ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΗλείας 166/2023

 

Έφεση. Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. Ένσταση δόλου. Στοιχεία ορισμένου αυτής. Ανακριτικό σύστημα στην εκούσια δικαιοδοσία σε σχέση με την ένσταση του δόλου. Δέχεται έφεση. Απορρίπτει ένσταση δόλου ως αόριστη. Ιδιοκτήτρια φροντιστηρίου. Μη εμπορική ιδιότητα.

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ

ΕΦΕΣΗ – ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ

ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ Ν.3869/2010

 

Αριθμός Απόφασης 166/2023

 

[αριθμός έκθεσης προσδιορισμού συζήτησης έφεσης ΜΕ …./….01.2022]

[αριθμός έκθεσης κατάθεσης δικογράφου έφεσης …./….9.2021]

[αριθμός έκθεσης κατάθεσης δικογράφου αίτησης …./….10.2016]

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΛΕΙΑΣ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Βασιλική Ρέππα, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Προϊστάμενος του παρόντος Πρωτοδικείου, Πρόεδρος Πρωτοδικών, και από τη Γραμματέα Ευγενία Τσιπολίτη.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 09 Ιουνίου 2022 και κατόπιν διακοπής της συνεδρίασης στις 28 Ιουνίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

Των εκκαλούντων : 1) Γ….. Π….. του .….., ΑΦΜ……., κατοίκου Πύργου Ηλείας, και 2) Γ……. Σ…….. του …….., ΑΦΜ…….., κατοίκου Οικισμού Κ….. της τοπικής κοινότητας Σ…… του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, οι οποίοι παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου τους Θεοδώρας Καλάκου [Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ 156, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΗΛ Νο : Η0./28.6.2022]  και κατέθεσαν προτάσεις.

 

Των εφεσίβλητων : 1) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ Π….. ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 2) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «Ε….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 3) Της υπό Ειδική Εκκαθάριση Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «Α….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από την ειδική εκκαθαρίστρια εταιρεία με την επωνυμία «P….. Ε…… ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 4) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα E….. Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο « E…..», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα E….. E…… ΑΕ», λόγω διασπάσεως της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και σύσταση της πρώτης τραπεζικής εταιρείας (άρθρα 16 Ν.2515/1997, 57 παρ.3, 59-74 Ν.4601/2019), η οποία δεν παραστάθηκε. 5) Ανώνυμης Εταιρείας Παροχής Πιστώσεων με την επωνυμία «H….. P……», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 6) Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «Α…. ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «A…. ΒΑΝΚ», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε. 7. Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)», ως οιονεί καθολικού διαδόχου (άρθρα 51 και 53 Ν.4387/2016) του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΊΣΕΩΝ (ΟΓΑ)», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Δικαστικό Πληρεξούσιο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Σπυρίδωνα Πέρρα και κατέθεσε προτάσεις. 8. Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)», ως οιονεί καθολικού διαδόχου (άρθρο 51παρ.1 Ν. 4378/2016) του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ΑΦΜ……., το οποίο παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου του Ελευθερίας Μπέλτσου [Δικηγορικός Σύλλογος Ηλείας, ΑΜ100, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΗΛ Η045586/28.6.2022] και κατέθεσε προτάσεις. 9) Ελληνικού Δημοσίου νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών, που εδρεύει στην Αθήνα, ΑΦΜ….., και ήδη από 01ης.01.2017 από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, ΑΦΜ….., που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Διοικητή  της [άρθρα 1 παρ.1, 36 παρ.1, 41 παρ.4, 43 Ν. 4389/2016], στην προκειμένη και από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Πύργου, το  οποίο εκπροσωπήθηκε από τον Δικαστικό Πληρεξούσιο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Σπυρίδωνα Πέρρα και κατέθεσε προτάσεις. 10) Ανώνυμης Εταιρείας  με την επωνυμία «d….. v….. G…… Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις» και τον διακριτικό τίτλο «d…. V….. G…..», πρώην με την επωνυμία «E……. F….. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΑΕ», και τον διακριτικό τίτλο «E…… F….. P….. S……», που εδρεύει στο Μ…… Αττικής, επί της οδού Κ….. αρ. 27 και Α….., ΑΦΜ……, ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, ΓΕΜΗ……., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, αδειοδοτηθείσα από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το Ν.4354/2015, δυνάμει της υπ’αριθμ……./…./13.3.2017 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών θεμάτων [υπ’αριθμ……/16.3.2017 ΦΕΚ τ.Β, η οποία ενεργεί με την ιδιότητά της ως μη δικαιούχου και μη υπόχρεου διαδίκου, διαχειρίστριας των απαιτήσεων την αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού  με την επωνυμία: «P….. F….. D…… A….. C…….», που εδρεύει στο Δουβλίνο Ιρλανδίας, επί της οδού Georges Dock αρ.3, 4ος όροφος, IFCS, Δουβλίνο 1, με αριθμό καταχώρησης στο μητρώο εταιρειών 6……, όπως εκπροσωπείται νόμιμα. Η ανωτέρω εταιρεία ειδικού σκοπού κατέστη ειδική διάδοχος της πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ E….. E….. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «E….. E…….», ΑΦΜ……., ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, κατόπιν μεταβίβασης στο πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.3156/2003. Μεταγενέστερα η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ E……. ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «E…..», που εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Όθωνος αρ.8, ΑΦΜ……, ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, ΓΕΜΗ……, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, κατέστη καθολική διάδοχος της ανωτέρω πρώην ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ E…… E…… ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «E…… E……», λόγω διασπάσεως της τελευταίας  με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητας και σύσταση της ως άνω νέας ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας (άρθρα 16 Ν.2515/1997, 57 παρ.3, 59-74 Ν. 4601/2019 – υπ’αριθμ. 3….και 3…../20.3.2020 Ανακοινώσεις ΓΕΜΗ). Η δέκατη εφεσίβλητη παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Δημητρίου Κονδύλη [ Δικηγορικός Συλλογός Ηλείας, ΑΜ 70, γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων ΔΣΗΛ Νο Η./28.6.2022] και κατέθεσε προτάσεις.

 

Των προς ους η κοινοποίηση : 1) Ελληνικού Δημοσίου, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, το οποίο παραστάθηκε, όπως αναφέρεται ανωτέρω, και 2) Σ….. Π….. του ……., με την ιδιότητα του εγγυητή, ο οποίος δεν παραστάθηκε.

 

Οι αιτούντες και ήδη εκκαλούντες άσκησαν την από 31.10.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./…...10.2016 αίτηση περί ρύθμισης των οφειλών τους και υπαγωγής τους στις διατάξεις του Ν.3869/2010, την οποία απηύθυναν στο Ειρηνοδικείο Ολυμπίων Ηλείας. Επί της ανωτέρω αίτησης εκδόθηκε η υπ’ αριθμ…../2019 απόφαση του ανωτέρω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, με την οποία κηρύχθηκε απαράδεκτη η συζήτησή της. Εν συνεχεία, κατόπιν επαναφοράς προς συζήτηση της αίτησης, με την από 10.11.2020 [α.ε.κ.δ. …../28.12.2020] κλήση των αιτούντων, εκδόθηκε η υπ’αριθμ. …./….7.2021 οριστική απόφαση του ανωτέρω πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, η οποία απέρριψε την αίτηση ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Κατά της τελευταίας αυτής  απόφασης […../2021] οι αιτούντες άσκησαν  την από 30.9.2021 έφεση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/…...9.2020 και εν συνεχεία προς προσδιορισμό δικάσιμου στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΜΕ…../…..01.2022. Η συζήτηση της έφεσης προσδιορίστηκε στη δικάσιμο της 08ης.6.2022 και κατόπιν διακοπής της συζήτησης έλαβε χώρα στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 28ης.6.2022.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ότε εκφωνήθηκε κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι  Δικηγόροι των παριστάμενων διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς της με τις προτάσεις που κατέθεσαν.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από την  υπ’ αριθμ. 1….Β/09.02.2022 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Ν….. Σ……, τις υπ’ αριθμ. 3…..Β/02.02.2022, 3….Β/03.02.2022, 3…..Β/03.02.2022, 3…..Β/03.02.2022, 3….Β/03.02.2022 εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών, με έδρα το Πρωτοδικείο Ηλείας, Θ….. Ν……., την  υπ’ αριθμ. 1…..Β/09.02.2022 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, Ν…… Σ……, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της ένδικης έφεσης, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση στην ορισθείσα δικάσιμο της 08ης Ιουνίου 2022, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στις μη παριστάμενες πέμπτη, τέταρτη, έκτη, πρώτη, δεύτερη, τρίτη των εφεσίβλητων και δεύτερο τον προς ον η κοινοποίηση, αντίστοιχα, με επιμέλεια των εκκαλούντων – αιτούντων, η οποία επέσπευσε τη συζήτηση της έφεσης, καθώς η πληρεξούσια Δικηγόρος των εκκαλούντων, που υπογράφει το εφετήριο, κατέθεσε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου ακριβές αντίγραφο του τελευταίου για τον προσδιορισμό δικασίμου [άρθρα 122 παρ.1, 123, 124 παρ.1 και 2, 126 παρ.1 περ.γ, 127 παρ.1, 129 παρ.1, 748 παρ.1,2,4 και 760 ΚΠολΔ]. Ωστόσο, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης αυτού του Δικαστηρίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο προς συζήτηση της έφεσης, ότε η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά εγγραφής της στο οικείο πινάκιο, οι ανωτέρω εφεσίβλητες ανώνυμες τραπεζικές και ο προς ον η κοινοποίηση εγγυητής δεν παραστάθηκαν. Το Δικαστήριο, όμως, θα προχωρήσει στη συζήτηση της έφεσης σαν να ήταν και αυτοί παρόντες [ΚΠολΔ 524 παρ.4, 764 παρ.2). Παράβολο για τη περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας δεν θα οριστεί, διότι η άσκηση του ένδικου αυτού μέσου δεν προβλέπεται στη προκειμένη περίπτωση (άρθρο 14 του Ν.3869/2010). Σημειωτέον ότι οι μη παριστάμενες εφεσίβλητες ανώνυμες τραπεζικές εταιρείες δεν θεωρείται ότι αντιπροσωπεύονται από τις παριστάμενες εφεσίβλητες, παρά το γεγονός ότι στη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ο δεσμός που συνδέει τους πιστωτές του αιτούντος οφειλέτη, ενόψει του ότι η ισχύς της απόφασης που θα εκδοθεί εκτείνεται σε όλους τους «μετέχοντες στη δίκη» πιστωτές, είναι αυτός της αναγκαστικής παθητικής ομοδικίας (άρθρο 76 παρ.1 εδ.β΄ ΚΠολΔ), καθόσον στην εκούσια δικαιοδοσία, κατά την ορθότερη γνώμη, δεν εφαρμόζεται, όπως στην αμφισβητούμενη, η διάταξη του άρθρου 76 παρ.1 εδάφιο τελευταίο του ΚΠολΔ, κατά την οποία «οι ομόδικοι που μετέχουν νόμιμα στη δίκη ή έχουν προσεπικληθεί, αν δεν παραστούν, θεωρούνται ότι αντιπροσωπεύονται από εκείνους που παρίστανται». Και τούτο  διότι η έκταση του επηρεασμού στις έννομες σχέσεις του αιτούντος και των άλλων ενδιαφερομένων είναι διάφορη (Βαθρακοκοίλης, Ερμηνευτική Νομολογιακή Ανάλυση του ΚΠολΔ, τ.δ, έκδοση 1996, άρθρο 754 αριθμ. Ια). Ειδικά δε στο Ν. 3869/2010, όπου συντρέχουν αντίθετα συμφέροντα των πιστωτών, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής η ανωτέρω διάταξη (ΕιρΛαρ 69/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», όπου παραπομπές σε θεωρία και νομολογία). 

 

Η υπό κρίση από 29.9.2021 έφεση των ηττηθέντων αιτούντων κατά της υπ’ αριθμ. ……/…...7.2021 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων Ηλείας, το οποίο συνεκδίκασε κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας την αίτηση και την κυρία παρέμβαση, ερήμην της πρώτης, δεύτερης, τρίτης, πέμπτης, έκτης, έβδομου των καθ’ ών η αίτηση και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιου Δικαστηρίου, κατά την ίδια διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας [άρθρα 17 Α, 741 επ. ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 3 Ν.3869/2010]. Έχει δε ασκηθεί νομότυπα, με την κατάθεση δικογράφου στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……/…...9.2021, και εμπρόθεσμα, δηλαδή εντός προθεσμίας δύο [2] ετών από τη δημοσίευση της εκκαλούμενης απόφασης, που έλαβε χώρα στις 27 Ιουλίου 2021, δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται σχετική έκθεση επίδοσης της εκκαλουμένης, ούτε προσκομίζεται σχετική έκθεση επίδοσης, ούτε κάτι τέτοιο προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας (άρθρα 14 Ν.3869/2010, 495 αρ.1, 511, 513 παρ.1 περ.β εδ.α, 518 παρ.2 ΚΠολΔ). Επιπλέον για το παραδεκτό αυτής έχει κατατεθεί το νόμιμο ηλεκτρονικό παράβολο, ποσού 75,00 ευρώ, που προβλέπεται από την παράγραφο 4 του άρθρου 495 ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από την υπ’αριθμ. 9/30.9.2021 έκθεση κατάθεσης του Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Πύργου Ηλείας, όπου γίνεται αναφορά στο υπ’αριθμ. 4…… ηλεκτρονικό e – παράβολο.

 

Οι εκκαλούντες, με την από 31.10.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./…..10.2016 αίτησή τους ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων Ηλείας, επικαλούμενη έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών τους οφειλών προς τις καθ’ ών η αίτηση πιστώτριες τους, ζήτησαν να επικυρωθεί το περιεχόμενο στην αίτηση σχέδιο διευθέτησης οφειλών, ως προτείνεται ή ως τροποποιηθεί, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 Ν.3869/2010, ώστε να αποκτήσει αυτό ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, και επικουρικά, σε περίπτωση μη επίτευξης προδικαστικού συμβιβασμού, να διαταχθεί η δικαστική ρύθμιση των οφειλών τους [άρθρο 8 παρ.2 Ν.3869/2010] και να εξαιρεθούν από την εκποίηση αφενός τα ακίνητα που χρησιμεύουν ως κύρια κατοικία εκάστου εξ αυτών, αφετέρου τα λοιπά περιουσιακά τους στοιχεία, καθώς και να αναγνωριστεί ότι με τη τήρηση της ρύθμισης των οφειλών τους θα απαλλαγούν από τα χρέη τους προς τους καθ’ ών η αίτηση.

 

Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη υπ’ αριθμ. ……/…..7.2021 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων Ηλείας, η οποία, αφού έκρινε την αίτηση επαρκώς ορισμένη και νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,4,5,8,9 του Ν.3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις των άρθρων  56, 58 παρ.1, 3 εδ.α, 59 παρ.2, 61 παρ.2, 62 παρ.3 του Ν. 3869/2010, οι οποίες εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς δίκες, όπως ορίζεται στη διάταξη του άρθρου 68 παρ.8 Ν. 3869/2010, την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθώς έκρινε ότι οι αιτούντες και ήδη εκκαλούντες περιήλθαν από δική τους υπαιτιότητα σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών διότι δημιούργησαν υπέρογκα χρέη, υπερβαίνοντας το μέτρο και τη σύνεση του μέσου καταναλωτή, με τον αλόγιστο δανεισμό τους, μολονότι γνώριζαν ότι στο μέλλον θα αδυνατούσαν να τα καλύψουν ή τουλάχιστον προχωρούσαν στη λήψη δανείων αποδεχόμενοι πλήρως ως πιθανό αποτέλεσμα την αδυναμία πληρωμής τους και αψηφώντας τις συνέπειες.

 

Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται  οι αιτούντες και ήδη εκκαλούντες, με την κρινόμενη έφεσή τους, για τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν λόγους, οι οποίοι  ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη με σκοπό να γίνει δεκτή η αίτησή τους ως ουσιαστικά βάσιμη.

 

Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι οι ισχυρισμοί-ενστάσεις, που επαναπροτείνουν οι εφεσίβλητοι με τις προτάσεις τους ενώπιον του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, επειδή έχουν προταθεί στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και απορριφθεί και δεν προσβάλλεται η εκκαλουμένη με σχετικό λόγο έφεσης εκ μέρους τους, θα επανεξεταστούν από το παρόν Δικαστήριο μόνο εφόσον γίνει δεκτή η έφεση και εξαφανιστεί η εκκαλουμένη.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι η εκκαλουμένη εσφαλμένα έκανε δεκτή την ένσταση που πρόβαλαν οι παριστάμενες των καθ’ών η αίτηση και η κυρίως παρεμβαίνουσα ως ουσιαστικά βάσιμη αντί να την απορρίψει ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας.

 

Ειδικότερα ισχυρίζονται ότι οι ενιστάμενες προέβησαν σε μια παράθεση της γενικής θεωρίας περί υπαίτιας περιέλευσης των αιτούντων οφειλετών σε αδυναμία πληρωμών χωρίς να παραθέτουν συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που να αφορούν την επίδικη περίπτωση και ιδίως δεν ανέφεραν το ιστορικό ανάληψης των δανείων τους κατά χρονική σειρά, το οποίο θα εδύναντο να πληροφορηθούν μέσω του συστήματος Τειρεσίας, ούτε τα εισοδήματά τους, τα οποία ευχερώς θα εδύναντο να πληροφορηθούν από την αρμόδια οικονομική υπηρεσία, κατόπιν αιτήσεώς τους στον αρμόδιο Εισαγγελέα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 10 παρ.3 Ν.3869/2010.

 

Επί του λόγου αυτού εφέσεως πρέπει να γίνουν δεκτά τα ακόλουθα : Με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1 Ν.3869/2010 ορίζεται ότι : «Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4, για τη ρύθμιση των οφειλών αυτών και την απαλλαγή. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής ».  Σύμφωνα με τη παραπάνω διάταξη απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στο ρυθμιστικό πεδίο εφαρμογής του Ν.3869/2010 είναι ο οφειλέτης να έχει περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του. Ο Ν. 3869/2010 θεωρεί δεδομένη την έννοια του δόλου από τη γενική θεωρία του αστικού δικαίου. Στο πεδίο του τελευταίου ο δόλος, ως μορφή πταίσματος, προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 330 ΑΚ, με την οποία ορίζεται ότι « ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίσθηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νόμιμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές.». Η εν λόγω διάταξη θεσπίζει δύο μορφές πταίσματος, τον δόλο και την αμέλεια. Ενώ, όμως, δίνει ορισμό της αμέλειας, τον προσδιορισμό του δόλου αφήνει στην επιστήμη και στη νομολογία. Η έννοια του δόλου, όπως γίνεται δεκτή στο πεδίο του αστικού δικαίου, συμπίπτει με εκείνη του άρθρου 27 παρ.1 του ΠΚ, που ορίζει ότι : «Με δόλο (πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια κάποιας αξιόποινης πράξης. Επίσης, όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται.». Η τελευταία αυτή διάταξη διακρίνει τον δόλο σε άμεσο και ενδεχόμενο. Ορίζει δε ότι με άμεσο δόλο πράττει αυτός που «θέλει» την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και εκείνος που δεν επιδιώκει μεν αυτό, προβλέπει όμως ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεως του και, παρά ταύτα, δεν αφίσταται αυτής. Αντίθετα, με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξεως του και το «αποδέχεται». Περαιτέρω από τη διατύπωση της παρ.1 εδ. α` του άρθρου 1 του Ν.3869/2010 προκύπτει ότι το στοιχείο του δόλου αναφέρεται στην «περιέλευση»  του οφειλέτη σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμών. Επομένως το στοιχείο του δόλου δύναται να συντρέχει τόσο κατά τον χρόνο ανάληψης της οφειλής όσο και κατά τον χρόνο μετά την ανάληψη της τελευταίας. Ο δόλος αντιμετωπίζεται κατά τον ίδιο τρόπο είτε είναι αρχικός είτε είναι μεταγενέστερος. Το κρίσιμο ζήτημα είναι το περιεχόμενο του δόλου και όχι ο χρόνος που αυτός εκδηλώθηκε. Στη περίπτωση της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.3869/2010, ο οφειλέτης ενεργεί δολίως, όταν με τις πράξεις ή παραλείψεις του επιδιώκει την αδυναμία των πληρωμών του ή προβλέπει ότι οδηγείται σε αδυναμία πληρωμών και δεν αλλάζει συμπεριφορά αποδεχόμενος το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα πρόκειται για τον οφειλέτη εκείνο, ο οποίος καρπούται οφέλη από την υπερχρέωσή του, με την απόκτηση κινητών ή ακινήτων, πλην όμως, είτε γνώριζε, κατά την ανάληψη των χρεών, ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους, είτε από δική του υπαιτιότητα βρέθηκε μεταγενέστερα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Επομένως, η συνεπεία του δόλου μόνιμη αδυναμία του οφειλέτη δεν είναι αναγκαίο να εμφανισθεί μετά την ανάληψη του χρέους, αλλά μπορεί να υπάρχει και κατά την ανάληψη αυτού, όταν δηλαδή ο οφειλέτης ήδη από την αρχή αναλαμβάνοντας το χρέος γνωρίζει ότι, με βάση τα εισοδήματά του και τις εν γένει ανάγκες του δεν μπορεί να το εξυπηρετήσει. Περίπτωση ενδεχόμενου δόλου συντρέχει όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων, προβλέποντας ως ενδεχόμενο, ότι ο υπερδανεισμός του με βάση τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του, θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό. Ειδικότερα, σε μια δανειακή σύμβαση υφίσταται κατ’ ουσίαν αποδοχή από τον δανειολήπτη της προβλεπόμενης αδυναμίας του να αποπληρώσει το ειλημμένο δάνειο, όταν έχοντας γνώση της πρόδηλης αναντιστοιχίας των εισοδημάτων του προς τις οφειλές του, την αποπληρωμή των οποίων με ιδία πρωτοβουλία αναλαμβάνει και σταθμίζοντας τη διακινδύνευση των οικονομικών συμφερόντων, τόσο του ίδιου, όσο και του πιστωτή του, με το επιδιωκόμενο όφελος, το οποίο θα καρπωθεί, εφόσον πραγματοποιηθεί ο κίνδυνος, προβαίνει στη σύναψη της σχετικής δανειακής συμβάσεως, επειδή κρίνει ότι η σκοπούμενη για αυτόν ωφέλεια από τη χρήση των δανειακών κεφαλαίων σαφώς υπερέχει των συνεπειών που επαπειλούνται από την επέλευση του κινδύνου. Αξίωση πρόσθετων στοιχείων για τη συγκρότηση του δόλου στο πρόσωπο του οφειλέτη κατά την ανάληψη του χρέους, όπως είναι η εξαπάτηση των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος ή η παράλειψη του πιστωτικού ιδρύματος να προβεί στις αναγκαίες έρευνες της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη, δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του νόμου. Ο δόλος του οφειλέτη στη μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών χρεών του περιορίζεται στη πρόθεσή του και μόνο, δηλαδή σε ένα υποκειμενικό στοιχείο, χωρίς να είναι ανάγκη προσθήκης και άλλων, κατά τα ανωτέρω, αντικειμενικών στοιχείων. Τέλος, όπως προκύπτει από τη πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.3869/2010, σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής, το επιλαμβανόμενο της υπόθεσης δικαστήριο ερευνά την ύπαρξη του δόλου όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά, όπως είναι αυτονόητο και γι` αυτό παραλείφθηκε στο νόμο, κατά πρόταση πιστωτή, ο οποίος πρέπει να προτείνει τον εν λόγω ισχυρισμό κατά τρόπο ορισμένο, ήτοι με σαφή έκθεση των γεγονότων που τον θεμελιώνουν (άρθρο 262 παρ. 1 ΚΠολΔ) και να τον αποδείξει (ΑΠ 90/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ,  ΑΠ 53/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 208/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 400/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 426/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 634/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1174/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 286/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 153/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΚορ 85/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΛαμ 49/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

Όπως προκύπτει από τη πρόβλεψη του εδ. β' της παρ. 1 του ίδιου άρθρου 1 του Ν. 3869/2010, σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής, το επιλαμβανόμενο της υποθέσεως δικαστήριο ερευνά την ύπαρξη του δόλου όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά, όπως είναι αυτονόητο και για αυτό παραλείφθηκε στο νόμο, κατά πρόταση πιστωτή, ο οποίος πρέπει να προτείνει τον εν λόγω ισχυρισμό κατά τρόπο ορισμένο, ήτοι με σαφή έκθεση των γεγονότων που τον θεμελιώνουν (άρθρο 262 παρ. 1 του ΚΠΔ) και να τον αποδείξει. Από τον συνδυασμό των προαναφερομένων διατάξεων συνάγεται ότι για να είναι ορισμένη και, επομένως, παραδεκτή, κατά το άρθρο 262 του ΚΠΔ, η ένσταση της πιστώτριας τράπεζας ότι ο οφειλέτης περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων προς αυτήν χρηματικών οφειλών από ενδεχόμενο δόλο, με την έννοια ότι συμφώνησε με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων, παρότι προέβλεπε ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του, με βάση τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του, θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών  και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό, πρέπει να αναφέρει : α) τα τραπεζικά προϊόντα που ο οφειλέτης συμφώνησε, το αρχικό και τελικό ύψος αυτών, β) τον χρόνο που τα συμφώνησε, γ) τις οικονομικές δυνατότητες αυτού, κατά το χρόνο δημιουργίας των οφειλών ή τις ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, καθώς και δ) ότι, με βάση τα ως άνω οικονομικά δεδομένα, προέβλεπε ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό. Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 744 και 759 παρ. 3 ΚΠολΔ προκύπτει ότι το δικαστήριο, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, μπορεί και αυτεπαγγέλτως να διατάζει κάθε μέτρο πρόσφορο για την εξακρίβωση πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί και ιδιαίτερα γεγονότων που συντελούν στην προστασία των ενδιαφερομένων ή της έννομης σχέσης ή του γενικότερου κοινωνικού συμφέροντος (άρθρ. 744) και ότι το δικαστήριο, ακόμη και αποκλίνοντας από τις διατάξεις που ρυθμίζουν την απόδειξη, διατάζει αυτεπαγγέλτως κάθε τι που κατά την κρίση του είναι απαραίτητο για την εξακρίβωση της αλήθειας των πραγματικών γεγονότων (άρθρ. 759 παρ. 3) Με τις διατάξεις αυτές εισάγεται απόκλιση από τη ρύθμιση του άρθρου 106 ΚΠολΔ και καθιερώνεται για τις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το ανακριτικό σύστημα, το οποίο παρέχει στο δικαστήριο ελευθερία αυτεπάγγελτης ενέργειας και συλλογής του αποδεικτικού υλικού και εξακρίβωσης πραγματικών γεγονότων, ακόμη και εκείνων που δεν έχουν προταθεί, τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Η ειδική αυτή ρύθμιση καταλαμβάνει τις γνήσιες και τις μη γνήσιες υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, δηλαδή και εκείνες τις ιδιωτικές διαφορές που ο νόμος παραπέμπει για εκδίκαση στην ειδική αυτή διαδικασία, λόγω της απλότητας και συντομίας από την οποία κυριαρχείται. Το ανακριτικό αυτό σύστημα ισχύει και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ενώ η εξουσία του δικαστηρίου για λήψη κάθε πρόσφορου μέτρου για την ανεύρεση της αλήθειας δεν οριοθετείται από το νόμο και άρα, είναι απεριόριστη, αφού μπορεί να λάβει υπόψη ακόμη και άκυρα ή ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα (όχι, όμως, και ανεπίτρεπτα) καθώς και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου ή αποδεικτικά μέσα εκτός του καταλόγου του άρθρου 339 ΚΠολΔ, αποδεσμευόμενο από τους αποδεικτικούς τύπους της αυστηρής απόδειξης. Η εξουσία όμως αυτή του δικαστηρίου δεν εξικνείται μέχρι του σημείου να αναλύει αυτεπαγγέλτως τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία είναι αναγκαία για την πληρότητα της ιστορικής βάσης της ένστασης, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως αλλά μόνο κατά πρόταση του διαδίκου και τα οποία αναγκαία πραγματικά περιστατικά δεν αναφέρονται σαφώς και ορισμένα ως περιεχόμενο αυτής (ένστασης). Ειδικότερα σε περίπτωση αίτησης οφειλέτη περί υπαγωγής του στις διατάξεις του Ν.3869/2010, κατά την εκδίκαση της οποίας υποβάλλεται από τον πιστωτή εντελώς αορίστως ένσταση δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, χωρίς η ένσταση αυτή να περιέχει τα προαναφερθέντα στοιχεία, η εξουσία του δικαστηρίου δεν εξικνείται μέχρι του σημείου να δύναται αυτό να αναλύει αυτεπαγγέλτως τα ποσά του δανεισμού και τα εισοδήματα του αιτούντος, αφού έτσι ουσιαστικά υποκαθιστά τον διάδικο (πιστωτή) προς το συμφέρον του οποίου έχει ταχθεί η σχετική νομοθετική ρύθμιση και ο οποίος κατά το νόμο οφείλει να προτείνει ορισμένα την αντίστοιχη ένσταση, η οποία δεν λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως [ΑΠ 166/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1508/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 59/2021, ΑΠ 515/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ].

 

Η κυρίως παρεμβαίνουσα και ήδη δέκατη εφεσίβλητη με τις κατατεθείσες προτάσεις της ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προβάλλοντας την ένσταση περί δόλιας περιέλευσης των αιτούντων και ήδη εκκαλούντων σε γενική και μόνιμη αδυναμία ικανοποίησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους ισχυρίστηκε ότι οι αιτούντες συνήψαν δεκαοκτώ [18] δανειακές συμβάσεις, συνολικού ποσού 367.393,24 ευρώ συμπεριλαμβανομένων τόκων και εξόδων, ο πρώτος εξ αυτών εργαζόταν στο παρελθόν ως λογιστής σε εταιρεία στον Πύργο [χωρίς αναφορά στα εισοδήματά του (ετήσιες ή μηνιαίες αποδοχές του)], η δεύτερη  εξ αυτών εργαζόταν στο παρελθόν ως καθηγήτρια ξένων γλωσσών, με μηνιαίες αποδοχές ποσού 850,00 €, με αποτέλεσμα να μην έχουν πιστοληπτική ικανότητα και να τελούν σε αναντιστοιχία των εισοδημάτων τους σε σύγκριση με τον δανεισμό τους, ήδη κατά τον χρόνο σύναψης των δανειακών συμβάσεων, γεγονός του οποίου τελούσαν σε γνώση. Επίσης το όγδοο των καθ’ ών η αίτηση και ήδη όγδοο εφεσίβλητο ισχυρίστηκε ότι η εκκαλούσα αντίθετα με τη καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και μη επιδεικνύοντας την επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές αποδέχτηκε το αποτέλεσμα της μελλοντικά σφόδρα πιθανής και ενδεχόμενης μη αποπληρωμής της συνολικής επίδικης οφειλής της αποφασίζοντας να συνεχίσει επί σειρά ετών την ίδια πρακτική. Συνεπώς οι ανωτέρω ισχυρίστηκαν ότι από τα χαμηλά εισοδήματα των αιτούντων-εκκαλούντων, σε σύγκριση με το συνολικό ύψος των οφειλών τους, προκύπτει ότι ουδέποτε διέθεταν ικανά εισοδήματα για να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις και ήδη κατά την ανάληψη των δανείων τους είχαν ενδεχόμενο δόλο καθώς συμφώνησαν με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων προβλέποντας ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός τους με βάση τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές τους δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών τους, θα τον οδηγούσαν σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκαν το αποτέλεσμα αυτό.

 

Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας η ένσταση περί υπαίτιας, υπό τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, περιέλευσης των εκκαλούντων σε μόνιμη αδυναμίας πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών τους οφειλών, είναι αόριστη, διότι οι εκκαλούντες, που είχαν κατά το νόμο το βάρος της επίκλησης και απόδειξης του δόλου του οφειλέτη, παραλείπει να αναφέρει το αρχικό και τελικό ύψος των τραπεζικών προϊόντων που οι οφειλέτες συμφώνησαν να λάβουν, τον χρόνο που τα συμφώνησαν, τις οικονομικές δυνατότητές τους κατά τον χρόνο δημιουργίας των οφειλών, τις ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές τους δυνατότητες, ώστε με βάση τα δεδομένα αυτά να καταστεί δυνατόν να κριθεί αν προέβλεπαν ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός τους θα τους οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκαν το αποτέλεσμα αυτό.

 

Σημειωτέον ότι το ισχύον στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ανακριτικό σύστημα δεν εξικνείται μέχρι το σημείο το δικαστήριο να λαμβάνει αυτεπαγγέλτως υπόψη πραγματικά περιστατικά, όπως εισοδήματα και ποσά δανεισμού, υποκαθιστώντας τον ενιστάμενο πιστωτή, τα οποία πρέπει να πληρούν το πραγματικό της ενστάσεως. Επειδή δε η ένσταση, όπως προβλήθηκε πρωτοδίκως τυγχάνει αόριστη, έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας. Η εκκαλουμένη, η οποία έκρινε ότι η ένσταση δόλου είναι ορισμένη και εξετάζοντας τη βασιμότητά της την έκανε κατ’ ουσίαν βάσιμη, δεχόμενο ότι οι αιτούντες δημιούργησαν υπέρογκα χρέη, υπερβαίνοντας το μέτρο και τη σύνεση του μέσου καταναλωτή, με τον αλόγιστο δανεισμό τους, μολονότι γνώριζαν ότι στο μέλλον θα αδυνατούσαν να τα καλύψουν ή τουλάχιστον προχωρούσαν στη λήψη των δανείων αποδεχόμενοι πλήρως ως πιθανόν αποτέλεσμα την αδυναμία πληρωμής τους και αψηφώντας τις συνέπειες, και απέρριψε την αίτηση ως ουσιαστικά αβάσιμη, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο σχετικά με τη πληρότητα της σχετικής ένστασης. Συνεπώς η κρινόμενη έφεση, κατά παραδοχή του πρώτου λόγου αυτής πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη στο σύνολό της, να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της εφέσεως στους εκκαλούντες και να κρατηθεί η υπόθεση και να δικαστεί εκ νέου η αίτηση στην ουσία της από το παρόν Δικαστήριο [άρθρο 535 παρ.1 ΚΠολΔ].

 

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.1 Ν.3869/2010 η αίτηση ρύθμισης των οφειλών πρέπει να περιέχει : α) κατάσταση της περιουσίας του οφειλέτη και των κάθε φύσης εισοδημάτων του ίδιου και του συζύγου του, β) κατάσταση των πιστωτών του και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και γ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, που να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και συσχέτιση τόσο τα συμφέροντα των πιστωτών, όσο και την περιουσία, τα εισοδήματα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού δεν επιτρέπεται η ρύθμιση οφειλών, που έχουν αναληφθεί το τελευταίο έτος πριν από την υποβολή της αίτησης. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι για το ορισμένο της αίτησης ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένου φυσικού προσώπου ο αιτών – οφειλέτης πρέπει να εκθέτει σε αυτή ότι είναι φυσικό πρόσωπο στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, ότι έχει ληξιπρόθεσμα χρέη προς τρίτους, τα οποία υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου, ότι περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του χωρίς δόλο, ότι απέτυχε η προσπάθεια εξωδικαστικού συμβιβασμού με τους πιστωτές του, να εκθέτει επίσης ποιοι είναι οι πιστωτές του με πλήρη στοιχεία, ποιες είναι οι απαιτήσεις τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, να περιγράφει την οικογενειακή του κατάσταση (έγγαμος, άγαμος, διαζευγμένος, αν έχει προστατευόμενα μέλη, τα οποία υποχρεούται εκ του νόμου να διατρέφει), τα από οποιαδήποτε πηγή εισοδήματα του ίδιου και της συζύγου του, κατά τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της αίτησης, τα περιουσιακά του στοιχεία (κρίσιμα, εφόσον του αποφέρουν εισοδήματα, αλλά, και, σε αρνητική περίπτωση, για τη διερεύνηση της δυνατότητας εκποίησής τους), μη υποχρεούμενος περαιτέρω να αναφέρει τα περιουσιακά στοιχεία της συζύγου του, τα οποία αποτελούν ξένη περιουσία και δεν είναι υπέγγυα στους πιστωτές του. Επίσης ο αιτών θα πρέπει να περιλάβει στην αίτησή του σαφές και ορισμένο σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, περιέχον ρυθμίσεις για όλους τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους, αίτημα δικαστικής ρύθμισης των οφειλών του, επί αποτυχίας του δικαστικού συμβιβασμού, και διάσωσης ( εξαίρεσης από την εκποίηση ) της κύριας κατοικίας του. Αντιθέτως δεν απαιτείται για το ορισμένο της αίτησης να αναφέρεται ο χρόνος ανάληψης του εισαγόμενου προς ρύθμιση χρέους, ούτε ο χρόνος γέννησης των απαιτήσεων. Ο αποκλεισμός από τη ρύθμιση του νόμου χρέους αναληφθέντος το τελευταίο έτος πριν από την υποβολή της αίτησης, δεν σημαίνει αναγκαίως ότι ο χρόνος ανάληψης του χρέους ανάγεται σε στοιχείο της αίτησης (ΜΠΘες 38/2014, ΕλλΔνη 2014.1134, ΜΠΔρ 336/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Πλέον των ανωτέρω ουδέν έτερο στοιχείο απαιτείται για τη πληρότητα της αίτησης και ιδίως δεν απαιτείται η αναφορά των εισοδημάτων του αιτούντος οφειλέτη κατά τον χρόνο ανάληψης των εισαγομένων προς ρύθμιση χρεών του, τα οποία άλλωστε ο οφειλέτης καθιστά γνωστά στους πιστωτές τους, προσκομίζοντας δημόσια έγγραφα προς απόδειξή τους, κατά τον χρόνο σύναψης των δανειακών συμβάσεων, οπότε είναι προαπαιτούμενος ο έλεγχος της πιστοληπτικής του ικανότητας (ΜΠΔρ 336/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, δεν απαιτείται η παράθεση περιστατικών εξαιτίας των οποίων ο οφειλέτης περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία εξόφλησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών του, καθόσον αρκεί η αναφορά ότι περιήλθε σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής χωρίς δόλο (ΜΠΚαστ 187/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΗρ 205/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ). Η συνδρομή ή μη των ανωτέρω (μόνιμη αδυναμία και έλλειψη δόλου) είναι ζήτημα απόδειξης, του μεν οφειλέτη φέροντος το σχετικό βάρος να αποδείξει ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο η σχέση ρευστότητάς του προς τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του είναι αρνητική, του δε πιστωτή να επικαλεστεί και να αποδείξει κατ’ ένσταση την ύπαρξη περιστατικών, που καθιστούν δόλια την περιέλευση του οφειλέτη σε μόνιμη αδυναμία (ΕφΔρ 336/2013 ο.π., ΜΠΘες 18927/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΧαν 197/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΔρ 336/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΛαμ 1/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

Με το ανωτέρω περιεχόμενο η αίτηση τυγχάνει επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένου του σχετικού περί αοριστίας ισχυρισμού  που πρόβαλαν νομοτύπως οι παριστάμενοι καθ’ ών η αίτηση [εφεσίβλητοι], καθώς από την επισκόπηση του δικογράφου της προκύπτει ότι εκτίθενται σε αυτή όλα τα απαραίτητα στοιχεία, που διαλαμβάνονται στις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 και 4 παρ.1 του Ν. 3869/2010 σε συνδυασμό με τα άρθρα 118, 216, 757 ΚΠολΔ, ως ελάχιστο περιεχόμενο της αίτησης , που αποτελεί καταρχήν και το όριο ελέγχου πληρότητας της αίτησης, ήτοι : α) μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών των αιτούντων, β) κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων τους, γ) κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, δ) τυχόν μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στις οποίες ο οφειλέτης προέβη την τελευταία τριετία πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, ε) σχέδιο διευθέτησης οφειλών και στ) αίτημα ρύθμισης αυτών με σκοπό τη προβλεπόμενη από το νόμο απαλλαγή τους. Αντιθέτως για το ορισμένο της αίτησης δεν απαιτείται να περιέχονται και άλλα στοιχεία, όπως ο χρόνος κατάρτισης των δανειακών συμβάσεων, η κατάσταση της περιουσίας και των εισοδημάτων των αιτούντων κατά τον χρόνο δανεισμού τους, η αιτία του δανεισμού και οι μηνιαίες δόσεις που κατέβαλαν, όπως και το πώς και πότε περιήλθαν  σε κατάσταση γενικής και μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, το ακριβές χρονικό σημείο από το οποίο και εφεξής αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, το μηνιαίο κόστος διαβίωσης των ίδιων και της οικογένειας τους, το ύψος των αποδοχών τους κατά το χρόνο σύναψης των δανειακών συμβάσεων, τα οποία δεν αποτελούν αναγκαίο περιεχόμενο της αίτησης, αλλά ζητήματα κρίσης κατόπιν απόδειξης. Επίσης είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1,4,5,8 και 9 Ν.3869/2010, όπως έχει τροποποιηθεί με τις διατάξεις του Ν.4346/2015 (ΦΕΚ Α’ 152/20.11.2015), και των άρθρων 56-68  του Ν.4549/2018 (ΦΕΚ Α’ 105/14.6.2018), οι οποίες σύμφωνα με το άρθρο 68 του ιδίου νόμου καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος τους αιτήσεις (14.6.2018, άρθρο 131). Ωστόσο, μη νόμιμα τυγχάνουν τα αιτήματα : α) να επικυρωθεί το σχέδιο διευθέτησης  οφειλών, καθόσον η επικύρωση του σχεδίου διευθέτησης ή η επικύρωση του τροποποιημένου από τους διαδίκους κατ’ άρθρο 7 Ν.3869/2010 σχεδίου, δεν αποτελεί αντικείμενο της αίτησης του άρθρου 4 παρ.1 Ν.3869/2010, αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις για το αρχικό ή το τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών, οπότε ο Ειρηνοδίκης, αφού διαπιστώσει την κατά τα ανωτέρω επίτευξη συμβιβασμού, με απόφασή του επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο από την επικύρωσή του αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού, β) να αναγνωριστεί ότι οι αιτούντες με τη τήρηση της ρύθμισης θα απαλλαγούν από τα χρέη τους τυγχάνει απαράδεκτο, καθόσον η απαλλαγή επέρχεται με τους όρους του άρθρου 11 του Ν.3869/2010 και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής κατά την έναρξη της διαδικασίας ρύθμισης και γ) να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων, καθότι κατά τη διάταξη του άρθρου 8 παρ.6 Ν.3869/2010 στην προκείμενη διαδικασία δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται. Επομένως, η αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

 

Το έβδομο (ΕΦΚΑ), όγδοο (e - ΕΦΚΑ) και ένατο (Ελληνικό Δημόσιο) των καθών πρόβαλαν την ένσταση αντισυνταγματικότητας του  άρθρου 1 παρ.2 εδ.β Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με τη παρ.1 του άρθρου 1 υποπαρ. Α4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 [ΦΕΚ Α 94/14.8.2015] και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της υποπαρ. Α4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος τους, ως προς την ένταξη σε αυτόν των βεβαιωμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διοίκησης, τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσοδών, τον Τελωνειακό Κώδικα,  και στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Κοινωνικής Ασφάλισης καθώς και των ασφαλιστικών οφειλών προς τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης.

 

Ο ισχυρισμός αυτός τυγχάνει μη νόμιμος και πρέπει να απορριφθεί διότι η Πλήρης Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, επί του μοναδικού λόγου αίτησης αναίρεσης 1) του Ελληνικού Δημοσίου και 2) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, με την οποία διώκετο η αναίρεση της εκδοθείσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας υπ' αριθμ. 13316/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, για ευθεία παραβίαση με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής διάταξης του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α' του Ν. 3869/2010 "Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων", όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), με την οποία εντάχθηκαν στο Ν 3869/2010 και οι βεβαιωμένες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, λόγω αντίθεσης της διάταξης αυτής στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, κατόπιν παραπομπής με την υπ' αριθμ. 357/2021 ομόφωνη απόφαση του Δ' πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου, ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, έκρινε τα ακόλουθα : Με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: "Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου". Η αρχή της ισότητας, η οποία καθιερώνεται με το άρθρο αυτό του Συντάγματος, αποτελεί συνταγματικό κανόνα που επιβάλλει στον κοινό νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοιες καταστάσεις ή σχέσεις ή κατηγορίες προσώπων, να μην τις μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο, είτε με τη μορφή ενός χαριστικού μέτρου ή προνομίου που δεν συνδέεται με αξιολογικά κριτήρια, είτε με την επιβολή μιας αδικαιολόγητης επιβάρυνσης ή της αφαίρεσης δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από γενικότερο κανόνα, εκτός εάν η ιδιαίτερη ρύθμιση υπαγορεύεται από ειδικές περιστάσεις, που τη δικαιολογούν ή επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, δημιουργουμένης διαφορετικά ανισότητας στη νομοθετική μεταχείριση της αυτής κατηγορίας. Η παραβίαση της συνταγματικής αυτής αρχής ελέγχεται από τα δικαστήρια, ώστε να διασφαλίζεται η πραγμάτωση του κράτους δικαίου και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας εκάστου με ίσους όρους. Κατά το δικαστικό αυτό έλεγχο, ο οποίος είναι έλεγχος ορίων και όχι έλεγχος της ορθότητας των νομοθετικών επιλογών, αναγνωρίζεται στον κοινό νομοθέτη η ευχέρεια να ρυθμίζει με ενιαίο ή με διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις και σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, που συνδέονται με κάθε μια από τις καταστάσεις ή σχέσεις αυτές, με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, που βρίσκονται σε συνάφεια προς το αντικείμενο της ρύθμισης. Πρέπει, όμως, η επιλεγόμενη ρύθμιση να κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας και τα οποία αποκλείουν την εκδήλως άνιση μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες ή την αυθαίρετη εξομοίωση προσώπων που τελούν υπό ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες. Και μπορεί μεν, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ο νομοθέτης να θεσπίζει αποκλίσεις από τη συνταγματική αρχή της ισότητας, με την προϋπόθεση, όμως, ότι οι σχετικές ρυθμίσεις δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, είναι πρόσφορες για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 7/2018, ΟλΑΠ 4/2012, ΟλΑΠ 24/2006, ΟλΣτΕ 686/2018, ΟλΣτΕ 1286/2012). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος: "Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους".

 

Η διάταξη αυτή έχει τριπλή σημασία: α) επιβάλλει την εν γένει φορολογική υποχρέωση των Ελλήνων ("συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη"), β) διακηρύσσει τη φορολογική ισότητα ("χωρίς διακρίσεις") και γ) κατοχυρώνει τη φορολογική δικαιοσύνη ("ανάλογα με τις δυνάμεις τους"). Η φορολογική ισότητα εξειδικεύεται με τον καθορισμό του φορολογικού βάρους, σε κάθε περίπτωση, αναλόγως της φοροδοτικής ικανότητας εκάστου, κατά την εν λόγω, δηλαδή, συνταγματική αρχή, η επιβολή φόρου επιτρέπεται μόνον εάν και στο βαθμό, που υφίσταται φοροδοτική ικανότητα. Περαιτέρω, κατ' εφαρμογή της φορολογικής δικαιοσύνης επιβάλλεται η διαμόρφωση του φορολογικού συστήματος κατά τρόπο, που να λαμβάνει υπ' όψη τις οικονομικές δυνάμεις κάθε φορολογούμενου. Με το άρθρο 1 παρ. 1 εδ. α' και β' και 2 περ. α' του Ν 3869/2010 "Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων", όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του, δηλαδή μετά την υπογραφή από τα συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης της ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Β' του άρθρου 3 του Ν 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), ορίζεται: "1. Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής...2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εμπίπτει το σύνολο των οφειλών των προσώπων της παραγράφου 1 προς τους ιδιώτες. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου περιλαμβάνονται επίσης: α) οι βεβαιωμένες οφειλές στην Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, β)...και γ)... Τα αναφερόμενα στα στοιχεία α', β' και γ' πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών του αιτούντος και οι οφειλές του προς αυτά υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τον παρόντα νόμο μαζί με τις οφειλές του προς τους ιδιώτες πιστωτές...3...4. Δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου οι οφειλές, οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί ή βεβαιωθεί το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4, είτε β) δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέσθηκε από τον οφειλέτη με δόλο ή βαρεία αμέλεια, είτε γ) συνίστανται σε διοικητικά πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, είτε δ) αφορούν στην υποχρέωση διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου. Ο περιορισμός του εδαφίου α' στοιχείο α' δεν ισχύει όσον αφορά τις οφειλές του εδαφίου β' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου". Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του Ν 3869/2010 "η δυνατότητα της ρύθμισης, για το φυσικό πρόσωπο, των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν ουσιαστικά μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα". Με το άρθρο 1 παρ. 2 περ. α' του Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με το Ν 4336/2015, επιτράπηκε η υπαγωγή στο πεδίο εφαρμογής του νόμου και η ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών του φυσικού προσώπου προς το Δημόσιο, εφόσον αυτές συντρέχουν με χρέη του έναντι ιδιωτών πιστωτών. Η δυνατότητα υπαγωγής, μαζί με τα χρέη προς τους ιδιώτες πιστωτές, και των χρεών προς το Δημόσιο, τα οποία αρχικά δεν υπάγονταν στο νόμο, κρίθηκε επιβεβλημένη από το νομοθέτη, προκειμένου να επιτευχθεί ο προστατευτικός σκοπός των ρυθμίσεων του Ν 3869/2010, που έδωσε τη δυνατότητα σε υπερχρεωμένους πολίτες, που έχουν αποδεδειγμένη και μόνιμη αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, να ρυθμίσουν την εξόφλησή τους με ευνοϊκότερους όρους και να απαλλαγούν από αυτά, εφόσον εξυπηρετήσουν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα με βάση το εισόδημά τους ένα μέρος των χρεών τους. Η μέριμνα για τη διευθέτηση του φαινομένου της υπερχρέωσης, είτε αυτή αφορά σε οφειλές προς ιδιώτες, είτε αφορά σε οφειλές προς το Δημόσιο, επιτάσσεται τόσο από λόγους δημοσίου συμφέροντος, όσο και από την υποχρέωση σεβασμού της αξίας του οφειλέτη ως ανθρώπου. Επομένως, η νέα διάταξη του νόμου, με την οποία υπάγονται στη ρύθμιση του νόμου, πέραν των χρεών προς τους ιδιώτες, και τα χρέη προς το Δημόσιο, υπηρετεί την προστασία της προσωπικότητας των υπερχρεωμένων προσώπων και την οικονομική επανένταξή τους στο κοινωνικό σύνολο. Ειδικότερα, η κατ' άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος προστασία της αξίας του ανθρώπου (προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας), από την οποία αντλεί τη θεμελιώδη σημασία της η αρχή της ισότητας, αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας. Από τη διάταξη αυτή, με την οποία καθιερώνεται η αρχή του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, απορρέει το δικαίωμα αξιοπρεπούς διαβίωσης ή ενός ελάχιστου εισοδήματος, το οποίο έχει ως φορέα τον "καθένα", ενεργοποιείται δε ως κανόνας προστασίας για κάθε άτομο που πλησιάζει τα όρια της εξαθλίωσης και αποτελεί το ακραίο όριο των νομοθετικών επιλογών. Από την επανένταξη δε των υπερχρεωμένων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα ωφελείται η κοινωνία και η οικονομία. Αντίθετα, η μη συμπερίληψη και των φορολογικών οφειλών στη ρύθμιση του Ν 3869/2010 δεν ωφελεί ούτε τους ιδιώτες πιστωτές, ούτε το Δημόσιο, αφού είναι ορατός ο κίνδυνος να μην μπορέσει ο υπερχρεωμένος οφειλέτης να εξοφλήσει, αφενός μεν τις με βάση τη δικαστική απόφαση ορισθείσες δόσεις προς τους ιδιώτες πιστωτές, αφετέρου δε τις μη ρυθμισθείσες οφειλές του προς το Δημόσιο. Περαιτέρω, η τροποποιηθείσα διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α του Ν. 3869/2010 προϋποθέτει, για τη ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη προς το Δημόσιο μαζί με τα χρέη του προς ιδιώτες, τη δικαστική διάγνωση για τη χωρίς δόλο μόνιμη αδυναμία πληρωμής των εν γένει ληξιπρόθεσμων οφειλών του, κατόπιν συνεκτίμησης της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης, ήτοι με κριτήρια, που συνάδουν με τα προβλεπόμενα από τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος. Στη δικαστική διαδικασία συμμετέχουν όλοι οι πιστωτές, προκειμένου να εκθέσουν τις απόψεις τους, τόσο ως προς την έκταση του περιορισμού, όσο και ως προς τον τρόπο ικανοποίησης των απαιτήσεών τους. Μόνο δε μετά τη συνεπή τήρηση της δικαστικής ρύθμισης των χρεών του επέρχεται απαλλαγή του οφειλέτη, μεταξύ άλλων, και από μέρος των φορολογικών οφειλών του. Άλλωστε, προβλέπονται περιορισμοί στα δυνάμενα να ρυθμιστούν χρέη προς το Δημόσιο, διότι σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 4 του Ν. 3869/2010 εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του, μεταξύ άλλων, τα χρέη από διοικητικά πρόστιμα (όπως της Εφορίας, της Τροχαίας, της αρμόδιας λιμενικής αρχής κ.ά.) ή από χρηματικές ποινές, οι οποίες επιβάλλονται συνήθως από τα ποινικά δικαστήρια. Επίσης, η νέα διάταξη δεν παραβιάζει την ισότητα των πολιτών στα φορολογικά βάρη, που κατανέμονται σ' αυτούς ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, διότι οι φορολογικές υποχρεώσεις των υπερχρεωμένων οφειλετών, δικαίως μεν υπολογίσθηκαν με βάση τη φοροδοτική τους ικανότητα κατά την αντίστοιχη φορολογική χρήση, εντούτοις, εφόσον σε μεταγενέστερο χρόνο διαγνωσθεί δικαστικά, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν 3869/2010 και δη ότι έχουν ήδη περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους προς τους ιδιώτες πιστωτές, δεν μπορεί να υποστηριχθεί, ότι, παρά ταύτα, διατηρούν την προγενέστερη φοροδοτική ικανότητά τους και κατ' επέκταση ότι έχουν την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσουν στο ακέραιο τις οφειλές τους προς το Δημόσιο, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο όχι μόνο η αξιοπρεπής διαβίωσή τους, αλλά και η εξόφληση των δικαστικά ρυθμισμένων οφειλών τους προς τους ιδιώτες. Ως εκ τούτου, δεν συντρέχει ανόμοια μεταχείριση των υπερχρεωμένων οφειλετών με εκείνους τους φορολογούμενους πολίτες, με τους οποίους είχαν κάποτε την ίδια ή όμοια φοροδοτική ικανότητα, καθόσον αυτή δεν υφίσταται πλέον. Επίσης, το γεγονός ότι εξαιρούνται της ρυθμιστικής εμβέλειας του νόμου οι πολίτες, που έχουν αποκλειστικά χρέη προς το Δημόσιο και όχι και προς ιδιώτες πιστωτές, δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα περί μη εφαρμογής του νόμου λόγω αντισυνταγματικότητας στους πολίτες, που πληρούν τις προϋποθέσεις του (ΟλΑΠ 2/2016, ΟλΑΠ 3/2013, ΟλΑΠ 46/2005, ΟλΑΠ 9/2004). Από την άλλη πλευρά, με τη ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, δεν θίγεται η δυνατότητα εξυπηρέτησης δημοσίων σκοπών από την είσπραξη βεβαιωμένων φόρων, διότι οι σχετικές απαιτήσεις του Δημοσίου έναντι των υπερχρεωμένων οφειλετών είναι, σε κάθε περίπτωση, ιδιαιτέρως επισφαλείς, έτσι ώστε η εκ μέρους του Δημοσίου είσπραξη μέρους των απαιτήσεών του μέσω της διαδικασίας του Ν. 3869/2010, συνιστά ένα βέβαιο τρόπο να εισπράξει έσοδα από τις οφειλές αυτές. Συνακολούθως, η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α του Ν. 3869/2010, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015, με την οποία προβλέπεται η υπαγωγή στις διατάξεις του νόμου και των οφειλών των υπερχρεωμένων οφειλετών προς το Ελληνικό Δημόσιο, με συνέπεια τον περιορισμό των σχετικών αξιώσεων του τελευταίου, είναι συμβατή με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, διότι θεσπίσθηκε με βάση αντικειμενικά κριτήρια, ο δε τιθέμενος περιορισμός των αξιώσεων του Δημοσίου δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους όχι μόνο γενικότερου κοινωνικού, αλλά και δημοσίου συμφέροντος, είναι πρόσφορος για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού, ήτοι την επανένταξη των υπερχρεωμένων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, από την οποία ωφελείται η κοινωνία και η οικονομία, πληροί το αναγκαίο μέτρο προς επίτευξη του απαραίτητου αποτελέσματος, καθώς και το όριο αναλογικότητας σε σχέση με την ανάγκη να τεθεί ο συγκεκριμένος περιορισμός [ΑΠ (ΟΛ) 4/2023, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»].

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 παρ.1 του Ν.3869/2010 «φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του Ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων  χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής». Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 παρ.1 του Ν.3588/2007 (ΠτΚ), πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι και οι ενώσεις προσώπων με νομική προσωπικότητα, ενώ, κατά τη διάταξη του άρθρου 1 του Β.Δ. 19-4/01.5.1835, έμποροι είναι όσοι μετέρχονται πράξεις εμπορικές και κύριο επάγγελμα έχουν την εμπορία. Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι από τη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 αποκλείονται φυσικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή οι έμποροι. Κρίσιμο χρονικό σημείο είναι η ύπαρξη ή μη της εμπορικής ιδιότητας κατά τον χρόνο υποβολής από τον οφειλέτη της αίτησης προς το δικαστήριο και όχι η εμπορικότητα ή μη του χρέους. Επομένως, ο οφειλέτης, που κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης είναι έμπορος, δεν μπορεί να υπαγάγει στη ρύθμιση του νόμου αστικά χρέη, που δημιούργησε κατά το παρελθόν, πριν ακόμα αποκτήσει την εμπορική ιδιότητα. Για τους χαρακτηριζόμενους ως εμπόρους, σε περίπτωση αδυναμίας εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεων τους κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι ρυθμίσεις του πτωχευτικού κώδικα και όχι αυτές του Ν.3869/2010. Συνεπώς αποτελεί κρίσιμο ζήτημα για την εφαρμογή του Ν. 3869/2010 η ιδιότητα του αιτούντος οφειλέτη ως εμπόρου ή μη κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης. Επίσης, κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του Πτωχευτικού Κώδικα (Ν.3588/2007), η παύση της εμπορίας ή της οικονομικής δραστηριότητας ή ο θάνατος δεν κωλύουν την πτώχευση, εφόσον επήλθαν σε χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προϋπόθεση για την πτώχευση εμπόρου που έπαυσε την εμπορία του είναι η παύση της εμπορίας να έγινε μέσα στο χρόνο της παύσεως των πληρωμών του και ο τελευταίος να ανάγεται στο χρόνο κατά τον οποίο ο οφειλέτης είχε την εμπορική ιδιότητα. Συνεπώς, υπάγονται στο Ν. 3869/2010 και όσοι ήταν έμποροι, έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους (άρθρο 2 παρ. 3 του Πτωχευτικού Κώδικα). Αντιθέτως δεν υπάγονται στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 οι οφειλέτες που κατά τον χρόνο της παύσεως των πληρωμών είχαν την εμπορική ιδιότητα. Εάν έπαυσαν τις πληρωμές όταν ήταν ακόμα έμποροι τότε απορρίπτεται η αίτηση. Δηλαδή, η εμπορική ιδιότητα είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του Ν.3869/2010 (ΑΠ 31/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 803/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΘεσπ 44/2019, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΣερ 201/2017, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΑμαλ 83/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου, έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις. Κατά δε το άρθρο 8 παρ. 2 του Διατάγματος περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνονται χάριν της εμπορίας του. Ωστόσο οι χαρακτηριζόμενοι ως μικρέμποροι δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα και δεν υφίστανται τις αρνητικές συνέπειές της. Τέτοιοι δε θεωρούνται αυτοί για τους οποίους το κέρδος από την άσκηση εμπορικών πράξεων αποτελεί αμοιβή του σωματικού τους μόχθου και όχι κερδοσκοπικών συνδυασμών, όπως υπαίθριοι πωλητές, τεχνίτες, μοδίστρες κ.λ.π. (ΑΠ 756/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 947/1995,Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΛαμ 4/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕιρΠατρ 1163/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων με βάση τον Ν.3869/2010, έκδοση 2016, άρθρο 1, αρ. 5 επ., σελ. 37 επ., Βενιέρης - Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, έκδοση 2016, αρ. 231 επ., σελ. 123 επ.). Παρά την έλλειψη ρητής διάταξης στο νόμο, με την οποία εξαιρούνται του χαρακτηρισμού τους ως εμπόρων οι μικρέμποροι, εντούτοις γίνεται δεκτό ότι αυτοί υπάγονται στο Ν.3869/2010, όταν δηλαδή η κατά σύνηθες επάγγελμα άσκηση εμπορικών πράξεων συνδέεται προεχόντως και κατά κύριο λόγο με την σωματική τους καταπόνηση και το κέρδος που αποκομίζουν από αυτές αποτελεί αμοιβή της προσωπικής τους εργασίας και όχι κερδοσκοπικών συνδυασμών. Ενδεικτικά δε στοιχεία της ύπαρξης της ιδιότητας του μικρεμπόρου αποτελούν η έλλειψη διάθεσης οργανωμένης επιχείρησης, η μη απασχόληση προσωπικού, η έλλειψη διάθεσης μηχανημάτων ή άλλων εγκαταστάσεων, ο χαμηλός τζίρος. Τον χαρακτηρισμό του αιτούντος ως μικρέμπορου πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει ο ίδιος ο οφειλέτης (ΜΠΘες 9/2016, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΛαρ 44/2020, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΛαρ 106/2018, ηλεκτρονική έκδοση νομολογίας ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΧαν 101/2013, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

Με τη διάταξη του άρθρου 62 παρ.3 του Ν.4549/2018 (ΦΕΚ Α΄105/14.6.2018), η οποία καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις κατά το άρθρο 68 παρ.8 του ιδίου Νόμου, προστέθηκαν στην παράγραφο 2 του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010, όπως αυτός ίσχυε, δύο παράγραφοι, η παράγραφος 2α και η παράγραφος 2β. Με την παράγραφο 2β ορίζεται ότι κατά το χρονικό διάστημα των καταβολών της παραγράφου 2 του άρθρου 8, δηλαδή 3ετία ή 5ετία, ανάλογα με το νόμο που θα δικαστεί η αίτηση, το δικαστήριο κατανέμει το ποσό που μπορεί να καταβάλει ο οφειλέτης μεταξύ της ρύθμισης οφειλών του άρθρου 8 και του σχεδίου διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9 παρ.2, διασφαλίζοντας ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Με τη διάταξη αυτή προβλέπεται πλέον, αντί της χορήγησης περιόδου χάριτος, η κατανομή των μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 και αυτής του άρθρου 9 παρ.2, κατά το χρονικό διάστημα των καταβολών της πρώτης ρύθμισης, δηλαδή αυτό της τριετίας, ή των 3-5 χρόνων για τις αιτήσεις υπό το Ν. 4161/2013. Από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4549/2018 (άρθρο 62) προκύπτει ότι, ο νομοθέτης επιθυμούσε τη χρονική σύμπτωση των δύο ρυθμίσεων, οι οποίες πλέον θα ξεκινούν από την έκδοση της απόφασης, αφού, σύμφωνα με την τροποποίηση που επέφερε στην παρ.2 του άρθρου 8 του Ν. 3869/2010 η διάταξη του άρθρου 61 παρ. 2 Ν. 4549/2018 (ΦΕΚ Α` 105/14.6.2018), η οποία, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 68 παρ.8 του ως άνω Νόμου, εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του δίκες, δεν θα συνυπολογίζονται πλέον οι μηνιαίες καταβολές από την κατάθεση της αίτησης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης στον χρόνο αλλά μόνο στο ποσό. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 62 παρ. 3 του Ν. 4549/2018, το δικαστήριο κατανέμει πλέον το ποσό των δύο δόσεων, αυτής δηλαδή με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη και αυτής για τη διάσωση της κατοικίας του, έτσι ώστε να μη χειροτερεύσει η θέση των πιστωτών σε σχέση με τη θέση που θα είχαν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Θα πρέπει δηλαδή οι πιστωτές να λάβουν, από την έναρξη της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 και παράλληλα με αυτήν, οπωσδήποτε ποσό ίσο με αυτό του ανταλλάγματος της διάσωσης της κύριας κατοικίας, το οποίο θα συνεχίσει ο οφειλέτης να καταβάλει και μετά την πάροδο της τριετίας ή πενταετίας και μέχρι το τέλος της ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2, ενώ ταυτόχρονα ο οφειλέτης δεν θα πρέπει να επιβαρυνθεί με καταβολές ποσού μεγαλύτερου από την ικανότητα αποπληρωμής με βάση τα εισοδήματά του. Σε περίπτωση συνυπολογισμού των προκαταβολών της προσωρινής διαταγής κ.λπ. στη ρύθμιση του άρθρ. 8 παρ. 2, αυτή πρέπει να γίνεται στο αρχικό ποσό που έκρινε το δικαστήριο ότι προκύπτει από την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, με βάση τα εισοδήματά του και όχι σε αυτό που θα προκύψει από την κατανομή των δόσεων των δύο ρυθμίσεων, γιατί στην περίπτωση αυτή, λόγω της μείωσης του ποσού που θα προκύψει από την κατανομή, μπορεί να μην υπάρχει περιθώριο για τον συνυπολογισμό του ποσού που έχει προκαταβάλει ο οφειλέτης, παρότι προβλέπεται αυτό ρητά από το νόμο. Με βάση τη ρύθμιση αυτή και με δεδομένο ότι οι πιστωτές θα πρέπει οπωσδήποτε να λάβουν κατά τη διάρκεια της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 ποσό ίσο με αυτό του ανταλλάγματος της διάσωσης, το δε επιπλέον ποσό και μόνο αποτελεί δόση της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, η μεν ρύθμιση του άρθρου 9 παρ.2 εξυπηρετείται εξαρχής, αυτή δε του άρθρου 8 παρ. 2 έχει αντικείμενο μόνο αν υπάρχει πλεόνασμα από το υποχρεωτικό αντάλλαγμα της διάσωσης. Αν δεν υπάρχει τέτοιο ισχύει ως ρύθμιση με μηδενικές καταβολές και ο οφειλέτης μπορεί μετά την πάροδο της τριετίας να ζητήσει την κατ’ αρθρο 11 παρ. 1 του νόμου πιστοποίηση της απαλλαγής του (βλ. σχετ. ΕιρΒάμου 9/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

 

Από την ανωμοτί κατάθεση του πρώτου αιτούντα, που εξετάστηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στη δικάσιμο της 13ης.3.2018 και του οποίου η κατάθεση περιέχεται στα ταυτάριθμα με την υπ’ αριθμ. …./2019 μη οριστική απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, τα έγγραφα, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, μεταξύ των οποίων και εκείνα που παραδεκτά προσκομίζονται στο παρόν Δικαστήριο, χωρίς να γίνεται επίκλησή τους [άρθρα 744 και 759 παρ.3 ΚΠολΔ], καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο [ΚΠολΔ 336 παρ.4, 741], αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Ο πρώτος των αιτούντων, ηλικίας 49 ετών [γεννηθείς το 1973], και η δεύτερη αιτούσα, ηλικίας  51 ετών [γεννηθείσα το 1971] τέλεσαν μεταξύ τους νόμιμο γάμο στις 27.7.1998 από τον οποίο απέκτησαν δύο τέκνα, την Α….. και την Μ…., ηλικίας 21 ετών [γεννηθείσα το 2001] και 17 ετών [γεννηθείσα το 2005], αντίστοιχα. Η ... είναι φοιτήτρια του Τμήματος Κ…… της Σχολής Κ….. Ε…… του …..Πανεπιστημίου [ βλ. την προσκομιζόμενη από τους αιτούντες από 10.5.2021 Βεβαίωση Σπουδών για το ακαδημαϊκό έτος 2020-2021] και διαμένει σε μίσθιο διαμέρισμα στο Π…. αντί μηνιαίου μισθώματος ποσού 280,00 ευρώ [ βλ. προσκομιζόμενες αποδείξεις είσπραξης μισθώματος για τα έτη 2020, 2021, 2022]. Ωστόσο οι αιτούντες από τον μήνα Φεβρουάριο του έτους 2019 τελούν σε διάσταση και διαμένουν σε χωριστές οικίες και συγκεκριμένα ο αιτών διαμένει σε οικία ιδιοκτησίας του στον Πύργο Ηλείας, επί της οδού Π….. αρ….., ενώ η αιτούσα διαμένει με την ανήλικη Μαρία σε οικία ιδιοκτησίας της, κείμενη στον οικισμό Κ….. της τοπικής κοινότητας Σ….. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας [ βλ. προσκομιζόμενη με επίκληση από 08.4.2021 (α.κ.δ. Μει…./….4.2021) αγωγή διαζυγίου ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με προσδιορισμό Δικασίμου στις …..2022].  Στο παρελθόν και συγκεκριμένα από το έτος 1996 μέχρι και το έτος 2007, ότε και απολύθηκε, ο αιτών εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος σε εμπορική εταιρεία που εδρεύει στον Πύργο Ηλείας (βλ. ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος που εμπεριέχεται στα υπ' αριθμ. …/2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου). Πλέον ασχολείται με αγροτικές εργασίες και ειδικότερα με τη μελισσοκομία, διαθέτοντας περί τα 100 μελίσσια,  αποκομίζοντας εισόδημα από τη πώληση του εξαγόμενου από αυτά μελιού, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των 1.200 ευρώ ετησίως (βλ. ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος που εμπεριέχεται στα υπ' αριθμ. …./2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου). Ωστόσο η εν λόγω δραστηριότητα δεν προσδίδει στον αιτούντα την εμπορική ιδιότητα καθόσον η ενασχόλησή του αυτή αφορά εν γένει την πρωτογενή παραγωγή και διάθεση και εμπίπτει στη διάταξη του άρθρου 8 του ΒΔ 1835. Τα ετήσια δηλωθέντα εισοδήματα του αιτούντος ανέρχονταν : το οικονομικό έτος 2003 στο ποσό των 8.803,83 €, το οικονομικό έτος 2004 στο ποσό των 10.513,70€, το οικονομικό έτος 2005 στο ποσό των 10.908,83 €, το οικονομικό έτος 2006 στο ποσό των 11.450,00 €, το οικονομικό έτος 2007 στο ποσό των 13.758,02 €, το οικονομικό έτος 2008 στο ποσό των 14.682,02 €, το φορολογικό έτος 2014 στο ποσό των 725,41 €, το φορολογικό έτος 2015 στο ποσό των 1.437,90 €, το φορολογικό έτος 2016 στο ποσό των 997,50 €, το φορολογικό έτος 2018 στο ποσό των 0,23 €, το φορολογικό έτος 2019 στο ποσό των 0,06 €, το φορολογικό έτος 2020 στο ποσό των 0,05 € [ βλ. προσκομιζόμενα εκκαθαριστικά σημειώματα]. Η αιτούσα είναι καθηγήτρια αγγλικής γλώσσας. Από τον Οκτώβριο του έτους 2016 είναι άνεργη και εγγεγραμμένη στο Μητρώο Ανέργων του ΟΑΕΔ (βλ. προσκομιζόμενες από τους αιτούντες υπ' αριθμ. πρωτ. 2…/2017/0……/9-6-2017, 2…/2018/0…../8-3-2018, 2…../2021/0……. και 2…../2022/0……βεβαιώσεις του ΟΑΕΔ με τις οποίες βεβαιώνεται η εγγραφή της αιτούσας στο Μητρώο Ανέργων κατά τα χρονικά διαστήματα από 18.10.2016 έως 09.6.2017, 18.10.2016 έως 08.3.2018, 08.4.2019 έως 09.5.2021 και από 08.4.2019 έως 06.6.2022). Στο παρελθόν και συγκεκριμένα το χρονικό διάστημα από 27.02.1996 έως 31.8.2016, ημερομηνία έναρξης και διακοπής επιχείρησης, αντίστοιχα, η αιτούσα διατηρούσε φροντιστήριο ξένων γλωσσών στον Πύργο Ηλείας,  επί της οδού Π…… αρ. …., σε μίσθιο ακίνητο έναντι μηνιαίου μισθώματος ποσού 500,00 ευρώ, παρέχοντας υπηρεσίες διδασκαλίας τόσο η ίδια όσο και έτερο διδακτικό προσωπικό, που είχε προσλάβει για τις ανάγκες της επιχείρησής της μέχρι το έτος 2010. Έκτοτε [2010] και για έξι έτη η αιτούσα λειτουργούσε μόνη της το φροντιστήριο άνευ προσωπικού (βλ. προσκομιζόμενη από τους αιτούντες από 02.9.2016 βεβαίωση διακοπής εργασιών φυσικού προσώπου επιτηδευματία της ΔΟΥ Πύργου σε συνδυασμό με την ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος που εμπεριέχεται στα υπ' αριθμ. …./2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων και συγκεκριμένα : « Προσωπικό είχε μέχρι το 2010, από το 2010 και για έξι χρόνια μετά δούλευε μόνη της…..Είχε όλα τα επίπεδα, δούλευε από τις 8.30 το πρωί έως τις 10.30 με 11.00 το βράδυ. Οπότε καταλαβαίνετε ότι ούτε εγώ την έβλεπα ούτε τα παιδιά της…. Έως το 2010 απασχολούσε άτομα. Δηλαδή έως τότε που άρχισε να ξεκινάει η κρίση). Τα ετήσια δηλωθέντα εισοδήματα της αιτούσας ανέρχονταν : το οικονομικό έτος 2003 (χρήση 2002) τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης ανήλθαν σε 24.948,55 € και τα καθαρά έσοδα σε 7.983,54 €, το οικονομικό έτος 2004 (χρήση 2003) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 30.207,32 € και τα καθαρά έσοδα σε 12.500,89 €, το οικονομικό έτος 2005 (χρήση 2004) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 45.622,50 € και τα καθαρά έσοδα σε 27.635,69 €, το οικονομικό έτος 2006 (χρήση 2005) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 44.518,50 € και τα καθαρά έσοδα σε 20.652,46 €, το οικονομικό έτος 2007 (χρήση 2006) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 43.551,50 € και τα καθαρά έσοδα σε 19.705,55 €, το οικονομικό έτος 2008 (χρήση 2007) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 48.831,25 € και τα καθαρά έσοδα σε 9.655,81 €, το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 20.832,50 € και τα καθαρά έσοδα σε 10.717,38 €, το φορολογικό έτος 2014 (χρήση 2014) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 20.117,50 € και τα καθαρά έσοδα σε 9.686,00 €, το φορολογικό έτος 2015 (χρήση 2015) τα ακαθάριστα έσοδα ανήλθαν σε 5.715,00 € και τα καθαρά έσοδα σε 964,88 €, το φορολογικό έτος 2016 (χρήση 2015) το ετήσιο εισόδημα ήταν 0,00 €, το φορολογικό έτος 2019 (χρήση 2018) το ετήσιο εισόδημα ήταν 0,00 €, το φορολογικό έτος 2020 (χρήση 2019) το ετήσιο εισόδημα ήταν 0,00 €. Η αιτούσα είχε συνάψει με την τέταρτη των καθ' ων η αίτηση την υπ' αριθμ. 2…../8-11-2002 σύμβαση πίστωσης με την επί αυτής πρόσθετη πράξη, με την οποία χορηγήθηκε σε αυτήν πίστωση για κεφάλαιο κίνησης συνολικού ποσού 30.000,00 € καθώς και την υπ' αριθμ. 3……/13-12-2007 σύμβαση δανείου ποσού 15.000,00 € για κεφάλαιο κίνησης.

 Τα ανωτέρω επιχειρηματικής φύσεως δάνεια τα έλαβε η αιτούσα προκειμένου να καλύπτει την εφορία, το ΤΕΒΕ, τα τρέχοντα έξοδα του φροντιστηρίου καθώς χρησιμοποιήθηκαν και για τον εξοπλισμό του φροντιστηρίου, όπως για την αγορά προτζεκτόρων, κομπιούτερ και άλλων πραγμάτων που κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας απαιτούνται για τη λειτουργία ενός φροντιστηρίου (βλ. ανωμοτί κατάθεση του αιτούντος που εμπεριέχεται στα υπ' αριθμ. …../2019 πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων). Από τα ανωτέρω αποδειχθέντα στοιχεία και συγκεκριμένα από το ύψος των καθαρών εσόδων της αιτούσας από τη λειτουργία του φροντιστηρίου ξένων γλωσσών κατά τα προαναφερόμενα έτη, τη μη απασχόληση προσωπικού από το 2010 και επί έξι [6] ολόκληρα έτη και τη παράδοση μαθημάτων αποκλειστικά και μόνο από την αιτούσα σε συνδυασμό με τη μη επένδυση αξιόλογου κεφαλαίου κατά την άσκηση της οικείας δραστηριότητας, το παρόν Δικαστήριο κρίνει ότι η εκμετάλλευση φροντιστηρίου ξένων γλωσσών δεν συνιστά εμπορική δραστηριότητα, που να προσέδωσε στην αιτούσα την εμπορική ιδιότητα, καθώς στα πλαίσια αυτής προείχε ο επιστημονικός-διδακτικός χαρακτήρας των υπηρεσιών που παρείχε. Ως εκ τούτου το 2010 που η εκκαλούσα έπαυσε να εξυπηρετεί τις οφειλές της [βλ. ανωμοτί κατάθεση αιτούντος] δεν είχε την εμπορική ιδιότητα και επομένως ούτε τη πτωχευτική ικανότητα. Επομένως, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας, η αιτούσα δύναται να υπαχθεί στις διατάξεις του Ν.3869/2010. Ακόμα  όμως και εάν ήθελε κριθεί ότι η αιτούσα προέβαινε στην άσκηση εμπορικής δραστηριότητας, αυτή δεν θα μπορούσε παρά να ανήκει στη κατηγορία των μικρεμπόρων και, συνεπώς, να υπάγεται στη ρυθμιστική εμβέλεια των διατάξεων του Ν.3869/2010, δοθέντος ότι το κέρδος αυτής από τη δραστηριότητα του φροντιστηρίου αποτελεί στην ουσία αμοιβή του πνευματικού και σωματικού της κόπου και όχι κερδοσκοπικών συνδυασμών, ενώ η δραστηριότητά της δεν ενέχει οργάνωση κεφαλαίου και εργασίας, εκ της οποίας να προκύπτει κερδοσκοπική εκμετάλλευση των αγοραζόμενων υλών και της εργασίας τρίτων προσώπων και μηχανικών ή άλλων εγκαταστάσεων [πρβλ. ΑΠ 986/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου]. Συνεπώς, ο ισχυρισμός περί εμπορικής ιδιότητας της αιτούσας κατά τον χρόνο παύσης των πληρωμών της, που πρόβαλε το έβδομο, όγδοο, ένατο και δέκατο των καθ’ ών η αίτηση είναι αβάσιμος κατ’ ούσιαν και πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω, στον αιτούντα ανήκουν : 1) Κατά πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό 100% εξ αδιαιρέτου το υπό στοιχείο Γ-. διαμέρισμα του τρίτου ορόφου πολυκατοικίας, επιφάνειας 89,60 τετραγωνικών μέτρων, η οποία έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο, επιφάνειας 723,84 τετραγωνικών μέτρων, εντός της πόλης του Πύργου, στη θέση «……», επί της οδού Π…… αρ. ….., έτους κατασκευής το 2003. Το εν λόγω ακίνητο απέκτησε ο αιτών δυνάμει του υπ' αριθμ. ……/…...12.2005 συμβολαίου αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Πύργου Μ….. Α……, το οποίο μετεγράφη νομίμως στο τόμο ….. και με αριθμό …… του βιβλίου μεταγραφών του Δήμου Πύργου. 2) Κατά πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό 25% εξ αδιαιρέτου, ένα αγροτεμάχιο επιφανείας, 4.000 τετραγωνικών μέτρων, στη θέση «……» της τοπικής κοινότητας Σ….. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, αντικειμενικής αξίας 6.192 ευρώ. 3) Κατά πλήρη κυριότητα, σε ποσοστό 100%, το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας Η…. 4…. φορτηγό ιδιωτικής χρήσεως, εργοστασίου κατασκευής MERCEDES, τύπου 410 D, 2.874 κυβικών εκατοστών, με ημερομηνία πρώτης άδειας κυκλοφορίας την 06η.4.1998, η εμπορική αξία του οποίου εκτιμάται, με βάση το είδος του αυτοκινήτου, το έτος κατασκευής και τα κυβικά εκατοστά, στο ποσό των 2.000 ευρώ. 4) Κατά πλήρη κυριότητα, σε ποσοστό 100%, το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας Υ…. .….. ιδιωτικής χρήσεως επιβατικό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN, τύπου ΡΟLO, 1390 κυβικών εκατοστών, με ημερομηνία πρώτης άδειας κυκλοφορίας την 20η.02.1997, η εμπορική αξία του οποίου εκτιμάται, με βάση το είδος του αυτοκινήτου, το έτος κατασκευής και τα κυβικά εκατοστά του στο ποσό των 1.000 ευρώ. 5) Κατά συγκυριότητα, σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ….. ιδιωτικής χρήσεως επιβατικό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής SCODA, τύπου OCTAVIA, κυβικών εκατοστών 1781, έτους πρώτης κυκλοφορίας το 2005, η εμπορική αξία του οποίου εκτιμάται στο ποσό των 1.000 ευρώ. Στην αιτούσα ανήκουν: 1) Κατά πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό 100% μια ισόγεια οικοδομή, επιφάνειας 65,96 τετραγωνικών μέτρων, έτους κατασκευής 1998, εντός οικοπέδου, εκτάσεως 340 τετραγωνικών μέτρων, κείμενου στη θέση «Δ…..» ή «Κ……» εντός οικισμού της τοπικής κοινότητας Σ….. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας. Το εν λόγω ακίνητο, το οποίο συνιστά την κύρια κατοικία της αιτούσας μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής με τον αιτούντα,  απέκτησε δυνάμει του υπ' αριθμ. ……/…..02.2010 συμβολαίου γονικής παροχής της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων Κ…. Μ…., νομίμως μεταγεγραμμένου στο τόμο ….. και με αριθμό ….. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων. 2) Κατά πλήρη κυριότητα και κατά ποσοστό 75% εξ αδιαιρέτου, ένα αγροτεμάχιο, επιφάνειας 4.000 τετραγωνικών μέτρων, στη θέση «Δ….» της τοπικής κοινότητας Σ…. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, αντικειμενικής αξίας 6.192 ευρώ. 3) Κατά συγκυριότητα, σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ….. ….. επιβατικό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής SCODA, τύπου ΟCTAVIA, κυβικών εκατοστών 1781, η εμπορική αξία του οποίου εκτιμάται στο ποσό των 1.000 ευρώ.

 

Σημειωτέον ότι το ακίνητο, που αποτελούσε την κύρια κατοικία των αιτούντων κατά το χρόνο κατάθεσης της υπό κρίση αίτησης, ιδιοκτησίας της δεύτερης των αιτούντων, το οποίο είχε αποκτήσει από τη μητέρα της, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …../…..5.2010 συμβολαίου γονικής παροχής, ήτοι μια ισόγεια μονοκατοικία επιφανείας 131,37 τετραγωνικών μέτρων, εντός οικοπέδου, εκτάσεως 4.092 τετραγωνικών μέτρων, κείμενου στη θέση «Δ…..» ή «Κ…..» εντός της τοπικής κοινότητας Σ….. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, δεν ανήκει πλέον στην κυριότητα της αιτούσας και έπαψε να το δηλώνει ενώπιον της φορολογικής αρχής λόγω αναγνώρισης της ακυρότητας του ανωτέρω συμβολαίου, δυνάμει της υπ' αριθμ. …../2017 τελεσίδικης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Το ανωτέρω αγροτεμάχιο στη θέση «…..», συνιδιοκτησίας των αιτούντων, πρέπει να εξαιρεθεί της εκποίησης, διότι, λόγω της μικρής εμπορικής του αξίας σε συνδυασμό με τη δαπανηρή διαδικασία εκποίησης (αμοιβή εκκαθαριστή, έξοδα δημοσίευσης), η εκποίησή του κρίνεται ότι δεν θα αποφέρει κάποιο σημαντικό ποσό για την ικανοποίηση των δανειστών. Επίσης της ρευστοποίησης πρέπει να εξαιρεθούν τα οχήματα των αιτούντων, τα οποία λόγω της μικρής εμπορικής τους αξίας σε συνδυασμό με την παλαιότητά τους κρίνεται ότι δεν πρόκειται να προκαλέσουν αγοραστικό ενδιαφέρον και να αποφέρουν αξιόλογο αντάλλαγμα. Άλλωστε το φορτηγό όχημα χρησιμεύει στον αιτούντα για τη δραστηριότητα της μελισσοκομίας  ενώ το ιδιωτικής χρήσεως επιβατικό όχημα SCODA καλύπτει τις ανάγκες μετακίνησης της αιτούσας. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο αιτών, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της ένδικης αίτησης, είχε αναλάβει προς τις καθ' ών η αίτηση μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες τα κάτωθι χρέη, εκ των οποίων τα μεν ανέγγυα παύουν να παράγουν τόκους με την κοινοποίηση της αίτησης, τα δε ενέγγυα συνεχίζουν να εκτοκίζονται με επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της υπό κρίση αίτησης (άρθρο 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010) και συγκεκριμένα : 1) Στη τέταρτη των καθ' ών η αίτηση, στη θέση της οποίας υπεισήλθε η κυρίως παρεμβαίνουσα, όπως προκύπτει από την από 24.5.2022 βεβαίωση οφειλών, που προσκόμισε η κυρίως παρεμβαίνουσα και ήδη δέκατη εφεσίβλητη, η οποία λαμβάνεται υπόψη καθόσον οι απαιτήσεις της είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένες, α) από την υπ' αριθμ. 6…../27.12.2005 σύμβαση στεγαστικού δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 142.214,25 ευρώ (κεφάλαιο: 123.515,38 ευρώ, τόκοι: 20.979,61 ευρώ, έξοδα: 4.719,26 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 42,61 ευρώ), β) από την υπ' αριθμ. 6…../25.10.2010 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 81.087,60 ευρώ (κεφάλαιο: 54.282,88 ευρώ, τόκοι: 26.430,44 ευρώ, έξοδα: 374,28 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται  σε 37,83 ευρώ). Η υπό στοιχείο α' απαίτηση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης σειράς Α', εγγραφείσα στις ….1.2006 στο τόμο …. με αριθμό …. του βιβλίου υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων, δυνάμει της υπ' αριθμ. …./2006 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, για ποσό 20.800 ευρώ επί του δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 25% επί του ανωτέρω αγροτεμαχίου, επιφάνειας 4.000 τετραγωνικών μέτρων, στη θέση «Δ……», και με προσημείωση υποθήκης, εγγραφείσα στις …..1.2006 στο τόμο …. με αριθμό 41 του βιβλίου υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Πύργου, δυνάμει της ανωτέρω δικαστικής απόφασης για το ποσό των 128.050 ευρώ, επί του δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 100% επί του ανωτέρω υπό στοιχείο Γ-1 διαμερίσματος, επιφάνειας 89,60 τετραγωνικών μέτρων. Η υπό στοιχείο β' απαίτηση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης στις …..11.2010, στο τόμο …. με αριθμό ….. του βιβλίου υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Πύργου, δυνάμει της υπ' αριθμ. …./2010 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, για ποσό 36.000 ευρώ, επί του δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 100% επί του ανωτέρω υπό στοιχεία Γ-1 διαμερίσματος καθώς και με προσημείωση υποθήκης στις 03.11.2010 στο τόμο …. με αριθμό …. του βιβλίου υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων, δυνάμει της ανωτέρω δικαστικής απόφασης, για ποσό 4.800 ευρώ, επί του δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 25% επί του ως άνω περιγραφόμενου αγροτεμαχίου, εκτάσεως 4.000 τετραγωνικών μέτρων. 2) Στην έκτη των καθών, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από τον αιτούντα από 19.02.2016 βεβαίωση οφειλών, από την υπ' αριθμ. 0….. σύμβαση, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 17.327,10 ευρώ (κεφάλαιο: 17.124,16 ευρώ, τόκοι: 202,94 ευρώ, έξοδα: 0,00 ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 20,12 ευρώ). 3) Στο έβδομο των καθ’ ών, όπως  προκύπτει από την προσκομιζόμενη από τον αιτούντα από 27.6.2016 βεβαίωση οφειλών, το σύνολο των οφειλών του για το χρονικό διάστημα από 01.01.2009 έως 31.12.2015 ανέρχεται σε 5.186,52 ευρώ, εκ των οποίων ποσό 4.881,96 ευρώ αφορά την κύρια οφειλή και ποσό 304,56 ευρώ στις προσαυξήσεις του επιτοκίου. 4) Στον ένατο των καθών, όπως προκύπτει από την  υπ' αριθμ. ./08.9.2016 βεβαίωση οφειλών της Δ.Ο.Υ. Πύργου, οι οφειλές του αιτούντος που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3869/2010 και αφορούν οφειλές για τα οικονομικά έτη 2012, 2013, 2014 και 2015 ανέρχονται στο ποσό των 5.842,37 ευρώ (κεφάλαιο: 5.117,78 ευρώ, προσαυξήσεις/τόκοι: 724,59 ευρώ). Συνολικά λοιπόν, οι οφειλές του αιτούντος ανέρχονται στο ποσό των 258.657,84 ευρώ. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι η αιτούσα, σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την υποβολή της ένδικης αίτησης, είχε αναλάβει προς τις καθών η αίτηση μετέχουσες στη δίκη πιστώτριες, υπό την ιδιότητα του οφειλέτη και του εγγυητή, τα κάτωθι χρέη, εκ των οποίων τα μεν ανέγγυα παύουν να παράγουν τόκους με την κοινοποίηση της αίτησης, τα δε ενέγγυα συνεχίζουν ναι εκτοκίζονται με επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της υπό κρίση αίτησης (άρθρο 6 παρ. 3 Ν. 3869/2010): 1) Στη πρώτη των καθών η αίτηση, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 05.02.2016 βεβαίωση οφειλών, από την υπ' αριθμ. 0….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 3.704,90 ευρώ (κεφάλαιο: 3.176,17 ευρώ, τόκοι: 391,98 ευρώ, τόκοι υπερημερίας: 136,75 ευρώ, έξοδα: 0,00). Επισημαίνεται ότι,  όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 31.01.2017 βεβαίωση εξόφλησης της πρώτης των καθών, η οφειλή εκ του υπ' αριθμ. 25…/0….. καταναλωτικού δανείου με πρωτοφειλέτη  τον Κωνσταντίνο Καραντώνη και εγγυήτρια την αιτούσα έχει εξοφληθεί ολοσχερώς. 2) Στη δεύτερη των καθών, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 22.6.2016 βεβαίωση οφειλών,  α) από την υπ' αριθμ. 4….. σύμβαση καταναλωτικής πίστης, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 7.099,88 ευρώ (κεφάλαιο: 6.897,71 ευρώ, τόκοι: 149,21, έξοδα: 0,00), β) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, στην οποία ενέχεται ως εγγυήτρια, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 486,75 ευρώ (κεφάλαιο: 428,87 ευρώ, τόκοι; 85,37, έξοδα: 0,00), γ) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, στην οποία ενέχεται ως εγγυήτρια, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 292,26 ευρώ (κεφάλαιο: 255,47 ευρώ, τόκοι: 52,85, έξοδα: 0,00). 3) Στη τρίτη των καθών, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 24.6.2016 βεβαίωση οφειλών, από την υπ' αριθμ. ./2012 σύμβαση, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 11.565,87 ευρώ (κεφάλαιο: 6.612,34 ευρώ, τόκοι: 4.953,53 ευρώ, έξοδα: 0,00, ληξιπρόθεσμα: 6.702,37 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 10,44 ευρώ).

4) Στη τέταρτη των καθών η αίτηση, στη θέση της οποίας υπεισήλθε η κυρίως παρεμβαίνουσα, όπως προκύπτει από την από 24.5.2022 βεβαίωση οφειλών, που προσκόμισε η κυρίως παρεμβαίνουσα και η οποία λαμβάνεται υπόψη καθόσον οι απαιτήσεις της είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένες, α) από την υπ' αριθμ. 6……/27.12.2005 σύμβαση στεγαστικού δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 142.214,25 ευρώ (κεφάλαιο: 123.515,38 ευρώ, τόκοι: 20.979,61 ευρώ, έξοδα: 4.719,26 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 42,61 ευρώ), β) από την υπ' αριθμ. 6……/25.10.2010 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 81.087,60 ευρώ (κεφάλαιο: 54.282,88 ευρώ, τόκοι: 26.430,44 ευρώ, έξοδα: 374,28 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 37,83 ευρώ). Οι εν λόγω απαιτήσεις είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένες, όπως αναλυτικά προεκτέθηκε. Επίσης, προς την τέταρτη των καθ' ών η αίτηση, μόνο για τις απαιτήσεις της εκ των επιχειρηματικών δανείων, η αιτούσα έχει τις εξής οφειλές, όπως εισφέρονται στο δικόγραφο της υπό κρίσης αίτησης καθόσον δεν προκύπτει ότι οι εν λόγω απαιτήσεις είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένες, : α) από την υπ' αριθμ. 2…./08.11.2002 σύμβαση πίστωσης, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 35.412,97 ευρώ (κεφάλαιο: 29.439,03 ευρώ, τόκοι: 5.973,94 ευρώ), β) από την υπ' αριθμ. 3…../13.12.2007 σύμβαση δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 14.852,75 ευρώ (κεφάλαιο: 12.347,21 ευρώ, τόκοι: 2.505,54 ευρώ), γ) από την υπ' αριθμ. 2…… σύμβαση πίστωσης, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 3.670,94 ευρώ (κεφάλαιο: 3.051,70 ευρώ, τόκοι: 619,24 ευρώ), δ) από την υπ' αριθμ. 3……/13.12.2007 σύμβαση δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 6.127,16 ευρώ (κεφάλαιο: 5.093,56 ευρώ, τόκοι: 1.033,60 ευρώ), ε) από την υπ' αριθμ. 2…… σύμβαση πίστωσης, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 442,37 ευρώ (κεφάλαιο: 367,78 ευρώ, τόκοι: 74,59 ευρώ), στ) από την υπ' αριθμ. 3…../13.12.2007 σύμβαση δανείου, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 511,34 ευρώ (κεφάλαιο: 425,12 ευρώ, τόκοι: 86,22 ευρώ). 5) Στη πέμπτη των καθών, όπως προκύπτει από τη προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 23.6.2016 βεβαίωση οφειλών, από την υπ' αριθμ. 4……. σύμβαση πιστωτικής κάρτας, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 2.715,03 ευρώ (κεφάλαιο: 2.397,00 ευρώ, τόκοι: 318,03 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 4,79 ευρώ). 6) Στην έκτη των καθών, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την αιτούσα από 19.02.2016 βεβαίωση οφειλών, α) από την υπ' αριθμ. 0……. σύμβαση, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 42.569,31 ευρώ (κεφάλαιο: 42.151,41 ευρώ, τόκοι: 417,90 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 47,16 ευρώ), β) από την υπ' αριθμ. 1….. σύμβαση, στην οποία ενέχεται ως οφειλέτης, οφειλή, η οποία ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 164,23 ευρώ (κεφάλαιο: 154,78 ευρώ, τόκοι; 9,45 ευρώ ενώ το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης ανέρχεται σε 1,00 ευρώ). 7) Στο όγδοο των καθών (ε-ΕΦΚΑ), όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από την αιτούσα υπ' αριθμ. πρωτ. 9…../28-6-2016 γνωστοποίηση οφειλής του ΟΑΕΕ, οι ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές εισφορές της ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 32.232,48 ευρώ (κύρια οφειλή: 26.437,62 ευρώ, τέλη και προσαυξήσεις: 5.794,86 ευρώ) και 8) προς το ένατο των καθ' ων (Ελληνικό Δημόσιο), σύμφωνα με την υπ' αριθμ. πρωτ. 3…../….9.2016 βεβαίωση οφειλών της Δ.Ο.Υ. Πύργου, οι οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 3869/2010 ανέρχονται σε 24.656,87 ευρώ (κεφάλαιο: 18.587,11 ευρώ, προσαυξήσεις/τόκοι: 6.069,76 ευρώ). Συνολικά λοιπόν, οι οφειλές της αιτούσας ανέρχονται στο ποσό των 416.806, 26 ευρώ. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι οι αιτούντες έχουν περιέλθει σε γενική και μόνιμη αδυναμία να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις και στις οφειλές τους προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και το Δημόσιο, καθώς τα μηνιαία εισοδήματά τους, συγκρινόμενα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές τους, δεν τους επιτρέπουν να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτηση του κύριου όγκου των χρεών τους. Η αρνητική αυτή σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών τους δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο εγγύς μέλλον λόγω της ηλικίας των αιτούντων, που καθιστά δυσχερή την ανεύρεση σταθερής και προσοδοφόρας εργασίας, και της οικονομικής κρίσης. Συνεπώς συντρέχει στη προκειμένη περίπτωση πραγματική και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών τους και πρέπει να υπαχθούν στη ρύθμιση του Ν.3869/2010 και ειδικότερα σε αυτή της διάταξης του άρθρου 8 παρ.2 του νόμου αυτού, όπως τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του Ν.4161/2013 και όπως ισχύει για την υπό κρίση αίτηση, κατόπιν εισαγωγής των Ν.4336/2015, 4346/2015 και 4549/2018, οι διατάξεις του άρθρου 61 και της παρ.2 του άρθρου 59 του οποίου, σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 68 παρ.8 του ιδίου νόμου καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς αιτήσεις.  Περαιτέρω οι μηνιαίες δαπάνες των αιτούντων, οι οποίοι τελούν σε διάσταση, για τη κάλυψη βασικών βιοτικών αναγκών τους, ήτοι διατροφής, ένδυσης, υπόδησης, λειτουργικά έξοδα οικίας, είδη ατομικής φροντίδας, υπηρεσίες τηλεφωνίας και διαδικτύου, μετακινήσεις, συνεκτιμωμένης της συνεισφοράς τους στις δαπάνες διαβίωσης των τέκνων τους, τα οποία αποτελούν προστατευόμενα μέλη, καθότι η ενήλικη Α…. είναι φοιτήτρια και η ανήλικη Μ…. είναι μαθήτρια Λυκείου, δοθέντος και του ότι διαμένουν σε ιδιόκτητες οικίες και ως εκ τούτου δεν βαρύνονται με δαπάνη μισθώματος, ανέρχονται κατά μέσο όρο για έκαστο εξ αυτών στο ποσό των επτακοσίων πενήντα ευρώ [750,00 €], λαμβανομένου υπόψη ότι ο οφειλέτης, ο οποίος ζητά να υπαχθεί στις διατάξεις του Ν.3869/2010, πρέπει να μειώσει τις δαπάνες του περιοριζόμενος στις απολύτως απαραίτητες. Η ρύθμιση των οφειλών των αιτούντων θα γίνει κατά πρώτο λόγο με ορισμό μηνιαίων καταβολών απευθείας στους καθών η αίτηση πιστωτές, από τα εισοδήματά τους, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, από τις οποίες καταβολές οι τελευταίοι θα ικανοποιηθούν συμμέτρως (άρθρο 8 παρ.2 Ν.3869/2010). Η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων θα γίνεται εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, αρχής γενομένης από τον δεύτερο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας. Το συνολικό προς διάθεση από τους αιτούντες ποσό ανέρχεται σε διακόσια ευρώ [200,00 €] μηνιαίως για τον αιτούντα και εκατόν ογδόντα ευρώ [180,00 €] μηνιαίως για την αιτούσα, το οποίο είναι σε θέση να καταβάλουν. Ωστόσο το ποσό, το οποίο οι αιτούντες θα κληθούν να καταβάλλουν μηνιαίως, ως δόση της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ.2, θα οριστεί μετά τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ.2 για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω νομική σκέψη της παρούσας.  Η παραπάνω πρώτη ρύθµιση θα συνδυαστεί µε την προβλεπόµενη από τη διάταξη του άρθρου 9 παρ. 2 Ν. 3869/2010, εφόσον προβάλλεται αίτημα εξαίρεσης της κύριας κατοικίας των αιτούντων από την εκποίηση, µετά το οποίο είναι υποχρεωτική για το Δικαστήριο. Την κύρια κατοικία του αιτούντος συνιστά το ανωτέρω διαμέρισμα [οριζόντια ιδιοκτησία], επιφανείας 89,60 τ.μ., πολυώροφης οικοδομής κείμενης επί της οδού Π…… στον Πύργο Ηλείας, η αντικειμενική αξία της οποίας ανέρχεται στο ποσό των 51.744,00 ευρώ [βλ. προσκομιζόμενη Δήλωση Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων – Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Ν. 4223/2013, ΕΝ.Φ.Ι.Α. έτους  2022]. Αντίστοιχα, την κύρια κατοικία της αιτούσας συνιστά η ισόγεια οικοδομή, επιφανείας 65,96 τ.μ., κείμενη εντός οικισμού  της τοπικής κοινότητας Σ…. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, η αντικειμενική αξία της οποίας ανέρχεται στο ποσό των 30.650,29 ευρώ [βλ. προσκομιζόμενη Δήλωση Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων – Πράξη Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου Ν. 4223/2013, ΕΝ.Φ.Ι.Α. έτους  2022]. Έτσι, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους, για την οποία (διάσωση), ο αιτών πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλει ποσό ίσο με το 80 % της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας του [οριζόντια ιδιοκτησία], ήτοι το ποσό των (51.744,00 € x 80 % =) 41.395,02 €. Ο χρόνος αποπληρωμής του ποσού αυτού των 41.395,02 € θα πρέπει να οριστεί σε δεκαπέντε (15) έτη, ήτοι σε εκατόν ογδόντα (180) μήνες, λαμβανομένων υπόψη του ύψους του χρέους που πρέπει να πληρώσει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Επομένως, το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του  αιτούντος ανέρχεται σε 229,98 € (41.395,2 € /180 μηνιαίες δόσεις), η κατανομή του οποίου για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των καθών η αίτηση-πιστωτριών θα γίνει σύμφωνα με τα άρθρα 974 ΚΠολΔ αναλογικά εφαρμοζόμενο. Αντίστοιχα η αιτούσα πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλει ποσό ίσο με το 80 % της αντικειμενικής αξίας της κύριας κατοικίας της [ισόγεια οικοδομή], ήτοι το ποσό των (30.650,29 € x 80 % =) 24.520,23 €. Ο χρόνος αποπληρωμής του ποσού αυτού των 24.520,23 € θα πρέπει να οριστεί σε δέκα (10) έτη, ήτοι σε εκατόν είκοσι (120) μήνες, λαμβανομένων υπόψη του ύψους του χρέους που πρέπει να πληρώσει για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Επομένως, το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης για τη διάσωση της κύριας κατοικίας της αιτούσας ανέρχεται σε 204,33 € (24.520,23 € /120 μηνιαίες δόσεις), η κατανομή του οποίου για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των καθών η αίτηση-πιστωτριών θα γίνει σύμφωνα με τα άρθρα 974 επ. ΚΠολΔ αναλογικά εφαρμοζόμενο. Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη της παρούσας, με τη διάταξη του άρθρου 62 παρ.3 του Ν. 4549/2018, η οποία καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις κατά το άρθρο 68 παρ. 8 του ως άνω Νόμου, προβλέπεται η κατανομή των μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2 και αυτής του άρθρου 9 παρ. 2 κατά το χρονικό διάστημα των καταβολών της τριετίας της πρώτης ρύθμισης, στα πλαίσια δε της κατανομής θα πρέπει να τηρηθούν οι βασικές αρχές των δύο ρυθμίσεων, δηλαδή αυτή της μη υπέρβασης της ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, όπως ορίστηκε από το δικαστήριο, ως προς τη ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 και αυτή της καταβολής του υποχρεωτικού ανταλλάγματος της διάσωσης της κύριας κατοικίας στους πιστωτές ως προς τη ρύθμιση του άρθρου 9 παρ. 2.

 

Εν προκειμένω, όμως, το ποσό της μηνιαίας δόσης του άρθρου 8 παρ. 2 με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του μεν αιτούντος  ορίστηκε σε 200,00 €, της δε αιτούσας σε 180,00 € και συνεπώς υπολείπεται του ποσού κάθε μηνιαίας δόσης της ρύθμισης για τη διάσωση της κατοικίας, που ανέρχεται σε 229,98 ευρώ για τον αιτούντα και σε 204,33 ευρώ για την αιτούσα. Επομένως δεν υφίσταται πεδίο εφαρμογής της νέας διάταξης περί κατανομής και θα πρέπει οι δύο ρυθμίσεις να ισχύσουν διαδοχικά, όπως και υπό το προγενέστερο δίκαιο, με τη χορήγηση στους αιτούντες ισόχρονης της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ.2 περιόδου χάριτος, ήτοι χρονικό διάστημα τριών ετών, ώστε να μη συμπέσουν οι δύο ρυθμίσεις, αφού δεν θα μπορέσει να τις εξυπηρετεί ταυτόχρονα, όπως προέβλεπε ο Ν.3869/2010 στην αρχική του μορφή και έγινε δεκτό από τη νομολογία μετά τους Ν.4336/2015 και 4346/2015. Συνεπώς η καταβολή των μηνιαίων αυτών δόσεων για τη διάσωση της κύριας κατοικίας εκάστου των αιτούντων θα αρχίσει από τον πρώτο μήνα τρία [3] έτη μετά τον δεύτερο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας. Από το ποσό αυτό των 200,00 ευρώ, που πρέπει να καταβάλει ο αιτών στα πλαίσια του άρθρου 8 παρ.2, αναλογούν σε έκαστο από τους καθ’ ων η αίτηση τα εξής ποσά: 1) Στη πρωτοδίκως κυρίως παρεμβαίνουσα [10η εφεσίβλητη], ανώνυμη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων με την επωνυμία «d…V…. G…. Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», για την οφειλή α) από την υπ' αριθμ. 6…../27.12.2005 σύμβαση στεγαστικού δανείου, ύψους 142.214,25 ευρώ, το ποσό των (142.214,25€ x 200,00 € / 258.657,84€) 112,00 €, β) από την υπ' αριθμ. 6……./25.10.2010 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, ύψους 81.087,60 ευρώ, το ποσό των (81.087,60 € x 200,00 € / 258.657,84€) 63,00 €. 2) Στην έκτη των καθ' ών [έκτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» για την οφειλή από την υπ’αριθμ. 0….. σύμβαση, ύψους 17.327,10 ευρώ,  το ποσό των (17.327,10 € x 200,00 € / 258.657,84€ ) 14,00 €. 3) Στο έβδομο των καθών [έβδομο εφεσίβλητο], ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)» για οφειλή συνολικού ύψους 5.186,52 ευρώ, το ποσό των (5.186,52 € x 200,00 € / 258.657,84€ ) 5,00€. 4) Στο ένατο των καθών [ένατο εφεσίβλητο], Ελληνικό Δημόσιο, για οφειλή, ύψους 5.842,37 ευρώ, το ποσό των (5.842,37 € x 200,00 € / 258.657,84€ ) 5,00 €.  Περαιτέρω από το ποσό αυτό των 180,00 ευρώ, που πρέπει να καταβάλει η αιτούσα στα πλαίσια του άρθρου 8 παρ.2, αναλογούν σε έκαστο από τους καθ’ ων η αίτηση τα εξής ποσά: 1) Στη πρώτη των καθών η αίτηση [πρώτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ Π…. Α.Ε.», για οφειλή από την υπ' αριθμ. 0….. σύμβαση καταναλωτικού δανείου, οφειλή, ύψους 3.704,90 ευρώ, το ποσό των (3.704,90 € x 180,00 € / 416.806,26 € ) 2,00 €.  2) Στη δεύτερη των καθών η αίτηση [ δεύτερη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Ε….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», για οφειλή α) από την υπ' αριθμ. 4….. σύμβαση καταναλωτικής πίστης, ύψους 7.099,88 ευρώ, το ποσό των (7.099,88 € x 180,00 € / 416.806,26 € ) 3,06 €, β) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, ύψους 486,75 ευρώ, το ποσό των (486,75 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 0,21€, γ) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, ύψους 292,26 ευρώ, το ποσό των (292,26 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 0,12€. 3) Στη τρίτη των καθών [τρίτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», όπως εκπροσωπείται νόμιμα από την ειδική εκκαθαρίστρια εταιρεία με την επωνυμία «P….. Ε….. ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ», για οφειλή, ύψους 11.565,87 ευρώ, το ποσό των (11.565,87 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 5,00 €. 4) Στη κυρίως παρεμβαίνουσα [δέκατη εφεσίβλητη], ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «d… V…. G…. Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», για οφειλή α) από την υπ' αριθμ. 6…../27.12.2005 σύμβαση στεγαστικού δανείου, ύψους 142.214,25 ευρώ, το ποσό των (142.214,25 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 61,41€, β) από την υπ' αριθμ. 6……/25.10.2010 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, ύψους 81.087,60 ευρώ, το ποσό των (81.087,60 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 35,01€. Επίσης, στη τέταρτη των καθ’ ών η αίτηση [τέταρτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα E….. Ανώνυμη Εταιρεία», μόνο για τις απαιτήσεις της εκ των επιχειρηματικών δανείων, για οφειλή : α) από την υπ' αριθμ. 2……./08.11.2002 σύμβαση πίστωσης, ύψους 35.412,97 ευρώ, το ποσό των (35.412,97 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 15,29 €, β) από την υπ' αριθμ. 3…../13.12.2007 σύμβαση δανείου, ύψους 14.852,75 ευρώ, το ποσό των (14.852,75 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 6,4 €, γ) από την υπ' αριθμ. 2…… σύμβαση πίστωσης, ύψους 3.670,94 ευρώ, το ποσό των (3.670,94€ x 180,00 €/416.806,26 €) 1,58 €, δ) από την υπ' αριθμ. 3…../13.12.2007 σύμβαση δανείου, ύψους 6.127,16 ευρώ, το ποσό των (6.127,16 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 2,64 €, ε) από την υπ' αριθμ. 2…… σύμβαση πίστωσης, ύψους 442,37 ευρώ, το ποσό των (442,37€ x 180,00€/416.806,26€) 1,00€, στ) από την υπ' αριθμ. 3……/13.12.2007 σύμβαση δανείου, ύψους 511,34 ευρώ,  το ποσό των (511,34 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 1,50€. 5) Στη πέμπτη των καθ’ ών [πέμπτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «H….. P….. C…… ΑΕΠΠ», για οφειλή, ύψους 2.715,03 ευρώ, το ποσό των (2.715,03 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 1,17 €. 6) Στην έκτη των καθ' ών [έκτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ»,, για οφειλή, α) από την υπ' αριθμ. 0……. σύμβαση, ύψους 42.569,31 ευρώ, το ποσό των (42.569,31 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 18,40 €,  β) από την υπ' αριθμ. … σύμβαση, ύψους 164,23 ευρώ, το ποσό των (164,23 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 0,07€. 7) Στο όγδοο των καθ’ ών, όγδοο εφεσίβλητο,  με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ε-ΕΦΚΑ)», για οφειλή ύψους 32.232,48 ευρώ, το ποσό των (32.232,48 € x 180,00 € / 416.806,26 €) 14,00 €. 8) Στο ένατο των καθ’ ών [ένατο εφεσίβλητο], Ελληνικό Δημόσιο, για οφειλή, ύψους 24.656,87 ευρώ, το ποσό των (24.656,87€ x 180,00 € / 416.806,26 €) 11,00 €.

 

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της εφέσεως στους  εκκαλούντες. Εν συνεχεία, αφού κρατηθεί και δικαστεί η ένδικη υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, κατά το άρθρο 535 παρ.1 του ΚΠολΔ, πρέπει η από 31.10.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …./…..10.2016 αίτηση να γίνει  εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να ρυθμιστούν οι οφειλές των εκκαλούντων - αιτούντων προς τους καθ’ ών η αίτηση πιστωτές-δανειστές τους, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας. Δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται κατά το άρθρο 8 παρ.6 εδ.β του Ν. 3869/2010, το οποίο τυγχάνει εφαρμογής και στην δευτεροβάθμια δίκη.                                                         

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης των  εφεσίβλητων και τους προς ον η κοινοποίηση εγγυητή και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την από 29.9.2021 [αριθμ.εκθ.καταθ.δικογρ. …./…..9.2021 – ΜΕ …./…..01.2022] έφεση κατά της υπ’αριθμ. …./2021 απόφασης του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων.

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την έφεση κατ’ουσίαν.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή στους εκκαλούντες του παράβολου, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά την άσκηση της έφεσης.

 

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. …../27.7.2021 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων Ηλείας.

 

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση και δικάζει στην ουσία την από 31.10.2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …../…..10.2016 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Ολυμπίων Ηλείας.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αίτηση.

 

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη του αιτούντος προς τους καθών η αίτηση ορίζοντας μηνιαίες καταβολές, ποσού  διακοσίων ευρώ (200,00 €) εκάστη, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, άλλως τριάντα έξι (36) μηνών, αρχής γενομένης από τον δεύτερο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας, ως εξής :

 

1) Στη πρωτοδίκως κυρίως παρεμβαίνουσα [ 10η εφεσίβλητη], ανώνυμη εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων με την επωνυμία « d…. V…. G…. Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», για την οφειλή α) από την υπ' αριθμ. 6…../27.12.2005 σύμβαση στεγαστικού δανείου, το ποσό των 112,00 €, β) από την υπ' αριθμ. 6…../25.10.2010 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου, το ποσό των 63,00 €. 2) Στην έκτη των καθ’ ών [έκτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α….. ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» για την οφειλή από την υπ’ αριθμ. 0….. σύμβαση, το ποσό των 14,00 €. 3) Στο έβδομο των καθών [έβδομο εφεσίβλητο], ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ΕΦΚΑ)» το ποσό των 5,00 €. 4) Στο ένατο των καθ’ ών [ένατο εφεσίβλητο], Ελληνικό Δημόσιο, για οφειλή το ποσό των  5,00 €. 

 

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία του αιτούντος, ήτοι το υπό στοιχείο Γ-. διαμέρισμα, της αποκλειστικής και πλήρους κυριότητας του αιτούντος, επιφάνειας 89,60 τετραγωνικών μέτρων, του τρίτου ορόφου πολυκατοικίας, η οποία έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο, επιφάνειας 723,84 τετραγωνικών μέτρων, εντός της πόλης του Πύργου, στη θέση «……», επί της οδού Π…… αρ. ….., το οποίο περιήλθε σε αυτόν δυνάμει του υπ' αριθμ. ……/…..12.2005 συμβολαίου αγοραπωλησίας της Συμβολαιογράφου Πύργου Μ….. Α……, νομίμως μεταγεγραμμένου στο τόμο …. και με αριθμό ….. των βιβλίων μεταγραφών του Δήμου Πύργου.

 

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον αιτούντα να καταβάλει στους καθ’ ών η αίτηση- πιστωτές-δανειστές του, για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, το συνολικό ποσό των σαράντα ενός χιλιάδων τριακοσίων ενενήντα πέντε ευρώ και δύο λεπτών  [41.395,2 €], η αποπληρωμή του οποίου θα γίνει σε δεκαπέντε (15) έτη, ήτοι σε εκατόν ογδόντα (180) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ποσού εκάστης διακοσίων είκοσι εννέα ευρώ και ενενήντα επτά λεπτών (229,97 €), εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, αρχής γινομένης τον πρώτο μήνα πέντε [5] έτη μετά τον δεύτερο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης,  η δε κατανομή του στις απαιτήσεις των πιστωτών-δανειστών θα γίνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 973 επ. ΚΠολΔ, αναλογικά εφαρμοζόμενα. Η καταβολή των δόσεων θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

 

ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσας προς τους καθ’ ών η αίτηση ορίζοντας μηνιαίες καταβολές, ποσού  εκατόν ογδόντα ευρώ (180,00 €) εκάστη, εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, άλλως τριάντα έξι (36) μηνών, αρχής γενομένης από τον δεύτερο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας, ως εξής :

 

1) Στη πρώτη των καθών η αίτηση [πρώτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ Π…..Α.Ε.», για οφειλή από την υπ' αριθμ. 0…… σύμβαση καταναλωτικού δανείου, το ποσό των  2,00 €.  2) Στη δεύτερη των καθ’ ών η αίτηση [ δεύτερη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Ε…… ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», για οφειλή α) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, το ποσό των 3,06 €, β) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, το ποσό των 0,21€, γ) από την υπ' αριθμ. 4…… σύμβαση καταναλωτικής πίστης, το ποσό των  0,12€.  3) Στη τρίτη των καθ’ ών [τρίτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α…… ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», όπως εκπροσωπείται νόμιμα από την ειδική εκκαθαρίστρια εταιρεία με την επωνυμία «P….. Ε….. ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΕΙΔΙΚΟΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ», το ποσό των  5,00 €. 4) Στη κυρίως παρεμβαίνουσα [δέκατη εφεσίβλητη], ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «d….. V….. G….. Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», για οφειλή α) από την υπ' αριθμ. 6……/27.12.2005 σύμβαση στεγαστικού δανείου το ποσό των 61,41€, β) από την υπ' αριθμ. 6……./25.10.2010 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου το ποσό των  35,01€. Επίσης, στη τέταρτη των καθ’ ών η αίτηση [τέταρτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Τράπεζα E…..Ανώνυμη Εταιρεία», μόνο για τις απαιτήσεις της εκ των επιχειρηματικών δανείων, για οφειλή: α) από την υπ' αριθμ. 2…../08.11.2002 σύμβαση πίστωσης, το ποσό των 15,29 €, β) από την υπ' αριθμ. 3…../13.12.2007 σύμβαση δανείου, το ποσό των 6,4 €, γ) από την υπ' αριθμ. 2….. σύμβαση πίστωσης, το ποσό των 1,58 €, δ) από την υπ' αριθμ. 3…../13.12.2007 σύμβαση δανείου, το ποσό των 2,64 €, ε) από την υπ' αριθμ. 2…… σύμβαση πίστωσης, το ποσό των 0,19€, στ) από την υπ' αριθμ. 3……/13.12.2007 σύμβαση δανείου, το ποσό των 0,22€. 5) Στη πέμπτη των καθ’ ών [πέμπτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία « H….. P…. C…. ΑΕΠΠ», το ποσό των 1,17 €. 6) Στην έκτη των καθών [έκτη εφεσίβλητη], ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «Α…. ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», για οφειλή, α) από την υπ' αριθμ. . σύμβαση, το ποσό των 18,40 €,  β) από την υπ' αριθμ. . σύμβαση, το ποσό των 0,07€. 7) Στο όγδοο των καθών, όγδοο εφεσίβλητο,  με την επωνυμία «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (ε-ΕΦΚΑ)», το ποσό των 14,00 €. 8) Στο ένατο των καθών [ένατο εφεσίβλητο], Ελληνικό Δημόσιο, το ποσό των 11,00 €.

 

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι μια ισόγεια οικοδομή, της αποκλειστικής και πλήρους κυριότητας της αιτούσας, επιφάνειας 65,96 τετραγωνικών μέτρων, έτους κατασκευής 1998, εντός οικοπέδου, εκτάσεως 340 τετραγωνικών μέτρων, κείμενου στη θέση «Δ….» ή «Κ…..» εντός οικισμού της τοπικής κοινότητας Σμίλα του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας,  το οποίο απέκτησε δυνάμει του υπ' αριθμ…../08.02.2010 συμβολαίου γονικής παροχής της Συμβολαιογράφου Ολυμπίων Κ….. Μ…., νομίμως μεταγεγραμμένου στο τόμο ….. και με αριθμό …. των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ολυμπίων.

 

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την αιτούσα να καταβάλει στους καθών η αίτηση- πιστωτές-δανειστές του, για τη διάσωση της κύριας κατοικίας του, το συνολικό ποσό των είκοσι τεσσάρων χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι ευρώ και είκοσι τριών λεπτών [24.520,23 €], η αποπληρωμή του οποίου θα γίνει σε δέκα (10) έτη, ήτοι σε εκατόν  είκοσι (120) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, ποσού εκάστης διακοσίων τεσσάρων ευρώ και τριάντα τριών λεπτών (204,33 €), εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου εκάστου μηνός, αρχής γινομένης τον πρώτο μήνα τρία [3] έτη μετά τον δεύτερο μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης,  η δε κατανομή του στις απαιτήσεις των πιστωτών-δανειστών θα γίνει σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 973 επ. ΚΠολΔ, αναλογικά εφαρμοζόμενα. Η καταβολή των δόσεων θα γίνει εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο, που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζα της Ελλάδος αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

 

ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης : 1) το αγροτεμάχιο επιφανείας, 4.000 τετραγωνικών μέτρων, κείμενο στη θέση «Δ….» της τοπικής κοινότητας Σ….. του Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας, που ανήκει κατά συγκυριότητα στους αιτούντες, 2) το με αριθμό κυκλοφορίας …..-….. φορτηγό ιδιωτικής χρήσεως, εργοστασίου κατασκευής MERCEDES, τύπου 410 D, 2.874 κυβικών εκατοστών, με ημερομηνία πρώτης άδειας κυκλοφορίας την 06η.4.1998, 3) το με αριθμό κυκλοφορίας ….-….. ιδιωτικής χρήσεως επιβατικό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής VOLKSWAGEN, τύπου ΡΟLO, 1390 κυβικών εκατοστών, 4) το με αριθμό κυκλοφορίας ….. ιδιωτικής χρήσεως επιβατικό αυτοκίνητο, εργοστασίου κατασκευής SCODA, τύπου OCTAVIA, κυβικών εκατοστών 1781, έτους πρώτης κυκλοφορίας το 2005.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του στο ακροατήριο του στον Πύργο Ηλείας, απόντων των διαδίκων και του πληρεξουσίου δικηγόρου του αιτούντος, στις  14 Ιουνίου 2023.

 

 Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ