ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΣτΕ 744/2022

 

Αίτηση αναίρεσης - Έλλειψη νομολογίας - ΕΦΚΑ - Αρχή τυπικής ασφάλισης - Ασφαλισμένοι ΟΓΑ -.

 

Για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης, κατά την παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, ο αναιρεσείων πρέπει να επικαλείται έλλειψη νομολογίας ή αντίθεση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς υφιστάμενη νομολογία. Έννοια αρχής της τυπικής ασφάλισης. Η αρχή της τυπικής ασφάλισης κάμπτεται σε περίπτωση ρητής διάταξης για το αντίθετο ή διάταξης από το περιεχόμενο της οποίας σαφώς συνάγεται ότι δεν είναι ανεκτή, στα θέματα που αυτή ρυθμίζει, η εφαρμογή της εν λόγω αρχής. Τέτοιες διατάξεις είναι και αυτές των άρθρων 11 παρ. 2 και 14 παρ. 7 του π.δ. 78/1998, οι οποίες αποσκοπούν στο να αποτρέπεται η εγγραφή στα Μητρώα του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών προσώπων τα οποία δεν απασχολούνται συστηματικά με αγροτικές εργασίες και δεν αντλούν τον βιοπορισμό τους από τις εργασίες αυτές, αλλά έχουν ως μοναδικό σκοπό την καταβολή σύνταξης από τον Ο.Γ.Α. Για την εφαρμογή της γενικής αρχής της τυπικής ασφάλισης απαιτείται πραγματική απασχόληση του ασφαλισμένου. Δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως ασφαλιστέο χρονικό διάστημα το οποίο δεν αντιστοιχεί σε πραγματική απασχόληση. Άρνηση του ΟΓΑ να χορηγήσει στον αναιρεσίβλητο τη σύνταξη που ζήτησε. Ως εκκρεμείς συνταξιοδοτικές υποθέσεις στις οποίες έχει εφαρμογή η αρχή της τυπικής ασφάλισης δεν νοούνται οι εκκρεμείς ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων υποθέσεις, εφόσον τούτο δεν προβλέπεται νομοθετικώς, αλλά μόνον εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ασφαλιστικών οργάνων του Ο.Γ.Α.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

Αριθμός 744/2022

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Α΄

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Ιουνίου 2021, με την εξής σύνθεση: Ά. Καλογεροπούλου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση της Προέδρου του Τμήματος και της Προεδρεύουσας Αντιπροέδρου, που είχαν κώλυμα, Ο. Ζύγουρα, Π. Μπραΐμη, Σύμβουλοι, Σ. Κωνσταντίνου, Χ. Κομνηνός, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ειρ. Δασκαλάκη.

 

Για να δικάσει την από 5 Απριλίου 2018 αίτηση:

 

του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) και ήδη Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα (Αγ. Κωνσταντίνου 8), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Φωτεινή Καραμίντζιου (Α.Μ. 15729), που την διόρισε με πληρεξούσιο, και η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της,

 

κατά του ., κατοίκου Πύργου Ηλείας (συνοικισμός .), ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο Πανωραία Λύμουρα (Α.Μ. 29340), που την διόρισε με πληρεξούσιο, και η οποία κατέθεσε δήλωση, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 4509/2017, περί μη εμφανίσεώς της.

 

Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων Φορέας επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 52/2018 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών.

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Σ. Κωνσταντίνου.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

 

Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α

 

Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης δεν απαιτείται κατά νόμον καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998, Α΄ 31).

 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 52/2018 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Πατρών, με την οποία έγινε δεκτή έφεση του αναιρεσιβλήτου, εξαφανίστηκε η 51/2016 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου και, αφού δικάστηκε και έγινε δεκτή προσφυγή του αναιρεσιβλήτου, ακυρώθηκαν η ./ 19.9.2014 απόφαση του, κατά το άρθρο 40 του Καταστατικού Ασφάλισης και Συνταξιοδότησης Αγροτών (π.δ. 78/1998, Α΄ 72), αρμόδιου για την εκδίκαση ενστάσεων οργάνου του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.) καθώς και οι επικυρωθείσες με αυτή ./2012 και ./7.6.2013 αποφάσεις του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Δυτικής Ελλάδας του Ο.Γ.Α. Περαιτέρω, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση αναγνωρίσθηκε ως χρόνος ασφάλισης του αναιρεσιβλήτου στον Ο.Γ.Α., προκειμένου να συνυπολογιστεί για τον προσδιορισμό της δικαιούμενης από αυτόν σύνταξης λόγω γήρατος, το χρονικό διάστημα από την 1η.10.2002 έως τις 31.12.2011, ενώ, ακολούθως, αναπέμφθηκε η υπόθεση στον Ο.Γ.Α. (όπως εκ παραδρομής αναγράφεται αντί του ορθού στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, Ε.Φ.Κ.Α.), προκειμένου το αρμόδιο όργανο αυτού να εξετάσει την ./7.11.2011 αίτηση του αναιρεσιβλήτου να του χορηγηθεί σύνταξη γήρατος (κύρια και βασική), αφού λάβει υπόψη του το ως άνω όργανο του ασφαλιστικού φορέα ως χρόνο ασφάλισης του αναιρεσιβλήτου στον Ο.Γ.Α. τα χρονικά διαστήματα από την 1η.1.1988 έως τις 31.12.1988 και από την 1η.1.1992 έως τις 31.12.2011 και υπό το πρίσμα του άρθρου 60 του ν. 4449/2017. Με την πρωτόδικη απόφαση είχε απορριφθεί η από 27.11.2014 προσφυγή του αναιρεσιβλήτου κατά της ως άνω ./19.9.2014 απόφασης του προαναφερθέντος αρμόδιου για την εκδίκαση ενστάσεων οργάνου του Ο.Γ.Α., η οποία είχε θεωρηθεί ως μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη ενώπιόν του πράξη. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί ένσταση του αναιρεσιβλήτου κατά: α) της ./2012 απόφασης του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Δυτικής Ελλάδας του Ο.Γ.Α., με την οποία είχε διακοπεί η ασφάλιση του αναιρεσιβλήτου στον Ο.Γ.Α. αναδρομικά από την 1η.10.2002 και β) της ./7.6.2013 απόφασης του ίδιου Προϊσταμένου, με την οποία είχε απορριφθεί η ./7.11.2011 αίτηση του αναιρεσιβλήτου για χορήγηση βασικής σύνταξης λόγω γήρατος.

 

3. Επειδή, νομίμως άσκησε την κρινόμενη αίτηση ο Ε.Φ.Κ.Α., ο οποίος είχε παραστεί ενώπιον του δικάσαντος εφετείου ως οιονεί καθολικός διάδοχος του εφεσίβλητου Ο.Γ.Α. (βλ. άρθρα 51 παρ. 1, 53 παρ. 1 περίπτ. Ε΄ υποπερίπτ. β΄ και 70 παρ. 1 και 9 του ν. 4387/2016, Α΄ 85, βλ. Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5/2020 κ.ά.). Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 51Α παρ. 1 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43), νομίμως παρέστη στην παρούσα δίκη ως αναιρεσείων διάδικος ο Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.), όπως μετονομάστηκε από την 1η.3.2020 ο ασκήσας την κρινόμενη αίτηση Ε.Φ.Κ.Α. (Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020 κ.ά.).

 

4. Επειδή, σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και ακολούθως η παράγραφος 3 συμπληρώθηκε με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240/22.12.2016), για το παραδεκτό της άσκησης αίτησης αναίρεσης απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων αμφοτέρων των εν λόγω παραγράφων (Σ.τ.Ε. 679/2021, 456/2020, 2185/2019 κ.ά.). Ειδικότερα, αν πρόκειται για διαφορά που δεν έχει άμεσο χρηματικό αντικείμενο ή για διαφορά με χρηματικό αντικείμενο τουλάχιστον 40.000 ευρώ ή για διαφορά που ανακύπτει κατόπιν άσκησης προσφυγής ουσίας και αφορά περιοδικές παροχές ή τη θεμελίωση του δικαιώματος σε σύνταξη ή τη θεμελίωση του δικαιώματος σε εφάπαξ παροχή και τον καθορισμό του ύψους της, για το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης απαιτείται προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που επιβάλλει η παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, ενώ, αν πρόκειται για χρηματικού αντικειμένου διαφορά το ποσό της οποίας υπολείπεται των 40.000 ευρώ, η αίτηση αναίρεσης ασκείται απαραδέκτως, χωρίς να ασκεί καμία επιρροή τυχόν προβολή ισχυρισμών με το ως άνω περιεχόμενο (Σ.τ.Ε. 456, 2903-5/2020, 2185/2019 κ.ά.). Εξάλλου, στις περιπτώσεις που το παραδεκτό της αίτησης αναίρεσης εξαρτάται από την προβολή ισχυρισμών με το περιεχόμενο που ορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, ο αναιρεσείων βαρύνεται δικονομικώς με την υποχρέωση, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αίτησής του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθέναν από τους προβαλλόμενους λόγους τίθεται συγκεκριμένο νομικό ζήτημα, δηλαδή ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, κρίσιμο για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου αγομένης διαφοράς, επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης έρχονται σε αντίθεση προς μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου (Σ.τ.Ε. 456, 2903-5/2020 2185/2019 κ.ά.). Ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος που επιλύθηκε σε υπόθεση υπό τα ίδια ή ουσιωδώς παρεμφερή πραγματικά περιστατικά και όχι η διαμορφωθείσα νομολογία επί νομικού ζητήματος ανάλογου ή παρόμοιου (Σ.τ.Ε. 679/2021, 456/2020, 2185/2019 κ.ά.). Ειδικότερα δε, αν ο αναιρεσείων επικαλείται έλλειψη νομολογίας ή αντίθεση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης προς υφιστάμενη, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, νομολογία, πρέπει η έλλειψη ή η αντίθεση αυτή να μην αναφέρεται σε ζητήματα αιτιολογίας συνδεόμενα με το πραγματικό της κρινόμενης υπόθεσης, αλλά να αφορά αποκλειστικά την ερμηνεία διάταξης νόμου ή γενικής αρχής δυναμένης να έχει γενικότερη εφαρμογή, ανεξαρτήτως εάν η ερμηνεία αυτή διατυπώνεται στη μείζονα ή στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης και των λοιπών αποφάσεων προς τις οποίες προβάλλεται ότι υφίσταται αντίθεση (Σ.τ.Ε. 456/2020, 2185/2019 κ.ά.).

 

5. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε στις 5.4.2018, μετά δηλαδή την έναρξη ισχύος του ν. 3900/2010 (την 1.1.2011 κατ’ άρθρο 70 του νόμου αυτού) και, συνεπώς, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010. Περαιτέρω, με την αίτηση αυτή άγεται κατ’ αναίρεση διαφορά που ανέκυψε κατόπιν άσκησης προσφυγής ουσίας εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου με αντικείμενο τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος. Ως εκ τούτου, για το παραδεκτό της άσκησης της κρινόμενης αίτησης απαιτείται, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, η επίκληση και η τεκμηρίωση εκ μέρους του αναιρεσείοντος Ε.Φ.Κ.Α., με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς περιλαμβανόμενους στο εισαγωγικό δικόγραφο, της συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989. Με τον μοναδικό λόγο αναίρεσης πλήττεται η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης περί εφαρμογής της αρχής της τυπικής ασφάλισης για τους ασφαλισμένους του Ο.Γ.Α., όπως στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσίβλητος. Προς θεμελίωση του παραδεκτού της άσκησης της κρινόμενης αίτησης ο αναιρεσείων προβάλλει με το εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για το τιθέμενο στην προκειμένη περίπτωση νομικό ζήτημα εάν η αρχή της τυπικής ασφάλισης εφαρμόζεται στους ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α. Ο ισχυρισμός αυτός του αναιρεσείοντος είναι βάσιμος, διότι, κατά τον χρόνο άσκησης της κρινόμενης αίτησης (5.4.2018), δεν υπήρχε, πράγματι, νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για το ως άνω κρινόμενο νομικό ζήτημα και, ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση, η οποία είναι και κατά τα λοιπά παραδεκτή, είναι περαιτέρω εξεταστέα κατ’ ουσίαν.

 

6. Επειδή, ο ν. 4169/1961, με τίτλο «Περί Γεωργικών Ασφαλίσεων» (Α΄ 81), ορίζει στο άρθρο 2 ότι: «1. Εις την ασφάλισιν του παρόντος νόμου υπάγονται αυτοδικαίως πάντα τα πρόσωπα, άτινα απασχολούνται εν Ελλάδι κατά κύριον επάγγελμα, εξ ου και αντλούν τον βιοπορισμόν αυτών, εις την αγροτικήν οικονομίαν. 2. Ειδικώτερον εις την ασφάλισιν, κατά την έννοιαν της προηγουμένης παρ. 1, υπάγονται: α) Οι ιδιοκτήται γεωργικών εκμεταλλεύσεων, ιδία αγρών, λειβαδιών, φυτειών, δασικών εκτάσεων, εφ’ όσον εκμεταλλεύονται ταύτας προς παραγωγικούς σκοπούς, ιδίω αυτών ονόματι και διά προσωπικής αυτών εργασίας (χειρωνακτικής ή συστηματικής αυτεπιστασίας). β) Οι ιδίω αυτών ονόματι και διά προσωπικής αυτών εργασίας εκμεταλλευόμενοι τας εν εδαφίω α΄ της παρούσης παραγράφου γεωργικάς εκμεταλλεύσεις. γ) … δ) … ε) Οι επί ημερομισθίω ή μισθώ, εις είδος ή εις χρήμα, κατά κύριον επάγγελμα ασχολούμενοι εις τας εν εδαφίοις α΄ έως και γ΄ της παρούσης παραγράφου γεωργικάς επιχειρήσεις. στ) …». Στο άρθρο 4 παρ. 1 του ίδιου νόμου, όπως η περ. α΄ αντικαταστάθηκε, τελικώς, από το άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 1287/1982 (Α΄ 123), ορίζεται ότι: «Ίνα ο ησφαλισμένος τύχη συντάξεως λόγω γήρατος δέον να πληροί τας ακολούθους προϋποθέσεις: α) να έχει το λιγότερο 25 χρόνια ασφάλισης, μετά τη συμπλήρωση του 21ου χρόνου της ηλικίας του. Προσωρινές δικαιολογημένες απομακρύνσεις, που δεν έχουν τον χαρακτήρα της εγκατάλειψης της άσκησης του επαγγέλματος δεν λαμβάνονται υπόψη σε βάρος του ασφαλισμένου. ... β) να έχη ηλικίαν συμπεπληρωμένην εξήκοντα πέντε (65) ετών. γ) ...». Περαιτέρω, στο άρθρο 1 του ν. 2458/1997, με τίτλο «Σύσταση Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών και άλλες διατάξεις» (Α΄ 15), ορίζεται ότι: «1. Συνιστάται στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.) αυτοτελής Κλάδος Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, αποκαλούμενος εφεξής για συντομία “Κλάδος”. 2. Σκοπός του Κλάδου είναι η χορήγηση κύριας σύνταξης στα πρόσωπα που αναφέρονται στο επόμενο άρθρο σε περίπτωση γήρατος και αναπηρίας και στα μέλη της οικογενείας τους σε περίπτωση θανάτου. 3. Ο Κλάδος έχει οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια και διοικείται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ο.Γ.Α. … 4. Η λειτουργία του Κλάδου αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 1998. 5. Ο Κλάδος Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών, που συνεστήθη με το ν. 1745/1987 (ΦΕΚ 234 Α΄), καταργείται από το χρόνο έναρξης λειτουργίας του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, ο οποίος καθίσταται καθολικός διάδοχός του». Στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «Στην ασφάλιση του Κλάδου υπάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια όλα τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στον Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις. … Η υπαγωγή στην ασφάλιση αρχίζει την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους από τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας και λήγει στο τέλος του έτους συμπλήρωσης του 64ου έτους της ηλικίας ή την τελευταία ημέρα του μήνα πριν από το θάνατο ή την έναρξη συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας και για όσο χρόνο διαρκεί η αναπηρία. …». Εξάλλου, στο άρθρο 5 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι: «1. Οι ασφαλισμένοι δικαιούνται σύνταξη γήρατος, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις: α) έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους, β) έχουν πραγματοποιήσει χρόνο ασφάλισης και καταβολή εισφορών για πέντε (5) έτη περιλαμβανομένου και του χρόνου ασφάλισης της παρ. 2 του παρόντος άρθρου. Από το έτος 2004, ο χρόνος των πέντε (5) ετών προσαυξάνεται, ανά ημερολογιακό έτος, κατά ένα (1) έτος μέχρι τη συμπλήρωση τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών ασφάλισης και αντίστοιχης καταβολής εισφορών. ...2. ...». Κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 16 του ανωτέρω νόμου εκδόθηκε το π.δ. 78/1998, με τίτλο «Καταστατικό Ασφάλισης και Συνταξιοδότησης Αγροτών» (Α΄ 72), το οποίο στο άρθρο 4 ορίζει ότι: «1. Η ασφαλιστική σχέση του ασφαλισμένου με τον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης αρχίζει από το χρόνο έναρξης άσκησης επαγγέλματος, για το οποίο, σύμφωνα με την κείμενη κάθε φορά σχετική νομοθεσία, υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ. 2. Η ιδιότητα του ασφαλισμένου του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών και του υπόχρεου καταβολής ασφαλιστικών εισφορών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 2458/1997, αποδεικνύεται με την εγγραφή στα Μητρώα Ασφαλισμένων που καταρτίζονται και τηρούνται κατά το παρόν Καταστατικό». Στο άρθρο 10 του πιο πάνω Καταστατικού (π.δ. 78/1998) ορίζεται ότι: «1. Οι Ανταποκριτές του ΟΓΑ σε κάθε Δήμο ή Κοινότητα είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν και να αναγγέλλουν στην αρμόδια Υπηρεσία του ΟΓΑ τις μεταβολές που επέρχονται στην προσωπική και επαγγελματική κατάσταση των ασφαλισμένων που κατοικούν στην περιφέρειά τους, οι οποίες έχουν ως συνέπεια τη διακοπή της ασφάλισης ή τη διαγραφή από τα Μητρώα Ασφαλισμένων του Κλάδου, επισυνάπτοντας και τα απαραίτητα δικαιολογητικά. 2. Ο ασφαλισμένος του Κλάδου έχει υποχρέωση να γνωστοποιεί στον Ανταποκριτή του ΟΓΑ του τόπου κατοικίας του ή στο αρμόδιο Όργανο απογραφής κάθε μεταβολή στην προσωπική και επαγγελματική του κατάσταση που έχει ως συνέπεια τη διακοπή της ασφάλισης ή τη διαγραφή του από τα Μητρώα ασφαλισμένων του Κλάδου». Στο άρθρο 11 του ίδιου Καταστατικού ορίζεται ότι: «1. Η ασφάλιση στον Κλάδο διακόπτεται από την 1η του μήνα εκείνου που ο ασφαλισμένος: α) Σταματάει να ασκεί επάγγελμα για το οποίο ασφαλίζεται στον ΟΓΑ. β) Ασφαλιστεί σε άλλο φορέα κύριας ασφάλισης. γ) Συνταξιοδοτηθεί από οποιαδήποτε πηγή, … δ) Αποβιώσει. ... 2. Σε περίπτωση που αποδειχθεί, ότι πρόσωπο που έχει εγγραφεί στα Μητρώα Ασφαλισμένων του Κλάδου δεν υπήγετο στην ασφάλιση του ΟΓΑ, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις της περί ΟΓΑ Νομοθεσίας, το πρόσωπο αυτό διαγράφεται από τα Μητρώα του Κλάδου, με απόφαση του Προϊσταμένου του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ ή του Προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής Υπηρεσίας του ΟΓΑ. Η σχετική απόφαση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο και στο Πρωτοβάθμιο Όργανο ασφάλισης. 3. Κατά της πράξης με την οποία διακόπηκε η ασφάλιση ή έγινε διαγραφή από τα Μητρώα Ασφαλισμένων, σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων 1 και 2, επιτρέπεται, μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από της κοινοποίησής της στον ενδιαφερόμενο, η άσκηση αίτησης αντιρρήσεων, η οποία εξετάζεται από το Όργανο και κατά τη διαδικασία που προβλέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 39 έως 43 του παρόντος Καταστατικού». Τέλος, στην παρ. 7 του άρθρου 14 του Καταστατικού αυτού ορίζεται ότι: «7. ... Μόνη η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών για λογαριασμό προσώπου το οποίο δεν έχει τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση του Κλάδου, ουδένα άλλο δικαίωμα έναντι του Κλάδου γεννά, πλην της επιστροφής, ατόκως, των αχρεωστήτως καταβληθεισών εισφορών».

 

7. Επειδή, εξάλλου, στην παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 3050/2002 (Α΄ 214) ορίζεται ότι: «Οι εγγεγραμμένοι στα Μητρώα Ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α. από 1.1.1988, ημερομηνία έναρξης του Κλάδου Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος θεωρούνται ότι καλώς ασφαλίστηκαν, εφόσον καταβάλλουν μέχρι 31.12.2003 τις ασφαλιστικές τους εισφορές …». Κατά την έννοια της τελευταίας αυτής διάταξης, η οποία αποσκοπεί στην ασφαλιστική τακτοποίηση όσων είχαν εγγραφεί στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών και κατέβαλαν εισφορές χωρίς να υπάγονται στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. και η οποία, πάντως, δεν δημιουργεί κανενός είδους τεκμήριο ως προς την ιδιότητα του εγγεγραμμένου ως αγρότη, το χρονικό διάστημα εγγραφής στα Μητρώα Ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α. από 1.1.1988 (οπότε άρχισε να λειτουργεί ο Κλάδος Πρόσθετης Ασφάλισης του Ο.Γ.Α.) και έως 13.9.2002 (οπότε άρχισε να ισχύει ο ν. 3050/2002 κατά το άρθρο 15 αυτού), θεωρείται και χρόνος υπαγωγής στην ασφάλιση του Οργανισμού αυτού, εφόσον για το ως άνω χρονικό διάστημα οι ανωτέρω είχαν καταβάλει, το αργότερο έως τις 31.12.2003, τις ασφαλιστικές τους εισφορές για τον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης (Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020 κ.ά.).

 

8. Επειδή, περαιτέρω, κατά την αρχή της τυπικής ασφάλισης, η οποία αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της κοινωνικής ασφάλισης, εάν κάποιος κατέβαλλε τακτικά τις ασφαλιστικές εισφορές ως ασφαλισμένος σε οργανισμό κοινωνικής ασφάλισης θεωρώντας με καλή πίστη ότι υπάγεται στην ασφάλισή του, ο δε οργανισμός εισέπραττε ανεπιφύλακτα τις εισφορές αυτές, η αμφισβήτηση από τον οργανισμό, μετά την πάροδο μακρού, κατ’ εύλογη κρίση, χρόνου και μάλιστα κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, της ιδιότητας του ασφαλισμένου, που αναγνωρίστηκε κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης. Κατά την αρχή αυτή είναι σεβαστές και δημιουργούν δικαιώματα υπέρ των διοικουμένων οι πραγματικές καταστάσεις, οι οποίες προκύπτουν με την ανοχή και τη σύμπραξη της Διοίκησης, εφόσον δεν αντιβαίνουν στη δημόσια τάξη και δεν δημιουργήθηκαν με δόλια ενέργεια του διοικουμένου. Η αρχή όμως της τυπικής ασφάλισης κάμπτεται σε περίπτωση ρητής διάταξης για το αντίθετο ή διάταξης από το περιεχόμενο της οποίας σαφώς συνάγεται ότι δεν είναι ανεκτή, στα θέματα που αυτή ρυθμίζει, η εφαρμογή της πιο πάνω αρχής (βλ. Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020, 2366/2019, 774/2018 κ.ά.). Τέτοιες δε διατάξεις είναι και αυτές των άρθρων 11 παρ. 2 και 14 παρ. 7 του π.δ. 78/1998. Οι διατάξεις αυτές αποσκοπούν στο να αποτρέπεται η εγγραφή στα Μητρώα του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών προσώπων τα οποία δεν απασχολούνται συστηματικά με αγροτικές εργασίες και δεν αντλούν τον βιοπορισμό τους από τις εργασίες αυτές, αλλά έχουν ως μοναδικό σκοπό την καταβολή σύνταξης από τον Ο.Γ.Α. Επίσης, οι ανωτέρω διατάξεις αποβλέπουν στο να μην γεννώνται δικαιώματα για τα πρόσωπα αυτά, τα οποία δεν είχαν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. από μόνη την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά μόνον τα πρόσωπα αυτά να μπορούν να ζητήσουν την επιστροφή των εν λόγω εισφορών. Εξάλλου, για την εφαρμογή της γενικής αρχής της τυπικής ασφάλισης απαιτείται πραγματική απασχόληση του ασφαλισμένου. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ως ασφαλιστέο, κατ’ εφαρμογή της αρχής αυτής, χρονικό διάστημα το οποίο δεν αντιστοιχεί σε πραγματική απασχόληση (βλ. Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020 κ.ά.).

 

9. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 60 του μεταγενέστερου ν. 4449/2017 (Α΄ 7/24.1.2017) ορίζεται ότι: «1. Οι εγγεγραμμένοι στα Μητρώα Ασφαλισμένων των Κλάδων Πρόσθετης και Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ, οι οποίοι μέχρι 31.12.2016 έχουν υποβάλει και εκκρεμεί συνταξιοδοτικό αίτημα, θεωρούνται ότι καλώς ασφαλίστηκαν για όσο χρόνο ασφάλισης έχουν καταβάλει ή θα καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές μέχρι 30.6.2017. … Τα ως άνω εφαρμόζονται εφόσον: α) κατά τον ίδιο χρόνο, δεν έχουν ασφαλιστεί ή δεν υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ασφάλισης ή έχουν ασφαλιστεί αλλά δεν δικαιούνται συντάξεως από την ασφάλισή τους αυτή ή δεν συνταξιοδοτούνται από άλλο φορέα κύριας ασφάλισης της Ελλάδος ή του εξωτερικού με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 (Α΄ 81), όπως ισχύει και β) … 2. Οι εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον του Οργάνου εξέτασης ενστάσεων του άρθρου 40 του π.δ. 78/1998 (Α΄ 72) κρίνονται σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο». Τέλος, στο άρθρο 122 του ήδη ισχύοντος ν. 4764/2020 (Α΄ 256) ορίζεται ότι: «1. Οι εγγεγραμμένοι στα Μητρώα Ασφαλισμένων των Κλάδων Πρόσθετης και Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του πρώην Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), οι οποίοι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν υποβάλει συνταξιοδοτικό αίτημα, το οποίο και εκκρεμεί, θεωρούνται ότι καλώς ασφαλίστηκαν για χρόνο ασφάλισης έως τις 31.12.2016. 2. Η παρ. 1 εφαρμόζεται εφόσον: α) κατά τον ίδιο χρόνο, δεν έχουν ασφαλιστεί ή δεν υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ασφάλισης ή έχουν ασφαλιστεί αλλά δεν δικαιούνται σύνταξης από την ασφάλισή τους αυτή ή δεν συνταξιοδοτούνται από άλλον φορέα κύριας ασφάλισης της Ελλάδος ή του εξωτερικού με την επιφύλαξη της περ. δ` της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4169/1961 (Α΄ 81) και β) ... 3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 7 του ν. 3050/2002 (Α΄ 214). 4. Οι εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον του αρμόδιου οργάνου εξέτασης ενστάσεων του άρθρου 40 του π.δ. 78/1998 (Α΄ 72) κρίνονται σύμφωνα με την παρ. 3». Κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων των άρθρων 60 του ν. 4449/2017 (βλ. Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020, πρβ. Σ.τ.Ε. 3101/2015, 1909/2019) και 122 του ν. 4764/2020 (πρβ. Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020, 3101/2015, 1909/2019), ως εκκρεμείς συνταξιοδοτικές υποθέσεις στις οποίες έχει εφαρμογή η ανωτέρω αρχή της τυπικής ασφάλισης δεν νοούνται οι εκκρεμείς ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων υποθέσεις, εφόσον τούτο δεν προβλέπεται νομοθετικώς, αλλά μόνον εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ασφαλιστικών οργάνων του Ο.Γ.Α.

 

10. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση σε συνδυασμό με τα λοιπά, παραδεκτώς ληπτέα υπόψη κατ’ αναίρεση, διαδικαστικά έγγραφα της δίκης προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο αναιρεσίβλητος, ο οποίος γεννήθηκε το έτος 1947, είχε αρχικά απογραφεί, ως απασχολούμενος κατά κύριο βιοποριστικό επάγγελμα με αγροτικές εργασίες, στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών από την 1η.1.1988 και στη συνέχεια στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών από την 1η.1.1998, καταβάλλοντας τις αναλογούσες εισφορές. Με την ./7.11.2011 αίτησή του προς τον Ο.Γ.Α. ζήτησε να του χορηγηθεί σύνταξη γήρατος, βασική και κύρια. Στην αίτησή του αυτή δήλωσε συγχρόνως ότι κατά τα έτη 1978-1991 υπήρξε ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α. (μετέπειτα Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.) ως ασκών περιστασιακά το επάγγελμα του μουσικού και ότι επιθυμεί την προσμέτρηση των ημερών ασφάλισής του στο Ι.Κ.Α. για τη συνταξιοδότησή του από τον Ο.Γ.Α. Σύμφωνα, δε, με την ./23.11.2012 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Πύργου ο αναιρεσίβλητος είχε ασφαλιστεί στον εν λόγω ασφαλιστικό φορέα από τον Ιούλιο του έτους 1978 έως το έτος 1991 και είχε πραγματοποιήσει 1.049 ημέρες ασφάλισης. Ενόψει της υποβολής της ως άνω αίτησης, ο Ο.Γ.Α. προέβη σε έλεγχο της συνδρομής των προϋποθέσεων υπαγωγής του αναιρεσιβλήτου στην ασφάλισή του. Με την ./2012 απόφαση του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Δυτικής Ελλάδας του Ο.Γ.Α. διακόπηκε η ασφάλιση του αναιρεσιβλήτου και διαγράφηκε από τα Μητρώα Ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α. αναδρομικά, από την 1η.10.2002, με την αιτιολογία ότι αυτός δεν απασχολήθηκε συστηματικά και κατά κύριο βιοποριστικό επάγγελμα με αγροτικές εργασίες. Κατόπιν δε αυτού θεωρήθηκε ως χρόνος ασφάλισης του αναιρεσιβλήτου στον Ο.Γ.Α. το χρονικό διάστημα από την 1η.1.1988 έως τις 31.12.1988 και από την 1η.1.1992 έως τις 30.9.2002 (αφού αφαιρέθηκε το μεσοδιάστημα από την 1η.1.1989 έως τις 31.12.1991 κατά το οποίο ο αναιρεσίβλητος είχε ασφαλιστεί στο Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.). Με βάση αυτόν τον χρόνο ασφάλισης στον Ο.Γ.Α. (11 έτη και 9 μήνες) απονεμήθηκε στον αναιρεσίβλητο κύρια σύνταξη γήρατος από τον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών (από τον Ιούλιο του έτους 2012) με συνυπολογισμό του χρόνου ασφάλισής του στο Ι.Κ.Α., ενώ με την 2006/7.6.2013 απόφαση του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Δυτικής Ελλάδας του Ο.Γ.Α. απορρίφθηκε το αίτημα του αναιρεσιβλήτου για χορήγηση βασικής σύνταξης γήρατος, με την αιτιολογία ότι μετά την ανωτέρω αναδρομική διαγραφή του, αυτός δεν είχε συμπληρώσει 25 τουλάχιστον έτη απασχολούμενος κατά κύριο επάγγελμα με αγροτικές εργασίες. Κατά της απόφασης αυτής, καθώς και κατά της ανωτέρω 344/2012 απόφασης περί διακοπής και αναδρομικής διαγραφής του από τα Μητρώα Ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α., ο αναιρεσίβλητος άσκησε ένσταση ενώπιον του, κατά το άρθρο 40 του Καταστατικού Ασφάλισης και Συνταξιοδότησης Αγροτών (π.δ. 78/1998, Α΄ 72), αρμόδιου για την εκδίκαση ενστάσεων οργάνου του Ο.Γ.Α., η οποία απορρίφθηκε με την ./19.9.2014 απόφαση του εν λόγω οργάνου, με την αιτιολογία ότι δικαιολογείται η διακοπή της ασφάλισης του αναιρεσιβλήτου από την 1η.10.2002, ενόψει της μικρής αγροτικής περιουσίας του και της αδυναμίας να εξαχθεί από αυτήν εισόδημα ικανό για βιοπορισμό, με συνέπεια να μη συμπληρώνεται η επί 25ετία τουλάχιστον μετά την συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας του συστηματική ενασχόληση με το αγροτικό επάγγελμα. Κατά της τελευταίας αυτής απόφασης ο αναιρεσίβλητος άσκησε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πύργου, με την οποία ισχυρίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι: α) από τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας του απασχολήθηκε σε αγροτικές εργασίες επί 25ετία, β) εγγράφηκε από την 1η.1.1988 στον Πρόσθετο Κλάδο Ασφάλισης και από την 1η.1.1998 στον Κλάδο Κυρίας Ασφάλισης του Ο.Γ.Α. καταβάλλοντας όλα τα χρόνια τις ασφαλιστικές του εισφορές, γ) από το έτος 1991 και μετά δεν άσκησε κανένα άλλο επάγγελμα και δεν ασφαλίστηκε σε άλλον φορέα και δ) η απόρριψη της αίτησής του είναι καταχρηστική και παράνομη και αντίκειται στις «αρχές δικαιολογημένης εμπιστοσύνης στη Διοίκηση». Προς απόδειξη δε των ισχυρισμών του αυτών ο αναιρεσίβλητος προσκόμισε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, μεταξύ άλλων, αποδείξεις καταβολής εισφορών, βεβαιώσεις του ανταποκριτή του Ο.Γ.Α. περί της ενασχόλησής του με τη γεωργία κατά κύριο επάγγελμα, σχετικές βεβαιώσεις συνεταιριστικών οργανώσεων, δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικ. ετών 2004-2011 κ.λπ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή, με την αιτιολογία ότι από τα προσκομισθέντα στοιχεία δεν αποδείχθηκε ότι ο αναιρεσίβλητος απασχολήθηκε, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, με την αγροτική οικονομία συστηματικά και κατά κύριο βιοποριστικό επάγγελμα, ότι η ./2012 πράξη του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ο.Γ.Α. Δυτικής Ελλάδας, με την οποία διακόπηκε η ασφάλιση του αναιρεσιβλήτου, ως ατομική διοικητική πράξη εξοπλισμένη με το τεκμήριο νομιμότητας, δεν ελέγχεται παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο της κρινόμενης διαφοράς και ότι, ως εκ τούτου, νομίμως απορρίφθηκε το αίτημα αυτού για χορήγηση της ένδικης σύνταξης με βάση τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4169/1961, ελλείψει χρονικών προϋποθέσεων. Κατά της πρωτόδικης απόφασης ο αναιρεσίβλητος άσκησε έφεση ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Πατρών, με την οποία προέβαλε ότι εσφαλμένως το πρωτοβάθμιο δικαστήριο παρέβλεψε ότι από το έτος 1988 έως το έτος 2011 κατέβαλε ανελλιπώς τις εισφορές του στον Ο.Γ.Α. χωρίς να εγερθεί ουδεμία αμφισβήτηση για την αγροτική του ιδιότητα ενώ, περαιτέρω, με πλημμελή αιτιολογία απέρριψε τον ισχυρισμό του ότι ήταν κατ’ επάγγελμα αγρότης, παρά τα προσκομισθέντα από αυτόν αποδεικτικά στοιχεία. Η έφεση αυτή έγινε δεκτή με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση. Ειδικότερα, το δικάσαν εφετείο έκρινε, καταρχήν, ότι η γενική αρχή του ασφαλιστικού δικαίου της τυπικής ασφάλισης κάμπτεται σε περίπτωση ρητής περί του αντιθέτου διάταξης ή διάταξης από το περιεχόμενο της οποίας συνάγεται σαφώς ότι δεν είναι ανεκτή, στα θέματα που αυτή ρυθμίζει, η εφαρμογή της πιο πάνω γενικής αρχής. Επίσης, το δικάσαν εφετείο έκρινε ότι η εφαρμογή της αρχής αυτής δεν δύναται να θεωρηθεί ότι κωλύεται από το θεσπιζόμενο από το άρθρο 11 του π.δ. 78/1998 δικαίωμα των οργάνων του Ο.Γ.Α. να προβαίνουν σε διαγραφή από τα Μητρώα του Κλάδου, σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι πρόσωπο που έχει εγγραφεί στα Μητρώα δεν υπαγόταν στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α., σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της περί Ο.Γ.Α. ασφάλισης, διότι το δικαίωμα αυτό ασκείται, κατά τις διατάξεις του π.δ. 78/1998, κατά τον επίκαιρο έλεγχο των Μητρώων των Ασφαλισμένων από τα αρμόδια προς τούτο τοπικά, περιφερειακά ή κεντρικά όργανα του Ο.Γ.Α. ή όταν διαπιστωθεί μεταβολή στην επαγγελματική κατάσταση του ασφαλισμένου που επιφέρει τη διακοπή της ασφάλισης ή τη διαγραφή από τα Μητρώα Ασφαλισμένων του Κλάδου και όχι μετά την πάροδο μακρού χρόνου και την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, εκτός εάν συντρέχει περίπτωση απατηλής ενέργειας του ασφαλισθέντος. Ακολούθως, το δικάσαν εφετείο έλαβε υπόψη ότι: α) ο αναιρεσίβλητος είχε υπαχθεί στην ασφάλιση του Ο.Γ.Α. από το έτος 1988 και κατέβαλε τακτικά τις εισφορές του έως τον χρόνο υποβολής (7.11.2011) της ανωτέρω αίτησής του για χορήγηση σύνταξης γήρατος (κύρια και βασική), ήτοι μέχρι τον χρόνο επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου, χωρίς, καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα, ο Ο.Γ.Α. να ελέγξει, όπως όφειλε κατά τις προεκτεθείσες διατάξεις του π.δ. 78/1998, εάν αυτός νομίμως είχε εγγραφεί στα Μητρώα Ασφαλισμένων του Ο.Γ.Α. και χωρίς ουδέποτε τα αρμόδια όργανα αυτού να διατυπώσουν οποιαδήποτε επιφύλαξη ως προς τη νομιμότητα της υπαγωγής του στην ασφάλιση ή να ζητήσουν την προσκόμιση των προβλεπόμενων στο άρθρο 6 του π.δ. 78/1998 στοιχείων επαλήθευσης της νομιμότητας της ασφάλισης αυτής, β) ο Ο.Γ.Α. εισέπραττε ανεπιφύλακτα, επί μακρόν, τις ασφαλιστικές του εισφορές, με συνέπεια να δημιουργηθεί πεποίθηση στον αναιρεσίβλητο ότι υφίστατο ασφαλιστικός δεσμός αδιατάρακτα από την 1η.1.1988, γ) από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προέκυπτε, ούτε ο Ο.Γ.Α. ισχυριζόταν, ότι ο αναιρεσίβλητος ενήργησε δολίως προκειμένου να θεμελιώσει δικαίωμα ασφάλισης ή ότι, μεταγενέστερα από το χρονικό διάστημα 1989-1991, κατά το οποίο ήταν ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α. ως ασκών παράλληλα και το επάγγελμα του μουσικού, άσκησε άλλο επάγγελμα εκτός του αγροτικού ή ότι ασφαλίστηκε σε άλλον ασφαλιστικό φορέα, δ) από τις βεβαιώσεις του οικείου Ανταποκριτή του Ο.Γ.Α. επιβεβαιωνόταν η διαμονή του στον Δήμο Πύργου, ήτοι στον τόπο των αγροτικών του ασχολιών και η ενασχόλησή του με την εκμετάλλευση της αγροτικής περιουσίας του, ανεξαρτήτως της έκτασης αυτής και του εισοδήματος που αποκόμιζε. Με τα δεδομένα αυτά, το δικάσαν εφετείο έκρινε ότι, κατά παράβαση των γενικών αρχών της τυπικής ασφάλισης και της χρηστής διοίκησης, με τις οποίες επιβάλλεται ο σεβασμός της ως άνω πραγματικής κατάστασης που δημιουργήθηκε με την ανοχή και τη σύμπραξη των ίδιων των οργάνων του Ο.Γ.Α., ο εν λόγω Οργανισμός αρνήθηκε κατά τον χρόνο επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου να χορηγήσει στον αναιρεσίβλητο τη σύνταξη, που αυτός ζήτησε, επικαλούμενος την προηγηθείσα διαγραφή του χρόνου ασφάλισής του αναδρομικά από την 1η.10.2002. Επομένως, κατά το εφετείο, στην προκειμένη περίπτωση συνέτρεχαν στο πρόσωπο του αναιρεσιβλήτου οι προϋποθέσεις της τυπικής ασφάλισης και, κατά συνέπεια, οι χρονικές προϋποθέσεις για να λάβει σύνταξη λόγω γήρατος από τον Ο.Γ.Α. Εξάλλου, το δικάσαν εφετείο, ενόψει του ότι για τη χορήγηση της ένδικης παροχής έπρεπε να συντρέχουν σωρευτικά οι αναφερόμενες στα άρθρα 5 και 12 του ν. 2458/1997 προϋποθέσεις, στον έλεγχο των οποίων δεν εχώρησε ο Ο.Γ.Α., θεωρώντας ότι ελλείπει αυτή των χρονικών προϋποθέσεων καθώς και του γεγονότος ότι το εν λόγω δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εξετάσει το πρώτον εάν συντρέχουν οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις, τη συνδρομή των οποίων δεν είχε εξετάσει η Διοίκηση, έκρινε ότι έπρεπε να αναπέμψει την υπόθεση στον Ο.Γ.Α., προκειμένου να επανεξετάσει το αρμόδιο όργανο αυτού την ./7.11.2011 αίτηση του αναιρεσιβλήτου για χορήγηση σύνταξης γήρατος (κύριας και βασικής), αφού λάβει όμως υπόψη του ότι ο αναιρεσίβλητος είχε ως χρόνο ασφάλισης στον Ο.Γ.Α. τα χρονικά διαστήματα από την 1η.1.1988 έως τις 31.12.1988 και από την 1η.1.1992 έως τις 31.12.2011 και υπό το πρίσμα του άρθρου 60 του ν. 4449/2017 που καταλαμβάνει, κατά το εφετείο, και τις εκκρεμείς υποθέσεις. Με τις σκέψεις αυτές, το δικάσαν διοικητικό εφετείο, κατόπιν αποδοχής, κατά τα ανωτέρω, της έφεσης του αναιρεσιβλήτου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, εκδίκασε την προσφυγή του αναιρεσιβλήτου, την έκανε δεκτή και ακύρωσε την ως άνω 1838/19.9.2014 απόφαση του αρμόδιου για την εκδίκαση ενστάσεων οργάνου του Ο.Γ.Α. καθώς και τις επικυρωθείσες με αυτήν 344/2012 και 2006/7.6.2013 αποφάσεις του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Δυτικής Ελλάδας του Ο.Γ.Α., αναγνώρισε δε ως χρόνο ασφάλισης του αναιρεσιβλήτου στον Ο.Γ.Α. το χρονικό διάστημα από την 1η.10.2002 έως τις 31.12.2011, το οποίο έπρεπε να συνυπολογιστεί για τον προσδιορισμό της δικαιούμενης, κατά το εφετείο, από τον αναιρεσίβλητο σύνταξης λόγω γήρατος (κύριας και βασικής). Ακολούθως, το δικάσαν εφετείο ανέπεμψε την υπόθεση στον Ο.Γ.Α. (όπως εκ παραδρομής αναγράφεται αντί του ορθού Ε.Φ.Κ.Α.), προκειμένου το αρμόδιο όργανο αυτού να εξετάσει την ./7.11.2011 αίτηση του αναιρεσιβλήτου να του χορηγήσει σύνταξη γήρατος (κύρια και βασική), αφού λάβει υπόψη του το εν λόγω όργανο του ασφαλιστικού φορέα ως χρόνο ασφάλισης του αναιρεσιβλήτου στον Ο.Γ.Α. τα χρονικά διαστήματα από την 1η.1.1988 έως τις 31.12.1988 και από την 1η.1.1992 έως τις 31.12.2011 και υπό το πρίσμα του άρθρου 60 του ν. 4449/2017.

 

11. Επειδή, η πιο πάνω κρίση του δικάσαντος διοικητικού εφετείου ότι ο Ο.Γ.Α. μη νομίμως αρνήθηκε να χορηγήσει στον αναιρεσίβλητο τη σύνταξη που ζήτησε διότι στην προκειμένη περίπτωση παραβιάστηκαν οι γενικές αρχές της τυπικής ασφάλισης και της χρηστής διοίκησης δεν είναι νόμιμη, όπως βασίμως προβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. Τούτο δε διότι, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 8, η εφαρμογή της αρχής της τυπικής ασφάλισης στην περίπτωση του αναιρεσιβλήτου, ο οποίος ασφαλίστηκε στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών για το χρονικό διάστημα από την 1η.1.1998 και εφεξής, κωλύεται από τις διατάξεις των άρθρων 11 παρ. 2 και 14 παρ. 7 του π.δ. 78/1998. Περαιτέρω, αβασίμως προβάλλει ο αναιρεσίβλητος με το κατατεθέν ενώπιον του Δικαστηρίου από 1.2.2021 υπόμνημά του ότι στην περίπτωσή του εφαρμόζεται η νεότερη διάταξη του άρθρου 60 του ν. 4449/2017, διότι, κατά τα εκτεθέντα στη σκέψη 9, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης, ως εκκρεμείς συνταξιοδοτικές υποθέσεις, στις οποίες έχει εφαρμογή η διάταξη αυτή, νοούνται μόνον εκείνες που εκκρεμούν ενώπιον των ασφαλιστικών οργάνων του Ο.Γ.Α. (βλ. Σ.τ.Ε. 866/2021, 2903-5, 2944/2020, πρβ. Σ.τ.Ε. 3101/2015, 1909/2019), προϋπόθεση, η οποία δεν συντρέχει στην περίπτωση του αναιρεσιβλήτου.

 

12. Επειδή, κατόπιν τούτων, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί. Περαιτέρω, δε, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, πρέπει να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.

 

13. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κρίνει ότι ο αναιρεσίβλητος πρέπει να απαλλαγεί από τη δικαστική δαπάνη του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (άρθρο 39 παρ. 1 εδάφιο δεύτερο του π.δ. 18/1989).

 

Δ ι ά τ α ύ τ α

 

Δέχεται την αίτηση.

 

Αναιρεί την 52/2018 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Πατρών, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση, σύμφωνα με το αιτιολογικό.

 

Απαλλάσσει τον αναιρεσίβλητο από τη δικαστική δαπάνη του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.), σύμφωνα με το αιτιολογικό.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 14 Ιουνίου 2021

 

Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος            Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος

 

'Α. Καλογεροπούλου                           Ειρ. Δασκαλάκη

 

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 4ης Απριλίου 2022.

 

Η Πρόεδρος του Α´ Τμήματος        Η Γραμματέας του Α´ Τμήματος

 

Σπ. Χρυσικοπούλου                           Ειρ. Δασκαλάκη