φ.Κ.Α.)
εδρεύει στην Αθήνα, εκπροσωπείται από τον Διοικητή του και παρέστη διά της
πληρεξούσιας του δικηγόρου Ζηνοβίας Καδηγιαννάκη, η
οποία
στις 30.6.2021 κατέθεσε
δήλωση μη εμφάνισης.
Με την έφεση αυτή επιδιώκεται
η εξαφάνιση της 4583/2020 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου
Θεσσαλονίκης (Τμήματος ΙΓ΄).
Μετά τη δημόσια
συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και, αφού μελέτησε τα σχετικά
έγγραφα,
σκέφθηκε κατά νόμο:
1. Επειδή, με την
κρινόμενη έφεση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο
(σχετικό το έντυπο ηλεκτρονικού παραβόλου με κωδικό . και το από 6.10.2020
παραστατικό εξόφλησης της Τράπεζας Πειραιώς ποσού 200 ευρώ) ζητείται η
εξαφάνιση της 4583/2020 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού
Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (Τμήμα ΙΓ΄). Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε η από
22.2.2018 προσφυγή του εκκαλούντος κατά των …………/16.6.2014 και ……………/16.6.2014
αποφάσεων του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.
Θεσσαλονίκης, με τις οποίες απορρίφθηκε το αίτημα του εκκαλούντος για παράταση
της χορηγηθείσας σε αυτόν από 1.10.2012 έως 30.9.2014 σύνταξης αναπηρίας,
κύριας (από το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.) και επικουρικής (από το Ε.Τ.Ε.Α., που
μετονομάστηκε σε Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. με το άρθρο 74 του ν. 4387/2016), λόγω έλλειψης
συντάξιμου ποσοστού αναπηρίας.
2. Επειδή, στο άρθρο 28
του αν.ν.1846/1951 (Α΄179), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο
27 παρ.1 του ν. 1902/ 1990 (Α΄138), ορίζεται ότι: “4. α) Ο ασφαλισμένος έχει
δικαίωμα για σύνταξη λόγω αναπηρίας, αν έγινε ανάπηρος κατά την έννοια της
παραγράφου 5 του παρόντος και έχει πραγματοποιήσει τον αριθμό ημερών εργασίας
που ορίζεται από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή …. 5. [όπως ισχύει μετά
την αντικατάσταση των περιπτώσεων στ΄ και η΄ αυτής από τις παρ. 3 και παρ.4, αντίστοιχα, του άρθρου
12 του ν.1976/1991 (Α΄184) και τη συμπλήρωσή της με το άρθρο 15 παρ.1 του ν.
3232/2004 (Α΄48)] α) Ο ασφαλισμένος θεωρείται βαριά ανάπηρος αν λόγω παθήσεως ή
βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του
στην ασφάλιση, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί
να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες και τη
μόρφωσή του περισσότερο από το ένα πέμπτο (1/5) του ποσού που συνήθως κερδίζει
σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης. … β) Ο ασφαλισμένος
θεωρείται ανάπηρος αν λόγω παθήσεως ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή
πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, διάρκειας ενός
έτους το λιγότερο κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που
ανταποκρίνεται στις δυνάμεις, τις δεξιότητες, τη μόρφωση και τη συνηθισμένη
επαγγελματική του απασχόληση, περισσότερο από το ένα τρίτο (1/3) του ποσού που
συνήθως κερδίζει στην ίδια επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά
υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης. γ) Ο ασφαλισμένος θεωρείται μερικά ανάπηρος
αν λόγω πάθησης ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης
της υπαγωγής του στην ασφάλιση, εξάμηνης το λιγότερο κατά ιατρική πρόβλεψη
διάρκειας, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται στις δυνάμεις,
τις δεξιότητες, τη μόρφωση και τη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση,
περισσότερο από το μισό (1/2) του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια
περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος
της ίδιας μόρφωσης. δ) … ε) ... στ) Κατά τον προσδιορισμό του βαθμού της
αναπηρίας σύμφωνα με τα ανωτέρω εδάφια α΄, β΄ και γ΄, το ποσοστό αναπηρίας που
οφείλεται σε ιατρικά κριτήρια μπορεί να αυξηθεί και μέχρι 17 ποσοστιαίες
μονάδες, λόγω κοινωνικών κριτηρίων ή κριτηρίων αγοράς εργασίας. ζ) Εφ΄όσον ο ασφαλισμένος κρίνεται βαριά ανάπηρος κατά την
έννοια του ανωτέρω εδαφίου α΄ δικαιούται σύνταξη ίση με την οριζόμενη κατά το
άρθρο 29 παρ.1 του παρόντος νόμου. Εφ΄όσον ο
ασφαλισμένος κρίνεται ανάπηρος κατά την έννοια του ανωτέρω εδαφίου β΄,
δικαιούται τα τρία τέταρτα (3/4) της σύνταξης αυτής και εφ΄όσον
κρίνεται μερικά ανάπηρος κατά την έννοια του ανωτέρω εδαφίου γ΄, δικαιούται το
μισό (1/2) της σύνταξης αυτής. η) ... “.
3. Επειδή, περαιτέρω, στο
άρθρο 6 του ν. 3863/2010 (Α΄115), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζεται
ότι: “1. Από 1.1.2011 στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. δημιουργείται Κέντρο Πιστοποίησης
Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), υπαγόμενο στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της
Εργασίας της Διοίκησης Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., για την εξασφάλιση της ενιαίας
υγειονομικής κρίσης όσον αφορά στον καθορισμό του βαθμού αναπηρίας των
ασφαλισμένων όλων των ασφαλιστικών φορέων … για τους οποίους απαιτείται η
πιστοποίηση της αναπηρίας. 2. … 3. … Έργο των Υγειονομικών Επιτροπών είναι: α)
Ο καθορισμός του ποσοστού αναπηρίας για σύνταξη αναπηρίας, β)… 4. Οι
Υγειονομικές Επιτροπές προσδιορίζουν τα ποσοστά αναπηρίας σύμφωνα με τα
οριζόμενα στον Κανονισμό Εκτίμησης Βαθμού Αναπηρίας (Κ.Ε.Β.Α.), όπως ισχύει
κάθε φορά. 5. … 7. Από 1.9.2011 καταργούνται όλες οι άλλες Επιτροπές
πιστοποίησης αναπηρίας που λειτουργούν σήμερα στους ΦΚΑ,… [όπως η παρ. 7
αντικαταστάθηκε αρχικά από το άρθρο 76 παρ. 2 του ν. 3996/2011 (ΦΕΚ Α’ 170) και
στη συνέχεια από το άρθρο 17 παρ. 2 του ν. 4058/2012 (ΦΕΚ Α’ 63)] 8. Με απόφαση
του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του ΙΚΑ
- ΕΤΑΜ, ρυθμίζεται το κανονιστικό πλαίσιο της σύστασης, λειτουργίας και ασφαλιστικής
αρμοδιότητας του ΚΕ.Π.Α., καθώς και κάθε άλλο θέμα που δεν ρυθμίζεται από τις
διατάξεις του άρθρου αυτού ... Μέχρι την έκδοση του ανωτέρω Κανονισμού οι
υπηρεσίες των ΚΕ.Π.Α. (Γραμματείες, Υγειονομικές Επιτροπές) συστήνονται και
λειτουργούν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 27, 28, 29, 30, 33,
34, 35, 36, 37 του ΚΑΑ του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. [όπως η παρ. 8 προστέθηκε με το
άρθρο 27 παρ. 1 του ν. 4075/2012 (ΦΕΚ Α' 89)]”.
4. Επειδή, κατά την έννοια
των προεκτιθέμενων διατάξεων, για τη θεμελίωση του
δικαιώματος σύνταξης βαριάς, συνήθους ή μερικής αναπηρίας απαιτείται, αφενός
μεν η διαπίστωση ορισμένης πάθησης ή βλάβης ή εξασθένησης (σωματικής ή
πνευματικής), αφετέρου δε η αδυναμία του ασφαλισμένου να κερδίζει περισσότερο
από το 1/5, το 1/3 ή το μισό αντίστοιχα του ποσού που κερδίζει σωματικά και
πνευματικά υγιής άνθρωπος. Εκ των ανωτέρω, συνάγεται ότι το δικαίωμα προς λήψη
της εν λόγω σύνταξης, συναρτάται όχι προς αμιγώς αντικειμενικά κριτήρια,
σχετικά με τον ιατρικό καθορισμό ορισμένου ποσοστού ανικανότητας προς εργασία
κατά τα προαναφερθέντα, αλλά προς την εκ της αιτίας αυτής αδυναμία του
ασφαλισμένου να κερδίζει τα προς βιοπορισμό αναγκαία μέσα, η στάθμιση της
οποίας στηρίζεται σε υποκειμενικά κριτήρια, δηλαδή την, σε συσχετισμό προς τη
διαπιστωθείσα πάθηση, βλάβη ή εξασθένηση, ικανότητα αυτού για εργασία που να
μπορεί να αποφέρει τα αναλόγως προς τις διαβαθμίσεις της αναπηρίας κατώτατα
ποσοστά προσόδου, σε σχέση με την πρόσοδο υγιούς ανθρώπου, όπως αυτή
προσδιορίζεται στις οικείες διατάξεις (βλ. ΣτΕ
29/2017 επταμ., ΣτΕ 237/2017, 236/2016, 2786/ 2015,
122/2015, 2678/2011 κ.α.). Ο κατά τα ανωτέρω προσδιορισμός της ασφαλιστικής
αναπηρίας, με σκοπό την λήψη σύνταξης λόγω αναπηρίας, ανατίθεται στα
ασφαλιστικά όργανα του ΙΚΑ, και ήδη ΕΦΚΑ, και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, στα
αρμόδια τακτικά διοικητικά δικαστήρια, τα οποία, επιλαμβανόμενα σχετικής
προσφυγής, διαπιστώνουν το ποσοστό της ασφαλιστικής αναπηρίας, εκτιμώντας
αιτιολογημένα, κατά τις διακρίσεις και υπό τις προϋποθέσεις του νόμου, την
επίδραση της ιατρικώς διαπιστωθείσης αναπηρίας στην βιοποριστική ικανότητα του
ασφαλισμένου (βλ. ΣτΕ 29/2017 επταμ.,
2786/2015, 3336/2012, 1344/2009) και ειδικότερα, συνεκτιμώντας, εκτός από τις
παθήσεις του ασφαλισμένου, το επάγγελμά του, την ηλικία του, τη μόρφωσή του, τη
δυνατότητά του να προσαρμοστεί στο προηγούμενο επάγγελμά του ή σε άλλο
παρεμφερές που να ανταποκρίνεται στις δυνάμεις του, καθώς και τις συνθήκες στην
αγορά εργασίας στο συγκεκριμένο τόπο και χρόνο (βλ. ΣτΕ 712/2016, 1057/ 2015,
3336/2012 2858/2012, 452/2011, 1694/2009, 1331/2009 κ.α.). Κατά τον
προσδιορισμό αυτό του βαθμού της ασφαλιστικής αναπηρίας, τα ασφαλιστικά όργανα
του ΙΚΑ [εκτός από την Τοπική Διοικητική Επιτροπή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο
77 παρ. 9 του ν. 3996/2011] και τελικώς τα διοικητικά δικαστήρια δύνανται να
αυξήσουν - επί τη βάσει των ως άνω μη ιατρικών κριτηρίων - το προσδιορισθέν από
τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του
ασφαλισμένου περιοριστικά έως και δέκα επτά (17) ποσοστιαίες μονάδες, με βάση κοινωνικά
κριτήρια ή κριτήρια αγοράς εργασίας (βλ. ΣτΕ 712/2016, 1057/2015, 3426/2009,
3803/2008). Εξάλλου, κατά την έννοια των άρθρων 6 παρ. 1, 14 παρ.4 και 27 επ. του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του ΙΚΑ
[Α.Υ.Ε. 57440/13.1/7.2.1938 (Β´ 33), εφεξής Κ.Α.Α.), οι υγειονομικές
επιτροπές του ΙΚΑ, ήδη δε, και από 1.9.2011 (βλ. άρθρο 6 παρ. 1 του ν.
3863/2010, Α΄115), οι υγειονομικές επιτροπές του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας
(ΚΕ.Π.Α.) [οι οποίες, έως την έκδοση του Κανονισμού του, με τον οποίο θα ρυθμίζεται
το κανονιστικό πλαίσιο της σύστασης, λειτουργίας και ασφαλιστικής αρμοδιότητάς
τους, συστήνονται και λειτουργούν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των άρθρων
27, 28, 29, 30, 33, 34, 35, 36, 37 του Κ.Α.Α. του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, κατά τα οριζόμενα
στην παρ.8 του άρθρου 6 του ν. 3863/2010, όπως προστέθηκε με την παρ. 1 του
άρθρου 27 του ν. 4075/2012 (Α΄89) και διατηρήθηκε σε ισχύ με την παρ. 2 του
άρθρου 23 του ν. 3918/2011 (Α΄31)], είναι αποκλειστικά αρμόδιες για τη
διαπίστωση της φύσης, της έκτασης, των αιτιών της πάθησης του ασφαλισμένου,
καθώς και για τον καθορισμό του ποσοστού ανατομοφυσιολογικής
βλάβης του αιτουμένου σύνταξη (και αντίστοιχα παράταση χορήγησης σύνταξης) λόγω
αναπηρίας και της διάρκειας αυτής (βλ. ΣτΕ 29/2017 επταμ., 2786/2015, 1652/2015, 3336/2012, 2678/2011 κ.α.). Η
δε κρίση σχετικώς με την ιατρική αναπηρία και το ποσοστό της είναι, κατ’ αρχήν,
αυτοτελής για κάθε χρονικό διάστημα, για το οποίο διατυπώνεται (βλ. ΣτΕ
129/2018, 237/2017, 122/2015, 3532/2013, 828/2012, 870/2011). Οι οριστικές γνωματεύσεις
των επιτροπών αυτών [είτε των πρωτοβάθμιων, που δεν έχουν προσβληθεί με
προσφυγή (ένσταση), σύμφωνα με τα άρθρα 28 παρ. 8 και 35 του Κ.Α., από τον
ασφαλισμένο ή από τα αρμόδια για τη χορήγηση παροχών κλάδου αναπηρίας,
ασφαλιστικά όργανα, είτε σε περίπτωση άσκησης προσφυγής, των δευτεροβάθμιων],
όταν εκδίδονται νομίμως και αιτιολογούνται επαρκώς, είναι δεσμευτικές για τα
ασφαλιστικά όργανα και για τα, κατά το άρθρο 7 του ν. 702/1977, επιλαμβανόμενα,
ακολούθως, τακτικά διοικητικά δικαστήρια, όσον αφορά στα ανωτέρω, ιατρικής
φύσης, ζητήματα (βλ. ΣτΕ επταμ.
29/2017, ΣτΕ 236/2016, 2786/2015, 3336/2012).
5. Επειδή, εξάλλου, στο
άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 997/1979 “Περί συστάσεως Ταμείου Επικουρικής Ασφαλίσεως
Μισθωτών κ.λ.π.” (Α΄ 287), οι διατάξεις του οποίου
εφαρμόζονται αντιστοίχως και στις πράξεις του Ε.Τ.Ε.Α. [σύμφωνα με τις
διατάξεις των άρθρων 36 παρ. 1 και 47 παρ. 1 του ν. 4052/2012 (Α΄41), σε
συνδυασμό με αυτές των άρθρων 6. παρ. 3 του ν. 3029/2002 (Α΄160) και 6 παρ. 5
του ν. 1358/ 1983 (Α΄64)], ορίζεται ότι “Ο ησφαλισμένος
παρά τω Ταμείω δικαιούται συντάξεως, λόγω αναπηρίας,
εάν μετά την έναρξιν λειτουργίας του Ταμείου έτυχε
συντάξεως λόγω αναπηρίας εκ του Ι.Κ.Α. ή ετέρου φορέως κυρίας ασφαλίσεως αυτού
...”. Περαιτέρω, στο άρθρο 6 του ίδιου νόμου, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ.
2 του άρθρου 17 του ν. 1539/1985 (Α΄64), ορίζεται ότι “Η κρίση του αρμόδιου,
για την αναγνώριση δικαιώματος σε σύνταξη αναπηρίας, οργάνου του ΙΚΑ ή άλλου
φορέα κύριας ασφάλισης, ως προς το βαθμό της αναπηρίας και τη χρονική της
διάρκεια είναι υποχρεωτική και για τα αρμόδια για την αναγνώριση δικαιώματος σε
σύνταξη από το ΙΚΑ-ΤΕΑΜ όργανά του Ι.Κ.Α.”, ενώ στο άρθρο 41 του ν. 4052/2012
(A΄ 41/1.3.2012) ορίζεται ότι “Οι ασφαλισμένοι του ΕΤΕΑ δικαιούνται σύνταξης,
εφόσον θεμελιώνουν αντίστοιχο δικαίωμα συνταξιοδότησης στον φορέα κύριας
ασφάλισής τους για την αυτή αιτία και έχουν συμπληρώσει τις απαιτούμενες
προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου που προβλέπει
η νομοθεσία του αντίστοιχου φορέα κύριας ασφάλισής τους, καθώς και η γενικότερη
νομοθεσία, όπως εκάστοτε ισχύουν. ...”. Από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων
συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης λόγω
αναπηρίας από τον Κλάδο Ι.Κ.Α. - Τ.Ε.Α.Μ. (μετέπειτα Ε.Τ.Ε.Α.Μ., Ε.Τ.Ε.Α. και
Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.) είναι να έχει προηγουμένως απονεμηθεί στον ασφαλισμένο κύρια
σύνταξη από το Ι.Κ.Α. -Ε.Τ.Α.Μ. ή άλλον φορέα κύριας ασφάλισης (πρβλ. ΣτΕ 2003/2014, 3836/2011, 2043/2009, 1691/2003 7μ.).
Τα δε αρμόδια όργανα για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης, η οποία έχει παρακολουθηματικό χαρακτήρα σε σχέση με την κύρια σύνταξη
αναπηρίας και τα δικαστήρια της ουσίας, αν η υπόθεση αχθεί ενώπιον τους,
δεσμεύονται ως προς το βαθμό αναπηρίας του ασφαλισμένου και τη διάρκειά της από
την κρίση των αρμοδίων οργάνων του φορέα κύριας ασφάλισης για τη χορήγηση ή μη
κύριας σύνταξης και δεν μπορούν να αποστούν από αυτήν
(βλ. ΣτΕ 1225/2012, 931/2012, 2940, 2716, 354/2009, 2169/2007).
6. Επειδή, στην προκειμένη
περίπτωση, από την επανεξέταση των στοιχείων του φακέλου της δικογραφίας,
προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο εκκαλών, ο οποίος γεννήθηκε στις ……………...1957,
πραγματοποίησε στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. 3.018 ημέρες εργασίας από τον
Φεβρουάριο του 1989 έως τον Ιούνιο του 2009, ασκώντας το επάγγελμα του
ηλεκτρολόγου. Κατά το χρονικό διάστημα από 26.9.2010 έως 30.9. 2012 του
χορηγήθηκε σύνταξη βαριάς αναπηρίας (ποσοστό 80%) από κοινή νόσο με την
……………/26.5.2011 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-
Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης λόγω του ότι, όπως διαπιστώθηκε από τα αρμόδια
υγειονομικά όργανα, πάσχει από “στεφανιαία νόσο-παλαιό έμφραγμα μυοκαρδίου-νόσο
δύο αγγείων-αγγειοπλαστική δύο αγγείων με τοποθέτηση πρόθεσης” (η
αγγειοπλαστική έγινε το 2010). Προκειμένου να κριθεί αίτημά του για την
παράταση χορήγησης της σύνταξης, παραπέμφθηκε στην Πρωτοβάθμια Υγειονομική
Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας της Νομαρχιακής Μονάδας
Υγείας Έδεσσας, η οποία με την ……………………/19.4.2013 γνωμάτευσή της αποφάνθηκε ότι
ο εκκαλών πάσχει από στεφανιαία νόσο, υποβληθείς σε επέμβαση αγγειοπλαστικής
τον Φεβρουάριο του 2010, και προσδιόρισε το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής
του βλάβης από την πάθηση αυτή σε 30% για το χρονικό διάστημα από 1.10.2012 έως
30.9.2014. Η ανωτέρω κρίση της Α.Υ.Ε. επικυρώθηκε με την ………………../10.3. 2014
γνωμάτευση της Δευτεροβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής του Κέντρου Πιστοποίησης
Αναπηρίας της Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας Κοζάνης. Κατόπιν τούτου, με τις
…………….και ……………./16.6.2014 αποφάσεις του Διευθυντή του ανωτέρω Υποκαταστήματος
του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. απορρίφθηκε το ως άνω αίτημα του εκκαλούντος λόγω έλλειψης
των νόμιμων προϋποθέσεων. Κατά των ανωτέρω αποφάσεων ο εκκαλών άσκησε την από
22.2.2018 προσφυγή, με την οποία ισχυρίστηκε ότι οι προαναφερόμενες
γνωματεύσεις των Υγειονομικών Επιτροπών δεν είναι νομίμως αιτιολογημένες, διότι
για το προγενέστερο χρονικό διάστημα (από 28.9.2010 έως 30.9.2012) είχαν κρίνει
ότι το ποσοστό αναπηρίας του ανερχόταν σε 80%, ότι δεν ελήφθησαν υπόψη οι
γνωματεύσεις των θεραπόντων ιατρών του, βάσει των οποίων του απαγορεύτηκε η
άσκηση οποιουδήποτε επαγγέλματος, ότι βρίσκεται υπό συνεχή φαρμακευτική αγωγή
λόγω της ισχαιμίας από την οποία πάσχει και ότι αδυνατεί να ασκήσει το
επάγγελμά του.
7. Επειδή, με την
εκκαλουμένη απόφαση, η ως άνω προσφυγή του εκκαλούντος, απορρίφθηκε ως αβάσιμη.
Ειδικότερα, με την εν λόγω απόφαση έγινε δεκτό ότι οι …………………./19.4.2013 και
…………………/10.3.2014 γνωματεύσεις των προαναφερόμενων Υγειονομικών Επιτροπών, τις
οποίες ο εκκαλών δεν αμφισβήτησε με ένσταση, είναι επαρκώς και, ως εκ τούτου, προσηκόντως
αιτιολογημένες, βρίσκουν έρεισμα δε στα ιατρικά έγγραφα του φακέλου, μεταξύ των
οποίων: α) το ενημερωτικό σημείωμα της Καρδιολογικής Κλινικής του Γενικού
Νοσοκομείου ………………, σύμφωνα με το οποίο ο προσφεύγων, μετά από εισαγωγή για
έναρξη φαρμακευτικής αγωγής, εξήλθε με βελτιωμένη την κατάσταση της υγείας του
και με οδηγίες για λήψη φαρμακευτικής αγωγής και τακτική παρακολούθηση χωρίς
την εμφάνιση επιπλοκών, β) την από 5.2.2010 εξέταση του αιμοδυναμικού
εργαστηρίου της “………………………………..”, σύμφωνα με την οποία, ο προσφεύγων στις
30.1.2010 έπασχε από δυσλιπιδαιμία, κατά τη νοσηλεία
του έγινε επέμβαση με OEM NSTEMI κάτω πλαγίου τοιχώματος, στεφανιαία νόσο δύο
αγγείων, με καλή συνολική λειτουργικότητα αριστερής κοιλίας και ότι
πραγματοποιήθηκε αγγειοπλαστική στη δεξιά στεφανιαία αρτηρία και τον πρόσθιο
κατιόντα κλάδο με τοποθέτηση ενδοστεφανιαίας πρόθεσης
και γ) την από 23.7. 2013 γνωμάτευση της Καρδιολογικής Κλινικής του Γενικού
Νοσοκομείου ………………., σύμφωνα με την οποία ο εκκαλών πάσχει από μικρού βαθμού
ανεπάρκεια μιτροειδούς βαλβίδας. Περαιτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, έλαβε
υπόψη ότι με την προσφυγή ο εκκαλών δεν προέβαλε ότι οι ανωτέρω Υγειονομικές
Επιτροπές δεν έλαβαν υπόψη ιατρικές βεβαιώσεις ή γνωματεύσεις ή άλλα έγγραφα
ιατρικού χαρακτήρα, τα οποία τυχόν προσκόμισε, ούτε ότι δεν εκτιμήθηκαν
προσηκόντως άλλες παθήσεις από τις οποίες αυτός έπασχε κατά το κρίσιμο χρονικό
διάστημα και έκρινε ότι παρίσταται αλυσιτελής η προσαύξηση ακόμα και με 17
ποσοστιαίες μονάδες του διαπιστωθέντος ποσοστού 30% ανατομοφυσιολογικής
βλάβης του εκκαλούντος, διότι και στην περίπτωση αυτή, το τελικό ποσοστό
αναπηρίας δεν θα ανερχόταν στο απαιτούμενο βάσει των κρίσιμων διατάξεων για τη
χορήγηση της αιτούμενης σύνταξης.
8. Επειδή, με την
κρινόμενη έφεση προβάλλεται ότι η κρίση της εκκαλούμενης απόφασης είναι
εσφαλμένη και δεν αιτιολογείται νομίμως, διότι δεν ελήφθη υπόψη από το
πρωτόδικο δικαστήριο ότι ο εκκαλών, εξαιρουμένου του επίδικου διαστήματος, κατά
το υπόλοιπο χρονικό διάστημα από 28.9.2010 μέχρι και 30.11.2020, κρίθηκε από
τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές, εξαιτίας της ίδιας νόσου (στεφανιαία
νόσος, αγγειοπλαστική κατόπιν του εμφράγματος 2010), σε ποσοστά αναπηρίας
μεγαλύτερα του 30%. Ειδικότερα, μετά το χρονικό διάστημα από
28.9.2010-30.9.2012, κατά το οποίο κρίθηκε βαριά ανάπηρος (80%) και έλαβε
σύνταξη βαριάς αναπηρίας, από 2.10.2014-30.10.2016 (αμέσως επόμενο του επίδικου
χρονικό διάστημα) κρίθηκε ανάπηρος σε ποσοστό 60%, από 1.11.2016-31.10.2018
κρίθηκε ανάπηρος σε ποσοστό 67% και από 29.11.2018-30.11.2020 κρίθηκε ανάπηρος
σε ποσοστό 75%.
9. Επειδή, όπως προκύπτει
από την …………………./11.12. 2014 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας
του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ-ΚΕΠΑ Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας ……………, ο εκκαλών κρίθηκε από την
Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή ανάπηρος σε ποσοστό 60% κατά ιατρική πρόβλεψη
από 2.10.2014-30.10.2016 από τις παθήσεις “1. Στεφανιαία νόσος-παλαιά τριπλή
αγγειοπλαστική-υπολειπόμενη ισχαιμία Α ΠΑ 50% 2. Παροξυσμική
Κολπική Μαρμαρυγή ΠΑ 10% 3. Εκφυλιστικές αλλοιώσεις-μεσοσπονδύλιες κήλες ΟΜΣΣ ΠΑ
10% Συνολικό ποσοστό 60%”. Βάσει δε της ανωτέρω γνωμάτευσης χορηγήθηκαν στον
εκκαλούντα, με τις ………. και …………………./17.2.2015 αποφάσεις του Διευθυντή του
Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του Ι.Κ.Α.Τ.Ε.Α.Μ. και του Ε.Τ.Ε.Α.
κύρια και επικουρική, αντιστοίχως, σύνταξη μερικής αναπηρίας από κοινή νόσο
(ποσοστό αναπηρίας 60%), ίση με το 1/2 της πλήρους, από 2.10.2014-31.10. 2016.
Ακολούθως, σύμφωνα με την ………………………./19.1.2017 γνωστοποίηση αποτελέσματος
πιστοποίησης αναπηρίας του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ-ΚΕΠΑ της ίδιας Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας ο
εκκαλών κρίθηκε από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή ανάπηρος σε ποσοστό
67% κατά ιατρική πρόβλεψη από 1.11.2016-31.10.2018 από τις παθήσεις “1.
Στεφανιαία νόσος έμφραγμα μυοκαρδίου-παλαιά αγγειοπλαστική (2010) με περιορισμένη
υπολειμματική ισχαιμία Α ΠΑ 50% 2. Σύνδρομο απνοιών
στον ύπνο υπό συσκευή- C-ΡΑΡ ΠΑ 25% 3. Παροξυσμική
Κολπική Μαρμαρυγή ΠΑ 10% Συνολικό ποσοστό 67%”. Βάσει της ανωτέρω γνωμάτευσης
χορηγήθηκαν στον εκκαλούντα, με τις 116 και 117/15.2.2017 αποφάσεις του
Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης του Ι.Κ.Α.Τ.Ε.Α.Μ. και
του Ε.Τ.Ε.Α. κύρια και επικουρική, αντιστοίχως, σύνταξη συνήθους αναπηρίας από
κοινή νόσο (ποσοστό αναπηρίας 67%), ίση με το 75% της πλήρους, από
1.11.2016-31.10.2018 (παράταση) και μετά μονίμως. Το Δικαστήριο, λαμβάνει υπόψη
ότι υφίσταται αυτοτέλεια της ασφαλιστικής κρίσης για κάθε κρίσιμο χρονικό
διάστημα. Ωστόσο, από τα ανωτέρω στοιχεία προκύπτει μεγάλη απόκλιση στις
κρίσεις των αρμόδιων Υγειονομικών Επιτροπών όσον αφορά το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής βλάβης που υπέστη ο εκκαλών αυτοτελώς
από τη στεφανιαία νόσο και την υπολειπόμενη ισχαιμία από την αγγειοπλαστική του
έτους 2010 κατά τα αμέσως επόμενα του επίδικου χρονικά διαστήματα από
2.10.2014-30.10.2016 και από 1.11.2016-31. 10.2018 (50%). Τα στοιχεία αυτά δεν
ελήφθησαν υπόψη από το πρωτόδικο δικαστήριο, αν και υπάρχουν στον διοικητικό
φάκελο. Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο να αναβάλει την
έκδοση οριστικής απόφασης και να αναπέµψει την
υπόθεση στη Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή του ΚΕΠΑ της Νομαρχιακής Μονάδας
Υγείας ……………………, που εξέδωσε την ………………../10.3.2014 γνωμάτευση, προκειµένου να γνωµατεύσει εκ
νέου αιτιολογηµένα, αφού επανεξετάσει όλα τα στοιχεία
του ιατρικού φακέλου του εκκαλούντος και τις προαναφερόμενες γνωματεύσεις της
Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ-ΚΕΠΑ της Νομαρχιακής Μονάδας
Υγείας ………………………, σχετικά με την ανατομοφυσιολογική
βλάβη που υπέστη ο εκκαλών από την προαναφερόμενη πάθηση, αιτιολογώντας
συγχρόνως την απόκλιση της κρίσης της σε σχέση με την κρίση της Πρωτοβάθμιας
Υγειονομικής Επιτροπής του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ-ΚΕΠΑ της Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας
…………………….., κατά τα αναφερόµενα ειδικότερα στο
διατακτικό.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Αναβάλλει την έκδοση
οριστικής απόφασης.
Αναπέµπει την
υπόθεση στη Δευτεροβάθµια Υγιειονοµική
Επιτροπή του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) της Νομαρχιακής Μονάδας
Υγείας ……………….. προκειµένου να γνωµατεύσει
αιτιολογηµένα για την επίδραση της διαπιστωθείσης από
αυτήν πάθησης του εκκαλούντος στην άσκηση του επαγγέλµατός
του και να προβεί στον καθορισµό του ποσοστού της
ασφαλιστικής αναπηρίας του κατά το χρονικό διάστημα από 1.10.2012-30.9.2014,
αφού λάβει υπόψη τα στοιχεία του ιατρικού του φακέλου και τις ……………./11.12.
2014 και ……………………./19.1.2017 γνωματεύσεις της Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής
Επιτροπής του Ι.Κ.Α-Ε.Τ.Α.Μ-ΚΕΠΑ της Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας Έδεσσας. Να
αιτιολογήσει δε ειδικά την απόκλιση που παρουσιάζει η κρίση της σε σχέση με την
κρίση τελευταίας αυτής Επιτροπής ως προ το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής
βλάβης που υπέστη ο εκκαλών κατά τα αμέσως επόμενα του κρισίμου χρονικά
διαστήματα από την ίδια νόσο (στεφανιαία νόσος, υπολειμματική ισχαιμία από την
αγγειοπλαστική στην οποία υποβλήθηκε το έτος 2010). Η σχετική γνωμάτευση πρέπει
να προσκομιστεί στη Γραμματεία του Δικαστηρίου μέσα σε προθεσμία πενήντα (50)
ημερών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης. Μετά την παρέλευση της
προθεσμίας αυτής η υπόθεση αυτή θα εισαχθεί προς νέα συζήτηση σε νέα δικάσιμο
που θα οριστεί αρμοδίως, με κλήτευση των διαδίκων.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε
στη Θεσσαλονίκη στις 24 Ιανουαρίου 2022, όπου και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη,
δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου στις 10 Μαρτίου 2022.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ