ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΕιρΠατρών 99/2020
Αγωγή κατά
νομικού προσώπου - Αοριστία αγωγής - Ανάθεση δημοσίων συμβάσεων -.
Σε αγωγή κατά νομικού προσώπου η οποία έχει ως
αντικείμενο την εκπλήρωση συμβατικής υποχρεώσεως αναληφθείσας από αυτό δεν
απαιτείται να αναγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής και τα φυσικά πρόσωπα που
εκπροσώπησαν το νομικό πρόσωπο κατά τη σύναψη της συμβάσεως. Αν όμως
αμφισβητείται η σύναψη της συμβάσεως ή το κύρος της λόγω ελλείψεως νόμιμης
εκπροσώπησης του νομικού προσώπου, ο επικαλούμενος τη σύμβαση ενάγων πρέπει να
καθορίσει με τις προτάσεις της πρώτης συζητήσεως ενώπιον του πρωτοβάθμιου
δικαστηρίου το φυσικό πρόσωπο το οποίο σύμφωνα με τον νόμο ή το καταστατικό
εκπροσώπησε το νομικό πρόσωπο κατά την κατάρτισή της και δήλωσε κατά τον νόμιμο
τούτο τρόπο τη σχετική βούλησή του. Διαφορετικά η αγωγή είναι απαράδεκτη λόγω
αοριστίας. Προϋποθέσεις απευθείας ανάθεσης ή ανάθεσης με συνοπτική διαδικασία.
Έκτακτες και επείγουσες περιπτώσεις ειδικά αιτιολογημένες. Αοριστία αγωγής κατά
την κύρια βάση της που αφορούσε την εγκυρότητα της σύμβασης. Βάσιμη η αγωγή ως
προς την επικουρική της βάση από αδικαιολόγητο πλουτισμό.
(Η
απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών
Βασίλη Γαλανόπουλου, εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).
Αριθμός
Απόφασης 99/2020
ΤΟ
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
(Διαδικασία
μικροδιαφορών)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ
από τον Ειρηνοδίκη Γεώργιο Δαλακλή και τη Γραμματέα
Αικατερίνη Μέρμηγκα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ
δημόσια στο ακροατήριο του την 03-03-2020 για να δικάσει την υπόθεση:
ΕΝΑΓΟΝ-ΚΑΛΟΥΝ:
Το Ελληνικό Δημόσιο, νομίμως εκπροσωπούμενο, που παραστάθηκε διά της δικαστικής
πληρεξούσιας του ΝΣΚ Ολυμπίας Μαυρόκωστα.
ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΣ-ΚΑΛΟΥΜΕΝΟΣ:
Το ΝΠΔΔ με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΠΑΤΡΕΩΝ», με έδρα την Πάτρα, οδός Μαιζώνος αρ. 108, νομίμως εκπροσωπούμενο, που παραστάθηκε
δια του -πληρεξούσιου δικηγόρου Γεωργίου Γεωργόπουλου.
Το
ενάγων ζητά να γίνει δεκτή η από 16-12-2016 και υπ' αρ. κατάθεσης ./20-12-2016
αγωγή, δικάσιμος της οποίας ορίστηκε η 13-06-2017 και κατόπιν αναβολών η 18-09-2048,
κατά την οποία η συζήτηση της ματαιώθηκε. Επαναφέρθηκε προς συζήτηση με την από
02-09-2019 και υπ' αρ. κατάθεσης ./02-09-2019 κλήση, δικάσιμος της οποίας
ορίστηκε αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία αφού
εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου εκθέματος συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της
υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των παρόντων διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά
τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί αυτοί και όσα αναφέρονται
στις προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ
ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1)
Από τις διατάξεις των άρθ. 61, 65, 67, 68 και 70 ΑΚ συνάγεται ότι για να
υποχρεωθεί το νομικό πρόσωπο από δικαιοπραξία πρέπει αυτή να έχει συναφθεί είτε
από το όργανο που το διοικεί, το οποίο να ενεργεί μέσα στα όρια της εξουσίας
του, κατά τους όρους της συστατικής πράξεως ή του καταστατικού του είτε από
φυσικό πρόσωπο στο οποίο παρέσχε σχετική εξουσία το όργανο που διοικεί το
νομικό πρόσωπο. Δικαιοπραξία που έχει καταρτισθεί επ' ονόματι νομικού προσώπου
από φυσικό πρόσωπο το οποίο δεν έχει εξουσία εκπροσωπήσεως του δεν το δεσμεύει.
Από τις ίδιες πιο πάνω διατάξεις, συνδυαζόμενες προς αυτές των άρθ. 118, 216
παρ. Ια, 224 εδ. β' ΚΠολΔ,
συνάγεται ότι σε αγωγή κατά νομικού προσώπου, η οποία έχει ως αντικείμενο την
εκπλήρωση συμβατικής υποχρεώσεως αναληφθείσας από αυτό, δεν απαιτείται να
αναγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής και τα φυσικά πρόσωπα που εκπροσώπησαν το
νομικό πρόσωπο κατά τη σύναψη της συμβάσεως. Αν όμως αμφισβητείται η σύναψη της
συμβάσεως ή το κύρος της λόγω ελλείψεως νόμιμης εκπροσώπησης του νομικού
προσώπου, ο επικαλούμενος τη σύμβαση ενάγων πρέπει να καθορίσει με τις
προτάσεις της πρώτης συζητήσεως ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθ. 224 εδ. β' ΚΠολΔ) το φυσικό πρόσωπο
το οποίο, σύμφωνα με το νόμο ή το καταστατικό, εκπροσώπησε το νομικό πρόσωπο
κατά την κατάρτιση της και δήλωσε κατά το νόμιμο τούτο τρόπο τη σχετική βούληση
του, ώστε το μεν εναγόμενο, να μπορεί να αμυνθεί το δε δικαστήριο να τάξει τις
σχετικές αποδείξεις προσδιορίζοντας ακολούθως στην οριστική απόφαση του το
φυσικό πρόσωπο από το οποίο εκπροσωπήθηκε το εναγόμενο νομικό πρόσωπο. Εάν η
αγωγή δεν συμπληρωθεί κατά τον πιο πάνω τρόπο, είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας
(ΑΠ 112/2002 ΕΕμπΔ 2002.366).
2)
Η διάταξη του άρθρου 209§9 ν. 3463/2006, πριν καταργηθεί με το άρθ. 377 παρ. 1
περ. 38 Ν. 4412/2016, όριζε ότι: «Οι Δήμοι και οι Κοινότητες, οι Σύνδεσμοι
τους, τα νομικά τους πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τα ιδρύματα τους δύνανται να
αναθέτουν απευθείας ή με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο διαγωνισμό) παροχή
υπηρεσιών, που δεν υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3316/2005 (ΦΕΚ 42 Α),
σύμφωνα με τις προβλέψεις του άρθρου 83 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α), ως προς
τα επιτρεπτά χρηματικά όρια, όπως αυτά καθορίζονται με τις εκάστοτε εκδιδόμενες
αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Για την απευθείας ανάθεση
απαιτείται απόφαση Δημάρχου ή Προέδρου Κοινότητας, προέδρου συνδέσμων, νομικών
τους προσώπων δημοσίου δικαίου και ιδρυμάτων, χωρίς προηγούμενη απόφαση του
συμβουλίου.». Κατά την διάταξη του άρθρου 83§1 του Ν. 2362/1995, πριν καταργηθεί
από το άρθ. 177§1 Ν. 4270/2014 με έναρξη ισχύος την 28.6.2014: «1. Επιτρέπεται
η με απευθείας ανάθεση σύναψη σύμβασης προμήθειας προϊόντων, παροχής υπηρεσιών
ή εκτέλεσης έργων για ετήσια δαπάνη μέχρι ποσού ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων
χιλιάδων (1.500.000) δραχμών. Από το ποσό αυτό και μέχρι τέσσερα εκατομμύρια
(4.000.000) δρχ. απαιτείται διαγωνισμός με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρος) που
θα διενεργείται από τριμελή επιτροπή. ʼνω
του ποσού
των τεσσάρων
εκατομμυρίων (4.000.000) δρχ. απαιτείται σύναψη σύμβασης
για προμήθεια προϊόντων, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων κατόπιν διενέργειας
τακτικού διαγωνισμού (ανοικτού ή κλειστού), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας. Με
απόφαση του Υπουργού Οικονομικών τα ανωτέρω ποσά δύναται να αναπροσαρμόζονται».
Κατ' εξουσιοδότηση της διάταξης αυτής εκδόθηκε η Υ.Α. 35130/739/9.8.2010 (ΦΕΚ
ΒΊ291/11.8.2010) βάσει της οποίας, ισχύουν τα ακόλουθα: «1. Αναπροσαρμόζουμε τα
ποσά για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων που αφορούν προμήθεια προϊόντων, παροχή
υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων ως ακολούθως: α) Με απευθείας ανάθεση μέχρι του
ποσού των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. β) Με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρο
διαγωνισμό) από του ποσού της προηγουμένης περίπτωσης μέχρι του ποσού των
εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ. γ) Με διενέργεια τακτικού διαγωνισμού άνω του
ποσού των εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ. 2. Οι περιορισμοί των ως άνω ποσών
αναφέρονται σε σχέση με το ύψος της εγγεγραμμένης ετήσιας πίστωσης κατά Ειδικό
Φορέα και Κ.Α.Ε. στον προϋπολογισμό κάθε φορέα και στα ποσά αυτά δεν
συμπεριλαμβάνεται ο Φ.Π.Α.». Επιπρόσθετα, ορίζεται με τη διάταξη του άρθ. 17§1 εδ. α' ν. 2539/1997, η οποία δεν έχει καταργηθεί παρά την
κατάργηση του άρθ. 266 ΠΔ 410/1995, δεδομένου ότι οι φορείς που προβλέπονταν σε
αυτό έχουν διατηρηθεί από το ν. 3463/2006, ότι η σχετική σύμβαση επιτρέπεται
μόνο σε έκτακτες και επείγουσες περιπτώσεις ειδικά αιτιολογημένες. Η σύναψη
τέτοιας σύμβασης χωρίς τη συνδρομή των παραπάνω αναγκαίων προϋποθέσεων καθιστά
τη σύμβαση άκυρη (ΕφΛαρ 39/2015 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2016.686, ΕφΛαρ 29/2013 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2013.83, ΕφΠατρ
263/2011 ΑχΝομ 2012-418).
Με
την υπό κρίση αγωγή και κατ' ορθή εκτίμηση αυτής της το ενάγον εκθέτει ότι η
καταργηθείσα ΕΡΤ Α.Ε. παρείχε υπηρεσίες ραδιοφωνικής προβολής στον εναγόμενο
από την 16-03-2011 έως την 19-03-2011, για τις οποίες εξέδωσε το υπ' αρ.
./31-03-2011 τιμολόγιο αξίας 246,00.
Με βάση το ανωτέρω
ιστορικό ζητά να υποχρεωθεί
ο εναγόμενος
να του καταβάλει το ποσό των
246,00, νομιμότοκα από την επομένης
της έκδοσης
του τιμολογίου,
άλλως από την επίδοση
της αγωγής και μέχρι εξοφλήσεως, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη
απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στη δικαστική του
δαπάνη.
Με
το ως άνω περιεχόμενο η αγωγή εισάγεται στο αρμόδιο Δικαστήριο (άρθ. 7, 9, 14
παρ. Ια', 33 ΚΠολΔ, 321 ΑΚ) κατά τη διαδικασία των
άρθ. 466 επ. ΚΠολΔ. Κατά
την κύρια βάση της τυγχάνει αόριστη, διότι παρόλο που το ενάγον δεν ήταν
υποχρεωμένη να αναφέρει στην αγωγή το όνομα του φυσικού προσώπου που συμβλήθηκε
για λογαριασμό του εναγόμενου, αυτός επικαλέστηκε έλλειψη εξουσία εκπροσώπησης
του, το δε ενάγον δεν προέβη σε συμπλήρωση, ώστε να πληρούνται οι προϋποθέσεις
για την έγκυρη σύναψη σύμβασης (βλ. μείζονα σκέψη υπ' αρ. 1). Σε κάθε
περίπτωση, ουδόλως αναφέρεται, εάν υπήρχε και εγγραφή εξιδεικευμένης πίστωσης
για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες και που να κατονομάζεται ρητώς στον
προϋπολογισμό του εναγόμενου, ούτε εάν με τις συγκεκριμένες συμβάσεις
εξυπηρετούνται έκτακτες και απρόβλεπτες ανάγκες που να αναφέρονται σε
αιτιολογημένη απόφαση του Προέδρου του ΔΣ του εναγόμενου, παραβάσεις οι οποίες
καθιστούν άκυρη την απευθείας ανάθεση των συμβάσεων στην ενάγουσα (βλ. μείζονα
σκέψη υπ' αρ. 2). Η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη κατά την επικουρική
της βάση, στηριζόμενη στα άρθ. 904 επ., 346 ΑΚ,
176,189 παρ. 1,191 παρ. 2 ΚΠολΔ. Το παρεπόμενο αίτημα
για την επιδίκαση νόμιμων τόκων όμως είναι νόμιμο, κατά τα άρθρα 910 και 346
ΑΚ, μόνο για το χρόνο μετά την επίδοση της αγωγής, δοθέντος ότι πρόκειται για
απαίτηση λόγω ακυρότητας της συμβάσεως από τη μη τήρηση του απαιτούμενου τύπου
(ΕφΑΘ 2577/1998 ΕλλΔνη
1999.425). Πρέπει επομένως να ερευνηθεί κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και
νόμιμη περαιτέρω κατ' ουσία.
Από
όλα τα έγγραφα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι παρόντες διάδικοι,
τα οποία το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του, είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα,
είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθ. 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία λόγω της ιδιαίτερης σημασίας
τους μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς σε καμία περίπτωση να παραγνωρίζεται
η αποδεικτική δύναμη των λοιπών, τα διδάγματα της κοινής πείρας, που
λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το Δικαστήριο (άρθ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και όλη γενικά τη διαδικασία, αποδείχθηκαν τα εξής
πραγματικά περιστατικά:
Η
καταργηθείσα ΕΡΤ Α.Ε., της οποίας οι απαιτήσεις έχουν μεταβιβαστεί εκ του νόμου
στο ενάγον, παρείχε υπηρεσίες ραδιοφωνικής προβολής στον εναγόμενο από την
16-03-2011 έως την 19-03-2011, για τις οποίες εξέδωσε το υπ' αρ. ./31-03-2011
τιμολόγιο αξίας 246,00 e
και τις έχει καταχωρίσει
σε λογιστική καρτέλα λογαριασμού. Παρόλο που η κύρια βάση της αγωγής όπως
προαναφέρθηκε δεν αναπτύχθηκε κατά ορισμένο τρόπο ώστε να κριθεί αν η σύμβαση
ήταν έγκυρη, το εναγόμενο θα προέβαινε σε κάθε περίπτωση στη σχετική δαπάνη, το
δε αντίτιμο των τιμολογίων δεν έχει καταβληθεί στο ενάγον μέχρι τη συζήτηση, ως
εκ τούτου ο εναγόμενος έχει εξοικονομήσει την αντίστοιχη δαπάνη.
Επομένως,
η κρινόμενη αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως ουσία βάσιμη. Τα δικαστικά
έξοδα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εναγόμενου λόγω της ήττας του.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ
κατ' αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ
εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ
τον εναγόμενο να καταβάλει στο ενάγον το ποσό των 246,00 e, νομιμότοκα
από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι εξοφλήσεως.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ
τον εναγόμενο στα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος, τα οποία ορίζει σε 70,00 e.
Κρίθηκε,
αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα την 1-9-2020 σε έκτακτη δημόσια
συνεδρίαση στο ακροατήριο του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των
πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ