ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΜΠρΠατρών 376/2020
Θανατηφόρο εργατικό ατύχημα - Υπαιτιότητα - Χρηματική ικανοποίηση λόγω
ψυχικής οδύνης -.
Θανατηφόρο εργατικό ατύχημα ύστερα από
δεσμευτική εντολή σε ανειδίκευτο εργάτη για τέλεση επικίνδυνης επισκευαστικής
εργασίας σε υπερυψωμένη θέση. Αποκλειστική υπαιτιότητα του διευθύνοντος
συμβούλου και τεχνικού ασφαλείας της εργοδότριας εταιρίας. Κρίθηκε ότι ο θανών
δεν βαρύνεται με οποιοδήποτε πταίσμα ως προς την επέλευση του εργατικού
ατυχήματος. Αξιώσεις χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης των γονέων,
αδελφών, πεθερού πεθεράς, συζύγου και ανηλίκων τέκνων του θανόντος εργάτη.
Επιδίκαση εύλογων ποσών χρηματικής ικανοποίησης.
ΑΠΟΦΑΣΗ
376/2020
ΤΟ
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
ΕΙΔΙΚΗ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αποτελούμενο
από το Δικαστή Κωνσταντίνο Ρήγα, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε από το
Διευθύνοντα το Πρωτοδικείο Πατρών Πρόεδρο Πρωτοδικών, και από τη γραμματέα
Ευγενία Τσιντώνη.
Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριό του στην Πάτρα την 17η Οκτωβρίου 2019, για να
δικάσει την υπόθεση μεταξύ των κάτωθι:
Α) Tων εναγόντων-καθ ων η απλή πρόσθετη
παρέμβαση: 1)
και 6)
, εκ των οποίων ο τρίτος παραστάθηκε
μετά και οι έτεροι διά του πληρεξουσίου δικηγόρου αυτών, Γεωργίου Λαμπρόπουλου.
Των εναγομένων: 1) Ανώνυμης εταιρείας
με την επωνυμία «TYRES HERCO ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ
ΕΛΑΣΤΙΚΩΝ» και Α.Φ.Μ.
, νομίμως εκπροσωπουμένης και
εδρεύουσας στο Αμαρούσιο Αττικής, επί της λεωφόρου Κηφισίας αρ. 32, που
παραστάθηκε μετά του νομίμου εκπροσώπου της,
, και του πληρεξουσίου δικηγόρου αυτής,
Ευτυχίου-Δημητρίου Καλαμίδα, 2)
και
4)
, εκ των οποίων παραστάθηκαν ο τρίτος μετά και ο δεύτερος και ο τέταρτος
διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, Ευτυχίου-Δημητρίου
Καλαμίδα.
Β)
Της ενάγουσας-καθ ης η απλή πρόσθετη παρέμβαση:
, ατομικώς και ως
ασκούσας τη γονική μέριμνα των ανήλικων τέκνων αυτής,
, κατοίκου Καλαμακίου
του Δήμου Δυτικής Αχαΐας και με Α.Φ.Μ. ., που παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου
δικηγόρου της, Γεωργίου Λαμπρόπουλου.
Των εναγομένων: 1) Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «TYRES HERCO ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ
ΕΛΑΣΤΙΚΩΝ» και Α.Φ.Μ. ., νομίμως εκπροσωπουμένης και
εδρεύουσας στο Αμαρούσιο Αττικής, επί της λεωφόρου Κηφισίας αρ. 32, που
παραστάθηκε μετά του νομίμου εκπροσώπου αυτής,
, και του πληρεξουσίου
δικηγόρου της, Ευτυχίου-Δημητρίου Καλαμίδα, 2)
., και 4)
,
εκ των οποίων παραστάθηκαν ο τρίτος μετά και ο δεύτερος και ο τέταρτος διά του
πληρεξουσίου δικηγόρου αυτών, Ευτυχίου-Δημητρίου Καλαμίδα.
Γ,Δ)
Της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως ενάγουσας-υπέρ ης
οι απλές πρόσθετες παρεμβάσεις: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «TYRES HERCO ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ
ΕΛΑΣΤΙΚΩΝ» και Α.Φ.Μ. ., νομίμως εκπροσωπουμένης και
εδρεύουσας στο Αμαρούσιο Αττικής, επί της λεωφόρου Κηφισίας αρ. 32, η οποία
παραστάθηκε μετά του νομίμου εκπροσώπου της,
, και του πληρεξουσίου δικηγόρου
αυτής, Ευτυχίου-Δημητρίου Καλαμίδα.
Της προσεπικαλουμένης-παρεμπιπτόντως
εναγομένης: Αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «AIG EUROPE S.A.»
ως οιονεί καθολικής διαδόχου της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας υπό την
επωνυμία «. LIMITED»
λόγω συγχωνεύσεως με απορρόφηση, νομίμως εκπροσωπουμένης,
εδρεύουσας στο Bertrange του Λουξεμβούργου, ., και
δραστηριοποιούμενης στην Ελλάδα μέσω του υποκαταστήματος με την επωνυμία «AIG EUROPE S.A.
(Υποκατάστημα Ελλάδας)» και Α.Φ.Μ. ., που έχει ως νόμιμη αντιπρόσωπο στην
Ελλάδα την ανώνυμη εταιρεία υπό την επωνυμία «AIG ΕΛΛΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» και το διακριτικό τίτλο «AIG HELLAS Α.Ε.», νομίμως εκπροσωπούμενη και
εδρεύουσα στο Αμαρούσιο Αττικής, επί της λεωφόρου Κηφισίας αρ. 119, και
παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Δημητρίου Βούτσινου.
Ε,ΣΤ)
Της απλώς προσθέτως παρεμβαίνουσας: Αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας με την
επωνυμία «AIG
EUROPE S.A.»
ως οιονεί καθολικής διαδόχου της αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας υπό την
επωνυμία «. LIMITED»
λόγω συγχωνεύσεως με απορρόφηση, νομίμως εκπροσωπουμένης,
εδρεύουσας στο Bertrange του Λουξεμβούργου, ., και
δραστηριοποιούμενης στην Ελλάδα μέσω του υποκαταστήματος με την επωνυμία «AIG EUROPE S.A.
(Υποκατάστημα Ελλάδας)» και Α.Φ.Μ. ., που έχει ως νόμιμη αντιπρόσωπο στην
Ελλάδα την ανώνυμη εταιρεία υπό την επωνυμία «AIG ΕΛΛΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΣΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» και το διακριτικό τίτλο «AIG HELLAS Α.Ε.», νομίμως εκπροσωπούμενη και
εδρεύουσα στο Αμαρούσιο Αττικής, επί της λεωφόρου Κηφισίας αρ. 119, και
παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου αυτής, Δημητρίου Βούτσινου.
Οι ενάγοντες των υπό στοιχεία Α και Β (κύριων) αγωγών
αιτούνται να γίνουν δεκτές οι από 18-2-2019 και 1-8-2018 αντιστοίχως αγωγές
τους, οι οποίες κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμούς
εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ./18-2-2019 και ./27-9-2018 αντιστοίχως, εκ των οποίων η πρώτη
προσδιορίσθηκε για τη διαλαμβανόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και
ενεγράφη στο οικείο πινάκιο με αριθμό 19 και η δεύτερη προσδιορίσθηκε αρχικώς
για τη δικάσιμο της 21-2-2019 και ενεγράφη στο σχετικό πινάκιο με αριθμό 5,
οπότε αναβλήθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και
ενεγράφη εκ νέου στο οικείο πινάκιο με αριθμό ., στην οποία συνεκφωνήθηκαν,
λόγω της συνάφειας ανάμεσά τους, και συζητήθηκαν με τη σειρά αυτών από το
πινάκιο.
Η
απλώς προσθέτως παρεμβαίνουσα αιτείται να γίνουν δεκτές οι από 10-10-2019 με
στοιχεία Ε και ΣΤ απλές πρόσθετες παρεμβάσεις της, που κατατέθηκαν στη
Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμούς εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου ./11-10-2019
και ./11-10-2019 αντιστοίχως, προσδιορίσθηκαν για την αναφερόμενη στην αρχή της
παρούσας δικάσιμο και ενεγράφησαν στο οικείο πινάκιο με αριθμούς . και .
αντιστοίχως, οπότε συνεκφωνήθηκαν, εξαιτίας της συνάφειάς τους με τις
προειρημένες υπό τα στοιχεία Α και Β αντιστοίχως κύριες αγωγές, και συζητήθηκαν
με τη σειρά αυτών από το πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση των ανωτέρω
ένδικων βοηθημάτων, που συνεκφωνήθηκαν λόγω της συνάφειας μεταξύ τους, οι
πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν, αφότου ανέπτυξαν προφορικώς τους
ισχυρισμούς αυτών, να γίνουν δεκτά όσα μνημονεύονται στα πρακτικά δημόσιας
συνεδριάσεως και στις έγγραφες προτάσεις που νομοτύπως κατέθεσαν επί της έδρας.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ
ΣΥΜΦΩΝΑ ME ΤΟ
ΝΟΜΟ
1.. Οι υπό κρίση με
στοιχεία Α και Β κύριες αγωγές, Γ και Δ προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές
και Ε και ΣΤ απλές πρόσθετες παρεμβάσεις συνεκδικάζονται
αντιμωλία των διαδίκων, δεδομένου ότι τυγχάνουν συναφείς (ά. 31, 283, 285,
591§1 και 614αρ.3 ΚΠολΔ).
2. Κατά τη ρύθμιση του άρθρου 1 Ν.
551/1915 «περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ
ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων», όπως κωδικοποιήθηκε διά
του β.δ. της 24-7/25-8-1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ
μέσω της διατάξεως του άρθρου 38εδ.α ΕισΝΑΚ, ως
ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ
αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων που
διαλαμβάνονται στη ρύθμιση του άρθρου 2 του ίδιου νόμου (εργατικό ατύχημα),
θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας
εξωτερικού αιτίου, άσχετου με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη
βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε
μ αυτή λόγω της εμφανίσεώς του κατά την εκτέλεσή της ή εξ αφορμής αυτής, οπότε
θα πρέπει το αίτιο, στο οποίο οφείλεται το εργατικό ατύχημα, να μην ανάγεται
αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος, ώστε δε θα
συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις της εκτελέσεώς της (βλ. ΟλΑΠ 1287/1986, ΝοΒ 1987, 1605,
ΑΠ 226/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από τις διατάξεις των άρθρων 914, 932 ΑΚ, 1 και 16 Ν.
551/1915 προκύπτει περαιτέρω ότι χρηματική ικανοποίηση ένεκα ηθικής βλάβης ή
ψυχικής οδύνης οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος, όταν συντρέχουν οι όροι
της αδικοπραξίας. Η ρύθμιση του άρθρου 16§1 Ν. 551/1915, σύμφωνα με την οποία ο
παθών σε εργατικό ατύχημα δικαιούται να εγείρει την αγωγή του κοινού αστικού
δικαίου και να ζητήσει πλήρη αποζημίωση, μόνον όταν το ατύχημα δύναται να
αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων αυτού
ή στην περίπτωση που επήλθε στο πλαίσιο εργασίας, όπου δεν τηρήθηκαν οι
διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών ως προς τους όρους ασφάλειας των
εργαζομένων, και εξαιτίας της μη τηρήσεως των περί ων ο λόγος διατάξεων,
αναφέρεται στην επιδίκαση αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και όχι στην
αξίωση χρηματικής ικανοποιήσεως, ως προς την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον προμνημονευθέντα νόμο και εφαρμόζονται κατόπιν τούτου μόνον
οι γενικές ρυθμίσεις (βλ. ΟλΑΠ 1117/1986, ΕΕργΔ 1987, 71, ΑΠ 614/2017, ΑΠ
330/2017, ΑΠ 327/2017, ΑΠ 133/2016, ΑΠ 80/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επί εργατικού
ατυχήματος, ο παθών δικαιούται συνεπώς πλήρη αποζημίωση, μόνον αν είτε το
ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων
του είτε έγινε σε εργασία ή επιχείρηση, όπου δεν τηρήθηκαν οι προειρημένες
διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφάλειας
των εργαζομένων σ αυτές και άρα όχι όταν το ατύχημα οφείλεται στη μη τήρηση
των όρων που επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και
την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, ήτοι δίχως να προβλέπονται από
ειδική διάταξη νόμου, οπότε έχει το δικαίωμα να απαιτήσει την αποζημίωση του
άρθρου 16§1 Ν. 551/1915 (ΟλΑΠ 26/1995, ΕλλΔνη 1996, 38, ΑΠ 1858/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, πρβλ. τα ά. 34§2 και 60§3 α.ν.
1846/1951 «περί κοινωνικών ασφαλίσεων» για τους υπαγόμενους στην ασφάλιση του
Ι.Κ.Α. και νυν Ε.Φ.Κ.Α. εργαζομένους, βλ. συναφώς ΟλΑΠ
16/2006, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΟλΑΠ 1267/1976, ΔΕΝ 1977, 310, ΑΠ
668/2015, ΑΠ 182/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1118/2007, ΕλλΔνη
49, 432). Προκειμένου αντιθέτως να δικαιούται ο παθών ή η οικογένεια του
θανόντος εξ εργατικού ατυχήματος να αξιώσει χρηματική ικανοποίηση ένεκα ηθικής
βλάβης ή ψυχικής οδύνης αντιστοίχως, αρκεί να συνετέλεσε στην επέλευση του
ατυχήματος πταίσμα (ΑΚ 330), του εργοδότη, των καταστατικών του οργάνων (ΑΚ 71)
ή των προστηθέντων απ αυτόν (ΑΚ 922), υπό την έννοια
του άρθρου 914 ΑΚ, δηλαδή να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλειά τους και όχι μόνον η
ειδική αμέλεια περί την τήρηση των όρων ασφάλειας του άρθρου 16§1 Ν. 551/1915
(βλ. ΟλΑΠ 18/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 425/2018, ΑΠ
370/2018, ΑΠ 88/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 614/2017, ΑΠ 330/2017, ΑΠ 327/2017, ό.π., ΑΠ 182/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Δ. Ζερδελή,
Εργατικό Δίκαιο, Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις, 2015, σ. 754 επ.).
3. Οι κυρίως ενάγοντες ιστορούν διά
των υπό στοιχεία Α και Β (κύριων) αγωγών, σύμφωνα με την προσήκουσα εκτίμηση
του δικογράφου αυτών, ότι κατά το Νοέμβριο του 2010 προσελήφθη, μέσω συμβάσεως
εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ο συγγενής τους,
, από
τη δραστηριοποιούμενη στον τομέα της ανακυκλώσεως με μηχανικό τρόπο ελαστικών
αυτοκινήτων και της εμπορίας των εντεύθεν υλικών πρώτη εναγόμενη ανώνυμη
εταιρεία, για να προσφέρει τις υπηρεσίες αυτού ως
ανειδίκευτος εργάτης στο κείμενο στη Βιομηχανική Περιοχή των Πατρών εργοστάσιο,
ανακυκλώσεως ελαστικών αυτοκινήτων, της πρώτης των εναγομένων εργοδότριάς του.
Ότι, την 18-5-2018 και περί ώρα 18:45, έλαβε χώρα, κατά τη διάρκεια της κατόπιν
εντολής του υπευθύνου βάρδιας της προδιαληφθείσας
εκμεταλλεύσεως αποκαταστάσεως από κοινού από τον ίδιο και τον προαναφερθέντα εργάτη
βλάβης σε ευρισκόμενο σε ύψος 3,5 περίπου μέτρων από το δάπεδο του προμνημονευθέντος εργοστασίου ηλεκτροκινητήρα μεταφορικής
ταινίας διά της διακοπής της παραγωγικής διαδικασίας και της εκτελέσεως εν
συνεχεία της αναγκαίας συχνής εργασίας της λιπάνσεως του υπερθερμασμένου ηλεκτρομειωτήρα της προειρημένης μεταφορικής ταινίας με
γρασαδόρο και καταμερισμό της εν θέματι εργασίας, το περιγραφόμενο στις ένδικες
δύο κύριες αγωγές εργατικό ατύχημα, με αποτέλεσμα να απολέσει
ο προδιαληφθείς εργάτης την ισορροπία αυτού, να επέλθει η πτώση
του από το μεταλλικό σκελετό του τέλους της προαναφερθείσας μεταφορικής ταινίας
στο δάπεδο, να υποστεί αυτός σωματικές βλάβες στην κεφαλή και στον αυχένα του
και να προκληθεί εντεύθεν ο θάνατος αυτού. Ότι το προμνημονευθέν
θανατηφόρο εργατικό ατύχημα οφείλεται στην εκ μέρους των εναγομένων,
αντιβαίνουσα στο νόμο και στην αρχή της καλής πίστεως, παράλειψη της εκτιμήσεως
των κινδύνων της προειρημένης σε υπερυψωμένη θέση εργασίας του προδιαληφθέντος θανόντος εργάτη, της σχετικής ενημερώσεως
και εκπαιδεύσεώς του, της παροχής σ αυτόν και της επιβλέψεως της εκ μέρους του
τηρήσεως των παρατιθέμενων στα υπό κρίση αγωγικά
δικόγραφα απαιτούμενων κατάλληλων μέσων και εξοπλισμού
εργασίας προς αποτροπή των προαναφερθέντων κινδύνων. Ότι οι προμνημονευθείσες, παράνομες και συνδεόμενες με πρόσφορη
αιτιώδη συνάφεια προς το προειρημένο αποτέλεσμα, παραλείψεις ανάγονται στην
αποκλειστική αμέλεια τόσο του τρίτου των εναγομένων, υπό τις ιδιότητες αφενός
του διευθύνοντος συμβούλου και άρα του καταστατικού οργάνου της πρώτης εναγόμενης
ανώνυμης εταιρείας και αφετέρου του προστηθέντος απ
αυτήν τεχνικού ασφαλείας της προδιαληφθείσας επιχειρήσεώς
της, όσο και των δεύτερου και τρίτου εναγομένων ως μελών του Διοικητικού
Συμβουλίου (Δ.Σ.) της πρώτης εξ αυτών. Ότι οι έξι ενάγοντες της υπό στοιχείο Α
αγωγής, οι οποίοι αποτελούν τους γονείς, τους αδελφούς, τον πεθερό και την
πεθερά αντιστοίχως του προαναφερθέντος θανόντος εργάτη, και οι τρεις ενάγοντες
της υπό στοιχείο Β αγωγής, που είναι η σύζυγός του και τα νομίμως
εκπροσωπούμενα απ αυτήν ως αποκλειστικώς έχουσα πλέον τη γονική τους μέριμνα
δύο ανήλικα άρρενα τέκνα αυτών, έχουν υποστεί τη μνημονευόμενη στις ένδικες
αγωγές ψυχική οδύνη. Ενόψει των προεκτεθέντων, οι
κυρίως ενάγοντες αιτούνται: α) να υποχρεωθούν, διά της κηρύξεως της εκδοθησόμενης αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής και με το
νόμιμο τόκο από την επόμενη ημέρα της επιδόσεως των υπό κρίση κύριων αγωγών, οι
τέσσερις εναγόμενοι να καταβάλουν εις ολόκληρον, ως
χρηματική ικανοποίηση των κυρίως εναγόντων ένεκα της προειρημένης ψυχικής τους
οδύνης, τα ακόλουθα ποσά: α1) αυτό των 150.000 ευρώ στην ενάγουσα της υπό
στοιχείο Β αγωγής για δικό της λογαριασμό, α2) εκείνο των 100.000 ευρώ σε
έκαστο των δύο πρώτων εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής και στην ενάγουσα της
υπό στοιχείο Β αγωγής για το καθένα εκ των νομίμως
εκπροσωπούμενων απ αυτήν προδιαληφθέντων δύο
ανήλικων τέκνων της και α3) αυτό των 50.000 ευρώ σε έκαστο των
τρίτου, τέταρτου, πέμπτου και έκτης εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής, ήτοι
το συνολικό των 750.000 [150.000 + (100.000 Χ 4 = 400.000 ) + (50.000 Χ
4 = 200.000 )] ευρώ, όπως επίσης β) να καταδικασθούν οι κυρίως εναγόμενοι στην
καταβολή των δικαστικών εξόδων των κυρίως εναγόντων.
4. Με τα ως άνω περιεχόμενο και
αιτήματα, οι κατατεθείσες στη Γραμματεία του Δικαστηρίου
αυτού κατά την 18-2-2019 και την 1-8-2018 αντιστοίχως υπό στοιχεία Α και Β
(κύριες) καταψηφιστικές αγωγές εξ εργατικού
ατυχήματος, για το αντικείμενο των οποίων δεν απαιτείται η καταβολή
τέλους δικαστικού ενσήμου (ά. 15§2 Ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε με το β.δ. 24-7/25-8-1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ μέσω του άρθρου
52αρ.8 ΕισΝΚΠολΔ, βλ. ΟλΑΠ
296/1972, ΕΕργΔ 31, 1229, ΑΠ 691/2006, ΕφΠειρ 618/2009, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), παραδεκτώς εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον
του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο τυγχάνει καθ ύλην
και κατά τόπον αρμόδιο (ά. 7, 9, 12-14, 16αρ.2, 22, 35, 37§1 και 621§1 ΚΠολΔ), προκειμένου να συνεκδικασθούν
με την αρμόζουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (ά. 591 και 614 επ. ΚΠολΔ, όπως έχουν κατόπιν της ισχύος
του Ν. 4335/2015, βλ. το άρθρο ένατο αυτού). Είναι επιπροσθέτως παραδεκτές,
πέραν των δεύτερου και τέταρτου κυρίως εναγομένων ως μελών του Δ.Σ. της πρώτης
των κυρίως εναγομένων εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας, για τους οποίους δεύτερο
και τέταρτο κυρίως εναγομένους απορρίπτονται οι υπό κρίση αγωγές ως απαράδεκτες
λόγω της αοριστίας τους, διότι η αδικοπρακτική ευθύνη
των μελών του Δ.Σ. εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας για την αποκατάσταση μη
περιουσιακής ζημίας εξ εργατικού ατυχήματος, όπως είναι η ένδικη ψυχική οδύνη,
δεν τυγχάνει αντικειμενική, αλλά προϋποθέτει την επίκληση και την απόδειξη
πταίσματος αυτών (υποκειμενική ευθύνη), αφού δεν ευθύνονται ως προς το πταίσμα
του υποκατάστατου οργάνου ή των προστηθέντων της
ανώνυμης εταιρείας, εκτός αν βαρύνονται με υπαιτιότητα για την επιλογή τους ή
την εποπτεία αυτών κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί,
δηλαδή υπό περιστάσεις, οι οποίες πρέπει να προβληθούν νομίμως και να
αποδειχθούν, ενώ στα υπό κρίση αγωγικά δικόγραφα δεν
εξειδικεύεται η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά των προμνημονευθέντων
κυρίως εναγόμενων δύο μελών του Δ.Σ. της πρώτης των κυρίως εναγομένων
εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας αναφορικά με το ένδικο εργατικό ατύχημα, η οποία
αδικοπρακτική συμπεριφορά να ήταν ικανή, κατά τη
συνήθη πορεία των πραγμάτων, να προκαλέσει το θάνατο του προειρημένου συγγενούς
των κυρίως εναγόντων εργάτη και την προδιαληφθείσα
εντεύθεν ψυχική οδύνη των κυρίως εναγόντων, με συνέπεια να γίνεται δεκτή ως
ουσία βάσιμη η παραδεκτώς προταθείσα από τους δεύτερο
και τέταρτο κυρίως εναγομένους οικεία ένσταση αοριστίας των υπό στοιχεία Α και
Β (κύριων) αγωγών, δοθέντος μάλιστα ότι αυτές συμπληρώνονται απαραδέκτως διά της προσθήκης-αντικρούσεως των κυρίως
εναγόντων (ά. 18 επ. Ν.
2190/1920, όπως είχαν πριν από την κατάργησή τους με το Ν. 4548/2018, 281,
288, 330, 914, 932 ΑΚ, 68, 73, 111§2, 216§1, 224, 591§1 και 614αρ.3 ΚΠολΔ, βλ. συναφώς ΑΠ 370/2018, ΑΠ 88/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Κατά το μέρος τους που κρίθηκαν παραδεκτές, οι ένδικες κύριες αγωγές τυγχάνουν
νόμιμες, ερειδόμενες στις προπαρατεθείσες
στην υπ αριθμόν 2 μείζονα σκέψη της παρούσας αποφάσεως ρυθμίσεις των άρθρων 71, 330, 914, 922, 932 ΑΚ και 1 Ν. 551/1915 καθώς και
σ εκείνες των άρθρων 22§3 Ν. 2190/1920, όπως είχε πριν
από την κατάργηση αυτού με το Ν. 4548/2018, 65, 67, 68, 240 επ., 281, 288, 299, 340, 345εδ.α,
346, 481 επ., 662, 926 ΑΚ, 15, 28, 302 ΠΚ, 14, 15, 42, 43, 47, 48 Ν. 3850/2010, 1, 2, 11, 12 π.δ. 17/1996, 2, 3, 4, 7, 10 π.δ.
396/1994, 74αρ.1, 176, 907 και 908 ΚΠολΔ,
οπότε πρέπει να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα. Όσον
αφορά τους δύο τελευταίους ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής, ήτοι τον πεθερό
και την πεθερά του προαναφερθέντος θανόντος εργάτη, αυτοί νομιμοποιούνται
ενεργητικώς να εγείρουν την υπό κρίση κύρια αγωγή χρηματικής ικανοποιήσεως
ένεκα ψυχικής οδύνης, διότι περιλαμβάνονται, υπό την ιδιότητα των εξ αγχιστείας
συγγενών πρώτου βαθμού σε ευθεία γραμμή του προμνημονευθέντος
αποβιώσαντος ως γονείς της ενάγουσας της υπό στοιχείο Β αγωγής συζύγου του,
στην κατ άρθρο 932εδ.γ ΑΚ οικογένεια του θύματος, αφού σ αυτήν εντάσσονται οι
εγγύτεροι συγγενείς του θανατωθέντος που συνδέονται
με τον τελευταίο στενώς μέσω αισθημάτων αγάπης και
στοργής και δοκιμάσθηκαν ψυχικώς από την απώλειά του, στην ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων αποσκοπεί η
προειρημένη διάταξη, ανεξαρτήτως μάλιστα από το εάν συζούσαν με το θανόντα ή
διέμεναν χωριστά, όπερ έχει ως αποτέλεσμα να περιλαμβάνονται εν γένει μεταξύ
αυτών οι γονείς, τα τέκνα, οι αδελφοί, αμφιθαλείς και ετεροθαλείς, ο σύζυγος ή
η σύζυγος του θύματος και οι εξ αγχιστείας συγγενείς του μόνον του πρώτου
βαθμού, δηλαδή ο πεθερός, η πεθερά, ο γαμβρός από θυγατέρα και η νύφη από υιό, απορριπτομένου έτσι ως μη νόμιμου του οικείου ισχυρισμού
των κυρίως εναγομένων περί απαραδέκτου της υπό στοιχείο Α αγωγής για τους δύο
τελευταίους κυρίως ενάγοντες (βλ. ΟλΑΠ 21/2000, ΕλλΔνη 42, 55, ΟλΑΠ 10/2011, ΝοΒ 2011, 1522, ΑΠ 526/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΘεσ
837/2015, Αρμ. 2015, 2057).
5. Η πρώτη των κυρίως εναγομένων των
υπό στοιχεία Α και Β (κύριων) αγωγών ιστορεί διά των υπό στοιχεία Δ και Γ
αντιστοίχως προσεπικλήσεων-παρεμπιπτουσών αγωγών, σύμφωνα με την προσήκουσα
εκτίμηση του δικογράφου αυτών, τις οποίες στρέφει εναντίον της νομίμως εγκατεστημένης
και νομίμως αντιπροσωπευόμενης στην Ελλάδα αλλοδαπής ασφαλιστικής της
εταιρείας, ότι έχουν ασκηθεί εις βάρος της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας οι προεκτεθείσες
κύριες αγωγές χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ψυχικής οδύνης εξ εργατικού
ατυχήματος, το περιεχόμενο της καθεμιάς από τις οποίες ενσωματώνεται στο
εισαγωγικό δικόγραφο της προδιαληφθείσας αντίστοιχης ένδικης
προσεπικλήσεως-παρεμπίπτουσας αγωγής, προσεπικακαλώντας
την προαναφερθείσα ασφαλιστική εταιρεία ως δικονομική της εγγυήτρια για το υπό
κρίση θανατηφόρο εργατικό ατύχημα να παρέμβει προσθέτως υπέρ αυτής στην (κύρια)
δίκη επί των υπό στοιχεία Α και Β αγωγών και αιτούμενη, συνομολογώντας
επικουρικώς την ευθύνη της ως προς τις συνέπειες του ένδικου εργατικού
ατυχήματος και όπως, μέσω τόσο της καταχωρισθείσας στα ταυτάριθμα με την προκείμενη απόφαση
πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως προφορικής δηλώσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου
της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως ενάγουσας στο
ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου όσο και των νομοτύπως κατατεθεισών επί της
έδρας ενώπιόν του προτάσεων αυτής, έχουν παραδεκτώς, δυνάμει των ρυθμίσεων των άρθρων 223, 294,
295§1, 297, 591§1 και 614 αρ.3 ΚΠολΔ,
τραπεί εν μέρει τα κύρια αγωγικά αιτήματα από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά, ότι, στην περίπτωση που, ως
ενδοδιαδικαστική αναβλητική αίρεση, γίνουν εν όλω ή εν μέρει δεκτές οι υπό κρίση κύριες αγωγές, πρέπει α)
η προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη να
υποχρεωθεί, διά της κηρύξεως της εκδοθησόμενης
αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής, να της καταβάλει τα εξής ποσά: α1) αυτό των 25.000
ευρώ για έκαστο των δύο πρώτων κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής, α2)
εκείνο των 20.000 ευρώ ως προς τον καθέναν από τους τρίτο και τέταρτο κυρίως
ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής, α3) αυτό των 5.000 ευρώ για έκαστο των
πέμπτου και έκτης κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής, α4) εκείνο των
40.000 ευρώ ως προς την κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής για δικό της
λογαριασμό και α5) αυτό των 30.000 ευρώ ως προς το καθένα εκ των νομίμως
εκπροσωπούμενων από την κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής προμνημονευθέντων δύο ανήλικων τέκνων της, ήτοι το συνολικό
των 200.000 [(25.000 Χ 2 = 50.000 ) + (20.000 Χ 2 = 40.000 ) + (5.000 Χ
2 = 10.000 ) + 40.000 + (30.000 Χ 2 = 60.000 )] ευρώ, και β) να
αναγνωρισθεί η υποχρέωση της προσεπικαλουμένης-παρεμπιπτόντως
εναγομένης να καταβάλει στην προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα το υπόλοιπο
ποσό, το οποίο θα υποχρεωθεί η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα να
καταβάλει, για κεφάλαιο έως το προειρημένο συνολικό ύψος των 750.000 ευρώ,
τόκους και δικαστική δαπάνη, στους κυρίως ενάγοντες ως χρηματική ικανοποίηση ένεκα
ψυχικής οδύνης εκ του ένδικου θανατηφόρου εργατικού ατυχήματος, νομιμοτόκως αναφορικά με όλα τα προδιαληφθέντα
ποσά από την καταβολή αυτών στους κυρίως ενάγοντες, επειδή η
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα κατήρτισε με την
προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία την ενσωματωμένη
στα υπό κρίση παρεπόμενα δικόγραφα και διεπόμενη από το ελληνικό δίκαιο
ασφαλιστική σύμβαση ορισμένου χρόνου με διάρκεια από την 31-12-2017 μέχρι την
31-12-2018, που ίσχυε κατά τον προμνημονευθέντα χρόνο
της επελεύσεως του ένδικου εργατικού ατυχήματος και είχε ως περιεχόμενο, μεταξύ
άλλων, την κάλυψη της αστικής ευθύνης της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας ως εργοδότριας για οποιαδήποτε ζημία προκληθεί σε
νομίμως προσληφθέντα απ αυτήν και νομίμως ασφαλισμένο σε φορέα κοινωνικής
ασφαλίσεως εργαζόμενο κατά την απασχόλησή του από την
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα, όπως επίσης γ) να καταδικασθεί η προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη στην καταβολή των
δικαστικών εξόδων αυτής.
6. Με τα ανωτέρω περιεχόμενο και
αιτήματα, οι κατατεθείσες στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού κατά την
8-2-2019 και την 30-7-2019 αντιστοίχως υπό στοιχεία Γ και Δ προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες,
εν μέρει καταψηφιστικές και εν μέρει αναγνωριστικές,
(προληπτικές) αγωγές, για τα προπαρατεθέντα υπό τα
στοιχεία 5.α. καταψηφιστικά αιτήματα των οποίων έχει
καταβληθεί το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες επιβαρύνσεις (ά.
71 ΕισΝΚΠολΔ σε συνδ. προς τα ά. 14§1στοιχ.α και 614
αρ. 3 στοιχ. α, δ ΚΠολΔ, βλ.
τα προσκομιζόμενα εκ μέρους της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας με αριθμούς . και .αντιστοίχως παράβολα, που έχουν πληρωθεί απ
αυτήν), παραδεκτώς εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον
του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο τυγχάνει καθ ύλην
και κατά τόπον αρμόδιο (ά. 7, 9, 12-14, 16αρ.2 και
31§1 ΚΠολΔ), προκειμένου να συνεκδικασθούν
με τις υπό στοιχεία Β και Α αντιστοίχως κύριες αγωγές
κατά την αρμόζουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών [ά. 591 και 614 επ. (ιδίως 614 αρ. 3 στοιχ.
α, δ) ΚΠολΔ, όπως έχουν μετά το Ν. 4335/2015, βλ. το
άρθρο ένατο αυτού]. Είναι επιπλέον παραδεκτές και νόμιμες, στηριζόμενες
στις διατάξεις των άρθρων 65, 67, 68, 71, 240 επ.,
281, 288, 299, 330, 340, 341§1, 345εδ.α, 346, 361, 481 επ.,
662, 914, 922, 926, 932 ΑΚ, 15, 28, 302 ΠΚ, 22§3 Ν. 2190/1920, όπως είχε πριν
από την κατάργησή του με το Ν. 4548/2018, 1 Ν. 551/1915,
14, 15, 42, 43, 47, 48 Ν. 3850/2010, 1, 2, 11, 12 π.δ.
17/1996, 2, 3, 4, 7, 10 π.δ. 396/1994, 1 επ., 25 Ν. 2496/1997 (Ασφαλιστικός
Νόμος, ΑσφΝ), 69§§1στοιχ.δ,ε,2, 70, 88, 89, 176, 219,
283 και 285 ΚΠολΔ, οπότε πρέπει οι υπό στοιχεία Γ και
Δ προσεπικλήσεις-(επικουρικές) παρεμπίπτουσες εν μέρει καταψηφιστικές
και εν μέρει αναγνωριστικές (προληπτικές) αγωγές να εξετασθούν κατ επέκταση ως
προς την ουσιαστική βασιμότητα αυτών, συνεκδικαζόμενες
με τις προεκτεθείσες δύο αντίστοιχες κύριες αγωγές.
7. Μέσω των
υπό στοιχεία
Ε και ΣΤ απλών πρόσθετων παρεμβάσεων,
σύμφωνα με την προσήκουσα εκτίμηση του δικογράφου τους, η προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως
εναγόμενη των υπό στοιχεία Δ και Γ αντιστοίχως προσεπικλήσεων-παρεμπιπτουσών
αγωγών αλλοδαπή ασφαλιστική εταιρεία παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως ενάγουσας πρώτης των κυρίως
εναγομένων των υπό στοιχεία Α και Β αντιστοίχως (κύριων) αγωγών ανώνυμης
εταιρείας στην κύρια δίκη επί των υπό στοιχεία Α και Β αγωγών, αιτούμενη, ως
τρίτη επικαλούμενη έννομο συμφέρον αυτής απορρέον εκ της προειρημένης ιδιότητάς
της ως δικονομικής εγγυήτριας της πρώτης κυρίως εναγομένης αναφορικά με το υπό
κρίση θανατηφόρο εργατικό ατύχημα, να απορριφθούν οι προπαρατεθείσες
δύο κύριες αγωγές καθώς και να καταδικασθούν οι καθ ων οι ένδικες δύο
αντίστοιχες απλές πρόσθετες παρεμβάσεις κυρίως εναγόμενοι των υπό στοιχεία Α
και Β αγωγών στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της απλώς προσθέτως
παρεμβαίνουσας.
8. Με τα ως άνω περιεχόμενο και
αιτήματα, οι κατατεθείσες στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού κατά την 11-10-2019
υπό στοιχεία Ε και ΣΤ απλές πρόσθετες παρεμβάσεις παραδεκτώς
εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο τυγχάνει καθ
ύλην και κατά τόπον αρμόδιο, προκειμένου να συνεκδικασθούν με τις υπό στοιχεία Α και Β αντιστοίχως
κύριες αγωγές κατά την αρμόζουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών
(ά. 7, 9, 12-14, 16αρ.2, 31§1, 591 και 614 επ. ΚΠολΔ, όπως έχουν κατόπιν της ισχύος του Ν. 4335/2015, βλ.
το άρθρο ένατο αυτού). Είναι επιπροσθέτως παραδεκτές και νόμιμες, ερειδόμενες στις ρυθμίσεις των άρθρων 1 Ν. 551/1915, 1 επ., 25 ΑσφΝ, 80, 81, 88, 182,
215§1 και 591§1 ΚΠολΔ, οπότε πρέπει να ερευνηθούν
περαιτέρω ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα, συνεκδικαζόμενες
με τις προεκτεθείσες δύο αντίστοιχες κύριες αγωγές.
9. Από την εκτίμηση της ένορκης
καταθέσεως του νομοτύπως εξετασθέντος στο ακροατήριο
μάρτυρος των κυρίως εναγομένων και της ανωμοτί εξετάσεως του τρίτου των κυρίως
εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής ως διαδίκου (ά. 614αρ.3, 591§§1-3,5, 396
και 415 επ. ΚΠολΔ, όπως
έχουν μετά το Ν. 4335/2015, βλ. το άρθρο ένατο αυτού), οι οποίες περιέχονται
στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του
Δικαστηρίου τούτου, απ όλα τα έγγραφα, που νομίμως προσκομίζονται μετ
επικλήσεως από τους διαδίκους, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή
δικαστικών τεκμηρίων (ά. 336§3, 339, 340, 390, 395, 432 επ.,
591§§1,5 και 614αρ.3 ΚΠολΔ),
μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται τα έγγραφα της ποινικής δικογραφίας του υπό
κρίση θανατηφόρου εργατικού ατυχήματος και οι επιδειχθείσες ενώπιον του
Δικαστηρίου αυτού και μη αμφισβητηθείσες ως προς τη γνησιότητά τους φωτογραφίες
(ά. 444§1στοιχ.γ, 448§2 και 457§4 ΚΠολΔ), ενώ
ορισμένα απ όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα μετ επικλήσεως εκ μέρους των
διαδίκων έγγραφα μνημονεύονται ειδικώς κατωτέρω, χωρίς να παραλείπεται κάποιο
κατά την ουσιαστική κρίση της ένδικης διαφοράς, όπως επίσης από τα διδάγματα
της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη και αυτεπαγγέλτως από το
Δικαστήριο (ά. 336§4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα
ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Την 26-11-2010 προσελήφθη,
με έγκυρη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και πλήρους απασχολήσεως
από τη δραστηριοποιούμενη στον τομέα της ανακυκλώσεως με μηχανικό τρόπο
ελαστικών αυτοκινήτων και της εμπορίας των εντεύθεν υλικών πρώτη των κυρίως
εναγομένων ανώνυμη εταιρεία με σημαντικό κύκλο εργασιών, ο γεννηθείς την 5-4-1984,
έγγαμος, πατέρας δύο ανήλικων τέκνων, συγγενής των κυρίως εναγόντων και
ασφαλισμένος στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.)
, προκειμένου να
παράσχει, αντί του εκάστοτε νόμιμου μικτού μηνιαίου μισθού του ως συμφωνημένου,
τις υπηρεσίες αυτού ως ανειδίκευτος εργάτης μεταποιητικών βιομηχανιών στο ευρισκόμενο
στη Βιομηχανική Περιοχή των Πατρών εργοστάσιο, ανακυκλώσεως ελαστικών
αυτοκινήτων με παραγόμενα προϊόντα κόκκους ελαστικού ποικίλων διαστάσεων, συρματίδια ατσαλιού και υφαντικές ύλες, της πρώτης κυρίως
εναγόμενης εργοδότριάς του, εκτελώντας εκεί διάφορες βοηθητικές εργασίες
κατόπιν της χορηγήσεως σ αυτόν, κατά την άσκηση του διευθυντικού της
δικαιώματος, των αντίστοιχων δεσμευτικών εντολών από τα όργανα και τους προστηθέντες της πρώτης των κυρίως εναγομένων. Στον
ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό της προδιαληφθείσας,
λειτουργούσας σε τρεις οκτάωρες βάρδιες ανά ημέρα και απασχολούσας 13
εργαζομένους, επιχειρήσεως αυτής περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ταινιόδρομοι
μεταφοράς υλικών, οι οποίοι ευρίσκονται σε διάφορες υψομετρικές θέσεις της
παραγωγικής διαδικασίας του περί ου ο λόγος εργοστασίου της. Την 18-5-2018,
όταν ο συμφωνημένος νόμιμος μηνιαίος μισθός αυτού ανερχόταν στο μικτό ποσό των
956,49 ευρώ και άρα στο καθαρό των 765,98 ευρώ, ο προειρημένος εργάτης
απασχολείτο εκεί μαζί με τους έτερους δύο εργάτες της ίδιας, διαρκούσας από τις
14:00 έως τις 22:00, βάρδιας, δηλαδή το
και τον
. Ο προδιαληφθείς
συμμετείχε λοιπόν, ύστερα από την παροχή σ αυτόν της σχετικής δεσμευτικής
εντολής από τον τότε υπεύθυνο βάρδιας της ανωτέρω επιχειρήσεως και βοηθό
χειριστή, προαναφερθέντα
, ως προστηθέντα της πρώτης
κυρίως εναγόμενης εργοδότριάς τους, στην αποκατάσταση της βλάβης που είχε
προκληθεί εξαιτίας της υπερθερμάνσεως του μειωτήρα του ηλεκτρικού ρεύματος του
ηλεκτροκινητήρα μεταφορικής ταινίας, ο οποίος ευρίσκεται μεταξύ των με αριθμούς
1070 και 1080 ταινιών μεταφοράς και σε ύψος 4 περίπου μέτρων από το τσιμεντένιο
εσωτερικό δάπεδο του οικοδομήματος του προμνημονευθέντος
εργοστασίου. Πιο συγκεκριμένα, οι προειρημένοι δύο εργάτες, ήτοι ο εμπειρότερος
και ο ανειδίκευτος, εύσωμος και έχων βάρος 140 κιλά
, είχαν ανέβει, άνευ της
υπάρξεως εκεί σταθερής ή φορητής κλίμακας, της λήψεως μέτρων ασφάλειας και της
χρήσεως μέσων και εξοπλισμού προστασίας έναντι του κινδύνου της πτώσεώς τους,
κατόπιν της διακοπής με εντολή του πρώτου απ αυτούς της προπεριγραφείσας
παραγωγικής διαδικασίας και περί ώρα 18:45 της 18-5-2018, στον προδιαληφθέντα ηλεκτροκινητήρα, σκαρφαλώνοντας μαζί από την
εσωτερική πλευρά παρακείμενου παραθύρου του οικοδομήματος του προαναφερθέντος
εργοστασίου και τα μεταλλικά πατάρια των προμνημονευθέντων
ταινιοδρόμων του ως μοναδικό τρόπο προσεγγίσεως του
σημείου της εν θέματι βλάβης, και πατούσαν τελικώς, μη προσδεδεμένοι
από σταθερό σημείο με ιμάντα προστασίας από πτώση ούτε φέροντες έτερου τύπου αντιπτωτικό εξοπλισμό, ο
στην περίμετρο του μη έχοντος δάπεδο,
κουπαστές, χειρολαβές και κιγκλίδωμα μεταλλικού σκελετού που υπάρχει στο τέλος
της ευρισκόμενης σε ύψος 3,5 περίπου μέτρων από το εσωτερικό δάπεδο της προειρημένης
επιχειρήσεως υπ αριθμόν 1080 μεταφορικής ταινίας, ενώ ο προδιαληφθείς
υπεύθυνος βάρδιας
εντός της προαναφερθείσας μη έχουσας κιγκλίδωμα μεταφορικής
ταινίας και λίγο ψηλότερα από τον προμνημονευθέντα ηλεκτρομειωτήρα και τον
, ώστε να εκτελέσουν από κοινού την
αναγκαία για την αποκατάσταση της ως άνω βλάβης επισκευαστική εργασία της
λιπάνσεως του προειρημένου υπερθερμασθέντος ηλεκτρομειωτήρα. Στον
είχε λοιπόν ανατεθεί από το
η
εργασία του πρεσαρίσματος του γρασαδόρου, βάρους 2,5 περίπου κιλών, τον οποίο
παρέδωσε στον
ο προδιαληφθείς εργάτης
, και ο
κατηύθυνε, με το ελαστικό ακροφύσιο του
προαναφερθέντος γρασαδόρου, τη ροή του γράσου μέσα στην οπή που υπάρχει στο επάνω
μέρος του προμνημονευθέντος ηλεκτρομειωτήρα.
Η προπεριγραφείσα επισκευαστική εργασία σε υπερυψωμένη
θέση τυγχάνει συνήθης στον ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό του προειρημένου
εργοστασίου και επιβάλλεται, για λόγους τεχνικούς και ασφάλειας, να πραγματοποιείται,
σύμφωνα ιδίως με την αρχή της καλής πίστεως και τα διδάγματα της κοινής πείρας,
μόνον από δύο εκπαιδευμένους σ αυτήν, ενημερωμένους ως προς αφενός τους εκτιμητέους και αξιολογητέους από
την πρώτη κυρίως εναγόμενη εργοδότρια κινδύνους της και αφετέρου τις
απαιτούμενες κατάλληλες και ασφαλείς εργασιακές πρακτικές και μεθόδους για την
αποφυγή αυτών των κινδύνων και της πτώσεως από το ύψος της εκτελέσεώς της, εφοδιασμένους
με τα αναγκαία πρόσφορα μέσα ασφάλειας και τον απαιτούμενο κατάλληλο εξοπλισμό
προστασίας καθώς και εποπτευόμενους ως προς την τήρηση των προπαρατεθέντων
μέτρων ασφάλειας εργαζομένους, ενεργούντες από κοινού και με καταμερισμό της εν
λόγω εργασίας μεταξύ τους, ενώ αυτή πρέπει να λαμβάνει χώρα δίχως καθυστέρηση,
δοθέντος ότι για την πραγματοποίησή της καθίσταται αναγκαία η προηγούμενη
διακοπή της παραγωγικής διαδικασίας της προδιαληφθείσας
επιχειρήσεως, όπερ δύναται να επιφέρει σοβαρό οικονομικό κόστος εις βάρος της
πρώτης των κυρίως εναγομένων. Ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής και μηχανολόγος
μηχανικός τρίτος κυρίως εναγόμενος διευθύνων σύμβουλος και συγχρόνως τεχνικός
ασφαλείας της στο προμνημονευθέν εργοστάσιο είχε
ωστόσο χορηγήσει, υπό τις ιδιότητες του καταστατικού οργάνου και του προστηθέντος αντιστοίχως της πρώτης των κυρίως εναγομένων
εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας, για τη βελτίωση της ταχύτητας της εκεί
διεξαγόμενης επιχειρηματικής δραστηριότητας αυτής, την εντεύθεν εξοικονόμηση
χρόνου και την πληρέστερη εξυπηρέτηση των οικονομικών της συμφερόντων, προς
τους υπευθύνους βάρδιας της προειρημένης επιχειρήσεως, ήδη πριν από την ανάθεση
στον ανειδίκευτο εργάτη
της προδιαληφθείσας
εργασίας, τη δεσμευτική εντολή να συμμετέχουν στην εκτέλεσή της και οι
ανειδίκευτοι εργάτες, προκειμένου να πραγματοποιείται συντομότερα αυτή και να
μη διακόπτεται η παραγωγική διαδικασία του προαναφερθέντος εργοστασίου για
περισσότερο χρόνο, δηλαδή εωσότου θα αναλάμβανε την προμνημονευθείσα
εργασία ο ενόρκως εξετασθείς ως μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και
απασχολούμενος εκεί με ημερήσιο ωράριο οκτώ μόνον ωρών μοναδικός εργοδηγός της
προειρημένης επιχειρήσεως και άρα αποκλειστικώς αρμόδιος για την εκτέλεση της
εν θέματι επισκευαστικής εργασίας σε υπερυψωμένη θέση,
, βοηθούμενος από τον
εκάστοτε υπεύθυνο της αντίστοιχης οκτάωρης βάρδιας έμπειρο εργάτη, ώστε να πραγματοποιήσουν
με ασφάλεια την επίμαχη εργασία από κοινού και με καταμερισμό αυτής μεταξύ τους.
Η προπεριγραφείσα καθιερωμένη μη ασφαλής εργασιακή
πρακτική στο ανωτέρω εργοστάσιο ήταν γνωστή στον ανειδίκευτο εργάτη Κωνσταντίνο
Κόλλια, ο οποίος κινδύνευε με απόλυση, αν δεν την τηρούσε, όντας ως εκ τούτου
αναγκασμένος να συμμετέχει επανειλημμένως στην εκτέλεση της περί ης ο λόγος
επικίνδυνης εργασίας, χωρίς την απαιτούμενη προϋπόθεση της προηγούμενης μέριμνας
των οργάνων και των προστηθέντων της εργοδότριάς του
για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων ασφάλειας ως προς την πραγματοποίηση αυτής.
Αφότου ολοκληρώθηκε λοιπόν από το
η προδιαληφθείσα
λίπανση και ενώ υπολειπόταν η εκ μέρους του τοποθέτηση της τάπας στην προαναφερθείσα
οπή, ο
, ο οποίος ευρισκόταν τότε πίσω και δεξιά σε σχέση με τον προμνημονευθέντα υπεύθυνο βάρδιας, αναμένοντας την
ολοκλήρωση της εκτελέσεως της προειρημένης εργασίας από το
, απώλεσε αιφνιδίως
την ισορροπία αυτού, επήλθε έτσι η πτώση του από το μεταλλικό σκελετό του
τέλους της προδιαληφθείσας μεταφορικής ταινίας στο
δάπεδο, ήτοι από ύψος 3,5 περίπου μέτρων, υπέστη αυτός βαριές σωματικές βλάβες
στην κεφαλή και στον αυχένα του και προκλήθηκε εντεύθεν ακαριαίως ο θάνατος
αυτού. Υπό τις προεκτεθείσες συνθήκες, αποκλειστικός
υπαίτιος του προπεριγραφέντος θανατηφόρου εργατικού
ατυχήματος και των αποτελεσμάτων του τύγχανε ο τρίτος κυρίως εναγόμενος
διευθύνων σύμβουλος και τεχνικός ασφαλείας της πρώτης των κυρίως εναγομένων
εργοδότριας του προαναφερθέντος θανόντος εργάτη ανώνυμης εταιρείας, διότι, επί
τη βάσει των προπαρατεθέντων, από βαριά αμέλεια, του προμνημονευθέντος καταστατικού οργάνου και προστηθέντος αντιστοίχως αυτής, κατά την εκτέλεση των
παρακάτω αναφερόμενων εντεύθεν ανατεθέντων καθηκόντων του, για το προειρημένο
πταίσμα του οποίου ευθύνεται αντικειμενικώς το προστήσαν
αυτόν και νομίμως εκπροσωπούμενο από τον ίδιον πρώτο κυρίως εναγόμενο νομικό πρόσωπο,
και ειδικότερα σοβαρή έλλειψη της προσοχής, που όφειλε και μπορούσε να
επιδείξει ως μέσος συνετός διευθύνων σύμβουλος και τεχνικός ασφαλείας της
εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας υπό την ιδιότητα της φορέα της προδιαληφθείσας επιχειρήσεως ανακυκλώσεως ελαστικών
αυτοκινήτων, παραβίασε την πηγάζουσα από το νόμο και την καλή πίστη
υποχρέωση πρόνοιας αυτής για τα έννομα αγαθά της ζωής και της σωματικής
ακεραιότητας του προμνημονευθέντος θανόντος
εργαζομένου της, με συνέπεια ο τρίτος των κυρίως εναγομένων να μην προβλέψει από απροσεξία το ως άνω εργατικό
ατύχημα και τον εντεύθεν θάνατο του εργάτη
, θεωρώντας εσφαλμένως ότι η προπεριγραφείσα επισκευαστική εργασία σε υπερυψωμένη θέση
μπορούσε, κάτω από τις προεκτεθείσες συνθήκες και
άνευ της λήψεως οποιουδήποτε αναγκαίου μέτρου αποτροπής των μη γνωστοποιηθέντων
στο μη ενημερωμένο και μη εκπαιδευμένο σχετικά προειρημένο ανειδίκευτο εργάτη
κινδύνων της, να πραγματοποιηθεί με ασφάλεια, δίχως να προκληθεί οποιοσδήποτε
κίνδυνος για τον προδιαληφθέντα θανόντα εργάτη (αντικειμενικοποιημένη αμέλεια και διπλή λειτουργία της
αμέλειας). Πιο συγκεκριμένα, το υπό κρίση θανατηφόρο εργατικό ατύχημα θα
μπορούσε να έχει αποτραπεί, μόνον αν είτε δεν είχε χορηγηθεί στον
προαναφερθέντα θανόντα εργάτη η ανωτέρω δεσμευτική εντολή και η προπεριγραφείσα επικίνδυνη επισκευαστική εργασία σε
υπερυψωμένη θέση εκτελείτο, προσηκόντως, από κοινού από τους προμνημονευθέντες εμπειρότερους εργοδηγό και υπεύθυνο
βάρδιας του προειρημένου εργοστασίου με καταμερισμό αυτής μεταξύ τους είτε ο
τρίτος κυρίως εναγόμενος διευθύνων σύμβουλος και προστηθείς
της πρώτης των κυρίως εναγομένων εργοδότριας του προδιαληφθέντος
θανόντος εργάτη ανώνυμης εταιρείας εκπλήρωνε την απορρέουσα εκ του νόμου και
της αρχής της αντικειμενικής καλής πίστεως υποχρέωση πρόνοιας της προμνημονευθείσας εργοδότριας ως προς τα έννομα αγαθά της
ζωής και της σωματικής ακεραιότητας του εν θέματι εργαζομένου της,
,
μεριμνώντας προηγουμένως για την ασφάλεια της πραγματοποιήσεως της ως άνω
εργασίας, δηλαδή γνωστοποιώντας σ αυτόν τους εκτιμητέους
και αξιολογητέους από την ίδια επαγγελματικούς
κινδύνους της εν λόγω εργασίας, ενημερώνοντας και εκπαιδεύοντάς τον αναφορικά
με την πρόληψη και την αποφυγή των προειρημένων επαγγελματικών κινδύνων,
οργανώνοντας και παρέχοντας σ αυτόν τα αναγκαία πρόσφορα μέσα ασφάλειας και
τον απαιτούμενο κατάλληλο εξοπλισμό εργασίας προς αποτροπή των προδιαληφθέντων κινδύνων και κυρίως εκείνου της πτώσεώς του
από το ανωτέρω ύψος καθώς και επιβλέποντας την τήρηση απ αυτόν των προπαρατεθέντων αναγκαίων μέτρων ασφάλειας της εργασίας του.
Ο τρίτος κυρίως εναγόμενος παρέλειψε επομένως ένεκα βαριάς αμέλειας αυτού να
προβεί στη λήψη των επιβαλλόμενων από το νόμο και την καλή πίστη μέτρων
πρόνοιας, προστασίας και ασφάλειας του προαναφερθέντος θανόντος εργάτη, κατά
την κατόπιν της δεσμευτικής εντολής της πρώτης των κυρίως εναγομένων
εργοδότριάς του εκτέλεση απ αυτόν της προπεριγραφείσας
επικίνδυνης εργασίας σε υπερυψωμένη θέση, τα οποία είχε, ενόψει των προεκτεθέντων, ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να λάβει (ΠΚ 15),
ώστε να αποφευχθεί οποιοσδήποτε κίνδυνος για τα έννομα αγαθά της ζωής και της
σωματικής ακεραιότητας του προμνημονευθέντος θανόντος
εργάτη και να αποτραπούν το ένδικο εργατικό του ατύχημα και ο εντεύθεν θάνατος
αυτού, που προξενήθηκαν αιτιωδώς, υπό την έννοια της
πρόσφορης αιτιώδους συνάφειας (causa adaequata), από την ως άνω, αποκλειστική, αμελή και ικανή
κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων να τα επιφέρει, συμπεριφορά του τρίτου
κυρίως εναγόμενου καταστατικού οργάνου και προστηθέντος
της πρώτης των κυρίως εναγομένων, ως προς την οποία αδικοπρακτική
συμπεριφορά ευθύνεται αντικειμενικώς η πρώτη κυρίως εναγόμενη εργοδότρια
ανώνυμη εταιρεία, δεδομένου ότι θα αποτρέπονταν, αν η προπαρατεθείσα
παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του προειρημένου καταστατικού οργάνου και προστηθέντος αυτής δεν είχε λάβει χώρα. Ειδικότερα, ο
τρίτος των κυρίως εναγομένων δεν είχε εν πρώτοις μελετήσει, εκτιμήσει και
αξιολογήσει, υπό τις προεκτεθείσες ιδιότητές του και
μάλιστα εγγράφως, τους κινδύνους της ανωτέρω επισκευαστικής εργασίας σε
υπερυψωμένη θέση για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων και ιδίως τον
κίνδυνο της πτώσεως των συμμετεχόντων σ αυτήν εργαζομένων, με συνέπεια να μην
έχουν εφαρμοσθεί στην προδιαληφθείσα επιχείρηση
ασφαλείς εργασιακές πρακτικές και μέθοδοι εκτελέσεώς της, να χορηγηθεί στον
προαναφερθέντα θανόντα ανειδίκευτο εργάτη η ως άνω δεσμευτική εντολή, να μην
έχουν επιλεγεί από την πρώτη κυρίως εναγόμενη εργοδότρια του τελευταίου τα
ενδεικνυόμενα αναγκαία μέτρα ασφάλειας της εν θέματι εργασίας και να μη
διατίθενται απ αυτή στους εκεί εργαζομένους της, όπως ήταν ο προμνημονευθείς
θανών εργάτης, τα επιβαλλόμενα πρόσφορα μέσα και ο απαιτούμενος κατάλληλος
εξοπλισμός εργασίας, που θα προστάτευαν αυτούς έναντι των προειρημένων
επαγγελματικών κινδύνων (βλ. ιδίως τη συνταχθείσα κατά το έτος 2017 από τον
τρίτο των κυρίως εναγομένων ως τεχνικό ασφαλείας της προδιαληφθείσας
επιχειρήσεως ελλιπή κατά τα προπαρατεθέντα σημεία
εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου ως προς αυτήν και το ημερολόγιο τεχνικού
ασφαλείας, που προσκομίζονται μετ επικλήσεως) (ά. 662 ΑΚ, 14, 15, 42§§7,8 και
43 Ν. 3850/2010). Ο τρίτος κυρίως εναγόμενος παρέλειψε επιπροσθέτως, υπό τις
ιδιότητες του διευθύνοντος συμβούλου και του τεχνικού ασφαλείας της πρώτης των
κυρίως εναγομένων εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας, να γνωστοποιήσει, στον προμνημονευθέντα θανόντα εργαζόμενό της, τους προειρημένους
επαγγελματικούς κινδύνους της προπεριγραφείσας
επισκευαστικής εργασίας σε υπερυψωμένη θέση, να ενημερώσει, να εκπαιδεύσει και
να εποπτεύσει αυτόν αναφορικά με την ασφαλή εκτέλεσή της και την προστασία αυτού,
έναντι ιδίως του κινδύνου της πτώσεώς του από το προδιαληφθέν
ύψος, όπως επίσης τη χρήση και την αναγκαιότητα της χρήσεως απ αυτόν των κατωτέρω
αναφερόμενων απαιτούμενων πρόσφορων μέσων και απαραίτητου κατάλληλου εξοπλισμού
ασφάλειας κατά την πραγματοποίηση της ανωτέρω επικίνδυνης εργασίας (ά. 662 ΑΚ,
14, 15, 42§§6,7, 47, 48 Ν. 3850/2010, 11 και 12 π.δ. 17/1997). Ο τρίτος κυρίως εναγόμενος δεν είχε μάλιστα
μεριμνήσει να προμηθευθεί η πρώτη των κυρίως εναγομένων ούτε παρέσχε στον προμνημονευθέντα θανόντα εργάτη τα
αναγκαία πρόσφορα μέσα και τον απαραίτητο κατάλληλο ατομικό εξοπλισμό εργασίας
προς αποφυγή του πραγματωθέντος προπεριγραφέντος
κινδύνου της πτώσεώς του κατά την εκτέλεση απ αυτόν της ως άνω επικίνδυνης
επισκευαστικής εργασίας σε υπερυψωμένη θέση, που συνίστανται: α) σε
κινητό ικρίωμα κατάλληλων διαστάσεων με δάπεδο εργασίας επαρκούς πλάτους και
πλευρικές κουπαστές, ώστε να υπάρχει διασφάλιση έναντι της πτώσεως, β) σε
ανυψωτική εξέδρα κατάλληλων διαστάσεων και προδιαγραφών με πλευρικές κουπαστές,
γ) σε καλαθοφόρο όχημα κατάλληλων διαστάσεων και
προδιαγραφών με πλευρικές κουπαστές, ως προς την ανύψωση και τη
σταθερή παραμονή των εργαζομένων πλησίον του προειρημένου υπερθερμασθέντος
ηλεκτρομειωτήρα κατά την προδιαληφθείσα
επισκευή του, δ) σε επαρκείς φορητές, τηλεσκοπικές, πτυσσόμενες και μεταλλικές
κλίμακες κατάλληλων προδιαγραφών με ποδαρικά ευστάθειας και πλαϊνά κλειδώματα
για τη σταθεροποίηση του ύψους ή ε) σε κατάλληλη ζώνη συγκρατήσεως ή και
αποτροπής της πτώσεως ή εξοπλισμό με φρένο απορροφήσεως κινητικής ενέργειας ή
έτερου τύπου αντιπτωτικό εξοπλισμό, δίχως να αρκεί,
ως προς την ασφαλή ανύψωση, η χρήση οχήματος τύπου Κλαρκ (βλ. ιδίως την υπ
αριθμόν πρωτοκόλλου ./10-7-2018 έκθεση της από 19-5-2018 αυτοψίας των επιθεωρητών
ασφάλειας και υγείας στην εργασία, της Περιφερειακής Διευθύνσεως Επιθεωρήσεως
Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδας, Ηπείρου και
Ιονίων Νήσων του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας,
και
) (ά. 662 ΑΚ, 14, 15, 42§§1,5 Ν. 3850/2010, 3, 4, 7 και 10 π.δ.
396/1994). Όσον αφορά πιο συγκεκριμένα τις δύο φορητές μεταλλικές διπλές
κλίμακες, συνολικού ύψους 3 και 2,5 αντιστοίχως μέτρων, οι οποίες είχαν
αγορασθεί, πριν από το υπό κρίση εργατικό ατύχημα, από την πρώτη κυρίως
εναγόμενη εργοδότρια ανώνυμη εταιρεία για το προμνημονευθέν
εργοστάσιο αυτής, δεν ήταν, κατά το χρόνο του ένδικου εργατικού ατυχήματος,
διαθέσιμες, σύμφωνα με την, σαφή ως προς το συγκεκριμένο σημείο και
συμπορευόμενη με τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία, προσκομιζόμενη μετ επικλήσεως
από 29-5-2018 δήλωση του προειρημένου υπεύθυνου βάρδιας
προς το Σώμα
Επιθεωρήσεως Εργασίας περί του υπό κρίση εργατικού ατυχήματος, για την εκτέλεση
της επίμαχης επισκευαστικής εργασίας, με αποτέλεσμα να μην παρασχεθούν από τον
τρίτο των κυρίως εναγομένων στους συμμετασχόντες σ
αυτήν προδιαληφθέντες δύο εργάτες της πρώτης κυρίως
εναγομένης και να μη χρησιμοποιηθούν απ αυτούς τους εργαζομένους άνευ δικής
τους υπαιτιότητας. ’ρα, ο προαναφερθείς θανών εργάτης δε βαρύνεται με
οποιοδήποτε πταίσμα ως προς την επέλευση του ένδικου εργατικού ατυχήματος, το
οποίο προκάλεσε βιαίως το θάνατο αυτού, διότι ο αρμόδιος τρίτος των κυρίως
εναγομένων, ως καταστατικό όργανο και προστηθείς της
πρώτης κυρίως εναγόμενης εργοδότριας του προμνημονευθέντος
θανόντος ανώνυμης εταιρείας, δεν τον είχε ενημερώσει για τους προειρημένους μη μελετηθέντες, μη εκτιμηθέντες και
μη αξιολογηθέντες από τον τρίτο των κυρίως εναγομένων
επαγγελματικούς κινδύνους της ανωτέρω επισκευαστικής εργασίας σε υπερυψωμένη
θέση, που δεν ήταν γνωστοί στον προδιαληφθέντα
θανόντα εργάτη, δεν είχε εκπαιδεύσει αυτόν ως προς την ασφαλή εκτέλεσή της για
την αποτροπή του κινδύνου της πτώσεως αυτού ούτε του είχε παράσχει τα
προαναφερθέντα αναγκαία πρόσφορα μέσα και τον προμνημονευθέντα
απαραίτητο κατάλληλο ατομικό εξοπλισμό εργασίας προς αποφυγή του πραγματωθέντος προπεριγραφέντος
κινδύνου της πτώσεώς του κατά την εκτέλεση απ αυτόν της ως άνω επικίνδυνης
επισκευαστικής εργασίας σε υπερυψωμένη θέση. Απορρίπτονται συνεπώς κατ ουσίαν τόσο ο αρνητικός ισχυρισμός των
κυρίως εναγομένων και της απλώς προσθέτως παρεμβαίνουσας αλλοδαπής ασφαλιστικής
εταιρείας υπέρ της πρώτης των κυρίως εναγομένων εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας
περί αποκλειστικής υπαιτιότητας του προειρημένου θανόντος εργάτη αυτής ως προς
την πρόκληση του υπό κρίση εργατικού ατυχήματος και των αποτελεσμάτων του όσο
και η επικουρικώς προταθείσα εκ μέρους των κυρίως εναγομένων και της απλώς
προσθέτως παρεμβαίνουσας οικεία ένσταση συνυπαιτιότητας, του προδιαληφθέντος θανόντος, σε ποσοστό 95%, αφού αυτός
δεν είχε οποιαδήποτε δυνατότητα να αποφύγει το ένδικο εργατικό του ατύχημα ούτε
παραβίασε την υποχρέωση κάθε εργαζομένου να φροντίζει την ασφάλεια και την
υγεία αυτού (ά. 82, 219, 261εδ.α, 262§1, 591§1,
614αρ.3στοιχ.α ΚΠολΔ, 49 Ν. 3850/2010, 13 π.δ.
17/1996, 288, 300 και 330 ΑΚ). Ειδικότερα,
ο ανειδίκευτος και μη έμπειρος τεχνικά αναφορικά με την ασφαλή εκτέλεση της
ανωτέρω επισκευαστικής εργασίας σε υπερυψωμένη θέση προμνημονευθείς θανών
εργάτης δε συμμετείχε, χωρίς μάλιστα την εκ μέρους των κυρίως εναγομένων
προηγούμενη λήψη των προεκτεθέντων απαιτούμενων in concreto μέτρων ασφάλειας, στην πραγματοποίησή της αυτοβούλως,
επιδεικνύοντας έτσι υπερβάλλοντα ζήλο, αλλά επειδή χορηγήθηκε σ αυτόν η προειρημένη
δεσμευτική εντολή από τους κυρίως εναγομένους στο πλαίσιο της ως άνω μη
ενδεδειγμένης και μη ασφαλούς εργασιακής τους πρακτικής, στην οποία
έπρεπε, επί τη βάσει των προπαρατεθέντων, να συμμορφωθεί
παρά τη μη λήψη των αναγκαίων in
casu προδιαληφθέντων μέτρων ασφάλειας, προκειμένου να αποτραπούν
κατ αυτόν τον τρόπο η μεγαλύτερη καθυστέρηση στη ροή της διακοπείσας για την
αποκατάσταση της προπεριγραφείσας βλάβης παραγωγικής
διαδικασίας του ανωτέρω εργοστασίου και το εντεύθεν σοβαρό οικονομικό κόστος
εις βάρος της πρώτης των κυρίως εναγομένων εργοδότριάς του ανώνυμης εταιρείας,
δοθέντος ότι διαφορετικά, ήτοι αν αρνείτο να εκτελέσει την επίμαχη επικίνδυνη εργασία,
ασκώντας το δικαίωμα αυτού για επίσχεση της παροχής της εργασίας του μέχρι την εκπλήρωση
από τους κυρίως εναγομένους της προαναφερθείσας υποχρεώσεως πρόνοιας ως προς τα
έννομα αγαθά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας αυτού (ΑΚ 325), θα
απολυόταν, ενώ ήταν αναγκασμένος να απασχολείται στην προμνημονευθείσα
επιχείρηση της πρώτης των κυρίως εναγομένων, προκειμένου να εξασφαλίζει, διά
του προειρημένου μηνιαίου μισθού του, τη διατροφή της τετραμελούς συζυγικής
οικογένειας αυτού. Η προπεριγραφείσα πτώση του προδιαληφθέντος θανόντος εργάτη δεν οφείλεται εξάλλου στη
σωματική καταπόνησή του εξαιτίας της απασχολήσεως αυτού στις ιδιωτικές
αγροτικές του εργασίες κατά το πρωί της ημέρας του υπό κρίση εργατικού
ατυχήματος. Το γεγονότος ότι ο προμνημονευθείς θανών εργάτης δε φορούσε, κατά
το χρόνο του ένδικου εργατικού ατυχήματος, το προστατευτικό κράνος, το οποίο
του είχε παρασχεθεί από τους κυρίως εναγομένους ως ατομικός εξοπλισμός
εργασίας, δεν ασκεί επίσης in concreto
έννομη επιρροή, διότι ο θάνατός του θα επερχόταν, ακόμη κι αν αυτός φορούσε το
περί ου ο λόγος προστατευτικό κράνος, συνεπεία ακριβώς του προειρημένου σοβαρού
τραυματισμού του στην περιοχή της κεφαλής και του μη καλυπτόμενου από το κράνος
αυχένα αυτού, ενώ ένεκα της σφοδρότητας της προσκρούσεώς του στο τσιμεντένιο εσωτερικό
δάπεδο του προδιαληφθέντος εργοστασίου από το
προαναφερθέν ύψος των 3,5 περίπου μέτρων δε θα αποτρεπόταν η πρόκληση των προμνημονευθεισών βαριών κακώσεων στην κεφαλή του, έστω κι
αν αυτός φορούσε τότε το προστατευτικό κράνος, όπερ έχει ως απότοκο ότι η
παράλειψή του να φορέσει το προστατευτικό κράνος δε συνδέεται αιτιωδώς με το
αποτέλεσμα του προπεριγραφέντος θανάτου αυτού (βλ.
συναφώς ΑΠ 163/2007, ΧρΙΔ 2007, 602, ΜΕφΑθ 1483/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΠατρ
83/2019, ΤΝΠ ΔΣΑ). Ο απολύτως υγιής προ του υπό κρίση εργατικού ατυχήματος και
ηλικίας τότε 34 ετών ως άνω θανών εξ αυτού παρείχε έκτοτε τα εχέγγυα της
δυνατότητας μιας επιτυχημένης επαγγελματικής και οικογενειακής πορείας. Οι δύο
πρώτοι κυρίως ενάγοντες της ένδικης υπό στοιχείο Α (κύριας) αγωγής είναι ο
γεννηθείς την 14-3-1959 και αγρότης πατέρας και η γεννηθείσα την 26-8-1964 και
αγρότισσα μητέρα αντιστοίχως του προειρημένου βιαίως και αιφνιδίως θανόντος
εξαιτίας του προπεριγραφέντος εργατικού ατυχήματος, ο
τρίτος και ο τέταρτος των κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής είναι οι
γεννηθέντες την 17-6-1982 και την 2-10-1992 αντιστοίχως, ιδιωτικοί υπάλληλοι,
μοναδικοί και αμφιθαλείς ενήλικοι αδελφοί του προδιαληφθέντος
αποβιώσαντος, ο πέμπτος και η έκτη των κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α
αγωγής είναι οι γεννηθέντες την 5-4-1953 και την 30-4-1959 και αγρότες πεθερός
και πεθερά αντιστοίχως αυτού, ενώ οι τρεις κυρίως ενάγοντες της υπό κρίση με
στοιχείο Β (κύριας) αγωγής είναι η γεννηθείσα την 27-11-1983 και ασχολούμενη με
τις οικιακές εργασίες σύζυγός του και τα γεννηθέντα την 6-3-2009 και την
30-9-2016 μοναδικά ανήλικα άρρενα τέκνα αυτής και του προαναφερθέντος θανόντος,
και
αντιστοίχως, οι οποίοι εκπροσωπούνται
νομίμως στην παρούσα δίκη ως ανήλικοι από την αποκλειστικώς έχουσα πλέον τη
γονική τους μέριμνα προμνημονευθείσα μητέρα αυτών
(βλ. το εκδοθέν από το Δήμο Δυτικής Αχαΐας κατά την 22-5-2018 πιστοποιητικό
εγγυτέρων συγγενών του προειρημένου αποβιώσαντος και τα σχετικά πιστοποιητικά
οικογενειακής καταστάσεως των προδιαληφθέντων
συγγενών του, που προσκομίζονται μετ επικλήσεως). Η προαναφερθείσα σύζυγος του
προμνημονευθέντος θανόντος και τα προειρημένα δύο
ανήλικα τέκνα τους και εξ αίματος συγγενείς αυτού πρώτου βαθμού σε ευθεία
γραμμή συγκατοικούσαν μετά του προδιαληφθέντος
αποβιώσαντος στενού τους συγγενούς και μέλους της συζυγικής οικογένειας αυτών
στην κείμενη στο Καλαμάκι του Δήμου Δυτικής Αχαΐας μισθωμένη οικία της εν λόγω
οικογένειας, ενώ τόσο οι προαναφερθέντες τρεις κυρίως ενάγοντες της υπό
στοιχείο Β αγωγής αποτελούντες τη συζυγική οικογένεια του ανωτέρω θανόντος όσο
και οι προμνημονευθέντες έξι κυρίως ενάγοντες της υπό
στοιχείο Α αγωγής έτεροι στενοί συγγενείς του προειρημένου αποβιώσαντος, δηλαδή
εξ αίματος πρώτου βαθμού σε ευθεία γραμμή οι δύο πρώτοι κυρίως ενάγοντες της
υπό στοιχείο Α αγωγής, εξ αίματος δευτέρου βαθμού σε πλάγια γραμμή ο τρίτος και
ο τέταρτος των κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής και εξ αγχιστείας
πρώτου βαθμού σε ευθεία γραμμή οι δύο τελευταίοι κυρίως ενάγοντες της υπό
στοιχείο Α αγωγής, διατηρούσαν άριστες σχέσεις και στενούς συναισθηματικούς
δεσμούς αγάπης και στοργής με τον προδιαληφθέντα
θανόντα, με συνέπεια όλοι οι κυρίως ενάγοντες των ένδικων υπό στοιχεία Α και Β
αγωγών να έχουν υποστεί ψυχική οδύνη ένεκα της ως άνω βίαιης και αιφνίδιας
θανατώσεως και της εντεύθεν πρόωρης απώλειας του προαναφερθέντος ευρισκόμενου
σε καλή κατάσταση υγείας μέλους της οικογένειάς τους και στενού συγγενούς
αυτών, ήτοι συζύγου, πατέρα, υιού, αδελφού και γαμβρού τους αντιστοίχως, των προεκτεθεισών συνθηκών, υπό τις οποίες έλαβε χώρα το υπό
κρίση εργατικό ατύχημα και επήλθε ως εκ τούτου ο θάνατος του προμνημονευθέντος εργάτη, της ταλαιπωρίας, της θλίψης και
του πόνου που οι εννέα κυρίως ενάγοντες δοκίμασαν εντεύθεν, οπότε αυτοί
δικαιούνται να αξιώσουν, προς ανακούφιση του προπεριγραφέντος
ηθικού τους πόνου, εύλογη σύμφωνα με τη ρύθμιση του άρθρου 932 ΑΚ χρηματική
ικανοποίηση από τους εις ολόκληρον συνευθυνόμενους
για το ένδικο θανατηφόρο εργατικό ατύχημα πρώτη και τρίτο των κυρίως εναγομένων
των υπό κρίση με στοιχεία Α και Β αγωγών. Προς το σκοπό του καθορισμού των επιδικαστέων για την περί ης ο λόγος αιτία ποσών απαιτείται
λοιπόν να ληφθούν υπόψη τα εξής ιδίως προσδιοριστικά στοιχεία: 1) το είδος του
εννόμου αγαθού που προσβλήθηκε (η ζωή του προειρημένου μέλους της συζυγικής
οικογένειας των τριών κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής και στενού
συγγενούς των έξι κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής), οι συνθήκες και
η ένταση της προσβολής του, 2) η τότε ηλικία του προδιαληφθέντος
θανόντος (34 ετών) και το προσδόκιμο της ζωής αυτού, 3) ο προαναφερθείς
συγκεκριμένος βαθμός της συγγένειας εκάστου των κυρίως εναγόντων με τον προμνημονευθέντα εκλιπόντα, ο στενός ψυχικός δεσμός αγάπης
και στοργής του καθενός των κυρίως εναγόντων με το θανόντα στενό συγγενή τους
και ο βαθμός της διαταράξεως της οικογενειακής ζωής αυτών, 4) ο βαθμός της
ψυχικής ταλαιπωρίας, της θλίψης και του πόνου που δοκίμασε εντεύθεν έκαστος από
τους κυρίως ενάγοντες, 5) ο βαθμός και η βαρύτητα του ανωτέρω αποκλειστικού
πταίσματος του μηχανολόγου μηχανικού τρίτου των κυρίως εναγομένων διευθύνοντος
συμβούλου και τεχνικού ασφαλείας, υπό τις ιδιότητες του
καταστατικού οργάνου και του προστηθέντος
αντιστοίχως της πρώτης κυρίως εναγόμενης ανώνυμης εταιρείας, ως προς την
πρόκληση του ένδικου εργατικού ατυχήματος και των συνεπειών αυτού (άνευ
συνειδήσεως βαριά αμέλεια), 6) η έλλειψη οποιασδήποτε συνυπαιτιότητας του
εντεύθεν θανατωθέντος στενού συγγενούς των κυρίως
εναγόντων για την πρόκληση του υπό κρίση εργατικού ατυχήματος και των
αποτελεσμάτων του, 7) η εκ μέρους της κυρίως ενάγουσας της υπό στοιχείο Β
αγωγής είσπραξη κατά την 1-2-2019 του, μη συνυπολογιστέου
παρά συνεκτιμητέου εν προκειμένω, συνολικού ποσού των
40.000 ευρώ ως ασφαλίσματος δυνάμει της προσκομιζόμενης μετ επικλήσεως,
καταρτισθείσας μεταξύ της πρώτης των κυρίως εναγομένων εργοδότριας ανώνυμης
εταιρείας και της ασφαλιστικής εταιρείας «METLIFE», υπ αριθμόν ./11-7-2016 συμβάσεως ομαδικής
ασφαλίσεως ζωής του προσωπικού της πρώτης κυρίως εναγομένης και 8) οι προπαρατεθείσες κοινωνική και οικονομική κατάσταση των προειρημένων
διαδίκων. Πρέπει συνεπώς να επιδικασθούν, με το νόμιμο τόκο από την επόμενη
ημέρα της επέχουσας και θέση οχλήσεως επιδόσεως των ένδικων υπό στοιχεία Α και
Β κύριων αγωγών από τους κυρίως ενάγοντες προς την πρώτη και τον τρίτο των
κυρίως εναγομένων, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση των εννέα κυρίως εναγόντων
ένεκα της προδιαληφθείσας ψυχικής τους οδύνης το ποσό
των 120.000 ευρώ στην κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής σύζυγο του
προαναφερθέντος θανόντος εργάτη,
, ατομικώς, εκείνο των 100.000 ευρώ στο
καθένα εκ των νομίμως εκπροσωπούμενων απ αυτήν προμνημονευθέντων
δύο ανήλικων τέκνων τους και έτερων κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής,
και
, αυτό των 60.000 ευρώ σε έκαστο των πρώτου και δεύτερης κυρίως
εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής γονέων του προειρημένου εκλιπόντος,
εκείνο των 30.000 ευρώ στον καθέναν από τους τρίτο και τέταρτο κυρίως ενάγοντες
της υπό στοιχείο Α αγωγής αδελφούς του προδιαληφθέντος
θανόντος,
, και αυτό των 10.000 ευρώ σε έκαστο των δύο τελευταίων κυρίως
εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής πεθερού και πεθεράς του προαναφερθέντος εκλιπόντος,
, σύζυγο
, το γένος
, γενομένων έτσι εν μέρει δεκτών κατ ουσίαν των υπό κρίση με στοιχεία Α και Β αγωγών και απορριπτομένων ως ουσία αβάσιμων των ένδικων υπό στοιχεία Ε
και ΣΤ αντιστοίχως απλών πρόσθετων παρεμβάσεων της ως άνω αλλοδαπής ασφαλιστικής
εταιρείας της πρώτης κυρίως εναγομένης. ’ρα, οι εννέα κυρίως ενάγοντες έχουν το
δικαίωμα να αξιώσουν από την πρώτη και τον τρίτο των κυρίως εναγομένων των υπό
κρίση με στοιχεία Α και Β αγωγών, οι οποίοι ενέχονται έναντι των κυρίως
εναγόντων εις ολόκληρον ως αποκλειστικώς υπαίτιος του
ένδικου θανατηφόρου εργατικού ατυχήματος ο τρίτος κυρίως εναγόμενος διευθύνων
σύμβουλος και τεχνικός ασφαλείας της πρώτης των κυρίως εναγομένων εργοδότριας
του προμνημονευθέντος θανόντος εργάτη ανώνυμης
εταιρείας, δηλαδή υπό τις ιδιότητες του καταστατικού οργάνου και του προστηθέντος αντιστοίχως της τελευταίας, και ως νομίμως
εκπροσωπούμενη απ αυτόν και προστήσασα τον ίδιον
αντιστοίχως η πρώτη κυρίως εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία, τα
ποσά των: i) 60.000 ευρώ ο πρώτος των κυρίως εναγόντων της υπό
στοιχείο Α αγωγής, ii) 60.000
ευρώ η δεύτερη κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Α αγωγής, iii) 30.000 ευρώ ο τρίτος των κυρίως εναγόντων της υπό
στοιχείο Α αγωγής, iv) 30.000
ευρώ ο τέταρτος κυρίως ενάγων της υπό στοιχείο Α αγωγής, v) 10.000 ευρώ ο πέμπτος των κυρίως εναγόντων της υπό
στοιχείο Α αγωγής, vi) 10.000
ευρώ η έκτη κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Α αγωγής, vii) 120.000 ευρώ η κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β
αγωγής σύζυγος του προειρημένου εκλιπόντος ατομικώς και viii) 100.000 ευρώ ο καθένας εκ των, νομίμως
εκπροσωπούμενων εν προκειμένω ως ανηλίκων απ αυτήν υπό την ιδιότητα της
αποκλειστικώς έχουσας τη γονική τους μέριμνα μητέρας αυτών, έτερων κυρίως
εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής δύο υιών του προδιαληφθέντος
θανόντος, ήτοι το συνολικό των 520.000 ευρώ, για χρηματική τους ικανοποίηση λόγω της προαναφερθείσας
ψυχικής οδύνης αυτών εξαιτίας του ανωτέρω θανάτου του προμνημονευθέντος
στενούς συγγενούς τους συνεπεία του υπό κρίση εργατικού ατυχήματος, νομιμοτόκως από την επομένη της
επιδόσεως των ένδικων με στοιχεία Α και Β κύριων αγωγών. Απορρίπτεται
συνεπώς, ενόψει των προεκτεθέντων, ως ουσία αβάσιμο
το παραδεκτώς υποβληθέν αίτημα, της πρώτης και του
τρίτου των κυρίως εναγομένων καθώς και της απλώς προσθέτως παρεμβαίνουσας, περί
της κατ άρθρο 250 ΚΠολΔ αναβολής της παρούσας δίκης έως
την έκδοση αμετάκλητης αποφάσεως επί της ασκηθείσας εις βάρος του τρίτου κυρίως
εναγομένου ποινικής διώξεως για την ως άνω αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας
εξ αμελείας. Δυνάμει κατ επέκταση της συναφθείσας μεταξύ της προειρημένης
πρώτης κυρίως εναγόμενης των υπό στοιχεία Α και Β αγωγών-προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας των υπό στοιχεία Δ και Γ αντιστοίχως προσεπικλήσεων-παρεμπιπτουσών
αγωγών ανώνυμης εταιρείας και της προδιαληφθείσας
απλώς προσθέτως παρεμβαίνουσας των υπό στοιχεία Ε και ΣΤ απλών πρόσθετων
παρεμβάσεων στην κύρια δίκη επί των υπό στοιχεία Α και Β αντιστοίχως
αγωγών-προσεπικαλούμενης ως δικονομικής της εγγυήτριας-παρεμπιπτόντως εναγόμενης
των υπό στοιχεία Δ και Γ αντιστοίχως προσεπικλήσεων-παρεμπιπτουσών αγωγών
αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας, ισχύουσας κατά την από 18-5-2018 επέλευση του
υπό κρίση θανατηφόρου εργατικού ατυχήματος και διεπόμενης, σύμφωνα με ρητό
συμβατικό της όρο, από το ελληνικό δίκαιο έγκυρης συμβάσεως ασφαλίσεως, της
αστικής ευθύνης της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας, ορισμένου χρόνου, με διάρκεια από την 31-12-2017 μέχρι την 31-12-2018,
για την οποία ασφαλιστική σύμβαση εκδόθηκε, κατόπιν της ανανεώσεως αυτής, το
προσκομιζόμενο μετ επικλήσεως υπ αριθμόν ./18-12-2017 ασφαλιστήριο, η
προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία ανέλαβε την
ασφάλιση, αντί συνομολογηθέντος ασφαλίστρου, ύψους
4.500 ευρώ, καταβληθέντος εμπροθέσμως από την προμνημονευθείσα
αντισυμβαλλόμενή της, και μεταξύ άλλων, της
εργοδοτικής αστικής ευθύνης της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας αναφορικά με προκαλούμενο εξαιτίας αδικοπραξίας, κατά
την άσκηση της προπεριγραφείσας επιχειρηματικής
δραστηριότητας της προειρημένης λήπτριας της εν θέματι ασφαλίσεως ανώνυμης
εταιρείας, θάνατο σε συνδεόμενο με την τελευταία μέσω νόμιμης συμβάσεως
εξαρτημένης εργασίας και νομίμως ασφαλισμένο σε φορέα κοινωνικής ασφαλίσεως
εργαζόμενο στο πλαίσιο της απασχολήσεώς του απ αυτήν, έως το συνολικό ποσό των
500.000 ευρώ ανά άτομο, στο οποίο ποσό συμπεριλαμβάνονται, inter alia, οι
χρηματικές ικανοποιήσεις ένεκα ψυχικής οδύνης συνεπεία του θανάτου αυτού, οι
νόμιμοι τόκοι τους και τα αντίστοιχα δικαστικά έξοδα, που επιδικάζονται εις
βάρος της προδιαληφθείσας λήπτριας της ασφαλίσεως για
τις υπό κρίση με στοιχεία Α και Β κύριες αγωγές. Δοθέντος επομένως ότι εξαιτίας
της προπεριγραφείσας αδικοπραξίας του προαναφερθέντος
τρίτου των κυρίως εναγομένων καταστατικού οργάνου και προστηθέντος
της προμνημονευθείσας πρώτης κυρίως
εναγόμενης-προσεπικαλούμενης-παρεμπιπτόντως εναγόμενης-υπέρ ης οι απλές πρόσθετες
παρεμβάσεις ασφαλισμένης ανώνυμης εταιρείας, για την οποία αδικοπραξία ευθύνεται
αυτή αντικειμενικώς, προξενήθηκε, κατά την προειρημένη
επιχειρηματική δραστηριότητά της, ο ανωτέρω θάνατος του προδιαληφθέντος
στενού συγγενούς των κυρίως εναγόντων ως νομίμως προσληφθέντος και νομίμως
ασφαλισμένου τότε στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφαλίσεως (Ε.Φ.Κ.Α.), επί τη
βάσει των προπαρατεθέντων, εργαζομένου της
προαναφερθείσας λήπτριας της ασφαλίσεως, πραγματώθηκε κατά την 18-5-2018 ο προπεριγραφείς, συμφωνηθείς μεταξύ των διαδίκων της
παρούσας παρεπόμενης δίκης επί των υπό στοιχεία Γ και Δ προσεπικλήσεων ενωμένων
με αντίστοιχες παρεμπίπτουσες αγωγές της πρώτης των εναγομένων των υπό στοιχεία
Β και Α κύριων αγωγών, ασφαλιστικός κίνδυνος, στον οποίο εμπίπτει η υπό κρίση αστική
ευθύνη της πρώτης κυρίως εναγόμενης-προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας έναντι των κυρίως εναγόντων, με αποτέλεσμα η πρώτη
των κυρίως εναγομένων-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ασφαλισμένη ανώνυμη
εταιρεία να δικαιούται να απαιτήσει, ένεκα ακριβώς της συνδρομής της μη ειδικώς
αμφισβητούμενης από την ασφαλιστική εταιρεία νομοτύπως και εμπροθέσμως εκ
μέρους της ασφαλισμένης εγγράφως γνωστοποιηθείσας προς την ασφαλιστική της
εταιρεία από 18-5-2018 επελεύσεως της ασφαλιστικής περιπτώσεως της θεμελιώσεως
της προμνημονευθείσας αστικής ευθύνης της
ασφαλισμένης έναντι των κυρίως εναγόντων για τον ως άνω θάνατο του προειρημένου
στενού συγγενούς αυτών εξαιτίας του ένδικου εργατικού ατυχήματός του κατά την
προαναφερθείσα απασχόληση αυτού, ασφαλιστική αποζημίωση από την
προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία δυνάμει της προπεριγραφείσας ασφαλιστικής συμβάσεως ορισμένου χρόνου με
ρήτρα «occurrence»
(«περιστατικό»). Η προδιαληφθείσα ασφαλιστική
αποζημίωση έγκειται λοιπόν στο συνολικό ποσό των 500.000 ευρώ, το οποίο καλύπτει
εν μέρει το επιδικαζόμενο, διά της παρούσας αποφάσεως ενόψει των προεκτεθέντων, στους κυρίως ενάγοντες συνολικό ποσό των 520.000
ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση αυτών λόγω της προαναφερθείσας ψυχικής τους οδύνης
ένεκα του ανωτέρω προκληθέντος, κατά την προμνημονευθείσα
επιχειρηματική δραστηριότητα της αντιδίκου αυτής, θανάτου του προειρημένου
εργαζομένου της ασφαλισμένης ανώνυμης εταιρείας, τους προαναφερθέντες νόμιμους
τόκους των ως άνω χρηματικών ικανοποιήσεων των κυρίως εναγόντων και τα παρακάτω
επιβαλλόμενα δικαστικά τους έξοδα εις βάρος της πρώτης κυρίως εναγόμενης
ανώνυμης εταιρείας για το προμνημονευθέν επιδικαζόμενο
στους κυρίως ενάγοντες συνολικό ποσό των 520.000 ευρώ, με συνέπεια η επιδικαστέα στην πρώτη των κυρίως εναγομένων-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως
ενάγουσα ασφαλιζόμενη ανώνυμη εταιρεία ασφαλιστική αποζημίωση εις βάρος της
προσεπικαλούμενης-παρεμπιπτόντως εναγόμενης ασφαλιστικής της εταιρείας να
συνίσταται στο ασφαλιστικό ποσό των 500.000 ευρώ, γενομένης ως εκ τούτου δεκτής
κατ ουσίαν της παραδεκτώς προβληθείσας, εκ μέρους της διάδικης
ασφαλιστικής εταιρείας, ενστάσεως ποσοτικού περιορισμού, επί τη βάσει της ανωτέρω
ρήτρας, της πρωτογενούς αντικειμενικής της ευθύνης για την ασφαλιστική κάλυψη
της προειρημένης εργοδοτικής αστικής ευθύνης της προδιαληφθείσας
αντισυμβαλλόμενης αυτής στο ανώτατο εν προκειμένω ποσό των 500.000 ευρώ (ά.
262§1, 591§1, 614αρ.3 ΚΠολΔ, 361 ΑΚ και 1 ΑσφΝ). Ένεκα επομένως της πληρώσεως της ενδοδιαδικαστικής
αναβλητικής αιρέσεως, υπό την οποία τελεί η επί της ουσίας εκδίκαση των υπό
κρίση με στοιχεία Γ και Δ παρεμπιπτουσών αγωγών, δηλαδή εξαιτίας της εν μέρει
παραδοχής των ένδικων με στοιχεία Β και Α αντιστοίχως κύριων αγωγών ως ουσία
βάσιμων κατά το συνολικό ποσό των 520.000 ευρώ,
πλέον των προαναφερθέντων νόμιμων τόκων και των κατωτέρω μνημονευόμενων
δικαστικών εξόδων, και υπό τους όρους αφενός της
προβλεπόμενης εκ της υπό κρίση ασφαλιστικής συμβάσεως προϋποθέσεως της εκδόσεως
τελεσίδικης αποφάσεως επί των ένδικων με στοιχεία Β και Α αντιστοίχως κύριων
αγωγών και αφετέρου της καταβολής του ποσού των 500.000 ευρώ στους κυρίως
ενάγοντες, ως χρηματική ικανοποίηση αυτών λόγω της ως άνω ψυχικής τους οδύνης
συνεπεία του προκληθέντος εκ της προπεριγραφείσας
αδικοπραξίας θανάτου του προειρημένου στενού συγγενούς αυτών, αναλογούντες
νόμιμους τόκους και αντίστοιχη δικαστική δαπάνη, από την αντικειμενικώς
ευθυνόμενη για την προδιαληφθείσα αδικοπραξία πρώτη
κυρίως εναγόμενη-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία,
πρέπει, ενόψει των προηγηθέντων, η προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη
ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλει στην, προληπτικώς ασκούσα εναντίον αυτής το
δικαίωμα καταβολής της προαναφερθείσας ασφαλιστικής αποζημιώσεως, πρώτη των
κυρίως εναγομένων-προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως ενάγουσα μέχρι το καταβληθησόμενο απ αυτή στους κυρίως ενάγοντες προμνημονευθέν ποσό των 500.000 ευρώ, νομιμοτόκως
από την επομένη της περί ης ο λόγος καταβολής και υπό τους
όρους αφενός της πραγματοποιήσεως της τελευταίας και αφετέρου της εκδόσεως
τελεσίδικης αποφάσεως επί των υπό κρίση με στοιχεία Β και Α αντιστοίχως κύριων
αγωγών.
10. Κατ ακολουθίαν
των προπαρατεθέντων, πρέπει οι ένδικες υπό στοιχεία Α
και Β κύριες αγωγές αφενός να απορριφθούν ως απαράδεκτες για τους δεύτερο και
τέταρτο κυρίως εναγομένους και αφετέρου να γίνουν εν μέρει δεκτές και κατ ουσίαν ως προς την πρώτη και τον τρίτο των κυρίως
εναγομένων, να υποχρεωθούν οι πρώτη και τρίτος κυρίως εναγόμενοι να καταβάλουν
εις ολόκληρον τα ποσά των 60.000
ευρώ σε
έκαστο από τους πρώτο και δεύτερη κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής,
των 30.000 ευρώ στον καθέναν εκ των τρίτου και τέταρτου κυρίως εναγόντων της
υπό στοιχείο Α αγωγής, των 10.000 ευρώ σε έκαστο από τους πέμπτο και έκτη
κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής, των 120.000 ευρώ στην κυρίως ενάγουσα
της υπό στοιχείο Β αγωγής ατομικώς και των 100.000 ευρώ στην κυρίως ενάγουσα
της υπό στοιχείο Β αγωγής επ ονόματι και για λογαριασμό του καθενός εκ των,
νομίμως εκπροσωπούμενων εν προκειμένω ως ανηλίκων απ αυτήν υπό την ιδιότητα
της αποκλειστικώς έχουσας τη γονική τους μέριμνα μητέρας αυτών, έτερων δύο
κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής, ήτοι το συνολικό των 520.000
ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επιδόσεως των ένδικων με στοιχεία Α
και Β κύριων αγωγών, να κηρυχθεί, κατά μερική παραδοχή
ως ουσία βάσιμου του οικείου παρεπόμενου αιτήματος των υπό κρίση κύριων αγωγών,
η προειρημένη διάταξη της παρούσας αποφάσεως εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή και
δη για τα ποσά των 20.000 ευρώ ως προς έκαστο από
τους πρώτο και δεύτερη κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής, των 10.000
ευρώ για τον καθέναν εκ των τρίτου και τέταρτου κυρίως εναγόντων της υπό
στοιχείο Α αγωγής, των 5.000 ευρώ ως προς έκαστο από τους πέμπτο και έκτη
κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής, των 40.000
ευρώ για την κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής ατομικώς και των 30.000
ευρώ ως προς την κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής επ ονόματι και για
λογαριασμό του καθενός εκ των, νομίμως εκπροσωπούμενων εν προκειμένω ως
ανηλίκων απ αυτήν υπό την ιδιότητα της αποκλειστικώς έχουσας τη γονική τους
μέριμνα μητέρας αυτών, έτερων δύο κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής,
διότι η καθυστέρηση αναφορικά με την εκτέλεσή της μπορεί
να προκαλέσει σημαντική ζημία στους εννέα κυρίως ενάγοντες, που νίκησαν εν
μέρει, δοθέντος μάλιστα ότι άπτεται αξιώσεων απορρεουσών εξ εργατικής διαφοράς
και αδικοπραξίας (ά. 907 και 908§1στοιχ.δ,ε ΚΠολΔ), όπως επίσης οι ένδικες υπό στοιχεία Ε και ΣΤ
αντιστοίχως απλές πρόσθετες παρεμβάσεις να απορριφθούν κατ ουσίαν.
Όσον αφορά περαιτέρω τις συνεκδικαζόμενες υπό
στοιχεία Δ και Γ αντιστοίχως προσεπικλήσεις-παρεμπίπτουσες αγωγές της προδιαληφθείσας πρώτης των κυρίως εναγομένων ασφαλισμένης
ανώνυμης εταιρείας, πρέπει να γίνουν εν μέρει δεκτές και ως ουσία βάσιμες, να
υποχρεωθεί η προσεπικαλούμενη δικονομική
εγγυήτρια-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλει στην
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία το ποσό των 100.000
ευρώ για το ανωτέρω επιδικασθέν ως προς την υπό στοιχείο Α κύρια αγωγή και
εκείνο των 100.000 ευρώ για το προμνημονευθέν
επιδικασθέν ως προς την υπό στοιχείο Β κύρια αγωγή αντιστοίχως, δηλαδή το
συνολικό των 200.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την
επομένη της καταβολής αυτού από την πρώτη κυρίως
εναγόμενη-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία στους κυρίως
ενάγοντες και υπό τους όρους αφενός της πραγματοποιήσεως
της εν λόγω καταβολής και αφετέρου της εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως επί των
υπό κρίση με στοιχεία Α και Β αντιστοίχως κύριων αγωγών, να
κηρυχθεί, κατά μερική παραδοχή ως ουσία βάσιμου του σχετικού παρεπόμενου
αιτήματος των ένδικων παρεμπιπτουσών αγωγών, η προεκτεθείσα
διάταξη της παρούσας αποφάσεως εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή και πιο
συγκεκριμένα για τα ποσά των 40.000 ευρώ ως προς την υπό στοιχείο Δ
παρεμπίπτουσα αγωγή και των 60.000 ευρώ ως προς την υπό στοιχείο Γ
παρεμπίπτουσα αγωγή, διότι η καθυστέρηση αναφορικά με την εκτέλεσή της δύναται
να προκαλέσει σημαντική ζημία στην παρεμπιπτόντως ενάγουσα, που νίκησε εν μέρει
(ά. 904§§1,2στοιχ.α, 907, 908§1εδ.α, 915 και 916 ΚΠολΔ),
και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της προσεπικαλούμενης δικονομικής εγγυήτριας-παρεμπιπτόντως
εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας να καταβάλει στην
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία το επιπλέον ποσό των 100.000
ευρώ για το προειρημένο επιδικασθέν ως προς την υπό στοιχείο Α κύρια αγωγή και
εκείνο των 220.000 ευρώ για το προδιαληφθέν
επιδικασθέν ως προς την υπό στοιχείο Β κύρια αγωγή αντιστοίχως, ήτοι το
συνολικό επιπλέον ποσό των 320.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της
καταβολής αυτού από την πρώτη των κυρίως εναγομένων-προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως
ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία στους κυρίως ενάγοντες και υπό
τους όρους αφενός της πραγματοποιήσεως της περί ης ο λόγος καταβολής και
αφετέρου της εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως επί των υπό κρίση με στοιχεία Α και
Β αντιστοίχως κύριων αγωγών. Μέρος των δικαστικών εξόδων των κυρίως
εναγόντων βαρύνει άλλωστε τους πρώτη και τρίτο κυρίως εναγομένους, ένεκα της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων και ανάλογα με
την έκτασή τους (ά. 178§1, 189, 190, 191 ΚΠολΔ
και Ν. 4194/2013), ενώ μέρος εκείνων της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας πρέπει να επιβληθεί στην
προσεπικαλούμενη-παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, εξαιτίας της εν μέρει νίκης και ήττας των εν θέματι διαδίκων και
ανάλογα με την έκτασή τους (ά. 178§1, 189, 190, 191 ΚΠολΔ
και Ν. 4194/2013), σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο διατακτικό της
προκείμενης αποφάσεως. Όσον αφορά τα δικαστικά έξοδα του δευτέρου και του
τετάρτου των κυρίως εναγομένων απαιτείται να συμψηφισθούν στο σύνολό τους,
ένεκα της ιδιαιτέρως δυσχερούς ερμηνείας των εφαρμοσθέντων
παραπάνω κανόνων δικαίου (ά. 106, 179 in fine ΚΠολΔ
και Ν. 4194/2013), ενώ ως προς τις υπό στοιχεία Ε και ΣΤ απλές πρόσθετες
παρεμβάσεις δεν επιδικάζεται υπέρ των κυρίως εναγόντων δικαστική δαπάνη, αφού η
απόρριψη αυτών δεν προκάλεσε ιδιαίτερα δικαστικά έξοδα για τους καθ ων οι υπό
κρίση απλές πρόσθετες παρεμβάσεις κυρίως ενάγοντες (πρβλ.
το ά. 182 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 18-2-2019 και
με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου ./18-2-2019
(υπό στοιχείο Α) κύρια αγωγή, την από 1-8-2018
και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου
αυτού ./27-9-2018 (υπό στοιχείο Β) κύρια αγωγή, την από 7-2-2019 και με
αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου ./8-2-2019
(υπό στοιχείο Γ) προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, την από 29-7-2019 και με
αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού ./30-7-2019
(υπό στοιχείο Δ) προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, την από 10-10-2019 και με
αριθμό εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου ./11-10-2019
(υπό στοιχείο Ε) απλή πρόσθετη παρέμβαση και την από 10-10-2019 και με αριθμό
εκθέσεως καταθέσεως δικογράφου στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού ./11-10-2019
(υπό στοιχείο ΣΤ) απλή πρόσθετη παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τις υπό στοιχεία Α και Β κύριες αγωγές ως προς το
δεύτερο και τον τέταρτο των κυρίως εναγομένων.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα
μεταξύ των κυρίως εναγόντων και των δεύτερου και τέταρτου κυρίως εναγομένων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την υπό
στοιχείο Α κύρια αγωγή ως προς την πρώτη και τον τρίτο των κυρίως εναγομένων.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ
την πρώτη και τον τρίτο των κυρίως εναγομένων να καταβάλουν εις ολόκληρον στους κυρίως ενάγοντες της
υπό στοιχείο Α αγωγής τα ποσά: 1) των εξήντα χιλιάδων (60.000 ) ευρώ σε
έκαστο από τους πρώτο και δεύτερη κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής,
2) των τριάντα χιλιάδων (30.000 ) ευρώ στον καθέναν εκ των τρίτου και τέταρτου
κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής και 3) των δέκα χιλιάδων (10.000 )
ευρώ σε έκαστο από τους πέμπτο και έκτη κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α
αγωγής, με το νόμιμο τόκο για όλα τα προμνημονευθέντα
ποσά από την επομένη της επιδόσεως της υπό στοιχείο Α αγωγής έως και την πλήρη
εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ
την αμέσως προηγούμενη διάταξη της παρούσας αποφάσεως εν μέρει προσωρινώς
εκτελεστή και πιο συγκεκριμένα ως προς τα ποσά: 1) των είκοσι χιλιάδων (20.000
) ευρώ για τον καθέναν από τους πρώτο και δεύτερη κυρίως ενάγοντες της υπό
στοιχείο Α αγωγής, 2) των δέκα χιλιάδων (10.000 ) ευρώ ως προς έκαστο από τους
τρίτο και τέταρτο κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής και 3) των πέντε
χιλιάδων (5.000 ) ευρώ για τον καθέναν από τους πέμπτο και έκτη κυρίως
ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ
την πρώτη και τον τρίτο των κυρίως εναγομένων στην
εις ολόκληρον καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των
κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Α αγωγής, τα οποία ορίζει στο ποσό των έξι
χιλιάδων εκατό (6.100 ) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την υπό
στοιχείο Β κύρια αγωγή ως προς την πρώτη και τον τρίτο των κυρίως εναγομένων.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την πρώτη και τον
τρίτο των κυρίως εναγομένων να καταβάλουν εις ολόκληρον
στους κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Β αγωγής τα ποσά: 1) των εκατόν είκοσι
χιλιάδων (120.000 ) ευρώ στην κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής
ατομικώς και 2) των εκατό χιλιάδων (100.000 ) ευρώ στην κυρίως ενάγουσα της
υπό στοιχείο Β αγωγής επ ονόματι και για λογαριασμό εκάστου των, νομίμως
αντιπροσωπευόμενων εν προκειμένω ως ανηλίκων απ αυτήν υπό την ιδιότητα της
αποκλειστικώς έχουσας τη γονική τους μέριμνα μητέρας αυτών, έτερων δύο κυρίως
εναγόντων της υπό στοιχείο Β αγωγής, νομιμοτόκως για
όλα τα προειρημένα ποσά από την επομένη της επιδόσεως της υπό στοιχείο Β αγωγής
μέχρι και την πλήρη εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την αμέσως
προηγούμενη διάταξη της παρούσας αποφάσεως εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή και
ειδικότερα ως προς τα ποσά: 1) των σαράντα χιλιάδων (40.000 ) ευρώ για την
κυρίως ενάγουσα της υπό στοιχείο Β αγωγής ατομικώς και 2) των τριάντα χιλιάδων
(30.000 ) ευρώ ως προς τον καθέναν εκ των, νομίμως αντιπροσωπευόμενων εν
προκειμένω ως ανηλίκων απ αυτήν υπό την ιδιότητα της αποκλειστικώς έχουσας τη
γονική τους μέριμνα μητέρας αυτών, έτερων δύο κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο
Β αγωγής.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την πρώτη και τον
τρίτο των κυρίως εναγομένων στην εις ολόκληρον
καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων των κυρίως εναγόντων της υπό στοιχείο Β
αγωγής, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτά χιλιάδων τριακοσίων (7.300 ) ευρώ.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τις υπό στοιχεία Ε και ΣΤ απλές πρόσθετες
παρεμβάσεις.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την υπό
στοιχείο Γ προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ
την προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη να καταβάλει στην
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα οποιοδήποτε ποσό έως αυτό των εκατό
χιλιάδων (100.000 ) ευρώ θα καταβάλει η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα
στους κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Β αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την
επομένη της εν λόγω καταβολής, υπό τους όρους αφενός της πραγματοποιήσεως της
τελευταίας και αφετέρου της εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως επί της υπό στοιχείο
Β κύριας αγωγής, μέχρι και την πλήρη εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την αμέσως
προηγούμενη διάταξη της παρούσας αποφάσεως εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή και πιο
συγκεκριμένα για το ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000 ) ευρώ.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως
εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στην προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα
οποιοδήποτε ποσό έως αυτό των διακοσίων είκοσι χιλιάδων (220.000 ) ευρώ θα
καταβάλει η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα στους κυρίως ενάγοντες της
υπό στοιχείο Β αγωγής, νομιμοτόκως από την επομένη
της περί ης ο λόγος καταβολής, υπό τους όρους αφενός της πραγματοποιήσεως της
τελευταίας και αφετέρου της εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως επί της υπό στοιχείο
Β κύριας αγωγής, μέχρι και την πλήρη εξόφληση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη στην καταβολή
μέρους των δικαστικών εξόδων της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτά χιλιάδων οκτακοσίων (7.800 )
ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την υπό
στοιχείο Δ προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη να καταβάλει στην
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα οποιοδήποτε ποσό έως αυτό των εκατό
χιλιάδων (100.000 ) ευρώ θα καταβάλει η προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα
στους κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο Α αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την
επομένη της εν λόγω καταβολής, υπό τους όρους αφενός της πραγματοποιήσεως της
τελευταίας και αφετέρου της εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως επί της υπό στοιχείο
Α κύριας αγωγής, μέχρι και την πλήρη εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την αμέσως
προηγούμενη διάταξη της προκείμενης αποφάσεως εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή και
ειδικότερα ως προς το ποσό των σαράντα χιλιάδων (40.000 ) ευρώ.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη υποχρεούται να
καταβάλει στην προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα οποιοδήποτε ποσό έως αυτό
των εκατό χιλιάδων (100.000 ) ευρώ θα καταβάλει η
προσεπικαλούσα-παρεμπιπτόντως ενάγουσα στους κυρίως ενάγοντες της υπό στοιχείο
Α αγωγής, νομιμοτόκως από την επομένη της περί ης ο
λόγος καταβολής, υπό τους όρους αφενός της πραγματοποιήσεως της τελευταίας και
αφετέρου της εκδόσεως τελεσίδικης αποφάσεως επί της υπό στοιχείο Α κύριας αγωγής,
μέχρι και την πλήρη εξόφληση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την προσεπικαλουμένη-παρεμπιπτόντως εναγομένη στην καταβολή
μέρους των δικαστικών εξόδων της προσεπικαλούσας-παρεμπιπτόντως
ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των έξι χιλιάδων εξακοσίων (6.600 ) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε
έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Πάτρα, την 29-6-2020, χωρίς
να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η
ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ