ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜονΔΕφΘεσ 12/2019
Ανακοπή ερημοδικίας - Αναγκαστική ομοδικία -
Δυνητική ομοδικία - ʼσκηση ένδικου μέσου από ομόδικο - Τραυματισμός από
πτώση μοτοποδηλάτου λόγω επίθεσης αδέσποτων σκύλων σε Κοιμητήριο - Χρηματική
ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης -.
Η
άσκηση ένδικου μέσου από κάποιον από τους αναγκαστικώς ομοδίκους επάγεται
αποτελέσματα και για τους λοιπούς, τούτο δε υπό την έννοια ότι, αν μόνον ένας
αναγκαστικώς ομόδικος ασκήσει ένδικο μέσο, θεωρούνται εκ
του νόμου ως ασκήσαντες αυτό και οι διατελέσαντες
ομόδικοί του στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβληθείσα απόφαση, παρά το
ότι εκείνοι αδράνησαν. Οι αδρανήσαντες ομόδικοι που
δεν παρίστανται στη συζήτηση του ένδικου μέσου, τότε μόνον καθίστανται διάδικοι
της δίκης αυτής θεωρούμενοι ως αντιπροσωπευόμενοι από τον παριστάμενο και ασκήσαντα το ένδικο μέσο αναγκαστικώς ομόδικό τους, όταν
έχουν νομίμως προσεπικληθεί με κοινοποίηση της δικασίμου του εισαγωγικού
δικογράφου του ασκηθέντος ενδίκου μέσου και γνωστοποίηση της δικασίμου δέκα
πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση, να μετάσχουν σ
αυτήν. Τραυματισμός σε ατύχημα, το οποίο συνέβη σε χώρο Κοιμητηρίου εξαιτίας
πτώσης μοτοποδηλάτου από επίθεση αδέσποτων σκύλων. Η παράλειψη του ν.π.δ.δ., που είχε αναλάβει την συντήρηση, λειτουργία και
εκμετάλλευση του Κοιμητηρίου, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην
επιτρέψει την εγκαταβίωση και κυκλοφορία αδεσπότων σκύλων στο χώρο του Κοιμητηρίου, συνέβαλε
αιτιωδώς στο ζημιογόνο αποτέλεσμα του τραυματισμού του ενάγοντος, καθώς η
εκτροπή του μοτοποδηλάτου που οδηγούσε και η πτώση του εξ αιτίας της οποίας
υπέστη συντριπτικό κάταγμα αριστερού ισχίου, οφείλεται στην απρόσμενη επίθεση
που δέχθηκε από αγέλη αδεσπότων σκύλων. Το γεγονός
της κατά τα ανωτέρω υποχρεώσεως, δεν αποτελεί λόγο απαλλαγής του εναγομένου
Δήμου από την υποχρέωση που είχε να μεριμνά για την περισυλλογή των αδεσπότων ζώων στην εδαφική του περιφέρεια, όπου υπάγεται
το ως άνω Κοιμητήριο, αφού η ύπαρξη αγέλης αδεσπότων
σκύλων εντός της περιφερείας του συνδέεται με τον κίνδυνο προσβολής των εννόμων
αγαθών τρίτων. Στοιχειοθετείται η κατ άρθρα 105-106 του ΕισΝΑΚ
ευθύνη των εναγομένων ν.π.δ.δ. για χρηματική
ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων συνεπεία του
τραυματισμού του
. Η σχέση ομοδικίας που συνέδεε τους αρχικούς
εναγομένους, ήταν αυτή της δυνητικής (απλής) ομοδικίας ως από κοινού υποχρέους, κατά τις αντίστοιχες για τον καθένα διατάξεις,
προς αποκατάσταση της αυτής ζημίας, αφού αυτοί ήταν δυνατόν να εναχθούν
χωριστά, είτε εις ολόκληρον, είτε κατά το μέτρο της
ευθύνης τους ο καθένας, από τον ενάγοντα, ήδη ανακόπτοντα, χωρίς να επηρεάζεται
η ανεξάρτητη δικονομική θέση καθενός από αυτούς έναντι του άλλου. Απορρίπτει
την ανακοπή.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 12/2019
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΜΗΜΑ Ζ΄- ΟΥΣΙΑΣ
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ
Αποτελούμενο από τη
δικαστή Μαρία Κοκοβίδου, Εφέτη Διοικητικών
Δικαστηρίων,
συνεδρίασε δημόσια στο
ακροατήριό του, στις 26 Σεπτεμβρίου 2018, με γραμματέα τη Χαριτωμένη
Καλογεροπούλου, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την από
(αριθ. καταχώρησης στο παρόν Δικαστήριο
) ανακοπή ερημοδικίας,
του Δήμου
που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (οδός
) και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Δήμαρχό του, για τον οποίο παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος Νικόλαος Παπαδόπουλος, που διορίσθηκε με την
απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου,
κατά: 1)
, κατοίκου Θεσσαλονίκης (οδός
), ο οποίος
παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Ανδρέα Ταγαράκη
και 2) του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «
», που εδρεύει στον
, της Θεσσαλονίκης και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρο του Δ.Σ., για τον οποίο παραστάθηκε η πληρεξούσια δικηγόρος Ανατολή Δημητριάδου, και
κατά της
, αποφάσεως του Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Κατά τη συζήτηση, οι
διάδικοι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα
πρακτικά και αφού,
Μελέτησε τη δικογραφία και
Σκέφθηκε σύμφωνα με το
νόμο
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, με την
κρινόμενη ανακοπή ερημοδικίας, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται, κατά
νόμο, η καταβολή παραβόλου (άρθρ. 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998, σε συνδυασμό με
το άρθρο 285 του Κ.Δ.Δ.), ζητείται η εξαφάνιση της
, αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου με σκοπό να αναγνωρισθεί η
υποχρέωση του καθ
ου ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «
» και του ανακόπτοντος Δήμου
Θεσσαλονίκης να καταβάλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον στον καθ ου η ανακοπή
, κατ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ και 932 ΑΚ, το ποσό των 5.000 ευρώ, νομιμοτόκως, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη
που ο τελευταίος υπέστη λόγω τραυματισμού του σε ατύχημα, το οποίο συνέβη στις
στο χώρο του Κοιμητηρίου Δυτικής Θεσσαλονίκης, εξαιτίας πτώσης του μοτοποδηλάτου του από επίθεση αδέσποτων σκύλων. Με
την προαναφερθείσα απόφαση του Δικαστηρίου είχε γίνει εν μέρει δεκτή η από
έφεση του καθ ου ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «
» κατά της
αποφάσεως του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία είχε αναγνωρισθεί η υποχρέωση αυτού, καθώς
και του ανακόπτοντος Δήμου, να καταβάλλουν αλληλεγγύως και εις ολόκληρον στον καθ ου
, κατόπιν μερικής αποδοχής αγωγής του, το ποσό των 20.000 ευρώ, για την παραπάνω αιτία, και αφού μεταρρυθμίσθηκε η προαναφερθείσα πρωτόδικη απόφαση, αναγνωρίσθηκε η
υποχρέωση του καθ
ου ν.π.δ.δ. να καταβάλει στον προαναφερθέντα, εν τέλει, το ποσό των 5.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής στη ... και μέχρι την εξόφληση.
2. Επειδή, στο άρθρο 115
του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.
2717/1999, Α΄ 97), ορίζονται τα εξής ως προς τη δυνητική ομοδικία στις δίκες
ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων: «1.
2. Κατά περισσότερων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου μπορεί να ασκηθεί κοινή προσφυγή, εφόσον η πράξη ή η
παράλειψη του ενός έχει ενσωματωθεί στην πράξη ή την παράλειψη του άλλου ή
κοινή αγωγή, εφόσον τα πρόσωπα αυτά συνδέονται με κοινή υποχρέωση ή οι
υποχρεώσεις τους πηγάζουν από την ίδια νομική και πραγματική αιτία. 3.
4. [όπως αναριθμήθηκε από
3 σε 4 με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 2944/2001, Α΄ 222] Η δυνητική ομοδικία δεν επηρεάζει τις
ουσιαστικές έννομες σχέσεις των ομοδίκων. Οι διαδικαστικές πράξεις του ενός δεν
ωφελούν ούτε βλάπτουν τους άλλους. 5.
». Περαιτέρω, στα άρθρα 116-120 του ίδιου
Κώδικα ρυθμίζονται τα σχετικά ως προς την αναγκαστική ομοδικία. Ειδικότερα,
στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 116 ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Περισσότεροι
ομοδικούν αναγκαστικώς, εφόσον: α) η διαφορά από τη
φύση της επιδέχεται μόνο ενιαία ρύθμιση, ή β) η ισχύς της απόφασης που θα
εκδοθεί εκτείνεται, σύμφωνα με το νόμο, σε όλους τους ομοδίκους ή γ) κατά το
νόμο, συγκεκριμένο ένδικο βοήθημα μόνο από κοινού μπορεί να ασκηθεί από αυτούς
ή κατ
αυτών ή δ) λόγω των συνθηκών της συγκεκριμένης διαφοράς, δεν είναι
δυνατόν να υπάρξουν αντίθετες αποφάσεις. 2. Οι διαδικαστικές πράξεις κάθε
αναγκαστικώς ομοδίκου, εφόσον ο νόμος που διέπει τη σχέση δεν ορίζει
διαφορετικά, δεσμεύουν και τους λοιπούς αναγκαστικώς ομοδίκους.
». Ακολούθως, στις διατάξεις των άρθρων 117 έως 119
προβλέπεται η προσεπίκληση των αναγκαστικώς ομοδίκων, η συμμετοχή τους στη δίκη
και οι συνέπειες από τη μη συμμετοχή τους σ αυτήν. Σύμφωνα με το άρθρο 117 «Αν ορισμένοι, ως προς τους οποίους συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναγκαστικής ομοδικίας, δεν
περιλαμβάνονται στο κοινό δικόγραφο, προσεπικαλούνται στη δίκη, με κοινοποίηση
του εισαγωγικού δικογράφου και γνωστοποίηση της δικασίμου, από οποιονδήποτε
ομόδικο, δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση», κατά δε το
άρθρο 118 «Ο κατά το προηγούμενο άρθρο προσεπικαλούμενος μετέχει στη δίκη με
ειδικό δικόγραφο, το οποίο κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου και
επιδίδεται, σε κυρωμένο αντίγραφο, με τη φροντίδα του, στους άλλους διαδίκους,
ως την προτεραία της συζήτησης». Περαιτέρω, στο άρθρο 119 ορίζεται ότι «Ο
αναγκαστικώς ομόδικος ο οποίος, αν και προσεπικλήθηκε σύμφωνα με τα οριζόμενα
στο άρθρο 117, δεν μετέσχε στη δίκη, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται, κατά τη
διάρκειά της, από όλους από κοινού τους λοιπούς αναγκαστικώς ομοδίκους που
μετέχουν σε αυτήν. Αν δεν είχε προσεπικληθεί και δεν είχε παρασταθεί κατά τη
συζήτηση της υπόθεσης, έχει δικαίωμα να ασκήσει κατά της σχετικής απόφασης
ανακοπή ερημοδικίας» και στο άρθρο 120 του Κώδικα αυτού, με τίτλο του άρθρου «ʼσκηση ένδικων μέσων σε περίπτωση αναγκαστικής
ομοδικίας», ότι «Αν ασκηθεί ένδικο μέσο από κάποιον ή κατά κάποιου από τους
αναγκαστικώς ομοδίκους, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 117-119
». Εξάλλου, στο άρθρο 926 του Αστικού Κώδικα (ΑΚ, π.δ.
456/1984, Α΄ 164) ορίζεται ότι «Αν από
κοινή πράξη περισσοτέρων προήλθε ζημία ή αν για την ίδια ζημία ευθύνονται
παράλληλα περισσότεροι, ενέχονται όλοι εις ολόκληρον
», ενώ στο άρθρο 927 ότι «Εκείνος που κατά το προηγούμενο άρθρο κατέβαλε ολόκληρη την αποζημίωση έχει δικαίωμα αναγωγής
κατά των λοιπών. Το δικαστήριο προσδιορίζει το μέτρο της μεταξύ τους ευθύνης
ανάλογα με το βαθμό του πταίσματος καθενός. Αν δεν μπορεί να εξακριβωθεί ο
βαθμός αυτός, η ζημία κατανέμεται μεταξύ όλων σε ίσα μέρη».
3. Επειδή, από τις ως άνω
διατάξεις των άρθρων 117-120 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας συνάγεται ότι,
όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναγκαστικής ομοδικίας, οι διαδικαστικές
πράξεις κάθε αναγκαστικώς ομοδίκου ωφελούν ή βλάπτουν τους λοιπούς. Περαιτέρω,
η άσκηση ένδικου μέσου από κάποιον από τους αναγκαστικώς ομοδίκους επάγεται
αποτελέσματα και για τους λοιπούς, τούτο δε υπό την έννοια ότι, αν μόνον ένας
αναγκαστικώς ομόδικος ασκήσει ένδικο μέσο, θεωρούνται εκ του νόμου ως ασκήσαντες αυτό και οι διατελέσαντες ομόδικοί του στη δίκη
κατά την οποία εκδόθηκε η προσβληθείσα απόφαση, παρά το ότι εκείνοι αδράνησαν.
Οι αδρανήσαντες δε ομόδικοι που δεν παρίστανται στη
συζήτηση του ένδικου μέσου, τότε μόνον καθίστανται διάδικοι της δίκης αυτής
θεωρούμενοι ως αντιπροσωπευόμενοι από τον παριστάμενο και ασκήσαντα
το ένδικο μέσο αναγκαστικώς ομόδικό τους, όταν έχουν νομίμως προσεπικληθεί με
κοινοποίηση της δικασίμου του εισαγωγικού δικογράφου του ασκηθέντος ενδίκου
μέσου και γνωστοποίηση της δικασίμου δέκα πέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη
συζήτηση, να μετάσχουν σ αυτήν (βλ. ΣτΕ 20/2015). Αν δεν προσεπικληθούν και δεν παραστούν κατά τη συζήτηση του ένδικου μέσου, οι απολειφθέντες αναγκαστικώς ομόδικοι έχουν δικαίωμα να ασκήσουν κατά της εκδοθησομένης δικαστικής αποφάσεως ανακοπή ερημοδικίας.
4. Επειδή, εν προκειμένω
το πρωτόδικο δικαστήριο, δικάζοντας την από
, αγωγή του καθ ου η ανακοπή
, κατά του καθ ου ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «
,» και του ανακόπτοντος Δήμου
, με την προαναφερθείσα
, απόφασή του δέχθηκε ότι «
το εναγόμενο ν.π.δ.δ. «
», ως έχον, κατά τη συστατική αυτού πράξη και δη από το έτος
1996 -(υπ αριθ.
πράξη του Αναπληρωτή Περιφερειακού Διευθυντή Ν. Θεσσαλονίκης)- την συντήρηση, λειτουργία και εκμετάλλευση του Κοιμητηρίου της Δυτικής Θεσσαλονίκης, είχε και τη νόμιμη
υποχρέωση που επιβάλλεται από την καλή πίστη και την κρατούσα κοινωνική
αντίληψη να λάβει με τα αρμόδια όργανά του τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην
επιτρέψει την εγκαταβίωση και κυκλοφορία των αδεσπότων σκύλων στο χώρο του Κοιμητηρίου, όπως, άλλωστε,
αρμόζει στην ιερότητα του χώρου αλλά και στη φύση των εν λόγω ζώων, τα οποία θα
έπρεπε να περισυλλεγούν και να μεταφερθούν σε προβλεπομένους από τη νομοθεσία και καταλλήλους γι αυτά χώρους. Η παράλειψη δε του ως άνω ν.π.δ.δ. να λάβει τα εν λόγω μέτρα
συνέβαλε αιτιωδώς στο ζημιογόνο
αποτέλεσμα του τραυματισμού του ενάγοντος, καθώς η εκτροπή του μοτοποδηλάτου
που οδηγούσε και η πτώση του εξ αιτίας της οποίας υπέστη συντριπτικό κάταγμα
αριστερού ισχίου, οφείλεται στην απρόσμενη επίθεση που δέχθηκε από αγέλη αδεσπότων σκύλων. Όμως, το γεγονός της κατά τα ανωτέρω
υποχρεώσεως του Συνδέσμου
, δεν αποτελεί λόγο απαλλαγής του εναγομένου Δήμου
, και νυν
, από την υποχρέωση που είχε κατά τις προεκτεθείσες διατάξεις των νόμων 2017/1992 και 3170/2003 να μεριμνά για την περισυλλογή των αδεσπότων ζώων στην εδαφική του περιφέρεια, όπου υπάγεται
το ως άνω Κοιμητήριο, αφού η ύπαρξη αγέλης αδεσπότων
σκύλων εντός της περιφερείας του συνδέεται με τον κίνδυνο προσβολής των εννόμων
αγαθών τρίτων. Η παράλειψη δε των οργάνων του εναγομένου Δήμου να λάβουν τα
επιβαλλόμενα μέτρα περισυλλογής αδεσπότων σκύλων και
φιλοξενίας αυτών σε ειδικά καταφύγια, προς αποτροπή του ως άνω κινδύνου,
παραβιάζει τις ανωτέρω διατάξεις και θεμελιώνει την ευθύνη αυτού για τον
προκληθέντα κατά τα ανωτέρω τραυματισμό του ενάγοντος από επίθεση αγέλης αδεσπότων σκύλων.
Εν όψει των ανωτέρω, στοιχειοθετείται η κατ άρθρα 105-106 του ΕισΝΑΚ ευθύνη των εναγομένων ν.π.δ.δ. για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη ο ενάγων συνεπεία του τραυματισμού του
». Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η σχέση ομοδικίας που συνέδεε τους αρχικούς εναγομένους, ήταν αυτή της δυνητικής (απλής) ομοδικίας του άρθρου 115 παρ. 2 του ΚΔΔ (αντίστοιχου του άρθρου 74 του ΚΠολΔ), ως από κοινού υποχρέους, κατά τις αντίστοιχες για τον καθένα
διατάξεις, προς αποκατάσταση της αυτής ζημίας (πρβλ.
ΑΠ 245/2006, 1370/2006), αφού αυτοί ήταν δυνατόν να εναχθούν χωριστά, είτε εις ολόκληρον, είτε κατά το μέτρο της ευθύνης τους ο καθένας,
από τον ενάγοντα (βλ. ΔΕφΑθ 5150/2017), ήδη
ανακόπτοντα, χωρίς να επηρεάζεται η ανεξάρτητη δικονομική θέση καθενός από
αυτούς έναντι του άλλου (πρβλ. 747/2014 ΑΠ). Εξάλλου,
με την προσεπίκληση, με την οποία διευρύνονται τα υποκειμενικά όρια της δίκης, σκοπείται ο εξαναγκασμός τρίτου να παρέμβει σε εκκρεμή δίκη
και να υποστεί τις έννομες συνέπειες της αποφάσεως, οι δε περιπτώσεις
προσεπικλήσεως αναφέρονται στο νόμο περιοριστικά (άρθρα 116 και 117 ΚΔΔ) και
αφορούν αποκλειστικά και μόνον τους τρίτους στο πρόσωπο των οποίων συντρέχουν
οι προϋποθέσεις της αναγκαστικής ομοδικίας. Επομένως, μη επιτρεπομένης εν
προκειμένω της προσεπικλήσεως του ανακόπτοντος Δήμου στην κατ έφεση δίκη, εφόσον δεν ήταν αναγκαστικώς ομόδικος του εκκαλούντος ν.π.δ.δ., αυτός δεν έχει δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά το άρθρο
119 εδ. β΄ του ΚΔΔ. Για το λόγο αυτό, που άλλωστε
εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με το άρθρο 35 του Κ.Δ.Δ., η κρινόμενη
ανακοπή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, απαλλασσομένου ωστόσο, κατ
εκτίμηση των περιστάσεων, του ηττηθέντος Δήμου από τα δικαστικά
έξοδα του καθ
ου παθόντος
, (άρθρο 275 παρ.1 εδ. ε΄ του Κ.Δ.Δ.), ο οποίος υπέβαλε σχετικό αίτημα.
Δια ταύτα
Απορρίπτει την ανακοπή.
Απαλλάσσει τον Δήμο
, από τα δικαστικά έξοδα του καθ ου
.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε
στη Θεσσαλονίκη στις 10 Ιανουαρίου 2019, όπου και δημοσιεύθηκε στις 11
Ιανουαρίου 2019, σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου
τούτου.
Η Δικαστής Η Γραμματέας