ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΑΕΔ 2/2023

 

Αναστολή προθεσμιών λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων και όχι του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί υποθέσεων που αφορούν την διαδικασία είσπραξης απαιτήσεων του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων σε βάρος των Δήμων.

 

 

 

Αριθμός απόφασης 2/2023

Το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο

(κατά το άρθρο 100 του Συντάγματος)

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Σκαλτσούνη, Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Πρόεδρο, Μαρία Γεωργίου, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Σαρμά, Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Μαρία Σωτηροπούλου, Αγγελική Μίντζια, Συμβούλους Επικρατείας, τακτικά μέλη, Μαρία Κουβίδου, Μαριάνθη Παγουτέλη, Αρεοπαγίτες, τακτικά μέλη, Κασσιανή Μαρίνου, Σύμβουλο Επικρατείας, τακτικό μέλος, Δήμητρα Ζώη, Αρεοπαγίτη, τακτικό μέλος, Μαρίνα - Αλεξάνδρα Τσακάλη - Εισηγήτρια, Σύμβουλο Επικρατείας, τακτικό μέλος, Κωστούλα Πρίγγουρη, Αρεοπαγίτη, τακτικό μέλος, Κωνσταντίνο Ρέμελη, Καθηγητή Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, πρώτο αναπληρωματικό μέλος, κωλυομένου του Σπυρίδωνα Βλαχόπουλου, Καθηγητή Νομικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, τακτικού μέλους, Κωνσταντίνο Γώγο, Καθηγητή Νομικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, τακτικό μέλος και τη Γραμματέα Ελένη Γκίκα, Προϊσταμένη Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας στις 18 Μαΐου 2022 και ώρα 18:00, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:

 

ΑΙΤΟΥΝΤΟΣ: Νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΑΜΟΡΓΟΥ» (πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α.), που εδρεύει στην Αμοργό του Ν. Κυκλάδων, το οποίο εκπροσωπείται νόμιμα από το Δήμαρχο αυτού και εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου του Νέστορα (Α.Μ./Δ.Σ.Α. 25904).

 

ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: Νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΤΑΜΕΙΟ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΩΝ ΚΑΙ ΔΑΝΕΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα του Ν. Αττικής, νόμιμα εκπροσωπούμενου, το οποίο παρέστη διά της Νομικού Συμβούλου του Κράτους, Χριστίνας Διβάνη του Νικολάου.

 

Το αιτούν με την από 3.12.2021 αίτηση του, ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, που κατέθεσε κατά νόμο στο Γραμματέα του, με αριθμό πράξης κατάθεσης ./6.12.2021, ζήτησε όσα αναφέρονται στο αιτητικό της.

 

Ακολούθως, η εισηγήτρια, Μαρίνα - Αλεξάνδρα Τσακάλη, Σύμβουλος Επικρατείας, ανέγνωσε την από 12.5.2022 έκθεση της.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος και τη Νομική Σύμβουλο του Κράτους, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τις προτάσεις τους.

 

Μελέτησε τη δικογραφία

 

Σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο

 

1. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται κατά τον νόμο καταβολή παραβόλου (ΑΕΔ 4/2021, 7/2019, 11/2017, 1/2016), ζητείται η άρση της αποφατικής συγκρούσεως δικαιοδοσίας, η οποία ανέκυψε από τις αποφάσεις 959/2020 του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας και 1283/2021 του Δευτέρου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με τις οποίες και τα δύο ως άνω δικαστήρια έκριναν ότι στερούνται δικαιοδοσίας για την εκδίκαση της από 28.11.2014 ανακοπής του ήδη αιτούντος Δήμου.

 

2. Επειδή, νομίμως φέρεται προς συζήτηση η κρινόμενη αίτηση μετά τη διενέργεια των κοινοποιήσεων, οι οποίες προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 10 παρ. 2, 45 και 47 παρ. 2 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 345/1976 (Α' 141) Κώδικα περί του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ).

 

3. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ.1 εδ. δ' του Συντάγματος, στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο υπάγεται, μεταξύ άλλων, η «άρση των συγκρούσεων μεταξύ των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών ή μεταξύ του Συμβουλίου της Επικρατείας και των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων αφενός και των αστικών και ποινικών δικαστηρίων αφετέρου ή, τέλος, μεταξύ του Ελεγκτικού Συνεδρίου και των λοιπών δικαστηρίων». Περαιτέρω, στον ανωτέρω Κώδικα περί ΑΕΔ καθορίζονται οι προϋποθέσεις ασκήσεως της προβλεπόμενης στην ως άνω συνταγματική διάταξη αρμοδιότητας του Δικαστηρίου αυτού για την άρση συγκρούσεων: α) μεταξύ δικαστηρίων και διοικητικών αρχών (άρθρα 42 και 43) και β) μεταξύ δικαστηρίων (άρθρα 44 έως 47). Ειδικότερα, στο άρθρο 46 με τίτλο «Αποφατική σύγκρουσις» ορίζεται ότι: «1. Εφ' όσον τα κατά το άρθρον 44 παρ. 1 δικαστήρια έκριναν τελεσιδίκως ότι στερούνται δικαιοδοσίας επί της αυτής υποθέσεως η σύγκρουσις αίρεται επιμέλεια παντός διαδίκου, δια καταθέσεως αιτήσεως ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου, εντός ενενήκοντα ημερών από της δημοσιεύσεως της νεωτέρας αποφάσεως. 2. [...]», στο δε άρθρο 47 του ίδιου Κώδικα με τίτλο «Κοιναί διαδικαστικοί διατάξεις» ορίζονται τα εξής: «1. Διάδικοι ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου είναι πλην των αιτούντων και οι διάδικοι των δικών, αι οποίαι προκαλούν την σύγκρουσιν. 2. [...] 4. Η απόφασις του Ειδικού Δικαστηρίου περιορίζεται εις την λύσιν του αμφισβητουμένου ζητήματος δικαιοδοσίας, εξαφανίζει την εσφαλμένως . αποφανθείσαν επί τούτου απόφασιν ή διοικητικήν πράξιν, παραπέμπει την υπόθεσιν εις το κρινόμενον ως έχον δικαιοδοσίαν δικαστήριον ή αρχήν, είναι δε κατ' εξαίρεσιν του άρθρου 21 παρ. 1, υποχρεωτική δια πάντα τα επιληφθέντα ή αποσχόντα να επιληφθούν δικαστήρια ή αρχάς και τους διαδίκους».

 

4. Επειδή, το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθήνας και το Ελεγκτικό Συνέδριο, με τις αποφάσεις τους, αποφάνθηκαν επί του αυτού ενδίκου βοηθήματος (ήτοι της από 28.11.2014 ανακοπής του Δήμου Αμοργού), υφίσταται δε αποφατική σύγκρουση εξ απόψεως τελεσιδικίας των δύο ως άνω αποφάσεων, αφού η μεν 959/2020 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας με την οποία παραπέμφθηκε η υπόθεση στο Ελεγκτικό Συνέδριο είναι, ως παραπεμπτική, ανέκκλητη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 3 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α' 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΑΕΔ 4/2021, 28/2004, 2/2004, 3/2002), η δε 1283/2021 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι τελεσίδικη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 303 παρ. 1 του ν. 4700/2020 (Α' 127/29.6.2020). Εξάλλου, ο Δήμος Αμοργού νομιμοποιείται για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως, δεδομένου ότι διετέλεσε διάδικος ενώπιον των δικαστηρίων των οποίων οι αποφάσεις δημιούργησαν την προαναφερθείσα αποφατική σύγκρουση δικαιοδοσίας. Επίσης, νομιμοποιείται παθητικώς στην παρούσα δίκη το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, το οποίο ήταν καθού διάδικος στις δίκες στις οποίες εκδόθηκαν οι ως άνω αποφάσεις. Με τα δεδομένα αυτά, παραδεκτώς φέρεται προς επίλυση ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου το ζήτημα της αποφατικής συγκρούσεως που ανέκυψε από τις μνημονευθείσες αποφάσεις.

 

5. Επειδή, κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως του άρθρου 46 του Κώδικα περί ΑΕΔ, ερμηνευομένης ενόψει του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 6 παρ. 1 της κυρωθείσας με το ν.δ. 53/1974 (Α' 256) Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ), η ενενηκονθήμερη προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως περί άρσεως αποφατικής συγκρούσεως δικαιοδοσίας αρχίζει από την επομένη της δημοσιεύσεως της νεότερης αποφάσεως που δημιουργεί τη σύγκρουση, υπό τον όρο ότι μαζί με το διατακτικό της αποφάσεως αυτής δημοσιεύεται και το σκεπτικό της, έτσι ώστε ο διάδικος που δικαιούται να ζητήσει την άρση της συγκρούσεως να έχει τη δυνατότητα να λάβει γνώση των αιτιολογιών της αποφάσεως αυτής, προκειμένου να ασκήσει το κατοχυρούμενο από τις ως άνω διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ δικαίωμα του για πλήρη και αποτελεσματική δικαστική προστασία (ΑΕΔ 4/2006, 9/2013 κ.ά.).

 

6. Επειδή, η ως άνω προθεσμία ασκήσεως της αιτήσεως άρσεως αποφατικής συγκρούσεως δικαιοδοσίας αναστέλλεται κατά το διάστημα των δικαστικών διακοπών, σύμφωνα με το άρθρο 11 του διατάγματος της 26.6/10.7.1944 «Περί κωδικός των νόμων περί δικών του Δημοσίου» (Α' 139), όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3514/2006 (Α' 266), και το οποίο έχει εφαρμογή και επί των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου [κατά το άρθρο 28 παρ. 4 του ν. 2579/1998 (Α' 31)], το διάστημα δε αυτό, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 1756/1988, αρχίζει την 1η Ιουλίου και λήγει την 15η Σεπτεμβρίου (βλ. ΑΕΔ 4/2021, 1/2016, 5/2011, 4/200.6). Εξάλλου, ο ν. 4792/2021 (Α' 54) όρισε στο άρθρο 25 ως ημερομηνία επανέναρξης των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών, οι οποίες είχαν ανασταλεί λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, την 6η.4.2021, στο δε άρθρο 26 υπό τον τίτλο «Περιορισμός δικαστικών διακοπών για το δικαστικό έτος 2020-2021» όρισε ότι: «Οι δικαστικές διακοπές για το τρέχον δικαστικό έτος που λήγει στις 15 Σεπτεμβρίου 2021, αρχίζουν την 1η Ιουλίου 2021 και λήγουν την 31η Αυγούστου 2021».

 

7. Επειδή, η νεότερη απόφαση (1283/2021 του Ελεγκτικού Συνεδρίου) δημοσιεύθηκε μαζί με το σκεπτικό της (βλ. άρθρο 297 παρ. 2 του ν. 4700/2020) σε δημόσια συνεδρίαση στις 23.8.2021, ήτοι εντός του διαστήματος των δικαστικών διακοπών, η δε κρινόμενη αίτηση ασκήθηκε στις 6.12.2021. Ωστόσο, η προαναφερθείσα διάταξη (του άρθρου 26 του ν. 4792/2021) περί περιορισμού των δικαστικών διακοπών, η οποία, όπως αναφέρεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση, θεσπίστηκε, επειδή η αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού «δημιούργησε ένα μεγάλο απόθεμα αδίκαστων υποθέσεων», αποτελεί όλως εξαιρετική ρύθμιση που αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των συνεπειών της αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων κατά το συγκεκριμένο δικαστικό έτος λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Ενόψει τούτου, ο κατ' εφαρμογή της διατάξεως αυτής υπολογισμός του χρόνου αναστολής των προθεσμιών για το ως άνω δικαστικό έτος και μόνον, κατά παρέκκλιση της πάγιας ρύθμισης, ο οποίος θα συνεπαγόταν το εκπρόθεσμο της υπό κρίση αιτήσεως, θα είχε ως συνέπεια τον ανεπίτρεπτο περιορισμό του δικαιώματος δικαστικής προστασίας, το οποίο κατοχυρώνεται στα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 της ΕΣΔΑ, και του οποίου η άσκηση προϋποθέτει σαφείς και σταθερούς δικονομικούς κανόνες, ιδίως σε σχέση με τον υπολογισμό της προθεσμίας ως προϋπόθεσης του παραδεκτού (βλ. σχετ. ΣτΕ 674/2022 για την αντίστοιχη διάταξη περί περιορισμού των δικαστικών διακοπών για το δικαστικό έτος 2019-2020, 2814-2815/2012, πρβλ. ΣτΕ 2246/2021, ΕΔΔΑ, απόφαση της 16.12.1992, de Geouffre de la Pradelle κατά Γαλλίας, σκ. 33-35, απόφαση της 26.5.2011, Legrand κατά Γαλλίας, σκ. 34). Με τα δεδομένα αυτά, η ενενηκονθήμερη προθεσμία ασκήσεως της κρινομένης αιτήσεως πρέπει να θεωρηθεί ότι ανεστάλη σύμφωνα με την ως άνω πάγια ρύθμιση έως την 15η.9.2021 και όχι έως την 31η.8.2021 και, ως εκ τούτου, δεν είχε εκπνεύσει στις 6.12.2021, οπότε κατατέθηκε η υπό κρίση αίτηση στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η οποία, επομένως, ασκήθηκε εμπροθέσμως, σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 1 του Κώδικα περί ΑΕΔ.

 

8. Επειδή, η ένδικη διαφορά ανεφύη από την άσκηση, στις 28.11.2014, εκ μέρους του Δήμου Αμοργού ενώπιον του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Σύρου ανακοπής, με την οποία ζητήθηκε η ακύρωση των ακόλουθων πράξεων: α) της 724-01 ατομικής ειδοποιήσεως (αριθμ. πρωτ. ./30.9.2014) του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και β) της ταμειακής βεβαιώσεως του ιδίου Ταμείου, η οποία αναφέρεται στην προαναφερθείσα ατομική ειδοποίηση, ποσού 496.626,73 ευρώ (468.515,78 ευρώ κεφάλαιο και 28.110,95 ευρώ τόκοι υπερημερίας προς 6% ετησίως, από 17.2013 έως 30.6.2014), με αριθμό οφειλής 5801 και ημερομηνία 30.9.2014. Ειδικότερα, το ανωτέρω ποσό της κύριας οφειλής βεβαιώθηκε σε βάρος του ανακόπτοντος Δήμου «ως χρεωστικό άνοιγμα» (ήτοι χρεωστικό υπόλοιπο του τηρούμενου στο Ταμείο λογαριασμού του), το οποίο φέρεται ότι δημιουργήθηκε από την εξόφληση εκ μέρους του οικείου Γραφείου Παρακαταθηκών [της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Νάξου] ενταλμάτων πληρωμής (δαπανών) του εν λόγω Δήμου από τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ταμείου κατά τη χρονική περίοδο από την 1.1.1995 έως τον Ιούλιο του έτους 2011, κατά την οποία την ταμειακή διαχείριση του Δήμου διεξήγαγε - λόγω μη υπάρξεως ιδίας Ταμειακής Υπηρεσίας - το ως άνω Γραφείο Παρακαταθηκών. Το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθήνας, επιληφθέν της ανωτέρω ανακοπής, η οποία παραπέμφθηκε σ' αυτό λόγω αρμοδιότητας με την 147/2015 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Σύρου, έκρινε με την προαναφερθείσα 959/2020 απόφαση ότι οι ένδικες πράξεις «εκδόθηκαν προς κάλυψη χρεωστικού ανοίγματος του εν λόγω Δήμου από την διεξαγωγή της ταμειακής υπηρεσίας του τελευταίου από το Γραφείο Παρακαταθηκών της Δ.Ο.Υ. Νάξου, ώστε η υποκείμενη σχέση της κρινόμενης διαφοράς ερείδεται στον έλεγχο λογαριασμών δημόσιας διαχείρισης» και, συνεπώς, η υπό κρίση διαφορά υπάγεται στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με τις σκέψεις αυτές το ως άνω Διοικητικό Πρωτοδικείο παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο Ελεγκτικό Συνέδριο, σύμφωνα με το άρθρο 12 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Ακολούθως, το Ελεγκτικό Συνέδριο, με την 1283/2021 απόφαση έκρινε ότι «η ένδικη υπόθεση αφορά σε μη εξόφληση οφειλής του ανακόπτοντος Δήμου προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, η οποία φέρεται να δημιουργήθηκε από την πληρωμή δαπανών του εν λόγω Δήμου από τα διαθέσιμα κεφάλαια του Τ.Π.Δ., όπως αυτή η πρακτική είχε καθιερωθεί, σύμφωνα με το σκοπό και το ρόλο του Ταμείου και δεν συνιστά αχρεώστητη πληρωμή προς τον Δήμο Αμοργού, ώστε να καθίσταται αυτός υπεύθυνος κατά το δημοσιολογιστικό δίκαιο ως αχρεωστήτως λαβών. Συγκεκριμένα, η επίμαχη οφειλή δημιουργήθηκε στο πλαίσιο της προσωρινής ταμειακής διευκόλυνσης των Ο.Τ.Α. με χρήματα που «δάνειζε» το Τ.Π.Δ. για την πραγματοποίηση ανελαστικών τους δαπανών και τα οποία έπρεπε να επιστραφούν από τις πρώτες εισπράξεις των οργανισμών αυτών. Πρόκειται, δηλαδή [...] για νόμιμες καταβολές που έγιναν προσωρινά και με ρητή, εξαρχής, την υποχρέωση των Ο.Τ.Α. να επιστρέψουν τα χρήματα. [...]. Επομένως, οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν ερείδονται επί διατάξεων που ρυθμίζουν τα του καταλογισμού υπολόγων και αχρεωστήτως λαβόντων του Δημοσίου ή των Ν.Π.Δ.Δ. ούτε αποσκοπούν στην τακτοποίηση διαπιστωθέντος, κατά τη νόμιμη διαδικασία, ελλείμματος που παρουσιάστηκε στους λογαριασμούς του Τ.Π.Δ. αλλά αποβλέπουν στην είσπραξη απαιτήσεων που γεννήθηκαν από την εκκαθάριση οικονομικών εκκρεμοτήτων (χρεωστικών ανοιγμάτων) μεταξύ του καθού και του ανακόπτοντος». Κατόπιν τούτων, το Ελεγκτικό Συνέδριο, αφού έκρινε ότι δεν είχε δικαιοδοσία εκδικάσεως της ανακοπής του Δήμου Αμοργού και ότι ούτε ηδύνατο να την αναπέμψει στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθήνας σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν. 4700/2020, απέρριψε αυτήν ως απαράδεκτη.

 

9. Επειδή, στην παράγραφο 1 του άρθρου 94 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόμος ορίζει, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου», στο δε άρθρο 98 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «1. Στην αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκουν ιδίως: α. Ο έλεγχος των δαπανών του Κράτους, καθώς και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων, που υπάγονται με ειδική διάταξη νόμου στο καθεστώς αυτό. β. [...] γ. Ο έλεγχος των λογαριασμών των δημόσιων υπολόγων και των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλων νομικών προσώπων, που υπάγονται στον προβλεπόμενο από το εδάφιο α' έλεγχο, δ. [...] στ. Η εκδίκαση διαφορών σχετικά [...] με τον έλεγχο των λογαριασμών του εδαφίου γ'. ζ. [...]. 2. Οι αρμοδιότητες του Ελεγκτικού Συνεδρίου ρυθμίζονται και ασκούνται, όπως νόμος ορίζει [...] 3. [...]».

 

10. Επειδή, ο ν. 2362/1995 «Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις» (Α' 247) ορίζει στο άρθρο 56 αξιών και υλικού που διαπιστώνεται με τη νόμιμη διαδικασία στη διαχείριση του [...]. Ως έλλειμμα θεωρείται και κάθε πληρωμή που: α) [...] δ) Έχει γίνει αχρεωστήτως από υπαιτιότητα του υπολόγου, ε) [...]. 3. Το έλλειμμα που παρουσιάζουν οι δημόσιοι υπόλογοι [...] καταλογίζεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση [...] 4. Στις περιπτώσεις πληρωμής μη νόμιμων δαπανών καταλογίζεται: (α) στα υπηρεσιακά όργανα που [...] έχουν συμπράξει στη μη τήρηση των νόμιμων διαδικασιών πραγματοποιήσεως της δαπάνης και (β) στους λαβόντες, εφόσον υπέχουν ευθύνη για τη μη τήρηση των ανωτέρω διαδικασιών. Στους λαβόντες καταλογίζεται και σε κάθε περίπτωση αχρεώστητης πληρωμής. 5. [...]», στο δε άρθρο 59 ορίζει ότι: «1. [...]. 2. Το ότι: «1. Έλλειμμα δημοσίου υπολόγου είναι οποιαδήποτε έλλειψη χρημάτων Ελεγκτικό Συνέδριο ελέγχει τους λογαριασμούς των [...] υπολόγων και αποφαίνεται για την ορθότητα ή μη αυτών. Οι σχετικές με των ανωτέρω έλεγχο πράξεις ή αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπόκεινται στα προβλεπόμενα από τον οργανισμό αυτού ένδικα μέσα.». Περαιτέρω, ο ν. 4270/2014 «Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας (ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ) - δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις» (Α' 143/28.6.2014) περιλαμβάνει στα άρθρα 152 και 155 - τα οποία, κατά το άρθρο 183 του νόμου αυτού, άρχισαν να ισχύουν από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και ίσχυαν κατά τον χρόνο εκδόσεως των προσβαλλόμενων πράξεων (βλ. ΣτΕ 910/2021 Ολομ. σκ.16) - ταυτόσημου περιεχομένου διατάξεις για τα ελλείμματα και ευθύνες των δημοσίων υπολόγων και τον καταλογισμό αφενός και για τη λογοδοσία των δημοσίων υπολόγων στο Ελεγκτικό Συνέδριο, αφετέρου.

 

11. Επειδή, από τις προαναφερθείσες διατάξεις προκύπτει ότι στη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου υπάγονται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές που γεννώνται από καταλογιστικές πράξεις, οι οποίες εκδίδονται σε βάρος δημοσίων υπολόγων, συμπεριλαμβανομένων των υπολόγων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, συνυπεύθυνων και λαβόντων, στο πλαίσιο του προβλεπομένου από το άρθρο 98 παρ. 1 εδ. γ' του Συντάγματος ελέγχου των λογαριασμών δημοσίων υπολόγων για την τακτοποίηση υπάρχοντος ελλείμματος (βλ. ΕλΣ 717/2010 Ολομ., ΣτΕ 3002/2010 Ολομ., 27/2019, πρβλ. ΣτΕ 910/2021 Ολομ.).

 

12. Επειδή, στο άρθρο 19 του ν. 2074/1992 (Α' 128) ορίστηκε ότι: «1. Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων καθίσταται αυτόνομος πιστωτικός οργανισμός περιφερειακής ανάπτυξης, φύλαξης και διαχείρισης παρακαταθηκών και στήριξης της στεγαστικής πολιτικής, είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, διοικείται από διοικητικό συμβούλιο [...]. 4. Στο συνιστώμενο με το παρόν άρθρο Οργανισμό έχουν εφαρμογή όλες οι ισχύουσες περί Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων διατάξεις [...]». Κατ' εξουσιοδότηση της τελευταίας αυτής διατάξεως εκδόθηκε το π.δ. 95/1996 «Οργανισμός του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων» (Α' 76), στο άρθρο 2 του οποίου αναφέρεται ότι: «Σκοποί του Τ.Π.& Δ. είναι : 1. [...] 4. Η εξυπηρέτηση του δημοσίου και κοινωνικού συμφέροντος: α) με την ταμειακή διαχείριση των κεφαλαίων των Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Ταμείων και τη διενέργεια της Ταμειακής Υπηρεσίας άλλων Ν.Π.Δ.Δ. και β) με την άσκηση της Ταμειακής Διαχείρισης των Οργανισμών Τοπικής, Νομαρχιακής και Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης. 5. [...]». Περαιτέρω, στο π.δ. 16/1989 «Κανονισμός λειτουργίας Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και των Τοπικών Γραφείων και καθήκοντα υπαλλήλων αυτών» (Α' 6) ορίζεται στο άρθρο 149 ότι: «Στο Γραφείο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων που υπάγεται απευθείας στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., ανήκουν οι πιο κάτω αρμοδιότητες: 1.- Η τήρηση των λογαριασμών των Ο.Τ.Α. που δεν έχουν δικιά τους Ταμειακή Υπηρεσία. 2.- Η διενέργεια της Ταμειακής υπηρεσίας των Ο.Τ.Α. που δεν έχουν δικιά τους Ταμειακή υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά [...] 5. - Η μέριμνα για την κατάρτιση των λογιστικών καταστάσεων και λοιπών διαχειριστικών στοιχείων των εισπράξεων και πληρωμών της διαχείρισης κάθε μήνα και την αποστολή αυτών στην Κεντρική Υπηρεσία του Τ.Π. και Δανείων μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται από τις διατάξεις που ισχύουν», στο άρθρο 150 ότι: «Η Ταμειακή Υπηρεσία των Ο.Τ.Α. που δεν έχουν δικιά τους ταμειακή Υπηρεσία γίνεται από το γραφείο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων που έχουν την έδρα τους στις Δ.Ο.Υ. [...]» και στο άρθρο 158 ότι: «Οι πληρωμές των δαπανών των Ο.Τ.Α. που η Ταμειακή Υπηρεσία τους γίνεται από τα γραφεία του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων που εδρεύουν στην Δ.Ο.Υ., γίνονται με τίτλους πληρωμής των οργανισμών αυτών σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τις οδηγίες αυτού απευθείας από τα πιο πάνω γραφεία». Εξάλλου, στο μεν άρθρο 228 παρ. 4 του ισχύοντος αρχικά κατά τον κρίσιμο χρόνο Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ. 410/1995, Α' 231), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 παρ. 1 του ν. 3202/2003 (Α' 284), ορίζεται ότι: «Η ταμειακή υπηρεσία των Ο.Τ.Α. που δεν υποχρεούνται και δεν έχουν συστήσει ίδια ταμειακή υπηρεσία διεξάγεται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων διαμέσου των δημόσιων οικονομικών υπηρεσιών, με υπαλλήλους που διατίθενται από τους οικείους Ο.Τ.Α. [...]», μεταγενεστέρως δε, ίσχυσε ομοίου περιεχομένου διάταξη του άρθρου 166 παρ. 4 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 3463/2006 (Α' 114) Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. [Σχετικά με την υποχρέωση συστάσεως ίδιας ταμειακής υπηρεσίας των δήμων, βλ. άρθρο 266 παρ. 11 του ν. 3852/2010 «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης -Πρόγραμμα Καλλικράτης» (Α' 87) σε συνδυασμό με το άρθρο 35 του ν. 4257/2014 (Α' 93) για τη διατήρηση υπό προϋποθέσεις της ταμειακής διαχειρίσεως του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων κατά το άρθρο 166 του ν. 3463/2006].

 

13. Επειδή, στην 218761/13.6.1953 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Περί τρόπου ασκήσεως υπό του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων της Ταμειακής υπηρεσίας των Δήμων και Κοινοτήτων [...]» (Β' 134), εκδοθείσα βάσει του από 20.5.1953 β.δ/τος «περί αναθέσεως εις το Ταμείον Παρ/κών και Δανείων της υπό των Δημοσίων Ταμείων ασκούμενης ταμιακής υπηρεσίας Δήμων και Κοινοτήτων [...]», ορίζεται ότι: «Δ' Πληρωμαί Εξόδων: 1. Αι πληρωμαί πάντων των εξόδων των Δήμων και Κοινοτήτων, ων η Ταμειακή υπηρεσία ασκείται υπό του Ταμείου Παρ]κών και Δανείων, ενεργούνται υπό του Ταμείου τούτου κατά τας εκάστοτε ισχύουσας διατάξεις, δυνάμει χρηματικών ενταλμάτων, εκδιδομένων υπό των Δήμων ή Κοινοτήτων [...] εις βάρος του παρά τω Ταμείω Παρ]κών και Δανείων, τηρουμένου λογαριασμού του Δήμου ή της Κοινότητος. 2. Τα προς το Γραφείον Παρ]κών, διαβιβαζόμενα χρηματικά εντάλματα Δήμων και Κοινοτήτων, ελέγχονται παρά του αρμοδίου ελεγκτού εξόδων [...] κατά τας διατάξεις του Κανονισμού της εσωτερικής υπηρεσίας των Δημοσίων Ταμείων και του Κωδικός Δήμων και Κοινοτήτων, δια την ύπαρξιν χρηματικού υπολοίπου του οικείου Δήμου ή Κοινότητος και το νόμιμον και έγκυρον εν γένει της πληρωμής και εξοφλούνται παρά [...] του Διαχειριστού του Γραφείου Παρ]κών [...]. 4. Δια τα εξοφλούμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής καθ' εκάστην ημέραν, μετά το πέρας της συναλλαγής, εκδίδεται ένταλμα πληρωμής του Γραφείου Παρ]κών, με απαραίτητον δικαιολογητικόν, συγκεντρωτικήν κατάστασιν [...] εμφαίνουσαν τον αριθμόν και χρονολογίαν του εντάλματος, το ποσόν, τον Δήμον ή Κοινότητα, το κεφάλαιον και άρθρον και παν αναγκαίον στοιχείον δια την ακριβή τήρησιν και παρακολούθησιν των λογαριασμών. 5. [...]. 6. [...]». Εξάλλου, σχετικά με την άσκηση της ως άνω ταμειακής διαχειρίσεως, κατά τα αναφερόμενα στην 610/1953 εγκύκλιο του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, το Διοικητικό Συμβούλιο αυτού - στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του για την πραγματοποίηση των σκοπών του Ταμείου - αφού έλαβε υπόψη την οικονομική δυσχέρεια ορισμένων Δήμων και Κοινοτήτων λόγω ανυπαρξίας επαρκούς πιστωτικού υπολοίπου του λογαριασμού τους για την αντιμετώπιση τρεχουσών δαπανών τους, αποφάσισε να διατίθενται χρηματικά ποσά από τα κεφάλαια του Γραφείου Παρακαταθηκών για την πληρωμή ενταλμάτων σε όσες περιπτώσεις οι αντίστοιχες πιστώσεις δεν εισπράχθηκαν και κρίνεται ανέφικτη η αναβολή πληρωμής συγκεκριμένης δαπάνης (όπως πληρωμή μισθών προσωπικού, εξόδων γραφείων κ.λπ.). Περαιτέρω, ορίστηκε με την ίδια απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου ότι τα καταβαλλόμενα από το Γραφείο Παρακαταθηκών ποσά τακτοποιούνται με την εισαγωγή στην οικεία διαχείριση του Γραφείου την ίδια ημέρα κατά την οποία θα αποδίδονται οι πρώτες εισπράξεις από έσοδα του Δήμου ή της Κοινότητας και εντός του ίδιου μήνα κατά τον οποίο ενεργήθηκαν οι πληρωμές.

 

14. Επειδή, στο άρθρο 49 παρ. 1 περ. γ' του ν. 3943/2011 (Α' 66) ορίζεται ότι: «Τα πάσης αιτίας υφιστάμενα στο Τ.Π.Δ., έως τη δημοσίευση του παρόντος, χρεωστικά ανοίγματα των δήμων και πρώην κοινοτήτων δύναται να ρυθμιστούν άπαξ με συνομολόγηση ισόποσων δανείων από το Τ.Π.Δ., εντός αποκλειστικής προθεσμίας μέχρι 31.12.2011, κατόπιν αιτήσεων των δήμων. [...]. Με την παρέλευση άπρακτης της παραπάνω προθεσμίας, τα χρεωστικά ανοίγματα, όπως εμφανίζονται στα βιβλία του Τ.Π.Δ., βεβαιώνονται ή επαναβεβαιώνονται στην Κεντρική Υπηρεσία του Τ.Π.Δ. από 1.1.2012 οίκοθεν υπέρ του Τ.Π.Δ. με βάση τα σχετικά στοιχεία που διαθέτει, κατά του οικείου δήμου και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.. Η τυχόν αρχική βεβαίωση των ποσών αυτών σε Δ.Ο.Υ. δεν θίγεται αλλά εξακολουθεί να παράγει όλα τα αποτελέσματα από τη βεβαίωση αυτή σύμφωνα με το νόμο. Τα χρεωστικά ανοίγματα που ρυθμίζονται σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια απαλλάσσονται από τόκους υπερημερίας και άλλες προσαυξήσεις μέχρι την ημέρα της ρύθμισης. [...].». Περαιτέρω, με τη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4038/2012 (Α' 14) ορίστηκε ότι: «Η αποκλειστική προθεσμία της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 (Α' 66) παρατείνεται έως την 30ή Ιουνίου 2012. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας τα χρεωστικά ανοίγματα, όπως εμφανίζονται στα βιβλία του Τ.Π.Δ., βεβαιώνονται ή επαναβεβαιώνονται στην Κεντρική Υπηρεσία του Τ.Π.Δ. από 1.7.2012 οίκοθεν υπέρ του Τ.Π.Δ. με βάση τα σχετικά στοιχεία που διαθέτει, κατά του οικείου δήμου και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.». Τέλος, με το εδάφιο 3 της υποπαρ. Γ. 5 της παρ. Γ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222) ορίστηκε ότι: «Η αποκλειστική προθεσμία της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 3943/2011 όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4038/2012, εντός της οποίας θα πρέπει να έχει λάβει χώρα η συνομολόγηση των σχετικών δανείων, παρατείνεται έως 30.6.2013, εφόσον έχει υποβληθεί το σχετικό αίτημα το αργότερο έως 31.1.2013. Μετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, τα χρεωστικά ανοίγματα, όπως εμφανίζονται στα βιβλία του Τ.Π.Δ., βεβαιώνονται ή επαναβεβαιώνονται οίκοθεν στην Κεντρική Υπηρεσία του Τ.Π.Δ. από 1.7.2013 υπέρ του Τ.Π.Δ., με βάση τα σχετικά στοιχεία που διαθέτει κατά του οικείου δήμου και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε.».

 

15. Επειδή, από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται τα ακόλουθα: Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, το οποίο αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος με την άσκηση της ταμειακής διαχειρίσεως των Ο.Τ.Α. που δεν διαθέτουν δική τους Ταμειακή Υπηρεσία. Στο πλαίσιο της ως άνω ταμειακής διαχειρίσεως, η οποία διενεργείται από το Γραφείο του Ταμείου που εδρεύει στην τοπική Δ.Ο.Υ. και σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για το εν λόγω Ταμείο, προβλέφθηκε ειδικότερα ότι οι δαπάνες των Ο.Τ.Α. πληρώνονται με τίτλους που εκδίδονται από αυτούς με χρέωση, όμως, του λογαριασμού τους που τηρούν στο Ταμείο, ότι για την πίστωση του λογαριασμού τους εκδίδεται στο τέλος της ημερήσιας συναλλαγής από τον διαχειριστή του ανωτέρω Γραφείου (συμψηφιστικό) χρηματικό ένταλμα πληρωμής του Ταμείου, στο οποίο προσαρτάται, ως απαραίτητο δικαιολογητικό, η εκδιδόμενη από τον οικείο ελεγκτή εσόδων-εξόδων στο Ελεγκτήριο Ο.Τ.Α. της οικείας Δ.Ο.Υ. κατάσταση των κατά τη συγκεκριμένη ημέρα εξοφλημένων ενταλμάτων των Ο.Τ.Α.. Περαιτέρω, προβλέφθηκε ότι τα χρηματικά εντάλματα των Ο.Τ.Α. εξοφλούνται από τον διαχειριστή του Γραφείου Παρακαταθηκών -ο οποίος έχει τις υποχρεώσεις και την ευθύνη των προσώπων εκείνων τα οποία ασκούν δημόσια διαχείριση-αφού προηγουμένως ελεγχθούν από τον αρμόδιο ελεγκτή εσόδων-εξόδων (στο Ελεγκτήριο Ο.Τ.Α.). Σε περίπτωση μη τηρήσεως αυτής της διαδικασίας προκύπτει έλλειμμα σε βάρος του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (βλ. ΕλΣ 2310/2009 Ολομ., 717/2010 Ολομ.). Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, ενόψει της οικονομικής δυσχέρειας ορισμένων Ο.Τ.Α. για την αντιμετώπιση τρεχουσών δαπανών τους, το Διοικητικό Συμβούλιο του ίδιου ως άνω Ταμείου, στο πλαίσιο του σκοπού του (Ταμείου) για την ενίσχυση της περιφερειακής ανάπτυξης και χρηματοπιστωτικής υποστήριξης της τοπικής αυτοδιοίκησης, αποφάσισε, κατά τα αναφερόμενα στην 610/1953 εγκύκλιο αυτού και υπό τις προβλεπόμενες από αυτό προϋποθέσεις, να διατίθενται χρηματικά ποσά του Ταμείου για την εξόφληση χρηματικών ενταλμάτων των Ο.Τ.Α. για την πληρωμή ανελαστικών δαπανών τους καθ' υπέρβαση των πιστωτικών υπολοίπων των λογαριασμών τους. Ενόψει τούτου, οι εκάστοτε καταβολές χρημάτων, ενεργούμενες από το Γραφείο Παρακαταθηκών, κατ' εφαρμογή της ανωτέρω αποφάσεως και της ακολουθούμενης βάσει αυτής πρακτικής του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, δεν θεωρούνται «αχρεώστητες» πληρωμές για τις οποίες δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία, κατά την έννοια των προαναφερθεισών διατάξεων του άρθρου 56 του ν. 2362/1995 και ήδη του άρθρου 152 του ν. 4270/2014, συνιστούσαν δε οι πληρωμές αυτές κατ' ουσίαν μία μορφή άτυπης πιστώσεως υπέρ των Ο.Τ.Α. για την κάλυψη της ανάγκης παροχής ρευστότητας και την αντιμετώπιση των ανελαστικών δαπανών τους, η οποία, σε κάθε περίπτωση, γεννούσε ευθύς εξαρχής υποχρέωση των τελευταίων προς επιστροφή των αντίστοιχων ποσών στο Ταμείο. Με τα δεδομένα αυτά, μόνη η καταβολή χρημάτων εκ μέρους του Γραφείου Παρακαταθηκών για την πληρωμή δαπανών των Ο.Τ.Α. και την κάλυψη του αρνητικού υπολοίπου του λογαριασμού τους και, περαιτέρω, τα χρεωστικά ανοίγματα που δημιουργήθηκαν από τη μη επιστροφή των αντίστοιχων χρηματικών ποσών, αποτελούν μεν οφειλή των Ο.Τ.Α. έναντι του Ταμείου, δεν συνιστούν, όμως, «έλλειμμα» του τελευταίου που προέκυψε από μη νόμιμες διαχειριστικές πράξεις ή παραλείψεις των υπολόγων, οι οποίες ματαίωσαν τη δυνατότητα εισπράξεως των αντίστοιχων χρηματικών ποσών, καταλογιστέο σε βάρος των Ο.Τ.Α., ως «αχρεωστήτως λαβόντων». Εξάλλου, για τη ρύθμιση των οφειλών από χρεωστικά ανοίγματα των Ο.Τ.Α., όπως αυτά εμφανίζονται στα βιβλία του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, ο νομοθέτης προέβλεψε, με το άρθρο 49 παρ. 1 περ. γ' του ν. 3943/2011 και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις του, τη δυνατότητα χορηγήσεως ισόποσων δανείων από το ίδιο ως άνω Ταμείο, με τους ειδικότερους ευνοϊκούς όρους που ορίζονται στις προαναφερθείσες διατάξεις, ώστε, όπως αναφέρεται στην οικεία εισηγητική έκθεση του ανωτέρω ν. 3943/2011, «να ομαλοποιηθεί η λειτουργία τους και να τακτοποιηθούν οι οφειλές τους προς το Τ.Π. & Δανείων από την παραπάνω αιτία». Με τις προαναφερθείσες δε διατάξεις παρασχέθηκε στους Ο.Τ.Α. ορισμένη προθεσμία, η οποία παρατάθηκε διαδοχικά, μετά την παρέλευση της οποίας προβλέφθηκε η βεβαίωση των ποσών υπέρ του Ταμείου, με βάση τα σχετικά στοιχεία που αυτό διαθέτει κατά του οικείου Δήμου και η είσπραξη τους κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε..

 

16. Επειδή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η ταμειακή διαχείριση του ανακόπτοντος Δήμου Αμοργού διενεργείτο από το Γραφείο Παρακαταθηκών της Δ.Ο.Υ. Νάξου μέχρι τη σύσταση ιδίας Ταμειακής Υπηρεσίας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 266 παρ. 11 του ν. 3852/2010, η οποία έλαβε εν τέλει χώρα τον Ιούλιο του έτους 2011. Εξάλλου, για τον σκοπό της διεξαγωγής της ταμειακής διαχειρίσεως από το Γραφείο Παρακαταθηκών της Δ.Ο.Υ. Νάξου, σύμφωνα με τις προπαρατεθείσες διατάξεις, διορίζονταν στο Ελεγκτήριο Ο.Τ.Α. της Δ.Ο.Υ. Νάξου ελεγκτές εσόδων-εξόδων (υπάλληλοι της Δ.Ο.Υ. Νάξου), οι οποίοι ασκούσαν τον έλεγχο των εισπράξεων και των πληρωμών και, συγκεκριμένα, παρακολουθούσαν τις εισπράξεις και εντέλλονταν τις πληρωμές του Δήμου, συντάσσοντας και υπογράφοντας τις σχετικές μηνιαίες συγκεντρωτικές καταστάσεις (υποδείγματος 130), στις οποίες εμφανίζονταν οι μηνιαίες κινήσεις (εισπράξεις και πληρωμές του Δήμου), σύμφωνα με τα οικεία γραμμάτια εισπράξεως και εντάλματα πληρωμής, εκδοθέντα από το Γραφείο Παρακαταθηκών, καθώς και το προηγούμενο και τρέχον υπόλοιπο κάθε μήνα. Εξάλλου, κατόπιν διενέργειας από το Ελεγκτήριο Ο.Τ.Α. της Δ.Ο.Υ. Νάξου του ελέγχου συμφωνίας των λογαριασμών των Ο.Τ.Α. αρμοδιότητας Δ.Ο.Υ. Νάξου για το χρονικό διάστημα 1995-2007, ο οποίος (έλεγχος) ολοκληρώθηκε το έτος 2007, και προκειμένου να διαπιστωθεί η ορθότητα του υπολοίπου των λογαριασμών διαχειρίσεως όλων των Ο.Τ.Α. αρμοδιότητας Δ.Ο.Υ. Νάξου, η Κεντρική Υπηρεσία του Ταμείου προέβη σε έλεγχο της συμφωνίας των λογαριασμών, μεταξύ άλλων, και του ανακόπτοντος Δήμου για το χρονικό διάστημα από 1.1.1995 έως τον Ιούλιο του έτους 2011. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου (βλ. υπ' αριθμ. πρωτ. ./30.12.2011 έγγραφο της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ταμείου), ο έλεγχος αυτός πραγματοποιήθηκε βάσει των παραστατικών (γραμμάτια και εντάλματα) που εξέδωσε το Γραφείο Παρακαταθηκών, μετά από έγκριση του ελεγκτή εσόδων-εξόδων Ο.Τ.Α., και των συγκεντρωτικών καταστάσεων που συντάχθηκαν από τον τελευταίο (μηνιαίες καταστάσεις υποδ. 130 που αντλήθηκαν από το φυσικό αρχείο), καθώς και στοιχεία ευρισκόμενα στο αρχείο της Διεύθυνσης του Λογιστηρίου του Ταμείου. Μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας των λογαριασμών εκ μέρους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Ταμείου το ύψος του χρεωστικού ανοίγματος του ανακόπτοντος Δήμου υπολογίστηκε συνολικά για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα σε 553.410,86 ευρώ (βλ. υπ' αριθμ. πρωτ. ./30.12.2011 έγγραφο του Ταμείου), περαιτέρω δε, κατόπιν και του ελέγχου της Διεύθυνσης Οικονομικής Επιθεώρησης Αθηνών-Πειραιά (για τις χρήσεις των ετών 1999-2005), διαμορφώθηκε στο ποσό των 468.515,78 ευρώ, για το οποίο ενημερώθηκε ο Δήμος με το υπ' αριθμ. πρωτ. ./15.1.2013 έγγραφο του Ταμείου (περί οριστικοποιήσεως του χρεωστικού ανοίγματος στο ως άνω ποσό). Εξάλλου, το Ταμείο είχε ενημερώσει τον Δήμο Αμοργού για τη δυνατότητα καλύψεως της ως άνω οφειλής του με συνομολόγηση δανείου με το Ταμείο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 49 παρ. 1 περ. γ' του ν. 3943/2011, επισημαίνοντας την πιθανότητα διαφοροποιήσεως του ποσού του χρεωστικού ανοίγματος μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας των λογαριασμών (βλ. υπ' αριθμ. ./30.12.2011 και ./30.5.2011 έγγραφα των Διευθύνσεων Δ9 Καταθέσεων και Δ7 Δανείων Ν.Π. του Ταμείου). Τέλος, μετά την άπρακτη παρέλευση της τασσομένης με το άρθρο πρώτο παρ. Γ υποπαρ. Γ. 5 εδ. 3 του ν. 4093/2012 προθεσμίας (30.6.2013), χωρίς τη συνομολόγηση του προβλεπόμενου από τις εν λόγω διατάξεις δανείου προς κάλυψη του ως άνω συνολικού χρεωστικού ανοίγματος (βλ. και την 396/2012 Πράξη του Ζ' Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου), το Ταμείο, αφού προειδοποίησε τον ήδη αιτούντα Δήμο (με το υπ' αριθμ. πρωτ. ./10.7.2014 έγγραφο), προέβη στην έκδοση των ένδικων πράξεων.

 

17. Επειδή, με τις προαναφερθείσες πράξεις επιδιώχθηκε η εξόφληση οφειλής του Δήμου Αμοργού προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, η οποία αντιστοιχεί στο συνολικό ποσό το οποίο φέρεται ότι κατέβαλε το Γραφείο Παρακαταθηκών της Δ.Ο.Υ. Νάξου από τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ταμείου για την πληρωμή δαπανών του Δήμου κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.1995 έως τον Ιούλιο του έτους 2011. Εξάλλου, οι επίμαχες επιμέρους καταβολές χρημάτων από το Γραφείο Παρακαταθηκών, οι οποίες ενεργούνταν δυνάμει της αναφερόμενης στην ανωτέρω εγκύκλιο αποφάσεως του Δ.Σ. του Ταμείου και της εφαρμοσθείσας βάσει αυτής σχετικής πρακτικής, αποτελούσαν, κατά τα προεκτεθέντα, παροχή ταμειακής διευκολύνσεως υπέρ του Δήμου για την αντιμετώπιση των ανελαστικών δαπανών του, η οποία γεννούσε ευθύς εξαρχής υποχρέωση του τελευταίου προς επιστροφή του αντίστοιχου ποσού (βλ. και το από 18.3.2022 έγγραφο απόψεων του καθού Ταμείου ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στο οποίο αναφέρεται ότι το Ταμείο «στο πλαίσιο της αποστολής του, δεν διέκοψε την άσκηση της ταμειακής διαχείρισης του Δήμου, πριν την σύσταση ιδίας Ταμειακής Υπηρεσίας, που θα είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή της λειτουργίας του»). Με τα δεδομένα αυτά, ο Δήμος Αμοργού είχε μεν την υποχρέωση να επιστρέψει τα ποσά που φέρεται ότι καταβλήθηκαν από το Γραφείο Παρακαταθηκών και (τα οποία) εμφανίζονται ως αρνητικό υπόλοιπο του τηρούμενου στο Ταμείο λογαριασμού του, όμως, δεν απέκτησε βάσει των ανωτέρω διατάξεων την ιδιότητα του υπολόγου διαχειριζόμενος χρήματα του Ταμείου και υπέχοντας υποχρέωση αποδόσεως λογαριασμού. Περαιτέρω, μόνη η καταβολή των προαναφερθέντων ποσών εκ μέρους του Γραφείου Παρακαταθηκών, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, δεν αποτελεί αχρεώστητη πληρωμή των αρμοδίων εν προκειμένω οργάνων (ελεγκτών εσόδων-εξόδων Ο.Τ.Α. ή του αρμοδίου διαχειριστή του Γραφείου Παρακαταθηκών). Κατ' ακολουθίαν τούτων, τα χρεωστικά ανοίγματα που προέκυψαν από τη μη εξόφληση της σχετικής οφειλής του Δήμου έναντι του Ταμείου με την εισαγωγή των αντίστοιχων ποσών στη οικεία ταμειακή διαχείριση δεν συνιστούν έλλειμμα σε βάρος του Ταμείου καταλογιστέο σε βάρος του ανακόπτοντος Δήμου, κατά την έννοια των προαναφερθεισών διατάξεων του άρθρου 56 του ν. 2362/1995 και ήδη του άρθρου 152 του ν. 4270/2014. Ενόψει τούτων, οι ένδικες πράξεις δεν έχουν ως υποκείμενη αιτία καταλογισμό για την τακτοποίηση διαπιστωθέντος κατά τον έλεγχο δημοσίου λογαριασμού ελλείμματος σε βάρος του Δήμου Αμοργού ως υπολόγου ούτε ως αχρεωστήτως λαβόντος, ώστε να ανακύπτει δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, αλλά εντάσσονται στη διαδικασία εισπράξεως απαιτήσεων που γεννήθηκαν κατά την εκκαθάριση των οικονομικών εκκρεμοτήτων ως προς το ύψος του οφειλομένου από τον Δήμο χρεωστικού υπολοίπου του τηρούμενου στο Ταμείο λογαριασμού του (πρβλ. ΑΕΔ 4/2021), όπως ορθά κρίθηκε με την 1283/2021 απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

 

18. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 47 παρ. 4 του Κώδικα περί ΑΕΔ, να αρθεί η προκύψασα αποφατική σύγκρουση υπέρ της δικαιοδοσίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και να εξαφανισθεί η 959/2020 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, με την οποία τούτο έκρινε ότι δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει το ένδικο βοήθημα που είχε εισαχθεί ενώπιον του ως ανακοπή. Ακολούθως, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση στο ως άνω Δικαστήριο προς περαιτέρω εκδίκαση (πρβλ. ΑΕΔ 4/2021). Εξ άλλου, το παρόν Δικαστήριο, κατά το άρθρο 22 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα, εκτιμώντας τις περιστάσεις κρίνει ότι οι διάδικοι πρέπει να απαλλαγούν από τη δικαστική δαπάνη.

 

Διά ταύτα

 

Αίρει την αποφατική σύγκρουση υπέρ της δικαιοδοσίας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων.

 

Εξαφανίζει την 959/2020 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας και παραπέμπει την υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό.

 

Απαλλάσσει τους διαδίκους από τη δικαστική δαπάνη.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Ιουνίου 2022.

 

Ο Πρόεδρος                            Η Γραμματέας

 

Δημήτριος Σκαλτσούνης                 Ελένη Γκίκα

 

Και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 26 Απριλίου 2023.

 

Η Πρόεδρος                            Η Γραμματέας

 

Μαρία Γεωργίου                  Ηρακλεία Γιαννακοπούλου