ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΠΠρΗλείας 5/2023
Θάνατος διαδίκου - Βιαία
διακοπή της δίκης - Μεταγραφή συμβολαίου μεταβίβασης της ψιλής κυριότητας και
παρακράτησης της επικαρπίας - Ένορκες βεβαιώσεις -.
Κλήση.
Μη ανάγκη τήρησης εκ νέου των προθεσμιών του άρθρου 237 ΚΠολΔ
και κατάθεσης νέων προτάσεων στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση. Έγκυρες οι
διαδικαστικές πράξεις που επιχειρήθηκαν προ της διακοπής, οι οποίες διατηρούν
την ισχύ τους. Κατάθεση προτάσεων μετά την παρέλευση ωραρίου της Γραμματείας.
Σύσταση επικαρπίας: πότε συνιστά γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου. Μεταγραφή του
συμβολαίου μεταβίβασης της ψιλής κυριότητας και παρακράτησης της επικαρπία:
αναγκαία η σημείωση στο βιβλίο μεταγραφών δύο φορές του ονόματος κάθε
συμβαλλομένου, του ενός ως δικαιοδότη της κυριότητος
και ως δικαιούχου της επικαρπίας και του άλλου ως δικαιοδότη
της επικαρπίας και ως δικαιούχου της κυριότητος. Μεταβιβαστό,
κληρονομητό επικαρπίας. Ποσοτικός περιορισμός ένορκων βεβαιώσεων. Κρίσιμος ο
χρόνος λήψεως αυτών κατά τη διαχρονικού δικαίου διάταξη του άρθρου 24 ΕισΝΚΠολΔ. Κατάρτιση δικαιοπραξίας με αντιπρόσωπο βάσει
πληρεξουσιότητας για την οποία δεν τηρήθηκε ο συστατικός τύπος.
(Η
απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών
Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΗΛΕΙΑΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός
Απόφασης 5/2023
[αριθμός
έκθεσης κατάθεσης δικογράφου κλήσης ΠΤ …./….9.2021 ]
[αριθμός
έκθεσης κατάθεσης δικογράφου αγωγής ΠΤ …./….10.2019]
ΤΟ
ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ
Αποτελούμενο
από τους Δικαστές, Αικατερίνη Τσουρούτη, Πρόεδρο
Πρωτοδικών, Βασιλική Ρέππα, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, Αικατερίνη-Μαρία Μπελδέκου, Πρωτοδίκη, και τη Γραμματέα Σοφία Καφήρα.
Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Φεβρουαρίου 2022, για να δικάσει την
υπόθεση μεταξύ :
Της
καλούσας-ενάγουσας : Α……. Λ…….. του Θ……., κατοίκου
Ε……. Αττικής, επί της οδού Α……. αρ….., και Φ………
Ηλείας, κατόχου του με αριθμό 0………. φορολογικού μητρώου, η οποία προκατέθεσε προτάσεις εντός προθεσμίας εκατό ημερών από την
κατάθεση της κλήσης κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ
.1 ΚΠολΔ, δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Δήμητρας
Κοκκινιώτη [Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, Α.Μ. 027145,
γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΑ με αριθμό Π……./……2021] και
παραστάθηκε στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου δια του πληρεξούσιου
Δικηγόρου της Αριστείδη Παναγιωτόπουλου [Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ
000173, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΗΛ με αριθμό
Η……./………2022], οι οποίοι είχαν την πληρεξουσιότητα να την εκπροσωπήσουν στην
παρούσα δίκη κατά τη διάταξη του άρθρου 96 παρ.1 ΚΠολΔ,
όπως προκύπτει από την από 11ης Ιανουαρίου 2020 έγγραφη εξουσιοδότηση με
θεωρημένο αρμοδίως το γνήσιο της υπογραφής της καλούσας-ενάγουσας.
Των
καθ’ ων η κλήση – εναγομένων : 1) Θ……… Λ……. του Ν…….,
κατοίκου Ε……. Αττικής, επί της οδού Ε……. Α……. αρ……,
κατόχου του με αριθμό 0……. φορολογικού μητρώου, και 2) Δ…….. Λ…… του Ν……..,
κατοίκου Ε…….. Αττικής, επί της οδού Π……. αρ……., οι
οποίοι προκατέθεσαν προτάσεις εντός προθεσμίας εκατό
ημερών από την κατάθεση της κλήσης κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.1 ΚΠολΔ, δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου τους Αλεξάνδρας Κβάσνιουκ [Δικηγορικός Σύλλογος Πατρών, ΑΜ 1688, γραμμάτιο
προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΠατρών
Α……/…….2023] και παραστάθηκαν στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου δια της
ίδιας ως άνω πληρεξούσιας Δικηγόρου τους, η οποία είχε την πληρεξουσιότητα να
τους εκπροσωπήσει στην παρούσα δίκη κατά τη διάταξη του άρθρου 96 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από τα από 16ης Δεκεμβρίου 2021 δικαστικά πληρεξούσια με
θεωρημένο αρμοδίως το γνήσιο της υπογραφής των καθ΄ων
η κλήση-εναγομένων.
Η
ενάγουσα άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 18ης Ιουλίου 2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης
δικογράφου ΠΤ…../…..10.2019 αγωγή, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη
δικάσιμο της 1ης Ιουλίου 2020 με αριθμό πινακίου π…….. […..]. Κατά την
τελευταία αυτή δικάσιμο η δίκη διεκόπη βιαίως,
συνεπεία του θανάτου στις 15 Απριλίου 2020 στην Ε…… Αττικής της αρχικώς
δεύτερης εναγομένης, Γ…… Λ……., το γένος Ν…… Σ……,
γεγονός το οποίο γνωστοποίησε η πληρεξούσια, κατά τη στιγμή που επήλθε ο λόγος
της διακοπής, Δικηγόρος των εναγομένων, με προφορική
δήλωση στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα υπ’ αριθμ.
…../…...7.2020 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου. Ήδη με
την από 25ης Μαΐου 2021 κλήση, που
κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης
δικογράφου ΠΤ……/…...9.2021 και με την υπ’ αριθμ.
.…./2022 Πράξη του Διευθύνοντος το Πρωτοδικείο Ηλείας Προέδρου Πρωτοδικών,
προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας
και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό …… [……], η ενάγουσα νόμιμα επαναφέρει προς
συζήτηση την αγωγή. Στην κλήση δε αυτή η
ενάγουσα, με την ιδιότητα της αντιδίκου της διαδίκου υπέρ της οποίας επήλθε η
διακοπή, περιλαμβάνει ρητή δήλωση περί αναγκαστικής επανάληψης της βιαίως
διακοπείσας δίκης και πρόσκληση των αντιδίκων της να συμμετέχουν σε αυτή.
Κατά
τη συζήτηση της υπόθεσης, ότε εκφωνήθηκε κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο
πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως αναφέρεται ανωτέρω, και ανέπτυξαν τους
ισχυρισμούς τους με τις προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Νομίμως
επαναφέρεται προς συζήτηση, με την από 25ης Μαΐου 2021 και με αριθμό έκθεσης
κατάθεσης δικογράφου ΠΤ…../…..9.2021 κλήση της ενάγουσας, η οποία
προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας
[16η Φεβρουαρίου 2022], κατά την οποία εκφωνήθηκε με αύξοντα αριθμό
πινακίου …… […..], η από 18ης Ιουλίου 2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης
δικογράφου ΠΤ……./…...10.2019 αγωγή, η συζήτηση της οποίας στη δικάσιμο της 1ης
Ιουλίου 2020 διακόπηκε βιαίως συνεπεία του θανάτου της αρχικώς δεύτερης εναγομένης.
[I]
Προκειμένου να επέλθει διακοπή της δίκης, επί συνδρομής ενός εκ των λόγων του
άρθρου 286 ΚΠολΔ, απαιτείται να λάβει χώρα νόμιμη
γνωστοποίηση του «διακοπτικού» λόγου από πρόσωπο, το
οποίο δικαιούται να επαναλάβει τη δίκη, όπως ορίζεται στο άρθρο 287 § 1 ΚΠολΔ. Η γνωστοποίηση του λόγου της διακοπής γίνεται
παραδεκτά, σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο του άρθρου 287 ΚΠολΔ, είτε με
επίδοση δικογράφου είτε με τις προτάσεις είτε με προφορική δήλωση στο
ακροατήριο ή εκτός του ακροατηρίου κατά την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης. Η
γνωστοποίηση γίνεται από πρόσωπο, το οποίο έχει δικαίωμα να επαναλάβει τη δίκη
κατά τη διάταξη του άρθρου 290 ΚΠολΔ. Εάν ο λόγος της
διακοπής αφορά θάνατο διαδίκου, σε γνωστοποίηση του διακοπτικού
γεγονότος νομιμοποιείται να προβεί μόνο ο καθολικός διάδοχος ή ο αναγκαίος
ομόδικος του αποβιώσαντος. Ο κληρονόμος του αρχικού διαδίκου υπεισέρχεται
αυτοδικαίως στην έννομη σχέση της δίκης, χωρίς να είναι αναγκαία για το έγκυρο
της επαναλήψεως η μεταγραφή της δηλώσεως αποδοχής της κληρονομίας. Αν η
γνωστοποίηση του λόγου της διακοπής δεν έγινε σύμφωνα με τον τύπο και από
νομιμοποιούμενο προς τούτο πρόσωπο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 287 ΚΠολΔ, δεν επέρχεται διακοπή της δίκης [ΑΠ ΟΛΟΜ 22/2000,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 118/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών
ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 882/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 241/2017, Τράπεζα
Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 816/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ
1314/2010, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΛαρ
68/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΛαρ
96/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», Απαλαγάκη
Χ./Σταματόπουλος Σ., Ο Νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο
μετά τους Ν.4842 και 4855/2021, εκδ. 2022, (-
Πλεύρη), υπό άρθρο 287, σελ. 1069-1073].
(ΙΙ)
Για τη συνέχιση της δίκης με δήλωση του κληρονόμου δεν είναι αναγκαίο να
προηγηθεί δήλωση φόρου κληρονομίας (ΑΠ 1338/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών
ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 12/1996 ΕλλΔνη 37,1321, ΕφΠειρ
940/1996, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ) ή να παρέλθει η προθεσμία
αποποίησης της κληρονομίας, αφού η δήλωση επαναλήψεως της δίκης ενέχει σιωπηρή
αποδοχή της κληρονομίας του θανόντος διαδίκου (ΕφΑθ 9722/1991, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Με την
επανάληψη της διακοπείσας δίκης δεν άρχεται νέα αλλά
συνεχίζει αυτή στο σημείο που διακόπηκε. Η επανάληψη της διακοπείσας δίκης
μπορεί να γίνει είτε εκουσίως είτε αναγκαστικώς. Η εκούσια επανάληψη
προβλέπεται στο άρθρο 290 ΚΠολΔ και γίνεται με ρητή ή
σιωπηρή δήλωση του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η διακοπή. Σιωπηρή δήλωση
επαναλήψεως συνιστά η παράσταση στο ακροατήριο και η κατάθεση προτάσεων [ΕφΘεσ 2072/1992 ΕλλΔνη 1994,
626].
Κατά
τη διάταξη της παρ.1 εδ. α του άρθρου 291 ΚΠολΔ : « Ο αντίδικος του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η
διακοπή της δίκης και ο ομόδικός του μπορούν να προκαλέσουν την επανάληψη της
δίκης που έχει διακοπεί προσκαλώντας τον για τον σκοπό αυτό με κοινοποίηση
δικογράφου» ενώ κατά την παρ.2 εδ.α του ίδιου άρθρου
: «Η δίκη επαναλαμβάνεται αυτοδικαίως τριάντα ημέρες μετά την κοινοποίηση της
πρόσκλησης». Με τη ρύθμιση του άρθρου 291 ΚΠολΔ
δίνεται η δυνατότητα στον αντίδικο του διαδίκου υπέρ του οποίου επήλθε η
διακοπή της δίκης να προκαλέσει την επανάληψη της δίκης. Στην περίπτωση αυτή η
επανάληψη γίνεται με πρόσκληση σε εκείνον, που διαδέχθηκε τον διάδικο στην
αρχική έννομη σχέση, και στους αναγκαίους ομοδίκους
του ή με κοινοποίηση δικογράφου που κατατίθεται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου
της δίκης που διακόπηκε. Η πρόσκληση μπορεί να ενσωματωθεί και στο δικόγραφο
της κλήσης για συζήτηση της αγωγής ή του
ενδίκου μέσου, η οποία δεν μπορεί να επιτευχθεί πριν την παρέλευση της
προθεσμίας για αποποίηση της κληρονομίας [ΑΠ 1514/2022, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 963/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΠειρ 101/2021, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΛαρ 208/2010, Τράπεζα
Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΛαρ 433/2008,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», Απαλαγάκη
Χ./Σταματόπουλος Σ. ό.π., (- Πλεύρη Α.), υπό άρθρο
291, σελ. 1076-1077].
Στην
προκειμένη περίπτωση, μετά την επίδοση της κρινόμενης αγωγής στους εναγομένους και πριν την προφορική συζήτησή της, απεβίωσε
στις 15 Απριλίου 2020 η αρχικώς δεύτερη εναγομένη,
Γ…… Λ………., το γένος Ν…… Σ….., κάτοικος εν ζωή Κ…… Ηλείας. Η πληρεξούσια, κατά
τη στιγμή που επήλθε ο λόγος της διακοπής, Δικηγόρος των εναγομένων,
με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη δικάσιμο
της 01ης Ιουλίου 2020, που καταχωρήθηκε στα υπ’αριθμ……/01.7.2020
πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, γνωστοποίησε το διακοπτικό
γεγονός του θανάτου και επήλθε βιαία διακοπή της
δίκης. Ήδη με την από 25ης Μαΐου 2021 κλήση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του
παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΠΤ……/…..9.2021, η
ενάγουσα νομίμως επαναφέρει προς συζήτηση στην αναφερόμενη στην αρχή της
παρούσας δικάσιμο [16η Φεβρουαρίου 2022] την από 18ης Ιουλίου 2019 και με
αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΠΤ…../2019 αγωγή, ενώ με την ίδια κλήση αναγκαστικώς επαναλαμβάνεται η διακοπείσα
δίκη από την αντίδικο (ενάγουσα) των διαδίκων υπέρ των οποίων επήλθε η διακοπή
και καλούνται ο πρώτος εναγόμενος και η καθ’ ης η κλήση και ήδη δεύτερη εναγομένη, Δ….. Λ….. του Ν……., ως εξ αδιαθέτου καθολικοί
διάδοχοι της ανωτέρω αποβιώσασας, να συμμετέχουν στην επανάληψη της βιαίως
διακοπείσας δίκης, παριστάμενοι στη συζήτηση της υπόθεσης κατά την παρούσα
δικάσιμο, το οποίο και έπραξαν. Σημειωτέον ότι η
κλήση προς αναγκαστική επανάληψη της συζήτησης επιδόθηκε στους κληρονόμους της
θανούσας αρχικής διαδίκου μετά την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης κατά τη
διάταξη του άρθρου 292 ΚΠολΔ [βλ. σχετ.
ΑΠ 2/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 584/2019, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ], όπως προκύπτει από τις υπ’αριθμ.
1…..Γ/04.10.2021 και 1…..Γ/04.10.2021 εκθέσεις επίδοσης της Δικαστικής
Επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο
Αθηνών, Μελπομένης Π….., που προσκομίζει με επίκληση η καλούσα-ενάγουσα [άρθρα
122, 123,124,125, 126 παρ.1α, 127 ΚΠολΔ]. Προς
απόδειξη της νομιμοποίησης των καθ’ ων η κλήση στην παρούσα δίκη, ως εξ
αδιαθέτου κληρονόμων της αρχικώς δεύτερης εναγομένης,
η καλούσα - ενάγουσα επικαλείται και προσκομίζει το υπ’ αριθμ.
πρωτ. …../13.7.2020 πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών
του Γραφείου Δημοτικής Κατάστασης του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, χωρίς να
προσκομίζει κάποιο άλλο έγγραφο, όπως πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης
διαθήκης της αποβιωσάσης αρχικώς δεύτερης εναγομένης
και περί μη αποποίησης της κληρονομίας αυτής από τους καθ’ ων η κλήση. Πλην,
όμως, λαμβανομένης υπόψη της μη αμφισβήτησης από τους τελευταίους της ιδιότητάς τους ως καθολικών διαδόχων της αρχικής διαδίκου,
του λόγου της επαγωγής και του κληρονομικού τους μεριδίου, δεν δημιουργούνται
αμφιβολίες στο παρόν Δικαστήριο σε σχέση με τη νομιμοποίησή τους και συνεπώς,
χάριν οικονομίας της δίκης, παρέλκει η κατά το άρθρο
254 ΚΠολΔ επανάληψη της συζήτησης, προκειμένου να
προσκομιστούν τα ανωτέρω δημόσια έγγραφα.
(ΙΙΙ)
Η νομιμοποίηση διακρίνεται σε ενεργητική και παθητική, ανάλογα με το αν το
υποκείμενο, το οποίο ασκεί ή σε βάρος του οποίου ασκείται συγκεκριμένο ένδικο
βοήθημα, εμφανίζεται κατά το ουσιαστικό δίκαιο ως δικαιούχος ή ως υπόχρεος στο
πλαίσιο της ουσιαστικής έννομης σχέσης, που κατάγεται προς κρίση ενώπιον του
δικαστηρίου [Απαλαγάκη Χ. – Σταματόπουλος Σ. ό.π. (- Γεωργιάδης), υπό άρθρο 68, παρ.4, σελ.245]. Για τη
θεμελίωση της νομιμοποίησης, ως διαδικαστικής προϋπόθεσης, που πρέπει να πληρούται, για να είναι παραδεκτή ορισμένη διαδικαστική
πράξη, όπως η αγωγή, απαιτείται αλλά και αρκεί ο απλός ισχυρισμός του ενάγοντος ότι ο ίδιος είναι φορέας ενός
δικαιώματος του ουσιαστικού δικαίου και ότι ο αντίδικός του είναι υπόχρεος ή,
ακριβέστερα, ότι ο ίδιος και ο εναγόμενος είναι υποκείμενα της επίδικης έννομης
σχέσης. Συνεπώς, η αγωγή είναι νομιμοποιούμενη και παραδεκτή ακόμη και όταν ο
συγκεκριμένος ισχυρισμός είναι ουσιαστικά αβάσιμος [βλ. Απαλαγάκη
Χ. – Σταματόπουλος Σ. ό.π. (- Γεωργιάδης), υπό άρθρο
68 παρ.3, σελ. 244, ΑΠ 199/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ]. Στην
προκειμένη περίπτωση η καλούσα-ενάγουσα ισχυρίζεται ότι η δεύτερη των καθ’ ων η
κλήση νομιμοποιείται στην παρούσα επαναλαμβανόμενη συζήτηση ως καθολικός
διάδοχος της αρχικώς δεύτερης εναγομένης. Ο
ισχυρισμός αυτός της καλούσας – ενάγουσας, ότι η
δεύτερη των καθ΄ων η κλήση είναι φορέας της επίδικης
έννομης σχέσης της δίκης ως καθολική διάδοχος της αρχικής διαδίκου – μητέρας
της, αρκεί για την παθητική νομιμοποίησή της στην παρούσα δίκη, χωρίς να
ερευνάται για την παραδοχή αυτή το κληρονομητό ή μη της επικαρπίας, που φέρεται
η αρχικώς δεύτερη εναγομένη, κατά τα εκτιθέμενα στην
αγωγή, να έχει επί των επίδικων ακινήτων [αγροτεμαχίων], το οποίο καθίσταται
κρίσιμο για τη βασιμότητα της αγωγής όσον αφορά τη δεύτερη καθ’ ης η κλήση.
[ΙV]
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 290, 291 ΚΠολΔ, η
διακοπείσα δίκη πρέπει να επαναληφθεί. Με την επανάληψη δεν άρχεται
νέα δίκη αλλά συνεχίζει η διαδικασία από το σημείο που διακόπηκε [Απαλαγάκη Χ. – Σταματόπουλος Σ. ό.π. (-Πλεύρη Α.), υπό άρθρο 290, σελ. 1075]. Κατά
τη διάταξη της παρ.3 του άρθρου 146 ΚΠολΔ, η διακοπή
της δίκης, που επέρχεται κατά τη διάρκεια κάποιας προθεσμίας, διακόπτει και την
προθεσμία, η δε νέα προθεσμία αρχίζει με την επανάληψη της δίκης. Αυτοδίκαιη
συνέπεια της βίαιης διακοπής της δίκης είναι η διακοπή των δικονομικών προθεσμιών,
ενώ με την επανάληψή της αφετηριάζεται νέα δικονομική
προθεσμία σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 146 παρ.3 του ΚΠολΔ
[Απαλαγάκη Χ. – Σταματόπουλος Σ. ό.π. (-Πανταζόπουλος Αθ.), υπό άρθρο 146, παρ.3, σελ. 624-625, (Πλεύρη Α.), υπό
άρθρο 289, 1074]. Αν επιχειρηθούν διαδικαστικές πράξεις μετά τη διακοπή της
δίκης και πριν την επανάληψή της, αυτές πάσχουν ακυρότητα ενώ είναι έγκυρες οι
διαδικαστικές πράξεις, οι οποίες επιχειρήθηκαν προ της επελεύσεως της διακοπής
της δίκης [ΕφΔωδ 28/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών
ΝΟΜΟΣ].
Στην
προκειμένη περίπτωση, η καλούσα -ενάγουσα νομότυπα προκατέθεσε
προτάσεις στις 07 Δεκεμβρίου 2021, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των εκατό
ημερών από την κατάθεση της κλήσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 237 αντικαταστάθηκε με το άρθρο
δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (ΦΕΚ Α 87), προτού αντικατασταθεί εκ νέου
με τα άρθρα 12 και 120 του Ν.4842/2021 (ΦΕΚ Α 190). Επίσης, νομότυπα και
εμπρόθεσμα, κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.2 ΚΠολΔ,
η καλούσα – ενάγουσα στις 03 Ιανουαρίου 2022 κατέθεσε προσθήκη – αντίκρουση
στις προτάσεις της. Επιπλέον στις ίδιες ως άνω προθεσμίες [17.12.2021 και
03.01.2022] οι καθ’ ων η κλήση προκατέθεσαν προτάσεις
και προσθήκη-αντίκρουση, αντίστοιχα. Με τη γνωστοποίηση του θανάτου της αρχικώς
δεύτερης εναγομένης κατά τη δικάσιμο της 01ης Ιουλίου
2020 επήλθε βιαία διακοπή της δίκης, προκειμένου να
προσέλθουν νέοι διάδικοι σε αντικατάστασή της. Για την αρχικώς ορισθείσα
δικάσιμο της 01ης Ιουλίου 2020 η ενάγουσα προκατέθεσε
προτάσεις στις 15 Ιανουαρίου 2020, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των εκατό
ημερών από την κατάθεση της αγωγής, κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 237 αντικαταστάθηκε με το άρθρο
δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015. Επίσης νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τη
διάταξη του άρθρου 237 παρ.2 ΚΠολΔ, στις 29
Ιανουαρίου 2020, προκατέθεσε
προσθήκη – αντίκρουση στις προτάσεις της. Επιπλέον για την αρχικώς ορισθείσα
δικάσιμο της 01ης Ιουλίου 2020 ο πρώτος εναγόμενος (και η αρχικώς δεύτερη εναγομένη) προκατέθεσε προτάσεις
στις 15 Ιανουαρίου 2020, ήτοι εντός της νόμιμης προθεσμίας των εκατό ημερών από
την κατάθεση της αγωγής, κατά τη διάταξη του άρθρου 237 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο
δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015. επίσης, νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τη
διάταξη του άρθρου 237 παρ.2 ΚΠολΔ, στις 29 Ιανουαρίου 2020 προκατέθεσε
προσθήκη-αντίκρουση στις προτάσεις του. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί
ότι οι προτάσεις και η προσθήκη-αντίκρουση, που προκατατέθηκαν
εντός των οριζομένων από το άρθρο 237 ΚΠολΔ δικονομικών προθεσμιών από την κατάθεση της αγωγής,
ως έγκυρες διαδικαστικές πράξεις, που έλαβαν χώρα προ της γνωστοποίησης του διακοπτικού γεγονότος του θανάτου της αρχικής δεύτερης εναγομένης, είναι έγκυρες και διατηρούν την ισχύ τους, με
αποτέλεσμα οι προτάσεις και η προσθήκη -αντίκρουση, που εκ νέου προκατέθεσαν η καλούσα -ενάγουσα και ο καθ’ ου η κλήση -
πρώτος εναγόμενος, ενόψει της παρούσας δικασίμου, εντός της νόμιμης προθεσμίας
από την κατάθεση της κλήσεως, να θεωρούνται συμπληρωματικές αυτών [πρβλ. σχετ. άρθρο 237 παρ.3 εδ.β ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε
από το άρθρο 12 του Ν.4842/2021]. Επειδή δε η παρούσα επαναλαμβανόμενη
συζήτηση, σύμφωνα με τα όσα αναλυτικά αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχείο (ΙV)
νομική σκέψη της παρούσας, αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης στο σημείο από το
οποίο διακόπηκε ως μια ενιαία συζήτηση [βλ. Νίκα Ν. Εγχειρίδιο Πολιτικής
Δικονομίας, 2016, κεφ. ΙΕ, 73 VII, παρ.24, σελ. 457], δεν τυγχάνει εφαρμογής η
διάταξη του άρθρου 240 ΚΠολΔ, με αποτέλεσμα η
καλούσα-ενάγουσα με τις προτάσεις της παρούσας επαναλαμβανόμενης συζήτησης εκ
περισσού να επαναφέρει τους ισχυρισμούς της με επανυποβολή
τους με σύντομη περίληψη και αναφορά στις σελίδες των προτάσεων της
προηγούμενης συζήτησης.
[V]
Κατά τη διάταξη του άρθρου 144 παρ.1 ΚΠολΔ, η
προθεσμία λήγει στις 7.00 το βράδυ της τελευταίας ημέρας και αν αυτή είναι κατά
νόμο εξαιρετέα, την ίδια ώρα της επομένης μη εξαιρετέας ημέρας. Για τις
πράξεις, οι οποίες γίνονται ενώπιον αρχής και απαιτείται σύμπραξή της, τα όρια
της ημέρας προσδιορίζονται από τις ώρες εργασίας που καθορίζονται από τον
κανονισμό κάθε υπηρεσίας. Εντούτοις, αν
πέρα από το ωράριο παρευρίσκεται υπάλληλος εντεταλμένος για την παραλαβή του εγγράφου
ή του δικογράφου και το παραλάβει, η διαδικαστική πράξη είναι έγκυρη [ Απαλαγάκη Χ. – Σταματόπουλος Σ. ό.π.
[-Πανταζόπουλος Αθ], υπό
άρθρο 144, παρ.4, σελ. 618, όπου παραπομπή σε Βαθρακοκοίλη,
ΕρμΚΠολΔ, υπό άρθρο 144, σελ.880, αρ.7].
Στην
προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα με την από 28ης Ιανουαρίου 2020 προσθήκη –
αντίκρουση στις προτάσεις της
ισχυρίζεται, ότι δεν θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ως εκπρόθεσμες, οι από
15ης Ιανουαρίου 2020 προτάσεις των εναγομένων, διότι κατατέθηκαν στη Γραμματεία του παρόντος
Δικαστηρίου περί ώρα 15:13, ήτοι μετά την πάροδο της προθεσμίας του άρθρου 237
παρ.1 ΚΠολΔ, καθώς από ώρα 15:00 είχε επέλθει λήξη
του ωραρίου της ανωτέρω Υπηρεσίας. Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει αβάσιμος, καθώς
η κατάθεση των προτάσεων μετά τη λήξη στις 15:00 του ωραρίου της Γραμματείας του
Τμήματος Πολυμελούς του παρόντος Πρωτοδικείου, δεν καθιστά αυτές εκπρόθεσμες,
διότι, όπως προκύπτει από την έκθεση κατάθεσης δικογράφου, οι προτάσεις
παρελήφθησαν από την εντεταλμένη προς τούτο υπάλληλο, η οποία παρέμεινε στο
γραφείο της υπηρεσίας της και μετά το πέρας του ωραρίου εργασίας.
[VI]
Από τη διάταξη του άρθρου 1108 ΑΚ, που ορίζει ότι "αν η κυριότητα
προσβάλλεται με άλλο τρόπο, εκτός από αφαίρεση ή κατακράτηση του πράγματος, ο
κύριος δικαιούται να απαιτήσει από εκείνον που προσέβαλε
την κυριότητά του, να άρει την προσβολή και να την παραλείπει στο μέλλον"
και εφαρμόζεται, κατά το άρθρο 1173 ΑΚ, αναλόγως και επί προσβολής του
δικαιώματος της επικαρπίας (ΕφΠατρ 93/2007 ΑχΝομ 2008, 168, ΕφΠατρ 368/2003 ΑχΝομ 2004, 121, όπου και περαιτέρω παραπομπές στους
συγγραφείς, Γεωργιάδης Απ., στον ΑΚ Γεωργιάδη –
Σταθόπουλου, άρθρ. 1108, αρ. 9 · ο ίδιος, Εμπράγματο
Δίκαιο, τ. Ι, 191, § 62, αρ. 10), προκύπτει ότι η
αρνητική αγωγή δίνεται στην περίπτωση μερικής και όχι ολικής προσβολής της
κυριότητας, δηλαδή όταν ο κύριος διαταράσσεται στη νομή που ασκεί επί του
πράγματος και όχι όταν προσβάλλεται με άλλον τρόπο, όπως με την αφαίρεση ή
κατακράτηση του πράγματος, οπότε προστατεύεται με τη διεκδικητική αγωγή. Κάθε
πράξη, που αποτελεί διατάραξη της νομής, είναι συγχρόνως και διατάραξη της
κυριότητας, δηλαδή αποτελεί επέμβαση στην κυριότητα, η οποία δικαιολογεί την
έγερση της αρνητικής αγωγής, με αίτημα την άρση της προσβολής (εκτελούμενη κατά
τον τρόπο που ορίζουν οι διατάξεις των άρθρων 945-946 ΚΠολΔ)
ή την παράλειψη της προσβολής (διατάραξης) στο μέλλον (εκτελούμενη κατά τον
τρόπο που προβλέπει η διάταξη του άρθρου 947 ΚΠολΔ) ή
και τα δύο μαζί. Διατάραξη της κυριότητας αποτελεί κάθε έμπρακτη εναντίωση στο
θετικό ή αποθετικό περιεχόμενο της κυριότητας, δηλαδή όταν ο εναγόμενος ενεργεί
στο πράγμα πράξεις, τις οποίες μόνο ο κύριος δικαιούται να ενεργήσει ή όταν
εμποδίζει τον κύριο να ενεργήσει στο δικό του πράγμα, η δε διατάραξη αυτή έχει
ως συνέπεια τη μη ελεύθερη και ανενόχλητη χρησιμοποίηση, εκμετάλλευση και
απόλαυση ορισμένων μόνο εξουσιών εκ της κυριότητας επί του πράγματος (ΟλΑΠ 4/2016, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ
228/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOΣ, ΑΠ 901/2015, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών NOMOΣ, ΑΠ 1351/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOΣ, ΑΠ
1105/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOΣ, ΑΠ 1003/2014, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών NOMOΣ, ΑΠ 49/1998 ΕλλΔνη 39, 1271, ΕφΑιγ 11/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑιγ 125/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΛαρ 44/2018, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΘεσ 913/2010 Αρμ 2011, 1316,
όπου και εκτενείς περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία, ΕφΔωδ
171/2007, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΚεφ4/2022, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Η τοιαύτη, όμως, διατάραξη της κυριότητας πρέπει να είναι
παράνομη, δηλαδή να μη δικαιολογείται από το δικαίωμα του προσβολέως.
Τούτο συνάγεται εμμέσως πλην σαφώς από την παρ.2 του άρθρου 1108 ΑΚ, κατά την
οποία δεν παρέχεται αρνητική αγωγή, εάν εκείνος που έκανε την προσβολή ενήργησε
δυνάμει δικαιώματος. Τέτοιο δικαίωμα είναι συνήθως το περιορισμένο εμπράγματο
δικαίωμα δουλείας (ΕφΠατρ 841/2009, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»). Με την αρνητική αγωγή, εξάλλου, μπορεί να
σωρευθεί και αναγνωριστική αγωγή του δικαιώματος της κυριότητας (ΑΠ 228/2017, ό.π. ΑΠ 621/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOΣ, ΕφΑιγ 101/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΠατρ 1/2019, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 137/2014, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΔωδ (μεταβ. Κω)
60/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOΣ, ΕφΑθ
4395/2010 ΕλλΔνη 2011, 174, ΕφΑθ
90/2009 ΕλλΔνη 2009, 790, ΕφΑθ
24/2009 ΕλλΔνη 2009, 1427, όπου και περαιτέρω
παραπομπές στους συγγραφείς, ΕφΑθ 5316/2007 ΕλλΔνη 2009, 187, ΕφΔωδ 306/2004,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Επίσης, με την αρνητική αγωγή μπορεί να
σωρευθεί και αρνητική αναγνωριστική αγωγή για την αναγνώριση ότι δεν έχει
δικαίωμα ο εναγόμενος (Παπαδόπουλος Κ., Αγωγές Εμπραγμάτου Δικαίου, εκδ.1989,
παρ.155, αριθμ.4, σελ.371).
Στην
περίπτωση που ο ενάγων ισχυρίζεται, ότι ο ίδιος έχει δικαίωμα κυριότητας του
επίδικου ακινήτου ή ότι ο εναγόμενος δεν έχει τέτοιο δικαίωμα στο επίδικο
ακίνητο, τότε αυτός (ενάγων), εφόσον επικαλείται υπέρ αυτού έννομο συμφέρον,
δικαιούται να ζητήσει την αναγνώριση της κυριότητάς
του, όχι όμως και να ζητήσει την παύση από τον εναγόμενο τέτοιου ισχυρισμού
περί κυριότητας στο μέλλον (ΕφΛαρ 442/2008, Τράπεζα
Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 915/2007, Τράπεζα
Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
Εναγόμενος
στην αρνητική αγωγή είναι όποιος με πράξη ή παράλειψη επηρεάζει την άσκηση από
τον ενάγοντα της κυριότητάς του. Είναι αδιάφορο αν
είναι κύριος, νομέας ή κάτοχος του ακινήτου, από το οποίο προήλθε η διατάραξη,
και αν αντιποιείται οποιοδήποτε εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα. Επίσης,
εναγόμενος μπορεί να είναι και εκείνος, που, χωρίς να αντιποιείται δικαίωμα,
από τη βούλησή του εξαρτάται, έστω και έμμεσα, η διατήρηση της βλαπτικής
κατάστασης. Αν η διατάραξη έγινε μετά από εντολή άλλου, μπορούν να εναχθούν
εκείνος που έχει διαταράξει και εκείνος που έδωσε την εντολή για διατάραξη,
διότι έχουν υποχρέωση και οι δύο να παύσουν τη διατάραξη (ΕφΠατρ
1/2019, ό.π.).
[VII]
Kατά το άρθρο 1033 ΑΚ για τη μεταβίβαση της
κυριότητας ακινήτου, απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και εκείνου που την
αποκτά, ότι μετατίθεται σε αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία. Η
συμφωνία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβάλλεται σε μεταγραφή. Έτσι
για να χωρήσει μεταβίβαση κυριότητας επί ακινήτου,
απαιτείται πριν από κάθε άλλο να υπάρχει κυριότητα στον μεταβιβάζοντα. Εξαίρεση
από τον κανόνα αποτελεί η διάταξη του άρθρου 239 παρ.1 ΑΚ, κατά την οποία η
κυριότητα μπορεί να μεταβιβαστεί από κάποιον τρίτο (μη κύριο), εφόσον η διάθεση
αυτή έγινε με τη συναίνεση του δικαιούχου [ΑΠ 814/2015, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»]. Η έλλειψη κυριότητας στο ακίνητο δεν έχει ως
συνέπεια την ακυρότητα της σύμβασης μεταβίβασής του. Έναντι όμως του αληθινού
κυρίου δεν είναι ισχυρή η μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου, εφόσον
μεταβιβάστηκε από μη κύριο. Με την αναγνωριστική της κυριότητας αγωγή μπορεί να
σωρευθεί η αγωγή «ακυρότητας του συμβολαίου» (βλ. Παπαδόπουλο, ό.π. , § 117, 4 δ, σελ. 308), με την οποία δεν μπορεί,
σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν, να ζητηθεί η αναγνώριση της ακυρότητας της
σύμβασης πώλησης του ακινήτου λόγω έλλειψης κυριότητας του πωλητή, αλλά ότι ο
αγοραστής δεν κατέστη κύριος αυτού. Πρόκειται δηλαδή για αναγνωριστική αγωγή
[άρθρο 70 ΚΠολΔ] με την αρνητική της μορφή, ήτοι της
αναγνώρισης της ανυπαρξίας δικαιώματος κυριότητας των εναγομένων
στο επίδικο (ΕφΛαρ 48/2021, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»).
[VIII]
Επικαρπία είναι το εμπράγματο δικαίωμα της προσωπικής δουλείας, που συνίσταται
στην πλήρη χρήση και κάρπωση αλλότριου πράγματος, διατηρούμενης της ουσίας
αυτού ακέραιης, και εντάσσεται στο σύστημα εμπραγμάτων δικαιωμάτων και δη των
προσωπικών δουλειών [άρθρα 1142 επ. ΑΚ]. Ο
επικαρπωτής αποκτά την οιονεί νομή επικαρπίας, δηλαδή
τη φυσική εξουσίαση επί του πράγματος με διάνοια
περιορισμένου εμπράγματου δικαιούχου, ενώ η κύρια νομή, δηλαδή η καθολική εξουσίαση του πράγματος με διάνοια κυρίου, παραμένει στον
ψιλό κύριο, ασκείται όμως στο όνομά του από τον επικαρπωτή. Κατά την ΑΚ 1143 η
επικαρπία συνίσταται με δικαιοπραξία. Ως δικαιοπραξία νοείται τόσο η
δικαιοπραξία εν ζωή όσο και η αιτία θανάτου. Σύσταση επικαρπίας εν ζωή γίνεται
μόνο με σύμβαση και όχι με δικαιοπραξία (πρβλ ΑΚ 1143
εδ.β «…..συμφωνία…..»). Οι αντίστοιχες για την κτήση
της κυριότητας διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως. Ο κύριος ακινήτου μπορεί,
μεταβιβάζοντάς το για νόμιμη αιτία σε άλλον με συμβόλαιο μεταγεγραμμένο,
να παρακρατήσει την επί αυτού επικαρπία υπέρ του εαυτού του ή υπέρ τρίτου ή
υπέρ του εαυτού του και τρίτου [ΑΠ 811/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 435/1990, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»].
Η
συστατική δικαιοπραξία της επικαρπίας είναι πάντοτε σύμβαση και μπορεί να έχει
χαρακτήρα συμβάσεως υπέρ τρίτου, με τη μορφή της παρακρατήσεως της επικαρπίας,
κατά τη μεταβίβαση της κυριότητας, υπέρ τρίτου προσώπου. Περαιτέρω, το πρόσωπο
του τρίτου, υπέρ του οποίου παρακρατείται η
επικαρπία, δεν είναι ανάγκη να είναι εξ υπαρχής καθορισμένο (εξατομικευμένο).
Αρκεί μόνον να είναι οριστό, δηλαδή να
προσδιορίζονται στη σύμβαση τα στοιχεία, από τα οποία αργότερα να μπορεί να
καθορισθεί. Τέτοιοι όροι δυνατού προσδιορισμού μπορεί να αποτελέσουν εξωτερικά
γεγονότα και γενικά όροι πραγματοποιήσιμοι στο μέλλον, οι οποίοι όμως ως εκ της
φύσεώς τους παρέχουν σταθερή βάση για τον καθορισμό
του προσώπου του τρίτου. Έτσι π.χ. μπορεί να παρακρατηθεί
η επικαρπία υπέρ του κληρονόμου του υποσχεθέντος [ΕφΛαρ 193/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», όπου εκτενείς παραπομπές σε θεωρία]. Εξάλλου, κατά τις διατάξεις
των άρθρων 361, 410, 411 ΑΚ, για να υπάρχει γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου, η οποία
παρέχει στον τρίτο το δικαίωμα να απαιτήσει από τον υποσχεθέντα
την παροχή, πρέπει να προκύπτει από τη σύμβαση ότι τα συμβαλλόμενα μέρη
σκοπούσαν να προσπορίσουν απευθείας στον τρίτο ίδιο δικαίωμα, δυνάμει του
οποίου μπορεί αυτός, στρεφόμενος κατά του υποσχεθέντος,
να ζητήσει την παροχή [ΕφΛαρ 139/2015 ό.π.].
Ο
κύριος ακινήτου μπορεί, μεταβιβάζοντάς το, για νόμιμη αιτία σε άλλον με
συμβόλαιο μεταγεγραμμένο, να παρακρατήσει την επ'
αυτού επικαρπία υπέρ του εαυτού του ή υπέρ τρίτου ή υπέρ του εαυτού του και του
τρίτου. Στην περίπτωση αυτή δεν καταρτίζεται μια μοναδική δικαιοπραξία (με
περιεχόμενο ότι ο κύριος παραχωρεί την ψιλή κυριότητα και παρακρατεί υπέρ αυτού
την επικαρπία), αλλά δύο δικαιοπραξίες, αφενός η μεταβίβαση της κυριότητας στον
αποκτώντα, αφετέρου η σύσταση από τον αποκτώντα επικαρπίας υπέρ του
μεταβιβάσαντος. Οι δικαιοπραξίες αυτές μπορούν να συντελεστούν σε ενιαία
εξωτερική πράξη, αν πρόκειται για ακίνητο, και να ενσωματωθούν στο αυτό
συμβολαιογραφικό έγγραφο. Κατά συνέπεια, μπορεί να προσκομισθεί για μεταγραφή
και το μοναδικό αυτό συμβολαιογραφικό έγγραφο. Ο υπάλληλος των μεταγραφών,
όμως, οφείλει να αποβλέψει αυτοτελώς σε κάθε μία από τις ενσωματωθείσες
στο αυτό συμβόλαιο δικαιοπραξίες και να σημειώσει στο βιβλίο μεταγραφών δύο
φορές το όνομα κάθε συμβαλλομένου, του ενός ως δικαιοδότη
της κυριότητος και ως δικαιούχου της επικαρπίας και του άλλου ως δικαιοδότη της επικαρπίας και ως δικαιούχου της κυριότητος.
Το ίδιο θα κάνει και στο ευρετήριο των μεταγραφών. Τα αυτά ισχύουν και επί
παρακρατήσεως της επικαρπίας υπέρ του μεταβιβάζοντος και υπέρ τρίτου. Ο τρίτος
θα αποκτήσει το δικαίωμα της επικαρπίας, όταν γίνει μεταγραφή της
συμβολαιογραφικής εμπράγματης δικαιοπραξίας στο όνομά του. Εξάλλου, στη μεν
διάταξη του άρθρου 1192 του ΑΚ ορίζεται, ότι μεταγράφονται στο γραφείο
μεταγραφών της περιφέρειας του ακινήτου: 1. οι εν ζωή δικαιοπραξίες, στις
οποίες περιλαμβάνονται και οι αιτία θανάτου δωρεές, με τις οποίες συνίσταται,
μετατίθεται, καταργείται εμπράγματο δικαίωμα (εμπράγματες δικαιοπραξίες) πάνω
σε ακίνητο ..., από δε τη διάταξη του άρθρου 1198 του ίδιου Κώδικα ορίζεται
ότι, χωρίς μεταγραφή στις περιπτώσεις των άρθρων 1192 εδάφια 1 έως 4 και 1193,
δεν επέρχεται η μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου ή η σύσταση, μετάθεση,
κατάργηση εμπράγματου δικαιώματος πάνω στο ακίνητο. Από τη διάταξη, επίσης, του
άρθρου 1194 του ΑΚ με σαφήνεια προκύπτει ότι, όταν με το ίδιο συμβολαιογραφικό
έγγραφο καταρτίζονται δύο δικαιοπραξίες, οι οποίες είναι κατά νόμο μεταγραπτέες, πρέπει η καθεμιά από αυτές να μεταγράφεται
χωριστά [ΑΠ 294/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 45/2019,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΘες 2044/2012,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΠατρ
278/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Χαρίτου-Ηλέκτρα Δανάη, Διπλωματική
Εργασία με θέμα «ΔΩΡΕΑ ΜΕ ΠΑΡΑΚΡΑΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΑΡΠΙΑΣ», 2014, ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ, ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ,
όπου εκτενής παράθεση των απόψεων για το εάν η μεταβίβαση της ψιλής κυριότητας
και η σύσταση της επικαρπίας απαιτεί μια μόνο δικαιοπραξία ή αν καταρτίζονται
δύο δικαιοπραξίες, που μεταγράφονται αυτοτελώς ].
Από
τον συνδυασμό των άρθρων 1142, 1143, 1166 και 1167 του ΑΚ, συνάγεται, ότι
εγκύρως μπορεί να συμφωνηθεί, ότι η επικαρπία επί ακινήτου, που καταρχήν
συμφωνήθηκε εφ' όρου ζωής του επικαρπωτή, δεν θα αποσβεσθεί με τον θάνατο του
τελευταίου, αλλά ότι θα μεταβιβαστεί στη συνέχεια σε τρίτο πρόσωπο. Έτσι,
επιτρεπτή είναι η συμφωνία ότι μεταβιβάζεται η επικαρπία σε τρίτον, υπό την
αναβλητική προθεσμία του θανάτου του τωρινού επικαρπωτή, εφόσον, κατά τα λοιπά,
τηρηθούν αναλόγως οι νόμιμες διατυπώσεις περί μεταβιβάσεως της κυριότητας επί
ακινήτου. Εξάλλου από τον συνδυασμό των διατάξεων και των άρθρων 185, 187, 188,
189, 192, 194, 438, 2032 ΑΚ συνάγονται τα ακόλουθα: 1) Η σύσταση ή η μεταβίβαση
της επικαρπίας με δικαιοπραξία εν ζωή απαιτεί σύμβαση, η κατάρτιση της οποίας,
ελλείψει ειδικών διατάξεων, υπόκειται στις ρυθμίσεις των γενικών διατάξεων του
ΑΚ, τόσο σε σχέση προς τις προϋποθέσεις συνάψεως της συμβάσεως όσο και ως προς
τον απαιτούμενο τύπο, προκειμένου περί ακινήτου, κατά το άρθρο 369 ΑΚ, ήτοι
συμβολαιογραφικό έγγραφο, ενώ απαιτείται και μεταγραφή του μεταβιβαστικού
συμβολαίου, κατά το άρθρο 1192 ΑΚ. 2) Η σύμβαση καταρτίζεται, εφόσον συμπέσουν οι δηλώσεις βουλήσεως των συμβαλλομένων, ενώ η
πρόταση παραμένει ισχυρή παρά τον θάνατο του προτείναντος,
αν δεν συνάγεται το εναντίον από την πρόταση. 3) Ειδικά, όμως, επί συμβάσεως,
που καταρτίζεται συμβολαιογραφικά, η αποδοχή της προτάσεως προς κατάρτιση της
συμβάσεως δεν απαιτείται να περιέλθει στον προτείνοντα,
αλλά αρκεί η σύνταξη του συμβολαιογραφικού εγγράφου περί αποδοχής της προτάσεως
[ΕφΘεσ 2044/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ].
[ΙΧ]
Από τις διατάξεις του άρθρου 1166 ΑΚ συνάγεται ότι, η μεταβίβαση της επικαρπίας
με βάση τη συμφωνία των μερών με τη συστατική πράξη δεν θα πρέπει να είναι
απεριόριστη, με την έννοια του επιτρεπτού των διαδοχικών μεταβιβάσεων. Με
συσταλτική ερμηνεία του εδαφίου α` της ανωτέρω διάταξης θα πρέπει να γίνει
δεκτό ότι η μεταβίβαση είναι επιτρεπτή μια φορά σε τρίτο, οπότε μετά τον θάνατο
του πρέπει να αποσβήνεται. Η ελευθερία απεριόριστης μεταβίβασης θα είχε ως
συνέπεια την απογύμνωση της κυριότητας, η οποία όμως είναι αντίθετη στον σκοπό
του νομοθέτη. Έτσι, μπορεί να συμφωνηθεί να έχει αυτή και ο επικαρπωτής και ο
κληρονόμος του ή να συμφωνηθεί ότι θα δικαιούται ο επικαρπωτής να κληροδοτήσει
αυτήν στον κληρονόμο αυτού, οπότε έχει την κληρονομιά και ο κληρονόμος του
επικαρπωτή. Αλλά σύσταση επικαρπίας, που θα μεταβαίνει σε όλους, επ` άπειρον,
τους κληρονόμους του επικαρπωτή, δεν είναι δυνατή. Με τη συστατική της
επικαρπίας πράξη είναι δυνατόν επίσης να ορισθεί ότι ο επικαρπωτής μπορεί να
μεταβιβάσει εν ζωή το εμπράγματο δικαίωμα της επικαρπίας σε άλλον. Με τη
μεταβίβαση στον τελευταίο της επικαρπίας, αυτός καθίσταται επικαρπωτής η δε
επικαρπία αποσβήνεται με τον θάνατο τούτου και όχι του αρχικού επικαρπωτή. Δεν
είναι δυνατό όμως να ορισθεί με τη συστατική της επικαρπίας πράξη, ότι η
επικαρπία θα είναι περαιτέρω μεταβιβαστή και από
αυτόν στον οποίο είχε μεταβιβαστεί από τον αρχικό επικαρπωτή και ούτω καθ` εξής
επ` άπειρον, γιατί τούτο θα είχε ως συνέπεια την οριστική και μόνιμη πλέον
απόσχιση των ωφελειών του πράγματος από τον κύριο, του οποίου η κυριότητα θα
παρέμενε στο διηνεκές ως ψιλή κυριότητα, καθόσον έτσι θα απογυμνωνόταν εσαεί
από τα κυριότερα ωφελήματά της, πράγμα, το οποίο θα αντέβαινε στην έννοια της
κυριότητας, ως καθολικής εξουσίας επί του πράγματος (άρθρο 1000 ΑΚ), σύμφωνα με
την οποία ο κύριος δικαιούται να απολαύσει όλες τις ωφέλειες του πράγματος [ΑΠ
45/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1374/2014, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ].
[X]
Σύμφωνα με το άρθρο 217 παρ.1 ΑΚ η πληρεξουσιότητα παρέχεται κατ’ επιλογήν του
αντιπροσωπευόμενου, είτε με δήλωση προς τον πληρεξούσιο, οπότε γίνεται λόγος
για εσωτερική πληρεξουσιότητα, είτε με δήλωση προς τον τρίτο, με τον οποίο
επιχειρείται η δικαιοπραξία, οπότε γίνεται λόγος για εξωτερική πληρεξουσιότητα.
Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για απευθυντέα
δήλωση βουλήσεως και δεν απαιτείται αποδοχή από τον πληρεξούσιο. Δεν
αποκλείεται να συσταθεί πληρεξουσιότητα και με σύμβαση. Η δήλωση για παροχή
πληρεξουσιότητας παρέχεται κατ’ αρχήν άτυπα, η οποία μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή.
Εξαίρεση εισάγει η παρ.2 του άρθρου 217 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία, εφόσον δεν
συνάγεται κάτι άλλο, η δήλωση υποβάλλεται στον τύπο που απαιτείται για τη
δικαιοπραξία, την οποία αφορά η πληρεξουσιότητα
(ΑΠ 915/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 485/2015,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 328/2009, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», Καράκωστας, Αστικός
Κώδικας, Γενικές Αρχές, τόμος β, εκδ. 2005, υπό το
άρθρο 217, παρ.1166-1173, σελ.529-531).
Η
γενική πληρεξουσιότητα αναφέρεται σε ένα κύκλο δικαιοπραξιών ή σε όλες τις
δικαιοπραξίες του αντιπροσωπευομένου ενώ η ειδική
πληρεξουσιότητα αναφέρεται σε ορισμένη δικαιοπραξία ή σε ορισμένο κύκλο
υποθέσεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο νόμος απαιτεί ειδική πληρεξουσιότητα για την επιχείρηση
δικαιοπραξίας, όπως στην περίπτωση της αποποίησης της κληρονομίας [ΑΚ 1848],
[βλ. Παπαστερίου Δ.-Κλαβανίδου
Δ. Δίκαιο της δικαιοπραξίας, 2008, σελ. 490].
Από
τις διατάξεις των άρθρων 180, 211, 216, 217, 224, 225 και 229 του ΑΚ προκύπτει
ότι η σύμβαση, που συνομολογεί κάποιος ως αντιπρόσωπος άλλου, χωρίς πληρεξουσιότητα ή καθ` υπέρβαση των ορίων της
πληρεξουσιότητας, που ισοδυναμεί με ενέργεια χωρίς πληρεξουσιότητα, ή μετά την
παύση της, είναι άκυρη και δεν δεσμεύει τον αντιπροσωπευόμενο που την αποκρούει
και δεν την εγκρίνει (ΑΠ 99/2001 ΕλλΔνη 2001, 730).
Κατά
τη διάταξη του άρθρου 211 ΑΚ, δήλωση βουλήσεως από κάποιον (αντιπρόσωπο) στο
όνομα άλλου (αντιπροσωπευόμενου) υποχρεώνει τον αντιπροσωπευόμενο, εφόσον έγινε
εντός των ορίων της εξουσίας αντιπροσωπεύσεως, η οποία, κατά το άρθρο 216 του
ίδιου Κώδικα, παρέχεται με σχετική μονομερή δικαιοπραξία (πληρεξουσιότητα).
Εξάλλου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 229 επ.
ΑΚ, αν ο αντιπρόσωπος ενήργησε καθ` υπέρβαση των ορίων της πληρεξουσιότητας,
κατά τη σύναψη συμβάσεως με τρίτον, εφόσον ο αντιπροσωπευόμενος πληρεξουσιοδότης δεν εγκρίνει την καταρτισθείσα
με τον τρίτο δικαιοπραξία, αλλά την αποκρούει, η τελευταία είναι άκυρη
(ανίσχυρη) έναντι αυτού, γιατί η υπέρβαση αυτή ισοδυναμεί με ενέργεια χωρίς
πληρεξουσιότητα. Δηλαδή, στην περίπτωση κατά την οποία κάποιος καταρτίζει μια
σύμβαση ως αντιπρόσωπος άλλου χωρίς πληρεξουσιότητα, η σύμβαση αυτή δεν έχει κατ’αρχήν, σύμφωνα με το άρθρο 229 ΑΚ, υποχρεωτική ισχύ για
τον αντιπροσωπευόμενο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η σύμβαση αυτή είναι άκυρη,
απλώς το κύρος και η δεσμευτικότητά της έναντι του αντιπροσωπευομένου
εξαρτώνται από την έγκρισή του και συνεπώς, μέχρι της εγκρίσεως ή της
αποκρούσεως (αποποιήσεως) εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου,
αυτή είναι ατελής και μετέωρη, με την έννοια ότι προσωρινώς δεν παράγει
αποτελέσματα, μέχρι εγκρίσεως ή αποποιήσεως εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου
ή «υπαναχωρήσεως» του αντισυμβαλλομένου κατά το άρθρο 230 ΑΚ ή παρόδου της
τασσόμενης υπ` αυτού ευλόγου προς έγκριση προθεσμίας
κατά το άρθρο 229 εδ. β` του ΑΚ. Η έγκριση του αντιπροσωπευομένου είναι κατ’αρχήν
άτυπη, όταν όμως η καταρτισθείσα σύμβαση απαιτεί
τύπο, θα πρέπει να περιβληθεί τον τύπο αυτό και η έγκριση, εφαρμοζόμενης
αναλόγως της διάταξης του άρθρου 217 παρ. 2 ΑΚ. Αν μάλιστα πρόκειται για εμπράγματη σύμβαση που αφορά
ακίνητο, η εν λόγω έγκριση χρήζει και μεταγραφής. Η έγκριση αυτή έχει, κατά το
άρθρο 238 ΑΚ, αναδρομική ενέργεια, αίρει δε την υφιστάμενη εκκρεμότητα από τον
χρόνο που καταρτίστηκε η σύμβαση, ενώ μέχρι της εγκρίσεώς της, η σύμβαση, στην
οποία αυτή αφορά, είναι μετέωρης ισχύος. Το βάρος αποδείξεως της πληρώσεως των
προϋποθέσεων του ενεργού της αρχικώς τελούσας σε
μετέωρη κατάσταση συμβάσεως, συνεπεία της έλλειψης εξουσίας αντιπροσωπεύσεως,
φέρει ο επικαλούμενος την ισχύ της συμβάσεως. Συνεπώς, εάν δεν προταθεί ο
σχετικός περί εγκρίσεως ισχυρισμός ή προταθεί και δεν αποδειχθεί κατ` ουσία, η
σχετική σύμβαση είναι ανίσχυρη έναντι του αντιπροσωπευομένου
και δεν παράγει έναντι αυτού αποτελέσματα (ΑΠ 2064/2014, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1057/1991, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΠειρ 76/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 316/2001, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕφΑθ 8026/1997, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 7206/1995, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 2966/1992 ΕλλΔνη 35, 636, ΕφΔωδ 180/1990,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΠΠρΑθ
1121/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
[ΧΙ]
Από τις διατάξεις των άρθρων 20 παρ.1 του Συντάγματος, 68 και 70 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι προϋπόθεση παροχής έννομης προστασίας
με τη μορφή έκδοσης αναγνωριστικής απόφασης για την ύπαρξη ή την ανυπαρξία μιας
έννομης σχέσης αποτελεί η ύπαρξη έννομου συμφέροντος. Το έννομο συμφέρον πρέπει
να είναι άμεσο, πρέπει δηλαδή η έννομη προστασία που ζητείται με τη μορφή
έκδοσης αναγνωριστικής απόφασης να αποτελεί πρόσφορο μέσο για την αποτροπή του
κινδύνου στα υλικά ή ηθικά συμφέροντα του ενάγοντος. Έννομο συμφέρον για την
παροχή δικαστικής προστασίας δεν υφίσταται, όταν με το ένδικο βοήθημα δεν
επιλύεται έριδα αλλά με την έκδοση της απόφασης δημιουργείται τεκμήριο χρήσιμο
να προβληθεί σε διαφορά που μπορεί να γεννηθεί στο μέλλον μεταξύ των διαδίκων
(ΑΠ 356/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1192/2007, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 744/2007 ΕλλΔνη
2007,703, ΕφΔωδ 87/2003, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών
ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», Κεραμεύς /Κονδύλης /Νίκας (- Νίκας),
ΚΠολΔ I, 2000, άρθρο 70, αρ.
4, 6).
Στην
προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αγωγή, η ενάγουσα εκθέτει, ότι τυγχάνει
αποκλειστική κυρία, νομέας και κάτοχος ενός ακινήτου-αγροτικής έκτασης,
κείμενου στη θέση «Σ…….» του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας της Περιφερειακής Ενότητας
Ηλείας, εκτός οικισμού της Τοπικής Κοινότητας Κ….., το οποίο συναποτελείται από τα κάτωθι ακίνητα: Α] ένα αγροτεμάχιο,
με αριθμό κτηματογράφησης 15……….., το οποίο εμφαίνεται στο από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό διάγραμμα του
πολιτικού μηχανικού Δημητρίου Μ……. του Γεωργίου με τα στοιχεία
Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Π-Ρ-Σ-Τ-Υ-Φ-Χ-Ψ-Ω-Α1-Β1-Α, έκτασης τριών χιλιάδων
τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων και ογδόντα επτά εκατοστών
[3.444,87 τ.μ.], το οποίο συνορεύει επί πλευράς Α-Β1-Α1-Ω-Ψ-Χ-Φ-Υ-Τ-Σ-Ρ-Π-Ο-Ξ
με αγροτική οδό, επί πλευράς Ξ-Ν, Ν-Μ, Μ-Λ με δημόσια δασική έκταση, επί
πλευράς Λ-Κ με δασική έκταση, επί πλευράς Κ-Ι-Θ με δασική έκταση, επί πλευράς
Θ-Η, Η-Ζ με δασική έκταση, επί πλευράς Ζ-Ε με δασική έκταση, επί πλευράς Ε-Δ με
δημόσια δασική έκταση και πέραν αυτής με ρέμα, επί πλευράς Δ-Γ με δημόσια
δασική έκταση, επί πλευράς Γ-Β με δημόσια δασική έκταση και επί πλευράς Β-Α με
δημόσια δασική έκταση, όπως ειδικότερα περιγράφεται στο αγωγικό
δικόγραφο κατά θέση, έκταση και όρια και Β] ένα αγροτεμάχιο, με αριθμό κτηματογράφησης 15……….., το οποίο εμφαίνεται
στο από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Δημητρίου
Μ…… με τα στοιχεία
3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14-15-32-33-34-35-36-37-38-39-31-20-21-22-1-2-3,
συνολικής έκτασης τριών χιλιάδων διακοσίων δέκα πέντε τετραγωνικών μέτρων και
εξήντα οκτώ εκατοστών [3.215,68 τ.μ.], αποτελούμενο από δύο επιμέρους όμορα
αγροτεμάχια, μερικότερης έκτασης χιλίων τετρακοσίων πέντε τετραγωνικών μέτρων
και ενενήντα ενός εκατοστών [1.405,91 τ.μ.] και χιλίων οκτακοσίων εννέα
τετραγωνικών μέτρων και εβδομήντα επτά εκατοστών [1.809,77 τ.μ.], αντίστοιχα,
το οποίο συνορεύει επί πλευράς 3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14 με αγροτική οδό,
επί πλευράς 14-15-32-33 με δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς 33-34-35-36-37-38
με δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς 38-39-31-20-21-22-1-2 με δημόσια δασική
έκταση και επί πλευράς 2-3 με δημόσια δασική έκταση. Ότι το ανωτέρω υπό
στοιχεία [II] αγροτεμάχιο αποτελείται από δύο επιμέρους όμορα αγροτεμάχια, εκ
των οποίων το ένα αγροτεμάχιο, έκτασης χιλίων τετρακοσίων πέντε τετραγωνικών
μέτρων και ενενήντα ενός εκατοστών (1.405,91 τ.μ.), εμφαίνεται
στο ανωτέρω από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό διάγραμμα και συνορεύει επί πλευράς
3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14 με αγροτική οδό, επί πλευράς 14-15 με δημόσια
δασική έκταση, επί πλευράς 15-16-17-18-19-20 με έτερο όμορο αγροτεμάχιο της
ενάγουσας, επί πλευράς 20-21-22-1-2 με δημόσια δασική έκταση και επί πλευράς
2-3 με δημόσια δασική έκταση και το έτερο αγροτεμάχιο, έκτασης χιλίων
οκτακοσίων εννέα τετραγωνικών μέτρων και εβδομήντα επτά εκατοστών [1.809,77 τ.μ.], εμφαίνεται στο ανωτέρω από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό
διάγραμμα και συνορεύει επί πλευράς 20-19-18-17-16-15 με όμορο αγροτεμάχιο της ενάγουσας, επί πλευράς
15-32-33 με δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς 33-34-35-36-37-38 με δημόσια
δασική έκταση και επί πλευράς 38-39-31-20 με δημόσια δασική έκταση. Ότι
τυγχάνει αποκλειστική κυρία, νομέας και κάτοχος της ανωτέρω αγροτικής έκτασης,
συνολικού εμβαδού έξι χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τετραγωνικών μέτρων και πενήντα
πέντε εκατοστών [6.660,55 τ.μ.], αποτελούμενη από τα προαναφερόμενα δύο
αγροτεμάχια, το ένα εκ των οποίων απαρτίζεται από δύο επιμέρους αγροτεμάχια, τα
οποία διαχωρίζονται μεταξύ τους με αγροτικό δρόμο. Ότι η συνολική αυτή έκταση
περιήλθε σε αυτήν κατά την εκ διαθήκης κληρονομική διαδοχή, δυνάμει της
ιδιόγραφης διαθήκης του αποβιώσαντος στις 16 Απριλίου 1977 πατέρα της Θ…….
Λ……., που δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. 1…./2010
πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, την κληρονομία του οποίου
αποδέχτηκε με την υπ’ αριθμ. 5……/26.5.2010 πράξη
δήλωσης αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων
Μαρίας Π…….-Π……, νομίμως μεταγεγραμμένης στα βιβλία
μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πύργου Ηλείας στον τόμο 1…. και με αριθμό 8…...
Ότι η συνολική αυτή έκταση περιήλθε στον ανωτέρω άμεσο δικαιοπάροχό της με
άτυπη δωρεά εν ζωή από τον πατέρα του Δημήτριο Λ……, ο οποίος νεμόταν αυτή με
διάνοια κυρίου συνεχώς και αδιαλείπτως ασκώντας τις προσιδιάζουσες
στη φύση της διακατοχικές πράξεις, ήτοι καλλιεργώντας
αυτή, συλλέγοντας τον ελαιόκαρπο, καθαρίζοντάς τη, για χρονικό διάστημα μείζον
της τριακονταετίας, με αποτέλεσμα κατά τον χρόνο θανάτου του να έχει καταστεί
αποκλειστικός κύριος, νομέας και κάτοχος αυτής. Ότι τη νομή της ανωτέρω
συνολικής έκτασης είχε αποκτήσει ήδη από τον Οκτώβριο του 1967, κατόπιν άτυπης
δωρεάς του πατέρα της Θ……. Λ…….., και έκτοτε ασκούσε συνεχώς και αδιαλείπτως
τις προσιδιάζουσες στη φύση της διακατοχικές
πράξεις έως τον Αύγουστο του 2019, ήτοι
για χρονικό διάστημα πενήντα δύο (52) ετών. Ότι τα εν λόγω ακίνητα από το 1996
τα δήλωνε στο έντυπο Ε9. Ότι έως το 2010 νεμόταν τα επίδικα αγροτεμάχια κατά
ποσοστό 33,34 % εξ αδιαιρέτου κατά τις διατάξεις της εξ αδιαθέτου διαδοχής, ενώ
μετά τη δημοσίευση της διαθήκης και τη νόμιμη αποδοχή της κληρονομίας απέκτησε
τα επίδικα ακίνητα κατά πλήρη κυριότητα από τον θάνατο του άμεσου δικαιοπαρόχου της. Ότι η ανωτέρω ιδιόγραφη διαθήκη παρά τη
μη αναγραφή σε αυτήν της ημεροχρονολογίας συντάξεώς
της δεν είναι άκυρη. Περαιτέρω η ενάγουσα εκθέτει ότι, δυνάμει του υπ’ αριθμ. 1……./04.4.1997 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πύργου
Ελένης Ψ……, ο αδερφός της Ν Λ……. μεταβίβασε στον πρώτο εναγόμενο την ψιλή
κυριότητα δύο αγροτεμαχίων κείμενων στη θέση «Σ…….» της κτηματικής περιφέρειας
του τοπικού διαμερίσματος Κ……. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, επιφανείας δύο
χιλιάδων τριακοσίων εξήντα τριών τετραγωνικών μέτρων και ογδόντα τετραγωνικών
εκατοστών (2.363,80 τ.μ.) και χιλίων πεντακοσίων πενήντα τριών τετραγωνικών
μέτρων και σαράντα τεσσάρων τετραγωνικών εκατοστών (1.553,44 τ.μ.), αντίστοιχα,
παρακρατώντας την επικαρπία για τον ίδιο και την αρχικώς δεύτερη εναγομένη σύζυγό του, τα οποία (αγροτεμάχια) ταυτίζονται με
την επίδικη συνολική έκταση αποτελούμενη από τα δύο επιμέρους αγροτεμάχια,
έκτασης τριών χιλιάδων τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων και
ογδόντα επτά τετραγωνικών εκατοστών (3.444,87 τ.μ.) και τριών χιλιάδων
διακοσίων δεκαπέντε τετραγωνικών μέτρων και εξήντα οχτώ τετραγωνικών εκατοστών
(3.215.68 τ.μ.), αντίστοιχα, που ειδικότερα περιγράφονται στην αγωγή. Ότι οι
εναγόμενοι ουδέποτε απέκτησαν την ψιλή κυριότητα και την επικαρπία, αντίστοιχα,
των αγροτεμαχίων, καθότι ο άμεσος δικαιοπάροχός τους ουδέν δικαίωμα είχε επί
αυτών. Ότι το ανωτέρω συμβόλαιο γονικής παροχής δεν υπεγράφη από τον ίδιο τον
δικαιοπάροχο των εναγομένων, Ν Λ……., αλλά από τρίτο
πρόσωπο, στο οποίο ο πρώτος είχε παράσχει τη γενική και αόριστη εντολή να
προβεί σε μεταβιβάσεις προς τα τέκνα και ανίψια του, δυνάμει του υπ’ αριθμ. 7…../31.3.1997 ειδικού πληρεξούσιου του
Συμβολαιογράφου Ελευσίνας Μιχαήλ Ε……, χωρίς αναφορά σε συγκεκριμένα ακίνητα που
θα αφορά η προς κατάρτιση δικαιοπραξία. Ότι το πληρεξούσιο αυτό είναι αόριστο,
διότι περιέχει μη επαρκώς ορισμένη και σαφή εντολή για την κατάρτιση
δικαιοπραξίας. Ότι ο Ν Λ…… ουδέποτε
απέκτησε την κυριότητα των ακινήτων με
παράγωγο τρόπο, άλλως πρωτοτύπως, καθώς ουδέποτε άσκησε σε αυτά υλικές πράξεις
νομής. Ότι το ανωτέρω συμβόλαιο γονικής παροχής
δεν συνιστά νόμιμο τίτλο, διότι αφενός η έλλειψη κυριότητας στον πωλητή
αποκλείει την καλή πίστη και αφετέρου η σύνταξή του βασίστηκε σε άκυρο
πληρεξούσιο. Ότι πρόσφατα (σε σχέση με τον χρόνο άσκησης της αγωγής), με αφορμή
τις δηλώσεις – ενστάσεις για τις αναρτήσεις των δασικών χαρτών, έλαβε γνώση της
ανωτέρω υπ’ αριθμ. 1……./04.4.1997 συμβολαιογραφικής
πράξης γονικής παροχής και ότι βάσει αυτής οι εναγόμενοι επικαλούνται δικαίωμα
ψιλής κυριότητας και επικαρπίας, αντίστοιχα, στα επίδικα αγροτεμάχια. Ότι οι
εναγόμενοι με την αξίωση ανύπαρκτων εμπραγμάτων δικαιωμάτων στην επίδικη
εδαφική έκταση δημιουργούν σύγχυση και αμφιβολία για το ιδιοκτησιακό καθεστώς
αυτής και διαταράσσουν την επί αυτής νομή και κυριότητά της.
Με
βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζητεί : A) Να αναγνωριστεί αποκλειστική
κυρία, νομέας και κάτοχος της επίδικης ακίνητης έκτασης, συνολικού εμβαδού έξι
χιλιάδων εξακοσίων εξήντα τετραγωνικών μέτρων και πενήντα πέντε εκατοστών
[6.660,55 τ.μ.], αποτελούμενη από δύο αγροτεμάχια, εκ των οποίων, το ένα
έκτασης τριών χιλιάδων τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων και
ογδόντα επτά εκατοστών [3.444,87 τ.μ.] και το έτερο συνολικής έκτασης τριών
χιλιάδων διακοσίων δεκαπέντε τετραγωνικών μέτρων και εξήντα οκτώ
εκατοστών[3.215,68 τ.μ.], το οποίο απαρτίζεται από δύο επιμέρους όμορα
αγροτεμάχια, έκτασης χιλίων τετρακοσίων πέντε τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα
ενός εκατοστών [1.405,91 τ.μ.] και το έτερο χιλίων οκτακοσίων εννέα
τετραγωνικών μέτρων και εβδομήντα επτά εκατοστών[ 1.809,77 τ.μ.], όπως η
συνολική έκταση και τα επιμέρους αγροτεμάχια, που απαρτίζουν αυτή,
περιγράφονται ειδικότερα κατά θέση, έκταση και όρια στο αγωγικό
δικόγραφο, η οποία περιήλθε σε αυτήν δυνάμει της υπ’αριθμ.5…../26.5.2010 πράξης
αποδοχής κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων
Μαρίας Π…….-Π……. νομίμως μεταγραμμένης στα βιβλία μεταγραφών του
Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων
στον τόμο 1…. και με αριθμό 8…., με την οποία αποδέχτηκε την εκ διαθήκης κληρονομία του πατρός της
Θεόδωρου Λ…… του Δ……., και επικουρικά, δυνάμει έκτακτης χρησικτησίας, ως
ασκούσα με καλή πίστη και διάνοια κυρίου τις προσιδιάζουσες
στη φύση της ως αγροτικής έκτασης διακατοχικές
πράξεις, για χρονικό διάστημα, που υπερβαίνει την εικοσαετία από τον Οκτώβριο
του 1967, προσμετρουμένου στον χρόνο της δικής της
νομής και εκείνου του άμεσου δικαιοπαρόχου της. Β) Να
αναγνωριστεί ότι το υπ’ αριθμ. 7…../31.3.1997
Συμβολαιογραφικό Πληρεξούσιο του Συμβολαιογράφου Ελευσίνας Μιχαήλ Ε…… τυγχάνει
άκυρο, διότι περιέχει ασαφή άλλως αναληθή δήλωση για την ταυτότητα των
ακινήτων. Γ) Να αναγνωριστεί ότι η υπ’αριθμ.1……/04.4.1997 γονική παροχή της
Συμβολαιογράφου Πύργου Ελένης Ψ…… τυγχάνει άκυρη, άλλως δεν παράγει έννομα
αποτελέσματα, διότι ο παρέχων δεν ήταν κύριος των επίδικων ακινήτων, όπως αυτά
περιγράφονται ως ενιαίο όλο. Δ) Να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι ουδέν
δικαίωμα, ψιλής κυριότητας – επικαρπίας, απέκτησαν επί της επίδικης εδαφικής
έκτασης. Ε) Να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να
άρουν κάθε γενόμενη προσβολή επί του δικαιώματος της πλήρους κυριότητάς της και
να παραλείπουν στο μέλλον κάθε προσβολή. ΣΤ) Να απαγορευθεί στο μέλλον κάθε
μελλοντική διατάραξη της κυριότητάς της επί της
επίδικης εδαφικής έκτασης, με την απειλή σε βάρος εκάστου των εναγομένων προσωπικής κράτησης ενός [1] έτους και
χρηματικής ποινής τριών χιλιάδων ευρώ [3.000,00 €] για εκάστη παράβαση της εκδοθησομένης απόφασης. Ζ) Να κηρυχθεί η απόφαση που θα
εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή. Η) Να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική
της δαπάνη.
Με
αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα είναι σαφές ότι στο δικόγραφο της υπό κρίση
αγωγής παραδεκτά σωρεύονται περισσότερες αγωγές, ήτοι αναγνωριστική αγωγή
κυριότητας, αρνητική αγωγή, αρνητική αναγνωριστική αγωγή ψιλής κυριότητας και
επικαρπίας, αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας δικαιοπραξίας παροχής
πληρεξουσιότητας, αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας άλλως ανίσχυρου συμβάσεως
γονικής παροχής ακινήτου από μη κύριο. Η αρνητική αγωγή παραδεκτώς
και αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου [ΚΠολΔ 18, 29 παρ.1], καθώς, σύμφωνα και με τα όσα
αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχεία [VI] νομική σκέψη της παρούσας, η
αρνητική αγωγή υπάγεται ανεξαρτήτως αξίας αντικειμένου στην αρμοδιότητα του
Πολυμελούς Πρωτοδικείου, ως ανεπίδεκτη χρηματικής αποτίμησης. Στην αρμοδιότητα
του Δικαστηρίου τούτου υπάγονται και οι ανωτέρω υπό στοιχεία (Β) και (Γ)
αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας δικαιοπραξίας παροχής πληρεξουσιότητας και
αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας άλλως ανίσχυρου συμβάσεως γονικής παροχής
ακινήτου από μη κύριο, αντίστοιχα, ως έχουσες αντικείμενο ανεπίδεκτες
δικαστικής εκτίμησης [Κεραμεύς / Κονδύλης / Νίκας
(-Νίκας), ΚΠολΔ Ι, 2000, άρθρ. 18, αρ. 1]. Όσον αφορά όμως τις λοιπές σωρευόμενες
αναγνωριστικές αγωγές, αυτές είναι αποτιμητές σε
χρήμα και κατ’ εκτίμηση της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς που εισάγουν
αυτές, η οποία κατά το αγωγικό δικόγραφο βάσει της
αξίας εκάστου αγροτεμαχίου [1.550,19 € και 1.447,00 €, αντίστοιχα] ανέρχεται
στο συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων εννιακοσίων ενενήντα επτά ευρώ και δεκαεννέα λεπτών [2.997,19€],
δεν υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου αλλά του
Ειρηνοδικείου [ΚΠολΔ 7,8, 9, 10, 11 αρ.1, 12, 14 παρ.
1 α]. Σημειωτέον ότι η ύπαρξη καθ’ ύλην αρμοδιότητας
ως προς μια από τις σωρευόμενες κατά το άρθρο 218 ΚΠολΔ αξιώσεις δεν καθιδρύει αρμοδιότητα και για τις λοιπές
(ΕφΑθ 6197/2009 ΕλλΔνη
2010, 512), καθώς εξετάζεται η υλική αρμοδιότητα αυτοτελώς και ξεχωριστά για
κάθε αξίωση (ΠΠΘεσ 18605/2003 Αρμ
2004, 579). Ωστόσο, το παρόν Δικαστήριο,
λόγω της συνάφειας των σωρευομένων αγωγών (άρθρο 31
§§ 2, 3 ΚΠολΔ, το οποίο καθιερώνει την ειδική
δωσιδικία της συνάφειας, η οποία κάμπτει τη ρύθμιση του άρθρου 218 του ΚΠολΔ και διέπει τόσο την καθ’ ύλην όσο και την κατά τόπο
αρμοδιότητα, ΕφΠειρ 459/2016, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 317/2015, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ) αλλά και για την οικονομία της δίκης και προς αποφυγή
έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, θα κρατήσει ως ανώτερο και θα δικάσει κατά την
τακτική διαδικασία και τις σωρευόμενες στην αρνητική
αγωγή λοιπές αγωγές (άρθρο 31 §§ 2,3 ΚΠολΔ).
Περαιτέρω, η αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας του υπ’αριθμ.
./31.3.1997 συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου και η αναγνωριστική αγωγή ακυρότητας
άλλως ανίσχυρου της υπ’ αριθμ. ./04.4.1997
συμβολαιογραφικής πράξης γονικής παροχής
πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες, σύμφωνα και με τα όσα αναφέρονται στην
ανωτέρω υπό στοιχεία [XI] νομική σκέψη της παρούσας, ελλείψει εννόμου
συμφέροντος της ενάγουσας ως προς τα ζητήματα που εισάγουν προς κρίση να
αποτελέσουν ξεχωριστή διάταξη της εκδοθησομένης
απόφασης, δεδομένου του ότι αποτελούν προδικαστικά ζητήματα της σωρευομένης αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής της κυριότητας
και επικαρπίας των επίδικων αγροτεμαχίων, των οποίων η παραδοχή θα καταλήξει
στην ουσιαστική βασιμότητά της. Κατά τα λοιπά, η αγωγή τυγχάνει πλήρως ορισμένη
διότι στο δικόγραφο αυτής αναφέρεται η
[επικαλούμενη] κυριότητα της ενάγουσας στηριζόμενη σε παράγωγο άλλως πρωτότυπο
τρόπο κτήσης, ήτοι εκ διαθήκης κληρονομική διαδοχή με αποδοχή της κληρονομίας
και μεταγραφή της σχετικής συμβολαιογραφικής πράξης και χρησικτησία,
αντίστοιχα, με αναφορά στις δηλωτικές εξουσίασης εκ
μέρους της ενάγουσας υλικές πράξεις νομής επί της επίδικης συνολικής εδαφικής
έκτασης, της οποίας γίνεται ακριβής περιγραφή, με ειδικότερη αναφορά στα
επιμέρους αγροτεμάχια που την απαρτίζουν, με προσδιορισμό εκάστου κατά θέση,
έκταση, όρια, ιδιότητα, ώστε να μην υπάρχει αμφιβολία ως προς την ταυτότητά
τους, ενώ εκ περισσού αναφέρονται οι πλευρικές του διαστάσεις, και η
αμφισβήτηση της κυριότητάς της από τους εναγομένους με επίκληση εκ μέρους τους δικαιωμάτων ψιλής
κυριότητας και επικαρπίας [πρβλ. ΑΠ 115/2022, ΕφΑθ 1313/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ].
Επιπλέον τα επίδικα αγροτεμάχια αποτυπώνονται και στα ενσωματωμένα στην αγωγή
από Ιουνίου 2018 τοπογραφικά διαγράμματα του πολιτικού μηχανικού Δημητρίου
Μπάκα [ πρβλ. ΑΠ 1052/2019, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 479/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»].
Επιπλέον, λαμβανομένης υπόψη της αμφισβήτησης
από τους εναγομένους της κυριότητας του άμεσου
δικαιοπαρόχου της στην επίδικη εδαφική έκταση κατά
τον χρόνο θανάτου του, η ενάγουσα παραδεκτά στην αγωγή της καθ’ υποφορά και με
τις προτάσεις της κατά παραδεκτή συμπλήρωση της αγωγής [ΚΠολΔ
224 εδ.β] αναφέρει τα παραγωγικά της κυριότητας του
άμεσου δικαιοπαρόχου της γεγονότα μέχρι την πρωτότυπη
κτήση δια εκτάκτου χρησικτησίας [πρβλ. σχετ. ΕφΛαρ 335/2015, Τράπεζα
Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ], ήτοι συμπλήρωση από τον άμεσο δικαιοπάροχό της
χρονικού διαστήματος τριανταπέντε ετών συνεχούς νομής στην επίδικη εδαφική
έκταση έως τον χρόνο θανάτου του, που επήλθε στις 06 Απριλίου του 1977, έχοντας
αποκτήσει αυτή με άτυπη δωρεά από τον απώτερο δικαιοπάροχό της και παππού της. Σημειωτέον ότι στην πραγματικότητα οι εναγόμενοι, όπως
προκύπτει από τις προτάσεις τους, δεν αμφισβητούν την κυριότητα του άμεσου δικαιοπαρόχου της ενάγουσας στην επίδικη εδαφική έκταση, ο
οποίος κατά τους ισχυρισμούς τους τυγχάνει απώτερος δικαιοπάροχος τους, αλλά
ότι την κατέλιπε σε αυτήν κατά τον χρόνο θανάτου του
με ιδιόγραφη διαθήκη, άλλως ότι της την παραχώρησε το 1967 με άτυπη δωρεά.
Ωστόσο, η σωρευόμενη αρνητική αγωγή, κατά τα
εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο πραγματικά
περιστατικά, τυγχάνει μη νόμιμη και πρέπει να απορριφθεί καθώς, σύμφωνα και με
τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω υπό στοιχεία [VI] νομική σκέψη της παρούσας, μόνο η
αμφισβήτηση της κυριότητας του ενάγοντος στο ακίνητο και ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι τους ανήκει, δεν δικαιολογεί την άσκησή της,
ελλείψει εμφανών υλικών πράξεων διαταράξεως νομής, παρά μόνο την αναγνωριστική
κυριότητας αγωγή. Εν προκειμένω, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, οι εναγόμενοι
με βάση το υπ’αριθμ. 1…../04.4.1997 συμβόλαιο γονικής
παροχής της Συμβολαιογράφου Πύργου Ελένης Ψ……, επικαλούνται δικαιώματα
κυριότητας και επικαρπίας στο επίδικο, γεγονός το οποίο περιήλθε σε γνώση της
ενάγουσας κατά την υποβολή δηλώσεων – αντιρρήσεων κατά των δασικών χαρτών,
χωρίς να εκτίθεται ότι πέραν του ισχυρισμού τους αυτού έχουν προβεί και σε
εμφανείς διαταρακτικές πράξεις νομής, ώστε να
δικαιολογείται η άσκηση αρνητικής αγωγής. Κατά τα λοιπά, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη, κατά την κύρια
βάση αυτής περί κτήσης δικαιώματος κυριότητας στο επίδικο με παράγωγο τρόπο,
στις διατάξεις των άρθρων 1710, 1712, 1721, 1774, 1193, 1199 ΑΚ, και κατά την
επικουρική βάση αυτής περί κτήσης δικαιώματος κυριότητας στο επίδικο με
πρωτότυπο τρόπο, στις διατάξεις των άρθρων 1041, 1045, 1051, 974 ΑΚ, επίσης
στις διατάξεις των άρθρων 369, 1033, 509, 1142, 1143 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις
διατάξεις των άρθρων 70, 176, 191 παρ.2 ΚΠολΔ, Το
παρεπόμενο αίτημα να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή είναι μη νόμιμο ως
προς αμφότερες τις σωρευόμενες αγωγές [αναγνωριστική
και αρνητική αναγνωριστική], λόγω του αναγνωριστικού τους χαρακτήρα, καθώς
προσωρινά εκτελεστές κηρύσσονται μόνο οι καταψηφιστικές
διατάξεις της απόφασης, δοθέντος ως προς αυτές και μόνο η τελευταία συνιστά
εκτελεστό τίτλο, και όχι οι αναγνωριστικές ή αμιγώς διαπλαστικές διατάξεις
αυτής (ΕφΑθ 628/2003, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών
ΝΟΜΟΣ, Κεραμεύς/ Κονδύλης/ Νίκας (-Νικολόπουλος), ΚΠολΔ ΙΙ, 2000, άρθρο 904, αρ. 6
και 907, αρ. 3 ). Επίσης, μη νόμιμο τυγχάνει το
αίτημα να απειληθεί κατά των εναγομένων χρηματική
ποινή και προσωπική κράτηση για κάθε μελλοντική
διατάραξη της κυριότητας της ενάγουσας στο επίδικο, το οποίο είναι μη
νόμιμο και πρέπει να απορριφθεί, καθώς η διάταξη του άρθρου 947 παρ.1 του ΚΠολΔ προϋποθέτει κύριο αίτημα παράλειψης κάθε μελλοντικής
διατάραξης της κυριότητας, όπως επί αρνητικής αγωγής ή αγωγής περί προστασίας
της νομής, ενώ δεν είναι τέτοιο το αίτημα της διεκδικητικής ή αναγνωριστικής
αγωγής (ΑΠ 25/1978, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Επομένως, πρέπει η
κρινόμενη αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, να ερευνηθεί
περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, λαμβανομένου υπόψη ότι
περίληψή της εγγράφηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, κατά τη διάταξη του άρθρου 220 ΚΠολΔ, στα βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων στις 23 Οκτωβρίου 2019, στο τόμο …… και με αριθμό
…. [βλ. το προσκομιζόμενο με επίκληση από την ενάγουσα υπ’αριθμ……./23.10.2019
πιστοποιητικό της Υποθηκοφύλακα Ολυμπίων], ενώ για το
αντικείμενό της δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου (βλ. σχετικά με
την αντισυνταγματικότητα της επιβολής τέλους δικαστικού στις εκκρεμείς ενώπιον
του Πολυμελούς Πρωτοδικείου αναγνωριστικές αγωγές, των οποίων η συζήτηση
διεξάγεται μετά την 01η Ιανουαρίου 2020, κατά τα προβλεπόμενα στη διάταξη του
άρθρου 42 του Ν 4640/2019 (ΦΕΚ A΄ 190/30-11-2019), ΠΠΘεσ
246/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ
1768/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΠΠΘεσ
5352/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΛασιθ
24/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ ). Σημειωτέον
ότι, κατά την άποψη που το παρόν Δικαστήριο προκρίνει ως ορθότερη, δεν
απαιτείται η προσκομιδή πιστοποιητικού ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων
[ΕΝΦΙΑ](Ν.4223/2013), για το παραδεκτό της συζήτησης της κρινόμενης αγωγής,
καθώς η διάταξη που καθιερώνει το απαράδεκτο της συζήτησης, αν δεν προσκομιστεί
από τον διάδικο πιστοποιητικό μη οφειλής ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων
(ΕΝΦΙΑ), παραβιάζει και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 6
παρ.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου
και των θεμελιωδών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.) και τις διατάξεις των άρθρων 17, 20
και 25 του Συντάγματος, που κατοχυρώνουν αντίστοιχα το δικαίωμα ιδιοκτησίας, το
δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας και την αρχή της αναλογικότητας
(ΕφΚρητ19/2016, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Άλλωστε, δεν είναι δυνατόν
μία καθαρά φορολογική διάταξη, που δεν αφορά την προστασία των συναλλασσομένων σε σχέση με ακίνητα ή δεν επιδιώκει την
παροχή δικαστικής προστασίας, να αποτελεί ειδική διαδικαστική προϋπόθεση μιας
εμπράγματης αγωγής και προαπαιτούμενο προκειμένου να
εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας της διαφοράς, καθόσον οι διαδικαστικές
προϋποθέσεις της δίκης πρέπει να εξασφαλίζουν την ομαλή και απρόσκοπτη ροή της
διαδικασίας και να αποτελούν εγγυήσεις ορθής δικαστικής απόφασης (ΠΠΘεσ 15203/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
Επίσης, δεν απαιτείται προσκόμιση του εγγράφου περί δυνατότητας υπαγωγής της
διαφοράς σε διαμεσολάβηση και προσφυγής στην αρχική υποχρεωτική συνεδρία αυτής,
καθότι η κρινόμενη αγωγή ασκήθηκε με κατάθεση στις 08 Σεπτεμβρίου 2019 [αριθμ. εκθ. καταθ.
ΠΤ ./08.9.2019] και επίδοση στις 05 Νοεμβρίου 2019 και 01η Νοεμβρίου 2019 [στον
πρώτο και στην αρχικώς δεύτερη των εναγομένων,
αντίστοιχα, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθμ.
.Γ/05.11.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του
Εφετείου Αθηνών … και την υπ’ αριθμ. 4290 Γ/01.11.2019
έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών
…], ήτοι προ του χρόνου ενάρξεως του Ν.4640/2019 κατά το άρθρο 44 αυτού.
Η
δεύτερη εναγομένη με τις νομοτύπως κατατεθείσες
προτάσεις της ισχυρίζεται ότι δεν νομιμοποιείται παθητικά στην παρούσα δίκη.
Τον ισχυρισμό της αυτόν στηρίζει στο ότι μετά τον θάνατο της αρχικής δεύτερης εναγομένης, Γ…… Λ….. το γένος Ν…… Σ….., η οποία απέκτησε
την επικαρπία, πλην άλλων, και των επίδικων ακινήτων, δυνάμει του υπ’ αριθμ. ……/04.4.1997 συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πύργου
Ε Ψ……, από τον δικαιοπάροχο σύζυγό της
Ν Λ……., επήλθε συνένωση της ψιλής
κυριότητας με την επικαρπία, με αποτέλεσμα ο πρώτος εναγόμενος να αποκτήσει
πλέον την πλήρη κυριότητα αυτών και μόνο έναντι αυτού η ενάγουσα να δικαιολογεί
έννομο συμφέρον για την αναγνώριση της πλήρους κυριότητας, που ισχυρίζεται ότι
έχει στην επίδικη συνολική έκταση. Ο ισχυρισμός αυτός της εναγομένης,
με τον οποίο αμφισβητεί τα πραγματικά περιστατικά, που επικαλείται η ενάγουσα
προς θεμελίωση του ισχυρισμού της περί νομιμοποίησής της για τη συνέχιση της
δίκης, ως καθολική διάδοχος της αρχικής εναγομένης, συνιστά άρνηση της αγωγής [πρβλ.
Απαλλαγάκη Χ.-Σταματόπουλος Σ. ό.π.
[-Γεωργιάδης Γ.] υπό άρθρο 68 § 3, σελ. 244-245]. Επίσης, οι εναγόμενοι
αιτούνται την αναστολή της παρούσας δίκης έως την αμετάκλητη περάτωση της
δίκης, που ανοίχθηκε με τη με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΜΤ…./2018 αγωγή ενώπιον
του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, το οποίο με την υπ’ αριθμ.
…../2020 οριστική απόφασή του κηρύχθηκε καθ’ ύλην αναρμόδιο και παρέπεμψε την
υπόθεση προς εκδίκαση στο παρόν Δικαστήριο, ως καθ’ ύλην και κατά τόπο
Δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε την υπ’ αριθμ. …../2021
οριστική απόφασή του. Επί του αιτήματος
αυτού θα πρέπει να επισημανθούν τα ακόλουθα : Ο πρώτος εναγόμενος και η αρχικώς
δεύτερη εναγομένη άσκησαν κατά της νυν ενάγουσας
ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας την από 11ης Νοεμβρίου 2018 και με αριθμό έκθεσης
κατάθεσης ΜΤ…../2018 αγωγή, με την οποία ζήτησαν να κηρυχθεί άκυρη η ιδιόγραφη
διαθήκη του αποβιώσαντος στις 16 Απριλίου 1977 Θ….. Λ…… του Δ……, νομίμως
δημοσιευθείσα με τα υπ’ αριθμ. 1…../2010 πρακτικά του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, λόγω μη αναγραφής στο κείμενο αυτής της ημεροχρονολογίας συντάξεώς της, η οποία συνιστά τον
επικαλούμενο από την ενάγουσα τίτλο κτήσης της κυριότητάς
της στην επίδικη εδαφική έκταση. Επί της ως άνω αγωγής εκδόθηκε, κατά την
τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων, κατόπιν παραπομπής σε αυτό ως καθ’
ύλην αρμόδιο με την υπ’ αριθμ. …../2020 απόφαση του
Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, η υπ’αριθμ. …../2021
οριστική απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, με την οποία έγινε δεκτή ως βάσιμη
κατ’ ουσίαν η αγωγή και κηρύχθηκε άκυρη η ανωτέρω
ιδιόγραφη διαθήκη. Κατά της αποφάσεως αυτής […./2021] η τότε εναγομένη και νυν ενάγουσα άσκησε τη με αριθμό έκθεσης
κατάθεσης ……/…..01.2022 έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. …./2023
οριστική απόφαση του Εφετείου Πατρών, η οποία απέρριψε την έφεση ως
αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Σημειωτέον
ότι αντίγραφο της ανωτέρω απόφασης του Εφετείου Πατρών [υπ’ αριθμ.
…../2023] προσκομίστηκε στη Γραμματεία Πολυμελούς του παρόντος Πρωτοδικείου από
την πληρεξούσια Δικηγόρο των εναγομένων στις 13
Φεβρουαρίου 2023 κατόπιν σχετικής τηλεφωνικής ειδοποίησης από τη Γραμματέα του
παρόντος Δικαστηρίου στις 10 Φεβρουαρίου 2023, σε εκτέλεση σχετικού αιτήματος
της Εισηγήτριας Δικαστή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 227 ΚΠολΔ.
Συνεπώς, χάριν οικονομίας της δίκης και δοθείσας της έκδοσης τελεσίδικης
απόφασης επί της ανωτέρω αγωγής περί ακυρότητας της ιδιόγραφης διαθήκης, που
συνιστά προδικαστικό ζήτημα επί της κρινόμενης υπόθεσης, το αίτημα να αναβληθεί
η συζήτηση της κρινόμενης αγωγής κατά τη διάταξη του άρθρου 249 ΚΠολΔ πρέπει να απορριφθεί.
Οι
διατάξεις των άρθρων 421, 422 και 424 του ΚΠολΔ, οι
οποίες προστέθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 Ν. 4335/2015
(ΦΕΚ Α` 87/23.7.2015) και τροποποιήθηκαν στη συνέχεια με τα άρθρα 21, 22 και 23
του Ν. 4842/2021 (ΦΕΚ Α` 190/13.10.2021), τα οποία ισχύουν από 1.1.2022 (άρθρο
120 του Ν. 4842/2021), εφαρμόζονται και επί των εκκρεμών υποθέσεων (άρθρο 116
παρ. 1β του Ν. 4842/2021), κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος του ανωτέρω νόμου,
εφόσον αφορούν σε ένορκες βεβαιώσεις, ληφθείσες, μετά
την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, κατά τη γενικότερη αρχή του διαχρονικού
δικονομικού δικαίου, που εκφράζεται από τις διατάξεις των άρθρων 12, 21 εδ. β και 24 παρ. 1 εδ. α` του ΕισΝΚΠολΔ, σύμφωνα με τις οποίες διαδικαστικές πράξεις
απόδειξης του ΚΠολΔ (άρθρα 415 έως 420 και 421 έως
431) ρυθμίζονται και διέπονται από το δίκαιο που
ισχύει κατά τον χρόνο διενέργειάς τους, έστω και αν οι σχετικές αγωγές ή τα
ένδικα βοηθήματα ή τα ένδικα μέσα έχουν ασκηθεί προ της εν λόγω ημερομηνίας.
Μετά την ισχύ των ως άνω διατάξεων (από 01ης Ιανουαρίου 2022), το δικαστήριο
της ουσίας λαμβάνει υπόψη του, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, και ένορκες
βεβαιώσεις, υπό τις σε αυτές οριζόμενες προϋποθέσεις, την τήρηση των οποίων
έχει υποχρέωση το δικαστήριο της ουσίας να ερευνήσει όχι μόνο κατ` ένσταση,
αλλά και αυτεπαγγέλτως διότι η έλλειψή τους έχει ως συνέπεια ότι η ένορκη
βεβαίωση δεν είναι απλώς άκυρη, αλλά ανύπαρκτη ως αποδεικτικό μέσο [ΑΠ 23/2022,
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, βλ. όμως και αντίθετη άποψη, Γιαννόπουλος Π.
σε Απαλαγάκη Χ. – Σταματόπουλος Σ. Ο Νέος Κώδικας
Πολιτικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο μετά τους Ν. 4842 και 4855/2021, υπό
άρθρο 422, παρ. 12, σελ. 1366, σύμφωνα με τον οποίο : « ο διαχρονικού δικαίου
κανόνας του άρθρου 116 παρ. 1β του Ν. 4842/2021, ΦΕΚ Α 190/13.10.2021, είναι
ειδικότερος της ρύθμισης του άρθρου 12 ΕισΝΚΠολΔ.
Κατά συνεπή εφαρμογή του θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι το ratione
temporaris πεδίο εφαρμογής του άρθρου 424 ΚΠολΔ, όπως διαμορφώνεται με τον Ν. 4842/2021, αναφορικά με
τη δικονομική αξιολόγηση των αταξιών που παρεισφρήσαν κατά τη λήψη της
βεβαίωσης, καταλαμβάνει ακόμη και ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίες λήφθηκαν πριν
την έναρξη ισχύος των νέων ρυθμίσεων (01.01.2022), εφόσον πρόκειται να
χρησιμοποιηθούν σε εκκρεμείς δίκες, όπου η συζήτηση θα διεξαχθεί μετά την
έναρξη ισχύος του Ν.4842/2021»].
Από
την εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων, που προβλέπονται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ και οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν,
και συγκεκριμένα από τα έγγραφα, ορισμένα εκ των οποίων χρησιμεύουν για άμεση
απόδειξη και έτερα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων καθότι είναι επιτρεπτή
η χρήση του εμμάρτυρου μέσου [ΚΠολΔ
395 βλ. Απαλαγάκη Χ. -Σταματόπουλος Σ. ό.π. [-Χριστοδούλου], υπό άρθρο 339, §9, σελ.1250], την υπ’
αριθμ. …../14.01.2020 ένορκη βεβαίωση του Χρήστου
Μ……. του Δ….. και της Μ…. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων
Μ Π….., που προσκομίζει και επικαλείται
η ενάγουσα, η οποία δόθηκε επιμελεία της τελευταίας,
κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων της, όπως προκύπτει
από την υπ’ αριθμ. …../09.01.2020 έκθεση επίδοσης της
δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Μ Π…. και την υπ’ αριθμ.
…..Γ/09.01.2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του
Εφετείου Πατρών Α Α……. (στην αρχικώς δεύτερη εναγομένη),
την υπ’ αριθμ……./14.01.2020 ένορκη βεβαίωση της
Ευτυχίας Φ….. του Φ….. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων
Μ Π….., που προσκομίζει και επικαλείται
η ενάγουσα, η οποία δόθηκε επιμελεία της τελευταίας,
κατόπιν νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων της, όπως προκύπτει
από την υπ’ αριθμ. …..Γ/09.01.2020 έκθεση επίδοσης
της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Μ Π….. και
την υπ’ αριθμ. …..Γ/09.01.2020 έκθεση επίδοσης
του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών Α Α…… (στην αρχικώς δεύτερη εναγομένη),
την υπ’ αριθμ. ……/30.12.2021 ένορκη βεβαίωση του Δ…..
Α….. του Ι….. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων
Κ Μ……, που προσκομίζει και επικαλείται η
ενάγουσα παραδεκτά με την προσθήκη στις προτάσεις της, προς αντίκρουση των
ισχυρισμών και ενστάσεων των εναγομένων και της
κάτωθι υπ’ αριθμ. ……/2020 ένορκης βεβαίωσης, η οποία
δόθηκε επιμελεία της τελευταίας, κατόπιν νομότυπης
και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων της, όπως προκύπτει από τις υπ’αριθμ. ….. Γ/27.12.2021 και …..Γ/27.12.2021 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας
της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Μ
Π….., την υπ’αριθμ. …../2020 ένορκη βεβαίωση
των μαρτύρων Θ Σ…… του Ν , Γ Λ……. του Π , Α Μ…… του Κ
και Γ Μ…… του Κ , οι οποίες
δόθηκαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Ολυμπίων, επιμελεία των εναγομένων [πρώτος
εναγόμενος και αρχικώς δεύτερη εναγομένη], κατόπιν
νομότυπης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των αντιδίκων τους, όπως προκύπτει από τη
συνημμένη στην ένορκη βεβαίωση υπ’ αριθμ.
……../09.01.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του
Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηλείας, Α Ν……, σε συνδυασμό με την από
07ης Ιανουαρίου 2020 κλήση, εκ της οποίας, σύμφωνα και με τα όσα αναφέρονται
στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας, λαμβάνονται υπόψη οι βεβαιώσεις και των
τεσσάρων μαρτύρων, κατά τον ποσοτικό περιορισμό των πέντε ένορκων βεβαιώσεων
της διάταξης του άρθρου 422 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως είχε
προστεθεί με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, προτού τροποποιηθεί
με το άρθρο 23 του Ν.4842/2021, ΦΕΚ Α 190/13.10.2021, με έναρξη ισχύος κατά το
άρθρο 120 του Ν.4842/2021 από 01ης.01.2022, μολονότι με το άρθρο 116 παρ.1β του
Ν.4842/2021, ΦΕΚ Α 246/10.12.2021, το άρθρο 424 ΚΠολΔ,
όπως τροποποιήθηκε με το Ν.4842/2021, εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς υποθέσεις,
καθώς βάσει της γενικότερης αρχής διαχρονικού δικονομικού δικαίου, που εισάγει
το άρθρο 24 του ΕισΝΚΠολΔ, διαδικαστικές πράξεις
απόδειξης, που έγιναν κατά τις διατάξεις του δικαίου που ίσχυε πριν την
εισαγωγή του ΚΠολΔ, κρίνονται κατά το δίκαιο αυτό
[βλ. σχετ. και ΕφΑθ
3592/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, κατά την οποία για την εφαρμογή
της διάταξης του άρθρου 422 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως
τροποποιήθηκε με το Ν.4842/2021, κρίσιμη τυγχάνει η επίδοση της κλήσης στον
αντίδικο, δηλαδή , εάν έλαβε χώρα πριν την 01η.01.2022, εφαρμοστέα τυγχάνει η
ανωτέρω διάταξη, όπως προστέθηκε με το Ν.4335/2015 και προτού τροποποιηθεί με
το Ν.4842/2021 , ακόμα και εάν η ένορκη βεβαίωση ελήφθη μετά την 01.01.2022.],
και για τους δύο ομοδίκους, διότι γίνεται από κοινού
επίκληση αυτών [σημειωτέον ότι το γεγονός ότι η ίδια
ώρα λήψεως αναφέρεται για τις βεβαιώσεις όλων των μαρτύρων δεν καθιστά αυτές
απαράδεκτες, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η ενάγουσα, διότι η τελευταία δεν ισχυρίζεται
ότι υπέστη κάποια συγκεκριμένη δικονομική βλάβη από την επικαλούμενη ως άνω
πλημμέλεια, ενόψει και του ότι κατά την εξέταση των ενόρκως βεβαιούντων ο
αντίδικος εκείνου που επιμελείται της λήψεως αυτών δεν έχει δικαίωμα υποβολής
ενστάσεων και σε κάθε περίπτωση στην προκειμένη περίπτωση ουδεμία συγκεκριμένη
ένσταση επικαλείται η ενάγουσα βλ. σχετ. ΕφΑθ 3592/2022 ό.π.], χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ένορκη βεβαίωση της Ελένης Αβράμη
[υπ’ αριθμ.2/2020 ενώπιον της Ειρηνοδίκη Ολυμπίων],
καθώς το κείμενο αυτής έχει καθ’ ολοκληρίαν διαγραφεί, απορριπτομένου
ως αβάσιμου του ισχυρισμού της ενάγουσας περί μη προσήκουσας παράστασης της
πληρεξούσιας Δικηγόρου των εναγομένων κατά τη λήψη
των ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων των αντιδίκων της, λόγω μη έκδοσης
γραμματίου παράστασης, καθότι στην ανωτέρω υπ’ αριθμ.
…./2020 ένορκη βεβαίωση επισυνάπτεται το γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και
ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Ηλείας με αριθμό ……/14.01.2020 και γίνεται
μνεία της εκδόσεως αυτού με σχετική παραπομπή στο κείμενο της ένορκης
βεβαίωσης, τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους τοπογραφικά
διαγράμματα, που συνιστούν εξώδικες γνωμοδοτήσεις και δεν αποτελούν ιδιαίτερο
αποδεικτικό μέσο, αλλά αντιμετωπίζονται ως έγγραφο και εκτιμώνται ελεύθερα από
το Δικαστήριο κατά τη διάταξη του άρθρου 390 ΚΠολΔ
[ΑΠ 817/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1106/2019, Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΑΠ 1471/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Απαλαγάκη Χ.-Σταματόπουλος Σ. (- Μπαλογιάννη
Ε.), ό.π. υπό άρθρο 391, 1322-1323], τις φωτογραφίες,
που οι εναγόμενοι νόμιμα με επίκληση προσκομίζουν και των οποίων η γνησιότητα
δεν αμφισβητείται από την αντίδικο τους [ΚΠολΔ 443
παρ.3, 448 παρ.2, 457 παρ.4], καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που
λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως [άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ],
αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο Θ….. Λ…… του Δ….., ο οποίος
απεβίωσε στις 16 Απριλίου 1977, κατέλιπε με ιδιόγραφη
διαθήκη, η οποία δημοσιεύτηκε με το υπ’αριθμ……./21.4.2010
πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, μεταξύ άλλων ακινήτων, ένα ξηρικό αγροτεμάχιο κείμενο στη θέση «Σ……» της κτηματικής
περιφέρειας του Τοπικού Διαμερίσματος Κ….. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας Νομού
Ηλείας, εκτάσεως τεσσάρων χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων [4.000 τ.μ.] ή όσης
έκτασης και αν είναι πλέον ή έλαττον, συνορευόμενου, όπως περιγράφεται στη διαθήκη, βόρεια με
τάφρο, νότια με δημόσια δασική έκταση, ανατολικά με ιδιοκτησία Δημητρίου Φ…..
και δυτικά με ιδιοκτησία Αντωνίου Λ…... Με την υπ’ αριθμ.
…../26.5.2010 Πράξη Δήλωσης Αποδοχής Κληρονομίας της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων Μ Π…..-Π……,
που έχει νόμιμα μεταγραφεί στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων, στον τόμο ….. και με αύξοντα αριθμό ……, η
ενάγουσα αποδέχθηκε την επαχθείσα σε αυτήν κληρονομία
του πατρός της Θ…… Λ….. του Δ…... Το αγροτεμάχιο αυτό συνιστά την επίδικη
εδαφική αγροτική έκταση, συνολικού εμβαδού κατά νεότερη μέτρηση έξι χιλιάδων
εξακοσίων εξήντα τετραγωνικών μέτρων και πενήντα πέντε εκατοστών [6.660,55
τ.μ.], κείμενη στη θέση «Σ…….» του Δήμου
Αρχαίας Ολυμπίας, εκτός οριοθετημένου οικισμού της Τοπικής Κοινότητας Κ……., η
οποία αποτελείται από τα κάτωθι επιμέρους αγροτεμάχια και συγκεκριμένα από : Α]
ένα αγροτεμάχιο, με αριθμό κτηματογράφησης 15………., το
οποίο εμφαίνεται στο από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό
διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Δημητρίου Μ…… του Γεωργίου με τα στοιχεία
Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Λ-Μ-Ν-Ξ-Ο-Π-Ρ-Σ-Τ-Υ-Φ-Χ-Ψ-Ω-Α1-Β1-Α, έκτασης τριών χιλιάδων
τετρακοσίων σαράντα τεσσάρων τετραγωνικών μέτρων και ογδόντα επτά εκατοστών
[3.444,87 τ.μ.], το οποίο συνορεύει επί πλευράς Α-Β1-Α1-Ω-Ψ-Χ-Φ-Υ-Τ-Σ-Ρ-Π-Ο-Ξ,
μέτρων 10,12 + 6,50 +16,47 +8,64 +8,79 +13,87
+11,03+5,48+5,48+8,04+6,30+5,28+6,06 με αγροτική οδό, επί πλευράς Ξ-Ν, Ν-Μ, Μ-Λ
μέτρων 2,38 +7,81+7,58 με δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς Λ-Κ, μέτρων 5,80,
με δασική έκταση, επί πλευράς Κ-Ι-Θ, μέτρων 18,06 +16,25 με δασική έκταση, επί
πλευράς Θ-Η, μέτρων 7,15, και Η-Ζ, μέτρων 5,03, με δασική έκταση, επί πλευράς
Ζ-Ε, μέτρων 5,66, με δασική έκταση, επί πλευράς Ε-Δ, μέτρων 34,41, με δημόσια δασική
έκταση και πέραν αυτής με ρέμα, επί πλευράς Δ-Γ, μέτρων 27,66, με δημόσια
δασική έκταση, επί πλευράς Γ-Β, μέτρων 9,00, με δημόσια δασική έκταση, και επί
πλευράς Β-Α, μέτρων 10,33, με δημόσια δασική έκταση και Β] ένα έτερο
αγροτεμάχιο, με αριθμό κτηματογράφησης 1……….., το
οποίο εμφαίνεται στο από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό
διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Δ Μ…..
με τα στοιχεία
3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14-15-32-33-34-35-36-37-38-39-31-20-21-22-1-2-3,
συνολικής έκτασης τριών χιλιάδων διακοσίων δέκα πέντε τετραγωνικών μέτρων και
εξήντα οκτώ εκατοστών [3.215,68 τ.μ.], αποτελούμενο από δύο επιμέρους όμορα
αγροτεμάχια, μερικότερης έκτασης χιλίων τετρακοσίων πέντε τετραγωνικών μέτρων
και ενενήντα ενός εκατοστών [1.405,91 τ.μ.] και χιλίων οκτακοσίων εννέα τετραγωνικών
μέτρων και εβδομήντα επτά εκατοστών [1.809,77 τ.μ.], αντίστοιχα, το οποίο
συνορεύει επί πλευράς 3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14, μέτρων 6,77 + 10,68 + 10,67
+ 8,38 + 17,14+18,42+7,70+11,87+9,79+5,79+0,35,
με αγροτική οδό, επί πλευράς 14-15-32-33, μέτρων 4,12+13,07+5,74, με
δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς 33-34-35-36-37-38, μέτρων 15,64
+16,18+4,74+3,22+15,99 με δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς
38-39-31-20-21-22-1-2 , μέτρων 11,53 +29,45 +3,45+ 0,73+10,43+11,45 + 8,60 με
δημόσια δασική έκταση και επί πλευράς 2-3, μέτρων 12,60, με δημόσια δασική
έκταση. Το ανωτέρω υπό στοιχείο [Β] αγροτεμάχιο, έκτασης 3.215,68 τ.μ.,
αποτελείται από δύο επιμέρους όμορα αγροτεμάχια, εκ των οποίων το ένα
αγροτεμάχιο, έκτασης χιλίων τετρακοσίων πέντε τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα
ενός εκατοστών (1.405,91 τ.μ.), εμφαίνεται στο ανωτέρω από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό
διάγραμμα και συνορεύει επί πλευράς 3-4-5-6-7-8-9-10-11-12-13-14, μέτρων 6,77 +
10,68 +10,67 +8,38 +17,14 +18,42+7,70+11,87+9,79+5,79+0,34, με αγροτική οδό, επί πλευράς 14-15, μέτρων
4,12, με δημόσια δασική έκταση, επί πλευράς 15-16-17-18-19-20, μέτρων
19,98+18,22+17,69+18,87+12,05, με έτερο όμορο αγροτεμάχιο της ενάγουσας, επί
πλευράς 20-21-22-1-2, μέτρων 0,73+ 10,43+ 11,45+ 8,60, με δημόσια δασική έκταση
και επί πλευράς 2-3, μέτρων 12,60, με δημόσια δασική έκταση και το έτερο
αγροτεμάχιο, έκτασης χιλίων οκτακοσίων εννέα τετραγωνικών μέτρων και εβδομήντα
επτά εκατοστών [1.809,77 τ.μ.], εμφαίνεται στο
ανωτέρω από Ιουνίου 2018 τοπογραφικό διάγραμμα και συνορεύει επί πλευράς
20-19-18-17-16-15, μέτρων 12,05+18,87+17,69+18,22+19,98, με όμορο αγροτεμάχιο
της ενάγουσας, επί πλευράς 15-32-33, μέτρων 13,07 +5,74, με δημόσια δασική
έκταση, επί πλευράς 33-34-35-36-37-38, μέτρων 15,64 +16,18 +4,74+3,22 +15,59,
με δημόσια δασική έκταση και επί πλευράς 38-39-31-20, μέτρων 11,53+29,45+3,45,
με δημόσια δασική έκταση. Το ανωτέρω επιμέρους αγροτεμάχιο, έκτασης χιλίων
τετρακοσίων πέντε τετραγωνικών μέτρων και ενενήντα ενός τετραγωνικών εκατοστών
(1.405,91 τ.μ.), με την υπ’ αριθμ. 1….. απόφαση της
Επιτροπής Εξέτασης Αντιρρήσεων Δασικού Χάρτη τοπικής/δημοτικής Κοινότητας Κάμενας του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας Περιφερειακής Ενότητας
Ηλείας χαρακτηρίζεται ως μη δασική έκταση, ενώ το ανωτέρω έτερο επιμέρους
αγροτεμάχιο, έκτασης χιλίων οχτακοσίων εννέα τετραγωνικών μέτρων και εβδομήντα
επτά τετραγωνικών εκατοστών (1.809,77 τ.μ.), με την ίδια ως άνω υπ’αριθμ.1….
απόφαση χαρακτηρίζεται ως δασική έκταση, ωστόσο η ενάγουσα έχει υποβάλει την
υπ’ αριθμ.πρωτ………../4/2019 αίτηση υπαγωγής στο
Δασαρχείο Πύργου, προκειμένου να της παραχωρηθεί κατά το άρθρο 67 Ν.998/1979.
Με την υπ’ αριθμ. …./2021 ήδη τελεσίδικη απόφαση του
Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, που έκρινε επί της από 11ης Νοεμβρίου 2018 και
με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΜΤ…./22.11.2018 αγωγής του πρώτου εναγόμενου κατά
της νυν ενάγουσας, η ανωτέρω ιδιόγραφη διαθήκη του αποβιώσαντος Θ…… Λ….. του
Δ….., που δημοσιεύθηκε νόμιμα με τα υπ’αριθμ.1…../2010 πρακτικά του Μονομελούς
Πρωτοδικείου Ηλείας κατά τη συνεδρίαση της 21ης Απριλίου 2010, αναγνωρίστηκε
ότι είναι άκυρη. Ειδικότερα, με την ανωτέρω απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου [υπ’αριθμ…../2021], που δημοσιεύθηκε στις 06 Δεκεμβρίου
2021, κρίθηκε ότι η έλλειψη χρονολογίας συντάξεως της ανωτέρω ιδιόγραφης
διαθήκης, η οποία δεν μπορεί να αναπληρωθεί από κάποιο προσδιοριστικό στοιχείο
αυτής, είτε βάσει του περιεχομένου της είτε έξω από αυτό, καθιστά τη διαθήκη
άκυρη. Επί της εφέσεως (αριθμός έκθεσης κατάθεσης …../19.01.2022), που ασκήθηκε
από την νυν ενάγουσα κατά της αποφάσεως αυτής [υπ’ αριθμ…../2021],
εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. …./2023 απόφαση του Εφετείου
Πατρών, που απέρριψε την έφεση ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν
Η διαθήκη ως μονομερή δικαιοπραξία απευθυντέα, αιτία
θανάτου, εάν πάσχει ακυρότητα, κατά τη διάταξη του άρθρου 180 ΑΚ θεωρείται ως
μη γενόμενη και δεν παράγει τα έννομα αποτελέσματα, στα οποία αποβλέπει η
δήλωση βουλήσεως που περιέχει, ήτοι εν προκειμένω το να περιέλθει η επίδικη
εδαφική έκταση στην ενάγουσα αιτία εκ διαθήκης κληρονομικής διαδοχής. Συνεπώς,
λαμβανομένης υπόψη της ακυρότητας αυτής, η ανωτέρω ιδιόγραφη διαθήκη, σε
συνδυασμό με την προαναφερθείσα αποδοχή κληρονομίας, δεν συνιστά νόμιμο τίτλο
κτήσης κυριότητας της ενάγουσας επί της επίδικης εδαφικής έκτασης. Επομένως, η
αγωγή κατά την κύρια βάση αυτής, που στηρίζεται στην εκ διαθήκης κληρονομική
διαδοχή, ως παράγωγο τρόπο κτήσης κυριότητας από την ενάγουσα, είναι αβάσιμη
κατ’ ουσίαν και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω
αποδείχθηκε ότι, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …../04.4.1997
συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Πύργου Ηλείας Ε
Α……-Ψ……, νομίμως μεταγεγραμμένου στα βιβλία
μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων, στον τόμο
…. και αριθμό …., ο πατέρας του πρώτου εναγόμενου και νόμιμος σύζυγος της
αρχικώς δεύτερης εναγομένης και αδερφός της
ενάγουσας, Ν…… Λ…… του Θ, μεταβίβασε αιτία γονικής παροχής στον πρώτο εναγόμενο
την ψιλή κυριότητα, μεταξύ άλλων, ενός αγροτεμαχίου, έκτασης δύο χιλιάδων
τριακοσίων εξήντα τριών τετραγωνικών μέτρων και ογδόντα εκατοστών [2.363,80
τ.μ.], κείμενο στη θέση «Σ…….» της Τοπικής Κοινότητας Κ…… Ηλείας, το οποίο εμφαίνεται στο από μηνός Φεβρουαρίου 1997 τοπογραφικό
διάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού Σωτηρίου Α……, με τα κεφαλαία
αλφαβητικά στοιχεία Α-Β-Γ-Δ-Ε-Α, και συνορεύει ανατολικά, σε πλευρά ΓΔ, μέτρων
20, με δασική έκταση, νότια, σε πλευρά ΑΒΓ, συνολικού μήκους μέτρων 110, με
αγροτικό δρόμο, δυτικά, σε πλευρά Α-Ε, μέτρων 30, με ιδιοκτησία Σ Θ…… και βόρεια, σε πλευρά ΔΕ, μέτρων 105, με
ρέμα, και ενός έτερου αγροτεμαχίου, έκτασης χιλίων
πεντακοσίων πενήντα τριών τετραγωνικών μέτρων και σαράντα τεσσάρων εκατοστών
(1.553,44 τ.μ.), το οποίο εμφαίνεται στο από μηνός
Φεβρουαρίου 1997 τοπογραφικό σχεδιάγραμμα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού
Σ Α….., με τα κεφαλαία αλφαβητικά
στοιχεία Α.Β.Γ.Δ.Ε.Α. και συνορεύει ανατολικά, σε πλευρά Δ-Ε, μέτρων 64,40, με
δασική έκταση, νότια, σε πλευρά Γ-Δ, μέτρων 20, με δασική έκταση, δυτικά, σε
πλευρά ΑΒΓ, συνολικού μήκους μέτρων 70, με αγροτικό δρόμο, και βόρεια, σε
πλευρά Α-Ε, μέτρων 30,24, με δασική έκταση. Με το ίδιο ως άνω υπ’αριθμ…../1997 συμβόλαιο γονικής παροχής ο Ν…… Λ…… του
Θεόδωρου παρακράτησε υπέρ του ιδίου και της συζύγου του, αρχικώς δεύτερης εναγομένης, την επικαρπία. Η ανωτέρω υπ’ αριθμ. …../04.4.1997 συμβολαιογραφική πράξη γονικής
παροχής δεν υπεγράφη αυτοπροσώπως από
τον Ν Λ…… αλλά από τον πληρεξούσιο,
αντιπρόσωπο και αντίκλητο αυτού Θ…… Σ….. του Ν
και της Β, δυνάμει του υπ’αριθμ……./31.3.1997
ειδικού πληρεξουσίου του Συμβολαιογράφου Ελευσίνας Μ Ε….., στον οποίο δόθηκε η ειδική εντολή, το
δικαίωμα και η πληρεξουσιότητα να προβεί σε παροχή περιουσίας κατά την έννοια
των διατάξεων του άρθρου 1509 ΑΚ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το
Ν.1329/1983, προς τα τέκνα του (εντολέα) Δ…. Λ….. (δεύτερη των καθ’ ων η κλήση
– εναγομένη) και Θ….. Λ…… (πρώτο εναγόμενο), με
αντικείμενο οποιαδήποτε ακίνητά του είτε αγροτικά είτε αστικά είτε οριζόντιες
ιδιοκτησίες του Ν.3741/1929 ευρισκόμενα στην κτηματική περιφέρεια της Κοινότητας Κ….. Ηλείας. Με το πληρεξούσιο
αυτό, το οποίο υποβλήθηκε στον συμβολαιογραφικό τύπο που απαιτείται για τη
δικαιοπραξία που αφορά η πληρεξουσιότητα, ο Ν
Λ…… [πληρεξουσιοδότης] παρείχε στον Θ….. Σ…..
την εξουσία να καταρτίσει δικαιοπραξία στο όνομά του. Πρόκειται δε για ειδική
πληρεξουσιότητα, η οποία αφορά την κατάρτιση συγκεκριμένων δικαιοπραξιών κατά
τη νομική τους αιτία [αιτία γονικής παροχής], μεταξύ συγκεκριμένων προσώπων και
έχει ως αντικείμενο ακίνητα, κείμενα στη
Τοπική Κοινότητα Κ….. Ηλείας, τα οποία ανήκαν στον αντιπροσωπευόμενο πληρεξουσιοδότη. Η πληρεξουσιότητα αυτή είναι ορισμένη και
δεν πάσχει ακυρότητα, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η ενάγουσα. Επιπλέον ο
ισχυρισμός της ενάγουσας, ότι κατά την κατάρτιση του πληρεξουσίου ο Ν Λ……, λόγω
της ανίατης ασθένειας από την οποία έπασχε, είχε απολέσει
βασικές λειτουργίες, μεταξύ των οποίων και η συνείδηση, και επιπλέον εμφάνιζε
και άνοια, έτσι ώστε να αναιρείται η δικαιοπρακτική ικανότητά του, είναι
ουσιαστικά αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί διότι κάτι τέτοιο δεν προέκυψε από
κανένα από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία. Άλλωστε, σύμφωνα και με τα
όσα ειδικότερα αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχεία (X) νομική σκέψη της
παρούσας, ελάττωμα της πληρεξουσιότητας, που έχει ως συνέπεια ο πληρεξούσιος να
ενεργεί άνευ ή καθ’ υπέρβαση αυτής, δεν καθιστά άκυρη την κύρια σύμβαση, απλώς
το κύρος και η δεσμευτικότητά της έναντι του αντιπροσωπευομένου
εξαρτώνται από την έγκρισή του και συνεπώς, μέχρι της εγκρίσεώς της ή της
αποκρούσεως (αποποιήσεως) εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου,
αυτή είναι ατελής και μετέωρη, με την έννοια ότι προσωρινώς δεν παράγει
αποτελέσματα, μέχρι εγκρίσεως ή αποποιήσεως εκ μέρους του αντιπροσωπευομένου
ή «υπαναχωρήσεως» του αντισυμβαλλόμενου κατά το άρθρο 230 ΑΚ ή παρόδου της
τασσόμενης υπ` αυτού εύλογου προς έγκριση προθεσμίας κατά το άρθρο 229 εδ.β` του ΑΚ. Με το προαναφερόμενο υπ’ αριθμ.
……/1997 συμβόλαιο ο Ν Λ……. μεταβιβάζοντας το επίδικο ακίνητο στον πρώτο
εναγόμενο, αιτία γονικής παροχής, παρακράτησε την επί αυτού επικαρπία υπέρ του
εαυτού του και τρίτου και συγκεκριμένα υπέρ της αρχικώς δεύτερης εναγομένης. Ο Ν Λ……
μεταβιβάζοντας την ψιλή κυριότητα και παρακρατώντας το δικαίωμα της επικαρπίας,
απέκτησε δουλεία σε ξένο πράγμα, με την έννοια ότι μεταβιβάστηκε η ψιλή
κυριότητα σε τρίτο χωρίς να μετατεθεί η επικαρπία. Σύμφωνα και με τα όσα
αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχεία [VIII] νομική σκέψη της παρούσας, για τη
μεταβίβαση της κυριότητας και τη σύσταση της επικαρπίας δεν καταρτίζεται μια
μόνο δικαιοπραξία, διότι αυτό θα προϋπέθετε ότι η επικαρπία υπάρχει ήδη στο
πρόσωπο του κυρίου, σαν ιδιαίτερο δικαίωμα ανεξάρτητο από την κυριότητα. Στο
ανωτέρω υπ’ αριθμ. ./1997 συμβόλαιο, που συνιστά μια
ενιαία εξωτερική πράξη, σωρεύονται δύο αυτοτελείς δικαιοπραξίες. Για τη
μεταγραφή αρκεί να προσκομιστεί το μοναδικό αυτό συμβόλαιο, ο υποθηκοφύλακας
όμως οφείλει να μεταγράψει αυτοτελώς τις ενσωματωθείσες
στο συμβόλαιο αυτές δικαιοπραξίες, ήτοι να σημειώσει δύο φορές στο βιβλίο
μεταγραφών το όνομα κάθε συμβαλλομένου, του ενός (Ν Λ…….) ως δικαιοδότη της κυριότητας και ως δικαιούχου της επικαρπίας
και του άλλου (πρώτου εναγομένου) ως δικαιοδότη της επικαρπίας και ως δικαιούχου της κυριότητας.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν προέκυψε ότι κατά τη μεταγραφή του ανωτέρω υπ’ αριθμ. ……/1997 συμβολαίου γονικής παροχής στα βιβλία
μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων σημειώθηκε
στο βιβλίο μεταγραφών δύο φορές το όνομα κάθε συμβαλλομένου, ήτοι του Ν Λ…… του
Θ, εκτός από δικαιοδότη της κυριότητας και δικαιούχου
της επικαρπίας, και του πρώτου εναγομένου, εκτός από
δικαιούχου της κυριότητας και δικαιοδότη της
επικαρπίας, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται μεταγραφή της δικαιοπραξίας σύστασης
επικαρπίας και ο Ν Λ….. να μην αποκτήσει την επικαρπία. Περαιτέρω ο μεταβιβάζων
την κυριότητα Ν Λ…… του Θ παρακράτησε την επικαρπία και υπέρ τρίτου και
συγκεκριμένα υπέρ της συζύγου του, αρχικώς δεύτερης εναγομένης,
Γ…… Λ……., το γένος Ν Σ…... Επειδή δε η
τελευταία δεν μετείχε στην κατάρτιση του ανωτέρω συμβολαίου συστάσεως
επικαρπίας, πρόκειται για εμπράγματη σύμβαση υπέρ τρίτου. Και στην περίπτωση
αυτή στο ανωτέρω συμβόλαιο υποκρύπτονται δύο συμβάσεις, αφενός εκείνη της
μεταβίβασης της κυριότητας και αφετέρου η σύσταση από τον αποκτώντα (ο οποίος
επέχει θέση υποσχεθέντος με δέκτη της υποσχέσεως τον
μεταβιβάζοντα βλ. σχετ. Χαρίτου Η.Δ. ό.π. σελ. 22) επικαρπίας υπέρ τρίτου. Πλην, όμως, δεν
αποδείχθηκε ότι υπήρξε μεταγραφή της ανωτέρω συμβολαιογραφικής πράξης επ’ ονόματι της αρχικώς δεύτερης εναγομένης,
με αποτέλεσμα η τελευταία να μην καταστεί επικαρπώτρια
του επίδικου ακινήτου [πρβλ. σχετ.
ΕφΠατρ 278/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»]. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η αρχικώς δεύτερη εναγομένη δεν κατέστη επικαρπώτρια
του επίδικου ακινήτου. Σε κάθε περίπτωση με τον θάνατο του επικαρπωτή επέρχεται
απόσβεση της επικαρπίας, η οποία επιστρέφει στην κυριότητα, από την οποία
αποσπάστηκε και συνενώνεται με αυτήν ώστε να καταστεί πλήρης. Εάν δε συμφωνηθεί
το κληρονομητό της επικαρπίας, κατά παρέκκλιση του άρθρου 1168 ΑΚ, αυτή δεν
μεταβαίνει επ’ άπειρον στους κληρονόμους του επικαρπωτή, με διαδοχικές
μεταβιβάσεις. Εν προκειμένω, η καθ’ ης η
κλήση-δεύτερη εναγομένη, …, δεν κατέστη καθολική
διάδοχος της αρχικώς δεύτερης εναγομένης μητέρας της
επί της επικαρπίας του επίδικου ακινήτου, καθώς, πέραν του ότι δεν ορίστηκε το
κληρονομητό της επικαρπίας, με αποτέλεσμα κατά τον χρόνο θανάτου της επικαρπώτριας να επέρχεται απόσβεσή της, όπως αποδείχθηκε η
τελευταία δεν απέκτησε την επικαρπία του επίδικου ακινήτου. Συνεπώς η κρινόμενη
αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν ως
προς την καθ’ ης η κλήση δεύτερη εναγομένη.
Περαιτέρω, τα ανωτέρω δύο αγροτεμάχια, τα οποία ταυτίζονται με την επίδικη
συνολική αγροτική έκταση, όπως δεν αμφισβητείται από τον πρώτο εναγόμενο,
περιήλθαν στον άμεσο δικαιοπάροχο του πρώτου εναγομένου,
Ν Λ…… του Θ, κατόπιν άτυπης δωρεάς το 1960 από τον πατέρα του Θ Λ…… του Δ…... Ο Ν Λ….. από το 1960 έως και τον θάνατό του στις
05 Ιουνίου 1997 κατείχε και νεμόταν τα ανωτέρω ακίνητα με καλή πίστη και
διάνοια κυρίου, συνεχώς και αδιαταράκτως, ασκώντας
επί αυτών τις προσιδιάζουσες στη φύση τους ως
αγροτικών ακινήτων πράξεις νομής για χρονικό διάστημα μείζον της εικοσαετίας
και συγκεκριμένα για χρονικό διάστημα τριάντα πέντε [35] ετών. Ειδικότερα ασχολείτο συστηματικά με την
καλλιέργεια ελαιόδεντρων επί αυτών, την συλλογή του ελαιόκαρπου και λάμβανε
αγροτικές επιδοτήσεις. Τούτο προκύπτει από το υπ’ αριθμ.
πρωτ. …../27.10.1992 πιστοποιητικό ιδιοκτησίας ελαιοκτημάτων, κατά το οποίο ο Ν Λ….. του Θ, πλην άλλων, σε
αίτησή του δήλωσε δεκαπέντε [15] ελαιόδεντρα σε δέκα [10] στρέμματα στη θέση
«Σ……» της Τοπικής Κοινότητας Κ…… προκειμένου να κριθεί δικαιούχος της ενίσχυσης
στην παραγωγή του ελαιόλαδου. επίσης,
από το από το έτος 1990 έντυπο ανάλυσης του τρόπου αξιοποίησης των εκτάσεων της
εκμετάλλευσης, στο οποίο ο Ν Λ….. δήλωσε
ως τρόπο αξιοποίησης πέντε [5] ιδιόκτητων στρεμμάτων στη θέση «Σ……» την
καλλιέργεια ελαιόδεντρων, και από την από 04ης
Νοεμβρίου 1992 δήλωση καλλιέργειας για οικονομική ενίσχυση στην παραγωγή
του ελαιόλαδου, στην οποία ο Ν Λ…..
δήλωσε έκταση δέκα [10] στρεμμάτων στη θέση «Σ…..» με δεκαπέντε (15) παραγωγικά
ελαιόδεντρα. Ο ισχυρισμός της ενάγουσας ότι είχε παραχωρήσει στον άμεσο
δικαιοπάροχο του πρώτου εναγόμενου το δικαίωμα να δηλώνει τα ελαιόδεντρα της
επίδικης εδαφικής έκτασης, προκειμένου να παίρνει ο ίδιος τις επιδοτήσεις,
είναι αβάσιμος κατ’ ουσίαν και πρέπει να απορριφθεί,
καθώς περί τούτου κατέθεσε μόνο ο μάρτυρας της ενάγουσας, υιός της, Δ Α….., και όχι και κάποιο έτερο πρόσωπο,
κάτοικος της περιοχής, το οποίο, εάν η ενάγουσα ήδη από το 1980 είχε
παραχωρήσει στον Ν Λ…… το δικαίωμα να
δηλώνει τα ελαιόδεντρα στο όνομά του, θα το γνώριζε, ενώ ο ισχυρισμός της αυτός
αντιφάσκει με τον έτερο ισχυρισμό της, ότι από το 1967, που απέκτησε τη νομή
της επίδικης έκτασης, η ίδια την καλλιεργεί και συλλέγει τον ελαιόκαρπο.
Επιπλέον, ο Ν Λ….. καλλιεργούσε με καλαμπόκι, καθάριζε,
όργωνε και έσπερνε τα ανωτέρω
ακίνητα, ενώ μετά τον θάνατό του ο πρώτος εναγόμενος συνέχιζε να καλλιεργεί σε
αυτά ελιές και να τα καθαρίζει με μηχανήματα. Μάλιστα ο Ν Λ…. το 1997, ότε και
είχε πλέον συμπληρώσει τριανταπέντε έτη νομής, δήλωσε τα επίδικα αγροτεμάχια
κατά πλήρη κυριότητα. Με την άσκηση εμφανών υλικών ενεργειών νομής ακωλύτως στα
επίδικα ακίνητα, που προσιδίαζαν στη φύση και στον προορισμό τους και κατά την
αντικειμενική συναλλακτική πίστη ήταν δηλωτικές εξουσιάσεως
αυτών κατά τρόπο διαρκή και σταθερό με διάνοια κυρίου, με την πάροδο είκοσι
ετών από το 1960 ο Ν Λ….. απέκτησε αυτά
κατά πλήρη κυριότητα, την οποία το 1997 μεταβίβασε με συμβόλαιο γονικής παροχής
στον πρώτο εναγόμενο υιό του, ο οποίος έκτοτε έχει την κυριότητά τους και τα
νέμεται. Αντιθέτως η ενάγουσα ουδέποτε από το 1967 είχε τη νομή των ακινήτων
και δεν άσκησε επί αυτών υλικές πράξεις νομής. Τα ανωτέρω προκύπτουν από τις
ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων Θ Σ…..,
Γ Λ…. και Α Μ….., οι οποίοι, πλην του
πρώτου, είναι κάτοικοι Κάμενας Αρχαίας Ολυμπίας και
αγρότες στο επάγγελμα, έχουν δε εκτελέσει αγροτικές εργασίες στην επίδικη
έκταση κατ’ εντολή του πρώτου εναγομένου.
Συγκεκριμένα ο μάρτυρας Α Μ….. κατέθεσε
ότι από το 2008 ο πρώτος εναγόμενος του αναθέτει τη συλλογή του ελαιόκαρπου, το
κλάδεμα και τη συντήρηση των ελαιόδεντρων, με αμοιβή ένα ποσοστό επί του
ελαιόλαδου, και ότι για πολλά χρόνια διερχόμενος από την επίδικη έκταση,
προκειμένου να μεταβεί στο αγροτεμάχιό του έβλεπε τους γονείς του πρώτου εναγομένου, Ν και Γ
Λ….., να καλλιεργούν στα επίδικα τριφύλλι. Μάλιστα δύο από τους μάρτυρες, οι Θ
Σ….. και Γ Λ….., αναφέρονται στο ίδιο
περιστατικό της πρόκλησης ζημίας στην επίδικη εδαφική έκταση από εταιρεία, που
έβγαζε χώμα από αυτό για την κατασκευή του τμήματος Αρχαίας Ολυμπίας-Λούβρο του
δρόμου Τρίπολης – Πύργου, εκ των οποίων ο πρώτος καταθέτει ότι μετέβη με τον
πρώτο εναγόμενο στο επίδικο, όπου του υπέδειξε τη ζημία, και ο δεύτερος ότι ο
πατέρας του Π Λ….. ειδοποίησε τον πρώτο
εναγόμενο να μεταβεί άμεσα στην Κ….., προκειμένου να διαπιστώσει τη ζημία. Η
νομή των επίδικων ακινήτων από τον πρώτο εναγόμενο προκύπτει και από τις
φωτογραφίες, που προσκομίζει με επίκληση ο τελευταίος και απεικονίζουν σε τμήμα
της επίδικης εδαφικής έκτασης μηχάνημα έργου και χωματουργικές εργασίες, που
προφανώς σχετίζονται με την ανωτέρω εταιρεία. Σε μια δε από τις προσκομιζόμενες
φωτογραφίες δίπλα από το μηχάνημα έργου απεικονίζεται ιδιωτικής χρήσεως
επιβατικό αυτοκίνητο ερυθρού χρώματος, ιδιοκτησίας του πρώτου εναγομένου, και δύο γυναίκες εκτός αυτού, η μητέρα και η
πεθερά του, όπως ισχυρίζεται ο τελευταίος και δεν αμφισβητείται από την
αντίδικό του. Η λήψη των φωτογραφιών αυτών από τον πρώτο εναγόμενο σε χρόνο
προγενέστερο της άσκησης της αγωγής και συγκεκριμένα το 2018 αποτελεί ισχυρή
ένδειξη ότι ευρίσκετο στη νομή των επίδικων ακινήτων.
Αντίθετο συμπέρασμα και συγκεκριμένα ότι η ενάγουσα απέκτησε τη νομή της
επίδικης εδαφικής έκτασης κατόπιν άτυπης διανομής το 1967 από τον πατέρα της
Θεόδωρο Λ….. και έκτοτε ασκεί επί αυτής διακατοχικές
πράξεις, δεν μπορεί να εξαχθεί από τις ένορκες βεβαιώσεις που αυτή προσκομίζει,
καθότι οι μάρτυρες Χ Μ….., Ευτυχία Φ…..,
Δ Α….. αναφέρονται γενικά σε διακατοχικές πράξεις της ενάγουσας στο επίδικο σε βάθος
χρόνου, χωρίς αυτές ωστόσο να επιβεβαιώνονται και από τα λοιπά προσκομισθέντα
αποδεικτικά μέσα. Ενισχυτικό στοιχείο του ότι η ενάγουσα ουδέποτε απέκτησε τη νομή της επίδικης
εδαφικής έκτασης και δεν άσκησε εμφανείς υλικές πράξεις νομής σε αυτή συνιστά
και το ότι, μολονότι τα επίδικα ακίνητα, που συνθέτουν αυτή, είναι αγροτεμάχια
– ελαιοστάσια και τουλάχιστον τα δύο επιμέρους
ποτιστικά, καθότι ανάμεσά τους διέρχεται αυλάκι, δεν προσκομίζει δηλώσεις
καλλιέργειας, πιστοποιητικά ιδιοκτησίας ελαιοκτημάτων,
αναλύσεις τρόπου αξιοποίησης εκτάσεων, όπως πράττει ο πρώτος εναγόμενος.
Άλλωστε η ενάγουσα ενώ ισχυρίζεται ότι απέκτησε τη νομή των επίδικων ακινήτων σε
όλη τους την έκταση το 1967 κατόπιν άτυπης διαμονής και νεμόταν αυτά διανοία κυρίας, αντιφατικά ισχυρίζεται με την αγωγή, ότι
έως το 2010, ότε και δημοσιεύθηκε η διαθήκη του πατέρα της, νεμόταν τα επίδικα
αγροτεμάχια κατά ποσοστό 33,34 % εξ αδιαιρέτου κατά τις διατάξεις της εξ
αδιαθέτου διαδοχής, γεγονός το οποίο προκύπτει και από τις δηλώσεις Ε9, που
προσκομίζει. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η ενάγουσα δεν έχει αποκτήσει την
κυριότητα της επίδικης εδαφικής έκτασης πρωτότυπα με έκτακτη χρησικτησία, διότι
από το 1960 και εντεύθεν δεν νεμόταν αυτή.
Κατ’
ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ουσίαν. Το
αίτημα του πρώτου εναγομένου να διαγραφούν οι εννέα
[9] πρώτοι στίχοι της σελίδας [8] των προτάσεων της ενάγουσας, κατά τη διάταξη
του άρθρου 206 ΚΠολΔ, ως ποινή τάξης, διότι περιέχει
ανάρμοστες για τον άμεσο δικαιοπάροχό του φράσεις σε σχέση με την κατάσταση της
υγείας του κατά τον χρόνο σύναψης του ανωτέρω ειδικού πληρεξουσίου και του
προαναφερόμενου συμβολαίου γονικής παροχής, πρέπει να απορριφθεί διότι
πρόκειται για αξιολογικές κρίσεις χωρίς πρόθεση εξυβρίσεως, καταφρόνησης και
ονειδισμού. Τέλος τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ
τους, λόγω της δυσχέρειας εφαρμογής των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν,
αφενός επί ζητήματος δικονομικού δικαίου, ως προς την επαναφορά της αγωγής για
συζήτηση κατόπιν βιαίας διακοπής της δίκης συνεπεία
θανάτου διαδίκου, και αφετέρου επί ζητήματος ουσιαστικού δικαίου, ως προς τη
μεταγραφή του τίτλου με τον οποίο μετατίθεται η κυριότητα και συστήνεται η
επικαρπία, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ
αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ
την αγωγή.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ
τη δικαστική δαπάνη των διαδίκων μεταξύ τους.
ΚΡΙΘΗΚΕ
και αποφασίσθηκε με την ίδια σύνθεση στις 8 Μαρτίου 2023, και δημοσιεύθηκε σε
έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πύργο, με διαφορετική
σύνθεση, επειδή η Πρόεδρος Πρωτοδικών Αικατερίνη Τσουρούτη
μετατέθηκε, αποτελούμενη από τους Πανωραία Σπανού,
Πρόεδρο Πρωτοδικών, Βασιλική Ρέππα, Αικατερίνη – Μαρία Μπελδέκου,
Πρωτοδίκες, και την ίδια Γραμματέα, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων
δικηγόρων τους, στον ίδιο τόπο, στις 10 Μαρτίου 2023.
Η
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ