ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΑΠ.Ολ 4/2023

 

Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο -.

 

Η υπαγωγή στο πεδίο εφαρμογής του νόμου για τη ρύθμιση των χρεών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και της ρύθμισης βεβαιωμένων οφειλών του φυσικού προσώπου προς το Δημόσιο, εφόσον αυτές συντρέχουν με χρέη του έναντι ιδιωτών πιστωτών, δεν αντίκειται στο Σύνταγμα.

 

 

 

Αριθμός 4/2023

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Γεωργίου, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Πιπιλίγκα, Γεώργιο Χριστοδούλου, Ελένη Φραγκάκη, Ζαμπέττα Στράτα, Μαρία Μουλιανιτάκη, Μαριάνθη Παγουτέλη και Μυρσίνη Παπαχίου, Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Μαχαίρα, Αικατερίνη Κρυσταλλίδου, Αικατερίνη Βλάχου, Ιωάννα Κλάπα - Χριστοδουλέα, Χρήστο Κατσιάνη, Ασημίνα Υφαντή, Μαρία Κουφούδη, Γεώργιο Καλαμαρίδη, Σοφία Οικονόμου, Δημήτριο Τράγκα, Κωστούλα Πρίγγουρη, Κανέλλα Τζαβέλλα - Δημαρά, Διονύσιο Παλλαδινό, Αθανάσιο Θεοφάνη, Αθανάσιο Τσουλό, Αγάπη Τζουλιαδάκη, Γεώργιο Αυγέρη, Ασπασία Μεσσηνιάτη - Γρυπάρη, Αλεξάνδρα Αποστολάκη - εισηγήτρια, Μαρία Σιμιτσή - Βετούλα, Βρυσηίδα Θωμάτου, Αριστείδη Βαγγελάτο, Ελευθέριο Σισμανίδη, Σπυρίδωνα Κουτσοχρήστο, Ελένη Χροναίου, Αγαθή Δερέ, Κλεόβουλο - Δημήτριο Κοκκορό, Χριστίνα - Ζαφειρία Γαβριηλίδου, Τριανταφύλλη Δρακοπούλου, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Ευτύχιο Νικόπουλο, Γεώργιο Παπαγεωργίου, Χρυσούλα Πλατιά, Μαλαματένια Κουράκου, Βαρβάρα Πάπαρη, Παναγιώτα Γκουδή - Νινέ, Φώτιο Μουζάκη, Ελπίδα Σιμιτοπούλου, Αικατερίνη Χονδρορίζου, Λεωνίδα Χατζησταύρου και Ευαγγελία Γιακουμάτου, Αρεοπαγίτες, (κωλυομένων των λοιπών δικαστών της σύνθεσης).

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Φεβρουαρίου 2023, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Ασπρογέρακα (κωλυομένου του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Aγγελικής Ανυφαντή για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

 

Της καλούσας - αναιρεσίβλητης: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία" η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολικής διαδόχου της "Τράπεζα Eurobank Ergasias Ανώνυμη Εταιρεία", λόγω διάσπασης της τελευταίας με απόσχιση του κλάδου τραπεζικής δραστηριότητάς της και μεταφοράς του στην ανωτέρω τραπεζική εταιρεία, η οποία εκπροσωπήθηκε από τις πληρεξούσιες δικηγόρους της Ευανθία Κατσίγιαννη και Φωτεινή Χατζηχηδίρογλου, οι οποίες κατέθεσαν προτάσεις.

 

Των καθ' ων η κλήση - αναιρεσειόντων: 1) Ελληνικού Δημοσίου, που εδρεύει στην Αθήνα, όπως νόμιμα εκπροσωπείται και 2) Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που εδρεύει στην Αθήνα, όπως νόμιμα εκπροσωπείται. Αμφότεροι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιό τους Παναγιώτη Πανάγο, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, ο οποίος δεν κατέθεσε προτάσεις.

 

Των καθ' ων η κλήση - αναιρεσιβλήτων: 1) Α. Π. του Σ., 2) Σ. Π. του Α., 3) Ε. Π. του Α., κατοίκων ... και 4) ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "Τράπεζα Πειραιώς ΑΕ", που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.

 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 11-7-2016 αίτηση του ήδη πρώτου των αναιρεσιβλήτων - καθ' ων η κλήση, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 4127/2017 του ίδιου Δικαστηρίου και 13316/2018 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησαν τα αναιρεσείοντα νομικά πρόσωπα με την από 7-1-2019 αίτησή τους, επί της οποίας εκδόθηκε η 357/2021 απόφαση του Δ' Πολιτικού τμήματος, η οποία παρέπεμψε ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας τον αναφερόμενο στο σκεπτικό μοναδικό λόγο της κρινόμενης αίτηση αναίρεσης. Κατόπιν αυτής της απόφασης η υπόθεση φέρεται προς συζήτηση στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την από 21-10-2022 κλήση της καλούσας.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων, αφού έλαβαν τον λόγο από την Πρόεδρο, ανέπτυξαν και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς τους. Οι πληρεξουσίες της καλούσας, οι οποίες αναφέρθηκαν και στις προτάσεις τους, ζήτησαν την απόρριψη της αίτησης, ο πληρεξούσιος των παρισταμένων καθ' ων η κλήση - αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του. O Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, πρότεινε να απορριφθεί ως αβάσιμος ο παραπεμφθείς στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου μοναδικός λόγος αναίρεσης.

 

Κατά την 27η Απριλίου 2023, ημέρα που συγκροτήθηκε το δικαστήριο αυτό προκειμένου να διασκεφθεί για την ανωτέρω υπόθεση, ήταν απόντες οι Αρεοπαγίτες Ιωάννα Κλάπα - Χριστοδουλέα, Χρήστος Κατσιάνης, Ασημίνα Υφαντή, Μαρία Κουφούδη, Γεώργιος Καλαμαρίδης, Σοφία Οικονόμου, Κωστούλα Πρίγγουρη, Κανέλλα Τζαβέλλα - Δημαρά, Αθανάσιος Τσουλός, Βρυσηίδα Θωμάτου, Γεώργιος Σχοινοχωρίτης, Ευτύχιος Νικόπουλος, Γεώργιος Παπαγεωργίου, Παναγιώτα Γκουδή - Νινέ, Φώτιος Μουζάκης και Αικατερίνη Χονδρορίζου, οι οποίοι είχαν δηλώσει κώλυμα αρμοδίως. Παρά ταύτα, παρισταμένων, πλην αυτών, πλέον των είκοσι εννέα (29) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης, κατ' άρθρο 27 παρ.2 του ν. 4938/2022, το Δικαστήριο είχε την εκ του νόμου απαρτία για να διασκεφθεί.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Με την από 21.10.2022 κλήση της πέμπτης αναιρεσίβλητης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "Τράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία" νομίμως φέρεται ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου ο μοναδικός λόγος της από 07-01-2019 (με αριθμό κατάθεσης ./22-01-2019) αίτησης αναίρεσης 1) του Ελληνικού Δημοσίου και 2) της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, με την οποία διώκεται η αναίρεση της εκδοθείσας κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας υπ' αριθμ. 13316/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δίκασε ως Εφετείο. Με τον αναιρετικό αυτό λόγο προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ, της ευθείας, δηλαδή, παραβίασης με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής διάταξης του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α' του Ν. 3869/2010 "Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων", όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), με την οποία εντάχθηκαν στο Ν 3869/2010 και οι βεβαιωμένες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, λόγω αντίθεσης της διάταξης αυτής στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος. Παραπέμφθηκε δε με την υπ' αριθμ. 357/2021 ομόφωνη απόφαση του Δ' πολιτικού τμήματος του Αρείου Πάγου στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 563 παρ. 2 εδ. β' του ΚΠολΔ και 23 παρ. 2 εδ. γ' και δ' του Οργανισμού των Δικαστηρίων και Καταστάσεως Δικαστικών Λειτουργών (Ν 1756/1988), ως ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, καθόσον τούτο αφορά όχι μόνο στην παρούσα υπόθεση, αλλά και σε ικανό αριθμό συναφών υποθέσεων, για τις οποίες εκκρεμούν αιτήσεις αναίρεσης με τον ίδιο λόγο.

 

Κατά την έννοια του άρθρου 576 παρ. 2 ΚΠολΔ, αν κατά τη συζήτηση της αναίρεσης δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος κάποιος από τους διαδίκους, ο Άρειος Πάγος ερευνά αυτεπαγγέλτως, αν ο απολειπόμενος διάδικος επέσπευσε εγκύρως τη συζήτηση, οπότε συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι, ή, αν τη συζήτηση επέσπευσε ο αντίδικος του απολειπομένου διαδίκου, οπότε εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν ο τελευταίος κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, ο Άρειος Πάγος κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση και η υπόθεση επαναφέρεται για συζήτηση με νέα κλήτευση. Στην αντίθετη περίπτωση προχωρεί στη συζήτηση παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, από τις υπ' αριθμ. ... εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς Ν. Κ., τις οποίες προσκομίζει και επικαλείται νόμιμα η καλούσα - πέμπτη αναιρεσίβλητη ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία "Tράπεζα Eurobank Ανώνυμη Εταιρεία" προκύπτει ότι, μετά από την έγγραφη παραγγελία του πληρεξουσίου δικηγόρου αυτής, η οποία επισπεύδει τη συζήτηση της υπόθεσης, η από 21-10-2022 κλήση για τη συζήτηση της υπόθεσης, με την κάτω από αυτήν από 03-11-2022 Πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου (άρθρα 563, 568 παρ.2, 3 και 4 του ΚΠολΔ), με προσδιορισμό δικασίμου για την εκδίκαση της υπόθεσης στην Πλήρη Ολομέλεια στη δικάσιμο, που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, με αριθμό πινακίου 2, κοινοποιήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στους πρώτο, δεύτερο, τρίτη και τέταρτη αναιρεσίβλητους - καθ' ων η κλήση, για να παρασταθούν κατά την ανωτέρω δικάσιμο. Ωστόσο, κατά την εκφώνηση της υπόθεσης με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, δεν εμφανίσθηκαν οι ανωτέρω αναιρεσίβλητοι -καθ' ων η κλήση, ούτε κατέθεσαν δήλωση μη παράστασης κατ' άρθρ. 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

 

Επομένως, εφόσον οι διάδικοι αυτοί δεν παραστάθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, αν και κλητεύθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, πρέπει, σύμφωνα με την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 576 παρ. 2 του ΚΠολΔ, που εφαρμόζεται και στην παρούσα διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρα 3 Ν. 3869/2010, 739 επ., 741 ΚΠολΔ), να προχωρήσει η συζήτηση της αίτησης αναίρεσης παρά την απουσία τους.

Με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: "Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του Νόμου". Η αρχή της ισότητας, η οποία καθιερώνεται με το άρθρο αυτό του Συντάγματος, αποτελεί συνταγματικό κανόνα που επιβάλλει στον κοινό νομοθέτη, όταν πρόκειται να ρυθμίσει ουσιωδώς όμοιες καταστάσεις ή σχέσεις ή κατηγορίες προσώπων, να μην τις μεταχειρίζεται κατά τρόπο ανόμοιο, είτε με τη μορφή ενός χαριστικού μέτρου ή προνομίου που δεν συνδέεται με αξιολογικά κριτήρια, είτε με την επιβολή μιας αδικαιολόγητης επιβάρυνσης ή της αφαίρεσης δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από γενικότερο κανόνα, εκτός εάν η ιδιαίτερη ρύθμιση υπαγορεύεται από ειδικές περιστάσεις, που τη δικαιολογούν ή επιβάλλεται από λόγους γενικότερου κοινωνικού ή δημοσίου συμφέροντος, δημιουργουμένης διαφορετικά ανισότητας στη νομοθετική μεταχείριση της αυτής κατηγορίας. Η παραβίαση της συνταγματικής αυτής αρχής ελέγχεται από τα δικαστήρια, ώστε να διασφαλίζεται η πραγμάτωση του κράτους δικαίου και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας εκάστου με ίσους όρους. Κατά το δικαστικό αυτό έλεγχο, ο οποίος είναι έλεγχος ορίων και όχι έλεγχος της ορθότητας των νομοθετικών επιλογών, αναγνωρίζεται στον κοινό νομοθέτη η ευχέρεια να ρυθμίζει με ενιαίο ή με διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες προσωπικές ή πραγματικές καταστάσεις και σχέσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες κοινωνικές, οικονομικές, επαγγελματικές ή άλλες συνθήκες, που συνδέονται με κάθε μια από τις καταστάσεις ή σχέσεις αυτές, με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια, που βρίσκονται σε συνάφεια προς το αντικείμενο της ρύθμισης. Πρέπει, όμως, η επιλεγόμενη ρύθμιση να κινείται μέσα στα όρια που διαγράφονται από την αρχή της ισότητας και τα οποία αποκλείουν την εκδήλως άνιση μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες ή την αυθαίρετη εξομοίωση προσώπων που τελούν υπό ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες. Και μπορεί μεν, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, ο νομοθέτης να θεσπίζει αποκλίσεις από τη συνταγματική αρχή της ισότητας, με την προϋπόθεση, όμως, ότι οι σχετικές ρυθμίσεις δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, είναι πρόσφορες για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας (ΟλΑΠ 7/2018, ΟλΑΠ 4/2012, ΟλΑΠ 24/2006, ΟλΣτΕ 686/2018, ΟλΣτΕ 1286/2012). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος: "Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους". Η διάταξη αυτή έχει τριπλή σημασία: α) επιβάλλει την εν γένει φορολογική υποχρέωση των Ελλήνων ("συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη"), β) διακηρύσσει τη φορολογική ισότητα ("χωρίς διακρίσεις") και γ) κατοχυρώνει τη φορολογική δικαιοσύνη ("ανάλογα με τις δυνάμεις τους"). Η φορολογική ισότητα εξειδικεύεται με τον καθορισμό του φορολογικού βάρους, σε κάθε περίπτωση, αναλόγως της φοροδοτικής ικανότητας εκάστου, κατά την εν λόγω, δηλαδή, συνταγματική αρχή, η επιβολή φόρου επιτρέπεται μόνον εάν και στο βαθμό, που υφίσταται φοροδοτική ικανότητα.

 

Περαιτέρω, κατ' εφαρμογή της φορολογικής δικαιοσύνης επιβάλλεται η διαμόρφωση του φορολογικού συστήματος κατά τρόπο, που να λαμβάνει υπ' όψη τις οικονομικές δυνάμεις κάθε φορολογούμενου. Με το άρθρο 1 παρ. 1 εδ. α' και β' και 2 περ. α' του Ν 3869/2010 "Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων προσώπων", όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015 και καταλαμβάνει, σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 2 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του ίδιου νόμου, τις αιτήσεις που υποβάλλονται μετά την έναρξη ισχύος του, δηλαδή μετά την υπογραφή από τα συμβαλλόμενα μέρη της Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης της ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ Β' του άρθρου 3 του Ν 4336/2015 (ΦΕΚ Α 94/14-8-2015), ορίζεται: "1. Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας υπό την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Την ύπαρξη δόλου αποδεικνύει ο πιστωτής...2. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εμπίπτει το σύνολο των οφειλών των προσώπων της παραγράφου 1 προς τους ιδιώτες. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου περιλαμβάνονται επίσης: α) οι βεβαιωμένες οφειλές στην Φορολογική Διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, όπως έχουν διαμορφωθεί με βάση τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν, β)...και γ)... Τα αναφερόμενα στα στοιχεία α', β' και γ' πρόσωπα, δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών του αιτούντος και οι οφειλές του προς αυτά υποβάλλονται σε ρύθμιση κατά τον παρόντα νόμο μαζί με τις οφειλές του προς τους ιδιώτες πιστωτές...3...4. Δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου οι οφειλές, οι οποίες: είτε α) έχουν αναληφθεί ή βεβαιωθεί το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της αίτησης της παραγράφου 1 του άρθρου 4, είτε β) δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέσθηκε από τον οφειλέτη με δόλο ή βαρεία αμέλεια, είτε γ) συνίστανται σε διοικητικά πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, είτε δ) αφορούν στην υποχρέωση διατροφής συζύγου ή ανηλίκου τέκνου. Ο περιορισμός του εδαφίου α' στοιχείο α' δεν ισχύει όσον αφορά τις οφειλές του εδαφίου β' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου". Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του Ν 3869/2010 "η δυνατότητα της ρύθμισης, για το φυσικό πρόσωπο, των χρεών του, με απαλλαγή από αυτά βρίσκει τη νομιμοποίησή της ευθέως στο ίδιο το κοινωνικό κράτος δικαίου που επιτάσσει να μην εγκαταλειφθεί ο πολίτης σε μία χωρίς διέξοδο και προοπτική κατάσταση, από την οποία, άλλωστε, και οι πιστωτές δεν μπορούν να αντλήσουν κανένα κέρδος. Μία τέτοια απαλλαγή χρεών δεν παύει όμως να εξυπηρετεί και ευρύτερα το γενικό συμφέρον, καθώς οι πολίτες επανακτούν ουσιαστικά μέσω των εν λόγω διαδικασιών την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα".

 

Με το άρθρο 1 παρ. 2 περ. α' του Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε με το Ν 4336/2015, επιτράπηκε η υπαγωγή στο πεδίο εφαρμογής του νόμου και η ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών του φυσικού προσώπου προς το Δημόσιο, εφόσον αυτές συντρέχουν με χρέη του έναντι ιδιωτών πιστωτών. Η δυνατότητα υπαγωγής, μαζί με τα χρέη προς τους ιδιώτες πιστωτές, και των χρεών προς το Δημόσιο, τα οποία αρχικά δεν υπάγονταν στο νόμο, κρίθηκε επιβεβλημένη από το νομοθέτη, προκειμένου να επιτευχθεί ο προστατευτικός σκοπός των ρυθμίσεων του Ν 3869/2010, που έδωσε τη δυνατότητα σε υπερχρεωμένους πολίτες, που έχουν αποδεδειγμένη και μόνιμη αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, να ρυθμίσουν την εξόφλησή τους με ευνοϊκότερους όρους και να απαλλαγούν από αυτά, εφόσον εξυπηρετήσουν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα με βάση το εισόδημά τους ένα μέρος των χρεών τους. Η μέριμνα για τη διευθέτηση του φαινομένου της υπερχρέωσης, είτε αυτή αφορά σε οφειλές προς ιδιώτες, είτε αφορά σε οφειλές προς το Δημόσιο, επιτάσσεται τόσο από λόγους δημοσίου συμφέροντος, όσο και από την υποχρέωση σεβασμού της αξίας του οφειλέτη ως ανθρώπου. Επομένως, η νέα διάταξη του νόμου, με την οποία υπάγονται στη ρύθμιση του νόμου, πέραν των χρεών προς τους ιδιώτες, και τα χρέη προς το Δημόσιο, υπηρετεί την προστασία της προσωπικότητας των υπερχρεωμένων προσώπων και την οικονομική επανένταξή τους στο κοινωνικό σύνολο. Ειδικότερα, η κατ' άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος προστασία της αξίας του ανθρώπου (προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας), από την οποία αντλεί τη θεμελιώδη σημασία της η αρχή της ισότητας, αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας. Από τη διάταξη αυτή, με την οποία καθιερώνεται η αρχή του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, απορρέει το δικαίωμα αξιοπρεπούς διαβίωσης ή ενός ελάχιστου εισοδήματος, το οποίο έχει ως φορέα τον "καθένα", ενεργοποιείται δε ως κανόνας προστασίας για κάθε άτομο που πλησιάζει τα όρια της εξαθλίωσης και αποτελεί το ακραίο όριο των νομοθετικών επιλογών. Από την επανένταξη δε των υπερχρεωμένων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα ωφελείται η κοινωνία και η οικονομία. Αντίθετα, η μη συμπερίληψη και των φορολογικών οφειλών στη ρύθμιση του Ν 3869/2010 δεν ωφελεί ούτε τους ιδιώτες πιστωτές, ούτε το Δημόσιο, αφού είναι ορατός ο κίνδυνος να μην μπορέσει ο υπερχρεωμένος οφειλέτης να εξοφλήσει, αφενός μεν τις με βάση τη δικαστική απόφαση ορισθείσες δόσεις προς τους ιδιώτες πιστωτές, αφετέρου δε τις μη ρυθμισθείσες οφειλές του προς το Δημόσιο.

 

Περαιτέρω, η τροποποιηθείσα διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α του Ν. 3869/2010 προϋποθέτει, για τη ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη προς το Δημόσιο μαζί με τα χρέη του προς ιδιώτες, τη δικαστική διάγνωση για τη χωρίς δόλο μόνιμη αδυναμία πληρωμής των εν γένει ληξιπρόθεσμων οφειλών του, κατόπιν συνεκτίμησης της οικονομικής και περιουσιακής του κατάστασης, ήτοι με κριτήρια, που συνάδουν με τα προβλεπόμενα από τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος. Στη δικαστική διαδικασία συμμετέχουν όλοι οι πιστωτές, προκειμένου να εκθέσουν τις απόψεις τους, τόσο ως προς την έκταση του περιορισμού, όσο και ως προς τον τρόπο ικανοποίησης των απαιτήσεών τους. Μόνο δε μετά τη συνεπή τήρηση της δικαστικής ρύθμισης των χρεών του επέρχεται απαλλαγή του οφειλέτη, μεταξύ άλλων, και από μέρος των φορολογικών οφειλών του. Άλλωστε, προβλέπονται περιορισμοί στα δυνάμενα να ρυθμιστούν χρέη προς το Δημόσιο, διότι σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 4 του Ν. 3869/2010 εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του, μεταξύ άλλων, τα χρέη από διοικητικά πρόστιμα (όπως της Εφορίας, της Τροχαίας, της αρμόδιας λιμενικής αρχής κ.ά.) ή από χρηματικές ποινές, οι οποίες επιβάλλονται συνήθως από τα ποινικά δικαστήρια. Επίσης, η νέα διάταξη δεν παραβιάζει την ισότητα των πολιτών στα φορολογικά βάρη, που κατανέμονται σ' αυτούς ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, διότι οι φορολογικές υποχρεώσεις των υπερχρεωμένων οφειλετών, δικαίως μεν υπολογίσθηκαν με βάση τη φοροδοτική τους ικανότητα κατά την αντίστοιχη φορολογική χρήση, εντούτοις, εφόσον σε μεταγενέστερο χρόνο διαγνωσθεί δικαστικά, ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν 3869/2010 και δη ότι έχουν ήδη περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών τους προς τους ιδιώτες πιστωτές, δεν μπορεί να υποστηριχθεί, ότι, παρά ταύτα, διατηρούν την προγενέστερη φοροδοτική ικανότητά τους και κατ' επέκταση ότι έχουν την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσουν στο ακέραιο τις οφειλές τους προς το Δημόσιο, χωρίς να τεθεί σε κίνδυνο όχι μόνο η αξιοπρεπής διαβίωσή τους, αλλά και η εξόφληση των δικαστικά ρυθμισμένων οφειλών τους προς τους ιδιώτες. Ως εκ τούτου, δεν συντρέχει ανόμοια μεταχείριση των υπερχρεωμένων οφειλετών με εκείνους τους φορολογούμενους πολίτες, με τους οποίους είχαν κάποτε την ίδια ή όμοια φοροδοτική ικανότητα, καθόσον αυτή δεν υφίσταται πλέον. Επίσης, το γεγονός ότι εξαιρούνται της ρυθμιστικής εμβέλειας του νόμου οι πολίτες, που έχουν αποκλειστικά χρέη προς το Δημόσιο και όχι και προς ιδιώτες πιστωτές, δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα περί μη εφαρμογής του νόμου λόγω αντισυνταγματικότητας στους πολίτες, που πληρούν τις προϋποθέσεις του (ΟλΑΠ 2/2016, ΟλΑΠ 3/2013, ΟλΑΠ 46/2005, ΟλΑΠ 9/2004). Από την άλλη πλευρά, με τη ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, δεν θίγεται η δυνατότητα εξυπηρέτησης δημοσίων σκοπών από την είσπραξη βεβαιωμένων φόρων, διότι οι σχετικές απαιτήσεις του Δημοσίου έναντι των υπερχρεωμένων οφειλετών είναι, σε κάθε περίπτωση, ιδιαιτέρως επισφαλείς, έτσι ώστε η εκ μέρους του Δημοσίου είσπραξη μέρους των απαιτήσεών του μέσω της διαδικασίας του Ν. 3869/2010, συνιστά ένα βέβαιο τρόπο να εισπράξει έσοδα από τις οφειλές αυτές.

 

Συνακολούθως, η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α του Ν. 3869/2010, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 1 παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν. 4336/2015, με την οποία προβλέπεται η υπαγωγή στις διατάξεις του νόμου και των οφειλών των υπερχρεωμένων οφειλετών προς το Ελληνικό Δημόσιο, με συνέπεια τον περιορισμό των σχετικών αξιώσεων του τελευταίου, είναι συμβατή με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 5 του άρθρου 4 του Συντάγματος, διότι θεσπίσθηκε με βάση αντικειμενικά κριτήρια, ο δε τιθέμενος περιορισμός των αξιώσεων του Δημοσίου δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους όχι μόνο γενικότερου κοινωνικού, αλλά και δημοσίου συμφέροντος, είναι πρόσφορος για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού, ήτοι την επανένταξη των υπερχρεωμένων πολιτών στην οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, από την οποία ωφελείται η κοινωνία και η οικονομία, πληροί το αναγκαίο μέτρο προς επίτευξη του απαραίτητου αποτελέσματος, καθώς και το όριο αναλογικότητας σε σχέση με την ανάγκη να τεθεί ο συγκεκριμένος περιορισμός.

 

Τέλος, με τη διάταξη του άρθρου 560 αριθμ. 1 εδ. α του ΚΠολΔ ορίζεται, ότι αναίρεση κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται μόνο αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης, που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 1/2016, ΟλΑΠ 2/2013). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς (ΟΛΑΠ 3/2022, ΟλΑΠ 4/2021, ΟλΑΠ 1/2021).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων (άρθρο 561 παρ.2 του ΚΠολΔ) προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο πρώτος αναιρεσίβλητος με την από 11-07-2016 αίτησή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών ζήτησε τη ρύθμιση κατά το Ν. 3869/2010 των χρεών του, μεταξύ άλλων, και έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Επί της αίτησής του εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 4127/2017 απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση. Κατόπιν άσκησης της από 24-11-2017 έφεσης του πρώτου αναιρεσίβλητου εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 13316/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δίκασε ως Εφετείο, με την οποία έγινε τυπικά και κατ' ουσίαν δεκτή η έφεση, εξαφανίστηκε η πρωτόδικη απόφαση, διακρατήθηκε η υπόθεση, έγινε εν μέρει δεκτή κατ' ουσίαν η αίτηση και ρυθμίσθηκαν τα χρέη του αιτούντος, μεταξύ των οποίων και κάποια από τα χρέη αυτού προς το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο, συνολικού ύψους 2.107,99 ευρώ, που έχουν βεβαιωθεί από τις ΔΟΥ Αγίου Δημητρίου και Ηλιούπολης, κατά τα έτη 2009, 2012 και 2013, προέρχονται από βεβαίωση φόρου εισοδήματος φυσικού προσώπου (χρημ. καταλ. ./30-09-2009, 12/13-08-2012), εισφορές και τέλος επιτηδεύματος (χρημ. καταλ. ./10-02-2012), τέλος ηλεκτροδοτούμενων ακινήτων (χρημ. καταλ. ./03-12-2012, ./31-12-2013) και έξοδα διοικητικής εκτέλεσης (χρημ. καταλ. ./29-07-2013), σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 2 περ. α του άρθρου 1 του Ν. 3869/2010, όπως τροποποιήθηκε, την οποία εφάρμοσε, απορρίπτοντας ως αβάσιμο τον ισχυρισμό του εκ των καθ' ων Ελληνικού Δημοσίου και ήδη πρώτου αναιρεσείοντος, ότι η εν λόγω διάταξη είναι ανεφάρμοστη, επειδή αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 και 5 του Συντάγματος. Με την κρίση του αυτή, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 2 περ. α του Ν 3869/2010, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 1 παρ. 1 του άρθρου 1 της ΥΠΟΠΑΡ.Α.4 του άρθρου 2 του Ν 4336/2015, ως συμβατή με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 και 5 του Συντάγματος.

 

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, ο παραπεμφθείς στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου μοναδικός από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 του ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης, με τον οποίο το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο και η αναιρεσείουσα ΑΑΔΕ υποστηρίζουν τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, ως και η αίτηση αναίρεσης στο σύνολό της, χωρίς να περιληφθεί διάταξη για δικαστικά έξοδα κατά το άρθρο 746 ΚΠολΔ, έστω και αν πρόκειται για υπόθεση που κρίνεται κατά τους κανόνες της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρ. 3 εδάφ. β' του Ν. 3869/2010), γιατί η δικαστική διαδικασία του εν λόγω νόμου δεν επιτρέπει την εφαρμογή του άρθρου αυτού, καθώς επικρατεί η ειδικότερη ρύθμιση που προβλέπει το άρθρο 8 παρ. 6 εδάφ. β' του πιο πάνω Ν 3869/2010, κατά το οποίο "...Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται", που εφαρμόζεται και στην αναιρετική δίκη.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Απορρίπτει την από 07-01-2019 (αριθμ. κατάθ. ./2019) αίτηση αναίρεσης κατά της 13316/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δίκασε ως Εφετείο.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 2023.

 

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 11 Μαΐου 2023.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ