ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΣτΕ 486/2023
Αυτοδίκαιη
έγκριση Καταστατικού Δικηγορικής Εταιρείας. Παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης
ενέργειας για την τήρηση των όρων δημοσιότητας του Καταστατικού.
Αριθμός 486/2023
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Γ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριό του στις 12 Ιανουαρίου 2023, με την εξής σύνθεση: Δημήτριος Μακρής,
Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση
του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Δημήτριος Εμμανουηλίδης, Ιφιγένεια
Αργυράκη, Σύμβουλοι, Σπυριδούλα Καρύδα, Σοφία Παπακωνσταντίνου, Πάρεδροι.
Γραμματέας ο Νικόλαος Βασιλόπουλος.
Για να δικάσει την από 26
Μαρτίου 2019 αίτηση:
της δικηγορικής εταιρείας με
την επωνυμία «. ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που εδρεύει στην Αθήνα (.), η οποία
παρέστη με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου, που τον διόρισε στο
ακροατήριο ο νόμιμος εκπρόσωπός της . και με πληρεξούσιο,
κατά του Δικηγορικού
Συλλόγου Αθηνών (Δ.Σ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα (Ακαδημίας 60), ο οποίος
παρέστη με τον δικηγόρο Παναγιώτη Νικολόπουλο, που τον διόρισε με απόφαση του
Διοικητικού Συμβουλίου του.
Με την αίτηση αυτή η αιτούσα
εταιρεία επιδιώκει να ακυρωθούν: α. η τεκμαιρόμενη
από την άπρακτη πάροδο τριμήνου σιωπηρή απόρριψη της υπ’ αριθμ.
./13.12.2018 αιτήσεώς της προς τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών, β. η υπ’ αριθμ. ./8.3.2018 πράξη του Γενικού Διευθυντή του
Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της
Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την
ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Συμβούλου Δημήτριου Εμμανουηλίδη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε
τον πληρεξούσιο της αιτούσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους
προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον
πληρεξούσιο του καθού δικηγορικού συλλόγου, ο οποίος
ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση
το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α
σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο
ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση
της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (ηλεκτρονικό παράβολο
με κωδικό πληρωμής ./27.5.2019).
2. Επειδή, με την αίτηση
αυτή ζητείται η ακύρωση: α) της τεκμαιρόμενης
σιωπηρής απόρριψης του αιτήματος της αιτούσας δικηγορικής εταιρείας, με το
οποίο είχε ζητήσει από τον καθ' ου δικηγορικό σύλλογο αφενός μεν να καταχωρίσει
έγγραφη τροποποίηση του καταστατικού της στο βιβλίο εταιρειών του, αφετέρου δε
να δημοσιεύσει εταιρικές μεταβολές της στο Νομικό Βήμα, όπως αυτή είχε
συντελεστεί με την άπρακτη πάροδο τριμήνου από την υποβολή της σχετικής αίτησης
(./13.12.2018) κατ’ άρθρο 49 και 50 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208/27.9.2013) και β)
του ./8.3.2019 - και όχι όπως από προφανή παραδρομή αναγράφεται το έτος ως 2018
- εγγράφου του Γενικού Διευθυντή του Δ.Σ.Α., με το οποίο ο εκπρόσωπος της
αιτούσας δικηγορικής εταιρείας ενημερώθηκε για τη μέχρι τον χρόνο αυτό
διαδικασία που είχε ακολουθηθεί και, συγκεκριμένα, από το χρονικό σημείο
υποβολής της αρχικής αίτησης για την έγκριση τροποποίησης του καταστατικού της
έως την ανάθεση γνωμοδότησης σε Καθηγητή Πανεπιστημίου προκειμένου να
διερευνηθεί η νομιμότητα τροποποίησης του καταστατικού της.
3. Επειδή, η εκδίκαση της
κρινόμενης αίτησης ανήκει στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας,
ειδικότερα δε του Γ΄ Τμήματός του, δεδομένου ότι αφορά διαφορά προκύπτουσα από την εφαρμογή της νομοθεσίας περί δικηγόρων
(ΣτΕ 986/2005 7μ.).
4. Επειδή, ο ν. 4194/2013
“Κώδικας Δικηγόρων”, ο οποίος άρχισε να ισχύει από τη δημοσίευσή του στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οπότε καταργήθηκε ο κυρωθείς με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 3026/1954 Κώδικας περί Δικηγόρων (Α΄ 235) [άρθρο 166
παρ. 2 και 3], ορίζει στο άρθρο 49 παρ. 1 και 6 ότι: «1. Αστική Επαγγελματική
Δικηγορική εταιρεία (στο εξής η «Δικηγορική Εταιρεία» ή η «Εταιρεία»)
επιτρέπεται να συσταθεί μόνο μεταξύ εν ενεργεία δικηγόρων (στο εξής οι
«Εταίροι») με αποκλειστικό σκοπό την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών (οπουδήποτε,
εντός ή εκτός Ελλάδος) και τη διανομή αποκλειστικά μεταξύ των Εταίρων (κατά τη
μέθοδο, που θα συμφωνούν κατά την αδέσμευτη κρίση τους) των συνολικών κερδών,
που θα προκύπτουν από τη δραστηριότητα της εταιρείας. ... 6. Η Δικηγορική
Εταιρεία αποκτά νομική προσωπικότητα από την εγγραφή της στο Μητρώο Εταιρειών
του Δικηγορικού Συλλόγου της έδρας της ή από την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας
που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 50», στο άρθρο 50 παρ. 1 έως 6 ότι:
«1. Για τη σύσταση της Δικηγορικής Εταιρείας απαιτείται έγγραφο (Καταστατικό),
το οποίο υπογράφεται από όλους τους ιδρυτές Εταίρους. Το Καταστατικό
περιλαμβάνει τουλάχιστον: α) το σκοπό, την επωνυμία και την έδρα της Εταιρείας,
β) τα ονόματα και τις διευθύνσεις των Εταίρων, γ) τους όρους της εισόδου, της
αποχώρησης και της αποβολής των Εταίρων, δ) τον αριθμό των μεριδίων εκάστου
εταίρου και τη μέθοδο διανομής των καθαρών κερδών, ε) τα δικαιώματα και τις
υποχρεώσεις των εταίρων, στ) τον τρόπο διοίκησης της
Εταιρείας, ζ) τον τρόπο εκπροσώπησης της Εταιρείας δικαστικώς και εξωδίκως, η)
την απαιτούμενη απαρτία και πλειοψηφία για τη λήψη αποφάσεων από τους Εταίρους,
θ) τους λόγους λύσης της Εταιρείας και την εκκαθάριση της μετά τη λύση. 2. Το
Καταστατικό της Εταιρείας, καθώς και οι τροποποιήσεις αυτού υποβάλλονται για
έγκριση στο Δικηγορικό Σύλλογο της έδρας της Εταιρείας. Αν το Καταστατικό δεν
ορίζει διαφορετικά, για την τροποποίηση του απαιτείται απόφαση των Εταίρων που
εκπροσωπούν τα 3/4 των εταιρικών μεριδίων. 3. Η έγκριση του Καταστατικού και
κάθε τροποποίησή του γίνεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του
Δικηγορικού Συλλόγου της έδρας της Εταιρείας, το οποίο ελέγχει αν οι διατάξεις
του Καταστατικού συνάδουν με τις διατάξεις του νόμου. 4. Αν παρέλθει άπρακτο
διάστημα ενός (1) μηνός από την υποβολή του, προς έγκριση, Καταστατικού ή της
τροποποίησης του, θεωρείται ότι η έγκριση έχει παρασχεθεί. 5. Η απόφαση που δεν
εγκρίνει το Καταστατικό της Εταιρείας ή τις τροποποιήσεις του πρέπει να είναι
επαρκώς αιτιολογημένη. 6. Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού
Συλλόγου, με την οποία εγκρίνεται ή τροποποιείται το Καταστατικό ή λύεται η Εταιρεία εγγράφεται στα βιβλία εταιρειών του
οικείου Δικηγορικού Συλλόγου και δημοσιεύεται στο περιοδικό που εκδίδει ο
οικείος Δικηγορικός Σύλλογος και σε περίπτωση που δεν εκδίδει τέτοιο, στο
Νομικό Βήμα», στο άρθρο 51 παρ. 1 και 4 ότι: «1. Η είσοδος νέων Εταίρων
επιτρέπεται πάντοτε με απόφαση των Εταίρων με την απαρτία και πλειοψηφία που
προβλέπεται στο Καταστατικό. ... 4. Η είσοδος, η αποχώρηση, καθώς και η αποβολή
εταίρου συνιστούν τροποποιήσεις του Καταστατικού και συνεπάγονται υποχρεωτικά
την ανακατανομή των εταιρικών μεριδίων και των ποσοστών συμμετοχής στα κέρδη
και στις ζημίες των Εταίρων κατόπιν απόφασης της Γενικής Συνέλευσης που συγκαλείται για το σκοπό αυτόν», και στο άρθρο 53 παρ. 1
και 2 ότι: «1. Ανώτατο όργανο της εταιρείας είναι η Γενική Συνέλευση των
Εταίρων. 2. Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης λαμβάνονται με την απαρτία και
πλειοψηφία που προβλέπεται για κάθε θέμα στο Καταστατικό της Εταιρείας. Για την
ύπαρξη απαρτίας απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον δύο (2) Εταίρων. Για τη λήψη
της απόφασης απαιτείται πλειοψηφία τουλάχιστον πάνω από το μισό του συνόλου των
μεριδίων». Ο εν λόγω Κώδικας δεν προβλέπει μεταβατικές διατάξεις ως προς τις
ρυθμίσεις των άρθρων 49 έως 56 (Τμήμα Γ’) για τις δικηγορικές εταιρείες, ορίζει
δε στο άρθρο 166 παρ. 1 ότι: “Οι διατάξεις του Κώδικα είναι ειδικές έναντι κάθε
άλλης διάταξης”.
5. Επειδή, κατά την έννοια
των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 45 του π.δ.
18/1989 (Α΄ 8), παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας της Διοίκησης προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως συντελείται είτε όταν ειδική
διάταξη νόμου επιβάλλει στη Διοίκηση την υποχρέωση να ενεργήσει ή να ρυθμίσει
συγκεκριμένη σχέση με την έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης, εφόσον
συντρέχουν οι προβλεπόμενες από την ειδική αυτή διάταξη προϋποθέσεις (ΣτΕ
2950/2016, 986/2019), είτε, εφόσον δεν ορίζεται άλλη ειδική προθεσμία από το
νόμο, με την πάροδο τριμήνου από την υποβολή της σχετικής αίτησης του
ενδιαφερομένου συνοδευόμενης από τα απαραίτητα δικαιολογητικά (ΣτΕ 1723/2016
7μ., 2592/2017, 986/2019 κ.ά.). Κρίσιμο δε νομοθετικό καθεστώς για τη
νομιμότητα της παράλειψης, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, είναι αυτό
που ισχύει κατά τον χρόνο συντέλεσης της παράλειψης, δηλαδή κατά τον χρόνο
λήξης της προβλεπόμενης στο νόμο γενικής ή ειδικής προθεσμίας για την
πραγματοποίηση της οφειλόμενης ενέργειας (ΣτΕ 1211/2007
Ολομ., 1723/2016 7μ., 2592/2017, 986/2019).
6. Επειδή, από τις ανωτέρω
διατάξεις του ν. 4194/2013, υπό την ισχύ του οποίου υποβλήθηκε από την αιτούσα
δικηγορική εταιρεία το αίτημα για έγκριση τροποποίησης του καταστατικού της,
προκύπτει ότι σε περίπτωση που το Διοικητικό Συμβούλιο του οικείου Δικηγορικού
Συλλόγου δεν εκδώσει απόφαση επί σχετικού αιτήματος εντός ενός (1) μηνός από
την υποβολή του, θεωρείται ότι με την άπρακτη πάροδο του εν λόγω χρονικού
διαστήματος, η έγκριση αυτή έχει παρασχεθεί. Επομένως, αν δεν επακολουθήσει η
καταχώριση στο βιβλίο εταιρειών του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, η οποία έχει
συστατικό χαρακτήρα, καθώς και η σχετική δημοσίευση στο ειδικό περιοδικό,
συντελείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, με την πάροδο τριμήνου,
ελλείψει ειδικής προθεσμίας για την πραγματοποίηση της οφειλόμενης αυτής
ενέργειας.
7. Επειδή, η αιτούσα
δικηγορική εταιρεία συστήθηκε με το από 26.3.2007 καταστατικό, το οποίο είχε
εγκριθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α. στις 2.5.2007, ακολούθως δε
εγγράφηκε στο οικείο Μητρώο Δικηγορικών Εταιρειών του Δ.Σ.Α. (αρ. Μητρ. .). Κατόπιν
τροποποιήσεων του καταστατικού, οι οποίες είχαν γίνει στις 2.5.2008, 6.3.2009
και 15.3.2011 αντίστοιχα, είχαν εγκριθεί δε από το Διοικητικό Συμβούλιο του
Δ.Σ.Α., αποφασίστηκε εκ νέου η τροποποίησή του σύμφωνα με το από 24.5.2017
Πρακτικό Συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης των εταίρων, κατά την οποία
αποφασίστηκε η είσοδος σε αυτήν δύο (2) νέων εταίρων. Κατά τη συνεδρίαση αυτή,
παρέστη, ο ., εκπρόσωπος της απόλυτης πλειοψηφίας του όλου αριθμού των
εταιρικών μεριδίων της εταιρείας, με ποσοστό 99,8%, όχι όμως ο άλλος εταίρος .,
ο οποίος, είχε κληθεί να παραστεί στη συνεδρίαση αυτή με το από 17.5.2017
μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας του διαχειριστή και νόμιμου εκπροσώπου της
αιτούσας δικηγορικής εταιρείας. Ακολούθως, η τελευταία με την ./7.6.2017 αίτηση
της προς τον καθ' ου δικηγορικό σύλλογο, είχε υποβάλει, κατ' εφαρμογή του
άρθρου 50 παρ. 3 του ν. 4193/2013, προς έγκριση την τροποποίηση του
καταστατικού της, στο Διοικητικό Συμβούλιο, παρήλθε όμως άπρακτο το
προβλεπόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα του ενός (1) μηνός και, στη συνέχεια,
δεν επακολούθησε από τον Δ.Σ.Α. η τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας, δηλαδή η
εγγραφή της τροποποίησης του καταστατικού στο οικείο μητρώο εταιρειών του
Δ.Σ.Α. και η δημοσίευσή της στο Νομικό Βήμα (άρθρο 50 παρ. 4 και 6 του ν.
4194/2013). Εξάλλου, στις 25.7.2017 συνεδρίασε το Διοικητικό Συμβούλιο του
Δ.Σ.Α., το οποίο αποφάσισε να κρατηθεί η υπόθεση προκειμένου να ζητηθεί
γνωμοδότηση από Καθηγητή Πανεπιστημίου σχετικά με το ζήτημα της νομιμότητας της
συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης της αιτούσας δικηγορικής εταιρείας με τη
συμμετοχή ενός μόνον εταίρου, η οποία είχε πραγματοποιηθεί στις 24.5.2017.
Ακολούθως, η αιτούσα δικηγορική εταιρεία υπέβαλε στον Δ.Σ.Α. την ./13.12.2018
αίτηση της, με την οποία είχε ζητήσει να τηρηθούν οι ανωτέρω διατυπώσεις
δημοσιότητας, διότι η έγκριση τροποποίησης του καταστατικού είχε, κατά το νόμο,
συντελεστεί με την άπρακτη παρέλευση ενός (1) μηνός από την υποβολή της
./7.6.2017 αίτησης της. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α., το οποίο συνεδρίασε
στις 12.2.2019 και 18.2.2019 αντίστοιχα, ενέμεινε στην προηγούμενη απόφασή του
της 25.7.2017 να ζητηθεί γνωμοδότηση από Καθηγητή Πανεπιστημίου και
εξουσιοδοτήθηκε ο Πρόεδρος του Δ.Σ.Α. να αναθέσει σε Καθηγητή του Εμπορικού
Δικαίου το έργο αυτό. Εν συνεχεία, η αιτούσα δικηγορική εταιρεία, με την
./6.3.2019 αίτηση της είχε ζητήσει να ενημερωθεί θέτοντας διάφορα ερωτήματα. Σε
απάντηση της αίτησης αυτής, ο Γενικός Διευθυντής του Δ.Σ.Α. απέστειλε στον
νόμιμο εκπρόσωπο της αιτούσας εταιρείας το ./8.3.2019 έγγραφο, με το οποίο τον
ενημέρωνε ότι αφενός μεν το Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α., κατά τη συνεδρίαση
της 25.7.2017, αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση από Καθηγητή Πανεπιστημίου, απόφαση
η οποία, ωστόσο, δεν υλοποιήθηκε, αφετέρου δε μετά την υποβολή της ως άνω
./13.12.2018 αίτησης της δικηγορικής εταιρείας, το ίδιο όργανο, κατά τη
συνεδρίασή του στις 18.2.2019, αποφάσισε «λόγω της ιδιαιτερότητας του θέματος»
να εμμείνει στην προηγούμενη απόφασή του και «να
ζητηθεί γνωμοδότηση Καθηγητού Πανεπιστημίου της επιλογής του Προέδρου του
Δ.Σ.», ήδη δε η γνωμοδότηση αυτή ανατέθηκε στον Καθηγητή Πανεπιστημίου ..
8. Επειδή, η κρινόμενη
αίτηση είναι απορριπτέα καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά του αναφερθέντος ./8.3.2019
εγγράφου, το οποίο έχει πληροφοριακό χαρακτήρα στερούμενο εκτελεστότητας
και επομένως προσβάλλεται απαραδέκτως. Εξάλλου η
αρμοδιότητα για την έγκριση ή την τροποποίηση καταστατικού δικηγορικής
εταιρείας ανήκει κατά τον νόμο (άρθρο 50 παρ. 3 του ν. 4194/2013) στο
Διοικητικό Συμβούλιο και όχι στον Γενικό Διευθυντή του Δ.Σ.Α. (ΣτΕ 987,
988/2005 7μ., 1754/2017).
9. Επειδή, στην προκειμένη
περίπτωση, η αιτούσα δικηγορική εταιρεία με την ./7.6.2017 αίτηση της υπέβαλε
στο Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α. προς έγκριση την τροποποίηση του
καταστατικού της, όπως αυτή είχε αποφασιστεί σύμφωνα με το από 24.5.2017
Πρακτικό Συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης των εταίρων. Στις 7.7.2017 παρήλθε
άπρακτο το προβλεπόμενο από το νόμο, κατά τα ανωτέρω, χρονικό διάστημα του ενός
(1) μηνός, χωρίς το Διοικητικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Α. να εκδώσει σχετική απόφαση,
με περαιτέρω συνέπεια η έγκριση τροποποίησης του καταστατικού της αιτούσας
δικηγορικής εταιρείας να θεωρείται ότι έχει παρασχεθεί από αυτό. Επομένως, ο καθ'
ου δικηγορικός σύλλογος όφειλε, ακολούθως, να τηρήσει τις προβλεπόμενες από το
νόμο διατυπώσεις δημοσιότητας, δηλαδή την εγγραφή της τροποποίησης του
καταστατικού της δικηγορικής εταιρείας στο οικείο μητρώο εταιρειών του Δ.Σ.Α.
και τη δημοσίευσή της στο Νομικό Βήμα και με την άπρακτη παρέλευση τριμήνου, η
οποία συντελέστηκε στις 7.10.2017, παρέλειψε οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια, κατά
της οποίας όμως η αιτούσα δικηγορική εταιρεία δεν άσκησε αίτηση ακυρώσεως.
Ακολούθως, η αιτούσα υπέβαλε στον καθ' ου δικηγορικό σύλλογο την ./13.12.2018
αίτηση της, με την οποία ζήτησε να τηρηθούν οι ανωτέρω αναφερόμενες διατυπώσεις
δημοσιότητας. Όμως, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, η δια της απράκτου παρόδου
τριμήνου, στις 13.3.2019, εκδηλωθείσα άρνηση της
Διοικήσεως να ικανοποιήσει το από 13.12.2018 αίτημα της αιτούσας δεν συνιστά
νέα παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, ως επιβεβαιωτική της παραλείψεως
οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, η οποία είχε συντελεστεί στις 7.10.2017 και
επομένως η κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα κατά το μέρος αυτό. (πρβλ. ΣτΕ 4241/1997, 3693/2001, 340/2007). Αν, εξάλλου,
ήθελε θεωρηθεί ότι με την κρινόμενη αίτηση προσβάλλεται η συντελεσθείσα
στις 7.10.2017 από τον καθ' ου δικηγορικό σύλλογο παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης
ενέργειας για τη μη τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας, η κρινόμενη αίτηση, η
οποία κατατέθηκε στις 27.3.2019, δηλαδή μετά την πάροδο της εξηκονθήμερης
προθεσμίας που τάσσει ο νόμος για την άσκηση της αιτήσεως ακυρώσεως, ασκείται
εκπροθέσμως (πρβλ. ΣτΕ 4241/1997, 3693/2001.
10. Επειδή, με τα δεδομένα
αυτά, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Απορρίπτει την αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει στην αιτούσα
δικηγορική εταιρεία τη δικαστική δαπάνη του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών που
ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.