ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΕιρΑχαρνών 1416/2022
Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων -
GDPR (Facebook) -.
Νομίμως
προσκομίζονται απεικονίσεις - στιγμιότυπα οθόνης από το Facebook, ως νόμιμα
αποδεικτικά μέσα, καθώς η αιτούσα αρνήθηκε το δημόσιο χαρακτήρα του προφίλ της
στην ιστοσελίδα Facebook, ωστόσο δεν απέδειξε παραβίαση εισόδου στο λογαριασμό
της από την Τράπεζα, ώστε να θεωρηθούν οι εν λόγω απεικονίσεις ως ιδιωτικές και
εξ αυτού του λόγου ως απαράδεκτα αποδεικτικά μέσα. Πλήρης και ολοσχερής
εξόφληση της τραπεζικής απαίτησης.
(Η απόφαση
δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών
Κωνσταντίνου Δ. Μπίτσιου και προέρχεται από το αρχείο
του)
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΧΑΡΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ – Ν. 3869/2010
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1416/2022
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΧΑΡΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από την Δόκιμη Ειρηνοδίκη
Κέρκυρας Αντιγόνη Βουσβούκη, την οποία όρισε σύμφωνα με το άρθρο 3α ν.
3869/2010, με τη με αριθμό 110/2022 πράξη της, η Πρόεδρος του Τριμελούς
Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, Αικατερίνη Ζοβάνου και τον
Γραμματέα Γεώργιο Μανιουδάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την
…………… 2022, ημέρα ………, για να δικάσει:
την από …………… και με Αριθμό Κατάθεσης
Δικογράφου ……………, η οποία κατατέθηκε στις …………….., αίτηση:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΗΣ: ………………………………….., κατοίκου
………………………., οδός …………………….., αριθμός ……….., με Α.Φ.Μ. ……………………, η οποία δεν
παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης αλλά προκατέθεσε
έγγραφες προτάσεις, κατ’ άρθρο 4Η του Ν. 3869/2010, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο
1 του Ν. 4745/2020 δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της Απόστολου Κοντού (Α.Μ.
3656 Δ.Σ.Π.), που προσκόμισε το με αριθμό …………………………… γραμμάτιο προκαταβολής
εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Α.,
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ ΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ ΔΙΚΗ
ΠΙΣΤΩΤΩΝ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΤΩΝ που κατέστησαν διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευσή τους
(άρθρα 5 του Ν. 3869/2010 και 748 παρ. 2 ΚΠολΔ):
Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας
με την επωνυμία «…………» και τον διακριτικό τίτλο «…………………», η οποία εδρεύει στην
Αθήνα, οδός …………., αριθμός ….. με Α.Φ.Μ. …………………. και εκπροσωπείται νόμιμα, ως
……………… η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης
αλλά προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις, κατ’ άρθρο 4Η του Ν. 3869/2010, όπως αυτό
προστέθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4745/2020 δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου της
Κωνσταντίνου Μπίτσιου (Α.Μ. 20721 Δ.Σ.Α.), ο οποίος προσκόμισε το με αριθμό
………… γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου
Αθηνών.
Και των αναφερομένων στην αίτηση,
εγγυητών: 1. ………………….. του …………, κατοίκου ………., οδός ……………., αριθμός ……, ο
οποίος δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης ούτε
προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις κατά το άρθρο 4Η του ν. 3869/2010 όπως αυτό
προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4745/2020, και 2. …………………, κατοίκου ……….., οδός
………………, η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης
ούτε προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις κατά το άρθρο 4Η του ν. 3869/2010 όπως αυτό
προστέθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4745/2020.
Η αιτούσα με την από ………….. αίτησή της,
που κατατέθηκε στην γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης
δικογράφου ……… ζήτησε όσα με λεπτομέρεια αναφέρονται σε αυτήν, για τους λόγους
που επικαλείται. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίστηκε αρχικώς για τη δικάσιμο
της ………. και γράφτηκε στο πινάκιο ενώ ως ημερομηνία επικύρωσης προδικαστικού
συμβιβασμού/συζήτησης αιτήματος προσωρινής διαταγής ορίστηκε η ………. Κατά
συνέπεια και λόγω του προσδιορισμού συζήτησης της αίτησης σε δικάσιμο πέραν της
………………. εφαρμογή είχε ο Ν. 4745/2020 περί επαναπροσδιορισμού μέσω της Ενιαίας
Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης, με τη χρήση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας
της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους των εκκρεμών, κατά την
έναρξη ισχύος του, αιτήσεων. Ακολούθως των ανωτέρω, η αιτούσα εμπροθέσμως, ήτοι
μέσα στην προθεσμία που τάσσεται από το άρθρο 4Δ του Ν. 4745/2020 και
συγκεκριμένα στις ………………………. (δεδομένου ότι η κύρια αίτηση φέρει ημερομηνία
κατάθεσης δικογράφου ………………) υπέβαλε στην ανωτέρω πλατφόρμα την αίτηση περί
επαναπροσδιορισμού της αίτησής της (βλ. την προσκομιζόμενη με επίκληση εκτύπωση
της υπ’ αριθμ. …………………………… αίτησης επαναπροσδιορισμού). Εν συνεχεία, εκδόθηκε
από τη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου η από ……….. πράξη κατάθεσης δικογράφου
με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………… και ειδικό αριθμό κατάθεσης
δικογράφου …………, η οποία αναρτήθηκε στην πλατφόρμα. Η συζήτηση της κρινόμενης
αίτησης και της επ’ αυτής αίτησης-κλήσης επαναπροσδιορισμού προσδιορίστηκαν για
την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, δυνάμει Πράξης της δικαστικής
Γραμματέως του Ειρηνοδικείου τούτου, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθμ. …………. Πράξη
της Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών που ως
άνω αναφέρθηκε. Προκαταβλήθηκαν δε, τα νόμιμα τέλη και δικαιώματα για την
παράσταση των πληρεξουσίων Δικηγόρων της αιτούσης και της καθ’ ης.
Κατά την ανωτέρω δικάσιμο, η υπόθεση
αυτή εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά του σχετικού πινακίου και συζητήθηκε, χωρίς
την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις υπ’ αριθμούς …………….., ………………. και
……………. εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή Πρωτοδικείου Αθηνών
………………….., προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αιτήσεως,
με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα
δικάσιμο της …………., επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην καθ’ ης και στους
αναφερόμενους εγγυητές του επίδικου δανείου. Εν συνεχεία, η με αριθμό …………………….
αίτηση επαναπροσδιορισμού που κατέθεσε η αιτούσα στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της
Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, κοινοποιήθηκε νόμιμα και
εμπρόθεσμα στην αιτούσα, στην καθ’ ης και στους εγγυητές, μέσω της ηλεκτρονικής
τους διεύθυνσης, όπως τούτο προκύπτει από τις σχετικές από ………………… βεβαιώσεις
της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Περαιτέρω, τόσο η αιτούσα
όσο και η καθ’ ης κατέθεσαν νομίμως και εμπροθέσμως στις …………… και ………..
αντίστοιχα, τις έγγραφες προτάσεις τους, η μεν αιτούσα μαζί με όλα τα
αποδεικτικά μέσα και τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα, κατ’ άρθρο 4Η του Ν.
3869/2010, ενώ η καθ’ ης μαζί με τα αποδεικτικά των ισχυρισμών της έγγραφα.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1
παρ. 1 του ν. 3869/2010: «Φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και
έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων
χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο
δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη
ρύθμιση των οφειλών αυτών και απαλλαγή». Σύμφωνα με το σκοπό του νόμου, στη
ρύθμιση του νόμου υπάγονται μόνο φυσικά πρόσωπα, και μάλιστα πρόσωπα που δεν
ασκούν αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα, που να τους προσδίδει την ιδιότητα
του εμπόρου. Προσθέτως, υπάγονται και όσοι ήταν έμποροι, έπαψαν όμως την
εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν
παύσει τις πληρωμές τους (άρθρ 2 παρ. 3 του ΠτΚ). Από τη ρύθμιση του νόμου
αποκλείονται τα φυσικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα. Κατά τη διάταξη
του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠτΚ (Ν. 3588/2007) πτωχευτική ικανότητα έχουν οι
έμποροι. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου
έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις. Οι έμποροι
επομένως για τους οποίους μάλιστα βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του Διατάγματος
περί αρμοδιότητάς των εμποροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας,
σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται
ότι γίνονται χάριν της εμπορίας του αποκλείονται από την εφαρμογή του νόμου.
Γι’ αυτούς, σε περίπτωση αδυναμίας εκπληρώσεως των ληξιπρόθεσμων χρηματικών
υποχρεώσεων τους κατά τρόπο γενικά και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι
ρυθμίσεις του ΠτΚ και όχι αυτές του ν. 3869/2010. Επομένως, κρίσιμο διάστημα
για την εφαρμογή ή μη του νόμου, αποτελεί η ιδιότητα του αιτούντος οφειλέτη ως
εμπόρου ή μη, βασικά, κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως (Αθ. Κρητικός
Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων ν. 3869/2010, 2014 σελ. 39).
Ο οφειλέτης, συνεπώς, έμπορος, που απώλεσε την εμπορική ιδιότητα, συνέχισε
κανονικά τις πληρωμές στους πιστωτές του και αργότερα περιήλθε σε μόνιμη
αδυναμία πληρωμών, εμπίπτει στη ρύθμιση του ν. 3869/2010. Αντίθετα, ο οφειλέτης
που περιήλθε σε γενική και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των οφειλών του, ενόσω είχε
την εμπορική ιδιότητα, συνεπώς και την πτωχευτική ικανότητα, δεν εμπίπτει στην
ρύθμιση του νόμου, ακόμα και αν κατά την κατάθεση της αίτησης στο Ειρηνοδικείο
και κατά τη συζήτηση της αίτησής του έχει απωλέσει την εμπορική ιδιότητα. Παρά
την έλλειψη ρητής στο νόμο διάταξης με την οποία εξαιρούνται του χαρακτηρισμού
τους ως εμπόρων, με την έννοια του άρθρου 1 ΕμπΝ, «οι μικροέμποροι» όπως
αποκαλούνται, τόσο από την επιστήμη όσο και από την νομολογία γίνεται δεκτός ο
ως άνω αποκλεισμός (βλ. ΑΠ 1376/2021, ΝΟΜΟΣ ΕφΑΘ 11433/1995, ΔΕΕ 1996,490,
ΕιρΘηβ 18/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κρητικός, Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων,
2014, σελ. 36 επ., Βενιέρης-Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα
υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, σελ. 67 επ.). Μικρεμπορία ασκούν πρόσωπα που
διενεργούν εμπορικές πράξεις κατά το ΒΔ 1835 αλλά δεν δραστηριοποιούνται σε
ριψοκίνδυνη κερδοσκοπική διαμεσολάβηση και κατ’ ουσίαν παρέχουν προσωπική
εργασία με αντίτιμο κάποια αμοιβή. Ή με διαφορετική διατύπωση, είναι πρόσωπα
που ασκούν εμπορικές πράξεις και αποκομίζουν από αυτές κέρδος, το οποίο όμως
αποτελεί περισσότερο αμοιβή του σωματικού τους κόπου και μόχθου και όχι
αποτέλεσμα κερδοσκοπικών συνδυασμών και δραστηριότητα που ενέχει οργάνωση κεφαλαίου
και εργασίας, λόγω της οποίας υπάρχει κερδοσκοπική εκμετάλλευση των
αγοραζόμενων υλών και της εργασίας των χρησιμοποιούμενων τρίτων προσώπων και
των μηχανικών ή άλλων εγκαταστάσεων (βλ. ΕφΑΘ 5739/2002 ΕπισκΕμπΔ 2003.190,
ΕφΘεσ 811/1997 ΕλλΔνη 39.162, ΕφΑΘ 10335/1981 Αρμ.36.363, ΕφΑΘ 721/1985 ΑρχΝ
36.164, ΕφΘεσ 664/1983 ΝοΒ 31.1207). Πρόκειται για βιοπαλαιστές τεχνίτες και
μικροεπαγγελματίες, που χαρακτηρίζονται από άσκηση του βιοποριστικού του
επαγγέλματος με καταβολή προσωπικής τους εργασίας, από την οποία κερδίζουν τα
αναγκαία για την ζωή, έτοιμους να τραπούν σε άλλα βιοποριστικά επαγγέλματα, σε
περίπτωση αποτυχίας της δραστηριότητάς τους, για τους οποίους δεν
δικαιολογείται η υπαγωγή στην έννοια του κερδοσκόπου εμπόρου (ΑΠ 947/1995). Η
απώλεια της εμπορικής ιδιότητας φυσικού προσώπου επέρχεται όταν ο έμπορος
παύσει οριστικά να διενεργεί εμπορικές πράξεις και όχι σε περίπτωση προσωρινής
διακοπής της εμπορίας (Ευάγγελος Περάκης, Γενικό Μέρος του Εμπορικού Δικαίου,
έκδοση 2000, σελ. 291-292, παρ. 8 και 10). Τέλος, σημειώνεται ότι οι
χαρακτηριζόμενοι ως μικρέμποροι δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα και δεν
υφίστανται τις αρνητικές συνέπειές της, όπως υπαίθριοι πωλητές τεχνίτες,
μοδίστρες κ.λπ. (ΑΠ 3/2021, ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 550/2019 ΝΟΜΟΣ, ΕιρΠατρ 1593/2019, ΕιρΠατρ
1163/2017 ΝΟΜΟΣ, Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων
με βάση τον ν. 3869/2010, έκδοση 2016, άρθρο 1, αρ. 5 επ., σελ. 37 επ.,
Βενιέρης-Κατσάς, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα,
έκδοση 2016, αρ. 231 επ., σελ. 123 επ.). Τον χαρακτηρισμό του αιτούντος ως
μικρεμπόρου πρέπει να τον επικαλεσθεί και να τον αποδείξει ο ίδιος ο αιτών
(ΜΠρΗλ 160/2019 ΑΡΜ 2019 2016, ΜΠρΘεσ/κης 9/2016 ΤΝΠ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΕιρΧαν
101/2013 Α΄ Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, Βενιέρης-Κατσάς, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα
υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, έκδοση 2016, αρ. 231, σελ. 123). Καταρχήν δεν
είναι έμποροι όσοι ασκούν ελευθέρια επαγγέλματα όπως είναι ο διαφημιστής, ο
γραφίστας, ο σύμβουλος επιχειρήσεων (βλ. Βενιέρη, ό.π., σελ. 117, παρ. 227,
ΕιρΧαλανδ 20/2012, ΤΝΠ ΔΣΑ, 86/2012, ΤΝΠ ΔΣΑ). Έχει επίσης κριθεί νομολογιακά
ότι η διατήρηση ατομικής Επιχείρησης γραφιστικών υπηρεσιών δεν συνιστά εμπορική
πράξη (β. ΕιρΧαλανδρίου 52/2012, ΝΟΜΟΣ), καθώς εμπεριέχει το στοιχείο της
καλλιτεχνικής δραστηριότητας (βλ. ΕιρΠατρ 195/2020, ΝΟΜΟΣ, Βενιέρη, Εφαρμογή
του ν. 3869/2010, 3η έκδοση, σελ. 120). Ωστόσο όπως σωστά έχει επισημανθεί (βλ.
Βενιέρη, ό.π.) η εξαίρεση σε ελευθέρια επαγγέλματα περί της μη υπαγωγής τους
στον νόμο, γίνεται εφόσον η δραστηριότητα αναπτύσσεται υπό προϋποθέσεις
οργανωμένης οικονομικής επιχείρησης δηλαδή οργανωμένη εγκατάσταση, απασχόληση
τρίτων χρήση μηχανημάτων. Στοιχεία επίσης που θα πρέπει να συνεκτιμηθούν είναι
η ταυτόχρονη άσκηση και εμπορικών δραστηριοτήτων. Συνεπεία τούτων και ο
ελεύθερος επαγγελματίας μπορεί να υπαχθεί στην έννοια του εμπόρου ή μικρεμπόρου
κατά περίπτωση, εφόσον πληρεί τις ως άνω προϋποθέσεις. Κατά τα ανωτέρω όταν η
διατήρηση επιχείρησης παροχής υπηρεσιών γραφιστικής, η οποία σαφώς εμπεριέχει
το κριτήριο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, γίνεται για λόγους απόληψης κέρδους
με σκοπό τον βιοπορισμό, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η άσκηση ενός
επαγγέλματος και η εξ αυτής επιδίωξη κέρδους με σκοπό τον βιοπορισμό ή την
κερδοφορία πέραν του βιοπορισμού, υποχωρεί πάντα έναντι του καλλιτεχνικού
χαρακτήρα της ενασχόλησης, αφού σε κάθε περίπτωση στόχος είναι η παροχή
υπηρεσιών με σκοπό το κέρδος, διαφοροποιείται δε σε κάθε περίπτωση ανάλογα με
την οργάνωση της επιχείρησης. Ως εκ τούτου στον αιτούντα εναπόκειται κατόπιν να
αποδείξει τον χαρακτηρισμό του ως μικρεμπόρου.
Στην υπό κρίση αίτηση, όπως το
περιεχόμενό της συμπληρώθηκε παραδεκτά με τις προτάσεις που νόμιμα κατατέθηκαν,
η αιτούσα εξιστορεί ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των
ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της προς την καθ’ ης, και ζητά τη διευθέτησή
τους από το Δικαστήριο, σύμφωνα με το σχέδιο διευθέτησης που υποβάλλει, άλλως
σύμφωνα με το Ν. 3869/2010, αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή
της κατάσταση, να εξαιρεθεί από την εκποίηση η αναφερόμενη στην αίτηση κύρια
κατοικία ψιλής κυριότητας της και να συμψηφιστεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των
διαδίκων.
Μ’ αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η
κρινόμενη αίτηση παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση, ενώπιον του αρμόδιου καθ’
ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου τούτου της περιφέρειας της κατοικίας της
απούσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθ. 741 επ. ΚΠολΔ
(άρθρο 3 Ν. 3869/2010), σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3869/2010, όπως ισχύει
μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 4161/2013 (ΦΕΚ Α΄ 143/14-06-2013), του ν.
4346/2015 (ΦΕΚ A 152 20.11.2015), του Ν. 4549/2018 (ΦΕΚ Α΄ 105/14-06-2018) και
του Ν. 4745/2020 (ΦΕΚ Α΄ 214/6-11-2020). Επίσης για το παραδεκτό της αίτησης
τηρήθηκε η επιβαλλόμενη προδικασία του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3869/2010 (όπως αυτό
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 4161/2013) με τη διενέργεια απόπειρας
προδικαστικού συμβιβασμού, ο οποίος απέτυχε, αφού το σχέδιο διευθέτησης οφειλών
της αιτούσας δεν έγινε δεκτό από την καθ’ ης κατά την συζήτηση της προσωρινής
διαταγής την …………, στην οποία ορίστηκε η καταβολή ποσού …..€ μηνιαίως προς την
καθ’ ης, η εν λόγω δε προσωρινή διαταγή διατηρήθηκε κατόπιν επανασυζήτησης της
την ……….. και την ………… μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως της
αιτούσας. Επίσης, για την πληρότητα του φακέλου, και όχι ως στοιχείο του
παραδεκτού της υπό κρίση αίτησης, προσκομίσθηκαν εμπρόθεσμα στη γραμματεία του
Δικαστηρίου αυτού τα συνοδευτικά της αίτησης έγγραφα και η υπεύθυνη δήλωση του
άρθρ. 4 παρ. 2 Ν. 3869/2010 (βλ. προσκομιζόμενο πρωτότυπο της από ………….
υπεύθυνης δήλωσης της αιτούσας). Επίσης, από την αυτεπάγγελτη έρευνα του
Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη σχετική αίτηση
της αιτούσας για ρύθμιση των χρεών της στο Δικαστήριο αυτό ή άλλο Ειρηνοδικείο
της χώρας, ούτε έχει εκδοθεί άλλη απόφαση ρύθμισης με απαλλαγή από τις οφειλές
της ή οριστική απόφαση που απέρριψε προγενέστερη αίτησή της λόγω δόλου ως προς
την περιέλευσή της σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών ή λόγω δόλιας παράβασης του
καθήκοντος της αλήθειας (άρθρο 61 παρ. 1 του ν. 4549/2018), ή απορριπτική
απόφαση προγενέστερης αίτησης για ουσιαστικούς λόγους, ή απόφαση που διέταξε
την έκπτωσή της για τους λόγους του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 3869/2010, ή
απόφαση περί μη απαλλαγής της, κατ’ άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 3869/2010, ή περί
έκπτωσής της για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 10 παρ. 1 και 2 του ν.
3869/2010 (βλ. τη με αριθμό ………………… βεβαίωση του γραμματέα του Ειρηνοδικείου
Αχαρνών).
Περαιτέρω, η υπό κρίση αίτηση είναι
επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένης για το λόγο αυτό της ενστάσεως που προέβαλε η
καθ’ ης, δεδομένου ότι σε αυτήν διαλαμβάνονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία, όπως
αυτά καθορίζονται στα άρθρα 1 παρ. 1 και 4 παρ. 1 Ν. 3869/2010 σε συνδυασμό με
τα άρθρα 118 και 747 ΚΠολΔ ως ελάχιστο περιεχόμενο της αιτήσεως, που αποτελεί
καταρχήν και το όριο ελέγχου πληρότητας της αιτήσεως, ήτοι: α) μόνιμη και
γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της αιτούσης, β) η
περιουσιακή κατάσταση και τα πάσης φύσεως εισοδήματά της, γ) κατάσταση των
πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, δ) σχέδιο
διευθέτησης των οφειλών και ε) αίτημα ρύθμισης αυτών με σκοπό την προβλεπόμενη
από το νόμο απαλλαγή της. Εξάλλου, τυχόν ελλείψεις της ένδικης αίτησης,
παραδεκτά συμπληρώνονται από τις αποδείξεις και τους λοιπούς ισχυρισμούς στα
πλαίσια του ισχύοντος στο πεδίο της εκούσιας δικαιοδοσίας ανακριτικού
συστήματος κατά τα άρθρα 744, 745, 751, 227 και 236 ΚΠολΔ. Λοιπά στοιχεία όπως
το ύψος των εισοδημάτων της αιτούσης κατά τον χρόνο του δανεισμού της, το ύψος
της μηνιαίας δόσης που όφειλε να καταβάλει η αιτούσα για την εξυπηρέτηση των
δανειακών της υποχρεώσεων, η αξιοποίηση ή μη της λοιπής, πλην της κύριας
κατοικίας της, ακίνητης περιουσίας της και η εκ μέρους της προσπάθεια ή μη
εξωδικαστικής ρύθμισης των οφειλών της θα αποτελέσουν αντικείμενο της
αποδεικτικής διαδικασίας (ΑΠ 334/2020, ΑΠ 438/2019, ΑΠ 213/2018, ΜΠρΝαυπλίου
694/2016, ΜΠρΛαμ 65/2016, ΜΠρΠειρ 2057/2014, ΜΠρΠειρ 2221/2014, ΜΠρΘεσσαλ
38/2014, ΕιρΙλίου 398/2016 Α΄ Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Είναι δε και νόμιμη,
ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 6 παρ. 3, 8 και 9 του ν.
3869/2010, όπως αυτά τροποποιήθηκαν με τους νόμους 4336/2015, 4346/2015 και
4549/2018, πλην: α) του αιτήματος να επικυρωθεί το σχέδιο διευθέτησης οφειλών
της αιτούσας, το οποίο είναι μη νόμιμο, αφού η επικύρωση του σχεδίου
διευθέτησης δεν αποτελεί αντικείμενο της αίτησης του άρθρου 4 παρ. 1 του ν.
3869/2010 αλλά νόμιμη συνέπεια της ελεύθερης συμφωνίας των διαδίκων, στην
περίπτωση που κανένας πιστωτής δεν προβάλει αντιρρήσεις για αρχικό ή το
τροποποιημένο σχέδιο διευθέτησης οφειλών ή συγκατατίθενται όλοι σε αυτό, οπότε
ο Ειρηνοδίκης αφού διαπιστώσει την κατά τα άνω επίτευξη συμβιβασμού, με απόφασή
του επικυρώνει το σχέδιο ή το τροποποιημένο σχέδιο, το οποίο από την επικύρωσή
του αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού και β) του αιτήματος εξαίρεσής από την
διαδικασία αναγκαστικής εκποίησης της λοιπής ακίνητης περιουσίας της αιτούσας,
καθώς τούτο δεν προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις του Ν. 3869/2010, αλλά
εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου η τυχόν εξαίρεση μεμονωμένων
περιουσιακών στοιχείων, πλην της υποχρεωτικής, κατόπιν αιτήματος, εξαίρεσης της
κύριας κατοικίας του αιτούντος, για ειδικότερους λόγους που κατά περίπτωσή
είναι. δυνατόν να συντρέξουν, γ) του αιτήματος διακοπής του εντοκισμού των
ληξιπρόθεσμων οφελών της προς την καθ’ ης το οποίο είναι μη νόμιμο, καθώς ο
εντοκισμός ή διακοπή αυτού επέρχεται αυτοδίκαια εκ του Νόμου αναλόγως του
χαρακτήρα της απαίτησης ως εμπραγμάτως εξασφαλισμένης ή μη και δ) του αιτήματος
συμψηφισμού της δικαστικής δαπάνης μεταξύ των διαδίκων, το οποίο είναι μη
νόμιμο, διότι σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010 κατά την διαδικασία
δικαστικής ρύθμισης χρεών του οφειλέτη δεν επιδικάζεται δικαστική δαπάνη.
Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη,
η υπό κρίση αίτηση πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της
βασιμότητα, ενόσω έχουν προσκομιστεί και τα οριζόμενα στο άρθρο 4Η παρ. 2 του
ν. 3869/2010 έγγραφα.
Η καθ’ ης με τις νομίμως και εμπροθέσμως
κατατεθειμένες προτάσεις της, απέδειξε ότι η απαίτηση από το επίδικο δάνειο
μεταβιβάστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3156/2003 στην αλλοδαπή εταιρία
ειδικού σκοπού με την επωνυμία «…………… », ως εκ τούτου και δυνάμει του άρθρου
225 ΚΠολΔ, η καθ’ ης παραστάθηκε στην εν λόγω δίκη ως μη δικαιούχος διάδοχος.
Σημειώνεται δε ότι την διαχείριση της εν λόγω απαίτησης η ειδική διάδοχος
ανέθεσε στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «…………………… » δυνάμει της από ………….
σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων η οποία κατατέθηκε στο
Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …………….. και καταχωρήθηκε στον τόμο
….. με αύξοντα αριθμό …….. Η καθ’ ης αρνήθηκε την αίτηση ως νόμω και ουσία
αβάσιμη και προέβαλε την ένσταση αοριστίας της αίτησης, για την οποία ανωτέρω
έγινε λόγος. Επίσης προέβαλε την ένσταση απαραδέκτου ελλείψει ενεργητικής
νομιμοποίησης της αιτούσας, λόγω εμπορικής ιδιότητας αυτής, ωστόσο αυτό
αποτελεί άρνηση της συνδρομής της ουσιαστικής προϋπόθεσης της έλλειψης της
πτωχευτικής ικανότητας στο πρόσωπο του οφειλέτη και θα εξεταστεί κατωτέρω κατά
την ουσιαστική βασιμότητα της ένστασης.
Επίσης η καθ’ ης προέβαλε, την ένσταση
δόλιας περιέλευσης της αιτούσης σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών, ισχυριζόμενη
ότι το εισόδημα της αιτούσας ουδέποτε επαρκούσε για την ταυτόχρονη κάλυψη των
δαπανών διαβίωσης της αιτούσης και των δανειακών της υποχρεώσεων. Με το
περιεχόμενο αυτό, η εν λόγω ένσταση είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω
αοριστίας, καθώς η καθ’ ης δεν αναφέρει: α) τα τραπεζικά προϊόντα που ο
οφειλέτης συμφώνησε, το αρχικό και τελικό ύψος αυτών, β) το χρόνο που τα
συμφώνησε, γ) τις οικονομικές δυνατότητες αυτού κατά το χρόνο δημιουργίας των
οφειλών ή τις ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες,
καθώς και δ) ότι, με βάση τα ως άνω οικονομικά δεδομένα, πρόβλεπε ως ενδεχόμενο
ότι ο υπερδανεισμός του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και
παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό (ΑΠ 515/2018, ΑΠ 59/2021, όπου η
τελευταία απαιτεί για το ορισμένο της ένστασης και την αναφορά της μηνιαίας
δόσης που έπρεπε να καταβάλει ο οφειλέτης), στοιχεία τα απαιτούνται προκειμένου
να προβληθεί ορισμένα και νόμιμα κατά το άρθρο 262 ΚΠολΔ η εν λόγω ένσταση. Εξ
άλλου, όπως προκύπτει από την πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του
πιο πάνω άρθρου 1 του ν. 3869/2010, σύμφωνα με την οποία την ύπαρξη του δόλου
αποδεικνύει ο πιστωτής, το επιλαμβανόμενο της υπόθεσης δικαστήριο ερευνά την
ύπαρξη του δόλου όχι αυτεπαγγέλτως, αλλά, κατά πρόταση πιστωτή, ο οποίος πρέπει
να προτείνει τον εν λόγω ισχυρισμό κατά τρόπο ορισμένο, ήτοι με σαφή έκθεση των
γεγονότων που τον θεμελιώνουν (πρβλ. άρθρ. 262 παρ. 1 ΚΠολΔ), και να τον
αποδείξει (ΑΠ 951/2015, ΑΠ 1226/2014, ΑΠ 65/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, η
καθ’ ης κανένα απολύτως πραγματικό περιστατικό δεν αναφέρει στο δικόγραφο της
ώστε να μπορέσει το Δικαστήριο να προβεί στον απαιτούμενο συσχετισμό. Για τους
λόγους αυτούς, η σχετική ένσταση είναι ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης και
πρέπει να απορριφθεί.
Επιπλέον η καθ’ ης προέβαλε την ένσταση
ανειλικρινούς δήλωσης από την πλευρά της αιτούσας αναφορικά στα δηλωθέντα
εισοδήματα της και την επαγγελματική της εξέλιξη, σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 1
του ν. 3869/2010, ο οποία στηρίζεται στο νόμο και θα εξεταστεί παρακάτω όσον
αφορά την ουσιαστική της βασιμότητα πλην του σκέλους της περί μη εμπρόθεσμης
επικαιροποίησης των στοιχείων της αίτησης από την πλευρά της αιτούσης, το οποίο
θα πρέπει να απορριφθεί ήδη τώρα ως αβάσιμο καθώς η αιτούσα προέβη εμπρόθεσμα
ήδη 21/4/2016 στην επικαιροποίηση των στοιχείων της αίτησης της όπως και ανωτέρω
αναφέρθηκε. Ειδικά όσον αφορά τις σχετικές απεικονίσεις - στιγμιότυπα οθόνης,
από την ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» που μετ’ επικλήσεως
προσκομίζει η καθ’ ης, λεκτέα τα κάτωθι: Κατά τα άρθρα 443 κα. 444 παρ. 1γ και
παρ. 2 ΚΠολΔ, ιδιωτικά έγγραφα θεωρούνται και οι φωτογραφικές ή
κινηματογραφικές αναπαραστάσεις, φωνοληψίες και κάθε άλλη μηχανική απεικόνιση.
Τέτοιο ιδιωτικό έγγραφο που προσκομίζεται ως αποδεικτικό μέσο σε πολιτική δίκη
και αφορά σε ιδιωτική επαφή και συνομιλία εν αγνοία και χωρίς τη συναίνεση ενός
εκ των συμμετεχόντων, καθίσταται απαράδεκτο αποδεικτικό μέσο, διότι αποτελεί
ανεπίτρεπτο περιορισμό της συνταγματικά προστατευόμενης ελεύθερης άσκησης της
επικοινωνίας, σύμφωνα με τα άρθρα 2 παρ. 1, 9 παρ. 1β΄, 9Α, 19 του Συντάγματος
και το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (βλ. ΑΠ 996/2010, ΑΠ 981/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέτοια
απαγορευμένα αποδεικτικά μέσα, τα οποία δεν λαμβάνονται υπόψη στα πλαίσια της
δίκης, αποτελούν και οι εκτυπώσεις που αποτυπώνουν αναρτήσεις στις οποίες
προέβη κάποιος χρήστης στο «προφίλ» του στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης
«facebook» ώστε να είναι ορατές μόνο από τους «φίλους» του στο συγκεκριμένο
μέσο κοινωνικής δικτύωσης (βλ. και ΜΠρΘεσσαλ 13748/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω,
ο Ν. 4624/2019 και ο προγενέστερος αυτού 2472/1997, τιμωρούν την κατάργηση του
απορρήτου και της μυστικότητας της ιδιωτικής ζωής σε περίπτωση επεξεργασίας
προσωπικών δεδομένων χωρίς να υφίσταται συγκατάθεση για την επεξεργασία τους.
Όσο η ιδιωτική ζωή είναι απόρρητη, είναι άξια προστασίας, όμως όταν πλέον έχει
ευρέως αυτή δημοσιοποιηθεί, ήτοι όταν τέτοια προσωπικά δεδομένα του ατόμου
είναι γνωστά σε ένα σχετικά μεγάλο αριθμό προσώπων ή μπορούν να γίνουν από
αυτούς εύκολα αντιληπτά και θεωρούνται εξακριβωμένα, παύει να είναι άξια
προστασίας αφού το ίδιο το άτομο έχει θέσει αυτή στην διάθεση τρίτων, οπότε και
δεν προσβάλλεται το δικαίωμα για πληροφορική αυτοδιάθεση. Στην περίπτωση του
μέσου κοινωνικής δικτύωσης «facebook», ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να προβεί
σε ρυθμίσεις ιδιωτικότητας στο «προφίλ» του, εάν επιθυμεί να περιορίσει τον
κύκλο των προσώπων που έχουν πρόσβαση σε αυτό, στις φωτογραφίες του και
γενικότερα στις αναρτήσεις του, δηλαδή να προβεί σε ρυθμίσεις περιορισμού
προσβάσεως στις πληροφορίες του. Ακόμη όμως, έχει τη δυνατότητα να καταστήσει
δημόσια κι ελεύθερα προσβάσιμα σε όλους (ακόμη και σε χρήστες του διαδικτύου
που δεν έχουν λογαριασμό στο «facebook») τα στοιχεία αυτά, με την καταχώρισή
τους στον εν λόγω ιστότοπο χωρίς ρυθμίσεις ασφαλείας. Πληροφορίες, όμως, οι
οποίες αναρτώνται από το υποκείμενο των δεδομένων σε δημόσια πρόσβαση στο
διαδίκτυο δεν συνιστούν προσωπικό δεδομένο και δεν εμπίπτουν στις
προστατευτικές διατάξεις του Ν. 2472/1997 (βλ. ΤριμΕφΑθ 175/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ,
Βούλευμα ΠλημμΑΘ 1281/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΘεσσαλ 6981/2018 Α΄ Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ,
ΕιρΑθ 5551/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου νομίμως προσκομίζονται ενώπιον του
παρόντος Δικαστηρίου οι σχετικές απεικονίσεις - στιγμιότυπα οθόνης από την ως
άνω ιστοσελίδα, ως νόμιμα αποδεικτικά μέσα, καθώς η αιτούσα αρνήθηκε τον
δημόσιο χαρακτήρα του προφίλ της στην ιστοσελίδα «facebook», ωστόσο δεν
απέδειξε παραβίαση εισόδου στο λογαριασμό της από την καθ’ ης ώστε να θεωρηθούν
οι εν λόγω απεικονίσεις ως ιδιωτικές και εξ αυτού του λόγου ως απαράδεκτα
αποδεικτικά μέσα. Οι ισχυρισμοί δε της καθ’ ης περί ανειλικρινούς δήλωσης οι
οποίοι εκκινούν από σχετικές φωτογραφίες ή άλλα στιγμιότυπα οθόνης από την ως
άνω σελίδα κοινωνικής δικτύωσης σε συνδυασμό με την αναφορά του ονόματος της
αιτούσης σε ιστοσελίδα διαφήμισης θεατρικής παράστασης το έτος …….. ως
σχεδιάστριας της αφίσας της παράστασης, θα αξιολογηθούν μαζί με τα υπόλοιπα
αποδεικτικά μέσα για την ουσιαστική βασιμότητα της αίτησης παρακάτω.
Η καθ’ ης προβάλει επίσης την ένσταση
έλλειψης γενικής και μόνιμης αδυναμίας πληρωμών, ισχυρισμός που ωστόσο δεν
αποτελεί ένσταση αλλά άρνηση των προϋποθέσεων υπαγωγής ενός φυσικού προσώπου
στις διατάξεις του νόμου 3869/2010 και θα κριθεί παρακάτω κατά την ουσιαστική
βασιμότητα της αίτησης. Τέλος η καθ’ ης αιτείται την καταβολή τουλάχιστον του
80% της αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας της αιτούσης, καθώς και την
ρευστοποίηση της λοιπής περιουσίας της αιτούσης, πλην όμως το αίτημα κατά το
πρώτο σκέλος τυγχάνει νομικά αβάσιμο καθώς εναπόκειται στην κρίση του
Δικαστηρίου η καταβολή ποσοστού 80% επί της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου,
εφόσον το Δικαστήριο διαπιστώσει την πλήρωση και των λοιπών προϋποθέσεων του
νόμου αλλά και τις ειδικότερες ρυθμίσεις των άρθρων 8 και 9 ν. 3869/2010 σε
κάθε περίπτωση, κατά δε το δεύτερο σκέλος του, η τυχόν ρευστοποίηση της
περιουσίας του εκάστοτε αιτούντος δεν χρειάζεται αίτημα του οφειλέτη ή των
πιστωτών, αλλά διατάσσεται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, εφόσον οι πιστωτές
δεν ικανοποιηθούν από τις καταβολές των δύο ρυθμίσεων των άρθρων 8 παρ. 2 και 9
παρ. 2 του Ν. 3869/2010, καθώς και εφόσον τα εκάστοτε περιουσιακά στοιχεία του
οφειλέτη είναι ρευστοποιήσιμα, δηλαδή μπορούν να αποφέρουν ικανοποιητικό
τίμημα, με το οποίο θα ικανοποιηθούν σε σημαντικό βαθμό οι απαιτήσεις των
πιστωτών, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της περιουσίας του οφειλέτη
και των εξόδων της διαδικασίας (Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων
φυσικών προσώπων, 2016, σελ. 401, αρ. 63-65). Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, το
αίτημα της καθ’ ης για ρευστοποίηση της περιουσίας της αιτούσης, δεν δεσμεύει
το Δικαστήριο.
Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που με
επίκληση ή και χωρίς επίκληση αλλά παραδεκτά – όπως προκύπτει από τα άρθρα 744
και 759 παρ. 3 του ΚΠολΔ – προσκομίζονται από τους διαδίκους, μερικά από τα
οποία μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω, χωρίς, ωστόσο, να παραλείπεται κανένα
για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, συμπεριλαμβανομένων και όσων
προσκομίστηκαν τους διαδίκους κατόπιν χρήσης από το Δικαστήριο της δυνατότητας
των άρθρων 227 ΚΠολΔ και 4ΙΓ του ν. 4745/2020, από τις ομολογίες των διαδίκων (άρθρο
261 ΚΠολΔ), από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη
αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), σε συνδυασμό και με
την αυτεπάγγελτη έρευνα των γεγονότων (άρθρο 744 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα
ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα είναι ……... ετών γεννηθείσα το έτος
…... Είχε τελέσει στο παρελθόν γάμο με τον …………….., ο οποίος ωστόσο λύθηκε
αμετάκλητα ήδη από το …….. Κατοικεί στο με αριθμό ΚΑΕΚ …………….. διαμέρισμα
πρώτου ορόφου εμβαδού ……… τ.μ. επί του οποίου έχει δικαίωμα ……. κυριότητας σε
ποσοστό ….%. Το εν λόγω διαμέρισμα έχει εσωτερικό αριθμό …., βρίσκεται σε
οικοδομή επί της συμβολής των οδών ………………. και …………. στον Δήμο …… Αττικής, έχει
δε ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο ………….. εξ αδιαιρέτου. Στο εν λόγω
διαμέρισμα ανήκει κατά αποκλειστική χρήση μία υπόγεια αποθήκη εμβαδού ……. τ.μ.
Το εν λόγω διαμέρισμα περιήλθε στην αιτούσα δυνάμει της με αριθμό ……..
συμβολαιογραφικής πράξης γονικής παροχής τ…. Συμβολαιογράφου ………. ……. …….., η
οποία μεταγράφηκε νόμιμα στο υποθηκοφυλακείο ………….. και καταχωρήθηκε επίσης στο
Κτηματολογικό Φύλλο του εν λόγω ακινήτου.
Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την
κατάθεση της υπό κρίση αίτησης, η αιτούσα είχε αναλάβει το παρακάτω χρέος προς
την καθ’ ης, το οποίο επειδή φέρει όπως παρακάτω θα αναφερθεί, εμπράγματη
εξασφάλιση, συνεχίζει να εκτοκίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το
χρόνο έκδοσης της απόφασης (άρθ. 6 παρ. 3 Ν. 3869/10) και ειδικότερα, η αιτούσα
συνεβλήθη με την καθ’ ης υπογράφοντας την με αριθμό …………….. σύμβαση στεγαστικού
δανείου, η οποία εμφάνισε την ……………. ανεξόφλητο υπόλοιπο ……………. (βλ. σχετική
κατάσταση οφειλών από …………. που μετ’ επικλήσεως προσκομίζει η καθ’ ης). Η εν
λόγω σύμβαση είναι εμπραγμάτως εξασφαλισμένη με εγγραφή προσημείωσης υποθήκης
για ποσό …………. € επί της προπεριγραφείσας κύριας κατοικίας της αιτούσας, η
οποία ενεγράφη στα βιβλία υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου …….. στον τόμο …… με
αριθμό ….. και έχει ήδη καταχωρισθεί στον ΚΑΕΚ του εν λόγω ακινήτου.
Η αιτούσα είναι …………….. στο …………………………………………..
………….. με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, έναντι καθαρών μηνιαίων
αποδοχών ύψους …………… €. Σύμφωνα δε, με το εκκαθαριστικό σημείωμα της φόρου
εισοδήματος έτους ……….., μηνιαίως αποκομίζει το ποσό των ……………… €.
Πριν από την ενασχόληση της αυτή, η
αιτούσα εργαζόταν ως ………….. υπό καθεστώς σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου,
στην ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «…………….» από την οποία αποχώρησε
οικειοθελώς την ……….., κατά το από ………….. έγγραφο αναγγελίας οικειοθελούς
αποχώρησης που υποβλήθηκε στον ΟΑΕΔ. Ωστόσο, την ίδια ως άνω ημέρα υπεγράφη
ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ της ως άνω εταιρίας και της αιτούσας, δυνάμει του
οποίου η αιτούσα ανέλαβε την εκτέλεση εργασιών για την πρώην εργοδότρια της ως
αυτοαπασχολούμενη πλέον και με ρήτρα αποκλειστικότητας εις βάρος της αιτούσας.
Επιπλέον και δυνάμει του ως άνω συμφωνητικού, η πρώην εργοδότρια εταιρία
ανέλαβε την δέσμευση να αναθέσει και να αμείψει σχετικά την αιτούσα με εργασίες
αξίας τουλάχιστον ……………… €, ποσό το οποίο μάλιστα ορίστηκε σε κάθε περίπτωση
καταβλητέο και σε περίπτωση πρόωρης καταγγελίας της εν λόγω σύμβασης από την
εταιρία (βλ. άρθρο 9 της υπογραφείσας από …… σύμβασης). Η διάρκεια της εν λόγω
σύμβασης προβλέφθηκε διετής ενώ προβλέφθηκε επίσης και σιωπηρή παράταση αυτής
για έναν ακόμα χρόνο, ήτοι μέχρι και το έτος ……….. Δεν αποδείχθηκε περαιτέρω
συνεργασία της αιτούσης με την εν λόγω εταιρία για τα έτη ………… και εφεξής κατά
τα οποία η αιτούσα συνέχισε να εργάζεται ως γραφίστρια διατηρώντας ατομική
επιχείρηση με έδρα την οικία της και χωρίς να απασχολεί προσωπικό ενώ τα έσοδα
της κυμάνθηκαν ως εξής: Για το οικονομικό έτος 2010 (χρήση 2009) τα ετήσια
ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε ………… €, το οικονομικό έτος 2011 (χρήση 2010)
τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε ……….. €, το οικονομικό έτος 2012
(χρήση 2011) τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε ……. € και τα
ακαθάριστα έσοδα της ατομικής της επιχείρησης σε ………. €, το οικονομικό έτος
2013 (χρήση 2012) τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε ……. € και τα
ακαθάριστα έσοδα της ατομικής της επιχείρησης σε …… €, το οικονομικό έτος 2014
(χρήση 2013) τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε ……. € και το
φορολογικό έτος 2014 (χρόνος κατάθεσης της αίτησης) τα ετήσια εισοδήματα της
ανήλθαν σε ποσό ……….. €. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι κατά τα έτη συνεργασίας της
με την εταιρία τα έσοδα της ήταν πολλαπλάσια και συγκεκριμένα το οικονομικό
έτος 2007 (χρήση 2006) τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε ……. €, το
οικονομικό έτος 2008 (χρήση 2007) τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα ανήλθαν σε
…………. €, το οικονομικό έτος 2009 (χρήση 2008) τα ετήσια ατομικά της εισοδήματα
ανήλθαν σε ……… €, και το οικονομικό έτος 2010 (χρήση 2009) τα ατομικά της έσοδα
ανήλθαν σε …… € με ύψος ακκαθάριστων εσόδων ….. €. Η κατακόρυφη πτώση των
εισοδημάτων της αιτούσας την οδήγησαν σε διακοπή της ατομικής της επιχείρησης
την ……….. (βλ. την με αριθμό …………….. βεβαίωση διακοπής εργασιών του Μητρώου της
Δ.Ο.Υ. ………). Η αιτούσα αδυνατούσε να ανταπεξέλθει τόσο στις υποχρεώσεις της
προς την καθ’ ης όσο και ως προς τις υποχρεώσεις της προς τα ασφαλιστικά ταμεία
(……….) στα οποία δημιουργήθηκε οφειλή ύψους …………. € από την δραστηριότητα της
ατομικής της επιχείρησης από τον ………. μέχρι τον ……. Η δημιουργία των οφειλών
αυτών σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλομένων τόκων από την σύμβαση δανείου που
συνήψε με την καθ’ ης αλλά και το γεγονός ότι η επίδικη αίτηση ασκήθηκε την
………, οδηγούν το Δικαστήριο στο συμπέρασμα ότι η παύση πληρωμών επισυνέβη προ
της διακοπής λειτουργίας της ατομικής επιχείρησης της αιτούσας. Ωστόσο σύμφωνα
και με τα διαλαμβανόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, η αιτούσα ασκούσε μεν
ελευθέριο επάγγελμα αλλά με σκοπό τον βιοπορισμό, τα δε έσοδα της πριν την
διακοπή της συνεργασία της με την πρώην εργοδότρια της ήταν υψηλά. Ωστόσο, η
αιτούσα, πρέπει να χαρακτηριστεί μικρέμπορος και ως εκ τούτου δικαιούμενη να
αιτηθεί την υπαγωγή της στις διατάξεις του νόμου 3869/2010, απορριπτομένης έτσι
της σχετικής ενστάσεως της καθ’ ης, καθώς μετά την λήξη της σύμβασης εργασίας
της με την ως άνω εταιρία στην οποία οδηγήθηκε αναγκαστικά ώστε να ακολουθηθεί
το καθεστώς της ελεύθερης συνεργασίας και όχι της μισθωτής εργασίας, τα έσοδα
της μειώθηκαν κατακόρυφα. Το γεγονός δε ότι επί της ουσίας η αιτούσα ενεργούσε
ως εν τοις πράγμασι υπάλληλος της αρχικώς εργοδότριας της, εταιρίας, ανεξάρτητα
από το τύποις ισχύον εργασιακό καθεστώς ελεύθερης συνεργασίας, αποδεικνύεται
αφενός από το περιεχόμενο των όρων της μεταξύ τους υπογραφείσας σύμβασης
συνεργασίας (και κυρίως την ρήτρα αποκλειστικότητας) σε συνδυασμό με την
ταυτόχρονη υπογραφή από την αιτούσα αυθημερόν της «οικειοθελούς» παραίτησης της
από το εργασιακό καθεστώς της ως μισθωτής, αφετέρου από το γεγονός ότι, μετά δε
την λήξη της συνεργασίας της με την εταιρία «…………….», τα έσοδα της μειώθηκαν
κατακόρυφα, ουδέποτε ανήλθαν για τα έτη ……. και μέχρι το έτος ……. σε σημαντικά
ύφη, ενώ επιπλέον η αιτούσα δεν απασχόλησε ποτέ προσωπικό (βλ. σχετικά Ε3) και
χρησιμοποιούσε σαν έδρα την οικία της. Ως εκ τούτου και σύμφωνα με τα
αναφερόμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσας, η αιτούσα δεν απεδείχθη ότι
ανέλαβε ποτέ επενδυτικό κίνδυνο, ούτε η ατομική της επιχείρηση διεπόταν από
έκταση δραστηριότητας και δομή λειτουργίας που να παραπέμπουν σε εμπορική
δραστηριότητα με σκοπό το κέρδος. Κατά συνέπεια, αποδείχθηκε ότι η αιτούσα
λειτουργούσε ως μικρέμπορος και με την ιδιότητα της αυτή εδικαιούτο να υπαχθεί
στις διατάξεις του νόμου 3869/2010, απορριπτομένου έτσι του σχετικού ισχυρισμού
της καθ’ ης.
Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι ανάγκες
διαβίωσης της αιτούσης, στις οποίες περιλαμβάνονται ενδεικτικά τα στοιχειώδη
έξοδα για τροφή, ένδυση και υπόδηση, ηλεκτροφωτισμό, ύδρευση και έξοδα
μετακίνησης, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ανέρχονται κατά την κρίση του
Δικαστηρίου με βάση τις συνθήκες ζωής της αιτούσας, την ηλικία της, τον
προσδιορισμό αυτών από την ίδια την αιτούσα με την αίτηση και με τις νομίμως
κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις της και λαμβανομένων υπόψη και των ευλόγων
δαπανών διαβίωσης, οι οποίες όμως λειτουργούν μόνο ως κατευθυντήριες γραμμές
και δεν δύνανται να παράγουν δεσμευτική ισχύ νομοθετήματος για το Δικαστήριο
(βλ. I. Βενιέρης - Θ. Κατσάς, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα
Φυσικά Πρόσωπα, Γ΄ Έκδοση, σελ. 498) και βάσει των διδαγμάτων της κοινής πείρας
που αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο κατ’ άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ, στο
ποσό των 700,00 ευρώ μηνιαίως. Επισημαίνεται ότι η αιτούσα δεν βαρύνεται με
δαπάνες ενοικίου ενώ δεν απεδείχθησαν ιατρικές ή φαρμακευτικές δαπάνες πέραν
του συνήθους. Με τον καθορισμό του ως άνω ποσού δεν θίγεται το ελάχιστο όριο
αξιοπρεπούς διαβίωσης της αιτούσης, ούτε επέρχεται εξαθλίωση της ως
οφειλέτριας, η οποία, αιτούμενη την υπαγωγή της στις ευεργετικές διατάξεις
3869/2010, πρέπει να μειώσει τις δαπάνες της στις απολύτως απαραίτητες για
ικανοποίηση των βασικών βιοτικών αναγκών της (βλ. ΜΠρΛαμ 65/2016, ΕιρΛαμίας
3/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕιρΧαν 259/2011, ΝΟΜΟΣ).
Τα εισοδήματα της αιτούσας ύψους ……… €
(βλ. σχετικό εκκαθαριστικό φόρου εισοδήματος …….) σε συνδυασμό με τις αναγκαίες
δαπάνες διαβίωσης της οι οποίες
αποδείχθηκε ότι ανέρχονται σε ποσό ….. € μηνιαίως, δεν επιτρέπουν στην
αιτούσα να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση των χρεών της και να καλύπτει και τα
προσωπικά της έξοδα διαβίωσης, δεδομένου ότι η τελευταία ενήμερη δόση της
δανειακής της σύμβασης ανερχόταν σε ποσό …….. € για την Α σύμβαση. Η αρνητική
αυτή σχέση μεταξύ της ρευστότητας και των οφειλών της κατά την τρέχουσα χρονική
περίοδο και στο εγγύς μέλλον δεν αναμένεται να βελτιωθεί λαμβανομένων υπόψη της
οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, που είχε ως συνέπεια την καθήλωση ή
και μείωση των μισθών τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα,
συνυπολογιζομένων των αυξήσεων που αναμένονται σε βασικά καταναλωτικά αγαθά
λόγω της επικείμενης ενεργειακής κρίσης. Συνεπώς συντρέχει στην προκειμένη
περίπτωση μόνιμη και διαρκής πραγματική αδυναμία της αιτούσης, πληρωμής των
ληξιπρόθεσμων οφειλών της προς τον μετέχοντα πιστωτή της. Η αδυναμία της αυτή
δεν οφείλεται σε δόλο, καθώς τα εισοδήματά της κατά το χρόνο ανάληψης των
δανειακών της υποχρεώσεων επαρκούσαν για την εξυπηρέτησή τους αφού σύμφωνα με τα
προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος των
ετών προ των χρόνων δανειοδότησης της – (έτος δανειοδότησης …….) –, τα
εισοδήματα της αιτούσας ανέρχονταν το έτος οικονομικό έτος 1998 σε …………. δρχ,
το οικονομικό έτος 1999 σε …………., το οικονομικό έτος 2000 σε …………. δρχ, το
οικονομικό έτος 2001 σε ……. δρχ και το οικονομικό έτος 2003 σε ……….. €. Πίστευε
δε η αιτούσα ευλόγως ότι μπορούσε να ανταποκριθεί στις οικονομικές της
υποχρεώσεις και στο μέλλον, ενώ δεν ήταν σε θέση να προβλέψει ως ενδεχόμενη την
μεταβολή του εργασιακού της καθεστώτος, την οικονομική κρίση και την εξ αυτής
μείωση των εισοδημάτων της. Επίσης η αιτούσα δεν ήταν σε θέση να προβλέψει ούτε
το διαζύγιο της το έτος …… ούτε αυτονόητα και τη νόσηση της από ……………… το έτος
…….., εξαιτίας του οποίου υπεβλήθη σε ……………… και ………………... Αναφορικά δε στα
τρία ταξίδια που η αιτούσα πραγματοποίησε σύμφωνα με τα προσκομισθέντα μετ’
επικλήσεως από την καθ’ της έγγραφα (φωτογραφίες από την ιστοσελίδα facebook)
θα πρέπει να επισημανθεί ότι σαφώς ο Οφειλέτης που επιδιώκει την υπαγωγή του
στο ν. 3869/2010 θα πρέπει να περιορίσει τις δαπάνες του μόνον στις απολύτως
αναγκαίες, δεδομένης της ύπαρξης των οφειλών του έναντι τρίτων πιστωτών, εν
προκειμένω ωστόσο ουδόλως αποδείχθηκε ο αιτιώδης σύνδεσμος περιέλευσης της
αιτούσας σε καθεστώς αδυναμίας πληρωμών λόγω της πραγματοποίησης των ταξιδιών
αυτών ούτε και η αποκόμιση αδήλωτων εσόδων από τον σχεδιασμό μίας αφίσας το
έτος …… ώστε το Δικαστήριο να πεισθεί μετά βεβαιότητας περί ανειλικρινούς δήλωσης
της αιτούσης, απορριπτομένης για το λόγο αυτό της σχετικής ενστάσεως της καθ’
ης ως ουσιαστικώς αβάσιμης.
Ως προς τα περιουσιακά στοιχεία της
αιτούσας και εκτός της ως άνω αναφερόμενης κύριας κατοικίας, η ίδια από τον
χρόνο κατάθεσης της αίτησης της και μέχρι και τον χρόνο συζήτησης αυτής, είναι
συγκυρία σε ποσοστό …….% εξ αδιαιρέτου …………… οικιών εμβαδού …… τ.μ., και ……
τ.μ. καθώς και …………….. εμβαδού ………….. τ.μ. οι οποίες έχουν ανεγερθεί εν έτει
…….. επί οικοπέδου εμβαδού …… τ.μ. στο ……….. της νήσου …….. οι οποίες έχουν
αντικειμενική αξία ύψους συνολικά ………. €.
Εκτός των ως άνω ακινήτων η αιτούσα είναι
πλήρης και αποκλειστική κυρία ενός IX οχήματος μάρκας …………… κυβικών, με αριθμό
κυκλοφορίας ………… με έτος πρώτης κυκλοφορίας το ……., αξίας …… € κατά την
φορολογική της δήλωση, το οποίο είναι το μοναδικό της μέσο για την εξυπηρέτηση
των αναγκών μετακίνησης της. Άλλο περιουσιακό στοιχείο η αιτούσα δεν
αποδείχθηκε ότι έχει.
Συνέπεια των ανωτέρω, θα πρέπει να
διαταχθεί η ρύθμιση των χρεών της αιτούσας, η οποία θα γίνει κατά πρώτο λόγο με
μηνιαίες καταβολές επί τρία χρόνια, οι οποίες θα ξεκινήσουν από την πρώτη του
επόμενου μήνα αυτού της δημοσίευσης της απόφασης (αρθ. 8 παρ. 2 ν. 3869/10,
όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το ν. 4161/13). Όσον αφορά το
ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, όπως προαναφέρθηκε τα μηνιαία
εισοδήματα της αιτούσας από το μισθό της ανέρχονται σε …… ευρώ και οι συνολικές
μηνιαίες δαπάνες ανέρχονται σε ποσό ….. €, Συνακόλουθα το περίσσευμα που
απομένει από το εισόδημά της ανέρχεται σε ποσό ……. €, στο οποίο και θα πρέπει
να οριστούν οι μηνιαίες καταβολές προς τον πιστωτή, συνολικού ύψους αυτών …… €
επί ….. μήνες, ………. €. Σύμφωνα με τις χορηγηθείσες προσωρινές διαταγές, η
αιτούσα υποχρεούτο να καταβάλει στην καθ’ ης μηνιαίως το ποσό των ….. € έναντι
των οφειλών της. Μέχρι σήμερα και σύμφωνα με σχετική από ……….. βεβαίωση της
διαχειρίστριας της απαίτησης από το εν λόγω δάνειο, εταιρίας με την επωνυμία
…….., η αιτούσα κατέβαλε δυνάμει της προσωρινής διαταγής συνολικό ποσό ύψους
………. €. Οι προσωρινές αυτές μηνιαίες καταβολές, σύμφωνα με τις διατάξεις των
άρθ. 5 παρ. 3 και 8 παρ. 2 εδ. γ΄ ν. 3869/10, όπως ισχύει μετά το ν. 4549/18,
οι οποίες κατά τη διάταξη του άρθ. 68 παρ. 8 αυτού εφαρμόζονται και στις δίκες
που είναι εκκρεμείς κατά την έναρξη της ισχύος του, συνυπολογίζονται στις
καταβολές του άρθ. 8 παρ. 2 με τον επιμερισμό τους στις μηνιαίες δόσεις της
οριστικής ρύθμισης κατά τον τρόπο που ορίζεται στις διατάξεις αυτές, ενώ δεν
προβλέπεται πλέον ο συνυπολογισμός του χρόνου τους. Το συνολικό ποσό που
παρακρατήθηκε από την προσωρινή διαταγή μέχρι την συζήτηση της αίτησης
διαιρούμενου διά του πλήθους των …. δόσεων ανέρχεται σε ποσό μηνιαίως …… €,
ποσό το οποίο πρέπει να αφαιρεθεί από την εκάστοτε καταβλητέα δυνάμει της ως
άνω ρύθμισης του άρθρου 8. 2, δόση, η, η οποία θα ανέρχεται έτσι μηνιαίως σε
ποσό ύψους …………………………. €.
Η αιτούσα θα πρέπει ακόμη να ενταχθεί στη
ρύθμιση του αρθ. 9 παρ. 2 για μηνιαίες καταβολές προκειμένου να εξαιρεθεί από
την εκποίηση η κύρια κατοικία της, ήτοι το με αριθμό ΚΑΕΚ ……………. ……………………
ορόφου εμβαδού ……… τ.μ. επί του οποίου η αιτούσα έχει δικαίωμα ……. κυριότητας
σε ποσοστό ……%. Το εν λόγω ………….. έχει εσωτερικό αριθμό ….., βρίσκεται δε σε
οικοδομή επί της συμβολής των οδών ………………………. στον Δήμο …………… Αττικής, έχει δε
ποσοστό συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο ……… εξ αδιαιρέτου. Στο εν λόγω
διαμέρισμα ανήκει κατά αποκλειστική χρήση ……………… εμβαδού ………. τ.μ. Το εν λόγω
διαμέρισμα περιήλθε στην αιτούσα δυνάμει της με αριθμό ……….. συμβολαιογραφικής
πράξης γονικής παροχής τ…. Συμβολαιογράφου ………………………., η οποία μεταγράφηκε
νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο ………… και καταχωρήθηκε επίσης στα Κτηματολογικά Φύλλα
και στον ΚΑΕΚ του εν λόγω ακινήτου.
Για την διάσωση της κατοικίας της αυτής,
η αιτούσα θα πρέπει να καταβάλει ποσό ίσο με το 80% της αντικειμενικής της
αξίας (βλ. ΑΠ 52/2019, ΝΟΜΟΣ). Η αντικειμενική αξία της κατοικίας της αιτούσης
κατά το δικαίωμα της ……. κυριότητας, ανέρχεται σε ποσό ………. ευρώ, σύμφωνα με το
προσκομιζόμενο εκκαθαριστικό ΕΝΦΙΑ έτους …….. Το ποσό αυτό της αντικειμενικής
αξίας δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες διατάξεις όριο
αφορολόγητης απόκτησης πρώτης κατοικίας, όπως απαιτεί ο νόμος για την εξαίρεσή
του από την εκποίηση. Στα πλαίσια λοιπόν της ρύθμισης αυτής του αρθ. 9 παρ. 2
ν. 3869/10, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές για τη διάσωση της κύριας
κατοικίας της αιτούσας, μέχρι ποσού ίσου με το 80% της αντικειμενικής της
αξίας, δηλαδή μέχρι το ποσό των ………… ευρώ (………. € ( 80%). Το ποσό αυτό είναι
μεγαλύτερο του υπολοίπου των χρεών της ύψους αυτών ……… €, και συνεπώς η
υποχρέωσή της θα εξαντληθεί με την καταβολή του ποσού του υπολοίπου των χρεών
της. Από το ποσό αυτό θα πρέπει να αφαιρεθεί το ποσό που η αιτούσα θα καταβάλει
στα πλαίσια της ρύθμισης του άρθρου 8. 2, ως άνω αυτή υπολογίστηκε, ήτοι
συνολικό ποσό ……….. €. Επομένως, μετά την αφαίρεση του ποσού των ………. € από το
συνολικό ποσό των ………… € απομένει ποσό προς καταβολή ύψους ……………… €.
Όσον αφορά το χρόνο αποπληρωμής του ποσού
αυτού των …………… ευρώ, θα πρέπει να οριστεί σε ……. χρόνια, λαμβανομένων υπόψη,
του ύψους του χρέους που πρέπει να πληρώσει για τη διάσωση της κατοικίας της η
αιτούσα, της οικονομικής της δυνατότητας και της ηλικίας της. Έτσι το ποσό κάθε
μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε ………. ευρώ, δηλαδή ………….. ευρώ: ………… (………. χρόνια (
12 ).
Αναφορικά στην λοιπή κινητή και ακίνητη
περιουσία της αιτούσης δεν συντρέχει λόγος εκποίησης τους κατά το άρθρο 9.1 ν.
3869/2010, δεδομένου ότι τα χρέη της αιτούσης θα έχουν ήδη εξοφληθεί πλήρως και
ολοσχερώς σύμφωνα με τις ως άνω ρυθμίσεις.
Αναφορικά στον χρόνο έναρξης της ρύθμισης
του άρθρου 9.2, επισημαίνεται ότι παρά τα όσα ορίζονται στη διάταξη του άρθρου
68 παρ. 8 του Ν. 4549/2018, σύμφωνα με την οποία «8. Η παράγραφος 2 του άρθρου
59, η παράγραφος 5 του άρθρου 60, η παράγραφος 2 του άρθρου 61 και οι
παράγραφοι 3 και 5 του άρθρου 62 εφαρμόζονται και στις δίκες, που είναι
εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου», η νέα διάταξη του άρθρου
9 παρ. 2β του Ν. 3869/2010, όπως αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου
62 του Ν. 4549/2018 και αφορά στην κατανομή του καταβλητέου από τον
αιτούντα-οφειλέτη ποσού ανάμεσα στις δικαστικές ρυθμίσεις οφειλών των άρθρων 8
παρ. 2 και 9 παρ. 2 του Ν. 3869/2010, δεν εφαρμόζεται στις εκκρεμείς αιτήσεις που
καταλαμβάνονται από το νομοθετικό πλαίσιο του Ν. 4161/2013. Ειδικότερα, όπως
προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4549/2018 και δη όσα αναφέρονται
σχετικά με τη διάταξη του άρθρου 62 αυτού, πρόθεση του νομοθέτη ήταν να
διευθετηθεί το ζήτημα της χρονικής σύμπτωσης της ρύθμισης του άρθρου 8 και του
σχεδίου διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010, το οποίο, όπως
αναφέρεται χαρακτηριστικά «.... φαίνεται να μένει αρρύθμιστο από τον ισχύοντα
νόμο». Τούτο σημαίνει ότι η προκειμένη διάταξη φαίνεται να αφορά μόνον τις
αιτήσεις που κατατέθηκαν μετά τη θέση σε ισχύ του Ν. 4336/2015, με τον οποίο
απαλείφθηκε από τη διάταξη του άρθρου 9 του Ν. 3869/2010 η πρόβλεψη περί
χορήγησης περιόδου χάριτος στον οφειλέτη για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η
ρύθμιση του άρθρου 8 παρ. 2 και όχι εκείνες που καταλαμβάνονται από την ισχύ
του Ν. 4161/2013, στον οποίο παραμένει σε ισχύ η σχετική νομοθετική πρόβλεψη
περί δυνατότητας χορήγησης περιόδου χάριτος, η οποία διατηρήθηκε, παρά τις
τροποποιήσεις που ακολούθησαν. Ως εκ τούτου και σύμφωνα με τα ανωτέρω, η
καταβολή των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της αιτούσας θα ξεκινήσει τον
επόμενο μήνα μετά την λήξη της τριετούς ρύθμισης του άρθρου 8.2 και θα γίνει
χωρίς ανατοκισμό με το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο στεγαστικού δανείου που θα
ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της
Τράπεζα της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων
κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Κατά συνέπεια των παραπάνω πρέπει η να
γίνει δεκτή η αίτηση ως βάσιμη και στην ουσία της και να ρυθμιστούν τα χρέη της
αιτούσας, με σκοπό την απαλλαγή της με την τήρηση των όρων της ρύθμισης, με την
εξαίρεση από την εκποίηση της κύριας κατοικίας της και της λοιπής κινητής και ακίνητης
περιουσίας της, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.
Παράβολο ανακοπής ερημοδικίας δεν
ορίζεται, διότι δεν προβλέπεται δυνατότητα άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά
της απόφασης αυτής κατ’ άρθρο 14 του Ν. 3869/2010. Δικαστική δαπάνη δεν
επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 6 του ν. 3869/2010.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία της αιτούσης και της
1ης καθ’ ης, ερήμην των λοιπών διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την αίτηση.
ΡΥΘΜΙΖΕΙ τα χρέη της αιτούσας προς την
καθ’ ης με μηνιαίες καταβολές ύψους εκάστης ……… € επί ….. έτη, οι οποίες θα
ξεκινήσουν να καταβάλλονται μέσα στο πρώτο ……ήμερο κάθε μηνός, αρχής γενομένης
από τον πρώτο, μετά την δημοσίευση της παρούσης μήνα, για χρονικό διάστημα ……….
ετών (…… μηνών), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας.
ΕΞΑΙΡΕΙ της εκποίησης την κύρια κατοικία
της αιτούσης, ήτοι το με αριθμό ΚΑΕΚ …………………. διαμέρισμα πρώτου ορόφου εμβαδού
……….. τ.μ. επί του οποίου η αιτούσα έχει δικαίωμα …….κυριότητας σε ποσοστό ….%.
Το εν λόγω διαμέρισμα έχει εσωτερικό αριθμό ……, βρίσκεται δε σε οικοδομή επί
της συμβολής των οδών ……………………… στον Δήμο ……….. Αττικής, έχει δε ποσοστό
συνιδιοκτησίας στο όλο οικόπεδο ………. εξ αδιαιρέτου. Στο εν λόγω διαμέρισμα
ανήκει κατά αποκλειστική χρήση …………………………………… εμβαδού …………… τ.μ.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην αιτούσα την υποχρέωση να
καταβάλει στην καθ’ ης για την διάσωση της κύριας κατοικίας της το συνολικό
ποσό των ………………………………………………………….. του ευρώ (…………….. €) και μηνιαίως το ποσό των
……………………………………………….. (………..€), για χρονικό διάστημα …. ετών, δηλαδή …. μηνών.
Οι καταβολές των δόσεων για τη διάσωση της κατοικίας της αιτούσης θα ξεκινήσουν
μετά από ….. χρόνια από την πρώτη του επόμενου μήνα αυτού της δημοσίευσης της
απόφασης και θα γίνονται το πρώτο …….ήμερο εκάστου μηνός. Θα πραγματοποιούνται
χωρίς ανατοκισμό με το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο στεγαστικού δανείου που θα
ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της
Τράπεζα της Ελλάδος, αναπροσαρμοζόμενο με επιτόκιο αναφοράς αυτό των Πράξεων
κύριας αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
ΕΞΑΙΡΕΙ από την εκποίηση την λοιπή κινητή
και ακίνητη περιουσία της αιτούσης.
ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΕΤΑΙ στην αιτούσα ότι εφόσον
επέλθει οποιαδήποτε μεταβολή των εργασιακών συνθηκών καθώς και κάθε άλλη
αξιόλογή μεταβολή των εισοδημάτων ή των περιουσιακών στοιχείων της, αυτή
οφείλει να το γνωστοποιήσει στην γραμματεία του δικαστηρίου, εντός προθεσμίας
ενός μηνός από τον χρόνο που επήλθε η μεταβολή, ώστε να ενημερώνεται ο φάκελος
που τηρείται (άρθρο 8 παρ. 3 ν. 3869/2010) καθόσον άλλωστε έχει και υποχρέωση
υποβολής ειλικρινών δηλώσεων και κατά το χρονικό διάστημα μέχρι την λήξη της
περιόδου της ρύθμισης.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε
στις Αχαρνές, στις …. Δεκεμβρίου 2022 σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο
ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων
δικηγόρων τους.
Η ΔΟΚΙΜΗ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ