ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜΟΕΘεσ 67-68/2020
Ανθρωποκτονία με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική
κατάσταση κατά συρροή - Παράνομη οπλοφορία - Οπλοχρησία - ’μυνα -.
Ο κατηγορούμενος
κηρύχθηκε ένοχος για ανθρωποκτονία με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά
συρροή και για παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία. Απόρριψη ισχυρισμών του
κατηγορουμένου περί ευρέσεώς του σε κατάσταση βρασμού ψυχικής ορμής και σε
κατάσταση νόμιμης άμυνας κατά την τέλεση της πράξης της ανθρωποκτονίας από
πρόθεση. Ο κατηγορούμενος πυροβόλησε με την κυνηγετική του καραμπίνα έχοντας
ανθρωποκτόνο δόλο κατά προσώπων, προκαλώντας τον θανάσιμο τραυματισμό τους,
έφερε δε παρανόμως κυνηγετικό όπλο καθώς και φυσίγγιο κυνηγετικού όπλου ενώ δεν
συνέτρεχε νόμιμη περίπτωση οπλοφορίας και χρησιμοποίησε το όπλο για να διαπράξει
το ως άνω κακούργημα. Απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών περί
αναγνωρίσεως ελαφρυντικών περιστάσεων.
Αριθμός: 67-68/2020
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ
ΤΟΥ ΜΙΚΤΟΥ ΟΡΚΩΤΟΥ
ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Δικάσιμος της 7ης
Φεβρουαρίου 2020
Δημόσια Συνεδρίαση
της 7ης και 12ης Φεβρουαρίου 2020
Σύνθεση Δικαστηρίου
:
Ευαγγελία Καρδάση, Πρόεδρος Εφετών, νομίμως ορισθείσα με απόφαση της
Ολομέλειας του Εφετείου Θεσσαλονίκης, [άρθρο 93 Ν. 4139/2013 και κληρωθείσα
άρθρο 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. (Ν.1756/1988, όπως ισχύει)], Θεοδώρα Σακελαρίου,
Χρήστος Δημητριάδης, Εφέτες, νομίμως κληρωθέντες [αρθρ. 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. (Ν.
1756/1988 όπως ισχύει)], Ηλίας Σεφερίδης, Εισαγγελέας
Εφετών, νομίμως κληρωθείς [αρθρ. 17 του Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ. (Ν. 1756/1988 όπως
ισχύει)] Φωτεινή Παπαδοπούλου, Γραμματέας
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ
Σ. Π. του Δ. και της
Σ., ο οποίος γεννήθηκε στο
το έτος
, είναι κάτοικος
(οδός
, αριθμ.
), κάτοχος του υπ αριθ.
Δ.Α.Τ., με ΑΦΜ
και ήδη
κρατούμενο στο Κατάστημα Κράτησης
.
Π Α Ρ Ω Ν
ΠΡΑΞΕΙΣ
1) Ανθρωποκτονία με
πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή
2) Παράνομη
οπλοφορία
3) Οπλοχρησία
ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΚΑΙ
ΑΠΟΦΑΣΗ
Συνεδρίαση της 7ης
Φεβρουαρίου 2020
Η Συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο του
Δικαστηρίου.
Η Πρόεδρος εκφώνησε το όνομα του
κατηγορουμένου, ο οποίος βρέθηκε παρών και, όταν ρωτήθηκε σχετικά με τα
στοιχεία της ταυτότητάς του, απάντησε ότι ονομάζεται όπως παραπάνω αναφέρεται.
Στο σημείο αυτό,
προσήλθε η δικηγόρος Θεσσαλονίκης Μαρίας ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ-ΚΑΣΜΕΝΗ (ΑΜ 4965), η
οποία δήλωσε ότι διορίσθηκε αυτεπαγγέλτως ως πληρεξουσία
δικηγόρος και συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου, σύμφωνα με την υπ
αριθ. 331/2018 απόφαση του ιδίου Δικαστηρίου και ότι αναλαμβάνει τα καθήκοντά
της, κατέθεσε δε το υπ αριθμ. Ν . τετραπλότυπο
αποδείξεως του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης.
Κατόπιν ο
Εισαγγελέας, αφού πήρε τον λόγο από την Πρόεδρο, είπε ότι η προκειμένη υπόθεση
εισάγεται στο Δικαστήριο αυτό μετά από έφεση του κατηγορουμένου, κατά της υπ αριθμ. 117-125/4-3-2015 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού
Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, ανέπτυξε την έφεση και πρότεινε να γίνει τυπικά δεκτή
γιατί ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα.
Στο σημείο αυτό
διαβάστηκε από την Πρόεδρο, δημόσια στο ακροατήριο, η παραπάνω έκθεση εφέσεως.
Η συνήγορος του
κατηγορουμένου ζήτησε να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση του κατηγορουμένου.
Στη συνέχεια, το εκ
τακτικών Δικαστών Δικαστήριο του Μικτού Ορκωτού
Εφετείου Θεσσαλονίκης αφού διασκέφτηκε, μυστικά, επί της έδρας του,
παρουσία και της Γραμματέως, κατάρτισε και διά της Προέδρου του δημοσίευσε
δημόσια στο ακροατήριό του με την παρουσία όλων των παραγόντων της δίκης, την
υπ αριθμ. 67/2020 απόφαση, η οποία έχει ως εξής :
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την διάταξη του άρθρου 473 παρ. 1, εδάφ. α του προϊσχύσαντος Κώδικα
Ποινικής Δικονομίας, που έχει εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση, όπου ειδική
διάταξη νόμου δεν ορίζει διαφορετικά, η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων
είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη
διάταξη του άρθρου 474 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα, το ένδικο μέσο ασκείται στο
γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, ενώ για τη δήλωση
συντάσσεται έκθεση που υπογράφεται από εκείνον που την υποβάλει ή τον
αντιπρόσωπό του και από εκείνον που τη δέχεται. Στην προκειμένη περίπτωση, η με
αριθμό 10 και ημερομηνία 10 Μαρτίου 2015 έφεση του κατηγορουμένου, κατά της υπ
αριθμ. 117-125/4-3-2015 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού
Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, πρέπει να γίνει
τυπικά δεκτή και ερευνηθεί ουσιαστικά η υπόθεση.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την
με αριθμό 10 και ημερομηνία 10 Μαρτίου 2015 έφεση του κατηγορουμένου, κατά της
με αριθμό 117-125/4-3-2015 αποφάσεως του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου
Θεσσαλονίκης
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 7
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
παραπάνω απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 394 του Κ.Ποιν.Δ.
που κυρώθηκε με τον νόμο 4620/2019 και ισχύει από 1ης Ιουλίου 2019, η Πρόεδρος
του Δικαστηρίου για τη συγκρότηση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης
παρήγγειλε τη Γραμματέα να διαβάσει τον κατάλογο των ενόρκων, που κληρώθηκαν
στη συνεδρίαση της 8-1-2020 στο Τριμελές Εφετείο (Συμβούλιο) Θεσσαλονίκης, για
το Α δωδεκαήμερο αυτής της συνόδου, όπως ο κατάλογος αυτός τροποποιήθηκε και
συμπληρώθηκε, αφού έγιναν διαγραφές και αντικαταστάσεις στη συνεδρίαση της
3-2-2020, δηλαδή την ημέρα της έναρξης των εργασιών του Μικτού Ορκωτού Εφετείου
Θεσσαλονίκης. Η ανάγνωση αυτή παραγγέλθηκε να γίνει μέχρι να συμπληρωθεί ο
αριθμός των 10 ενόρκων. Στη συνέχεια, η Πρόεδρος παρήγγειλε σ όλους τους
παρευρισκομένους ενόρκους ν ανακοινώσουν την παρουσία τους στο ακροατήριο όταν
ο καθένας τους ακούσει την εκφώνηση του ονόματός του.
Στη συνέχεια η
Γραμματέας του Δικαστηρίου με δυνατή φωνή διάβασε τον κατάλογο των ενόρκων
σύμφωνα με τη σειρά των ονομάτων που είναι γραμμένα σ αυτόν, εκ των οποίων
βρέθηκαν :
1. Μ. Δ.
απούσα
2. Μ. Μ.
παρούσα
3. Η. Σ. παρών
4. Μ. Τ.
παρούσα
5. Β. Κ. παρούσα
6. Μ. Δ.
παρούσα
7. Ι. Μ.
παρούσα
8. Ε. Κ.
παρούσα
9. Κ. Δ. παρών
10. Ι. Κ.
παρούσα
11. Μ. Β.
παρούσα
Σημειώνεται πως
συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος αριθμός των 10 παρόντων ενόρκων, σύμφωνα με τις
διατάξεις των άρθρων 394 και 395 του Κ.Ποιν.Δ.
Στο σημείο όμως
αυτό, διαπιστώθηκε πως λείπει από το ακροατήριο η ένορκος 1) Μ. Δ., που
κλητεύθηκε να παρουσιαστεί στη σημερινή συνεδρίαση του Δικαστηρίου τούτου. Η ως
άνω ένορκος υπέβαλε αίτηση για χορήγηση άδειας απουσίας, η οποία έγινε δεκτή με
την υπ αριθμ. 57/2020 απόφαση του παρόντος
Δικαστηρίου για τη σημερινή δικάσιμο.
Ακολούθως, η
Πρόεδρος έβαλε τα καρτελάκια με τα ονόματα των 10 παρόντων ενόρκων στην κληρωτίδα, χωρίς από κανένα να προβληθεί
αντίρρηση ή ένσταση. Μάλιστα ανακοίνωσε ότι είναι αναγκαίο για την συγκρότηση
του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης μόνο τέσσερις (4) ένορκοι που θα
κληρωθούν για να πάρουν μέρος στη σημερινή συνεδρίαση του Δικαστηρίου τούτου.
Επίσης, η Πρόεδρος
ανακοίνωσε ότι ο Εισαγγελέας και ο κατηγορούμενος έχουν δικαίωμα να εξαιρέσουν
μέχρι δύο (2) ενόρκους, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να δικαιολογήσουν τον λόγο
της εξαίρεσης.
Στη συνέχεια η
Πρόεδρος ρώτησε τον κατηγορούμενο εάν την άσκηση του δικαιώματος της εξαιρέσεως
θα την κάνει ο ίδιος προσωπικά ή το δικαίωμά του αυτό θα το ασκήσει η συνήγορος
του. Αυτός δήλωσε στην Πρόεδρο του Δικαστηρίου πως αναθέτει την άσκηση του
δικαιώματος της εξαιρέσεως στην συνήγορο της υπερασπίσεως του, που αποδέχθηκε
το διορισμό αυτό.
Αμέσως μετά η
Πρόεδρος άρχισε την κλήρωση των ενόρκων, αφού προηγουμένως ανάδευσε τα καρτελάκια με τα ονόματά τους.
Έτσι, άρχισε και
εξήγαγε από την κληρωτίδα ένα-ένα καρτελάκι που αντίστοιχα στο καθένα ήταν
γραμμένο το όνομα του κάθε ενόρκου που κληρωνόταν. Σημειώνεται όμως, ότι η
Πρόεδρος αμέσως μετά την κλήρωση διάβαζε το όνομα του ενόρκου που ήταν γραμμένο
στο καρτελάκι και παράλληλα έλεγε στον Εισαγγελέα πρώτα και στον κατηγορούμενο
καθώς και στην παραπάνω συνήγορό του πως έχουν δικαίωμα εξαίρεσής του. Έτσι μ
αυτή την τάξη και σειρά κληρώθηκαν οι παρακάτω ένορκοι, όπως ο νόμος ορίζει
ειδικά για την περίπτωση αυτή.
1. Ι. Κ. δεν εξαιρέθηκε από κανέναν
2. Η. Σ. δεν
εξαιρέθηκε από κανέναν
3. Ι. Μ. δεν εξαιρέθηκε από κανέναν
4. Μ. Δ. δεν
εξαιρέθηκε από κανέναν
Έτσι, τελικά
συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος αριθμός των τεσσάρων (4) ενόρκων για τη συγκρότηση
του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, που πρόκειται να δικάσει την
προκειμένη υπόθεση.
Σημειώνεται ότι οι
κληρωθέντες και μη εξαιρεθέντες τέσσερις ένορκοι πήραν τις προσδιορισμένες
θέσεις τους δίπλα από τους Τακτικούς Δικαστές και σύμφωνα με τη σειρά κλήρωσης
του καθένα.
Μετά από αυτά η
Πρόεδρος είπε ότι όλοι πρέπει να σηκωθούν από τις θέσεις τους για να ορκιστούν
οι ένορκοι. Κατόπιν η Πρόεδρος διάβασε στους ενόρκους τον όρκο, όπως ακριβώς το
περιεχόμενό του αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 398 παρ. 3 του Κ.Ποιν.Δικ. που ισχύει από 1η Ιουλίου 2019 και στη συνέχεια εκφώνησε το
όνομα κάθε ενόρκου χωριστά για όρκιση. Μετά ο κάθε ένας από τους ενόρκους
σήκωνε το δεξί του χέρι και όταν άκουγε το όνομά του πρόφερε την λέξη
«ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ».
Αφού έγιναν όλα αυτά
άρχισε η συζήτηση της υποθέσεως σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 403 του Κ.Ποιν.Δ. Η Πρόεδρος κάλεσε τον κατηγορούμενο και τον
ρώτησε για τα στοιχεία της ταυτότητάς του γενικά, αυτός απάντησε ότι ονομάζεται
Σ. ΠΑ. του Δ.υ και της Σ., γεννήθηκε στο
το έτος
,
είναι κάτοικος
(οδός
, αριθμ.
), κάτοχος του υπ
αριθ.
Δ.Α.Τ., με ΑΦΜ
, παντρεμένος,
έχει τρία παιδιά εκ των οποίων το ένα ανήλικο, είναι Χριστιανός Ορθόδοξος και
είναι κρατούμενος στο Κατάστημα Κράτησης
.
Στη συνέχεια η
Πρόεδρος είπε στον κατηγορούμενο να προσέχει την κατηγορία που θα του
απαγγείλει ο Εισαγγελέας και τη σχετικά μ αυτή συζήτηση, για να μπορέσει με τη
σειρά του να απολογηθεί, συγχρόνως δε τον πληροφόρησε ότι έχει το δικαίωμα να
αντιπαραθέσει στην κατηγορία όλους τους ισχυρισμούς του, καθώς και να υποβάλει
ερωτήσεις στους μάρτυρες και τις παρατηρήσεις του, μετά την εξέταση κάθε
μάρτυρα ή την έρευνα οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού στοιχείου.
Ακολούθως, η
Πρόεδρος έδωσε το λόγο στον Εισαγγελέα, ο οποίος απήγγειλε την κατηγορία,
σύμφωνα με το διατακτικό της υπ αριθμ.
117-125/4-3-2015 προσβαλλόμενης απόφασης του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου
Θεσσαλονίκης και εγχείρησε στην Πρόεδρο κατάλογο των μαρτύρων, που κλητεύθηκαν
για την υποστήριξη της κατηγορίας (10) στον αριθμό, καθώς και των αναγνωστέων
εγγράφων, που αντίγραφο του επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον κατηγορούμενο,
όπως προκύπτει από το συνημμένο στη δικογραφία αποδεικτικό επίδοσης του
αρμοδίου οργάνου.
Η Πρόεδρος εκφώνησε
τα ονόματα των μαρτύρων που είναι (10) στον αριθμό και εμφανίστηκαν όσοι
αναφέρονται ότι εξετάστηκαν παρακάτω.
Η Πρόεδρος ρώτησε
τον κατηγορούμενο και την συνήγορό του αν κλήτευσαν μάρτυρες υπερασπίσεως και αυτοί απάντησαν καταφατικά και ενεχείρισαν στην Πρόεδρο σημείωμα που περιέχει τα ονομάτων
μαρτύρων υπερασπίσεως.
Η Πρόεδρος εκφώνησε
τα ονόματα των μαρτύρων της υπεράσπισης και βρέθηκαν παρόντες όσοι στα πρακτικά
αναφέρονται ότι εξετάστηκαν.
Η Πρόεδρος εξήγησε
στον κατηγορούμενο με τρόπο σαφή και με συνοπτική ακρίβεια την κατ αυτού κατηγορία,
ζήτησε απ αυτόν γενικές πληροφορίες για τις πράξεις που κατηγορείται και του
υπενθύμισε ότι η απολογία του θα γίνει μετά το τέλος της αποδεικτικής
διαδικασίας.
Ο κατηγορούμενος
αποδέχθηκε τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται και δήλωσε ότι θα εκθέσει
τις απόψεις του στην απολογία του.
Στο σημείο αυτό,
πήρε το λόγο από την Πρόεδρο η συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου και
ανέπτυξε προφορικά αυτοτελείς ισχυρισμούς περί βρασμού ψυχικής ορμής και ότι ο
κατηγορούμενος βρισκόταν σε άμυνα.
Ο Εισαγγελέας, αφού
έλαβε το λόγο, επιφυλάχθηκε να προτείνει περί της αποδοχής ή μη, των ως άνω
αυτοτελών ισχυρισμών και πρότεινε το Δικαστήριο να προχωρήσει στην εκδίκαση της
υποθέσεως.
Κατόπιν, η Πρόεδρος
δήλωσε πως το δικαστήριο επιφυλάσσεται να αποφανθεί επί των ισχυρισμών του
κατηγορουμένου.
Ακολούθως η Πρόεδρος διέταξε την έναρξη της
συζητήσεως και αφού προσδιόρισε την σειρά της εξετάσεως των μαρτύρων και της
αναγνώσεως των εγγράφων, κάλεσε τον πρώτο μάρτυρα κατηγορίας, ο οποίος όταν
ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την ταυτότητά του, απάντησε ότι ονομάζεται Α. Τ.
του Θ., γεννήθηκε στην
το έτος
, κατοικεί στο
, γνωρίζει απλά τον
κατηγορούμενο και δεν συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ο μάρτυρας ορκίσθηκε,
σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα
με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή του,
ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να
αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενος κατέθεσε τα
ακόλουθα :
«Είμαι γιος του
θύματος και αδερφός του άλλου θύματος του .. Δεν ήμουν μπροστά συμβάν. Γνωρίζω
για τις απειλές του κατηγορουμένου προς τον πατέρα μου. Ο κατηγορούμενος είχε
κάποιες εμμονές με τη σύζυγό του. Ο πατέρας μου είχε μαγαζί με έπιπλα και η
κυρία ήταν πελάτης. Ο κατηγορούμενος πήγε δυο-τρεις φορές και τον χτύπησε τον
πατέρα μου. Εγώ είχα συνοδεύσει τον πατέρα μου στο γιατρό σε διάφορα χτυπήματα.
Τον πατέρα μου τον είδα χτυπημένο, δεν είδα τον κατηγορούμενο να το χτυπάει. Ο
αδερφός μου και ο πατέρας μου δούλευαν μαζί, επειδή οι απειλές ξέφυγαν, πήραν
τηλέφωνο τον κατηγορούμενο, να πάνε στο σπίτι του να λύσουν τις διαφορές. Το
μαγαζί από το σπίτι του κατηγορουμένου είναι περίπου 30 μέτρα. Ήταν στις 6:30
το απόγευμα που του τηλεφώνησαν. Από όσο ξέρω πήγαν οι δυο τους στο σπίτι του
κατηγορουμένου. Ο .. ο άλλος μου ο αδερφός, πήγε μετά το συμβάν. Εγώ ξέρω ότι
πήγαν ο πατέρας μου και ο .. Αρχικά πήγανε μόνοι τους για να μιλήσουν, ο
κατηγορούμενος μένει στο ισόγειο. ’κουσα ότι ο . έπιασε τη . από τα μαλλιά. Ο .
μου είχε πει ότι η . ήταν πελάτισσα του μαγαζιού. Υπήρχε μία υποψία από τον
κατηγορούμενο για τη γυναίκα του. Μας πήραν τηλέφωνο αμέσως, ο . ο αδερφός μου
και μετά οι αστυνομικοί. Λόγω της υποψίας του κατηγορουμένου ξεκίνησε η διαμάχη
του με τον πατέρα μου και κατέληξε εκεί. Δεν αναιρώ τίποτα από αυτά που είπα
στο πρωτόδικο δικαστήριο. Δεν τα θυμάμαι καλά όλα όσα έχω πει, τα λέω πιο
γενικά, άλλωστε έχουν περάσει και 7 χρόνια. Δεν γνωρίζω τι έγινε και τράβηξε η
καραμπίνα, δεν ήμουν εκεί. Δεν νομίζω να τον προκάλεσαν οι δικοί μου, αλλά
νομίζω ότι ήταν προετοιμασμένος. Μετά το τηλεφώνημα που του έκαναν οι δικοί μου
μεσολάβησε ένα τέταρτο. Μίλησαν στο πεζοδρόμιο, όχι στο σπίτι του. Το 2012 πιο
πριν δηλαδή από το συμβάν, μάθαμε ότι ο πατέρας μου είχε σχέση και εμείς τα
αδέρφια προσπαθήσαμε να τον απομακρύνουμε από αυτή τη σχέση. Πήραμε τον πατέρα
μου και τον πήγαμε στο Φίλυρο. Δεν νομίζω να έκανε ο
πατέρας μου μήνυση τον κατηγορούμενο,
για ξυλοδαρμό. Ήταν μία παρέα τα παιδιά, έτσι πήγαν για συζήτηση, δεν
ξέρω αν πήγαν όλοι μαζί, δεν θυμάμαι. Εγώ Έμαθα από τη γειτονιά, που είχαν βγει
όλοι έξω. Ήμασταν χρόνια εκεί, τους ξέραμε και μας ξέρανε.»
Στη συνέχεια,
προσήλθε άλλη μάρτυρας κατηγορίας, η
οποία όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την ταυτότητά της, απάντησε ότι
ονομάζεται Μ. Ξ. του Ο., γεννήθηκε στην
το έτος
, κατοικεί στην
, γνωρίζει
τον κατηγορούμενο και συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν η μάρτυρας ορκίσθηκε,
σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα
με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενη την τιμή και τη συνείδησή της,
ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να
αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενη κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Είμαι σύζυγος του
κατηγορουμένου. Ήμουν παρούσα στο περιστατικό. Εγώ ήμουν στο δρόμο, γυρίζοντας
από τη δουλειά, με πήρε τηλέφωνο ο σύζυγός μου, γύρω στις 7:00 ότι δέχτηκε δύο
τηλεφωνήματα απειλητικά από τον ., του είπα να ηρεμήσει και ότι φτάνω και εγώ
σε λίγο. Φτάνοντας τον βρήκα ανήσυχο. Προσπαθούσα εγώ λοιπόν να πάρω την
αστυνομία και ξαναχτυπάει το κινητό του, δεν ξέρω τι του είπαν. Γύρω στις 7:55
ήρθαν, δεν πρόλαβα να πάρω τηλέφωνο την αστυνομία, γιατί βγήκε ο 17χρονος γιος
μου έξω και ανησύχησα να μην εμπλακεί όπως και έμπλεξε. Ήταν πέντε άτομα. Ο ., ο ., ο ., τους άλλους δεν τους ήξερα.
Ήρθαν με άγριες και απειλητικές διαθέσεις. Φώναζαν, έβριζαν. Κάποια στιγμή
βλέπω τον κάδο να κατρακυλάει προς το μέρος μας, ο δρόμος ήταν κατηφορικός. Όσο
εγώ μιλούσα με τον γιο μου, ήρθαν κατά πάνω μας πέτρες. Εγώ δεν είδα μαχαίρι.
Προχώρησα λίγα βήματα προς τα πάνω και τους είπα: " σας παρακαλώ
φύγετε", ο
με έπιασε από τα μαλλιά και με έσερνε, ο γιος μου φώναζε:
" άσε τη μάνα μου", ο άντρας μου φώναζε" άσε την ήσυχη".
Χτυπούσαν το παιδί. Τρέχανε προς την πρασιά από την πίσω πλευρά του σπιτιού πού
ήταν η πόρτα της κουζίνας, μέσα στο σπίτι ήταν το μικρό μου παιδί. Δεν πήγα στο
γιατρό, ήμασταν όλη τη νύχτα στο Μέγαρο, το παιδί μου πήγε. Ο σύζυγός μου όταν
είδε το γιο του να τον χτυπάνε, τότε πήρε την καραμπίνα. Η επίθεσή τους ήταν
ύπουλη, ξεκίνησε με μένα με τον ., μετά στο παιδί μου. Δεν νομίζω ο σύζυγός μου
να την είχε ετοιμάσει την καραμπίνα, ήταν πάντα μέσα στη θήκη της. Την πρώτη
φορά στο αστυνομικό μέγαρο είπα ότι η καραμπίνα ήταν στο τραπεζάκι σκεπασμένη
με σεντόνι, αυτό νόμιζα, μάλλον έκανα λάθος, ήμουν ταραγμένη. Σχέση δεν υπήρχε.
Την πρώτη νύχτα ήμουν ταραγμένη και είπα για τη σχέση, πιστεύοντας ότι θα τον
βοηθήσω. Δεν ξέρω που βρέθηκαν οι πέτρες, μπορεί να τις είχαν μαζί τους. Εγώ
ένιωσα πάνω μου μικρά πετραδάκια και ο κάδος να έρχεται προς τα πάνω μας. Ο
σύζυγός μου σκότωσε τον ., οι άλλοι σκορπίστηκαν, εγώ έκατσα στο πεζούλι
έντρομη, ταραγμένη, έκλαιγα, δεν ξέρω τίποτα για τον άλλο φόνο. Σήμερα είμαστε
χωρισμένοι με διαζύγιο, έφυγα από το σπίτι εδώ και δυόμισι χρόνια. Δεν υπήρχε
σχέση μεταξύ εμού και του θύματος, υπήρχε μία ενόχληση από μέρους του και στο
σούπερ μάρκετ μια μέρα μου είχε ρίξει 50
ευρώ στο καρότσι και το είπα στο σύζυγό μου. Επίσης του είπα ότι με ενόχλησε κι
άλλες φορές. Ο γιος μου ο
δεν ξέρω αν γνωριζόταν με τον ., από το
γυμναστήριο. Ο σύζυγός μου ήταν κυνηγός πολλά χρόνια. Εγώ δεν μπορούσα να
γλιτώσω το γιο μου, φώναζα: «βοήθεια», δεν ξέρω αν άκουσε η γειτονιά. Ο μικρός
μου γιος, ο εξάχρονος ήταν στο σπίτι, στο παράθυρο και έκλαιγε. Εγώ είδα
τουλάχιστον τρία άτομα να χτυπάνε τον γιο μου, ο οποίος προσπαθούσε να τους
πιάσει. Ο . προσπαθούσε να κλείσει το
δρόμο του σύζυγό μου, ο οποίος ήθελε να πάει στο παιδί του. Ήρθαν με σκοπό να
μας κάψουν».
Έπειτα προσήλθε
άλλος μάρτυρας κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την
ταυτότητά του, απάντησε ότι ονομάζεται Δ.Π. του Σ., γεννήθηκε στην
το έτος
,
κατοικεί στη
, γνωρίζει τον κατηγορούμενο και συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ο
μάρτυρας ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά
την κύρωση του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενος την τιμή
και τη συνείδησή του, ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να
προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενος κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Είμαι γιος του
κατηγορουμένου. Εκείνη την ημέρα ερχόμουνα από το γυμναστήριο. Στο γυμναστήριο πήγαινα με κάποιον από τα
παιδιά, δεν θυμάμαι αν ήταν ο . ή ο .. Ερχόμουν λοιπόν από το γυμναστήριο και
βλέπω τον πατέρα μου έξω να μιλάει στο κινητό. Είχε νυχτώσει, δεν θυμάμαι τι
ώρα ήταν. Μου είπε ότι τον απειλούσαν, δεν θυμάμαι ποιοι, αν το είπα στην
κατάθεσή μου ισχύει. Μπαίνοντας μέσα άκουσα φωνές από το τηλέφωνο. Μου είπε ο
πατέρας μου ότι θα έρθουν. Γνώριζα το παρασκήνιο, μου είχε πει ο πατέρας μου
ότι είχαν ανταλλάξει κουβέντες με το θύμα. Ότι είπα στην προανακριτική ήταν
πάνω από το φόβο μου και από το σοκ. Για ξυλοδαρμό δεν γνωρίζω. Η ανησυχία μου
με έβγαλε πάλι από το σπίτι, βλέπω τη μητέρα μου, οι γονείς μου, μου λένε να
πάω μέσα, όμως εγώ δεν πήγα. Σε λίγα λεπτά νιώθω πάνω μου πέτρες, βλέπω 5-6
άτομα να κατεβαίνουν την κατηφόρα προς το σπίτι μου, φωνάζανε «θα σας βάλουμε
φωτιά», σπρώχνουν τον κάδο προς τα κάτω, πήγε η μητέρα μου και τους φώναξε:
σας παρακαλώ φύγετε, πετάγεται κάποιος την αρπάζει από τα μαλλιά και την σαβουρτάει κάτω. Δεν θυμάμαι αν ο πατέρας μου έβγαλε
μαχαίρι. Εγώ τρέχω κατά πάνω σε αυτόν που έπιασε τη μητέρα μου, για να την
προστατέψω. Τον κυνήγησα και εμφανίστηκαν και άλλοι δύο, οι οποίοι με πιάσανε
και με πετάξανε κάτω και με χτυπούσαν, έσπασε το δόντι μου. Η καραμπίνα ήρθε
αργότερα, δεν ξέρω γιατί είναι έτσι γραμμένο στην προανακριτική, ήρθε αργότερα.
Μπορεί να τον έβρισα τον . από τα νεύρα μου. Κανένας διάλογος μεταξύ εμού και
του . δεν έγινε. Τον . τον γνώριζε από το γυμναστήριο. Δεν ξέρω κάτι για την
εικόνα του κάδου ανάμεσα στον . και στον πατέρα μου. Δεν ξέρω αν ο . είπε στον
πατέρα μου καμία ήρεμη φράση. Όταν σηκώθηκα από τον ξυλοδαρμό μου, πήγα προς το
σπίτι και είδα τον πρώτο νεκρό, δεν θυμάμαι που ήταν ο πατέρας μου εκείνη την
ώρα. Η άλλη ομάδα είχε φύγει, με είχε εγκαταλείψει. Δεν ξέρω που βρήκαν τις
πέτρες. Η φασαρία ξεκίνησε με φωνές, πέτρες και τον κάδο. Ήταν 5-6 άτομα
σίγουρα. Ο νεκρός ήταν αυτός που είχε επιτεθεί στη μητέρα μου, δεν θέλω να
δημιουργήσω σύγχυση, προφανώς τα μπέρδεψα. Ο νεκρός δεν ήταν αυτός που χτύπησε
τη μητέρα μου. Όταν ήμουν στο έδαφος, ακούστηκε ο πυροβολισμός, προφανώς αυτοί
που με χτυπούσαν σκόρπισαν εξαιτίας αυτού. Γύρω από το νεκρό πρέπει να υπήρχαν
και άλλοι και απομακρύνονταν. »
Έπειτα προσήλθε
άλλος μάρτυρας κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την
ταυτότητά του, απάντησε ότι ονομάζεται Ζ. Π. του Ι., γεννήθηκε στις Σέρρες το
έτος 1977, κατοικεί στη Θεσσαλονίκη, γνωρίζει απλά τον κατηγορούμενο και δεν
συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ο μάρτυρας ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ.
1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019,
δηλώνοντας, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή του, ότι θα πει όλη την
αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και
εξεταζόμενος κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Είμαι αστυνομικός.
Εκείνη την ημέρα λάβαμε κλήση από την υπηρεσία μου, να μεταβούμε στο σημείο για
άτομο με μαχαίρι. Στην πορεία προς το σημείο, ενημερωθήκαμε για πυροβολισμό.
Όταν φτάσαμε εκεί, μου είπε ο συνάδελφος να πάω με τη σύζυγο του
κατηγορουμένου, να βρω το όπλο. Με πήγε η σύζυγος από την Πρασιά στην κουζίνα
του σπιτιού, όπου πίσω από την πόρτα ήταν η θήκη της καραμπίνας και η καραμπίνα
ήταν έξω από τη θήκη, δίπλα. »
Έπειτα προσήλθε
άλλος μάρτυρας κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την
ταυτότητά του, απάντησε ότι ονομάζεται Κ.Μ. του Α., γεννήθηκε στην
το έτος
,
κατοικεί στη
, γνωρίζει τον κατηγορούμενο και συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ο
μάρτυρας ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά
την κύρωση του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενος την τιμή
και τη συνείδησή του, ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να
προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενος κατέθεσε τα ακόλουθα :
« Είμαι αστυνομικός
και υπηρετώ στην ΥΔΕΖΙ. Λάβαμε εντολή από την υπηρεσία μας να μεταβούμε στη
Νεάπολη περίπου στις 8:30, όπου υπήρχαν δύο νεκροί. Επί της Κουντουριώτου
με Ματρώζου, ήταν ο πρώτος νεκρός, μπρούμυτα, ήταν ο .
ο οποίος έφερε τραύμα μασχαλιαίο και πλησίον του βρέθηκαν δύο κάλυκες, σε
απόσταση 80 με 100 μέτρα στην Συμβολή της Κουντουριώτου με Κωνσταντινουπόλεως
ήταν το δεύτερο πτώμα, ο
, ο οποίος έφερε τραύματα και δίπλα είχε άλλους τρεις
κάλυκες και ένα φυσίγγια άσκαστο, επί της Κουντουριώτου. Δεν ξέρω πώς είναι τα
άβολα. Τα βόλια στον . ήταν από πολύ κοντά. Εγώ δεν είδα μαχαίρι. Ο
κατηγορούμενος ομολόγησε τις πράξεις του στους συναδέλφους μου, πού είχαν πάει
πρώτοι και ήταν δέσμιος. Αυτούς όλους τους είχαμε εκεί, είπαν ότι πήγανε
κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον ., και ότι θα πάνε για συζήτηση. Ο ..
άκουσε φασαρία, βγήκε έξω και είναι αυτόπτης».
Έπειτα προσήλθε
άλλος μάρτυρας κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την
ταυτότητά του, απάντησε ότι ονομάζεται Γ. Γ. του Γ. και της Α., γεννήθηκε στο
το έτος
, κατοικεί στη
, γνωρίζει απλά τον κατηγορούμενο και δεν συγγενεύει
με αυτόν. Κατόπιν ο μάρτυρας ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ,
όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας,
επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή του, ότι θα πει όλη την αλήθεια και
μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενος
κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Ήμουν περαστικός
από το σημείο, το σπίτι μου είναι δύο στενά πιο κάτω. Όταν έφτασα στο σημείο
είδα τον κατηγορούμενο με μαχαίρι, να πηγαίνει στην άλλη πλευρά, από κει δεν
είδα κανέναν, από την άλλη πλευρά άκουγα μόνο φωνές. Λίγα λεπτά αργότερα γύρισε
χωρίς το μαχαίρι. Στο σημείο είχε κόσμο, δημιουργήθηκε ένας κύκλος από τον
κόσμο και τον έχασα. Μετά τον βλέπω από το ίδιο σημείο να βγαίνει με καραμπίνα,
μόνος του. Πίσω μου ερχόταν ένα παλικάρι, και αυτός πήγαινε προς τον
κατηγορούμενο. Τον έπιασα από το χέρι και του είπα: «φιλαράκι καλύτερα να
φύγεις», δεν με άκουσε δυστυχώς και τον πυροβόλησε. Ο δράστης ξαναπροχώρησε μόνος
του, άλλο πυροβολισμό δεν θυμάμαι, εγώ δεν είδα ούτε γυναίκα, ούτε παιδιά. Ο
δράστης προχωράει και πάλι τον έχασα. Δεν άκουσα βρισιές. Δεν νομίζω το παιδί
να ήθελε να τον χτυπήσει. Ο νεαρός, ούτε μου μίλησε, ούτε με άκουσε. Πρέπει να
ήταν 20 και χρονών. Εγώ δεν φοβήθηκα που είδα το όπλο, έχω ασχοληθεί με
πολεμικές τέχνες. ’κουσα κάποιες φωνές, αλλά δεν τους είδα, μόνο ο νεαρός
ερχόταν, όχι άλλα άτομα. Οι φωνές ακουγόταν από την πλευρά που ερχόταν το
παλικάρι. Δεν ξέρω κανέναν από όλους, ήμουν καινούργιος στην περιοχή, ήμουν
περίπου ένα χρόνο. Όταν ήρθε η αστυνομία ήμουν εκεί, δεν έφυγα. Είχε μαζευτεί
πολύς κόσμος.».
Στο σημείο αυτό και περί ώρα 15:15 η Πρόεδρος, χωρίς να
προβληθεί καμία αντίρρηση διέκοψε τη συνεδρίαση του Δικαστηρίου, μετά τη δήλωση
της Γραμματέως ότι δεν συμμετέχει στην εκδίκαση των υποθέσεων μετά την
παρέλευση του ωραρίου της 15.00μ.μ. ακολουθώντας την απόφαση της Ομοσπονδίας
Δικαστικών Υπαλλήλων Ελλάδος και αυτήν του Συλλόγου των Δικαστικών Υπαλλήλων
Θεσσαλονίκης, στον οποίο συμμετέχει, για την συζήτηση της παρούσας υπόθεσης για
την επόμενη ημέρα συνεδρίασης του Δικαστηρίου 12-2-2020 ημέρα Τετάρτη και ώρα
11.00 στην αίθουσα Υπόγειο 2 του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Δημόσια Συνεδρίαση
της 12ης Φεβρουαρίου 2020
Σήμερα και ώρα 11.00 στην αίθουσα Υπόγειο 2 του Εφετείου επαναλήφθηκε νομότυπα
η διακοπείσα από 7-2-2020 δημόσια συνεδρίαση του Δικαστηρίου ενώπιον των αυτών
διαδίκων και συνεχίστηκε η συνεδρίαση που είχε διακοπεί.
Κατόπιν, η Πρόεδρος κάλεσε τον επόμενο
μάρτυρα κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την ταυτότητά
του, απάντησε ότι ονομάζεται Ο. Ε. του Γ. και της Α., γεννήθηκε στην . το έτος
, κατοικεί στη
, γνωρίζει απλά τον κατηγορούμενο και δεν συγγενεύει με αυτόν.
Κατόπιν ο μάρτυρας ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό
ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας,
επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή του, ότι θα πει όλη την αλήθεια και
μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενος
κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Πριν το περιστατικό
ήμουν στο μπαλκόνι μου, για τσιγάρο, από κάτω βλέπω να περνάει μια παρέα 4
μπορεί και περισσότερα άτομα, δεν κοίταξα αν είχαν πέτρες, εγώ τους είδα γιατί
ήθελα να πετάξω το τσιγάρο και κοίταξα να μην είναι κανείς από κάτω. Το σπίτι
μου είναι στη συμβολή της Αδραμυτίου με Κουντουριώτη. Η παρέα κατέβαινε την
Κουντουριώτη. Δεν ξέρω αν έστριψαν, περπατούσαν σαν παρέα, δεν μου φάνηκαν
περίεργοι. Μπήκα στο σπίτι μου, ζήτημα να πέρασαν 15 λεπτά που μπήκα και μου λείε
η γυναίκα μου: «Ο. καραμπίνα ήταν αυτή που ακούστηκε:», βγήκα στο μπαλκόνι και
προς την πλευρά του σχολείου είδα κόσμο να τρέχει αντίθετα. Είδα κόσμο που
έτρεχε, δεν ξέρω πόσα άτομα, γύρισα αριστερά να δω τι συμβαίνει και βλέπω τη
λάμψη και ακούω και τον πυροβολισμό. Ο πυροβολισμός ήταν πίσω από αυτούς που
έτρεχαν, δεν μπορώ να σας πω τον αριθμό. Μπήκα μέσα στο σπίτι μου και αργότερα
βγήκα, είδα τον δεύτερο νεκρό, ήταν λίγο δεξιά μπροστά από το σπίτι μου. Δεν
παρατήρησα τίποτα ύποπτο στην παρέα. Μεταξύ των δύο πυροβολισμών νομίζω ότι
μεσολάβησε ένα λεπτό. Φωνές δεν άκουσα. Η οδός Ματρώζου
είναι δύο οικονομικά τετράγωνα πιο κάτω από μένα. Δεν είδα τον κατηγορούμενο,
ήταν βράδυ και δεν είχε φως στην κολόνα, ούτε τώρα μπορώ να πω αν είναι ο
κατηγορούμενος. Η παράλληλος της Αδραμυτίου δεν θυμάμαι πώς λέγεται. Στις
φωτογραφίες που μου δείχνετε αυτό είναι το Πέτρινο σχολείο, η περιοχή έχει
δέντρα, πεζοδρόμια, είναι παλιά περιοχή με μεγάλες πέτρες πεζοδρομίου. Περνάω
συχνά από το σπίτι του κατηγορουμένου και αναγνωρίζω ότι αυτή είναι η οικία
του. »
Έπειτα, η Πρόεδρος κάλεσε τον επόμενο μάρτυρα
κατηγορίας, ο οποίος όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την ταυτότητά του,
απάντησε ότι ονομάζεται Γ. Α. του Α., κάτοικος
, γνωρίζει απλά τον
κατηγορούμενο και δεν συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ο μάρτυρας ορκίσθηκε,
σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα
με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή του,
ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να
αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενος κατέθεσε τα
ακόλουθα :
«Είμαι αστυνομικός
στην ομάδα Ζ. Το σπίτι του κατηγορουμένου στην έκθεση αυτοψίας είναι στο πρώτο τετράγωνο. Εγώ έχω εικόνα
μόνο για το πρώτο πτώμα, ήταν μπροστά στο σπίτι, σε ύπτια θέση. Για το δεύτερο
πτώμα είχαμε άγνοια, μας ενημέρωσαν συνάδελφοι. Εμείς με το που λάβαμε την
κλήση, φτάσαμε σε δύο λεπτά, είχαμε ενημερώσει για μαχαίρι και ένα λεπτό
αργότερα καθ οδόν ενημερωθήκαμε για πυροβολισμό. Η πρώτη κλήση από το κέντρο
ήταν 8:15 και 8:17 ήμασταν εκεί. Στην οδό Κουντουριώτου φώναζαν: «τον σκότωσε».
Εμείς πιάσαμε τα σημεία κάλυψης, στο σημείο είχε πάρα πολύ κόσμο, ρωτούσαμε που
μπήκε ο δράστης και ο συνάδελφος Χ. με
ενημερώνει επί λέξει: «.. τον έχω», είχε τον κατηγορούμενο. Ο κατηγορούμενος
ήταν συνεργάσιμος, στο συνάδελφό μου είπε ότι «εγώ είμαι». Στον τρίτο συνάδελφο
η σύζυγος του κατηγορούμενου υπέδειξε πού είναι το όπλο. Την σωματική έρευνα
δεν την κάναμε εμείς. Δεν ξέρω ποιος ειδοποίησε την υπηρεσία μας. Ο
κατηγορούμενος ήταν ήρεμος, τόσο που δεν το πιστεύαμε και του βάλαμε
χειροπέδες. Ο κατηγορούμενος ήταν μέσα στο πλήθος, για το δεύτερο πτώμα μάθαμε
μετά από 10 λεπτά αφού τον πιάσαμε. Ο κατηγορούμενος ήταν στο πεζοδρόμιο στα
δύο μέτρα από το σπίτι του, παρατηρητής όπως όλος ο κόσμος. Δεν γνωρίζω για τα ρόπαλα
που υπήρχαν. Το ότι είναι ήρεμος δεν αναιρεί το εκτός πραγματικότητας, πάντως
είχε αίσθηση της πραγματικότητας. »
Έπειτα, η Πρόεδρος
κάλεσε την επόμενη μάρτυρα κατηγορίας, η οποία όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο
για την ταυτότητά της, απάντησε ότι ονομάζεται Α. Τ. του Α., κάτοικος Θ.,
γνωρίζει απλά τον κατηγορούμενο και δεν συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν η μάρτυρας
ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση
του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενη την τιμή και τη
συνείδησή της, ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να
προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενη κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Είμαι σύζυγος και
μητέρα των θυμάτων. Ο . δεν ήταν στο
συμβάν. Αποφεύγουμε να το συζητάμε. Τα παιδιά μου είναι καλά και ήσυχα, ο
άντρας μου ήταν καλός οικογενειάρχης, δεν είχε δώσει ποτέ δικαίωμα. Τον
κατηγορούμενο τον είχα δει δύο φορές έξω από το σπίτι μου, ήταν μέσα στο αμάξι
του, νόμιζα ότι είναι κυνηγός, αυτό ήταν μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Εγώ με τον άντρα μου πήγαινα κάθε μέρα στη δουλειά. Εμένα δεν μου είπε κανείς
για σχέση, δεν ήξερα τίποτα. Μία μέρα ήρθε ο κατηγορούμενος στο μαγαζί, το
οποίο είναι υπόγειο, του είπε του άντρα μου: «έλα να δεις κάτι» πήγε ο άντρας
μου και του έδειξε κάτι μέσα στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του, σήκωσε μία
κουβέρτα, εγώ δεν είδα τι ήταν, μετά έμαθα ότι ήταν η καραμπίνα. Μία άλλη μέρα
ήρθε και είπε στον άντρα μου: «έλα ρε πούστη, μαλάκα», πήγανε στο Σ και του
έδειξε την καραμπίνα, ο άντρας μου γύρισε αλαφιασμένος. Μία μέρα εγώ είχα πάει
στην ξαδέρφη μου και όταν γύρισα είδα τον άντρα μου χτυπημένο, δεν είδα τον
κατηγορούμενο, φυσικά και περίμενε να φύγω από το μαγαζί και μετά πήγε και το
χτύπησε. Εγώ δεν είχα καταλάβει τίποτα. Η πρώτη φορά που χτύπησε ο
κατηγορούμενος τον άντρα μου και είχε καρούμπαλο ήταν του Αϊ Γιαννιού. Τη
δεύτερη φορά μπήκε στο μαγαζί, βρήκα σπασμένο τον καθρέφτη και ο άντρας μου
χτυπημένος στο μάγουλο, στο μάτι και είχε αίματα και μου είπαν οι γείτονες ότι
το χτυπούσε ο κατηγορούμενος. Απειλούσε την οικογένεια του θανόντος γιου μου,
αυτά μου τα είπε ο γιος μου ο . Επίσης
μου είπε ότι είχαν κατέβει ο άντρας μου, ο . και ο κουμπάρος Χ., να μιλήσουνε,
γιατί απειλούσε την οικογένειά του. Ο γιος μου ήταν στο έδαφος νεκρός και αυτός
τον έφτυνε και τον έβριζε. Δεν προκάλεσε η οικογένειά μου. Ίσως αν το ήξερα, να
μη γινόταν όλα αυτά. Ο γιός μου είχε ένα παιδί και η γυναίκα του ήταν έγκυος
στο δεύτερο παιδί τους. Αυτά τα έμαθα από τον .. και από τη γειτονιά. Στη
γειτονιά αυτή είμαι από το 1975. Μετά το φονικό τα έμαθα όλα. Ακόμα έμαθα από
τον
και τη γυναίκα του, ότι υπήρχε σχέση.»
Στη συνέχεια ύστερα από την πρόταση του
Εισαγγελέα αναγνώσθηκαν από την Πρόεδρο,
δημόσια στο ακροατήριο, τα πρακτικά της δημοσίας συνεδριάσεως του πρωτοβαθμίου
Δικαστηρίου, που είναι ενσωματωμένα στην υπ αριθμ. 117-125/4-3-2015 εκκαλουμένη απόφαση, καθώς
και τα έγγραφα που αναφέρονται στον κατάλογο των αναγνωστέων εγγράφων και
στην πρωτόδικη απόφαση, και συγκεκριμένα
:
1.Τα πρακτικά της αριθμ. 548/2014 απόφασης του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου
Θεσσαλονίκης
2. Η με αρ. πρωτ. .-α/28-1-2014 έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης
με συνημμένα δύο CD
3. Η με αριθμ πρωτ. ./4-3-2014 έκθεση
τοξικολογικής εξέτασης.
4. Η με αριθμ. πρωτ. ./28-1-2014 έκθεσηεξέτασης αίματος για ανίχνευση οινοπνεύματος
5. Η με αριθμ. πρωτ. .α/28-1-2014 έκθεση
εξέτασης αίματος για ανίχνευση οινοπνεύματος
6.Η με αριθμ. πρωτ. ./23.1.2014
ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας- νεκροτομής για
7. Η με αριθμ. πρωτ. 127/23.1.2014
ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας- νεκροτομής για
8. Η με αριθμ. πρωτ. ./24.1.2014
ιατροδικαστική έκθεση για .
9. Η από 20-1-2014
και ώρα 21.00' έκθεση αυτοψίας, έρευνας και κατάσχεσης
10. Η από 21-1-2014
και ώρα 1.30' έκθεση έρευνας τροχοφόρου μεταφορικού μέσου και κατασχέσεως, με
συνημμένη φωτοτυπία αδείας κυκλοφορίας ΙΧΦ
11. Η από 21-1-2014
και ώρα 13.25' έκθεση παραδόσεως και κατασχέσεως
12.Η από 21-1-2014
και ώρα 5.45' έκθεση παραδόσεως και κατασχέσεως
13. Η από 20-1-2014
και ώρα 22.20' έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης
14. Η από 20-1-2014
και ώρα 23.50' έκθεση σωματικής έρευνας και κατάσχεσης
15.Η από 20-1-2014
έκθεση σύλληψης για τον κατηγορούμενο
16.Η από 21-1-2014
ομαδική έκθεση σύλληψης για τους κατηγορουμένους
17. ’λμπουμ με
δώδεκα φωτογραφίες σκηνής εγκλήματος
18. Πενήντα δύο [52]
μαυρόασπρες φωτογραφίες εκτυπωμένες σε Α4 χαρτί Η με αριθμ.
πρωτ. .α/5-9-2014 έκθεση εργαστηριακής
πραγματογνωμοσύνης
19. Φ/Α άδειας
κατοχής κυνηγετικού όπλου
20.Το αριθμ. 4/2014 ένταλμα προσωρινής κράτησης της Ανακρίτριας
του 1ου Τακτικού Τμήματος Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης για τον κατηγορούμενο
21. Η με αριθμ. πρωτ. ./2014 έκθεση
φυλάκισης
22. Πέντε[5]
φωτογραφίες
23.Η με αριθμ. πρωτ
./26-2-2015 βεβαίωση από το Γενικό Κατάστημα
Κράτησης Κεντρικής Μακεδονίας III
24. Η με αριθμ. πρωτ../2015 βεβαίωση πειθαρχικού ελέγχου από το
Γενικό Κατάστημα Κράτησης Κεντρικής Μακεδονίας III
25. Η με αριθμ. πρωτ. ./28-11-2014
βεβαίωση διαγωγής από το Γενικό Κατάστημα Κράτησης Κεντρικής Μακεδονίας III
26.Η από 24-2-2014
έκθεση ψυχιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης από τον Επιμ. Α' ψυχιατρικής ΨΝΘ
27. α. Φ/α από το
από 23-8-1978 στρατιωτικό βιβλιάριο του κατηγορουμένου, β. Το από 23-8-1978
προσωρινό απολυτήριο του Στρατού του κατηγορουμένου, γ. Φ/α βιβλιαρίου υγείας
του κατηγορουμένου, δ. Το από 22-1-2014
εξιτήριο από το Νοσοκομείο «Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ», ε. Οι από 22-1-2014
βεβαιώσεις από το Νοσοκομείο « Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ».
28.πέντε [5]
έγχρωμες φωτογραφίες εκτυπωμένες σε Α4 χαρτί της πρασιάς της οικίας του
κατηγορουμένου και του υιού του
Επίσης επισκοπήθηκαν
και οι υποβληθείσες κατά τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας από τον
κατηγορούμενο εννέα (9) έγχρωμες φωτογραφίες της περιοχής του εγκλήματος.
Πριν από την
ανάγνωση κάθε εγγράφου, η Πρόεδρος ανακοίνωνε το έγγραφο που επρόκειτο να
αναγνωσθεί και ρωτούσε τον Εισαγγελέα και την συνήγορο τον κατηγορούμενου,
καθώς και τον ίδιο τον κατηγορούμενο, εάν είχε αντίρρηση για την ανάγνωση,
εκείνοι δε απαντούσαν αρνητικά.
Κατόπιν προσήλθε ο
μάρτυρας υπερασπίσεως, ο οποίος, όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την
ταυτότητά του, απάντησε ότι ονομάζεται Β. Π. του Δ., κάτοικος Θεσσαλονίκης,
γνωρίζει τον κατηγορούμενο και συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν ο μάρτυρας
ορκίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση
του Κώδικα με τον Ν. 4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενος την τιμή και τη
συνείδησή του, ότι θα πει όλη την
αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και
εξεταζόμενος κατέθεσε τα ακόλουθα:
«Είμαι αδερφός του
κατηγορουμένου. Την επόμενη μέρα από το συμβάν πήγα στη Γενική Αστυνομική
Διεύθυνση, εκεί μου είπαν ότι ο ανιψιός μου θα πάει στο νοσοκομείο
Παπανικολάου, για εξέταση και τον πήγα εγώ. Το παιδί ήταν σε τραγική κατάσταση,
βογκούσε, είχε σπασμένο δόντι. Θυμάμαι τα λόγια του: «περπατάω και βογκάω»,
είναι πολύ καλό παιδί ο ανιψιός μου. Εγώ είμαι συνταξιούχος αστυνομικός. Δεν
γνωρίζω αν ήταν χτυπημένη η σύζυγος του. Μου είπε το παιδί ότι ήταν στην
πρασιά, άκουσε φωνές, βγήκε έξω και είδε τη μάνα του κάτω, που την τραβούσαν
από τα μαλλιά, έτρεξε προς τα εκεί, το άτομο έφυγε, το κυνήγησε και τον έπιασαν
δύο και τον χτυπούσαν. Η μητέρα του είχε πάει στον ιατροδικαστή, δεν την είδα.
Χώρισε πριν δύο χρόνια με τον αδερφό μου και τα παιδιά είναι μαζί της. Ξέρω ότι
η πρώην νύφη μου, αγαπάει τα παιδιά και τα φροντίζει, δεν ξέρω τι έχει κάνει με
τις σχέσεις της. Πριν το συμβάν είχα καθημερινή επαφή με τον αδερφό μου,
δυστυχώς δεν μου είπε τίποτα. Εγώ γνώριζα ότι είχαν οικονομικό πρόβλημα, είχαν
ένα σοβαρό καβγά και είχε έρθει η αστυνομία. Ο αδερφός μου πέρασε δύσκολα στο
στρατό, δεν ήταν άνθρωπος της φασαρίας, η άμυνα του έμενε στα λόγια. Είχε άδεια
για την καραμπίνα δυστυχώς. Δεν γνωρίζω για το κυνηγετικό μαχαίρι. Ο αδερφός
μου δεν είχε βίαιη συμπεριφορά στα παιδιά του. Το σπίτι που έμεναν ήταν δικό
μου, τους βοηθούσα όσο μπορούσα. Οκτώ χρόνια τώρα αποφεύγει να μου πει κάτι για
το θέμα. Έμαθα ότι ο μεσαίος του γιος ο
έκανε απόπειρα ανθρωποκτονίας. »
Έπειτα προσήλθε η
μάρτυρας υπερασπίσεως, η οποία, όταν ρωτήθηκε από την Πρόεδρο για την ταυτότητά
της, απάντησε ότι ονομάζεται Π. Π. του Δ., κάτοικος
, γνωρίζει τον
κατηγορούμενο και συγγενεύει με αυτόν. Κατόπιν η μάρτυρας ορκίσθηκε, σύμφωνα με
το άρθρο 219 παρ. 1 ΚΠΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την κύρωση του Κώδικα με τον Ν.
4620/2019, δηλώνοντας, επικαλούμενη την τιμή και τη συνείδησή της, ότι θα πει όλη την αλήθεια και μόνο την
αλήθεια, χωρίς να προσθέσει ούτε να αποκρύψει τίποτε και εξεταζόμενη κατέθεσε
τα ακόλουθα:
«Είμαι αδερφή του
κατηγορουμένου. Την επόμενη μέρα πήρα το παιδί που ήταν σε ταραχή. Ο αδερφός
μου δεν ενόχλησε ποτέ κανέναν, ούτε πίνει, δούλευε. Στο στρατό που ήταν επί
Χούντας είχε ταλαιπωρηθεί, ήταν στις ειδικές δυνάμεις και είχε κάποια
ψυχολογικά. Η νύφη μου, μου είχε πει ότι πριν 2 χρόνια, είχε νοσηλευτεί στην
κλινική της Σταυρούπολης. Εγώ το έμαθα από τη νύφη μου, μετά το συμβάν. Με την
οικογένειά του είχα πολύ καλή σχέση. Όμως ο καθένας κρατούσε τα της οικογενείας
του εντός. Δεν έμαθα από κανέναν ότι χτυπούσε τη γυναίκα του. Δεν ήταν συχνή
επικοινωνία μας, λόγω της καθημερινής ρουτίνας του καθενός μας. Ο αδερφός μου
ήταν καλός οικογενειάρχης, εργαζόταν, ήταν μαζί με τη γυναίκα του 30 χρόνια. Ο
αδερφός μου την αγαπάει τη νύφη μου ακόμα και τώρα, πιστεύω ότι και η νύφη μου
τον αγαπούσε. »
Σημειώνεται ότι οι
παραπάνω μάρτυρες, οι οποίοι κλήθηκαν ένας-ένας και εξετάστηκαν προφορικά, μετά
την εξέτασή τους παρέμειναν στο ακροατήριο και ότι σε κάθε μάρτυρα η Πρόεδρος
έδινε τον λόγο στον Εισαγγελέα, στους Δικαστές, στους ενόρκους, στην συνήγορο
του κατηγορουμένου, καθώς και στον ίδιο τον κατηγορούμενο για να απευθύνουν, αν
είχαν ερωτήσεις, προς τους μάρτυρες, οι ανωτέρω δε, ρωτούσαν και οι μάρτυρες
απαντούσαν σχετικά με τις ερωτήσεις, όπως αναφέρεται ειδικότερα στην κατάθεση
του κάθε μάρτυρα.
Η Πρόεδρος ρώτησε
τον Εισαγγελέα, τη συνήγορο υπερασπίσεως και τον κατηγορούμενο, αν θέλουν να
προβούν σε δηλώσεις, εξηγήσεις και παρατηρήσεις σχετικά με τις καταθέσεις των
μαρτύρων και τα έγγραφα που διαβάστηκαν στο ακροατήριο και αυτοί απάντησαν
αρνητικά.
Έπειτα, η Πρόεδρος
κάλεσε τον κατηγορούμενο, προκειμένου να απολογηθεί και αυτός, απολογούμενος,
κατέθεσε τα ακόλουθα :
«Εκφράζω τη λύπη μου
και τη συγγνώμη μου. Το 2014 στις 21 του
μήνα είμαι στο σπίτι μου με το ανήλικο μου παιδί, η σύζυγός μου είναι στη
δουλειά, το ένα μου παιδί στο γυμναστήριο και το άλλο μου στα αγγλικά. Στις 7:10
περίπου το απόγευμα με πήραν τηλέφωνο, είχε κρύο ψιλοχιόνιζε,
είχα ένα σεντόνι στην αυλή, για να σκεπάζω τα παιχνίδια του παιδιού που ήταν
έξω. Χτυπάει το τηλέφωνο, «έλα ρε πού είσαι;» ήταν του
ο γιος, «πού είσαι να
έρθω από κει» και εγώ του είπα να μην έρθει. Μετά πήρε άλλος τηλέφωνο. Ο ένας
έδινε το τηλέφωνο στον άλλον. Τους είπα τώρα που είμαι με τον ανήλικο μου γιο, να μην έρθει κανείς. Έρχεται ο γιος μου
από το γυμναστήριο μ ακούει και με ρωτάει γιατί είμαι συγχυσμένος. Μου είπαν
ότι «θα σε κάψω με το μπιτόνι της βενζίνης». Παίρνω τηλέφωνο τη σύζυγο την
ενημερώνω ότι με απειλούν. Έφτασε η σύζυγος από τη δουλειά στο σπίτι, το
συζητάμε εκεί έξω, βγαίνει πάλι ο γιος μου, πετιέται η σύζυγός μου και λέει: «
Αχ νάτοι». Είδα ένα τσούρμο, πιστεύω ότι ήταν οκτώ
άτομα. Δεν ξέρω γιατί λέει η σύζυγός μου ότι
το όπλο είναι εκεί στο σεντόνι από κάτω, εγώ εκεί είχα τα παιχνίδια
διαβάζω για να μη βραχούν. Εγώ τον άνθρωπο αυτό δεν το χτύπησα ποτέ, αυτοί λένε
αλλά ντ άλλων. Είμαστε με τη σύζυγό μου 30 χρόνια μαζί. Με ενόχλησε όχι ο
δεσμός, απλά σκέφτηκα ότι πάει θα είμαι μακριά από τα παιδιά. Αυτά που λένε
περί παραλογισμού δεν ισχύουν. Αφού λένε ότι τους ενοχλούσα, γιατί δεν μου
έκαναν μήνυση. Εγώ πήγα στην αστυνομία το κατήγγειλα να το γράψουν στο βιβλίο,
όμως δεν είχα λεφτά να κάνω μήνυση. Στην αστυνομία είπα ότι ακολουθεί τη γυναίκα μου, δεν ξέρω
αν το έγραψαν. Στο πρωτόδικο δικαστήριο δεν μίλησα καθόλου. Είδα δύο άτομα να
κατεβαίνουν προς τα κάτω, εγώ δεν γνώριζα κανέναν. Όταν ήμουν στο σπίτι, στο
πεζοδρόμιο μπροστά που μου επιτέθηκαν, ακούω το παιδί που κάνει «Αχ», γιατί
έφαγε μία πέτρα στο χέρι, βγαίνει ένας πίσω από τη γυναίκα μου, η οποία τους
είπε: « σας παρακαλώ φύγετε». Εγώ δεν γνώριζα κανέναν, είδα τον . που ήρθε
μπροστά μου, ο άλλος αρπάζει τη γυναίκα μου την τραβάει από τα μαλλιά, τη
ρίχνει κάτω, ακούστηκε το κεφάλι της στο έδαφος, ο γιος μου προσπαθεί να τη
σώσει τη μάνα του, τη σώζει, του ορμούν, εγώ παράλληλα πάλευα με άλλους. Ο ένας
δίπλα στη ρόδα ενός παρκαρισμένου αυτοκινήτου ποδοπατούσε τη γυναίκα μου. Αυτά
έγιναν σε κλάσματα δευτερολέπτου. Ο γιος του . ερχόταν προς τα μένα, τράβηξε
τον κάδο και τον έσπρωξε προς τα πάνω μου, δεν είχα μαχαίρι. Την ώρα που
χτυπούσαν τη γυναίκα μου και τον γιο μου, εγώ προσπαθούσα να μην με πιάσουν και
αφού δεν μπορούσα να αντιδράσω επειδή ήταν πολλοί, τρέχω στο σπίτι στην
κουζίνα παίρνω το μαχαίρι, το πήρα για
να αμυνθώ, σε μένα επιτίθονταν ο .. Εγώ έβγαλα το μαχαίρι να τους φοβερίσω, να
ξεκουμπιστούν να φύγουν, δεν είχα πρόθεση να σκοτώσω κανέναν. Βλέπω ότι δεν
μπορώ να τα βγάλω πέρα και να τους σώσω και έβλεπα ότι ο ένας είχε πιάσει το
κεφάλι του παιδιού, ο άλλος στο πόδι, ο άλλος του γυρνούσε το χέρι, το παιδί
φώναζε, εκεί συγχύστηκα πάρα πολύ, έτρεξα στο σπίτι, είχα λυμένο το όπλο μέσα
στην ντουλάπα, έβαλα σφαίρες μέσα σε ένα λεπτό. Όσο έκανα το όπλο, ήρθε το
μικρό μου παιδί κλαίγοντας, προσπαθούσα να το ηρεμήσω λέγοντάς του ότι έρχεται η μαμά του. Τις σφαίρες τις έβαλα
στην τσέπη μου, έβαλα και στο κλείστρο και στη θαλάμη. Ο . έρχεται στην κουζίνα
είδε το όπλο και έβαλε τα χέρια πίσω και έτρεχε, δεν τον κυνήγησα αν ήθελα θα
τον είχα σκοτώσει εκεί. Εγώ έτρεχα έξω, αυτός αντί να φύγει ήρθε κατά πάνω μου,
κάνω πίσω βαράω στον αέρα για εκφοβισμό, αντί να φύγει ξανάρχεται, κάποιος τον
τραβάει από το χέρι να τον πάρει, αυτός το τινάζει και ξανάρχεται πάνω μου,
θόλωσα, αυτός πήγε να τραβήξει κι άλλο κάδο στα 3 μέτρα και γυρνάει και πάει
προς το παιδί μου, τότε πυροβόλησα. Ο . πήγαινε προς το παιδί όπου τον κρατούσαν
2 άτομα. Πυροβολώ, ο . έπεσε κάτω, σχεδόν έπεσα και εγώ, ακούμπησα σε ένα
δέντρο για να μην πέσω, βρέθηκα σε μία δύσκολη κατάσταση χωρίς να το θέλω, είχα
κρεμάσει το όπλο, δύο άτομα έρχονται προς τα εμένα, ο ένας κρατάει ένα ρόπαλο,
εγώ ήμουν σε άθλια κατάσταση, έτοιμος να πέσω κάτω, σκέφτομαι ότι σίγουρα θα
σκοτώσουν το παιδί μου, βγάζω 2 σφαίρες από την τσέπη μου. Έτρεμα η μία μου
έπεσε κάτω, τελικά κατάφερα έβαλα την σφαίρα, σήκωσα το όπλο και πυροβόλησα,
ήμουν πολύ χάλια, δεν ήξερα πού είναι ο γιος μου, η γυναίκα μου, πίστευα ότι θα
τους σκοτώσουν. Μετά που πυροβόλησα, αυτοί φύγανε προς τα κάτω. Κρέμασα το
όπλο, ανέβαινα προς τα πάνω, έψαχνα τους δικούς μου. Είναι για το χαρακτήρα
μου, πολύ βαρύ φορτίο αυτό που έκανα. Αν ήμουν μόνος μου δεν θα γινόταν τίποτα,
αν δεν επιτίθονταν στη γυναίκα μου και στον γιό μου, δεν θα γινόταν τίποτα.
Πήρα το όπλο για να τους φοβερίσω, δεν ήξερα πού θα καταλήξει όλο αυτό και πήρα
σφαίρες. Όλα αυτά έγιναν από το φόβο μου για αυτά που κάνανε στην οικογένειά
μου. Μία μέρα πήγε η γυναίκα μου στο σούπερ μάρκετ και είπε ότι ο
την
παρενοχλεί. »
Μετά το τέλος της
απολογίας του κατηγορουμένου η Πρόεδρος απηύθυνε προς τον κατηγορούμενο
ερωτήσεις, μετά έδωσε την άδεια στον Εισαγγελέα και τους Δικαστές, όπως και
στους ενόρκους για να απευθύνουν και αυτοί, αν είχαν ερωτήσεις, στις οποίες ο
κατηγορούμενος απάντησε όπως αναφέρεται στην απολογία του.
Η Πρόεδρος ρώτησε
τον Εισαγγελέα, την συνήγορο υπερασπίσεως και τον κατηγορούμενο αν έχουν ανάγκη
από συμπληρωματική εξέταση ή διασάφηση και αυτοί αφού απάντησαν αρνητικά, η
Πρόεδρος κήρυξε το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας.
Ακολούθως, ο
Εισαγγελέας πήρε τον λόγο από την Πρόεδρο και αφού ανέπτυξε την κατηγορία
πρότεινε να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος ως κατηγορείται, απορριπτομένων των ισχυρισμών του κατηγορουμένου περί
βρασμού ψυχικής ορμής και ότι βρισκόταν σε κατάσταση άμυνας. Την αγόρευση του
δε την κατέθεσε και εγγράφως και έχει ως εξής:
Αγόρευση Εισαγγελέα
Εφετών Θεσσαλονίκης στο ΜΟΕ Θεσσαλονίκης στις 7/2/2020.
'Κατά την διάταξη
του άρθρου 299 του ΠΚ όπως αντικαταστάθηκε και τέθηκε σε ισχύ με τον νέο
Ποινικό Κώδικα ορίζεται ότι: «Όποιος σκότωσε άλλον τιμωρείται με κάθειρξη
ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα ετών. 1.2.Αν η πράξη αποφασίστηκε και
εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται κάθειρξη.» Από την ανωτέρω
διάταξη προκύπτει ότι το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση πραγματώνεται
με την αφαίρεση της ξένης ζωής. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος
αυτού απαιτείται δόλος του υπαιτίου που να περιλαμβάνει την γνώση των στοιχείων
που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος έστω και με την έννοια
της αμφιβολίας και την θέληση ή αποδοχή καταστροφής της ζωής του άλλου
ανθρώπου. Με ενδεχόμενο δόλο ενεργεί ο δράστης όταν προβλέπει, χωρίς να επιδιώκει,
ως ενδεχόμενο να επισυμβεί το αποτέλεσμα των ενεργειών του και αποδέχεται
τούτο. Ο δράστης της ανθρωποκτονίας με ενδεχόμενο δόλο προβλέπει το ενδεχόμενο
να επισυμβεί το αποτέλεσμα της ανθρωποκτονίας, αποδεχόμενος αυτό και
συμβιβάζεται με το αποτέλεσμα της ενεργείας του και αποδέχεται αυτό. Από την
διατύπωση της παραπάνω διάταξης προκύπτει ότι το έννομο αγαθό της ζωής είναι το
σπουδαιότερο από τα προστατευόμενα έννομα αγαθά, η προστασία του οποίου είναι
απόλυτη, χωρίς ουδεμία διάκριση κοινωνικοπολιτική, που να εξαρτά την
μεταχείριση του δράστη από τις προσωπικές του αντιλήψεις για την ζωή και την
κοινωνία γενικότερα. Ο δόλος κατά την ανωτέρω διάταξη διακρίνεται σε
προμελετημένο (που αφορά την πρώτη περίπτωση της παραγράφου 1 του άρθρου 299
του ΠΚ) και στον απρομελέτητο (που αφορά την δεύτερη περίπτωση της παραγράφου 2
της ανωτέρω διατάξεως). Κατά την πρώτη περίπτωση το έγκλημα της ανθρωποκτονίας
τιμωρείται βαρύτερα, όταν ο δράστης αποφάσισε και εκτέλεσε το έγκλημα της
ανθρωποκτονίας βρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Στην ανωτέρω περίπτωση ο
δράστης απαιτείται να βρίσκεται στην κατάσταση αυτή (της ήρεμης ψυχικής
διάθεσης) είτε κατά την στιγμή της λήψεως της αποφάσεως για εκτέλεση της
πράξεως της ανθρωποκτονίας είτε κατά την στιγμή της εκτελέσεως αυτής (της
αποφάσεως.) Στην περίπτωση του βρασμού της ψυχικής ορμής απαιτείται ο δράστης
να έχει ενεργήσει πραγματώνοντας την πράξη της ανθρωποκτονίας βρισκόμενος σε
κατάσταση βρασμού ψυχικής ορμής και κατά την λήψη της αποφάσεως και κατά την
εκτέλεση αυτής. Η έλλειψη ενός σταδίου εξ αυτών δεν θεμελιώνει το έγκλημα με
την επιεική του μορφή (του βρασμού ψυχικής ορμής).
Η κατάσταση αυτή
πρέπει να υπήρχε και κατά το ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ της λήψης της αποφάσεως
και της εκτελέσεως του αποφασισθέντος εγκλήματος. Το
έγκλημα της ανθρωποκτονίας και στις δύο περιπτώσεις πραγματώνεται είτε με
θετική ενέργεια του δράστη είτε με παράλειψη οφειλόμενης από τον νόμο
ενέργειας. Ο δόλος διαγιγνώσκεται από το χρησιμοποιηθέν μέσο προς τέλεση του
εγκλήματος, καθώς και από τις συνθήκες τελέσεως αυτού, που προσδιορίζονται από
το σημείο πλήξης, και την εν γένει συμπεριφορά του δράστη. ( βλ. σχετ. ΑΠ 1217/99 Ποιν. Χρον Ν σελ. 614, ΑΠ 777/98 Πράξη και Λόγ
Π Δ 2000 σελ 320, ΑΠ 837/2006, ΑΠ 623/2006, ΑΠ 1449/2007, ΑΠ 295/2008, ΑΠ
66/2009,ΑΠ 842/2009, ΑΠ 657/2010, ΑΠ 768/2013, ΑΠ 1017/2014, ΑΠ 1059/2014, ΑΠ
664/2015, ΑΠ 285/2015, ΑΠ 290/2016, ΑΠ 308/2016, ΑΠ 1286/2016,ΑΠ 1173/2017,ΑΠ
497/2018, ΑΠ 235/2018, ΑΠ 133/2019 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ,
Εγκλήματα κατά της ζωής Ι. Μανωλεδάκη σελ 240, 291 επ.) Για την ύπαρξη βρασμού ψυχικής ορμής και την επιεική
έτσι μεταχείριση του δράστη δεν απαιτείται οποιαδήποτε αιφνίδια και απότομη
υπερδιέγερση κάποιου συναισθήματος, αλλά απαιτείται η υπερδιέγερση αυτή να
φθάσει σε ψυχική κατάσταση τέτοια, που να αποκλείει τη σκέψη, δηλαδή τη
δυνατότητα στάθμισης των αιτιών που κινούν την πράξη ή απωθούν από αυτήν. Η
μακροχρόνια συσσώρευση μίσους, θυμού και αγανάκτησης δεν μπορούν να θεωρηθούν
ως κατάσταση βρασμού ψυχικής ορμής, γιατί υφίσταται στην περίπτωση αυτή η
δυνατότητα στάθμισης των αιτίων που ωθούν τον δράστη στην τέλεση του εγκλήματος
της ανθρωποκτονίας και η λειτουργία των ανασταλτικών μηχανισμών και η αποτροπή
έτσι της τέλεσης της πράξεως της ανθρωποκτονίας, (βλ. Σχετ.
ΑΠ 200/2017, ΑΠ 1286/2017, ΑΠ 1858/2016, ΑΠ 290/2016, ΑΠ 286/2016, ΑΠ 339/2015,
ΑΠ 979/2014, ΑΠ 1341/2014, ΑΠ 1317/2012, ΑΠ 1549/2012 Τράπεζα Νομικών
Πληροφοριών του ΔΣΑ).
Εξάλλου κατά την
διάταξη του άρθρου 10 παρ. 1,13 περ. α του νόμου 2168/93 οπλοφορία τελεί όποιος
φέρει μαζί του παράνομα μεταξύ άλλων οιοδήποτε αντικείμενο που είναι πρόσφορο
για επίθεση και άμυνα μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και κάθε είδους
πιστόλια, περίστροφα οιουδήποτε τύπου και φυσίγγια (άρθρο 1 παρ. 1 περ. β και ζ
του νόμου 2168/93) Τα όπλα πρέπει να φέρονται παράνομα χωρίς δηλαδή την άδεια
της αρμόδιας Αστυνομικής αρχής του τόπου κατοικίας ή διαμονής του
κατηγορουμένου. Πιστόλια είναι οι μηχανισμοί εκείνοι που παράγουν οστική δύναμη
προερχόμενη από οποιαδήποτε αιτία και εκτοξεύουν βλήματα (ΑΠ 653/2009, ΑΠ
866/2009, ΑΠ 867/2009, ΑΠ 248/2011, ΑΠ 923/2011, ΑΠ 305/2011, ΑΠ 743/2010, ΑΠ
242/2017, ΑΠ 662/2018, ΑΠ 1496/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ).
Περαιτέρω κατά την
διάταξη του άρθρου 14 του νόμου 2168/93 οπλοχρησία διαπράττει όποιος με χρήση
όπλου ή άλλου αντικειμένου αναφερομένου στον ανωτέρω νόμο διαπράξει κακούργημα
ή πλημμέλημα από δόλο ή αμέλεια και καταδικαστεί ανεξάρτητα από την
επιβαλλόμενη ποινή τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών. Η πράξη της
οπλοχρησίας είναι παρακολουθηματική και εξαρτάται από
την τιμωρία άλλης κύριας πράξης. Επομένως ο δράστης στην περίπτωση που
προβαίνει στην χρησιμοποίηση αυτού προς τέλεση του εγκλήματος της
ανθρωποκτονίας με πρόθεση, τελεί και το παρακολουθηματικό
αυτού έγκλημα της οπλοχρησίας. Το έγκλημα της οπλοχρησίας ως παρακολουθηματικό συνιστά εξωτερικό όρο του αξιοποίνου.
Αφού στην περίπτωση που δεν πραγματώνεται η κυρία πράξη δεν μπορεί να
καταδικαστεί αυτοτελώς ο δράστης της οπλοχρησίας. Η χρήση του όπλου συνίσταται
στην χρησιμοποίηση αυτού σύμφωνα με τον ειδικό προορισμό αυτού. Οι διατάξεις
περί όπλων προστατεύουν το γενικό συμφέρον. Ο δράστης της οπλοχρησίας δεν
μπορεί να τιμωρηθεί χωρίς την καταδίκη αυτού για το κύριο έγκλημα, (βλ. ΑΠ
123/92 Ποιν. Χρον MB σελ
852, ΑΠ 540/94 Ποιν. Χρον
ΜΔ σελ 640, ΑΠ 640/99 Ποιν. Χρον
Ν 231, ΜΟΕΑΘ. 360/98 Ποιν. Χρον
Ν σελ 172, ΑΠ 1792/2011, ΑΠ 542/2011, ΑΠ 284/2012, ΑΠ 286/2015, ΑΠ 1496/2018
Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ, Η έννοια των όπλων Ιωάννη Μπέκα σελ 49 επ.).
Η διάταξη του άρθρου
299 παρ. 1 του ΠΚ όπως προβλέπεται στον νέο Ποινικό Κώδικα είναι επιεικέστερη
έναντι της διατάξεως του προϊσχύσαντα Ποινικού
Κώδικα, ( άρθρο 2 παρ. 1 του ΠΚ) αφού αυτή προβλέπει ως ποινική κύρωση την
ισόβια κάθειρξη ή την κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών, η δυνατότητα επιβολής της
οποίας δεν προβλεπόταν στον προϊσχύσαντα Ποινικό
Κώδικα. Εκτός της αναγνωρίσεως μόνον ελαφρυντικών).
Στην προκειμένη
περίπτωση από τα στοιχεία της προσβαλλομένης αποφάσεως, τις ένορκες καταθέσεις
των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως, όλα τα αναγνωσθέντα έγγραφα σε
συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου και τα αποδειχθέντα εν γένει κατά
την ακροαματική διαδικασία της παρούσης δευτεροβάθμιας δίκης έχουν προκύψει τα
ακόλουθα:
Η σύζυγος του
κατηγορουμένου Σ. Π. του Δ. Μ. Ξ. είχε συνάψει ερωτικό δεσμό τον Μάιο του 2012
με τον Θ. Τ. ιδιοκτήτη καταστημάτων στην περιοχή
. Στις αρχές Φεβρουάριου του
έτους 2013 η Μ. Ξ. γνωστοποίησε τον δεσμό της στον σύζυγο της και την πρόθεση
της να διασπάσει την έγγαμη συμβίωση μαζί του λόγω αντιμετωπιζομένων
οικονομικών προβλημάτων και προβλημάτων επικοινωνίας μαζί του. Ο κατηγορούμενος
αισθανόμενος μειωμένος για την σύναψη ερωτικού δεσμού της συζύγου του με τον Θ.
Τ. άρχισε να έρχεται σε συγκρουσιακές λεκτικές αντιπαραθέσεις, οι οποίες πολλές
φορές εκδηλωνόταν και με βιαιοπραγίες σε βάρος αυτού. Η κατάσταση αυτή έγινε
γνωστή στον έγγαμο υιό του Θ. Τ. Ν.. Ο οποίος ήλθε σε επικοινωνία με τον
κατηγορούμενο και ανέλαβε την ευθύνη να απομακρύνει τον πατέρα του από την
περιοχή Νεαπόλεως και να του συστήσει να παραμένει στην περιοχή
και να μην
επισκέπτεται το κατάστημα του στην
, αφού μάλιστα ήταν πλέον συνταξιούχος. Ο
κατηγορούμενος δεν είχε πειστεί στις διαβεβαιώσεις του Ν. Τ. και για τον λόγο
αυτό παρακολουθούσε τον Θ. Τ. στην οικία του και τις οικίες των δύο εγγάμων
τέκνων του ανωτέρω και το κατάστημα του, που λειτουργούσε στο
. Ο Ν.Τ. συνεχώς
διαβεβαίωνε τον κατηγορούμενο πως ο πατέρας του είχε διακόψει τον δεσμό του με
την σύζυγο του. Τον Σεπτέμβριο του 2013 ο . Τ. επανήλθε στο κατάστημα του στην
περιοχή
. Ο κατηγορούμενος έκτοτε διαπληκτιζόταν συχνά μαζί του και
βιαιοπραγούσε σε βάρος του. Ενώ σύμφωνα με τις γενόμενες διαβεβαιώσεις του Ν.
Τ. προς τον κατηγορούμενο ήταν, πως ο πατέρας του είχε διακόψει τον δεσμό του
με την σύζυγο του. Στις 17/1/2014 ο κατηγορούμενος συναντήθηκε με τον Θ. Τ.
πλησίον του καταστήματος του στην
και άρχισε να διαπληκτίζεται έντονα λεκτικά
μαζί του και βιαιοπράγησε σε βάρος του, αισθανόμενος μειονεκτικά απέναντι του
μετά την γνωστοποίηση εκ μέρους της συζύγου του για την συναφθείσα σχέση με τον
ανωτέρω. Ο Θ. Τ. ανέφερε στους υιούς του τις επιθέσεις του κατηγορουμένου σε
βάρος του και τις βιαιοπραγίες που συνέβαιναν σε βάρος του. Ο Ν. Τ. στις
20/1/2014 επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον κατηγορούμενο, δηλώνοντας προς αυτόν
την πρόθεση του να τεθεί τέλος στις αντιπαραθέσεις μεταξύ αυτού και του πατέρα
του και την πρόθεση να συναντηθούν στην οικία του, αυτός, ο πατέρας του και
ένας φίλος για να δοθούν εξηγήσεις μεταξύ τους και να δηλώσει ο πατέρας του
ενώπιον του πως έχει διακόψει τον δεσμό με την σύζυγο του. Για τον λόγο αυτό
περί ώρα 17.30 στις 20/1/2014 ξεκίνησαν να μεταβούν στην οικία του
κατηγορουμένου, ο οποίος διέμενε στην οδό
στην
, ο Ν. Τ., Θ. Τ., και οι
φίλοι του Ν. Τ., Ν. Τ., Α. Π., άγγελος Τ.(αδελφός του Ν. Τ.) και Χ. Σ.. Ο κατηγορούμενος
είχε σχεδιάσει, οργανώσει και μελετήσει τον ανθρωποκτόνο δόλο του σε βάρος των
Νικολάου και Θ. Τ.. Για τον λόγο αυτό είχε τοποθετήσει σε τραπέζι στην πρασιά
της οικίας του καλυμμένη με σεντόνι την κυνηγετική του καραμπίνα με αριθμ
μάρκας L.FRANCHI διαμετρήματος cal
12. Όταν οι ανωτέρω πλησίασαν την οικία του δράστη, ο Ν. Τ. τηλεφώνησε στον
κατηγορούμενο και του δήλωσε πως βρίσκονται σχεδόν έξω από την οικία του για
τον προαναφερόμενο σκοπό, (να συζητήσουν για την πρόθεση του πατέρα του για διακοπή
της σχέσης του με την σύζυγο του και να παύσει τις οχλήσεις πλέον σε βάρος του,
αφού δεν υφίσταται πλέον λόγος των μεταξύ τους διαπληκτισμών. Αρχικά πλησίασε
προς την οικία του κατηγορουμένου ο Ν. Τ., ενώ οι λοιποί παρέμειναν σε απόσταση
για να διαπιστώσουν τις προθέσεις του κατηγορουμένου για την επίλυση της δημιουργηθείσας μεταξύ τους διαφοράς. Ο κατηγορούμενος, η
σύζυγος του και ο υιός του Δ. εξήλθαν της οικίας τους και άρχισαν να
διαπληκτίζονται λεκτικά με τον Ν. Τ.. Ο ’. Τ. βλέποντας τους ανωτέρω να
διαπληκτίζονται με τον αδελφό του, προσήλθε στο σημείο και έπιασε την σύζυγο
του κατηγορουμένου Μ. Ξ. από τα μαλλιά και την έριξε στο οδόστρωμα. Γιατί την
θεώρησε υπαίτια για την υποδαύλιση του κατηγορουμένου και τις βίαιες
αντιπαραθέσεις του κατηγορουμένου σε βάρος του Θ. Τ.. Ο Δ. Π. υιός του
κατηγορουμένου βλέποντας τον ανωτέρω να ρίπτει την μητέρα του στο οδόστρωμα
προσέτρεξε προς βοήθεια της. Ο Ν.Τ. την στιγμή εκείνη απευθυνόμενος προς τον Δ.
Π. του απηύθυνε την φράση (Δ., μαζί θα συζητήσουμε στο γυμναστήριο και θα
λύσουμε την παρεξήγηση) Ο κατηγορούμενος αρχικά έλαβε από το εσωτερικό της
οικίας ένα κυνηγετικό μαχαίρι και κρατούσε αυτό στα χέρια του προσπαθώντας να
πλήξει τον
. Εκείνος απευθυνόμενος προς τον κατηγορούμενο, του απηύθυνε την
φράση (Σ. θα με κτυπήσεις) Βλέποντας όμως την επιθετικότητα του κατηγορουμένου,
αμύνθηκε ρίπτοντας ανάμεσα τους έναν κάδο απορριμμάτων, για να αποφύγει την
πλήξη του με το μαχαίρι. Στην συνέχεια ο κατηγορούμενος επέστρεψε στην οικία
και εγκαταλείποντας το μαχαίρι έλαβε την προαναφερομένη κυνηγετική καραμπίνα
και επιστρέφοντας στο σημείο πυροβόλησε αρχικά δύο φορές εκφοβιστικά στον αέρα
και στην συνέχεια έπληξε από πολύ μικρή απόσταση στην αριστερή μασχαλιαία χώρα
τον
επιφέροντας τον θάνατο αυτού. Ο οποίος επήλθε εξαιτίας της πλήξης του με
την βολίδα που έρριψε από μικρή απόσταση σε βάρος του. Ο θάνατος του ανωτέρω
είχε ως μοναδική αιτία την πλήξη του με την βολίδα στην αριστερή μασχαλιαία
χώρα. Ο κατηγορούμενος πλησίασε τον κοιτόμενο στο
έδαφος και ψυχοραγούντα Ν. Τ. και έπτυσε αυτόν και
του απηύθυνε την φράση (καλά σε γάμησα) επιδεικνύοντας το αδίστακτο, σκληρό και
πωρωμένο του χαρακτήρα του. Ο κατηγορούμενος πυροβόλησε σε βάρος του προσώπου,
που αποφάσισε να θέσει τέλος στις αντιπαραθέσεις αυτού με τον πατέρα του. Ο
οποίος εξέφρασε πολλές φορές την αντίθεση του για την παράνομη σχέση του πατέρα
του με την σύζυγο του κατηγορουμένου. Οι λοιποί προσελθόντες στο σημείο για την
επίλυση της διαφοράς τράπηκαν σε φυγή, ακολουθούμενοι από τον κατηγορούμενο, ο
οποίος φώναζε λέγοντας (ποιος άλλος Τ. -ποιος άλλος) και πυροβολούσε σε βάρος
του Θ. Τ.. Μία εκ των ριφθέντων βολίδων πέτυχε τον
ανωτέρω στην περιοχή της οπίσθιας κοιλιακής χώρας στο ύψος του αριστερού
νεφρού, η οποία και επέφερε αιτιακά τον θάνατο και
αυτού. Εντός μικρού χρονικού διαστήματος κατέφθασαν Αστυνομικοί της
Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά της Ζωής, οι οποίοι ειδοποιήθηκαν
τηλεφωνικά από την μάρτυρα
, η οποία διαμένει έναντι της οικίας του
κατηγορουμένου, οι οποίοι βρήκαν το πτώμα του Ν. Τ. στην συμβολή των οδών
πλησίον της οικίας του κατηγορουμένου και σε μικρή απόσταση τον πατέρα αυτού Θ.
Τ. στην Συμβολή των οδών
. Η σύζυγος του κατηγορουμένου παρέδωσε στους
Αστυνομικούς την κυνηγετική καραμπίνα και σε γενόμενη σωματική έρευνα σε βάρος
του κατηγορουμένου βρέθηκε ένα εννεάβολο φυσίγγιο στο
αριστερό θυλάκιο του παντελονιού του με την ένδειξη (rottwell
espress) Ο κατηγορούμενος αποφάσισε και εκτέλεσε το
έγκλημα της ανθρωποκτονίας κατά συρροή βρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Ο
ανωτέρω είχε προγραμματίσει, σχεδιάσει, μελετήσει, αποφασίσει και οργανώσει τον
τρόπο τελέσεως του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας σε βάρος των ανωτέρω (Ν. και
Θ. Τ.). Οι παθόντες με τους κοινούς γνωστούς και φίλους τους είχαν μεταβεί στην
οικία του κατηγορουμένου με σκοπό την επίλυση της διαφοράς τους, που είχε
δημιουργηθεί εξαιτίας της εξωσυζυγικής σχέσης της συζύγου του κατηγορουμένου Μ.
Ξ. με τον Θ. Τ.. Το γεγονός τούτο προκύπτει και από το ότι ο κατηγορούμενος
είχε τοποθετήσει την κυνηγετική του καραμπίνα σε τραπέζι στην πρασιά της οικίας
του, την οποία και παρέλαβε μετά από την πρόκληση εκ μέρους του κατηγορουμένου
και των μελών της οικογένειας του λογομαχίας σε βάρος των παθόντων. Ενώ ο Ν.Τ.
του είχε εξηγήσει τηλεφωνικά τον λόγο της επισκέψεως τους στην οικία του. Ο
οποίος του δήλωσε πως δεν συμφωνεί με την συμπεριφορά του πατέρα του να συνάψει
εξωσυζυγικό δεσμό με την σύζυγο του και για τον λόγο αυτό μάλιστα είχε αναλάβει
την απομάκρυνση του πατέρα του από την περιοχή
για εννέα περίπου μήνες και
επειδή ο κατηγορούμενος συνεχώς δημιουργούσε εξαιτίας του παραπάνω γεγονότος
προβλήματα σε βάρος του Θ. Τ., αποφάσισε να επισκεφθούν όλοι μαζί την οικία του
για την επίλυση της διαφοράς οριστικά. Ο κατηγορούμενος είχε προμελετήσει την
τέλεση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας σε βάρος των ανωτέρω. Η πράξη του
τελέστηκε σε ήρεμη κατάσταση, αφού είχε τον χρόνο να λειτουργήσει αποτρεπτικά
και να λειτουργήσουν οι ανασταλτικοί μηχανισμοί που θα τον απέτρεπαν να προβεί
στην τέλεση της πράξεως της ανθρωποκτονίας σε βάρος των ανωτέρω. Το μακροχρόνιο
μίσος και οργή όπως είχε ο κατηγορούμενος Σ. Π. σε βάρος κυρίως του Θ. Τ. του
έδιδαν τον χρόνο να λειτουργήσουν οι ανασταλτικοί μηχανισμοί προς αποτροπή της
τελέσεως του ανωτέρω εγκλήματος. Όταν μάλιστα είχε γνωστοποιηθεί σ' αυτόν ο
λόγος της επισκέψεως των θυμάτων και των φίλων τους στην οικία του. Αυτός είχε
αποφασίσει και μελετήσει τον τρόπο δράσεως του για την επίτευξη της
ανθρωποκτονίας σε βάρος των ανωτέρω. Επομένως πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτός
των πράξεων της ανθρωποκτονίας με πρόθεση κατά συρροή σε ήρεμη ψυχική
κατάσταση, της οπλοφορίας και της οπλοχρησίας, όπως πρωτόδικα.
Η συνήγορος
υπερασπίσεως του κατηγορουμένου, έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο και αφού
ανέπτυξε την υπεράσπισή του ζήτησε να κριθεί ο κατηγορούμενος με επιείκεια και
να γίνουν δεκτοί οι ισχυρισμοί του, περί βρασμού ψυχικής ορμής και ότι
βρισκόταν σε κατάσταση άμυνας.
Η Πρόεδρος ρώτησε
τον κατηγορούμενο αν έχει να προσθέσει τίποτα για την υπεράσπισή του και αυτός
απάντησε αρνητικά.
Κατόπιν η Πρόεδρος κήρυξε περαιωμένη τη
συζήτηση.
Στη συνέχεια το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης, αποσύρθηκε προς
διάσκεψη στον ειδικό γι αυτό χώρο, πλην του Εισαγγελέως, και αφού διασκέφτηκε
μυστικά, παρούσας και της Γραμματέως, κατάρτισε την απόφασή του και μετά από
λίγο επανήλθε στην έδρα του, παρουσία και της Γραμματέως και των υπολοίπων
παραγόντων της δίκης, διά της Προέδρου του, δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίαση
στο ακροατήριό του την υπ αριθμ. 68/2020 απόφασή
του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 299 παρ.1 του Νέου ΠΚ, που
κυρώθηκε με το Ν. 4619/2019 και
ισχύει από 1-7-2019, " Όποιος
σκότωσε άλλον τιμωρείται με κάθειρξη ισόβια ή πρόσκαιρη τουλάχιστον δέκα
ετών" κατά δε την παρ. 2 του αυτού άρθρου " Αν η πράξη αποφασίστηκε
και εκτελέστηκε σε βρασμό ψυχικής ορμής, επιβάλλεται κάθειρξη". Από τις
διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για τη συγκρότηση του εγκλήματος της
ανθρωποκτονίας με πρόθεση απαιτείται, αντικειμενικώς μεν η αφαίρεση ξένης ζωής
με θετική ενέργεια ή με παράλειψη ενέργειας που οφείλεται από το νόμο,
υποκειμενικώς δε δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση των αντικειμενικών στοιχείων
της πράξης και τη θέληση αφαίρεσης της ζωής άλλου ανθρώπου. Εξάλλου, κατά το
άρθρο 27 παρ.1 του Νέου ΠΚ, « Με δόλο (με πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την
παραγωγή των περιστατικών που κατά τον νόμο απαρτίζουν την έννοια της
αξιόποινης πράξης, καθώς και όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να
παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται». Από τη διάταξη αυτή συνάγεται
ότι με άμεσο δόλο ενεργεί εκείνος που θέλει την παραγωγή του εγκληματικού
αποτελέσματος, καθώς και αυτός που δεν το επιδιώκει, αλλά προβλέπει ότι τούτο
αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξης του και δεν αφίσταται αυτής, με
ενδεχόμενο δε δόλο πράττει εκείνος ο οποίος προβλέπει ως δυνατό το εγκληματικό
αποτέλεσμα και το αποδέχεται. Η ανθρωποκτόνος πρόθεση του δράστη δεν είναι
πάντοτε εμφανής και κατά το πλείστον προκύπτει από την καταγραφή και εκτίμηση
διαφόρων αντικειμενικών στοιχείων, όπως οι προηγούμενες σχέσεις δράστη -
θύματος, το είδος του μέσου που χρησιμοποιήθηκε, η κατεύθυνση του πλήγματος ή
της βολής, ο αριθμός των πληγμάτων, η απόσταση της βολής, το μέρος του σώματος
που πιθανόν επλήγη, οι συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα η πράξη, η
μεταγενέστερη συμπεριφορά του δράστη κ.ο.κ., πρέπει
δε να κατευθύνεται προς την αφαίρεση της ζωής άλλου (έστω και μη
προσδιορισμένης ταυτότητας). Περαιτέρω, ο δόλος στην ανθρωποκτονία από πρόθεση
έχει δύο διαβαθμίσεις, που αφορούν, η πρώτη, τον προμελετημένο δόλο (της παρ.1)
και, η δεύτερη, τον απρομελέτητο δόλο (της παρ. 2), όταν υπάρχει βρασμός
ψυχικής ορμής. Στην πρώτη περίπτωση, του προμελετημένου δόλου, απαιτείται
ψυχική ηρεμία του δράστη είτε κατά την απόφαση είτε κατά την εκτέλεση της
πράξης, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, του απρομελέτητου δόλου, απαιτείται ο
δράστης να βρίσκεται υπό το κράτος ψυχικής υπερδιέγερσης και κατά τη λήψη της
απόφασης και κατά την εκτέλεση της πράξης, γιατί, αν λείπει ο βρασμός ψυχικής
ορμής σε ένα από τα στάδια αυτά, δεν συντρέχουν οι όροι εφαρμογής της παρ. 2
του άρθρου 299 του ΠΚ, για την επιεικέστερη μεταχείριση του δράστη, δηλαδή για
την επιβολή της πρόσκαιρης, αντί της ισόβιας κάθειρξης (ΑΠ 1286/2016, 160/2019,
1284/2019). Για την ύπαρξη βρασμού ψυχικής ορμής, απαιτείται αιφνίδια και
απότομη υπερδιέγερση ενός συναισθήματος, η οποία να έχει εξελιχθεί σε τέτοια
ψυχική κατάσταση, ώστε να αποκλείεται η σκέψη, δηλαδή η δυνατότητα του δράστη
να σταθμίσει τα αίτια που τον ωθούν στην τέλεση της πράξεως και εκείνα που τον
απωθούν από αυτήν, όχι όμως και να έφθασε σε κατάσταση διαταράξεως της
συνειδήσεώς του κατά την έννοια των άρθρων 34 και 36 ΠΚ (ΑΠ 173/2013, ΑΠ
720/2011). Η δε προμελέτη λογικώς αποκλείει την ψυχική ορμή (ΑΠ 136/2014 ).
Κατόπιν τούτων, το δικαστήριο στην περίπτωση του προμελετημένου δόλου πρέπει να
διαλαμβάνει στην αιτιολογία της απόφασής του ότι ο δράστης ενήργησε με ψυχική
ηρεμία. Δεδομένου, όμως, ότι στο νόμο δεν ορίζεται ως στοιχείο του δόλου του
δράστη η ψυχική του ηρεμία, απαιτείται αυτό να προκύπτει είτε με ρητή έκθεση
είτε με άλλη παρεμφερή φράση είτε από τα δεκτά γενόμενα πραγματικά περιστατικά
(ΑΠ 1286/2016, 160/2019, 1284/2019). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 22 του ΠΚ: « 1.
Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας. 2. ’μυνα είναι η
αναγκαία προβολή του επιτιθέμενου στην οποία προβαίνει το άτομο, για να
υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση που στρέφεται
εναντίον τους. 3. Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από το βάθρο
επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της προσβολής που απειλείται, από
τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις». Από τις
διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, για να υπάρξει άμυνα, η οποία αποτελεί λόγο, που
αποκλείει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης, απαιτείται: α) άδικη επίθεση, δηλαδή
επίθεση, συνισταμένη σε ανθρώπινη ενέργεια, με την οποία εκτίθεται σε κίνδυνο
έννομο αγαθό ορισμένου προσώπου, η οποία αντικειμενικά αντιφάσκει προς το
δίκαιο, β) η επίθεση να είναι παρούσα και ως τέτοια θεωρείται εκείνη που έχει
αρχίσει να πραγματοποιείται και να εξακολουθεί, καθώς και όταν αμέσως και
ασφαλώς επίκειται η πραγμάτωσή της, όπως, όταν βασίμως και δικαιολογημένα μπορεί
κάποιος να φοβάται άμεση έναρξη επιθετικής ενέργειας, και γ) η προσβολή του
επιτιθέμενου να είναι αναγκαία προς υπεράσπιση του ατόμου που εκτίθεται στον
κίνδυνο της επίθεσης. Συντρεχόντων δε των ανωτέρω όρων της κατάστασης άμυνας, ο
υφιστάμενος την επίθεση ή οποιοσδήποτε τρίτος δικαιούται προς απόκρουση αυτής
να προσβάλει οποιοδήποτε αγαθό του επιτιθεμένου, όπως την προσωπική ελευθερία,
την ιδιοκτησία ή ακόμη και τη ζωή του, αρκεί μόνο κατά την εν λόγω απόκρουση
της επίθεσης να μην υπερβεί τα όρια, που ορίζονται από τη διάταξη της
παραγράφου 3 του ανωτέρω άρθρου, σύμφωνα με την οποία το αναγκαίο μέτρο της
άμυνας κρίνεται από το βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της
βλάβης που απειλείται, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και τις λοιπές
περιστάσεις (ΑΠ 537/2018, ΑΠ 702/2016, ΑΠ 569/2015).
Στην προκειμένη
περίπτωση, από τις καταθέσεις των μαρτύρων
κατηγορίας και υπερασπίσεως που
εξετάσθηκαν ενόρκως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα
ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως, από την
ανάγνωση των πρακτικών της εκκαλουμένης με αριθ. 117-125/2015 αποφάσεως του
Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, καθώς και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν
στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, σε συνδυασμό με την απολογία του
κατηγορουμένου, και όλη εν γένει την αποδεικτική διαδικασία και την αξιολογική
εκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων,
σύμφωνα με την προβλεπομένη από το άρθρο 177 παρ. 1 του ΚΠΔ αρχή της ηθικής αποδείξεως,
αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατά το μήνα Μάιο του 2012 η
σύζυγος του κατηγορουμένου, Μ. Ξ., συνήψε ερωτικό δεσμό με τον Θ. Τ., ο οποίος
διατηρούσε κατάστημα επίπλων στην
. Η εξωσυζυγική αυτή σχέση διήρκεσε μέχρι το
Φεβρουάριο του 2013, μετά δε τη διακοπή της η Μ. Ξ. προέβη σε αποκάλυψη αυτής
στο σύζυγό της, ο οποίος θεώρησε ότι προσβλήθηκε η ανδρική του τιμή και απομειώθηκε η κοινωνική του παράσταση. Κατόπιν αυτού,
αναζήτησε και εντόπισε το Θ. Τ. και ακολούθησε επεισόδιο μεταξύ τους, κατά το
οποίο διαπληκτίσθηκαν και ο κατηγορούμενος τον κτύπησε. Προκειμένου να
αποφευχθούν άλλα επεισόδια, με την παρέμβαση των υιών του Θ. Τ., ο τελευταίος
απομακρύνθηκε προσωρινά από το κατάστημα που διατηρούσε στη
(περιοχή όπου
διέμενε και ο κατηγορούμενος), και περιορίσθηκε στην κατοικία του, στο
. Όμως,
ο κατηγορούμενος έμαθε τον τόπο κατοικίας του και εθεάθη από μέλη της
οικογενείας του Θ. Τ. να παρακολουθεί συστηματικά τις κινήσεις τους, κρυμμένος
πλησίον της κατοικίας του τελευταίου.
Όταν δε το Σεπτέμβριο του 2013 ο Θ. Τ. επανήλθε στο κατάστημα της
ο
κατηγορούμενος το πληροφορήθηκε και άρχισε να επισκέπτεται σχεδόν καθημερινά το
κατάστημα, απειλώντας τον Θ.Τ. ότι θα τον σκοτώσει. Προς τούτο μάλιστα μετέβη
δύο φορές στο κατάστημα με το αυτοκίνητό του και προσκάλεσε τον Θ. Τ. για να
του δείξει ότι έφερε όπλο εντός του αυτοκινήτου, και δη καραμπίνα. Όμως, δεν
περιορίσθηκε μόνον σε απειλές, αλλά πολλές φορές επιτέθηκε και κτύπησε τον Θ.
Τ.. Στις 17.1.2014 δε, τον γρονθοκόπησε
και τον τραυμάτισε στο πρόσωπο. Προ αυτής της καταστάσεως, περί ώρα 19.00 της
20.1.2014, ο υιός του Θ. Τ., Ν., ο οποίος είχε έλθει επανειλημμένως σε επαφή με
τον κατηγορούμενο και είχε μεσολαβήσει για να ηρεμήσουν τα πνεύματα,
επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον τελευταίο και του ανακοίνωσε ότι αμέσως μετά
πρόκειται να τον επισκεφθεί μαζί με τον πατέρα του στην οικία του
(που βρισκόταν επί της οδού
, στη
), με σκοπό να δοθούν αμοιβαίες
εξηγήσεις και να επιλύσουν οριστικά τη διαφορά τους. Για το τηλεφώνημα αυτό του
Ν. Τ. ενημέρωσε, στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος τηλεφωνικώς τη σύζυγό του, η
οποία τη στιγμή εκείνη επέστρεφε στην οικία τους από την εργασία της. Στην
οικία τους αυτή (που ήταν ισόγεια), η σύζυγος του κατηγορουμένου, όταν
επέστρεψε, σύμφωνα με τη σχετική περικοπή της από 21-1-2014 ένορκης εξέτασής της
ενώπιον του Αστυνόμου Β,
, του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προστασίας
Ελευθερίας της Διεύθυνσης Ασφαλείας Θεσσαλονίκης,-που αναγνώσθηκε, κατ άρθρο
357 παρ. 4 του ΚΠΔ, ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προς επισήμανση
αντιφάσεων, στις οποίες αυτή υπέπεσε,- είδε ότι ο κατηγορούμενος σε ένα τραπέζι
που βρισκόταν στην πρασιά, είχε τοποθετήσει και είχε κρύψει κάτω από ένα
σεντόνι μία καραμπίνα, την οποία αυτή του ζήτησε να πάρει και να την μεταφέρει
εντός της οικίας τους, πράγμα που δεν προέκυψε ότι αυτός έπραξε. Στη συνέχεια
δε αυτός, περί ώρα 20.00, δέχθηκε νέο τηλεφώνημα από το Ν. Τ., ο οποίος τον
ενημέρωσε ότι είχαν φθάσει και του ζήτησε να εξέλθει της οικίας του για να
μιλήσουν. Κατά την άφιξή του εκεί ο Ν. Τ. συνοδευόταν, εκτός από τον πατέρα του,
Θ. Τ., και από τον αδελφό του, ’. Τ., όπως επίσης και από τον Ν. Τ., κουμπάρο
τους, και τους Α. Π. και Χ. Σ.. Όμως, από αυτούς στην οικία του κατηγορουμένου
πλησίασαν μόνον οι Θ. και Ν. Τ., ενώ οι υπόλοιποι έμειναν κατ΄
αρχήν πιο πίσω. Κατόπιν αυτού, ο κατηγορούμενος βγήκε από την οικία του με τη
σύζυγο και τον υιό τους, Δ. Π., ηλικίας τότε 17 ετών, και όταν οι δύο πλευρές
βρέθηκαν αντιμέτωπες, άρχισαν να διαπληκτίζονται. Τότε ο κατηγορούμενος ξαφνικά εμφάνισε ένα
κυνηγετικό μαχαίρι και με αυτό επιτέθηκε κατά του Ν. Τ., ο οποίος με τη χρήση
ενός κάδου απορριμμάτων, που βρέθηκε εκεί, κατάφερε να αποφύγει το χτύπημα και
να ρίξει το μαχαίρι από τα χέρια του κατηγορουμένου, το οποίο ο Ν. Τ., στη
συνέχεια, κλώτσησε μακριά. Εν τω μεταξύ, βλέποντας οι υπόλοιποι από μακριά ότι
ο κατηγορούμενος επιτέθηκε με μαχαίρι, έσπευσαν να συνδράμουν τον Ν. Τ.
και ο . Τ., θεωρώντας ότι η αιτία του
κακού ήταν η σύζυγος του κατηγορουμένου, την άρπαξε από τα μαλλιά και την έριξε
κάτω. Τότε ο υιός της, Δ. Π., επιχείρησε να την βοηθήσει και συνεπλάκη με τον
’. Τ. και άλλον έναν από τους λοιπούς, πλην των Ν. και Θ. Τ., που τους
συνόδευαν, η ταυτότητα του οποίου δεν διευκρινίσθηκε, με αποτέλεσμα να
τραυματισθεί και να υποστεί κάταγμα τμήματος του πλαγίου τομέα (οδόντος) δεξιάς
κάτω γνάθου, θλαστική εξοίδηση των μαλακών μορίων, μετά εκχυμώσεως και εκδορών,
της δεξιάς μετωπιαίας/ υπεροφρύου χώρας, εκδορές
δεξιού αγκώνος, εκχυμωτικές
εκδορές δεξιάς υποπλατίου χώρας, δύο εκχυμωτικές εκδορές, ημικυκλικά φερόμενες, 7 εκ. και 4 εκ,
αριστερής υποπλατίου χώρας και θλαστική εξοίδηση των
μαλακών μορίων του κάτω τριτημορίου της έξω επιφάνειας του δεξιού μηρού (βλ.
την αριθ. πρωτ. ./24-1-2014 ιατροδικαστική έκθεση της
ιατροδικαστή,
). Όμως, όπως προαναφέρθηκε, στη συμπλοκή οι Θ. και Ν. Τ. δεν συμμετείχαν,
ευρισκόμενος δε ο κατηγορούμενος αντιμέτωπος με τον Ν. Τ. που προηγουμένως τον
είχε αφοπλίσει, έσπευσε να πάρει από το τραπέζι της πρασιάς της οικίας του,
όπου είχε κρυμμένη, την κυνηγετική καραμπίνα. Με την κυνηγετική δε καραμπίνα
ανά χείρας, πυροβόλησε μία ή δύο φορές στον αέρα και, ακολούθως, ευρισκόμενος
σε μικρή απόσταση από τον Ν. Τ., έστρεψε το όπλο του προς αυτόν και, έχοντας
ανθρωποκτόνο δόλο, τον πυροβόλησε, σχεδόν εξ επαφής, προκαλώντας του στην
αριστερή μασχαλιαία χώρα ένα τραύμα, από το οποίο ως μόνης ενεργού αιτίας
επήλθε ακαριαία ο θάνατός του. Αμέσως μετά, φωνάζοντας «ποιος άλλος, ποιος
άλλος;» άρχισε να καταδιώκει, με προτεταμένο το όπλο, τον Θ. Τ. και τα υπόλοιπα
πρόσωπα που τον συνόδευαν, τα οποία φοβούμενα για τη ζωή τους έτρεχαν για να
σωθούν. Όταν δε πλησίασε προς το σημείο που έτρεχε με γυρισμένη την πλάτη ο Θ.
Τ., πυροβόλησε εναντίον του τουλάχιστον
τέσσερις φορές, με αποτέλεσμα να του προκαλέσει στην οπίσθια αριστερή κοιλιακή
χώρα και στο ύψος του αριστερού νεφρού ένα τραύμα, από το οποίο επήλθε, ομοίως,
ακαριαία, και ο δικός του θάνατος. Από τις ανωτέρω αποδείξεις αποδείχθηκε ότι ο
κατηγορούμενος είχε προαποφασίσει σε ήρεμη ψυχική κατάσταση να αφαιρέσει τη ζωή
των ανωτέρω θυμάτων του, πράγμα που, σε σχέση με τον Θ. Τ., είχε εκδηλώσει με
τις προεκτεθείσες απειλές κατά της ζωής του και με
την επίδειξη σ αυτόν της καραμπίνας που έφερε εντός του αυτοκινήτου του, με το
οποίο, όπως προαναφέρθηκε, είχε επισκεφθεί δύο φορές το κατάστημά του. Εξάλλου,
ενόψει του ότι προκαλούσε έντονα, δημιουργώντας επανειλημμένως επεισόδια με
απειλές και βιαιοπραγίες σε βάρος του Θ. Τ., χωρίς λόγο, αφού γνώριζε ότι ήδη
από το Φεβρουάριο του 2013 είχε λυθεί ο ερωτικός δεσμός της συζύγου του με τον
τελευταίο, ανέμενε ότι αργά ή γρήγορα τόσο αυτός όσο και ο υιός του,
, που
μέχρι τότε έπαιζε συμβιβαστικό ρόλο, θα αντιδρούσαν προκειμένου να τον
εξαναγκάσουν να σταματήσει, και προετοιμαζόταν. Έτσι, όταν, το απόγευμα της
20-1-2014, τον ενημέρωσε τηλεφωνικά ο Ν. ότι πρόκειται να τον επισκεφθούν στην
οικία του για να λύσουν τις διαφορές τους, ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική
κατάσταση, ετοίμασε , για να τους αντιμετωπίσει, τα όπλα που διέθετε, και δη το
κυνηγετικό μαχαίρι και την καραμπίνα, που ήταν και τα δύο πρόσφορα για να
επιφέρουν το θάνατο. Την καραμπίνα δε φρόντισε ψύχραιμα να έχει άμεσα στη
διάθεσή του και την τοποθέτησε στο ανωτέρω τραπέζι της πρασιάς της οικίας του,
αφού προηγουμένως την έκρυψε κάτω από σεντόνι, με το οποίο κάλυψε το τραπέζι.
Όταν δε τον πλησίασαν οι Ν. και Θ. Τ., καίτοι ήταν άοπλοι και δεν αποτελούσαν
ενεργό απειλή, ούτε για τον ίδιο ούτε
για τους οικείους του,- δεδομένου ότι μέχρι τότε δεν είχαν εκδηλώσει επιθετική
διάθεση ούτε αυτοί ούτε τα ανωτέρω πρόσωπα που τους συνόδευαν, τα οποία αρχικά
κρατήθηκαν σε απόσταση,-αυτός (κατηγορούμενος), θέτοντας σε ενέργεια το σχέδιο
εξόντωσής τους, με προφανή ανθρωποκτόνο δόλο, επιτέθηκε, αρχικά, με το μαχαίρι
και, κατόπιν, με την καραμπίνα, πρώτα, κατά του
, πυροβολώντας τον εν ψυχρώ,
σχεδόν εξ επαφής, ενώ, στη συνέχεια, καταδίωξε τον
, πυροβολώντας τον
πισώπλατα, επίσης, εν ψυχρώ, στοχεύοντας ψύχραιμα και αποφασιστικά σε ευπαθή
σημεία του σώματός τους (θωρακική και κοιλιακή χώρα όπου βρίσκονται ζωτικής
σημασίας όργανα, τα οποία όταν τρωθούν μπορεί να
οδηγήσουν στο θάνατο), προκειμένου να επιτύχει το σκοπό του. Από κανένα δε
αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχθηκε συμπεριφορά τέτοια των Ν. και Θ. Τ., τόσο
κατά το χρόνο που επισκέφθηκαν τον κατηγορούμενο στην οικία του όσο και κατά
τον αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα που να δικαιολογεί απότομη και αιφνίδια
υπερδιέγερση κάποιου συναισθήματος του κατηγορουμένου σε βαθμό που να αποκλείει
τη δυνατότητα νηφάλιας κρίσης και στάθμισής των αιτίων που τον ώθησαν στην
τέλεση της πράξης του και αυτών που θα τον απωθούσαν από αυτήν. Σημειώνεται δε
ότι αυτοί δεν συμμετείχαν στην επίθεση κατά της συζύγου του και στον ξυλοδαρμό
του υιού του, ενώ κατ΄ αυτών που συμμετείχαν δεν
φάνηκε να αντιδρά, στρεφόμενος εναντίον τους, για να προστατεύσει τους οικείους
του, διότι στόχος του ήταν μόνον οι Ν και Θ. Τ., των οποίων είχε προαποφασίσει
να αφαιρέσει τη ζωή. Συνεπώς, ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι αποφάσισε και
τέλεσε την πράξη του σε βρασμό ψυχικής ορμής πρέπει να απορριφθεί. Επίσης,
πρέπει να απορριφθεί και ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου για άρση του αδίκου
χαρακτήρα της πράξεώς του, λόγω άμυνας. Και τούτο, διότι, όταν ο κατηγορούμενος
επιτέθηκε, αρχικά, με το μαχαίρι, και, στη συνέχεια, με την καραμπίνα, κατά των
ανωτέρω θυμάτων του (ήτοι των Ν. και Θ. Τ.), ουδόλως είχε εκδηλωθεί επιθετική
διάθεση, αλλά ούτε και αποδείχθηκε στοιχείο που να αποτελεί προπομπό
επικείμενης επίθεσης εκ μέρους τούτων (θυμάτων του) κατά του κατηγορουμένου και
κατά των μελών της οικογενείας του, δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, όταν
αυτοί πλησίασαν στην οικία του κατηγορουμένου και συναντήθηκαν, εκδηλώθηκε
μόνον λεκτική σύγκρουση μεταξύ τους (διαπληκτισμός). Συνεπώς, δεν
στοιχειοθετείται άμυνα ούτε προς υπεράσπιση του ίδιου του κατηγορουμένου ούτε
προς υπεράσπιση της συζύγου και του υιού του, Δ. Π., από παρούσα και άδικη
επίθεση των Ν. και Θ. Τ. κατ΄ αυτών, διότι τέτοια
επίθεση εκ μέρους των τελευταίων, όπως προαναφέρθηκε, δεν εκδηλώθηκε. Σε σχέση
δε ειδικώς με τους ανωτέρω οικείους του κατηγορουμένου, οι Ν. και Θ. Τ.
αποδείχθηκε ότι δεν συγκαταλέγονταν μεταξύ των προσώπων που ως άνω επιχείρησαν
πράξεις βίας κατά της συζύγου και του υιού του. Ως εκ τούτου, εφόσον δεν ήταν
αυτοί οι επιτιθέμενοι κατά των οικείων του, δεν δικαιολογείται προσβολή τούτων
ως πράξη άμυνας προς υπεράσπιση των οικείων του αυτών. Εξάλλου, σε σχέση με τον
Θ. Τ., αυτός, όπως προεκτέθηκε, εβλήθη εκ των
όπισθεν, καταδιωκόμενος από τον κατηγορούμενο, γεγονός που δεν καταλείπει
περιθώριο ευδοκίμησης ισχυρισμού άμυνας. Κατ΄ ακολουθίαν, πρέπει ο
κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος της αποδιδομένης σ αυτόν πράξεως της ανθρωποκτονίας
από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση που τέλεσε κατά συρροή, θανατώνοντας τα
ανωτέρω δύο πρόσωπα, όπως ειδικότερα εκτίθεται στο διατακτικό της παρούσας.
Επίσης, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος παράνομης οπλοφορίας και οπλοχρησίας,
καθόσον, στον ανωτέρω τόπο και χρόνο έφερε μαζί του παρανόμως κυνηγετικό όπλο
κατά τους ορισμούς της διάταξης του άρθρου 1 § 1περ. β' του Ν 2168/1993, καθώς
και φυσίγγιο κυνηγετικού όπλου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 § 1 περ. ζ' του Ν
2168/1993, ενώ δε συνέτρεχε νόμιμη περίπτωση οπλοφορίας, που ορίζεται στις
διατάξεις των άρθρων 9 και 10 του Ν 2168/1993 και, ειδικότερα, έφερε μαζί του
τη με αριθμό ... κυνηγετική καραμπίνα, μάρκας L. FRANCHI, διαμετρήματος cal 12, για την οποία δεν ήταν εφοδιασμένος με επικαιροποιημένη άδεια της αρμόδιας αρχής, καθώς και ένα
πλήρες εννιάβολο φυσίγγιο κυνηγετικού όπλου, με τις
ενδείξεις «Rottwell express»
(εντός του αριστερού θυλακίου του παντελονιού του), χωρίς να βρίσκεται σε χώρο
άσκησης θήρας ή σκοποβολής και χωρίς να
μεταβαίνει ή επιστρέφει σε τέτοιο χώρο, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποίησε το όπλο
αυτό για να διαπράξει το κακούργημα της ανθρωποκτονίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ με παρόντα τον κατηγορούμενο Σ. Π. του Δ. και
της Σ., ο οποίος γεννήθηκε στο
το έτος
, είναι κάτοικος
(οδός
), κάτοχος
του υπ αριθ.
Δ.Α.Τ., με ΑΦΜ
και ήδη κρατούμενο στο Κατάστημα Κράτησης
.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ομόφωνα
τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου περί ευρέσεως του σε κατάσταση
βρασμού ψυχική ορμής και σε κατάσταση νόμιμης άμυνας κατά την τέλεση της πράξης
της ανθρωποκτονίας από πρόθεση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ αυτόν
ομόφωνα έ ν ο χ ο του ότι: Στον κατωτέρω αναφερόμενο τόπο και χρόνο, με
περισσότερες από μια πράξεις τέλεσε περισσότερα εγκλήματα και ειδικότερα :
Ι) Στον παρακάτω
τόπο και χρόνο, με πρόθεση, σκότωσε περισσότερα πρόσωπα και την πράξη του αυτή
τέλεσε ευρισκόμενος σε ήρεμη ψυχική κατάσταση. Συγκεκριμένα, στη
, επί της
οδού
, στις 20-01-2014, αποφάσισε να αφαιρέσει τη ζωή του Θ. Τ. του Μ.,
γεννημένου 22-03-1950, και τη ζωή του Ν. Τ. του Θ., γεννημένου 02-09-1982, και
έτσι, κατά τη διάρκεια έντονων διαπληκτισμών, τους πυροβόλησε με την κυνηγετική
του καραμπίνα, έχοντας ανθρωποκτόνο δόλο, με αποτέλεσμα το θανάσιμο τραυματισμό
τους. Πιο συγκεκριμένα, στον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο, και ενώ τα προαναφερόμενα
πρόσωπα (ήτοι ο Θ. Τ. και ο Ν. Τ.) είχαν καταφθάσει έξωθεν της επί της οδού
οικίας του, συνοδευόμενα από τους ’. Τ. του Θ., Ν. Τ. του Σ., Χ. Σ. του Σ., και
Α. Π. του Μ. προκειμένου να επιλύσουν προσωπικές τους διαφορές, άρχισε να
διαπληκτίζεται με τα ανωτέρω πρόσωπα. Στο πλαίσιο δε του διαπληκτισμού, εισήλθε
στην αυλή της οικίας του, πήρε την κυνηγετική του καραμπίνα, και αφού εξήλθε με
την καραμπίνα στο χέρι, πυροβόλησε μία ή δύο φορές για εκφοβισμό και ακολούθως,
ευρισκόμενος σε μικρή απόσταση από τον Ν. Τ., έστρεψε το όπλο του προς αυτόν
και τον πυροβόλησε, προκαλώντας του, από την εν λόγω βολή, ένα τραύμα στην
αριστερή μασχαλιαία χώρα, το οποίο οδήγησε αιτιακά
στο θάνατο του. Αμέσως μετά, φωνάζοντας «ποιος άλλος; ποιος άλλος;» κινήθηκε
απειλητικά προς τα υπόλοιπα πρόσωπα, τα οποία φοβούμενα άρχισαν να τρέχουν, και
ακολουθώντας τα, πυροβόλησε τουλάχιστον τέσσερις φορές προς το σημείο που
έτρεχε με γυρισμένη την πλάτη ο
, προκαλώντας του, κατά τον εν λόγω τρόπο, ένα
τραύμα στην οπίσθια αριστερή κοιλιακή χώρα στο ύψος του αριστερού νεφρού, το
οποίο οδήγησε αιτιακά στο θάνατο του.
ΙΙ) Στον ίδιο, ως
άνω (υπό στοιχείο Ι), τόπο και χρόνο έφερε μαζί του παρανόμως κυνηγετικό όπλο
κατά τους ορισμούς της διάταξης του άρθρου 1 § 1περ. β' του Ν 2168/1993, καθώς
και φυσίγγιο κυνηγετικού όπλου κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 1 § 1 περ. ζ1 του Ν 2168/1993,
ενώ δε συνέτρεχε νόμιμη περίπτωση οπλοφορίας, που ορίζεται στις διατάξεις των
άρθρων 9 και 10 του Ν 2168/1993 και, ειδικότερα, έφερε μαζί του τη με αριθμό
κυνηγετική καραμπίνα, μάρκας L. FRANCHI, διαμετρήματος ca!
12, για την οποία δεν ήταν εφοδιασμένος με επικαιροποιημένη
άδεια της αρμόδιας αρχής, καθώς και ένα πλήρες εννιάβολο
φυσίγγιο κυνηγετικού όπλου, με τις ενδείξεις «Rottwell
express» (εντός του αριστερού θυλακίου του
παντελονιού του), χωρίς να βρίσκεται σε χώρο άσκησης θήρας ή σκοποβολής και χωρίς να μεταβαίνει ή
επιστρέφει σε τέτοιο χώρο.
iii) Στον ίδιο, ως
άνω (υπό στοιχείο Ι) τόπο και χρόνο, χρησιμοποίησε όπλο, για να διαπράξει
κακούργημα και, συγκεκριμένα, το κακούργημα της ανθρωποκτονίας με πρόθεση σε
ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, όπως αυτό περιγράφεται ειδικότερα ανωτέρω,
στην υπό στοιχείο ί πράξη.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε
αμέσως στο ακροατήριο σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
παραπάνω αποφάσεως, αποσφραγίσθηκε ο φάκελος, που περιείχε το ποινικό μητρώο
του κηρυχθέντα ενόχου κατηγορουμένου και αυτό αναγνώσθηκε, χωρίς το περιεχόμενό
του να ανακοινωθεί στο ακροατήριο, σύμφωνα με το άρθρο 572 παρ. 2 ΚΠΔ( 577 παρ.
2 προϋσχύσαντος κώδικα).
Η συνήγορος του κατηγορουμένου, στην οποία
δόθηκε ο λόγος από την Πρόεδρο, ζήτησε να αναγνωρισθούν στο πρόσωπο του
κατηγορουμένου, οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α, β, γ και ε του ΠΚ.
Ο Εισαγγελέας, αφού
έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, πρότεινε να απορριφθούν οι προβληθέντες
αυτοτελείς ισχυρισμοί του κατηγορουμένου περί αναγνωρίσεως στο πρόσωπό του των
ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 εδ. α,
β, γ και ε του ΠΚ.
Η συνήγορος του κατηγορουμένου, αφού έλαβε τον λόγο από την
Πρόεδρο, δήλωσε πως εμμένει στους ως άνω ισχυρισμούς και ζήτησε την αποδοχή
τους από το Δικαστήριο.
Στη συνέχεια, το
Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης
αποσύρθηκε προς διάσκεψη στον ειδικό γι αυτό χώρο, πλην του Εισαγγελέως, και
αφού διασκέφθηκε μυστικά, παρούσας και της Γραμματέως, κατάρτισε την απόφασή
του και μετά από λίγο επανήλθε στην έδρα του, παρουσία και της Γραμματέως και
των υπολοίπων παραγόντων της δίκης, διά της Προέδρου του, δημοσίευσε σε δημόσια
συνεδρίαση στο ακροατήριό του την υπ αριθμ. 68/2020
απόφασή του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την έννοια των
διατάξεων των άρθρων 83 και 84 του
κυρωθέντος με το ν.4619/2019 και ισχύοντος από 1.7.2019 νέου Ποινικού
Κώδικα, το δικαστήριο της ουσίας, κατά τον ακροαματικό έλεγχο κάθε υπόθεσης,
ερευνά αυτεπαγγέλτως αν συντρέχουν οι
προβλεπόμενες από το δεύτερο ως άνω άρθρο ελαφρυντικές περιστάσεις, οι οποίες
επιφέρουν μείωση της ποινής, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να αιτιολογήσει οίκοθεν
τη μη συνδρομή τέτοιας περίστασης, Εφόσον, όμως, υποβληθεί από τον
κατηγορούμενο ή το συνήγορό του τέτοιος ισχυρισμός, ήτοι περί αναγνωρίσεως σ
αυτόν μίας ή περισσοτέρων από τις ελαφρυντικές αυτές περιστάσεις, το δικαστήριο
έχει υποχρέωση να τον ερευνήσει και αν τον απορρίψει να αιτιολογήσει ειδικά και
εμπεριστατωμένα την κρίση του. Προϋποτίθεται όμως η προβολή του εν λόγω
αυτοτελούς ισχυρισμού κατά τρόπο σαφή και ορισμένο καθώς και η προφορική του
ανάπτυξη, δηλαδή με όλα τα πραγματικά περιστατικά, που απαιτούνται κατά νόμο
για τη θεμελίωσή του, έτσι ώστε να μπορούν να αξιολογούνται και, σε περίπτωση
αποδοχής τους, να οδηγούν στο ειδικότερα ευνοϊκό για τον κατηγορούμενο
συμπέρασμα. Διαφορετικά δεν υπάρχει υποχρέωση του δικαστηρίου της ουσίας να
απαντήσει επί του ισχυρισμού αυτού, συνεπώς δε, ούτε και να αιτιολογήσει
ειδικώς την απόρριψή του. Έτσι, μόνη η επίκληση της νομικής διάταξης που
προβλέπει την ελαφρυντική περίσταση ή τον χαρακτηρισμό με τον οποίον είναι αυτή
γνωστή στη νομική ορολογία, καθιστά το σχετικό ισχυρισμό αόριστο, στον οποίον
ως τέτοιο δεν έχει υποχρέωση το δικαστήριο της ουσίας να απαντήσει ή να
δικαιολογήσει ειδικά τη σιωπηρή ή ρητή απόρριψή του (ΑΠ 379/2013, ΑΠ 217/2011,
ΑΠ 613/2010 ΝΟΜΟΣ) Ως ελαφρυντικές περιστάσεις, κατά το άρθρο 84 παρ. 2 του ΠΚ,
θεωρούνται, μεταξύ άλλων, και οι προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό με τα στοιχεία
α`, β, γ και ε`, που συνίστανται στο
ότι ο υπαίτιος, « α) έζησε σύννομα ως
τον χρόνο που έγινε το έγκλημα, περίσταση που δεν αποκλείεται από μόνη την
προηγούμενη καταδίκη του για ελαφρό πλημμέλημα», « β) ωθήθηκε στην πράξη του
από μη ταπεινά αίτια ή από μεγάλη ένδεια
», «γ) στην πράξη του ωθήθηκε από
ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος ή παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του
προκάλεσε άδικη εναντίον του πράξη» και « ε) συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά
μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του, ακόμα και κατά την κράτησή του». Σε σχέση
με την πρώτη από τις ως άνω ελαφρυντικές περιστάσεις, ήτοι αυτή του άρθρου 84
παρ. 2 περ. α του ισχύοντος από 1.7.2019
νέου ΠΚ , κριτήριο για τη συνδρομή αυτής
είναι η σύννομη ζωή του υπαιτίου, που υπάρχει όταν αυτός δεν έχει
διαπράξει αξιόποινη πράξη, παραβιάζοντας επιτακτικούς ή απαγορευτικούς κανόνες
δικαίου, του λευκού ποινικού μητρώου μη όντος του μόνου αποδεικτικού στοιχείου για την κατάφαση της περίστασης
αυτής, ενώ η εν λόγω ελαφρυντική περίσταση δεν αποκλείεται από μόνη την
προηγούμενη καταδίκη του υπαιτίου για ελαφρό πλημμέλημα. Περαιτέρω για τη στοιχειοθέτηση
της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ.2 περ. β του ΠΚ, απαιτείται ο
υπαίτιος να ωθήθηκε στην πράξη του, εκτός των άλλων, και από μη ταπεινά αίτια.
Ως μη ταπεινά αίτια νοούνται τα μη αντίθετα προς την κοινή, περί ηθικής ή
κοινωνικής τάξεως, συνείδηση και τα μη μαρτυρούντα
διαστροφή χαρακτήρα και κακοβουλία του δράστη, για δε το ορισμένο του σχετικού
ισχυρισμού απαιτείται να εκτίθενται και τα αίτια που ώθησαν τον κατηγορούμενο
στην πράξη του. Η δε μη ταπεινότητα των αιτίων, από τα οποία ο δράστης ωθήθηκε
στην πράξη που του αποδίδεται, θα κριθεί, όχι υποκειμενικώς, δηλαδή κατά την
αντίληψη του δράστη, αλλά αντικειμενικώς, δηλαδή κατά την αντίληψη της
κοινωνίας (ΑΠ 295/2015).Εξάλλου, για την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84
παρ. 2 περ. γ, η ανάρμοστη συμπεριφορά του παθόντος μπορεί να είναι αληθινή ή
νομιζόμενη, λ.χ. προκλητική, χλευαστική, απρεπής κ.λπ., που δεν πρέπει να
απέχει πολύ χρονικά από την πράξη του κατηγορουμένου, η δε άδικη πράξη του
παθόντος δεν είναι ανάγκη να είναι και αξιόποινη (βλ. Μ. Μαραρίτη,
Ερμ ΠΚ 84
αριθ. 8, σελ. 227, και τις εκεί παραπομπές στη νομολογία και θεωρία).Τέλος, για
να στοιχειοθετηθεί η ελαφρυντική
περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. ε` του ΠΚ, δηλαδή της καλής συμπεριφοράς
για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη, πρέπει η καλή συμπεριφορά να
εκτείνεται σε μεγάλο διάστημα και υπό καθεστώς ελευθερίας του υπαιτίου, διότι
τότε μόνον η επιλογή του αντανακλά στη γνήσια ψυχική του στάση και παρέχει
αυθεντική μαρτυρία για την ποιότητα του ήθους του και της κοινωνικής
προδιάθεσής του, σε αντίθεση με τον ευρισκόμενο σε σωφρονιστικό κατάστημα, ο
οποίος υπόκειται σε ιδιαίτερο καθεστώς, δηλαδή στέρησης της προσωπικής του
ελευθερίας και υπακοής σε συγκεκριμένους κανόνες συμπεριφοράς επί πειθαρχική
ποινή και, συνεπώς, η συμπεριφορά του δεν είναι ελεύθερη στην κοινωνία, στην
οποία απέβλεψε ο νομοθέτης. Βέβαια, δεν μπορεί να αποκλεισθεί η συνδρομή της
ελαφρυντικής αυτής περίστασης, στον ευρισκόμενο σε σωφρονιστικό κατάστημα
κρατούμενο, όπως άλλωστε προβλέπει πλέον και ο νόμος καθόσον δεν μπορεί να μη
ληφθεί υπόψη η τυχόν βελτίωση της συμπεριφοράς του, η οποία (βελτίωση) κατά το
διάστημα της κράτησής του, εκδηλώνεται μόνο με θετική συμπεριφορά. Όμως, και
στην περίπτωση αυτή, η αποδοχή της ως άνω ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84
παρ. 2 περ. ε` του ΠΚ, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι η συμπεριφορά του
κατηγορουμένου εντός του σωφρονιστικού καταστήματος είναι προδήλως διακριτή της
συνήθους συμπεριφοράς του κρατουμένου και συνέχεται με την εξαιρετική βελτίωση
της συμπεριφοράς του, εκφραζομένη ποικιλοτρόπως (βλ.
ΑΠ 133/2019). Στην προκειμένη περίπτωση, ο κατηγορούμενος προέβαλε τους
αυτοτελείς ισχυρισμούς για αναγνώριση στο πρόσωπό του των ελαφρυντικών
περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 α, β, γ και ε του ΠΚ, χωρίς, όμως, να
επικαλεσθεί τα άνω αναφερόμενα πραγματικά περιστατικά, που απαιτούνται κατά
νόμο προς θεμελίωση των εν λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων. Επομένως, πρέπει οι
ισχυρισμοί αυτοί του κατηγορουμένου να απορριφθούν, προεχόντως,
ως αόριστοι. ’λλωστε, σε σχέση με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ.
2 περ. α, από την επισκόπηση του ποινικού μητρώου του κατηγορουμένου
αποδείχθηκε ότι αυτός έχει καταδικασθεί στο παρελθόν και για άλλη αξιόποινη
πράξη. Σε σχέση δε με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. β, η
έλλειψη ταπεινών αιτίων, που αποτελεί προϋπόθεση για τη συνδρομή της εν λόγω
ελαφρυντικής περίστασης, αναιρείται από αυτή την ίδια τη φύση και την απαξία
της πράξης της ανθρωποκτονίας που διέπραξε κατά συρροή ο κατηγορούμενος με
προμελετημένο δόλο που κατ εξοχήν εμφορείται από ταπεινά αίτια. Περαιτέρω,
όσον αφορά την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. γ, δεν
αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος προέβη στην άνω πράξη του ωθούμενος από
ανάρμοστη συμπεριφορά των παθόντων ή ότι παρασύρθηκε από οργή ή βίαιη θλίψη που του προκάλεσε άδικη σε βάρος του πράξη
τούτων, αφού ο ίδιος προκάλεσε το επίδικο περιστατικό, δεδομένου ότι ήταν αυτός
που λίγες μέρες πριν το συμβάν είχε επιτεθεί στον Θ. Τ., προκαλώντας του
σωματική βλάβη, ενώ επί σειρά μηνών τον απειλούσε και τον κτυπούσε, παρότι
γνώριζε ότι είχε λήξει προ πολλού η σχέση του με τη σύζυγό του, μόνο δε το
γεγονός ότι οι παθόντες επισκέφθηκαν την οικία του, κατόπιν ειδοποίησης, για να
συζητήσουν και να λύσουν οριστικά τη διαφορά τους, δεν δικαιολογεί την
αναγνώριση του παραπάνω ελαφρυντικού, ενόψει του ότι ουδόλως αποδείχθηκε ούτε
ανάρμοστη ούτε άδικη συμπεριφορά τους σε σχέση με το γεγονός αυτό. Τέλος, σε
σχέση με την ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. ε, ουδόλως
αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο χρονικό
διάστημα μετά την πράξη του, καθόσον είναι συνεχώς κρατούμενος μέχρι σήμερα και
δεν αποδείχθηκε συμπεριφορά του εντός του σωφρονιστικού καταστήματος προδήλως
διακριτή της συνήθους συμπεριφοράς του κρατουμένου, που να συνέχεται με την
εξαιρετική βελτίωση της συμπεριφοράς του. Και τούτο, διότι το γεγονός ότι
εργάζεται εντός της φυλακής και δεν έχει τιμωρηθεί πειθαρχικά, σύμφωνα με τη
βεβαίωση της φυλακής που προσκομίζει, εντάσσεται στα πλαίσια της συνήθους
συμπεριφοράς του κρατουμένου που υπακούει και πειθαρχεί στους κανόνες της
φυλακής και δε κρίνεται ότι συνιστά εξαιρετική βελτίωση της συμπεριφοράς του.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ομόφωνα
τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, περί αναγνωρίσεως στο πρόσωπό
του των ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ. 2 εδ.
α, β, γ και ε του ΠΚ.
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
παραπάνω αποφάσεως, ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο,
πρότεινε να επιβληθεί στον κηρυχθέντα ένοχο κατηγορούμενο, ποινή ισοβίου καθείρξεως για κάθε μια από τις
δυο ανθρωποκτονίες, σε ποινή φυλάκισης ενός (1) έτους για κάθε μια από τις
δύο οπλοχρησίες και σε ποινή φυλάκισης
ενός (1) έτους, καθώς και χρηματική ποινή εξακοσίων (600) ευρώ.
Η συνήγορος του
κατηγορουμένου, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, ζήτησε να επιβληθεί στον
εντολέα της, το ελάχιστο όριο της προβλεπόμενης από το Νόμο ποινής.
Ακολούθως, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο
Θεσσαλονίκης, αποσύρθηκε προς διάσκεψη στον ειδικό γι αυτό χώρο, πλην του
Εισαγγελέα, και αφού διασκέφθηκε μυστικά, παρούσας και της Γραμματέως,
κατάρτισε την απόφασή του και μετά από λίγο επανήλθε στην έδρα του, παρουσία
και της Γραμματέως και των υπολοίπων παραγόντων της δίκης, διά της Προέδρου
του, δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την υπ αριθμ. 68/2020 απόφασή του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι πράξεις για τις οποίες κηρύχθηκε ένοχος ο
κατηγορούμενος, προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 1,
12, 14, 16, 17, 18, 26 παρ.1α, 27 παρ.1α, 51, 52, 53, 57, 59, 79, 94 παρ.1, 299
παρ.1 του ισχύοντος ΠΚ, 1 παρ.,1 περ. β και ζ, 10 παρ. 1, 13 α' και β, 14 και 16 Ν.2168/1993,
όπως ισχύει.
Κατά τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 79 του ΠΚ, που κυρώθηκε με τον νόμο Ν.
4619/2019 και ισχύει από 1-7-2019, με την επιμέτρηση της ποινής καθορίζεται η
ανάλογη και δίκαιη τιμωρία του εγκλήματος με βάση τη βαρύτητα της πράξης και το
βαθμό ενοχής του υπαιτίου γι` αυτήν. Το δικαστήριο σταθμίζει τα στοιχεία που
λειτουργούν υπέρ και σε βάρος του υπαιτίου και συνεκτιμά τις συνέπειες της
ποινής για τον ίδιο και τους οικείους του. Για την εκτίμηση της βαρύτητας του
εγκλήματος το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του: α) τη βλάβη που προξένησε το
έγκλημα ή τον κίνδυνο που προκάλεσε, β) τη φύση, το είδος και το αντικείμενο
του εγκλήματος, καθώς επίσης όλες τις περιστάσεις χρόνου, τόπου, μέσων και
τρόπου που συνόδευσαν την προπαρασκευή ή την εκτέλεσή του (παρ. 2). Για την
εκτίμηση του βαθμού ενοχής του υπαιτίου, το δικαστήριο εξετάζει: α) την ένταση
του δόλου ή το βαθμό της αμέλειάς του, β) τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση
του εγκλήματος, την αφορμή που του δόθηκε και τον σκοπό που επιδίωξε, γ) τον
χαρακτήρα του και τον βαθμό της ανάπτυξής του που επηρέασαν την πράξη, δ) τις
ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη ζωή του στο μέτρο που
σχετίζονται με την πράξη, ε) τον βαθμό της δυνατότητας και της ικανότητάς του
να πράξει διαφορετικά, στ) τη διαγωγή του κατά τη διάρκεια της πράξης και μετά
την πράξη . Στοιχεία που λειτουργούν υπέρ του υπαιτίου θεωρούνται ιδίως: α) το
ότι αυτός διαδραμάτισε έναν σαφώς υποδεέστερο ρόλο σε πράξη που τελέστηκε από
πολλούς, β) το ότι τέλεσε την πράξη σε δικαιολογημένη συναισθηματική φόρτιση,
γ) το ότι έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση των αρχών χωρίς σημαντική
καθυστέρηση, ενώ μπορούσε να διαφύγει, δ) το ότι διευκόλυνε ουσιωδώς την
εξιχνίαση του εγκλήματος (παρ. 4). Στοιχεία που λειτουργούν σε βάρος του
υπαιτίου θεωρούνται ιδίως: α) η κατ` επάγγελμα τέλεση της πράξης, β) η
ιδιαίτερη σκληρότητα, γ) η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του θύματος, δ) το
γεγονός ότι το θύμα δεν μπορούσε να προστατεύσει τον εαυτό του, ε) το ότι ο
υπαίτιος διαδραμάτισε ιθύνοντα ρόλο σε πράξη που τελέστηκε με συμμετοχή πολλών
(παρ. 5). Στοιχεία που έχουν αξιολογηθεί από το νομοθέτη για τον προσδιορισμό
της απειλούμενης ποινής δεν λαμβάνονται από το δικαστήριο επιπροσθέτως υπόψη
κατά την επιμέτρησή της (παρ. 6).
Στην προκειμένη περίπτωση, με βάση όλα τα
προαναφερόμενα στοιχεία, όπως όλα αυτά προκύπτουν από τα κατά τα άνω
αποδεικτικά μέσα, το Δικαστήριο, κρίνει ότι πρέπει, σύμφωνα και με όσα εκτενώς
αναπτύσσονται στην προηγηθείσα νομική σκέψη, με βάση τη βαρύτητα της πράξεως
που τέλεσε ο κατηγορούμενος και το βαθμό
της ενοχής του, να επιβληθεί σε βάρος του η αναφερομένη ειδικότερα στο
διατακτικό ποινή, η οποία αποτελεί την ανάλογη και δίκαιη τιμωρία του γι
αυτήν, ύστερα από συνεκτίμηση των συνεπειών της συγκεκριμένης ποινής, για τον
ίδιο και τους οικείους του, και, αφού λήφθηκαν, ιδίως, υπόψη μεταξύ των άλλων,
το γεγονός ότι αφαίρεσε δύο ανθρώπινες ζωές με διαδοχικές πράξεις, η φύση, το
είδος, το αντικείμενο και οι συνέπειες του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από
πρόθεση που τέλεσε, και οι περιστάσεις του τόπου, χρόνου, των μέσων και του
τρόπου που συνόδευσαν την τέλεση του εγκλήματος, η ένταση του δόλου του
κατηγορουμένου που ήταν άμεσος και προμελετημένος, τα αίτια που τον ώθησαν στην
τέλεσή του, η αφορμή που του δόθηκε και ο σκοπός που επιδίωξε, ο χαρακτήρας του
και ο βαθμός της ανάπτυξής του, οι ατομικές και κοινωνικές του περιστάσεις και
η προηγούμενη ζωή του στο μέτρο που σχετίζονται με την επίδικη πράξη του, η
δυνατότητα και ικανότητά του να πράξει διαφορετικά, η διαγωγή του κατά τη
διάρκεια της πράξης και μετά από αυτήν, και, επίσης, το γεγονός ότι έθεσε τον
εαυτό του στη διάθεση των αρχών χωρίς σημαντική καθυστέρηση, ενώ μπορούσε να
διαφύγει, στοιχείο που λειτουργεί υπέρ του ( παρ. 4 του άρθρου 79 ΠΚ), χωρίς να
προκύψουν παράλληλα στοιχεία από αυτά που μνημονεύονται στην παρ. 5 του άρθρου
79 του ΠΚ, τα οποία θα λειτουργούσαν σε βάρος του.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ ομόφωνα τον κατηγορούμενο που
κηρύχθηκε ένοχος, σε ποινή ισοβίου καθείρξεως για έκαστη των δύο ανθρωποκτονιών
με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, σε ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους και
χρηματική ποινή εξακοσίων (600) ευρώ, για την πράξη της παράνομης οπλοφορίας
και σε ποινή φυλακίσεως ενός (1) έτους για έκαστη των δύο πράξεων της οπλοχρησίας.
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
ανωτέρω αποφάσεως, η Πρόεδρος έδωσε το λόγο στον Εισαγγελέα, για να προτείνει
περί της συνολικής στερητικής της ελευθερίας ποινής, που πρέπει να επιβληθεί
στον κατηγορούμενο.
Ο Εισαγγελέας
πρότεινε να επιβληθεί στον κηρυχθέντα ένοχο κατηγορούμενο, εκτός της ποινή της
δις ισοβίου καθείρξεως, συνολική ποινή φυλάκισης δεκαεπτά (17) μηνών, πλέον της
χρηματικής ποινής των εξακοσίων (600) ευρώ, αποτελούμενη από την μία εκ των
ισοβαρών ποινών φυλάκισης του ενός (1) έτους, που επιβλήθηκαν σ αυτόν, για την
πράξη της παράνομης οπλοφορίας, ως ποινή βάσης, επαυξημένη κατά δυόμισι (2,5)
μήνες από τη συρρέουσα-ισοβαρή ποινή
φυλάκισης του ενός (1) έτος, που του επιβλήθηκε για την πρώτη οπλοχρησία και
κατά δυόμισι (2,5) μήνες από την ποινή φυλάκισης του ενός (1) έτους, που του
επιβλήθηκε για την δεύτερη οπλοχρησία.
Μετά τον Εισαγγελέα,
η Πρόεδρος έδωσε τον λόγο στην συνήγορο υπερασπίσεως του κατηγορουμένου, η οποία ζήτησε την
επιβολή στον εντολέα της, μιας συνολικής ποινής φυλάκισης, αποτελούμενης από τη
βαρύτερη των ποινών, που επιβλήθηκαν σ αυτόν, επαυξημένη με το ελάχιστο νόμιμο
όριο από την συντρέχουσα ποινή.
Μετά τα
προαναφερόμενα, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης αποσύρθηκε προς διάσκεψη
στον ειδικό γι αυτό χώρο, πλην του Εισαγγελέα και αφού διασκέφθηκε μυστικά,
παρούσας και της Γραμματέως, κατάρτισε την απόφασή του και μετά από λίγο
επανήλθε στην έδρα του, παρουσία και της Γραμματέως και των υπολοίπων
παραγόντων της δίκης, διά της Προέδρου του, δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίαση
στο ακροατήριό του την υπ αριθμ. 68/2020 απόφασή
του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του
άρθρου 94 παρ. 1 και 2 του Π.Κ. που κυρώθηκε με τον Ν. 4619/2019 και ισχύει από
1ης Ιουλίου 2019, κατά του υπαιτίου δύο ή περισσότερων
εγκλημάτων που τελέστηκαν με περισσότερες πράξεις και τιμωρούνται με πρόσκαιρες
στερητικές της ελευθερίας ποινές, επιβάλλεται, μετά την επιμέτρησή τους,
συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από τη βαρύτερη από τις συντρέχουσες ποινές
επαυξημένη. Αν οι συντρέχουσες ποινές είναι του ίδιου είδους και ίσης
διάρκειας, η συνολική ποινή σχηματίζεται με την επαύξηση μιας από αυτές. Η
επαύξηση της βαρύτερης ποινής για κάθε μία από τις συντρέχουσες ποινές δεν
μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ένα δεύτερο κάθε συντρέχουσας ποινής, ούτε
μπορεί η συνολική ποινή να ξεπεράσει τα είκοσι έτη, όταν η βαρύτερη ποινή είναι
κάθειρξη και τα οκτώ έτη όταν πρόκειται για φυλάκιση. Αν τα εγκλήματα που
συρρέουν τελέστηκαν με μία πράξη, το δικαστήριο επαυξάνει ελεύθερα τη βαρύτερη
από τις συντρέχουσες ποινές, αλλά όχι πέρα από το ανώτατο όριο του είδους της
ποινής. Από δε τη διάταξη του άρθρου 96 του Π.Κ., προκύπτει ότι αν συντρέχουν περισσότερες από μία χρηματικές
ποινές, η συνολική ποινή που επιβάλλεται αποτελείται από τη βαρύτερή τους,
επαυξημένη ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του καταδικασθέντος. Η επαύξηση
αυτή όμως δεν μπορεί να ξεπεράσει το ένα δεύτερο του αθροίσματος των υπόλοιπων
ποινών που συντρέχουν. Αν οι συντρέχουσες ποινές είναι ισόποσες, η συνολική
ποινή σχηματίζεται με την επαύξηση μιας από αυτές. Η διάταξη της παρ. 2 του
άρθρου 94 εφαρμόζεται και σε αυτό το άρθρο).
Στην προκειμένη
περίπτωση, ο κατηγορούμενος καταδικάσθηκε στη στερητική της ελευθερίας ποινή,
καθώς και στη χρηματική ποινή, που αναφέρθηκαν παραπάνω, για εγκλήματα που
τέλεσε με αντίστοιχες πράξεις. Συνεπώς, πρέπει να του επιβληθεί μία συνολική
ποινή φυλακίσεως, πλέον της ποινής της δις ισοβίου καθείρξεως,
η οποία θα αποτελείται από τη βαρύτερη των ποινών αυτών, ως ποινή βάσης,
επαυξημένη από τις λοιπές συντρέχουσες ποινές, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στη
μείζονα σκέψη και κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ομόφωνα σε
βάρος του κατηγορουμένου ποινή δις ισόβιου καθείρξεως και πέραν αυτής, συνολική ποινή φυλακίσεως
δεκαεπτά (17) μηνών, η οποία αποτελείται, από την ποινή φυλακίσεως του ενός (1)
έτους και χρηματικής ποινής εξακοσίων (600) ευρώ, που του επιβλήθηκε για την
πράξη της παράνομης οπλοφορίας, ως ποινή βάσης, η οποία επαυξάνεται κατά
δυόμισι (2,5) μήνες από την ποινή φυλάκισης του ενός (1) έτους, που του
επιβλήθηκε για την πρώτη οπλοχρησία και κατά δυόμισι (2,5) μήνες από την ποινή
φυλάκισης του ενός (1) έτους, που του επιβλήθηκε για την δεύτερη οπλοχρησία (
ΔΙΣ ΙΣΟΒΙΑ + Σ.Π.Φ. 1 έτος + 2,5 μήνες + 2,5 μήνες = 17 μήνες), πλέον της
χρηματικής ποινής των εξακοσίων (600) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της παραπάνω απόφασης ο
Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο, πρότεινε να αφαιρεθεί από την στερητική της
ελευθερίας ποινή, που επιβλήθηκε στον κατηγορούμενο, ο χρόνος της προσωρινής
κρατήσεώς του.
Η συνήγορος του κατηγορουμένου, αφού έλαβε
τον λόγο από την Πρόεδρο, δήλωσε ότι συντάσσεται με την πρόταση του Εισαγγελέα.
Στη
συνέχεια, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο
Θεσσαλονίκης αποσύρθηκε προς διάσκεψη στον ειδικό γι αυτό χώρο, πλην του
Εισαγγελέα και αφού διασκέφθηκε μυστικά, παρούσας και της Γραμματέως, κατάρτισε
την απόφασή του και μετά από λίγο επανήλθε στην έδρα του, παρουσία και της
Γραμματέως και των υπολοίπων παραγόντων της δίκης, διά της Προέδρου του,
δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την υπ αριθμ.
68/2020 απόφασή του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 369 παρ. 4 εδάφ. α του Κ.Π.Δ., το δικαστήριο αφαιρεί από την ποινή
που επιβλήθηκε τον χρόνο της προσωρινής κράτησης του καταδικασμένου σύμφωνα με
τις σχετικές διατάξεις του ποινικού κώδικα
Από δε τη διάταξη του άρθρου 82 παρ. 1,2
και 4 του Π.Κ., όταν επιβάλλεται στερητική της ελευθερίας ποινή,
αφαιρείται ο χρόνος κράτησης μετά τη σύλληψη, ο χρόνος της προσωρινής κράτησης,
καθώς και ο χρόνος παραμονής σε θεραπευτικές μονάδες για διενέργεια
πραγματογνωμοσύνης κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στην περίπτωση συρροής
εγκλημάτων που συνεκδικάζονται, αφαιρείται από την
επιβληθείσα συνολική ποινή ο χρόνος της κράτησης που διατάχθηκε για οποιοδήποτε
από αυτά, ακόμη και όταν η απόφαση κήρυξε τον καταδικασθέντα αθώο για το
έγκλημα για το οποίο είχε κρατηθεί. Αν ο κρατηθείς αθωωθεί για το έγκλημα για
το οποίο είχε κρατηθεί και γι αυτά που συνεκδικάσθηκαν,
ο χρόνος κράτησης αφαιρείται από άλλες ποινές, εφόσον επιβάλλονται για
εγκλήματα που διαπράχθηκαν πριν από την κράτηση. Στην προκειμένη περίπτωση, από
τα αναγνωσθέντα έγγραφα, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος συνελήφθη την
20-1-2014, ενώ κρατήθηκε προσωρινά, δυνάμει του υπ αριθμ.
./2014 Εντάλματος Προσωρινής Κρατήσεως, που εξέδωσε η Ανακρίτρια του 1ου
Τακτικού Τμήματος Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης. Συνεπώς, πρέπει από την
στερητική της ελευθερίας ποινή, που του επιβλήθηκε, να αφαιρεθεί ο παραπάνω
χρόνος της προσωρινής κρατήσεώς του.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΑΦΑΙΡΕΙ από την ποινή που επιβλήθηκε
στον κατηγορούμενο, τον χρόνο της προσωρινής του κράτησης από 20-1-2014 έως
4-3-2015, ήτοι χρόνο ενός (1) έτους ενός (1) μήνα και δεκαπέντε (15)
ημερών.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε
αμέσως στο ακροατήριό του, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
παραπάνω αποφάσεως, η Πρόεδρος έδωσε τον λόγο στον Εισαγγελέα, για να προτείνει
περί της τύχης των κατασχεθέντων.
Ο Εισαγγελέας, αφού
έλαβε τον λόγο, πρότεινε να επικυρωθούν ΟΙ κατασχέσεις και να διαταχθεί η
δήμευσή των κατασχεθέντων.
Η συνήγορος
υπερασπίσεως του κατηγορουμένου, στην οποία δόθηκε ο λόγος στη συνέχεια, δήλωσε
ότι επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου.
Στη συνέχεια το
Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης
αποσύρθηκε προς διάσκεψη στον ειδικό γι αυτό χώρο, πλην του Εισαγγελέα και
αφού διασκέφθηκε μυστικά, παρούσας και της Γραμματέως, κατάρτισε την απόφασή
του και μετά από λίγο επανήλθε στην έδρα του, παρουσία και της Γραμματέως και
των υπολοίπων παραγόντων της δίκης, διά της Προέδρου του, δημοσίευσε σε δημόσια
συνεδρίαση στο ακροατήριό του την υπ αριθμ. 68/2020
απόφασή του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟΝ ΝΟΜΟ
Κατά τις διατάξεις του άρθρου 372 του Κ.Π.Δ., που κυρώθηκε με τον Ν. 4620/2019
και ισχύει από 1ης Ιουλίου 2019, με την τελειωτική απόφαση το δικαστήριο
διατάσσει να αποδοθούν στον ιδιοκτήτη τα πράγματα που αφαιρέθηκαν και τα
πειστήρια, όσα κατασχέθηκαν ή παραδόθηκαν κατά την ανάκριση και δεν έγινε άρση
της κατάσχεσής τους σύμφωνα με το άρθρο 269. Διατάσσει επίσης τη δήμευση των
αντικειμένων που πρέπει να δημευτούν. Περαιτέρω, κατά τις διατάξεις του άρθρου
68 του Π.Κ., (1)αντικείμενα ή περιουσιακά στοιχεία που είναι προϊόντα
κακουργήματος ή πλημμελήματος, το οποίο πηγάζει από δόλο, καθώς και το τίμημά
τους, και όσα αποκτήθηκαν με αυτά αμέσως ή εμμέσως, επίσης και αντικείμενα ή
περιουσιακά στοιχεία που χρησίμευσαν ή προορίζονταν για την εκτέλεση τέτοιας
πράξης μπορούν να δημευθούν αν αυτά ανήκουν στον αυτουργό ή σε κάποιον από τους
συμμετόχους. Αν τα παραπάνω αντικείμενα ή περιουσιακά
στοιχεία έχουν αναμειχθεί με περιουσία που αποκτήθηκε από νόμιμες πηγές, η
σχετική περιουσία υπόκειται σε δήμευση μέχρι την καθορισμένη αξία των
αναμειχθέντων αντικειμένων. (2) Δήμευση δεν επιβάλλεται, όταν το δικαστήριο,
αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτημα διαδίκου ή τρίτου, κρίνει ότι αυτή είναι στη
συγκεκριμένη περίπτωση δυσανάλογη, όπως όταν υπάρχει κίνδυνος να αποστερήσει
τον καταδικασθέντα ή τρίτο, ιδίως την οικογένειά τους, από πράγμα που εξυπηρετεί
τον αναγκαίο βιοπορισμό τους ή να προκαλέσει σε αυτούς υπέρμετρη και
ανεπανόρθωτη βλάβη. Στις περιπτώσεις του προηγούμενου εδαφίου, το δικαστήριο
μπορεί να επιβάλει ανάλογα περιορισμένη δήμευση ή να επιβάλει χρηματική ποινή,
σύμφωνα με την παράγραφο. (3) Αν τα αντικείμενα ή τα περιουσιακά στοιχεία της
παραγράφου 1 δεν υπάρχουν πλέον ή δεν έχουν βρεθεί, το δικαστήριο μπορεί να
επιβάλει δήμευση (αναπληρωματική δήμευση) σε ίσης, κατά το χρόνο έκδοσης της
καταδικαστικής απόφασης, αξίας περιουσιακά στοιχεία του δράστη. (4) Αν το
δικαστήριο δεν μπορεί να επιβάλει δήμευση στα αντικείμενα ή περιουσιακά
στοιχεία των προηγούμενων παραγράφων, επειδή αυτά δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν ή
ανήκουν εν όλω ή εν μέρει σε τρίτο, στον οποίο δεν
μπορεί να επιβληθεί δήμευση, μπορεί να επιβάλει στον δράστη χρηματική ποινή
μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί στην αξία των αντικειμένων αυτών. (5)Η δήμευση
επιβάλλεται σε τρίτο αν τα αντικείμενα ή περιουσιακά στοιχεία μεταβιβάσθηκαν,
άμεσα ή έμμεσα, από τον δράστη σε αυτόν ή αν αποκτήθηκαν από αυτόν ή περιήλθαν
με άλλο τρόπο σε αυτόν, εφόσον κατά το χρόνο κτήσης των περιουσιακών στοιχείων
γνώριζε ότι ενδέχεται να προέρχονται από κακούργημα ή πλημμέλημα εκ δόλου και
ότι σκοπός της μεταβίβασής τους ήταν να αποφευχθεί η δήμευση. Η γνώση, σύμφωνα
με το προηγούμενο εδάφιο, πρέπει να προκύπτει από το συνδυασμό περισσότερων
ειδικά αναφερόμενων στην απόφαση του δικαστηρίου περιστατικών, όπως ιδίως ότι η
μεταβίβαση ή η απόκτηση του περιουσιακού στοιχείου πραγματοποιήθηκε χωρίς
αντάλλαγμα ή με αντάλλαγμα σημαντικά κατώτερο από την αγοραία αξία ή από εκείνο
που θα προέκυπτε, με βάση τη συνήθη πρακτική, στις οικείες βιοτικές σχέσεις. Η
δήμευση επιβάλλεται στον τρίτο μόνο εφόσον δεν μπορεί να επιβληθεί σε βάρος του
δράστη δήμευση του ανταλλάγματος που έλαβε για τη μεταβίβαση ή αναπληρωματική
δήμευση. Όταν ο τρίτος είναι νομικό πρόσωπο, εξετάζεται αν υπήρχε η
προβλεπόμενη γνώση σχετικά με την προέλευση των περιουσιακών στοιχείων, σε
όποιον έχει εξουσία εκπροσώπησής του ή είναι εξουσιοδοτημένος για τη λήψη
αποφάσεων ή για την άσκηση ελέγχου, στο πλαίσιο του νομικού προσώπου ή της
επιχείρησης ή σε όποιον ασκεί εν τοις πράγμασι τα
καθήκοντα αυτά. (6)Σε κάθε περίπτωση δήμευσης, το δικαστήριο αποφασίζει αν αυτά
που δημεύθηκαν, επιβάλλεται να καταστραφούν ή αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για
το δημόσιο συμφέρον ή για κοινωνικούς σκοπούς ή για την ικανοποίηση του
θύματος. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 1 του προϊσχύσαντος Π.Κ., όπως αυτό ίσχυε πριν από την
αντικατάστασή του με το άρθρο 6 παρ. 1 του Ν. 4478/2017, αντικείμενα, που είναι
προϊόντα κακουργήματος ή πλημμελήματος, το οποίο πηγάζει από δόλο, καθώς και το
τίμημά τους και όσα αποκτήθηκαν με αυτά, επίσης και αντικείμενα, που
χρησίμευσαν ή προορίζονταν για την εκτέλεση τέτοιας πράξεως, μπορούν να
δημευθούν, αν αυτά ανήκουν στον αυτουργό ή σε κάποιον από τους συμμέτοχους.
Στην προκειμένη
περίπτωση, με τις από α) 20-1-2014 και ώρα 21.00' έκθεση αυτοψίας- έρευνας και
κατάσχεσης, β) 21-1-2014 και ώρα 1.30' έκθεση έρευνας τροχοφόρου μεταφορικού
μέσου και κατασχέσεως, γ) 21-1-2014 και ώρα 13.25' έκθεση παραδόσεως και
κατασχέσεως, δ) 21-1-2014 και ώρα 5.45' έκθεση παραδόσεως και κατασχέσεως, ε)
20-1-2014 και ώρα 22.20' έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης, στ) 20-1-2014 και ώρα
23.50' έκθεση σωματικής έρευνας και κατάσχεσης κατασχέθηκαν τα αντικείμενα που
αναφέρονται στο διατακτικό της παρούσης. Το Δικαστήριο κρίνει σύμφωνα με τα πιο
πάνω, ότι πρέπει να επικυρωθεί η κατάσχεση και να διαταχθεί η δήμευση των ως
άνω αντικειμένων, ως σχετιζομένων με τα αδικήματα για τα οποία ο κατηγορούμενος
κηρύχθηκε ένοχος.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την από 20-1-2014 και ώρα 21.00'
έκθεση αυτοψίας- έρευνας και κατάσχεσης του Ανθ/μου
του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας της Δ.Α.Θ., με την
παρουσία του Υπαστυνόμου Β'
της ιδίας
υπηρεσίας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την
δήμευση των διά της παραπάνω εκθέσεως αυτοψίας- έρευνας και κατάσχεσης
κατασχεθέντων, ήτοι:
1. πέντε κάλυκες
κυνηγετικού όπλου με ενδείξεις «12 RWSIGECO
ROTTWELL 8,6 mm» και
2. ένα φυσίγγιο κυνηγετικού
όπλου με ενδείξεις «12 RWSIGECO
ROTTWELL 8,6 mm»
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την από
21-1-2014 και ώρα 1.30' έκθεση έρευνας τροχοφόρου μεταφορικού μέσου και
κατασχέσεως του Ανθ/μου
του Τμήματος Εγκλημάτων
κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας της Δ.Α.Ο., με την παρουσία του Ανθ/μου
της ιδίας υπηρεσίας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την
δήμευση των διά της παραπάνω εκθέσεως έρευνας τροχοφόρου μεταφορικού μέσου και
κατασχέσεως κατασχεθέντων και συγκεκριμένα:
1. ένα [1] ξύλινο
μπαστούνι μπέιζμπολ, με λουρί, το οποίο αναγράφει «ΠΑΟΚΑΡΑ, χρώματος μαύρου και
συνολικού μήκους εξήντα [60]εκατοστών και
2. ένα αυτοσχέδιοι
ξύλινο ρόπαλο λευκού χρώματος, συνολικού μήκους πενήντα τριών [53] εκατοστών.
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την από
21-1-2014 και ώρα 13.25' έκθεση παραδόσεως και κατασχέσεως της Αρχ/κα
του τμήματος Ασφαλείας Νεαπόλεως, με την παρουσία
του Αστ/κα
της ιδίας υπηρεσίας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την
δήμευση των διά της παραπάνω εκθέσεως παραδόσεως και κατασχέσεως κατασχεθέντων
και συγκεκριμένα:
1. δύο [2] τεμάχια
δράμια
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την από
21-1-2014 και ώρα 5.45' έκθεση παραδόσεως και κατασχέσεως του Ανθ/μου Ανθ/μου
του Τμήματος
Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας της Δ.Α.Θ., με την παρουσία του Υπαρ/κα
της ιδίας υπηρεσίας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την
δήμευση των διά της παραπάνω εκθέσεως παραδόσεως και κατασχέσεως κατασχεθέντων
και συγκεκριμένα:
1. ένα κυνηγετικό
μαχαίρι με μήκος λάμας 17,5 εκατοστών και συνολικού μήκους είκοσι εννέα [29[
εκατοστών, μαζί με την δερμάτινη θήκη του
2. μία [1]
φυσιγγιοθήκη κυνηγετικών φυσιγγίων, που περιείχε συνολικά είκοσι ένα κυνηγετικά
φυσίγγια διαφόρων διαμετρημάτων και
3. την υπ' αριθ. ./2α
από 2-10-1997 άδεια κατοχής κυνηγετικού όπλου, με στοιχεία
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την από
20-1-2014 και ώρα 22.20' έκθεση παράδοσης και κατάσχεσης του Ανθ/μου
του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προσωπικής
Ελευθερίας της Δ.Α.Θ., με την παρουσία του Υπαστ/μου
Β'
, της ιδίας υπηρεσίας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την
δήμευση της διά της παραπάνω εκθέσεως παράδοσης και κατάσχεσης κατασχεθείσης
και συγκεκριμένα:
1.. αριθμ
κυνηγετική καραμπίνα μάρκας L.FRANCHI διαμετρήματος cal 12
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ την από
20-1-2014 και ώρα 23.50' έκθεση σωματικής έρευνας και κατάσχεσης του Αστυνόμου
Α'
του Τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής και Προσωπικής Ελευθερίας ρης Δ.Α.Θ., με την
παρουσία του Υπ/κα
, της ιδίας υπηρεσίας
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την
δήμευση της διά της παραπάνω εκθέσεως σωματικής έρευνας και κατάσχεσης κατασχεθέντος και
συγκεκριμένα:
1.. Ένα (10 πλήρες εννιάβολο φυσίγγιο κυνηγετικού όπλου, το οποίο φέρει
ενδείξεις «Rottwell
Express».
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
παραπάνω απόφασης, ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο, πρότεινε να επιδικαστεί
υπέρ των πολιτικώς εναγόντων, η πρωτοδίκως επιδικασθείσα χρηματική ικανοποίηση.
Η συνήγορος
υπεράσπισης του κατηγορουμένου, στην οποία δόθηκε ο λόγος στη συνέχεια, δήλωσε
ότι επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου.
Στη συνέχεια, το εκ
τακτικών Δικαστών Δικαστήριο του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης αφού
διασκέφτηκε, μυστικά, επί της έδρας του, παρουσία και της Γραμματέως, κατάρτισε
και διά της Προέδρου του δημοσίευσε δημόσια στο ακροατήριό του με την παρουσία
όλων των παραγόντων της δίκης, την υπ αριθμ. 68/2020
απόφαση, η οποία έχει ως εξής :
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του
άρθρου 588 παρ. 3 του ΚΠΔ που κυρώθηκε
με τον Ν. 4620/2019 και ισχύει από 1ης Ιουλίου 2019, αστικές αξιώσεις που έχουν
εισαχθεί σε ποινικά δικαστήρια παραπέμπονται υποχρεωτικά ως ανεκκαθάριστες
στα πολιτικά δικαστήρια, εκτός αν έχουν επιδικαστεί, οπότε ως προς αυτές
εφαρμόζονται οι διατάξεις του καταργούμενου κώδικα ποινικής δικονομίας. Στην
προκειμένη περίπτωση, επιδικάστηκε πρωτοδίκως σε έκαστο των κατά την
πρωτοβάθμια δίκη παραστάντων ως πολιτικώς εναγόντων,
Α. Τ. του Θ., Μ. Τ. του Θ., 'Α. Τ. του Θ., Α. Τ. χας
Θ. του Α. Κ. και Α. Α. του Κ. χας Ν. Τ., για τον
εαυτό της ατομικά και ως ασκούσας την γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων της,
Π. και Ν. Τ. του Ν., το ποσό των σαράντα ευρώ (40 ), ως χρηματική ικανοποίηση,
λόγω ψυχικής οδύνης. Συνεπώς, πρέπει το σχετικό κεφάλαιο της εκκαλουμένης
αποφάσεως να εξετασθεί αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 502 παρ. 1
του προϊσχύσαντος ΚΠΔ) και να επιδικασθεί στους άνω
δηλώσαντες πρωτοδίκως παράσταση πολιτικής αγωγής, λόγω ψυχικής οδύνης, το ποσό των σαράντα ευρώ (40 ), το οποίο
είναι ανάλογο με την ψυχική οδύνη που υπέστησαν αυτοί από τη θανάτωση των
θυμάτων ως μέλη της οικογενείας τούτων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον
κατηγορούμενο να καταβάλει σε έκαστο των πρωτοδίκως παραστάντων
ως πολιτικώς εναγόντων,
, κατοίκου .. για τον εαυτό της ατομικά και ως
ασκούσας την γονική μέριμνα των ανηλίκων
τέκνων της, Π. και Ν.Τ. του Ν., το ποσό των σαράντα (40,00) ευρώ, λόγω της
ψυχικής οδύνης, ποσό που τους επιδικάσθηκε και πρωτοδίκως.
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την έκδοση της
παραπάνω απόφασης, ο Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο, πρότεινε να επιβληθεί
στον κατηγορούμενο η καταβολή των εξόδων της προκειμένης ποινικής διαδικασίας.
Η συνήγορος
υπεράσπισης του κατηγορουμένου, στην οποία δόθηκε ο λόγος στη συνέχεια, δήλωσε
ότι επαφίεται στην κρίση του Δικαστηρίου
Κατόπιν αυτών, το
Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης αποσύρθηκε προς διάσκεψη στον ειδικό γι αυτό
χώρο, πλην του Εισαγγελέα και αφού διασκέφθηκε μυστικά, παρούσας και της
Γραμματέως, κατάρτισε την απόφασή του και μετά από λίγο επανήλθε στην έδρα του,
παρουσία και της Γραμματέως και των υπολοίπων παραγόντων της δίκης, διά της
Προέδρου του, δημοσίευσε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την υπ αριθμ. 68/2020 απόφασή του, η οποία έχει ως εξής:
ΑΦΟΥ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ
ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις
των άρθρων 372 και 577 του Κ.Ποιν.Δ. που κυρώθηκε με τον Ν. 4620/2019 και ισχύει από
1ης Ιουλίου 2019, προκύπτει ότι κάθε
κατηγορούμενος καταδικαζόμενος σε ποινή καταδικάζεται συγχρόνως με την ίδια
απόφαση και στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, το ποσό δε των εξόδων ορίζεται
με την καταδικαστική απόφαση. Περαιτέρω σύμφωνα με τις διατάξεις της
123827/23-12-2010 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης επί
αποφάσεων Μικτού Ορκωτού Εφετείου, το ποσό των δικαστικών εξόδων έχει
καθορισθεί στα πεντακόσια (500) ευρώ. Στην προκειμένη περίπτωση, αφού ο
κατηγορούμενος καταδικάσθηκε με την παραπάνω απόφαση στην ποινή που αναφέρθηκε,
πρέπει να καταδικασθεί και στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, όπως ορίζεται
ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στον καταδικασθέντα, την
καταβολή των δικαστικών εξόδων της προκειμένης ποινικής διαδικασίας, το ύψος
των οποίων καθορίζει στο χρηματικό ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500,00 ).
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε αμέσως στο ακροατήριο, σε δημόσια συνεδρίαση.
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μετά την απαγγελία της απόφασης, η
Πρόεδρος, σύμφωνα με το άρθρο 369 παρ. 5 του ΚΠΔ, ανακοίνωσε στον κατηγορούμενο
ότι έχει το δικαίωμα να ασκήσει αναίρεση μέσα στην νόμιμη προθεσμία.
Μετά η Πρόεδρος κήρυξε την λήξη της
συνεδριάσεως
Σε πίστωση συντάχθηκε το παρόν πρακτικό
Θεσσαλονίκη, 12
Φεβρουαρίου 2020
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Καθαρογράφηκε σήμερα
την
.
Θεσσαλονίκη,
.
Η Καθαρογράψασα
Γραμματέας
Καταχωρήθηκε στο
οικείο
Βιβλίο (άρθρο 473
παρ. 3 του Κ.Π.Δ.)
με αύξοντα αριθμό
Θεσσαλονίκη,
..
Ο Καταχωρήσας Γραμματέας