ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΗλείας 2/2022

 

Έφεση - Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Αγρότης - Εμπορική ιδιότητα - Εγγυητής - Μετασχηματισμός εταιρείας -.

 

Εγγυητής με την επίδοση της αίτησης αυτοδικαίως διάδικος κατ' άρθρο 5 παρ.1 Ν. 3869/2010, Ν. 4601/2019. Μετασχηματισμός εταιρείας με τη συμμετοχή δύο ή περισσότερων εταιρειών με τον ίδιο ή διαφορετικό τύπο. Είδη αυτού. Διάσπαση ως μορφή μετασχηματισμού με απόσχιση κλάδου δραστηριότητας. Οι εκκρεμείς δίκες με διάδικο την διασπώμενη εταιρεία συνεχίζονται αυτοδικαίως από την επωφελούμενη, ως οιονεί καθολική διάδοχο αυτής.

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ

ΕΦΕΣΗ-ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Ν.3869/2010

 

Αριθμός Απόφασης 2/2022

(αριθμός έκθεσης κατάθεσης αίτησης ./2016)

(αριθμός έκθεσης κατάθεσης και προσδιορισμού έφεσης ./2020, ΜΕ ./2020)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ

 

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Ρέππα, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Προϊστάμενος του παρόντος Πρωτοδικείου, Πρόεδρος Πρωτοδικών, και από τον Γραμματέα Νικόλαο Λύκουρα.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 12 Μαΐου του 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

Του εκκαλούντος-αιτούντος :  ., κάτοικου Τοπικής Κοινότητας Κάτω Σαμικού του Δήμου Ανδρίτσαινας - Κρεστένων Νομού Ηλείας, ΑΦΜ ., ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Θεοδώρας Καλάκου (Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ 000156, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Ηλείας με αριθμό Η0./12.5.2021), και κατέθεσε προτάσεις.

 

Των εφεσίβλητων - καθών η αίτηση-μετεχουσών στη δίκη πιστωτριών : 1) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Όθωνος αρ.8, ΑΦΜ ., ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, ΓΕΜΗ ., νόμιμα εκπροσωπούμενης ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Α.Ε.», ΑΦΜ ., λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρείας (άρθρα 16 Ν.2515/1997, 57 παρ.3 και 59-74 Ν.4601/2019, Ανακοινώσεις για καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. υπ’ αριθμ.. και ./20.3.2020), η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Δημητρίου Κονδύλη (Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ 000002, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ. Ηλείας με αριθμό Η0./12.5.2021) και κατέθεσε προτάσεις. 2) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 3) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Αιόλου αριθμ.86, και εκπροσωπείται νόμιμα, ΑΦΜ ., ΦΑΕ Αθηνών, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Φώτη Λουμίτη (Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ 000067, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ. Ηλείας με αριθμό Η0./12.5.2021) και κατέθεσε προτάσεις. 4) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «ALPHA BANK», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αριθμ.40, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 5) Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ATTICA BANK ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 6)Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», η οποία έχει τεθεί σε ειδική εκκαθάριση, σύμφωνα με το άρθρο 68 Ν.3601/2007, με έδρα την Αθήνα, Λεωφόρος Μεσογείων 109-111, κτίριο Γ-1, όπως νόμιμα εκπροσωπείται από τον ειδικό εκκαθαριστή αυτής ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «PQH ΕΝΙΑΙΑ ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ», με έδρα την Αθήνα, ΑΜ ., που διορίστηκε με την με αριθμό 182/1/04.4.2016 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (Συνεδρίαση 182/04.4.2016), νομίμως δημοσιευθείσα στο ΦΕΚ Β 925/05.4.2016, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου της Βέρας Ζωσιμιάδου (Δικηγορικός Σύλλογος  Πατρών, ΑΜ 080067, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ. Πατρών με αριθμό Α./11.5.2021). 7) Του Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, Α.Φ.Μ. Α.Α.Δ.Ε. ., που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή της (άρθρα 1 παρ.1, 36 παρ.1, 41 παρ.4, 43 Ν.4389/2016), όπως και από τον Υπουργό Οικονομικών, Α.Φ.Μ. ., που εδρεύει ομοίως, εν προκειμένω δε και από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πύργου, το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικαστικής Αντιπροσώπου του Ν.Σ.Κ. Χρυσάνθης Τέλιου και κατέθεσε προτάσεις. 8) Του εν Αθήναις, επί της οδού Αγίου Κωνσταντίνου αριθμ.16, εδρεύοντος Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ e-ΕΦΚΑ», όπως μετονομάστηκε από 01ης.3.2020, δυνάμει του άρθρου 1 του Ν.4670/2020 (ΦΕΚ Α 43/28.02.2020), το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)», ΑΦΜ ., Δ ΔΟΥ Αθηνών, ως οιονεί καθολικός διάδοχος, δυνάμει του Ν.4387/2016 (ΦΕΚ Α 85/12.5.2016), του εν Αθήναις (οδός Πατησίων αρ.30) εδρεύοντος Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ» (Ο.Γ.Α.), νομίμως εκπροσωπούμενο, το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Νικολίας Διαμαντοπούλου (Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ 000057, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΗλείας με αριθμό Η./12.5.2021), και κατέθεσε προτάσεις. 9) … 13) …

 

Ο εκκαλών άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πύργου την από  19.7.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ./02.8.2016 αίτησή του. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ’αριθμ. 39/03.3.2020 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πύργου, η οποία απέρριψε αυτή ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Ήδη ο εκκαλών με την από 20.6.2020 έφεση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./30.6.2020, προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση και ζητά την εξαφάνισή της. Αντίγραφο της εφέσεως αυτής κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./30.6.2020 και προσδιορίστηκε να συζητηθεί στη δικάσιμο της 09ης.12.2020, ότε η συζήτηση αυτής δεν έλαβε χώρα, λόγω αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων, δυνάμει της υπ’αριθμ. Δ1α/ΓΠ.οικ. 78363/2020 Κ.Υ.Α. (ΦΕΚ Β 5350/5.12.2020), ενώ, εν συνεχεία, με την υπ’αριθμ.6/12.01.2021 Πράξη του Προϊσταμένου του παρόντος Πρωτοδικείου, Προέδρου Πρωτοδικών, επαναφέρθηκε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 158 Ν. 4764/2020, να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ότε εκφωνήθηκε κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των παριστάμενων διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις που κατέθεσαν.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

(α) Με τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 ν. 3869/2010, όπως ισχύει μετά το Ν. 4161/2013 θεσπίστηκε το υποχρεωτικό της επίδοσης της αίτησης στον εγγυητή, παράλληλα με αυτήν προς όλους τους πιστωτές. Η επίδοση αυτή αποτελεί αναγκαίο στοιχείο της προδικασίας. Η μη επίδοση δεν επιφέρει την απόρριψη της αίτησης ως απαράδεκτης, απλώς καθιστά απαράδεκτη τη συζήτηση, απαράδεκτο το οποίο ισχύει έναντι όλων των μετεχόντων και το δικαστήριο θα διατάξει την επίδοση της αίτησης στον εγγυητή και την κλήτευση όλων των μετεχόντων στη νέα δικάσιμο που θα οριστεί με την κλήση επαναφοράς της αίτησης προς συζήτηση. Μπορεί όμως ο εγγυητής να παρασταθεί ασκώντας κύρια παρέμβαση με αίτημα την απόρριψη της αίτησης. Το έννομο συμφέρον του πηγάζει από τη ρύθμιση της διάταξης του άρθρου 12 του νόμου, οπότε καθίσταται διάδικος και θεραπεύεται η έλλειψη και το απαράδεκτο από τη μη επίδοση. Με την επίδοση ο εγγυητής καθίσταται αυτοδικαίως διάδικος, εφόσον η επίδοση διατάσσεται από το νόμο κατ' αρθ. 5 παρ. 1, χωρίς να χρειάζεται να ασκήσει παρέμβαση για να καταστεί διάδικος, και δεσμεύεται από την απόφαση, την οποία μπορεί να προσβάλει με έφεση. Ο λόγος που οδήγησε το νομοθέτη να θεσπίσει το υποχρεωτικό της επίδοσης στον εγγυητή, ώστε να καταστεί διάδικος, είναι βασικά να ενημερωθεί για τις ενέργειες του πρωτοφειλέτη και να προστατεύσει τα συμφέροντα του, επιδιώκοντας να ενταχθεί και αυτός σε ρύθμιση με την υποβολή δικής του αίτησης, δοθέντος ότι δεν καλύπτεται από αυτή του πρωτοφειλέτη, είτε να παρέμβει στη δίκη, για να εκθέσει τις απόψεις του (π.χ. περί της εμπορικής ή μη ιδιότητας του οφειλέτη). ’λλη συνέπεια δεν επέρχεται για τον εγγυητή και πρέπει ο εν λόγω εγγυητής αυτόνομα να ζητήσει την προσωπική του υπαγωγή στο Ν. 3869/2010, αν πληροί ο ίδιος τις υποκειμενικές και αντικειμενικές προϋποθέσεις. Εξάλλου, η υποχρέωση εκ του άρθρου 5 Ν.3869/2010 για επίδοση της αίτησης προς τους πιστωτές και τους εγγυητές προσομοιάζει στο σκεπτικό αλλά και στην διατύπωση, όπως και στις συνέπειες, με το άρθρ. 748 παρ. 3 ΚΠολΔ, με μόνη την διαφορά ότι η υποχρέωση προς επίδοση τάσσεται στην περίπτωση του άρθρ. 5 Ν.3869/2010 εκ του Νόμου και όχι εκ του Δικαστή (βλ. σχετ. Ιάκωβος Απέργης, Ειρηνοδίκης, Εισήγηση  της 10ης.01.2020 με θέμα «Επεξεργασία Δικογραφίας Υπερχρεωμένων Νοικοκυριών - Β’ Σκέλος-Πρακτικά Ζητήματα» για το Συνέδριο της ΕΣΔΙ με θέμα «Οι νέοι Ειρηνοδίκες» περιόδου από 5ης-7η Φεβρουαρίου 2020, ΑΠ 438/2019, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΜΠΚαλαβρ 54/2020, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΚαρλοβ 73/2017, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»).

 

Από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τον εκκαλούντα με αριθμούς …/07.7.2020, …/15.7.2020 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηλείας, ., αποδεικνύεται ότι ακριβή επικυρωμένα αντίγραφα της κρινόμενης έφεσης, με πράξη έκθεσης κατάθεσης στον Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πύργου, με πράξη έκθεσης κατάθεσης στον Γραμματέα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 09ης.12.2020, επιδόθηκε νόμιμα (κατά τους ορισμούς των άρθρων 110 παρ.2, 122 παρ.1, 123, 124 παρ.2, 126 α, γ και δ, 127 παρ.1 ΚΠολΔ)  και εμπρόθεσμα  στους δεύτερη, τέταρτη, πέμπτη, ένατη, δέκατη, εντέκατο, δωδέκατο και δέκατο τρίτο  των εφεσίβλητων, με επιμέλεια του εκκαλούντος, ο οποίος επέσπευσε τη συζήτηση της έφεσης (η πληρεξούσια Δικηγόρος του εκκαλούντος που υπογράφει το εφετήριο δικόγραφο προχώρησε και στην κατάθεση πράξης για προσδιορισμό δικασίμου στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου). Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο η υπόθεση αποσύρθηκε και δεν συζητήθηκε, λόγω της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων, προς αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού (covid-19), δυνάμει της υπ’ αριθμ.Δ1α/ΓΠ.οικ.78363/05.12.2020 Κ.Υ.Α. Με την υπ’αριθμ. ./2021 Πράξη του Διευθύνοντος το Πρωτοδικείο Ηλείας, Προέδρου Πρωτοδικών, κατά τη διάταξη του άρθρου 158 του Ν.4764/2020 (ΦΕΚ Α 256/23.12.2020), νέα δικάσιμος συζήτησης της υπόθεσης ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας (09.12.2020), η δε αναγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, με πρωτοβουλία του Γραμματέα, ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Όπως δε προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο προς συζήτηση της έφεσης, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι ανωτέρω εφεσίβλητοι δεν παραστάθηκαν. Το Δικαστήριο, όμως, θα προχωρήσει στη συζήτηση της έφεσης σαν να ήταν παρόντες και οι 2η, 4η, 5η, 9η, 10η, 11ο, 12ο, 13ο των εφεσίβλητων (άρθρα 524 παρ. 4 και 764 παρ. 2 ΚΠολΔ ). Παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας δεν θα οριστεί, διότι η άσκηση του ενδίκου αυτού μέσου δεν προβλέπεται στην προκειμένη περίπτωση (άρθρο 14 του Ν. 3869/2010).

 

Ειδικότερα και όσον αφορά τους εγγυητές, σύμφωνα και με τα όσα αναφέρονται στην ανωτέρω υπό στοιχείο (α) νομική σκέψη της παρούσας, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 19.7.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ./2016 αίτησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση στην αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο, επιδόθηκε σε αυτούς καθιστώντας  τους  αυτοδικαίως  μετέχοντες στην πρωτοβάθμια δίκη διαδίκους, όπως ορθά δέχθηκε η εκκαλουμένη, λόγω της εκ του νόμου υποχρεωτικής επίδοσης της αίτησης σε αυτούς, ανεξαρτήτως της συμμετοχής ή παρέμβασής τους σε αυτή. Συνεπώς, παρά την αναγραφή στο δικόγραφο της εφέσεως περί απλής κοινοποίησης αυτού, κατ’ορθή εκτίμηση αυτού θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η έφεση στρέφεται και κατά εγγυητών και ήδη 9ης,10ης,11ου,12ου και 13ου των εφεσίβλητων, κατά τη διάταξη του άρθρου 517 ΚΠολΔ ως διαδίκων πρωτοδίκως.

 

(β) Με το Ν.4601/2019 ρυθμίζεται ο μετασχηματισμός με τη συμμετοχή δύο ή περισσότερων εταιριών με τον ίδιο ή διαφορετικό τύπο. Με βάση το άρθρο 2 παρ.1 του Ν.4601/2019 οι εταιρικές μορφές που μπορούν να υποβληθούν ή να μετάσχουν σε διαδικασία εταιρικού σχηματισμού είναι η ανώνυμη εταιρεία, η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, η ετερόρρυθμη εταιρεία, η κοινοπραξία, η ευρωπαϊκή εταιρεία, ο αστικός συνεταιρισμός και η ευρωπαϊκή συνεταιριστική εταιρεία. Οι εν λόγω εταιρείες μπορούν να μετάσχουν σε εταιρικό μετασχηματισμό με οποιαδήποτε ιδιότητα που προσιδιάζει σε αυτόν και πιο συγκεκριμένα ως απορροφώμενες, απορροφώσες, συγχωνευόμενες, διασπώμενες, εισφέρουσες, επωφελούμενες, συνιστώμενες ή μετατρεπόμενες, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις διατάξεις του Ν.4601/2019. Οι βασικές κατηγορίες μετασχηματισμών που προβλέπει ο Ν.4601/2019 είναι τρείς και συγκεκριμένα η συγχώνευση, η διάσπαση και η μετατροπή. Σε όλες τις περιπτώσεις ο μετασχηματισμός συντελείται  με και από την καταχώρηση στο ΓΕΜΗ της σύμβασης συγχώνευσης ως προς την απορροφώσα εταιρεία, της σύμβασης διάσπασης ως προς την απορροφώμενη εταιρεία και της απόφασης της γενικής συνέλευσης ως προς τη μετατροπή. Στη συγχώνευση δύο ή περισσότερες εταιρείες ενοποιούνται σε μία, κατά τρόπο ώστε ένας φορέας να ασκεί πλέον την επιχείρηση που έως τότε ασκούσαν δύο ή περισσότεροι φορείς. Στη μετατροπή μια εταιρεία μεταβάλει εταιρική μορφή, χωρίς να προηγηθεί λύση αυτής και χωρίς να μεσολαβήσει είτε καθολική είτε ειδική διαδοχή στην περιουσία της (άρθρο 104 Ν.4601/2014). Περαιτέρω στη διάσπαση μεταβιβάζεται με καθολική διαδοχή η περιουσία μιας εταιρείας, που λύεται χωρίς εκκαθάριση, σε δύο τουλάχιστον νεοϊδρυθείσες εταιρείες. Η διάσπαση γίνεται με τους ακόλουθους τρόπους : α) με απορρόφηση, β) με σύσταση νέας εταιρείας, γ) με απορρόφηση και σύσταση νέας εταιρείας και δ) με εξαγορά για Α.Ε. (άρθρα 55 επ. Ν.4601/2019). Οι τρείς μορφές της διάσπασης είναι : α) η κοινή διάσπαση, όταν η διασπώμενη εταιρεία λύεται και μεταβιβάζει με καθολική διαδοχή σε άλλες εταιρείες, που υφίστανται ή συνιστώνται (επωφελούμενες), το σύνολο της περιουσίας της έναντι της απόδοσης στους μετόχους ή εταίρους της συμμετοχών στις επωφελούμενες, β) η μερική διάσπαση, στην οποία η διασπώμενη εταιρεία, χωρίς να λύεται, μεταβιβάζει με καθολική διαδοχή σε μία ή περισσότερες επωφελούμενες εταιρείες κλάδο ή κλάδους δραστηριότητας, οι δε μέτοχοι ή εταίροι της διασπώμενης εταιρείας λαμβάνουν μετοχές ή εταιρικά μερίδια των επωφελούμενων εταιρειών και καθίστανται μέτοχοι ή εταίροι σε όλες τις μετέχουσες εταιρείες  και γ) η απόσχιση κλάδου, στην οποία η διασπώμενη εταιρεία, χωρίς να λύεται, μεταβιβάζει με καθολική διαδοχή κλάδο ή κλάδους δραστηριότητας σε μία ή περισσότερες επωφελούμενες εταιρείες, η ίδια δε η διασπώμενη εταιρεία αποκτά τις μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια της επωφελούμενης εταιρείας και καθίσταται μέτοχος ή εταίρος της και όχι οι μέτοχοι ή εταίροι της διασπώμενης. Κύριο γνώρισμα της απόσχισης κλάδου είναι ότι διαφυλάσσεται η νομική αυτοτέλεια της διασπώμενης εταιρείας. Στην περίπτωση της απόσχισης κλάδου οι μετοχές ή τα εταιρικά μερίδια, που διατίθενται από την επωφελούμενη εταιρεία, δεν αποκτώνται από τους μετόχους ή τους εταίρους της διασπώμενης, αλλά περιέχονται στην ίδια τη διασπώμενη, η οποία καθίσταται μέτοχος ή εταίρος αυτοτελώς ως νομικό πρόσωπο της επωφελούμενης εταιρείας. Η διασπώμενη μεταβιβάζει με καθολική διαδοχή κλάδο ή κλάδους δραστηριότητας σε μια ή περισσότερες επωφελούμενες εταιρείες και εξακολουθεί να υφίσταται, χωρίς να λύεται. Ως κλάδος δραστηριότητας ορίζεται το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού, τα οποία συνιστούν από οργανωτική άποψη αυτόνομη εκμετάλλευση, δηλαδή σύνολο ικανό να λειτουργήσει αυτοδύναμα (άρθρο 54 παρ.3 Ν.4601 /2019). Τα έννομα αποτελέσματα της απόσχισης κλάδου, τα οποία επέρχονται από την καταχώρηση στο Γ.Ε.ΜΗ., είναι τα ακόλουθα : α) η μεταβίβαση κλάδου από τη διασπώμενη στην επωφελούμενη γίνεται με καθολική διαδοχή, β) η διασπώμενη εταιρεία λαμβάνει μετοχές ή εταιρικά μερίδια της επωφελούμενης και καθίσταται μέτοχος ή εταίρος αυτής, γ) η διασπώμενη εταιρεία διατηρεί τη νομική της αυτοτέλεια και συνεχίζει την επιστημονική της δραστηριότητα με τους εναπομείναντες κλάδους, δ) για τις οφειλές ευθύνονται εις ολόκληρον η διασπώμενη εταιρεία και η επωφελούμενη εταιρεία, ε) η επωφελούμενη εταιρεία καθίσταται ενάγουσα ή εναγομένη στις εκκρεμείς δίκες της διασπώμενης ως προς το μεταβιβασθέν τμήμα χωρίς έτερη διατύπωση ( Ι. Ρόκας, Εταιρείες - Εισαγωγή στο Δίκαιο των Εταιρειών του Εμπορικού Δικαίου, 6η έκδοση, 2019, σελ. 17-24, Β.Βύζας, Μερική διάσπαση και απόσχιση κλάδου : Δύο ενδιαφέρουσες προσθήκες στο νέο δίκαιο για τους εταιρικούς μετασχηματισμούς, ΔΕΕ, τεύχος 6, Ιούνιος 2019, σελ.820, Δ. Διακόπουλος, Εισαγωγή στο νέο δίκαιο των εταιρικών μετασχηματισμών- Μια συνοπτική παρουσίαση του νέου νόμου (Ν. 4601/2019), ΔΕΕ, τεύχος 5, Μάϊος 2019, σελ. 681, Δ. Αυγητίδης, Το νέο Δίκαιο των εταιρικών μετασχηματισμών, έκδοση 2019).

 

Όπως αποδεικνύεται από τα έγγραφα που προσκομίζει με επίκληση η πρώτη εφεσίβλητη στις 20 Μαρτίου 2020, με την καταχώριση στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) των στοιχείων που απαιτεί ο νόμος, ολοκληρώθηκε η διαδικασία της διάσπασης της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank Ergasias» (Διασπώμενη), με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας και σύσταση νέας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank» (Επωφελούμενη), κατά τη συνδυασμένη εφαρμογή του άρθρου 16 του Ν.2515/1997 και των άρθρων 57 παρ.3 και 59-74 του Ν.4601/2019. Με την ολοκλήρωση της διάσπασης, η διασπώμενη εταιρεία συνεχίζει να είναι ανώνυμη εταιρεία αλλά παύει να είναι πιστωτικό ίδρυμα και η επωνυμία της τροποποιείται σε «Eurobank Ergasias Υπηρεσιών και Συμμετοχών Ανώνυμη Εταιρεία», καθίσταται δε μοναδικός μέτοχος της επωφελούμενης εταιρείας, λαμβάνοντας το σύνολο των μετοχών εκδόσεως της τελευταίας. Συγκεκριμένα, δυνάμει των υπ’αριθμ. ./20.3.2020 και ./20.3.2020  Ανακοινώσεων του Προϊσταμένου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή/Γενική Διεύθυνση Αγοράς/Διεύθυνση Εταιρειών/Τμήμα Ασφαλιστικών Ανωνύμων Εταιρειών και Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων,  καταχωρίσθηκαν  στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) στοιχεία  της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Ανώνυμη Εταιρεία» για τη διάσπαση  με απόσχιση του  κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας αυτής και στοιχεία της νεοσυσταθείσας  ανώνυμης εταιρείας-πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία». Ειδικότερα : (α) με την πρώτη ανακοίνωση  στις 20.3,2020 καταχωρίσθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ,  με κωδικό αριθμό καταχώρισης ., η με αριθμό ./20.3.2020 (ΑΔΑ: .) απόφαση του Προϊσταμένου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή/ Γενική ∆ιεύθυνση  Αγοράς/ ∆/νση Εταιρειών/Τμήμα Ασφαλιστικών Εταιρειών και Χρηματοπιστωτικών Ιδρυμάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, με την οποία  εγκρίθηκε  η διάσπαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank-Ergasias Ανώνυμη Εταιρεία», με αριθμό Γ.Ε.ΜΗ. . (πρώην ΑΡΜΑΕ .) (Διασπώμενη) δια απόσχισης του τραπεζικού κλάδου της με σύσταση νέας εταιρείας-πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank  Ανώνυμη  Εταιρεία» (Επωφελούμενη) και   (β) με τη  δεύτερη ανακοίνωση  στις 20.3.2020 καταχωρίσθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ, με κωδικό αριθμό καταχώρισης ., η ίδια ως άνω απόφαση (./20.3.2020) ως προς την  έγκριση της άνω διάσπασης (μετασχηματισμού) με τη σύσταση νέας εταιρείας - πιστωτικού ιδρύματος  με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» (Επωφελούμενη), που έλαβε αριθμό Γ.Ε.ΜΗ ., καθώς και το καταστατικό της επωφελούμενης νεοσυσταθείσας εταιρείας, το οποίο αποτελείται από 21 άρθρα. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η διάσπαση έγινε με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Ανώνυμη Εταιρεία» (Διασπώμενη) και σύσταση νέας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» (Επωφελούμενη), η οποία κατέστη καθολική διάδοχος της πρώτης (άρθρο 57 §§1, 3 Ν.4601/2019) . Συνεπώς η επωφελούμενη καθής η ανακοπή ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» στο πλαίσιο της καθολικής διαδοχής έχει αποκτήσει το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του αποσχιζόμενου κλάδου της τραπεζικής δραστηριότητας της διασπώμενης, μεταξύ των οποίων και αυτών που απορρέουν από τις δανειακές συμβάσεις που συνήψε η τελευταία με τους πελάτες της. Οι εκκρεμείς δε δίκες με διάδικο την διασπώμενη συνεχίζονται αυτοδικαίως με διάδικο την επωφελούμενη, η οποία υπεισέρχεται αυτοδικαίως ως οιονεί καθολική διάδοχος στη θέση της διασπώμενης, χωρίς να επέρχεται βιαία διακοπή της δίκης ούτε να απαιτείται δήλωση για τη συνέχισή της (άρθρο 70 παρ.3 Ν.4601/2019).

 

Επομένως, κατά τα προαναφερόμενα, νομιμοποιείται παθητικά να συνεχίσει την παρούσα δευτεροβάθμια δίκη, χωρίς να επέρχεται βιαία διακοπή αυτής ούτε να απαιτείται δήλωση για τη συνέχισή της, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο «Eurobank», ως καθολική διάδοχος της πρώτης των καθών η αίτηση και ήδη ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα Eurobank Ergasias Α.Ε.», λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύστασης της πρώτης εξ αυτών (επωφελούμενης).

 

Η από 20.6.2020 έφεση του ηττηθέντος αιτούντος κατά της υπ’ αριθμ. 39/03.3.2020 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πύργου, το οποίο δίκασε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έχει ασκηθεί νομότυπα με την κατάθεση δικογράφου στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό ./30.6.2020 και εμπρόθεσμα, δηλαδή εντός της  προθεσμίας των δύο (2) ετών από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 03 Μαρτίου 2020 (άρθρα 495 παρ.1, 511, 513 αρ.1, 518 παρ.2 ΚΠολΔ). Επομένως η έφεση, η οποία αρμοδίως φέρεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί το παραδεκτό και βάσιμο του λόγου της (άρθρο 533 ΚΠολΔ), κατά την ίδια διαδικασία που εφάρμοσε το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, εφόσον για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί το νόμιμο ηλεκτρονικό παράβολο, που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την υπ’αριθμ.13/2020 έκθεση κατάθεσης ενδίκου μέσου του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Ηλείας.

 

Ο εκκαλών, με την από 19.7.2016 αίτησή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πύργου Ηλείας, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ./02.8.2016, επικαλούμενος έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του προς τους πιστωτές του και ήδη εφεσίβλητους, ζήτησε να γίνει ρύθμιση των χρεών του, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.3869/2010, ως ισχύει, ώστε να απαλλαγεί από αυτά.

 

Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη υπ’αριθμ. 39/2020 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πύργου, η οποία, αφού έκρινε την αίτηση ορισμένη και εν μέρει νόμιμη, την απέρριψε ως ουσιαστικά βάσιμη. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο αιτών και ήδη εκκαλών, με την κρινόμενη έφεσή του, για τον διαλαμβανόμενο σε αυτήν λόγο, ο οποίος  ανάγεται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητά να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη με σκοπό να γίνει δεκτή η αίτηση ως ουσιαστικά βάσιμη. Ειδικότερα ο εκκαλών ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα η εκκαλουμένη έκρινε ότι τυγχάνει έμπορος, με αποτέλεσμα να έχει την πτωχευτική ικανότητα και να μην μπορεί να υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του Ν.3869/2010.

 

(γ) Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ.1 του Ν.3869/2010 «φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του Ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής». Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ.1 του Ν.3588/2007 (ΠτΚ), πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα, ενώ, κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Β.Δ. 19-4/01.5.1835, έμποροι είναι όσοι μετέρχονται πράξεις εμπορικές και κύριο επάγγελμα έχουν την εμπορία. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι από τη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 αποκλείονται φυσικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή οι έμποροι. Κρίσιμο χρονικό σημείο είναι η ύπαρξη ή μη της εμπορικής ιδιότητας κατά τον χρόνο υποβολής από τον οφειλέτη της αίτησης προς το δικαστήριο και όχι η εμπορικότητα ή μη του χρέους. Επομένως, ο οφειλέτης, που κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης είναι έμπορος, δεν μπορεί να υπαγάγει στη ρύθμιση του νόμου αστικά χρέη, που δημιούργησε κατά το παρελθόν, πριν ακόμα αποκτήσει την εμπορική ιδιότητα. Για τους χαρακτηριζόμενους ως εμπόρους, σε περίπτωση αδυναμίας εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων τους κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι ρυθμίσεις του πτωχευτικού κώδικα και όχι αυτές του Ν.3869/2010. Συνεπώς αποτελεί κρίσιμο ζήτημα για την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 η ιδιότητα του αιτούντος οφειλέτη ως εμπόρου ή μη κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης. Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν.3588/2007), η παύση της εμπορίας ή της οικονομικής δραστηριότητας ή ο θάνατος δεν κωλύουν την πτώχευση, εφόσον επήλθαν σε χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προϋπόθεση για την πτώχευση εμπόρου που έπαυσε την εμπορία του είναι η παύση της εμπορίας να έγινε μέσα στο χρόνο της παύσεως των πληρωμών του και ο τελευταίος να ανάγεται στο χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε την εμπορική ιδιότητα. Συνεπώς, υπάγονται στο Ν. 3869/2010 και όσοι ήταν έμποροι, έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους (άρθρο 2 παρ. 3 του Πτωχευτικού Κώδικα). Αντιθέτως δεν υπάγονται στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 οι οφειλέτες που κατά τον χρόνο της παύσεως των πληρωμών είχαν την εμπορική ιδιότητα. Εάν έπαυσαν τις πληρωμές όταν ήταν ακόμα έμποροι τότε απορρίπτεται η αίτηση. Δηλαδή, η εμπορική ιδιότητα είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του Ν.3869/2010 (ΑΠ 31/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 803/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΘεσπ 44/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΣερ 201/2017, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΑμαλ 83/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

(δ) Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου, έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις. Κατά δε το άρθρο 8 παρ. 2 του Διατάγματος περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνονται χάριν της εμπορίας του. Ωστόσο οι χαρακτηριζόμενοι ως μικρέμποροι δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα και δεν υφίστανται τις αρνητικές συνέπειές της. Τέτοιοι δε θεωρούνται αυτοί για τους οποίους το κέρδος από την άσκηση εμπορικών πράξεων αποτελεί αμοιβή του σωματικού τους μόχθου και όχι κερδοσκοπικών συνδυασμών, όπως υπαίθριοι πωλητές, τεχνίτες, μοδίστρες κ.λ.π. (ΑΠ 756/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 947/1995,Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΛαμ 4/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΠατρ 1163/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση τον Ν.3869/2010, έκδοση 2016, άρθρο 1, αρ. 5 επ., σελ. 37 επ., Βενιέρης - Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, έκδοση 2016, αρ. 231 επ., σελ. 123 επ.). Παρά την έλλειψη ρητής διάταξης στο νόμο, με την οποία εξαιρούνται του χαρακτηρισμού τους ως εμπόρων οι μικρέμποροι, εντούτοις γίνεται δεκτό ότι αυτοί υπάγονται στο Ν.3869/2010, όταν δηλαδή η κατά σύνηθες επάγγελμα άσκηση εμπορικών πράξεων συνδέεται προεχόντως και κατά κύριο λόγο με την σωματική τους καταπόνηση και το κέρδος που αποκομίζουν από αυτές αποτελεί αμοιβή της προσωπικής τους εργασίας και όχι κερδοσκοπικών συνδυασμών. Ενδεικτικά δε στοιχεία της ύπαρξης της ιδιότητας του μικρεμπόρου αποτελούν η έλλειψη διάθεσης οργανωμένης επιχείρησης, η μη απασχόληση προσωπικού, η έλλειψη διάθεσης μηχανημάτων ή άλλων εγκαταστάσεων, ο χαμηλός τζίρος. Τον χαρακτηρισμό του αιτούντος ως μικρέμπορου πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει ο ίδιος ο οφειλέτης (ΜΠΘες/κης 9/2016, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΛαρ 44/2020, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΛαρ 106/2018, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΧαν 101/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

(ε) Ο γεωργός που μισθώνει εκτεταμένη αγροτική έκταση χρησιμοποιεί δικά του ή μισθωμένα γεωργικά μηχανήματα προς καλλιέργεια αυτής, καθώς και εποχιακούς εργάτες, και διαθέτει το παραγόμενο προϊόν σε τρίτους με σκοπό το κέρδος, ασκεί επιχείρηση χειροτεχνίας, με συνέπεια η κατ’ επάγγελμα άσκηση αυτής να του προσδίδει την εμπορική ιδιότητα (ΕφΑθ 1464/1992, ΕλλΔνη 37 (1996). 403).

 

Από την επανεκτίμηση της ανωμοτί κατάθεσης του αιτούντος και ήδη εκκαλούντος, που εξετάστηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο  του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και του οποίου η κατάθεση περιέχεται στα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομότυπα με τις προτάσεις τους επικαλούνται και προσκομίζουν, και εκείνα που παραδεκτά προσκομίζονται στο παρόν Δικαστήριο χωρίς να γίνεται επίκλησή τους (άρθρα 744 και 759 παρ.3 ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν  τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο εκκαλών γεννήθηκε στις 24.10.1953 και από το 1973 είναι έγγαμος με την …. Από τον γάμο του αυτό έχει αποκτήσει τρία τέκνα, ενήλικα πλέον, τον ., την . και τον ., που γεννήθηκαν το 1980, 1982 και 1983, αντίστοιχα (βλ. το προσκομιζόμενο από τον εκκαλούντα υπ’ αριθμ. πρωτ../03.6.2016 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Δήμου Ανδρίτσαινας Κρεστένων Νομού Ηλείας). Από το 1976 ο εκκαλών τυγχάνει επαγγελματίας αγρότης. Συνεπεία όμως σοβαρών προβλημάτων υγείας έχει σταματήσει να καλλιεργεί μεγάλες εκτάσεις και έχει περιορίσει τη δραστηριότητά του σε περίπου εκατό (100) ελαιόδεντρα. Η σύζυγός του δεν εργάζεται, λόγω του ότι και αυτή αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, στο παρελθόν όμως τον βοηθούσε στις διάφορες αγροτικές εργασίες. Διαμένει με τη σύζυγό του σε ιδιόκτητη οικία στη τοπική κοινότητα Κάτω Σαμικού Νομού Ηλείας. Από επιδοτήσεις λαμβάνει ετησίως το συνολικό ποσό των 2.800,00 ευρώ, που αποτελεί το μοναδικό εισόδημά του και αντιστοιχεί μηνιαίως στο ποσό των 240,00 ευρώ. Η σύζυγος του δεν έχει δικά της εισοδήματα καθώς δεν εργάζεται και η ακίνητη περιουσία της αποτελούμενη από τρία οικόπεδα εντός του σχεδίου πόλεως του Δήμου Κρεστένων Ολυμπίας είναι απρόσοδη. Οι μηνιαίες δαπάνες διαβίωσης του εκκαλούντος και της συζύγου του ανέρχονται στο ποσό των 800,00 ευρώ μηνιαίως και προς κάλυψη αυτών τους συνδράμουν οικονομικά ο υιός τους, ο οποίος διατηρεί κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος (μπαρ) στα Κρέστενα, και η κόρη τους. Στα περιουσιακά στοιχεία του εκκαλούντος ανήκουν : α) η πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή ενός οικοπέδου, το οποίο βρίσκεται εντός της Τοπικής Κοινότητας Κάτω Σαμικού του Δήμου Ανδρίτσαινας Κρεστένων (πρώην Κοινότητα Σκιλλούντος) Νομού Ηλείας στη θέση «Μ», έκτασης 802,00 τετραγωνικών μέτρων μετά της αυτού ισόγειας κατοικίας, επιφάνειας 82,25 τετραγωνικών μέτρων και ισόγειας αποθήκης, επιφάνειας 25 τετραγωνικών μέτρων. Η συνολική εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του ανέρχεται στο ποσό των 70.000 ευρώ. Β) Ένα όχημα, εργοστασίου κατασκευής Renault, μοντέλο Megane, με αριθμό κυκλοφορίας YZA ., κυβισμού 1390, με πρώτη άδεια κυκλοφορίας στις 12.11.1996, εμπορικής αξίας 500,00 ευρώ. Γ) Ένα όχημα, φορτηγό αγροτικό, εργοστασίου κατασκευής Mazda, με αριθμό κυκλοφορίας ΧΤ ., κυβισμού 1600, με πρώτη άδεια κυκλοφορίας στις 09.6.1983, εμπορικής αξίας 200 ευρώ. Επιπλέον, ο αιτών φέρεται να νέμεται, χωρίς τίτλους ιδιοκτησίας και τις σχετικές μεταγραφές αυτών, τέσσερα ελαιοστάσια έκτασης 18, 2,8 και 4,5 στρεμμάτων, που βρίσκονται στον Δήμο Ανδρίτσαινας Κρεστένων. Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της κρινόμενης αίτησης, ο εκκαλών είχε αναλάβει από την πρώτη καθ’ ης: α) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 30.629,49 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 15.706,12 ευρώ, τόκοι: 13.706,12 ευρώ, έξοδα: 942,87 ευρώ), το οποίο είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένο με προσημείωση υποθήκης, α1) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, καταναλωτικό δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 13.358,69 ευρώ, ως οφειλέτης, (κεφάλαιο: 7.304,94 ευρώ, τόκοι: 6.053,75 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), α2) με την υπ’ αριθμ. 9.373,50 σύμβαση, δάνειο πιστωτικής κάρτας, συνολικού οφειλόμενου ποσού 9.373,50 ευρώ, ως οφειλέτης, (κεφάλαιο: 4.775,15 ευρώ, τόκοι: 4.598,35 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), από την δεύτερη καθ’ ης:  β) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση,  δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 7.451,73 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 5.380,06 ευρώ, τόκοι: 2.071,67 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), β1) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 1.679,31 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 969,72 ευρώ, τόκοι: 665,92 ευρώ, έξοδα: 43,67 ευρώ), από την τρίτη καθ’ ης: γ) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, στεγαστικό δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 6.653,51 ευρώ, ως οφειλέτης, (κεφάλαιο: 5.238,45 ευρώ, τόκοι: 188,65 ευρώ, έξοδα: 1,18 ευρώ), το οποίο είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένο με προσημείωση υποθήκης, γ1) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο πιστωτικής κάρτας, συνολικού οφειλόμενου ποσού 6.526,28 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 5.303,71 ευρώ, τόκοι: 1.207,79 ευρώ, έξοδα: 14,78 ευρώ), γ2) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο πιστωτικής κάρτας, συνολικού οφειλόμενου ποσού 7.551,85 ευρώ, ως οφειλέτης, (κεφάλαιο: 6.058,98 ευρώ, τόκοι: 1.420,83 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), γ3) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, καταναλωτικό δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 9.102,81 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 7.994,42 ευρώ, τόκοι: 660,64 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), το οποίο είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένο με προσημείωση υποθήκης, από την τέταρτη καθ’ ης: δ) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, καταναλωτικό δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 1.903,65 ευρώ, ως οφειλέτης, (κεφάλαιο: 1.365,82 ευρώ, τόκοι: 451,86 ευρώ, έξοδα: 85,97 ευρώ), από την πέμπτη καθ’ ης: ε) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο πιστωτικής κάρτας, συνολικού οφειλόμενου ποσού 2.065,38 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 1.088,38 ευρώ, τόκοι: 977,00 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), ε1) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 4.991,55 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 2.777,78 ευρώ, τόκοι: 2.213,77 ευρώ, έξοδα: 0 ευρώ), από την έκτη καθ’ ης: στ) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 67.460,71 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 53.860,13 ευρώ, τόκοι: 12.413,02 ευρώ, έξοδα: 187,56 ευρώ), το οποίο είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένο με προσημείωση υποθήκης, στ1) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο, συνολικού οφειλόμενου ποσού 25.190,69 ευρώ, ως εγγυητής (κεφάλαιο: 18.301,99 ευρώ, τόκοι: 6.865,06 ευρώ, έξοδα: 23,64 ευρώ), το οποίο είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένο με προσημείωση υποθήκης, στ2) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο πιστωτικής κάρτας, συνολικού οφειλόμενου ποσού 11.502,08 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 5.795,48 ευρώ, τόκοι: 5.677,51 ευρώ, έξοδα: 29,09 ευρώ), στ3) με την υπ’ αριθμ. . σύμβαση, δάνειο πιστωτικής κάρτας, συνολικού οφειλόμενου ποσού 10.534,84 ευρώ, ως οφειλέτης (κεφάλαιο: 5.431,06 ευρώ, τόκοι: 5.096,30 ευρώ, έξοδα: 7,48 ευρώ), επιπλέον αναφορικά με το έβδομο των καθ’ ων οφείλει το συνολικό ποσό των 1.821,90 ευρώ (κεφάλαιο: 1.317,84 ευρώ, προσαυξήσεις: 504,06 ευρώ), που αντιστοιχούν σε οφειλές έως τις 02.8.2015, ήτοι πριν τη συμπλήρωση ενός έτους από την κατάθεση της αίτησης (02.8.2016) και αναφορικά με το όγδοο των καθ’ ων οφείλει το ποσό των 8.660,36 ευρώ, καθώς το όγδοο των καθ’ ων προσδιορίζει για το διάστημα από 01.5.2007 έως 30.6.2015 οφειλές ύψους 7.873,20 ευρώ και για το διάστημα από 01.7.2015 έως 31.12.2015 οφειλές ύψους 787,16 ευρώ, χωρίς όμως να προσδιορίζει ποιες από αυτές αντιστοιχούν έως τις 02.8.2015, ήτοι ένα έτος πριν από την κατάθεση της αίτησης. Συνολικά ο εκκαλών οφείλει στους πιστωτές του το ποσό των 226.458,33 ευρώ. Σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα τα δηλωθέντα εισοδήματα του εκκαλούντος ήταν τα κάτωθι : α) για το φορολογικό έτος 2003,  με συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 10.800,49 ευρώ (10.800,89 ευρώ του εκκαλούντος και 334,48 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 900,07 ευρώ, β) για το φορολογικό έτος 2004, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 7.487,69 ευρώ (7.153,21 ευρώ του εκκαλούντος και 334,48 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 623,97 ευρώ, γ) για το φορολογικό έτος 2005, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 10.246,16 ευρώ (9.846,48 ευρώ του εκκαλούντος και 399,68 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 853,84 ευρώ, δ) για το φορολογικό έτος 2006, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 6.117,95 ευρώ (5.783,47 ευρώ του εκκαλούντος και 334,48 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 509,82 ευρώ, ε) για το φορολογικό έτος 2007, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 7.066,74 ευρώ (6.732,26 ευρώ του εκκαλούντος και 334,48 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 588,89 ευρώ,  στ) για το φορολογικό έτος 2008, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 8.659,43 ευρώ (8.317,91 ευρώ του εκκαλούντος και 341,52 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 721,61 ευρώ, ζ) για το φορολογικό έτος 2009, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 341,52 ευρώ (μηδενικό του εκκαλούντος και 341,52 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 28,46 ευρώ, η) για το φορολογικό έτος 2010, με συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 1.523,23 ευρώ (1.118,71 ευρώ του εκκαλούντος και 341,52 ευρώ της συζύγου του αιτούντος), μηνιαίο εισόδημα 126,93 ευρώ, θ) για το φορολογικό έτος 2011, με συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 9.769,07 ευρώ (427,55 ευρώ του εκκαλούντος και 9.341,52 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 814,08 ευρώ,  ι) για το φορολογικό έτος 2012, με  συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 815,64 ευρώ (474,15 ευρώ του εκκαλούντος και 341,52 ευρώ της συζύγου του), με μηνιαίο εισόδημα 67,97 ευρώ, κ) για το φορολογικό έτος 2013, με συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 4.952,41 ευρώ, (μηδενικό του εκκαλούντος και 4.952,41 της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 412,70 ευρώ, λ) για το φορολογικό έτος 2014, με συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 503,58 ευρώ (30,60 ευρώ του εκκαλούντος και 473,08 ευρώ της συζύγου του), μηνιαίο εισόδημα 41,96 ευρώ, μ) με το εκκαθαριστικό σημείωμα φορολογικού έτους 2015 συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 2,64 ευρώ του εκκαλούντος, ν) για το φορολογικό έτος 2016, με συνολικό οικογενειακό δηλωθέν εισόδημα ύψους 3.756,73 ευρώ του εκκαλούντος, μηνιαίο εισόδημα 313,06 ευρώ, ξ) για το φορολογικό έτος 2017, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 3.130,13 ευρώ του εκκαλούντος, με μηνιαίο εισόδημα 260,84 ευρώ, ο) για το φορολογικό έτος 2018, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 2.259,03 ευρώ του εκκαλούντος, μηνιαίο εισόδημα 188,25 ευρώ  και π) για το φορολογικό έτος 2019, με συνολικό δηλωθέν εισόδημα ύψους 2.811,66 ευρώ του εκκαλούντος, μηνιαίο εισόδημα 234,30 ευρώ. Τα ανωτέρω δηλωθέντα εισοδήματα του εκκαλούντος δεν είναι τα πραγματικά, όπως τούτο συνάγεται από το εύρος δανεισμού του. Εξάλλου, όπως κατέθεσε ο ίδιος ο εκκαλών, το έτος 1994, ότε συνήψε την πρώτη δανειακή σύμβαση, τα εισοδήματά του ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα, ενώ σε μια καλή χρονιά από άποψη σοδειάς ανέρχονταν στο ποσό των 30.000,00 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, από τη σύγκριση του  εισοδήματος του εκκαλούντος, το οποίο σήμερα ανέρχεται μηνιαίως στο ποσό των 240,00 ευρώ, με τις δόσεις που πρέπει να καταβάλλει για την κάλυψη των δανειακών του υποχρεώσεων, προκύπτει ότι αδυνατεί να καλύψει τις δανειακές του υποχρεώσεις και ταυτόχρονα τις βασικές βιοτικές του ανάγκες. Η αρνητική δε σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών του εκκαλούντος δεν αναμένεται να βελτιωθεί, ενόψει της αρνητικής οικονομικής συγκυρίας, της συνεχούς επιβάρυνσης των δανείων με τόκους αλλά και του ότι δεν προσδοκά αύξηση των εισοδημάτων του, καθότι, λόγω του ότι  τυγχάνει πλέον μεγάλης ηλικίας και έχει προβλήματα υγείας, δεν είναι ικανός να εργαστεί και κυρίως να ασκήσει επιχειρηματική δραστηριότητα ανάλογης έκτασης με εκείνης του παρελθόντος. Ως εκ τούτου ο εκκαλών έχει περιέλθει σε γενική και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τους πιστωτές του. Καθοριστική επίδραση στην κάμψη της γεωργικής δραστηριότητας του εκκαλούντος και στη μείωση των εισοδημάτων του είχε η προσβολή από βακτήριο των καλλιεργειών του στη λίμνη Αγουλινίτσα το 2006 και οι πυρκαγιές που έπληξαν την περιοχή το 2007 και κατέστρεψαν μεγάλο μέρος από τα ιδιόκτητα ελαιοστάσια του. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στο παρελθόν ο εκκαλών είχε αναπτύξει οργανωμένη επιχείρηση καλλιέργειας σημαντικών εκτάσεων καθώς, πέραν των καλλιεργειών στα αγροτεμάχια και ελαιοστάσια ιδιοκτησίας του, εκμίσθωνε περί τα τριακόσια (300) στρέμματα ετησίως, τα οποία καλλιεργούσε μέχρι το 2008, ενώ απασχολούσε ετησίως πολυάριθμο προσωπικό, 30,40,50 ατόμων, και εκμίσθωνε γεωργικά μηχανήματα. Στα πλαίσια δε της συστηματικής καλλιέργειας ελαιόδεντρων ασχολείτο και με το χονδρικό εμπόριο μεγάλων ποσοτήτων ελαιόλαδου. Ταυτόχρονα, προς εξυπηρέτηση της εκτεταμένης αυτής παραγωγικής του δραστηριότητας, είχε λάβει σειρά καταναλωτικών δανείων σημαντικού ύψους. Συνεπώς ο εκκαλών ασκούσε εμπορική δραστηριότητα, καθώς στα πλαίσια οργανωμένης επιχείρησης καλλιέργειας γης απασχολούσε προσωπικό, μίσθωνε μηχανήματα, είχε σημαντικό κύκλο εργασιών ενώ δια του δανεισμού του αναλάμβανε επιχειρηματικό ρίσκο προσιδιάζοντα σε έμπορο. Έτσι η δραστηριότητα του αυτή εμφάνιζε στοιχεία εμπορικότητας, ήτοι τη διαμεσολάβηση στην εργασία, την ανάληψη κινδύνου, την επένδυση κεφαλαίου και την επιδίωξη κέρδους, ανεξαρτήτως του εάν αποκόμιζε μικρό ή μεγάλο κέρδος. Το χαμηλό εισόδημα του εκκαλούντος, όπως αυτό αποτυπώνεται στις προσκομιζόμενες δηλώσεις φορολογίας και εκκαθαριστικά σημειώματα, δεν άγει σε αντίθετη κρίση ως προς την ιδιότητα του εμπόρου, διότι το ύψος του κέρδους ή της ζημίας δεν αποτελούν τα μοναδικά στοιχεία που καθιστούν κάποιο πρόσωπο  «έμπορο» ή «μικρέμπορο», καθώς η ζημία αποτελεί σύμφυτο στοιχείο και του εμπορικού δικαίου, δεδομένου ότι και ο έμπορος δύναται εξαιτίας ανεπιτυχούς δραστηριότητας να περιπέσει σταδιακά σε ζημιογόνες χρήσεις και να περιέλθει εν τέλει σε κατάσταση παύσης πληρωμών, ήτοι μη εξυπηρέτησης των οικονομικών του υποχρεώσεων, γι’ αυτό και υφίσταται και ο θεσμός της πτώχευσης ως συλλογικής διαδικασίας ικανοποίησης των πιστωτών. Επιπλέον η μακροχρόνια δραστηριότητά του εκκαλούντος με τη συστηματική καλλιέργεια αποτελεί στοιχείο, που συνηγορεί υπέρ σταθερού επαγγελματία και όχι βιοπαλαιστή, που μετέρχεται ευκαιριακά διάφορα επαγγέλματα προκειμένου να επιβιώσει. Και αν και η γεωργία δεν συνιστά καταρχήν εμπορική δραστηριότητα,  όταν ασκείται σε ιδιόκτητες ή μισθωμένες αγροτικές εκτάσεις, με τη χρήση ιδιόκτητων ή μισθωμένων γεωργικών μηχανημάτων προς καλλιέργεια αυτών, την απασχόληση εργατών, έστω και εποχιακών, και την διάθεση του παραγόμενου προϊόντος σε τρίτους με σκοπό το κέρδος, αποτελεί επιχείρηση χειροτεχνίας, με συνέπεια η κατ’ επάγγελμα άσκηση αυτής να προσδίδει, όπως εν προκειμένω, την εμπορική ιδιότητα. Για το χαρακτηρισμό δε του εκκαλούντος ως μικρέμπορου θα έπρεπε στη δραστηριότητά του να προεξέχει το στοιχείο της σωματικής καταπονήσεως και όχι των κερδοσκοπικών συνδυασμών, όπως εν προκειμένω συμβαίνει, το δε όποιο κέρδος που απεκόμισε από αυτή να ήταν αποτέλεσμα της προσωπικής εργασίας του ίδιου και της οικογενείας του και όχι τρίτων. Η ανωτέρω επιχειρηματική - εμπορική δραστηριότητα του εκκαλούντος διατηρήθηκε με την ανωτέρω περιγραφείσα μορφή τουλάχιστον μέχρι το έτος 2008, ενώ ουδέποτε έπαυσε, πλην όμως έβαινε διαρκώς μειούμενη, λόγω των οικονομικών προβλημάτων του εκκαλούντος, ο οποίος όμως ήδη από το έτος 2007 έπαυσε τις πληρωμές του κατ’ αρχήν στο όγδοο των καθ’ ων-εφεσίβλητων ΕΦΚΑ (πρώην ΟΓΑ) και εν συνεχεία στους λοιπούς πιστωτές. Επομένως, κατά τον χρόνο παύσης των πληρωμών των ληξιπρόθεσμων οφειλών του προς τους πιστωτές του, ο εκκαλών  είχε την εμπορική ιδιότητα και επομένως δεν συντρέχει στο πρόσωπό του η ουσιαστική προϋπόθεση της ελλείψεως της πτωχευτικής ικανότητας προκειμένου αυτός να μπορεί να υπαχθεί στις ευεργετικές διατάξεις του Ν. 3869/2010. Κατ` ακολουθίαν τούτων, ο εκκαλών είναι έμπορος και όχι μικρέμπορος, έχει δε πτωχευτική ικανότητα και ως εκ τούτου δεν υπάγεται στο ρυθμιστικό πεδίο του άρθρου 1 του  Ν.3869/2010 στερούμενος της ενεργητικής νομιμοποιήσεως προς κατάθεση αιτήσεως υπαγωγής στις ρυθμίσεις του ανωτέρω νόμου.

 

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλούμενη απόφαση, κρίνοντας ομοίως, απέρριψε την αίτηση ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο (Ν.3869/2010) και έκρινε τις αποδείξεις και δεν έσφαλε κατά την κρίση του. Ο δε περί του αντιθέτου σχετικός λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ’ ουσίαν. Πρέπει, επομένως, η ένδικη έφεση να απορριφθεί στο σύνολό της ως ουσιαστικά αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου που έχει καταθέσει ο εκκαλών στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.3 ΚΠολΔ). Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται κατά το άρθρο 746 του ΚΠολΔ, έστω και αν πρόκειται για υπόθεση που κρίνεται κατά τους κανόνες της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 3 εδ. β Ν. 3869/2010), γιατί η διαδικασία του εν λόγω νόμου δεν επιτρέπει την εφαρμογή του άρθρου αυτού, καθώς επικρατεί η ειδικότερη ρύθμιση που προβλέπει το άρθρο 8 παρ. 6 εδ. β’του Ν. 3869/2010, κατά το οποίο "...Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται", που εφαρμόζεται και στην δευτεροβάθμια δίκη (ΑΠ 951/2015).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης, της τέταρτης, της πέμπτης, της ένατης, της δέκατης, του εντέκατου, του δωδέκατου και του δέκατου τρίτου των εφεσίβλητων και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση κατά της υπ’αριθμ. 39/2020 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πύργου.

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση κατ’ουσίαν.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου της εφέσεως στο δημόσιο ταμείο.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πύργο Ηλείας, στις 10 Ιανουαρίου 2022.

 

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ