ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΣτΕ.Ολ 191/2022

 

Μεταβίβαση μετοχών ΕΥΑΘ ΑΕ - Αντισυνταγματικότητα ρύθμισης -.

 

Η μεταβίβαση, δυνάμει του ν. 4389/2016, από το Δημόσιο στην Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (ΕΕΣΥΠ ΑΕ) ποσοστού μεγαλύτερου του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης ΑΕ [ΕΥΑΘ ΑΕ], αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 Συντ. (Αντίθετη μειοψηφία). Το Δημόσιο, καίτοι είναι ο μοναδικός μέτοχος της ΕΕΣΥΠ ΑΕ, της μετόχου εφεξής της ΕΥΑΘ ΑΕ, δεν ασκεί έλεγχο επί του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ και δεν πληρούται, ως εκ τούτου, η συνταγματική προϋπόθεση σύμφωνα με την οποία είναι επιβεβλημένος ο έλεγχος της ΕΥΑΘ ΑΕ από το Ελληνικό Δημόσιο, όχι απλώς με την άσκηση εποπτείας επ’ αυτής, αλλά και δια του μετοχικού της κεφαλαίου· η ΕΕΣΥΠ ΑΕ, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου παρεμβαλλόμενο μεταξύ του Δημοσίου και της ΕΥΑΘ ΑΕ, επιδιώκει, προεχόντως, σκοπούς ταμειακούς και ταμιευτικούς, με τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας προσιδιάζοντα στην εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών.

 

 

Αριθμός 191/2022

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Νοεμβρίου 2020, με την εξής σύνθεση: Ε. Σάρπ, Πρόεδρος, Μ. Καραμανώφ, Μ.-Ε. Κωνσταντινίδου, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Αντωνόπουλος, Π. Καρλή, Α. Καλογεροπούλου, Ο. Ζύγουρα, Δ. Μακρής, Π. Μπραΐμη, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Β. Κίντζιου, Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου, Κ. Κονιδιτσιώτου, Α. Γαλενιανού-Χαλκιαδάκη, Α. Μίντζια, Χρ. Σιταρά, Μ. Τριπολιτσιώτη, Α. Σδράκα, Χρ. Λιάκουρας, Ιφ. Αργυράκη, Ν. Σκαρβέλης, Φρ. Γιαννακού, Ε. Σκούρα, Κ. Λαζαράκη, Δ. Βασιλειάδης, Σύμβουλοι, Μ. Αθανασοπούλου, Σ. Κωνσταντίνου, Ε. Τζιράκη, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Π. Μπραΐμη και Α. Σδράκα, καθώς και η Πάρεδρος Ε. Τζιράκη, μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελ. Γκίκα.

 

Α. Για να δικάσει την από 16 Μαρτίου 2018 αίτηση:

 

των: 1. Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας (ΠΕΔΚ), που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (26ης Οκτωβρίου 43), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αλέξανδρο Σαρηβαλάση (Α.Μ. 19555), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, κλπ (142 αιτ.),

 

κατά των: Α) Υπουργών: 1. Εσωτερικών, 2. Ανάπτυξης και Επενδύσεων, 3. Ψηφιακής Διακυβέρνησης, 4. Εθνικής ’μυνας, 5. Παιδείας και Θρησκευμάτων, 6. Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, 7. Δικαιοσύνης, 8. Οικονομικών, 9. Υγείας, 10. Πολιτισμού και Αθλητισμού, 11. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, 12. Υποδομών και Μεταφορών, 13. Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, 14. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι οποίοι παρέστησαν με τον Θεόδωρο Ράπτη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους και 15. Τουρισμού, ο οποίος παρέστη με τον Θεόδωρο Ψυχογυιό, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ο οποίος κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς του, και Β) Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, η οποία παρέστη με τον Θεόδωρο Ράπτη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,

 

και κατά της παρεμβαίνουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα (Βουλής 7), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Φίλιππο Σπυρόπουλο (Α.Μ. 7310), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

 

Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 1224/2020 αποφάσεως του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν: 1) η διαλαμβανόμενη στην παρ. 1 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94), ρύθμιση μεταβίβασης των μετοχών της δημόσιας επιχείρησης ΕΥΑΘ ΑΕ κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου προς την «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.», 2) η σιωπηρή διοικητική πράξη της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων διαπίστωσης μεταβίβασης των ως άνω μετοχών κυριότητας Ελληνικού Δημοσίου, καθώς και των σχετικών αποφάσεων του ΚΥΣΟΙΠ και του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες εκδόθηκαν σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 197 σε συνδυασμό με το άρθρο 209 του ν. 4389/2016 και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

 

Β. Για να δικάσει την από 29 Μαρτίου 2018 αίτηση:

 

των: 1. Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας (ΠΕΔΚ), που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (26ης Οκτωβρίου 43), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Αλέξανδρο Σαρηβαλάση (Α.Μ. 19555), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,κλπ (142 αιτ),

 

κατά των: Α) Υπουργών: 1. Εσωτερικών, 2. Ανάπτυξης και Επενδύσεων, 3. Ψηφιακής Διακυβέρνησης, 4. Εθνικής ’μυνας, 5. Παιδείας και Θρησκευμάτων, 6. Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, 7. Δικαιοσύνης, 8. Οικονομικών, 9. Υγείας, 10. Πολιτισμού και Αθλητισμού, 11. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, 12. Υποδομών και Μεταφορών, 13. Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, 14. Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και 15. Τουρισμού και Β) Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, οι οποίοι παρέστησαν με τον Θεόδωρο Ράπτη, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους,

 

και κατά της παρεμβαίνουσας ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα (Βουλής 7), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Φίλιππο Σπυρόπουλο (Α.Μ. 7310), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

 

Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 1224/2020 αποφάσεως του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση.

 

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν: 1) η από 20.3.2018 πράξη του Υπουργού Οικονομικών με την οποία ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση των μετοχών του Ελληνικού Δημοσίου στην Ε.Υ.Α.Θ. Α.Ε. προς την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.», 2) η σιωπηρή διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Οικονομικών με την οποία διαπιστώθηκε μεταβίβαση των μετοχών του Ελληνικού Δημοσίου στην ΕΥΑΘ προς την «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ», 3) η υπ’ αριθμ. 263/21.2.2018 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Β΄ 614), καθ’ ο μέρος προβλέπει αναδρομική ισχύ των διατάξεων της από 1.1.2018 και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέση εισηγήσεως, από την εισηγήτρια, Σύμβουλο Ο. Παπαδοπούλου.

 

Α. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της πρώτης αιτούσας Ένωσης και την 142η αιτούσα ως δικηγόρο και ως πληρεξούσια των λοιπών αιτούντων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας εταιρείας και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών, που εμφανίσθηκαν, και της Διυπουργικής Επιτροπής, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Β. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της πρώτης αιτούσας Ένωσης και την 142η αιτούσα ως δικηγόρο και ως πληρεξούσια των λοιπών αιτούντων, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας εταιρείας και τον αντιπρόσωπο των Υπουργών και της Διυπουργικής Επιτροπής, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε στις 12.2.2021 και 19.2.2021 σε διάσκεψη εξ αποστάσεως, με τη χρήση υπηρεσιακών τεχνολογικών μέσων, και στις 18.6.2021 σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

 

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

 

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

 

1. Επειδή, λόγω επιγενόμενου κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (Α΄ 241), της Συμβούλου Β. Κίντζιου, η οποία είχε μετάσχει στις διασκέψεις της 12.2.2021 και της 19.2.2021 ως τακτικό μέλος της σύνθεσης που δίκασε τις συνεκδικασθείσες, κατά τα εκτιθέμενα κατωτέρω, δύο υποθέσεις, έλαβε μέρος αντ’ αυτής στην διάσκεψη της 18.6.2021, κατά την οποία κρίθηκαν τα αναφερόμενα στις σκέψεις 37 και επ. ζητήματα, ως τακτικό μέλος, η Σύμβουλος Π. Μπραΐμη, η οποία είχε ορισθεί αναπληρωματικό μέλος (βλ. το 65/18.6.2021 πρακτικό διασκέψεως) (πρβλ. ΣτΕ 1889/2019 Ολομ).

 

2. Επειδή, για την άσκηση των υπό κρίση αιτήσεων καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό πληρωμής . για την πρώτη αίτηση και ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό πληρωμής .για την δεύτερη αίτηση).

 

3. Επειδή, όπως εκτίθεται κατωτέρω, με το άρθρο 197 του ν. 4389/2016, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 380 παρ. 9 του ν. 4512/2018, το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στην δημόσια επιχείρηση “Εταιρεία Υδρεύσεως και Αποχετεύσεως Θεσσαλονίκης ΑΕ” [ΕΥΑΘ ΑΕ] μεταβιβάσθηκε, από 1.1.2018, στην “Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ” [ΕΕΣΥΠ], ορίσθηκε δε ότι πραγματοποιούνται όλες οι απαιτούμενες ενέργειες “για την ολοκλήρωση των καταχωρίσεων” της μεταβίβασης αυτής. Ακολούθησε η από 20.3.2018 αίτηση, που υπογράφεται από τον Υπουργό Οικονομικών, ως εκπρόσωπο του μεταβιβάζοντος Ελληνικού Δημοσίου, και συνυπογράφεται από εκπρόσωπο της προς ην η μεταβίβαση ΕΕΣΥΠ ΑΕ, για την καταχώριση στο Σύστημα ’υλων Τίτλων της ανωτέρω εξωχρηματιστηριακής μεταβίβασης 18.159.001 μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ από το Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ. Με την ΜΑΔΚΑΕΣ . ΕΞ ./20.3.2018 πράξη του Προϊσταμένου της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων, Διαχείρισης Κινητών Αξιών και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού του Υπουργείου Οικονομικών, η ανωτέρω αίτηση διαβιβάσθηκε στη “Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος ΑΕ” [ΕΤΕ ΑΕ] και κοινοποιήθηκε στα νομικά πρόσωπα “Ελληνικά Χρηματιστήρια ΑΕ”, ΕΕΣΥΠ ΑΕ και ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ. Στη συνέχεια δε η ΕΤΕ ΑΕ υπέβαλε την σχετική “αίτηση διενέργειας κινήσεων στο Σύστημα ’υλων Τίτλων του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών”. Περαιτέρω, με την ΜΑΔΚΑΕΣ . ΕΞ ./20.3.2018 πράξη του Προϊσταμένου της ίδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών, διαβιβάσθηκε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην ΕΥΑΘ ΑΕ και κοινοποιήθηκε στα νομικά πρόσωπα ΕΕΣΥΠ ΑΕ και ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ, το προβλεπόμενο στις διατάξεις των άρθρων 9 επ. του ν. 3556/2007 [βλ. κατωτέρω] έντυπο γνωστοποίησης σημαντικών μεταβολών, ενόψει της ανωτέρω μεταβίβασης μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στην ΕΕΣΥΠ. Με την πρώτη από τις υπό κρίση αιτήσεις ζητείται η ακύρωση: (α) της μεταβίβασης προς την ΕΕΣΥΠ ΑΕ των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στην δημόσια επιχείρηση ΕΥΑΘ ΑΕ, μεταβίβαση, η οποία κατά τους αιτούντες αποτελεί ατομική ρύθμιση, διαλαμβανόμενη στην παράγραφο 1 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016, (β) της σιωπηρής πράξης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, με την οποία, κατά τους αιτούντες, διαπιστώθηκε η μεταβίβαση των ως άνω μετοχών, καθώς και των σχετικών αποφάσεων του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής [ΚΥΣΟΠ] και του Υπουργού Οικονομικών, οι οποίες, όπως ισχυρίζονται οι αιτούντες, εκδόθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 197 παρ. 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 209 του ν. 4389/2016, και (γ) κάθε συναφούς ρητής ή σιωπηρής διοικητικής πράξης. Με την δεύτερη αίτηση, ζητείται η ακύρωση: (α) της από 20.3.2018 πράξης του Υπουργού Οικονομικών, με την οποία ολοκληρώθηκε η μεταβίβαση, διά εξωχρηματιστηριακής συναλλαγής, των μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ, κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου, προς την ΕΕΣΥΠ, καθώς και της συνακόλουθης καταχώρισης της ως άνω μεταβολής στο Σύστημα ’υλων Τίτλων, (β) της σιωπηρής διοικητικής πράξης του Υπουργού Οικονομικών με την οποία διαπιστώθηκε η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016 μεταβίβαση των ανωτέρω μετοχών του Ελληνικού Δημοσίου, (γ) της 263/21.2.2018 απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Β΄ 614/22.2.2018) και (δ) κάθε συναφούς ρητής ή σιωπηρής διοικητικής πράξης.

 

4. Επειδή, με την 1224/2020 απόφαση του Δ΄ Τμήματος συνεκδικάσθηκαν οι ανωτέρω δύο αιτήσεις και καταργήθηκε η δίκη, σύμφωνα με το άρθρο 30 παρ. 1 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), ως προς ορισμένους από τους αιτούντες, συγκεκριμένα δε ως προς τους αιτούντες 4η, 5ο, 6η, 7ο, 13ο, 15ο, 16ο, 17η, 20ό, 21ο, 22ο, 23ο, 25ο, 27ο, 29ο, 31ο, 33ο, 35ο, 38ο, 39ο, 41ο, 42ο, 43ο, 44ο, 45ο, 50ό, 51η, 53ο, 55ο, 57η, 58η, 62ο, 63ο, 67ο, 68ο, 70ό, 71ο, 72ο, 73ο, 75ο, 76ο, 82ο, 84ο, 86ο, 88η, 89ο, 92ο, 94ο, 96ο, 97ο, 98η, 103ο, 104ο, 108ο, 113ο, 114ο, 115η, 117ο, 121η, 123ο, 124ο, 125ο, 129ο, 130ο, 131ο, 134ο και 136ο, οι οποίοι παραιτήθηκαν από το δικόγραφο των αιτήσεων ακυρώσεως, με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους στο ακροατήριο. Με την ίδια απόφαση, η υπόθεση παραπέμφθηκε κατά τα λοιπά στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, ενόψει του ζητήματος της συνταγματικότητας των διατάξεων του προαναφερθέντος ν. 4389/2016 και λόγω της σπουδαιότητάς της.

 

5. Επειδή, με έννομο συμφέρον και εν γένει παραδεκτώς παρεμβαίνει, υπέρ του κύρους των προσβαλλομένων, η “Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ”, στην οποία μεταβιβάζεται το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου επί της δημόσιας επιχείρησης ΕΥΑΘ ΑΕ (πρβλ. ΣτΕ 1906/2014 Ολομ).

 

6. Επειδή, οι κρινόμενες αιτήσεις είναι συναφείς και πρέπει να συνεκδικασθούν.

 

7. Επειδή, κατά τα άρθρα 95 παρ. 1 στοιχείο α΄ του Συντάγματος και 45 παρ. 1 του π.δ. 18/1989, η αίτηση ακυρώσεως ασκείται κατά των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Το Σύνταγμα, προβλέποντας με την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 95 παρ. 1 στοιχείο α΄ τον ακυρωτικό έλεγχο των πράξεων των διοικητικών αρχών μέσω του ενδίκου βοηθήματος της αίτησης ακυρώσεως, αποκλείει την άσκηση αίτησης ακυρώσεως κατά των πράξεων της νομοθετικής λειτουργίας. Ο αποκλεισμός του ακυρωτικού ελέγχου των πράξεων της νομοθετικής λειτουργίας ισχύει και στην περίπτωση του τυπικού απλώς νόμου, δηλαδή στην περίπτωση κατά την οποία ο νόμος δεν θεσπίζει γενικούς κανόνες δικαίου, αλλά εισάγει ατομικές ρυθμίσεις, μη κωλυόμενος σε τούτο από το Σύνταγμα. Ακόμα δε και όταν η εκ του νόμου ατομική ρύθμιση έννομης σχέσης ή κατάστασης είναι εξαντλητική και δεν καταλείπεται στην εκτελεστική λειτουργία αρμοδιότητα για την έκδοση εκτελεστών διοικητικών πράξεων, ο ακυρωτικός δικαστής, τηρώντας τον κανόνα του άρθρου 95 παρ. 1 στοιχείο α΄ του Συντάγματος, αδυνατεί να ελέγξει ευθέως την, υπό μορφή τυπικού νόμου, ατομική ρύθμιση. Δύναται, όμως, στην περίπτωση αυτή, ενόψει των οριζομένων στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει το ατομικό δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας, εκδήλωση της οποίας είναι και ο κατά το άρθρο 95 παρ. 1 στοιχείο α΄ του Συντάγματος ακυρωτικός έλεγχος, να δέχεται ως προσβλητή ενώπιόν του κάθε πράξη οργάνου της Διοίκησης η οποία εκδίδεται προς εκτέλεση των οριζομένων στον νόμο, έστω και αν η έκδοσή της δεν προβλέπεται ρητώς σε αυτόν. Τούτο δε διότι, άλλως, ο θιγόμενος από την ατομική ρύθμιση του νόμου και μη δυνάμενος να ζητήσει ευθέως την ακύρωσή της θα εστερείτο του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, η δε, κατά το Σύνταγμα, εξουσία του νομοθέτη να θεσπίζει ατομικές ρυθμίσεις δεν παρέχεται ανεξαρτήτως των συνεπειών που μπορεί να έχει στην πραγμάτωση των συνταγματικών επιταγών και, επομένως, δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη στέρηση του δικαιώματος για παροχή δικαστικής προστασίας. Πάντως, δεν υφίσταται στέρηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας των θιγομένων από ατομικές ρυθμίσεις νόμου και μη δυναμένων να ζητήσουν ευθέως την ακύρωσή τους, αν ο νόμος, πέραν των ατομικών αυτών ρυθμίσεων, προβλέπει την έκδοση συναφών προς τις ρυθμίσεις αυτές εκτελεστών διοικητικών πράξεων, των οποίων οι θιγόμενοι δύνανται να ζητήσουν παραδεκτώς την ακύρωση και μέσω της προσβολής των οποίων μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως η προς το Σύνταγμα και τους υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες δικαίου συμφωνία των ατομικών ρυθμίσεων του νόμου (ΣτΕ Ολομ. 870-73/2018, 704/2018, 215/2016, 3976/2009).

 

8. Επειδή, με την πρώτη από τις κρινόμενες αιτήσεις απαραδέκτως ζητείται η ακύρωση της προβλεπόμενης στην παράγραφο 1 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016 μεταβίβασης των μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ, που ανήκουν στο Ελληνικό Δημόσιο, από το Ελληνικό Δημόσιο προς την ΕΕΣΥΠ ΑΕ, καθόσον, σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο ακυρωτικός δικαστής αδυνατεί να ελέγξει ευθέως, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 95 παρ. 1 του Συντάγματος, την υπό μορφή τυπικού νόμου ρύθμιση, έστω και αν έχει ατομικό χαρακτήρα. Περαιτέρω, δεν προβλέπεται, ούτε στον ως άνω νόμο ούτε σε άλλη διάταξη, η έκδοση πράξης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων ή του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής και του Υπουργού Οικονομικών με αντικείμενο τη διαπίστωση της επίδικης μεταβίβασης, οι δε διατάξεις των άρθρων 197 παρ. 2 και 209 του ν. 4389/2016, τις οποίες επικαλούνται οι αιτούντες ως έρεισμα της αρμοδιότητας των ανωτέρω οργάνων, ρυθμίζουν διαφορετικά ζητήματα, και συγκεκριμένα την δυνατότητα μεταφοράς στην ΕΕΣΥΠ και άλλων δημοσίων επιχειρήσεων, στο μέλλον. Κατά συνέπεια, η πρώτη αίτηση ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί, ως απαράδεκτη.

 

9. Επειδή, με τον ν. 2396/1996 (Α΄ 73) εισήχθη στο ελληνικό δίκαιο ο θεσμός των άυλων τίτλων και ανατέθηκε στην εταιρεία “Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών” [ΚΑΑ] [Ανώνυμη Εταιρεία Αποθετηρίων Τίτλων, συσταθείσα δυνάμει του άρθρου 33α του ν. 1806/1988 (Α΄ 207), όπως το άρθρο αυτό προστέθηκε με το άρθρο 56 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101)] η τήρηση του μητρώου για την καταχώριση και παρακολούθηση των κινητών αξιών που κατέχουν οι επενδυτές. Κατά τον νόμο αυτό: Στο Σύστημα ’υλων Τίτλων [ΣΑΤ] καταχωρίζονται υποχρεωτικώς, με λογιστικές εγγραφές, οι άυλες αξίες που εισάγονται προς διαπραγμάτευση στο Χρηματιστήριο Αθηνών, καθώς και όλες οι σχετικές μεταβολές, είναι δε το ΚΑΑ ο μόνος φορέας που πιστοποιεί την ιδιότητα του μετόχου έναντι του εκδότη και εκδίδει τις σχετικές βεβαιώσεις [βλ. άρθρα 39 επ. του ν. 2396/1996, όπως μεταγενεστέρως τροποποιήθηκαν, ιδίως με το άρθρο 107 ν. 2533/1997 (Α΄ 228) και το άρθρο 19 ν. 2733/199 (Α΄ 155)]. Κατά τον ν. 3756/2009 (Α΄ 53), διαχειριστής του ΣΑΤ, στο οποίο καταχωρίζονται, σε λογιστική μορφή, κινητές αξίες, είναι η εταιρεία “Ελληνικά Χρηματιστήρια ΑΕ” [ΕΧΑΕ], που ενεργεί υπό την ιδιότητα του διαχειριστή του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών [άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3756/2009, άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 4141/2013 (Α΄ 81), με το οποίο συμπληρώθηκε η ανωτέρω παράγραφος του άρθρου 1, και άρθρο 83 παρ. 4 και 5 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195)]. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς [ΕΚ] καταρτίζεται ο Κανονισμός Λειτουργίας του Συστήματος [άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3756/2009], η παράβαση δε των διατάξεων του Κανονισμού Λειτουργίας του ΣΑΤ δύναται να επισύρει την επιβολή κυρώσεων από την ΕΚ [άρθρο 7 του ν. 3756/2009]. Περαιτέρω, στο άρθρο 46 του Κανονισμού Λειτουργίας του ΣΑΤ, ο οποίος εγκρίθηκε με την 3/304/2004 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Β΄ 901) και ίσχυε κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης για την καταχώριση στο Σύστημα της ανωτέρω εξωχρηματιστηριακής μεταβίβασης των μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ, από το Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ, ρυθμίζονται ζητήματα σχετικά με την καταχώριση στο ΣΑΤ εξωχρηματιστηριακών μεταβιβάσεων αξιών, ορίζεται δε ότι για την καταχώριση αυτή απαιτείται, μεταξύ άλλων, αίτηση μεταφοράς των μεταβιβασθεισών αξιών από τον λογαριασμό του μεταβιβάζοντος στον λογαριασμό του αποκτώντος, υπογραφόμενη από αμφότερους τους συμβαλλομένους. Εξ άλλου, με τα άρθρα 9-11 του ν. 3556/2007 (Α΄ 91) καθιερώνεται η υποχρέωση ενημέρωσης του εκδότη άυλων αξιών, σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης σημαντικών συμμετοχών, απόκτησης ή διάθεσης ή άσκησης σημαντικών ποσοστών δικαιωμάτων ψήφου, καθώς και σε περίπτωση απόκτησης ή διάθεσης χρηματοπιστωτικών μέσων, στα οποία περιλαμβάνονται οι κινητές αξίες. Σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 του ιδίου νόμου, “Η ενημέρωση βάσει των άρθρων 9 και 10 περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες: (α) το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχεται ως αποτέλεσμα της απόκτησης ή διάθεσης, (β) την αλυσίδα των ελεγχόμενων επιχειρήσεων μέσω των οποίων κατέχονται στην ουσία τα δικαιώματα ψήφου, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, (γ) την ημερομηνία κατά την οποία το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου έφθασε, υπερέβη ή κατήλθε των ορίων των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 9, και (δ) την ταυτότητα του μετόχου, έστω και αν ο ίδιος δεν δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα ψήφου σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 10, καθώς και του προσώπου που δικαιούται να ασκήσει δικαιώματα ψήφου για λογαριασμό του εν λόγω μετόχου”· η ενημέρωση του εκδότη πραγματοποιείται εντός σύντομου διαστήματος, προκειμένου αυτός, ακολούθως, να δημοσιοποιήσει τις σχετικές πληροφορίες (βλ. παρ. 2 και 3 του αυτού άρθρου).

 

10. Επειδή, η δυνάμει του ν. 4389/2016 μεταβίβαση των μετοχών της δημόσιας επιχείρησης ΕΥΑΘ ΑΕ, τις οποίες κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο, προς την συσταθείσα με τον νόμο αυτό “Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ” διενεργείται προς εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος και κατ’ εφαρμογή διατάξεων δημοσίου δικαίου [βλ. επόμενες σκέψεις]. Περαιτέρω, η μεταβίβαση των μετοχών αυτών στην ΕΕΣΥΠ επέρχεται μεν, κατά το άρθρο 197 παρ. 1 του νόμου αυτού, αυτοδικαίως από την 1.1.2018, χωρίς να προβλέπεται ως προϋπόθεση για τη μεταβίβαση η έκδοση διοικητικής πράξης, ορίζεται, όμως, ρητώς στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν “όλες οι ενέργειες που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των καταχωρίσεων της μεταβίβασης”. Περιλαμβάνεται δε στις απαιτούμενες ενέργειες, επί εταιρειών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών όπως η ΕΥΑΘ ΑΕ, “η καταχώριση της σχετικής μεταφοράς στο Σύστημα ’υλων Τίτλων”, κατά τον Κανονισμό Λειτουργίας του Συστήματος, καθώς και η ενημέρωση του εκδότη για τις επελθούσες μεταβολές στα κατεχόμενα ποσοστά του μετοχικού κεφαλαίου και στα δικαιώματα ψήφου, κατά τον ν. 3556/2007 [βλ. ανωτέρω]. Κατά συνέπεια, ενόψει και όσων έγιναν δεκτά στη σκέψη 7, παραδεκτώς προσβάλλονται με την δεύτερη αίτηση ακυρώσεως, καθ’ ερμηνεία του δικογράφου [βλ. και το από 19.11.2018 υπόμνημα των αιτούντων], οι ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 και ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 πράξεις του Προϊσταμένου της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων, Διαχείρισης Κινητών Αξιών και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού του Υπουργείου Οικονομικών, με τις οποίες, αντιστοίχως, κατά τα ήδη εκτεθέντα, έγιναν οι αναγκαίες ενέργειες για την καταχώριση στο ΣΑΤ της μεταβίβασης των μετοχών της ΕΥΑΘ στην ΕΕΣΥΠ και για τη συμμόρφωση προς την υποχρέωση γνωστοποίησης της μεταβολής αυτής στο πρόσωπο του μετόχου της εν λόγω εταιρείας.

 

11. Επειδή, με την επίσης προσβαλλόμενη 263/21.2.2018 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων ανακαλούνται εν μέρει από 1.1.2018, ήτοι από την έναρξη ισχύος του άρθρου 380 παρ. 9 ν. 4512/2018 με το οποίο μεταβιβάζονται αυτοδικαίως στην ΕΕΣΥΠ οι μετοχές κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις δημόσιες επιχειρήσεις [βλ. κατωτέρω], οι προγενέστερες 195/2011 και 206/2012 αποφάσεις της αυτής Διυπουργικής Επιτροπής και επαναμεταβιβάζονται από το ΤΑΙΠΕΔ στο Δημόσιο 14.520.000 και 3.630.001 μετοχές, αντιστοίχως, της ΕΥΑΘ ΑΕ. Η προσβαλλόμενη απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής επικαλείται στο προοίμιο, μεταξύ άλλων: (α) τις διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152) περί ΤΑΙΠΕΔ, (β) τον ν. 4336/2015 (Α΄ 94), με τον οποίο κυρώθηκε το σχέδιο Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, που αποτελεί το “Μνημόνιο Συνεννόησης για τριετές πρόγραμμα του ΕΜΣ” [“Μνημόνιο ΙΙΙ”] [παρ. Γ άρθρου 3], και “ειδικότερα τα οριζόμενα στην παράγραφο Γ περ. 4.4.” για την “Ιδιωτικοποίηση [που] μπορεί να συμβάλει στο να καταστεί αποδοτικότερη η οικονομία και να μειωθεί το δημόσιο χρέος” [βλ. κατωτέρω], (γ) “[τ]ο από 20.12.2017 Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αξιοποίησης (Asset Development Plan) του ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ, όπως δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του ΤΑΙΠΕΔ και ειδικότερα το σημείο 15 του εν λόγω Επιχειρησιακού Προγράμματος”, (δ) “[τ]ο γεγονός ότι [όπως προκύπτει από το προαναφερθέν Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αξιοποίησης] ... το ΤΑΙΠΕΔ θα προβεί σε πώληση του 24% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ ΑΕ και ... από το πνεύμα της [απόφασης ΣτΕ 1906/2014 της Ολομελείας] ... προκύπτει ότι το Ελληνικό Δημόσιο είναι σκόπιμο να μην αποξενωθεί από την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ”, καθώς και (ε) “[τ]ην από 21.2.2018 εισήγηση του Υπουργού Οικονομικών” [βλ. αντιστοίχως στοιχεία 1, 7, 8, 17 και 19 του προοιμίου]. Η απόφαση αυτή περί μεταβίβασης από την ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ στο Δημόσιο μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ εκδόθηκε, όπως προκύπτει από τα οριζόμενα στον ν. 4336/2015 και το ανωτέρω περιεχόμενό της, προκειμένου το μεταβιβαζόμενο, δυνάμει των επίμαχων ρυθμίσεων του ν. 4389/2016, στην ΕΕΣΥΠ ποσοστό του Δημοσίου να ανέρχεται στο 74,02% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ ΑΕ. Αποτελεί δε εκτελεστή διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ 1906/2014 Ολομ) και, ενόψει του ερείσματος και του περιεχομένου της, παραδεκτώς προσβάλλεται από τους αιτούντες που αμφισβητούν τη συνταγματικότητα της μεταβίβασης των μετοχών της ανωτέρω δημόσιας επιχείρησης στην ΕΕΣΥΠ.

 

12. Επειδή, το δεύτερο αιτούν σωματείο, το οποίο έχει χαρακτήρα συνδικαλιστικής οργάνωσης και νόμιμο σκοπό [σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 1264/1982 (Α΄ 79) και το καταστατικό του] τη συνδικαλιστική δράση για τη διατήρηση και βελτίωση των συνθηκών εργασίας και την εν γένει προστασία των εργασιακών συμφερόντων των μελών του, προβάλλει ότι με τις επίμαχες ρυθμίσεις του ν. 4389/2016 για τη μεταβίβαση από το Ελληνικό Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ ΑΕ των μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ, που αποτελούν το έρεισμα των προσβαλλομένων με την δεύτερη αίτηση ακυρώσεως πράξεων, το Δημόσιο αποξενώνεται, λόγω του χαρακτήρα της ΕΕΣΥΠ, από τον έλεγχο της δημόσιας αυτής επιχείρησης, κατά παράβαση του Συντάγματος. Προς θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός του προβάλλει, περαιτέρω, ότι εκ των καταστατικών του σκοπών επιδιώκει τη διατήρηση του καθεστώτος της ΕΥΑΘ ως δημόσιας επιχείρησης υπό τον πραγματικό και νομικό έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου, ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις επηρεάζουν δυσμενώς τις εργασιακές σχέσεις των μελών του με την ΕΥΑΘ ΑΕ και ότι, δυνάμει των επίδικων ρυθμίσεων, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων αποκλείονται από τη διοίκηση της εταιρείας. Ενόψει του ως άνω καταστατικού σκοπού του και της προβαλλόμενης βλάβης, το αιτούν σωματείο με έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση προς διατήρηση του χαρακτήρα της ΕΥΑΘ ΑΕ ως δημοσίας επιχείρησης, χαρακτήρας ο οποίος, κατά τους ισχυρισμούς του, μεταβάλλεται με την αποξένωση του Ελληνικού Δημοσίου από την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας. Μειοψήφησε ο Σύμβουλος Χρ. Λιάκουρας, ο οποίος διατύπωσε την ακόλουθη γνώμη: Οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν συνεπάγονται άμεση μεταβολή στις εργασιακές σχέσεις των μελών του αιτούντος σωματείου με την ΕΥΑΘ Α.Ε., η οποία είχε ήδη τεθεί εκτός του ευρύτερου δημόσιου τομέα δυνάμει του ν. 3429/2005 για τις δημόσιες επιχειρήσεις, ως ανώνυμη εταιρεία εισηγμένη σε οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά. Από το προσκομισθέν, εξ άλλου, καταστατικό του αιτούντος σωματείου δεν προκύπτει η ύπαρξη σκοπού συνισταμένου στην προάσπιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της εταιρείας. Υπό τα δεδομένα αυτά, η κρινόμενη αίτηση ασκείται άνευ εννόμου συμφέροντος από το δεύτερο αιτούν σωματείο και θα έπρεπε, ως προς αυτό, να απορριφθεί ως απαράδεκτη (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 1909/2014).

 

13. Επειδή, όλοι οι λοιποί αιτούντες προς θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός τους επικαλούνται την ιδιότητα του χρήστη των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης που παρέχει η ΕΥΑΘ ΑΕ, ισχυρίζονται δε ότι με τις επίμαχες ρυθμίσεις, που έχουν ως αποτέλεσμα την αποξένωση του Ελληνικού Δημοσίου από το μετοχικό κεφάλαιο της δημόσιας αυτής επιχείρησης, τίθεται σε κίνδυνο η προς αυτούς παροχή υπηρεσιών κοινής ωφελείας, απολύτως αναγκαίων για την ικανοποίηση των βιοτικών τους αναγκών. Ενόψει τούτων, οι ως άνω αιτούντες, οι οποίοι προσκόμισαν στοιχεία αποδεικτικά της ιδιότητάς τους ως χρηστών των υπηρεσιών που παρέχει η ΕΥΑΘ ΑΕ, με έννομο συμφέρον ασκούν την κρινόμενη αίτηση (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 1906/2014).

 

14. Επειδή, οι αιτούντες παραδεκτώς ομοδικούν.

 

15. Επειδή, με τον α.ν. 1563/1939 (Α΄ 15) συνεστήθη ν.π.δ.δ. με την επωνυμία “Οργανισμός Υδρεύσεως Θεσσαλονίκης” [ΟΥΘ], με σκοπό τη διοίκηση και διαχείρηση “ιδίας περιουσίας, ήτις ... διατίθεται αποκλειστικώς και μόνον δια την εν γένει συντήρησιν, βελτίωσιν, ανακαίνισιν, επέκτασιν και εκμετάλλευσιν του υφισταμένου ή τυχόν επεκταθησομένου δικτύου και των συναφών αυτώ εγκαταστάσεων υδρεύσεως της πόλεως Θεσσαλονίκης και των εν τοις πέριξ συνοικισμών”. Εξ άλλου, με το ν.δ. 787/1970 (Α΄ 292) συνεστήθη ν.π.δ.δ. με την επωνυμία “Οργανισμός Αποχετεύσεως Θεσσαλονίκης” [ΟΑΘ], με σκοπό την κατασκευή, συντήρηση, διοίκηση, λειτουργία και εκμετάλλευση του δικτύου αποχετεύσεως ακαθάρτων και ομβρίων υδάτων. Με τα π.δ. 156/1997 (Α΄ 132) και 157/1997 (Α΄ 133), τα οποία εκδόθηκαν δυνάμει του ν. 2414/1996 (Α΄ 135), οι ως άνω ΟΥΘ και ΟΑΘ μετατράπηκαν σε ανώνυμες εταιρείες και με το άρθρο 20 του ν. 2651/1998 (Α΄ 248) οι εταιρείες “Οργανισμός Ύδρευσης Θεσσαλονίκης ΑΕ” και “Οργανισμός Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης ΑΕ” συγχωνεύθηκαν και συνεστήθη η “Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης ΑΕ” [ΕΥΑΘ ΑΕ], ανήκουσα εξ ολοκλήρου στο Ελληνικό Δημόσιο και λειτουργούσα προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος [παρ. 1]. Με το ίδιο άρθρο εγκρίθηκε το Καταστατικό της εταιρείας [παρ. 2], ορίσθηκε δε ότι σκοπός της είναι η ύδρευση, αποχέτευση και αντιπλημμυρική προστασία της περιοχής αρμοδιότητάς της, η παροχή ομοίων ή συναφούς φύσεως υπηρεσιών και πέραν των ορίων της περιοχής αυτής, “καθώς και κάθε άλλη συναφής εργασία, στο πλαίσιο της διαχείρισης του πλήρους κύκλου εκμετάλλευσης του νερού, από το σύστημα υδροφορίας μέχρι του αποδέκτη των προϊόντων χρήσης του”. Η εταιρεία, διάρκειας 99 ετών, τελούσε υπό τον πλήρη έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου, καθόσον το Δημόσιο: (α) ήταν ο μοναδικός μέτοχος αυτής, (β) όριζε, αμέσως ή εμμέσως, οκτώ εκ των ένδεκα μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, οργάνου διοίκησης της εταιρείας που καταρτίζει το Στρατηγικό και Επιχειρησιακό Σχέδιο, και (γ) επόπτευε τη δράση της εταιρείας δια των οικείων Υπουργών. Ακολούθησε ο ν. 2937/2001 (Α΄ 169). Κατά το άρθρο 18 του νόμου αυτού: Η ΕΥΑΘ ΑΕ διέπεται εφεξής από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 (Α΄ 37), του άρθρου 22 του ν. 2733/1999 (Α΄ 155) και, συμπληρωματικά, από τα προαναφερθέντα νομοθετήματα [α.ν. 1563/1939, ν.δ. 787/1970, π.δ. 156/1997 και 157/1997], τελεί δε υπό την εποπτεία του αρμοδίων Υπουργών. Στους σκοπούς της περιλαμβάνονται: “(α) Η παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, η μελέτη, κατασκευή, εγκατάσταση, λειτουργία, εκμετάλλευση, διαχείριση, επέκταση και ανανέωση συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης. Στις δραστηριότητες και τα έργα αυτά συμπεριλαμβάνονται η άντληση, αφαλάτωση, επεξεργασία, αποθήκευση, μεταφορά, διανομή και διαχείριση των προς τους σκοπούς αυτούς αποδιδομένων υδάτων πάσης φύσεως, καθώς και τα έργα και οι δραστηριότητες συλλογής, μεταφοράς, επεξεργασίας, αποθήκευσης και διαχείρισης των πάσης φύσεως λυμάτων (πλην των τοξικών) και η επεξεργασία, διανομή, διάθεση και διαχείριση των προϊόντων των δικτύων αποχετεύσεως. (β) Η εκμετάλλευση των προϊόντων που προέρχονται από την επεξεργασία λυμάτων. (γ) Η παροχή ... τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών ... (δ) Η παραγωγή ... και η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας. (ε) Η πραγματοποίηση επενδύσεων”, υπό συγκεκριμένους όρους: ειδικότερα, μεταξύ άλλων, οι επενδύσεις επιτρέπονται “μόνο εφόσον δεν επηρεάζεται αρνητικά η ικανότητά της να χρηματοδοτεί τις τρέχουσες ή μελλοντικές υποχρεώσεις της, υπό όρους και προϋποθέσεις που δύνανται να καθορισθούν στο καταστατικό”. Η ΕΥΑΘ “απαγορεύεται να εκποιεί, να εκμισθώνει ή να παραχωρεί κατά χρήση ή να συνιστά οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα επί των ακινήτων παγίων στοιχείων της, που συνδέονται άρρηκτα με την άσκηση των σχετικών με την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης δραστηριοτήτων της …”. Το μετοχικό της κεφάλαιο ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο, το οποίο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές ποσοστό έως 49% του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου. Με κοινή υπουργική απόφαση, που δημοσιεύεται στην ΕτΚ, καταρτίζεται το καταστατικό της ΕΥΑΘ, με το οποίο ρυθμίζονται, μεταξύ άλλων, θέματα που αφορούν το μετοχικό κεφάλαιο, τον αριθμό των μετοχών, την επωνυμία, τον σκοπό, την αύξηση και τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, τα δικαιώματα των μετόχων, τον διορισμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, τη σύγκληση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου, τη διανομή κερδών, τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τη λύση και την εκκαθάριση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κ.ν. 2190/1920. Σύμφωνα με το άρθρο 20 του ιδίου νόμου: Χορηγείται στην ΕΥΑΘ το αποκλειστικό δικαίωμα παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στην γεωγραφική περιοχή ευθύνης της, ειδικότερα δε, το δικαίωμα “(α) άντλησης, συλλογής, μεταφοράς, αποθηκεύσεως, επεξεργασίας, διανομής, πωλήσεως και διαχειρίσεως ύδατος πάσης χρήσεως και (β) της συλλογής, μεταφοράς, επεξεργασίας, αποθηκεύσεως, διαθέσεως, εκμεταλλεύσεως και διαχειρίσεως αποβλήτων και άλλων λυμάτων” [εξαιρουμένων των τοξικών]. Το δικαίωμα αυτό χορηγείται για χρονικό διάστημα τριάντα ετών, “με δυνατότητα ανανέωσης”, και είναι “ανεκχώρητο και αμεταβίβαστο”. Προβλέπεται η σύναψη σύμβασης, μεταξύ του Δημοσίου, της ΕΥΑΘ Παγίων και της ΕΥΑΘ, στην οποία καθορίζονται, μεταξύ άλλων, οι όροι και ο τρόπος της ανανέωσης του δικαιώματος, το καταβαλλόμενο από την ΕΥΑΘ τίμημα για τη διάθεση σε αυτήν του ακατέργαστου ύδατος, τα ειδικότερα δικαιώματα και υποχρεώσεις της δικαιούχου, ο τρόπος ελέγχου της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, οι λόγοι ανάκλησης του δικαιώματος, οι κυρώσεις ή άλλες συνέπειες σε βάρος του δικαιούχου, σε περίπτωση παράβασης των όρων της σύμβασης. Κατά το άρθρο 24: Το Δημόσιο διαθέτει ακατέργαστο ύδωρ στην ΕΥΑΘ ώστε να εξασφαλίζεται η εύλογη κατανάλωση ύδατος εκ μέρους των καταναλωτών της και η εταιρεία να δύναται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις παροχής υπηρεσιών ύδρευσης. Ορισμένα έργα ύδρευσης και αποχέτευσης στην εκάστοτε περιοχή δραστηριότητας της ΕΥΑΘ εκτελούνται από την εταιρεία, πλην των μεγάλων έργων υποδομής, αποτελεί δε υποχρέωση του Κράτους η αστυνόμευση των συστημάτων ύδρευσης και αποχέτευσης και η αστυνόμευση των δημοσίων υδάτων. Στο άρθρο 25 προβλέπεται κρατική επιχορήγηση της ΕΥΑΘ, είτε από πόρους της ΕΕ είτε από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, ορίζεται δε ότι στη σύμβαση, που καταρτίζεται κατά τον νόμο μεταξύ του Δημοσίου και της ΕΥΑΘ, εξειδικεύονται το επενδυτικό πρόγραμμα και το ύψος της επιχορήγησης. Ως προς την τιμολογιακή πολιτική της ΕΥΑΘ, το άρθρο 21 του αυτού ν. 2937/2001, όπως αρχικώς ίσχυε, προέβλεπε ότι με κοινή υπουργική απόφαση, μετά από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΥΑΘ, “καθορίζονται για την περίοδο από το έτος 2002 έως και το έτος 2006 τα τιμολόγια των υπηρεσιών υδρεύσεως και αποχετεύσεως στις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών στα πλαίσια της κυβερνητικής πολιτικής” [παρ. 1] και ότι με αντίστοιχες αποφάσεις “καθορίζεται για κάθε επόμενη πενταετία ... ο μηχανισμός της τιμολογιακής πολιτικής ... ώστε να διασφαλίζεται η εύλογη απόδοση των επενδύσεων της ΕΥΑΘ ΑΕ σύμφωνα με τις συμβατικές δεσμεύσεις ... και η χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της με ορθολογικό τρόπο” [παρ. 2]. Οι διατάξεις αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 33 παρ. 2 του ν. 4258/2014 (Α΄ 94), ορίσθηκε δε ότι τα τιμολόγια των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών και χρηστών, τα οποία έχουν πενταετή διάρκεια, εγκρίνονται μέχρι το τέλος Ιουνίου 2015 από τον Υπουργό Οικονομικών και από 1.7.2015 με αποφάσεις του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων, μετά από διαβούλευση με τον Υπουργό Οικονομικών και άλλους εμπλεκόμενους φορείς, ότι οι σχετικές αποφάσεις δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και ότι εάν η απόφαση του Ειδικού Γραμματέα Υδάτων έχει αποκλίσεις από τις προτάσεις του Υπουργού Οικονομικών, όπως διατυπώθηκαν κατά τη διαβούλευση, οι αποκλίσεις πρέπει να αιτιολογούνται. Κατ’ εξουσιοδότηση, τέλος, του ν. 3199/2003 (Α΄ 280) εκδόθηκε και η οικ.135275/2017 απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων (Β΄ 1751), η οποία συνεστήθη με το άρθρο 3 του ως άνω νόμου, με αρμοδιότητες την χάραξη πολιτικής προστασίας και διαχείρισης των υδάτων, την παρακολούθηση και τον έλεγχο της εφαρμογής της πολιτικής αυτής και την έγκριση των εθνικών προγραμμάτων προστασίας και διαχείρισης του υδατικού δυναμικού της χώρας· η απόφαση αυτή αφορά την “Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος ...”.

 

16. Επειδή, εξ άλλου, με το άρθρο 22 του ως άνω ν. 2937/2001 συνεστήθη ν.π.δ.δ. με την επωνυμία “ΕΥΑΘ Παγίων”, υπό την εποπτεία των συναρμοδίων Υπουργών και με σκοπό τη διαχείριση, συντήρηση και λειτουργία των μεταβιβαζομένων σε αυτό ακινήτων περιουσιακών στοιχείων και λοιπών παγίων, “την άσκηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου επί των πηγών που χρησιμοποιούνται για την ύδρευση της περιοχής δραστηριότητας της ΕΥΑΘ ΑΕ και τη συνδρομή του Δημοσίου κατά τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της πολιτικής επενδύσεων για την ύδρευση και την αποχέτευση ...”. Ορίσθηκε δε ότι μεταβιβάζονται στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, κατά κυριότητα, ακίνητα περιουσιακά στοιχεία και λοιπά πάγια της ΕΥΑΘ, με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου, και παραχωρούνται επίσης σε αυτό τα δικαιώματα του Δημοσίου επί των πηγών. Μεταξύ των υποχρεωτικώς μεταβιβαζομένων στην “ΕΥΑΘ Παγίων” περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνονται τα πάγια και οι εγκαταστάσεις στις πηγές υδροληψίας, τα δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν τις δραστηριότητες ύδρευσης και αποχέτευσης, ο αγωγός μεταφοράς του ακατέργαστου ύδατος από το αντλιοστάσιο Σίνδου στον σταθμό επεξεργασίας Νεοχωρούδας, ο σταθμός επεξεργασίας του Γαλλικού ποταμού, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας ύδατος και λυμάτων στην περιοχή Σίνδου και οι εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού στην περιοχή Μηχανιώνας. Περαιτέρω, στο ίδιο άρθρο ορίζεται ότι “[τ]α υπόλοιπα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία δεν μεταβιβάζονται ... και τα οποία χρησιμοποιεί αποκλειστικά η ΕΥΑΘ ΑΕ, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, ανήκουν κατά κυριότητα σε αυτήν ...”.

 

17. Επειδή, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων του ν. 2937/2001, στην από 27.7.2001 Γενική Συνέλευση των μετόχων της ΕΥΑΘ ΑΕ αποφασίσθηκε η εισαγωγή του συνόλου των μετοχών της στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών και η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, με τον τρόπο δε αυτό διετέθη σε ιδιώτες μειοψηφικό ποσοστό 25,98% του μετοχικού κεφαλαίου και διατηρήθηκε στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου πλειοψηφικό ποσοστό 74,02%. Εξ άλλου, στον ν. 3429/2005 “Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (ΔΕΚΟ)” (Α΄ 314) [με τον οποίο καταργήθηκαν πολλές διατάξεις του προηγουμένως ισχύσαντος για τις δημόσιες επιχειρήσεις και εφαρμοζόμενου, κατά τα ανωτέρω, και για την ΕΥΑΘ ν. 2414/1996] ορίσθηκε ότι οι διατάξεις του Κεφαλαίου Β΄ του νόμου αυτού (άρθρα 15-17) εφαρμόζονται “στις ανώνυμες εταιρείες των οποίων οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά (χρηματιστήριο), εφόσον το Δημόσιο ... εξακολουθ[εί] να συμμετέχ[ει] στο μετοχικό τους κεφάλαιο με οποιοδήποτε ποσοστό συμμετοχής” [άρθρο 1 παρ. 5 του ν. 3429/2005]. Δυνάμει δε των διατάξεων του Κεφαλαίου Β΄, η ΕΥΑΘ ΑΕ, λόγω της εισαγωγής των μετοχών της στο ΧΑΑ και της κατοχής από το Ελληνικό Δημόσιο του ανωτέρω ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου της, υπήχθη στον ν. 3429/2005 και ετέθη, κατά το άρθρο 15 του νόμου, εκτός του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

 

18. Επειδή, περαιτέρω, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον ανωτέρω ν. 2937/2001, συνήφθη στις 27.7.2001 σύμβαση μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, του ν.π.δ.δ. ΕΥΑΘ Παγίων και της ΕΥΑΘ ΑΕ για την παραχώρηση στην εταιρεία ΕΥΑΘ, κατ’ αποκλειστικότητα εντός της περιοχής δραστηριότητάς της, του δικαιώματος παροχής υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης για χρονικό διάστημα τριάντα ετών, με δυνατότητα παράτασης. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή: Τα δίκτυα και οι λοιπές εγκαταστάσεις ύδρευσης και αποχέτευσης ορίζονται, εν συνόλω, ως “το Σύστημα” (άρθρο 1 της σύμβασης). Η ΕΥΑΘ ΑΕ είναι αρμόδια για την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στους καταναλωτές εντός της περιοχής δραστηριότητάς της, την λειτουργία και συντήρηση του Συστήματος, με έξοδα και δαπάνες της, την ανακαίνιση και βελτίωσή του, τη σύνδεση νέων καταναλωτών ανάλογα με τις ανάγκες και την επένδυση κεφαλαίου για την επέκταση του Συστήματος ή την τροποποίηση των εγκαταστάσεων για τη βελτίωση της ποσότητας/ ή και ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία, την ίδια τη Σύμβαση και το εκάστοτε επενδυτικό πρόγραμμα της ΕΥΑΘ ΑΕ. Η υποχρέωση λειτουργίας και συντήρησης του Συστήματος καλύπτει και όλα τα εκτελεσθησόμενα για τον σκοπό της ύδρευσης και αποχέτευσης της περιοχής δραστηριότητας της ΕΥΑΘ ΑΕ έργα, ανεξαρτήτως του φορέα κατασκευής τους (όρος 6.1 της σύμβασης). Προβλέπεται υποχρέωση της ΕΥΑΘ ΑΕ να παρέχει σε όλους τους καταναλωτές, αδιακρίτως και σύμφωνα με την αρχή της ισότητας, τις προβλεπόμενες από τον νόμο και τη Σύμβαση υπηρεσίες, καθώς και υποχρέωση της εταιρείας να ανταποκρίνεται στα αιτήματα των καταναλωτών, ορίζεται δε ότι εφαρμόζεται ο Χάρτης Υποχρεώσεων προς τους Καταναλωτές του ν. 2937/2001 (όρος 6.4 της σύμβασης). Η εταιρεία έχει το δικαίωμα διακοπής της παροχής ενός καταναλωτή, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα σε σχετικό υπόδειγμα σύμβασης, το Δημόσιο όμως δικαιούται, στο πλαίσιο άσκησης κοινωνικής πολιτικής, να ορίζει μονομερώς τον τρόπο αντιμετώπισης ευπαθών ομάδων καταναλωτών, ως προς ενδεχόμενη διακοπή της παροχής ύδατος ή της παροχής υπηρεσιών αποχέτευσης, στην περίπτωση δε αυτή υποχρεούται να αποζημιώνει την ΕΥΑΘ ΑΕ για τα διαφυγόντα έσοδα (όρος 14 και 15.2). Ιδιαίτερο τρόπο αντιμετώπισης ευπαθών ομάδων καταναλωτών δύναται να εισηγείται και η ίδια η ΕΥΑΘ ΑΕ (όρος 15.1). Τέλος, προβλέπεται ότι η εταιρεία ευθύνεται έναντι των καταναλωτών όταν οι παρεχόμενες από αυτήν υπηρεσίες υπαιτίως δεν ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα και προκαλείται εξ αυτού του λόγου ζημία (όρος 12). Ως προς τη λειτουργία του Συστήματος και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών στη σύμβαση ορίζονται, περαιτέρω, τα εξής: Οι όροι λειτουργίας, συντήρησης και ασφάλειας, του δικτύου καθορίζονται αναλυτικά στους οικείους Κανονισμούς υδροληψίας και λειτουργίας δικτύου υπονόμων (όρος 4). Η ΕΥΑΘ ΑΕ ελέγχει/αναλύει το νερό που παραδίδεται στους καταναλωτές, καθώς και τα λύματα, τηρεί τα σχετικά στοιχεία, το δε Δημόσιο έχει πρόσβαση σε αυτά και παρακολουθεί, δια της παρουσίας εκπροσώπου του, την εκτέλεση των εν λόγω αναλύσεων (όρος 10). Η ανάπτυξη της ΕΥΑΘ ΑΕ και η βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους καταναλωτές καθιστούν αναγκαία την πραγματοποίηση επενδύσεων, η οποία βαρύνει όλα τα μέρη. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΥΑΘ ΑΕ προβαίνει σε επενδύσεις στο Σύστημα εντός της περιοχής αποκλειστικής της ευθύνης [με εξαίρεση τα μεγάλα έργα υποδομής, τα οποία εκτελούνται από το Δημόσιο και την ΕΥΑΘ Παγίων], σύμφωνα με επενδυτικό πρόγραμμα, το οποίο προσδιορίζει τα προς εκτέλεση έργα (όρος 5). Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να παρακολουθεί τις δραστηριότητες της ΕΥΑΘ ΑΕ, να επιθεωρεί και να ελέγχει τη λειτουργία της και να εξασφαλίζει τη συμμόρφωσή της με τις νομικές της υποχρεώσεις (όρος 9). Το Δημόσιο, για την άσκηση της εποπτείας, έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε μέρος του συστήματος και δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης. Λόγοι καταγγελίας της σύμβασης είναι: (α) η υπαίτια παράλειψη τήρησης των προτύπων λειτουργίας, ασφαλείας και συντήρησης του Συστήματος, που έχει ως συνέπεια την ευρείας έκτασης απορρύθμισή του, (β) η υπαίτια αθέτηση των ουσιωδών υποχεώσεων προς το σύνολο ή μεγάλο μέρος των καταναλωτών, (γ) η αφερεγγυότητα της εταιρείας και (δ) η εγκατάλειψη του συστήματος ή η υπαίτια μη υλοποίηση των επενδυτικών προγραμμάτων που αναλαμβάνει η ΕΥΑΘ ΑΕ (όρος 21).

 

19. Επειδή, το έτος 2010 η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής σε στενή συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) (βλ. ΣτΕ Ολομ. 668/2012, 2307/2014). Το οικονομικό αυτό πρόγραμμα εμπεριέχεται στο “Μνημόνιο Συνεννόησης” [“Μνημόνιο Ι”], που υπεγράφη στις 3.5.2010, αφενός, από τον Υπουργό Οικονομικών και τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως εκπροσώπους της Ελληνικής Δημοκρατίας, και, αφετέρου, από τον Επίτροπο Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, ως εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και απαρτίζεται από τρία επιμέρους μνημόνια, δύο εκ των οποίων δημοσιοποιήθηκαν με πανηγυρικό τρόπο με την προσάρτησή τους στον ν. 3845/2010 [“Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη-μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο”] (Α΄ 65). Η εφαρμογή του οικονομικού αυτού προγράμματος αποτέλεσε προϋπόθεση για την χρηματοδότηση της Ελληνικής Δημοκρατίας από τα κράτη μέλη της ζώνης του Ευρώ, μέσω διμερών δανείων με κεντρική οργάνωση από την Επιτροπή, εντεταγμένων στο πλαίσιο δανεισμού που περιλαμβάνει και χρηματοδότηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ειδικότερα δε, αποτέλεσε προϋπόθεση της ανά τρίμηνο αποδέσμευσης των δανειακών δόσεων. Ακολούθως, η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε να ζητήσει πρόσθετη χρηματοδότηση από τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και από το ΔΝΤ. Προς τούτο, καταρτίσθηκε σχέδιο νέου Μνημονίου Συνεννόησης [“Μνημόνιο ΙΙ”], το οποίο εγκρίθηκε με τον ν. 4046/2012 [“Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας”] (A΄ 28).

 

20. Επειδή, εξ άλλου, με το άρθρο μόνο του ν. 3985/2011 (Α΄ 151) εγκρίθηκε το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής των ετών 2012-2015, το οποίο περιέλαβε στο Κεφάλαιο Β΄ II Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων 2011-2015, με σκοπό την ενίσχυση των δημοσίων εσόδων. Στο Πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι ανώνυμες εταιρείες ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ (Πίνακας 3.1). Η αιτιολογική έκθεση του ν. 3985/2011 αναφέρει, σε σχέση με το εν λόγω πρόγραμμα, μεταξύ άλλων, τα εξής: “Η εξέλιξη του χρέους συνδέεται … με το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Η Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να πραγματοποιήσει ένα φιλόδοξο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2011-2015. Το σχέδιο αυτό λειτουργεί συμπληρωματικά στην όλη δημοσιονομική προσπάθεια … Μέσω του σχεδιασμού και της υλοποίησης ενός ιδιαίτερα σημαντικού προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου επιχειρείται για πρώτη φορά η καταγραφή και αξιοποίηση ενός από τα μεγαλύτερα και πλέον ανεκμετάλλευτα στοιχεία του ενεργητικού του Κράτους … Το χαρτοφυλάκιο των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου αποτελείται από τέσσερις κατηγορίες: επιχειρήσεις, υποδομές, μονοπωλιακά δικαιώματα και ακίνητα … Το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων της Κυβέρνησης αφορά την περίοδο 2011-2015 με δέσμευση για τη συγκέντρωση εσόδων από αποκρατικοποιήσεις ... σωρευτικά 15 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2012 και 50 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2015. Τα έσοδα αυτά μπορούν να μειώσουν το χρέος μέχρι 20 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ … Συνοπτικά το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων της περιόδου περιλαμβάνει συναλλαγές σε … τραπεζικό τομέα, ενέργεια, τυχερά παιχνίδια, τηλεπικοινωνίες, λιμάνια, αεροδρόμια, αυτοκινητόδρομους, σιδηροδρομικές μεταφορές, ορυχεία, διαχείριση υδάτων και αποβλήτων, άμυνα και ακίνητη περιουσία … Η Κυβέρνηση προχωράει άμεσα στη δημιουργία Οργανισμού Αποκρατικοποιήσεων (Ταμείο Δημόσιας Περιουσίας) για την προώθηση της ταχείας, αποτελεσματικής και διαφανούς υλοποίησης του 5ετούς προγράμματος διαχείρισης και αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Ειδικότερα, στο Ταμείο θα περιέλθει η ιδιοκτησία των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, όπως αυτά παρουσιάζονται στον Πίνακα 3.1 … Στο Ταμείο θα μεταβιβασθούν μετοχές και τα συναφή δικαιώματα των περιουσιακών στοιχείων που πρόκειται να αποκρατικοποιηθούν προκειμένου να προχωρήσει στην αξιοποίησή τους με ανοιχτό και διαφανή τρόπο, με βάση τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς … Η ΕΥΔΑΠ έχει το αποκλειστικό δικαίωμα για την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής. Το δικαίωμα αυτό είναι αποκλειστικό και δεν μεταβιβάζεται. Η διάρκεια του δικαιώματος αυτού, καθώς και η ανανέωσή του, προβλέπεται σε σχετική σύμβαση που έχει υπογραφεί μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ΕΥΔΑΠ τον Δεκέμβριο του 1999 και η οποία έχει διάρκεια 20 ετών, με δυνατότητα παράτασης. Το Δημόσιο κατέχει το 61% των μετοχών της ΕΥΔΑΠ, ενώ η Αγροτική Τράπεζα κατέχει το 10%. Η Κυβέρνηση σχεδιάζει τη μεταβίβαση μειοψηφικού πακέτου 27,3% των μετοχών της εταιρείας εντός του 2ου τριμήνου του 2012, ενώ παράλληλα θα ιδρυθεί ρυθμιστική αρχή υδάτων. Περαιτέρω ποσοστό του Δημοσίου αναμένεται να πωληθεί σε στρατηγικό επενδυτή το 4ο τρίμηνο του 2013, μετά τον διαχωρισμό του δικτύου από την παροχή υπηρεσίας που θα μεταβιβαστεί … Η ΕΥΑΘ έχει το αποκλειστικό δικαίωμα για την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης, καθώς και για τη συλλογή και μεταφορά των αστικών λυμάτων σε ειδικές εγκαταστάσεις επεξεργασίας στην ευρύτερη αστική περιοχή της Θεσσαλονίκης, βάσει 30ετούς διάρκειας σύμβασης που έχει υπογράψει με το Δημόσιο τον Ιούλιο του 2001. Το Δημόσιο κατέχει το 74% των μετοχών της εταιρίας ... Η Κυβέρνηση σχεδιάζει τη μεταβίβαση μειοψηφικού πακέτου ... των μετοχών της εταιρίας εντός του 3ου τριμήνου του 2012. Περαιτέρω ποσοστό των μετοχών αναμένεται να πωληθεί σε στρατηγικό επενδυτή το 4ο τρίμηνο του 2012 …”. Ακολούθησε ο ν. 3986/2011 (Α΄ 152), που περιλαμβάνει ρυθμίσεις σχετικά με τη σύσταση και τη λειτουργία ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου” [ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ] [βλ. Κεφάλαιο Α΄ του νόμου, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τρίτο του ν. 4092/2012 (Α΄ 220)]. Κατά νόμον, αποκλειστικός σκοπός του ΤΑΙΠΕΔ είναι η αξιοποίηση περιουσιακών στοιχείων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, καθώς και περιουσιακών στοιχείων ν.π.δ.δ. ή των δημοσίων επιχειρήσεων των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε ν.π.δ.δ., σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς και με εγγυήσεις πλήρους διαφάνειας, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι των εσόδων. Με τις διατάξεις του νόμου αυτού ορίσθηκε ότι τα ανωτέρω περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάζονται στο Ταμείο και το προϊόν αξιοποίησης χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους της χώρας [άρθρο 1]. Ειδικότερα, προβλέπεται [άρθρο 2] ότι το μετοχικό κεφάλαιο του Ταμείου καλύπτεται εξ ολοκλήρου από το Ελληνικό Δημόσιο, ότι οι μετοχές του είναι αμεταβίβαστες, ότι στο ΤΑΙΠΕΔ μεταβιβάζονται και περιέρχονται, χωρίς αντάλλαγμα, μεταξύ άλλων: (α) κατά πλήρη κυριότητα κινητές αξίες εταιρειών που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015, καθώς και (β) περιουσιακής φύσεως δικαιώματα, εμπράγματα δικαιώματα, δικαιώματα διαχείρισης και εκμετάλλευσης, αποκλειστικής ή μη, κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, άυλα δικαιώματα και δικαιώματα λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης υποδομών, που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων ή ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημόσιου, σε ν.π.δ.δ. ή σε δημόσιες επιχειρήσεις των οποίων το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε ν.π.δ.δ., ορίζεται δε περαιτέρω ότι οι κινητές αξίες, τα περιουσιακής φύσεως δικαιώματα και τα ακίνητα μεταβιβάζονται και περιέρχονται στο Ταμείο με απόφαση της προβλεπόμενης στο άρθρο 3 του ν. 3049/2002 (Α΄ 212) Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (ΔΕΑΑ), η δε μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων στο Ταμείο διενεργείται με βάση τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής και σε χρόνο που επιτρέπει την αξιοποίησή τους σύμφωνα με το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αξιοποίησης. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου ορίζεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης του μετόχου, στις δε συνεδριάσεις του “παρίστανται ως παρατηρητές, χωρίς δικαίωμα ψήφου, δύο εκπρόσωποι που προτείνονται από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή”, οι οποίοι “ενημερώνονται πλήρως επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης” [άρθρο 3]. Η αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου διενεργείται με κάθε πρόσφορο τρόπο και, κατά προτίμηση, με πώληση, σύσταση εμπραγμάτων και ενοχικών δικαιωμάτων, μεταβίβαση εμπραγμάτων και ενοχικών δικαιωμάτων οποιασδήποτε φύσεως επί αυτών, εκμίσθωση, παραχώρηση της χρήσης ή της εκμετάλλευσης τους, ανάθεση της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων, εισφορά τους σε ανώνυμες εταιρείες, και στη συνέχεια πώληση των μετοχών που προκύπτουν, και τιτλοποίηση απαιτήσεων [άρθρο 5]. Ακολούθως, εκδόθηκαν οι 195/27.10.2011 (Β΄ 2501) και 206/25.4.2012 (Β΄ 1363) αποφάσεις της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, με τις οποίες μεταβιβάσθηκαν χωρίς αντάλλαγμα, δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων, από το Ελληνικό Δημόσιο στην ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ, αντιστοίχως, 29.074.500 και 36.245.240 μετοχές της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, ήτοι ποσοστό 27,3% και 34,033% του μετοχικού της κεφαλαίου, καθώς και 14.520.000 και 12.348.000 μετοχές της ΕΥΑΘ ΑΕ, ήτοι ποσοστό 40% και 34,017% του μετοχικού της κεφαλαίου. Εξ άλλου, με την 7/7.9.2012 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 175), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4092/2012 (Α΄ 220), καταργήθηκε η παράγραφος 8 του άρθρου 18 του ν. 2937/2001, σύμφωνα με την οποία το Δημόσιο δύναται να διαθέτει σε επενδυτές ποσοστό έως 49% του εκάστοτε μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ ΑΕ, ορίσθηκε δε περαιτέρω ότι μεταβιβάσεις μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ από το Ελληνικό Δημόσιο προς το ΤΑΙΠΕΔ είναι έγκυρες, έστω και αν πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 4092/2012.

 

21. Επειδή, ασκήθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση για την ακύρωση της ανωτέρω 206/25.4.2012 απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, κατά το μέρος της, με το οποίο μεταβιβάζονται χωρίς αντάλλαγμα από το Ελληνικό Δημόσιο στην ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ μετοχές της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 34,033% του μετοχικού της κεφαλαίου. Η αίτηση έγινε δεκτή, κατά το μέρος τούτο, με την 1906/2014 απόφαση της Ολομέλειας του Δικαστηρίου. Ειδικότερα, έγιναν δεκτά τα εξής: (α) Πριν από την έκδοση της 206/25.4.2012 απόφασης της ΔΕΑΑ, το Ελληνικό Δημόσιο είχε ήδη απολέσει την πλειοψηφία των μετοχών της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, με μεταβίβαση στο ΤΑΙΠΕΔ, με την προγενέστερη απόφαση 195/27.10.2011 της ΔΕΑΑ, 29.075.500 μετοχών της εταιρείας, και διατηρούσε 36.245.240 μετοχές, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 34,033% του μετοχικού κεφαλαίου. Με την μεταβίβαση και αυτών των μετοχών στο ΤΑΙΠΕΔ, το Ελληνικό Δημόσιο αποξενώνεται πλήρως από το μετοχικό κεφάλαιο της ΕΥΔΑΠ ΑΕ. (β) Οι ως άνω μεταβιβάσεις έγιναν χωρίς να έχει παραλλήλως ιδρυθεί “ρυθμιστική αρχή υδάτων” και να έχει διαχωρισθεί το δίκτυο “από την υπηρεσία που θα μεταβιβασθεί”, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεων 2011-2015, και χωρίς να έχει αρθεί ο προβλεπόμενος στο άρθρο 1 παρ. 10 του ν. 2744/1999 περιορισμός, ως προς το ποσοστό των δυναμένων να διατεθούν σε ιδιώτες επενδυτές μετοχών της ΕΥΔΑΠ ΑΕ (μέχρι 49% του μετοχικού κεφαλαίου), ο οποίος ήρθη μεταγενεστέρως, με το άρθρο 1 παρ. 2 της κυρωθείσης με τον ν. 4092/2012 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου. (γ) “[Η] παροχή υπηρεσιών κοινής ωφελείας δεν συνιστά δραστηριότητα αναπόσπαστη από τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας. Τούτο ισχύει και προκειμένου περί των υπηρεσιών υδρεύσεως και αποχετεύσεως, τις οποίες δύναται να παρέχει μια δημόσια επιχείρηση που λειτουργεί υπό νομικό καθεστώς ιδιωτικού δικαίου ως ανώνυμη εταιρεία”. (δ) “Ο χαρακτήρας, όμως, της δημοσίας επιχειρήσεως αναιρείται στην περίπτωση της αποξενώσεως του Ελληνικού Δημοσίου από τον έλεγχο της ανωνύμου εταιρείας δια του μετοχικού κεφαλαίου, ήτοι της αποξενώσεώς του από εκείνο το ποσοστό των μετοχών (μεγαλύτερο του 50% σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας και το καταστατικό) που εξασφαλίζει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα και τη δυνατότητα εκλογής, από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων, της πλειοψηφίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο είναι το ανώτατο διοικητικό όργανο της εταιρείας που διαμορφώνει τη στρατηγική και πολιτική της ανάπτυξής της και διαχειρίζεται τα περιουσιακά στοιχεία της. Στην περίπτωση αυτή η δημόσια επιχείρηση ιδιωτικοποιείται όχι μόνον τύποις, δια της υπαγωγής της στις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου που διέπουν τις ανώνυμες εταιρείες, αλλά και κατ’ ουσίαν, μετατρεπόμενη σε ιδιωτική επιχείρηση, διότι παρέχεται σε ιδιώτες επενδυτές η νομική δυνατότητα συγκεντρώσεως του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που εξασφαλίζει τον ιδιοκτησιακό έλεγχο και την εκλογή της πλειοψηφίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας. Η δε κατ’ ουσίαν μετατροπή της δημοσίας επιχειρήσεως σε ιδιωτική, που λειτουργεί με γνώμονα το κέρδος, καθιστά αβέβαιη τη συνέχεια της εκ μέρους της παροχής προσιτών υπηρεσιών κοινής ωφελείας, και δη υψηλής ποιότητας, η οποία δεν εξασφαλίζεται πλήρως με την κρατική εποπτεία. (ε) “[Οι] οι υπηρεσίες της ΕΥΔΑΠ ΑΕ παρέχονται μονοπωλιακώς, σε μεγάλο πληθυσμό διαβιούντα υπό δυσμενείς οικιστικές συνθήκες στον περιορισμένο χώρο της Αττικής, από δίκτυα που είναι μοναδικά στην περιοχή και ανήκουν στα πάγια περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας. Συνίστανται δε οι υπηρεσίες αυτές στην ύδρευση και στην αποχέτευση που είναι αναγκαίες για την υγιεινή διαβίωση και, ιδίως, στην παροχή του πόσιμου ύδατος, φυσικού αγαθού απαραίτητου για την επιβίωση που καθίσταται σπανιότερο συν τω χρόνω. Αβεβαιότητα ως προς τη συνέχεια της παροχής προσιτών υπηρεσιών κοινής ωφελείας με αυτόν τον βαθμό αναγκαιότητας δεν συγχωρείται από το άρθρο 5 του Συντάγματος, ειδικότερα δε από τη διάταξη της παραγράφου 5 που προσετέθη με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής και κατοχυρώνει το δικαίωμα στην προστασία της υγείας, καθώς και από το άρθρο 21 παρ. 3 που ορίζει ότι το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών”. (στ) “Συνεπώς, η αποξένωση του Ελληνικού Δημοσίου από την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, του οποίου η διατήρηση είναι αναγκαία -υπό το δεδομένο νομικό καθεστώς- για να μη μετατραπεί η δημόσια επιχείρηση σε ιδιωτική, συνιστά παράβαση των άρθρων 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος” (βλ. σκέψεις 21-22).

 

22. Επειδή, με το άρθρο πρώτο του ν. 4063/2012 (Α΄ 71) κυρώθηκε, κατ’ επίκληση του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 25.3.2011 για την τροποποίηση του άρθρου 136 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την προσθήκη στο άρθρο αυτό παραγράφου 3 ως εξής: “Τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ μπορούν να θεσπίσουν μηχανισμό σταθερότητας ο οποίος θα ενεργοποιείται εφόσον κρίνεται απαραίτητο προκειμένου να διασφαλίζεται η σταθερότητα της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της. Η παροχή τυχόν απαιτούμενης χρηματοδοτικής συνδρομής δυνάμει του μηχανισμού θα υπόκειται σε αυστηρούς όρους”. Εξ άλλου, με το άρθρο δεύτερο του ιδίου νόμου κυρώθηκε, επίσης κατ’ επίκληση του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η συναφθείσα μεταξύ των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ “Συνθήκη για τη Θέσπιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας” (ΕΜΣ). Με την εν λόγω Συνθήκη συνεστήθη μεταξύ των συμβαλλομένων μερών διεθνής χρηματοδοτικός οργανισμός (άρθρο 1 Συνθήκης), σκοπός του οποίου είναι “η κινητοποίηση της χρηματοδότησης και η παροχή στήριξης σταθερότητας, υπό αυστηρούς όρους, κατάλληλους για το επιλεγμένο μέσο χρηματοδοτικής συνδρομής, προς όφελος των μελών του ΕΜΣ που αντιμετωπίζουν ή απειλούνται από σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης, εφόσον είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη της χρηματοοικονομικής σταθερότητας της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της και των κρατών μελών της” (άρθρο 3). Το Κεφάλαιο 2 της Συνθήκης αφορά τη διακυβέρνηση του ΕΜΣ [συμβούλιο διοικητών, συμβούλιο διευθυντών, διευθύνων σύμβουλος] και το Κεφάλαιο 4 τη λειτουργία του. Η διαδικασία για τη χορήγηση στήριξης σταθερότητας καθορίζεται στο άρθρο 13 της Συνθήκης, ως εξής: «1. Μέλος του ΕΜΣ μπορεί να ζητήσει στήριξη σταθερότητας με αίτηση προς τον πρόεδρο του συμβουλίου διοικητών. Η εν λόγω αίτηση αναφέρει τα μέσα χρηματοπιστωτικής συνδρομής που πρέπει να εξεταστούν. Με την παραλαβή της αίτησης, ο πρόεδρος του συμβουλίου διοικητών αναθέτει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ [Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα], τα ακόλουθα: (α) να εκτιμήσει την ύπαρξη κινδύνου για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ στο σύνολό της ή των κρατών μελών της ... (β) να εκτιμήσει εάν το δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο ... (γ) να εκτιμήσει τις πραγματικές ή δυνητικές ανάγκες χρηματοδότησης του συγκεκριμένου κράτους μέλους του ΕΜΣ. 2. Βάσει της αίτησης του κράτους μέλους του ΕΜΣ και της κατά την παράγραφο 1 εκτίμησης, το συμβούλιο διοικητών δύναται να αποφασίσει να χορηγήσει, κατ’ αρχήν, στήριξη σταθερότητας στο ενδιαφερόμενο μέλος του ΕΜΣ με τη μορφή διευκόλυνσης χρηματοπιστωτικής συνδρομής. 3. Εάν εκδοθεί απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 2, το συμβούλιο διοικητών αναθέτει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή -σε συνεργασία με την ΕΚΤ και, εφόσον είναι εφικτό, από κοινού με το ΔΝΤ- να διαπραγματευθεί με το ενδιαφερόμενο μέλος του ΕΜΣ μνημόνιο κατανόησης (ΜΚ) όπου θα περιγράφονται αναλυτικά οι όροι που θα συνδέονται με τη διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής. Το περιεχόμενο του ΜΚ αντικατοπτρίζει τις αδυναμίες που πρέπει να αντιμετωπιστούν και το μέσο χρηματοπιστωτικής συνδρομής που έχει επιλεγεί. Παράλληλα, ο διευθύνων σύμβουλος του ΕΜΣ καταρτίζει πρόταση συμφωνίας για διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής, περιλαμβάνουσα τους όρους και τις προϋποθέσεις χρηματοδότησης, καθώς και την επιλογή των μέσων, που υποβάλλεται στο συμβούλιο διοικητών προς έγκριση. Το ΜΚ συνάδει πλήρως με τα μέτρα συντονισμού των οικονομικών πολιτικών που προβλέπονται στη ΣΛΕΕ ... 4. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογράφει το ΜΚ εξ ονόματος του ΕΜΣ, υπό τον όρο της προηγούμενης τήρησης των προϋποθέσεων που καθορίζονται στην παράγραφο 3 και της προηγούμενης έγκρισης από το συμβούλιο διοικητών. 5. Το συμβούλιο διευθυντών εγκρίνει τη συμφωνία για διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής στην οποία παρουσιάζονται αναλυτικά οι χρηματοοικονομικές πτυχές της στήριξης σταθερότητας που πρόκειται να χορηγηθεί και, κατά περίπτωση, την εκταμίευση της πρώτης δόσης της συνδρομής. 6. ... 7. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή -σε συνεργασία με την ΕΚΤ και, εφόσον είναι εφικτό, από κοινού με το ΔΝΤ- επιφορτίζεται με την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τους όρους που συνοδεύουν τη διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής”. Κατά το άρθρο 15, “1. Το συμβούλιο διοικητών μπορεί να αποφασίσει τη χορήγηση χρηματοπιστωτικής συνδρομής μέσω δανείων σε κράτος μέλος του ΕΜΣ για τον συγκεκριμένο σκοπό της ανακεφαλαιοποίησης των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων στο εν λόγω κράτος μέλος του ΕΜΣ. 2. Οι όροι που συνδέονται με χρηματοπιστωτική συνδρομή για την ανακεφαλαιοποίηση χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων ενός κράτους μέλους του ΕΜΣ παρουσιάζονται αναλυτικά στο ΜΚ, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3. 3. Με την επιφύλαξη των άρθρων 107 και 108 της ΣΛΕΕ, οι χρηματοοικονομικοί όροι και προϋποθέσεις χρηματοπιστωτικής συνδρομής για την ανακεφαλαιοποίηση χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων ενός κράτους μέλους του ΕΜΣ καθορίζονται σε συμφωνία για διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής ...”. Το άρθρο 16, που αφορά τη δανειοδότηση από τον ΕΜΣ, ορίζει ότι: “1. Το συμβούλιο διοικητών δύναται να αποφασίσει να χορηγήσει χρηματοπιστωτική συνδρομή με τη μορφή δανείου σε μέλος του ΕΜΣ … 2. Οι όροι που συνδέονται με τα δάνεια ΕΜΣ περιέχονται σε πρόγραμμα μακροοικονομικής προσαρμογής που παρουσιάζεται αναλυτικά στο ΜΚ, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3. 3. Οι χρηματοοικονομικοί όροι και οι προϋποθέσεις κάθε δανείου ΕΜΣ καθορίζονται σε συμφωνία για διευκόλυνση χρηματοπιστωτικής συνδρομής, που πρέπει να υπογραφεί από τον διευθύνοντα σύμβουλο. 4…. 5. Το συμβούλιο διευθυντών αποφασίζει με αμοιβαία συμφωνία, βάσει πρότασης του διευθύνοντος συμβούλου και αφού λάβει έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 7, την εκταμίευση των δόσεων της χρηματοπιστωτικής συνδρομής που έπονται της πρώτης δόσης”. (βλ. απόφαση ΔΕΕ της 27.11.2012 [υπόθεση C-370/12 Thomas Pringle], με την οποία κρίθηκε ότι δεν αντιβαίνει σε επιμέρους διατάξεις της ΣΕΕ και της ΣΛΕΕ, καθώς και στη γενική αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η σύναψη μεταξύ των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ συμφωνίας, όπως η Συνθήκη για τη θέσπιση του ΕΜΣ).

 

23. Επειδή, στις 8.7.2015 η Ελληνική Δημοκρατία υπέβαλε αίτηση προς τον ως άνω Ευρωπαϊκό Μηχανισμό “για στήριξη σταθερότητας με τη μορφή δανειακής διευκόλυνσης” (βλ. κατωτέρω το κυρωθέν με το άρθρο 3 παρ. Β του ν. 4336/2015 σχέδιο “Σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης”). Κατά τα διαλαμβανόμενα στη δήλωση της 12.7.2015 της συνόδου κορυφής των κρατών της ευρωζώνης [Euro Summit], οι ελληνικές αρχές δεσμεύθηκαν να θεσπίσουν δέσμη μέτρων, ως προαπαιτούμενο μελλοντικής συμφωνίας για νέο πρόγραμμα του ΕΜΣ. Στην ίδια δήλωση αναφέρεται, περαιτέρω, ότι “οι ελληνικές αρχές οφείλουν να πραγματοποιήσουν τις ακόλουθες ενέργειες: να αναπτύξουν ένα σημαντικά ενισχυμένο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων με βελτιωμένη διακυβέρνηση· ελληνικά περιουσιακά στοιχεία μεγάλης αξίας θα μεταφερθούν σε ανεξάρτητο ταμείο, το οποίο θα τα ρευστοποιήσει με ιδιωτικοποιήσεις και άλλους τρόπους. Η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων θα αποτελέσει μια πηγή για την πραγματοποίηση της προγραμματισμένης εξόφλησης του νέου δανείου του ΕΜΣ και θα αποφέρει κατά τη διάρκεια του νέου δανείου επιδιωκόμενο συνολικό ποσό 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων τα 25 δισεκατομμύρια ευρώ θα χρησιμοποιηθούν για την επιστροφή της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και άλλων περιουσιακών στοιχείων και το 50% κάθε εναπομένοντος ευρώ (τουτέστιν, 50% των 25 δισεκ. ευρώ) θα χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις. Το ταμείο αυτό θα συσταθεί στην Ελλάδα υπό τη διαχείριση των ελληνικών αρχών και την εποπτεία των ευρωπαϊκών θεσμών. Σε συμφωνία με τους θεσμούς και με βάση τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, θα πρέπει να θεσπιστεί νομοθετικό πλαίσιο για να διασφαλιστούν διαφανείς διαδικασίες και κατάλληλος καθορισμός τιμών για την εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις αρχές και τα πρότυπα του ΟΟΣΑ για τη διαχείριση κρατικών επιχειρήσεων … [Οι] ανωτέρω δεσμεύσεις αποτελούν ελάχιστες απαιτήσεις για την έναρξη των διαπραγματεύσεων με τις ελληνικές αρχές”. Ακολούθως, με το άρθρο 3 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) κυρώθηκαν (α) το σχέδιο Σύμβασης χρηματοοικονομικής διευκόλυνσης, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, αφενός, και της Ελληνικής Δημοκρατίας [ως δικαιούχου κράτους μέλους], της Τράπεζας της Ελλάδος [ως Κεντρικής Τράπεζας] και του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας [ως ταμείου ανακεφαλαιοποίησης], αφετέρου [παρ. Β άρθρου 3], και (β) το σχέδιο Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, που αποτελεί το “Μνημόνιο Συνεννόησης για τριετές πρόγραμμα του ΕΜΣ” [παρ. Γ άρθρου 3] [“Μνημόνιο ΙΙΙ”]. Παρασχέθηκε δε στον Υπουργό Οικονομικών “η εξουσιοδότηση να υπογράφει, ως εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου, Σύμβαση χρηματοοικονομικής διευκόλυνσης ... τη Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων (MoU) και τα παραρτήματά τους ... τα σχέδια των οποίων κυρώνονται ... και τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις, διευκρινήσεις και συμπληρώσεις επί των σχεδίων αυτών και κάθε άλλο αναγκαίο έγγραφο σχετικό με τις συμβάσεις αυτές” [παρ. Α άρθρου 3].

 

24. Επειδή, το κυρωθέν με την παράγραφο Β του άρθρου 3 του προαναφερθέντος ν. 4336/2015 σχέδιο Σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης αναφέρει, στο προοίμιο, ότι “η χρηματοδοτική συνδρομή που παρέχεται στο δικαιούχο κράτος μέλος ... εξαρτάται από τη συμμόρφωση [του] ... με τα μέτρα που καθορίζονται στο Μνημόνιο Συνεννόησης”, περιέχει δε, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους ορισμούς: ΜΣ “σημαίνει το Μνημόνιο Συνεννόησης (καθώς το ίδιο μπορεί να τροποποιείται ή να συμπληρώνεται από καιρού εις καιρόν) που συνάπτεται μεταξύ της Επιτροπής, εξ ονόματος του ΕΜΣ, του δικαιούχου κράτους μέλους και της Κεντρικής Τράπεζας στις [19 Αυγούστου 2015]”· Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων “σημαίνει ανεξάρτητο ταμείο όπως περιγράφεται στη Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ζώνης του Ευρώ, το οποίο συστήνεται από το δικαιούχο κράτος μέλος για να διατηρεί σημαντικά ελληνικά περιουσιακά στοιχεία και το οποίο θα ρευστοποιεί τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα”· Μέρος του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων “σημαίνει το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων, εφόσον το Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων αποτελεί πρόσωπο και/ή κάθε άλλο πρόσωπο που αποτελεί μέρος της εταιρικής δομής ή της δομής διακυβέρνησης για την υλοποίηση του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων ... συμπεριλαμβανομένης οιασδήποτε οντότητας που έχει συσταθεί με σκοπό την εκμετάλλευση άμεσα ή έμμεσα οποιωνδήποτε κεφαλαιακών μέσων των οποίων η τιμή απόκτησης χρηματοδοτήθηκε εν όλω ή εν μέρει με χρηματοδοτική συνδρομή που χορηγείται στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας ...”. Περαιτέρω, ορίζεται ότι ο ΕΜΣ θέτει στη διάθεση του δικαιούχου κράτους μέλους χρηματοδοτική διευκόλυνση, που λαμβάνει τη μορφή δανείου, “υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του ΜΣ, υπό τους γενικούς όρους και τους σχετικούς όρους της διευκόλυνσης”, στις ισχύουσες δε μεταξύ των αντισυμβαλλομένων δεσμεύσεις γίνεται η εξής αναφορά στο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων: “Το δικαιούχο κράτος μέλος και το Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης δεσμεύονται ότι, κατόπιν αιτήματος του ΕΜΣ, προβαίνουν στις τροποποιήσεις και/ή προσθήκες στην παρούσα σύμβαση (ή στις άλλες ρυθμίσεις) τις οποίες ο ΕΜΣ κρίνει αναγκαίες προκειμένου να ληφθεί υπόψη ο νομικός και οικονομικός χαρακτήρας του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και, χωρίς περιορισμό, προκειμένου: (Α) να συμπεριληφθεί ως συμβαλλόμενο μέρος στην παρούσα σύμβαση (ή σε άλλες συμφωνίες με τον ΕΜΣ) οποιοδήποτε μέρος του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων ενδέχεται να απαιτήσει ο ΕΜΣ κατά τη διακριτική του ευχέρεια· (Β) να συμπεριληφθούν στη σύμβαση υποχρεώσεις του δικαιούχου κράτους μέλους, του Ταμείου Ανακεφαλαιοποίησης και/ή των μερών του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων που ενδέχεται να απαιτήσει ο ΕΜΣ κατά τη διακριτική του ευχέρεια, για την εξόφληση της χρηματοδοτικής συνδρομής από το δικαιούχο κράτος μέλος ή για λογαριασμό του, που προκύπτει από ή συνδέεται με τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων (με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα) ή άλλα έσοδα, καθώς και για την παροχή άλλων εγγυήσεων, δεσμεύσεων (συμπεριλαμβανομένων αρνητικών δεσμεύσεων και δεσμεύσεων πληροφόρησης) ή την ανάληψη άλλων υποχρεώσεων ή την παροχή άλλων δικαιωμάτων που ο ΕΜΣ κρίνει αναγκαία για την υποστήριξη της θέσης του ή για την εφαρμογή της δήλωσης της συνόδου κορυφής της ζώνης του ευρώ· και (Γ) να παρασχεθεί στον ΕΜΣ εγγύηση για την υποχρέωση του δικαιούχου κράτους μέλους να εξοφλήσει τη χρηματοδοτική συνδρομή, από οποιοδήποτε μέρος του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων ενδέχεται να απαιτήσει ο ΕΜΣ κατά τη διακριτική του ευχέρεια”· το δικαιούχο κράτος μέλος και το Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης “δεσμεύονται επίσης να μεριμνήσουν ώστε οποιοδήποτε μέρος του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων, για το οποίο ενδέχεται να απαιτήσει ο ΕΜΣ, κατά τη διακριτική του ευχέρεια ... (Δ) να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος της παρούσας σύμβασης· και/ή (Ε) να αναλάβει υποχρεώσεις δυνάμει της παρούσας σύμβασης, να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος και/ή να αναλάβει τις εν λόγω υποχρεώσεις σε μορφή και ουσία ικανοποιητική για τον ΕΜΣ”. Τέλος, ορίζεται ότι “Οποιοσδήποτε όρος της παρούσας σύμβασης χρηματοοικονομικής διευκόλυνσης δύναται να τροποποιηθεί ή να καταργηθεί μόνο με γραπτή συμφωνία, υπογεγραμμένη από τον ΕΜΣ ... το δικαιούχο κράτος μέλος και καθένα από τα άλλα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης ...”.

 

25. Επειδή, εξ άλλου, στο κυρωθέν με την παράγραφο Γ του ως άνω άρθρου 3 του ν. 4336/2015 σχέδιο Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων (Μνημόνιο Συνεννόησης) διαλαμβάνονται τα ακόλουθα: “Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 της συνθήκης του ΕΜΣ, στο παρόν Μνημόνιο εξειδικεύονται λεπτομερώς οι όροι που συνδέονται με τη διευκόλυνση χρηματοδοτικής συνδρομής η οποία καλύπτει την περίοδο 2015-2018. Οι όροι θα επικαιροποιούνται σε τριμηνιαία βάση, λαμβανομένης υπόψη της επιτευχθείσας προόδου όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις κατά το προηγούμενο τρίμηνο. Σε κάθε επανεξέταση, θα εξειδικεύονται πλήρως, με λεπτομέρειες και χρονοδιαγράμματα, τα συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής και τα λοιπά μέσα για την επίτευξη αυτών των ευρύτερων στόχων που παρατίθενται στο παρόν έγγραφο ... Η εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων θα αποτελέσει τη βάση για βιώσιμη ανάκαμψη. Οι σχετικές πολιτικές είναι δομημένες γύρω από τέσσερις πυλώνες: • Αποκατάσταση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας (ενότητα 2) ... • Διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (ενότητα 3) ... • Ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα και επενδύσεις (ενότητα 4): Η Ελλάδα θα σχεδιάσει και θα εφαρμόσει ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας και στις αγορές προϊόντων … Θα καταρτιστεί φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, καθώς και πολιτικές για τη στήριξη των επενδύσεων • Ένα σύγχρονο κράτος και μία σύγχρονη δημόσια διοίκηση (ενότητα 5)…”. Περαιτέρω, στην ενότητα 4 του Μνημονίου προβλέπονται μεταξύ άλλων τα εξής: “4.3. Ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις δικτύων (ενέργεια, μεταφορές, νερό) ... Εταιρείες ύδρευσης. Ένα σταθερό κανονιστικό καθεστώς είναι βασικής σημασίας για να επιτρέπονται οι τόσο αναγκαίες επενδύσεις σε δίκτυα ύδρευσης και για να προστατεύονται οι καταναλωτές όσον αφορά τις πολιτικές τιμολόγησης. Η κυβέρνηση, με την τεχνική βοήθεια της ΕΕ, θα δρομολογήσει, έως τον Δεκέμβριο του 2015, τις αναγκαίες δράσεις για την πλήρη εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου για τις εταιρείες ύδρευσης με βάση τη μεθοδολογία που εκπόνησε η Ειδική Γραμματεία Υδάτων το 2014, λαμβάνοντας υπόψη το ισχύον νομικό πλαίσιο· επίσης θα έχει ως στόχο την περαιτέρω βελτίωση και ενίσχυση της ρυθμιστικής αρχής υδάτων, προκειμένου αυτή να μπορέσει να λάβει τις αναγκαίες ανεξάρτητες ρυθμιστικές αποφάσεις (Ιούνιος 2016, βασικό παραδοτέο) … 4.4 Ιδιωτικοποίηση: Η ιδιωτικοποίηση μπορεί να συμβάλει στο να καταστεί αποδοτικότερη η οικονομία και να μειωθεί το δημόσιο χρέος ... η κυβέρνηση είναι πλέον αποφασισμένη να προχωρήσει με ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και να διερευνήσει όλες τις δυνατότητες μείωσης της συνολικής χρηματοδότησης μέσω μιας εναλλακτικής δημοσιονομικής πορείας ή μέσω μεγαλύτερων εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις ... η Ελληνική Δημοκρατία δεσμεύεται να προχωρήσει με το υπό εξέλιξη πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ έχει ήδη εγκρίνει το Σχέδιο αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων (Asset Development Plan ADP) που προβλέπει την ιδιωτικοποίηση των περιουσιακών στοιχείων που υπάγονται στο ΤΑΙΠΕΔ από τις 31.12.2014. Η εφαρμογή του προγράμματος αυτού αποβλέπει σε ετήσια έσοδα (εξαιρουμένων των τραπεζικών μετοχών) ύψους 1,4 δισ. ευρώ, 3,7 δισ. ευρώ και 1,3 δισ. ευρώ αντιστοίχως τα έτη 2015, 2016 και 2017. Ως προαπαιτούμενο και για να κινηθεί εκ νέου το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων η κυβέρνηση θα λάβει τα εξής μέτρα: i. Οι αρχές θα εγκρίνουν το Σχέδιο αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων (ADP) που ενέκρινε το ΤΑΙΠΕΔ στις 30.7.2015. Το ADP επισυνάπτεται στο παρόν Μνημόνιο ως παράρτημα και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας. Το ADP θα επικαιροποιείται σε εξαμηνιαία βάση και θα εγκρίνεται από το ΤΑΙΠΕΔ και το Υπουργικό Συμβούλιο ή το ΚΥΣΟΙΠ θα εγκρίνει το εν λόγω σχέδιο. ii. ... iii. ... iv. Οι αρχές θα ολοκληρώσουν περίπου 20 επιλεγείσες δράσεις του ΤΑΙΠΕΔ που βρίσκονται σε εκκρεμότητα. Η κυβέρνηση δεσμεύεται να διευκολύνει τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και να ολοκληρώσει όλες τις απαιτούμενες κρατικές δράσεις που θα επιτρέπουν την επιτυχή ολοκλήρωση των διαγωνισμών υποβολής προσφορών ... Ο κατάλογος κρατικών δράσεων σε εκκρεμότητα έχει εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ και επισυνάπτεται στο παρόν Μνημόνιο ως παράρτημα και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας. Σύμφωνα με τη δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ζώνης του Ευρώ, της 12ης Ιουλίου 2015, θα συσταθεί ένα νέο ανεξάρτητο ταμείο (το ‘Ταμείο’) το οποίο θα κατέχει σημαντικής αξίας περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας. Πρωταρχικός στόχος του Ταμείου είναι να διαχειρίζεται ελληνικά περιουσιακά στοιχεία σημαντικής αξίας και να προστατεύει, να δημιουργεί και εν τέλει να μεγιστοποιεί την αξία τους την οποία θα ρευστοποιεί με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα. Το ταμείο αυτό θα συσταθεί στην Ελλάδα και θα τελεί υπό τη διαχείριση των ελληνικών αρχών και την εποπτεία των οικείων ευρωπαϊκών θεσμών. Τα Ταμείο αναμένεται να επιτύχει τον στόχο του ακολουθώντας διεθνείς βέλτιστες πρακτικές από άποψη διακυβέρνησης, εποπτείας και διαφάνειας των προτύπων αναφοράς, και συμμόρφωσης. Έως τον Οκτώβριο του 2015, οι αρχές θα διορίσουν ανεξάρτητη Ομάδα Δράσης η οποία θα εντοπίζει εναλλακτικές δυνατότητες και θα καταρτίζει συστάσεις όσον αφορά τους επιχειρησιακούς στόχους, τη δομή και τη διακυβέρνηση του Ταμείου που πρόκειται να συσταθεί. Η Ομάδα Δράσης θα υποβάλει αναφορά έως τον Δεκέμβριο του 2015 και η κυβέρνηση, σε συμφωνία με τους θεσμούς, θα λάβει μέτρα για την εφαρμογή των συστάσεων έως τον Μάρτιο του 2016 (βασικό παραδοτέο) ... Η εντολή της Ομάδας Δράσης θα περιλαμβάνει: 1. Τον εντοπισμό των περιουσιακών στοιχείων που θα μπορούσαν να ενταχθούν στο νέο Ταμείο και των καλύτερων λύσεων ρευστοποίησής τους: ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να καταβληθεί για την αποκόμιση αξίας από ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της Ελληνικής Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων εκείνων στην κατοχή της ΕΤΑΔ. 2. Τον εντοπισμό των κατάλληλων ρυθμίσεων διακυβέρνησης του νέου Ταμείου, περιλαμβανομένου του εάν θα πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένες επί μέρους οντότητες για τα διάφορα είδη περιουσιακών στοιχείων εντός του Ταμείου, με βάση, κατά περίπτωση, την πείρα φορέων όπως το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) και η ΕΤΑΔ· κατά πόσον τέτοιες υφιστάμενες οντότητες θα μπορούσαν να μεταρρυθμιστούν και να διατηρηθούν χωριστά από το Ταμείο, να παύσουν να λειτουργούν μετά τη λήξη της εντολής τους ή να απορροφηθούν από το νέο Ταμείο. 3. Την υποβολή πρότασης για τη μετάβαση στο νέο Ταμείο με σκοπό να εξασφαλιστεί η συνέχεια με τις προηγούμενες ρυθμίσεις, περιλαμβανομένης της ενδεχόμενης μεταφοράς περιουσιακών στοιχείων εντός του Προγράμματος αξιοποίησης περιουσιακών στοιχείων. 4. Σύμφωνα με τη Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ζώνης του Ευρώ, η ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων θα αποτελέσει μία από τις πηγές για την πραγματοποίηση της προγραμματισμένης εξόφλησης του νέου δανείου του ΕΜΣ και θα αποφέρει κατά τη διάρκεια του νέου δανείου επιδιωκόμενο συνολικό ποσό 50 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 25 δισ. ευρώ θα χρησιμοποιηθούν για την επιστροφή της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και άλλων περιουσιακών στοιχείων και το 50% κάθε εναπομένοντος ευρώ (τουτέστιν, 50% των 25 δισ. ευρώ) θα χρησιμοποιηθεί για τη μείωση της αναλογίας χρέους/ΑΕΠ, το δε υπόλοιπο 50% θα χρησιμοποιηθεί για επενδύσεις. Η Ομάδα Δράσης θα εντοπίζει εναλλακτικές δυνατότητες και θα διατυπώνει συστάσεις ως προς τον τρόπο επιχειρησιακής εφαρμογής. 5. Τον εντοπισμό εναλλακτικών δυνατοτήτων για τη θέσπιση νομοθετικού πλαισίου με σκοπό να διασφαλιστούν διαφανείς διαδικασίες και κατάλληλος καθορισμός τιμών εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις αρχές και τα πρότυπα του ΟΟΣΑ για τη διαχείριση κρατικών επιχειρήσεων και βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη μεγιστοποίηση της δημιουργίας αξίας από τα περιουσιακά στοιχεία του Ταμείου και στο να αποφευχθούν περιπτώσεις εκποίησης περιουσιακών στοιχείων σε τιμή κατώτερη της εύλογης αξίας τους. 6. Με βάση διεθνείς βέλτιστες πρακτικές, την αξιολόγηση δυνατών στρατηγικών που θα πρέπει να σχεδιαστούν και να εκτελεστούν για τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα· και την εξέταση εναλλακτικών δυνατοτήτων για την με επαγγελματικό τρόπο διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων. ...”. Τα δύο παραρτήματα (σχέδιο αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του ΤΑΙΠΕΔ [31.7.2015] και κρατικές δράσεις σε εκκρεμότητα ως προς το ΤΑΙΠΕΔ [31.7.2015]) που, κατά τα προεκτεθέντα, αποτελούν παράρτημα του Μνημονίου και αναπόσπαστο μέρος της συμφωνίας δεν συνδημοσιεύθηκαν στην ΕτΚ. Στο εγκριθέν από το ΤΑΙΠΕΔ Σχέδιο αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων (ADP) περιλαμβάνονται η ΕΥΑΘ ΑΕ και η ΕΥΔΑΠ ΑΕ [στοιχεία 18 και 19, αντιστοίχως, στον σχετικό πίνακα περιεχομένων], με τις εξής σημειώσεις [απόδοση στην ελληνική από το αγγλικό κείμενο]: ΕΥΔΑΠ ΑΕ: Μέθοδος ιδιωτικοποίησης: Πώληση ποσοστού 11% του μετοχικού κεφαλαίου. Το ΤΑΙΠΕΔ κατέχει το 27% των μετοχών. Παρούσα κατάσταση: Σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που αφορούσε τη νομιμότητα της μεταβίβασης μετοχών στο ΤΑΙΠΕΔ, ακυρώθηκε η μεταβίβαση στο ΤΑΙΠΕΔ ποσοστού 34,033% του μετοχικού κεφαλαίου. Συνεπώς, το ΤΑΙΠΕΔ κατέχει το 27% του μετοχικού κεφαλαίου και η Ελληνική Δημοκρατία το 34%. Κατά την απόφαση του Δικαστηρίου, το Κράτος πρέπει να κατέχει τουλάχιστον 50% συν μία μετοχή, και, επομένως, μόνο μειοψηφική συμμετοχή μπορεί να πωληθεί. ΕΥΑΘ ΑΕ: Μέθοδος ιδιωτικοποίησης: Πώληση ποσοστού 23% του μετοχικού κεφαλαίου. Το ΤΑΙΠΕΔ κατέχει το 74% των μετοχών. Παρούσα κατάσταση: Απόπειρα ιδιωτικοποίησης με την πώληση του 51% των μετοχών σταμάτησε, κατόπιν της απόφασης του ΣτΕ που αφορούσε την ΕΥΔΑΠ. Τέλος, στο άρθρο 4 του ν. 4336/2015 ορίζεται ότι η ισχύς του νόμου “αρχίζει από την υπογραφή από τα συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης της παραγράφου Β του άρθρου 3, εκτός από τις διατάξεις της παραγράφου Α του άρθρου 3, η ισχύς των οποίων αρχίζει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως”. Ο ανωτέρω νόμος δημοσιεύθηκε στην ΕτΚ την 14.8.2015. Σύμφωνα δε με το από 20.8.2015 Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Οικονομικών, η υπογραφή της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας έλαβε χώρα την 19.8.2015. Εξ άλλου, στο από 16.6.2016 Συμπληρωματικό Μνημόνιο Κατανόησης αναφέρεται ότι το νέο ανεξάρτητο Ταμείο, η σύσταση του οποίου προβλέπεται στο κυρωθέν εν σχεδίω με τον ν. 4336/2015 Μνημόνιο Συνεννόησης, θα διοικείται από το Διοικητικό του Συμβούλιο, που θα εποπτεύεται από ένα Εποπτικό Συμβούλιο. Τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου θα διορίζονται από κοινού από την Ελληνική Κυβέρνηση και τους Ευρωπαϊκούς Θεσμούς. Αναφέρεται, επίσης, ότι η Κυβέρνηση θα συστήσει, διά νόμου, το νέο Ταμείο και θα μεταβιβάσει στο Ταμείο: (α) από το ΤΑΙΠΕΔ, ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, περιλαμβανόμενα σε έναν συμφωνημένο κατάλογο, (β) την ΕΤΑΔ ΑΕ και την κυριότητα όλων των περιουσιακών στοιχείων του Ελληνικού Δημοσίου, που είναι υπό τη διαχείρισή της, με περιορισμένες εξαιρέσεις κατόπιν συμφωνίας, ιδίως όπου υφίστανται πραγματικά εμπόδια ως προς την μελλοντική πώληση ή εμπορική χρήση του περιουσιακού στοιχείου (π.χ. αιγιαλός, αρχαιολογικοί χώροι κ.ά.) και (γ) κρατικές επιχειρήσεις περιλαμβανόμενες σε έναν αρχικό κατάλογο, ως προς τον οποίο το Συμπληρωματικό Μνημόνιο παραπέμπει στο Τεχνικό Μνημόνιο Κατανόησης (Technical Memorandum of Understanding) της 16.6.2016. Το σχετικό Τεχνικό Μνημόνιο Κατανόησης απαριθμεί, στο Παράρτημα 12, κατάλογο κρατικών επιχειρήσεων, οι οποίες πρέπει να μεταβιβαστούν στο Ταμείο, μεταξύ δε αυτών περιλαμβάνονται η ΕΥΔΑΠ ΑΕ και η ΕΥΑΘ ΑΕ [απόδοση στην ελληνική, από το αγγλικό κείμενο, των μη δημοσιευθέντων ως άνω Μνημονίων, ήτοι του Συμπληρωματικού Μνημονίου Κατανόησης και του Τεχνικού Μνημονίου Κατανόησης].

 

26. Επειδή, στο Μέρος Τέταρτο του ν. 4389/2016, που αφορά “Επείγουσες διατάξεις για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ...” (Α΄ 94/27.5.2016), περιλαμβάνονται οι ρυθμίσεις για τη σύσταση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ” [“Hellenic Corporation of Assets and Participations” (HCAP)]. Κατά την αιτιολογική έκθεση του νόμου, “δημιουργείται μια Ανώνυμη Εταιρεία ... με βασικό στόχο τη συγκέντρωση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου κάτω από μία ενιαία στέγη, και τη διαχείρισή τους ως σύνολο με σκοπό την καλύτερη αξιοποίησή τους, τη μείωση ελλειμμάτων και την αύξηση εσόδων από την αποτελεσματικότερη διαχείρισή τους. Μέρος της αποστολής της είναι και ο περιορισμός του κατακερματισμού των αρμοδιοτήτων του Δημοσίου ποσοτικά και ποιοτικά. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται ανάπτυξη συνεργειών και εξορθολογισμός της διοίκησης και αποδοτικότερη διαχείρισή τους για την διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος. Η Εταιρεία αποσκοπεί στην συνεισφορά πόρων για την υλοποίηση της επενδυτικής πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας καθώς και την απομείωση των οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας. Βασικός άξονας της λειτουργίας της Εταιρείας είναι η επιδίωξη επίτευξης κοινωνικά βιώσιμης διαχείρισης της Δημόσιας Περιουσίας όπως αυτή θα εξασφαλιστεί μέσω τις διαρκούς διαβούλευσης με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και φορείς, οδηγώντας σε ένα περιβάλλον αυξημένης λογοδοσίας και διαφάνειας και συνεχώς μειούμενης εσωστρέφειας. Παράλληλα η Εταιρεία θα διασφαλίζει την παροχή υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, ενδεικτικά μέσω της εκτέλεσης υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, και των κοινών αξιών που περιλαμβάνονται σε αυτήν. Με τα όργανα που έχουν προβλεφθεί και την οργανωτική δομή που έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο της Εταιρείας, λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι στην κυριότητα της θα περιέλθει ένα ανομοιογενές χαρτοφυλάκιο, το οποίο χρήζει εξειδικευμένης διαχείρισης ή και για τα μέρη του οποίου θα πρέπει να χαράσσονται διαφορετικές στρατηγικές κάθε φορά. Ο νόμος προβλέπει την δυνατότητα για αναδιοργάνωση του χαρτοφυλακίου της Εταιρείας, έτσι ώστε να επιτευχθεί λειτουργική και επιχειρησιακή βελτιστοποίηση, καθώς και την απόσχιση λειτουργιών και τη μεταφορά τους στο Δημόσιο, με τη σύμφωνη γνώμη της πολιτείας”.

 

27. Επειδή, ο ν. 4389/2016, όπως αρχικώς ίσχυε, προέβλεπε ότι αποτελούν “άμεσες θυγατρικές” της ΕΕΣΥΠ, αφενός, τρία ήδη υφιστάμενα νομικά πρόσωπα, ήτοι: (α) Το “Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας” [ΤΧΣ, βλ. ν. 3864/2010 (Α΄ 119)], (β) Το “Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου” [ΤΑΙΠΕΔ, βλ. τον προαναφερθέντα ν. 3986/2011], και (γ) η “Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου” [ΕΤΑΔ, βλ. άρθρα 12 επ. του ν. 2636/1998 (Α΄ 198) για τη σύσταση της “Ανώνυμης Εταιρείας Αξιοποίησης Περιουσίας ΕΟΤ”, άρθρα 9 και 10 του ν. 2837/2010 (Α΄ 178) για την εταιρεία “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ”, άρθρο 2 του ν. 3270/2004 (Α΄ 187) περί μετονομασίας της “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ” σε “Εταιρεία Τουριστικής Αξιοποίησης ΑΕ”, άρθρο 47 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66) για τη συγχώνευση των εταιρειών “Ολυμπιακά Ακίνητα ΑΕ” και “Εταιρεία Τουριστικής Αξιοποίησης ΑΕ” και τη μετονομασία της τελευταίας σε “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ”, άρθρο 66 ν. 4002/2011 (Α΄ 180) και κ.υ.α. Δ6Α 1162069 ΕΞ 2001 (Β΄ 2779/2.12.2011 για τη συγχώνευση των εταιρειών “Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου ΑΕ” και “Ελληνικά Τουριστικά Ακίνητα ΑΕ” και μετονομασία της τελευταίας σε “Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου ΑΕ” και άρθρο 24 ν. 4321/2015 (Α΄ 32) για την απορρόφηση της “Παράκτιο Αττικό Μέτωπο ΑΕ” από την “Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου ΑΕ”], και, αφετέρου, (δ) η συσταθείσα με τον ίδιο νόμο [τον ν. 4389/2016] “Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών ΑΕ” [ΕΔΗΣ βλ. άρθρα 188 παρ. 8 και 197 του ν. 4389/2016]: η ΕΔΗΣ κατέχει τις συμμετοχές του κράτους σε δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες απαριθμούνται στο Παράρτημα Δ του νόμου και μεταβιβάζονται σε αυτήν [την ΕΔΗΣ] αυτοδικαίως. Σύμφωνα με το ως άνω Παράρτημα Δ, μεταξύ των αρχικώς μεταβιβαζομένων στην “Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών” δημοσίων επιχειρήσεων δεν περιλαμβάνονται οι ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ [κατά το Παράρτημα αυτό, μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ οι εξής επιχειρήσεις: ΟΑΣΑ, ΟΣΥ ΑΕ, ΣΤΑΣΥ ΑΕ, ΟΣΕ ΑΕ, ΟΑΚΑ, ΕΛΤΑ ΑΕ]. Με το άρθρο 2 παρ. 3 του ν. 4425/2016 [“Επείγουσες ρυθμίσεις ... για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ...”] (Α΄ 185/30.9.2016) ορίσθηκε ότι, “Με την επιφύλαξη των περιορισμών που προκύπτουν από το Σύνταγμα και της υποχρέωσης συμμόρφωσης στις δικαστικές αποφάσεις, προστίθεται, μετά το Παράρτημα Δ του ν. 4389/2016, Παράρτημα Ε”: με το Παράρτημα αυτό, στις μεταβιβαζόμενες στην ΕΔΗΣ επιχειρήσεις προστίθενται, μεταξύ άλλων, οι ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ [Ομάδα Β· οι λοιπές επιχειρήσεις της αυτής Ομάδας είναι: Κτιριακές Υποδομές ΑΕ, ΕΛΒΟ ΑΕ, ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΑΕ και ΔΕΗ ΑΕ]. Στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει την διάταξη αυτή του ν. 4425/2016, όπως συμπληρώθηκε με την κατατεθείσα από τον Υπουργό Οικονομικών, κατά τη συζήτηση του σχετικού νομοσχεδίου στη Βουλή, “νομοτεχνική βελτίωση-προσθήκη”, αναφέρονται τα ακόλουθα: “Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρεται και στον ν. 4389/2016 ... σκοπός της [ΕΕΣΥΠ] είναι η συλλογική αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου και η αποδοτικότερη διαχείρισή τους για τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος. Διευκρινίζεται ότι η αξιοποίηση των επιχειρήσεων του Παραρτήματος Ε σε καμμία περίπτωση δεν περιλαμβάνει την αποξένωση του Ελληνικού Δημοσίου, ως μοναδικού μετόχου της [ΕΕΣΥΠ], από την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΔΑΠ ΑΕ και, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, της ΕΥΑΘ ΑΕ, σύμφωνα με τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 1906/2014 Ολομ)” [βλ. Πρακτικά Βουλής (Ολομέλεια), συνεδρίαση της 27.9.2016 σελ. 16121-16122]. Με τον ν. 4472/2017 [που περιέχει ομοίως “μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων”] (Α΄ 74/19.5.2017) αντικαταστάθηκε το Παράρτημα Δ του ν. 4389/2016 [σύμφωνα με το νέο Παράρτημα Δ, μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ οι εξής επιχειρήσεις: ο ΟΑΣΑ ΑΕ και οι θυγατρικές του ΟΣΥ ΑΕ-ΣΤΑΣΥ ΑΕ, ο ΟΣΕ ΑΕ, ο ΟΑΚΑ, τα ΕΛΤΑ ΑΕ], προστέθηκε νέο Παράρτημα ΣΤ [Επιχειρήσεις που μεταβιβάζονται στην ΕΔΗΣ - Ομάδα Γ: Διεθνής Αερολιμένας Αθηνών ΑΕ, Ελληνικές Αλυκές ΑΕ, ΕΤΒΑ ΒΙΠΕ ΑΕ, Ανώνυμη Εταιρεία Διώρυγας Κορίνθου, Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας ΑΕ, Κεντρική Αγορά Θεσσαλονίκης, ΔΕΘ-HELEXPO AE, Καταστήματα Αφορολογήτων Ειδών ΑΕ] και ορίσθηκε ότι από την καταχώριση του καταστατικού της ΕΔΗΣ στο ΓΕΜΗ, το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις δημόσιες επιχειρήσεις που απαριθμούνται στα Παραρτήματα Δ, Ε και ΣΤ μεταβιβάζονται, αυτοδικαίως και χωρίς αντάλλαγμα, στην ΕΔΗΣ [άρθρο 81 παρ. 1, 3 και 4 του ν. 4472/2017].

 

28. Επειδή, στη συνέχεια, με τον ν. 4512/2018 [“Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής ...”] (Α΄ 5/17.1.2018) καταργήθηκε η ανωτέρω “άμεση θυγατρική” της ΕΕΣΥΠ “Εταιρεία Δημοσίων Συμμετοχών ΑΕ” και ορίσθηκε ότι “Το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις δημόσιες επιχειρήσεις που απαριθμούνται στα Παραρτήματα Δ, Ε και ΣΤ ... μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς αντάλλαγμα στην [ΕΕΣΥΠ]” και θεωρούνται για τους σκοπούς του ν. 4389/2016 “λοιπές θυγατρικές” της ΕΕΣΥΠ [βλ. άρθρο 380 παρ. 2 περ. β΄ και ε΄ και παρ. 9 του ν. 4512/2018, άρθρο 380 παρ. 18 του αυτού νόμου (έναρξη ισχύος 17.1.2018), με το οποίο καταργήθηκε το άρθρο 205 για το καταστατικό της ΕΔΗΣ· βλ. και άρθρο 380 παρ. 11, με το οποίο διαγράφεται η ΟΣΕ ΑΕ από το Παράρτημα Δ, ορίζεται ότι ο ΟΑΚΑ μεταβιβάζεται “εφόσον μετατραπεί σε κεφαλαιουχική εταιρεία” και διαγράφονται από το Παράρτημα Ε οι επιχειρήσεις Κτιριακές Υποδομές ΑΕ, ΕΛΒΟ ΑΕ, ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΑΕ]. Κατά την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού, “καταργείται η πρόβλεψη σύστασης της ΕΔΗΣ” και η διαχείριση των δημοσίων επιχειρήσεων “μεταφέρεται απευθείας στην μητρική εταιρεία, δηλαδή στην ΕΕΣΥΠ”. Ακολούθησε η ήδη προσβαλλόμενη 263/21.2.2018 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Β΄ 614/22.2.2018), με την οποία ανακαλούνται, “με ισχύ από 1.1.2018”, οι ανωτέρω 195/2011 και 206/2011 αποφάσεις της Διυπουργικής Επιτροπής, κατά το μέρος με το οποίο μεταβιβάζονται από το Ελληνικό Δημόσιο στο “Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου” 14.520.000 και και 3.630.001 μετοχές της ΕΥΑΘ. Όπως ήδη αναφέρθηκε, στο προοίμιο της ανωτέρω 263/21.2.2018 απόφασης γίνεται μνεία των διατάξεων του ν. 4336/2015 και ειδικότερα των οριζομένων στην παράγραφο Γ του άρθρου 3 σχετικά με την “Ιδιωτικοποίηση” [στοιχείο 7 του προοιμίου], καθώς και της 1906/2014 απόφασης της Ολομέλειας του Δικαστηρίου, από την οποία “προκύπτει ότι το Ελληνικό Δημόσιο είναι σκόπιμο να μην αποξενωθεί από την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ” [στοιχείο 17 του προοιμίου]. Τελικώς, δηλαδή, επανέρχεται στο Ελληνικό Δημόσιο η κυριότητα 18.150.001 μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 50,00% συν μία μετοχή του μετοχικού της κεφαλαίου [βλ. το Ετήσιο Δελτίο Εταιρικής Χρήσης έτους 2017 της ΕΥΑΘ ΑΕ· το ΤΑΙΠΕΔ παραμένει κύριος ποσοστού 24,02% του μετοχικού κεφαλαίου (8.717.999 μετοχών)].

 

29. Επειδή, στον προαναφερθέντα ν. 4389/2016, που ρυθμίζει τα σχετικά με τη σύσταση, τον σκοπό, τις θυγατρικές, τα όργανα, τη λειτουργία, τη διανομή των κερδών και την επενδυτική πολιτική της παρεμβαίνουσας “Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ” και κυρώνει το Καταστατικό της, όπως ο νόμος αυτός ήδη ισχύει, ορίζονται τα εξής: Η ΕΕΣΥΠ [που απέκτησε νομική προσωπικότητα με την καταχώριση του Καταστατικού της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο στις 25.10.2016] διέπεται από τις διατάξεις του ν. 4389/2016 και συμπληρωματικά από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920· δεν ανήκει στον δημόσιο ή τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δεν εφαρμόζονται ως προς αυτήν οι διατάξεις περί δημοσίων επιχειρήσεων, υπό την έννοια του ν. 3429/2005 (Α΄ 314), εκτός αν αυτό ρητώς προβλέπεται, η δε διάρκειά της ορίζεται σε 99 έτη και μπορεί να παρατείνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης [άρθρα 184 και 186 ν. 4389/2016]. Το μετοχικό της κεφάλαιο καλύπτεται στο σύνολό του από το Ελληνικό Δημόσιο και “δύναται να αυξάνεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης ... κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο”· οι μετοχές της είναι μη μεταβιβάσιμες, περαιτέρω δε, ενόψει του ότι η λειτουργία της, καθώς και η λειτουργία των άμεσων θυγατρικών της, εξυπηρετεί ειδικό δημόσιο σκοπό, οι μετοχές της [και οι μετοχές των άμεσων θυγατρικών της και οι τίτλοι που ενσωματώνουν το κεφάλαιο του ΤΧΣ] αποτελούν πράγματα εκτός συναλλαγής, κατά την έννοια του άρθρου 966 του Αστικού Κώδικα [άρθρο 187 ν. 4389/2016]. Λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, για να εξυπηρετεί ειδικό δημόσιο σκοπό. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 185 [όπως στο άρθρο αυτό προστέθηκε νέα παράγραφος 2 και οι αρχικές παράγραφοι 2 και 3 αναριθμήθηκαν, αντιστοίχως, σε 3 και 4, με το άρθρο 380 παρ. 1 του ν. 4512/2018], “1. [Η] Εταιρεία διαχειρίζεται και αξιοποιεί τα περιουσιακά της στοιχεία προκειμένου να: (α) συνεισφέρει πόρους για την υλοποίηση της επενδυτικής πολιτικής της χώρας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων που συμβάλλουν στην ενίσχυση της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και (β) συμβάλει στην απομείωση των οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας, σύμφωνα με τον ν. 4336/2015. 2. Στο πλαίσιο του σκοπού της, η Εταιρεία, κατέχει συμμετοχές του Δημοσίου σε επιχειρήσεις του ν. 3429/2005, τις οποίες διαχειρίζεται επαγγελματικά, επαυξάνει την αξία τους και αξιοποιεί σύμφωνα με βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση, την εταιρική συμμόρφωση, την εποπτεία και τη διαφάνεια των διαδικασιών, καθώς και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές σε θέματα κοινωνικά και περιβαλλοντικά υπεύθυνης επιχειρηματικότητας και διαβούλευσης ... Οι δημόσιες επιχειρήσεις που ελέγχονται ... από την Εταιρεία: (α) υπόκεινται σε κατάλληλη εποπτεία σύμφωνα με τους κανόνες της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, (β) υλοποιούν και υποστηρίζουν τις εφαρμοστέες τομεακές πολιτικές της Κυβέρνησης, (γ) αναλαμβάνουν κατόπιν ανάθεσης την παροχή Υπηρεσιών Γενικού και Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος (ΥΓΟΣ), ενδεικτικά μέσω της εκτέλεσης υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, και τις κοινές αξίες της Ένωσης που περιλαμβάνονται σε αυτήν. 3. Για την εκπλήρωση του σκοπού της, η Εταιρεία ενεργεί με τρόπο ανεξάρτητο, επαγγελματικό και επιχειρηματικό με μακροπρόθεσμη προοπτική στην επίτευξη των αποτελεσμάτων της, σύμφωνα με τον Εσωτερικό της Κανονισμό, με εγγυήσεις πλήρους διαφάνειας και με σκοπό την επαύξηση της αξίας και τη βελτίωση της απόδοσης των παραπάνω περιουσιακών στοιχείων, καθώς και τη δημιουργία εσόδων, τα οποία κατανέμονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Περαιτέρω, η Εταιρεία προωθεί μεταρρυθμίσεις των δημοσίων επιχειρήσεων, μεταξύ άλλων, μέσω αναδιάρθρωσης, βέλτιστης εταιρικής διακυβέρνησης και διαφάνειας, καθώς και μέσω της προαγωγής υπεύθυνης διοίκησης, κοινωνικής ευθύνης, αειφορίας, καινοτομίας και βέλτιστων εταιρικών πρακτικών. 4. Η Εταιρεία μπορεί να προβαίνει σε κάθε ενέργεια προκειμένου να εκπληρώνει τον σκοπό της εντός του πλαισίου που τίθεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου”. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της ΕΕΣΥΠ, που ρυθμίζει τη λειτουργία της [και τη λειτουργία των “άμεσων θυγατρικών” της, πλην του ΤΧΣ], περιλαμβάνει, ιδίως, μεταξύ άλλων: την εταιρική διακυβέρνηση, την πολιτική επενδύσεων και διαχείρισης κινδύνων, την πολιτική μερισμάτων, τον “Μηχανισμό Συντονισμού” [βλ. κατωτέρω, άρθρο 197 παρ. 6], υιοθετείται δε από τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου της Εταιρείας και τροποποιείται με απόφαση της ΓΣ, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου που προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο [άρθρο 189 ν. 4389/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 380 παρ. 3 του ν. 4512/2018].

 

30. Επειδή, όργανα της ΕΕΣΥΠ είναι, κατά τον ν. 4389/2016 όπως ισχύει, η Γενική Συνέλευση, το Εποπτικό Συμβούλιο, το Διοικητικό Συμβούλιο και οι Ελεγκτές [άρθρο 190 παρ. 1 ν. 4389/2016]. Ειδικότερα: Κατά το άρθρο 190 παρ. 2, “Το ανώτατο όργανο της Εταιρείας είναι η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου, δηλαδή του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτό εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών. Η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου είναι το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφασίζει για θέματα, τα οποία σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Γενικής Συνέλευσης του μετόχου, με εξαίρεση την εκλογή και την ανάκληση του διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, τον καθορισμό της αμοιβής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και την τροποποίηση του Καταστατικού, ζητήματα τα οποία αποφασίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Επιπλέον, η Γενική Συνέλευση της Εταιρείας είναι αρμόδια να αποφασίζει επί των θεμάτων που αναφέρονται κατωτέρω: (α) Εγκρίνει, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου της, το στρατηγικό σχέδιο της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της, πλην (αα) του ΤΑΙΠΕΔ σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία είναι προς ιδιωτικοποίηση κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου και (ββ) του ΤΧΣ. Το εν λόγω στρατηγικό σχέδιο περιλαμβάνει τους όποιους στόχους αξιοποίησης ή ιδιωτικοποίησης της Εταιρείας βάσει γενικών στρατηγικών κατευθύνσεων που παρέχονται από τον Υπουργό Οικονομικών (‘Στρατηγικό Σχέδιο’). Τα ζητήματα που περιλαμβάνει το Στρατηγικό Σχέδιο καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό. (β) Εγκρίνει τις τροποποιήσεις του Καταστατικού της Εταιρείας, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο. (γ) Εγκρίνει την σύσταση νέων άμεσων θυγατρικών κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο. (δ) Εκλέγει τους Ελεγκτές της Εταιρείας βάσει λίστας υποψηφίων που υποβάλλεται από το Εποπτικό Συμβούλιο στη Γενική Συνέλευση σύμφωνα με το άρθρο 191 σε συνδυασμό με το άρθρο 193. (ε) Εγκρίνει την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο. (στ) Εγκρίνει τον Εσωτερικό Κανονισμό της Εταιρείας. (ζ) Εγκρίνει τροποποιήσεις του Εσωτερικού Κανονισμού κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο. (η) Απαλλάσσει το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας από κάθε ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 35 του κ.ν. 2190/1920, λαμβάνοντας υπόψη την αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου από το Εποπτικό Συμβούλιο. Τυχόν απόφαση περί μη απαλλαγής του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας πρέπει να αιτιολογείται”. Στο άρθρο 191 [όπως ισχύει μετά τη συμπλήρωση των παραγράφων 4 και 5 με το άρθρο 380 παρ. 4 του ν. 4512/2018] ορίζονται τα εξής: “1. Το Εποπτικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για την εποπτεία του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας με σκοπό να διασφαλίσει ότι αυτό λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του Καταστατικού και του Εσωτερικού Κανονισμού, προς το συμφέρον της Εταιρείας και προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος. 2. Το Εποπτικό Συμβούλιο αποτελείται από πέντε (5) μέλη που διορίζονται από τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου, σύμφωνα με τα κατωτέρω: (α) τρία (3) μέλη επιλέγονται από τον μοναδικό μέτοχο, κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας που ενεργούν από κοινού, (β) δύο (2) μέλη, μεταξύ των οποίων ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου, επιλέγονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, ενεργώντας από κοινού, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Οικονομικών. 3. Η θητεία των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου είναι πέντε (5) έτη. 4. Το Εποπτικό Συμβούλιο αποφασίζει επί των κατωτέρω θεμάτων: (α) Εκλέγει και διορίζει τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται κατωτέρω στο άρθρο 192. (β) Ανακαλεί τον διορισμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, (γ) Καθορίζει τις αμοιβές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας και εγκρίνει τις εργασιακές ή άλλες συμβάσεις σύμφωνα με τις οποίες παρέχουν υπηρεσίες στην Εταιρεία, σύμφωνα με το άρθρο 194. (δ) Προσυπογράφει την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας για την ανάκληση, προ της λήξης της θητείας τους, του διορισμού των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των άμεσων θυγατρικών της Εταιρείας, εξαιρουμένων των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Γενικού Συμβουλίου του ΤΧΣ. (ε) Προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου για οποιαδήποτε τροποποίηση του Εσωτερικού Κανονισμού της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της, εκτός του ΤΧΣ. (στ) Προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου για οποιαδήποτε τροποποίηση του Καταστατικού της Εταιρείας. (ζ) Προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου για τη σύσταση νέων άμεσων θυγατρικών. (η) Προσυπογράφει την πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου προς τη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου για οποιαδήποτε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας. (θ) Αξιολογεί τα πεπραγμένα του Διοικητικού Συμβουλίου και καταρτίζει και υποβάλλει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου ετήσια έκθεση επί των πεπραγμένων του Διοικητικού Συμβουλίου ... (ι) Εποπτεύει την τήρηση των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης της Εταιρείας σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και τον Εσωτερικό Κανονισμό (ια) Υποβάλλει στη Γενική Συνέλευση λίστα υποψηφίων Ελεγκτών σύμφωνα με το άρθρο 193 ... (ιβ) Προσυπογράφει την επαναμεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο άνευ ανταλλάγματος, με σύμβαση που καταρτίζεται με αυτό, περιουσιακών στοιχείων τα οποία μεταβιβάσθηκαν στην Εταιρεία ή στις άμεσες θυγατρικές της δυνάμει του παρόντος νόμου. (ιγ) Εγκρίνει τη διενέργεια από οποιοδήποτε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 192 ... (ιδ) Προσυπογράφει την απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας για την απαλλαγή του Υπεύθυνου Κανονιστικής Συμμόρφωσης από τα καθήκοντά του. 5. Κάθε μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου μπορεί να ζητά από το Διοικητικό Συμβούλιο οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που, κατά την κρίση του, είναι απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Το Εποπτικό Συμβούλιο ενημερώνεται για τον διορισμό, καθώς και για την ανάκληση, προ της λήξης της θητείας τους, του διορισμού των μελών των άμεσων και λοιπών θυγατρικών της Εταιρείας, σύμφωνα με την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 192. Το Διοικητικό Συμβούλιο οφείλει να παρέχει τα εν λόγω στοιχεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. 6. Το Εποπτικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν τουλάχιστον τέσσερα (4) μέλη αυτού είναι παρόντα. Κάθε μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου έχει μία (1) ψήφο. Οι αποφάσεις του Εποπτικού Συμβουλίου θα λαμβάνονται κατόπιν θετικής ψήφου τουλάχιστον τεσσάρων (4) μελών. Σε περίπτωση που η θέση ενός ή περισσοτέρων μελών του Εποπτικού Συμβουλίου κενωθεί λόγω θανάτου, παραίτησης ή απώλειας της ιδιότητας του μέλους με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τα υπόλοιπα μέλη συνεχίζουν προσωρινά να ασκούν τις αρμοδιότητες του Εποπτικού Συμβουλίου, υπό τον όρο ότι τουλάχιστον δύο (2) μέλη συμμετέχουν στη συνεδρίαση του Εποπτικού Συμβουλίου. Στην περίπτωση που έχει κενωθεί θέση μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου κατά τα ανωτέρω, το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί να λάβει νόμιμα αποφάσεις μόνο ομοφώνως και υπό την προϋπόθεση ότι παρίστανται στη συνεδρίαση τουλάχιστον ένα (1) μέλος που επιλέχθηκε από κοινού από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και ένα (1) μέλος που επιλέχθηκε από τον Υπουργό Οικονομικών. Σε περίπτωση κένωσης θέσης και των τριών (3) μελών που επιλέγονται από τον Υπουργό Οικονομικών, το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί να συνεδριάζει νόμιμα και να λαμβάνει αποφάσεις με την παρουσία των υπολοίπων δύο (2) μελών, μετά την πάροδο τριάντα (30) ημερών από την κένωση της θέσης του τελευταίου μέλους από αυτά που επιλέγονται από τον Υπουργό Οικονομικών και υπό την προϋπόθεση ότι εντός της ως άνω προθεσμίας, ο Υπουργός Οικονομικών δεν πρότεινε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας τουλάχιστον ένα (1) νέο μέλος σύμφωνα με την ως άνω διάταξη. Η κενή θέση κάθε μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου πρέπει να πληρούται εντός ενενήντα (90) ημερών από τον διορισμό νέου μέλους σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο παρόν άρθρο και μέχρι τη λήξη της θητείας του μέλους που αντικαθίσταται. 7. Είτε ο Υπουργός Οικονομικών είτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (τα δύο τελευταία ενεργώντας από κοινού) δύνανται να ζητήσουν αιτιολογημένα με επιστολή που απευθύνεται και κοινοποιείται στο άλλο μέρος, την ανάκληση μέλους ή μελών του Εποπτικού Συμβουλίου, αν, ενδεικτικά, τα εν λόγω μέλη: (α) παραβιάζουν με πράξεις ή παραλείψεις τους τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή του Εσωτερικού Κανονισμού, (β) παρεμποδίζουν με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους τη λειτουργία της Εταιρείας ή των θυγατρικών της με τρόπο που οι δραστηριότητες αυτών να παρακωλύονται αδικαιολόγητα ή να τίθεται σε κίνδυνο η επίτευξη των σκοπών τους ... (γ) επιδεικνύουν εμφανή απροθυμία ή αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων τους ... Αναφορικά με τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου, το μέρος που πρότεινε τον διορισμό συγκεκριμένου προσώπου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι εν τέλει αρμόδιο να αποφασίσει και την ανάκληση του διορισμού του. Αν αποφασίσει ότι η ανάκληση δεν είναι δικαιολογημένη, το μέλος παραμένει στη θέση του ... Η θέση του μέλους που ανακαλείται ο διορισμός του κατά τα ανωτέρω πληρούται σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στο παρόν άρθρο”. Διατάξεις για το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΕΣΥΠ περιέχει το επόμενο άρθρο 192 [όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 380 παρ. 5 του ν. 4512/2018], ορίζει δε τα εξής: “1. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας αποτελείται από πέντε (5) έως εννέα (9) μέλη τα οποία εκλέγονται για τετραετή (4) θητεία, όπως ορίζεται στο Καταστατικό της με απόφαση του Εποπτικού Συμβουλίου και υπό τις προϋποθέσεις που θέτει ο Εσωτερικός Κανονισμός. Το Εποπτικό Συμβούλιο διορίζει μεταξύ των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου τον Πρόεδρο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο. Πέραν του διορισμού του πρώτου Διευθύνοντος Συμβούλου της Εταιρείας, ο διορισμός του Διευθύνοντος Συμβούλου της πραγματοποιείται κατόπιν διαβούλευσης του Εποπτικού Συμβουλίου με τα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Στην έναρξη της διαδικασίας επιλογής το Εποπτικό Συμβούλιο ζητά την απλή γνώμη του Υπουργού Οικονομικών επί των προτεινόμενων χαρακτηριστικών του προσώπου που θα διοριστεί ως Διευθύνων Σύμβουλος. Ο Υπουργός Οικονομικών παρέχει την ως άνω γνώμη εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την υποβολή του αιτήματος του Εποπτικού Συμβουλίου. Με την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, το Εποπτικό Συμβούλιο προχωρά στη διαδικασία επιλογής ακόμα και αν η γνώμη δεν έχει δοθεί. Στο τέλος της διαδικασίας επιλογής το Εποπτικό Συμβούλιο υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών τελική λίστα με τους κατάλληλους υποψηφίους για τη θέση του Διευθύνοντος Συμβούλου και ο Υπουργός Οικονομικών παρέχει, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών την απλή γνώμη του επί των υποψηφιοτήτων. Με την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, το Εποπτικό Συμβούλιο προβαίνει στην επιλογή, ακόμα και αν η ανωτέρω γνώμη δεν έχει δοθεί. Πέραν του Διευθύνοντος Συμβούλου, το Εποπτικό Συμβούλιο μπορεί να διορίσει άλλο ένα (1) εκτελεστικό μέλος. Όλα τα υπόλοιπα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είναι μη εκτελεστικά. Η διαδικασία επιλογής των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και ο καθορισμός της αμοιβής τους, όπως επίσης και η αξιολόγησή τους αναφέρονται στο άρθρο 194 και αναλύονται περαιτέρω στον Εσωτερικό Κανονισμό. Η αμοιβή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και οι εργασιακές ή άλλες συμβάσεις, σύμφωνα με τις οποίες παρέχουν υπηρεσίες στην Εταιρεία τυγχάνουν της αποδοχής του Εποπτικού Συμβουλίου. 2. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για τη διοίκηση της Εταιρείας και την επίτευξη των καταστατικών της σκοπών. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει επί όλων των θεμάτων που σχετίζονται με τη διαχείριση της Εταιρείας, εκτός από τα θέματα εκείνα που σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου ανήκουν στην αρμοδιότητα του Εποπτικού Συμβουλίου ή της Γενικής Συνέλευσης. Το Διοικητικό Συμβούλιο έχει τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 22 του κ.ν. 2190/1920, καθώς και τις ακόλουθες ενδεικτικές αρμοδιότητες: (α) Αναλαμβάνει συμβατικές υποχρεώσεις για λογαριασμό της Εταιρείας ... (β) Διορίζει και ανακαλεί τον Διευθυντή Εσωτερικού Ελέγχου και τον Οικονομικό Διευθυντή σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην Εσωτερικό Κανονισμό, διορίζει τον Υπεύθυνο Κανονιστικής Συμμόρφωσης και, κατόπιν προηγούμενης προσυπογραφής του Εποπτικού Συμβουλίου, τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του. (γ) Εγκρίνει τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις για την απασχόληση του προσωπικού της Εταιρείας ... (δ) Εγκρίνει, κατόπιν πρότασης του Διευθύνοντος Συμβούλου σε ετήσια βάση το επιχειρηματικό σχέδιο της Εταιρείας, το οποίο πρέπει σε κάθε περίπτωση να βασίζεται στις γενικές στρατηγικές κατευθύνσεις που περιλαμβάνονται στο Στρατηγικό Σχέδιο της Εταιρείας. (ε) Αποφασίζει σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου της Εταιρείας, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, συμπεριλαμβανομένων του διορισμού και της ανάκλησης οργάνων διοίκησης των άμεσων και λοιπών θυγατρικών, εκτός του ΤΧΣ, μέσω της Γενικής Συνέλευσης αυτών ... (ζ) Αποφασίζει την υλοποίηση επενδύσεων ... (η) ... (θ) Λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για τη διασφάλιση συμμόρφωσης με τις αρχές εταιρικής διακυβέρνησης, διαφάνειας και εποπτείας, σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ. (ι) Υποβάλλει στο Εποπτικό Συμβούλιο τριμηνιαίες εκθέσεις για την τήρηση των κανόνων της εταιρικής διακυβέρνησης ... (ιγ) Προτείνει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου κατόπιν προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας. (ιδ) Προτείνει στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου κατόπιν προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο την τροποποίηση του Καταστατικού της Εταιρείας. (ιε) ... (ιστ) Συντάσσει τροποποιήσεις του Εσωτερικού Κανονισμού, τις οποίες με την προϋπόθεση προσυπογραφής από το Εποπτικό Συμβούλιο, υποβάλλει προς έγκριση στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου. (ιζ) Υποβάλλει προς έγκριση στη Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου το Στρατηγικό Σχέδιο της Εταιρείας. (ιη) Ασκεί όλες τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα που προβλέπονται στον παρόντα νόμο και την εφαρμοστέα νομοθεσία. (ιθ) ... (κβ) Αξιολογεί την απόδοση του Διευθύνοντος Συμβούλου και προτείνει στο Εποπτικό Συμβούλιο την ανάκληση αυτού. 3. Ο Πρόεδρος ή ο νόμιμος αναπληρωτής του και ο Διευθύνων Σύμβουλος έχουν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στον Καταστατικό της Εταιρείας και τον Εσωτερικό Κανονισμό. 4. Ένας (1) εκπρόσωπος που ορίζεται από κοινού από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας παρευρίσκεται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ως παρατηρητής χωρίς δικαίωμα ψήφου ... 5. Το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τουλάχιστον τρία (3) μέλη. Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου έχει μία ψήφο. Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με την πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου ... Αν απουσιάζουν μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου λόγω θανάτου, παραίτησης ή λόγω απώλειας της ιδιότητάς τους ή για άλλο λόγο τα απομένοντα μέλη αυτού δύνανται να εκτελούν προσωρινά τις αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει η απαρτία της παρούσας παραγράφου ... 6. [κωλύματα και ασυμβίβαστα μελών του ΔΣ] ... 7. Εφόσον οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου, του Εσωτερικού Κανονισμού και της ισχύουσας νομοθεσίας, λογίζεται ότι είναι σύμφωνες με τον σκοπό της Εταιρείας ...”.

 

31. Επειδή, η διανομή των κερδών της ΕΕΣΥΠ ρυθμίζεται στο άρθρο 199 του ν. 4389/2016 [όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 380 παρ. 12 του ν. 4512/2018], ως εξής: “Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η διανομή των κερδών της Εταιρείας πραγματοποιείται σύμφωνα με τη μερισματική πολιτική, η οποία αποτελεί μέρος του Εσωτερικού Κανονισμού και με την οποία διασφαλίζεται η ακόλουθη διανομή: (α) ποσοστό 50% των κερδών της Εταιρείας καταβάλλεται ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο και διατίθεται σύμφωνα με τον ν. 4336/2015, και (β) σχετικά με τα λοιπά κέρδη θα πρέπει: (αα) Ένα μέρος να αποδίδεται ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο και να χρησιμοποιείται από το Ελληνικό Δημόσιο για επενδύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 200 του παρόντος νόμου, και (ββ) Ένα μέρος θα χρησιμοποιείται από την Εταιρεία για επενδύσεις σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 200 του παρόντος νόμου και δύναται επίσης να διακρατηθεί για να καλυφθούν πιθανές μελλοντικές ζημιές ... Η διανομή των κερδών της Εταιρείας ... εγκρίνεται από την ετήσια τακτική γενική συνέλευση” [παρ. 1]. Σύμφωνα δε με το άρθρο 200 για την επενδυτική πολιτική της ΕΕΣΥΠ [όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 380 παρ. 13 του ν. 4512/2018], “1. Ο Εσωτερικός Κανονισμός της Εταιρείας θα πρέπει να περιλαμβάνει κεφάλαιο Επενδυτικής Πολιτικής. Οι επενδυτικές αποφάσεις της Εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών (εκτός του ΤΧΣ) θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις της Επενδυτικής Πολιτικής, σε σχέση με τις αντίστοιχες κατηγορίες επενδύσεων. 2. Ποσά τα οποία διακρατούνται για επενδύσεις που θα πραγματοποιηθούν από την Εταιρεία σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 199, παράγραφος 1, περίπτωση β΄, υποπερίπτωση ββ΄ και με τις προβλέψεις του Εσωτερικού Κανονισμού στο κεφάλαιο της Επενδυτικής Πολιτικής μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους ακόλουθους σκοπούς: (α) Για επενδύσεις στις λοιπές ή στις άμεσες θυγατρικές (εκτός του ΤΧΣ). (β) Για επενδύσεις σε εταιρείες ή περιουσιακά στοιχεία τα οποία δεν αποτελούν άμεσες ή λοιπές θυγατρικές της Εταιρείας. (γ) Για διακράτηση ως αποθεματικά για μελλοντικές επενδύσεις. Συγκεκριμένες επενδυτικές αποφάσεις σχετικά με τα ποσά που διατίθενται στους σκοπούς μπορούν να ληφθούν σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επενδυτικής Πολιτικής. 3. Ποσά τα οποία αποδίδονται στο Ελληνικό Δημόσιο ως μέρισμα σύμφωνα με την υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 199, χρησιμοποιούνται από το Ελληνικό Δημόσιο για τη χρηματοδότηση της συμμετοχής του σε επενδύσεις οι οποίες εκπληρώνουν τις στρατηγικές προτεραιότητες, τους κανόνες επιλεξιμότητας και τα κριτήρια επιλογής, όπως κάθε φορά διαμορφώνονται και εξειδικεύονται στο ισχύον Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης και τα ισχύοντα Επιχειρησιακά Προγράμματα τα οποία χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ταμείο Συνοχής. Οι επενδύσεις αυτές χρηματοδοτούνται από το εθνικό ή το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ... Τα ποσά που διατίθενται για τον σκοπό αυτόν ετησίως αποτελούν έσοδο του ΠΔΕ ... 4. Η Επενδυτική Πολιτική περιλαμβάνει και τη διαδικασία καθορισμού των ποσοστών από τα κέρδη της Εταιρείας τα οποία θα αποδίδονται σε επενδύσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 199, παράγραφος 1, περίπτωση β΄, υποπερίπτωση ββ΄ καθώς και για τον επιμερισμό των ποσών σε κάθε κατηγορία ... Ο Εσωτερικός Κανονισμός ορίζει περαιτέρω τη διαδικασία επιλογής των επενδύσεων από την Εταιρεία ανά κατηγορία. 5. Η Επενδυτική Πολιτική θα περιλαμβάνει λεπτομέρειες σχετικά με τις ακόλουθες αρχές: (α) Απαιτήσεις ως προς την απόδοση των επενδύσεων της παραγράφου 2, περίπτωση α΄, (β) Τις απαιτήσεις για τις επενδύσεις της παραγράφου 2, περίπτωση β΄ ... (γ) Απαιτήσεις για την επένδυση των αποθεματικών της Εταιρείας ... 6. ...”. Κατά το άρθρο 201 που αφορά τις μεθόδους και τη διαδικασία αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων της ΕΕΣΥΠ και των άμεσων θυγατρικών της (πλην ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ) [όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 380 παρ. 14 του ν. 4512/2018], “1. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ) μπορούν να μετέρχονται όλες τις μεθόδους που κρίνονται κατάλληλες προκειμένου, κατά τρόπο επαγγελματικό, να διαχειρίζονται, να διατηρούν, να αυξάνουν την αξία και να αξιοποιούν τα περιουσιακά τους στοιχεία και να επιτυγχάνουν τον σκοπό τους. 2. Προκειμένου να προβούν σε ιδιωτικοποίηση περιουσιακών τους στοιχείων, η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ) δύνανται να προβαίνουν ενδεικτικά στην πώλησή τους, τη μεταβίβαση οποιωνδήποτε εμπραγμάτων ή ενοχικών δικαιωμάτων επί αυτών ή την εισφορά των τελευταίων σε ανώνυμες εταιρείες (ΑΕ) ή ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΙΚΕ) και στη συνεπακόλουθη πώληση των σχετικών μετοχών σε τρίτους. 3. Η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της (εξαιρουμένων των ΤΧΣ και ΤΑΙΠΕΔ) δύνανται επιπλέον να προβαίνουν στη μίσθωση των περιουσιακών τους στοιχείων, την παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης ή αξιοποίησής τους, την ανάθεση της διαχείρισής τους, τη σύσταση επί αυτών οποιουδήποτε πραγματικού ή προσωπικού δικαιώματος ... Η Εταιρεία δύναται επιπλέον να προβαίνει σε τιτλοποίηση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από τον επιχειρηματικό ή μη χαρακτήρα τους ... και την έκδοση τίτλων ανταλλάξιμων με μετοχές, υπό την προϋπόθεση ότι η έκδοση αυτών των τίτλων δεν αυξάνει το δημόσιο χρέος ... 4. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας ή της συναφούς άμεσης θυγατρικής ... αποφασίζει τις πρόσφορες μεθόδους αξιοποίησης και τη διαδικασία για την επιλογή των αντισυμβαλλομένων προκειμένου να συναφθούν οι σχετικές συμβάσεις, λαμβάνοντας υπόψη την επιχειρηματική πρακτική ... σε διεθνές επίπεδο, τα ειδικά χαρακτηριστικά του κάθε υπό αξιοποίηση περιουσιακού στοιχείου, την ύπαρξη επενδυτικού ενδιαφέροντος ... καθώς και όλα τα άλλα ουσιώδη κατά την κρίση του στοιχεία, τα οποία θα οδηγήσουν στη βέλτιστη αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων. 5. Πριν από την αξιοποίηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου της Εταιρείας ή των άμεσων θυγατρικών της ... απαιτείται να γίνει τελική αποτίμηση της αξίας του εν λόγω περιουσιακού στοιχείου σύμφωνα με τα αναφερόμενα στον Εσωτερικό Κανονισμό ... 7. Όσον αφορά στη διάθεση μετοχών των εταιρειών που είναι εισηγμένες σε Οργανωμένη Αγορά κατά την έννοια του ν. 3606/2007 (Α΄ 195), η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της ... μπορούν να αναθέσουν σε πιστωτικό ίδρυμα ή τράπεζα επενδύσεων την ανεύρεση αγοραστή για το εν λόγω περιουσιακό στοιχείο ... 8. Όσον αφορά στις πωλήσεις κινητών αξιών, οι οποίες είναι εισηγμένες ή βρίσκονται στο στάδιο εισαγωγής προς διαπραγμάτευση σε Οργανωμένη Αγορά κατά την έννοια του ν. 3606/2007, η Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της ... δύνανται επίσης ... να αναθέσουν σε πιστωτικά ιδρύματα ή τράπεζες επενδύσεων την ανεύρεση αγοραστών μέσω της διαδικασίας βιβλίου προσφορών (book building) ... 9. Η Εταιρεία, με την επιφύλαξη του προοιμίου του παραρτήματος Ε΄ του παρόντος νόμου μπορεί να αποδέχεται δημόσιες προσφορές κινητών αξιών που υποβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3461/2006 (Α΄ 106) για τις συμμετοχές που διαθέτει στις λοιπές θυγατρικές. 10. ... 11. H Εταιρεία και οι άμεσες θυγατρικές της ... δύνα[ν]ται, για τη διευκόλυνση της αξιοποίησης των περιουσιακών του[ς] στοιχείων, να συνάπτουν οποιαδήποτε σύμβαση ... καθώς και να συνομολογούν κοινές διαδικασίες πώλησης με άλλους πωλητές ... 12. ...”. Κατά το άρθρο 202, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας υποβάλλει στη Βουλή ετήσια έκθεση ανάλυσης των πεπραγμένων του (παρ. 1) και με το άρθρο 204 [όπως ισχύει τροποποιήθηκε με το άρθρο 380 παρ. 17 του ν. 4512/2018] κυρώνεται το Καταστατικό της ΕΕΣΥΠ.

 

32. Επειδή, περαιτέρω, κατά τον ως άνω ν. 4389/2016, όπως ισχύει, “’μεσες θυγατρικές” της ΕΕΣΥΠ είναι το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου και η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου, των οποίων των μετοχικό κεφάλαιο ή οι τίτλοι που το ενσωματώνουν μεταβιβάζονται στην Εταιρεία, δύναται δε η Εταιρεία, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, κατόπιν πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία προσυπογράφεται από το Εποπτικό Συμβούλιο, “να ιδρύει και άλλες άμεσες θυγατρικές προκειμένου να εκπληρώνει τον εταιρικό της σκοπό”. “Λοιπές θυγατρικές” δε της ΕΕΣΥΠ είναι, μετά την κατάργηση της ΕΔΗΣ ΑΕ [βλ. προηγούμενη σκέψη], “δημόσιες επιχειρήσεις και νομικά πρόσωπα του ν. 3429/2005 που το μετοχικό τους κεφάλαιο ή ο έλεγχος μεταβιβάζεται στην Εταιρεία σύμφωνα με το άρθρο 197” [άρθρο 188 ν. 4389/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 380 παρ. 2 του ν. 4512/2018]. Στο άρθρο 197 του ν. 4389/2016 [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 380 παρ. 9 του ν. 4512/2018] ορίζονται οι εξής “Ειδικές διατάξεις για τις λοιπές θυγατρικές”: “1. Το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις δημόσιες επιχειρήσεις που απαριθμούνται στα Παραρτήματα Δ, Ε και ΣΤ... μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς αντάλλαγμα στην Εταιρεία. 2. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας ή οποιοδήποτε άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτό πρόσωπο διασφαλίζει ότι όλες οι ενέργειες που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των καταχωρίσεων της παραπάνω μεταβίβασης πραγματοποιούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, συμπεριλαμβανομένης της εγγραφής της σχετικής μεταβίβασης στο βιβλίο μετόχων κάθε μίας εκ των μη εισηγμένων εταιρειών, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται ... και στην περίπτωση εταιρειών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών της καταχώρισης της σχετικής μεταφοράς στο Σύστημα ’υλων Τίτλων. Με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής καθορίζεται η διαδικασία και τα κριτήρια για τις υπόλοιπες δημόσιες επιχειρήσεις που θα μεταφερθούν στην Εταιρεία. ... 3. Το καταστατικό των εταιρειών, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται δυνάμει του παρόντος άμεσα ή έμμεσα στο σύνολό τους ή εν μέρει στην Εταιρεία, τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. 4. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των λοιπών θυγατρικών, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται εν όλω ή εν μέρει κατά το παρόν άρθρο στην Εταιρεία, αλλά και των θυγατρικών αυτών, εκλέγονται από τη συνέλευση των μετόχων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των λοιπών θυγατρικών, προτείνεται προς εκλογή από τον Υπουργό Οικονομικών στην Εταιρεία, η οποία ασκεί τα δικαιώματα διορισμού ή ψήφου στη γενική συνέλευση των εταιρειών αυτών προς την εκλογή μελών Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με τον κ.ν. 2190/1920 ... Για τη διευκόλυνση της επιλογής των υπολοίπων υποψηφίων μελών για τα Διοικητικά Συμβούλια των λοιπών θυγατρικών: (α) Το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας θα συστήσει Επιτροπή Ανάδειξης Υποψηφίων, αποτελούμενη από μέλη του, η οποία θα προτείνει προς το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας υποψηφιότητες μελών για διορισμό στα Διοικητικά Συμβούλια των λοιπών θυγατρικών ... (β) Η διαδικασία που ακολουθείται από την Επιτροπή Ανάδειξης Υποψηφίων αναλύεται περαιτέρω στον Εσωτερικό Κανονισμό. Κατά τον προσδιορισμό του τρόπου άσκησης του μετοχικού δικαιώματος για τον διορισμό των Διοικητικών Συμβουλίων των λοιπών θυγατρικών, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας θα πρέπει να λάβει υπόψη τις αρχές του Εσωτερικού Κανονισμού σχετικά με τον διορισμό μελών διοικητικών συμβουλίων, την καταλληλότητα των υποψηφίων σχετικά με τις απαιτήσεις διοίκησης των λοιπών θυγατρικών (Αποστολή Δημόσιας Επιχείρησης, Δήλωση Δεσμεύσεων κ.ά.), την αποφυγή διακρίσεων, την ανεξαρτησία και τα επαγγελματικά κριτήρια που κρίνονται απαραίτητα για την επίτευξη του σκοπού κάθε μίας εκ των λοιπών θυγατρικών. Οι παρούσες διατάξεις σχετικά με την επιλογή των μελών των Διοικητικών Συμβουλίων των λοιπών θυγατρικών, υπερισχύουν οποιασδήποτε άλλης σχετικής διάταξης με την μεταφορά των μετοχών των λοιπών θυγατρικών στην Εταιρεία. 5. Η μεταβίβαση των μετοχών των δημοσίων επιχειρήσεων στην Εταιρεία δεν επηρεάζει αφ’ εαυτής τους όρους εργασίας των υπαλλήλων των εν λόγω δημοσίων επιχειρήσεων. 6. (α) Ο Εσωτερικός Κανονισμός περιέχει ένα λεπτομερές πλαίσιο (‘Μηχανισμός Συντονισμού’) σχετικά με την διακυβέρνηση των λοιπών θυγατρικών αναφορικά: αα) με τον προσδιορισμό της αποστολής των δημοσίων επιχειρήσεων, ββ) με την θέσπιση στόχων για τα Διοικητικά Συμβούλια των λοιπών θυγατρικών και γγ) την συμμετοχή των λοιπών θυγατρικών στην αναπτυξιακή στρατηγική του κράτους. Το πλαίσιο αυτό θα αντανακλά τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές διακυβέρνησης των δημοσίων επιχειρήσεων. Θα περιλαμβάνει, επίσης, ένα λεπτομερές πλαίσιο αναφορικά με την άσκηση από τις δημόσιες επιχειρήσεις δραστηριοτήτων που αποτελούν ειδικές υποχρεώσεις, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων που συνιστούν υπηρεσίες που εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον (‘πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων’), συμπεριλαμβανομένων των ΥΓΟΣ. (β) Το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων ρυθμίζει τον συντονισμό, ως προς τα ζητήματα που αναλύονται κατωτέρω, μεταξύ της Εταιρείας, και κάθε δημόσιας επιχείρησης αφενός, και αφετέρου των δημόσιων αρχών, που εκπροσωπούνται από μια Επιτροπή που συγκροτείται από τα εποπτεύοντα αρμόδια Υπουργεία. (γ) Ειδικότερα, το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων προβλέπει τη συγκρότηση ενός μηχανισμού ο οποίος θα καθορίζει, σε γενικές γραμμές, κατά πόσο είναι αναγκαία η επιβολή ειδικών υποχρεώσεων στη σχετική δημόσια επιχείρηση προκειμένου το Κράτος να επιτύχει τους στρατηγικούς στόχους του στον τομέα όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση, ή προκειμένου να εξυπηρετηθεί το γενικό συμφέρον. (δ) Κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο να επιβληθούν οι εν λόγω υποχρεώσεις, το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων περιλαμβάνει μηχανισμούς για τον προσδιορισμό των αντικειμενικών και λειτουργικών στόχων και των δεικτών απόδοσης της σχετικής δημόσιας επιχείρησης, προκειμένου να διευκολυνθεί η επίτευξη των σχετικών στρατηγικών στόχων ή να διασφαλισθεί η επαρκής εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος. Επιπλέον, θα υπάρχει πρόβλεψη για την κοστολόγηση και τη χρηματοδότηση των ειδικών υποχρεώσεων. Τα ως άνω στοιχεία θα καθορίζονται στις συμβάσεις απόδοσης και στόχων. (ε) Το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων μπορεί να καθορίζει περαιτέρω ειδικές υποχρεώσεις. (στ) Καμία δημόσια επιχείρηση δεν θα υποχρεούται να αναλάβει δραστηριότητες, τις οποίες διαφορετικά και στο σύνηθες πλαίσιο της επιχειρηματικής της πρακτικής δεν θα αναλάμβανε, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων. 7. Η Εταιρεία μπορεί να θέτει ως στόχο τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων επιχειρήσεων, τη μείωση λειτουργικών εξόδων μέσω λύσεων που στηρίζονται στην αξιοποίηση των τεχνολογιών ... την αύξηση των εσόδων μέσω της επέκτασης της πελατειακής βάσης, τη διαφοροποίηση προϊόντων και υπηρεσιών και μέσω επενδύσεων σε νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς και με άλλους τρόπους. 8. Οποιαδήποτε ρύθμιση δυνάμει της οποίας το Ελληνικό Δημόσιο παρέχει οποιασδήποτε μορφής οικονομική ενίσχυση σε δημόσια επιχείρηση, η οποία μεταβιβάζεται στην Εταιρεία ή σε θυγατρικές της, πρέπει να συνάδει με την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων ... Προκειμένου να συνεχισθεί η παροχή οικονομικής ενίσχυσης με σκοπό την υποστήριξη Υπηρεσιών Γενικού και Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος που παρέχονται από τη δημόσια επιχείρηση, οι εν λόγω υπηρεσίες πρέπει να εξακολουθούν να παρέχονται με τους ίδιους ποιοτικούς και ποσοτικούς όρους και προϋποθέσεις” [σύμφωνα με το άρθρο 380 παρ. 20 του ν. 4512/18, ως ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρ. 1 του άρθρου 197 ορίζεται η 1.1.2018]. Εξ άλλου, κατά το άρθρο 198 παρ. 1 [όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 380 παρ. 10 περ. α΄ του ν. 4512/2018], “Μεταβιβάζονται στην Εταιρεία αυτοδικαίως οι συμβάσεις παραχώρησης των ... λοιπών θυγατρικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δύναται να μεταβιβάζεται στην Εταιρεία η δυνατότητα να συνάπτει ή να ανανεώνει συμβάσεις παραχώρησης, οι οποίες σχετίζονται με τις δημόσιες επιχειρήσεις, οι μετοχές των οποίων μεταβιβάζονται σε αυτή. Το Ελληνικό Δημόσιο, με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου ... δύναται να αποφασίζει τη συνυπογραφή εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου ως εκ τρίτου συμβαλλομένου, συμβάσεων παραχώρησης περιουσιακών δικαιωμάτων, άυλων δικαιωμάτων, δικαιωμάτων λειτουργίας, συντήρησης και εκμετάλλευσης υποδομών, μόνο ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει το ίδιο ...”. Σύμφωνα δε με τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 210 παρ. 5 [όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 380 παρ. 19 του ν. 4512/2018], “Από τη μεταβίβαση στην Εταιρεία των συμμετοχών του δημοσίου επί των επιχειρήσεων του ν. 3429/2005, σύμφωνα με το άρθρο 197, καταργείται κάθε διάταξη που περιλαμβάνεται στον ιδρυτικό νόμο ή τα καταστατικά των επιχειρήσεων αυτών και η οποία προβλέπει διαφορετικό τρόπο λειτουργίας ή λήψης αποφάσεων ως προς τα δικαιώματα του μετόχου, την εκλογή μελών ΔΣ, και κάθε άλλο ζήτημα σχετικό με τη λειτουργία τους και η οποία έρχεται σε αντίθεση με τις ειδικότερες διατάξεις του παρόντος νόμου ως προς τα ζητήματα αυτά και του κ.ν. 2190/1920”. Τέλος, στο άρθρο 380 παρ. 20 του ν. 4512/2018 ορίζεται ότι (α) έναρξη ισχύος της παραγράφου 1 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016 [όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 380 παρ. 9 του ν. 4512/2018], ήτοι της διατάξεως κατά την οποία το σύνολο των μετοχών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου στις δημόσιες επιχειρήσεις των Παραρτημάτων Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ “μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και χωρίς αντάλλαγμα στην Εταιρεία”, είναι η 1.1.2018 και (β) ότι η παράγραφος 2 του άρθρου 198 του ν. 4389/2016 [όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με το άρθρο 380 παρ. 11 του ν. 4512/2018: η εν λόγω διάταξη ρυθμίζει θέματα σχετικά με την μεταβίβαση από το ΤΑΙΠΕΔ στην ΕΕΣΥΠ δικαιωμάτων που αφορούν τη διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση κρατικών αεροδρομίων] αρχίζει να ισχύει από τη δημοσίευση του ν. 4512/2018 στην ΕτΚ, δηλαδή από 17.1.2018.

 

33. Επειδή, όπως ήδη εκτέθηκε, κατόπιν των τροποποιήσεων του ν. 4389/2016 με τον ν. 4512/2018 και μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης 263/21.2.2018 απόφασης της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, με την οποία ανακαλούνται εν μέρει, από 1.1.2018, οι προγενέστερες 195/2011 και 206/2012 αποφάσεις της αυτής Διυπουργικής Επιτροπής και επαναμεταβιβάζονται από το ΤΑΙΠΕΔ στο Δημόσιο 14.520.000 και 3.630.001 μετοχές, αντιστοίχως, της ΕΥΑΘ ΑΕ, διαβιβάσθηκε, με την ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 πράξη του Υπουργείου Οικονομικών, η από 20.3.2018 αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου για την καταχώριση στο Σύστημα ’υλων Τίτλων της εξωχρηματιστηριακής μεταβίβασης 18.150.001 μετοχών της ΕΥΑΘ ΑΕ, από το Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ ΑΕ. Περαιτέρω, με την ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 πράξη του Υπουργείου Οικονομικών, διαβιβάσθηκε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καθώς και στις ΕΥΑΘ ΑΕ, ΕΕΣΥΠ ΑΕ και ΤΑΙΠΕΔ ΑΕ, το έντυπο γνωστοποίησης σημαντικών μεταβολών δικαιωμάτων ψήφου κλπ, ενόψει της ανωτέρω μεταβίβασης. Στην πράξη αυτή αναφέρεται ότι η μεταβολή “οφείλεται στην αυτοδίκαιη και χωρίς αντάλλαγμα μεταβίβαση μετοχών [των εταιρειών ΕΥΔΑΠ ΑΕ και ΕΥΑΘ ΑΕ] ... σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 20 του άρθρου 380 του ν. 4512/2018 και της παρ. 1 του άρθρου 197 του ν. 4389/2016” και ότι “[τ]ο συνολικό ποσοστό συμμετοχής άμεσης και έμμεσης του Ελληνικού Δημοσίου στις ως άνω εταιρείες δεν έχει μεταβληθεί”. Εξ άλλου στο επισυναπτόμενο έντυπο γνωστοποίησης διαλαμβάνονται τα εξής [στοιχείο 10: Πρόσθετες Πληροφορίες]: “Το σύνολο των δικαιωμάτων ψήφου του ΕΔ στην ΕΥΑΘ παραμένει 74,02%. Το ΕΔ κατέχει το 100% των δικαιωμάτων ψήφου της ΕΕΣΥΠ ΑΕ, η οποία με τη σειρά της κατέχει το 100% των δικαιωμάτων ψήφου του ΤΑΙΠΕΔ. Η μεταβολή αυτή οφείλεται στη μεταβίβαση με ημερομηνία 20.3.2018 από το ΕΔ στην ΕΕΣΥΠ ΑΕ 18.150.001 μετοχών της ΕΥΑΘ, σύμφωνα με την παρ. 20 του άρθρου 380 του ν. 4512/2018 ... Η ΕΕΣΥΠ ΑΕ κατέχει άμεσα το 50%+1 μετοχή της ΕΥΑΘ και έμμεσα το 24,02% μέσω ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο κατέχει άμεσα ποσοστό 24,02%. Το συνολικό ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου της ΕΕΣΥΠ ΑΕ ανέρχεται σε ποσοστό 74,02%”.

 

34. Επειδή, διατάξεις για την ΕΕΣΥΠ περιλαμβάνονται και στο άρθρο 109 του μεταγενέστερου ν. 4549/2018 (Α΄ 105/14.6.2018), με το οποίο ορίσθηκαν τα εξής: “1. Κατ’ εφαρμογή [σχετικής] ρήτρας της από 19.8.2015 Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, το σχέδιο της οποίας έχει κυρωθεί με το άρθρο 3 του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) [για το άρθρο 3 του ν. 4336/2015 βλ. ανωτέρω σκέψεις 24-25]: (α) Παρέχεται στον Υπουργό Οικονομικών η εξουσιοδότηση να υπογράφει, ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Δημοκρατίας, τη Σύμβαση προσχώρησης και τροποποίησης της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης (τροποποιητική Σύμβαση), σχέδιο της οποίας κυρώνεται με το παρόν άρθρο, μαζί με τα Παραρτήματά της και τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις, διευκρινίσεις και συμπληρώσεις επί του σχεδίου αυτού και κάθε άλλο αναγκαίο έγγραφο σχετικό με τη σύμβαση αυτή. (β) Παρέχεται στον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος η εξουσιοδότηση να υπογράφει, ως εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος, την τροποποιητική Σύμβαση ... (γ) Παρέχεται στον Διευθύνοντα Σύμβουλο και στον Αναπληρωτή Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας η εξουσιοδότηση ... να υπογράψουν την τροποποιητική Σύμβαση ... (δ) Παρέχεται στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου και στον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ η εξουσιοδότηση να εκπροσωπήσουν την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας ΑΕ και να υπογράψουν την τροποποιητική Σύμβαση ... μαζί με τα Παραρτήματά της και τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις, διευκρινίσεις και συμπληρώσεις επί του σχεδίου που κυρώνεται με το παρόν άρθρο, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο σχετικό με την ως άνω Σύμβαση. 2. Κυρώνεται το ακόλουθο σχέδιο: «Σύμβαση προσχώρησης και τροποποίησης της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και της Ελληνικής Δημοκρατίας ως δικαιούχου κράτους μέλους και της Τράπεζας της Ελλάδος ως Κεντρικής Τράπεζας και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως Ταμείου Ανακεφαλαιοποίησης και της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας ως ΕΕΣΥΠ ... Προοίμιο Εκτιμώντας τα ακόλουθα (Α) Στις 19.8.2015, συνήφθη σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης ... (Β) Η σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης προέβλεπε ότι, κατόπιν αιτήματος του ΕΜΣ, το δικαιούχο κράτος μέλος, η Κεντρική Τράπεζα και το Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης θα προέβαιναν σε τροποποιήσεις της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης ... προκειμένου να ληφθεί υπόψη η οντότητα που περιγράφεται στη Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης [για τη δήλωση αυτή βλ. ανωτέρω] ως το ανεξάρτητο ταμείο που θα δημιουργηθεί από το δικαιούχο κράτος μέλος για να διαχειρίζεται αξιόλογα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία και να τα αξιοποιεί με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα. (Γ) ... [Μ]ε τον ν. 4389/2016 ιδρύθηκε η ΕΕΣΥΠ ΑΕ, ως η οντότητα που αποτελεί το ανεξάρτητο ταμείο που αναφέρεται στη Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης ... Τον Ιανουάριο του 2018, οι συμμετοχές του δικαιούχου κράτους μέλους σε διάφορες εταιρείες μεταφέρθηκαν στην ΕΕΣΥΠ. (Δ) Ο ΕΜΣ ζήτησε ... να προσχωρήσει η ΕΕΣΥΠ ως συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης και να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις στη σύμβαση αυτή ως προς την ΕΕΣΥΠ, σύμφωνα με τους όρους της. (Ε) Τα Μέρη συμφώνησαν ότι οι τροποποιήσεις της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης θα εφαρμοσθούν σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρούσας τροποποιητικής Σύμβασης. Ως εκ τούτου, τα μέρη συμφώνησαν τα εξής: 1. Ορισμοί και Ερμηνεία ... 2. Προσχώρηση της ΕΕΣΥΠ: Η ΕΕΣΥΠ αναγνωρίζει και συμφωνεί ότι μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας τροποποιητικής Σύμβασης: (α) η σύμβαση για τη χρηματοδοτική διευκόλυνση τροποποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας τροποποιητικής Σύμβασης· (β) Η ΕΕΣΥΠ θα προσχωρήσει ως συμβαλλόμενο μέρος και μέρος της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης (όπως τροποποιείται ...) και ότι οι όροι της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης (όπως τροποποιήθηκε ...) είναι δεσμευτικοί και εφαρμόζονται ως προς την ΕΕΣΥΠ και (γ) για την αποφυγή αμφιβολιών, ο όρος ‘συμβαλλόμενο μέρος’ ή ‘συμβαλλόμενα μέρη’, όταν χρησιμοποιείται στη σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης (όπως τροποποιείται ...), περιλαμβάνει και την ΕΕΣΥΠ. 3. Τροποποιήσεις της σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης: Η σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης τροποποιείται ως εξής: 3.1 ... Στο Τμήμα ‘Μέρη’ συμπεριλαμβάνεται η ΕΕΣΥΠ ως συμβαλλόμενο μέρος ... 3.2. ... Στο προοίμιο εισάγεται η ακόλουθη νέα παράγραφος ‘... Η παρούσα σύμβαση τροποποιήθηκε ... με τροποποιητική Σύμβαση σχετικά με την προσχώρηση της ΕΕΣΥΠ στη Σύμβαση’. 3.3. ... Στη ρήτρα 1 (Ορισμοί και Ερμηνεία) ... (α) Εισαγωγή των ακόλουθων ορισμών: ‘Τροποποιητική Σύμβαση’ ... ‘Επιλέξιμο μέρισμα της ΕΕΣΥΠ’: κάθε πληρωμή, μέσω μερίσματος ή άλλης διανομής κερδών, από την ΕΕΣΥΠ στο δικαιούχο κράτος μέλος, το οποίο είναι μέρισμα που καταβλήθηκε στο δικαιούχο κράτος μέλος από την ΕΕΣΥΠ δυνάμει του άρθρου 199 παρ. 1 περιπτ. (α) του [ν. 4389/2016 περί ΕΕΣΥΠ]. ‘Εταιρεία της ΕΕΣΥΠ’: σημαίνει κάθε οντότητα στην οποία η ΕΕΣΥΠ κατέχει μετοχές ή παρεμφερή μερίδια κεφαλαίου ή δικαιώματα ψήφου (εξαιρουμένου του Ταμείου Ανακεφαλαιοποίησης). ‘Εσωτερικός Κανονισμός της ΕΕΣΥΠ’: σημαίνει τον κανονισμό εσωτερικής λειτουργίας της ΕΕΣΥΠ, όπως περιγράφεται στο άρθρο 189 του [ν. 4389/2016]. ‘Νόμος της ΕΕΣΥΠ’: σημαίνει τον ν. 4389/2016 (ή και άλλους νόμους ή κανονισμούς -εξαιρουμένων, για αποφυγή αμφιβολιών, του Εσωτερικού Κανονισμού της ΕΕΣΥΠ- όπως μπορεί κατά καιρούς να ρυθμίζουν τη λειτουργία της ΕΕΣΥΠ), όπως ο νόμος ή οι νόμοι αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται, συμπληρώνονται ή αντικαθίστανται και ισχύουν. (β) Διαγραφή των ορισμών [‘Ταμείο Ιδιωτικοποίησης’ και ‘Μέρος Ταμείου Ιδιωτικοποίησης’]. 3.4. Διαφοροποιήσεις, Συμπληρώσεις ή Αντικαταστάσεις των Γενικών Όρων Στη ρήτρα 3 ... (α) Διαγραφή της ρήτρας 3.4(στ) και αντικατάστασή της με τα ακόλουθα: ‘(στ) (Τροποποιήσεις του νόμου της ΕΕΣΥΠ) Το δικαιούχο κράτος μέλος δεσμεύεται ότι: (i) οποιεσδήποτε αλλαγές απαιτούνται στον νόμο της ΕΕΣΥΠ ή άλλους νόμους ή κανονισμούς του δικαιούχου κράτους μέλους, προκειμένου να εφαρμοσθούν πλήρως οι υποχρεώσεις εκάστου των μερών του δικαιούχου κράτους μέλους και της ΕΕΣΥΠ, βάσει της Σύμβασης ή για να δοθεί πλήρης ισχύς στη Συμφωνία Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων, καθώς και, χωρίς περιορισμό, προκειμένου: (Α) να παρασχεθεί ασφάλεια στον ΕΜΣ· ή (Β) να εκπληρωθούν δεσμεύσεις (...), θα εφαρμοσθούν αμέσως μετά από διαβούλευση με τον ΕΜΣ (σε διαβούλευση με την Επιτροπή, την ΕΚΤ και, όπου απαιτείται ενδεχομένως, το ΔΝΤ)· και (ii) εκτός από τις απαιτούμενες: (Α) σύμφωνα με την παράγραφο (i) παραπάνω και/ή (Β) για την εφαρμογή οποιασδήποτε οδηγίας, κανονισμού ή άλλου νόμου της ΕΕ, οποιαδήποτε τροποποίηση του νόμου της ΕΕΣΥΠ δεν θα θίγει τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα του [ΕΜΣ] βάσει της σύμβασης’. (β) Εισαγωγή των ακόλουθων νέων ρητρών 3.4 (ζ) και (η) ... ‘(ζ) (Τροποποιήσεις του Εσωτερικού Κανονισμού της ΕΕΣΥΠ) Το δικαιούχο κράτος μέλος, ως μοναδικός μέτοχος της ΕΕΣΥΠ, δεσμεύεται ότι οποιαδήποτε τροποποίηση του Εσωτερικού Κανονισμού της ΕΕΣΥΠ που εγκρίνεται από αυτό, δεν θα θίγει τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα του ΕΜΣ βάσει της σύμβασης. (η) (εταιρείες της ΕΕΣΥΠ) Η ΕΕΣΥΠ δεσμεύεται ότι: (i) θα διατηρεί [και θα φροντίζει ώστε κάθε Εταιρεία της ΕΕΣΥΠ να διατηρεί (στον βαθμό που είναι εφικτό, σύμφωνα με το επίπεδο ελέγχου και συμμετοχής της ΕΕΣΥΠ σε κάθε τέτοια εταιρεία)], επιβάλλει και ασκεί όλα τα συμβατικά δικαιώματα, τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα δικαιώματα μερίσματος και άλλα νόμιμα δικαιώματά της, όπως αυτά εφαρμόζονται κατά τη συνήθη πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητάς της· (ii) δεν θα συνάπτει [και θα φροντίσει ώστε κάθε Εταιρεία της ΕΕΣΥΠ δεν θα συνάπτει (στον βαθμό που είναι εφικτό με το επίπεδο ελέγχου και συμμετοχής της ΕΕΣΥΠ σε κάθε τέτοια εταιρεία της)] συμφωνίες ή προβαίνει σε αγορά, εκποίηση ή άλλου είδους συναλλαγή σε στοιχεία ενεργητικού ή χορηγεί εγγυήσεις ή αναλαμβάνει υποχρεώσεις έναντι οποιουδήποτε τρίτου, άλλες εκτός από αυτές: (Α) που προβλέπονται στον νόμο της ΕΕΣΥΠ ή τον ν. 2190/1920 ή (Β) εντάσσονται στη συνήθη πορεία των εργασιών της και υπό την αρχή των ίσων αποστάσεων· και (iii) δεν θα προβαίνει σε καμία προσφορά εξαγοράς ή επαναγοράς των μετοχών της ή προβαίνει με άλλο τρόπο σε μείωση του κεφαλαίου της εκτός από την διανομή κερδών ως μέρισμα σύμφωνα με τον νόμο της ΕΕΣΥΠ’. (γ) Εισαγωγή νέας ρήτρας 3.6 ... ‘3.6 Αποπληρωμή, πρόωρη εξόφληση και υποχρεωτική εξόφληση Εκτός από τις διατάξεις της ρήτρας 8 ... των Γενικών Όρων, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις: (α) ... Κατά τη λήψη οποιουδήποτε επιλέξιμου μερίσματος της ΕΕΣΥΠ, το δικαιούχο κράτος-μέλος: (i) ενημερώνει εγκαίρως τον ΕΜΣ … και (ii) με έγγραφη ειδοποίηση του ΕΜΣ … και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (β) … επιστρέφει μέρος οποιασδήποτε διευκόλυνσης που ζητείται από τον ΕΜΣ … με το μέρος αυτό να μην υπερβαίνει το ποσό που εισπράττει το δικαιούχο κράτος μέλος από την ΕΕΣΥΠ … (β) … Τα ποσά που εισπράττει ο ΕΜΣ σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο (α) εφαρμόζονται ως εξής: (i) Πρώτον -προς πρόωρη αποπληρωμή της χρηματοδοτικής συνδρομής … και (ii) Δεύτερον … προς πρόωρη αποπληρωμή χρηματοδοτικής συνδρομής που είναι πληρωτέα μετά τη λήξη της περιόδου των επιλέξιμων αποπληρωμών, κατά σειρά ωριμότητας, αποπληρώνοντας χρηματοδοτική συνδρομή που λήγει συντομότερα … (δ) (Έγκαιρη διανομή) Η ΕΕΣΥΠ δεν καθυστερεί αδικαιολόγητα τη δήλωση και τη διανομή μερισμάτων στο δικαιούχο κράτος μέλος’. (δ) ... (στ) Εισαγωγή των ακόλουθων νέων άρθρων 3.7 (η), (θ) και (ι): ‘(η) (Πληροφορίες για τον παρατηρητή του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ) Η ΕΕΣΥΠ αναλαμβάνει την υποχρέωση να παρέχει στον ΕΜΣ: (i) το χρονοδιάγραμμα των συνεδριάσεων και των συζητήσεων του διοικητικού συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ· και (ii) την προτεινόμενη ημερησία διάταξη κάθε τέτοιας συνεδρίασης ή συζήτησης ... (θ) (ΕΕΣΥΠ-πληροφορίες εσωτερικής διακυβέρνησης) Το δικαιούχο κράτος μέλος αναλαμβάνει: (i) να γνωστοποιήσει αμελλητί [σ]τον ΕΜΣ όταν λάβει γνώση οποιασδήποτε πρότασης για ουσιώδη τροποποίηση του νόμου για την ΕΕΣΥΠ ή του Εσωτερικού Κανονισμού της ΕΕΣΥΠ ... και να παράσχει στον ΕΜΣ τις περαιτέρω πληροφορίες που μπορεί εύλογα να απαιτήσει ο ΕΜΣ σε σχέση με την εν λόγω τροποποίηση· (ii) να παρέχει στον ΕΜΣ οποιαδήποτε στρατηγική καθοδήγηση δίνει ο Υπουργός Οικονομικών ... στην ΕΕΣΥΠ για τους σκοπούς του στρατηγικού σχεδίου της ΕΕΣΥΠ .... (iii) να παρέχει στον [ΕΜΣ] κάθε στρατηγικό σχέδιο της ΕΕΣΥΠ ... (ι) [αναγράφεται, εκ προφανούς παραδρομής, (ζ) αντί του ορθού (ι)] ... Η ΕΕΣΥΠ αναλαμβάνει την υποχρέωση να: (i) παρέχει στον ΕΜΣ τις οικονομικές καταστάσεις ... (ii) παρέχει στον ΕΜΣ οποιαδήποτε πληροφορία σχετικά με οποιοδήποτε γεγονός το οποίο εύλογα θα μπορούσε να αναμένεται να προκαλέσει την εμφάνιση ενός Γεγονότος Αθέτησης ... (iii) κοινοποιεί στον ΕΜΣ οποιαδήποτε πρόταση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ στη γενική συνέλευση της ΕΕΣΥΠ σε σχέση με τη δήλωση ή διανομή μερίσματος από την ΕΕΣΥΠ ...’. (η) [στη νέα παρ. 3.10 εισαγωγή νέας ρήτρας 14.2Α, με το ακόλουθο περιεχόμενο] ‘14.2Α Η ΕΕΣΥΠ αμετάκλητα και άνευ όρων: 14.2Α.1 εγγυάται στον ΕΜΣ την έγκαιρη εκπλήρωση από το δικαιούχο κράτος μέλος των υποχρεώσεων του δικαιούχου κράτους μέλους βάσει της σύμβασης. 14.2Α.2 υπόσχεται στον ΕΜΣ ότι κάθε φορά που το δικαιούχο κράτος μέλος δεν καταβάλλει ποσό οφειλόμενο βάσει ή σε σχέση με τη Σύμβαση, η ΕΕΣΥΠ μετά από αίτημα θα φέρει την ευθύνη καταβολής αυτού του ποσού σαν να ήταν ο κύριος οφειλέτης ... 14.2Α.3 συμφωνεί με τον ΕΜΣ ότι εάν οποιαδήποτε εγγύηση που εγγυάται είναι ή καθίσταται μη εκτελεστή, άκυρη ή παράνομη ... αποζημιώνει τον ΕΜΣ αμέσως μετά από αίτημά του έναντι οποιουδήποτε κόστους, απώλειας ή υποχρέωσης ευθύνης που προκύπτει από το γεγονός ότι το δικαιούχο κράτος μέλος δεν καταβάλλει κανένα ποσό το οποίο θα καταβαλλόταν στο πλαίσιο της σύμβασης, αλλά λόγω μη εκτελεστότητας, ακυρότητας ή παρανομίας δεν καταβάλλεται την ημερομηνία κατά την οποία θα έπρεπε να καταβληθεί ... Τα συμβαλλόμενα μέρη ΕΜΣ, το δικαιούχο κράτος μέλος και η ΕΕΣΥΠ αναγνωρίζουν ότι η παροχή της εγγύησης που ορίζεται στην παρούσα ρήτρα 14.2Α πραγματοποιείται στο πλαίσιο και είναι συνεπής με τους σκοπούς της ΕΕΣΥΠ, όπως ορίζονται στον νόμο της ΕΕΣΥΠ σχετικά με τη συμβολή στην απομείωση των οικονομικών υποχρεώσεων του δικαιούχου κράτους μέλους στον ΕΜΣ’ ... 5. Δηλώσεις και εγγυήσεις (α) ... (β) ... Η ΕΕΣΥΠ δηλώνει και εγγυάται ότι: (i) οι υποχρεώσεις της ΕΕΣΥΠ, όπως καθορίζονται στην παρούσα τροποποιητική Σύμβαση και στη Σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης (όπως τροποποιείται ...) δεν απαγορεύονται ή εμποδίζονται από τη νομική μορφή της ΕΕΣΥΠ, όπως αυτή έχει συσταθεί βάσει του ... ν. 4389/2016 και (ii) οι δηλώσεις στις ρήτρες … των Γενικών Όρων είναι αληθείς και ακριβείς σε σχέση με την ΕΕΣΥΠ από την ημερομηνία εκτέλεσης της παρούσας τροποποιητικής Σύμβασης … 6. Εφαρμοστέο Δίκαιο και Δικαιοδοσία … 7. Έναρξη ισχύος Μετά την υπογραφή της από όλα τα Μέρη, η παρούσα Τροποποιητική Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ μόλις παραληφθεί από τον ΕΜΣ: α) νομική γνωμοδότηση ικανοποιητική για αυτόν [από νομικό σύμβουλο του Κράτους και νομικό σύμβουλο της ΕΕΣΥΠ] ... β) επίσημο έγγραφο από την ΕΕΣΥΠ που αναφέρει τα πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτημένα να υπογράψουν αυτήν την Τροποποιητική Σύμβαση ... 8. Εκτέλεση της Συμφωνίας Η παρούσα σύμβαση και τα σχετικά πρότυπα (εφόσον υπάρχουν) εκτελούνται από κάθε συμβαλλόμενο μέρος ... 9. Παραρτήματα ...”. Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει τον ανωτέρω ν. 4549/2018, “Η τροποποιητική σύμβαση περιέχει τις αναγκαίες αλλαγές στους υφιστάμενους όρους και ρήτρες ώστε να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος η ΕΕΣΥΠ και εξειδικεύει τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που αυτή αναλαμβάνει έναντι του ΕΜΣ ...”.

 

35. Επειδή, τέλος, κατά τον κ.ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών (Α΄ 216), η γενική συνέλευση των μετόχων της ΑΕ είναι το ανώτατο όργανο της εταιρείας και δικαιούται να αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση [άρθρο 33], είναι δε αρμόδια να αποφασίζει, μεταξύ άλλων, για την εκλογή των μελών του διοικητικού συμβουλίου [άρθρο 34 παρ. 1]. Το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕ είναι κατ’ αρχήν αρμόδιο “να αποφασίζει πάσαν πράξιν αφορώσαν εις την διοίκησιν της εταιρείας, εις την διαχείρισιν της περιουσίας αυτής και εις την εν γένει επιδίωξιν του σκοπού της εταιρείας” [άρθρο 22]. Ταυτόσημες κατά περιεχόμενο είναι οι διατάξεις των άρθρων 78 παρ. 1, 86 παρ. 1, 116, 117 παρ. 1 του ν. 4548/2018 για την “Αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών” (Α΄ 104/13.6.2018), με τον οποίο καταργήθηκαν, από 1.1.2019, μεταξύ άλλων, και τα προαναφερθέντα άρθρα του κ.ν. 2190/1920.

 

36. Επειδή, από τις παρατεθείσες διατάξεις των νόμων 4336/2015 [άρθρο 3], 4389/2016 [άρθρα 184 επ], 4425/2016 [άρθρο 2], 4512/2018 [άρθρο 380] και 4549/2018 [άρθρο 109] προκύπτουν τα εξής: Η “Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας” συνεστήθη με τον ν. 4389/2016 ως ανώνυμη εταιρεία που λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος, ενόψει των οριζομένων στη “Σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης” και στη “Συμφωνία δημοσιονομικών στόχων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων”, που κυρώθηκαν εν σχεδίω με το άρθρο 3 του ν. 4336/2015 και προέβλεπαν τη σύσταση ανεξάρτητου Ταμείου, το οποίο θα κατέχει σημαντικά περιουσιακά στοιχεία της Ελλάδας, θα διαχειρίζεται τα στοιχεία αυτά, θα μεγιστοποιεί την αξία τους και θα τα ρευστοποιεί, με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα, ώστε η διαχείριση και αξιοποίηση εν γένει να συμβάλει στην αποπληρωμή της χορηγηθείσης στην Ελλάδα χρηματοπιστωτικής συνδρομής του ΕΜΣ. Μοναδικός μέτοχος της ΕΕΣΥΠ είναι το Ελληνικό Δημόσιο, οι δε μετοχές της είναι μη μεταβιβάσιμες. Θυγατρικές της είναι, μεταξύ άλλων, δημόσιες επιχειρήσεις, στις οποίες περιλαμβάνεται η ΕΥΔΑΠ ΑΕ και η ΕΥΑΘ ΑΕ· η ΕΕΣΥΠ κατέχει πλέον, αντί του Ελληνικού Δημοσίου, την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της δημόσιας επιχείρησης ΕΥΑΘ ΑΕ. Η ΕΕΣΥΠ διαχειρίζεται τα περιουσιακά της στοιχεία προκειμένου: (α) να συνεισφέρει πόρους για την πραγματοποίηση επενδύσεων, στο πλαίσιο της επενδυτικής πολιτικής της Χώρας, και (β) να συμβάλει στην μείωση των οικονομικών υποχρεώσεων τις οποίες ανέλαβε η Ελληνική Δημοκρατία με τον ν. 4336/2015 και τη “Σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης”. Ενόψει δε του ανωτέρω σκοπού, τα κέρδη της ΕΕΣΥΠ διανέμονται ως εξής: (α) ποσοστό 50% των κερδών της αποδίδεται ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο και διατίθεται σύμφωνα με τον ν. 4336/2015, (β) από το υπόλοιπο δε 50%, (β1) ένα μέρος, αποδίδεται ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο και διατίθεται για την χρηματοδότηση της συμμετοχής του σε επενδύσεις, που πληρούν ορισμένα κριτήρια σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του νόμου, και (β2) ένα μέρος, χρησιμοποιείται από την ΕΕΣΥΠ για την πραγματοποίηση επενδύσεων, στις οποίες περιλαμβάνονται οι επενδύσεις στις θυγατρικές της, ήτοι, μεταξύ άλλων, στις μεταβιβασθείσες σε αυτήν δημόσιες επιχειρήσεις. Προς επίτευξη του σκοπού της, η ΕΕΣΥΠ ενεργεί κατά τρόπο “επαγγελματικό και επιχειρηματικό”, επαυξάνει την αξία και βελτιώνει την απόδοση των περιουσιακών της στοιχείων και δύναται να προβαίνει σε κάθε πρόσφορη για το σκοπούμενο αποτέλεσμα ενέργεια. Προς αξιοποίηση δε των περιουσιακών της στοιχείων η ΕΕΣΥΠ μπορεί να προσφεύγει σε όλες τις κατάλληλες μεθόδους, μεταξύ των οποίων ρητώς αναφέρονται στον νόμο η ιδιωτικοποίηση [με πώληση, μεταβίβαση δικαιωμάτων κλπ], η μίσθωση, η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης, η σύσταση δικαιωμάτων, η ανάθεση της διαχείρισης σε τρίτους. Ως προς τις δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες περιέρχονται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΕΣΥΠ και αποτελούν τις “λοιπές θυγατρικές” της, ο ν. 4389/2016, όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 4512/2018, ορίζει ότι η ΕΕΣΥΠ, κατά το ποσοστό συμμετοχής της στο μετοχικό τους κεφάλαιο [αντί του Δημοσίου], διαχειρίζεται τις επιχειρήσεις αυτές με τρόπο επαγγελματικό, επαυξάνει την αξία τους και τις αξιοποιεί, εφαρμόζοντας τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και τις κατευθυντήριες αρχές του ΟΟΣΑ σε ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης, εταιρικής συμμόρφωσης, διαφάνειας των διαδικασιών, καθώς και τις βέλτιστες πρακτικές σε θέματα υπεύθυνης επιχειρηματικότητας και διαβούλευσης για τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους. Ειδικότερα, η ΕΕΣΥΠ μπορεί να θέτει ως στόχο την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων επιχειρήσεων, την μείωση λειτουργικών εξόδων τους, με αξιοποίηση πρόσφορης τεχνολογίας, την αύξηση των εσόδων τους, με επέκταση της πελατειακής τους βάσης, διαφοροποίηση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, επενδύσεις σε νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς και με άλλους τρόπους. Ορίζει δε ο ν. 4389/2016 ότι οι ελεγχόμενες από την ΕΕΣΥΠ δημόσιες επιχειρήσεις: (α) υπόκεινται σε εποπτεία, κατά την εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, (β) υλοποιούν και υποστηρίζουν τις τομεακές πολιτικές της Κυβέρνησης και (γ) αναλαμβάνουν την παροχή Υπηρεσιών Γενικού και Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος. Στις ειδικές διατάξεις για τις “λοιπές θυγατρικές” προβλέπεται, περαιτέρω, ότι στον “Μηχανισμό Συντονισμού” προσδιορίζεται η αποστολή των δημοσίων επιχειρήσεων, θεσπίζονται στόχοι για τα διοικητικά τους συμβούλια και περιέχονται οι όροι της συμμετοχής τους στην αναπτυξιακή στρατηγική του κράτους. Ο “Μηχανισμός Συντονισμού” αποτελεί τμήμα του “Εσωτερικού Κανονισμού” της ΕΕΣΥΠ, που περιλαμβάνει ένα πλαίσιο για τη διακυβέρνηση των “λοιπών θυγατρικών” και περιγράφει τη συνεργασία μεταξύ αυτών, του Ελληνικού Δημοσίου και της ΕΕΣΥΠ, με βάση “τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές διακυβέρνησης των δημοσίων επιχειρήσεων”, ρυθμίζει δε, λεπτομερώς, την άσκηση από τις δημόσιες επιχειρήσεις των υπηρεσιών που εξυπηρετούν το γενικό συμφέρον και συνεπάγονται ειδικές υποχρεώσεις, όπως η παροχή Υπηρεσιών Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος. Ειδικότερα, το πλαίσιο αυτό καθορίζει “κατά πόσο είναι αναγκαία η επιβολή ειδικών υποχρεώσεων στη σχετική δημόσια επιχείρηση προκειμένου το Κράτος να επιτύχει τους στρατηγικούς στόχους του στον τομέα όπου δραστηριοποιείται η επιχείρηση, ή προκειμένου να εξυπηρετηθεί το γενικό συμφέρον”, περιλαμβάνει δε “μηχανισμούς για τον προσδιορισμό των αντικειμενικών και λειτουργικών στόχων και των δεικτών απόδοσης της σχετικής δημόσιας επιχείρησης”, προκειμένου να επιτυγχάνονται οι σχετικοί στρατηγικοί στόχοι ή να διασφαλίζεται “η επαρκής εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος”, καθώς και “πρόβλεψη για την κοστολόγηση και τη χρηματοδότηση των ειδικών υποχρεώσεων”. Ορίζεται, επίσης, ότι καμμία δημόσια επιχείρηση “δεν θα υποχρεούται να αναλάβει δραστηριότητες, τις οποίες διαφορετικά και στο σύνηθες πλαίσιο της επιχειρηματικής της πρακτικής δεν θα αναλάμβανε, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το πλαίσιο ειδικών υποχρεώσεων”. Εξ άλλου, κατά τον ν. 4389/2016, η Γενική Συνέλευση του μοναδικού μετόχου της ΕΕΣΥΠ [του Ελληνικού Δημοσίου] είναι το ανώτατο όργανο της Εταιρείας, έχει δε, μεταξύ άλλων, την αρμοδιότητα να υιοθετεί τον Εσωτερικό Κανονισμό της ΕΕΣΥΠ, ο οποίος ρυθμίζει τη λειτουργία της και, ιδίως, την εταιρική διακυβέρνηση, την πολιτική επενδύσεων και την πολιτική μερισμάτων, καθώς επίσης και τον “Μηχανισμό Συντονισμού”, και να εγκρίνει την πρόταση του ΔΣ για το στρατηγικό σχέδιο της ΕΕΣΥΠ, βάσει των γενικών στρατηγικών κατευθύνσεων του Υπουργού Οικονομικών. Κατ’ απόκλιση, όμως, από πάγια βασική αρχή του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών, η Γενική Συνέλευση της ΕΕΣΥΠ [το Ελληνικό Δημόσιο, ως ο μοναδικός μέτοχος, δια του Υπουργού Οικονομικών] δεν έχει την αποφασιστική εξουσία για τον διορισμό των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, του οργάνου δηλαδή το οποίο είναι υπεύθυνο για τη διοίκηση της ΕΕΣΥΠ και την επίτευξη των καταστατικών της σκοπών, έχει το τεκμήριο αρμοδιότητας για όλα τα θέματα που σχετίζονται με τη διαχείριση της Εταιρείας, εγκρίνει το επιχειρηματικό της σχέδιο, αποφασίζει για την πραγματοποίηση επενδύσεων και ασκεί τα δικαιώματα ψήφου της ΕΕΣΥΠ στις θυγατρικές της, διορίζοντας, μεταξύ άλλων, τα όργανα διοίκησης των λοιπών θυγατρικών, συνεπώς και τα όργανα διοίκησης της ΕΥΑΘ ΑΕ, η πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της οποίας ανήκει, κατά τα εκτεθέντα, στην ΕΕΣΥΠ. Η αρμοδιότητα της εκλογής και του διορισμού [καθώς και της ανάκλησης του διορισμού] των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ ανήκει στο Εποπτικό Συμβούλιο, συλλογικό πενταμελές όργανο. Τα μέλη δε του Εποπτικού Συμβουλίου επιλέγονται: τα τρία από τον Υπουργό Οικονομικών, με τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας [ενεργούντων από κοινού], και τα άλλα δύο, στα οποία περιλαμβάνεται ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας [ομοίως ενεργούντων από κοινού], με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών. Το Εποπτικό Συμβούλιο συνεδριάζει εν απαρτία μόνο όταν είναι παρόντα τέσσερα τουλάχιστον μέλη του και οι αποφάσεις του λαμβάνονται κατόπιν θετικής ψήφου τεσσάρων τουλάχιστον μελών. Στο όργανο αυτό ανατίθενται από τον νόμο, πέραν της εκλογής και του διορισμού των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ, καθώς και του διορισμού, μεταξύ των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, του Προέδρου του και του Διευθύνοντος Συμβούλου, πολλές άλλες αρμοδιότητες, όπως: η εποπτεία του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ, η προσυπογραφή για οποιαδήποτε πρόταση τροποποίησης του Καταστατικού και του Εσωτερικού Κανονισμού της ΕΕΣΥΠ, η προσυπογραφή για την επαναμεταβίβαση στο Δημόσιο περιουσιακών στοιχείων μεταβιβασθέντων στην ΕΕΣΥΠ. Τέλος, στον ν. 4549/2018, με τον οποίο κυρώθηκε, εν σχεδίω, σύμβαση για την προσχώρηση της ΕΕΣΥΠ, ως συμβαλλόμενου μέρους, στη Σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης και για την τροποποίηση της Σύμβασης χρηματοδοτικής διευκόλυνσης, ενόψει και της προσχώρησης της ΕΕΣΥΠ [άρθρο 109 παρ. 2], παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Οικονομικών και στον Πρόεδρο του ΔΣ της ΕΕΣΥΠ να υπογράψουν την εν σχεδίω κυρωθείσα τροποποιητική σύμβαση, αλλά και τις τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις της, καθώς και κάθε έγγραφο σχετικό με τη σύμβαση [άρθρο 109 παρ. 1]. Στην ως άνω δε Τροποποιητική Σύμβαση αναγνωρίζεται ρητώς ότι η συσταθείσα με τον ν. 4389/2016 ΕΕΣΥΠ ΑΕ είναι η περιγραφόμενη στη Δήλωση της Συνόδου Κορυφής της Ευρωζώνης “οντότητα”, ότι η ΕΕΣΥΠ προσχωρεί στη Σύμβαση χρηματοδοτικής διευκόλυνσης, όπως τροποποιείται, και δεσμεύεται από αυτήν, ότι η Ελληνική Δημοκρατία αναλαμβάνει την δέσμευση να πραγματοποιήσει όλες τις απαιτούμενες αλλαγές στον ν. 4389/2016 ή σε άλλους νόμους, προκειμένου να εφαρμοσθούν πλήρως οι απορρέουσες από τη Σύμβαση υποχρεώσεις του Κράτους και της ΕΕΣΥΠ, καθώς και την περαιτέρω δέσμευση ότι οποιαδήποτε τροποποίηση της οικείας νομοθεσίας ή του Εσωτερικού Κανονισμού της ΕΕΣΥΠ δεν θα θίγει τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα του ΕΜΣ. Προβλέπεται, επίσης, δέσμευση της ΕΕΣΥΠ να ασκεί η ίδια και οι θυγατρικές της εταιρείες όλα τα νόμιμα δικαιώματα “κατά τη συνήθη πορεία της επιχειρηματικής [τους] δραστηριότητας”, η υποχρέωση του Κράτους να παρέχει στον ΕΜΣ όλες τις στρατηγικές κατευθύνσεις του Υπουργού Οικονομικών για την κατάρτιση του στρατηγικού σχεδίου της ΕΕΣΥΠ, καθώς και κάθε στρατηγικό σχέδιο, η υποχρέωση της ΕΕΣΥΠ να κοινοποιεί στον ΕΜΣ οποιαδήποτε πρόταση υποβάλλεται στη ΓΣ από το ΔΣ και έχει σχέση με διανομή μερίσματος. Περαιτέρω, ρυθμίζονται ειδικώς τα σχετικά με την άνευ όρων εγγύηση που παρέχεται από την ΕΕΣΥΠ στον ΕΜΣ, για την έγκαιρη και προσήκουσα εκπλήρωση των υποχρεώσεων του Κράτους.

 

37. Επειδή, κατά το Σύνταγμα [άρθρα 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3], η παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης στον πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης δεν συνιστά δραστηριότητα αναπόσπαστη από τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας και, συνεπώς, δύναται να ανατίθεται σε δημόσια επιχείρηση υπό μορφή ανώνυμης εταιρείας, όπως η ΕΥΑΘ ΑΕ. Υπό τις παρούσες, όμως, συνθήκες, ήτοι υπό συνθήκες παροχής των υπηρεσιών αυτών μονοπωλιακώς, από δίκτυα που είναι μοναδικά στην περιοχή και την ευθύνη των οποίων έχει η ΕΥΑΘ ΑΕ, ως ο παρέχων τις υπηρεσίες αυτές δυνάμει σύμβασης παραχώρησης φορέας, είναι συνταγματικώς επιβεβλημένος ο έλεγχος της ΕΥΑΘ ΑΕ από το Ελληνικό Δημόσιο, όχι απλώς με την άσκηση εποπτείας επ’ αυτής, αλλά και δια του μετοχικού της κεφαλαίου. Καθόσον, μόνον εάν το Ελληνικό Δημόσιο διατηρεί κατ’ ουσίαν την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της δημόσιας αυτής επιχείρησης, η οποία παρέχει, υπό τις ανωτέρω συνθήκες, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας απολύτως ζωτικής σημασίας για τον πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης, εξασφαλίζονται τόσο τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Δημοσίου επί της ΕΥΑΘ ΑΕ, όσο και η εκλογή της πλειοψηφίας των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της επιχείρησης από το κατέχον την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της Δημόσιο. Δια της κατοχής από το Δημόσιο της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου της δημόσιας επιχείρισης ΕΥΑΘ ΑΕ τεκμαίρεται, κατ’ αρχήν, ότι διασφαλίζεται η διαχείρισή της σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Σύνταγμα ως προς την παροχή της συγκεκριμένης υπηρεσίας (πρβλ. ΣτΕ 1906/2014 Ολομ). Όπως συνάγεται περαιτέρω από τις ίδιες συνταγματικές διατάξεις, ανεξαρτήτως εάν η συμμετοχή του Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΥΑΘ δύναται να είναι και έμμεση, δια της παρεμβολής άλλου νομικού προσώπου, πάντως το Δημόσιο, με την κατοχή του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ ΑΕ και την διαχείριση της δημόσιας αυτής επιχείρησης, δεν επιτρέπεται να επιδιώκει, προεχόντως ή παραλλήλως, οικονομικούς ή άλλους σκοπούς, έστω και υπαγορευόμενους από το ευρύτερο δημόσιο συμφέρον, όταν οι σκοποί αυτοί ανταγωνίζονται ή θέτουν σε κίνδυνο την αξιούμενη αδιάλειπτη και υψηλής ποιότητας παροχή των, ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο, ως άνω υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης. Μειοψήφησε η Σύμβουλος Ο. Ζύγουρα, που υποστήριξε την εξής γνώμη: Από τις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 1, 2, 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος συνάγεται ότι το κράτος και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης οφείλουν να μεριμνούν, για τον συνεχή εφοδιασμό όσων κατοικούν ή διαμένουν στην Χώρα με επαρκή για τις προσωπικές και οικογενειακές τους ανάγκες ποσότητα πόσιμου ύδατος, το οποίο πληροί τους απαραίτητους όρους υγιεινής και διατίθεται σε προσιτή τιμή. Η υπό τους ανωτέρω όρους εκπλήρωση της αποστολής αυτής του κράτους και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, εφόσον το Σύνταγμα δεν διακρίνει σχετικώς, μπορεί να επιδιώκεται είτε με υπηρεσίες που ανήκουν οργανικά στο κράτος και στους ΟΤΑ ή με νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στα οποία μετέχουν το κράτος ή οι ΟΤΑ, ανεξάρτητα από το ποσοστό συμμετοχής τους, είτε με νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, στα οποία δεν μετέχουν το κράτος ή οι ΟΤΑ. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή οι συνταγματικές επιταγές για συνεχή, επαρκή, υπό όρους υγιεινής και σε προσιτή τιμή παροχή πόσιμου ύδατος· η τήρηση δε των επιταγών αυτών εξασφαλίζεται με την άσκηση κρατικής εποπτείας.

 

38. Επειδή, η επίδικη μεταβίβαση, δυνάμει του ν. 4389/2016, από το Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ ΑΕ ποσοστού μεγαλύτερου του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ ΑΕ αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος, όπως ερμηνεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη· καθόσον, για τους λόγους που εκτίθενται κατωτέρω, το Δημόσιο, καίτοι είναι ο μοναδικός μέτοχος της ΕΕΣΥΠ ΑΕ, της μετόχου εφεξής της ΕΥΑΘ ΑΕ, δεν ασκεί έλεγχο επί του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ και δεν πληρούται, ως εκ τούτου, η συνταγματική προϋπόθεση σύμφωνα με την οποία είναι επιβεβλημένος ο έλεγχος της ΕΥΑΘ ΑΕ από το Ελληνικό Δημόσιο, όχι απλώς με την άσκηση εποπτείας επ’ αυτής, αλλά και δια του μετοχικού της κεφαλαίου· επιπροσθέτως δε, η ΕΕΣΥΠ ΑΕ, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου παρεμβαλλόμενο μεταξύ του Δημοσίου και της ΕΥΑΘ ΑΕ, επιδιώκει, προεχόντως, σκοπούς ταμειακούς και ταμιευτικούς, με τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας προσιδιάζοντα στην εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών. Ειδικότερα: Όπως συνάγεται από τις διατάξεις των ανωτέρω νόμων 4336/2015, 4389/2016 [ως ισχύει] και 4549/2018, που αποτελούν ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο, η ΕΕΣΥΠ ΑΕ δημιουργήθηκε προς επίτευξη ειδικού δημοσίου σκοπού, ο οποίος συνίσταται στην διαχείριση και αξιοποίηση, κατά τρόπο επικερδή για την Εταιρεία και με πρόσφορες προς τούτο μεθόδους, των μεταβιβασθέντων σε αυτήν περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Τα κέρδη που αποφέρει η ως άνω διαχείριση του χαρτοφυλακίου της ΕΕΣΥΠ ΑΕ διατίθενται, υποχρεωτικά, (α) κατά 50% ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο για την περαιτέρω διάθεσή τους από το Δημόσιο, σύμφωνα με τον ν. 4336/2015, προς απομείωση των οικονομικών-δανειακών υποχρεώσεων της χώρας, και (β) κατά το υπόλοιπο 50%, εν μέρει ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο, για την πραγματοποίηση επενδύσεων, που πρέπει να πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια προτεραιότητας, επιλεξιμότητας κλπ, και εν μέρει στην ίδια την ΕΕΣΥΠ ΑΕ, για την άσκηση της επενδυτικής της πολιτικής και την δημιουργία αποθεματικών· ο τρόπος κατανομής των κερδών της ΕΕΣΥΠ ορίζεται επακριβώς στον νόμο, ο οποίος διαγράφει, περαιτέρω, τον τρόπο διαχείρισης του ενεργητικού της, προς μεγιστοποίηση των κερδών της. Οι μέθοδοι, εξ άλλου, και η διαδικασία για την διαχείριση και αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων της ΕΕΣΥΠ καθορίζονται στον νόμο, επίσης με γνώμονα την επίτευξη του προαναφερθέντος σκοπού, και ορίζεται ρητώς ότι η ΕΕΣΥΠ ΑΕ χρησιμοποιεί όλες τις μεθόδους που κρίνονται ως κατάλληλες και ότι η εκάστοτε πρόσφορη μέθοδος αποφασίζεται από το Διοικητικό της Συμβούλιο, δυνάμει δέσμης κριτηρίων. Ο ως άνω ταμειακός και ταμιευτικός, προεχόντως, σκοπός της ΕΕΣΥΠ ΑΕ, ο σκοπός, δηλαδή, της συγκέντρωσης περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου υπό ενιαία στέγη και της καλύτερης δυνατής αξιοποίησής τους, ώστε να εξοικονομηθούν πόροι για την αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων της Ελλάδας και για την υλοποίηση της αναπτυξιακής-επενδυτικής πολιτικής, εξαγγέλλεται ρητώς στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4389/2016, στοιχεί προς τα οριζόμενα στο άρθρο 3 του ν. 4336/2015 περί δημιουργίας “ανεξάρτητου Ταμείου”, με στόχο την ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων του Ελληνικού Δημοσίου με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα, επιβεβαιώνεται δε με τις διατάξεις του άρθρου 109 του ν. 4549/2018 και την κυρωθείσα, με τον νόμο αυτό, τροποποίηση της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, που αποτελούν εφαρμογή της ήδη προβλεπόμενης στο άρθρο 3 του ν. 4336/2015 δυνατότητας του ΕΜΣ να απαιτήσει, κατά την διακριτική του ευχέρεια, εγγύηση για την εξόφληση της χρηματοδοτικής του συνδρομής από το “ανεξάρτητο Ταμείο”. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο ν. 4389/2016 οργανώνει την ΕΕΣΥΠ ως ιδιότυπο νομικό πρόσωπο, με αντικείμενο δραστηριότητας ανάλογο προς εκείνο των εταιρειών “απόκτησης και ρευστοποίησης” [acquisition and disposal], στο οποίο το Δημόσιο, ενεργώντας ως fiscus, μεταβιβάζει περιουσιακά του στοιχεία, υπολαμβάνοντας ότι ανήκουν στην ιδιωτική του περιουσία, προκειμένου η Εταιρεία αυτή “συμμετοχών και περιουσίας” [corporation of assets and participations] να τα διαχειρισθεί επαγγελματικά και επιχειρηματικά προς επίτευξη του μέγιστου οικονομικού αποτελέσματος από την εκμετάλλευσή τους με ποικίλους τρόπους. Η ΕΕΣΥΠ ΑΕ διαχειρίζεται, εκ του νόμου, και την μεταβιβασθείσα σε αυτήν δημόσια επιχείρηση ΕΥΑΘ ΑΕ στο πλαίσιο των προαναφερθεισών επιδιώξεων και συναφών ρυθμίσεων, κατά τον πλέον πρόσφορο για την επίτευξη των καταστατικών σκοπών της ΕΕΣΥΠ τρόπο, με τον εντεύθεν αποδεκτό από τον νομοθέτη κίνδυνο η διαχείριση, υπό περιστάσεις, να είναι δυνατόν να αποβαίνει εις βάρος της ποιότητας, της καθολικότητας ή της προσιτής τιμής των παρεχομένων από την ΕΥΑΘ ΑΕ υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης. Καθόσον, όπως συνάγεται από τον συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων, η ΕΕΣΥΠ, συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης και παρέχουσα εγγύηση στον ΕΜΣ για την έγκαιρη και προσήκουσα εξόφληση της χρηματοδοτικής του συνδρομής, με τις εντεύθεν δεσμεύσεις, οφείλει μεν να λαμβάνει υπόψη, κατά την διαχείριση και αξιοποίηση της θυγατρικής της επιχείρησης ΕΥΑΘ ΑΕ, τις υποχρεώσεις που συνδέονται με την παροχή των ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο υπηρεσιών· οι υποχρεώσεις της, όμως, αυτές [απορρέουσες από τη νομοθεσία περί ΕΥΑΘ, καθ’ ο μέρος εξακολουθεί να ισχύει μετά τον ν. 4389/2016, από το καθεστώς που διαγράφει για τις δημόσιες επιχειρήσεις, εν γένει, ο ν. 4389/2016 και από το καθεστώς των Υπηρεσιών Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος] εξυπηρετούνται στον βαθμό που εναρμονίζονται με τους γενικούς καταστατικούς σκοπούς της ΕΕΣΥΠ, οι οποίοι αποτελούν τον λόγο σύστασης του παρεμβαλλόμενου μεταξύ του Δημοσίου και της ΕΥΑΘ ΑΕ νομικού προσώπου και αφορούν το σύνολο των περιερχομένων σε αυτό περιουσιακών στοιχείων [ήτοι τη συμβολή στη μείωση των οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά τον ν. 4336/2015 και τη συνεισφορά πόρων για την πραγματοποίηση επενδύσεων στο πλαίσιο της γενικότερης αναπτυξιακής πολιτικής της Χώρας], και με τις προβλεπόμενες προς επίτευξη των γενικών αυτών καταστατικών σκοπών μεθόδους [ήτοι “επαγγελματική και επιχειρηματική” διαχείριση, επαύξηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων και αξιοποίησή τους εν γένει]. Η ΕΥΑΘ ΑΕ, λειτουργούσα ως θυγατρική της ΕΕΣΥΠ στο προαναφερθέν πλαίσιο κανόνων, εξακολουθεί μεν να έχει το ίδιο αντικείμενο δραστηριότητας, πλην, αφενός, εισφέρει τα κέρδη της στην ΕΕΣΥΠ [και στον μοναδικό της μέτοχο], προκειμένου να διατεθούν περαιτέρω, μαζί με τα έσοδα από τη διαχείριση των λοιπών περιουσιακών στοιχείων της ΕΕΣΥΠ, για τους προαναφερθέντες συγκεκριμένους σκοπούς, και, αφετέρου, κατά την παροχή των υπηρεσιών της τελεί πλέον μόνο υπό την εποπτεία του Ελληνικού Δημοσίου και όχι υπό τον έλεγχό του, μέσω της κατοχής της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου, όπως απαιτείται εκ του Συντάγματος. Ο νόμος δεν επιφυλάσσει στο Ελληνικό Δημόσιο ούτε τον έμμεσο έλεγχο της ΕΥΑΘ ΑΕ, εφόσον με τις ανωτέρω ρυθμίσεις του ν. 4389/2016 [άρθρα 190, 191 και 192] δεν διασφαλίζεται ο πλήρης έλεγχος του Ελληνικού Δημοσίου επί του Διοικητικού Συμβουλίου της “μητρικής” εταιρείας ΕΕΣΥΠ, η οποία κατέχει την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της θυγατρικής της ΕΥΑΘ. Και τούτο διότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΕΣΥΠ, που, αφενός, έχει το τεκμήριο αρμοδιότητας για όλα τα σχετιζόμενα με τη διαχείριση της Εταιρείας θέματα και, αφετέρου, ασκεί τα δικαιώματα ψήφου της ΕΕΣΥΠ στις θυγατρικές της, διορίζοντας, μεταξύ άλλων, τα όργανα διοίκησης της ΕΥΑΘ ΑΕ, δεν ορίζεται από τη Γενική Συνέλευση της ΕΕΣΥΠ, δηλαδή από το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά από ειδικό συλλογικό όργανο, το Εποπτικό Συμβούλιο της ΕΕΣΥΠ. Τα δε μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου δεν ορίζονται από το Δημόσιο, αλλά με συναπόφαση του Ελληνικού Δημοσίου, αφενός, και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ενεργούντων από κοινού, αφετέρου. Η απαιτούμενη, σύμφωνα με τον νόμο, συναίνεση του Υπουργού Οικονομικών για τα επιλεγόμενα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ΕΜΣ δύο μέλη δεν αναιρεί την αποφασιστική αρμοδιότητα που αναγνωρίζεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον ΕΜΣ ως προς την εκλογή όλων των μελών του Εποπτικού Συμβουλίου, εφόσον, άλλωστε, ακόμη και για τα τρία μέλη που εκλέγονται από το Ελληνικό Δημόσιο απαιτείται η σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΕΜΣ. Δεν διασφαλίζουν επαρκώς τον έλεγχο του Ελληνικού Δημοσίου, δια του Υπουργού Οικονομικών, επί της ΕΕΣΥΠ και της θυγατρικής της ΕΥΑΘ ούτε οι διατάξεις του ν. 4389/2016, που προβλέπουν ότι ο Εσωτερικός Κανονισμός της ΕΕΣΥΠ [ο οποίος ρυθμίζει, ιδίως, την εταιρική διακυβέρνηση, την πολιτική επενδύσεων και την πολιτική μερισμάτων, καθώς και τον “Μηχανισμό Συντονισμού”] υιοθετείται από την ΓΣ [άρθρο 189, άρθρο 190 παρ. 2 περ. στ΄, άρθρο 200 παρ. 1], ότι η ΓΣ εγκρίνει την πρόταση του ΔΣ για το στρατηγικό σχέδιο της ΕΕΣΥΠ, βάσει των γενικών στρατηγικών κατευθύνσεων του Υπουργού Οικονομικών [άρθρο 190 παρ. 2 περ. α], και ότι το ΔΣ της ΕΕΣΥΠ, κατά την έγκριση του επιχειρηματικού της σχεδίου, βασίζεται στο στρατηγικό σχέδιο της Εταιρείας, αποφασίζει για τις επενδύσεις βάσει του Εσωτερικού Κανονισμού και λαμβάνει εν γένει υπόψη τον Εσωτερικό Κανονισμό κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του [άρθρο 192]. Και τούτο διότι ο Εσωτερικός Κανονισμός και το Στρατηγικό Σχέδιο της ΕΕΣΥΠ, αφενός, απαγορεύεται, κατά τους ρητούς ορισμούς της τροποποιητικής σύμβασης που κυρώθηκε με τον ν. 4549/2018, να θίγουν τα δικαιώματα ή τα συμφέροντα του ΕΜΣ, οφείλουν, δηλαδή, να συνάδουν με τον προέχοντα καταστατικό σκοπό της ΕΕΣΥΠ, και, αφετέρου, διαγράφουν ένα γενικό μόνο πλαίσιο αρχών και κατευθύνσεων για τις ενέργειες του Διοικητικού Συμβουλίου, χωρίς να έχουν τον χαρακτήρα διοικητικών πράξεων, με συγκεκριμένο δεσμευτικό ρυθμιστικό περιεχόμενο. ’λλωστε, ενόψει του ανωτέρω σκοπού της ΕΕΣΥΠ, η επίτευξη του οποίου επιδιώκεται με ιδιωτικοοικονομικά μέσα, ο ν. 4389/2016 δεν θεσπίζει οποιαδήποτε διοικητική διαδικασία, ιδρύουσα αρμοδιότητα του Ελληνικού Δημοσίου να παρεμβαίνει προληπτικά ή κατασταλτικά, με την έκδοση εκτελεστών διοικητικών πράξεων, σε θέματα διοίκησης και διαχείρισης από την ΕΕΣΥΠ ΑΕ των περιουσιακών στοιχείων της θυγατρικής της ΕΥΑΘ ΑΕ ή στη διαμόρφωση από την ΕΕΣΥΠ της πολιτικής της ΕΥΑΘ, ώστε να δύναται να θεωρηθεί ότι το Δημόσιο διασφαλίζει, κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας, τη διαφύλαξη των συνταγματικών εγγυήσεων, οι οποίες κατά τη νομολογία περιβάλλουν την ζωτικής σημασίας υπηρεσία της ύδρευσης, σε περίπτωση που οι εγγυήσεις αυτές τίθενται σε διακινδύνευση προς εκπλήρωση των καταστατικών σκοπών της ΕΕΣΥΠ. Επομένως, ο ν. 4389/2016, καθ’ ο μέρος προβλέπει την μεταβίβαση στην ΕΕΣΥΠ ποσοστού 50,003% του μετοχικού κεφαλαίου της δημόσιας επιχείρησης ΕΥΑΘ ΑΕ, αντίκειται στα άρθρα 5 παρ. 5 και 21 παρ. 3 του Συντάγματος, όπως βασίμως προβάλλεται (πρβλ. ΣτΕ 1906/2014 Ολομ)· τούτο δε ακόμη και υπό την εκδοχή ότι, δυνάμει των άρθρων 185, 197 και 201 παρ. 9 του ν. 4389/2016 και του ν. 4425/2016 [σε συνδυασμό με την αιτιολογική έκθεση του νόμου αυτού], το ποσοστό που κατέχει η ΕΕΣΥΠ [50,003%] δεν δύναται να το μεταβιβάσει σε ιδιώτες, δεσμευόμενη σχετικώς από τα κριθέντα με την απόφαση της Ολομελείας ΣτΕ 1906/2014. Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Ο. Ζύγουρα και Κ. Κονιδιτσιώτου, που διατύπωσαν την ακόλουθη γνώμη: Όπως συνάγεται από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 185, 197 και 201 παρ. 9 του ν. 4389/2016 και των τροποποιητικών αυτού νόμων 4425/2016 και 4512/2018, την εισηγητική έκθεση του 4425/2016, καθώς και από το εγκριθέν από το ΤΑΙΠΕΔ τον Ιούλιο του 2015 σχέδιο αξιοποίησης των περιουσιακών του στοιχείων, που αποτελεί παράρτημα της κυρωθείσης, εν σχεδίω, με το άρθρο 3 παρ. Γ του ν. 4336/2015 “Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων” [βλ. ανωτέρω], η ΕΕΣΥΠ δεν δύναται να μεταβιβάσει [με μόνη εξαίρεση την επαναμεταβίβαση στο Ελληνικό Δημόσιο] το ποσοστό που κατέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΥΑΘ ΑΕ, δεσμευόμενη, ως προς τούτο, από τα κριθέντα με την απόφαση της Ολομελείας ΣτΕ 1906/2014. Περαιτέρω, όπως συνάγεται από τις διατάξεις του ν. 4389/2016, σε συνδυασμό με τον ν. 4425/2016 δυνάμει του οποίου η ΕΥΑΘ ΑΕ προστέθηκε στις υπαγόμενες στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4389/2016 δημόσιες επιχειρήσεις, η ΕΕΣΥΠ, κατέχουσα πλέον ποσοστό άνω του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ αντί του Ελληνικού Δημοσίου, δεσμεύεται ως προς την διαχείριση και αξιοποίηση της δημόσιας αυτής επιχείρησης από τις ειδικές υποχρεώσεις που συνδέονται με την παροχή των ζωτικής σημασίας για το κοινωνικό σύνολο υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, όπως οι υποχρεώσεις αυτές απορρέουν από το Σύνταγμα, σύμφωνα και με τα κριθέντα στην ΣτΕ 1096/2014, και προσδιορίζονται στην διέπουσα την ΕΥΑΘ νομοθεσία. Η ΕΕΣΥΠ δεν δύναται να προτάσσει των ειδικών αυτών υποχρεώσεων τους γενικούς σκοπούς της και, συνακόλουθα, τις μεθόδους προς εκπλήρωση των γενικών σκοπών. Οι γενικοί αυτοί σκοποί, καθώς και οι προβλεπόμενες στον νόμο μέθοδοι για την επίτευξή τους, δεν εξυπηρετούνται, κατά νόμον, με τον ίδιο τρόπο από όλα ανεξαιρέτως τα στοιχεία του χαρτοφυλακίου της ΕΕΣΥΠ. Αντιθέτως, ο ν. 4389/2016, όπως ισχύει, διαγράφει εξαιρετικό καθεστώς για τις δημόσιες επιχειρήσεις εν γένει· όπως συνάγεται δε από τις διατάξεις των άρθρων 185 παρ. 2, 197 παρ. 6 και 7 και 201 παρ. 9 του ν. 4389/2016 και τον ν. 4425/2016, σε συνδυασμό με την εισηγητική έκθεση του νόμου αυτού, προβλέπονται ειδικότερες δεσμεύσεις για τη διαχείριση της ΕΥΑΘ ΑΕ, η οποία δεν επιτρέπεται, κατά τα προεκτεθέντα, να “ιδιωτικοποιηθεί” κατ’ ουσίαν. Κατά συνέπεια, δεν καταλείπεται στην διακριτική ευχέρεια της ΕΕΣΥΠ η επιβολή ή μη υποχρεώσεων στην ΕΥΑΘ ΑΕ ως προς την παροχή υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης, ούτε δύναται η ΕΕΣΥΠ να επιδιώξει τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της ΕΥΑΘ, την αξιοποίησή της, τη μείωση των εξόδων ή την αύξηση των εσόδων της, εις βάρος της ποιότητας και του κοινωφελούς χαρακτήρα των παρεχομένων υπηρεσιών· οι στόχοι αυτοί μπορούν να επιτευχθούν, ως προς την ΕΥΑΘ ΑΕ, μόνο με τεχνικές και μεθόδους συμβατές προς τις απορρέουσες από τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της δεσμεύσεις. Κατά νόμον, η διαχείριση της ΕΥΑΘ ΑΕ από την ΕΕΣΥΠ, ως μετόχου που κατέχει, πλέον, το 50,003% του κεφαλαίου της δημόσιας επιχείρησης, έχει ως σκοπό την προσήκουσα, με βάση τις συνταγματικές επιταγές και την ισχύουσα για την ΕΥΑΘ ειδική νομοθεσία, παροχή των υπηρεσιών ύδρευσης και αποχέτευσης και ο σκοπός αυτός εξακολουθεί να καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας της. Ο νομοθέτης επιδιώκει, δηλαδή, την χρηστή, συνετή και ορθολογική διαχείριση της ΕΥΑΘ, προς αποφυγή φαινομένων κακοδιαχείρισης των πόρων και των περιουσιακών της στοιχείων, καθώς και τυχόν αδικαιολόγητων χαριστικών ρυθμίσεων, και το προκύπτον, ενδεχομένως, από την χρηστή διαχείριση προϊόν αξιοποιείται, όχι για την εκπλήρωση των γενικών σκοπών της ΕΕΣΥΠ, αλλά για την συντήρηση, βελτίωση και ανάπτυξη του δικτύου και των παρεχομένων από την ΕΥΑΘ υπηρεσιών. Εξ άλλου, το Στρατηγικό Σχέδιο της ΕΕΣΥΠ και των θυγατρικών της εγκρίνεται από τη Γενική Συνέλευση της ΕΕΣΥΠ, λαμβάνοντας υπόψη τις Στρατηγικές Κατευθύνσεις του Υπουργού Οικονομικών, ήτοι τις προτεραιότητες της Κυβέρνησης εν σχέσει με την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος και την αναπτυξιακή πολιτική. Το Στρατηγικό αυτό Σχέδιο κατευθύνει τα επιχειρηματικά σχέδια της ΕΕΣΥΠ και των θυγατρικών της, συνεπώς, και την εξέλιξη του χαρτοφυλακίου και των δραστηριοτήτων τους. Επομένως, η ΕΕΣΥΠ αναλαμβάνει τη διαχείριση των δημοσίων επιχειρήσεων και την άσκηση των μετοχικών δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου επ’ αυτών με βάση τη στρατηγική της Ελληνικής Κυβέρνησης. Τέλος, τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΕΣΥΠ διορίζονται με συναπόφαση στην οποία μετέχει το Ελληνικό Δημόσιο. Επομένως, σύμφωνα με τη γνώμη μειοψηφίας, ενόψει των προεκτεθέντων και μετά την μεταβίβαση από το Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ [ποσοστού μη δυναμένου να μεταβιβασθεί περαιτέρω], η διαχείριση της ΕΥΑΘ εξακολουθεί να αποσκοπεί στην απρόσκοπτη και ποσοτικά και ποιοτικά προσήκουσα παροχή των σχετικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, χωρίς να υποτάσσεται στην εξυπηρέτηση των γενικών σκοπών της ΕΕΣΥΠ. Ως εκ τούτου, δεν αντίκεινται στο Σύνταγμα οι διατάξεις ν. 4389/2016 εκ του λόγου ότι μεταβιβάζεται με αυτές από το Δημόσιο στην ΕΕΣΥΠ ποσοστό μεγαλύτερο του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΥΑΘ και πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί ισχυρισμοί των αιτούντων.

 

39. Επειδή, μετά την αποδοχή της δεύτερης αίτησης για τον προεκτεθέντα λόγο, πρέπει να ακυρωθούν οι υπ’ αριθμ. ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 και ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 πράξεις του Προϊσταμένου της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων, Διαχείρισης Κινητών Αξιών και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού του Υπουργείου Οικονομικών. Πρέπει, επίσης, να ακυρωθεί, ενόψει του ερείσματος και του περιεχομένου της [βλ. ανωτέρω σκέψεις 11 και 28], η 263/21.2.2018 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, με την οποία ανακαλούνται εν μέρει, από 1.1.2018, οι προγενέστερες 195/2011 και 206/2012 αποφάσεις της αυτής Διυπουργικής Επιτροπής και επαναμεταβιβάζονται από το ΤΑΙΠΕΔ στο Δημόσιο 14.520.000 και 3.630.001 μετοχές, αντιστοίχως, της ΕΥΑΘ ΑΕ. Διάφορο δε είναι το ζήτημα ότι η Διοίκηση οφείλει να εκδώσει πράξη για την μεταβίβαση από το ΤΑΙΠΕΔ στο Δημόσιο των ως άνω μετοχών της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, σύμφωνα με τα κριθέντα στην απόφαση ΣτΕ 1906/2014 και στην παρούσα απόφαση. Περαιτέρω, παρέλκει, ως αλυσιτελής, η εξέταση των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως.

 

40. Επειδή, πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή η ασκηθείσα για την πρώτη αίτηση παρέμβαση της ΕΕΣΥΠ ΑΕ και να απορριφθεί η παρέμβαση που ασκήθηκε από το ίδιο νομικό πρόσωπο για την δεύτερη αίτηση.

 

Δ ι ά τ α ύ τ α

 

Συνεκδικάζει τις δύο αιτήσεις ακυρώσεως.

 

Απορρίπτει την πρώτη αίτηση, κατά το αιτιολογικό.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος για την πρώτη αίτηση παραβόλου.

 

Δέχεται την ασκηθείσα για την πρώτη αίτηση παρέμβαση της ΕΕΣΥΠ ΑΕ.

 

Απαλλάσσει τους αιτούντες από την καταβολή δικαστικής δαπάνης στο Δημόσιο και στην παρεμβαίνουσα εταιρεία, ως προς την πρώτη αίτηση.

 

Δέχεται την δεύτερη αίτηση, κατά το αιτιολογικό.

 

Ακυρώνει (α) τις υπ’ αριθμ. ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 και ΜΑΔΚΑΕΣ ./20.3.2018 πράξεις του Προϊσταμένου της Μονάδας Αποκρατικοποιήσεων, Διαχείρισης Κινητών Αξιών και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού του Υπουργείου Οικονομικών, και (β) την 263/21.2.2018 απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων με την οποία ανακαλούνται εν μέρει, από 1.1.2018, οι 195/2011 και 206/2012 αποφάσεις της αυτής Διυπουργικής Επιτροπής και επαναμεταβιβάζονται από το ΤΑΙΠΕΔ στο Δημόσιο μετοχές της ΕΥΑΘ ΑΕ.

 

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος για την δεύτερη αίτηση παραβόλου.

 

Απορρίπτει την ασκηθείσα για την δεύτερη αίτηση παρέμβαση της ΕΕΣΥΠ ΑΕ.

 

Επιβάλλει στο Δημόσιο και στην παρεμβαίνουσα εταιρεία την δικαστική δαπάνη των αιτούντων, ως προς την δεύτερη αίτηση, η οποία ανέρχεται σε χίλια τριακόσια ογδόντα [1.380,00] ευρώ.

 

Η διάσκεψη έγινε στις 12 και 19 Φεβρουαρίου και στις 18 Ιουνίου 2021

 

Η Πρόεδρος                    Η Γραμματέας

 

Ε. Σάρπ                        Ελ. Γκίκα

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 4ης Φεβρουαρίου 2022.

 

Ο Πρόεδρος                 Η Γραμματέας

 

Δ. Σκαλτσούνης                Ελ. Γκίκα