ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΔΠρΑθ 3353/2019

 

Παροχή περίθαλψης ΟΑΕΕ - Έλλειψη ασφαλιστικής ικανότητας -.

 

Έλλειψη ασφαλιστικής ικανότητας ασφαλισμένης στον ΟΑΕΕ λόγω προηγούμενων ανεξόφλητων οφειλών προς τον ΟΑΕΕ. Εκπρόθεσμη ρύθμιση των οφειλών της ασφαλισμένης με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται από τον ΟΑΕΕ για τις δαπάνες τις επίμαχης νοσηλείας. Απόρριψη αιτήματος της προσφεύγουσας ασφαλισμένης περί απόδοσης της ένδικης δαπάνης νοσηλείας, λόγω έλλειψης ασφαλιστικής ικανότητας για την παροχή περίθαλψης.

 

 

 

Αριθμός απόφασης 3353/2019

 

ΓΑΚ ./2009

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

Τμήμα 30ο Μονομελές

 

σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε  δημόσια στο ακροατήριό του, στις 10 Μαρτίου 2017, με δικαστή την Καλλιόπη Μαραγκού, Πρωτοδίκη  Δ.Δ., και γραμματέα τη Δήμητρα Ανδρεοπούλου, δικαστική υπάλληλο,

 

γ ι α  να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία κατάθεσης 29.6.2009,

 

τ η ς  ..., κατοίκου Ταύρου Αττικής (οδός ...), η οποία δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με δήλωση, κατ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., της πληρεξούσιας δικηγόρου της Βασιλικής Αυγουστίνου,

 

κ α τ ά  του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών» (Ο.Α.Ε.Ε.) και ήδη ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας» (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.), που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής και εκπροσωπείται νομίμως από τον Πρόεδρό του, ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με δήλωση, κατ άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., του πληρεξούσιου δικηγόρου Δημητρίου Παπαγεωργίου.

 

 

Η  κ ρ ί σ η  τ ο υ  Δ ι κ α σ τ η ρ ί ο υ  ε ί ν α ι  η  ε ξ ή ς:

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα … σειράς Α΄ ειδικά έντυπα παραβόλου), η προσφεύγουσα ζητεί, παραδεκτώς, να ακυρωθεί η 145/συν.19/9.3.2009 απόφαση της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) της Περιφερειακής Διεύθυνσης Νοτίου Αττικής του Ο.Α.Ε.Ε., με την οποία απορρίφθηκε η ./5.9.2008 ένστασή της κατά της ./30.7.2008 απόφασης της Προϊσταμένης της ίδιας ως άνω Διεύθυνσης. Με την τελευταία απόφαση είχε απορριφθεί αίτημα της προσφεύγουσας, ασφαλισμένης του Ο.Α.Ε.Ε., περί απόδοσης της δαπάνης νοσηλείας του συζύγου της στο μη συμβεβλημένο με τον Οργανισμό ιδιωτικό θεραπευτήριο «Μ.», κατά το χρονικό διάστημα από 27.3.2008 έως 2.4.2008, με την αιτιολογία ότι η ίδια δεν είχε ασφαλιστική ικανότητα για παροχές περίθαλψης, λόγω οφειλών.

 

2. Επειδή, στο ν. 3918/2011 «Διαρθρωτικές αλλαγές στο σύστημα υγείας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 31) ορίζεται, στο άρθρο 17, ότι: «1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) με την επωνυμία Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (εφεξής Ε.Ο.Π.Υ.Υ. ή Οργανισμός), το οποίο αποτελεί Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης και τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με έδρα στο Μαρούσι. Η έναρξη λειτουργίας του Οργανισμού ορίζεται έξι μήνες μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου [όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε αρχικώς με την παρ. 2 άρθρου 72 του ν. 3984/2011 (ΦΕΚ Α΄ 150) και, στη συνέχεια, αντικαταστάθηκε με τα άρθρα 10 παρ. 1 και 13 παρ. 11 του ν. 4052/2012 (ΦΕΚ Α΄ 41)]. 2. Στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. μεταφέρονται και εντάσσονται ως υπηρεσίες, αρμοδιότητες και προσωπικό ... οι Κλάδοι Υγείας ... του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) ... ως προς τις παροχές σε είδος. 3. ...», στο άρθρο 29 παρ. 1 υποπαρ. Α, που προστέθηκε με το άρθρο 53 παρ. 2 περ. α΄ του ν. 4368/2016 (ΦΕΚ Α΄ 21), ότι: «Ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. αποτελεί καθολικό διάδοχο των φορέων που εντάσσονται σε αυτόν ως προς τις υπηρεσίες και αρμοδιότητες που αφορούν αποκλειστικά παροχή υγείας σε είδος» και, στο άρθρο 33 παρ. 9, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 53 παρ. 2 περ. γ΄ του προαναφερόμενου ν. 4368/2016, ότι: «α. Εκκρεμείς δίκες που αφορούν το περιεχόμενο της καθολικής διαδοχής του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όπως αυτό προσδιορίζεται στην υποπαράγραφο Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 29 του παρόντος, συνεχίζονται από τον Οργανισμό χωρίς να επέρχεται διακοπή της δίκης». Με βάση τις προεκτεθείσες διατάξεις, ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. καθίσταται καθολικός διάδοχος του ενταχθέντος σε αυτόν Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. ως προς τις υπηρεσίες και αρμοδιότητες που αφορούν αποκλειστικά παροχή υγείας σε είδος, όπως η ένδικη. Συνεπώς, νομίμως παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο και συνεχίζει την παρούσα δίκη, ως καθού, ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ..

 

3. Επειδή, το Σύνταγμα ορίζει, στο άρθρο 2, ότι: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας» (παρ.1), στο άρθρο 4, ότι: «Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» (παρ.1), στο άρθρο 5, ότι: «Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής (παρ. 2) Καθένας έχει δικαίωμα στην προστασία της υγείας ...» (παρ. 5), στο άρθρο 21 ότι: «Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών και παίρνει ειδικά μέτρα για την προστασία της νεότητας, του γήρατος, της αναπηρίας και για την περίθαλψη των απόρων.» (παρ.3) και στο άρθρο 22 ότι: «Το Κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει.» (παρ.5). Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγονται τα εξής: Το Σύνταγμα, με το άρθρο 22 παρ. 5, κατοχυρώνει τον θεσμό της κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων και ανάγει τη μέριμνα για την προαγωγή του σε σκοπό του Κράτους. Βασικό περιεχόμενο της εν λόγω ασφάλισης αποτελεί η, έναντι καταβολής εισφοράς, προστασία του ασφαλισμένου από την επέλευση κινδύνων (γήρας, ασθένεια, αναπηρία κ.λπ.) οι οποίοι αναιρούν την ικανότητά του να εργάζεται (ασφαλιστικοί κίνδυνοι) και, συνακόλουθα, τείνουν να υποβαθμίσουν τις συνθήκες διαβίωσής του. Οι ανωτέρω καταστάσεις (γήρας, ασθένεια, αναπηρία) ασυνδέτως, όμως, προς την παροχή εργασίας και την καταβολή εισφοράς αποτελούν, μεταξύ άλλων, και περιπτώσεις που, κατά το άρθρο 21 παρ. 1, 2, 3 και 6 του Συντάγματος, επιβάλλουν στο Κράτος την παροχή διακεκριμένης μορφής κοινωνικής προστασίας, υπό μορφή παροχών εις χρήμα ή εις είδος, προς συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού, με σκοπό την εξασφάλιση στοιχειώδους επιπέδου αξιοπρεπούς, κατά το άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος, διαβίωσης («κοινωνική πρόνοια») (βλ. ΣτΕ 660/2016 7μ.). Σύμφωνα, εξάλλου, με τις ανωτέρω διατάξεις οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης είναι, κατά το Σύνταγμα, υποχρεωμένοι να παρέχουν, μεταξύ άλλων, ασφαλιστικές παροχές ασθενείας, στους ασφαλισμένους μόνο έναντι καταβολής ασφαλιστικών εισφορών. Και τούτο διότι, ενόψει του ότι οι εισφορές των ασφαλισμένων, οι οποίες καλύπτουν νομίμως χρόνο υποχρεωτικής ασφάλισης, περιλαμβάνονται μεταξύ των πόρων των ασφαλιστικών οργανισμών, με τους οποίους σχηματίζεται το ασφαλιστικό κεφάλαιο, η εξάρτηση της χορήγησης στους ασφαλισμένους, μεταξύ άλλων, και παροχών ασθενείας από την προηγούμενη καταβολή των αναλογούντων ασφαλιστικών εισφορών στηρίζει το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, καθώς διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών χάριν και των επόμενων γενεών. Εκ τούτων παρέπεται, ότι περαιτέρω υποχρεώσεις του Κράτους σε σχέση με τις προνοιακής φύσεως παροχές υγείας προς τους πολίτες εκφεύγουν της σχέσης ασφαλισμένου και ασφαλιστικού οργανισμού και εντάσσονται στο πεδίο της κοινωνικής προστασίας.

 

4. Επειδή, με το άρθρο 1 του ν. 2676/1999 «Οργανωτική και λειτουργική αναδιάρθρωση των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 1), συστήθηκε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, υπό την επωνυμία «Οργανισμός Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών» (Ο.Α.Ε.Ε.), στην ασφάλιση του οποίου υπήχθησαν υποχρεωτικά, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ίδιου νόμου, πρόσωπα που ασκούσαν επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του Ταμείου Ασφαλίσεως Εμπόρων (Τ.Α.Ε.) και του Ταμείου Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (Τ.Ε.Β.Ε.), μεταξύ άλλων. Περαιτέρω, στο άρθρο 10 παρ. 5 του ανωτέρω νόμου ορίστηκε ότι: «Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, μετά από γνώμη του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Ε., εγκρίνεται Κανονισμός Παροχών Ασθενείας σε είδος και σε χρήμα. Με τον Κανονισμό καθορίζεται η έκταση και το ύψος των παροχών ασθενείας, ο τρόπος και η διαδικασία χορήγησής τους, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια». Δυνάμει της ανωτέρω εξουσιοδοτικής διάταξης (άρθρο 10 παρ. 5 του ν. 2676/1999), εκδόθηκε η 35/1385/1999  απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ Β΄ 1814/29.9.1999), με την οποία εγκρίθηκε ο Κανονισμός του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε., στο άρθρο 1 του οποίου ορίζεται ότι: «Σκοπός του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε., είναι η ασφαλιστική κάλυψη για τον κίνδυνο ασθενείας ... Ο κλάδος παρέχει: Α. Παροχές σε είδος. α. Ιατρική περίθαλψη Παρακλινικές εξετάσεις ειδικές θεραπείες δ. Νοσοκομειακή Περίθαλψη », στο άρθρο 6 ότι: «1. Η ασφαλιστική ικανότητα για παροχή περίθαλψης και χορήγηση βιβλιαρίου ασθενείας αποκτάται μετά παρέλευση τεσσάρων (4) μηνών από της εγγραφής του ασφαλισμένου στα Μητρώα του Ο.Α.Ε.Ε. και εφόσον έχουν καταβληθεί προς τον Ο.Α.Ε.Ε. οι απαιτούμενες ασφαλιστικές εισφορές πάσης φύσεως (εγγραφής, σύνταξης, υγείας) της τελευταίας τριετίας πριν από την υποβολή αίτησης για χορήγηση του βιβλιαρίου ασθενείας. Ως ημερομηνία εγγραφής του ασφαλισμένου λαμβάνεται η πρώτη του μήνα της εγγραφής εφόσον καταβληθούν οι εισφορές για το μήνα αυτό, διαφορετικά η πρώτη του επόμενου της εγγραφής μήνα 2. Η ασφαλιστική ικανότητα και η απόκτηση δικαιώματος στις παροχές ασθενείας αποδεικνύεται με το βιβλιάριο ασθενείας που εκδίδεται με αίτηση του ασφαλισμένου. 3. Το βιβλιάριο ασθενείας ισχύει μέχρι το τέλος του ημερολογιακού έτους κατά το οποίο εκδίδεται. Ανανεώνεται τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο κάθε έτους για το επόμενο ημερολογιακό έτος με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. 4. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος διακόψει την άσκηση του επαγγέλματός του δικαιούται παροχές του Κλάδου Υγείας για ένα (1) έτος από τη διακοπή της ασφάλισης, υπό την προϋπόθεση εξόφλησης όλων των οφειλομένων εισφορών. 5. » και, στο άρθρο 14, ότι: «1. Ο Ο.Α.Ε.Ε. για την παροχή νοσοκομειακής περίθαλψης δύναται να συνάπτει συμβάσεις με κρατικά νοσοκομεία και ιδιωτικά θεραπευτήρια, με όρους και προϋποθέσεις, που θα συμφωνηθούν μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, μέσα στις κείμενες κάθε φορά διατάξεις, για τα προβλεπόμενα όρια αμοιβών. 2. Η εισαγωγή ασθενούς στο θεραπευτήριο γίνεται με εισιτήριο, που εκδίδεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ο.Α.Ε.Ε., του τόπου που θα νοσηλευθεί, μετά από ιατρική γνωμάτευση του νοσοκομείου που νοσηλεύεται με σύμφωνη γνώμη του υγειονομικού οργάνου. 3. Για την έγκριση και εισαγωγή στο θεραπευτήριο (εισιτήριο εισόδου) σημειώνονται τα ασφαλιστικά στοιχεία του ασθενούς, η πιθανή διάγνωση της νόσου και το θεραπευτήριο, που πρόκειται να εισαχθεί. Εισιτήριο, που δεν έχει χρησιμοποιηθεί μέσα σε (5) ημέρες από την ημέρα εκδόσεώς του, συμπεριλαμβανομένης και αυτής, καθίσταται άκυρο. 4. Σε περίπτωση που έχει πραγματοποιηθεί εισαγωγή ασφαλισμένου σε κρατικό νοσοκομείο ή ιδιωτικό θεραπευτήριο, το εισιτήριο νοσηλείας μπορεί να χορηγηθεί και εκ των υστέρων, όχι όμως πέραν των δέκα πέντε (15) εργασίμων ημερών από την ημερομηνία εξόδου. Σε περίπτωση εισαγωγής σε μη συμβεβλημένη ιδιωτική κλινική απαιτείται αναγγελία εντός 5 ημερών. Η έγκριση δίδεται με την προϋπόθεση ότι μέσα στην προθεσμία αυτή ο ασφαλισμένος ήταν ταμειακά ενήμερος και εδικαιούτο βιβλιαρίου ασθενείας. Σε περίπτωση που παρήλθε η παραπάνω προθεσμία των πέντε (5) ημερών, ο ασφαλισμένος καλύπτεται από τον Ο.Α.Ε.Ε., από την ημερομηνία αναγγελίας και μετά με την προϋπόθεση να είναι ταμειακά ενήμερος. [όπως η παρ. 4 τροποποιήθηκε με την παρ. 3 της Φ.40035/7596/541 απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ Β΄ 500/23.4.2003)] 5. Επί περιστατικών για τα οποία δεν ζητήθηκε η έκδοση εισιτηρίου μέσα στις παραπάνω προθεσμίες της παραγράφου 4 του παρόντος, αρμόδιος να δικαιολογήσει το εκπρόθεσμο εισαγωγής είναι ο προϊστάμενος της περιφερειακής Διεύθυνσης στην οποία υπάγεται ο ασφαλισμένος, μετά από γνώμη του οικείου υγειονομικού οργάνου, περί του παραδεκτού των γενομένων νοσηλίων. Στην περίπτωση αυτή τα νοσήλια καταβάλλονται από τον Ο.Α.Ε.Ε. απ ευθείας στο νοσοκομείο ή στο συμβεβλημένο θεραπευτήριο. Για νοσηλεία σε μη συμβεβλημένο ιδιωτικό θεραπευτήριο καταβάλλονται στον ασφαλισμένο τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό νοσήλια, εφόσον το περιστατικό κριθεί ως έκτακτο από τον ελεγκτή γιατρό. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις ο ασφαλισμένος πρέπει να είναι ταμειακά ενημερωμένος μέχρι τη λήξη των προθεσμιών τις οποίες παραβίασε».

 

5. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Η προσφεύγουσα, ασφαλισμένη του Ο.Α.Ε.Ε., με την ./16.7.2008 αίτησή της, μετά των οικείων δικαιολογητικών, ζήτησε να της αποδοθεί η δαπάνη νοσηλείας του συζύγου της, ως εμμέσως ασφαλισμένου του Οργανισμού, στο μη συμβεβλημένο ιδιωτικό θεραπευτήριο «Μ.», κατά το χρονικό διάστημα από 27.3.2008 έως 2.4.2008. Ειδικότερα, ο σύζυγός της, ..., εισήχθη εκτάκτως στο ως άνω θεραπευτήριο, λόγω «κατάγματος plateau (δε) γόνατος», συνεπεία τροχαίου ατυχήματος, όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση οστεοσύνθεσης του κατάγματος, το δε κόστος των χρησιμοποιηθέντων υλικών ανήλθε στο συνολικό ποσό των 14.344,40 ευρώ. Εξάλλου, με την από 16.7.2008 γνωμάτευση του ελεγκτή ιατρού του καθού, ... - που τέθηκε επί της από 27.3.2008 βεβαίωσης περί επείγουσας εισαγωγής του ανωτέρω θεραπευτηρίου, που συνιστά αναγγελία προς τον καθού Οργανισμό-, εγκρίθηκε μεν ως επείγον το εν λόγω περιστατικό, αναγράφεται δε ότι η εν λόγω αναγγελία υποβλήθηκε εκπροθέσμως. Ωστόσο, με την ./30.7.2008 απόφαση της Προϊσταμένης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Νοτίου Αττικής του Ο.Α.Ε.Ε., απορρίφθηκε η προαναφερόμενη αίτηση της προσφεύγουσας, με την αιτιολογία ότι, κατά τον ως άνω χρόνο νοσηλείας του συζύγου της, η ίδια δεν είχε ασφαλιστική ικανότητα για παροχές περίθαλψης λόγω οφειλών, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 4 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε., καθόσον όφειλε εισφορές συνολικού ποσού 11.205,53 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 5ο/1996 έως 4ο/2008, τις οποίες εξόφλησε μετά το πενθήμερο, ήτοι στις 9.7.2008. Κατά της απόφασης αυτής, η προσφεύγουσα άσκησε την ./5.9.2008 ένσταση, η οποία απορρίφθηκε, με την προσβαλλόμενη ./συν../9.3.2009 απόφαση της Τ.Δ.Ε. της ίδιας ως άνω Διεύθυνσης του καθού Οργανισμού, βάσει του άρθρου 6 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε.. Εξάλλου, στο προοίμιο της εν λόγω απόφασης αναφέρεται ότι ελήφθη υπόψη, μεταξύ άλλων, το ./15.12.2008 έγγραφο της Υγειονομικής Υπηρεσίας του Οργανισμού, σύμφωνα με το οποίο η εν λόγω υπηρεσία αδυνατεί να εξετάσει επί της ουσίας την αναγκαιότητα χρησιμοποίησης των υλικών, διότι η νοσηλεία έχει απορριφθεί ως μη επείγουσα από τον ελεγκτή ιατρό του Οργανισμού.

 

6. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή και το επ αυτής, νομίμως, κατατεθέν από 15.3.2017 υπόμνημα, επιδιώκεται η ακύρωση της ανωτέρω απόφασης της Τ.Δ.Ε. για τους κατωτέρω αναφερόμενους λόγους. Καταρχάς, με το προαναφερόμενο υπόμνημα, η προσφεύγουσα προβάλλει, το πρώτον, ότι οι εφαρμοστέες, εν προκειμένω, διατάξεις του άρθρου 6 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. αντίκεινται, τόσο στο Σύνταγμα, όσο και σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες του διεθνούς και ενωσιακού δικαίου, δοθέντος ότι επιτρέπουν την αναστολή χορήγησης παροχών ασθένειας και μητρότητας και, εν γένει, κάθε είδους παροχών υγείας σε ασφαλισμένους του Ο.Α.Ε.Ε., οι οποίοι οφείλουν ασφαλιστικές εισφορές -όχι μόνο του κλάδου υγείας, αλλά και του κλάδου σύνταξης ή τυχόν άλλες-, και δεν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση. Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι, πέραν του άρθρου 22 παρ. 5 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει γενικά το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση, ειδικό συνταγματικό έρεισμα της υποχρέωσης ασφαλιστικής κάλυψης υγείας παρέχει, τόσο το άρθρο 21 παρ. 1, 3 και 5 του Συντάγματος, όσο και οι υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις της 102 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας «περί ελαχίστων ορίων κοινωνικής ασφάλειας», που κυρώθηκε με το ν. 3155/1955 (ΦΕΚ Α΄140), του άρθρου 4 παρ. 1 του Κανονισμού ΕΟΚ 1408/1971 «περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας», όπως ισχύει, καθώς και του άρθρου 34 παρ.1 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνεπώς, διατείνεται ότι ενόψει του υποχρεωτικού χαρακτήρα της κοινωνικής ασφάλισης και, ειδικότερα, της καθολικής υποχρέωσης ασφαλιστικής κάλυψης υγείας, δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτή η μονομερής, σε βάρος του ασφαλισμένου, αναστολή της ασφαλιστικής σχέσης, με τη διακοπή χορήγησης των παροχών υγείας στους ασφαλισμένους του Ο.Α.Ε.Ε. που βρίσκονται σε αδυναμία εξόφλησης των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών τους, δεδομένου ότι κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αυτοί εξακολουθούν να βαρύνονται με τις οικείες ασφαλιστικές εισφορές και, γενικά, με όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σχέση. Εξάλλου, υποστηρίζει ότι, ενόψει της αυτοτέλειας της ασφαλιστικής σχέσης για κάθε κλάδο ασφάλισης, σύνταξης ή υγείας, δεν είναι συνταγματικά επιτρεπτό να εξαρτάται η χορήγηση παροχών υγείας στους ασφαλισμένους του Ο.Α.Ε.Ε., από την καταβολή εκ μέρους τους των εισφορών του κλάδου σύνταξης, αλλά αντιθέτως, θα έπρεπε η εξόφληση των οφειλόμενων εισφορών υγείας να καθιστά ασφαλιστικά ενήμερο τον ασφαλισμένο έναντι του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. επιτρέποντάς του την απόλαυση των αντίστοιχων παροχών υγείας, ανεξαρτήτως τυχόν οφειλών του προς τον κλάδο σύνταξης του Ο.Α.Ε.Ε.. Ενόψει όλων των ανωτέρω, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι οι εν λόγω διατάξεις του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. αντίκεινται, τόσο στις προαναφερόμενες συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, όσο και ότι έχουν εκδοθεί καθ υπέρβαση της νομοθετικής εξουσιοδότησης και, για τους λόγους αυτούς, είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες.

 

7. Επειδή, καταρχάς, οι ανωτέρω λόγοι, περί αντίθεσης του άρθρου 6 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. προς τις προαναφερόμενες συνταγματικές και υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις, παραδεκτώς, προβάλλονται το πρώτον με το κατατεθέν υπόμνημα, δοθέντος ότι συνιστούν λόγους αυτεπαγγέλτως εξεταζόμενους από το Δικαστήριο στα πλαίσια εκδίκασης της κρινόμενης προσφυγής. Περαιτέρω δε, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην τρίτη σκέψη της παρούσας, η ανωτέρω διάταξη του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. δεν αντίκειται στις εν λόγω συνταγματικές διατάξεις, δεδομένου ότι από τις τελευταίες δεν παράγεται, άνευ ετέρου, γενική υποχρέωση του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού προς παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σε κάθε ασφαλισμένο του, αλλά η υποχρέωσή του αυτή συνδέεται προς την καταβολή των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών. Εξάλλου, δοθέντος ότι στην κοινωνική ασφάλιση δεν κατοχυρώνεται συνταγματικώς η ευθεία αναλογία (αμιγής ανταποδοτικότητα) μεταξύ εισφορών και παροχών (βλ. Ολ.ΣτΕ 2288/2015, 3487/2008), η επίμαχη ρύθμιση του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. η οποία δεν διακρίνει μεταξύ οφειλόμενων εισφορών του κλάδου υγείας και του κλάδου σύνταξης είναι σύμφωνη με το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, απορριπτομένων, ως βάσιμων, των αντίθετων ισχυρισμών της προσφεύγουσας. ʼλλωστε, στα πλαίσια της υποχρέωσης του Κράτους προς παροχή διακεκριμένης μορφής κοινωνικής προστασίας σε οικονομικά ασθενέστερες ομάδες του πληθυσμού έχουν ήδη θεσπισθεί ρυθμίσεις [βλ. τις Κ.Υ.Α. 139491/2006 (ΦΕΚ Β΄ 1747)], που αφορούν την παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σε ανασφάλιστους ή οικονομικά αδύναμους πολίτες και, συνεπώς, δεν τίθεται ζήτημα παραβίασης του άρθρου 21 του Συντάγματος. Όσον αφορά δε την αντίθεση των επίμαχων ρυθμίσεων του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. προς την υπ αριθμ. 102 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας, ο σχετικός ισχυρισμός πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως αορίστως προβαλλόμενος, καθόσον η προσφεύγουσα δεν αναφέρει κατά τρόπο συγκεκριμένο ποιά διάταξη αυτής παραβιάστηκε και κατά ποιόν τρόπο. Σε κάθε δε περίπτωση η επίμαχη ρύθμιση δεν αντίκειται στις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος που είναι εναρμονισμένες με τις προβλέψεις της εν λόγω Διεθνούς Σύμβασης (πρβλ. ΣτΕ 1286/2012 Ολομ. σκ.13, 660/2016). Ομοίως, απορριπτέος ως αορίστως προβαλλόμενος παρίσταται και ο λόγος περί παραβίασης του Κανονισμού ΕΟΚ 1408/1971, δοθέντος ότι δεν προβάλλονται ειδικότερες αιτιάσεις περί τούτου, ενώ, ο λόγος περί παραβίασης της διάταξης του άρθρου 34 παρ.1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξαρτήτως της αοριστίας του, είναι, σε κάθε περίπτωση, απορριπτέος, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης νομικής προϋπόθεσης, δοθέντος ότι οι διατάξεις του Χάρτη αυτού διέπουν τις δράσεις των κρατών-μελών μόνον όταν εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης και δεν αφορούν ρυθμίσεις αμιγώς εσωτερικής πολιτικής, όπως εν προκειμένω (βλ. ΣτΕ 1286/2012 Ολομ., 1726/2016 7μ.). Τέλος, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι η εν λόγω διάταξη του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. κείται εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος, διότι με το άρθρο 10 παρ. 5 του ν. 2676/1999, θεμιτώς, κατά το άρθρο 43 παρ. 2 εδ. β΄ του Συντάγματος, παρασχέθηκε εξουσιοδότηση για να ρυθμιστούν με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ζητήματα, όπως η έκταση και το ύψος των παροχών ασθενείας, ο τρόπος και η διαδικασία χορήγησής τους, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια, δοθέντος ότι ειδικά «ο τρόπος και η διαδικασία χορήγησης» των παροχών υγείας είναι άρρηκτα συνυφασμένοι, νομικώς και λογικώς, με την εξόφληση (ή ρύθμιση) των αντίστοιχων εισφορών εκ μέρους του ασφαλισμένου (πρβλ. ΣτΕ Ολομ 1286/2012 σκ. 22, ΣτΕ 1240/2016 σκ. 4), καθόσον από το όλο το πλέγμα της νομοθεσίας του Ο.Α.Ε.Ε. προκύπτει η εν λόγω βούληση του νομοθέτη, η οποία είναι εναρμονισμένη και με τις προαναφερόμενες συνταγματικές διατάξεις περί κοινωνικής ασφάλισης.

 

8. Επειδή, εξάλλου, με την κρινόμενη προσφυγή, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η έλλειψη ασφαλιστικής ικανότητας εκ μέρους της, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, λόγω μη καταβολής των οφειλόμενων εισφορών, δεν οφείλεται σε δική της υπαιτιότητα, αλλά σε αποκλειστική υπαιτιότητα του καθού Οργανισμού. Και τούτο διότι, κατά τους ισχυρισμούς της, ήδη από τις 27.7.2007, ήτοι πριν το ατύχημα του συζύγου της, είχε υποβάλει αίτηση (αρ. πρωτ. …) προς τον καθού Οργανισμό προκειμένου να της γνωστοποιηθούν οι οφειλές της και να προβεί στην εξόφλησή τους. Ωστόσο, δεδομένου ότι η ίδια ήταν εγγεγραμμένη, αρχικώς, στο Τ.Ε.Β.Ε., εν συνεχεία στο Τ.Α.Ε. και, τελικώς, μετά την ενοποίηση των Ταμείων, στον Ο.Α.Ε.Ε., τα αρμόδια όργανα του τελευταίου την ενημέρωσαν ότι δεν ήταν σε θέση να της γνωστοποιήσουν τις οφειλές της, πριν γίνει η ταυτοποίηση των αριθμών μητρώων της. Εντέλει, όπως διατείνεται η προσφεύγουσα, μόλις στις 5.5.2008, αφού εκδόθηκε η απόφαση περί ταυτοποίησης των αριθμών μητρώου των καταργηθέντων Ταμείων και ενοποίησης των οικείων λογαριασμών σε έναν ενιαίο αριθμό μητρώου του Ο.Α.Ε.Ε., της γνωστοποιήθηκαν οι οφειλές της, οπότε η ίδια υπέβαλε αμέσως αίτηση για τη ρύθμισή τους σε δόσεις. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι, κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης περί ρύθμισης των οφειλών της, η ίδια είχε ήδη καταβάλει το μεγαλύτερο μέρος αυτών και είχε ήδη εξοφλήσει το δεύτερο δίμηνο του έτους 2008 (μήνες Μάρτιο και Απρίλιο), ήτοι είχε πληρώσει το ποσό των 11.140,53 ευρώ επί συνόλου οφειλής 11.205,53 ευρώ. Ενόψει όλων των ανωτέρω, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, καθίσταται προφανές ότι αν ο καθού Οργανισμός είχε εκδώσει εγκαίρως τις προαναφερόμενες αποφάσεις του, η ίδια θα είχε καταβάλει εμπρόθεσμα τις εισφορές της, δεδομένου ότι η αίτησή της είχε υποβληθεί ήδη από τον Ιούλιο του 2007. Εξάλλου, ισχυρίζεται ότι, η εξαρχής μη καταβολή των οικείων ασφαλιστικών εισφορών της, όπως αποδεικνύεται από τον σποραδικό χαρακτήρα αυτής - ήτοι, το γεγονός ότι η ίδια δεν κατέβαλε ασφαλιστικές εισφορές για ορισμένους μόνο μήνες και όχι για όλους καθενός από τα προαναφερόμενα έτη-, οφείλεται σε πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία της, και όχι σε πρόθεση, εκ μέρους της, καταστρατήγησης των σχετικών υποχρεώσεών της. Ενόψει όλων των ανωτέρω, διατείνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατά κακή χρήση της διακριτικής ευχέρειας και κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη. Προς απόδειξη δε του ως άνω ισχυρισμού της, η προσφεύγουσα επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, το ./26.6.2009 έγγραφο της Προϊσταμένης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Νοτίου Αττικής του Ο.Α.Ε.Ε., στο οποίο αναφέρεται ότι αυτή (η προσφεύγουσα), με την ./27.7.2007 αίτησή της προς τον Οργανισμό, ζήτησε την ενοποίηση των λογαριασμών της στα πρώην ΤΕΒΕ και ΤΑΕ, η οποία ολοκληρώθηκε στις 12.4.2008, εν συνεχεία δε, με την από 30.6.2008 αίτησή της, ζήτησε τη ρύθμισης της οφειλής της από τον 5ο/1996 έως 4ο/2008, την οποία εξόφλησε εφάπαξ στις 9.7.2008, ανερχόμενη στο ποσό των 11.205,53 ευρώ, ενώ, τέλος, με το ./17.3.2009 έγγραφο της ίδιας ως άνω Διεύθυνσης της γνωστοποιήθηκε οφειλή ύψους 3.270,44 ευρώ, προερχόμενη από τη μετατροπή ασφαλιστικών κατηγοριών από νέο σε παλαιό, λόγω προϋπάρχουσας (πριν την 1.1.1993, σχ. άρθρο 22 του ν. 2084/1992) ασφάλισής της στο Ι.Κ.Α.. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον η έλλειψη ασφαλιστικής ικανότητας για παροχή περίθαλψης εκ μέρους της, κατά τον επίμαχο χρόνο νοσηλείας του συζύγου της, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του καθού Οργανισμού. Και τούτο διότι, όπως προκύπτει από το ως άνω προσκομιζόμενο έγγραφο, με την από 27.7.2007 αίτησή της, ζήτησε μόνο την ενοποίηση των λογαριασμών της στα πρώην ΤΕΒΕ και ΤΑΕ, η οποία ολοκληρώθηκε στις 12.4.2008, ενώ τη ρύθμιση των οφειλών της τη ζήτησε με την από 30.6.2008 αίτησή της, ήτοι μετά τον χρόνο νοσηλείας του συζύγου της (από 27.3.2008 έως 2.4.2008), καταβάλλοντας στις 9.7.2008 το ποσό των 11.140,53 ευρώ, ως προκαταβολή της κεφαλοποιημένης μέχρι τον 4ο/2008 οφειλής της συνολικού ποσού 11.205,53 ευρώ (σχ. η από 9.7.2008 απόφαση ρύθμισης εισφορών σε δόσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος Καλλιθέας του Ο.Α.Ε.Ε.). Σε κάθε δε περίπτωση, σύμφωνα με την προεκτεθείσες διατάξεις των άρθρων 6 και 14 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε., η ασφαλιστική ικανότητα για παροχή περίθαλψης εξαρτάται από το αντικειμενικό γεγονός της καταβολής των πάσης φύσεως σχετικών ασφαλιστικών εισφορών, και τούτο ανεξαρτήτως της υποκειμενικής συμπεριφοράς του ασφαλισμένου.

 

9. Επειδή, περαιτέρω, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η Τ.Δ.Ε. με την προσβαλλόμενη απόφασή της προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία του άρθρου 6 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε., δοθέντος ότι η διάταξη αυτή αφορά τους ασφαλισμένους που δεν έχουν την πρόθεση να ρυθμίσουν τις ασφαλιστικές εισφορές και, δικαίως, χάνουν την ασφαλιστική ικανότητάς τους. Αντιθέτως δε, βάσει της διάταξης του άρθρου 17 παρ. 2 του π.δ. 258/2005, ο ασφαλισμένος δικαιούται να καταβάλει τις εισφορές και μετά τον χρόνο παραγραφής τους, ενώ ο χρόνος που αφορούν οι εισφορές αυτές συνυπολογίζονται ως χρόνος ασφάλισής του. Ενόψει των ανωτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι εφόσον η ίδια απόσβεσε τις οφειλές τις από ασφαλιστικές εισφορές, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και οι εισφορές για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, έχει όλα τα δικαιώματα από την ασφαλιστική της ικανότητα αναδρομικά, διότι διαφορετική ερμηνεία θα σήμαινε ότι αυτή κατέβαλε τις εισφορές αδικαιολόγητα και ο Οργανισμός πλούτισε εις βάρος της. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός πρέπει να απορριφθεί, αφενός μεν, ως αβάσιμος, αφετέρου δε ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋπόθεσης. Και τούτο διότι, κατά το άρθρο 6 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. η απώλεια ασφαλιστικής ικανότητας για παροχή περίθαλψης είναι συνάρτηση του αντικειμενικού γεγονότος της μη καταβολής των οικείων ασφαλιστικών εισφορών, ανεξαρτήτως οιασδήποτε πρόθεσης του ασφαλισμένου. Εξάλλου δε, το άρθρο 17 παρ. 2 του π.δ. 258/2005, αφορά τον συνυπολογισμό στο χρόνο ασφάλισης των εισφορών που καταβλήθηκαν εκπρόθεσμα και δε μπορεί να βρει πεδίο εφαρμογής στον κλάδο υγείας, υπό την έννοια της απόκτησης ασφαλιστικής ικανότητας για παροχή περίθαλψης αναδρομικά. Και τούτο διότι, διαφορετική ερμηνευτική εκδοχή θα αντίκειτο, κατά τα προεκτεθέντα, στη βιωσιμότητα των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, δεδομένου ότι ο ασφαλισμένος θα μπορούσε να καταβάλει τις εισφορές του κλάδου υγείας, όχι εντός των νόμιμων προθεσμιών, αλλά όποτε τυχόν διέτρεχε τον σχετικό ασφαλιστικό κίνδυνο (ασθένεια) και ο ασφαλιστικός φορέας να υποχρεούται  να του παρέχει αναδρομικά τις προβλεπόμενες παροχές υγείας.

 

10. Επειδή, εξάλλου, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα, λόγω μη νόμιμης αιτιολογίας, καθόσον η περιεχόμενη στο σώμα της αιτιολογία ότι «η Υγειονομική Επιτροπή αδυνατεί να μπει στην ουσία περί της αναγκαιότητας της χρησιμοποίησης υλικών, διότι η νοσηλεία έχει απορριφθεί ως μη επείγουσα από τον ελεγκτή ιατρό του Οργανισμού» έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα στοιχεία του φακέλου και, ειδικότερα, την από 16.7.2008 έγκριση του ελεγκτή ιατρού του Οργανισμού, σύμφωνα με την οποία η εν λόγω νοσηλεία του συζύγου της προσφεύγουσας ήταν επείγουσα. Επιπλέον δε, υποστηρίζεται ότι η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης είναι ελλιπής, καθόσον συνίσταται στην απλή επιγραμματική αναφορά κάποιων εγγράφων, χωρίς να απαντώνται οι ισχυρισμοί της ασκηθείσας ένστασης της προσφεύγουσας ενώπιον της Τ.Δ.Ε.. Ωστόσο, ο λόγος αυτός της προσφυγής είναι απορριπτέος, ως αλυσιτελής, και κατά τα δύο σκέλη του. Και τούτο διότι, η απόρριψη του αιτήματος της προσφεύγουσας, περί απόδοσης της επίδικης δαπάνης νοσηλείας του συζύγου της, ερείδεται στην έλλειψη ασφαλιστικής ικανότητας εκ μέρους της, κατά τον επίμαχο χρόνο της νοσηλείας, λόγω οφειλών αυτής από ασφαλιστικές εισφορές, σύμφωνα με τα άρθρα 6 και 14 παρ. 4 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε. και όχι στη μη έγκριση, ως επείγοντος, του εν λόγω ιατρικού περιστατικού, από τον ελεγκτή ιατρό του καθού Οργανισμού, η οποία έγκριση τελεί υπό τη νομική προϋπόθεση ότι ο ασφαλισμένος είναι ταμειακά ενήμερος. Σε κάθε δε περίπτωση, το παρόν Δικαστήριο, ως δικαστήριο ουσίας, δε δύναται να ακυρώσει την προσβαλλόμενη πράξη για λόγους αναγόμενους στη νομιμότητα ή στην επάρκεια της αιτιολογίας της, αλλά οφείλει να ερευνήσει το ίδιο αν συντρέχουν οι απαιτούμενες από το νόμο προϋποθέσεις για την έκδοσή της και να δεχθεί ή να απορρίψει, κατά τη δική του κρίση, την προσφυγή (πρβλ. ΣτΕ 1820/2015, 4596/2012, 2170/2003, 1496/1998 επταμ.).

 

11. Επειδή, τέλος, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του Ο.Α.Ε.Ε., οι οποίες, όπως προεκτέθηκε, είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα και δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σε περίπτωση εισαγωγής ασφαλισμένου σε μη συμβεβλημένη ιδιωτική κλινική απαιτείται αναγγελία εντός πέντε (5) ημερών, η σχετική έγκριση δίνεται με την προϋπόθεση ότι μέσα στην προθεσμία αυτή ο ασφαλισμένος είναι ταμειακά ενήμερος και δικαιούται βιβλιαρίου ασθενείας, σε περίπτωση δε που παρέλθει η παραπάνω προθεσμία των πέντε (5) ημερών, ο ασφαλισμένος καλύπτεται από τον Ο.Α.Ε.Ε. από την ημερομηνία αναγγελίας και μετά, υπό την προϋπόθεση να είναι ταμειακά ενήμερος. Ενόψει των ανωτέρω και με βάση τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, λαμβανομένου, ιδίως, υπόψη ότι: α) η προσφεύγουσα, κατά τον κρίσιμο χρόνο νοσηλείας του συζύγου της στο εν λόγω μη συμβεβλημένο με τον Οργανισμό θεραπευτήριο (από 27.3.2008 έως 2.4.2008), δεν είχε ασφαλιστική ικανότητα για παροχή περίθαλψης, λόγω προηγούμενων ανεξόφλητων οφειλών της προς τον Ο.Α.Ε.Ε., γεγονός, άλλωστε, που δεν αμφισβητεί η ίδια και δεν αντικρούεται από οποιοδήποτε στοιχείο του φακέλου και β) η προσφεύγουσα -πέραν του ότι ανήγγειλε εκπροθέσμως την εισαγωγή του συζύγου της στο εν λόγω θεραπευτήριο- ρύθμισε τις οφειλόμενες εισφορές της στις 9.7.2008, ήτοι μετά την παρέλευση του προβλεπόμενου πενθήμερου από την εν λόγω εισαγωγή, σε κάθε δε περίπτωση σε χρόνο που ο σύζυγός της είχε πλέον εξέλθει από το εν λόγω θεραπευτήριο, με αποτέλεσμα να μην καλύπτεται από τον Ο.Α.Ε.Ε. για τις δαπάνες της επίμαχης νοσηλείας του, το Δικαστήριο κρίνει ότι νομίμως, με την προαναφερόμενη 9005/30.7.2008  απόφαση της Προϊσταμένης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Νοτίου Αττικής του Ο.Α.Ε.Ε., απορρίφθηκε το αίτημα της προσφεύγουσας περί απόδοσης της ένδικης δαπάνης νοσηλείας του συζύγου της, λόγω έλλειψης ασφαλιστικής ικανότητας αυτής για παροχή περίθαλψης. Εκ των ανωτέρω παρέπεται ότι, νομίμως, αν και με άλλη εν μέρει αιτιολογία, απορρίφθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφαση της Τ.Δ.Ε., η προαναφερόμενη ένσταση της προσφεύγουσας κατά της ως άνω απόφασης.

 

12. Επειδή, κατ ακολουθία, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη προσφυγή, να καταπέσει το καταβληθέν παράβολο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.), ενώ, εκτιμωμένων των περιστάσεων της υπόθεσης, να απαλλαγεί η προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του καθού ν.π.δ.δ. (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. ε΄ του Κ.Δ.Δ.).

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την προσφυγή.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

 

Απαλλάσσει την προσφεύγουσα από τα δικαστικά έξοδα του Ε.Ο.Π.Υ.Υ..

 

Η απόφαση δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 15.3.2019.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΜΑΡΑΓΚΟΥ                         ΔΗΜΗΤΡΑ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΥ