ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΔΠρΑθ 9670/2021
Συνταξιούχοι ΕΦΚΑ ΤΑΝ - Περικοπές και μειώσεις
συντάξεων - Αντισυνταγματικότητα ρύθμισης -.
Αγωγή
με την οποία ζητείται η καταβολή νομιμοτόκως ποσού το
οποίο αντιστοιχεί σε ποσά παρανόμως, κατά τους ισχυρισμούς της ενάγουσας, παρακρατηθέντων
από την κύρια σύνταξη που ελάμβανε από το ΕΤΑΑ-ΤΑΝ και στη συνέχεια από τον
ΕΦΚΑ. Οι περικοπές που επιβλήθηκαν με βάση τις προβλέψεις του πρώτου Μνημονίου
και του πρώτου Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου δεν παραβιάζουν διατάξεις του Συντάγματος
και την αρχή της αναλογικότητας ούτε και αντίκεινται στο Πρώτο Πρόσθετο
Πρωτόκολλο της ΕΣΔΑ. Οι περικοπές και η αναδρομική μείωση που επήλθε με τους ν.
4046/2012 και 4093/2021 έχουν κριθεί αντισυνταγματικές από την Ολομέλεια του
ΣτΕ. Οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των τελευταίων διατάξεων επέρχονται
μετά από τη δημοσίευση των οικείων αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ. Η
αντισυνταγματικότητα αυτή έχει αναδρομικό χαρακτήρα μόνο για τους ενάγοντες των
εν λόγω αποφάσεων καθώς και για όσους είχαν ασκήσει ένδικα βοηθήματα ή μέσα
μέχρι τον χρόνο δημοσιεύσεώς τους. Δεν μπορεί να γίνει επίκληση των διατάξεων
αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων
συνταξιούχων, που αφορούν περικοπείσες βάσει των εν
λόγω διατάξεων συνταξιοδοτικές παροχές, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του
χρονικού σημείου δημοσιεύσεως των οικείων αποφάσεων.
Αριθμός απόφασης
Α9670/2021
TO
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ
ΑΘΗΝΑΣ
ΤΜΗΜΑ 4ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριο του την 1η Ιουλίου 2021 με δικαστή την Παναγιώτα Σαρδέλη, Πρωτοδίκη
Δ.Δ., και γραμματέα την Κωνσταντίνο Ζιάκα, δικαστικό υπάλληλο,
για να δικάσει την αγωγή
με χρονολογία κατάθεσης 9.3.2018,
της ..., χήρας ...,
κατοίκου Παιανίας Αττικής (οδός ...), η οποία δεν παραστάθηκε,
κατά του νομικού προσώπου
δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Ενιαίος
Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (Ε.Φ.ΚΑ) και, ήδη, ν.π.δ.δ.
με την επωνυμία «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης», που εκπροσωπείται από τον Διοικητή του, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση, κατ' άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του πληρεξούσιου δικηγόρου του Κωνσταντίνου Φανού.
Αφού μελέτησε τη
δικογραφία
Σκέφθηκε κατά το νόμο
1. Επειδή, με την
κρινόμενη αγωγή, ζητείται παραδεκτώς από την ενάγουσα
να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να της καταβάλει, κατ' εφαρμογή των
διατάξεων των άρθρων 105-106 ΕισΝΑΚ, άλλως δε κατ'
άρθρα 904 επ. ΑΚ, νομιμοτόκως
από την παρακράτηση των επιμέρους ποσών άλλως από την επίδοση της αγωγής, το
συνολικό ποσό των 3.885,41 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ποσά, τα οποία
παρανόμως (δυνάμει των - κατά τους ισχυρισμούς της - αντισυνταγματικών
διατάξεων του άρθρου 38 του ν. 3863/2010 και άρθρου 11 του ν. 3865/2010, όπως
τροποποιήθηκαν, αντίστοιχα, με τις διατάξεις των άρθρων 44 παρ. 10 του ν.
3986/2011 και 2 παρ. 13 του ν. 4002/2011 περί επιβολής εισφοράς αλληλεγγύης
συνταξιούχων, καθώς και των διατάξεων του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 και του
άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 του ν. 4093/2012,
περί μείωσης των καταβαλλόμενων συντάξεων) παρακρατήθηκαν από την κύρια σύνταξη
που αυτή ελάμβανε αρχικά από το νπδδ με την επωνυμία
«Ενιαίο Ταμείο Ανεξάρτητα Απασχολουμένων» (ΕΤΑΑ - Τομέας Ασφάλισης Νομικών)
και, στη συνέχεια, από τον ΕΦΚΑ (ως καθολικό διάδοχο από 1.1.2017 του Κλάδου
Κύριας Ασφάλισης του Τομέα Ασφάλισης Νομικών δυνάμει του άρθρου 53 παρ. 1 του
ν. 4387/2016, Α' 85), κατά τα ειδικότερα για κάθε περικοπή - μείωση αναφερόμενα
στην αγωγή της χρονικά διαστήματα, εντός της περιόδου από 10.6.2015 έως
31.3.2018.
2. Επειδή, όπως κρίθηκε με
τις 2287-2290/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με
την εμφάνιση της οξύτατης δημοσιονομικής κρίσης στις αρχές του έτους 2010, ο
νομοθέτης, εκτιμώντας ότι υφίστατο άμεσος κίνδυνος κατάρρευσης της οικονομίας
και χρεοκοπίας της Χώρας και ότι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπισθεί η
κατάσταση ήταν η προσφυγή στη χρηματοδοτική υποστήριξη από τα κράτη της
Ευρωζώνης και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, έλαβε, έναντι της υποστήριξης
αυτής, κυριαρχικώς, σειρά μέτρων περιστολής των
δημοσίων δαπανών, μεταξύ των οποίων και η διενέργεια περικοπών και μειώσεων
συνταξιοδοτικών παροχών των συνταξιοδοτούμενων από τους φορείς υποχρεωτικής
κοινωνικής ασφάλισης. Οι περικοπές και οι μειώσεις αυτές, οι οποίες ξεκίνησαν
από τα επιδόματα εορτών και αδείας των οργανισμών κύριας ασφάλισης (άρθρο τρίτο
παρ. 10-14 του ν. 3845/2010, Α' 65), συνεχίσθηκαν δε σε σύντομο χρονικό
διάστημα με την εισφορά αλληλεγγύης των συνταξιούχων κύριας ασφάλισης (άρθρο 38
του ν. 3863/2010), την εν συνεχεία αναπροσαρμογή και την εξαιρετικών
περιστάσεων και επιβαλλόμενες, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, για την άμεση
αντιμετώπιση της κρίσης, δεν παραβιάζουν τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1, 4
παρ. 1 και 5, 22 παρ. 5, 25 παρ. 1 και 4 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος.
Ειδικότερα, οι πιο πάνω περικοπές, ενόψει του ύψους και των εν γένει
χαρακτηριστικών τους, καθώς και των συνθηκών υπό τις οποίες θεσπίσθηκαν, ούτε
στην αρχή της αναλογικότητας αντίκεινται, καθώς δεν παρίστανται, πάντως,
απρόσφορες ή μη αναγκαίες να υπηρετήσουν το δημόσιο σκοπό για τον οποίο επιβλήθηκαν,
ούτε τον πυρήνα του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση προσβάλλουν, καθώς δεν
υφίστανται σοβαρές ενδείξεις ότι θίγουν το εγγυημένο από το άρθρο 22 παρ. 5 του
Συντάγματος ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης των συνταξιούχων. Ενόψει,
άλλωστε, των ανωτέρω συνθηκών της θέσπισης τους, δεν απαιτείτο περαιτέρω εκτίμηση των επιπτώσεων τους από το νομοθέτη.
Τέλος, δεν δύναται να γεννηθεί ζήτημα παραβίασης της αρχής της προστατευόμενης
εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι τα ληφθέντα μέτρα επιβλήθηκαν, όπως αναφέρθηκε,
ενόψει έκτακτων και απροβλέπτων συνθηκών και είχαν επείγοντα χαρακτήρα.
Κατόπιν αυτών, οι πιο πάνω
διατάξεις, κατά το μέρος που επιβάλλονται με αυτές οι εν λόγω περικοπές και
μειώσεις, είναι, από των ανωτέρω απόψεων, συμβατές με το Σύνταγμα. Εξάλλου, οι
περικοπές που θεσπίσθηκαν με τις ανωτέρω διατάξεις, δεν αντίκεινται ούτε στο
άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., εφόσον, υπό τα ανωτέρω
δεδομένα, δεν κλονίζεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ του γενικού συμφέροντος
συμπλήρωση της εισφοράς αυτής και την επέκταση της στην επικουρική ασφάλιση
(άρθρο 44 παρ. 10-13 του ν. 3986/2011), καθώς και τις μειώσεις στις συντάξεις
των κάτω των 55 ετών συνταξιούχων και στις κύριες και επικουρικές συντάξεις που
υπερβαίνουν, αντιστοίχως, τα 1.200 και τα 150 ευρώ (άρθρο 2 παρ. 1-5 του ν.
4024/2011, Α' 226), εντάσσονται στις δέσμες μέτρων που έχουν ως βάση τις
προβλέψεις του πρώτου «Μνημονίου» και του πρώτου «Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου» και
συνιστούν, κατά τα προεκτεθέντα, μέτρα «άμεσης
απόδοσης» για την εξεύρεση πόρων προς αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης στην
οποία βρέθηκε η Χώρα. Με τα δεδομένα αυτά, οι εν λόγω περικοπές, έχοντας
αποφασισθεί υπό την πίεση των ως άνω όλως που τις υπαγόρευσε και των
περιοριζόμενων με αυτές περιουσιακά) δικαιωμάτων.
3. Επειδή, περαιτέρω, προς
εφαρμογή του εγκριθέντος κατά το έτος 2012 δεύτερου «Μνημονίου Συνεννόησης» (ν.
4046/2012, Α' 28), ακολούθησαν κατά το ίδιο αυτό έτος, δύο νομοθετήματα με
αντικείμενο την περαιτέρω, μετά τις προαναφερόμενες διαδοχικές περικοπές,
περιστολή των κυρίων και επικουρικών συντάξεων. Ειδικότερα, με το άρθρο 6 του
ν. 4051/2012 «Ρυθμίσεις συνταξιοδοτικού περιεχομένου και άλλες επείγουσες
ρυθμίσεις εφαρμογής του Μνημονίου Συνεννόησης του Ν. 4046/2012» (Α' 40)
μειώθηκαν αναδρομικά, από 1.1.2012, κατά 12% οι μηνιαίες κύριες συντάξεις που
υπερβαίνουν το ποσό των 1.300 ευρώ και οι επικουρικές συντάξεις, με κλιμάκωση
του ποσοστού μειώσεως (10%, 15% και 20%) αναλόγως του ύψους αυτών και με
κατοχύρωση κατώτατου ορίου ποσού 2Ο0Τϋρώ, ενώ, στη συνέχεια, ακολούθησε ο ν.
4093/2012 (Α' 222), με το άρθρο πρώτο του οποίου, αφενός μειώθηκαν εκ νέου, σε
ποσοστό από 5% έως και 20%, οι από οποιαδήποτε πηγή και για οποιαδήποτε αιτία
συντάξεις, που υπερβαίνουν αθροιστικώς τα 1.000 ευρώ, αφετέρου καταργήθηκαν
πλέον για όλους τους συνταξιούχους τα επιδόματα και δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα
και αδείας. Στις αιτιολογικές εκθέσεις των εν λόγω διατάξεων δεν μνημονεύονται
καθόλου οι προηγηθείσες περικοπές, η δε λήψη των νέων μέτρων αιτιολογείται με
γενική αναφορά στις «δημοσιονομικές ανάγκες της χώρας», στη «δυσμενή οικονομική
κατάσταση συγκεκριμένων ασφαλιστικών φορέων» και στην ανάγκη «να διασφαλιστεί η
βιωσιμότητα όλων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης [...]». Στο δεύτερο αυτό
Μνημόνιο προβλεπόταν σχετικώς ότι «για την πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής
του προγράμματος» και ενόψει «των συνεχών προβλημάτων της Ελλάδας με τη
φορολογική συμμόρφωση» θα χρειαζόταν η λήψη «επιπρόσθετων μέτρων», ότι «το
μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής θα επιτυγχανόταν μέσω περικοπών δαπανών που θα
αποσκοπούσαν στη μόνιμη μείωση του μεγέθους του κράτους», ότι «πολλές από αυτές
τις περικοπές θα έπρεπε να αφορούν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις» και ότι «η
μεγάλη εναπομείνασα δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε κατ' ανάγκη να
περιλαμβάνει περαιτέρω προσαρμογές των συντάξεων [...] με τρόπο που να
προστατεύονται οι χαμηλοσυνταξιούχοι [...]» (ΣτΕ
2287/2015 Ολομ).
4. Επειδή, όμως έχει
κριθεί με την υπ' αριθ. 1439/2020 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της
Επικρατείας, οι εκτιθέμενες στην προηγούμενη σκέψη περικοπές των συντάξεων που
επήλθαν κατ' εφαρμογή του δεύτερου Μνημονίου Συνεννοήσεως (ν. 4046/2012, Α'
28), με τους νόμους 4051/2012 (Α' 40) και 4093/2012 (Α' 222), κρίθηκαν
αντισυνταγματικές με τις υπ' αριθ. 2287 και 2288/2015 αποφάσεις, επίσης της
Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, για τον λόγο ότι ως προς τις
περικοπές αυτές (οι οποίες, όπως προεκτέθηκε,
θεσπίσθηκαν σε συνέχεια προηγούμενων περικοπών που είχαν κριθεί συνταγματικές
και ενώ είχε παρέλθει διετία από τον πρώτο αιφνιδιασμό της οικονομικής
κρίσεως), δεν προηγήθηκε ειδική, εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη
σχετική μελέτη για τα συγκεκριμένα μέτρα. Με τις ίδιες, ωστόσο, αποφάσεις 2287
και 2288/2015 της Ολομέλειας του, που δημοσιεύθηκαν στις 10.6.2015, το
Δικαστήριο όρισε, μετά από στάθμιση του δημοσίου συμφέροντος, ότι οι συνέπειες
της αντισυνταγματικότητας των επίμαχων διατάξεων επέρχονται μετά από τη
δημοσίευση των "αποφάσεων αυτών και η διαγνωσθείσα αντισυνταγματικότητα θα
έχει αναδρομικό χαρακτήρα μόνο για τους ενάγοντες, καθώς και για όσους άλλους
είχαν ασκήσει ένδικα βοηθήματα ή μέσα μέχρι τον χρόνο δημοσιεύσεως τους. Κατά
συνέπεια, όπως ρητώς ορίζεται στις ίδιες αποφάσεις, δεν μπορεί να γίνει
επίκληση της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων αυτών για τη θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων άλλων συνταξιούχων που αφορούν περικοπείσες, βάσει των εν λόγω διατάξεων, συνταξιοδοτικές
παροχές, για χρονικά διαστήματα προγενέστερα του χρονικού σημείου δημοσιεύσεως
των ως άνω αποφάσεων.
5. Επειδή, ακόμη, με την
υπ' αριθ. 1891/2019 εν Ολομέλεια απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας κρίθηκε ότι
η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α' του ν. 4387/2016 (Α' 85), για την
αναπροσαρμογή των συντάξεων, είναι σύμφωνη προς το Σύνταγμα και δικαιολογημένη
στο πλαίσιο της συνολικής μεταρρυθμίσεως του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως
που επήλθε με τον εν λόγω νόμο, κατά την έννοια δε της ίδιας αποφάσεως, είναι
σύμφωνη και με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ν.δ. 53/1974, Α' 256). Ως εκ τούτου, από τη δημοσίευση του
ν. 4387/2016 οι περικοπές έχουν ως νόμιμο έρεισμα την ανωτέρω διάταξη του
τελευταίου αυτού νόμου, οπότε από το χρονικό σημείο της 12.5.2016 και εφεξής οι
εν λόγω περικοπές είναι νόμιμες.
6. Επειδή, εξ άλλου, με
την προαναφερθείσα υπ' αριθ. 1439/2020 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου
Επικρατείας κρίθηκε, επιπλέον, κατά πλειοψηφία, ότι η ως άνω διάταξη του άρθρου
14 παρ. 2 περ. α' του ν. 4387/2016 δεν μπορεί παρά και αυτή, ως αναπόσπαστο
τμήμα του νέου ασφαλιστικού συστήματος, να ισχύει για το μέλλον, από τη
δημοσίευση δηλαδή του εν λόγω νόμου και εφεξής. Συνεπώς, η θεσπισθείσα με τη
διάταξη αυτή ρύθμιση για τη συνέχιση καταβολής των συντάξεων, όπως είχαν
διαμορφωθεί στις 31.12.2014, δηλαδή με τις μειώσεις που είχαν επέλθει με τους
ν. 4051/2012 και 4093/2012, η οποία, όπως εκτέθηκε, είναι σύμφωνη με το
Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, δεν θεράπευσε την αντισυνταγματικότητα που είχε
διαγνωσθεί με τις υπ' αριθ. 2287 και 2288/2015 αποφάσεις, αλλά ισχύει από τη
δημοσίευση του ν. 4387/2016, ήτοι από τις 12.5.2016 και όχι αναδρομικώς.
7. Επειδή, σε συμμόρφωση
προς την αμέσως προηγηθείσα κρίση, ο ν. 4714/2020 (Α' 148) στο άρθρο 114, όπως
αυτό έχει αντικατασταθεί από το άρθρο 34 του ν. 4734/2020 (Α' 196), προβλέπει
τα εξής: «1. Ποσά, τα οποία αντιστοιχούν σε περικοπές και μειώσεις κύριων
συντάξεων συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες επιβλήθηκαν κατ' εφαρμογή
της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4051/2012 (Α' 40), της υπ' αριθ. 476/28.2.2012
κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και
Ναυτιλίας (Β' 499) και της περ. 1 της υποπαρ. ΙΑ.5
της παρ. ΙΑ' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222) και αφορούν το χρονικό
διάστημα από 11.6.2015 και μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 (Α' 185)
καταβάλλονται άτοκα στους δικαιούχους. 2. Τα καταβαλλόμενα ποσά της παρ. 1
είναι ανεκχώρητα και ακατάσχετα στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων ... 3. Με κοινή
απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων
ρυθμίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και οι λεπτομέρειες καταβολής των προς
επιστροφή ποσών, η οποία ολοκληρώνεται μέχρι την 31 η Δεκεμβρίου 2020. 4. ν.
4714/2020, εκδόθηκε η υπ' αριθμ.
Φ.11321/35005/1528/13.10.2020 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (Β' 4536), με την οποία προβλέφθηκε, μεταξύ
άλλων, ότι επιστρέφονται αναδρομικά ποσά συντάξεων που αντιστοιχούν στις πραγματοποιηθείσες,
βάσει των διατάξεων των άρθρων 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 και πρώτου του ν.
4093/2012, μειώσεις των κύριων συντάξεων, για το χρονικό διάστημα από 11.6.2015
έως και 12.5.2016 (άρθρο 1), ότι σε περίπτωση λήψης μίας κύριας και μίας
επικουρικής σύνταξης, επιστρέφεται στο δικαιούχο μόνο το ποσό που αφορά στην
περικοπή που έχει διενεργηθεί βάσει των ανωτέρω διατάξεων στην κύρια σύνταξη
(άρθρο 3 παρ. 1), ότι φορέας καταβολής είναι ο e-Ε.Φ.Κ.Α. (άρθρο 4 παρ. 1) και
ότι η καταβολή των επιστρεπτέων απά τον e-Ε.Φ.Κ.Α.
ποσών γίνεται με εφάπαξ καταβολή μέχρι την 31.12.2020 (άρθρο 5 παρ. 1).
8. Επειδή, εξάλλου, ο
Κ.Δ.Δ. ορίζει στο άρθρο 142, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της παραγράφου
2 τούτου με το άρθρο 25 του ν.4446/2016 (Α' 240), ότι: 1. Η δίκη καταργείται
αν, πριν από το πέρας της τελευταίας συζήτησης: α) εκλείψει το αντικείμενο της
[...]. 2. Η κατάργηση διαπιστώνεται με απόφαση του δικαστηρίου [...]» και στο
άρθρο 75, όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση της παραγράφου 2 τούτου με το
άρθρο 19 του ν.3900/2010 (Α' 213), ότι: «1. Η εκκρεμοδικία αρχίζει με την
κατάθεση της αγωγής και λήγει με τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης ή την
κατάργηση της δίκης. 2. Τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της
άσκησης της αγωγής επέρχονται, ως προς τον εναγόμενο, από την επίδοση της σε
αυτόν από τον ενάγοντα. [...].».
9. Επειδή, τέλος, οι τόκοι
αποτελούν παρεπόμενη απαίτηση και δεν οφείλονται χωρίς την ύπαρξη αξίωσης επί
του κεφαλαίου επί του οποίου υπολογίζονται, το αίτημα, ωστόσο, για την
επιδίκαση τόκων συνιστά χωριστό αντικείμενο της δίκης σε σύγκριση με το αίτημα
για τη διάγνωση της αξίωσης από το αντίστοιχο κεφάλαιο (βλ. ΔΕΑ 2808/2019,
1329/2018, 4714/2017, 4935/2015, 5074/2013, 3824/2012, 906/2012). Από τη
διάταξη δε του άρθρου 75 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., όπως πλέον ισχύει από 01.01.2011
και καταλαμβάνει τις αγωγές που ασκούνται από την ημεροχρονολογία
αυτή και εφεξής, όπως είναι η υπό κρίση αγωγή, συνάγεται ότι η έναρξη της τοκοφορίας (καθώς και η διακοπή της παραγραφής των
χρηματικών αξιώσεων που εγείρονται με την αγωγή) επέρχονται από κοινό
γενεσιουργό γεγονός, ήτοι αυτό της επίδοσης της αγωγής στον εναγόμενο (βλ. και
την αιτιολογική έκθεση υπό το άρθρο 19 παρ. 2 του ν.3900/2010) (βλ. ΔΕΑ
302/2021, 4509, 4192, 3652, 2863/2020).
10. Επειδή, στην προκείμενη
περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την
./27.9.2001 απόφαση του Διευθυντή του τ. Ταμείου Νομικών η ενάγουσα δικαιώθηκε
σύνταξης γήρατος από μεταβίβαση λόγω θανάτου του συζύγου της, τέως δικαστικού
λειτουργού, ποσού 356,07 ευρώ μηνιαίως. Μετά την έναρξη της δημοσιονομικής
κρίσης, το ύψος της ως άνω σύνταξης μειώθηκε κατ' εφαρμογή των ν. 3863/2010,
3986/2011, 4024/2011, 4051/2012 και 4093/2012. Ήδη, η ενάγουσα με την κρινόμενη
αγωγή υποστηρίζει ότι τόσο οι περικοπές που επιβλήθηκαν κατ' εφαρμογή των
διατάξεων των άρθρων 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012 κατά το χρονικό
διάστημα από 10.6.2015 έως 31.3.2018, αλλά και η παρακράτηση εισφοράς
αλληλεγγύης κατ' εφαρμογή του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 και 11 του ν.
3865/2010 όπως τα ποσά παρακράτησης τούτης αυξήθηκαν δυνάμει των άρθρων 44 παρ.
10 του ν. 3986/2011 και 2 παρ. 13 του ν. 4002/2011, αντίκεινται στα άρθρα 4
παρ. 1 και 5, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως άλλωστε τούτο
κρίθηκε με την 2287-2288/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και
την 244/2017 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ζητά δε να αναγνωριστεί η
υποχρέωση του εναγομένου να της καταβάλει ως αποζημίωση προς ανόρθωση ισόποσης
ζημίας που υπέστη από την εφαρμογή των κατά τα ανωτέρω αντισυνταγματικών διατάξεων το συνολικό ποσό των 3.885,41 ευρώ, νομιμοτόκως από την παρακράτηση ενός εκάστου ποσού, άλλως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της η ενάγουσα επικαλείται και προσκομίζει α) εκκαθαριστικά σημειώματα συντάξεων ΕΦΚΑ χρονικής
περιόδου Ιανουαρίου 2015 - Μαρτίου 2018 από τα οποία προκύπτει, διακριτά ανά
νόμο, το ποσό της μείωσης που επήλθε στη σύνταξη της κατά το ένδικο χρονικό
διάστημα. Εξάλλου, το εναγόμενο με την ./25.6.2021 έκθεση των απόψεων του αλλά
και το νομίμως κατατεθέν υπόμνημα προβάλλει ένσταση απόσβεσης των ένδικων
απαιτήσεων της ενάγουσας για το χρονικό διάστημα από 11.6.2015 έως 11.5.2016,
λόγω καταβολής του ποσού των περικοπών που αντιστοιχούν στο χρονικό αυτό
διάστημα βάσει του άρθρου 114 του ν. 4714/2020, ζητεί δε την απόρριψη της υπό
κρίση αγωγής για το χρονικό διάστημα από 12.5.2016 και εντεύθεν. Προς απόδειξη
των ισχυρισμών του το εναγόμενο προσκομίζει αντίγραφο καρτέλας του μηχανογραφικού
συστήματος του ΕΦΚΑ από το οποίο προκύπτει ότχστην
ενάγουσα καταβλήθηκε, ως αναδρομικά χρονικής περιόδου από 10.6.2015 έως
31.5.2016, ποσό 723,15 ευρώ.
11. Επειδή, με τα δεδομένα
αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω το Δικαστήριο λαμβάνοντας
ειδικότερα υπόψη ότι η επιβληθείσα εισφορά αλληλεγγύης των συνταξιούχων των
φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής
Ασφάλισης, όπως είναι ο Ε.Φ.Κ.Α, εντάσσεται σε μία ευρύτερη δέσμη περικοπών και
μειώσεων των συνταξιοδοτικών παροχών των φορέων υποχρεωτικής κοινωνικής
ασφάλισης, ως μέτρων «άμεσης απόδοσης» για την εξεύρεση πόρων προς αντιμετώπιση
της έκτακτης ανάγκης στην οποία βρέθηκε η Χώρα, συνεπεία της εμφάνισης της
οξύτατης δημοσιονομικής κρίσης στις αρχές του έτους 2010 είναι δε ενόψει των εν
γένει χαρακτηριστικών της και των συνθηκών υπό τις οποίες επιβλήθηκε, συμβατή
με τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 5 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος και
δεν αντίκειται στην αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της αναλογικότητας,
ούτε στο άρθρο 1 § του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, κρίνει ότι
νομίμως παρακρατήθηκε από τη σύνταξη της ενάγουσας η ως άνω εισφορά αλληλεγγύης
απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της ως αβασίμων.
12. Επειδή, επιπλέον,
αναφορικά με τις διενεργηθείσες, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4051/2012
και του ν. 4093/2012, περικοπές της σύνταξης της ενάγουσας, το Δικαστήριο
λαμβάνει, καταρχάς, υπόψιν ότι, ναι μεν σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 4η
σκέψη της παρούσας, οι διατάξεις αυτές αντίκεινται στο Σύνταγμα [βλ. ΣτΕ (Ολ) 2287-2290/2015], πλην
όμως, κατά τα κριθέντα με τις 1891/2019 και 1439/2020 αποφάσεις της Ολομελείας
του Συμβουλίου της Επικρατείας και ενόψει του χρόνου άσκησης του κρινόμενου
ενδίκου βοηθήματος (9.3.2018), η ενάγουσα θεμελιώνει χρηματική αξίωση επί τη
βάσει των μειώσεων αυτών (και ως εκ τούτου δικαιούται, καταρχήν, να λάβει τις περικοπείσες συνταξιοδοτικές παροχές), μόνον καθ' ο μέρος
αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 11.6.2015 έως 12.5.2016 (βλ. σκέψεις 4η
και 5η της παρούσας), οπότε και τέθηκε σε ισχύ ο ν. 4387/2016, οι ως άνω
εκτεθείσες διατάξεις του οποίου αποτελούν νόμιμο έρεισμα των περικοπών για το
από 13.5.2016 και εφεξής χρονικό διάστημα (βλ. σκέψη 6η). Υπό τα δεδομένα αυτά,
η κρινόμενη αγωγή, καθ' ο μέρος αφορά σε αξιώσεις περικοπών, κατά τη
μεταγενέστερη του εν λόγω διαστήματος χρονική περίοδο (ήτοι από τις 13.5.2016
και εφεξής) πρέπει να απορριφθεί, ως νόμω αβάσιμη.
Περαιτέρω, ωστόσο, λαμβάνοντας ειδικότερα υπόψη ότι δυνάμει του άρθρου 114 του
ν. 4714/2020 καταβλήθηκε στην ενάγουσα και δεν αμφισβητείται ποσό 723,15 ευρώ,
το οποίο αντιστοιχεί στις μειώσεις που επιβλήθηκαν κατά το ανωτέρω χρονικό
διάστημα στην καταβαλλόμενη σε αυτή σύνταξη, το Δικαστήριο κρίνει ότι η δίκη ως
προς τις απαιτήσεις της ενάγουσας έναντι του εναγομένου για το χρονικό διάστημα
από 10.6.2015 έως 30.5.2016 στερείται, ως προς τις ανωτέρω μειώσεις, πλέον
αντικειμένου και πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη κατ' άρθρο 142 παρ. 1 περ. α'
του Κ.Δ.Δ. Τέλος, κατά το μέρος που με το κρινόμενο ένδικο βοήθημα, ως αγωγή,
ζητείται η επιδίκαση τόκων επί της ανωτέρω κύριας απαίτησης (περικοπείσες συντάξεις για το χρονικό διάστημα από
11.6.2015 έως 12.5.2016), που έχει ήδη καταβληθεί στη συνταξιούχο, η δίκη ναι
μεν διατηρεί το αντικείμενο της ως προς την παρεπόμενη αυτή αξίωση, πλην όμως
δοθέντος ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει επίδοση της αγωγής στο
εναγόμενο ν.π.δ.δ., με επιμέλεια της ενάγουσας,
καθόσον δεν έχει προσκομιστεί εκ μέρους αυτής σχετικό αποδεικτικό επίδοσης,
κατά τις επιταγές του άρθρου 75 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ. (βλ. 8η σκέψη), δεν
οφείλονται τόκοι επί του ως άνω εξοφληθέντος κεφαλαίου της κύριας απαίτησης της
(βλ. ΣτΕ 3236/2013, ΔΕΑ 4474/2020 σκ. 8), απορριπτόμενης της αγωγής και κατά το
κεφάλαιο αυτό, ως αβάσιμης.
13. Επειδή, κατ'
ακολουθίαν, εξαιρέσει του μέρους της παρούσας δίκης που καταργείται, ελλείψει
αντικειμένου (ήτοι για τις επιβληθείσες δυνάμει των διατάξεων των ν. 4051/2012
και 4093/2012 περικοπές, χρονικού διαστήματος από 11.6.2015 έως 12.5.2016),
κατά το οποίο δεν καταλογίζονται δικαστικά έξοδα (άρθρο 275 παρ.3 του Κ.Δ.Δ.),
η κρινόμενη αγωγή πρέπει, κατά τα λοιπά, να απορριφθεί. Τέλος, πρέπει, κατ'
εκτίμηση των περιστάσεων της δίκης, να απαλλαγεί, η ενάγουσα από τα δικαστικά
έξοδα του εναγομένου ν.π.δ.δ. (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε' του Κ.Δ.Δ.)
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Καταργεί τη δίκη, καθ' ο
μέρος αφορά στις επιβληθείσες με τις διατάξεις των ν. 4051/2012 και 4093/2012
περικοπές και μειώσεις της σύνταξης της ενάγουσας, κατά το χρονικό διάστημα από
11.6.2015 έως 12.5.2016.
Απορρίπτει την αγωγή, κατά
τα λοιπά.
Απαλλάσσει την ενάγουσα
από την καταβολή των δικαστικών εξόδων του εναγομένου ν.π.δ.δ..
Η απόφαση δημοσιεύθηκε
στην Αθήνα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση
στις 15/9/2021.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΣΑΡΔΕΛΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΖΙΑΚΑ