ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΕιρΑθ 3/2021
Προστασία κύριας κατοικίας - Τήρηση προδικασίας υποβολής αιτήσεως σε
ηλεκτρονική πλατφόρμα - Επιλεξιμότητα οφειλέτη και
επιδεκτικότητα οφειλής -.
Παράλειψη υποβολής πρότασης από
πιστωτή, δίχως αμφισβήτηση επιλεξιμότητας και
επιδεκτικότητας. Δεκτή η αίτηση. Εξαίρεση από την αναγκαστική ρευστοποίηση της
κύριας κατοικίας του αιτούντος. Ορισμός δόσεων ποσού 244,12 ευρώ. Καταδίκη της
καθ ης στα δικαστικά έξοδα του αιτούντος.
(Η απόφαση
δημοσιεύεται επιμελεία του Σωκράτη Οδ. Τσαχιρίδη,
δικηγόρου Αθηνών, ΜΔ Παντείου Πανεπιστημίου, ο οποίος
χειρίστηκε την υπόθεση για λογαριασμό του αιτούντος)
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ
ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΥΡΙΑΣ
ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ-Ν. 4605/2019
Αριθμός απόφασης
3/2021 [ΠΚ]
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ
ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από
την Ειρηνοδίκη Γεωργία Ράπτη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς
Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, και τη Γραμματέα Ζωή
Δερμεντζόγλου.
Συνεδρίασε δημόσια
στο ακροατήριο του στις 3 Νοεμβρίου 2020 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση
μεταξύ:
Του αιτούντος: ...
κατοίκου Αττικής, οδός ... αριθ. ... με ΑΦΜ ... ο οποίος παραστάθηκε διά του
πληρεξούσιου δικηγόρου του Σωκράτη Τσαχιρίδη.
Της καθ' ης η
αίτηση: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «
Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης
Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις», που εδρεύει στο
Αττικής, επί των οδών
... αριθ. ... και με ΑΦΜ ... όπως νόμιμα εκπροσωπείται, υπό την ιδιότητα της ως
μη δικαιούχου διαδίκου και διαχειρίστριας των απαιτήσεων που απέκτησε η
αλλοδαπή εταιρεία ειδικού σκοπού με την επωνυμία «...» ως ειδική διάδοχος, από
την ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «
» μέσω τιτλοποίησης
απαιτήσεων του ν. 3156/2003, η οποία δεν παραστάθηκε.
Ο αιτών με την από
...07-2020, με ΓΑΚ ...07-2020 και ΕΑΚ ...07-2020 αίτηση του, διαδικασίας
εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατέθεσε νόμιμα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου
τούτου, ζήτησε όσα αναφέρονται σ' αυτή. Για την αίτηση αυτή, με την από 07-2020
πράξη του Ειρηνοδίκη Υπηρεσίας για το Ειρηνοδικείο Αθηνών, ορίστηκε ημέρα
συζήτησης η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας.
Το Δικαστήριο,
μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά της εγγραφής
της σε αυτό, και μετά τη συζήτηση της, όπως σημειώνεται στα πρακτικά, κατά την
οποία ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αιτούντος, αφού ανέπτυξε τους ισχυρισμούς
του, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες
προτάσεις του.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ
ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ
ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Όπως προκύπτει από
την από ...07-2020 «Βεβαίωση μεταφόρτωσης αίτησης δικαστηρίου στην ηλεκτρονική
πλατφόρμα», που προσκομίζει και επικαλείται ο αιτών, αντίγραφο της υπό κρίση
αιτήσεως, με πράξη κατάθεσης και ορισμού δικασίμου για τη δικάσιμο που
αναφέρεται στην αρχή της παρούσας μεταφορτώθηκε στην ψηφιακή πλατφόρμα
ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη
Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών
(Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
(Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), στις ...07-2020, ήτοι εντός δέκα εργασίμων ημερών από την
κατάθεση της ένδικης αίτησης στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, που έλαβε
χώρα την ...07-2020. Μέσω δε της ως άνω ψηφιακής πλατφόρμας η ένδικη αίτηση
κοινοποιήθηκε στην καθ' ης, της εν λόγω μεταφόρτωσης επέχουσας θέση επίδοσης,
κατ' άρθρο 77 παρ. 7 του ν. 4605/2019. Εφόσον, λοιπόν, η τελευταία δεν
παραστάθηκε, κατά την εκφώνηση της υποθέσεως, στο ακροατήριο, από τη σειρά του
οικείου πινακίου, κατά την ανωτέρω δικάσιμο, θα δικαστεί σαν να είναι παρούσα
(άρθρα 754 ΚΠολΔ και 77 παρ. 7 του ν. 4605/2019).
Με το ν. 4605/2019
(ΦΕΚ Τεύχος Α' 52/01.04.2019) Μέρος Ζ', εισήχθη πρόγραμμα επιδότησης
αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη ή προσημείωση
υποθήκης σε κύρια κατοικία φυσικών προσώπων, περιορισμένης χρονικής ισχύος, το
οποίο επιδιώκει αφενός μεν να αποτελέσει ένα νέο πλαίσιο για την προστασία της
κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων, αφετέρου δε να εισάγει
ένα μηχανισμό ρύθμισης μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών και επιχειρηματικών
δανείων, τα οποία εξασφαλίζονται με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε κύρια
κατοικία (βλ. Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019 - Α. Επί της
Αρχής). Έτσι, θεσπίζεται ένα πλαίσιο για την προστασία της κύριας κατοικίας που
ρυθμίζεται από αυτοτελείς διατάξεις, που λειτουργούν συμπληρωματικά στα
υφιστάμενα πλαίσια του ν. 3869/2010 και του Πτωχευτικού Κώδικα.
Για την υπαγωγή
ενός προσώπου στο ρυθμιστικό πεδίο του ν. 4605/2019 προβλέπεται στο άρθρο 68
αυτού σειρά προϋποθέσεων, βάσει εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων (βλ.
Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019-Β. Επί του άρθρου 1).
Αναλυτικότερα, στο πεδίο εφαρμογής του νέου νόμου rationae
personae υπάγεται κάθε φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς πτωχευτική
ικανότητα, προκειμένου να καλυφθεί το υφιστάμενο νομοθετικό κενό για την
προστασία της κύριας κατοικίας των προσώπων με πτωχευτική ικανότητα (βλ.
Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019- Β. Επί του άρθρου 1).
Προϋπόθεση αποτελεί το εν λόγω πρόσωπο να έχει εμπράγματο δικαίωμα,
αποκλειστικής ή κατ' ιδανικό μερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής, ή επικαρπίας
σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα
ή να διαμένει προσωρινά για επαγγελματικούς λόγους, σε μισθωμένο ή παραχωρημένο
ακίνητο εκτός της Περιφερειακής Ενότητας, στην οποία ευρίσκεται η κύρια
κατοικία του. Περαιτέρω, απαιτείται να
μην έχει εκδοθεί οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010,
λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία
πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος ή που δέχθηκε την
αίτηση, ακόμα κι αν ο οφειλέτης εξέπεσε κατά την παρ. 2 του άρθρου 11 του ν.
3869/2010 ή το σχέδιο διευθέτησης οφειλών καταγγέλθηκε κατά το δεύτερο εδάφιο
της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010. Αν εκδόθηκε τέτοια απόφαση, το
φυσικό πρόσωπο μπορεί να ασκήσει την αίτηση για την υπαγωγή του στο ν.
4605/2019, που προβλέπεται στο άρθρο 72 του νόμου, μόνο αν πριν την άσκηση της
αίτησης του και πριν την πάροδο της προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 72
[όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 59 Ν.4647/2019 (ΦΕΚ Α' 204/16.12.2019),
και αντικαταστάθηκε εκ νέου από 30.4.2020, με το άρθρο πρώτο της από
1.5.2020 Π.Ν.Π. (ΦΕΚ Α 90/1.5.2020), η
οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του Ν. 4690/2020 (ΦΕΚ Α7104)], ήτοι πριν την 31η
Ιουλίου 2020, η απόφαση εξαφανίστηκε ή αναιρέθηκε ύστερα από παραδοχή ένδικου
μέσου. Κατ' άρθρο δε 83 παρ. 6 του ν. 4605/2019, φυσικά πρόσωπα, που πριν την
άσκηση της αίτησης του άρθρου 72 έχουν ασκήσει αίτηση του άρθρου 4 του ν.
3869/2010 και αυτή είναι εκκρεμής σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, χωρίς να έχει
συζητηθεί, μπορούν να υποβάλουν την αίτηση του άρθρου 72 του ν. 4605/2019. Αν
οι αιτούντες ρυθμίσουν συναινετικά οποιαδήποτε από τις οφειλές, που είναι επιδεκτικές
ρύθμισης κατά το ν. 4605/2019, τότε η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται.
Περαιτέρω, φυσικά πρόσωπα που μπορούν να ασκήσουν την αίτηση του άρθρου 72 του
ν. 4605/2019, μπορούν να ασκήσουν την αίτηση του άρθρου 77 του ν. 4605/2019,
μόνο αν παραιτηθούν από την αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010. Ακόμη, η αξία
της προστατευόμενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του
άρθρου 72 του νόμου, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις
καταγόμενες προς ρύθμιση οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και τα
250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση. Επίσης, το οικογενειακό εισόδημα του
αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει
δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, πρέπει να μην υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ,
ποσό το οποίο προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ
για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη. Περαιτέρω, αν το
σύνολο των υπαγόμενων οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου
του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς
και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου του, πρέπει να έχουν
συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της
αίτησης του άρθρου 72. Επιπροσθέτως, οι
καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα
ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών πρέπει
να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής
της αίτησης του άρθρου 72.
Στο πεδίο
εφαρμογής του νόμου rationae materiae
υπάγονται, κατά το άρθρο 68 παρ. 2-6 του νόμου, οφειλές από οποιαδήποτε αιτία
προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οφειλές από στεγαστικό δάνειο προς εταιρίες
παροχής πιστώσεων και το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον για τις
οφειλές αυτές έχει εγγραφεί, πριν την άσκηση της αίτησης του άρθρου 72, υποθήκη
ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του
αιτούντος οφειλέτη και οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον
ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018. Αντιθέτως, δεν ρυθμίζονται
οφειλές φυσικών προσώπων, για τις οποίες υφίσταται εγγύηση του Ελληνικού
Δημοσίου και οφειλές που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, έχουν
ρυθμιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007
(Α 153), τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 (Α' 246) ή το ν. 4469/2017 (Α
62), ή για τις οποίες υπάρχει εκκρεμής αίτηση ρύθμισης κατά τις διατάξεις
αυτές, ώστε να αποκλεισθεί η παράλληλη ή διαδοχική χρήση δύο διαφορετικών
πλαισίων για τη ρύθμιση των ίδιων οφειλών ενός φυσικού προσώπου (βλ.
Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019- Β. Επί του άρθρου 1).
Προκειμένου, λοιπόν, να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις του υπό εξέταση
νομοθετήματος, πρέπει να υφίσταται τουλάχιστον μία οφειλή επιδεκτική ρύθμισης
κατά τα προλεχθέντα. Επίσης, το σύνολο του
ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι
τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης, των επιδεκτικών ρύθμισης οφειλών, κατά
την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, δεν πρέπει να υπερβαίνει τις
130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές
περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια.
Η διαδικασία
ένταξης στο υπό εξέταση νομοθετικό πλαίσιο εκκινεί με την υποβολή αίτησης για
ρύθμιση των δυνάμενων, κατ' άρθρο 68 του νόμου, να υπαχθούν οφειλών, η οποία
προβλέπεται στο άρθρο 72 του νόμου, μέσω ψηφιακής πλατφόρμας, η οποία
αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου
Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.). Η αίτηση πρέπει να περιέχει: α) Πλήρη στοιχεία
του αιτούντος (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, ημερομηνία γέννησης, διεύθυνση οικίας
και εργασίας, Αριθμό Φορολογικού Μητρώου, Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης,
Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας, αν είναι επιτηδευματίας, τηλέφωνο, διεύθυνση
ηλεκτρονικού ταχυδρομείου), β) Στοιχεία του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών
του. γ) Εισοδήματα του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών του
από οποιαδήποτε πηγή και αιτία, δ) Κατάλογο των πιστωτών, με ληξιπρόθεσμες ή μη
απαιτήσεις, για τις οποίες έχει εγγραφεί υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην
κύρια κατοικία, το οφειλόμενο ποσό ανά πιστωτή, την ημερομηνία, αναφορικά με
την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και τους συνοφειλέτες
που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή, ε) Κατάλογο της ακίνητης περιουσίας του
αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας
του αιτούντα, καθώς και των μεταφορικών μέσων του αιτούντα και του συζύγου του,
των καταθέσεων, των χρηματοπιστωτικών προϊόντων και των πολύτιμων μετάλλων, σε
νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώμενων
μελών, στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή, στ) Πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών
εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά,
δημόσιο βιβλίο), που είναι εγγεγραμμένα στην κύρια κατοικία του αιτούντος, στ)
Πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης,
πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο), που είναι εγγεγραμμένα
στην κύρια κατοικία του αιτούντος, ζ) Κατάλογο των πιστωτών με οφειλές
ανεπίδεκτες ρύθμισης κατά το άρθρο 68, έκαστος των οποίων έχει απαίτηση ανώτερη
των 2.000 ευρώ. η) Δήλωση του αιτούντος, ότι: αα) δεν εκδόθηκε οριστική
απόφαση, που απέρριψε αίτηση του κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010, λόγω δόλιας περιέλευσής του σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης
επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση
κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, ββ)
οι οφειλές, των οποίων ζητεί τη ρύθμιση, δεν έχουν ρυθμιστεί σύμφωνα με τα
άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007, τα άρθρα 61 έως 67 του
ν. 4307/2014 ή τον ν. 4469/2017, ούτε υπάρχει εκκρεμής αίτηση ρύθμισης τους
κατά τις διατάξεις αυτές, γγ) εφόσον έχει συμπράξει
πληρεξούσιος δικηγόρος κατά τη σύνταξη της αίτησης, αναφορά του ονόματος και
του μητρώου του πληρεξούσιου δικηγόρου, χωρίς να είναι αναγκαίο αυτός να
προσυπογράφει την αίτηση, θ) Εφόσον επιθυμεί να συμβληθεί εγγυητής, πλήρη
στοιχεία του προτεινόμενου ως εγγυητή (ονοματεπώνυμο και πατρώνυμο και αριθμό
φορολογικού μητρώου). Με την αίτηση συνυποβάλλεται σειρά δικαιολογητικών, εκ
των οποίων άλλα υποβάλλονται από τον οφειλέτη (άρθρο 72 παρ. 6) και άλλα
μεταφορτώνονται από τις βάσεις δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης και των
πιστωτικών ιδρυμάτων (άρθρο 72 παρ. 7, 8), επιδιωκόμενης της μεγιστοποίησης του
αυτοματισμού και της απλοποίησης της διαδικασίας (βλ. Αιτιολογική έκθεση
Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019- Β. Επί του άρθρου 5). Η αίτηση συνυπογράφεται
από τον σύζυγο, τα εξαρτώμενα μέλη του αιτούντος ή τους νομίμους αντιπροσώπους
τους και τον τυχόν προτεινόμενο εγγυητή.
Εν συνεχεία, πριν
την οριστική υποβολή της αίτησης, λαμβάνει χώρα ένας προέλεγχος, βάσει των
δεδομένων που μεταφορτώθηκαν, περί της δυνατότητας υπαγωγής του αιτούντος στο
ν. 4605/2019,· η οποία χαρακτηρίζεται από το νομοθέτη ως επιλεξιμότητα
του οφειλέτη. Αν, παρά την ένδειξη για μη επιλεξιμότητα,
ο αιτών υποβάλλει οριστικά την αίτηση του, η πλατφόρμα εμποδίζει την περαιτέρω
πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης. Έτσι,
επέρχεται αυτόματος τερματισμός της διαδικασίας σε πρώιμο στάδιο, αν από τα
δεδομένα που μεταφορτώνονται στην ψηφιακή πλατφόρμα προκύπτει ότι ο αιτών δεν
είναι επιλέξιμος (βλ. Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019- Β.
Επί του άρθρου 6).
Κατόπιν, ακολουθεί
η διαδικασία της συναινετικής ρύθμισης των οφειλών του αιτούντος (άρθρο 74).
Ειδικότερα, με την οριστικοποίηση της αίτησης, αυτή κοινοποιείται σε όλους τους
πιστωτές από τους οποίους ζητείται ρύθμιση και εντός προθεσμίας ενός μηνός από
την κοινοποίηση οι πιστωτές μπορούν να υποβάλλουν πρόταση ρύθμισης σύμφωνα με
τους όρους του άρθρου 75 του νόμου. Αν κάποιος πιστωτής αμφισβητεί την επιλεξιμότητα του οφειλέτη, μπορεί να δηλώσει ότι αρνείται
να υποβάλει πρόταση, προσδιορίζοντας το λόγο της μη επιλεξιμότητας
και μεταφορτώνοντας στην πλατφόρμα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, αν
υπάρχουν. Ο οφειλέτης εντός προθεσμίας ενός μηνός από τη λήξη της προθεσμίας
υποβολής προτάσεων των πιστωτών, δηλώνει ποιες από τις υποβληθείσες προτάσεις
αποδέχεται και ποιες απορρίπτει, ενώ προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 74, ότι
εάν η προθεσμία του ενός μηνός παρέλθει άπρακτη, θα λογίζεται ότι ο αιτών
απέρριψε την πρόταση. Με την αποδοχή μίας ή περισσοτέρων προτάσεων από τον
οφειλέτη επέρχεται η προστασία της κύριας κατοικίας από την αναγκαστική
εκτέλεση, και μάλιστα ανεξάρτητα από τη μη ρύθμιση των απαιτήσεων των λοιπών
πιστωτών. Η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης ολοκληρώνεται: α) με την απόρριψη
της αίτησης από την πλατφόρμα λόγω μη επιλεξιμότητας
του αιτούντος, β) με την παραίτηση του αιτούντος από την αίτηση του, η οποία
μπορεί να υποβληθεί μέχρι τη λήξη της προθεσμίας αποδοχής των προτάσεων των
πιστωτών από τον οφειλέτη, υποβάλλεται ηλεκτρονικά και κοινοποιείται από την
πλατφόρμα σε όλους τους πιστωτές, γ) με την παράλειψη ή την άρνηση όλων των
πιστωτών προς ρύθμιση να υποβάλουν πρόταση, δ) με την αποδοχή ή την απόρριψη
και της τελευταίας πρότασης πιστωτή από τον αιτούντα (άρθρο 74 παρ. 6). Στο
σημείο αυτό πρέπει να διευκρινισθεί ότι η άρνηση των πιστωτών, η οποία επιφέρει
την ολοκλήρωση της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης, μπορεί να είναι ρητή και
αιτιολογημένη, συνιστάμενη σε αμφισβήτηση της συνδρομής των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας στο πρόσωπο του αιτούντος, ή/και των
προϋποθέσεων υπαγωγής των απαιτήσεων των πιστωτών στο ν. 4605/2019, ως μη
επιδεκτικών ρυθμίσεως κατά του όρους του εν λόγω νομοθετήματος, οπότε οι
πιστωτές δηλώνουν ότι αρνούνται να
υποβάλουν πρόταση, προσδιορίζοντας το λόγο της μη επιλεξιμότητας
και υποβάλλοντας στην πλατφόρμα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, αν υπάρχουν. Η
άρνηση αυτή, ωστόσο, μπορεί να είναι και σιωπηρή, στην περίπτωση παράλειψης των
πιστωτών να τοποθετηθούν επί της ηλεκτρονικής αιτήσεως του οφειλέτη εντός της
προθεσμίας του ενός μηνός από την κοινοποίηση της σε αυτούς, η άπρακτη
παρέλευση της οποίας συνεπάγεται την ανεπιτυχή ολοκλήρωση της διαδικασίας της
συναινετικής ρύθμισης. Η παράλειψη και η άρνηση των πιστωτών να υποβάλουν
πρόταση επιφέρουν το ίδιο μεν αποτέλεσμα, ήτοι την αποτυχία
ολοκλήρωσης του προλεχθέντος σταδίου
συναινετικής ρύθμισης, πλην όμως, διαφέρουν όσον αφορά το λόγο που οδηγεί στο
εν λόγω αποτέλεσμα. Ειδικότερα, στην περίπτωση της άρνησης, οι πιστωτές δεν
υποβάλουν πρόταση διότι αμφισβητούν την επιλεξιμότητα
του αιτούντος, παρά το γεγονός ότι αυτός κρίθηκε επιλέξιμος από την πλατφόρμα,
επικαλούμενοι είτε την εσφαλμένη εκτίμηση των προαναφερόμενων στοιχείων της
αίτησης του άρθρου 72, είτε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ή γεγονός που ανατρέπει
τη συνδρομή των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας στο
πρόσωπο του αιτούντος. Αντιθέτως, στην περίπτωση της παράλειψης, οι πιστωτές
δεν υποβάλουν πρόταση διότι αμφισβητούν ή αρνούνται οποιοδήποτε άλλο, πλην της επιλεξιμότητας του αιτούντος, στοιχείο. Προς επίρρωση της
άποψης αυτής, διατυπώνονται σοβαρά επιχειρήματα, τα οποία αντλούνται αφενός από
τη διατύπωση του νόμου στο άρθρο 74 παρ. 6 περίπτωση γ* αυτού, όπου η
«παράλειψη» και η «άρνηση» αναφέρονται διαζευκτικά, ως διακριτές
περιπτώσεις περάτωσης της
διαδικασίας της συναινετικής ρύθμισης, αφετέρου από το περιεχόμενο της
βεβαίωσης της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ, επί παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας του ενός μηνός
από την κοινοποίηση της αίτησης του άρθρου 72 στους πιστωτές, στην οποία
(βεβαίωση) η παράλειψη πιστωτή να τοποθετηθεί επί της αιτήσεως επιλέξιμου
οφειλέτη, βεβαιώνεται ως γεγονός «μη υποβολής πρότασης από πιστωτή χωρίς ο
τελευταίος να έχει επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα ή μη
επιδεκτικότητα ρύθμισης των οφειλών» σε συνδυασμό με τα οριζόμενα στο δεύτερο
εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 74 του νόμου, επί αρνήσεως υποβολής πρότασης από
πιστωτή επί της αιτήσεως επιλέξιμου οφειλέτη, όπου απαιτείται ο προσδιορισμός
του λόγου της μη επιλεξιμότητας (βλ. ΕιρΑΘ 1/2020, ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»).
Σε περίπτωση
ευδοκίμησης της αίτησης, ο αιτών για την προστασία της κύριας κατοικίας του,
πρέπει να καταβάλει το εκατόν είκοσι τοις εκατό της αξίας αυτής σε μηνιαίες
ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor
τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό, ενώ εάν ο επιτοκιακός
δείκτης του Euribor τριμήνου είναι αρνητικός, για τον
προσδιορισμό του επιτοκίου λαμβάνεται μηδενική τιμή. Αν το εκατόν είκοσι τοις
εκατό της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται
στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες
τοκοχρεωλυτικές δόσεις (άρθρο 75 παρ. 1). Το ως άνω ποσό καταβάλλεται σε
χρονικό διάστημα εικοσιπέντε ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το
ογδοηκοστό έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής,
αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης
(άρθρο 75 παρ. 2). Αν δε ρυθμίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η
μηνιαία δόση, που προκύπτει κατά τα ανωτέρω αναφερόμενα, επιμερίζεται μεταξύ
των ρυθμιζόμενων πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους σε
πλειστηριασμό που θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα
εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση.
Για τον επιμερισμό της μηνιαίας δόσης, η προσημείωση υποθήκης εξομοιώνεται με
την υποθήκη και κατατάσσεται με βάση τη χρονική της προτεραιότητα, και αν
απαίτηση πιστωτή με ειδικό προνόμιο δεν ικανοποιείται στο σύνολο της ως τέτοια,
τότε για το απομένον τμήμα της συμμετέχει στην υποθετική κατάταξη, κατά
περίπτωση ως απαίτηση με γενικό προνόμιο ή ως μη προνομιούχος απαίτηση (άρθρο
75 παρ. 3). Στο άρθρο 76 του νόμου προβλέπεται η συνεισφορά του Δημοσίου στις
καταβαλλόμενες δόσεις, η οποία αποτελεί ένα βασικό χαρακτηριστικό του
προτεινόμενου πλαισίου (βλ. Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019-
Β. Επί του άρθρου 9). Η δε αίτηση του άρθρου 72 επέχει θέση αίτησης και για τη
συνεισφορά του Δημοσίου, ο προσδιορισμός της οποίας και η ειδικότερη ρύθμιση
θεμάτων που άπτονται της διαδικασίας καταβολής της, ρυθμίζεται από την υπ' αριθμ. 131164 (ΦΕΚ Β' 4733/19.12.2019) ΚΥΑ που φέρει τον
τίτλο «Τροποποίηση και αντικατάσταση της υπ' αριθμ.
39100/2019 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας,
Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών (Β' 1167)
σχετικά με τον προσδιορισμό συνεισφοράς του Δημοσίου στο πλαίσιο του άρθρου 76
ν. 4605/2019 (Α' 52)».
Όπως ελέχθη και
ανωτέρω, με την οριστική υποβολή της αίτησης, ο αιτών κρίνεται είτε επιλέξιμος,
είτε μη επιλέξιμος. Η δε διαδικασία συναινετικής ρύθμισης ενδέχεται είτε να
τελεσφορήσει με όλους ή κάποιους από τους πιστωτές, είτε να αποτύχει
αντιστοίχως. Το άρθρο 77 διέπει τις δύο ανωτέρω αρνητικές εξελίξεις: πρώτον,
την περίπτωση της εσφαλμένης θεώρησης του αιτούντος ως μη επιλέξιμου και,
δεύτερον, την περίπτωση αποτυχίας της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης,
προβλέποντας τη δυνατότητα του οφειλέτη να απευθυνθεί στο δικαστήριο,
διασφαλίζοντας στον αιτούντα τη δυνατότητα να κριθεί επιλέξιμος και να
επιδιώξει ρύθμιση (βλ. Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019- Β.
Επί του άρθρου 10). Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο
οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος, το οποίο δικάζει κατά τη
διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Έτσι, ο αιτών, που κρίθηκε μη επιλέξιμος
ή ο αιτών, ο οποίος κρίθηκε επιλέξιμος, ωστόσο δεν ήρθε σε συμφωνία με όλους ή
κάποιους από τους πιστωτές, κατά των οποίων άλλωστε στρέφεται η αίτηση του,
υπέχει την υποχρέωση, επί ποινή απαραδέκτου, να ασκήσει αίτηση δικαστικής
ρύθμισης εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε εργάσιμων ημερών από την
ολοκλήρωση της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης. Στην προθεσμία αυτή δεν
συνυπολογίζεται το χρονικό διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου, στο πνεύμα της
διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 147 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (βλ.
Αιτιολογική έκθεση Έβδομου Μέρους του ν. 4605/2019- Β. Επί του άρθρου 10). Με
την αίτηση, ο αιτών συνυποβάλλει στη γραμματεία του αρμόδιου Ειρηνοδικείου
εκτυπωμένο όλο το υλικό το οποίο μεταφορτώθηκε συνολικώς, δηλαδή και από τον
ίδιο και από τους πιστωτές, στην πλατφόρμα κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης του
ως επιλέξιμου και της απόπειρας για συναινετική ρύθμιση. Με την κατάθεση της
αίτησης, ο αιτών υποχρεούται, επί ποινή απαραδέκτου, να μεταφορτώσει το δικόγραφο
μέσα σε δέκα εργάσιμες ημέρες στην πλατφόρμα, μέσω της οποίας κοινοποιείται
στους συμμετέχοντες πιστωτές. Η κοινοποίηση του προηγούμενου εδαφίου επέχει
θέση επίδοσης στους πιστωτές.
Αν η επιλεξιμότητα του αιτούντος αμφισβητείται, είτε επειδή η
αίτηση απορρίφθηκε κατά το άρθρο 73 του νόμου, ήτοι στην περίπτωση που παρά την
ένδειξη της ψηφιακής πλατφόρμας για μη επιλεξιμότητα,
ο αιτών υποβάλλει οριστικά την αίτηση του, οπότε η πλατφόρμα εμποδίζει την
περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της
αίτησης, είτε επειδή ο πιστωτής αρνήθηκε την υποβολή πρότασης κατά το δεύτερο
εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 74, ήτοι αν ο πιστωτής αρνηθεί την υποβολή
πρότασης, ισχυριζόμενος ότι ο αιτών είναι μη επιλέξιμος, προσδιορίζοντας τον
λόγο της μη επιλεξιμότητας, το δικαστήριο αποφαίνεται
πρωτίστως επ' αυτής (επιλεξιμότητας) και, στη
συνέχεια, αν κρίνει ότι πρόκειται για επιλέξιμο οφειλέτη, καθορίζει, σύμφωνα με
το άρθρο 75, ενιαίο σχέδιο ρύθμισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων
στρέφεται η αίτηση. Αν αντιθέτως, δεν έχει αμφισβητηθεί η επιλεξιμότητα
του αιτούντος, τότε το δικαστήριο αποφασίζει αποκλειστικά επί του σχεδίου. Από
το ποσό της παραγράφου 1 του άρθρου 75, ήτοι το εκατόν είκοσι τοις εκατό της
εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας, αφαιρείται το συνολικό ποσό, που
καταβλήθηκε σε συμμόρφωση προς την προσωρινή διαταγή, που προβλέπεται στο
πλαίσιο προσωρινής δικαστικής προστασίας κατ' άρθρο 78 παρ. 2. Η δε απόφαση δεν
θίγει τις ρυθμίσεις που επιτεύχθηκαν συναινετικά.
Τέλος, με την επιτυχή
ολοκλήρωση της ρύθμισης και την πλήρη συμμόρφωση του οφειλέτη, αποσβήνεται το
τμήμα των ρυθμισμένων απαιτήσεων που υπερβαίνει το ποσό της παραγράφου 1 του
άρθρου 75 και κάθε υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης, που εγγράφηκε στην κύρια
κατοικία για ρυθμισμένη απαίτηση (άρθρο 81).
Με την υπό κρίση
αίτηση του, ο αιτών εκθέτει ότι υπέβαλε, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας
ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη
Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών
(Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
(Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), τη με αρ. αίτηση του απευθυνόμενη προς την καθ' ης, η οποία
συνυπογράφεται από τη σύζυγο του και τα εξαρτώμενα μέλη, για τη ρύθμιση των
οφειλών του έναντι της καθ ης και την προστασία της κύριας κατοικίας του από
την αναγκαστική ρευστοποίηση, κατά τις διατάξεις του ν. 4605/2019. Ότι βάσει
του περιεχομένου της αίτησης, των συνυποβαλλόμενων δικαιολογητικών, που
μεταφόρτωσε ο ίδιος ο αιτών, και των στοιχείων, που ανακτήθηκαν αυτομάτως από τη βάση δεδομένων
της Φορολογικής Διοίκησης, από την καθ' ης και από έτερα πιστωτικά ιδρύματα, ο
αιτών κρίθηκε επιλέξιμος, γεγονός που βεβαιώθηκε από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Ότι εν
συνεχεία, υπέβαλε οριστικά την αίτηση του, προκειμένου να εκκινήσει η
διαδικασία της συναινετικής ρύθμισης των οφειλών του. Ότι η διαδικασία της
συναινετικής ρύθμισης ολοκληρώθηκε με την παράλειψη της καθ' ης να υποβάλει
πρόταση για τη ρύθμιση των οφειλών του αιτούντος, χωρίς η πρώτη να αμφισβητήσει
τη συνδρομή των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας στο
πρόσωπο του δεύτερου ή των προϋποθέσεων υπαγωγής των απαιτήσεων της πιστώτριας
κατά του αιτούντος στο ν. 4605/2019, ως μη επιδεκτικών ρυθμίσεως, κατά τους
όρους του εν λόγω νομοθετήματος. Ότι ακολούθως, ο αιτών, λόγω της κατά τα
ανωτέρω ανεπιτυχούς ολοκλήρωσης της συναινετικής διαδικασίας, άσκησε
εμπροθέσμως την ένδικη αίτηση. Με βάση αυτό το ιστορικό, ο αιτών ζητεί την
προστασία της κύριας κατοικίας του από την αναγκαστική ρευστοποίηση, με τη
ρύθμιση των χρεών του, κατά τους όρους του ν. 4605/2019. Επίσης, ζητεί να
καταδικαστεί η καθ' ης στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων και την αμοιβή
του πληρεξούσιου δικηγόρου του.
Με αυτό το
περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αίτηση παραδεκτώς
εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, της περιφέρειας της κατοικίας του
αιτούντος, που είναι καθ' ύλην και κατά τόπον
αρμόδιο, κατά την παρούσα διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 741 επ. ΚΠολΔ, 77 παρ. 2, 3 ν.
4605/2019), εφόσον: 1) τηρήθηκε η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης με την καθ'
ης, η οποία άρχισε με την οριστική υποβολή της από 04/2020 και με αρ. αίτησης
... στην ψηφιακή πλατφόρμα ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η
οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών
(Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
(Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), και την κοινοποίηση αυτής (της αίτησης), μετά των συνοδευτικών
της εγγράφων, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας, στην καθ' ης, και ολοκληρώθηκε με
την παράλειψη της να υποβάλει πρόταση για τη ρύθμιση των οφειλών του αιτούντος,
που κρίθηκε επιλέξιμος, χωρίς η πρώτη να αμφισβητήσει τη συνδρομή των
προϋποθέσεων επιλεξιμότητας στο πρόσωπο του δεύτερου
ή των προϋποθέσεων υπαγωγής των απαιτήσεων της πιστώτριας κατά του αιτούντος
στο ν. 4605/2019, ως μη επιδεκτικών ρυθμίσεως, κατά τους όρους του εν λόγω
νομοθετήματος (βλ. από 07/2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους με ημερομηνία έναρξης σταδίου την ...05/2020 και εκτιμώμενη
ημερομηνία ολοκλήρωσης του την ...06/2020 και από ...07/2020 Βεβαίωση της
Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους περί μη υποβολής πρότασης από
την καθ' ης, χωρίς επίκληση μη επιλεξιμότητας ή μη
επιδεκτικότητας ρύθμισης των οφειλών). 2) Η ένδικη αίτηση, με τα συνοδευτικά
αυτής έγγραφα, που μεταφορτώθηκαν στην ψηφιακή πλατφόρμα, κατατέθηκε εμπρόθεσμα
στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού την ...07-2020 (βλ. από ...07/2020 με ΓΑΚ
...-07-2020 και ΕΑΚ ...-07-2020 έκθεση κατάθεσης δικογράφου, που συντάχθηκε από
τη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου), ήτοι εντός δεκαπέντε εργάσιμων ημερών
από την ανεπιτυχή ολοκλήρωση της συναινετικής διαδικασίας, κατά τα προλεχθέντα, που έλαβε χώρα την ...07/2020 (βλ. από
2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας
Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους). 3) Η
ένδικη αίτηση μεταφορτώθηκε εμπρόθεσμα, ήτοι εντός δέκα εργασίμων ημερών
από την κατάθεση της, την 07-2020, στην ψηφιακή πλατφόρμα του άρθρου 71 του ν.
4605/2019, μέσω της οποίας κοινοποιήθηκε στην καθ' ης (βλ. από ... 07/2020
«Βεβαίωση μεταφόρτωσης αίτησης δικαστηρίου στην ηλεκτρονική πλατφόρμα»).
Επιπλέον, η υπό κρίση αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 68 επ.
του Ν. 4605/2019 και 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, και
πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.
Από όλα
ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που προσκομίζει και επικαλείται ο αιτών, ουδενός των
οποίων παραλείφθηκε η συνεκτίμηση, αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του
Δικαστηρίου, τα ακόλουθα: Ο αιτών, γεννηθείς την 08-1963, είναι έγγαμος και
έχει αποκτήσει από το γάμο του δύο τέκνα γεννηθέντα τα έτη 1997 και 2003,
αντίστοιχα, που αποτελούν εξαρτώμενα μέλη, κατ' άρθρο 69 γ' του ν. 4605/2019. Ο
αιτών κατοικεί στο κατωτέρω περιγραφόμενο διαμέρισμα, επί του οποίου έχει
εμπράγματο δικαίωμα.
Ειδικότερα, ο
αιτών είναι συγκύριος, κατά ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου, του υπό στοιχεία ...
διαμερίσματος, εμβαδού 67,00 τ.μ., του πρώτου (Α') πάνω από το ισόγειο ορόφου
πολυκατοικίας, κείμενης στο Δήμο
Νομού Αττικής, επί της διασταυρώσεως της
Λεωφόρου
επί της οποίας φέρει τον αριθμό ... [παλαιότερα ... αρ....] και της
οδού ... επί της οποίας φέρει τον αριθμό ... (βλ. και με αρ. ... συμβόλαιο της
Συμβολαιογράφου Αθηνών ...). Η φορολογητέα αξία του εν λόγω ακινήτου, το οποίο
αποτελεί την κύρια κατοικία του αιτούντος και του οποίου ζητείται με την ένδικη
αίτηση η προστασία από την αναγκαστική ρευστοποίηση, ανέρχεται σε 47.034,00
ευρώ, ενώ η εμπορική του αξία σε 57.637,08 ευρώ.
Ο αιτών οφείλει
στην πιστώτρια του δυνάμει της υπ' αρ. ... σύμβασης δανείου, για την εξασφάλιση
της οποίας έχει εγγραφεί επί του ως άνω περιγραφόμενου διαμερίσματος,
πολυκατοικίας πολυκατοικίας, κείμενης στο Δήμο ...
Νομού Αττικής, επί της Λεωφόρου ... αρ...., προσημείωση υποθήκης Α' σειράς,
ποσού 76.800,00 ευρώ, το ποσό των 67.376,65 ευρώ. Στο σημείο αυτό πρέπει να
σημειωθεί ότι δικαιούχος της απαίτησης είναι η εταιρεία με την επωνυμία «...»
και η διαχείριση της έχει ανατεθεί στην εταιρεία με την επωνυμία «... Ανώνυμη
Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις».
Περαιτέρω,
αποδείχθηκε ότι ο αιτών την .../04/2020, προέβη, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας
ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη
Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.)
σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους
(Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), στη δημιουργία της με αρ.
αίτησης, συνυπογραφόμενης
από τη σύζυγο του και τα εξαρτώμενα μέλη και απευθυνόμενης προς την καθ' ης,
ζητώντας τη συναινετική ρύθμιση του χρέους του προς την πιστώτρια του,
προκειμένου να προστατέψει την κύρια κατοικία του από την αναγκαστική
ρευστοποίηση. Στην εν λόγω αίτηση, ο αιτών δήλωσε όλα τα απαραίτητα στοιχεία,
προκειμένου να ελεγχθεί η συνδρομή στο πρόσωπο του των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας και η επιδεκτικότητα ρύθμισης των οφειλών
του. Συγκεκριμένα, ο αιτών δήλωσε: α) στοιχεία σχετικά με την προσωπική,
οικογενειακή, εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση και την εισοδηματική
και περιουσιακή κατάσταση της συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, βάσει της
δήλωσης εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1), της δήλωσης στοιχείων ακινήτων (Ε9)
και της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων
(ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους, που αντλήθηκαν αυτόματα από τη
βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης, β) την απαίτηση της πιστώτριας κατά
του αιτούντος, και ειδικότερα το ύψος της, την ημερομηνία, αναφορικά με την
οποία προσδιορίζεται το ύψος της οφειλής, την εμπράγματη εξασφάλιση της
απαίτησης της πιστώτριας επί της κύριας κατοικίας του αιτούντος, τις απαιτήσεις
πιστωτών με οφειλές ανεπίδεκτες ρύθμισης κατά το άρθρο 68 του ν. 4605/2019,
έκαστος των οποίων έχει απαίτηση ανώτερη των 2.000 ευρώ, την ύπαρξη συνοφειλετών και, τέλος, τις τραπεζικές καταθέσεις που
τηρεί ο αιτών, η σύζυγος του και τα εξαρτώμενα μέλη σε πιστωτικά ιδρύματα,
βάσει των στοιχείων που αντλήθηκαν αυτόματα από την καθ' ης και από πιστωτικά
ιδρύματα, και γ) ότι: 1) δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτηση του
κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010, λόγω δόλιας περιέλευσής
του σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την
κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 9 του ν.
3869/2010, 2) οι οφειλές, των οποίων ζητεί τη ρύθμιση, δεν έχουν ρυθμιστεί
σύμφωνα με τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007, τα άρθρα
61 έως 67 του ν. 4307/2014 ή το ν. 4469/2017, ούτε υπάρχει εκκρεμής αίτηση
ρύθμισης τους κατά τις διατάξεις αυτές.
Εν συνεχεία,
διενεργήθηκε προέλεγχος της ως άνω αίτησης του αιτούντος και, κατόπιν της
ενδείξεως της πλατφόρμας περί επιλεξιμότητάς του, ο αιτλών υπέβαλε οριστικά την υπ αρ
. αίτησή του την
/05/2020 (βλ. από ... 07/2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης
Ιδιωτικού Χρέους). Ακολούθησε η κοινοποίηση προς την καθ' ης της αιτήσεως και
των συνοδευτικών αυτής εγγράφων, προκειμένου, κατά την αρξάμενη
πλέον διαδικασία για συναινετική ρύθμιση της οφειλής του αιτούντος, που
διεξάγεται μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας, η τελευταία να τοποθετηθεί επί της
αιτήσεως, εντός μηνός από την προλεχθείσα
κοινοποίηση. Πλην όμως, όπως προκύπτει από την από ...(... Βεβαίωση της Ειδικής
Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, η παραπάνω προθεσμία παρήλθε άπρακτη,
αφού η καθ' ης παρέλειψε να υποβάλει πρόταση για τη ρύθμιση των οφειλών του
αιτούντος, χωρίς να αμφισβητήσει τη συνδρομή των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας στο πρόσωπο του αιτούντος ή των προϋποθέσεων
υπαγωγής των απαιτήσεων της πιστώτριας κατά του αιτούντος στο ν. 4605/2019, ως
μη επιδεκτικών ρυθμίσεως, κατά τους όρους του εν λόγω νομοθετήματος. Ως εκ
τούτου, την 01/07/2020 ολοκληρώθηκε ανεπιτυχώς η διαδικασία συναινετικής
ρύθμισης των οφειλών του αιτούντος.
Ενόψει των ανωτέρω
καθίσταται σαφές ότι, ελλείψει αμφισβήτησης από την καθ' ης της επιλεξιμότητας του αιτούντος και της επιδεκτικότητας
ρύθμισης των επίδικων οφειλών, ο αιτών πρέπει να υπαχθεί στο πεδίο εφαρμογής
του ν. 4605/2019. Η δε προστασία της κύριας κατοικίας του είναι υποχρεωτική για
το δικαστήριο, το οποίο αποφασίζει αποκλειστικά επί των ειδικότερων όρων της
προστασίας αυτής, κατά το άρθρο 75 του νόμου. Αναλυτικότερα, δεδομένου αφενός μεν ότι για τον προσδιορισμό
του του, ο αιτών υπέβαλε οριστικά την υπ' αρ. ... αίτηση του την ...05/2020
καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75 του ν. 4605/2019, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο
της αξίας της προστατευόμενης κατοικίας, αφού δεν συνυποβάλλεται η αίτηση και
από τη σύζυγο του αιτούντος, η οποία είναι συγκυρία κατά ποσοστό 50% εξ
αδιαιρέτου της κύριας κατοικίας του (άρθρο 70 παρ. 3 του ν. 4605/2019),
αφετέρου δε ότι η συνολική οφειλή του αιτούντος ανέρχεται στο ποσό των
67.376,65 ευρώ, ήτοι σε ποσό που δεν υπερβαίνει το όριο των 69.164,50 [=120%Χ
57.637,08] ευρώ, που αντιστοιχεί στο ποσοστό 120% της εμπορικής αξίας της
κύριας κατοικίας του αιτούντος, ο τελευταίος θα κληθεί να αποπληρώσει χρέη μέχρι
το ποσό των 67.376,65 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού για τη διάσωση της κύριας
κατοικίας του αιτούντος από την αναγκαστική ρευστοποίηση, θα ξεκινήσει την
πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Οι
καταβολές θα πραγματοποιούνται εντός του πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός
εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με επιτόκιο ίσο με το Euribor
τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%), που θα ισχύει κατά το χρόνο της
αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο χρόνος
δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, πρέπει να οριστεί σε είκοσι τρία
(23) έτη, ήτοι διακόσιους εβδομήντα έξι (276) μήνες, λαμβανομένης υπόψη της
ηλικίας του αιτούντος, ο οποίος διανύει ήδη το πεντηκοστό έβδομο έτος της
ηλικίας του, γεγονός που επιβάλλει τον περιορισμό του προβλεπόμενου, στο άρθρο
75 παρ. 2 του νόμου, χρονικού διαστήματος της ρύθμισης, διάρκειας είκοσι πέντε
ετών, αφού για την τήρηση της δεν προτάθηκε από τον αιτούντα εγγυητής που να
ευθύνεται ως αυτοφειλέτης. Επομένως, η μηνιαία δόση
που θα καταβάλει ο αιτών στο πλαίσιο της ρύθμισης αυτής ανέρχεται σε 244,12
(=67.376,65 ευρώ: 276 μήνες) ευρώ, έντοκα όπως ανωτέρω. Τέλος, πρέπει να
επισημανθεί ότι το ποσό των 67.376,65 ευρώ αποτελεί το υποχρεωτικό αντάλλαγμα
το οποίο πρέπει να καταβάλει ο αιτών κατά τη διάρκεια της ως άνω ρύθμισης,
προκειμένου να εκπληρώσει τους ανωτέρω ειδικότερους όρους, υπό τους οποίους
προστατεύεται η κύρια κατοικία του από την αναγκαστική ρευστοποίηση.
Κατ' ακολουθίαν
των ανωτέρω, θα πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει δεκτή ως και κατ' ουσίαν βάσιμη και να προστατευτεί η κύρια κατοικία του
αιτούντος από την αναγκαστική ρευστοποίηση, με τη ρύθμιση της οφειλής του, κατά
τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό. Η απόσβεση του χρέους του αιτούντος
και κάθε εμπράγματου βάρους στην κύρια κατοικία του για την εξασφάλιση της
απαιτήσεως της πιστώτριας, θα επέλθει κατά νόμο (άρθρο 81 του Ν. 4605/2019),
υπό τον όρο της πλήρους συμμόρφωσης του με την ως άνω ρύθμιση και της επιτυχούς
ολοκλήρωσης αυτής. Περαιτέρω, παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση που η καθ'
ης, που δικάσθηκε ερήμην, ήθελε ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας
δεν πρέπει να οριστεί, δεδομένου ότι στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας,
γνήσιες και μη γνήσιες, αποκλείεται η άσκηση ανακοπής ερημοδικίας στον πρώτο
βαθμό δικαιοδοσίας (βλ. Κεραμέα- Κονδύλη- Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ,
Τόμος I, 2000, άρθρο 501, αρ. 3, σελ. 891, Τόμος II, 2000, άρθρο 754, αρ. 8,
σελ. 1499-1500, Δ. Μακρή, Η εκούσια δικαιοδοσία, 2004, § 136, σελ. 99). Τέλος,
πρέπει να καταδικαστεί η καθ' ης, λόγω της ήττας της, στην καταβολή των
δικαστικών εξόδων του αιτούντος, κατά παραδοχή σχετικού νομίμου αιτήματος του
τελευταίου (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως
ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της
καθ' ης.
Δέχεται την
αίτηση.
Διατάσσει την
προστασία από την αναγκαστική ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας του αιτούντος,
ήτοι του υπό στοιχεία ..., διαμερίσματος, εμβαδού 67,00 τ.μ., του πρώτου (Α')
πάνω από το ισόγειο ορόφου πολυκατοικίας, κείμενης στο Δήμο ... Νομού Αττικής,
επί της διασταυρώσεως της Λεωφόρου
επί της οποίας φέρει τον αριθμό ...
[παλαιότερα ..., αρ....] και της οδού
επί της οποίας φέρει τον αριθμό
, του
οποίου ο αιτών είναι συγκύριος κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) εξ
αδιαιρέτου.
Επιβάλλει στον
αιτούντα την υποχρέωση να καταβάλει στην καθ' ης, για την προστασία της ως άνω
κύριας κατοικίας του από την αναγκαστική ρευστοποίηση, το ποσό των εξήντα επτά
χιλιάδων τριακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και εξήντα πέντε λεπτών (67.376,65 ), η αποπληρωμή του οποίου θα γίνει με μηνιαίες καταβολές, ύψους διακοσίων σαράντα τεσσάρων ευρώ και δώδεκα
λεπτών (244,12 ) εκάστη, και επί είκοσι τρία (23) έτη, ήτοι διακόσιους εβδομήντα έξι (276) μήνες, κατά τα ανωτέρω. Οι καταβολές αυτές θα ξεκινήσουν την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης και θα πραγματοποιούνται εντός του
πρώτου δεκαημέρου εκάστου μηνός εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με επιτόκιο ίσο με
το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό
(2%), που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό
δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.
Καταδικάζει την
καθ' ης η αίτηση στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του αιτούντος, τα οποία προσδιορίζει
στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.
Κρίθηκε,
αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο
ακροατήριο του την 04 ΙΑΝ 2021 απόντων των διαδίκων.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ